ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Βρυξέλλες, 18.11.2015
COM(2015) 750 final
2015/0269(COD)
Πρόταση
ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
για την τροποποίηση της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ
•Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης
Η ασφάλεια πολιτών και επιχειρήσεων αποτελεί βασικό μέλημα της παρούσας Eπιτροπής. Η χρήση πυροβόλων όπλων από σημαντικές και οργανωμένες εγκληματικές και τρομοκρατικές οργανώσεις μπορεί να προκαλέσει τεράστιες ζημιές στην κοινωνία, όπως διαπιστώσαμε σε αρκετές περιπτώσεις το περασμένο έτος, ιδίως με τις επιθέσεις που έλαβαν χώρα στο Παρίσι και στην Κοπεγχάγη. Πιο πρόσφατα, πάνω από 120 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε μια σειρά συντονισμένων τρομοκρατικών επιθέσεων που πραγματοποιήθηκαν στις 13 Νοεμβρίου 2015 στο Παρίσι.
Τα τραγικά αυτά συμβάντα αποτελούν ξεκάθαρη απόδειξη της πολυδιάστατης απειλής που αποτελεί το οργανωμένο έγκλημα και καταδεικνύουν γιατί απαιτείται να εντείνουμε ακόμη περισσότερο τον αγώνα μας κατά της διακίνησης πυροβόλων όπλων μέσω συντονισμένης και συνεκτικής προσέγγισης. Η κοινή ευθύνη της Ευρώπης για την αντιμετώπιση των διασυνοριακών εγκληματικών και τρομοκρατικών δραστηριοτήτων τονίστηκε και στις πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές του προέδρου Juncker.
Η απόκτηση, η κατοχή και η εισαγωγή/εξαγωγή πυροβόλων όπλων με σκοπό τη μη στρατιωτική χρήση υπόκειται στο εκτεταμένο ενωσιακό κανονιστικό πλαίσιο που ορίζεται στην οδηγία 91/477/ΕΟΚ, όπως αναθεωρήθηκε από την οδηγία 2008/51/ΕΚ.
Οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης βασίζονται στις εθνικές κυβερνήσεις και στα θεσμικά όργανα της ΕΕ για την εγγύηση της ασφάλειάς τους. Για τον σκοπό αυτό, είναι σημαντική η ανάληψη άμεσης δράσης με στόχο την ενίσχυση των υφιστάμενων κανόνων σχετικά με την πρόσβαση σε πυροβόλα όπλα και το σχετικό εμπόριο.
•Συνοχή με τις υφιστάμενες διατάξεις πολιτικής στον τομέα πολιτικής
Στόχος της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ για τα πυροβόλα όπλα είναι να διευκολύνει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς πυροβόλων όπλων εντός της ΕΕ και να εξασφαλίζει παράλληλα υψηλό επίπεδο ασφάλειας για τους πολίτες της ΕΕ. Οι κανόνες αυτοί αποσκοπούν στην αντιμετώπιση πιθανών ζητημάτων και ευπαθειών που δύνανται να ανακύψουν κατά τη διάρκεια ζωής ενός πυροβόλου όπλου (από την παραγωγή έως το εμπόριο, την ιδιοκτησία και την κατοχή, την απενεργοποίηση και την καταστροφή του). Για τον σκοπό αυτό, η οδηγία καθορίζει ελάχιστες απαιτήσεις που θα πρέπει να επιβάλλουν τα κράτη μέλη όσον αφορά την απόκτηση και την κατοχή των διάφορων κατηγοριών πυροβόλων όπλων και ρυθμίζει τις προϋποθέσεις μεταφοράς πυροβόλων όπλων μεταξύ των κρατών μελών, θεσπίζοντας παράλληλα ελαστικότερους κανόνες για το κυνήγι και τη σκοποβολή.
Η τροποποίηση που εγκρίθηκε το 2008, δηλαδή η οδηγία 2008/51/ΕΚ, αποτέλεσε παρέμβαση με σκοπό την ισχυροποίηση των σχετικών με την ασφάλεια πτυχών και την ευθυγράμμιση της οδηγίας με το πρωτόκολλο των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την καταπολέμηση της παράνομης κατασκευής και διακίνησης πυροβόλων όπλων, των εξαρτημάτων τους, των μερών τους και των πυρομαχικών, το οποίο επισυνάπτεται στη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος.
Το υφιστάμενο ενωσιακό νομοθετικό πλαίσιο για τα πυροβόλα όπλα βασίζεται κατά κύριο λόγο στο
πρωτόκολλο των Ηνωμένων Εθνών για τα πυροβόλα όπλα
(ΠΠΟ), το οποίο διαπραγματεύτηκε και υπέγραψε η Επιτροπή για λογαριασμό της ΕΕ το 2002.
Το πρωτόκολλο αποτελεί διεθνή νομοθετική πράξη στην οποία έχουν προσχωρήσει τόσο η ΕΕ όσο και τα κράτη μέλη της. Η Επιτροπή ολοκλήρωσε τη διαδικασία μεταφοράς όλων των διατάξεών του στην ενωσιακή νομοθεσία, κυρίως μέσω:
της οδηγίας
2008/51/ΕΚ
, η οποία ενσωμάτωσε τις συναφείς διατάξεις που απαιτούσε το πρωτόκολλο για τα πυροβόλα όπλα σχετικά με τις ενδοκοινοτικές μεταφορές όπλων·
του κανονισμού (ΕΕ) αριθ.
258/2012
(
IP/12/225
), ο οποίος αφορά το εμπόριο και τις μεταφορές από/προς χώρες εκτός της ΕΕ, μεταφέροντας με τον τρόπο αυτό τις διατάξεις του άρθρου 10 του ΠΠΟ.
•Συνοχή με άλλες πολιτικές της Ένωσης
Η πρωτοβουλία αυτή συνάδει πλήρως με τους στρατηγικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την περίοδο 2014-2019 όσον αφορά την προώθηση ενός «χώρου δικαιοσύνης και θεμελιωδών δικαιωμάτων με βάση την αμοιβαία εμπιστοσύνη».
Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι τον Ιανουάριο του 2015, οι υπουργοί εσωτερικών ή/και δικαιοσύνης της ΕΕ ενέκριναν μια «Δήλωση του Παρισιού», στην οποία επανέλαβαν τη δέσμευση των χωρών τους για τη μείωση των παράνομων προμηθειών πυροβόλων όπλων σε ολόκληρη την Ευρώπη και, αντίστοιχα, την εντατικοποίηση της συνεργασίας τους στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πολυκλαδικής Πλατφόρμας κατά των Εγκληματικών Απειλών (EMPACT), με σκοπό τη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών ασφαλείας και τη διασφάλιση της πλήρους αξιοποίησης των πόρων της Europol, της Eurojust και της Ιντερπόλ.
Κατά την άτυπη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 2015, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων ζήτησαν από όλες τις αρμόδιες αρχές να εντατικοποιήσουν τη συνεργασία τους στον αγώνα κατά της παράνομης διακίνησης πυροβόλων όπλων, γεγονός που θα επιτευχθεί μεταξύ άλλων με την ταχεία αναθεώρηση της σχετικής νομοθεσίας και την επανέναρξη του διαλόγου με τρίτες χώρες για ζητήματα ασφαλείας, ιδίως στη Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική, καθώς και στα Δυτικά Βαλκάνια.
Στη σύνοδο του Συμβουλίου Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 12ης και 13ης Μαρτίου 2015, οι υπουργοί κάλεσαν την Επιτροπή να προτείνει τρόπους για την αντιμετώπιση της παράνομης διακίνησης πυροβόλων όπλων και, σε συνεργασία με την Europol, τη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών και της επιχειρησιακής συνεργασίας.
