EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52015AE5033

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Έναρξη της διαδικασίας δημόσιας διαβούλευσης σχετικά με τον ανασχεδιασμό της αγοράς ενέργειας» [COM(2015) 340 final]

ΕΕ C 82 της 3.3.2016, p. 13–21 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

3.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 82/13


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Έναρξη της διαδικασίας δημόσιας διαβούλευσης σχετικά με τον ανασχεδιασμό της αγοράς ενέργειας»

[COM(2015) 340 final]

(2016/C 082/03)

Εισηγητής:

ο κ. Lutz RIBBE

Στις 15 Ιουλίου 2015, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:

«Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Έναρξη της διαδικασίας δημόσιας διαβούλευσης σχετικά με τον ανασχεδιασμό της αγοράς ενέργειας»

[COM(2015) 340 final].

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές και κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 7 Ιανουαρίου 2016.

Κατά την 513η σύνοδο ολομέλειας, της 20ής και 21ης Ιανουαρίου 2016 (συνεδρίαση της 20ής Ιανουαρίου 2016), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 212 ψήφους υπέρ, 4 κατά και 7 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1.

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την ανακοίνωση και στηρίζει πολλές από τις προτάσεις που διατυπώνονται σε αυτήν, προτάσεις οι οποίες αποτελούν λογική απόρροια του προβληματισμού για την ευρωπαϊκή ενεργειακή ένωση.

1.2.

Οι προαναφερθείσες βελτιώσεις στις αγορές, που συμπεριλαμβάνουν τις ενδοημερήσιες συναλλαγές, την άρση των στρεβλωτικών για τον ανταγωνισμό ρυθμίσεων, την απόκριση στη ζήτηση και τη δημιουργία των κατάλληλων μηνυμάτων όσον αφορά τις τιμές είναι κατ’ αρχήν ενδεδειγμένα και σημαντικά μέτρα για τον ανασχεδιασμό της ενεργειακής αγοράς, η οποία θα είναι στο εξής περισσότερο προσανατολισμένη στις ιδιαιτερότητες μεταβλητών και αποκεντρωμένων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

1.3.

Ο ασφαλής και οικονομικά προσιτός εφοδιασμός των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών με (καθαρή) ενέργεια είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομία και για τον σύγχρονο άνθρωπο. Ο ενεργειακός εφοδιασμός αποτελεί κατ’ αρχήν κοινωνικό ζήτημα που απαιτεί την εξεύρεση της σωστής ισορροπίας μεταξύ αγοράς και ρύθμισης. Το θέμα αυτό δεν έχει ακόμη συζητηθεί επαρκώς σε πολιτικό επίπεδο ούτε και στην παρούσα ανακοίνωση.

1.4.

Ο σκοπός του ενεργειακού εφοδιασμού χαμηλών εκπομπών άνθρακα με υψηλά μερίδια ρυθμιζόμενων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μπορεί σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα να επιτευχθεί μόνον εφόσον όλοι οι παράγοντες της αγοράς (συμπεριλαμβανομένων των νέων) θα έχουν στη διάθεσή τους επαρκείς δυνατότητες ευελιξίας, όπως επαρκή ικανότητα αποθήκευσης, ευέλικτες και φιλικές προς τον καταναλωτή επιλογές ως προς τη ζήτηση καθώς και ευέλικτες τεχνολογίες παραγωγής ηλεκτρισμού (π.χ. συμπαραγωγή ενέργειας — θερμότητας), σε συνδυασμό με δεόντως αναβαθμισμένες και διασυνδεδεμένες υποδομές διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, εφόσον οι καταναλωτές ενημερώνονται επαρκώς, εγκαίρως και με τον ορθό τρόπο, είναι σε θέση να αξιοποιήσουν τις δικές τους δυνατότητες εμπορικής διάθεσης και μπορούν να υπολογίζουν στις αναγκαίες επενδύσεις στην τεχνολογία και στις υποδομές. Όλα αυτά δεν είναι σήμερα δεδομένα.

1.5.

Οι ενδείξεις των τιμών είναι σημαντικές, επειδή ο ανασχεδιασμός του τρέχοντος συστήματος θα απαιτήσει υψηλές επενδύσεις. Με τις τρέχουσες αγοραίες τιμές των 30 ή 40 ευρώ/MWh, οι επενδύσεις δεν μπορούν να αναχρηματοδοτηθούν, ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για επενδύσεις σε ικανότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ή για τεχνολογίες αποθήκευσης. Τέτοιες τιμές αγοράς είναι εφικτές μόνον επειδή, μεταξύ άλλων, στην αγορά διοχετεύονται μεγάλες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς παραγωγής που έχει οριστεί ότι θα πάψουν να λειτουργούν και καταβάλλονται επιδοτήσεις για ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από άνθρακα, από πυρηνικούς σταθμούς και από ανανεώσιμες πηγές. Συνεπώς, οι σημερινές χρηματιστηριακές τιμές δεν αντικατοπτρίζουν ούτε καν την πραγματική διάρθρωση του κόστους. Λόγω των επιδοτήσεων και της υπέρμετρης ρύθμισης, οι τιμές στο χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας παρέχουν στρεβλή εικόνα του πραγματικού κόστους παραγωγής της. Μόνο οι ρεαλιστικές και διαφανείς τιμές δίνουν τα σωστά μηνύματα για τις μεγάλης εμβέλειας επενδύσεις που είναι απαραίτητες για την αναδιάρθρωση του υπάρχοντος συστήματος.

1.6.

Συνεπώς, για την τιμολόγηση χρειάζεται να εφαρμοστούν εντελώς νέες προσεγγίσεις, προκειμένου να εξασφαλιστεί μια ανταγωνιστική βάση για την επιθυμητή ποιότητα του νέου δικτύου (στην οποία περιλαμβάνονται και η απόκριση της ζήτησης και η αποθήκευση). Μια προσέγγιση θα ήταν να ευθυγραμμιστούν οι ρυθμιστικές συνιστώσες περισσότερο με τις επιθυμητές αλλαγές και να αξιολογηθεί με καλύτερο τρόπο η σταθερότητα του συστήματος.

1.7.

Οι τιμές πρέπει στο μέλλον να αντανακλούν το πραγματικό πλήρες κόστος της παραγωγής, του εφοδιασμού και της διάθεσης της ηλεκτρικής ενέργειας, μαζί με τις αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις (π.χ. εκπομπές CO2). Η διαμόρφωση των τιμών πρέπει να γίνεται ρεαλιστικά. Τούτο σημαίνει ότι η Επιτροπή πρέπει να προσαρμόσει το δικό της καθεστώς ενισχύσεων και οι κρατικά καθορισμένες τιμές, που εξακολουθούν να ισχύουν, πρέπει να καταργηθούν. Ωστόσο η Επιτροπή δεν έχει καταθέσει μέχρι στιγμής κάποια συνεκτική πρόταση για τον σκοπό αυτό.

