This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52013SC0074
COMMISSION STAFF WORKING DOCUMENT EXECUTIVE SUMMARY OF THE IMPACT ASSESSMENT Accompanying the document Proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council on measures to reduce the cost of deploying high speed electronic communications networks
ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ που συνοδεύει το έγγραφο Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για μέτρα μείωσης του κόστους εγκατάστασης υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών
ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ που συνοδεύει το έγγραφο Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για μέτρα μείωσης του κόστους εγκατάστασης υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών
/* SWD/2013/074 final */
ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ που συνοδεύει το έγγραφο Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για μέτρα μείωσης του κόστους εγκατάστασης υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών /* SWD/2013/074 final */
ΕΓΓΡΑΦΟ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ
ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ
ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ που
συνοδεύει το
έγγραφο Πρόταση
κανονισμού του
Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου
και του
Συμβουλίου για
μέτρα μείωσης
του κόστους
εγκατάστασης
υψίρρυθμων
δικτύων
ηλεκτρονικών
επικοινωνιών 1. Ορισμός
του
προβλήματος Η έξυπνη,
διατηρήσιμη
και χωρίς
αποκλεισμούς
οικονομική
μεγέθυνση,
όπως προβλέπει
η στρατηγική Ευρώπη
2020 σε μεγάλο
βαθμό θα
εξαρτηθεί από
τη διαθεσιμότητα
και την ευρεία
χρήση του Διαδικτύου
υψηλής
ταχύτητας.
Ψηφιακές υποδομές
υψηλής
ποιότητας
στηρίζουν
όλους σχεδόν τους
τομείς μιας
σύγχρονης και
καινοτομικής
οικονομίας.
Πρόκειται για
τη σπονδυλική
στήλη της ενιαίας
αγοράς, μια
μεγάλη και σε
μεγάλο βαθμό
ανεκμετάλλευτη
ακόμα πηγή οικονομικής
μεγέθυνσης,
και βασικό
παράγοντας για
την
ανταγωνιστικότητα
της ΕΕ. Το
Ψηφιακό
θεματολόγιο
για την Ευρώπη,
μια από τις
εμβληματικές
πρωτοβουλίες
της
στρατηγικής
«Ευρώπη 2020», θέτει
φιλόδοξους
στόχους για
την ευρυζωνική
κάλυψη και τις
επιδιωκόμενες
ταχύτητες.
Ωστόσο, ενώ
πραγματοποιούνται
ήδη από
εταιρείες
σημαντικές
επενδύσεις στον
τομέα των
τηλεπικοινωνιών,
φαίνεται ότι
πρέπει να
ενισχυθούν οι
προσπάθειες να
τονωθεί η
εγκατάσταση
των
ευρυζωνικών
συνδέσεων. Η
παρούσα
αξιολόγηση επιπτώσεων
συνοδεύει την
νομοθετική
πρόταση που,
εάν εγκριθεί
από το
Ευρωπαϊκό
Κοινοβούλιο
και το Συμβούλιο,
θα καταστήσει
την
εγκατάσταση
των υψίρρυθμων
ευρυζωνικών
δικτύων
φθηνότερη και
ευκολότερη. Προς
τούτο, προβλέπονται
βελτιωμένη
πρόσβαση σε
παθητική
υποδομή, κατάλληλη
για ευρυζωνική
εγκατάσταση,
περισσότερες
ευκαιρίες για
συνεργασία σε
έργα πολιτικού
μηχανικού,
απλουστευμένες
διαδικασίες
χορήγησης
αδειών, και
περισσότερα
κτίρια έτοιμα
να δεχθούν
υψηλές
ταχύτητες. Η
πρόταση
καταρτίστηκε
έπειτα από
πρόσκληση που
απηύθυνε το
εαρινό
Συμβούλιο του 2012
σχετικά με
μέτρα που θα
πρέπει να
ληφθούν σε
επίπεδο ΕΕ για
εξοικονόμηση
δαπανών στο
πλαίσιο
προσπαθειών για
την
ολοκλήρωση,
έως το 2015, της
ψηφιακής
ενιαίας αγοράς.