Ανταποκρινόμενη σε αυτό το αίτημα, η Επιτροπή ενέκρινε το ευρωπαϊκό θεματολόγιο για την ασφάλεια προκειμένου να διασφαλίσει αποτελεσματική και συντονισμένη ανταπόκριση σε ευρωπαϊκό επίπεδο έναντι των αναδυόμενων και ολοένα και πιο περίπλοκων απειλών για την ασφάλεια. Το ευρωπαϊκό θεματολόγιο για την ασφάλεια τόνισε, εκτός από τις προκλήσεις που δημιουργεί η παράνομη διακίνηση πυροβόλων όπλων, και τις διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών, οι οποίες παρεμποδίζουν τη διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων και τη συνεργασία των αστυνομικών δυνάμεων ολόκληρης της ΕΕ, και ζήτησε κυρίως την κατά προτεραιότητα αναθεώρηση της νομοθεσίας για τα πυροβόλα όπλα μέσω υποβολής προτάσεων εντός του 2016. Ζήτησε επίσης την ανάληψη επείγουσας δράσης για την απενεργοποίηση των πυροβόλων όπλων, με σκοπό την αποτροπή της επανενεργοποίησης και της χρήσης τους από εγκληματίες. Η Δήλωση της συνόδου των υπουργών Εσωτερικών της 29ης Αυγούστου 2015 επανέλαβε την έκκληση για αναθεώρηση της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα και κοινή προσέγγιση για την απενεργοποίηση των πυροβόλων όπλων.
Τελικά, στις 8 Οκτωβρίου 2015, το Συμβούλιο ενέκρινε συμπεράσματα για την ενίσχυση της αξιοποίησης μέσων για την καταπολέμηση της διακίνησης πυροβόλων όπλων, καλώντας τα κράτη μέλη, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Europol και την Ιντερπόλ να λάβουν μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της αναθεώρησης της υφιστάμενης νομοθεσίας και της παρακολούθησης των απειλών που οφείλονται στα πυροβόλα όπλα μέσω συντονισμένων διασυνοριακών ερευνών και επιχειρήσεων. Αυτό καλύπτει επίσης τη διαδικτυακή διακίνηση πυροβόλων όπλων.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει επίσης εξετάσει το ζήτημα της διακίνησης πυροβόλων όπλων σε αρκετές περιπτώσεις. Στις 11 Φεβρουαρίου 2015, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα περί μέτρων κατά της τρομοκρατίας με το οποίο κάλεσε «…την Επιτροπή να αξιολογήσει επειγόντως τους ισχύοντες κανόνες της ΕΕ σχετικά με τη διακίνηση παράνομων πυροβόλων όπλων, εκρηκτικών συσκευών και το λαθρεμπόριο όπλων που συνδέεται με το οργανωμένο έγκλημα».
2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ
•Νομική βάση
Το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί τη βάση για την παρούσα πρόταση, σύμφωνα με την αρχική νομική βάση της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα.
•Επικουρικότητα (για μη αποκλειστική αρμοδιότητα)
Σύμφωνα με το άρθρο 5 ΣΛΕΕ, όλες οι δράσεις που αναλαμβάνονται σε επίπεδο ΕΕ πρέπει να συνάδουν με την αρχή της επικουρικότητας, βάσει της οποίας η Ένωση προβαίνει σε ρυθμιστικές παρεμβάσεις μόνο εάν αυτό προσθέτει αξία στις δράσεις που αναλαμβάνουν τα επιμέρους κράτη μέλη.
Τα προς αντιμετώπιση ζητήματα, δηλαδή οι απειλές από σημαντικές και οργανωμένες εγκληματικές και τρομοκρατικές οργανώσεις και το πιθανό τεράστιο κοινωνικοοικονομικό κόστος των πράξεων βίας, χαρακτηρίζονται εγγενώς από τον διακρατικό τους χαρακτήρα, καθώς επηρεάζουν περισσότερα του ενός κράτη μέλη ταυτόχρονα. Υπό την έννοια αυτή, τα εν λόγω ζητήματα δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν με απολύτως αποτελεσματικό τρόπο από τα επιμέρους κράτη μέλη.
Αυτό καταδείχτηκε από τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις του Αυγούστου και του Νοεμβρίου του τρέχοντος έτους, οι οποίες εκτελέστηκαν από διακρατικά εγκληματικά δίκτυα που λειτουργούσαν σε διάφορα κράτη μέλη. Τα δίκτυα αυτά χρησιμοποίησαν αποκλίνουσες εθνικές διατάξεις σχετικά με την κατοχή και το εμπόριο πυροβόλων όπλων και εκμεταλλεύτηκαν τις αδυναμίες της διασυνοριακής ανταλλαγής πληροφοριών.
Η συνεργασία που απαιτείται μεταξύ των κρατών μελών για τον έλεγχο και την ιχνηλάτηση της μη στρατιωτικής χρήσης πυροβόλων όπλων εντός της ΕΕ είναι δυνατόν να επιτευχθεί μόνο μέσω ενός συστήματος που θα καλύπτει την ΕΕ στο σύνολό της.
Τα ζητήματα ασφάλειας που αντιμετωπίζονται από την οδηγία για τα πυροβόλα όπλα είναι διασυνοριακού χαρακτήρα. Το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος είναι ευάλωτο απέναντι στην εγκληματική δραστηριότητα επηρεάζει ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι διαφορές ως προς την εθνική νομοθεσία, την κατάταξη των πυροβόλων όπλων και τις διοικητικές διαδικασίες υπονομεύουν την ενιαία εφαρμογή της οδηγίας. Όπως τονίστηκε σε μια πρόσφατη μελέτη αξιολόγησης, η αποτελεσματική δράση για τη διασφάλιση ενός υψηλού επιπέδου ασφάλειας και τη ρύθμιση της διασυνοριακής κυκλοφορίας των πυροβόλων όπλων μπορεί να αναληφθεί μόνο σε επίπεδο ΕΕ. Η οδηγία για τα πυροβόλα όπλα θεσπίζει ένα κοινό ρυθμιστικό πλαίσιο που δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί απλώς και μόνο μέσω εθνικών ή διμερών δράσεων.
•Αναλογικότητα
Η πρόταση είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας για τον/τους εξής λόγο(- ους):
Η αναλογικότητα διασφαλίζεται με τον περιορισμό του περιεχομένου των προτεινόμενων αλλαγών μόνο σε εκείνες που έχουν τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στην ασφάλεια, σύμφωνα με τα βασικά συμπεράσματα μελετών που διενεργήθηκαν κατά το προπαρασκευαστικό στάδιο. Συνολικά, η παρούσα πρόταση δεν υπερβαίνει το επίπεδο που απαιτείται για την επίτευξη του στόχου που συνίσταται στη εγγύηση της ασφάλειας των πολιτών της ΕΕ χωρίς να περιορίζεται άσκοπα η εσωτερική αγορά.
Πέραν των τυποποιημένων διατάξεων με χαρακτήρα εμπορικής πολιτικής, προκειμένου να συνεκτιμηθούν ο προβληματισμός και οι παρατηρήσεις των ενδιαφερόμενων φορέων του ιδιωτικού τομέα, η πρόταση αποσκοπεί στη βελτίωση των προτύπων ασφαλείας και στη μείωση των ασυμφωνιών με το πρωτόκολλο του ΟΗΕ για τα πυροβόλα όπλα, ιδίως δε εκείνων που αφορούν τους ορισμούς.
•Επιλογή της πράξης
Η Επιτροπή προτείνει την έγκριση νέας οδηγίας που θα αναθεωρεί την υφιστάμενη οδηγία για τα πυροβόλα όπλα. Άλλα μέσα δεν θα επαρκούσαν για την τροποποίηση της υφιστάμενης οδηγίας.
