Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52016AR0983

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα «Το πρόγραμμα REFIT: η τοπική και περιφερειακή προοπτική»

    ΕΕ C 185 της 9.6.2017, p. 8–14 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    9.6.2017   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 185/8


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα «Το πρόγραμμα REFIT: η τοπική και περιφερειακή προοπτική»

    (2017/C 185/02)

    Εισηγητής:

    ο κ. François DECOSTER (FR/ALDE),

    αντιπρόεδρος του περιφερειακού συμβουλίου Nord-Pas-de-Calais-Picardie

    Έγγραφο αναφοράς:

    Επιστολή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 13ης Ιανουαρίου 2016

    ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

    Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

    1.

    υποστηρίζει τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι ευρωπαϊκές πολιτικές να αντικατοπτρίζουν καλύτερα τις ανησυχίες των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών και επαναλαμβάνει ότι αυτό θα πρέπει να αποτελεί κοινή ευθύνη όλων των επιπέδων διακυβέρνησης·

    2.

    τάσσεται υπέρ της άποψης ότι βελτιωμένη νομοθεσία δεν σημαίνει απλώς λιγότερη νομοθεσία σε επίπεδο ΕΕ, αλλά και εντοπισμό του επιπέδου στο οποίο μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα οι επιδιωκόμενοι στόχοι, και τονίζει ότι η αποτελεσματική εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας αποτελεί καθοριστικής σημασίας στοιχείο για τη βελτίωση της νομοθεσίας·

    3.

    τονίζει ότι η νομοθεσία πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να επιτυγχάνει μια ισορροπία μεταξύ, αφενός, βάσιμων ανησυχιών (ατομικού, νομικού, διοικητικού, δημοσιονομικού χαρακτήρα) και, αφετέρου, της απαιτούμενης αποτελεσματικότητας και ελευθερίας ή ευελιξίας· η εξισορρόπηση αυτών των ανησυχιών μέσα σε συγκεκριμένα πλαίσια αποτελεί έργο της δημοκρατικής διαδικασίας και είναι ευθύνη των δημοκρατικά εκλεγμένων εκπροσώπων όλων των επιπέδων να εξηγούν τις αναπόφευκτες συναλλαγές και συμβιβασμούς στους πολίτες·

    4.

    έχει επίγνωση του έργου της ομάδας υψηλού επιπέδου σχετικά με τον διοικητικό φόρτο («ομάδα Stoiber»), της τελικής της έκθεσης και των διαφορετικών απόψεων που διατυπώθηκαν·

    5.

    λαμβάνει υπό σημείωση την υπογραφή της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας εκ μέρους του Συμβουλίου, της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 13 Απριλίου 2016 και ευελπιστεί ότι η νέα αυτή συμφωνία θα συμβάλει στη βελτίωση της λήψης αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ, σε όλα τα στάδια —προγραμματισμό, κατάρτιση, υιοθέτηση, εφαρμογή και αξιολόγηση· ανησυχεί, εντούτοις, διότι στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας οι ειδικοί ρόλοι των δημοκρατικά εκλεγμένων εκπροσώπων του τοπικού και του περιφερειακού επιπέδου καθώς και της ίδιας της ΕτΠ δεν αναφέρονται σε συνάρτηση με κανένα άλλο πλαίσιο πλην αυτού των «ενδιαφερόμενων μερών», παρά τη σημασία που τους αναγνωρίζεται και την εντολή που τους ανατίθεται με τη Συνθήκη της Λισαβόνας·

    6.

    επιθυμεί να συμμετάσχει σε περαιτέρω πρωτοβουλίες σχετικές με την ερμηνεία και την εφαρμογή της νέας συμφωνίας, προκειμένου να μπορέσει να αξιοποιήσει πλήρως το δυναμικό που διαθέτει ως συμβουλευτικό όργανο στο πλαίσιο του νομοθετικού κύκλου· υπενθυμίζει ότι πολλά από τα μέλη της ΕτΠ έχουν θέσεις ευθύνης κατά την εφαρμογή των κοινοτικών πολιτικών·

    7.

    χαιρετίζει το αίτημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να καταρτιστεί μια «ευρύτερη διερευνητική γνωμοδότηση» που θα περιλαμβάνει «πρόσθετες υποδείξεις σχετικά με τις απαιτήσεις που επιβάλλει η νομοθεσία της ΕΕ και με ευκολότερους τρόπους επίτευξης των ίδιων ή ακόμη καλύτερων αποτελεσμάτων»·

    8.

    επιδοκιμάζει τα συγκεκριμένα για κάθε πολιτική αιτήματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όταν ζητεί την κατάρτιση διερευνητικών γνωμοδοτήσεων της ΕτΠ σε τομείς όπως —αλλά όχι μόνον— το περιβάλλον, η ενέργεια, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και η γεωργία, στους οποίους οι τοπικές και οι περιφερειακές αρχές έχουν τη δυνατότητα να επισημαίνουν τυχόν εμπόδια και να διατυπώνουν προτάσεις βελτίωσης που ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους·

    9.

    επισημαίνει ότι η παρούσα ευρύτερη διερευνητική γνωμοδότηση αποτελεί επισκόπηση των επιπτώσεων της νομοθεσίας στις τοπικές και τις περιφερειακές αρχές και ενθαρρύνει την εκπόνηση ανάλυσης ανά συγκεκριμένη πολιτική και τομέα, με σκοπό τον προσδιορισμό των σημείων συμφόρησης και φόρτου·

    10.