1.8.

Η κύρια τεχνική πρόκληση του νέου ενεργειακού συστήματος έγκειται στο ότι η ηλεκτρική ενέργεια δεν θα ελέγχεται πλέον κεντρικά από μεγάλες μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού πριν διοχετευτεί στους καταναλωτές («από την κορυφή προς τη βάση»), αλλά ότι με βάση πολλές αποκεντρωμένες και εν μέρει κυμαινόμενες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα δημιουργηθούν νέες «νησίδες παραγωγής και εφοδιασμού ενέργειας», που πρέπει να είναι δικτυωμένες μεταξύ τους («από τη βάση προς την κορυφή») και στις οποίες εξέχοντα ρόλο θα διαδραματίσουν η κατανομή της ζήτησης (συμπεριλαμβανομένης της αποθήκευσης), καθώς και το τοπικό/περιφερειακό μάρκετινγκ.

1.9.

Η ΕΟΚΕ έχει υπογραμμίσει επανειλημμένα ότι τέτοια νέα, αποκεντρωμένα ενεργειακά συστήματα προσφέρουν ευκαιρίες, και όχι μόνο από την άποψη της αποδοχής εκ μέρους του κοινού των απαραίτητων διαρθρωτικών αλλαγών και των απαιτούμενων επενδύσεων (1). Μπορεί, επίσης να προκύψουν και σε επίπεδο περιφερειακής οικονομίας νέες προοπτικές και νέες ευκαιρίες παραγωγής αξίας εκτός των ήδη γνωστών δομών. Με τις νέες τεχνολογίες θα καταστεί εφικτή η επανασύνδεση της περιφερειακής ανάπτυξης με την ενεργειακή πολιτική. Επιπλέον, οι δικτυωμένες νησίδες εφοδιασμού με ενέργεια ενισχύουν την ασφάλεια έναντι επιθέσεων σε υποδομές ζωτικής σημασίας.

1.10.

Η Επιτροπή θα πρέπει επομένως να θεωρήσει το σύστημα εμπορίας από τη σκοπιά των αναγκαίων ενεργειακών υποδομών και να μην προσπαθήσει να κάνει τις απαραίτητες αλλαγές στην ενεργειακή υποδομή συμβατές με το υπάρχον σύστημα εμπορίας. Θα πρέπει επίσης να εξετάσει από κοινού με τους φορείς της αγοράς ποιες αλλαγές στις ενεργειακές υποδομές και στο σύστημα εμπορίας θα μπορούσαν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την επίτευξη ενός πιο ποικιλόμορφου, ευέλικτου, εστιασμένου στον καταναλωτή και οικονομικά αποδοτικού συστήματος ενέργειας.

1.11.

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της όχι μόνο για τις δηλώσεις της Επιτροπής σχετικά με την ποικιλία νέων παραγόντων, αλλά πολύ περισσότερο επειδή θεωρεί καθοριστικής σημασίας την ενεργό συμμετοχή των καταναλωτών (δηλαδή των επιχειρήσεων, των πολιτών, των δημοτικών επιχειρήσεων κ.λπ.) στην παραγωγή και την άμεση διάθεση στην τοπική και περιφερειακή αγορά. Εάν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι πολίτες ή οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας αποφασίσουν σήμερα να αξιοποιήσουν τις διαθέσιμες σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο δυνατότητες παραγωγής ενέργειας, για παράδειγμα με την από κοινού χρήση ηλιακών ή αιολικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, τότε θα πρέπει να τους επιτραπεί να μπορούν πολύ πιο εύκολα απ’ ό,τι μέχρι σήμερα να χρησιμοποιούν ή να εμπορεύονται την παραγόμενη ενέργεια απευθείας και απρόσκοπτα, χωρίς την παρέμβαση των αγορών ή των μεσαζόντων. Το έγγραφο της Επιτροπής αφήνει και σε αυτό το σημείο πολλά ερωτήματα ανοικτά.

1.12.

Η Επιτροπή έχει επανειλημμένα τονίσει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν εμπόδια για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας τα οποία πρέπει να αντιμετωπιστούν και ότι είναι απαραίτητη η προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην περιφερειακή αγορά. Η ΕΟΚΕ έχει την ίδια γνώμη, επισημαίνει ωστόσο ότι η επέκταση της αγοράς και η μείωση των κανονιστικών ρυθμίσεων δεν θα οδηγήσουν από μόνες τους σε αύξηση της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Δυστυχώς όμως η υπό συζήτηση ανακοίνωση δεν διασαφηνίζει τις ακριβείς απόψεις της Επιτροπής επί του θέματος αυτού.

2.   Σύνοψη και ιστορικό πλαίσιο της ανακοίνωσης της Επιτροπής

2.1.

Η ανάπτυξη μιας ανθεκτικής στις κρίσεις ενεργειακής ένωσης με μια μελλοντοστρεφή στρατηγική για την προστασία του κλίματος είναι ένας από τους στρατηγικούς στόχους των κατευθυντήριων γραμμών της πολιτικής της Επιτροπής Juncker.

2.2.

Η φιλοδοξία αυτή επιβεβαιώθηκε στο πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2015 (2) και αναπτύχθηκε διεξοδικότερα στη «Στρατηγική πλαίσιο για μια ανθεκτική Ενεργειακή Ένωση με μακρόπνοη πολιτική για την κλιματική αλλαγή» (3): εκτός από τον αξιόπιστο και οικονομικά προσιτό ενεργειακό εφοδιασμό, το ζητούμενο είναι η δημιουργία ενός βιώσιμου και φιλικού προς το περιβάλλον ενεργειακού συστήματος με έντονο ανταγωνισμό στην αγορά και καινοτομία. Στο στρατηγικό πλαίσιο τονίζεται ιδιαιτέρως ο ενεργός ρόλος των πολιτών στην αναδιαμόρφωση του συστήματος παραγωγής ενέργειας. Ο μετασχηματισμός της αγοράς ενέργειας —ιδιαίτερα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας— είναι ένα σημαντικό βήμα προς την επίτευξη των στόχων αυτών.

2.3.

Η δημόσια διαβούλευση που δρομολογήθηκε με την ανακοίνωση της Επιτροπής έχει ως στόχο να βοηθήσει να ξεπεραστούν μια σειρά από σημαντικές προκλήσεις που εμποδίζουν την ανάπτυξη ενός βιώσιμου ενεργειακού συστήματος.

