Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52016AE3054

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τη διάθεση προϊόντων λίπανσης με σήμανση CE στην αγορά και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 και (ΕΚ) αριθ. 1107/2009» [COM(2016) 0157 final — 2016/0084 (COD)]

    ΕΕ C 389 της 21.10.2016, p. 80–85 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    21.10.2016   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 389/80


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τη διάθεση προϊόντων λίπανσης με σήμανση CE στην αγορά και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 και (ΕΚ) αριθ. 1107/2009»

    [COM(2016) 0157 final — 2016/0084 (COD)]

    (2016/C 389/11)

    Εισηγητής:

    ο κ. Cillian LOHAN

    Στις 8 Απριλίου 2016, το Συμβούλιο, και στις 11 Απριλίου 2016, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 114 παράγραφος 3, και το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποφάσισαν να ζητήσουν τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα

    «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τη διάθεση προϊόντων λίπανσης με σήμανση CE στην αγορά και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 και (ΕΚ) αριθ. 1107/2009»

    [COM(2016) 0157 final — 2016/0084 (COD)].

    Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη και περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 30 Ιουνίου 2016.

    Κατά την 518η σύνοδο ολομέλειάς της (συνεδρίαση της 14ης Ιουλίου 2016), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε ομόφωνα με 184 ψήφους την ακόλουθη γνωμοδότηση.

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1.

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρόταση της Επιτροπής, η οποία αποσκοπεί να βελτιώσει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των λιπασμάτων σύμφωνα με το σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η προσέγγιση αυτή, εφόσον επεκταθεί ευρέως και σε άλλους τομείς, μπορεί να συμβάλει γενικότερα στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα, καθώς και στην οικονομική ανάπτυξη, στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην προστασία του περιβάλλοντος.

    1.2.

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση για επέκταση του πεδίου εφαρμογής του ισχύοντος κανονισμού, η οποία δημιουργεί ένα εναρμονισμένο πλαίσιο ισότιμων όρων ανταγωνισμού για τα λιπάσματα που παράγονται από οργανικές ύλες και από απόβλητα και παραγόμενα από απόβλητα ως λιπασμάτων και αίρει τα όρια για την καινοτομία. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ συνιστά να διατηρηθούν και να εφαρμοστούν όλες οι βασικές αρχές της περιβαλλοντικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της προφύλαξης.

    1.3.

    Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τη δημιουργία αποτελεσματικού συστήματος ελέγχου, επισήμανσης και ιχνηλασιμότητας για τη διασφάλιση της ποιότητας και της ασφάλειας των προϊόντων, στην οποία θα συμμετέχουν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η ΕΟΚΕ προτείνει να εφαρμοστεί το σύστημα επισήμανσης που χρησιμοποιείται ήδη για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, ώστε να παρέχονται σαφείς πληροφορίες σχετικά με τη χρήση των λιπασμάτων και τη διατήρησή τους. Επιπλέον, η ΕΟΚΕ συνιστά τη θέσπιση μιας επίσημης μεθόδου ανάλυσης, ούτως ώστε να επαληθεύονται τα προσόντα κάθε συστήματος επισήμανσης και να διασφαλίζεται η επαρκής ανθεκτικότητα στην ακεραιότητα οποιασδήποτε επισήμανσης εφαρμόζεται.

    1.4.

    Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι η γονιμότητα και η προστασία του εδάφους αποτελούν βασική πτυχή της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σημειώνει, εντούτοις, ότι ο στόχος αυτός θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί χωρίς τη θέσπιση μιας οδηγίας-πλαισίου για το έδαφος. Εκτός αυτού, υπογραμμίζει την ανάγκη να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που παρουσιάζουν τα εδάφη των κρατών μελών, γεγονός το οποίο θα συνεπαγόταν την υιοθέτηση στοχοθετημένων προτύπων.

    1.5.

    Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόταση να καθοριστούν όρια για τη μείωση του ποσοστού καδμίου και άλλων βαρέων μετάλλων στα λιπάσματα. Η ΕΟΚΕ, έχοντας επίγνωση του γεγονότος ότι η απόφαση αυτή θα επιφέρει αύξηση του κόστους παραγωγής των λιπασμάτων που περιέχουν φώσφορο, το οποίο εξορύσσεται από φωσφορικά βραχώδη πετρώματα, επιθυμεί να υπογραμμίσει ότι το ζήτημα αυτό αποτελεί σημαντική ευκαιρία τα βιολογικά οργανικά λιπάσματα να αποκτήσουν σημαντικό μερίδιο στην αγορά. Αυτό, με τη σειρά του, θα δημιουργήσει νέες ευκαιρίες και θα συμβάλει στην τόνωση της καινοτομίας, της ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας.

    1.6.

    Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι οι παραγωγοί μπορούν να επιλέξουν τη συμμόρφωση είτε με την ευρωπαϊκή είτε με την εθνική νομοθεσία στον τομέα της επισήμανσης, ωστόσο, λόγω του δυνητικού αντίκτυπου των διιστάμενων κανόνων και προτύπων στη στρέβλωση και στον κατακερματισμό της αγοράς, προτίθεται να αναδείξει τη σημασία της υιοθέτησης μιας προσέγγισης, η οποία να αποφεύγει τον αθέμιτο ανταγωνισμό και τη μη συμμόρφωση με τα υψηλότερα πρότυπα ασφάλειας, ποιότητας και ιχνηλασιμότητας.

    1.7.

    Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι ορισμένοι ορισμοί και πρότυπα σχετικά με τα λιπάσματα που προέρχονται από δευτερογενείς πρώτες ύλες δεν είναι σαφείς. Συγκεκριμένα, ο ορισμός των «δευτερογενών πρώτων υλών» είναι ζωτικής σημασίας, δεδομένου ότι υποβάλλονται οδηγίες και κανονισμοί σχετικά με τις αρχές της κυκλικής οικονομίας. Για να βελτιωθεί η εφαρμογή του νέου κανονισμού, η ΕΟΚΕ συνιστά την πληρέστερη ενσωμάτωση και εναρμόνιση με την ισχύουσα οδηγία σχετικά με τα απόβλητα.

    1.8.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η μετάβαση σε μια κυκλική οικονομία αποτελεί καίριας σημασίας πρόκληση για την Ευρώπη και για τις μελλοντικές γενεές. Προκειμένου να ακολουθηθεί αυτή η οδός, συνιστά να δοθούν κίνητρα για την ενθάρρυνση των επιχειρήσεων που ενδιαφέρονται να μετατρέψουν την παραγωγή τους, και επίσης να αναληφθούν πρωτοβουλίες που θα έχουν ως στόχο την υποστήριξη των μεταβολών στον τομέα της ενημέρωσης, της ευαισθητοποίησης, της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης.

    1.9.

    Οι στρατηγικές των κρατών μελών στους τομείς της επεξεργασίας, των υποδομών και της διαχείρισης των λυμάτων θα πρέπει να αναγνωρίζουν την αξία των λυμάτων και της λυματολάσπης ως πηγών πρώτων υλών για τη βιομηχανία βιολογικών λιπασμάτων.

    1.10.

    Η συλλογή και η παραγωγή σε περιφερειακή κλίμακα με τη στήριξη των δικτύων διανομής στα κράτη μέλη θα πρέπει να αποτελέσουν αναπόσπαστο τμήμα της δομής της αγοράς οργανικών λιπασμάτων.

    2.   Εισαγωγή

    2.1.

    Η πρόταση της Επιτροπής αναπτύχθηκε για να προσφέρει συγκεκριμένες λύσεις στα προβλήματα που προέκυψαν από την εκ των υστέρων αξιολόγηση (1) του ισχύοντος κανονισμού για τα λιπάσματα (2), στο ευρύτερο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την κυκλική οικονομία (3).

    2.2.