3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ
•Εκ των υστέρων αξιολογήσεις/έλεγχοι καταλληλότητας της υφιστάμενης νομοθεσίας
Όπως ενημέρωσε με την ανακοίνωση του 2013, προτού εξετάσει τη σπουδαιότητα της αναθεώρησης του υφιστάμενου νομικού πλαισίου, η Επιτροπή ξεκίνησε μια σειρά από διερευνητικές μελέτες που κάλυπταν τα εξής:
τη σπουδαιότητα (ή μη) μιας ενωσιακής νομοθετικής πρότασης για την προσέγγιση των ποινικών κυρώσεων κατά της παράνομης διακίνησης πυροβόλων όπλων·
τη σπουδαιότητα (ή μη) μιας ενωσιακής νομοθετικής πρότασης για τη βελτίωση των κανόνων σχετικά με τις διαδικασίες απενεργοποίησης, καταστροφής και σήμανσης των πυροβόλων όπλων στην ΕΕ, καθώς και των όπλων που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού και των αντιγράφων όπλων·
την εφαρμογή της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα σε όλα τα κράτη μέλη.
Η πρώτη μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφαρμογή ελάχιστων κανόνων για τα παράνομα πυροβόλα όπλα σε ολόκληρη την ΕΕ θα μείωνε την ανασφάλεια δικαίου, θα διευκόλυνε τις διώξεις και δεν θα επέτρεπε την εκμετάλλευση των κενών από εγκληματίες. Ωστόσο, τα στοιχεία κατέδειξαν επίσης ότι πρακτικά ζητήματα, όπως η έλλειψη πόρων, οι αντικρουόμενες προτεραιότητες πολιτικής και η έλλειψη επιβολής των υφιστάμενων νόμων αποτελούσαν εξίσου σημαντικά κωλύματα για τις διασυνοριακές προσπάθειες αντιμετώπισης της διακίνησης παράνομων πυροβόλων όπλων με τις διαφορές των εθνικών νομοθεσιών στον τομέα αυτόν. Τα συμπεράσματα της μελέτης συνέτειναν προς ένα μείγμα πολιτικής (μη νομοθετικών και νομοθετικών μέτρων), αλλά όχι προς μια ελάχιστη ή μέγιστη νομοθετική παρέμβαση.
Η δεύτερη μελέτη πρότεινε αναθεώρηση της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα, με σκοπό:
την εναρμόνιση των κανόνων περί σήμανσης των πυροβόλων όπλων και τη θέσπιση αμοιβαίας αναγνώρισης των σημάνσεων μεταξύ των κρατών μελών·
την επιβολή κοινών προτύπων και διαδικασιών και τη θέσπιση απαιτήσεων καταγραφής για τα απενεργοποιημένα πυροβόλα όπλα·
τη θέσπιση κοινών τεχνικών κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τη δυνατότητα μετατροπής όπλων που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού ή για σηματοδοσία και αντιγράφων όπλων, με λεπτομερή καθορισμό των κριτηρίων που προσδιορίζουν τα όπλα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού και τα αντίγραφα όπλων ως μετατρέψιμα, γεγονός που θα τα συμπεριλάμβανε στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα·
την προώθηση της μετάδοσης γνώσεων μεταξύ των κρατών μελών (με ιδιαίτερη έμφαση στις απειλές και στις ευκαιρίες που προσφέρουν οι τεχνολογικές εξελίξεις) και τη βελτίωση της συλλογής δεδομένων για την παραγωγή και την ιδιοκτησία απενεργοποιημένων πυροβόλων όπλων, όπλων που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού και αντιγράφων όπλων, καθώς για τις εγκληματικές δραστηριότητες που σχετίζονται με αυτά.
Τέλος, η μελέτη για την αξιολόγηση της εφαρμογής της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα πρότεινε τα κάτωθι μεταξύ άλλων:
τον καθορισμό κοινών κριτηρίων όσον αφορά τη δυνατότητα μετατροπής όπλων που δίνουν σήμα συναγερμού·
την εναρμόνιση των κανόνων σχετικά με τη σήμανση και τα πρότυπα απενεργοποίησης·
την ενίσχυση του συστήματος συλλογής δεδομένων και την εξέταση της διαλειτουργικότητας μεταξύ πληροφοριακών συστημάτων που έχουν δημιουργηθεί σε εθνικό επίπεδο και τέλος
τον καθορισμό μιας συμφωνημένης προσέγγισης για την ταξινόμηση των κυνηγετικών και αθλητικών πυροβόλων όλων.
Παράλληλα με την πρόταση αυτή, η Επιτροπή δημοσιεύει την έκθεση για την εφαρμογή της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα, σύμφωνα με το άρθρο 17 της οδηγίας.
•Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη
Μέθοδοι διαβούλευσης, κύριοι στοχευόμενοι τομείς και γενικά χαρακτηριστικά των συνομιλητών
Η διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους φορείς περιελάμβανε ερωτηματολόγια και προσκλήσεις για συσκέψεις προς όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ και τα ενδιαφερόμενα μέρη του ιδιωτικού τομέα (εκπροσώπους ευρωπαϊκών ενώσεων κατασκευαστών πυροβόλων όπλων και πυρομαχικών για μη στρατιωτική χρήση, ασχολούμενους με το εμπόριο όπλων για μη στρατιωτική χρήση, κυνηγούς, συλλέκτες, ΜΚΟ, ερευνητικά ιδρύματα κ.λπ.), καθιέρωση συγκεκριμένης ηλεκτρονικής διεύθυνσης (JLS-FIREARMS@ec.europa.eu) για μόνιμη διαβούλευση και μια εξωτερική μελέτη προς στήριξη της εκπόνησης της εκτίμησης επιπτώσεων. Επιπλέον, εντός της Επιτροπής συστάθηκε και σχετική «διυπηρεσιακή ομάδα».
Σύνοψη των απαντήσεων και τρόπος συνεκτίμησής τους
Τα κράτη μέλη και οι ΜΚΟ συμφώνησαν ότι η εφαρμογή της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ θα ήταν χρήσιμη ώστε να προληφθεί η εκτροπή πυροβόλων όπλων από τη νόμιμη αγορά στην παράνομη. Ο ιδιωτικός τομέας προέβαλε το επιχείρημα ότι τα κράτη μέλη έχουν ήδη αυστηρούς κανονισμούς που καλύπτουν την πλευρά αυτή και εξέφρασε την ανησυχία του για πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Πολλά ενδιαφερόμενα μέρη του ιδιωτικού τομέα εξέφρασαν την ανησυχία ότι η τροποποίηση των κατηγοριών θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τις δραστηριότητες των κυνηγών και των αθλητών που ασχολούνται με τη σκοποβολή.
Κατά την άποψη των ενδιαφερόμενων μερών, η επανενεργοποίηση απενεργοποιημένων πυροβόλων όπλων αποτελεί σημαντική πηγή όπλων για εγκληματικούς σκοπούς και τα κενά που δημιουργούνται από τις διαφορές των εθνικών προτύπων περί απενεργοποίησης είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν από εγκληματίες. Ορισμένοι θεωρούν ότι οι διατάξεις περί απενεργοποίησης της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα είναι αυστηρές και πιστεύουν ότι το μόνο που χρειάζεται είναι ο έλεγχος της εφαρμογής τους από τα κράτη μέλη και οι τεχνικές κατευθυντήριες γραμμές που ζητήθηκαν. Εντούτοις, η καλύτερη εναρμόνιση θεωρείται γενικά ζήτημα προτεραιότητας.
Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (από τις αρχές των κρατών μελών έως του εμπειρογνώμονες και τους εκπροσώπους παραγωγών) θεωρούν ότι υπάρχει πραγματική ανάγκη ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τα πυροβόλα όπλα μεταξύ των κρατών μελών και ότι πρόκειται για σημαντικό ζήτημα. Επιπροσθέτως, η συνεργασία δεν θα πρέπει να περιορίζεται στις ανταλλαγές μεταξύ κρατών μελών, αλλά θα πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους οι ενδιαφερόμενοι φορείς τόσο από τον δημόσιο όσο και από τον ιδιωτικό τομέα. Η αυξημένη επικοινωνία θεωρείται ουσιώδης για τη συλλογή πληροφοριών ασφαλείας, τις κοινές επιχειρήσεις και τη διαχείριση. Ωστόσο, θα αποτελούσε ορθή πρακτική η εστίαση σε τρόπους μετάδοσης πληροφοριών μέσω ηλεκτρονικών διαύλων αντί της οργάνωσης συναντήσεων. Επιπλέον, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη υπάρχουν ήδη πλατφόρμες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τις συζητήσεις αυτές, τόσο σε επιχειρησιακό όσο και σε ρυθμιστικό επίπεδο.