2.4.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνδέει αυτές τις προκλήσεις με το γεγονός ότι «η κρατούσα αντίληψη για την αγορά ανάγεται σε μια εποχή κατά την οποία μεγάλοι, κεντρικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής, κυρίως από ορυκτά καύσιμα, είχαν ως κύριο σκοπό τον εφοδιασμό όλων των κατοικιών και επιχειρήσεων σε μια περιορισμένη περιοχή —συνήθως σε ένα κράτος μέλος— με όση ηλεκτρική ενέργεια επιθυμούσαν, και στην οποία οι καταναλωτές —νοικοκυριά, επιχειρήσεις και βιομηχανία— διαδραμάτιζαν παθητικό ρόλο». Στόχος της Επιτροπής είναι «ο ριζικός μετασχηματισμός του ενεργειακού συστήματος της Ευρώπης» σε ένα σύστημα πιο αποκεντρωμένης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας η οποία θα βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε μεταβλητές πηγές ενέργειας, με τη συμμετοχή πολύ περισσότερων παραγόντων, με εναλλασσόμενους ρόλους στην αγορά, όπου η διαχείριση της ζήτησης θα αποτελεί μια νέα, σημαντική πρόκληση.

2.5.

Η Επιτροπή αναφέρει τις ακόλουθες ιδιαίτερες προκλήσεις:

διαμόρφωση των τιμών και παροχή επενδυτικών κινήτρων σε κατακερματισμένες αγορές,

συνεχιζόμενη ρύθμιση των τιμών και της πρόσβασης στην αγορά σε εθνικό επίπεδο, καθώς και περαιτέρω παρεμβάσεις στην αγορά στα κράτη μέλη,

ακαμψία των αγορών στην προσφορά και τη ζήτηση ενόψει της επέκτασης της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της αρχής της «προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση»,

ανεπαρκείς δυνατότητες ενεργού συμμετοχής των πολιτών στη διαμόρφωση του ενεργειακού μέλλοντος.

2.6.

Για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων, η Επιτροπή προσδιορίζει την ακόλουθη σειρά μέτρων:

δημιουργία μιας ευέλικτης, διασυνοριακής βραχυπρόθεσμης αγοράς για το εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας (ενδοημερήσια αγορά),

ορισμός μακροπρόθεσμων ενδείξεων μέσω των τιμών μέσω της ευρωπαϊκής αγοράς εκπομπών CO2,

ολοκλήρωση των διασυνδέσεων των υποδομών,

περιφερειακή στήριξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σύμφωνα με τις απαιτήσεις που επικρατούν στην αγορά,

σύνδεση των αγορών χονδρικής με τις αγορές λιανικής με στόχο την ενίσχυση των ενδείξεων μέσω των τιμών για τους τελικούς καταναλωτές,

κατάργηση της ρύθμισης των τιμών στην αγορά λιανικής και των εμποδίων πρόσβασης στην αγορά για τους φορείς συγκέντρωσης και άλλους παράγοντες της αγοράς,

περιφερειακός συντονισμός της ενεργειακής πολιτικής,

συντονισμός, σε ευρωπαϊκό και σε περιφερειακό επίπεδο, των ρυθμιστικών παραγόντων της ενεργειακής αγοράς και των διαχειριστών συστημάτων,

ευθυγράμμιση των μεθόδων για την αξιολόγηση της επάρκειας των ενεργειακών συστημάτων όσον αφορά την ασφάλεια του εφοδιασμού σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο,

θέσπιση πλαισίου για τη δημιουργία διασυνοριακών μηχανισμών δυναμικότητας.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1.

Χρειάζονται πολλές θεμελιώδεις αλλαγές για την επίτευξη των στόχων της ευρωπαϊκής ενεργειακής ένωσης. Περιλαμβάνουν, όπως εξηγεί η Επιτροπή, μια πλήρη αναμόρφωση του τρόπου με τον οποίο έχει σχεδιαστεί η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

3.2.

Οι αλλαγές αυτές θα τύχουν επαρκούς κοινωνικής αποδοχής εφόσον προηγηθεί μια εντατική και καλά οργανωμένη διαδικασία διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους φορείς και την κοινωνία πολιτών και εφόσον οι παράγοντες αυτοί γίνουν δεκτοί ως ενεργοί εταίροι σε αυτή τη διαδικασία και όχι ως τα μέρη που πρέπει να κληθούν σε διαβούλευση.

3.3.

Η ΕΟΚΕ έχει περιγράψει πώς θα μπορούσε να διαμορφωθεί η διαδικασία αυτή σε μια μελέτη που εκπόνησε (4) με αντικείμενο την αξιολόγηση της διαδικασίας διαβούλευσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τα «ενδιαφερόμενα μέρη». Εκεί αναφέρεται επίσης στην πρωτοβουλία της για τη δρομολόγηση «ευρωπαϊκού διαλόγου για την ενέργεια».

3.4.

Οι εκεί αναφερόμενες βελτιώσεις στις αγορές, που συμπεριλαμβάνουν τις ενδοημερήσιες συναλλαγές, την άρση των στρεβλωτικών για τον ανταγωνισμό ρυθμίσεων, την κατανομή των βαρών και τη δημιουργία των κατάλληλων ενδείξεων μέσω των τιμών είναι κατ’ αρχήν κατάλληλα και σημαντικά μέτρα για τον ανασχεδιασμό της αγοράς ενέργειας, η οποία θα είναι στο εξής περισσότερο προσανατολισμένη στις ιδιαιτερότητες των μεταβλητών και αποκεντρωμένων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να γίνουν εφικτοί οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Ένωσης —οι οποίοι έτυχαν ευνοϊκής υποδοχής από την ΕΟΚΕ— και να εξασφαλιστεί μια οικονομικά αποδοτική, φιλική προς το περιβάλλον, ασφαλής και οικονομικά προσιτή παροχή ηλεκτρικής ενέργειας για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.

3.5.

Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την ιδιαίτερη σημασία που έχουν οι ενδοημερήσιες συναλλαγές ως μέσο για την οργάνωση ουσιαστικών εμπορικών συναλλαγών σε ενέργεια παραγόμενη από μεταβλητές ανανεώσιμες πηγές.

3.6.

Επιδοκιμάζει δε την επανάληψη των βασικών αρχών του νέου ενεργειακού συστήματος στην ανακοίνωση. Θεωρεί επίσης ότι έτσι διαβιβάζεται το κατάλληλο μήνυμα σε όλους τους παράγοντες της αγοράς αλλά και σε όλη την κοινωνία. Στις αρχές αυτές περιλαμβάνονται:

η αρχή της «προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση»,

η αντίληψη του ενεργειακού εφοδιασμού χωρίς τη χρήση ορυκτών πηγών (5),

η αναγνώριση της μελλοντικής ανάγκης για περισσότερη αποκέντρωση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από μεταβλητές πηγές,

η σημασία της διαχείρισης της ζήτησης και της αποθήκευσης στο ενεργειακό σύστημα του μέλλοντος,

η αναγνώριση του εξελισσόμενου ρόλου των χρηστών σε ενεργούς καταναλωτές, καθώς και των παραγωγών και των διαχειριστών συστημάτων (6).