Αποτελεί μέρος
της «Πράξης για
την ενιαία
αγορά II». Το
πρόβλημα που
αντιμετωπίζεται
με την παρούσα
πρωτοβουλία
απορρέει από
τις διάφορες δυσλειτουργίες
και στενώσεις στη
διαδικασία
εγκατάστασης
ευρυζωνικών
δικτύων. Οι εν
λόγω δυσλειτουργίες
και στενώσεις
είχαν ως
αποτέλεσμα
υψηλό κόστος και
μεγάλα
διοικητικά
βάρη για τις
επιχειρήσεις που
επιθυμούν να
εγκαταστήσουν
δίκτυα. Θα πρέπει
επίσης να
σημειωθεί ότι
το δεσπόζον
κόστος (έως και
80%) κατά την
εγκατάσταση
νέων δικτύων
αφορά έργα
πολιτικού
μηχανικού. Με βάση
μελέτες και
εκτεταμένο
σχολιασμό από
τους εμπλεκόμενους
παράγοντες,
έχουν
εντοπιστεί
τέσσερα πεδία
δράσης: (1)
δυσλειτουργίες
ή σημεία
συμφόρησης
όσον αφορά τη
χρήση
υφιστάμενης
υλικής υποδομής
(όπως, π.χ.,
αγωγών,
σωληνώσεων,
φρεατίων,
κυτίων
σύνδεσης,
ιστών, κεραιών,
πύργων και
άλλων φερουσών
κατασκευών), (2)
σημεία
συμφόρησης που
αφορούν συνεγκατάσταση,
(3) δυσλειτουργίες
όσον αφορά τη
χορήγηση
διοικητικής
άδειας, και, τέλος,
(4) σημεία
συμφόρησης που
αφορούν
εγκατάσταση
εντός κτιρίων. Πιστεύεται
ότι με τη
θέσπιση ενός
συνόλου συνεκτικών
και αμοιβαία
ενισχυόμενων
μέτρων σε όλη
την έκταση των
πεδίων αυτών
θα μπορούσε να
επιτευχθεί
εξοικονόμηση
μεταξύ 20 και 30%. 2. Ανάλυση
της
επικουρικότητας Τα μέτρα
αυτά είναι
απαραίτητα σε
ενωσιακή κλίμακα
για τη
βελτίωση των
συνθηκών
εγκαθίδρυσης
και λειτουργίας
της εσωτερικής
αγοράς, ως
συμπλήρωμα του
ρυθμιστικού
πλαισίου για
τις
ηλεκτρονικές
επικοινωνίες,
αποβλέποντας
σε: –
άρση των
εμποδίων για
τη λειτουργία
της ενιαίας αγοράς,
οφειλόμενων
στο
συνονθύλευμα
κανόνων σε εθνικό
και ενδοεθνικό
επίπεδο, που
παρεμποδίζουν την
περαιτέρω
ανάπτυξη και
μεγέθυνση των ευρωπαϊκών
επιχειρήσεων,
έχουν αρνητικό
αντίκτυπο στην
ευρωπαϊκή
ανταγωνιστικότητα
και δημιουργούν
εμπόδια σε
επενδύσεις και
διασυνοριακή λειτουργία,
περιορίζοντας
έτσι την
ελευθερία παροχής
δικτύων και
υπηρεσιών
ηλεκτρονικών
επικοινωνιών,
όπως αυτές
διασφαλίζονται
από την
ισχύουσα
ενωσιακή
νομοθεσία· –
τόνωση
της καθολικής
ευρυζωνικής
κάλυψης, η οποία
αποτελεί
προϋπόθεση για
την ανάπτυξη
της ψηφιακής
ενιαίας
αγοράς,
συμβάλλοντας
έτσι στην
εξάλειψη ενός
σημαντικού
εμποδίου για
την ολοκλήρωση
της ενιαίας
αγοράς· –
αξιοποίηση
του μεγάλου
ανεκμετάλλευτου
δυναμικού για
περιορισμό των
εξόδων και
διευκόλυνση της
εγκατάστασης
ευρυζωνικών
συνδέσεων. 3. Στόχοι Ο
συγκεκριμένος
στόχος της εν
λόγω
πρωτοβουλίας είναι
να μειωθεί το
κόστος και να
αυξηθεί η
απόδοση στην
εγκατάσταση
ευρυζωνικών
δικτύων υψηλών
ταχυτήτων. Πιο
συγκεκριμένα,
το κόστος της
εγκατάστασης
υψίρρυθμων
ευρυζωνικών
συνδέσεων
αναμένεται να
μειωθεί κατά 25%.