    επικροτεί τη γενική προσέγγιση που προβλέπει, συγκεκριμένα, τη συμμετοχή περιφερειακών και τοπικών φορέων στις διαβουλεύσεις με θέμα τη βελτίωση της νομοθεσίας και, στο πλαίσιο αυτό, επιδοκιμάζει, λόγου χάρη, την έκθεση «Ολλανδικές περιφέρειες για μια καλύτερη νομοθεσία της ΕΕ», εφιστά δε την προσοχή σε μια σειρά διαπιστωμένων σημείων συμφόρησης και ειδικών λύσεων που προτάθηκαν·

    11.

    χαιρετίζει, εν προκειμένω, την έγκριση του συμφώνου του Άμστερνταμ για την πρακτική εφαρμογή του αστικού θεματολογίου της ΕΕ, καθώς η πτυχή «βελτίωση της νομοθεσίας» διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο στις θεματικές εταιρικές σχέσεις. Στο πλαίσιο αυτό επίσης ολοκληρώθηκε η μελέτη «Bridge! Better EU regulation for local and regional authorities» (Bridge! Καλύτερη νομοθεσία της ΕΕ για τις τοπικές και τις περιφερειακές αρχές), με παραδείγματα συγκεκριμένων καταστάσεων όπου η τοπική και περιφερειακή πρακτική αντιβαίνει προς τη νομοθεσία της ΕΕ.

    12.

    καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσει τις λύσεις που προτείνονται ως προς συγκεκριμένες τομεακές νομοθετικές ρυθμίσεις, την αναλογικότητα, τα διασυνοριακά σημεία συμφόρησης, τις κρατικές ενισχύσεις και την πίεση των ελέγχων και να τις συνεκτιμήσει κατά την εκπόνηση των νέων ρυθμίσεων·

    13.

    αναγνωρίζει τον ειδικό ρόλο που διαδραματίζουν οι τοπικές και οι περιφερειακές αρχές σε μια σειρά τομέων που επηρεάζονται σημαντικά από τη νομοθεσία της ΕΕ και τον ρόλο τους ως φορέων εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας και ως αρχών διαχείρισης ταμείων της ΕΕ και υπογραμμίζει ότι οι ειδικές αρμοδιότητες που διαθέτουν οι αυτοδιοικητικές αρχές τους παρέχουν καλές ευκαιρίες να αξιολογούν ποιοι τομείς του κανονιστικού πλαισίου είναι προβληματικοί και, ενδεχομένως, χρειάζεται να τροποποιηθούν·

    14.

    φρονεί ότι όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης πρέπει να μεριμνούν ώστε η νομοθεσία να είναι κατάλληλη, αποτελεσματική και αποδοτική και να μην προκαλεί περιττές δαπάνες και φόρτο, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την προστασία των πολιτών, των καταναλωτών, της βιωσιμότητας και του περιβάλλοντος·

    15.

    κατανοεί ότι τα όργανα της ΕΕ οφείλουν να κάνουν γνωστή σε όλους τους πολίτες την αξία των κανονιστικών πλαισίων, καθώς και την προστιθέμενη αξία της νομοθεσίας της ΕΕ, τηρώντας, ταυτόχρονα, τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας·

    16.

    αναγνωρίζει ότι οι πρόσφατες οικονομικές δυσκολίες δημιούργησαν ένα κλίμα στο πλαίσιο του οποίου οι πρόσθετες δαπάνες που προκλήθηκαν λόγω υπερβολικών ρυθμίσεων επιδείνωσαν τις περικοπές στον προϋπολογισμό σε πολλές τοπικές και περιφερειακές αρχές· τούτο δε σε μια συγκυρία όπου είχε ήδη συντελεστεί μείωση των διαθέσιμων πόρων. Αυτό αποδείχθηκε επαχθές και αύξησε την πίεση στις εν λόγω αρχές να προσπαθήσουν να μειώσουν το διοικητικό κόστος, τη στιγμή που αντιμετωπίζουν ολοένα μεγαλύτερη ζήτηση για την ανάληψη δράσης. Η ΕτΠ επαναλαμβάνει την άποψή της σύμφωνα με την οποία απαιτείται απλοποίηση και μείωση του διοικητικού φόρτου, όπου αυτό επηρεάζει τα βασικά καθήκοντα που οφείλουν να επιτελούν οι τοπικές και οι περιφερειακές αρχές·

    17.

    εκτιμά ότι οι εκθέσεις και οι γνώμες που μέχρι σήμερα υιοθέτησαν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η ΕΟΚΕ και η ΕτΠ επιβεβαίωσαν τη σημασία της ανάληψης συντονισμένης δράσης εκ μέρους της ΕΕ, σε ένα πλαίσιο εταιρικής σχέσης με τα θεσμικά όργανα των κρατών μελών και της ΕΕ, καθώς και με τις τοπικές και τις περιφερειακές αρχές·

    18.

    υπογραμμίζει ότι οι τοπικές και οι περιφερειακές αρχές διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη στήριξη των πολιτών να ξεπεράσουν τις δυσκολίες που προκαλούν μακροχρόνια οικονομικά προβλήματα, κυρίως μέσω προγραμμάτων της ΕΕ και υπενθυμίζει ότι η ασφάλεια δικαίου και η εύκολη πρόσβαση στα προγράμματα της ΕΕ, δεδομένου ότι αναγνωρίζεται η αναγκαιότητα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για να μπορούν οι αυτοδιοικητικές αρχές να εκπληρώσουν επαρκώς τον ρόλο αυτό·

    19.