    Ειδικότερα, η παρούσα πρόταση έχει ως στόχο να εξετάσει δύο προφανή προβλήματα που επηρεάζουν την εσωτερική αγορά στον τομέα των λιπασμάτων:

    ο ανταγωνισμός μεταξύ των λιπασμάτων που παράγονται από εγχώριες οργανικές ή δευτερογενείς πρώτες ύλες σύμφωνα με το μοντέλο της κυκλικής οικονομίας και των λιπασμάτων που παράγονται σύμφωνα με ένα μοντέλο γραμμικής οικονομίας ευνοούν τα δεύτερα (4). Αυτή η στρέβλωση του ανταγωνισμού (5) εμποδίζει τις επενδύσεις σε πιο βιώσιμα προϊόντα και παρεμποδίζει τη μετάβαση στην κυκλική οικονομία (6),

    ο υφιστάμενος κανονισμός δεν απαντά σε συγκεκριμένα προβλήματα ούτε εστιάζεται στα όρια που συνδέονται με τον αντίκτυπο των λιπασμάτων ΕΚ στο έδαφος, στα εσωτερικά και στα θαλάσσια ύδατα, καθώς και στα τρόφιμα. Καθώς δεν υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές σε επίπεδο ΕΕ, τα κράτη μέλη έχουν επιβάλει μονομερώς οριακές τιμές, ειδικά για την περιεκτικότητα καδμίου στα ανόργανα φωσφορικά λιπάσματα, με αποτέλεσμα να επιδεινώνεται ο κατακερματισμός της αγοράς.

    2.3.

    Τα βασικά σημεία της πρότασης της Επιτροπής είναι τα εξής:

    αποσκοπεί να καταστήσει τη σήμανση «λιπάσματα ΕΚ» (7) περισσότερο προσβάσιμη και να δημιουργήσει εναρμονισμένους, ισότιμους όρους ανταγωνισμού για τα πλέον καινοτόμα και αειφόρα λιπάσματα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που παράγονται από οργανικά υλικά (όπως επίσης και από βιολογικά απόβλητα και ζωικά υποπροϊόντα) ή από δευτερογενείς πρώτες ύλες. Τα προϊόντα που αποσκοπούν στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των διεργασιών θρέψης των φυτών, όπως, για παράδειγμα, τα γεωπονικά πρόσθετα και οι βιοδιεγέρτες φυτών (8), θα συμπεριληφθούν επίσης στα προϊόντα λίπανσης που θα φέρουν τη σήμανση CE,

    θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά είναι ασφαλή και υψηλής ποιότητας, μέσω ενός κατάλληλου συστήματος ελέγχων, επισήμανσης και ιχνηλασιμότητας, στο οποίο θα συμμετέχουν οι κατασκευαστές, οι εισαγωγείς, οι διανομείς και οι οικονομικοί φορείς (9), και επίσης να εκσυγχρονιστεί η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και της εποπτείας της αγοράς σύμφωνα με το «νέο νομοθετικό πλαίσιο» (ΝΝΠ) που έχει θεσπιστεί για τη νομοθεσία για τα προϊόντα. Η δυνατότητα που έχουν επί του παρόντος οι κατασκευαστές να επιλέγουν εάν θα συμμορφωθούν με τις νέες εναρμονισμένες απαιτήσεις ή με τους εθνικούς κανόνες (10) θα διατηρηθεί,

    κρίνεται αναγκαίο να καθοριστούν όρια για τα βαρέα μέταλλα (ειδικότερα για το κάδμιο (11)) και για τις προσμίξεις στα προϊόντα λίπανσης, προκειμένου να τονωθούν οι επενδύσεις σε πιο αειφόρα λιπάσματα.

    2.4.

    Σύμφωνα με την Επιτροπή, η υπό εξέταση πρόταση θα αποφέρει πολλά οφέλη, μεταξύ άλλων:

    δημιουργία 120 000 θέσεων εργασίας χάρη στην ανακύκλωση των βιολογικών αποβλήτων σε οργανικά λιπάσματα,

    μειωμένη εξάρτηση από την εισαγωγή μη εγχώριων πρώτων υλών (για παράδειγμα, εισαγωγές φωσφόρου): τα ανακυκλωμένα βιολογικά απόβλητα μπορούν να αντικαταστήσουν έως και το 30 % των ανόργανων λιπασμάτων,

    μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και της ενεργειακής κατανάλωσης που απαιτείται για την παραγωγή ανόργανων λιπασμάτων,

    μείωση της ρύπανσης που προκαλείται λόγω υπερβολικά μεγάλων ποσοτήτων θρεπτικών συστατικών, και ιδίως περιορισμός του ευτροφισμού των οικοσυστημάτων,

    αύξηση της αποδοτικότητας των πόρων,

    συνολική μείωση του κόστους συμμόρφωσης για τους οικονομικούς φορείς,

    μείωση κατά 65 % του κόστους διάθεσης στην αγορά νέων προϊόντων για τις επιχειρήσεις.

