Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012IE2096

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η συμμετοχή και η συμβολή των εργαζομένων ως πυλώνας της χρηστής εταιρικής διακυβέρνησης και της ισορροπημένης εξόδου από την κρίση» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

ΕΕ C 161 της 6.6.2013, p. 35–39 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

6.6.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 161/35


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η συμμετοχή και η συμβολή των εργαζομένων ως πυλώνας της χρηστής εταιρικής διακυβέρνησης και της ισορροπημένης εξόδου από την κρίση» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

2013/C 161/06

Εισηγητής: ο κ. Wolfgang GREIF

Στις 12 Ιουλίου 2012, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:

«Η συμμετοχή και η συμβολή των εργαζομένων ως πυλώνας της χρηστής εταιρικής διακυβέρνησης και της ισορροπημένης εξόδου από την κρίση»

(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας).

Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη» στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Φεβρουαρίου 2013.

Κατά την 488η σύνοδο ολομέλειας της 20ής και 21ης Μαρτίου 2013 (συνεδρίαση της 20ής Μαρτίου 2013), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 85 ψήφους υπέρ, 3 κατά και 8 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Σύνοψη

1.1

Η χρηματοπιστωτική κρίση έχει φθάσει στις επιχειρήσεις. Η αντιμετώπισή της, η οποία είναι προς το συμφέρον όλων των ενδιαφερόμενων ομάδων, των επενδυτών, των εργοδοτών, των εργαζομένων, των περιφερειών («προσέγγιση πολλών ενδιαφερόμενων φορέων»), απαιτεί κοινές προσπάθειες, και στόχους συνεκτικούς μεταξύ τους, που αφορούν την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη των επιχειρήσεων, την ύπαρξη αποτελεσματικού κοινωνικού διαλόγου σε πνεύμα εμπιστοσύνης, καθώς και την τήρηση θετικής στάσης. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να δώσει ώθηση, ώστε να επιλεγούν νέες οδοί σχετικά με το εν λόγω ζήτημα, επιδίωξη που αφορά και το ευρωπαϊκό πλαίσιο εταιρικής διακυβέρνησης («corporate governance»).

1.2

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την πεποίθηση ότι η «χρηστή», και υπό την έννοια αυτή «βιώσιμη», εταιρική διακυβέρνηση πρέπει να βασίζεται στις νομικές δομές οι οποίες έχουν αποδείξει την αξία τους στην εσωτερική αγορά και σε πρακτικές συμμετοχής των εργαζομένων μέσω της ενημέρωσης, της διαβούλευσης και, κατά περίπτωση, της συμμετοχής στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.

1.3

Η βιωσιμότητα πρέπει να προκύψει από τη συμβατότητα της οικονομικής αποδοτικότητας με κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς στόχους. Προϋπόθεση είναι να θεωρείται μία επιχείρηση ως ένας θεσμός στο πλαίσιο του οποίου οι ενδιαφερόμενοι φορείς συνεργάζονται και οι συμμετέχοντες αναζητούν από κοινού μία βιώσιμη επιχειρηματική προοπτική, την οικονομική ανταγωνιστικότητα και την κοινωνική ισορροπία, και προσανατολίζουν τη δράση τους προς τα στοιχεία αυτά. Για τον σκοπό αυτόν, η ΕΟΚΕ θέτει προς συζήτηση το διοικητικό πρότυπο της «βιώσιμης επιχείρησης». Το πρότυπο αυτό συνεπάγεται και τον σεβασμό της άποψης των εργαζομένων κατά τη λήψη εταιρικών αποφάσεων.

1.4

Σύμφωνα με το εν λόγω πρότυπο, μία επιτυχημένη διοίκηση επιχειρήσεων πρέπει να βασίζεται στην αρχή της «δίκαιης σχέσης» μεταξύ των εργαζομένων, της διοίκησης και των ιδιοκτητών, γεγονός που εξασφαλίζει τη δυνατότητα από κοινού διαμόρφωσης της αλλαγής από όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς με στοχευμένο τρόπο επίλυσης των προβλημάτων, και με τον δέοντα σεβασμό στις εξουσίες της διοίκησης. Για τον σκοπό αυτόν, υπάρχει ήδη σήμερα ένα σύνολο εργαλείων σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την υποχρεωτική συμμετοχή των εκπροσώπων των εργαζομένων, το οποίο θα πρέπει να αξιοποιείται αποτελεσματικά. Έτσι βελτιώνονται αποδεδειγμένα η διαχείριση και η πρόβλεψη των αναδιαρθρώσεων σε επιχειρήσεις, και μάλιστα ακριβώς σε περιόδους κρίσεων.

1.5

Για να εδραιωθεί στην πράξη και να ενισχυθεί το προτεινόμενο πρότυπο, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ευρωπαϊκή πολιτική οφείλει, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της για τη διαχείριση της εσωτερικής αγοράς, να δημιουργήσει αντίστοιχα κίνητρα και να βελτιώσει το απαιτούμενο ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο, χωρίς να παραβιάσει τις εθνικές αρμοδιότητες. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ υποβάλλει προτάσεις, ώστε να εφαρμοστεί με καλύτερο τρόπο στο εθνικό δίκαιο το υφιστάμενο ευρωπαϊκό θεμελιώδες δικαίωμα της συμμετοχής των εργαζομένων.