Οι κοινές συστάσεις για τους κανόνες θεωρούνται σημαντικές, δεδομένου ότι ορισμένες χώρες κατανοούν διαφορετικά ορισμένα ζητήματα (λόγου χάρη, τον ορισμό των αντιγράφων όπλων). Προκειμένου να μην επιτρέπεται σε εγκληματίες να χρησιμοποιούν προς όφελός τους διαφορετικούς κανόνες που ισχύουν στα διάφορα κράτη μέλη, είναι ανάγκη να εφαρμοστεί εναρμονισμένη προσέγγιση σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Για να είναι αποτελεσματικοί, οι ορισμοί θα πρέπει να περιλαμβάνουν πιο συγκεκριμένες αναφορές στα όπλα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού και άλλους τύπους όπλων που δεν ορίζονται επαρκώς επί του παρόντος στο ενωσιακό ρυθμιστικό πλαίσιο.
Υπήρξε ομοφωνία ως προς το ότι η εφαρμογή κοινών ελάχιστων προτύπων σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για την απενεργοποίηση θα δημιουργούσε ένα ενιαίο επίπεδο σε ολόκληρη την ΕΕ μέσω εναρμόνισης των διάφορων διαδικασιών και, ως εκ τούτου, βελτίωσης της επικοινωνίας και διευκόλυνσης της επιβολής του νόμου. Το έγκλημα θα μειωνόταν, δεδομένου ότι η εφαρμογή κοινών ελάχιστων προτύπων θα συνέβαλλε στην αντιμετώπιση του παράνομου εμπορίου ανταλλακτικών και θα απέτρεπε τη χρήση πυροβόλων όπλων που έχουν επανασυναρμολογηθεί και μετατραπεί παράνομα.
Η Επιτροπή εξέτασε τις γνώμες που εξέφρασαν τα ενδιαφερόμενα μέρη τόσο από τον δημόσιο όσο και από τον ιδιωτικό τομέα. Η παρούσα πρόταση έχει σχεδιαστεί προκειμένου να εγγυηθεί υψηλότερο βαθμό ασφάλειας/αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας.
•Εκτίμηση επιπτώσεων
Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της, δεδομένων των πρόσφατων συμβάντων, η πρόταση υποβάλλεται χωρίς εκτίμηση επιπτώσεων. Ωστόσο, η πρόταση μπορεί να βασιστεί σε αξιολόγηση στο πλαίσιο του REFIT της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα. Η αξιολόγηση αυτή κατέδειξε ότι παραμένουν ορισμένες ελλείψεις σε τομείς όπως η δυνατότητα μετατροπής όπλων άσφαιρων πυρών, οι απαιτήσεις περί σήμανσης, η απενεργοποίηση, οι ορισμοί, οι ρυθμίσεις περί διαδικτυακών πωλήσεων, καθώς και τα συστήματα συλλογής και ανταλλαγής δεδομένων. Προσδιορίστηκαν και άλλες απαιτήσεις βάσει της πείρας από τα πρόσφατα συμβάντα.
4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5.ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
•Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων
Δύο έτη μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, σχετικά με την κατάσταση που προκύπτει από την εφαρμογή της, συνοδευόμενη ενδεχομένως από προτάσεις. Μεταγενέστερες εκθέσεις θα υποβάλλονται ανά πενταετία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
•Επεξηγηματικά έγγραφα (για οδηγίες)
Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία.
•Λεπτομερής επεξήγηση των συγκεκριμένων διατάξεων της πρότασης
Στο άρθρο 1, η πρόταση διασαφηνίζει τους ορισμούς των όρων «μεσίτης» και «οπλοπώλης» και διασφαλίζει τη συνοχή με τον ορισμό ουσιωδών συστατικών μερών και εξαρτημάτων των πυροβόλων όπλων, όπως αυτά ορίζονται στο ΠΠΟ. Οι μελέτες της Επιτροπής καταδεικνύουν την έλλειψη σαφήνειας όσον αφορά τον ορισμό του όρου «μεσίτης» και τονίζουν ότι θα πρέπει να συμπεριληφθούν επίσης στην οδηγία. Στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας συμπεριλαμβάνονται και οι σιγαστήρες.
Στο άρθρο 2, η πρόταση συμπεριλαμβάνει για πρώτη φορά τους συλλέκτες στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας. Βάσει της αξιολόγησης που διενεργήθηκε, οι συλλέκτες προσδιορίστηκαν ως πιθανή πηγή διακίνησης πυροβόλων όπλων. Συνεπώς, οι συλλέκτες θα έχουν τη δυνατότητα να αποκτούν πυροβόλα όπλα, αλλά μόνο κατόπιν χορήγησης άδειας/υποβολής δήλωσης.
Τα απενεργοποιημένα πυροβόλα όπλα θα πρέπει να καλύπτονται από την οδηγία όσον αφορά τον προσδιορισμό του ιδιοκτήτη και την τήρηση αρχείων. Τα στοιχεία που συνέλεξε η Επιτροπή μέσω των μελετών κατέδειξαν ότι αυτή είναι μια σοβαρή αδυναμία της ενωσιακής νομοθεσίας όσον αφορά την ασφάλεια. Οι πρόσφατες επιθέσεις πραγματοποιήθηκαν με όπλα που δεν είχαν απενεργοποιηθεί σωστά (ή όπλα που είχαν συναρμολογηθεί με συστατικά μέρη τα οποία δεν είχαν απενεργοποιηθεί σωστά).
Η πρόταση για την άμεση θέσπιση, μέσω εκτελεστικού κανονισμού, αυστηρών ελάχιστων κοινών κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με την απενεργοποίηση πυροβόλων όπλων θα καταστήσει την επανενεργοποίηση πολύ πιο δύσκολη. Η επανενεργοποίηση απενεργοποιημένων όπλων δεν μπορεί να αποκλειστεί, παρά τους αυστηρούς κανόνες. Επομένως, θεσπίζονται αυστηρότεροι κανόνες για τα πλέον επικίνδυνα πυροβόλα όπλα (κατηγορίας Α), έστω και αν αυτά έχουν απενεργοποιηθεί. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα επιτρέπεται η ιδιοκτησία ή η εμπορία απενεργοποιημένων πυροβόλων όπλων της κατηγορίας Α (με εξαίρεση τα μουσεία).
Νέα διάταξη θεσπίζει απαίτηση αρχειοθέτησης των απενεργοποιημένων πυροβόλων όπλων σε εθνικά μητρώα. Τυχόν μεταβίβαση (δηλ. αλλαγή ιδιοκτήτη) απενεργοποιημένων πυροβόλων όπλων θα πρέπει να καταγράφεται.
Τα ημιαυτόματα όπλα αντιπροσωπεύουν σήμερα υψηλό ποσοστό των όπλων που χρησιμοποιούνται για το κυνήγι και τη σκοποβολή. Ωστόσο, η μελέτη αξιολόγησης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ορισμένα ημιαυτόματα όπλα μπορούν εύκολα να μετατραπούν σε αυτόματα και η υφιστάμενη οδηγία δεν προβλέπει τεχνικά κριτήρια για την αποτροπή της εν λόγω μετατροπής. Εντούτοις, ακόμη και χωρίς μετατροπή σε όπλα κατηγορίας «Α», ορισμένα ημιαυτόματα όπλα μπορεί να είναι εξαιρετικά επικίνδυνα, όταν έχουν τη δυνατότητα μεγάλου αριθμού βολών. Η πρόταση απαγορεύει τα ημιαυτόματα όπλα που περιλαμβάνονται στην ισχύουσα κατηγορία «Β7».