Ταυτόχρονα, η
δράση στο
πεδίο αυτό σε
επίπεδο ΕΕ θα
συμβάλει
επίσης στην
παγίωση της
ενιαίας
αγοράς. Ο εν λόγω
διπλός ειδικός
στόχος πρέπει
να ενταχθεί
στο γενικό
πλαίσιο της
τόνωσης της
εγκατάστασης ευρυζωνικών
συνδέσεων σε
ολόκληρη την
ΕΕ, σύμφωνα με
τους στόχους
του Ψηφιακού
θεματολογίου. Οι
επιχειρησιακοί
στόχοι της
παρούσας
πρωτοβουλίας
είναι οι ακόλουθοι:
1) Αύξηση
της χρήσης
υφιστάμενης
παθητικής
υποδομής,
κατάλληλης για
την επέκταση
του
ευρυζωνικού φάσματος,
επιτυγχάνοντας
μεγαλύτερη
διαφάνεια σχετικά
με την εν λόγω
υποδομή, καθώς
και πιο συνεκτικό
και
αποτελεσματικό
κανονιστικό
καθεστώς
σχετικά με την
πρόσβαση σε
αυτήν,
ανεξαρτήτως
ιδιοκτήτη· 2) Αύξηση
της
συνεργασίας σε
έργα πολιτικού
μηχανικού
σχετικά με
εγκατάσταση
ευρυζωνικών
υπηρεσιών μέσω
της ΕΕ, ιδίως με
την εξασφάλιση
της διαφάνειας
και με
βελτίωση της
ασφάλειας
δικαίου για συνεργασία
μεταξύ τομέων
και μεταξύ
δικτύων κοινής
ωφέλειας· 3)
Εξορθολογισμός
των
διοικητικών
διαδικασιών που
σχετίζονται με
την
εγκατάσταση δικτύων
σε ολόκληρη
την ΕΕ, κυρίως
με βελτίωση της
διαφάνειας και
του
συντονισμού
στις διαδικασίες
χορήγησης
άδειας, με
ταυτόχρονη
διασφάλιση της
επιβολής των
καταληκτικών
προθεσμιών
καθώς και
ελάχιστων
προτύπων όσον
αφορά τους
«εύλογους
όρους»· και 4) Αύξηση
σε ολόκληρη
την ΕΕ του
εξοπλισμού
κτιρίων με
ανοιχτή
υποδομή,
προσαρμοσμένη
για υψηλές ταχύτητες,
έτσι ώστε να
μειωθούν δαπάνες
και
επιβαρύνσεις
που συνδέονται
με την εκ των
υστέρων
εγκατάσταση. 4. Επιλογές
πολιτικής Τέσσερις
ευρύτερες
εναλλακτικές
επιλογές πολιτικής
επιλέχθηκαν
για περαιτέρω
ανάλυση, με
βάση τις
δυνατότητές
τους να
διευκολύνουν
την ευρυζωνική
εγκατάσταση
και να
μειώσουν το
κόστος της,
καθώς και με
βάση τον
συνολικό τους ειρμό
και πληρότητα,
και, τέλος, τον
τεχνολογικά
ουδέτερο
χαρακτήρα
τους. Στο
πλαίσιο της
επιλογής 1, η
Επιτροπή θα
συνεχίσει τις
δραστηριότητές
της ως συνήθως,
δεδομένου ότι
τέτοιου είδους
μέτρα δεν
είναι εντελώς
νέα και κάνουν
ήδη την εμφάνισή
τους βέλτιστες
πρακτικές.
Στις σχετικές
ενέργειες θα
περιλαμβάνονταν
η
παρακολούθηση,
η επιβολή των
ισχυόντων
κανόνων, καθώς
και περαιτέρω καθοδήγηση
σε ορισμένα
άρθρα. Η
επιλογή 2
προωθεί
εντατικότερη,
συνεκτικότερη
και
περισσότερο
εναρμονισμένη εφαρμογή
των
υφιστάμενων
διατάξεων και
εργαλείων του
κανονιστικού
πλαισίου για
τις ηλεκτρονικές
επικοινωνίες.
Συγκεκριμένα,
η Επιτροπή θα
εκδώσει
σύσταση προς
διευκρίνιση
της εφαρμογής
των διατάξεων
αυτών. Σύμφωνα
με την επιλογή 3,
η Επιτροπή θα
προτείνει σφαιρικότερα
και πιο
φιλόδοξα μέτρα
μείωσης δαπανών
σε όλη την ΕΕ,
εφαρμόσιμα και
σε πεδία εκτός
τηλεπικοινωνιών.