    3.   Γενικές παρατηρήσεις

    3.1.

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής, αφενός επειδή επιλύει ορισμένα κρίσιμα θέματα που σχετίζονται με την αγορά λιπασμάτων και, αφετέρου, επειδή συμβάλλει στη μετάβαση προς μια κυκλική οικονομία.

    3.2.

    Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι υποστηρίζει κάθε πρωτοβουλία που αποσκοπεί στην κάλυψη των νομοθετικών κενών στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την κυκλική οικονομία (12). Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η εξασφάλιση εναρμονισμένων, ισότιμων όρων ανταγωνισμού για τα λιπάσματα οργανικής προέλευσης αποτελεί σημαντικό περιβαλλοντικό στόχο, και επίσης μια σημαντική κινητήρια δύναμη για την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

    3.3.

    Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την ανάγκη να αρθούν τα εμπόδια που περιορίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των δευτερογενών πρώτων υλών (συμπεριλαμβανομένων των βιολογικών δευτερογενών πρώτων υλών) και την καινοτομία, διατηρώντας και εφαρμόζοντας συγχρόνως όλες τις βασικές αρχές που διέπουν την προστασία του περιβάλλοντος, μεταξύ άλλων, και την αρχή της προφύλαξης.

    3.4.

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση να καθιερωθεί ένα αποτελεσματικό σύστημα ελέγχων, επισήμανσης και ιχνηλασιμότητας προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια και η ποιότητα των προϊόντων. Ειδικότερα, η ΕΟΚΕ προτείνει:

    να εφαρμοστεί το ίδιο σύστημα επισήμανσης που χρησιμοποιείται ήδη για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα (13), ώστε να παρέχονται σαφείς πληροφορίες σχετικά με τη χρήση των λιπασμάτων και τη διατήρησή τους,

    να καθοριστεί ένα κοινό πρότυπο για την παρουσίαση και τη γνωστοποίηση των ζητούμενων πληροφοριών, σύμφωνα με το παράρτημα III,

    να θεσπιστούν επίσημες μέθοδοι ανάλυσης ούτως ώστε να επαληθεύονται τα προσόντα κάθε συστήματος επισήμανσης και να διασφαλίζεται η επαρκής ανθεκτικότητα στην ακεραιότητα οποιασδήποτε επισήμανσης εφαρμόζεται.

    3.5.

    Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι οι παραγωγοί μπορούν να επιλέξουν τη συμμόρφωση με τις ευρωπαϊκές και εθνικές νομοθεσίες σε ό, τι αφορά την επισήμανση, αλλά επισημαίνει ότι οι διιστάμενοι εθνικοί κανόνες και τα αντίστοιχα πρότυπα συνιστούν μια από τις βασικές αιτίες της στρέβλωσης και του κατακερματισμού που πλήττουν σήμερα την αγορά. Για τον λόγο αυτόν, συνιστά να υιοθετηθεί μια στοχοθετημένη προσέγγιση με σκοπό να αποφευχθούν νέοι δυνητικοί κίνδυνοι αθέμιτου ανταγωνισμού και μη συμμόρφωσης με τα υψηλότερα πρότυπα ασφάλειας, ποιότητας και ιχνηλασιμότητας.

    3.6.

    Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι η γονιμότητα και η προστασία του εδάφους αποτελούν βασική πτυχή της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σημειώνει, εντούτοις, ότι ο στόχος αυτός θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί χωρίς τη θέσπιση μιας οδηγίας-πλαισίου για το έδαφος, η οποία θα θεσπίζει κοινά πρότυπα αειφόρου χρήσης και προστασίας του εδάφους και θα μεριμνά για την εφαρμογή τους στην πράξη (14). Εκτός αυτού, υπογραμμίζει την ανάγκη να ληφθούν υπόψη οι υφιστάμενες διαφορές που παρουσιάζουν τα εδάφη των κρατών μελών, γεγονός το οποίο θα συνεπαγόταν την υιοθέτηση στοχοθετημένων προτύπων.