3.7.

Ο ασφαλής και οικονομικά προσιτός εφοδιασμός των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών με (καθαρή) ενέργεια είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομία και για τον σύγχρονο άνθρωπο. Ο ενεργειακός εφοδιασμός αποτελεί κατ’αρχήν ζήτημα ολόκληρου του κοινωνικού συνόλου που απαιτεί την εξεύρεση της σωστής ισορροπίας μεταξύ αγοράς και ρύθμισης. Το θέμα αυτό δεν έχει ακόμη συζητηθεί επαρκώς σε πολιτικό επίπεδο ούτε και στην εν λόγω ανακοίνωση. Για παράδειγμα, το ερώτημα αν θα ήταν καλύτερο να τεθούν τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής υπό δημόσιο έλεγχο —με παρόμοιο τρόπο όπως οι αυτοκινητόδρομοι, το σιδηροδρομικό δίκτυο ή το δίκτυο ύδρευσης— δεν μπορεί μεν να αποφασιστεί, μπορεί όμως να συζητηθεί στις Βρυξέλλες. Η ενεργειακή πολιτική περιλαμβάνει τη θέσπιση ενός σαφούς πλαισίου και τη ρυθμιστική εποπτεία. Περιλαμβάνει επίσης την προστασία των καταναλωτών και την προστασία των ιδιαίτερα ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.

3.8.

Η ΕΟΚΕ θα ήθελε να αποφύγει να σχολιάσει θετικά τα πολλά καλά μέτρα που παρουσίασε η Επιτροπή, συμπεριλαμβανομένης της κριτικής στάσης της σχετικά με τα αποθέματα δυναμικότητας. Αντ’ αυτού, θα ήθελε να αναφερθεί σε μερικά από τα θέματα τα οποία πιστεύει ότι δεν εξετάζονται επαρκώς στην ανακοίνωση ή μπορεί να μην έχουν ληφθεί επαρκώς υπόψη από την Επιτροπή.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1.

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί πλήρως με την Επιτροπή ότι απαιτείται ένας «ριζικός μετασχηματισμός του ενεργειακού συστήματος της Ευρώπης». Ωστόσο, κατά την άποψή της, οι λύσεις που προτείνονται στην ανακοίνωση αντιπροσωπεύουν λιγότερο έναν «ριζικό μετασχηματισμό» και περισσότερο μια προσαρμογή ή συμπλήρωση του υπάρχοντος συστήματος.

4.2.

Η ΕΟΚΕ θα ήθελε να επιστήσει ιδιαίτερη προσοχή στο γεγονός ότι «ο ριζικός μετασχηματισμός» δεν μπορεί να συνεπάγεται μόνο τη διασύνδεση των εθνικών συστημάτων για να σχηματιστεί ένα ευρωπαϊκό δίκτυο, την αναμόρφωση των υφιστάμενων αγορών και συστημάτων συναλλαγών και τη σημαντική αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αυτό που χρειάζεται πολύ περισσότερο είναι να σχεδιαστεί και να αναπτυχθεί ένα εντελώς νέο ενεργειακό σύστημα, με ένα πολύ μεγαλύτερο και πιο αποκεντρωμένο φάσμα ενδιαφερόμενων μερών. Αυτό σημαίνει όχι μόνο την αναβάθμιση των υφιστάμενων δικτύων μεταφοράς και διανομής, αλλά και τη στήριξη αυτών με νέες, τεχνολογικά εξελιγμένες υποδομές. Σε κάποιον βαθμό αυτό το νέο δίκτυο θα πρέπει να βασίζεται σε εντελώς νέες και πιο διαφοροποιημένες υποδομές δράσης, δικτύωσης και εμπορίας. Εδώ, οι τρέχουσες παραδοσιακές πηγές ενέργειας θα διευκολύνουν τη μετάβαση.

4.3.

Ο στόχος του ενεργειακού εφοδιασμού με χαμηλές εκπομπές άνθρακα, με ένα υψηλό ποσοστό ρυθμιζόμενων πηγών ενέργειας, μπορούν να επιτευχθούν βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα μόνο εφόσον:

α)

όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά (συμπεριλαμβανομένων των νέων) έχουν στη διάθεσή τους αρκετές επιλογές οι οποίες προσφέρουν ευελιξία, όπως επαρκή χωρητικότητα αποθήκευσης, ευέλικτες, φιλικές προς τον καταναλωτή επιλογές ζήτησης και ευέλικτες τεχνολογίες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (π.χ. συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης)·

β)

οι καταναλωτές λαμβάνουν επαρκή, έγκαιρη και ορθή πληροφόρηση·

γ)

έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν δικές τους δυνατότητες εμπορίας·

δ)

υπάρχει μια επαρκώς αναπτυγμένη και συνδεδεμένη υποδομή διανομής ηλεκτρικής ενέργειας· και

ε)

οι απαραίτητες επενδύσεις σε τεχνολογίες και υποδομές αποδειχτούν αποδοτικές.

Όλα αυτά δεν είναι σήμερα δεδομένα.

4.4.   Ενδείξεις μέσω των τιμών και επενδυτικά κίνητρα

4.4.1.

Η Επιτροπή τονίζει τη σημασία των ενδείξεων μέσω των τιμών, οι οποίες θα πρέπει: α) να ενθαρρύνουν τους καταναλωτές να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην αγορά ενέργειας· και β) να παρέχουν κίνητρα στις επιχειρήσεις να επενδύσουν σε νέες τεχνολογίες παραγωγής ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Αυτές οι ενδείξεις των τιμών είναι σημαντικές επειδή ο ανασχεδιασμός του τρέχοντος συστήματος θα απαιτήσει υψηλές επενδύσεις. Με τις χρηματιστηριακές τιμές να κυμαίνονται σήμερα στα 30 ή 40 ευρώ/MWh, που είναι βέβαια ενδιαφέρουσες για τους καταναλωτές στον βαθμό που πράγματι φτάνουν σε αυτούς, οι επενδύσεις, είτε αφορούν νέο δυναμικό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας είτε τεχνολογίες αποθήκευσης, δεν μπορούν να αναχρηματοδοτηθούν. Τέτοιες τιμές αγοράς είναι εφικτές μόνον επειδή, μεταξύ άλλων, στην αγορά διοχετεύονται μεγάλες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς παραγωγής που έχει οριστεί ότι θα πάψουν να λειτουργούν και καταβάλλονται επιδοτήσεις για ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από άνθρακα, από πυρηνικούς σταθμούς και από ανανεώσιμες πηγές. Συνεπώς, οι σημερινές χρηματιστηριακές τιμές δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματική διάρθρωση του κόστους. Λόγω των επιδοτήσεων και της υπέρμετρης ρύθμισης, οι τιμές στο χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας παρέχουν στρεβλή εικόνα του πραγματικού κόστους παραγωγής ηλεκτρισμού. Μόνον οι ρεαλιστικές και διαφανείς τιμές δίνουν τα σωστά μηνύματα για τις μεγάλης εμβέλειας επενδύσεις που είναι απαραίτητες για την αναδιάρθρωση του υπάρχοντος συστήματος.