    επισημαίνει ότι η χρηματοδότηση της ΕΕ είναι σημαντική για πολλές τοπικές και περιφερειακές αρχές, ώστε να μπορούν να εφαρμόζουν τη νομοθεσία της ΕΕ, ιδίως για την εφαρμογή μιας πολιτικής συνοχής, η οποία διαφοροποιείται ανάλογα με την οικονομική ισχύ·

    20.

    αναγνωρίζει ότι η προσβασιμότητα των προγραμμάτων της ΕΕ και τα απαιτούμενα ρυθμιστικά καθεστώτα μπορούν να συνεπάγονται σημαντικές δυσκολίες όσον αφορά την ερμηνεία των νομικών πλαισίων, την εφαρμογή των κανόνων, τις διαδικασίες λογιστικού ελέγχου και την κατάρτιση των σχετικών εκθέσεων, και εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι το ελεγκτικό καθεστώς συνεπάγεται συχνά δυσκολίες για τους χορηγούς έργων, κυρίως σε σχέση με την τήρηση, σε μακροπρόθεσμη βάση, αρχείων, όπως έχει ήδη επισημανθεί στη γνωμοδότηση της ΕτΠ με θέμα την απλοποίηση των ΕΔΕΤ·

    21.

    επιδοκιμάζει το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το «Πρόγραμμα βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου (REFIT): Αποτελέσματα και επόμενα βήματα» (1), στο οποίο υποστηρίζεται ο σημαντικός ρόλος που η ΕτΠ διαδραματίζει ως πολιτικό όργανο, και συμφωνεί ότι το πρόγραμμα REFIT δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την υπονόμευση της αειφορίας ή των προτύπων·

    22.

    μολονότι τάσσεται υπέρ του περιορισμού της γραφειοκρατίας και της άρσης των περιττών κανονιστικών επιβαρύνσεων, τονίζει ότι το πρόγραμμα REFIT δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για την υποβάθμιση του επιπέδου φιλοδοξίας των πολιτικών, ιδίως σε τομείς όπως το περιβάλλον, η ασφάλεια των τροφίμων, η υγεία και τα δικαιώματα των καταναλωτών·

    23.

    επικροτεί τον στόχο της εφαρμογής της νομοθεσίας της ΕΕ σε εθνικό επίπεδο, όσο το δυνατόν συχνότερα στην αυτούσια μορφή της, και θεωρεί ότι μόνον εφόσον συντρέχουν αντικειμενικοί και εξειδικευμένοι λόγοι θα πρέπει να επιτρέπεται η υπέρβαση των προτύπων που προβλέπονται στο δίκαιο της ΕΕ. Παρ’ όλα αυτά, τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες θα πρέπει να συνεχίσουν να δύνανται να αποφασίζουν τι είναι απαραίτητο για την ορθή εφαρμογή της νομοθεσίας σε μια περιπτωσιολογική βάση. Η πρόταση της Επιτροπής ότι ο «κανονιστικός υπερθεματισμός» («gold-plating») θα πρέπει να τεκμηριώνεται σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση θα μπορούσε να συμβάλει στην ενίσχυση της διαφάνειας. Ωστόσο, η αυξημένη λογοδοσία σε σχέση με την εθνική και την περιφερειακή εφαρμογή δεν πρέπει να επιφέρει παρεμβάσεις σε ζητήματα εσωτερικής διοικητικής οργάνωσης και εγχώριων διοικητικών διαδικασιών·

    24.

    τονίζει τη σημασία της συνεκτίμησης, κατά την αξιολόγηση της νομοθεσίας, τόσο του κόστους όσο και της ωφέλειας, αλλά και των μειονεκτημάτων —για την κοινωνία των πολιτών, το περιβάλλον κ.ά.— που αυτή έχει για τους πολίτες και την οικονομία, καθώς και του λεγόμενου «κόστους της μη Ευρώπης» (2), δηλαδή του κόστους που προκύπτει από τη μη ανάληψη κοινής δράσης σε επίπεδο ΕΕ σε έναν συγκεκριμένο τομέα·

    25.

    σε αυτό το πλαίσιο, καλεί εκ νέου την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να θεσπίσει πανενωσιακό τυποποιημένο ορισμό του κανονιστικού υπερθεματισμού για λόγους ασφάλειας δικαίου κατά την υλοποίηση και εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ και περιορισμού της υπερβολικής γραφειοκρατίας (3)·

    Ειδικές συστάσεις

    26.

    καλεί επίμονα την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν την ανάπτυξη ψηφιακών μέσων και εργαλείων ΤΠΕ — μεταξύ άλλων στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης της ΕΕ για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, ώστε να διαμορφωθεί ένα κοινό μορφότυπο και διαδικασία για τη συλλογή των δεδομένων που απαιτούνται για την κάλυψη των αναγκών παρακολούθησης και ελέγχου, με στόχο να μειωθούν οι κανονιστικές επιβαρύνσεις που συνεπάγεται η τροφοδότηση δεδομένων τόσο στις εθνικές όσο και στις ευρωπαϊκές βάσεις δεδομένων που δημιουργήθηκαν·

    27.

    τονίζει τη σημασία της διεξαγωγής «ελέγχων καταλληλότητας», με τη βοήθεια των οποίων μπορούν να εντοπιστούν οι επικαλύψεις και οι ανακολουθίες που ενδεχομένως προκύψουν, με την πάροδο του χρόνου, από μια σειρά στόχων και νέων πρωτοβουλιών πολιτικής, στο πλαίσιο, κυρίως, της τήρησης των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων και συμμόρφωσης·

    28.