    3.7.

    Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόταση να καθοριστούν όρια για τη σταδιακή μείωση του ποσοστού καδμίου και άλλων βαρέων μετάλλων στα λιπάσματα. Εν τω μεταξύ, έχει επίγνωση του γεγονότος ότι η άμεση και ριζική μείωση των επιπέδων του καδμίου στα λιπάσματα θα επιφέρει αύξηση του κόστους παραγωγής και, συνεπώς, αύξηση τους κόστους για τους γεωργούς και τους καταναλωτές. Με γνώμονα τις διασπαστικές διαδικασίες, οι οποίες συνιστούν μέρος της μετάβασης προς μια κυκλική οικονομία, αυτό το κόστος μετάβασης, και η επακόλουθη τιμολογιακή μετάβαση, θα μπορούσε να αποτελέσει οικονομικό εργαλείο για την προώθηση αλλαγών σε επίπεδο καταναλωτών ή γεωργών. Πρέπει να προστατεύονται οι αγρότες από τις απότομες αυξήσεις των τιμών και άρα να μπορούν να αγοράζουν εύκολα τα λιπάσματα που χρειάζονται.

    3.8.

    Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι η ανταγωνιστικότητα των ΜΜΕ θα μπορούσε να επηρεαστεί από το πρόσθετο κόστος συμμόρφωσης (15). Λόγω της στρατηγικής αξίας του παρόντος κανονισμού, η ΕΟΚΕ συνιστά να παρασχεθούν κίνητρα που θα ενθαρρύνουν τη μετάβαση των ΜΜΕ σε μια πιο βιώσιμη παραγωγή (16). Οι Γενικές Διευθύνσεις της ΕΕ που είναι αρμόδιες για την έρευνα και τη γεωργία θα πρέπει να διαδραματίσουν καίριο ρόλο σε αυτή τη διαδικασία.

    3.9.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η μετάβαση σε πιο αειφόρα λιπάσματα, καθώς και σε μια κυκλική οικονομία απαιτεί μια ισχυρή δέσμευση από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη (κατασκευαστές, αγρότες, εργαζόμενοι και καταναλωτές). Οι τεχνικές συμβουλές και οι βέλτιστες πρακτικές συνεχίζουν να εξελίσσονται, αλλά δεν γνωστοποιούνται πάντοτε όπως θα έπρεπε. Όπως και σε άλλους τομείς, η ενημέρωση, οι εκστρατείες ευαισθητοποίησης, η επαγγελματική κατάρτιση και η διά βίου μάθηση αποτελούν δράσεις ουσιώδους σημασίας (17). Η πρόταση διοργάνωσης ενός φόρουμ για την Κυκλική Οικονομία στην έδρα της ΕΟΚΕ, όπως υποστηρίζεται στη γνωμοδότηση NAT/676 με θέμα «Δέσμη μέτρων για την κυκλική οικονομία», μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στην επίτευξη αυτού του στόχου.

    4.   Ειδικές παρατηρήσεις

    4.1.

    Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη ότι οι βιοδιεγέρτες φυτών θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο πλαίσιο των προϊόντων λίπανσης που είναι υποψήφια για σήμανση CE αντί για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, και, κατά συνέπεια, να τροποποιηθεί το άρθρο 46 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να παρακολουθήσει προσεκτικά την εν λόγω διαδικασία προκειμένου να διασφαλίσει ότι αυτή η διαδικασία δεν θα χρησιμοποιηθεί με στόχο την καταστρατήγηση της νομοθεσίας για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, γεγονός που συνεπάγεται κινδύνους για την υγεία και το περιβάλλον.

    4.2.

    Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι τα λιπάσματα που προέρχονται από δευτερογενείς πρώτες ύλες ενδεχομένως να αποτελέσουν στο μέλλον σημαντικό τμήμα μιας ολοκληρωμένης κυκλικής οικονομίας (18). Προκειμένου να βελτιωθεί η εναρμόνιση με την ισχύουσα οδηγία-πλαισίου για τα απόβλητα (19), η ΕΟΚΕ προτείνει:

    να γίνει σαφέστερη διάκριση μεταξύ των «γεωργικών υλικών που χρησιμοποιούνται στη γεωργία» (και εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας-πλαισίου για τα απόβλητα) και των ορισμών των εννοιών «απόβλητα», «υποπροϊόντα» και «αποχαρακτηρισμός αποβλήτων». Οι εν λόγω ορισμοί δεν είναι πάντα σαφείς και μπορεί να αναχαιτίσουν δυνητικές ευκαιρίες καινοτομίας,

    να θεσπιστεί καλύτερος ορισμός ενός υποπροϊόντος, όταν χρησιμοποιείται ως λίπασμα,

    να καθιερωθεί περαιτέρω διάκριση μεταξύ των παραγωγικών αποβλήτων/των υποπροϊόντων όταν χρησιμοποιούνται άμεσα στη γεωργία ως λιπάσματα (π.χ. περιττώματα και προϊόντα ζύμωσης), καθώς και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα εν λόγω προϊόντα χρησιμοποιούνται ως κατασκευαστικά στοιχεία.

    4.3.

    Ο «αποχαρακτηρισμός αποβλήτων» (20), όπως ορίζεται στην πρόταση της Επιτροπής, εφαρμόζεται στα λιπάσματα και όχι στα συστατικά τους. Η ΕΟΚΕ προτείνει αυτή η έννοια να εφαρμοστεί και στα κατασκευαστικά στοιχεία, δεδομένου ότι οποιεσδήποτε εργασίες ανάκτησης πρέπει να πραγματοποιούνται στα αρχικά κατασκευαστικά στοιχεία και όχι στα λιπάσματα ως τελικά προϊόντα.

    4.4.

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει την πεποίθηση ότι η εφαρμογή της θεωρίας «nudge thinking» («παροχή ώθησης») θα μπορούσε να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο για την επίτευξη του γενικού στόχου μιας αποτελεσματικότερης εσωτερικής αγοράς στο πλαίσιο της μετάβασης προς μια κυκλική οικονομία, με τη συμμετοχή και την κινητοποίηση των κατασκευαστών, των γεωργών και των καταναλωτών, καθώς και την ενθάρρυνση πιο αειφόρων επιλογών και συμπεριφορών.

    4.5.

    Τα αστικά λύματα μπορούν να αποτελέσουν δευτερογενή πρώτη ύλη για αυτήν την αναδυόμενη βιομηχανία. Θα πρέπει να ενθαρρυνθεί η ανάλυση των υποδομών επεξεργασίας αστικών λυμάτων σε επίπεδο κρατών μελών, ούτως ώστε να αξιολογηθεί με ακρίβεια η σχέση κόστους-οφέλους των επενδύσεων που πραγματοποιούνται για την ανάπτυξη υποδομών, οι οποίες θέτουν σε προτεραιότητα την παροχή υψηλής ποιότητας, επαρκώς διαχωρισμένων και πλούσιων σε θρεπτικά στοιχεία λυμάτων. Τα ούρα μπορούν να αποτελέσουν μια αξιόπιστη πηγή φωσφόρου και αζώτου χωρίς τις συναφείς συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων, τα οποία εντοπίζονται σε εναποθέσεις βραχωδών πετρωμάτων που περιέχουν κυρίως φωσφορικά άλατα.

    4.6.

    Η συλλογή και η παραγωγή σε περιφερειακή κλίμακα με τη στήριξη των δικτύων διανομής στα κράτη μέλη θα πρέπει να αποτελέσουν αναπόσπαστο τμήμα της δομής της αγοράς οργανικών λιπασμάτων. Το μοντέλο αυτό μπορεί να συμπληρωθεί με μια πληθώρα κέντρων συλλογής σε τοπικό επίπεδο και, όπου είναι εφικτό, με μονάδες παραγωγής.

    4.7.