1.6

Παράλληλα, οι δυνατότητες συμμετοχής των εργαζομένων στον στρατηγικό προσανατολισμό των επιχειρήσεων θα πρέπει να καταστούν γενικό στοιχείο του ευρωπαϊκού εταιρικού δικαίου, το οποίο, σύμφωνα με τον σχεδιασμό της Επιτροπής, πρόκειται να αναθεωρηθεί στο εγγύς μέλλον. Επιπλέον, οι διατάξεις για την υποχρεωτική συμμετοχή των εργαζομένων θα πρέπει να ενοποιηθούν και να εφαρμοστούν γενικότερα στο ενωσιακό δίκαιο, βάσει προτύπων που έχουν ήδη επιτευχθεί· θα πρέπει δε ιδίως να ευθυγραμμιστούν, ει δυνατόν, και λαμβανομένων υπόψη των διαφορετικών συναφών ζητημάτων, οι ορισμοί της ενημέρωσης, της διαβούλευσης και της συμμετοχής.

1.7

Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2013 σηματοδοτεί, προσωρινά, ένα νέο στάδιο αυτής της συζήτησης. Στην απόφαση αυτή, που υιοθετήθηκε με μεγάλη πλειοψηφία, συνιστάται η θέσπιση νομικού πλαισίου με ελάχιστα πρότυπα σε περίπτωση αναδιαρθρώσεων, ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο το κοινωνικό και το οικονομικό κόστος και να ενθαρρύνεται η πρόβλεψη. Τα μέτρα αυτά θα συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων, την υποχρέωση για στρατηγικό προγραμματισμό και τη λήψη προληπτικών μέτρων για την εκπαίδευση και τη συνεχή κατάρτιση που σε περίπτωση αναδιαρθρώσεων συμβάλλουν στη διατήρηση των θέσεων εργασίας και του εργατικού δυναμικού, καθώς και διατάξεις που υποχρεώνουν τις επιχειρήσεις, σε περίπτωση αναδιαρθρώσεων, να συνεργαστούν με περιφερειακές αρχές (δημόσια διοίκηση, γραφεία εργασίας) και τους τοπικούς προμηθευτές τους.

2.   Εισαγωγή

2.1

Με την παρούσα γνωμοδότηση η ΕΟΚΕ επιθυμεί να καταδείξει τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις και οι επενδυτές βρίσκουν, σε συνεργασία με τους εργαζομένους τους, ισορροπημένες και βιώσιμες διεξόδους από τη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση, καθώς και τρόπους αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Επίσης περιγράφονται οι κοινωνικές και νομικές γενικές συνθήκες που χρειάζονται οι εν λόγω φορείς ώστε να επιτύχουν τα ανωτέρω, καθώς και τα σημεία στα οποία απαιτείται, κατά περίπτωση, η βελτίωση και του ευρωπαϊκού νομικού πλαισίου, με τον δέοντα σεβασμό στην πολυμορφία των συνθηκών και των ρυθμίσεων που επικρατούν σε εθνικό επίπεδο.

2.2

Η εταιρική διακυβέρνηση που προσανατολίζεται προς τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη στηρίζεται στον νομικά εξασφαλισμένο διάλογο, σε κλίμα εμπιστοσύνης, μεταξύ της διοίκησης και των εργαζομένων. Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει μία σχετική πολιτική συναίνεση μεταξύ των κυβερνήσεων, των κοινωνικών εταίρων και της κοινωνίας των πολιτών, η οποία είναι βαθιά ριζωμένη στην ιστορία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης: η υποχρεωτική συμμετοχή των εργαζομένων στην οικονομική δραστηριότητα αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της κοινωνικά υπεύθυνης οικονομικής διαχείρισης, όπως άλλωστε καθορίζεται σε πολυάριθμες ευρωπαϊκές οδηγίες. Χιλιάδες εκπρόσωποι συμφερόντων στις επιχειρήσεις και τις εταιρίες στην Ευρώπη, καθώς και περίπου 17 000 ενδιαφερόμενοι φορείς σε περίπου 1 000 ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων καταδεικνύουν ότι η εν λόγω αρχή της εταιρικής διακυβέρνησης που προσανατολίζεται προς τη συμμετοχή εφαρμόζεται στην πράξη.

2.3

Διάφορες ευρωπαϊκές πηγές δικαίου, οι οποίες προέκυψαν σε διαφορετικές ιστορικές φάσεις, αντικατοπτρίζουν την εν λόγω πολιτική συναίνεση: η ενημέρωση των εργαζομένων και η διαβούλευση με αυτούς δεν προβλέπεται μόνο σε εθνικό επίπεδο –και στον τομέα των ΜΜΕ– μέσω ενωσιακού δικαίου (1), αλλά και σε διακρατικό επίπεδο (2). Στο επίπεδο αυτό, η δυνατότητα συμμετοχής των εργαζομένων σε επίπεδο επιχείρησης εφαρμόζεται επιπλέον κατά κανόνα στις ευρωπαϊκές εταιρίες (SE) και στους ευρωπαϊκούς συνεταιρισμούς (SCE) (3). Η ενημέρωση και η διαβούλευση προβλέπονται σε πολλές ακόμη οδηγίες της ΕΕ (4) και στους τομείς της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία, καθώς και στο ευρωπαϊκό εταιρικό δίκαιο. Το άρθρο 27 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ καθιστά το ατομικό θεμελιώδες δικαίωμα στην ενημέρωση και τη διαβούλευση δεσμευτική συνιστώσα του ενωσιακού δικαίου. Δεν υπάρχει λοιπόν αμφιβολία ότι η υποχρεωτική συμμετοχή των εργαζομένων στην οικονομική δραστηριότητα αποτελεί μέρος των νομικών θεμελίων της δημοκρατίας στην Ευρώπη.