Συγκεκριμένα,
τα μέτρα που
προτείνονται
είναι τα εξής: 1) γενικό
δικαίωμα
προσφοράς και
χρήσης των
υφιστάμενων
φυσικών
υποδομών που
χρησιμοποιούνται
για την
εγκατάσταση
ευρυζωνικών
συνδέσεων υπό
δίκαιους όρους
και
προϋποθέσεις,
ανεξάρτητα από
το εάν οι
υποδομές αυτές
ανήκουν ή
χρησιμοποιούνται
από παρόχους δικτύων
ηλεκτρονικών
επικοινωνιών.
Οι όροι χρήσης
θα αποτελέσουν
αντικείμενο
ελεύθερης διαπραγμάτευσης,
με δυνατότητα
παρέμβασης
μηχανισμού
επίλυσης
διαφορών μόνο
σε περίπτωση
αποτυχίας των
εμπορικών
διαπραγματεύσεων
χωρίς εύλογη αιτιολόγηση·
2)
δικαίωμα
πρόσβασης σε
διαφανείς
πληροφορίες σχετικά
με τις
υπάρχουσες
φυσικές
υποδομές που
είναι κατάλληλες
για ευρυζωνική
εγκατάσταση,
ανεξάρτητα από
τον ιδιοκτήτη
τους
(τηλεπικοινωνιακοί
ή άλλοι φορείς
εκμετάλλευσης,
ιδιωτικοί ή
δημόσιοι)· 3) ειδικά
δικαιώματα και
υποχρεώσεις
που αποσκοπούν
στη διευκόλυνση
αυξημένου
συντονισμού
έργων
πολιτικού μηχανικού
(γενικό
δικαίωμα για
διαπραγμάτευση
του συντονισμού
έργων
πολιτικού
μηχανικού σε
συνδυασμό με
γενικό
δικαίωμα
πρόσβασης σε
σχεδιαζόμενα
έργα πολιτικού
μηχανικού·
προβλέπονται
πρόσθετες
υποχρεώσεις σε
περίπτωση
έργων που
χρηματοδοτούνται
από δημόσιους
πόρους)· 4)
αυξημένη
διαφάνεια και
τήρηση
χρονοδιαγράμματος
όσον αφορά τις
διαδικασίες
χορήγησης
αδειών, σε
συνδυασμό με
εγγυήσεις με
σκοπό να
εξασφαλιστούν
απαιτήσεις
ή/και όροι
αμεροληψίας,
διαφάνειας,
αντικειμενικής
αιτιολόγησης
και
αναλογικότητας·
5)
υποχρέωση
εξοπλισμού
νέων κτιρίων,
καθώς και
παλαιών που υποβάλλονται
σε εργασίες
μείζονος ανακαίνισης,
με υλική
υποδομή εντός
κτιρίου,
προσαρμοσμένη
σε υψηλές
ταχύτητες (π.χ.
επαρκής χώρος
σε μικροαγωγούς),
με ταυτόχρονη
διασφάλιση
τεχνολογικής
ουδετερότητας,
καθώς και
υποχρέωση
εξοπλισμού
νέων ή παλαιών
πολυκατοικιών
που έχουν
υποστεί μείζονα
ανακαίνιση με
σημείο
συγκέντρωσης
εντός ή εκτός του
κτιρίου. Η
επιλογή 3
υποδιαιρείται
σε δύο
επιμέρους
επιλογές, την 3α
και την 3β, που
διαφέρουν
ανάλογα με το
προτεινόμενο
μέσο για την
υλοποίηση των
μέτρων που
περιγράφονται
παραπάνω. Σύμφωνα
με την επιλογή 4,
η Επιτροπή θα
προτείνει νέο
δεσμευτικό
μέσο,
καθιερώνοντας άτλαντες
υποδομών
σύμφωνα με
πρότυπα της ΕΕ,
υποχρεωτική
πρόσβαση σε
όλες τις
υποδομές που
είναι κατάλληλες