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι οι φιλόδοξες μειώσεις σε κάδμιο μπορούν να επιτευχθούν ευκολότερα εάν δοθεί ευρύτερη έμφαση στα φωσφορικά λιπάσματα, στα οποία το φώσφορο προέρχεται από άλλες πηγές εκτός των εξορυσσόμενων πετρωμάτων που περιέχουν κάδμιο.

    4.8.

    Οι εξαιρέσεις από το νομικό πλαίσιο του κανονισμού REACH (Καταχώριση, αξιολόγηση, αδειοδότηση και περιορισμοί των χημικών προϊόντων — «Registration, Evaluation, Authorisation and Restriction of Chemicals») πρέπει να εκτείνονται πέρα από τα οργανικά λιπάσματα, ούτως ώστε να ενθαρρυνθούν οι νέες ευκαιρίες στην αγορά και η καινοτομία σε τομείς όπως ο στρουβίτης και τα συναφή προϊόντα.

    4.9.

    Η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει την Επιτροπή να συμπεριλάβει πρόσθετες κατηγορίες συστατικών υλικών στα παραρτήματα, ώστε να παρακολουθείται η τεχνολογική πρόοδος που επιτρέπει την παραγωγή ασφαλών και αποτελεσματικών λιπασμάτων από ανακτώμενες δευτερογενείς πρώτες ύλες όπως ο βιοξυλάνθρακας και οι τέφρες.

    4.10.

    Η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει την Επιτροπή να δημιουργήσει κίνητρα για την υποστήριξη της ανακύκλωσης κοπριάς σύμφωνα με τις αρχές της κυκλικής οικονομίας. Ταυτόχρονα, είναι σημαντικό να μη δημιουργήσουμε συστήματα που ευνοούν την πλεονάζουσα παραγωγή κοπριάς. Άλλες γνωμοδοτήσεις σχετικά με τη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ (21) και την ανάγκη μεταρρύθμισης των γεωργικών μας συστημάτων επισημαίνουν την ανάγκη μείωσης των περιοχών παραγωγής συμπυκνωμένης κοπριάς στο πλαίσιο συνολικής μεταρρύθμισης των αγροδιατροφικών μας συστημάτων στην κατεύθυνση βιώσιμου μοντέλου.

    Βρυξέλλες, 14 Ιουλίου 2016.

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Γιώργος ΝΤΑΣΗΣ


    (1)  Κέντρο Υπηρεσιών Στρατηγικής και Αξιολόγησης (CSES — Centre for Strategy and Evaluation Services), αξιολόγηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 σχετικά με τα λιπάσματα — τελική έκθεση, 2010.

    (2)  ΕΚ 2003/2003

    (3)  COM(2015) 614/2.

    (4)  Η Επιτροπή εκτιμά ότι τα ανόργανα λιπάσματα αντιπροσωπεύουν το 80 % της αγοραίας αξίας, ενώ τα οργανικά και τα οργανο-ανόργανα λιπάσματα αντιπροσωπεύουν από κοινού το 6,5 %, ενώ τα καλλιεργητικά μέσα και τα βελτιωτικά εδάφους και ασβεστούχα και/ή μαγνησιούχα βελτιωτικά εδάφους, αντιπροσωπεύουν περίπου το 10,5 % της αγοραίας αξίας. Οι βιοδιεγέρτες φυτών και τα γεωπονικά πρόσθετα, μολονότι αντιπροσωπεύουν μόνο το 3 % της αγοραίας αξίας, θεωρούνται ότι διαθέτουν ισχυρό αναπτυξιακό δυναμικό στην αγορά.

    (5)  Ο υφιστάμενος κανονισμός εγγυάται την ελεύθερη κυκλοφορία μόνο για τα λιπάσματα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I. Κατ’ ουσία, η απόκτηση της σήμανσης «λιπάσματα ΕΚ» απαιτεί την τροποποίηση του παραρτήματος I, ωστόσο, η διαδικασία είναι τόσο πολύπλοκη, ώστε το 50 % περίπου των λιπασμάτων που διατίθενται σήμερα στην αγορά παραμένουν εκτός του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού, εκ των οποίων η μεγάλη πλειονότητα παράγονται από οργανικά υλικά ή από ανακυκλωμένα βιολογικά απόβλητα από την τροφική αλυσίδα.