2.4

Αυτό το θεσμοθετημένο μέσο, η χρήση του οποίου έχει αποδειχτεί αποδοτική στην οικονομική καθημερινότητα, πρέπει να ενισχυθεί υπέρ της κερδοφορίας, αλλά κυρίως υπέρ της κοινωνικής συνοχής στην Ευρώπη, με σκοπό την υπέρβαση της τρέχουσας κρίσης. Αυτό ισχύει διότι οι εταιρίες, οι οποίες δεν υπάρχουν μόνο για να εξυπηρετούν τους επενδυτές τους, αλλά και για να συμβάλλουν στην κοινωνία, εκτίθενται σήμερα σε επισφαλέστερες συνθήκες:

Η επιταγή της ανταγωνιστικότητας στις παγκόσμιες αγορές έχει αυξήσει τον διακρατικό χαρακτήρα των αλυσίδων αξίας. Αυτό καθιστά δυσκολότερη τη διαχείριση των επιχειρήσεων. Τα θιγόμενα μέρη, και ιδίως οι εργαζόμενοι, δυσκολεύονται ακόμα περισσότερο να κατανοήσουν τη λογική των αναδιαρθρώσεων ή των μετεγκαταστάσεων.

Η χρηματοδότηση των εταιριών από αμιγώς οικονομικούς επενδυτές αποσκοπεί κατά κύριο λόγο σε βραχυπρόθεσμα κέρδη, περιορίζοντας τον μακροπρόθεσμο επιχειρηματικό σχεδιασμό για το μέλλον. Αυτό εμποδίζει σε υπέρτατο βαθμό την ανάπτυξη σχέσεων συνεργασίας και εμπιστοσύνης μεταξύ των εταιρικών διοικήσεων και των εργαζομένων τους.

Οι φιλόδοξοι στόχοι για το κλίμα απαιτούν καινοτομία και, γενικώς, νέα προϊόντα και υπηρεσίες. Αυτό υποχρεώνει συχνά σε ακραίες διαρθρωτικές αλλαγές που δημιουργούν μεγάλη ένταση στους θιγόμενους εργαζόμενους και στις επιχειρήσεις, θέτοντάς τους ενώπιον νέων οργανωτικών καθηκόντων.

Με την υποστήριξη του ευρωπαϊκού εταιρικού δικαίου και της νομοθεσίας για τις χρηματοπιστωτικές αγορές, οι εταιρίες κινούνται σήμερα με όλο και μεγαλύτερη άνεση πέραν των εθνικών συνόρων στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς. Συνεπώς μπορεί να ατονήσουν τα δικαιώματα συμμετοχής στα όργανα της επιχείρησης και οι πρακτικές συνεργασίας σε κλίμα εμπιστοσύνης που ισχύουν σε εθνικό επίπεδο, εάν δεν ισχύουν με αντίστοιχο τρόπο και πέραν των εθνικών συνόρων.

2.5

Όλα αυτά υπογραμμίζουν την ανάγκη λήψης διορθωτικών μέτρων κατά της υπονόμευσης των εταιρικών αξιών από μια νοοτροπία βραχυπρόθεσμων οφελών. Είναι ανάγκη να καταδειχθούν τρόποι με τους οποίους θα μπορέσει η ευρωπαϊκή πολιτική να ξεπεράσει την τάση που κυριαρχεί σήμερα για μονομερή διαφάνεια των εταιριών προς όφελος των μετόχων τους, αντιμετωπίζοντας περισσότερο την επιχείρηση ως «βιώσιμη εταιρία» προς όφελος μιας μακροπρόθεσμης εταιρικής ανάπτυξης (5).

2.6

Η αντιμετώπιση της κρίσης, ο μακροπρόθεσμος προσανατολισμός, η χρηστή εταιρική διακυβέρνηση, η ικανότητα για καινοτομία και η συνεργασία μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων σε κλίμα εμπιστοσύνης, βάσει κατοχυρωμένων και δεσμευτικών δικαιωμάτων συμμετοχής, εμπίπτουν στο ένα και το αυτό πλαίσιο για το μέλλον της Ευρώπης. Η ΕΟΚΕ προτείνει την παγίωση και την ενίσχυση της έννοιας της «βιώσιμης εταιρίας» ως νέου προτύπου στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πολιτικής. Με αυτόν τον τρόπο θα ανοιχτούν νέοι ορίζοντες για τη νομοθεσία και θα θεσπιστούν επιχειρησιακά και πολιτικά μέτρα που θα παράσχουν σε όσους το εφαρμόζουν κίνητρα και καθοδήγηση για την υλοποίηση μιας βιώσιμης εταιρικής διακυβέρνησης. Πρέπει να υπάρχει συμφωνία σχετικά με τα χαρακτηριστικά της «βιώσιμης εταιρίας». Η υλοποίησή της θα πρέπει να ανταποκρίνεται στην εκάστοτε κατάσταση που επικρατεί στις επιχειρήσεις. Στην πράξη θα υπάρχουν διαφορές από χώρα σε χώρα.