4.4.2.

Στην ανακοίνωση της Επιτροπής δίνεται λίγη σημασία στις επιπτώσεις της διάρθρωσης του κόστους των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας: στην περίπτωση μηδενικού οριακού κόστους για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας, οι αγορές χονδρικής δεν παρέχουν πλέον θετικές ενδείξεις μέσω των τιμών. Αυτό συνεπάγεται δύο τινά. Κατά πρώτον, αν οι τιμές χονδρικής δεν παρέχουν ενδείξεις για τη βραχυπρόθεσμη κατανομή ηλεκτρικής ενέργειας, αυτές πρέπει να δημιουργηθούν με άλλες ρυθμίσεις, όπως π.χ. με επιδοτήσεις. Κατά δεύτερον, το μηδενικό οριακό κόστος απαιτεί εντελώς νέους μηχανισμούς αναχρηματοδότησης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τις τεχνολογίες αποθήκευσης.

4.4.3.

Συνεπώς, για την τιμολόγηση χρειάζεται να εφαρμοστούν εντελώς νέες προσεγγίσεις, προκειμένου να εξασφαλιστεί μια ανταγωνιστική βάση για την επιθυμητή ποιότητα του νέου δικτύου (στην οποία περιλαμβάνονται και η απόκριση της ζήτησης και η αποθήκευση). Μία προσέγγιση θα ήταν να ανασχεδιαστούν τα ρυθμιστικά στοιχεία της τελικής τιμής καταναλωτή, ιδίως σε σχέση με τον φόρο ηλεκτρικής ενέργειας και τα τέλη χρήσης δικτύου. Θα πρέπει να διερευνηθεί η χρηματοδότηση των κοινών δαπανών στο ενεργειακό σύστημα.

4.4.4.

Προκειμένου οι τιμές να αντανακλούν με ακρίβεια το σύνολο του κόστους της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να μεριμνήσει για την διαφάνεια του κόστους μέσω μιας πανευρωπαϊκής εναρμονισμένης προσέγγισης. Οι προσδιορισμένες συγκρίσιμες δαπάνες πρέπει να αντικατοπτρίζουν το πραγματικό συνολικό κόστος της παραγωγής, του εφοδιασμού και της διάθεσης της ηλεκτρικής ενέργειας. Οι εν λόγω δαπάνες πρέπει να περιλαμβάνουν και τις αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις (π.χ. εκπομπές CO2) και επιδοτήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις (7) και δηλώσεις της και συνεχίζει να προτρέπει σθεναρά την Επιτροπή να υλοποιήσει τις υποσχέσεις της για πλήρη εσωτερίκευση στις τιμές του συνολικού κόστους (συμπεριλαμβανομένου του εξωτερικού) από την παραγωγή έως και τη διάθεση και να μην επιτρέψει οποιονδήποτε άμεσο ή έμμεσο ανταγωνισμό επιδοτήσεων μεταξύ των διαφόρων πηγών ενέργειας.

4.4.5.

Εκτός από τις πραγματικές δαπάνες, το ρυθμιστικό πλαίσιο θα πρέπει να σχεδιαστεί κατά τέτοιον τρόπο, ώστε οι τιμές να συνεκτιμούν την παροχή υπηρεσιών όπως και μέτρα για την αποφυγή βλαβερών για το κλίμα εκπομπών και τη δημιουργία των απαραίτητων θέσεων εργασίας υψηλής ποιότητας. Οι τιμές πρέπει να αντικατοπτρίζουν το γεγονός ότι υπάρχουν περίοδοι μεγάλης προσφοράς και χαμηλής ζήτησης και, αντιστρόφως, περίοδοι υψηλής ζήτησης και πιο περιορισμένης προσφοράς. Μόνο όταν οι τιμές αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δαπάνες και τις υπηρεσίες και οι μειώσεις μετακυλίονται στους καταναλωτές στο ακέραιο, θα αποδώσουν καρπούς τα σχέδια της Επιτροπής για προσαρμογές όπως η απόκριση της ζήτησης, πιο ευέλικτες μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και εγκαταστάσεις αποθήκευσης.

4.4.6.

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Επιτροπή ότι πρέπει να καταργηθεί η ρύθμιση των τιμών. Είναι ορθό να επιτραπεί η ελεύθερη —προς τα πάνω και προς τα κάτω— διαμόρφωση των τιμών. Αυτό οδηγεί στην αναγκαία αντίδραση της αγοράς και στηρίζονται οι δυνατότητες ευελιξίας, όπως η διαχείριση της ζήτησης και η αποθήκευση ενέργειας. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι κατευθυντήριες γραμμές των επιδοτήσεων της ΕΕ, σύμφωνα με τις οποίες δεν πρέπει να καταβάλλονται επιδοτήσεις όταν οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας είναι αρνητικές, αντιπροσωπεύουν μαζική παρέμβαση στην αγορά η οποία τοποθετεί μονομερώς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε μειονεκτική θέση και ωφελεί τις τεχνολογίες που βλάπτουν το περιβάλλον και έχουν υψηλό οριακό κόστος. Οι τρέχουσες ενισχύσεις αντισταθμίζουν την ανεπαρκή απόδοση των ενδείξεων των τιμών, κυρίως ως αποτέλεσμα της μη ενσωμάτωσης του εξωτερικού κόστους. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μπορούσε να διορθώσει την κατάσταση μεταρρυθμίζοντας τις κατευθυντήριες γραμμές για τις επιδοτήσεις. Η ΕΟΚΕ αναμένει από την Επιτροπή την υποβολή ενός σχεδίου με το οποίο καταπολεμούνται αφενός οι αιτίες των αρνητικών τιμών και αφετέρου, καθίστανται περιττές οι μακροπρόθεσμες επιδοτήσεις.

4.4.7.

Στο έγγραφο της Επιτροπής αναφέρεται, μεταξύ άλλων, και η ανάγκη βελτίωσης του εμπορίου εκπομπών. Επί του θέματος αυτού η ΕΟΚΕ έχει εκπονήσει σχετική γνωμοδότηση (8). Τονίζει ωστόσο ότι, ακόμη και με μια αυστηρή μεταρρύθμιση, το εξωτερικό κόστος των ορυκτών πηγών ενέργειας θα τιμολογηθεί μόνο εν μέρει. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι οι επιδοτήσεις των ορυκτών καυσίμων στην ΕΕ ανέρχονται συνολικά σε 330 δισεκατ. δολάρια ετησίως και τις περιγράφει ως αναποτελεσματικές, τροχοπέδη στην καινοτομία, φορολογικά επιζήμιες, κοινωνικά άδικες και καταστροφικές για το περιβάλλον (9).

