Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52013SC0064

    ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ που συνοδεύει το έγγραφο ΠΡΟΤΑΣΗ ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη θέσπιση πλαισίου για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών

    /* SWD/2013/064 final */

    52013SC0064

    ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ που συνοδεύει το έγγραφο ΠΡΟΤΑΣΗ ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη θέσπιση πλαισίου για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών /* SWD/2013/064 final */


    ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

    που συνοδεύει το έγγραφο

    ΠΡΟΤΑΣΗ ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για τη θέσπιση πλαισίου για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών

    1.           Εισαγωγή

    Η παρούσα εκτίμηση επιπτώσεων αποσκοπεί στην αξιολόγηση της δράσης της ΕΕ για μια ολοκληρωμένη διαχείριση των ακτών, των θαλασσών και των ωκεανών, με τη μετάβαση από την τομεακή προσέγγιση σε μια ολοκληρωμένη και συνεκτική διαδικασία λήψης αποφάσεων. Η προτεινόμενη δράση δεν επικεντρώνεται σε έναν συγκεκριμένο κλάδο, αλλά εξετάζει όλους τους τομείς πολιτικής της Συνθήκης που επηρεάζουν τις ανθρώπινες δραστηριότητες στις θαλάσσιες περιοχές και στις παράκτιες ζώνες και την προστασία του θαλάσσιου και παράκτιου περιβάλλοντος.

    Η Ευρώπη διέρχεται σήμερα μια χρηματοπιστωτική κρίση που επιβάλλει την επικέντρωση στην αποδοτικότητα των πόρων και σε πρωτοβουλίες που διευκολύνουν την ανάπτυξη. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες στις ευρωπαϊκές ακτές και θάλασσες αυξάνονται και έχουν σημαντικό δυναμικό ανάπτυξης. Ωστόσο, αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερο περιορισμούς λόγω του ανταγωνισμού για την εξεύρεση χώρου ή λόγω περιβαλλοντικών απειλών. Επομένως, πρέπει να εφαρμοστεί το συντομότερο δυνατόν μια πολιτική πρωτοβουλία για να εξασφαλιστεί η συντονισμένη και αποτελεσματική διαχείριση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στις θαλάσσιες περιοχές και στις παράκτιες ζώνες.

    Στη Γαλάζια Βίβλο της ΕΕ του 2007 με τίτλο «Μια ολοκληρωμένη θαλάσσια πολιτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση», ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός (ΘΧΣ) επισημάνθηκε ως εργαλείο για την ένταξη των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στη θάλασσα. Ομοίως, με τη σύσταση 2002/413/ΕΚ και το πρωτόκολλο ΟΔΠΖ της σύμβασης της Βαρκελώνης, η ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών (ΟΔΠΖ) θεσπίστηκε ως διαδικασία συμβολής στην εφαρμογή της πολιτικής της ΕΕ.

    Η Επιτροπή προτείνει τώρα να αναπτύξει αυτά τα δύο εργαλεία από κοινού. Ο ΘΧΣ και η ΟΔΠΖ συνδέονται ως προς τη γεωγραφική κάλυψή τους (περιοχή μετάβασης από τη στεριά στη θάλασσα) και τον γενικό στόχο τους (διαχείριση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στους αντίστοιχους τομείς εφαρμογής τους). Πραγματοποιήθηκε εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με τη μελλοντική δράση προκειμένου να επιλεγεί η εναλλακτική λύση με τη μέγιστη αποτελεσματικότητα και προστιθέμενη αξία.

    2.           Ορισμός του προβλήματος και στόχοι

    Το κυριότερο πρόβλημα που εντοπίστηκε αφορά τον ανταγωνισμό για τον θαλάσσιο και παράκτιο χώρο και την εξάντληση των πόρων, και μπορεί να αναλυθεί σε έξι βασικά επιμέρους προβλήματα:

    · 1) Στις αντικρουόμενες αξιώσεις για τον χώρο: η αυξημένη ζήτηση για τον περιορισμένο χώρο στις θαλάσσιες περιοχές προκαλεί συγκρούσεις μεταξύ των θαλάσσιων χρήσεων. Οι παραδοσιακές δραστηριότητες, όπως η αλιεία, η ναυτιλία, η βυθοκόρηση και η εκμετάλλευση πετρελαίου, επεκτείνονται, ενώ νέες χρήσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται ο τουρισμός, η εξόρυξη ορυκτών και, πιο πρόσφατα, η αιολική ενέργεια και η υπεράκτια θαλάσσια υδατοκαλλιέργεια, απαιτούν δικό τους χώρο.