3.   Το πρότυπο της «βιώσιμης εταιρίας»

3.1

Το πρότυπο της «βιώσιμης εταιρίας» (6) ενδείκνυται για τη μετατροπή των προδιαγραφών της ευρωπαϊκής πολιτικής σε μια ολοκληρωμένη μέθοδο εταιρικής διακυβέρνησης, στο πλαίσιο της οποίας, οι στόχοι οικονομικής αποδοτικότητας θα συνδυάζονται με κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς στόχους δημιουργώντας μια συνεκτική έννοια. Η «βιώσιμη εταιρία» ακολουθεί τη λογική που θέλει τις εταιρίες να είναι «κοινωνικές οργανώσεις», στο πλαίσιο της οποίας οι απόψεις των εργαζομένων πρέπει να γίνονται σεβαστές. Με τον τρόπο αυτόν, οι αποφάσεις της επιχείρησης είναι πιο προβλέψιμες και για τις δύο πλευρές, καθώς και για τους πελάτες. Η εν λόγω επιχείρηση κινδυνεύει λιγότερο από εξωτερικές παρεμβάσεις που αποσκοπούν αποκλειστικά σε βραχυπρόθεσμα οφέλη.

3.2

Η «βιώσιμη εταιρία» φέρει τα ακόλουθα βασικά χαρακτηριστικά (7):

1)

Η έννοιά της βασίζεται σε μια προσέγγιση «πολλών ενδιαφερόμενων φορέων»: Οι ιδιοκτήτες μίας επιχείρησης λειτουργούν σε συνεργασία με άλλους σημαντικούς φορείς, όπως είναι οι εργαζόμενοι ή οι φορείς της περιφέρειας στην οποία δραστηριοποιείται η επιχείρηση.

2)

Ο ορισμός και η υλοποίηση των στόχων της εταιρίας είναι αποτέλεσμα κοινών προσπαθειών εργαζομένων και διοίκησης, χωρίς διάθεση παρέμβασης στα διευθυντικά δικαιώματα της διοίκησης· για να επιτευχθεί αυτό, υπάρχουν διάφορες μορφές συμμετοχής των εργαζομένων που έχουν αποδειχτεί αποτελεσματικές στην πράξη.

3)

Η εταιρική διακυβέρνηση προσανατολίζεται σε μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Ο ορισμός των στόχων της εταιρίας συνάδει με τους στόχους βιωσιμότητάς της.

4)

Για να είναι σε θέση να ηγηθεί μιας «βιώσιμης εταιρίας», η διοίκηση πρέπει να διαθέτει απαραιτήτως ολοκληρωμένη εικόνα της επιχείρησης. Οι προδιαγραφές για το σύστημα υποβολής εκθέσεων πρέπει να ενσωματώνουν υποχρεωτικά τις διάφορες διαστάσεις της βιώσιμης εταιρικής διαχείρισης. (8)

5)

Οι αποδοχές των διοικητικών και των διευθυντικών στελεχών πρέπει να συναρτώνται με την πρόθεσή τους για την επίτευξη στόχων βιωσιμότητας. Σε αυτούς περιλαμβάνονται και προσπάθειες που καταβάλλονται σε κοινωνικό επίπεδο, λόγου χάρη για την υγεία και ασφάλεια στην εργασία, την επαγγελματική κατάρτιση και την επαγγελματική επιμόρφωση ή την ισότητα ευκαιριών.

6)

Η «βιώσιμη εταιρία» χρειάζεται επενδυτές που ενδιαφέρονται κυρίως για την επίτευξη μακροπρόθεσμων στόχων κέρδους.

3.3

Η «βιώσιμη εταιρία» μπορεί να λειτουργήσει με επιτυχία μόνον εάν ακολουθεί μια συγκεκριμένη αρχή διακυβέρνησης: τη «δίκαιη σχέση». Σύμφωνα με αυτήν, παρέχεται η δυνατότητα σε όλους τους συμμετέχοντες (διοίκηση, εκπρόσωποι των εργαζομένων, επενδυτές και ενδιαφερόμενες περιφέρειες) να συνδιαμορφώσουν το νέο πρόσωπο των εταιριών, με τρόπο που να συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων και στην επίλυση των προβλημάτων, και λαμβανομένων υπόψη των διευθυντικών δικαιωμάτων της διοίκησης. Έτσι βελτιώνεται η διαχείριση και η πρόβλεψη της αναδιάρθρωσης, και μάλιστα ακριβώς σε περιόδους κρίσεων.