    υπογραμμίζει την ανάγκη καλύτερης κατανόησης του φάσματος των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων που έχουν εισαχθεί για τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία της ΕΕ· προτείνει οι υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων των τοπικών και των περιφερειακών αρχών να αναγράφονται σε κατάλογο και να τυποποιούνται όσο το δυνατόν περισσότερο, οι δε μεθοδολογίες που χρησιμοποιούνται κατά την κατάρτιση των εκθέσεων να αποσκοπούν στη μείωση του διοικητικού φόρτου, όχι μόνο των τοπικών και των περιφερειακών αρχών, αλλά και των πολιτών και των ΜΜΕ·

    Επικοινωνία, διαβούλευση και γλώσσα

    29.

    αναγνωρίζει ότι η γλώσσα (και ο τρόπος με τον οποίο αυτή χρησιμοποιείται) μπορεί είτε να αποτελέσει φραγμό είτε να λειτουργήσει ως πρόσκληση συμμετοχής· μια γλώσσα εύκολα προσιτή και κατανοητή αποτελεί βασικό συστατικό στοιχείο μιας νομοθετικής και κανονιστικής αλλαγής·

    30.

    πιστεύει ότι, για να μην υπάρχουν διακρίσεις, πρέπει η διατύπωση, οι διαρθρώσεις και οι ρυθμίσεις να είναι απλές και σαφείς, ούτως ώστε η ΕΕ, ο σκοπός της, τα προγράμματά της, οι πολιτικές, η νομοθεσία και η πρακτική βοήθεια να είναι προσιτά σε όλους·

    31.

    καλεί συνεπώς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να απλοποιήσει και να καταστήσει ευρέως κατανοητή τη γλώσσα που χρησιμοποιεί και συνιστά η χρήση τεχνικής ορολογίας να διατηρηθεί στο ελάχιστο που χρειάζεται για να πληρούνται οι νομικές απαιτήσεις·

    32.

    φρονεί ότι απαιτούνται: μια πιο «φιλική προς τον χρήστη» και ενιαία ερμηνεία των κανόνων και ρυθμίσεων της ΕΕ (συμπεριλαμβανομένων, π.χ., των αναλογικών απαιτήσεων ελέγχου)· μεγαλύτερη χρήση σταθερών επιτοκίων· απλοποιημένες εφαρμογές, απαιτήσεις και εκθέσεις· και μεγαλύτερη σαφήνεια στην ερμηνεία των κανονισμών (για παράδειγμα όσον αφορά τη νομοθεσία για τις κρατικές ενισχύσεις και τις δημόσιες συμβάσεις)·

    33.

    αντιλαμβάνεται ότι η ΕΕ πρέπει να δώσει τη δέουσα προσοχή σε μια ενεργό στρατηγική στον τομέα των επικοινωνιών, η οποία να έχει σχεδιαστεί με σκοπό την ενθάρρυνση της συμμετοχής των εταίρων, την υποστήριξη των δραστηριοτήτων και την προσέλκυση επενδύσεων·

    34.

    επισημαίνει τον καθοριστικό και ενημερωτικό ρόλο που διαδραματίζουν τόσο οι τοπικές όσο και οι περιφερειακές αρχές στο να έρθουν κοντά στους πολίτες της ΕΕ οι πολιτικές και τα προγράμματά της·

    35.

    τονίζει τον ρόλο των κέντρων πληροφόρησης Europe Direct (EDIC) για την ενημέρωση των πολιτών σχετικά με τη νομοθεσία και τα προγράμματα της ΕΕ προσαρμόζοντας το περιεχόμενο και τη γλώσσα στα μέτρα των πολιτών·

    36.

    παρατηρεί ότι τα κέντρα γνώσης, όπως το Europa Decentraal στις Κάτω Χώρες, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διευκόλυνση της ορθής εφαρμογής και ερμηνείας της νομοθεσίας της ΕΕ. Οι εμπειρογνώμονές τους επιτελούν καθοριστικό ρόλο στην παροχή δωρεάν ενημέρωσης και συμβουλών στις τοπικές και περιφερειακές αρχές και τις οργανώσεις τους. Από την άλλη πλευρά, η υψηλή ζήτηση για τις υπηρεσίες των κέντρων γνώσης αποδεικνύει την ανάγκη απλοποίησης της νομοθεσίας της ΕΕ·

    37.

    εκτιμά το γεγονός ότι οι τρέχουσες πρακτικές καλούν τους πολίτες να συμμετάσχουν σε διαβουλεύσεις. Εντούτοις, οι συμβολές μεμονωμένων πολιτών είναι σπάνιες, δεδομένου ότι οι περισσότερες διαβουλεύσεις είναι περιορισμένες λόγω της γλώσσας και της χρήσης τεχνικών όρων και συμφραζομένων, με αποτέλεσμα να αποθαρρύνεται η συμμετοχή και να μη γίνονται γνωστές παρά μόνο σε πολύ λίγους πολίτες που διαθέτουν τις δεξιότητες και τη γλώσσα που τους επιτρέπουν να συμμετέχουν. Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς, και κυρίως η κοινωνία των πολιτών, έχουν ισότιμη πρόσβαση στα κείμενα των διαβουλεύσεων, τα οποία θα πρέπει είναι μεταφρασμένα σε όλες τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ και να συντάσσονται με όσο τον δυνατό απλό, σαφή και κατανοητό τρόπο, ούτως ώστε να επιτυγχάνεται η μέγιστη δυνατή ενημέρωση σχετικά με τις προωθούμενες ρυθμίσεις·

    38.