    · 2) Στην αναποτελεσματική χρήση του θαλάσσιου χώρου: η έλλειψη διατομεακού συντονισμού όσον αφορά την κατανομή του θαλάσσιου χώρου μεταξύ διαφόρων χρήσεων οδήγησε στη διασπορά των δραστηριοτήτων και στην κάλυψη μεγαλύτερων περιοχών από ό,τι είναι απαραίτητο. Αυτό οδηγεί επίσης σε υψηλότερες δαπάνες.

    · 3) Στην μη ισορροπημένη χρήση του θαλάσσιου χώρου: η επίδραση της ανθρώπινης δραστηριότητας στις παράκτιες περιοχές αυξάνεται. Οι δομημένες περιοχές στις παράκτιες περιφέρειες της ΕΕ αυξήθηκαν κατά περισσότερο από 20% κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Ορισμένα κενά στην ενωσιακή νομοθεσία, για παράδειγμα σχετικά με τη διάβρωση των ακτών, παρεμποδίζουν τη βιώσιμη και συνεκτική διαχείριση της εξέλιξης αυτής.

    · 4) Στη μη βέλτιστη αξιοποίηση των οικονομικών δυνατοτήτων: η έλλειψη συνεκτικών και διαφανών διαδικασιών για τη διαχείριση των ανθρώπινων χρήσεων συνεπάγεται περιττές δαπάνες. Η αβεβαιότητα και η έλλειψη προβλεψιμότητας όσον αφορά την κατάλληλη πρόσβαση στον θαλάσσιο χώρο δημιουργούν ένα κάθε άλλο παρά βέλτιστο επιχειρηματικό κλίμα για τους επενδυτές. Η διαδικασία διαβούλευσης επιβεβαίωσε την ανάγκη του κλάδου για διαφάνεια, σταθερότητα και προβλεψιμότητα.

    · 5) Στην ανεπαρκή προσαρμογή στους κλιματικούς κινδύνους: οι κίνδυνοι που σχετίζονται με την αλλαγή του κλίματος είναι σημαντικοί στις παράκτιες περιοχές της Ευρώπης, αλλά δεν υπάρχει συνεκτικό πλαίσιο για την ένταξη μέτρων μετριασμού και προσαρμογής στον συνολικό σχεδιασμό της χρήσης των θαλασσών και των ακτών. Η πλειονότητα των παράκτιων κρατών μελών της ΕΕ δεν διαθέτουν σχέδιο ή στρατηγική προσαρμογής στην αλλαγή του κλίματος για τις παράκτιες ζώνες τους.

    · 6) Στην υποβάθμιση του θαλάσσιου και παράκτιου περιβάλλοντος: η εντατική και αυξανόμενη χρήση των παράκτιων και θαλάσσιων περιοχών και η στενή αλληλεπίδραση μεταξύ χερσαίων και θαλάσσιων δραστηριοτήτων οδήγησε σε αυξημένες περιβαλλοντικές πιέσεις και εξάντληση των πόρων. Η νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος υπάρχει, αλλά στερείται συντονισμού μεταξύ τομέων και μεταξύ χωρών.

    Οι ουσιαστικές αιτίες των προβλημάτων είναι οι ακόλουθες: 1) η έλλειψη συνεκτικού και βιώσιμου σχεδιασμού των ναυτιλιακών χρήσεων, συμπεριλαμβανομένης της έλλειψης κοινοχρησίας δεδομένων· 2) η ανεπαρκής συνοχή ή σύνδεση μεταξύ των διαφόρων πολιτικών και προγραμμάτων της ΕΕ που επιδρούν στη θάλασσα και τις ακτές· 3) η έλλειψη συνεκτικής και βιώσιμης διασυνοριακής συνεργασίας μεταξύ θαλάσσιων περιοχών και 4) η ανεπαρκής συμμετοχή των ενδιαφερομένων.