4.4.8.

Καμία νέα διάρθρωση της αγοράς, όσο καλή και αν είναι, δεν μπορεί να αντισταθμίσει τις λανθασμένες ενδείξεις των τιμών και τα προβλήματα που προκαλούνται από αυτό.

4.4.9.

Η Επιτροπή έχει επανειλημμένα τονίσει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν εμπόδια για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας τα οποία πρέπει να αντιμετωπιστούν και ότι είναι απαραίτητη η αποκεντρωμένη και προσαρμοσμένη στην αγορά προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η ΕΟΚΕ έχει την ίδια γνώμη. Δυστυχώς όμως η υπό συζήτηση ανακοίνωση δεν διασαφηνίζει τις απόψεις της Επιτροπής επί του θέματος αυτού.

4.5.   Εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας

4.5.1.

Ο τίτλος του εγγράφου της Επιτροπής είναι «ανασχεδιασμός της αγοράς ενέργειας». Ωστόσο το έγγραφο επικεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά στις πιθανές και θεωρούμενες ως απαραίτητες αλλαγές στα δίκτυα, τις αγορές και το εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας. Στο κεφάλαιο 5 γίνεται μάλιστα αναφορά σε μια «συμβουλευτική ανακοίνωση σχετικά με τον σχεδιασμό της αγοράς ηλεκτρικού ρεύματος».

4.5.2.

Αυτή η σαφής εστίαση στο δίκτυο και στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας δεν ανταποκρίνεται ικανοποιητικά στην κύρια πρόκληση που αντιμετωπίζει πραγματικά η ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική. Η συζήτηση πρέπει να λάβει περισσότερο υπόψη την παραγωγή θερμότητας και τις μεταφορές, καθώς θεωρείται ότι στο μέλλον θα προκύψουν πολύ περισσότερες διασυνδέσεις μεταξύ αυτών των τριών κλάδων σε σύγκριση με σήμερα, από όπου θα δημιουργηθούν ευκαιρίες και θα μπορέσουν να περιοριστούν τα προβλήματα (λέξεις-κλειδιά: αιολική ενέργεια για θέρμανση, μετατροπή ενέργειας σε φυσικό αέριο/υδρογόνο, ηλεκτρο-κινητικότητα).

4.5.3.

Η σύγκλιση του κλάδου της ηλεκτρικής ενέργειας με τους κλάδους της θερμότητας και της κινητικότητας είναι πολύ πιο εύκολη στα αποκεντρωμένα παρά στα συγκεντρωτικά συστήματα παραγωγής ηλεκτρισμού. Αυτό επειδή η θερμότητα και η κινητικότητα είναι από τη φύση τους προσανατολισμένες προς αποκεντρωμένα συστήματα, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούν να αναπτυχθούν ευκολότερα ως ευέλικτες επιλογές για την ηλεκτρική ενέργεια, υπό την προϋπόθεση ότι η ηλεκτρική ενέργεια μπορεί να διατίθεται στην αγορά άμεσα και με αποκεντρωμένο τρόπο. Γι’ αυτό ο μετασχηματισμός της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας είναι στενά συνδεδεμένος με την ανάπτυξη αποκεντρωμένων επιλογών εμπορίας για την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, στις οποίες πρέπει επίσης να περιλαμβάνεται η χρήση των εφαρμογών της θερμότητας και της κινητικότητας.

4.5.4.

Όσον αφορά την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, η Επιτροπή διατυπώνει πολλές προτάσεις σχετικά με τις νέες δομές του υπάρχοντος συστήματος εμπορίας, κυρίως στον τομέα της εμπορίας μέσω του χρηματιστηρίου. Είναι αυτονόητο ότι η αύξηση της ποικιλομορφίας του τρέχοντος εμπορίου ενέργειας σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο θεωρείται σκόπιμη και σημαντική. Δεν πρέπει όμως σε καμία περίπτωση να διοχετεύεται πάντα μέσω ανταλλαγών και εμπόρων. Αυτό όμως είναι ένα θέμα που η Επιτροπή δεν θίγει καθόλου.

4.5.5.

Εάν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι πολίτες ή οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας αποφασίσουν σήμερα να αξιοποιήσουν τις διαθέσιμες σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο δυνατότητες παραγωγής ενέργειας, για παράδειγμα με την από κοινού χρήση ηλιακών ή αιολικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, τότε θα πρέπει να τους επιτραπεί να μπορούν πολύ πιο εύκολα απ’ ό,τι μέχρι σήμερα να χρησιμοποιούν ή να εμπορεύονται την παραγόμενη ενέργεια απευθείας και απρόσκοπτα, χωρίς την παρέμβαση των αγορών ή μεσαζόντων.

4.5.6.

Ωστόσο, οι προτάσεις σχετικά με το πώς πρέπει να υποστηριχτούν οι αναδυόμενες νέες μορφές άμεσης αποκεντρωμένης χρήσης ή η άμεση τοπική εμπορία (Β to Β — business to business) είναι λίγες. Εξίσου ελάχιστη είναι η προσοχή που δίνεται στις τοπικές μορφές εμπορίου και στις αλλαγές τύπου ενέργειας (συσκευές αποθήκευσης).

4.6.   Δομές της αγοράς και αποκεντρωμένη παραγωγή

4.6.1.

Η ανακοίνωση της Επιτροπής αναφέρεται αφενός στην «ένταξη της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας» και αφετέρου στην ανάγκη «προσαρμογής του σχεδιασμού της αγοράς στην ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές», ενώ σε άλλη θέση κάνει λόγο για τη δημιουργία μιας «κατάλληλης αγοράς για ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές». Η ΕΟΚΕ θα ήθελε να καταστήσει σαφές ότι, κατά τη γνώμη της, η κύρια πρόκληση δεν είναι η «ενσωμάτωση» των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο υπάρχον σύστημα παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, ακόμη και αν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πρέπει να διαδραματίσουν τον κεντρικό ρόλο μακροπρόθεσμα.

4.6.2.

Η κύρια τεχνική πρόκληση του νέου ενεργειακού συστήματος —την οποία η Επιτροπή θα πρέπει να τονίσει περισσότερο στη διαδικασία διαβούλευσης— έγκειται στο ότι η ηλεκτρική ενέργεια δεν θα ελέγχεται πλέον κεντρικά από μεγάλες μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού πριν διοχετευτεί στους καταναλωτές («από την κορυφή προς τη βάση»), αλλά ότι με βάση πολλές αποκεντρωμένες και εν μέρει κυμαινόμενες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα δημιουργηθούν νέες «νησίδες παραγωγής και εφοδιασμού με ηλεκτρική ενέργεια», που πρέπει να είναι δικτυωμένες μεταξύ τους («από τη βάση προς την κορυφή») και στις οποίες εξέχοντα ρόλο θα διαδραματίσουν η απόκριση της ζήτησης (συμπεριλαμβανομένης της αποθήκευσης), καθώς και το τοπικό/περιφερειακό μάρκετινγκ.