Η πρόταση θεσπίζει κοινούς ενωσιακούς κανόνες σχετικά με τη σήμανση, για την αποτροπή της εύκολης διαγραφής των επισημάνσεων. Πιο συγκεκριμένα, διασαφηνίζει σε ποια συστατικά μέρη του όπλου θα πρέπει να τοποθετείται η επισήμανση (για τη διασφάλιση συνοχής με τις απαιτήσεις επισήμανσης του ΠΠΟ του ΟΗΕ). Πρέπει να εφαρμόζεται επίσης στα εισαγόμενα πυροβόλα όπλα. Ένα μηχανοργανωμένο σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων καλύπτει περίοδο άνω της 20ετίας. Τα δεδομένα θα πρέπει να διατηρούνται μέχρι την καταστροφή του πυροβόλου όπλου, αλλά δεν προβλέπεται αναδρομική εφαρμογή.
Η αξιολόγηση της οδηγίας για τα πυροβόλα όπλα καθώς και μια άλλη προπαρασκευαστική μελέτη κατέδειξαν την αυξανόμενη χρήση του διαδικτύου ως διαύλου πωλήσεων πυροβόλων όπλων, καθώς και τις δυσκολίες ελέγχου του στο μέλλον. Οι ανησυχίες σχετικά με τον σοβαρό κίνδυνο απάτης σε περίπτωση εξ αποστάσεως αγοράς μπορεί να ενταθούν λόγω της αυξημένης χρήσης της συγκεκριμένης μεθόδου πωλήσεων στο μέλλον. Δεδομένων των πρόσφατων τρομοκρατικών επιθέσεων, όπου σε ορισμένες περιπτώσεις τα πυροβόλα όπλα συναρμολογήθηκαν παράνομα με συστατικά μέρη αγορασμένα νομίμως μέσω του διαδικτύου, η μη ρύθμιση του εν λόγω διαύλου πωλήσεων θα αποτελούσε σημαντικό κίνδυνο. Επιπροσθέτως, θα είναι πιο δύσκολη η διαδικτυακή επιβεβαίωση της νομιμότητας των αδειών κατοχής όπλων. Ο κίνδυνος είναι ακόμη μεγαλύτερος σε περίπτωση απόκτησης από τρίτες χώρες.
Η υφιστάμενη οδηγία ορίζει ότι «τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, με εξαίρεση την περίπτωση των οπλοπωλών, η εξ αποστάσεως αγορά πυροβόλων όπλων, μερών τους και πυρομαχικών, ... οσάκις επιτρέπεται, τελεί υπό αυστηρό έλεγχο».
Η πρόταση εξετάζει μια πιο αυστηρή προσέγγιση: τη μη αποδοχή της πώλησης όπλων και μερών τους εξ αποστάσεως (ιδίως μέσω του διαδικτύου), με εξαίρεση την περίπτωση των οπλοπωλών και των μεσιτών.
Η υφιστάμενη οδηγία δεν συμπεριλαμβάνει τα όπλα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού, για σηματοδοσία, για διάσωση κ.λπ. Προτείνεται ο καθορισμός κοινών κριτηρίων σχετικά με τα «όπλα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού», προκειμένου να αποτρέπεται η δυνατότητα μετατροπής τους σε πραγματικά πυροβόλα όπλα. Φυσικά, αυτό θα πρέπει να καλύπτει όλα τα όπλα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού, είτε κατασκευάζονται στην ΕΕ είτε εισάγονται.
Ο κίνδυνος μετατροπής των όπλων που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού και άλλων ειδών όπλων άσφαιρων πυρών σε πραγματικά πυροβόλα όπλα είναι μεγάλος και αποτελεί μία από τις βασικές συστάσεις που προέκυψαν από την αξιολόγηση της οδηγίας και από την άλλη μελέτη. Σύμφωνα με πληροφορίες από τα ενδιαφερόμενα μέρη, μετατρέψιμα όπλα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού τα οποία εισάγονται από τρίτες χώρες μπορούν να εισέλθουν ανεμπόδιστα στην επικράτεια της ΕΕ λόγω της έλλειψης συνεκτικών/κοινών κανόνων. Οι τεχνικές προδιαγραφές θα εγκριθούν μέσω εκτελεστικής πράξης.
Δεν υπάρχει σύστημα για την πληροφόρηση των κρατών μελών όταν απορρίπτεται ένα αίτημα αδειοδότησης (ιδίως για πυροβόλα όπλα κατηγορίας Β). Η πρόταση θεσπίζει σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και απαιτεί από τους οπλοπώλες και τους μεσίτες να είναι συνδεδεμένοι με κεντρικά μητρώα πυροβόλων όπλων. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα διερευνήσει τη χρήση υφιστάμενων μέσων ανταλλαγής πληροφοριών
Η πρόταση θεσπίζει επίσης πενταετές όριο για τη διάρκεια των αδειών.
2015/0269 (COD)
Πρόταση
ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
για την τροποποίηση της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1)Η οδηγία 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου θέσπισε συνοδευτικό μέτρο για την εσωτερική αγορά. Καθιέρωσε ισορροπία μεταξύ, αφενός, της υποχρέωσης να εξασφαλισθεί, ως ένα βαθμό, ελευθερία κυκλοφορίας για ορισμένα πυροβόλα όπλα εντός της Ένωσης και, αφετέρου, της ανάγκης πλαισίωσης της εν λόγω ελευθερίας από ορισμένες εγγυήσεις ασφαλείας, προσαρμοσμένες σε αυτό το είδος προϊόντων.
(2)Σε ανταπόκριση στις πρόσφατες τρομοκρατικές ενέργειες που κατέδειξαν κενά στην εφαρμογή της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ, ιδίως αναφορικά με την επανενεργοποίηση όπλων και τους κανόνες περί μετατροπής και σήμανσης, το ευρωπαϊκό θεματολόγιο για την ασφάλεια που εγκρίθηκε τον Απρίλιο του 2015 και η δήλωση του συμβουλίου των υπουργών εσωτερικών της 29ης Αυγούστου 2015 ζήτησαν την αναθεώρηση της οδηγίας αυτής και τη θέσπιση κοινής προσέγγισης σχετικά με την απενεργοποίηση των πυροβόλων όπλων για την αποτροπή της επανενεργοποίησης και της χρήσης τους από εγκληματίες.
(3)Ορισμένες πτυχές της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ χρειάζονται βελτίωση.
(4)Οι φορείς που ασχολούνται με πολιτιστικές και ιστορικές πτυχές των όπλων και είναι αναγνωρισμένοι με την ιδιότητα αυτή από το κράτος μέλος στου οποίου την επικράτεια είναι εγκατεστημένοι, εφόσον κατέχουν πυροβόλα όπλα που κατατάσσονται στην κατηγορία Α και τα οποία αποκτήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να είναι σε θέση να διατηρήσουν στην κατοχή τους τα εν λόγω πυροβόλα όπλα αφού εξασφαλίσουν άδεια από το οικείο κράτος μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω πυροβόλα όπλα έχουν απενεργοποιηθεί.
(5)Δεδομένου ότι οι συλλέκτες προσδιορίστηκαν ως πιθανή πηγή διακίνησης πυροβόλων όπλων, θα πρέπει να καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.
(6)Δεδομένου ότι οι συλλέκτες παρέχουν υπηρεσίες παρόμοιες με εκείνες των οπλοπωλών, θα πρέπει να καλύπτονται και αυτοί από την παρούσα οδηγία.
