EUR-Lex Hozzáférés az európai uniós joghoz

Vissza az EUR-Lex kezdőlapjára

Ez a dokumentum az EUR-Lex webhelyről származik.

Dokumentum 52016DC0855

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ Διαδικασία συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων - Κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες

COM/2016/0855 final

Βρυξέλλες, 23.11.2016

COM(2016) 855 final

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Διαδικασία συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων - Κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες

{SWD(2016) 359 final}


Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη διαδικασία συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων:
Κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στην ομιλία για την Κατάσταση της Ένωσης του 2016, ο Πρόεδρος Juncker τόνισε τη δέσμευση της Επιτροπής για μια εις βάθος επανεξέταση όλης της υφιστάμενης ευρωπαϊκής νομοθεσίας, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι αποδίδει πραγματική αξία και αποτελέσματα. Η διαδικασία συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με το κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες αποτελεί σημαντικό παράδειγμα αυτής της διαδικασίας. Συνιστά σημαντική συμβολή στο θεματολόγιο της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας και στο πρόγραμμα βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου (REFIT), το οποίο εξασφαλίζει ότι η νομοθεσία της ΕΕ αποδίδει αποτελέσματα για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο και με ελάχιστο κόστος.

H διαδικασία συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων αποτελεί επίσης το πρώτο παράδειγμα μιας τέτοιας διαδικασίας σε διεθνές επίπεδο. Οι κανόνες σχετικά με τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες αναμένεται να συμβάλλουν στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος το οποίο προστατεύει τους καταναλωτές, προάγει την ακεραιότητα της αγοράς και λειτουργεί υποστηρικτικά για τις επενδύσεις, την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας. Η χρηματοπιστωτική κρίση αποτέλεσε το έναυσμα για την υιοθέτηση περισσότερων από 40 νέων νομοθετικών κειμένων της ΕΕ, με στόχο την αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της εμπιστοσύνης στην αγορά. Σε αυτά περιλαμβάνονται:

αυξημένη προστασία για τους καταναλωτές και αυξημένη διαφάνεια·

βελτιωμένο ρυθμιστικό πλαίσιο για τις τράπεζες, τις ασφαλίσεις, τις αγορές κινητών αξιών και τους διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων·

ενιαίος εποπτικός μηχανισμός για τις μεγάλες και συστημικές τράπεζες· και

νέα εργαλεία για την εξυγίανση των τραπεζών και την πιο αποτελεσματική προστασία των καταθέσεων.

Συνολικά, οι μεταρρυθμίσεις αυτές ενίσχυσαν τη σταθερότητα και την ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Την ίδια στιγμή, είναι σημαντικό να παρακολουθείται η συνεχιζόμενη ανάπτυξη, η έγκαιρη εφαρμογή και λειτουργία των νέων κανόνων, προκειμένου να εξακριβωθεί ότι έχουν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, και, αν όχι, να εξετάζονται ενδεδειγμένες τροποποιήσεις. Αυτό αποτελεί σημαντικό μέρος της δημοκρατικής λογοδοσίας και θα εξασφαλίσει ότι όσοι επηρεάζονται από τους κανόνες, συμπεριλαμβανομένων των τελικών χρηστών, έχουν εμπιστοσύνη σε αυτούς. Η διαδικασία συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων περιλαμβάνει την εκτίμηση της αλληλεπίδρασης μεταξύ των μεμονωμένων κανόνων και των συνδυασμένων οικονομικών επιπτώσεών τους Αναμένεται να εξασφαλίσει την αντιμετώπιση μη ηθελημένων συνεπειών, ανακολουθιών και κενών στο ισχύον κανονιστικό πλαίσιο. Οι εξελίξεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα και ευρύτερα στην οικονομία, συμπεριλαμβανομένης της ταχείας τεχνολογικής αλλαγής, χρειάζεται επίσης να λαμβάνονται υπόψη, όταν ελέγχεται η επάρκεια των κανόνων στο πλαίσιο των μεταβαλλόμενων συνθηκών.

Η προσέγγιση αυτή έχει τη στήριξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Σε συμφωνία με το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τον απολογισμό και τις προκλήσεις της ρύθμισης των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών σε επίπεδο ΕΕ 1 , στο πλαίσιο της διαδικασίας συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων η Επιτροπή κάλεσε εξωτερικούς ενδιαφερόμενους φορείς να μοιραστούν την εμπειρία τους από την εφαρμογή των χρηματοπιστωτικών κανονισμών της ΕΕ και να προσκομίσουν δεδομένα, αποδεικτικά στοιχεία και να προβάλουν επιχειρήματα προς επίρρωση της εκτίμησης των συνδυασμένων επιπτώσεών τους.

Η πλειονότητα των ερωτηθέντων επιδοκίμασαν τις μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν στον χρηματοπιστωτικό τομέα για την αντιμετώπιση της κρίσης. Εξέφρασαν την άποψη ότι οι κανόνες ενίσχυσαν την ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος και βελτίωσαν την προστασία των επενδυτών και των καταναλωτών. Ωστόσο, οι ενδιαφερόμενοι φορείς επεσήμαναν επίσης παραδείγματα πιθανών τριβών, επικαλύψεων ή άλλων μορφών μη ηθελημένης αλληλεπίδρασης μεταξύ των διαφόρων κανόνων. Τα παραδείγματα αυτά δείχνουν τη σπουδαιότητα της εξέτασης και ανάλυσης των συνδυασμένων επιπτώσεων των κανόνων. Ορισμένοι ερωτηθέντες εξέφρασαν επίσης ανησυχίες σχετικά με τους κανόνες που απορρέουν από την εφαρμογή διεθνών συμφωνιών, π.χ. σχετικά με τις επιπτώσεις των επερχόμενων μέτρων που εξετάζονται από την Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία (BCBS), και τον τρόπο με τον οποίο πτυχές των κανόνων αυτών αλληλεπιδρούν με υφιστάμενους κανόνες. Η Επιτροπή διαβίβασε τις πλέον σημαντικές παρατηρήσεις όσον αφορά τα παγκόσμια πρότυπα στους σχετικούς διεθνείς φορείς.

Σε άλλους τομείς όπου οι ενδιαφερόμενοι φορείς εξέφρασαν ανησυχίες, τα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν δεν δικαιολογούσαν, στο παρόν στάδιο, αλλαγές. Παρά ταύτα, η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις και θεωρεί ευπρόσδεκτα περαιτέρω αποδεικτικά στοιχεία από τους ενδιαφερόμενους φορείς για θέματα που χρήζουν περαιτέρω ανάλυσης.

Μετά από ενδελεχή αξιολόγηση και ανάλυση όλων των απαντήσεων στη διαδικασία συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων και τις συζητήσεις κατά τη διάρκεια της δημόσιας ακρόασης που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες, τον Μάιο του 2016, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το συνολικό πλαίσιο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στην ΕΕ λειτουργεί ικανοποιητικά. Ωστόσο, απαιτούνται στοχευμένες επακόλουθες ενέργειες στους ακόλουθους τομείς:

μείωση των ανώφελων κανονιστικών περιορισμών στη χρηματοδότηση της οικονομίας·

ενίσχυση της αναλογικότητας των κανόνων, χωρίς υπονόμευση των στόχων προληπτικής εποπτείας·

μείωση των αδικαιολόγητων κανονιστικών επιβαρύνσεων·

ενίσχυση της συνεκτικότητας και του μακρόπνοου χαρακτήρα των κανόνων.