3.4

Στις περιπτώσεις πώλησης και εξαγοράς επιχειρήσεων, η εν λόγω έννοια της «δίκαιης σχέσης» βασίζεται σε δεσμευτικές συμφωνίες μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών για μακροπρόθεσμες επιχειρηματικές προοπτικές, καθώς και για την κοινωνική διάσταση, η οποία εγγυάται στο μέτρο του δυνατού τη διατήρηση εγκαταστάσεων και θέσεων εργασίας. Ιδίως κατά την αγορά και πώληση επιχειρήσεων ή μεριδίων επιχειρήσεων σε διασυνοριακό επίπεδο και κατά την αναδιάρθρωση θα πρέπει τα ακόλουθα καίρια σημεία να χρησιμοποιούνται ως δεσμευτική βάση:

μία ουσιαστική μακροπρόθεσμη οικονομική και βιομηχανική προσέγγιση,

δεσμευτικές εγγυήσεις όσον αφορά τις επενδύσεις, τη διατήρηση των εγκαταστάσεων και την απασχόληση,

σε περιπτώσεις αναδιαρθρώσεων, εξέταση όλων των εναλλακτικών στις απολύσεις,

διατήρηση των κεκτημένων κοινωνικών επιτευγμάτων και των συλλογικών συμβάσεων,

δυνατότητα ελέγχου της τήρησης των συμφωνιών και των δεσμεύσεων.

3.5

Η υλοποίηση της «βιώσιμης εταιρίας» συμβαδίζει, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, με τη δεσμευτική συμμετοχή των εργαζομένων μέσω της ενημέρωσης, της διαβούλευσης και, κατά περίπτωση, της συμμετοχής στα διοικητικά συμβούλια των εταιριών. Η εμπειρία έχει δείξει επίσης εν προκειμένω ότι χώρες με ισχυρά δικαιώματα συμμετοχής των εργαζομένων και λειτουργικές σχέσεις μεταξύ των κοινωνικών εταίρων αντιμετώπισαν καλύτερα την πρόσφατη κρίση από ό, τι άλλες. Η αξιοποίηση αυτής της εμπειρίας με σκοπό τη μακροπρόθεσμη εταιρική ανάπτυξη προϋποθέτει ότι η ευρωπαϊκή πολιτική, στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς της για τη διαχείριση της εσωτερικής αγοράς, θα παρέχει κατάλληλα κίνητρα και θα θεσπίζει νομικές υποχρεώσεις όσον αφορά την εταιρική διακυβέρνηση.

4.   Ανάγκη δράσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο – Πολιτικές συστάσεις

4.1   Βελτίωση του νομικού πλαισίου στο πνεύμα της βιώσιμης εταιρικής διακυβέρνησης

4.1.1

Η εργασία, οι επενδύσεις και η επιχειρηματικότητα πρέπει να αποφέρουν οφέλη στην Ευρώπη. Η «βιώσιμη εταιρία» παρέχει το κατάλληλο πρότυπο για τον σκοπό αυτόν. Επιδιώκει εξίσου οικονομικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς στόχους, σε μακροπρόθεσμη βάση. Μια τέτοια εταιρία διέπεται από την αρχή της «δίκαιης σχέσης», στο πλαίσιο της οποίας η αλλαγή της θεωρείται πρόκληση και επωφελές επιχειρηματικό καθήκον και οι κοινωνικές κατακτήσεις και τα δικαιώματα των εργαζομένων της εταιρίας δεν αμφισβητούνται.

4.1.2

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ευρωπαϊκή πολιτική είναι υποχρεωμένη να ενισχύσει ακόμα περισσότερο τη βάση της συνεργασίας των σημαντικότερων ομάδων της οικονομίας. Θα είναι ιδιαιτέρως ικανοποιημένη εάν η Επιτροπή, στηριζόμενη στα κεκτημένα πρότυπα συμμετοχής των εργαζομένων στην Ευρώπη, αναλάβει εκ νέου δράση με στόχο την προσαρμογή και την εδραίωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους στις τρέχουσες συνθήκες της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς. Σε αυτό περιλαμβάνονται νομοθετικές πρωτοβουλίες για τη βελτίωση του πλαισίου εφαρμογής του νέου προτύπου όπως περιγράφηκε παραπάνω.

4.1.3

Οι εταιρίες που εφαρμόζουν την αρχή της «δίκαιης σχέσης» αποδεικνύονται πολύ καλές στην πρόβλεψη και τη διαχείριση των δομικών αλλαγών. Συνεπώς, και από οικονομική άποψη, είναι λογική και επιβαλλόμενη η ενίσχυση της συμμετοχής των εργαζομένων στη διαχείριση και την πρόβλεψη της αλλαγής. Για τους παραπάνω λόγους, πρέπει να βελτιωθεί το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο. Στο πνεύμα της στρατηγικής για τη βιωσιμότητα που περιλαμβάνεται στη στρατηγική «Ευρώπη 2020», τέτοιου είδους μέτρα θα προωθήσουν τη συνεργασία των σημαντικότερων ομάδων της οικονομίας προς όφελος της ευρωπαϊκής δημοκρατίας και της επιτυχημένης ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας.