για
εγκατάσταση
ευρυζωνικών
συνδέσεων σε
κοστοστρεφείς
τιμές,
περαιτέρω
υποχρεώσεις συνεργασίας
σε έργα
πολιτικού
μηχανικού,
δημιουργία
πλήρως
μονοαπευθυντικής
θυρίδας που θα
αφορά όλες τις
άδειες που
απαιτούνται
για
εγκατάσταση
νέων υποδομών,
καθώς και, έως
το 2020,
υποχρεωτικό
εξοπλισμό όλων
των κτιρίων με
υποδομή
προσαρμοσμένη
για υψηλές
ταχύτητες. 5. Εκτίμηση
επιπτώσεων Δεδομένου
ότι η εν λόγω
πρωτοβουλία
είναι κυρίως οικονομικού
χαρακτήρα, ο σημαντικότερος
αντίκτυπος
είναι
οικονομικής
φύσεως. Ο
κοινωνικός και
περιβαλλοντικός
αντίκτυπος
έχει κυρίως
έμμεσο
χαρακτήρα,
δεδομένου ότι
θα εξαρτηθεί
από τις
πραγματοποιούμενες
επενδύσεις σε
δίκτυα, καθώς
και από τις
υπόλοιπες
έμμεσες οικονομικές
επιπτώσεις. Ο
αντίκτυπος των
προτεινόμενων
μέτρων στα
θεμελιώδη
δικαιώματα
έχει αναλυθεί. Το
σενάριο
«διατήρηση της
υφιστάμενης
κατάστασης»
(επιλογή 1) δεν
μπορεί να
αναμένεται ότι
θα μειώσει
σημαντικά το
κόστος της
εγκατάστασης
ευρυζωνικών
δικτύων σε
ολόκληρη την
Ευρώπη, ούτε
ότι θα επηρεάσει
σημαντικά τις
επενδύσεις.
Δεδομένου ότι
δεν αναμένεται
παρά πολύ
περιορισμένος
αντίκτυπος
στις
επενδύσεις σε ολόκληρη
την ΕΕ,
ανάλογες θα
είναι και η
σχετική δευτερογενής
επίδρασή του.
Επιπλέον,
είναι πολύ πιθανό
ότι θα αυξηθεί
ο σημερινός
κατακερματισμός
των κανόνων
στην ΕΕ.
Λαμβάνοντας
υπόψη τον
περιορισμένο
αντίκτυπο στις
επενδύσεις,
οριακές θα
είναι και οι
κοινωνικές και
περιβαλλοντικές
επενέργειες. Δεδομένου
του κόστους
και των οφελών
για τους
κύριους εμπλεκόμενους
παράγοντες και
του
ισχυρότερου
αντίκτυπου που
θα έχει η έκδοση
σύστασης σε
σύγκριση με
καθοδήγηση και
ανταλλαγή
βέλτιστης
πρακτικής,
αναμένεται ότι
με την επιλογή 2
θα υπάρξει
συνολικά
ελαφρά θετικός
αντίκτυπος
στις
επενδύσεις σε
δίκτυα. Κατά
συνέπεια, θα
μπορούσε να
αναμένεται
ελαφρώς
μεγαλύτερη
ευρυζωνική
κάλυψη και
ανταγωνισμός.
Ωστόσο, στο
πλαίσιο αυτής
της επιλογής,
το πλήρες
δυναμικό
εξοικονόμησης
κόστους από τη
συνεργασία
υποδομών
κοινής ωφέλειας
(όσον αφορά
χαρτογράφηση
και από κοινού
χρήση υποδομής
και τον
συντονισμό
τεχνικών
έργων) θα παραμένει
αναξιοποίητο,
επηρεάζοντας
τη σχέση
κόστους-οφέλους
του όλου εγχειρήματος.
Αναμένονται
επίσης ελαφρά
θετικά μακροοικονομικά
αποτελέσματα
στην οικονομία.