    υποστηρίζει ότι οι διαβουλεύσεις με επίκεντρο τον πολίτη θα πρέπει να συμπληρώνουν και όχι να αντικαθιστούν τον διαρθρωμένο δημόσιο διάλογο, ούτε να υποβιβάζουν τον ρόλο των σχετικών θεσμικών οργάνων που αναγνωρίζονται στη Συνθήκη της Λισαβόνας·

    39.

    επαναλαμβάνει ότι είναι σημαντικό να προβλεφθεί, κατά το στάδιο της νομοθετικής πρωτοβουλίας, μια διαβούλευση αφιερωμένη στις περιφερειακές και τις τοπικές νομοθετικές συνελεύσεις, διαμέσου της ΕτΠ, δεδομένου ότι οι συνελεύσεις αυτές, οι οποίες εκπροσωπούν τις εδαφικές περιοχές, παρέχουν μια συνοπτική δημοκρατική απεικόνιση των πραγματικών αναγκών των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων και όσων δεν μπορούν ατομικά να κάνουν τη φωνή τους να ακουστεί·

    40.

    στο πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαίο να αποδίδεται προτεραιότητα στις περιφερειακές και στις τοπικές αρχές έναντι των ιδιωτικών εταιρειών, τόσο λόγω του ρόλου τους που αναγνωρίζεται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας όσο και επειδή αποτελούν απτή έκφραση της δημοκρατίας και της πολιτικής εκπροσώπησης·

    Προγράμματα και χρηματοδότηση: τεχνική βοήθεια, παροχή συμβουλών και υποβολή εκθέσεων

    41.

    ζητεί από την Επιτροπή να δημιουργήσει μια υπηρεσία ενιαίας εξυπηρέτησης για την παροχή συμβουλών ως προς τις κανονιστικές ρυθμίσεις, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι αιτούντες χρηματοδοτικά κονδύλια της ΕΕ λαμβάνουν εγκαίρως κατάλληλες, μη διφορούμενες και σαφείς συμβουλές·

    42.

    συνιστά να ζητούνται οι απόψεις των επαγγελματιών κατά τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού, ώστε οι βελτιώσεις στο νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο να βασίζονται σε πρακτική εμπειρία·

    43.

    προτείνει τη θέσπιση ειδικού μηχανισμού για τη χρήση της χρηματοδότησης για τεχνική βοήθεια, προκειμένου να συσταθούν νομικές ομάδες σχετικά με τα προγράμματα, στις οποίες θα μπορούν να έχουν ελεύθερη πρόσβαση όλοι οι αιτούντες και οι οποίες θα μπορούν να παρέχουν έγκυρες και συνεπείς συμβουλές βασισμένες αφενός στην εγκριθείσα ομοιόμορφη ερμηνεία των νομικών διατάξεων, όπως προτείνεται από την Επιτροπή, και αφετέρου στα όσα εφαρμόζονται ήδη όσον αφορά τους κανονισμούς που διέπουν τις χρηματοδοτήσεις με πόρους της ΕΕ, προκειμένου να αρθεί μεγάλο μέρος της αβεβαιότητας και των ευθυνών που σήμερα βαρύνουν τον τελικό δικαιούχο·

    44.

    προτείνει οι διευθετήσεις όσον αφορά τη διαχείριση να δημιουργούν σαφή διαχωρισμό μεταξύ της διαχείρισης ενός προγράμματος και της υλοποίησης του έργου/προγράμματος, προκειμένου να αποφεύγονται τυχόν περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων και μεροληψίας όσον αφορά την αξιολόγηση των έργων·

    45.

    συνιστά να αυξηθούν στον ανώτατο βαθμό τα χρηματοδοτικά αποθέματα —στο πλαίσιο του ισχύοντος ανώτατου δημοσιονομικού ορίου—, ώστε η υλοποίηση να μπορεί να βασίζεται σε μια προσέγγιση ανά πρόγραμμα που θα επιτρέπει τον συνδυασμό περισσότερων του ενός προγραμμάτων και τη μέτρηση της επιτυχίας με βάση αποτελέσματα ανά επικεφαλίδα και όχι αποτελέσματα ανά μεμονωμένο έργο, π.χ. στον τομέα της ενέργειας, μεταξύ πολλών άλλων·

    46.

    προτείνει να διερευνηθούν οι ευκαιρίες ανάπτυξης και βελτίωσης των προτύπων χρηματοοικονομικής τεχνικής —συμπεριλαμβανομένων των ειδικευμένων ταμείων επιχειρηματικού κεφαλαίου—, για τους καθοριστικής σημασίας τομείς, οι χρηματοδοτήσεις μέσω επιχορηγήσεων να ευθυγραμμίζονται αποτελεσματικότερα με την κοινή ευρωπαϊκή υποστήριξη για βιώσιμες επενδύσεις σε αστικές περιοχές (JESSICA) για την τόνωση της αγοράς των επενδύσεων σε ακίνητα, και να εξεταστεί το ενδεχόμενο θέσπισης ενός καθεστώτος μικροπιστώσεων που να βασίζεται στην κοινή δράση για τη στήριξη των ιδρυμάτων μικροχρηματοδότησης (JASMINE), με σκοπό τη στήριξη των νεοσύστατων και των μικρών επιχειρήσεων·

    47.

    υποδεικνύει να ενισχυθούν οι ευκαιρίες συνδυασμού των χρηματοδοτήσεων, ιδιαίτερα δε από τον ιδιωτικό τομέα, για να διασφαλίζεται ότι υπάρχουν χρηματοδοτικοί πόροι διαθέσιμοι στις τοπικές και τις περιφερειακές αρχές για την αντιμετώπιση των τοπικών αναγκών·

    48.