Όπου κρίθηκε ενδεδειγμένο και εφικτό, τα αποτελέσματα της διαδικασίας συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων ενσωματώθηκαν σε υφιστάμενες επανεξετάσεις και νομοθετικές πρωτοβουλίες. Οι παρατηρήσεις των ενδιαφερόμενων φορέων ενσωματώθηκαν σε επικείμενες νομοθετικές προτάσεις και ενέργειες, όπως η επανεξέταση του κανονισμού και της οδηγίας για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΚΚΑ/CRD IV) 2 3 , που είχε ως αποτέλεσμα την εισήγηση από την Επιτροπή της λεγόμενης «δέσμης CRR2» 4 στις 23 Νοεμβρίου 2016, η ανάπτυξη μελλοντικών ενεργειών που περιέχονται στο σχέδιο δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών (CMU) και η επικείμενη αναθεώρηση, στο πλαίσιο του προγράμματος REFIT, του κανονισμού για τις υποδομές των ευρωπαϊκών αγορών (EMIR) 5 . Οι παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν από τους ενδιαφερόμενους φορείς θα ληφθούν επίσης υπόψη στους επερχόμενους ελέγχους και αξιολογήσεις καταλληλότητας, που θα διενεργηθούν μόλις υπάρξουν περισσότερα δεδομένα σχετικά με τα αποτελέσματα και τις πιο μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των μέτρων. Η διαδικασία συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων ανέδειξε επίσης μια σειρά άλλων θεμάτων για τα οποία θα μπορούσαν να απαιτηθούν νέες ενέργειες σε επίπεδο πολιτικής. Τα θέματα αυτά αναφέρονται στην παρούσα ανακοίνωση.

2. ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ

Κατά τον καθορισμό των επακόλουθων ενεργειών που απαριθμούνται στη συνέχεια, η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη απαντήσεις από ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων φορέων, όπως είναι οι ομάδες χρηστών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, οι δημόσιες αρχές, οι επενδυτές και ο χρηματοπιστωτικός κλάδος. Μια πιο αναλυτική περιγραφή των στοιχείων που υποβλήθηκαν περιλαμβάνεται στο συνοδευτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής.

2.1Μείωση των ανώφελων κανονιστικών περιορισμών στη χρηματοδότηση της οικονομίας

Στο πλαίσιο της προτεραιότητας που έχει θέσει η Επιτροπή για τόνωση των επενδύσεων, ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων εργασίας, η ΕΕ χρειάζεται να δώσει προσοχή σε τομείς στους οποίους οι κανόνες της ΕΕ ενδέχεται να εμποδίζουν τις χρηματοδοτικές ροές προς την οικονομία, και να διερευνήσει αν μπορούν να επιτευχθούν οι ίδιοι στόχοι προληπτικής εποπτείας με έναν τρόπο πιο φιλοαναπτυξιακό. Όπως τονίζεται στο σχέδιο δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών (CMU), οι χρηματοδοτικές ροές προς τις ΜΜΕ και οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις αποτελούν ιδιαίτερες προκλήσεις σε επίπεδο πολιτικής. Σε αυτό το πλαίσιο, οι παρατηρήσεις των ενδιαφερόμενων φορέων καλύπτουν τους ακόλουθους τομείς:

Ικανότητα των τραπεζών να χρηματοδοτούν την ευρύτερη οικονομία

Οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά στην ΕΕ εξακολουθούν να εξαρτώνται από την ικανότητα και την προθυμία των τραπεζών να χρηματοδοτούν τις επενδύσεις και τις δραστηριότητές τους. Η Επιτροπή συνεργάζεται με τους συννομοθέτες για την ανάπτυξη της CMU, ώστε να διευρυνθούν οι πηγές χρηματοδότησης, αλλά είναι σημαντικό να λειτουργεί επίσης ικανοποιητικά ο δίαυλος της τραπεζικής χρηματοδότησης.

Οι περισσότεροι ερωτηθέντες συμφώνησαν ότι οι μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν μετά την κρίση υπήρξαν καίριες για την αποκατάσταση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού τομέα. Αυτή η ανθεκτικότητα αποτελεί προϋπόθεση για να μπορούν οι τράπεζες να επιτελούν τον ρόλο τους στη χρηματοδότηση της οικονομίας. Ωστόσο, οι ερωτηθέντες εξέφρασαν επίσης ανησυχία για τις επιπτώσεις των επικείμενων μέτρων προληπτικής εποπτείας που οριστικοποιούνται από την BCBS, και για το ενδεχόμενο να αλληλεπιδρούν με τους υφιστάμενους κανόνες κατά τρόπο που να περιορίζει τη χρηματοδοτική ικανότητα των τραπεζών. Οι τράπεζες συγκέντρωσαν περισσότερα από 800 δισεκατομμύρια ευρώ σε κεφάλαια από την έναρξη της χρηματοπιστωτικής κρίσης και υποβάλλονται σε τακτικούς ελέγχους αντοχής σε ακραίες συνθήκες. Η Επιτροπή επικεντρώνεται τώρα στην εφαρμογή των υπόλοιπων μεταρρυθμίσεων της BCBS για την αντιμετώπιση των εναπομενόντων κινδύνων, κατά τρόπο που να διασφαλίζει τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών και τη διατήρηση της ικανότητας των τραπεζών να χρηματοδοτούν την ανάπτυξη της οικονομίας της ΕΕ.

Χρηματοδότηση των ΜΜΕ

Οι ΜΜΕ είναι ο ισχυρότερος μοχλός δημιουργίας θέσεων εργασίας και ανάπτυξης στην Ευρώπη. Το πρόγραμμα ενεργειών της Επιτροπής για τη βελτίωση των ευκαιριών χρηματοδότησης των ΜΜΕ από τις κεφαλαιαγορές έτυχε θετικής υποδοχής από τους ερωτηθέντες. Εντούτοις, επεσήμαναν επίσης ότι οι ΜΜΕ εξαρτώνται από τραπεζικά δάνεια για το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησής τους και υποστήριξαν ότι θα πρέπει να γίνουν περισσότερα για να υποστηριχθεί ο συγκεκριμένος δίαυλος χρηματοδότησης ως συμπλήρωμα της χρηματοδότησης από τις κεφαλαιαγορές.

Μακροπρόθεσμες βιώσιμες επενδύσεις

Η μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση επιτρέπει στους επενδυτές να αποκομίζουν υψηλότερες και λιγότερο ευμετάβλητες αποδόσεις, δεδομένης της μακροπρόθεσμης ληκτότητας των συγκεκριμένων επενδύσεων. Οι υποδομές υψηλής ποιότητας βελτιώνουν την οικονομική παραγωγικότητα, δημιουργούν συνθήκες ανάπτυξης και συμβάλλουν στη διασύνδεση της ενιαίας αγοράς. Οι απαντήσεις ανέδειξαν ορισμένες νομοθετικές πράξεις οι οποίες θεωρήθηκε ότι εμποδίζουν τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις. Ενδεικτικά, υποστηρίχθηκε ότι το πλαίσιο για τους κινδύνους που προβλέπεται στην οδηγία Φερεγγυότητα ΙΙ 6 περιορίζει την ικανότητα των ασφαλιστικών εταιρειών να χρηματοδοτούν μακροπρόθεσμες επενδύσεις και ότι το πλαίσιο κεφαλαιακών απαιτήσεων για τις τράπεζες δεν παρέχει επαρκή κίνητρα για μακροπρόθεσμες επενδύσεις.