Όσον αφορά την
ενιαία αγορά, η
έκδοση σύστασης
είναι πιθανόν
να αυξήσει σε
μικρό μόνο
βαθμό τη συνοχή
σε ενωσιακή
κλίμακα, καθώς
θα προωθηθεί
περαιτέρω η
εφαρμογή των
διατάξεων του
κανονιστικού
πλαισίου. Όσον
αφορά τον
κοινωνικό
αντίκτυπο, τα
ελαφρά θετικά
αποτελέσματα
στις
επενδύσεις σε
δίκτυα αναμένεται
ότι θα
μετουσιωθούν
σε μικρή
θετική επίδραση
στην
απασχόληση. Η
αυξημένη
διαφάνεια και
ο συντονισμός
των εργασιών
εντός του
τομέα των τηλεπικοινωνιών
θα οδηγήσει
επίσης σε
ελαφρά θετικά
αποτελέσματα για
το περιβάλλον
(κυρίως χάρη
στην αποφυγή
της επανάληψης
εργασιών). Με την
επιλογή 3 («διευκόλυνση
βελτιώσεων του
βαθμού απόδοσης»)
θα προέκυπταν
μεγάλα καθαρά
οφέλη για όλες
τις επιχειρήσεις
της ΕΕ που
επιθυμούν να
εγκαταστήσουν
ευρυζωνικές
συνδέσεις, κυρίως
εξαιτίας
σημαντικής
εξοικονόμησης
κεφαλαιουχικών
δαπανών για
επενδύσεις σε
δίκτυα, εξαιτίας
αυξημένης
διαφάνειας,
ευκαιριών για
χρησιμοποίηση
πολύ
περισσότερων
υφιστάμενων
παθητικών
υποδομών,
ευκαιριών
διατομεακής
συνεγκατάστασης,
ταχύτερης,
ευκολότερης
και φθηνότερης
εγκατάστασης,
μεταξύ άλλων
χάρη σε
εξορθολογισμό
της
αδειοδότησης
και σε κτίρια
προσαρμοσμένα
για υψηλές
ταχύτητες. Για
τους ιδιοκτήτες
της παθητικής
υποδομής, η
επιλογή αυτή θα
είχε ως
αποτέλεσμα την
υποχρέωση να
παρέχουν πληροφορίες
και πρόσβαση
στις υποδομές
τους, που
αφεαυτού συνεπάγεται
ορισμένα
έξοδα. Και πάλι
τα οφέλη θα
υπερέβαιναν το
κόστος, ιδίως
δεδομένου ότι
η πρόσβαση θα
χορηγούνταν
ύστερα από
εμπορικές
διαπραγματεύσεις,
δημιουργώντας
πρόσθετα
έσοδα. Όσον
αφορά τις
δημόσιες αρχές,
μολονότι το
κόστος των εν
λόγω μέτρων
φαίνεται να
είναι υψηλό,
υπάρχουν πολλά
αξιοποιήσιμα στοιχεία
ανάμεσα στα
μέτρα αυτά και
σε άλλα που απαιτούνται
από την εθνική
πολιτική (π.χ.
πρόληψη καταστροφών)
ή το ενωσιακό
δίκαιο (π.χ.
οδηγία INSPIRE), με τα
οποία θα
μειωνόταν το
συνολικό
κόστος. Κατά
συνέπεια, από
την επιλογή 3
αναμένεται
συνολικά
σημαντικός
θετικός
αντίκτυπος
στις επενδύσεις
σε δίκτυα
υψηλών
ταχυτήτων και,
κατά συνέπεια,
μεγαλύτερη
ευρυζωνική
κάλυψη και εντονότερος
ανταγωνισμός.
Τα ευρυζωνικά
δίκτυα θα
μπορούσαν να
φτάσουν σε
περιοχές που,
διαφορετικά,
δεν θα
θεωρούνταν
εμπορικά ελκυστικές.
Λόγω των
αυξημένων
επενδύσεων στα
δίκτυα θα
γίνουν αισθητά
θετικά
μακροοικονομικά
αποτελέσματα,
τόσο από
πλευράς
δευτερογενών
αποτελεσμάτων
σε συναφείς
κλάδους
(κατασκευαστές
εξοπλισμού,
εταιρείες τεχνικών
έργων), όσο και
αυξημένης
καινοτομίας
και παραγωγικότητας
για όλες τις
επιχειρήσεις,
συμπεριλαμβανομένων
των ΜΜΕ. Αυτό θα
μπορούσε να
έχει συνολικά
θετική
επίδραση στην
ανταγωνιστικότητα
της ΕΕ, μέσω εγκατάστασης
ταχύτερων
έξυπνων
δικτύων και
ευφυών
συστημάτων
μεταφοράς,
καθώς και
συναφών βελτιώσεων
στην
ενεργειακή
απόδοση. Τα εν
λόγω μέτρα
εναρμόνισης θα
περιορίσουν,
επίσης, τους
φραγμούς
εισόδου στην
αγορά, ιδίως
για τους
μικρότερους