    ζητεί από την Επιτροπή να προτείνει έναν μηχανισμό ώστε οι πιστώσεις που δεν χρησιμοποιούνται και αποδεσμεύονται να επιστρέφονται στον προϋπολογισμό της ΕΕ ως κονδύλιο προοριζόμενο ειδικά για το συγκεκριμένο κράτος μέλος, προκειμένου να εξασφαλιστούν η κατανομή και η χρήση των πιστώσεων αυτών στο πλαίσιο των τομεακών πολιτικών, στο εν λόγω κράτος μέλος, για τις οποίες είχαν εγκριθεί·

    49.

    επί του παρόντος, η αδυναμία χρήσης της διαθέσιμης χρηματοδότησης οφείλεται κυρίως στο ακατάλληλο, περίπλοκο και υπερβολικά ρυθμισμένο σύστημα εφαρμογής, καθώς και στον ανεπαρκή καθορισμό προτεραιοτήτων. Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να υπάρχει άρτια επικοινωνία, όχι μόνο με τα εθνικά όργανα, αλλά και με τις τοπικές και τις περιφερειακές αρχές για τον επαναπροσδιορισμό και τη διασάφηση των προτεραιοτήτων, έτσι ώστε να μην περιέρχονται οι δικαιούχοι σε μειονεκτική θέση·

    50.

    επομένως είναι πολύ σημαντικό να ληφθεί μέριμνα έτσι ώστε τα πολυετή χρηματοδοτικά προγράμματα, πρωτίστως, να χαρακτηρίζονται από ασφάλεια προγραμματισμού και αξιοπιστία, προκειμένου να υλοποιήσουν τους στόχους τους. Συνεπώς, η αύξηση της ευελιξίας στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα η χρηματοδότηση ανακατανομών ή νέων πολιτικών πρωτοβουλιών να γίνεται σε βάρος των ήδη εγκεκριμένων προγραμμάτων·

    51.

    προτείνει να ανατεθούν σαφείς ρόλοι στους εταίρους όσον αφορά την παρακολούθηση των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ εντός του δήμου ή της περιφέρειας και την υποβολή εκθέσεων ως προς αυτά, στο πλαίσιο κυρίως της επανεξέτασης των δαπανών και των αποτελεσμάτων, καθώς και του σχεδιασμού διορθωτικών μέτρων. Καλεί δε την Επιτροπή να παράσχει —και οικονομική— συνδρομή στις περιφερειακές και τοπικές αρχές, όποτε η απλούστευση, νομοθετική ή μη, συνεπάγεται την αύξηση του κόστους, για το Δημόσιο, της παροχής των υπηρεσιών τους·

    Πολιτική συνοχής

    52.

    ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει περαιτέρω μέτρα για την απλοποίηση της πολιτικής για τη συνοχή, λαμβάνοντας υπόψη τις προτάσεις των τοπικών και των περιφερειακών αρχών, όπως αυτές διατυπώθηκαν στη γνωμοδότησή της με θέμα «Απλοποίηση των ΕΔΕΤ από τη σκοπιά των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών» (εισηγητής ο κ. Petr Osvald (CZ/PES) (4)·

    53.

    υπενθυμίζει ότι τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία (ΕΔΕΤ) αποτελούν τα κύρια εργαλεία της ΕΕ για την προώθηση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής σε όλα τα κράτη μέλη και ότι η απλοποίησή τους είναι θεμελιώδους σημασίας για την επίτευξη των στόχων πολιτικής· θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο πραγματοποίησης άμεσων βελτιώσεων κατά την τρέχουσα περίοδο προγραμματισμού, καθώς και μακροπρόθεσμης απλοποίησης, που ενδεχομένως θα οδηγήσουν σε ουσιαστική αναθεώρηση του υπάρχοντος μηχανισμού υλοποίησης της πολιτικής καθώς και της νομοθεσίας·

    54.

    εφιστά, ιδίως, την προσοχή στην ανάγκη απλοποίησης —συμπεριλαμβανομένων των νομοθετικών και μη νομοθετικών τροποποιήσεων— στους τομείς που έχουν σχέση με τον λογιστικό έλεγχο, τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων και τη σχετική καθοδήγηση, τις κρατικές ενισχύσεις, τις δημόσιες συμβάσεις και τον κανονιστικό υπερθεματισμό·

    55.

    επισημαίνει ότι οι προσπάθειες απλούστευσης απαιτούν στοχοθετημένη συνεργασία μεταξύ όλων των σχετικών υπηρεσιών της Επιτροπής, συγκεκριμένα των ΓΔ REGIO, ΓΔ EMPL, ΓΔ COMP και ΓΔ GROW·

    56.

    καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξασφαλίσει την παροχή περισσότερων πληροφοριών και μεγαλύτερης υποστήριξης για την επιμόρφωση των τοπικών και περιφερειακών αρχών σχετικά με τις συνεργίες μεταξύ των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων (ΕΔΕΤ) και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΤΣΕ)·

    Έρευνα και καινοτομία

    57.

    ζητεί να απλοποιηθούν οι διαδικασίες υποβολής αιτήσεων και υποβολής εκθέσεων για τα ταμεία έρευνας και καινοτομίας, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης της εφαρμογής του τυποποιημένου κόστους, ειδικά δε οι διαδικασίες λογιστικού ελέγχου·

    Κοινή γεωργική πολιτική και αγροτική ανάπτυξη

    58.