4.6.3.

Σε ό,τι αφορά την επιθυμία να δημιουργηθεί ένα νέο φάσμα ενδιαφερόμενων μερών, αυτό σημαίνει ότι, παράλληλα με τις καθιερωμένες δομές (χονδρικού) εμπορίου, θα πρέπει σε κάποιον βαθμό να καθιερωθούν εντελώς νέες, αποκεντρωμένες μορφές εμπορίας και διαχείρισης της ενέργειας.

4.6.4.

Τα κύματα καινοτομίας που προέκυψαν στον τομέα της πληροφορικής, της παραγωγής και της τεχνολογίας αποθήκευσης, στο σύστημα διανομής και στην τεχνολογία κατασκευής κτιρίων έχουν οδηγήσει στη δημιουργία πολλών τέτοιων «νησίδων παραγωγής και εφοδιασμού», οι οποίες φάνταζαν αδιανόητες ακόμη και πριν από λίγα χρόνια. Υπάρχουν μεμονωμένα άτομα, επιχειρήσεις, ενώσεις (όπως οι συνεταιρισμοί ενέργειας) ή δήμοι (δημοτικές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας) που έχουν εφαρμόσει λύσεις με τις οποίες έχουν επιτύχει μερική ή ακόμη και απόλυτη αυτάρκεια, πράγμα που σημαίνει ότι εξαρτώνται σε πολύ μικρότερο βαθμό από τα παραδοσιακά συστήματα προσφοράς και εμπορίας, τα οποία έχουν καταστεί και τα ίδια πιο ευέλικτα. Είναι σημαντικό να παρακολουθήσουμε την παράλληλη πορεία τεχνικών/τεχνολογικών και κοινωνικών/κοινωνιολογικών εξελίξεων. Αμφότερες οι πορείες δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση, δηλαδή προς περισσότερη αυτονομία και αυτορρύθμιση πιο αποκεντρωμένων μονάδων δικτύου.

4.6.5.

Η εξέλιξη αυτή αρχίζει σε τοπικό επίπεδο: ήδη σήμερα αναπτύσσονται εντελώς νέες δομές, όπως δείχνει το παράδειγμα των φωτοβολταϊκών συστημάτων. Πριν από πέντε μόλις χρόνια η χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά δεν ήταν οικονομικά ελκυστική για τους ιδιώτες και το ηλεκτρικό ρεύμα που παραγόταν διοχετευόταν απλώς στο δίκτυο. Η κατάσταση έχει αλλάξει εντελώς εν τω μεταξύ. Για οικονομικούς λόγους, σήμερα δεν χρησιμοποιούνται πλέον φωτοβολταϊκοί συλλέκτες οροφής αν δεν έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε να διασφαλίζουν την πλήρη αξιοποίηση της ιδιοπαραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό έχει οδηγήσει σε αύξηση της ζήτησης και —κατά συνέπεια— στην περαιτέρω ανάπτυξη τεχνολογιών αποθήκευσης. Ως αποτέλεσμα, οι νέες εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών συμβάλλουν στην αποφόρτιση ή την εξισορρόπηση του δικτύου. Υπό αυτό το πρίσμα, για παράδειγμα, η προβλεπόμενη ηλεκτροκινητικότητα ή η σύνδεση με την παραγωγή θερμότητας διανοίγουν εντελώς νέες, πρόσθετες ευκαιρίες για αποκεντρωμένη παραγωγή και χρήση της ενέργειας.

4.6.6.

Ωστόσο, οι καταναλωτές οι οποίοι παράγουν και χρησιμοποιούν τη δική τους ηλεκτρική ενέργεια και επιθυμούν να προσφέρουν το ενδεχόμενο πλεόνασμα στους συγκατοίκους ή στους γείτονές τους, για παράδειγμα, δεν είναι πλέον «ενεργοί παράγοντες της αγοράς» με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Δυστυχώς όμως το έγγραφο της Επιτροπής δεν περιγράφει πώς ακριβώς θα πρέπει να τροποποιηθεί το πλαίσιο ώστε να προωθηθούν αυτά τα συστήματα.

4.6.7.

Ούτε εξηγείται επαρκώς ποια συγκεκριμένα εμπόδια εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

4.6.8.

Η ΕΟΚΕ έχει υπογραμμίσει επανειλημμένα ότι τέτοια νέα, αποκεντρωμένα ενεργειακά συστήματα προσφέρουν ευκαιρίες, και όχι μόνον από την άποψη της αποδοχής εκ μέρους του κοινού των απαραίτητων διαρθρωτικών αλλαγών και των απαιτούμενων επενδύσεων. Μπορεί επίσης να προκύψουν και σε επίπεδο περιφερειακής οικονομίας νέες προοπτικές και νέες ευκαιρίες παραγωγής αξίας εκτός των ήδη γνωστών δομών. Οι νέες τεχνολογίες καθιστούν δυνατή την αποκατάσταση της σύνδεσης μεταξύ της περιφερειακής ανάπτυξης και της ενεργειακής πολιτικής και την καλύτερη συμμόρφωση με τις ενισχυμένες προδιαγραφές ασφάλειας που ισχύουν για τις κρίσιμες υποδομές.

4.6.9.

Συνεπώς, η αύξηση της τοπικής παραγωγής και η άμεση εμπορία θα πρέπει να επικροτηθούν επειδή έτσι μπορεί να περιοριστούν οι απώλειες του δικτύου. Σχετικά με αυτό το θέμα η γερμανική Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δικτύων εξηγεί ότι: «Είναι προφανές ότι ο μετασχηματισμός του ενεργειακού συστήματος μπορεί να πετύχει καλύτερα με τη στενή συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκομένων. […] Πρέπει να χαιρετίσουμε προσεγγίσεις που οδηγούν στη μεγιστοποίηση της κατανάλωσης ενέργειας στην πηγή. Αυτή ήταν πάντα η αρχή του ενεργειακού εφοδιασμού, καθώς έτσι οι απώλειες δικτύου περιορίζονται στο ελάχιστο». (10)

4.6.10.

Η Επιτροπή θα πρέπει, επομένως, να θεωρήσει το σύστημα εμπορίας από τη σκοπιά των επιθυμητών ενεργειακών υποδομών και να μην προσπαθήσει να κάνει τις απαραίτητες αλλαγές στην ενεργειακή υποδομή συμβατές με το υπάρχον σύστημα εμπορίας.

4.6.11.