φορείς
εκμετάλλευσης,
ενώ θα
μειώσουν
σημαντικά τον
κατακερματισμό
στην ενιαία
ψηφιακή αγορά. Όσον
αφορά τον
κοινωνικό
αντίκτυπο, η
επιλογή 3 εξασφαλίζει
σημαντικά
θετικά
αποτελέσματα
στις επενδύσεις,
συνεπώς και
στην αγορά
εργασίας. Η αυξημένη
κοινή χρήση
υποδομής και ο
συντονισμός
των τεχνικών
έργων θα
διασφαλίσει επίσης
τη μείωση των
οχλήσεων του
κοινού. Δεδομένου
του
διατομεακού
χαρακτήρα του
μέτρου, η
αυξημένη
συνέργεια θα
μπορούσε να
οδηγήσει επίσης
σε σημαντικό
περιβαλλοντικό
αντίκτυπο, με
ταχύτερη
εγκατάσταση
έξυπνων
διασυνδεμένων
δικτύων και
ευφυών
συστημάτων μεταφορών,
συνεπώς και σε
αύξηση της
ενεργειακής απόδοσης. Όσον
αφορά τις
επιπτώσεις της
επιλογής 4, η
υποχρεωτική
πρόσβαση σε
παθητική
υποδομή σε όλο
το φάσμα των
υπηρεσιών
κοινής
ωφέλειας και
σε κοστοστρεφείς
τιμές θα
μεγιστοποιούσε
την από κοινού
χρήση, αλλά θα
συνεπαγόταν
επίσης
σημαντικό
κίνδυνο αντικινήτρων
για επενδύσεις
σε υλική
υποδομή. Επιπλέον,
η εφαρμογή
ορισμένων από
τα μέτρα
φαίνεται πολύ
δύσκολη, με
κίνδυνο
επανάληψης
δαπανών και των
διοικητικών εργασιών.
Ως αποτέλεσμα,
ο οικονομικός
αντίκτυπος
εκτιμάται ότι
θα είναι
χαμηλότερος σε
σχέση με την
προηγούμενη
επιλογή
πολιτικής. Από
την άλλη πλευρά,
η επιλογή αυτή
παρουσιάζει
σαφή πλεονεκτήματα
από την άποψη
της ενιαίας
αγοράς. Θετικός
κοινωνικός και
περιβαλλοντικός
αντίκτυπος
αναμένεται
επίσης από την
επιλογή 4. 6. Σύγκριση
των επιλογών Οι
επιλογές
συγκρίθηκαν
λαμβάνοντας
υπόψη την αποτελεσματικότητά
τους, την
αποδοτικότητά
τους (συμπεριλαμβανομένου
του κόστους
και των οφελών που
περιγράφονται
παραπάνω) και
τη συνοχή τους
(ισορροπία
μεταξύ οικονομικών,
κοινωνικών και
περιβαλλοντικών
αποτελεσμάτων,
συνοχή με τους
προεξάρχοντες
στόχους της ενωσιακής
πολιτικής). Ενόψει
αυτής της
έλλειψης
αποτελεσματικότητας,
η επιλογή 1 δεν
αρκεί,
επομένως, για
την επίτευξη
των επιθυμητών
στόχων και, ως
εκ τούτου, δεν φαίνεται
αναλογική. Η
επιλογή 2, με την
προώθηση
εντατικότερης,
συνεκτικότερης
και
περισσότερο
εναρμονισμένης
εφαρμογής των
ισχυουσών
διατάξεων και
εργαλείων,
σύμφωνα με το
ισχύον
κανονιστικό
πλαίσιο για τις
τηλεπικοινωνίες,
θα έχει
ορισμένα
θετικά αποτελέσματα
σε σύγκριση με
το βασικό
σενάριο, αλλά ωστόσο
δεν θα
αποφέρει τα
αναμενόμενα
οφέλη από πλευράς
απόδοσης,
ιδίως επειδή
θα άφηνε
ανεκμετάλλευτες
τις
δυνατότητες
μείωσης του
κόστους που συνδέεται
με την
διατομεακή
συνεργασία και
τον συντονισμό
των διαδικασιών
χορήγησης
αδειών. Αντίθετα,
η επιλογή 3
αξιοποιεί
πραγματικά τις
δυνατότητες
μείωσης του
κόστους, με την
επέκταση του
πεδίου
εφαρμογής των
δεσμευτικών
μέτρων σε όλους
τους τομείς
και σε όλες τις
φάσεις της
εγκατάστασης
ευρυζωνικών
συνδέσεων. Ταυτόχρονα,
η επιλογή 3 θα
διαφυλάξει τις
εμπορικές
διαπραγματεύσεις
– που συνιστούν
ήδη αφεαυτών κίνητρο
- και θα τηρήσει
την οργανωτική
αυτονομία των
κρατών μελών.