Υποστήριξη της ρευστότητας της αγοράς

Η ρευστότητα της αγοράς αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο για ένα λειτουργικό χρηματοπιστωτικό σύστημα που υποστηρίζει τις επενδύσεις και την ανάπτυξη, διαθέτοντας κεφάλαια με αποδοτικό τρόπο. Τα πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι η ρευστότητα σε ορισμένες αγορές, συμπεριλαμβανομένων των αγορών εταιρικών ομολόγων και συμφωνιών επαναγοράς, κατέγραψε μείωση μετά την εκδήλωση της κρίσης. Τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι η ρευστότητα επηρεάζεται από μια σειρά παραγόντων. Ο προσδιορισμός των αποτελεσμάτων των κανονιστικών αλλαγών είναι δύσκολος. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις σε αυτόν τον τομέα και να αξιολογεί με προσοχή τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν τα κανονιστικά μέτρα στη ρευστότητα της αγοράς.

Πρόσβαση σε υπηρεσίες εκκαθάρισης

Τα παράγωγα αποτελούν, για τις εταιρείες και τις χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις, σημαντικό μέσο υποστήριξης της αντιστάθμισης και της διαχείρισης των κινδύνων. Η κεντρική εκκαθάριση των παραγώγων, μία από τις μείζονες μεταρρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν από τους ηγέτες της G20, μειώνει σημαντικά τους κινδύνους που ενέχει η αγορά παραγώγων. Ωστόσο, δεν είναι όλες οι επιχειρήσεις αρκετά μεγάλες, ώστε να έχουν άμεση πρόσβαση σε γραφεία συμψηφισμού που ενεργούν ως κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι (CCP), και πολλές από αυτές χρησιμοποιούν τις τράπεζες για την εκκαθάριση των συναλλαγών παραγώγων για λογαριασμό τους. Οι ερωτηθέντες εξέφρασαν την ανησυχία ότι ορισμένα μέτρα δεν θα επέτρεπαν στις τράπεζες να παρέχουν αυτές τις βασικές υπηρεσίες εκκαθάρισης στους τελικούς χρήστες σε λογική τιμή.

Επακόλουθες ενέργειες:

Χρηματοδότηση από τις τράπεζες

Στη δέσμη CRR2, η Επιτροπή εισηγείται προσαρμογές σε βασικούς τομείς, με στόχο να διασφαλιστεί η ικανότητα των τραπεζών να χρηματοδοτούν την οικονομία:

oο δείκτης μόχλευσης θα αναπροσαρμοστεί, ώστε να αντανακλά την πολυμορφία του χρηματοπιστωτικού τομέα στην ΕΕ και να διασφαλίζει την πρόσβαση σε υπηρεσίες εκκαθάρισης και τη χρηματοδότηση δημόσιων έργων. Ο δείκτης μόχλευσης θα συνεχίσει να λειτουργεί ως ανασταλτικός μηχανισμός κατά της υπερβολικής μόχλευσης·

oθα προβλεφθεί σταδιακή εφαρμογή για τη ριζική αναθεώρηση του χαρτοφυλακίου συναλλαγών, ώστε να αποφευχθούν απότομες και δυσανάλογες αυξήσεις κεφαλαίων για ορισμένες τράπεζες· και

oο δείκτης καθαρής σταθερής χρηματοδότησης θα εφαρμοστεί σταδιακά και θα προσαρμοστεί καταλλήλως, προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή λειτουργία των δραστηριοτήτων χρηματοδότησης του εμπορίου, των αγορών παραγώγων και των αγορών συμφωνιών επαναγοράς στην ΕΕ.

Υπό το φως της προόδου που έχει σημειωθεί στην Τραπεζική Ένωση, η Επιτροπή προτείνει στη δέσμη CRR2 μέτρα που έχουν τη δυνατότητα να προωθήσουν την ενσωμάτωση των διασυνοριακών τραπεζικών συναλλαγών στο πλαίσιο της Τραπεζικής Ένωσης, με την επιφύλαξη των ενδεδειγμένων διασφαλίσεων. Αυτό θα μπορούσε να βελτιώσει την ικανότητα των διασυνοριακών τραπεζών να διαχειρίζονται τα κεφάλαια και τη ρευστότητα εντός του ομίλου, να περιορίσει τον κατακερματισμό και να ενισχύσει την ικανότητα των τραπεζών να χρηματοδοτούν την οικονομία.

Με στόχο να συνδράμει τα πιστωτικά ιδρύματα στην πρόσβαση σε χρηματοδότηση από πιστωτές εκτός της ΕΕ, η Επιτροπή προτείνει προσαρμογή της οδηγίας για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών (BRRD 7 ), προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η απαίτηση για συμβατική αναγνώριση των διατάξεων διάσωσης με ίδια μέσα για τους πιστωτές εκτός της ΕΕ εφαρμόζεται με ρεαλιστικό τρόπο.

Χρηματοδότηση των ΜΜΕ

Σήμερα, τα τραπεζικά δάνεια ύψους έως 1,5 εκατ. EUR προς ΜΜΕ υπόκεινται σε χαμηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις από τα δάνεια που χορηγούνται σε μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Στη δέσμη CRR2, η Επιτροπή προτείνει την επέκταση του «συντελεστή υποστήριξης των ΜΜΕ» σε όλα τα δάνεια των ΜΜΕ, συμπεριλαμβανομένων και όσων υπερβαίνουν το 1,5 εκατ. EUR. 

Ως μέρος των ευρύτερων εργασιών για τη χρηματοδότηση και την εισαγωγή των ΜΜΕ στο χρηματιστήριο, η Επιτροπή θα αξιολογήσει την εφαρμογή των κανόνων στο πλαίσιο της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID II) 8 όσον αφορά την έρευνα στον τομέα των επενδύσεων σε σχέση με τις ΜΜΕ. Παρότι οι αλλαγές συνολικά αναμένεται να περιορίσουν τις συγκρούσεις συμφερόντων και να βελτιώσουν τη λειτουργία της αγοράς, χρειάζεται να παρακολουθείται εκ του σύνεγγυς η επίδραση των κανόνων στην κάλυψη των αναγκών των ΜΜΕ για έρευνα.

Η Επιτροπή θα παρακολουθεί επίσης στενά τις εξελίξεις στην αγορά, ώστε να βεβαιωθεί ότι το καθεστώς που αφορά τους εκδότες στην αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ, δυνάμει του κανονισμού για την κατάχρηση της αγοράς (MAR) 9 , αποτελεί τη χρυσή τομή ανάμεσα στη στήριξη των ΜΜΕ να εισέλθουν στο χρηματιστήριο και στην προστασία των επενδυτών.

Μακροπρόθεσμες επενδύσεις

Η Επιτροπή ενέκρινε μείωση των κεφαλαιακών απαιτήσεων κινδύνου για τους ασφαλιστές στο πλαίσιο της οδηγίας «Φερεγγυότητα ΙΙ» για τα επιλέξιμα έργα υποδομής και θα προτείνει αναθεώρηση της βαθμονόμησης των επιβαρύνσεων κινδύνου για τις εταιρείες υποδομών, προκειμένου να αντικατοπτρίζει καλύτερα τον χαμηλότερο κίνδυνο αυτών των επενδύσεων. Στο πλαίσιο της δέσμης CRR2, η Επιτροπή επίσης θα μειώσει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις πιστωτικού κινδύνου για τις επενδύσεις των τραπεζών σε έργα υποδομής. 

Οι μελλοντικές αναθεωρήσεις της οδηγίας «Φερεγγυότητα ΙΙ» θα αποτελέσουν ευκαιρία για αποτίμηση της δέσμης μέτρων για τις μακροπρόθεσμες εγγυήσεις, με στόχο την περαιτέρω διερεύνηση κινήτρων για μακροπρόθεσμες επενδύσεις από τους ασφαλιστές και για αξιολόγηση της καταλληλότητας της εποπτικής μεταχείρισης των επενδύσεων ιδιωτικών κεφαλαίων και των ιδιωτικών εκδόσεων χρέους.