Ωστόσο, θα πρέπει να ληφθεί επίσης υπόψη η εμπειρία πολλών χωρών στις οποίες ορισμένοι παράγοντες της αγοράς, όπως οι στρατηγικοί επενδυτές, έχουν προβεί σε επιλεκτική αξιοποίηση του κλάδου παραγωγής ενέργειας με μόνο σκοπό την μεγιστοποίηση των κερδών τους, αρνούμενοι ταυτόχρονα να επενδύσουν στην ασφάλεια του εφοδιασμού, στην καινοτομία και στη συντήρηση, μετακυλίοντας το κόστος αυτό στους πελάτες τους.

4.7.   Περιφερειακή συνεργασία και ανάπτυξη των ευρωπαϊκών δικτύων ρυθμιστικών αρχών και διαχειριστών δικτύων

4.7.1.

Όμως ο στόχος μιας νέας ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ δεν μπορεί να είναι η δημιουργία όσο το δυνατόν περισσότερων νησίδων αυτάρκειας, δηλαδή αποσυνδεδεμένων από το δίκτυο περιοχών εφοδιασμού. Αντιθέτως, σκοπός πρέπει να είναι η δημιουργία όσο το δυνατόν περισσότερων «νησίδων παραγωγής και εφοδιασμού» που λειτουργούν αποτελεσματικά, είναι ανταγωνιστικές και προσιτές στους καταναλωτές, καθώς και η διασύνδεσή τους σε ένα ευρωπαϊκό δίκτυο. Αυτό πρέπει επίσης να γίνει έχοντας κατά νου ότι, ενώ ο ρόλος της ΕΕ είναι να κατοχυρώσει την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, η πραγματική αποστολή του εφοδιασμού με ενέργεια αποτελεί ευθύνη των αυτοδιοικητικών αρχών.

4.7.2.

Αυτές οι μικρότερες μονάδες δικτύου θα πολλαπλασιαστούν, εφόσον δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες και οι σωστές ενδείξεις μέσω των τιμών. Έτσι θα υπάρξει βέλτιστη οικονομική ισορροπία μεταξύ ίδιας παραγωγής και κατανάλωσης. Οι μονάδες αυτές θα πρέπει όμως να συνδεθούν με γειτονικά ή κεντρικότερα δίκτυα, προκειμένου να εξασφαλιστεί ένα θετικό ή αρνητικό ενεργειακό ισοζύγιο.

4.7.3.

Η διαχείριση της ζήτησης θα διαδραματίσει καίριο ρόλο μέσα σε αυτά τα συστήματα, αλλά και γενικότερα· η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι τεχνολογίες αποθήκευσης αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της. Τα μέσα αποθήκευσης θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στο δίκτυο, δεδομένου ότι από τεχνική άποψη θα είναι τόσο αντικυκλικοί καταναλωτές όσο και παραγωγοί.

4.7.4.

Οι εθνικοί φορείς εκμετάλλευσης δικτύων, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και η ΕΕ έχουν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση και στην εδραίωση της αυτού του ευρέος φάσματος ενδιαφερομένων μερών, διασφαλίζοντας ίσους όρους ανταγωνισμού και τον συντονισμό των συστημάτων παροχής ενέργειας. Και αυτό επειδή τα μελλοντικά συστήματα ενεργειακού εφοδιασμού χρειάζονται ένα καλά συντονισμένο πανευρωπαϊκό σύστημα διαχείρισης της ενέργειας (συγκρίσιμο με το σύστημα εναέριας κυκλοφορίας, για παράδειγμα), το οποίο να παρέχει μια ολοκληρωμένη εικόνα της κατάστασης των διασυνδεδεμένων «νησίδων παραγωγής και εφοδιασμού» και, όπου είναι αναγκαίο, να καλύπτει κάθε περιστατικό βλάβης. Έτσι θα είναι εφικτή η αυτόματη ή η χειροκίνητη παρέμβαση για την προστασία της σταθερότητας και της ασφάλειας του δικτύου.

4.7.5.

Η συνεργασία αυτή μπορεί να λειτουργήσει μόνο μέσα από ολοκληρωμένα και καλά σχεδιασμένα δίκτυα μεταφοράς και διανομής. Αυτό σημαίνει ότι, ενόψει της προαναφερθείσας έλλειψης επενδυτικών κινήτρων μέσω των τιμών, οι δημόσιοι πόροι, όπως τα κονδύλια της διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη», θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν περισσότερο για τη δημιουργία διασυνοριακών δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας αντί να επικεντρωθούν στις υποδομές φυσικού αερίου και πετρελαίου, για παράδειγμα.

4.7.6.

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Επιτροπή ότι οι διαχειριστές συστημάτων πρέπει να είναι «ουδέτεροι παράγοντες διευκόλυνσης της αγοράς, προκειμένου να καταστεί δυνατό σε τρίτα μέρη να αναπτύσσουν αγορακεντρικές υπηρεσίες για καταναλωτές». Η Επιτροπή θα πρέπει να διευκρινίσει τι σχεδιάζει να αλλάξει, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος και να γίνει σαφέστερος ο ρόλος και οι αρμοδιότητες των διαχειριστών συστημάτων διανομής, καθώς και των ρυθμιστικών φορέων.

Βρυξέλλες, 20 Ιανουαρίου 2016.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Γιώργος ΝΤΑΣΗΣ


(1)  Βλέπε τη μελέτη της ΕΟΚΕ: «Αλλάζοντας το μέλλον της ενέργειας — Η κοινωνία των πολιτών ως βασικός παράγοντας στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές» (EESC-2014-04780-00-04-TCD-TRA).

(2)  COM(2014) 910 final, της 16.12.2014.

(3)  COM(2015) 80 final, της 25.2.2015.

(4)  ΕΕ C 383 της 17.11.2015, σ. 57.

(5)  Βλέπε COM(2011) 885 τελικό.

(6)  Βλέπε TEN/578 — Νέα συμφωνία για τους καταναλωτές ενέργειας, βλέπε σελίδα 22 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(7)  Βλέπε π.χ. ΕΕ.C 226 της 16.7.2014, σ. 1.

(8)  Βλέπε ΕΕ C 424 της 26.11.2014, σ. 46.

(9)  Βλέπε έγγραφο εργασίας του ΔΝΤ με θέμα «Πόσο υψηλές είναι οι παγκόσμιες ενεργειακές επιδοτήσεις;» («How Large Are Global Energy Subsidies?») (WP/15/105), Μάιος 2015.

(10)  Smart grids, smart markets — Eckpunktepapier der Bundesnetzagentur zu den Aspekten des sich verändernden Energieversorgungssystems, (Έξυπνα δίκτυα, έξυπνες αγορές — Έγγραφο της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Δικτύων με θέμα τις πτυχές του μεταβαλλόμενου συστήματος ενεργειακού εφοδιασμού), Δεκέμβριος 2011, σελ.42.


Top