    (6)  Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναδεικνύει τρεις προκλήσεις που συνδέονται με τη χρήση των λιπασμάτων: 1) τα θρεπτικά συστατικά χάνονται στο περιβάλλον, γεγονός που συνεπάγεται υψηλό κόστος για την υγεία και για τον μετριασμό των ζημιών· 2) ο φώσφορος έχει χαρακτηριστεί κρίσιμη πρώτη ύλη, η οποία εισάγεται από χώρες εκτός της Ευρώπης —το 90 % των φωσφορικών λιπασμάτων εισάγεται από τρίτες χώρες· 3) το κάδμιο αποτελεί ζωικό συστατικό στοιχείο των φωσφορικών λιπασμάτων, το οποίο έχει ιδιαίτερα επικίνδυνες επιπτώσεις στο περιβάλλον.

    (7)  Ο κανονισμός για τα λιπάσματα του 2003 θέσπισε δύο διαφορετικές κατηγορίες: «λιπάσματα ΕΚ» και «λιπάσματα μη ΕΚ» (τα οποία είναι επίσης γνωστά ως «εθνικά λιπάσματα»). Τα εθνικά λιπάσματα μπορούν να διατίθενται στις εθνικές αγορές, επειδή συμμορφώνονται με τις εθνικές απαιτήσεις και μπορούν επίσης να κυκλοφορούν στην αγορά της ΕΕ δυνάμει του κανονισμού του 2008 περί αμοιβαίας αναγνώρισης (ΕΚ) αριθ. 764/2008.

    (8)  COM(2016) 157 final. Αιτιολογικές σκέψεις 14–15.

    (9)  COM(2016) 157 final. Αιτιολογικές σκέψεις 23–27.

    (10)  Εάν οι παραγωγοί επιθυμούν να πωλούν τα προϊόντα τους σε άλλες χώρες της ΕΕ, αλλά δεν επιθυμούν τα προϊόντα τους να φέρουν τη σήμανση CE, μπορούν να το πράξουν, ωστόσο, αυτό θα εξαρτηθεί από την αμοιβαία αναγνώριση μεταξύ των κρατών μελών.

    (11)  Τα μέγιστα όρια περιεκτικότητας καδμίου στα λιπάσματα θα καταστούν αυστηρότερα και θα μειωθούν από 60 mg/kg σε 40 mg/kg μετά την πάροδο τριών ετών και σε 20 mg/kg μετά από 12 έτη.

    (12)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Δέσμη μέτρων για την κυκλική οικονομία» (ΕΕ C 264 της 20.7.2016, σ. 98).

    (13)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 547/2011.

    (14)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Θεματική στρατηγική για την προστασία του εδάφους» (ΕΕ C 168 της 20.7.2007, σ. 29).

    (15)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «Competitiveness proofing — fertilising materials» (Έλεγχος των επιπτώσεων στην ανταγωνιστικότητα —Υλικά λίπανσης), 2013. Η μελέτη αυτή καταδεικνύει ότι, για ορισμένες εταιρείες, για παράδειγμα για τις ΜΜΕ που παράγουν προϊόντα λιπασματοποίησης, το νέο κόστος συμμόρφωσης θα μπορούσε να ανέλθει στο 10 % του κόστους παραγωγής, στοιχείο που έχει άμεσο αντίκτυπο στην ανταγωνιστικότητα των ΜΜΕ.

    (16)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα «Αειφόρος χρήση του φωσφόρου», σημείο 3.4.4 (ΕΕ C 177 της 11.6.2014, σ. 78).

    Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Παραγωγή και επισήμανση βιολογικών προϊόντων», σημείο 1.1 (ΕΕ C 12 της 15.1.2015, σ. 75).

    (17)  Βλ. υποσημείωση 12.

    (18)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Κυκλική οικονομία: δημιουργία θέσεων εργασίας — Πράσινο σχέδιο δράσης για τις ΜΜΕ», σημείο 2.8 (ΕΕ C 230 της 14.7.2015, σ. 99).

    (19)  2008/98/ΕΚ, άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ).

    (20)  COM(2016) 157 final. Άρθρο 18.

    (21)  ΕΕ C 354 της 28.12.2010, σ. 35.


    Top