Ρευστότητα της αγοράς

Παράλληλα με τη συνολική επανεξέταση των αγορών εταιρικών ομολόγων, στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την CMU, η Επιτροπή θα αξιολογήσει επίσης τη λειτουργία των αγορών συμφωνιών επαναγοράς.

Με στόχο να μετριάσει συγκεκριμένες ανησυχίες γύρω από τη ρευστότητα της αγοράς ομολόγων, η Επιτροπή έχει προτείνει τη σταδιακή καθιέρωση του νέου καθεστώτος προσυναλλακτικής διαφάνειας βάσει της οδηγίας MiFID II για τα μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα, πράγμα το οποίο διασφαλίζει ότι αρχικώς καλύπτονται μόνον τα πιο ρευστά μέσα.

Η Επιτροπή θα αξιολογήσει τον ορισμό της εξαίρεσης, για τις «δραστηριότητες ειδικής διαπραγμάτευσης», από τον κανονισμό για τις ανοικτές πωλήσεις (SSR) 10 .

Η Επιτροπή έχει προτείνει τη θέσπιση πιο αναλογικών κανόνων για τα μέσα μειωμένης ρευστότητας στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις του κανονισμού για τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων (CSDR) 11 σχετικά με τις χρηματικές ποινές και τη συμμόρφωση προς τη διαδικασία διακανονισμού.

Πρόσβαση σε υπηρεσίες εκκαθάρισης

Στο πλαίσιο της επανεξέτασης του κανονισμού EMIR, η Επιτροπή θα εκτιμήσει τις ανησυχίες σχετικά με την πρόσβαση σε υπηρεσίες εκκαθάρισης και θα εξετάσει αν και με ποιον τρόπο οι εταιρείες και οι μικρές χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις θα πρέπει να καλύπτονται από τις απαιτήσεις εκκαθάρισης και κατάθεσης περιθωρίου.

2.2Ενίσχυση της αναλογικότητας των κανόνων, χωρίς υπονόμευση των στόχων προληπτικής εποπτείας

Οι κανόνες πρέπει να εφαρμόζονται με αναλογικό τρόπο στις ρυθμιζόμενες οντότητες, ανάλογα με το επιχειρηματικό μοντέλο, το μέγεθος, τη συστημική σημασία τους, καθώς και την πολυπλοκότητα και τη διασυνοριακή δραστηριότητά τους. Οι πιο αναλογικοί κανόνες θα συμβάλουν στην προώθηση του ανταγωνισμού και στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, διαφυλάσσοντας την πολυμορφία του, χωρίς να υπονομεύονται οι στόχοι της προληπτικής εποπτείας, τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τη συνολική ανθεκτικότητα. Χαμηλότεροι φραγμοί εισόδου θα επιτρέψουν σε νέους παράγοντες της αγοράς να υποκαταστήσουν τις απολεσθείσες υπηρεσίες, όταν οι λιγότερο ανθεκτικές επιχειρήσεις εξέρχονται από την αγορά. Ταυτοχρόνως, πρέπει να υπάρξει μέριμνα ώστε τα μέτρα που στοχεύουν στην ενίσχυση της αναλογικότητας να μην προκαλούν στρέβλωση των ισότιμων όρων ανταγωνισμού. Η Επιτροπή θα αναζητήσει τρόπους για να ενισχύσει καταλλήλως την αναλογικότητα των κανόνων για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

Επακόλουθες ενέργειες:

Τραπεζικός κλάδος

Η Επιτροπή προτείνει, στο πλαίσιο της δέσμης CRR2, τα εξής:

oπεραιτέρω ελάφρυνση της επιβάρυνσης που σχετίζεται με την υποβολή αναφορών και πρόβλεψη για διαφοροποιημένες απαιτήσεις γνωστοποίησης για τα μικρά και μη σύνθετα πιστωτικά ιδρύματα·

oμε βάση την πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή των ισχυόντων κανόνων, εξαίρεση των μικρών και μη σύνθετων ιδρυμάτων και του προσωπικού με χαμηλά επίπεδα μεταβλητών αποδοχών από τους κανόνες για τις αναβαλλόμενες αποδοχές και τις αποδοχές υπό μορφή χρηματοπιστωτικών μέσων·

oκατάργηση της άσκοπης πολυπλοκότητας στη μεταχείριση του κινδύνου αγοράς του χαρτοφυλακίου συναλλαγών και του πιστωτικού κινδύνου αντισυμβαλλομένου.

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) σκοπεύει να αναπτύξει ένα εργαλείο ΤΠ, το οποίο προσδοκάται ότι θα βοηθήσει τις μικρές τράπεζες να διακρίνουν τους κανόνες που είναι συναφείς με το μέγεθος και τις δραστηριότητές τους από εκείνους που θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο σε μεγαλύτερες και πιο σύνθετες τράπεζες.

Το 2017, η Επιτροπή θα προχωρήσει σε αναθεώρηση, στο πλαίσιο του προγράμματος REFIT, της εποπτικής μεταχείρισης των επιχειρήσεων επενδύσεων, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της ΕΑΤ σχετικά με την επεξεργασία καθεστώτος προληπτικής εποπτείας για τις μικρότερες επιχειρήσεις επενδύσεων που δεν ενέχουν συστημικό κίνδυνο. Τον Νοέμβριο του 2016, η ΕΑΤ ξεκίνησε διαβούλευση, ανταποκρινόμενη στο αίτημα της Επιτροπής για την παροχή τεχνικών συμβουλών όσον αφορά τον σχεδιασμό νέου καθεστώτος προληπτικής εποπτείας για τις επιχειρήσεις επενδύσεων.

Παράγωγα

Στο πλαίσιο της επανεξέτασης του κανονισμού EMIR, 12 η Επιτροπή θα εξετάσει την αναπροσαρμογή του πεδίου εφαρμογής των απαιτήσεων του EMIR σχετικά με την εκκαθάριση και τα περιθώρια, ώστε να ανταποκρίνεται στις διάφορες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μη χρηματοοικονομικές εταιρείες, τα συνταξιοδοτικά ταμεία και οι μικροί χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι.

Τα συνταξιοδοτικά ταμεία επωφελούνται σήμερα προσωρινής εξαίρεσης από την υποχρέωση εκκαθάρισης βάσει του EMIR, και με την επανεξέταση του EMIR θα εκτιμηθεί πώς θα αντιμετωπιστεί αυτό το θέμα με τον καταλληλότερο τρόπο.

Ασφαλιστικός τομέας

Τον Ιούλιο του 2016, η Επιτροπή απευθύνθηκε στην Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ) για τεχνικές συμβουλές σχετικά με την επανεξέταση 17 συγκεκριμένων σημείων του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού «Φερεγγυότητα ΙΙ». Στόχος είναι η απλούστευση των μεθόδων, των παραδοχών και των υπολογισμών ορισμένων ενοτήτων του τυποποιημένου μαθηματικού τύπου, και η ανάπτυξη του πλαισίου για τη χρήση εναλλακτικών πιστοληπτικών αξιολογήσεων. Οι τεχνικές συμβουλές θα ενσωματωθούν στη μελλοντική επανεξέταση του «Φερεγγυότητα ΙΙ».

Διαχείριση περιουσιακών στοιχείων

Βασιζόμενη στην προσέγγιση που υιοθετήθηκε στη δέσμη CRR2, η Επιτροπή θα αξιολογήσει την αναλογικότητα των κανόνων της οδηγίας για τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ) 13 και της οδηγίας για τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) 14 , για παράδειγμα όσον αφορά την εναρμόνιση των καθεστώτων αποδοχών και την ελάφρυνση του φόρτου υποβολής αναφορών.