Το κόστος
εφαρμογής θα
εξαρτηθεί σε
μεγάλο βαθμό
από τις δομές
και τα
συστήματα που
ισχύουν στα
κράτη μέλη, ως
εκ τούτου,
μπορούν να
επιτευχθούν
οικονομίες.
Ακόμη
σημαντικότερο
είναι ότι οι εν
λόγω δαπάνες
φαίνεται να
αντισταθμίζονται
από σημαντικά
οφέλη που
αναμένονται
από την ολοένα
αποτελεσματικότερη
εγκατάσταση
ευρυζωνικών
συνδέσεων από
τους φορείς
εκμετάλλευσης
και την
καλύτερη
ευρυζωνική
κάλυψη για την
κοινωνία στο
σύνολό της.
Συνολικά, η
επιλογή 3
εξασφαλίζει
αποτελεσματικότητα
από άποψη
προσδιορισμένων
στόχων, με πολύ
ικανοποιητική
αναλογία κόστους-οφελών
και
συνεκτικότητα
με τους
γενικούς
στόχους της
πολιτικής της
ΕΕ (όπως οι
κατευθυντήριες
γραμμές για
ευρυζωνικές
κρατικές
ενισχύσεις και
η οδηγία INSPIRE). Η
επιλογή 4
φαίνεται ότι
μεγιστοποιεί
τα οφέλη για
τις
επιχειρήσεις
που επιδιώκουν
εγκατάσταση
ευρυζωνικών
δικτύων.
Ωστόσο, τούτο
θα συνεπαγόταν
ορισμένες
υποχρεώσεις
και περιορισμούς,
που ενδέχεται
να είναι
περιττοί ή
δυσανάλογοι
προς την
επίτευξη των
επιδιωκόμενων
στόχων. Η επιλογή
4 θα καθιστούσε,
επίσης,
σημαντικά
συνθετότερο το
θεσμικό
πλαίσιο,
μεταξύ άλλων
με μεταφορές
αρμοδιοτήτων.
Εξάλλου, οι
επιχειρηματικές
επιλογές θα
μπορούσαν να
περιοριστούν
σοβαρά, με
κίνδυνο τούτο
να λειτουργήσει
ως αντικίνητρο
για επενδύσεις
και αποτέλεσμα
λιγότερα
κοινωνικά και
περιβαλλοντικά
οφέλη,
εμποδίζοντας
με τον τρόπο
αυτό την
επίτευξη των
γενικών στόχων
της ΕΕ και τη
γενικότερη
συνοχή της εν
λόγω επιλογής. Ενόψει
των παραπάνω,
φαίνεται ότι η
επιλογή 3 είναι
η καλύτερη
διαθέσιμη,
δεδομένης της
αποτελεσματικότητάς
της για την
επίτευξη των
καθορισμένων στόχων,
της
αποδοτικότητας
και της
συνοχής της
ώστε να
αξιοποιηθούν
οι δυνατότητες
μείωσης του
κόστους στο
πλαίσιο των
γενικών στόχων
της πολιτικής της
ΕΕ. 7. Παρακολούθηση
και αξιολόγηση Στον
πίνακα
αποτελεσμάτων
του Ψηφιακού
θεματολογίου
θα
παρακολουθείται
μια σειρά
δεικτών που
αντιστοιχούν
στην επίτευξη
των γενικών
και ειδικών
στόχων της
παρούσας πρωτοβουλίας
. Ειδικότερα, ο
γενικός στόχος
(τόνωση της
εγκατάστασης
ευρυζωνικών
συνδέσεων) και
ο ειδικός
στόχος
(βελτίωση της
απόδοσης και
μείωση του
κόστους της
ευρυζωνικής
εγκατάστασης)
θα
παρακολουθούνται
μέσω ανάλυσης
των ετήσιων
επενδύσεων στο
δίκτυο. Ανά
τριετία
προβλέπεται
αξιολόγηση των
αποτελεσμάτων
που αποφέρει
το μέσο, με βάση
πληροφορίες
παρακολούθησης
και ενδελεχείς
μελέτες, με
σκοπό την
πρόταση αναγκαίων
προσαρμογών,
εφόσον απαιτηθεί.