    Ο γενικός στόχος της δράσης της ΕΕ είναι να εξασφαλιστεί η βιώσιμη ανάπτυξη των παράκτιων ζωνών και των θαλάσσιων περιοχών της ΕΕ σύμφωνα με την προσέγγιση με βάση το οικοσύστημα. Έχει επίσης ως στόχο να υποστηρίξει την επίτευξη διαφόρων άλλων στόχων της Συνθήκης της ΕΕ, καθώς και στόχων νομοθετικού και πολιτικού χαρακτήρα, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται η στρατηγική «Ευρώπη 2020» και πολιτικές για το περιβάλλον, την ενέργεια, την αλιεία, τις θαλάσσιες μεταφορές και τη συνοχή. Η δράση της ΕΕ στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να περιορίζεται στον καθορισμό των εργαλείων για την επίτευξη των παραπάνω στόχων πολιτικής. Για τον σκοπό αυτό, οι επιχειρησιακοί στόχοι είναι διαδικαστικού χαρακτήρα: η ανάπτυξη και εφαρμογή των διαδικασιών κατά τρόπο συνεκτικό για τη διαχείριση και τον σχεδιασμό των ανθρώπινων χρήσεων του θαλάσσιου χώρου (δηλαδή, ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός ή ΘΧΣ) και τον συντονισμό των μέσων πολιτικής για τη διαχείριση των παράκτιων ζωνών σε όλα τα παράκτια κράτη μέλη (δηλαδή, η ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών ή ΟΔΠΖ), ο καθορισμός και η περαιτέρω ανάπτυξη κοινών αρχών και προσεγγίσεων για τις διαδικασίες ΘΧΣ και ΟΔΠΖ, καθώς και η ανάπτυξη και εφαρμογή κατάλληλης διασυνοριακής συνεργασίας.

    3.           Ανάλυση της επικουρικότητας και της ενωσιακής προστιθέμενης αξίας

    Ο ΘΧΣ και η ΟΔΠΖ ενσωματώνονται στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΟΘΠ). Ο στόχος της ΟΘΠ είναι να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη συνοχή μεταξύ των τομεακών πολιτικών της ΣΛΕΕ και να επιτευχθούν διάφοροι παράλληλοι στόχοι οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής φύσεως. Οι πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί μέχρι σήμερα στο πλαίσιο της ΟΘΠ, όπως ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1255/2011 του Συμβουλίου, έχουν επομένως θεσπιστεί με πολυάριθμες νομικές βάσεις, που αντιπροσωπεύουν τις τομεακές πολιτικές οι οποίες επιδρούν στη θάλασσα, τις ακτές και τους ωκεανούς.

    Το ίδιο σκεπτικό ισχύει όσον αφορά τη νομοθετική δράση σχετικά με τον ΘΧΣ. Στις σχετικές τομεακές πολιτικές περιλαμβάνονται η αλιεία, η ενέργεια, οι μεταφορές, η εδαφική συνοχή και το περιβάλλον.

    · Η σύσταση της ΕΕ του 2002 για την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών βασίζεται στο άρθρο 192 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Ωστόσο, η ΟΔΠΖ (όπως και ο ΘΧΣ) εντάσσεται στο πλαίσιο μιας διατομεακής πολιτικής (ΟΘΠ) που αποσκοπεί στην εξασφάλιση της συνοχής μεταξύ των διαφόρων τομέων πολιτικής της Συνθήκης.

    Συνεπώς, η μελλοντική δράση σχετικά με τον ΘΧΣ και την ΟΔΠΖ θα πρέπει να βασίζεται σε μια ευρύτερη νομική βάση για να εξασφαλιστεί ότι το πεδίο εφαρμογής της καλύπτει όλο το φάσμα των πολιτικών της ΕΕ που έχουν σημασία για τη διαχείριση των θαλασσών και των ακτών.

    Ο λεπτομερής σχεδιασμός θα πρέπει να αναληφθεί σε επίπεδο κρατών μελών, σύμφωνα με τις αντίστοιχες διακυβερνητικές και συνταγματικές δομές τους. Δεν προβλέπεται να ασχοληθεί η ΕΕ με τις πρακτικές διαδικασίες σχεδιασμού. Ωστόσο, η δράση της ΕΕ ενδείκνυται στον βαθμό που οι παράκτιες και θαλάσσιες χρήσεις καθώς και τα παράκτια και θαλάσσια οικοσυστήματα έχουν διασυνοριακή διάσταση και, ως εκ τούτου, η εν λόγω δράση θα προσέδιδε προστιθέμενη αξία, εξασφαλίζοντας τη συνεκτικότητα των μέτρων για την αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού. Ειδικότερα, θα αποφεύγονταν οι αποκλίνουσες προσεγγίσεις και τα διαφορετικά επίπεδα προόδου. Οι απαντήσεις στη δημόσια διαβούλευση αναγνωρίζουν την προστιθέμενη αξία της δράσης της ΕΕ.