Τομέας αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας

Η Επιτροπή θα εκτιμήσει σε ποιον βαθμό ο κανονισμός για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (ΟΑΠΙ) 15 θα μπορούσε να εφαρμοστεί με πιο αναλογικό τρόπο στους μικρούς ΟΑΠΙ, ούτως ώστε να τονωθεί ο ανταγωνισμός στον συγκεκριμένο τομέα. Στη διαδικασία αυτή περιλαμβάνεται η αποσαφήνιση ορισμένων υφιστάμενων εξαιρέσεων για τις μικρότερες επιχειρήσεις και η διερεύνηση απλοποιημένων απαιτήσεων υποβολής αναφορών και άλλων μέτρων αναλογικότητας.

2.3Μείωση των αδικαιολόγητων κανονιστικών επιβαρύνσεων

Η ελαχιστοποίηση της κανονιστικής επιβάρυνσης που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων των διαφόρων κανόνων, σε συνδυασμό με την πλήρη αξιοποίηση των σύγχρονων τεχνολογικών λύσεων, αποτελεί έναν από τους κεντρικούς σκοπούς του προγράμματος REFIT της Επιτροπής, στο πλαίσιο του θεματολογίου για τη βελτίωση της νομοθεσίας. Η Επιτροπή έχει αναλάβει σταθερή δέσμευση για μια μακρόπνοη διαδικασία αξιολόγησης και αναθεώρησης της νομοθεσίας, με στόχο την αποφυγή της άσκοπης πολυπλοκότητας ή επιβάρυνσης.

Βάσει των απαιτήσεων υποβολής αναφορών, παρέχονται στις αρμόδιες αρχές και στις εποπτικές αρχές δεδομένα σχετικά με τους παράγοντες της αγοράς και τις δραστηριότητές τους. Η πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα είναι καίριας σημασίας για την άσκηση εποπτείας στην αγορά και για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των αγορών, της προστασίας των επενδυτών και του θεμιτού ανταγωνισμού. Συμβάλλει επίσης στην ενθάρρυνση της μεγαλύτερης ολοκλήρωσης των κεφαλαιαγορών. Πάντως, οι ερωτηθέντες έκριναν ότι ορισμένες απαιτήσεις υποβολής αναφορών δεν ήταν συνεκτικές και επαναλαμβάνονταν σε διάφορα σημεία της νομοθεσίας, ότι ήταν υπερβολικά πολύπλοκες και όχι πάντοτε κατάλληλες για τον σκοπό που υποτίθεται ότι εξυπηρετούν. Οι απαντήσεις ανέδειξαν τον σημαντικό ρόλο της τεχνολογίας: αν και η αναβάθμιση των συστημάτων σύμφωνα με τις τελευταίες προδιαγραφές ενέχει προκλήσεις, οι τεχνολογικές εξελίξεις μπορούν να συνδράμουν τις επιχειρήσεις, διευκολύνοντας τη διαδικασία υποβολής αναφορών.

Τα περισσότερα νομοθετικά κείμενα, συμπεριλαμβανομένων του ΚΚΑ και της «Φερεγγυότητα ΙΙ», προβλέπουν ήδη απλούστερες απαιτήσεις υποβολής αναφορών για τις μικρότερες επιχειρήσεις, αλλά η εφαρμογή παρουσιάζει διαφορές μεταξύ των περιοχών δικαιοδοσίας.

Υπάρχουν παραδείγματα αποκλίσεων στη μεταφορά των οδηγιών της ΕΕ στις εθνικές νομοθεσίες και μη συνεπούς θέσης σε εφαρμογή των κανόνων της ΕΕ. Συν τοις άλλοις, αυτές οι πρακτικές κανονιστικού υπερθεματισμού στην εθνική νομοθεσία ή εποπτεία, επιπλέον των ελάχιστων απαιτήσεων που προβλέπονται στις οδηγίες της ΕΕ, έχουν ενίοτε οδηγήσει σε επιπρόσθετες και/ή επικαλυπτόμενες απαιτήσεις, οι οποίες μπορεί να δημιουργήσουν εμπόδια στη διασυνοριακή δραστηριότητα των χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων.

Επακόλουθες ενέργειες:

Υποβολή αναφορών

Στη δέσμη CRR2 προτείνεται να μειωθεί η συχνότητα με την οποία οι μικρότερες και λιγότερο σύνθετες τράπεζες θα υποχρεούνται να υποβάλλουν αναφορές.

Πριν από το τέλος του έτους, η ΕΑΤ θα διενεργήσει διαβουλεύσεις σχετικά με μια δέσμη συγκεκριμένων προτάσεων για περαιτέρω μείωση του φόρτου που απορρέει από τις απαιτήσεις υποβολής αναφορών στον τραπεζικό τομέα, με την ευθυγράμμιση των εποπτικών, στατιστικών και μακροπροληπτικών εποπτικών απαιτήσεων υποβολής αναφορών, καθώς και την ενίσχυση της συνοχής μεταξύ των ορισμών που χρησιμοποιούνται στις διάφορες νομοθετικές πράξεις.

Το 2017, η επανεξέταση του κανονισμού EMIR θα αναζητήσει τρόπους για μείωση, κατά περίπτωση, των υφιστάμενων απαιτήσεων υποβολής αναφορών για τις μη χρηματοοικονομικές εταιρείες, τις μικρές χρηματοοικονομικές εταιρείες και τα συνταξιοδοτικά ταμεία, δεδομένου του χαμηλότερου συστημικού κινδύνου που ενέχουν.

Για να αντιμετωπιστούν οι ανησυχίες σχετικά με το κόστος συμμόρφωσης σε μεσοπρόθεσμο έως μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η Επιτροπή θα προβεί σε εκτενή επανεξέταση των απαιτήσεων υποβολής αναφορών στον χρηματοπιστωτικό τομέα, στο πλαίσιο του προγράμματος REFIT. Σε αυτό το πλαίσιο, με τη στήριξη του προγράμματος ISA2 16 , η Επιτροπή δρομολόγησε έργο τυποποίησης χρηματοπιστωτικών δεδομένων, σκοπός του οποίου είναι να αναπτυχθεί κοινή γλώσσα σχετικά με τα χρηματοπιστωτικά δεδομένα. Το έργο θα ασχοληθεί με τον φόρτο συμμόρφωσης στην πηγή και θα προετοιμάσει το έδαφος για μια προσέγγιση «άπαξ διά παντός» όσον αφορά την υποβολή αναφορών. Με τη διενέργεια λεπτομερούς χαρτογράφησης των απαιτήσεων υποβολής αναφορών σε 20 βασικές νομοθετικές πράξεις, το έργο θα διερευνήσει κατά πόσον τα πεδία δεδομένων και οι δίαυλοι υποβολής αναφορών μπορούν να μειωθούν, να ενοποιηθούν ή να εξορθολογιστούν, χωρίς να θιγούν οι στόχοι τους.

Η ΕΑΑΕΣ αναμένεται να υποβάλει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή των αναλογικών απαιτήσεων υποβολής αναφορών για τις μικρές ασφαλιστικές επιχειρήσεις, δυνάμει της «Φερεγγυότητα ΙΙ», έως το τέλος του 2016.

Η Επιτροπή θα εξετάσει τη δυνατότητα να καθιερωθεί μια ενιαία πλατφόρμα υποβολής αναφορών για τις ανοικτές πωλήσεις, ώστε να ενισχυθούν οι πληροφορίες που παρέχονται στις ρυθμιστικές αρχές, και θα εξετάσει τρόπους για να μειωθεί ο φόρτος για την αναφορά των καθαρών αρνητικών θέσεων.

Απαιτήσεις δημοσιοποίησης

Η Επιτροπή αξιολογεί επί του παρόντος τα εθνικά μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο για την οδηγία περί διαφάνειας 17 και την οδηγία για τη λογιστική 18 . Στη διαδικασία αυτή περιλαμβάνεται επίσης η αξιολόγηση του προβληματισμού ότι υπάρχουν αποκλίνοντες κανόνες σχετικά με την κοινοποίηση της κατοχής σημαντικών δικαιωμάτων ψήφου.