(7)Λαμβάνοντας υπόψη τον υψηλό κίνδυνο επανενεργοποίησης όπλων τα οποία δεν έχουν απενεργοποιηθεί ορθά και με σκοπό τη βελτίωση της ασφάλειας σε ολόκληρη την Ένωση, τα απενεργοποιημένα πυροβόλα όπλα θα πρέπει να καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να θεσπιστούν αυστηρότεροι κανόνες για τα πλέον επικίνδυνα πυροβόλα όπλα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν θα επιτρέπεται η ιδιοκτησία ή εμπορία τους. Οι κανόνες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται και σε πυροβόλα όπλα της κατηγορίας αυτής ακόμη και μετά την απενεργοποίησή τους. Σε περίπτωση μη τήρησης των κανόνων αυτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της καταστροφής των εν λόγω πυροβόλων όπλων.
(8)Για τη διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας των απενεργοποιημένων πυροβόλων όπλων, αυτά θα πρέπει να καταγράφονται σε εθνικά μητρώα.
(9)Ορισμένα ημιαυτόματα πυροβόλα όπλα μπορούν να μετατραπούν εύκολα σε αυτόματα πυροβόλα όπλα, γεγονός που συνεπάγεται απειλή για την ασφάλεια. Ακόμη και χωρίς μετατροπή σε όπλα κατηγορίας «Α», ορισμένα ημιαυτόματα όπλα μπορεί να είναι εξαιρετικά επικίνδυνα, όταν έχουν τη δυνατότητα μεγάλου αριθμού βολών. Επομένως, η χρήση των εν λόγω ημιαυτόματων όπλων από πολίτες θα πρέπει να απαγορευτεί.
(10)Θα πρέπει να θεσπιστούν κοινοί ενωσιακοί κανόνες που να αποτρέπουν την εύκολη διαγραφή των σημάνσεων και να διασαφηνίζουν σε ποια συστατικά μέρη του όπλου θα πρέπει να τοποθετείται η επισήμανση.
(11)Τα πυροβόλα όπλα μπορούν να χρησιμοποιούνται για περίοδο πολύ μεγαλύτερη των 20 ετών. Για τη διασφάλιση της ιχνηλασιμότητάς τους, θα πρέπει να τηρούνται αρχεία για απροσδιόριστη χρονική περίοδο μέχρις ότου πιστοποιηθεί η καταστροφή τους.
(12)Οι εξ αποστάσεως πωλήσεις πυροβόλων όπλων και συστατικών μερών τους ενδέχεται να αποτελούν σοβαρή απειλή για την ασφάλεια, δεδομένου ότι ο έλεγχός τους είναι πολύ πιο δύσκολος σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους πώλησης, ιδίως όσον αφορά την διαδικτυακή επαλήθευση της νομιμότητας των σχετικών αδειών. Επομένως, κρίνεται εύλογος ο περιορισμός της εξ αποστάσεως πώλησης όπλων και συστατικών μερών τους, ιδίως μέσω του διαδικτύου, σε οπλοπώλες και μεσίτες.
(13)Επιπλέον, ο κίνδυνος μετατροπής των όπλων που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού και άλλων ειδών όπλων άσφαιρων πυρών σε πραγματικά πυροβόλα όπλα είναι μεγάλος και σε ορισμένες τρομοκρατικές ενέργειες χρησιμοποιήθηκαν όπλα που είχαν υποστεί μετατροπή. Επομένως, είναι ουσιώδες να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της χρήσης πυροβόλων όπλων που έχουν υποστεί μετατροπή για τη διάπραξη εγκλημάτων, ιδίως μέσω της υπαγωγής τους στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας. Θα πρέπει να θεσπιστούν τεχνικές προδιαγραφές για τα όπλα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού και για σηματοδοσία καθώς και για τα όπλα χαιρετισμού και κρότου, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν θα μπορούν να μετατραπούν σε πυροβόλα όπλα.
(14)Με σκοπό τη βελτίωση της λειτουργίας της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει τα απαραίτητα στοιχεία ενός συστήματος που θα υποστηρίζει την εν λόγω ανταλλαγή πληροφοριών, οι οποίες περιέχονται σε μηχανοργανωμένα συστήματα αρχειοθέτησης δεδομένων που χρησιμοποιούνται στα κράτη μέλη Η αξιολόγηση της Επιτροπής δύναται να συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από νομοθετική πρόταση που θα λαμβάνει υπόψη τα υφιστάμενα μέσα ανταλλαγής πληροφοριών.
(15)Με σκοπό τη διασφάλιση της δέουσας ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με τη χορήγηση και τη μη χορήγηση αδειών, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά την έκδοση μιας πράξης που θα καθιστά δυνατή τη δημιουργία ενός συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τη χορήγηση και τη μη χορήγηση αδειών από τα κράτη μέλη. Έχει ιδιαίτερη σημασία η Επιτροπή να διενεργεί, κατά το προπαρασκευαστικό της έργο, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
(16)Για τη διασφάλιση ενιαίων συνθηκών εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
(17)Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(18)Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της σχετικής δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως εκτίθεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών.
(19)Συνεπώς, η οδηγία 91/477/ΕΟΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Η οδηγία 91/477/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:
1)Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:
α)Η παράγραφος 1β αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«1β.Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “ουσιώδη συστατικά μέρη” νοούνται η κάννη, ο σκελετός, το δοχείο, ο ολκός ή ο κύλινδρος, η περόνη ή το κλείστρο και οποιαδήποτε διάταξη σχεδιασμένη ή προσαρμοσμένη έτσι ώστε να μειώνει τον ήχο που παράγει η εκπυρσοκρότηση του πυροβόλου όπλου, τα οποία, ως μεμονωμένα αντικείμενα, περιλαμβάνονται στην ίδια κατηγορία με το πυροβόλο όπλο στο οποίο είναι ενσωματωμένα ή προορίζονται να ενσωματωθούν.»
β)Η παράγραφος 1ε αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«1ε.Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “μεσίτης” νοείται οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, πλην του οπλοπώλη, του οποίου η εμπορική ή επιχειρηματική δραστηριότητα συνίσταται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στην αγορά, την πώληση ή τη διευθέτηση μεταφορών όπλων στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους ή από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, ή την εξαγωγή σε τρίτη χώρα πλήρως συναρμολογημένων πυροβόλων όπλων, εξαρτημάτων τους και πυρομαχικών.»
γ)Στην παράγραφο 1, προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:
«1στ.Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “όπλα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού και για σηματοδοσία” νοούνται φορητές διατάξεις που διαθέτουν φορέα φυσιγγίων με έξοδο αερίων μπροστά, στα πλάγια ή στην κορυφή, τα οποία είναι ειδικά σχεδιασμένα και κατασκευασμένα για να δίνουν σήμα συναγερμού ή για σηματοδοσία και τα οποία είναι σχεδιασμένα για να εξακοντίζουν άσφαιρα πυρά, ερεθιστικούς παράγοντες, άλλες ενεργές ουσίες ή πυροτεχνουργήματα.
1ζ.Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “όπλα χαιρετισμού και κρότου” νοούνται πυροβόλα όπλα που έχουν υποστεί ειδική μετατροπή προκειμένου να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο για την εξακόντιση άσφαιρων πυρών, για χρήση σε θεατρικές παραστάσεις, φωτογραφήσεις, κινηματογραφικά έργα ή τηλεοπτικές εγγραφές.
1η.Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “αντίγραφα όπλων” νοούνται αντικείμενα που έχουν τη φυσική εμφάνιση πυροβόλου όπλου, αλλά είναι κατασκευασμένα με τρόπο που δεν επιτρέπει τη μετατροπή τους για την εξακόντιση σφαίρας, βολίδας ή βλήματος μέσω της ενέργειας εκρηκτικής ύλης.