4.2   Ενοποίηση και ορθή εφαρμογή των ευρωπαϊκών δικαιωμάτων συμμετοχής των εργαζομένων

4.2.1

Προκειμένου να βελτιωθεί η ελευθερία εγκατάστασης και η κινητικότητα των επιχειρήσεων εντός της εσωτερικής αγοράς, το ευρωπαϊκό εταιρικό δίκαιο αναπτύσσεται διαρκώς. Καταρτίζονται όλο και περισσότεροι κανόνες για την εταιρική διακυβέρνηση (corporate governance) σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ευρωπαϊκή πολιτική οφείλει να αποδώσει, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, την ίδια σημασία σε όλους τους σχετικούς οικονομικούς φορείς (εταιρίες, επενδυτές και εργαζομένους) όσον αφορά τη δράση τους σε εθνικό και διακρατικό επίπεδο (9). Ο έλεγχος καταλληλότητας («Fitness-Check») των ευρωπαϊκών οδηγιών που αφορούν την υποχρεωτική συμμετοχή των εργαζομένων, ο οποίος ανακοινώθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δεν πρέπει να αποτελέσει άλλοθι για την αποφυγή ανάληψης ουσιαστικών πολιτικών πρωτοβουλιών. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο ζητεί να καταβληθούν νέες πολιτικές προσπάθειες με στόχο την ενίσχυση των δυνατοτήτων συμμετοχής των εργαζομένων, σε διακρατικό επίπεδο, στον χώρο εργασίας και στις επιχειρήσεις.

4.2.2

Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι απαιτείται καλύτερη εφαρμογή του ευρωπαϊκού θεμελιώδους δικαιώματος συμμετοχής των εργαζομένων στο εθνικό δίκαιο και η καλύτερη διατύπωσή του στο ευρωπαϊκό δίκαιο, και ιδιαίτερα η εναρμόνιση των ευρωπαϊκών νομοθετικών διατάξεων που αφορούν την υποχρεωτική συμμετοχή των εργαζομένων με βάση όσα έχουν ήδη επιτευχθεί (10).

Πρόσφατα εκπονήθηκε μελέτη για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στην οποία προτείνεται η γενική συμπλήρωση της ευρωπαϊκής οδηγίας 2002/14/ΕΚ, με την οποία θεσπίστηκε πλαίσιο για την ενημέρωση και τη διαβούλευση, ώστε να περιλαμβάνει την συμμετοχή των εκπροσώπων των εργαζομένων στα όργανα της εταιρίας.

Οι υφιστάμενες οδηγίες σχετικά με τη συμμετοχή των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων και εξαγορών επιχειρήσεων (11), σχετικά με τα πρότυπα ενημέρωσης και διαβούλευσης (12), σχετικά με την ίδρυση ευρωπαϊκών συμβουλίων εργαζομένων (13) και σχετικά με τη συμμετοχή των εργαζομένων σε ευρωπαϊκή εταιρία/ευρωπαϊκό συνεταιρισμό (SE/SCE) (14) προέκυψαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Η ΕΟΚΕ προτείνει να εξεταστεί σοβαρά ο βαθμός στον οποίο η ενοποίηση σε μία ευρωπαϊκή οδηγία πλαίσιο θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα τουλάχιστον την αντικατάσταση των διαφορετικών ορισμών της ενημέρωσης, της διαβούλευσης και, κατά περίπτωση, της συμμετοχής στα όργανα της εταιρίας από έναν ενιαίο ορισμό.

4.2.3

Αυτά τα μέτρα θα βελτίωναν το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο. Έτσι, θα διευκολύνονταν οι επενδύσεις, η παραγωγή και η εργασία στην Ευρώπη. Η ΕΟΚΕ επικροτεί, συνεπώς, με έμφαση τις συστάσεις αυτές και αναμένει την ταχεία ανάληψη δράσης από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα για την εφαρμογή των παραπάνω προτάσεων.

Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο της μελλοντικής νομοθεσίας, τα υφιστάμενα δικαιώματα υποχρεωτικής συμμετοχής θα έχουν εξ ορισμού γενικευμένη εφαρμογή και θα πρέπει να εφαρμοστούν στο εθνικό δίκαιο (15). Συνεπώς, θα υπάρχει μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου για τις εταιρίες.

Δίνεται επίσης ώθηση για την επίτευξη της αναγκαίας συνεκτικότητας του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Η αρχή της συμμετοχής των εργαζομένων περιλαμβάνεται σε αρκετές οδηγίες της ΕΕ. Οι εν λόγω οδηγίες καταρτίσθηκαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές και περιέχουν αποκλίνοντες μεταξύ τους ορισμούς της ενημέρωσης, της διαβούλευσης και, κατά περίπτωση, της συμμετοχής των εργαζομένων στα όργανα της εταιρίας.

4.2.4

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την ενοποίηση των διατάξεων που αφορούν τη συμμετοχή των εργαζομένων και περιέχονται στο σύνολο του δικαίου της ΕΕ, εφόσον ληφθούν συγχρόνως υπόψη τα διάφορα συναφή ζητήματα. Όσον αφορά το περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων, θα πρέπει να αξιοποιηθούν ως σημείο αναφοράς οι ακόλουθες νομοθετικές πράξεις: η αναδιατυπωμένη οδηγία 2009/38/ΕΚ για τα ευρωπαϊκά συμβούλια εργαζομένων, (ιδίως όσον αφορά τον ορισμό της ενημέρωσης και της διαβούλευσης, καθώς και των δομικών αλλαγών) και η οδηγία πλαίσιο 2002/14/ΕΚ για τη συμμετοχή των εργαζομένων στην ευρωπαϊκή εταιρία (ιδιαίτερα τη συμμετοχή τους στα όργανα της επιχείρησης).