    Οι στόχοι για τη μελλοντική δράση όσον αφορά τον ΘΧΣ και την ΟΔΠΖ είναι σε γενικές γραμμές παρόμοιοι. Και στις δυο περιπτώσεις, προβλέπεται να υιοθετηθεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για τη διαχείριση των ωκεανών μέσω της ενισχυμένης θαλάσσιας και παράκτιας διακυβέρνησης. Ο ΘΧΣ και η ΟΔΠΖ έχουν και άλλα κοινά σημεία, όπως οι ανάγκες για δεδομένα. Επομένως, μπορούν να επιτευχθούν σημαντικές συνέργειες μέσω μιας κοινής νομοθετικής πρωτοβουλίας. Με ξεχωριστές πρωτοβουλίες θα αυξανόταν ο κίνδυνος ασυνεπειών, σύγχυσης και, εν τέλει, υψηλότερου κόστους εφαρμογής.

    4.           Επιλογές

    Η εκτίμηση επιπτώσεων προσδιορίζει και εξετάζει διάφορες (επιμέρους) επιλογές και δυνατούς συνδυασμούς, καθώς και το βασικό σενάριο. Εξετάζονται οι εξής τρεις επιλογές: 1) παροχή καθοδήγησης και ανάπτυξη βέλτιστων πρακτικών, 2) θέσπιση μη δεσμευτικών μέτρων και 3) θέσπιση νομικώς δεσμευτικών μέτρων, στα οποία θα συμπεριλαμβάνονται μια οδηγία του τύπου «οδηγία-πλαίσιο», μια οδηγία και ένας κανονισμός. Λεπτομερέστερες εξηγήσεις για τις επιλογές παρατίθενται στην εκτίμηση επιπτώσεων, παράγραφος 5, «Επιλογές πολιτικής».

    5.           Ανάλυση επιπτωσεων

    Από τις μελέτες στις οποίες βασίζεται η εκτίμηση επιπτώσεων προκύπτει ότι όλες οι προσδιορισθείσες επιλογές πολιτικής θα οδηγήσουν σε παρόμοιες επιπτώσεις, ενώ η αποτελεσματικότητά τους ποικίλλει ως προς την επικαιρότητα, την έκταση ή την κλίμακα. Η ποσοτική ανάλυση των επιπτώσεων περιορίζεται από ορισμένους παράγοντες, όπως η φύση του θέματος (διακυβέρνηση) και η έλλειψη διαθέσιμων στοιχείων για ορισμένες πτυχές.

    5.1.        Αποτελεσματικότητα

    Σε γενικές γραμμές, η αποτελεσματικότητα όσον αφορά την επίτευξη των επιχειρησιακών στόχων αυξάνεται από την επιλογή 1 έως την επιλογή 3. Συγκεκριμένα:

    · Η επιλογή 1, που συνίσταται στην παροχή καθοδήγησης και στην ανάπτυξη βέλτιστων πρακτικών, δεν αναμένεται να είναι πολύ αποτελεσματική, δεδομένου ότι θα στηρίξει κυρίως τη δράση μερών που έχουν ήδη αναλάβει δεσμεύσεις στον τομέα αυτό. Ωστόσο, δεν θα αντιστάθμιζε την έλλειψη νομικών ή θεσμικών μηχανισμών.

    · Η επιλογή 2, που συνίσταται στην προώθηση της εφαρμογής του ΘΧΣ/της ΟΔΠΖ μέσω μη δεσμευτικών μέτρων, αναμένεται να ενισχύσει τη θέση του ΘΧΣ σε επίπεδο ΕΕ, αλλά είναι απίθανο να εξασφαλιστεί επαρκές επίπεδο προτεραιότητας για την εφαρμογή της. Μπορεί επίσης να οδηγήσει σε μια προσέγγιση «επιλογής κατά το δοκούν» από τα κράτη μέλη. Όσον αφορά την ΟΔΠΖ, η μη δεσμευτική φύση της σύστασης δεν θα οδηγήσει σε αύξηση του επιπέδου και της ποιότητας εφαρμογής. Αυτό επιβεβαιώθηκε από τη δημόσια διαβούλευση.