1θ.Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “απενεργοποιημένα πυροβόλα όπλα” νοούνται πυροβόλα όπλα που έχουν υποστεί τροποποίηση προκειμένου να καταστούν οριστικά ακατάλληλα προς χρήση μέσω απενεργοποίησης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι όλα τα ουσιώδη μέρη του πυροβόλου όπλου κατέστησαν οριστικά ακατάλληλα προς χρήση και μη δυνάμενα να αφαιρεθούν, να αντικατασταθούν ή να τροποποιηθούν κατά τρόπο που να καθιστά δυνατή οποιαδήποτε ενδεχόμενη επανενεργοποίηση.»
δ)η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«2.Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “μεσίτης” νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου η επαγγελματική δραστηριότητα συνίσταται καθ’ ολοκληρία ή εν μέρει στα εξής:
i)στην κατασκευή, εμπορία, ανταλλαγή, ενοικίαση, επισκευή ή μετατροπή πυροβόλων όπλων·
ii)στην κατασκευή, εμπορία, ανταλλαγή, ενοικίαση, επισκευή ή μετατροπή συστατικών μερών πυροβόλων όπλων·
iii)στην κατασκευή, εμπορία, ανταλλαγή ή μετατροπή πυρομαχικών.»
2)Στο άρθρο 2, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«2.Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στην απόκτηση ή κατοχή όπλων και πυρομαχικών, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, από τις ένοπλες δυνάμεις, την αστυνομία, τις δημόσιες αρχές. Δεν εφαρμόζεται επίσης στη μεταφορά πολεμικών όπλων και πυρομαχικών για εμπορικούς σκοπούς.»
3)Στο άρθρο 4 οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:
«1.Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οποιοδήποτε πυροβόλο όπλο ή μέρος του που κυκλοφορεί στην αγορά έχει σημανθεί και καταγραφεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.
2.Για τον προσδιορισμό και την ιχνηλάτηση κάθε συναρμολογημένου πυροβόλου όπλου, τα κράτη μέλη απαιτούν, κατά τον χρόνο κατασκευής κάθε πυροβόλου όπλου ή κατά τον χρόνο εισαγωγής του στην Ένωση, ενιαία σήμανση που περιλαμβάνει την επωνυμία του κατασκευαστή, τη χώρα ή τον τόπο κατασκευής, τον αριθμό σειράς και το έτος κατασκευής, αν αυτό δεν περιλαμβάνεται ήδη στον αριθμό σειράς. Η διάταξη αυτή δεν αποκλείει την ενδεχόμενη προσθήκη του εμπορικού σήματος του κατασκευαστή.
Η σήμανση τοποθετείται στο δοχείο του πυροβόλου όπλου.
Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη σήμανση κάθε στοιχειώδους μονάδας συσκευασίας πυρομαχικών κατά τρόπο ώστε να προκύπτει το όνομα του κατασκευαστή, ο αναγνωριστικός αριθμός παρτίδας, το διαμέτρημα και ο τύπος πυρομαχικού.
Επιπλέον, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, σε περίπτωση μεταφοράς πυροβόλου όπλου από τα κρατικά τους αποθέματα με σκοπό τη μόνιμη χρήση του από πολίτες, το εν λόγω όπλο να διαθέτει ενιαία σήμανση που να επιτρέπει την αναγνώριση της κυβέρνησης από την οποία γίνεται η μεταφορά.
3.Τα κράτη μέλη εξαρτούν την άσκηση της δραστηριότητας του οπλοπώλη ή μεσίτη στο έδαφός τους από την απόκτηση άδειας η οποία χορηγείται κατόπιν ελέγχου τουλάχιστον όσον αφορά την προσωπική και επαγγελματική ακεραιότητα καθώς και τις ικανότητες του οπλοπώλη ή μεσίτη. Εάν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, ο έλεγχος αφορά το νομικό πρόσωπο και το πρόσωπο που διευθύνει την επιχείρηση.»
4) Στο άρθρο 4, η παράγραφος 4 τροποποιείται ως εξής:
α)Στο πρώτο εδάφιο, η δεύτερη φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Το εν λόγω σύστημα αρχειοθέτησης καταγράφει τον τύπο, τη μάρκα, το μοντέλο, το διαμέτρημα, τον αριθμό σειράς κάθε πυροβόλου όπλου, καθώς και το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του προμηθευτή και του αγοραστή ή του κατόχου του όπλου. Το αρχείο πυροβόλων όπλων, συμπεριλαμβανομένων των απενεργοποιημένων πυροβόλων όπλων, διατηρείται μέχρις ότου πιστοποιηθεί η καταστροφή του πυροβόλου όπλου από τις αρμόδιες αρχές.»
β)Το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Κατά τη διάρκεια άσκησης της δραστηριότητάς τους, οι οπλοπώλες και οι μεσίτες τηρούν μητρώο στο οποίο καταγράφουν όλα τα εισερχόμενα και εξερχόμενα πυροβόλα όπλα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, σε συνδυασμό με στοιχεία που επιτρέπουν τον εντοπισμό και την ιχνηλάτηση του όπλου, όπως είναι ιδίως ο τύπος, η μάρκα, το μοντέλο, το διαμέτρημα και ο αριθμός σειράς του όπλου, καθώς και το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του προμηθευτή και του αγοραστή.
Μόλις παύσει τις δραστηριότητές του, ο οπλοπώλης ή ο μεσίτης παραδίδει το μητρώο στην εθνική αρχή που είναι αρμόδια για το σύστημα αρχειοθέτησης που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο.
Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι τα μητρώα οπλοπωλών και μεσιτών που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτειά τους συνδέονται με το μηχανοργανωμένο σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων πυροβόλων όπλων.»
5)Το άρθρο 4β αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Άρθρο 4β
1.Τα κράτη μέλη θεσπίζουν σύστημα για τη ρύθμιση των δραστηριοτήτων των μεσιτών και οπλοπωλών. Το σύστημα αυτό μπορεί να καλύπτει ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:
α)καταγραφή των μεσιτών και οπλοπωλών που δραστηριοποιούνται στην επικράτειά τους·
β)αδειοδότηση ή εξουσιοδότηση για την εκτέλεση των δραστηριοτήτων των μεσιτών και οπλοπωλών.
2.Το σύστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τουλάχιστον έλεγχο της ιδιωτικής και επαγγελματικής ακεραιότητας και της ικανότητας του οπλοπώλη ή του μεσίτη. Εάν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, ο έλεγχος αφορά το νομικό πρόσωπο και το πρόσωπο που διευθύνει την επιχείρηση.»
6)Τα άρθρα 5 και 6 αντικαθίστανται από τα ακόλουθα:
«Άρθρο 5
1.Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 3, τα κράτη μέλη χορηγούν άδεια για την απόκτηση και κατοχή πυροβόλων όπλων μόνο σε πρόσωπα που έχουν βάσιμο λόγο και τα οποία:
α)έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους, εκτός από την περίπτωση της κατοχής πυροβόλου όπλου για κυνήγι και σκοποβολή, υπό την προϋπόθεση ότι τα άτομα κάτω των 18 ετών έχουν την άδεια των γονέων τους ή τελούν υπό την καθοδήγησή τους, ή υπό την καθοδήγηση ενηλίκου κατόχου έγκυρης άδειας κυνηγίου ή σκοποβολής, ή βρίσκονται εντός εγκεκριμένου προπονητικού κέντρου που κατέχει σχετική άδεια ή άλλου είδους εγκεκριμένου κέντρου·
β)δεν είναι πιθανό να αποτελέσουν κίνδυνο για τον εαυτό τους, τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια ασφάλεια· η καταδίκη για εκ προθέσεως έγκλημα βίας θεωρείται ένδειξη του κινδύνου αυτού.
2.Τα κράτη μέλη προβλέπουν τη διενέργεια τυποποιημένων ιατρικών εξετάσεων για την έκδοση ή την ανανέωση των αδειών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και ανακαλούν τις άδειες εάν οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκαν δεν ικανοποιείται πλέον.
Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να απαγορεύσουν σε άτομα που κατοικούν στην επικράτειά τους την κατοχή όπλου το οποίο αποκτήθηκε σε άλλο κράτος μέλος, παρά μόνο εάν απαγορεύουν την απόκτηση του ιδίου όπλου στην επικράτειά τους.