    υπογραμμίζει τις συστάσεις που περιλαμβάνει η γνωμοδότησή της με θέμα «Απλοποίηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ)», που υιοθετήθηκε τον Οκτώβριο του 2015 (5)·

    59.

    επαναλαμβάνει την ανάγκη να ενισχυθεί η αρχή της εμπιστοσύνης προς τους τελικούς αποδέκτες χαλαρώνοντας το βάρος αποδείξεως των δαπανών κατά τη διάρκεια της φάσης της υποβολής εκθέσεων και παρεμβαίνοντας στην τελική φάση του ελέγχου με έμφαση στα αποτελέσματα των χρηματοδοτούμενων έργων·

    60.

    εκφράζει την ανησυχία της για το γεγονός ότι, παρά τον ρητό στόχο της νέας ΚΓΠ να περιοριστεί η νομοθεσία που υιοθετείται στο επίπεδο της ΕΕ, η κανονιστική παραγωγή της Επιτροπής μέσω κατ’ εξουσιοδότηση νομοθεσίας έχει αυξηθεί·

    61.

    επαναδιατυπώνει την έκκλησή της να αυξηθούν η συνοχή και η συμπληρωματικότητα μεταξύ της ΚΓΠ και άλλων πολιτικών της ΕΕ, όπως η περιβαλλοντική πολιτική (και τα ταμεία) — μεγαλύτερη συνοχή χρειάζεται, ιδίως, μεταξύ του ταμείου αγροτικής ανάπτυξης και των υπόλοιπων ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων (ΕΔΕΤ), τα οποία, από κοινού, συνιστούν το κοινό στρατηγικό πλαίσιο που βασίζεται στους στόχους πολιτικής της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·

    62.

    θεωρεί ότι η ΚΓΠ πρέπει να συνάδει προς τον στόχο της εδαφικής συνοχής που περιλαμβάνει η Συνθήκη της Λισαβόνας και θα πρέπει να αποφευχθεί ενδεχόμενη αύξηση των εδαφικών ανισοτήτων λόγω των μέτρων της ΕΕ ή η διακύβευση των δημόσιων υπηρεσιών, για παράδειγμα, στις αγροτικές περιοχές·

    Απλούστευση για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ)

    63.

    θεωρεί ιδιαίτερα σημαντικό να λαμβάνονται πλήρως υπόψη οι πραγματικές ανάγκες των φορέων του περιφερειακού και του τοπικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος στην τρέχουσα διαδικασία εργασιών για τη βελτίωση του κανονιστικού πλαισίου των ΜΜΕ·

    64.

    υπογραμμίζει ότι η πλατφόρμα REFIT πρέπει επίσης να δώσει τη δέουσα προσοχή στον κανονιστικό φόρτο που βαρύνει τις δημόσιες αρχές. Είναι σημαντικό να αποφευχθεί η μετάθεση του κανονιστικού φόρτου από τις επιχειρήσεις προς τις δημόσιες διοικήσεις και αντιστρόφως·

    65.

    επισημαίνει ότι, μετά από διαβούλευση με τους νικητές του βραβείου για την «Ευρωπαϊκή επιχειρηματική περιφέρεια», στους τομείς προτεραιότητας που πρέπει να απλοποιηθούν ή στους τομείς όπου ο βαθμός απλοποίησης που υιοθετήθηκε μέσω υφιστάμενων κανονιστικών ρυθμίσεων δεν είναι ακόμη επαρκής, περιλαμβάνονται η συμμετοχή ΜΜΕ σε σχέδια χρηματοδοτούμενα από το ΕΤΠΑ, η πρόσβαση των ΜΜΕ στις δημόσιες συμβάσεις, τα δικαιώματα των καταναλωτών και ο κανονισμός REACH· επίσης, ένα άλλο ζήτημα το οποίο έχει προσδιοριστεί ως τομέας προτεραιότητας στον οποίο πρέπει να αναληφθεί περαιτέρω δράση είναι οι απαιτήσεις υποβολής στοιχείων σχετικά με τις στατιστικές εξωτερικού εμπορίου (σύστημα Intrastat)·

    66.

    θεωρεί ότι πρέπει να αναληφθεί δράση στον τομέα της απλούστευσης των διοικητικών διαδικασιών για τις ΜΜΕ, ιδιαίτερα όσον αφορά τον ΦΠΑ·

    67.

    ζητεί να ληφθούν μέτρα για την απλοποίηση της πρόσβασης των ΜΜΕ στις δημόσιες συμβάσεις· εκφράζει τον φόβο ότι ο βαθμός απλοποίησης που θα υιοθετηθεί με τις νέες οδηγίες και το Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Προμήθειας ενδέχεται να μην είναι ακόμη επαρκής, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις θα είναι φιλικοί προς τις ΜΜΕ·

    68.

    σημειώνει ότι τα αναφερθέντα μέτρα απλοποίησης δεν πρέπει να υπονομεύουν την αυτονομία που έχουν οι τοπικές και οι περιφερειακές αρχές να υιοθετούν αυστηρότερες προδιαγραφές, ανάλογα με τις ειδικές συνθήκες και τις ανάγκες των πολιτών τους, ιδίως σε τομείς όπως η ισότητα ή η κοινωνική, βιομηχανική ή περιβαλλοντική πολιτική·

    69.

    σημειώνει ότι το ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις που εφαρμόζεται στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος (ΥΓΟΣ) έχει καταστεί υπερβολικά λεπτομερές και πολύπλοκο, λόγω του πλήθους των νομοθετικών πράξεων του παράγωγου δικαίου και των κειμένων του μη δεσμευτικού δικαίου («soft law») σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις. Η περαιτέρω απλοποίηση θα ενισχύσει την ασφάλεια δικαίου, θα επιταχύνει την υλοποίηση επενδυτικών έργων, θα εξασφαλίσει την έγκαιρη παροχή ΥΓΟΣ και θα ενισχύσει την ανάπτυξη και την απασχόληση·

    70.