Κόστος συμμόρφωσης

Η Επιτροπή θα επανεξετάσει τις εθνικές εναλλακτικές λύσεις στον κανονισμό σχετικά με τον έλεγχο 19 , με ιδιαίτερη εστίαση στις διασυνοριακές επιπτώσεις της υποχρεωτικής εναλλαγής και στη μαύρη λίστα των απαγορευμένων μη ελεγκτικών υπηρεσιών. Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας REFIT, η Επιτροπή θα πραγματοποιήσει επίσης διαβουλεύσεις σχετικά με τις επιπτώσεις των διαφορετικών εθνικών εναλλακτικών λύσεων.

Η Επιτροπή προβαίνει σε διαδικασία χαρτογράφησης των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, προκειμένου να εντοπίσει διατάξεις κανονιστικού υπερθεματισμού που δημιουργούν αδικαιολόγητο πρόσθετο κόστος συμμόρφωσης. Η Επιτροπή εξετάζει σήμερα τη μεταφορά 17 οδηγιών στο εθνικό δίκαιο. Θα συνεχίσει δε να παρακολουθεί την πρόοδο σε σχέση με τη νομοθεσία που πρόκειται να μεταφερθεί το 2017/2018.

Η Επιτροπή επανεξετάζει επίσης, μέσω της ομάδας εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών για τους φραγμούς στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την CMU, τις εθνικές διατάξεις που δημιουργούν αδικαιολόγητη ή δυσανάλογη επιβάρυνση στη διασυνοριακή κυκλοφορία των κεφαλαίων. Ο στόχος είναι να καταρτιστεί χάρτης πορείας από κοινού με τα κράτη μέλη για ενδεχόμενες δράσεις ώστε να αρθούν αυτοί οι φραγμοί που υφίστανται σε εθνικό επίπεδο.

Μείωση των φραγμών εισόδου και των φραγμών στην ολοκλήρωση της αγοράς

Όσον αφορά τους φραγμούς εισόδου, τον Οκτώβριο του 2016 η Επιτροπή δημοσίευσε έκθεση σχετικά με την κατάσταση της αγοράς των ΟΑΠΙ. Η έκθεση περιλάμβανε προκαταρκτική εκτίμηση του ανταγωνισμού στην αγορά, των πιθανών φραγμών και των δυσανάλογων δαπανών που αντιμετωπίζουν οι μικρότεροι ΟΑΠΙ. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις σε αυτόν τον τομέα.

Η Επιτροπή θα παρακολουθήσει την εφαρμογή και τις επιπτώσεις των διατάξεων για την εξωτερική ανάθεση που περιέχονται στον κανονισμό για τους δείκτες αναφοράς 20 , βάσει των οποίων οι διαχειριστές των δεικτών αναφοράς είναι υποχρεωμένοι να εγγυώνται στις αρμόδιες αρχές ουσιαστική πρόσβαση στα δεδομένα.

Όσον αφορά τους φραγμούς στην ολοκλήρωση της αγοράς, στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την CMU, η Επιτροπή πραγματοποιεί διαβουλεύσεις σχετικά με τους διασυνοριακούς φραγμούς στη διαχείριση κεφαλαίων. Με βάση τα αποτελέσματα, μπορεί να προτείνει νομοθετικές αλλαγές, θέση σε εφαρμογή ή καθοδήγηση προκειμένου να αρθούν οι φραγμοί. Η Επιτροπή προτίθεται επίσης να διερευνήσει τη σκοπιμότητα της απλούστευσης του φάσματος των αδειών που είναι αναγκαίες για την παροχή αυτών των υπηρεσιών σε ολόκληρη την ενιαία αγορά.

2.4Ενίσχυση της συνεκτικότητας και του μακρόπνοου χαρακτήρα των κανόνων

Η διαδικασία συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων υπογράμμισε επίσης την ανάγκη να εξασφαλιστεί συνεκτικότητα στο συνολικό κανονιστικό πλαίσιο· να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο η προστασία των επενδυτών και των καταναλωτών· να αντιμετωπιστούν οι εναπομένοντες κίνδυνοι για το χρηματοπιστωτικό σύστημα και να συνεχίσει το κανονιστικό πλαίσιο να συμβαδίζει με τις τεχνολογικές εξελίξεις.

Αντιμετώπιση των μη συνεκτικών αλληλεπιδράσεων

Η διαδικασία συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων αποκάλυψε αρκετές μη ηθελημένες αλληλεπιδράσεις μεταξύ των επιμέρους νομοθετικών κειμένων. Για παράδειγμα, ο μειωμένος κίνδυνος της χρήσης παραγώγων μετά τις μεταρρυθμίσεις του EMIR δεν αντανακλάται επαρκώς στους κανόνες προληπτικής εποπτείας που διέπουν της ασφαλιστικές επιχειρήσεις, δυνάμει της «Φερεγγυότητας ΙΙ», ή στους κανόνες που διέπουν τους ΟΣΕΚΑ. Άλλο παράδειγμα είναι η ανησυχία ότι ο δείκτης μόχλευσης μπορεί να θέτει σε μειονεκτική θέση τις τράπεζες που ενεργούν ως εκκαθαριστικά μέλη, καθώς τα ανοίγματά τους δεν λαμβάνουν υπόψη τη μείωση του κινδύνου λόγω των (διαχωρισμένων) αρχικών περιθωρίων. Την ίδια στιγμή, δεν δικαιολογείται παρέμβαση σε όλες τις περιπτώσεις αλληλεπίδρασης. Παραδείγματος χάριν, δεν στοιχειοθετείται επαρκώς ότι ο δείκτης μόχλευσης εμποδίζει τις τράπεζες να διατηρήσουν τα ρευστοποιήσιμα στοιχεία υψηλής ποιότητας που απαιτούνται βάσει του δείκτη κάλυψης ρευστότητας.

Ενίσχυση της προστασίας των επενδυτών και των καταναλωτών

Η Επιτροπή πραγματοποίησε σημαντικά βήματα όσον αφορά τη βελτίωση της προστασίας των επενδυτών και των καταναλωτών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Εντούτοις, οι περισσότεροι από αυτούς τους νέους ή αναθεωρημένους νόμους έχουν τεθεί σε ισχύ μόλις πρόσφατα, ή πρόκειται να τεθούν σύντομα σε ισχύ, ενώ άλλοι βρίσκονται ακόμη στη φάση της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Οι ενώσεις καταναλωτών υπογράμμισαν ότι η εμπιστοσύνη των καταναλωτών στους παρόχους χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών παραμένει χαμηλή και κάλεσαν την Επιτροπή να αναλάβει περαιτέρω πρωτοβουλίες στον συγκεκριμένο τομέα. Αυτή η γνώμη των ενώσεων καταναλωτών συμφωνεί με τις διαπιστώσεις του Πίνακα Επιδόσεων των Καταναλωτικών Αγορών, όπου οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες κατέγραφαν τα τελευταία χρόνια τη χαμηλότερη βαθμολογία. Η χαμηλή εμπιστοσύνη των καταναλωτών στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες υπονομεύει την προσφυγή τους σε αυτές, ιδίως σε σχέση με τις διασυνοριακές πωλήσεις. Για την αποκατάσταση αυτής της εμπιστοσύνης, είναι σημαντικό να ασχοληθούν οι πολιτικές της Επιτροπής με τις πτυχές της προστασίας των καταναλωτών και της θέσης σε εφαρμογή.