    · Η επιλογή 3, δηλαδή η θέσπιση δεσμευτικού πλαισίου για την εφαρμογή του ΘΧΣ/της ΟΔΠΖ, θα αποτελούσε τον αποτελεσματικότερο τρόπο επίτευξης των επιχειρησιακών στόχων. Ωστόσο, οι δεσμευτικές πράξεις διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη φύση και το επίπεδο λεπτομέρειας, γεγονός το οποίο αξιολογήθηκε σε τρεις επιμέρους επιλογές, και συγκεκριμένα, μια οδηγία-πλαίσιο, μια οδηγία και ένας κανονισμός.

    Μια λεπτομερής οδηγία ή ένας λεπτομερής κανονισμός θα είχε πιο κανονιστικό χαρακτήρα από μια οδηγία-πλαίσιο, περιορίζοντας την ευελιξία των κρατών μελών και μειώνοντας τις δυνατότητες χρήσης ήδη υφιστάμενων διαδικασιών, πράγμα που θα οδηγούσε σε αύξηση του διοικητικού κόστους. Απεναντίας, μια οδηγία-πλαίσιο που καθορίζει γενικές υποχρεώσεις και παρέχει καθοδήγηση για τη συγκεκριμένη εφαρμογή από τα κράτη μέλη θα εξασφάλιζε την προβλεψιμότητα, τη σταθερότητα και τη διαφάνεια. Επιπλέον, μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν επίκαιρη, δεδομένης της τρέχουσας τάσης που χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη νέων δραστηριοτήτων. Θα επέτρεπε στα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη αυτή την πρωτοβουλία κατά την κατάρτιση των εθνικών τους πολιτικών. Τέλος, θα εξασφάλιζε την τήρηση των αρχών της αναλογικότητας και της επικουρικότητας, αποφεύγοντας την παρέμβαση στις μεθόδους και διαδικασίες σχεδιασμού των κρατών μελών.

    Επιπλέον, μια οριζόντια επιλογή που να επιτρέπει τη βελτίωση της διαθεσιμότητας δεδομένων και πληροφοριών θα ενίσχυε την αποτελεσματικότητα όλων των επιλογών που αναλύθηκαν ανωτέρω. Μια συμπληρωματική δράση που να αξιοποιεί τα υφιστάμενα συστήματα πληροφόρησης (ιδίως την πρωτοβουλία «Γνώσεις για τη θάλασσα 2020») θα εξασφάλιζε την αντιμετώπιση των αναγκών που υφίστανται στο παρόν στάδιο, τουλάχιστον σε επίπεδο ΕΕ.

    5.2.        Επιπτώσεις

    Η εκτίμηση επιπτώσεων προσδιόρισε ορισμένες οικονομικές επιπτώσεις ως αποτέλεσμα της εφαρμογής του ΘΧΣ και της ΟΔΠΖ, και συγκεκριμένα:

    · Μείωση του κόστους συναλλαγών για τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις, μέσω της ταχύτερης και απλουστευμένης διαδικασίας λήψης αποφάσεων και χάρη στην αύξηση της διαφάνειας.

    · Αυξημένη βεβαιότητα και προβλεψιμότητα για τις ιδιωτικές επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένης της μεγαλύτερης βεβαιότητας όσον αφορά την εξασφάλιση χρηματοδότησης για τις υπεράκτιες επενδύσεις.

    · Καλύτερη χρήση του θαλάσσιου χώρου και βέλτιστη δυνατή συνύπαρξη των χρήσεων στις παράκτιες ζώνες και στα θαλάσσια ύδατα.

    · Μεγαλύτερη ελκυστικότητα των παράκτιων περιοχών μέσω της διατήρησης της φυσικής τους αξίας και της θελκτικότητάς τους.

    · Μείωση των δαπανών συντονισμού για τις δημόσιες αρχές, μέσω της ενίσχυσης της αποδοτικότητας και της διαφάνειας.

    · Καινοτομία και έρευνα: οι ανάγκες για δεδομένα σχετικά με τον ΘΧΣ και την ΟΔΠΖ μπορεί να συμβάλουν στη βελτίωση της συλλογής, της διαχείρισης και της ανάλυσης δεδομένων, καθώς και στον εμπλουτισμό των γνώσεων όσον αφορά την αλληλεπίδραση και τη συμπληρωματικότητα μεταξύ των χρήσεων και του θαλάσσιου περιβάλλοντος.

    · Βελτίωση και ολοκλήρωση των δεδομένων και πληροφοριών.

    Περιβαλλοντικές επιπτώσεις:

    · Μείωση της πίεσης που ασκείται στο περιβάλλον, κυρίως μέσω της βελτίωσης της χρήσης του παράκτιου και θαλάσσιου χώρου και της καλύτερης διαχείρισης των ανθρώπινων δραστηριοτήτων.