    τονίζει την ανάγκη ευαισθητοποίησης μεταξύ των καινοτόμων μικρών επιχειρήσεων σχετικά με τις νέες διαδικασίες δημόσιων συμβάσεων, τα οφέλη και τους περιορισμούς τους, καθώς και τη διαθέσιμη υποστήριξη. Οι κανόνες της ΕΕ για τις δημόσιες συμβάσεις πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο αξιολόγησης αντικτύπου σε τρία χρόνια, προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσον οδήγησαν στη διευκόλυνση της πρόσβασης των ΜΜΕ στους διαγωνισμούς, στη μείωση των γραφειοκρατικών φραγμών και στην ανάπτυξη μακροπρόθεσμων εταιρικών σχέσεων για αγαθά και υπηρεσίες που δεν διατίθενται επί του παρόντος στην αγορά·

    71.

    επαναλαμβάνει την έκκλησή της για αύξηση των κατώτατων ορίων στους κανόνες για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (ενισχύσεις «de minimis») που αφορούν ενισχύσεις στο πλαίσιο των ΥΓΟΣ, καθώς και για την αύξηση του κατώτατου ορίου για την απαλλαγή από την υποχρέωση κοινοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ των κρατικών ενισχύσεων υπό τη μορφή αντιστάθμισης που χορηγούνται σε επιχειρήσεις οι οποίες είναι επιφορτισμένες με την παροχή ΥΓΟΣ, καθώς αυτά τα μέτρα θα οδηγήσουν στην περαιτέρω απλοποίηση για τις τοπικές και περιφερειακές αρχές, καθώς και για τους δικαιούχους αντιστάθμισης·

    Περιβαλλοντική νομοθεσία

    72.

    εφιστά την προσοχή στη γνωμοδότησή της με τίτλο «Περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ: βελτίωση της υποβολής εκθέσεων και της συμμόρφωσης», που υιοθετήθηκε τον Απρίλιο του 2016 (6), και ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ακολουθήσουν τις συστάσεις που περιλαμβάνει, στο πλαίσιο του «ελέγχου καταλληλότητας» των υποχρεώσεων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων στον τομέα της περιβαλλοντικής πολιτικής·

    73.

    εφιστά ακόμη περισσότερο την προσοχή στις ειδικές συστάσεις που διατυπώνονται στη γνωμοδότηση σχετικά με τις υπερβολικά επαχθείς απαιτήσεις ελέγχου και υποβολής εκθέσεων, και ζητεί ειδικότερα την αυτοματοποίηση των εργαλείων υποβολής εκθέσεων και την αναζήτηση συνεργιών μεταξύ των διαφόρων υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων βάσει διαφορετικών οδηγιών· διατυπώνει εκ νέου τη σύστασή της να καταρτιστούν «πίνακες αποτελεσμάτων» για τις πρόσθετες οδηγίες στον τομέα της περιβαλλοντικής νομοθεσίας·

    74.

    υποστηρίζει την επιλογή της έκδοσης οριζόντιας οδηγίας της ΕΕ, με την οποία θα θεσπίζονται διατάξεις εξασφάλισης της συμμόρφωσης για ολόκληρο το περιβαλλοντικό κεκτημένο της ΕΕ, σύμφωνα με τις αρχές που περιλαμβάνονται στην προαναφερθείσα γνωμοδότηση της ΕτΠ·

    75.

    επισημαίνει ότι το 2013 η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε εκτεταμένη σειρά 63 δεσμευτικών και 68 μη δεσμευτικών στόχων, εκ των οποίων οι περισσότεροι πρέπει να επιτευχθούν έως το 2015 και το 2020. Ο αντίκτυπος αυτών των στόχων στην υποεθνική διοίκηση καθώς και στις επιχειρήσεις πρέπει να μετρηθεί και να ληφθεί υπόψη κατά την πρόταση και την τροποποίηση στόχων. Αντιπαραγωγικοί ισχύοντες στόχοι πρέπει να καταργηθούν, προκειμένου οι τοπικές αρχές να διαθέτουν ικανή αυτονομία ώστε να προσαρμόσουν τα μέτρα στις τοπικές οικονομικές και περιβαλλοντικές συνθήκες·

    76.

    επαναλαμβάνει ότι είναι απαραίτητες η κατάλληλη κατανομή των αρμοδιοτήτων και πόρων καθώς και οι σαφείς ροές πληροφοριών μεταξύ των δήμων, των περιφερειών και του εθνικού επιπέδου για τις απαιτήσεις παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων των κρατών μελών στον τομέα του περιβάλλοντος, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι εκθέσεις και οι δείκτες που σχετίζονται με την κατάσταση του περιβάλλοντος θα χαρακτηρίζονται από συνεκτικότητα, αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία.

    Βρυξέλλες, 7 Δεκεμβρίου 2016.

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Περιφερειών

    Markku MARKKULA


    (1)  P8_TA (2016)0104.

    (2)  Μελέτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τίτλο «Χαρτογράφηση του κόστους της μη Ευρώπης 2014-19».

    (3)  Γνωμοδότηση με θέμα «Καταλληλότητα του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ (REFIT)» (2013).

    (4)  CDR 8/2016.

    (5)  CDR 2798/2015.

    (6)  CDR 5660/2015.


    Top