4.2.5

Όλα αυτά τα μέτρα πρέπει, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, να διασφαλίζουν και να εδραιώνουν, σε επίπεδο ευρωπαϊκού δικαίου, τα ισχύοντα εθνικά δικαιώματα συμμετοχής και τις ισχύουσες ευρωπαϊκές διατάξεις. Αυτό αφορά ιδίως τη συμμετοχή των εργαζομένων στα διοικητικά συμβούλια των εταιριών. Ωστόσο, λόγω της πολυμορφίας των συνθηκών και των ρυθμίσεων που επικρατούν σε εθνικό επίπεδο, θα ήταν άσκοπη και αντιπαραγωγική η επιβολή ενιαίου ευρωπαϊκού προτύπου συμμετοχής των εργαζομένων

Το ευρωπαϊκό δίκαιο το οποίο ρυθμίζει τη διασυνοριακή αλλαγή έδρας της εταιριών ή τις συγχωνεύσεις και δημιουργεί ευρωπαϊκές μορφές εταιριών, δεν πρέπει να οδηγεί σε «αποφυγή της συμμετοχής σε επίπεδο διοικητικού συμβουλίου».

Υπάρχουν σημαντικοί λόγοι για τη γενική θέσπιση της δεσμευτικής συμμετοχής των εργαζομένων ως τυποποιημένου χαρακτηριστικού στο ευρωπαϊκό εταιρικό δίκαιο· πρέπει ωστόσο να γίνει σεβαστή η πολυμορφία των εθνικών εταιρικών δικαίων.

4.3   Ορισμός δεσμευτικών ελάχιστων προτύπων για τις αναδιαρθρώσεις

4.3.1

Με δεδομένη την αυξανόμενη συχνότητα των αναδιαρθρώσεων (16) και το επιθετικότερο περιβάλλον χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, απαιτούνται, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, καινοτόμες προσεγγίσεις, που αφενός θα σηματοδοτούν τον ανοιχτό χαρακτήρα και την ελκυστικότητα της Ευρώπης για τους επενδυτές, και αφετέρου θα προετοιμάζουν, όπως τονίζεται και στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την Πράσινη Βίβλο με τίτλο «Αναδιάρθρωση και πρόβλεψη της αλλαγής», τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τους εργαζομένους για τις νέες προκλήσεις, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις της αλλαγής και να μεγιστοποιηθούν οι προοπτικές για μία επιτυχή αναδιάρθρωση (17).

4.3.2

Η χρηματοπιστωτική κρίση κατέδειξε ότι χρειάζεται μία νέα προσέγγιση, προκειμένου στις επιχειρήσεις να προέχει ο στόχος της μακροπρόθεσμης δημιουργίας αξιών, έναντι βραχυπρόθεσμων προσδοκιών κέρδους. Για να υπάρξει αποτελεσματική απάντηση της πολιτικής στις προκλήσεις που δημιουργούν οι αναδιαρθρώσεις χρειάζεται μία ολοκληρωμένη προσέγγιση με την επιστράτευση πολλών τομέων πολιτικής (π.χ. πολιτική απασχόλησης, εκπαίδευσης, καινοτομίας και βιομηχανίας). Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και τα συμφέροντα των εργαζομένων, στον βαθμό που θίγονται από τις αποφάσεις της επιχείρησης. Το πρότυπο της «βιώσιμης εταιρίας» έχει μακροπρόθεσμο προσανατολισμό και προσφέρει μία ρεαλιστική απάντηση στην έκκληση προς την ευρωπαϊκή πολιτική να στηρίξει τις επιχειρήσεις στην προσπάθεια για βιώσιμη ανάπτυξη.

4.3.3

Η πρόβλεψη της αλλαγής είναι, κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, εφικτή μόνον εφόσον δημιουργηθεί ένα κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης και επιτευχθεί η συμμετοχή τόσο των κοινωνικών εταίρων όσο και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. (18) Αυτό σημαίνει επίσης, ότι οι εργαζόμενοι θα πρέπει να συμμετέχουν στην προετοιμασία των αποφάσεων της επιχείρησης αξιοποιώντας τα δικαιώματά τους όσον αφορά την ενημέρωση και τη διαβούλευση, συμβάλλοντας έτσι στην αποτελεσματική επίλυση προβλημάτων σε τοπικό επίπεδο. (19) Άλλωστε, η οδηγία για τις ευρωπαϊκές επιτροπές επιχειρήσεων του 2009, προβλέπει επίσης και την έγκαιρη συμμετοχή σε ζητήματα διασυνοριακού χαρακτήρα.

4.3.4

Η κατάλληλη διαχείριση της αναδιάρθρωσης ήδη αποτελεί αντικείμενο μακροχρόνιων συζητήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στις οποίες συμμετέχουν εντατικά, εκτός από την Επιτροπή, κυρίως οι ευρωπαϊκοί κοινωνικοί εταίροι και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αλλά και η ΕΟΚΕ.

4.3.5

Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2013, σηματοδοτεί, προσωρινά, ένα νέο στάδιο αυτής της συζήτησης. Στην απόφαση αυτή, που υιοθετήθηκε με μεγάλη πλειοψηφία, συνιστάται η θέσπιση νομικού πλαισίου με ελάχιστα πρότυπα σε περίπτωση αναδιαρθρώσεων, ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο το κοινωνικό και το οικονομικό κόστος και να ενθαρρύνεται η πρόβλεψη (20). Τα μέτρα αυτά θα συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων, την υποχρέωση για στρατηγικό προγραμματισμό και τη λήψη προληπτικών μέτρων για την εκπαίδευση και τη συνεχή κατάρτιση που σε περίπτωση αναδιαρθρώσεων συμβάλλουν στη διατήρηση των θέσεων εργασίας και του εργατικού δυναμικού, καθώς και διατάξεις που υποχρεώνουν τις επιχειρήσεις, σε περίπτωση αναδιαρθρώσεων, να συνεργαστούν με περιφερειακές αρχές (δημόσια διοίκηση, γραφεία εργασίας) και τους τοπικούς προμηθευτές τους.

Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2013.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Οδηγία 2002/14/ΕΚ

(2)  Οδηγία 2009/38/ΕΚ για τη θέσπιση ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων.

(3)  Οδηγίες 2001/86/ΕΚ και 2003/72/ΕΚ (για τη συμμετοχή των εργαζομένων στις ευρωπαϊκές εταιρείες και στους ευρωπαϊκούς συνεταιρισμούς)

(4)  Μεταξύ άλλων και στην οδηγία 77/187/ΕΟΚ (ομαδικές απολύσεις) και στην οδηγία 2001/23/ΕΚ (μεταβιβάσεις επιχειρήσεων).

(5)  Βλ. και τις δηλώσεις του κ. Barnier, Επιτρόπου Εσωτερικής Αγοράς και Υπηρεσιών: «Πρέπει να μειώσουμε τις επιβλαβείς βραχυπρόθεσμες τάσεις. Η ορθή εταιρική διακυβέρνηση μπορεί να βοηθήσει να το επιτύχουμε αυτό». Εναρκτήρια ομιλία κατά την 11η Ευρωπαϊκή Διάσκεψη Εταιρικής Διακυβέρνησης (European Corporate Governance Conference), στη Βαρσοβία, στις 15 Νοεμβρίου 2011.

(6)  Vitols, Sigurt/Norbert Kluge (Hg.) Vitols, Sigurt/Norbert Kluge (eds) (2011) The Sustainable Company: a new approach to corporate governance. («Η Βιώσιμη Εταιρία: μία νέα προσέγγιση στην εταιρική διακυβέρνηση»). Βρυξέλλες: ETUI.

(7)  Πρβλ. Vitols, S. (2011): «What is the Sustainable Company?» («Τι είναι η Βιώσιμη Εταιρία;»)Vitols, S. και N. Kluge (eds): The Sustainable Company: a new approach to corporate governance («Η Βιώσιμη Εταιρία: μία νέα προσέγγιση στην εταιρική διακυβέρνηση»). Βρυξέλλες, σ. 15-37.

(8)  Φιλόδοξο παράδειγμα αποτελεί η έκθεση βιωσιμότητας της Volkswagen AG για το 2011 http://www.volkswagen.de/de/Volkswagen/nachhaltigkeit.html.

(9)  Πρβλ. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2012) Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιουνίου 2012 σχετικά με το μέλλον του ευρωπαϊκού εταιρικού δικαίου.

(10)  Βλ. επίσης ΕΚ 2012/2061.

(11)  (Οδηγία 2001/23/ΕΚ).

(12)  (Οδηγία 2002/14/ΕΚ).

(13)  (Οδηγία 2009/38/ΕΚ).

(14)  (Οδηγία 2001/86/ΕΚ και οδηγία 2003/72/ΕΚ).

(15)  Βλ. επίσης τη μελέτη: «Relations between company supervisory bodies and the management. National systems and proposed instruments at the EU level with a view to improving legal efficiency» («Σχέσεις μεταξύ εποπτικών οργάνων της εταιρίας και της διοίκησης. Εθνικά συστήματα και προτεινόμενα μέσα σε επίπεδο ΕΕ με στόχο τη βελτίωση της νομικής αποτελεσματικότητας»). (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2012) PE 462.454), http://www.europarl.europa.eu/committees/en/juri/studiesdownload.html?languageDocument=EN&file=75509.

(16)  Eurofound 2012: Έκθεση του Εποπτικού Οργάνου Αναδιαρθρώσεων (ERM): "After restructuring: labour markets, working conditions and life satisfaction" («Μετά την αναδιάρθρωση: αγορές εργασίας, συνθήκες εργασίας και ικανοποίηση από το επίπεδο ζωής»).

(17)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 11.7.2012 με θέμα «Αναδιάρθρωση και πρόβλεψη της αλλαγής», (ΕΕ C 299, 4 Οκτωβρίου 2012), σημείο 1.3.

(18)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 11ης Ιουλίου 2012 με θέμα «Αναδιάρθρωση και πρόβλεψη της αλλαγής», (ΕΕ C 299, 4 Οκτωβρίου 2012), σημείο 1.3.

(19)  Ευρωπαϊκοί Κοινωνικοί Εταίροι: Κατευθυντήριες γραμμές για την αντιμετώπιση της αλλαγής και των κοινωνικών συνεπειών της (Orientations for reference in managing change and ist social consequences), που υιοθετήθηκαν στις 16 Οκτωβρίου 2003.

http://ec.europa.eu/social/BlobServlet?docId=2750&langId=en.

(20)  Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2013 με συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την ενημέρωση και τη διαβούλευση με τους εργαζομένους, την πρόβλεψη και τη διαχείριση των αναδιαρθρώσεων, P7_TA-PROV(2013)005.


Top