Αντιμετώπιση των κενών στο κανονιστικό πλαίσιο

Είναι δυνατόν να παρατηρηθούν κενά στο κανονιστικό πλαίσιο, για παράδειγμα, λόγω του ρυθμιστικού αρμπιτράζ, της καινοτομίας στον χρηματοπιστωτικό τομέα και της τεχνολογικής ανάπτυξης, καθώς τόσο οι χρήστες όσο και οι πάροχοι των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους με την πάροδο του χρόνου. Μία από τις δεδηλωμένες προτεραιότητες της Επιτροπής είναι η ολοκλήρωση του θεματολογίου των χρηματοπιστωτικών μεταρρυθμίσεων, με την αντιμετώπιση των εναπομενόντων κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν οντότητες με συστημικό αποτύπωμα.

Λαμβάνοντας υπόψη τις τεχνολογικές εξελίξεις

Η τεχνολογία μεταβάλλει τα επιχειρηματικά μοντέλα για τους συμμετέχοντες στις χρηματοπιστωτικές αγορές, και την αλληλεπίδρασή τους με τους πελάτες και τους επενδυτές. Αυτό παρουσιάζει σημαντικές ευκαιρίες για τους κατεστημένους συμμετέχοντες στην αγορά, αλλά και για τους νεοεισερχομένους στην αγορά. Οι πελάτες προσδοκάται ότι θα κερδίσουν επίσης από τις πιο διαφοροποιημένες και αποδοτικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Ταυτοχρόνως, υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με τους δυνητικούς κινδύνους που θα μπορούσε να ενέχει αυτό το γεγονός για την ομαλή λειτουργία και τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών. Οι κίνδυνοι αυτοί χρειάζεται να παρακολουθούνται και να μετριάζονται. Ειδικότερα, οι χρηματοπιστωτικοί κανόνες θα πρέπει να είναι αρκετά ευέλικτοι ώστε να ενθαρρύνουν παρά να εμποδίζουν την τεχνολογική πρόοδο, διασφαλίζοντας ταυτοχρόνως υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών.

Επακόλουθες ενέργειες:

Αντιμετώπιση των αλληλεπιδράσεων και των ανακολουθιών

Προκειμένου να διασφαλιστεί η ικανότητα των τραπεζών να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης πελατών δυνάμει του κανονισμού EMIR, στη δέσμη CRR2 η Επιτροπή προτείνει αναπροσαρμογή του δείκτη μόχλευσης, ώστε να μπορούν οι τράπεζες να αντισταθμίζουν το πιθανό μελλοντικό άνοιγμα των σχετικών συναλλαγών επί παραγώγων μέσω αρχικού περιθωρίου.

Η Επιτροπή θα επανεξετάσει το πλαίσιο μετριασμού του πιστωτικού κινδύνου αντισυμβαλλομένου της οδηγίας «Φερεγγυότητα ΙΙ», για να ληφθεί υπόψη η έκδοση του κανονισμού EMIR, στη μελλοντική επανεξέταση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης της «Φερεγγυότητα ΙΙ». Η Επιτροπή ζήτησε από την ΕΑΚΑΑ να προτείνει επικαιροποίηση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης της «Φερεγγυότητα ΙΙ», ώστε να λαμβάνει υπόψη τον μειωμένο κίνδυνο αντισυμβαλλομένου που καθιερώθηκε με τον EMIR. Η μελλοντική επανεξέταση θα ασχοληθεί επίσης με τις ανακολουθίες μεταξύ της οδηγίας «Φερεγγυότητα ΙΙ» και του ΚΚΑ όσον αφορά τη μεταχείριση των περιφερειακών κυβερνήσεων και των τοπικών αρχών. 

Η διαβούλευση της Επιτροπής, με σκοπό τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με το κατά πόσον το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο της οδηγίας για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων (FICOD) 21 είναι αναλογικό και κατάλληλο για τον σκοπό που εξυπηρετούν, ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2016. Στο πλαίσιο του σχεδίου εργασίας REFIT για το 2017, η Επιτροπή θα αξιολογήσει τη συνάφεια, την αποτελεσματικότητα, την αποδοτικότητα, τη συνέπεια και την προστιθέμενη αξία του τρέχοντος πλαισίου FICOD.

Η Επιτροπή προτείνει, στο πλαίσιο της δέσμης CRR2, τη σταδιακή εφαρμογή των προληπτικών κεφαλαιακών επιπτώσεων που απορρέουν από το νέο μοντέλο απομείωσης στα αναθεωρημένα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (ΔΠΧΠ 9), ώστε να αποφευχθούν απότομες συνέπειες στον δανεισμό από τις τράπεζες.

Η Επιτροπή ζήτησε από την ΕΑΚΑΑ να αναλύσει τα στοιχεία που υποβλήθηκαν σχετικά με τους περιορισμούς σε σχέση με τους ΟΣΕΚΑ όσον αφορά τη χρήση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων.

Ενίσχυση της προστασίας των επενδυτών και των καταναλωτών

Σε συνέχεια της Πράσινης Βίβλου για τις λιανικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, στις αρχές του 2017 η Επιτροπή θα δημοσιεύσει σχέδιο δράσης, όπου θα καθορίζονται τα βήματα για την εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς λιανικών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Το σχέδιο δράσης θα έχει ως στόχο να βοηθήσει τους καταναλωτές να επιτυγχάνουν καλύτερους όρους συναλλαγών, και να επιτρέπει στους καταναλωτές και στους παρόχους να επωφελούνται περισσότερο από τις δυνατότητες της ενιαίας αγοράς.

Στο σχέδιο δράσης για τις λιανικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα εξεταστούν, μεταξύ άλλων, τρόποι για:

i) βελτίωση της προστασίας των καταναλωτών κατά την αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών διασυνοριακά και διαδικτυακά. Συγκεκριμένα, θα βελτιωθεί η ενημέρωση σχετικά με τις δυνατότητες εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών·

ii) μείωση των νομικών και κανονιστικών εμποδίων που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις όταν παρέχουν χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες στην αλλοδαπή, μεταξύ άλλων όταν επωφελούνται από την αυξανόμενη ψηφιοποίηση των λιανικών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών· και

iii) προσαρμογή των απαιτήσεων δημοσιοποίησης στον σκοπό που πρέπει να εξυπηρετούν στον ψηφιακό κόσμο.

Στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την CMU, η Επιτροπή εγκαινιάζει ολοκληρωμένη αξιολόγηση των ευρωπαϊκών αγορών λιανικών επενδυτικών προϊόντων, όπου θα εξεταστούν οι δίαυλοι διανομής, οι επενδυτικές συμβουλές και οι δυνατότητες που προσφέρονται από την τεχνολογία.

Αντιμετώπιση των κενών στο κανονιστικό πλαίσιο

Στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για τις λιανικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, η Επιτροπή ενδέχεται να εξετάσει τις προοπτικές για βελτίωση της προστασίας στο πλαίσιο της οδηγίας σχετικά με τα συστήματα αποζημίωσης των επενδυτών 22 , λαμβάνοντας υπόψη την κτηθείσα πείρα στον τομέα αυτόν.

Η Επιτροπή θα υποβάλει σύντομα πρόταση για ένα πλαίσιο ανάκαμψης και εξυγίανσης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων (CCP).

Στην επικείμενη επανεξέταση του μακροπροληπτικού πλαισίου της ΕΕ θα αξιολογηθούν τυχόν ασυνέπειες στην εργαλειοθήκη του, καθώς και τα σημεία επικάλυψης των μέσων όσον αφορά τη στόχευση, τη βαθμονόμηση και τη σώρευση των κινδύνων. Όπως αποτυπώνεται στο έγγραφο διαβούλευσης, στην επανεξέταση θα αξιολογηθούν επίσης οι προοπτικές της διεύρυνσης του μακροπροληπτικού πλαισίου πέραν του τραπεζικού τομέα.