Άρθρο 6
Τα κράτη μέλη προβαίνουν στις δέουσες ενέργειες για την απαγόρευση της απόκτησης και κατοχής πυροβόλων όπλων και πυρομαχικών που κατατάσσονται στην κατηγορία Α και την καταστροφή εκείνων των πυροβόλων όπλων και πυρομαχικών τα οποία κατέχονται κατά παράβαση της παρούσας διάταξης και κατάσχονται.
Τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν άδεια σε φορείς που ασχολούνται με πολιτιστικές και ιστορικές πτυχές των όπλων και είναι αναγνωρισμένοι με την ιδιότητα αυτή από το κράτος μέλος στου οποίου την επικράτεια είναι εγκατεστημένοι για την κατοχή πυροβόλων όπλων που κατατάσσονται στην κατηγορία Α και τα οποία αποκτήθηκαν πριν από [την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], υπό την προϋπόθεση ότι τα όπλα αυτά έχουν απενεργοποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις εφαρμογής του άρθρου 10 στοιχείο β).
Χορηγείται άδεια για την εξ αποστάσεως αγορά πυροβόλων όπλων, μερών τους και πυρομαχικών αναφορικά με τις κατηγορίες Α, Β και Γ, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(*), μόνο όσον αφορά οπλοπώλες και μεσίτες και υπόκειται στον αυστηρό έλεγχο των κρατών μελών.
____________________________________________________________________
(*) Οδηγία 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 1997, για την προστασία των καταναλωτών κατά τις εξ αποστάσεως συμβάσεις (ΕΕ L 144 της 4.6.1997, σ. 19).
7)Στο άρθρο 7 παράγραφος 4 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Οι μέγιστες προθεσμίες δεν υπερβαίνουν τα πέντε έτη. Η άδεια δύναται να ανανεωθεί εάν εξακολουθούν να ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκε.»
8)Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 10α, 10β και 10γ:
«Άρθρο 10α
Τα κράτη μάλη λαμβάνουν μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι τα όπλα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού και για σηματοδοσία, καθώς και τα όπλα χαιρετισμού και κρότου δεν θα μπορούν να μετατραπούν σε πυροβόλα όπλα.
Η Επιτροπή θεσπίζει τεχνικές προδιαγραφές για τα όπλα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού και για σηματοδοσία καθώς και για τα όπλα χαιρετισμού και κρότου, προκειμένου να διασφαλίσει ότι δεν θα μπορούν να μετατραπούν σε πυροβόλα όπλα.
Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 13β παράγραφος 2.
Άρθρο 10β
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διατάξεις ώστε οι αρμόδιες αρχές να επαληθεύουν την απενεργοποίηση των πυροβόλων όπλων προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι μετατροπές που πραγματοποιούνται σε πυροβόλο όπλο το καθιστούν αμετάκλητα ακατάλληλο για χρήση. Τα κράτη μέλη προβλέπουν, στο πλαίσιο της εν λόγω επαλήθευσης, τη χορήγηση πιστοποιητικού ή εγγράφου που επιβεβαιώνει την απενεργοποίηση του πυροβόλου όπλου ή την απόθεση σχετικού ευδιάκριτου σήματος επί του πυροβόλου όπλου.
Η Επιτροπή θεσπίζει πρότυπα και τεχνικές απενεργοποίησης, με σκοπό να διασφαλιστεί ότι τα απενεργοποιημένα πυροβόλα όπλα καθίστανται αμετάκλητα ακατάλληλα για χρήση. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 13β παράγραφος 2.»
9)Στο άρθρο 13, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 4 και 5:
«4.Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τις άδειες που χορηγούνται για τη μεταφορά πυροβόλων όπλων σε άλλο κράτος μέλος, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τη μη χορήγηση αδειών, όπως ορίζεται στο άρθρο 7.
5.Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 13α σχετικά με τους τρόπους ανταλλαγής πληροφοριών για τη χορήγηση και τη μη χορήγηση αδειών.»
10)Το άρθρο 13α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Άρθρο 13α
1.Η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.
2.Η αναφερόμενη στο άρθρο 13 εξουσιοδότηση εκχωρείται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Οδηγίας.
3.Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 13 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιωνδήποτε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.
4.Μόλις η Επιτροπή εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
5.Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 13 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός προθεσμίας 2 μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά 2 μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»
11)Προστίθεται το άρθρο 13β:
«Άρθρο 13β
1.Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου(*).
2.Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
____________________________________________________________________
(*) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»
12)Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Άρθρο 17
Η Επιτροπή υποβάλλει ανά πενταετία έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, συνοδευόμενη, κατά περίπτωση, από προτάσεις ιδίως σχετικά με τις κατηγορίες πυροβόλων όπλων του παραρτήματος Ι και τα ζητήματα που σχετίζονται με τις νέες τεχνολογίες, όπως η τρισδιάστατη εκτύπωση. Η πρώτη έκθεση υποβάλλεται δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.
Η Επιτροπή αξιολογεί, έως [ημερομηνία], τα απαραίτητα στοιχεία ενός συστήματος ανταλλαγής μεταξύ των κρατών μελών των πληροφοριών που περιέχονται στα μηχανοργανωμένα συστήματα αρχειοθέτησης δεδομένων τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 4. Η αξιολόγηση της Επιτροπής συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από νομοθετική πρόταση που λαμβάνει υπόψη τα υφιστάμενα μέσα όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών.»
13)Στο παράρτημα I της οδηγίας 91/477/ΕΚ, το μέρος ΙΙ τροποποιείται ως εξής:
α)Το στοιχείο Α τροποποιείται ως εξής:
i)στην κατηγορία Α, προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:
«6.Τα αυτόματα πυροβόλα όπλα που έχουν μετατραπεί σε ημιαυτόματα πυροβόλα όπλα·
7.Τα ημιαυτόματα μη πολεμικά πυροβόλα όπλα που έχουν τη μορφή αυτόματου πυροβόλου όπλου·
8.Τα πυροβόλα όπλα που αναφέρονται στα στοιχεία 1 έως 7, αφού έχουν απενεργοποιηθεί.»
ii)στην κατηγορία Β, απαλείφεται το στοιχείο 7.
iii)Στην κατηγορία Γ, προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:
«5.Τα όπλα που χρησιμοποιούνται για να δίνουν σήμα συναγερμού και για σηματοδοσία, τα όπλα χαιρετισμού και κρότου, καθώς και τα αντίγραφα όπλων·
6.Τα πυροβόλα όπλα που κατατάσσονται στην κατηγορία Β και στα στοιχεία 1 έως 5 της κατηγορίας Γ, αφού έχουν απενεργοποιηθεί.»
β)στο σημείο Β, απαλείφεται το ακόλουθο κείμενο:
«Ο μηχανισμός κλείστρου, η θαλάμη και η κάννη των πυροβόλων όπλων, ως μεμονωμένα αντικείμενα, περιλαμβάνονται στην ίδια κατηγορία με το πυροβόλο όπλο του οποίου αποτελούν ή προορίζονται να αποτελέσουν μέρη.»
14)στο παράρτημα I της οδηγίας 91/477/ΕΚ, το μέρος ΙΙΙ τροποποιείται ως εξής:
α)απαλείφεται το στοιχείο α)·
β)Το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«έχουν σχεδιαστεί για διάσωση, για σφαγή ζώων ή για αλιεία με καμάκι, ή προορίζονται για βιομηχανικούς ή τεχνικούς σκοπούς υπό τον όρο ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για αυτή τη συγκεκριμένη χρήση·»
γ)απαλείφεται το δεύτερο εδάφιο.
Άρθρο 2
1.Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία [3 μήνες από τη δημοσίευσή της στην ΕΕ]. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.
Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.
2.Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 3
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 4
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες,
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
Ο Πρόεδρος