    · Βελτίωση της διατήρησης της βιοποικιλότητας και της ποιότητας του περιβάλλοντος, χάρη στη μείωση του κατακερματισμού των φυσικών περιοχών και στη χρήση ανανεώσιμων και μη ανανεώσιμων πόρων με σεβασμό για το οικοσύστημα.

    · Βελτίωση της ανθεκτικότητας στους κινδύνους και/ή μετριασμός των επιπτώσεων της αλλαγής του κλίματος.

    Κοινωνικές επιπτώσεις:

    · Ενισχυμένη δέσμευση του πληθυσμού και των ενδιαφερομένων και βελτίωση του κλίματος πολιτικής συνεργασίας.

    · Βελτιωμένη χωροταξία και αξιοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσω της ένταξης του παράκτιου τοπίου και του αστικού περιβάλλοντος των λιμένων στις διαδικασίες που συνδέονται με τον ΘΧΣ/την ΟΔΠΖ.

    · Αυξημένη οικονομική μεγέθυνση και απασχόληση, με την ανάπτυξη των (αναδυόμενων ιδίως) θαλάσσιων τομέων και τη συμβολή στην απασχόληση στη θαλάσσια οικονομία.

    · Βελτίωση της ασφάλειας στη θάλασσα.

    · Βελτίωση του κλίματος πολιτικής συνεργασίας.

    · Το κόστος εφαρμογής για την πλήρη υλοποίηση της ΟΔΠΖ στην ΕΕ εκτιμάται σε 200 εκατ. ευρώ για τα έξοδα εκκίνησης και 20 εκατ. ευρώ ετησίως για τις δαπάνες λειτουργίας. Τα έξοδα εκκίνησης είναι αβέβαια, διότι εξαρτώνται από τα εθνικά και περιφερειακά πλαίσια στα κράτη μέλη. Η ποσοτικοποίηση του κόστους εκτέλεσης του ΘΧΣ είναι δύσκολη λόγω της έλλειψης δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ. Ανεξάρτητα από τις διακυμάνσεις του συνολικού κόστους, η γενική σχέση κόστους-οφέλους είναι θετική. Μια υποχρεωτική προσέγγιση είναι πιθανό να οδηγήσει σε υψηλότερο κόστος εφαρμογής βραχυπρόθεσμα. Εντούτοις, είναι συγχρόνως η μόνη προσέγγιση που εγγυάται την εφαρμογή του και, κατά συνέπεια, την υλοποίηση των οικονομικών οφελών που περιγράφονται ανωτέρω.

    6.           Σύγκριση των επιλογών και συμπέρασμα

    Στην εκτίμηση επιπτώσεων προστίθεται ως παράρτημα 1 ένας συνοπτικός πίνακας που συνδέει την αποτελεσματικότητα των πιθανών λύσεων για την επίλυση των αιτιών των προβλημάτων με τον βαθμό στον οποίο αυτές καλύπτονται από τις διάφορες επιλογές πολιτικής.

    Η σύγκριση των επιλογών που προσδιορίστηκαν καταδεικνύει ότι η βέλτιστη δράση για την επίτευξη των στόχων θα ήταν η επιλογή 3, με την επιμέρους επιλογή 1, δηλαδή μια οδηγία-πλαίσιο της ΕΕ σχετικά με τον ΘΧΣ και την ΟΔΠΖ που να προβλέπει ένα περιορισμένο σύνολο υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένης μιας διαδικασίας για την ανάπτυξη βέλτιστων πρακτικών.

    Οι εθελοντικές προσεγγίσεις, συμπεριλαμβανομένων της καθοδήγησης και/ή συστάσεων, δεν θα απέφεραν τα επιθυμητά αποτελέσματα. Μια πιο κανονιστική επιλογή (εναρμόνιση) μέσω λεπτομερούς οδηγίας ή κανονισμού θα ήταν δυσανάλογη, δεν θα ήταν σύμφωνη με την αρχή της επικουρικότητας και θα οδηγούσε σε υψηλότερο κόστος.

    Τέλος, μια αποφασιστική αλλά αναλογική δράση σε επίπεδο ΕΕ σε περιόδους οικονομικής κρίσης μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στην αξιοποίηση του οικονομικού δυναμικού της υπεράκτιας θαλάσσιας οικονομίας.

    Top