Λαμβάνοντας υπόψη τις τεχνολογικές εξελίξεις

Συστάθηκε μια εσωτερική ομάδα FinTech, για την παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων που επηρεάζουν τον χρηματοπιστωτικό τομέα και την ανάπτυξη κατάλληλων λύσεων, όπου χρειάζεται.

Τον Ιούλιο του 2016, η Επιτροπή δημοσίευσε πρόταση για τροποποίηση της οδηγίας σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες 23 , για την προστασία των αναδυόμενων καινοτόμων τεχνολογιών, όπως είναι τα εικονικά νομίσματα, από παράνομες χρήσεις.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής θα ανταλλάσσουν επίσης απόψεις με τους ενδιαφερόμενους φορείς για το πώς μπορούν να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τις απειλές στον κυβερνοχώρο.

Στο σχέδιο δράσης για τις λιανικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα εξεταστούν τρόποι για την ενθάρρυνση της αναγνώρισης ταυτότητας/ταυτοποίησης και της σύναψης συμβάσεων από απόσταση, με ασφαλή τρόπο.



3. ΕΠΟΜΕΝΑ ΒΗΜΑΤΑ

Οι πληροφορίες που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων αποτέλεσαν πολύτιμη συμβολή στη διαμόρφωση των τρεχουσών πρωτοβουλιών πολιτικής της Επιτροπής. Αν και το γενικό πλαίσιο παραμένει υγιές, θα υπάρξουν ορισμένες αναπροσαρμογές μέσα από:

Ελέγχους καταλληλότητας και επανεξετάσεις της νομοθεσίας στο πλαίσιο του REFIT, εκτός των άλλων και σε σχέση με τις απαιτήσεις υποβολής αναφορών στον χρηματοπιστωτικό τομέα·

Τη βελτιωτική προσαρμογή των μέτρων τόσο σε επίπεδο νομοθεσίας όσο και εφαρμογής·

Τη συνεχή εργασία σε επίπεδο πολιτικής, π.χ. για τη βελτίωση και την επιτάχυνση των μέτρων του σχεδίου δράσης για την CMU· και

Τη συμμετοχή της Επιτροπής στις εργασίες, σε παγκόσμιο επίπεδο, για τη μέτρηση και την αξιολόγηση των συνδυασμένων αποτελεσμάτων των μεταρρυθμίσεων.

Η παρούσα ανακοίνωση ορίζει μια σειρά συγκεκριμένων μέτρων πολιτικής τα οποία προτίθεται να λάβει η Επιτροπή σε συνέχεια της παρούσας διαδικασίας. Η Επιτροπή θα παρακολουθεί την πρόοδο στην εφαρμογή των μέτρων στους αντίστοιχους τομείς και θα δημοσιεύσει τις διαπιστώσεις και τα ενδεχόμενα επόμενα βήματά της, πριν από το τέλος του 2017.

Η διαδικασία συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων δεν πρέπει να θεωρηθεί ως μια εφάπαξ διαδικασία. Οι αρχές για τη βελτίωση της νομοθεσίας θα συνεχίσουν να εφαρμόζονται αυστηρά κατά την κατάρτιση των νομοθετικών προτάσεων της Επιτροπής, με την εκτίμηση των επιπτώσεών τους, την ελαχιστοποίηση των δαπανών συμμόρφωσης και την εξασφάλιση αναλογικότητας. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να εργάζεται με όλους τους συναφείς ενδιαφερόμενους φορείς μέσω των διαφόρων μηχανισμών διαβούλευσής της, παρέχοντάς τους την ευκαιρία να προσκομίσουν περαιτέρω στοιχεία και να συμβάλουν στην ανάπτυξη των πολιτικών. Η Επιτροπή προσβλέπει ιδιαιτέρως στην υποβολή ποσοτικών στοιχείων τα οποία θα καταδεικνύουν τον αντίκτυπο της ενωσιακής νομοθεσίας στους καταναλωτές, τους οικονομικούς παράγοντες και την οικονομία εν γένει. Αυτό θα ενισχύσει τη δυνατότητα της Επιτροπής να εμβαθύνει την αναλυτική ικανότητά της όσον αφορά τη μέτρηση της αποδοτικότητας, της αποτελεσματικότητας και της προστιθέμενης αξίας των μεταρρυθμίσεων για την ΕΕ, και να συμβάλει στους συναφείς άξονες δράσης σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η διαδικασία συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων καταδεικνύει την προσήλωση της Επιτροπής στο πρόγραμμα REFIT και στις αρχές της βελτίωσης της νομοθεσίας. Επιβεβαίωσε ότι η ανάπτυξη και η βελτιωτική προσαρμογή των πολιτικών, με βάση πραγματικά στοιχεία, εξέταση των πιθανών αλληλεπιδράσεων με την υφιστάμενη νομοθεσία, άρτια παρακολούθηση, αξιολόγηση και εκτιμήσεις επιπτώσεων, οι οποίες διασφαλίζουν διαφάνεια, συμμετοχή των ενδιαφερόμενων φορέων και ανοικτή δημόσια διαβούλευση, μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα καλύτερες και πιο αποτελεσματικές κανονιστικές ρυθμίσεις και να αποτρέψουν τις ανώφελες επιβαρύνσεις – επιτυγχάνοντας ταυτοχρόνως τους θεμελιώδεις στόχους όσον αφορά τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, την προστασία των καταναλωτών/επενδυτών και την ενθάρρυνση της δημιουργίας θέσεων εργασίας, της ανάπτυξης και των επενδύσεων. Οι αρχές για τη βελτίωση της νομοθεσίας θα πρέπει επίσης να προωθηθούν και σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι, συνεπώς, ενθαρρυντικό το γεγονός ότι διεθνείς φορείς, όπως η G20, το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και η BCBS, αρχίζουν να εκτιμούν τη συνολική συνεκτικότητα των μεταρρυθμίσεων. Η Επιτροπή προσβλέπει να συμβάλει στο έργο αυτό.

(1)

  http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//NONSGML+REPORT+A8-2015-0360+0+DOC+PDF+V0//EL  

(2)

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(3)

Οδηγία 2013/36/EΕ.

(4)

Η «δέσμη CRR2» περιγράφει τον συνδυασμό των μέτρων μείωσης του κινδύνου στις εξής προτάσεις: «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012», «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2013/36/ΕΕ», «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ» και «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014».

(5)

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(6)

Οδηγία 2009/138/ΕΚ.

(7)

Οδηγία 2014/59/EΕ.

(8)

Οδηγία 2014/65/EΕ.

(9)

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 596/2014.

(10)

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 236/2012.

(11)

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 909/2014.

(12)

Βλ. έκθεση επανεξέτασης του κανονισμού EMIR, της 22ας Νοεμβρίου 2016, για περισσότερες λεπτομέρειες.

(13)

Οδηγία 2011/61/EΕ. Το άρθρο 69 ορίζει ότι «Έως τις 22 Ιουλίου 2017, η Επιτροπή, βάσει δημόσιας διαβούλευσης και υπό το πρίσμα των συζητήσεων με τις αρμόδιες αρχές, αρχίζει επανεξέταση της εφαρμογής και το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.».

(14)

Οδηγία 2014/91/EΕ.

(15)

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 462/2013.

(16)

Απόφαση (ΕΕ) 2015/2240/ΕΕ.

(17)

Οδηγία 2013/50/EΕ.

(18)

Οδηγία 2013/34/EΕ.

(19)

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 537/2014.

(20)

Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1011.

(21)

Οδηγία 2002/87/ΕΚ.

(22)

Οδηγία 97/9/ΕΚ.

(23)

Οδηγία (ΕΕ) 2015/849.

Az oldal tetejére