Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52011PC0439

    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/32/EΚ όσον αφορά την περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο

    /* COM/2011/0439 τελικό - 2011/0190 (COD) */

    52011PC0439

    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/32/EΚ όσον αφορά την περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο /* COM/2011/0439 τελικό - 2011/0190 (COD) */


    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

    Γενικό πλαίσιο

    Η προώθηση μιας πιο πράσινης και πιο ανταγωνιστικής οικονομίας, στην οποία οι πόροι θα χρησιμοποιούνται αποδοτικότερα, βρίσκεται στο επίκεντρο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»[1]. Στο πλαίσιο αυτό, η περαιτέρω μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τη βελτίωση της υγείας του ανθρώπου και του περιβάλλοντος και συμβάλλει στην επίτευξη μεγαλύτερης αειφορίας στην Ευρώπη. Οι δράσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) κατά τις τελευταίες δεκαετίες είχαν ως αποτέλεσμα να μειωθούν σημαντικά οι εκπομπές των περισσότερων ατμοσφαιρικών ρύπων, στους οποίους συγκαταλέγονται το διοξείδιο του θείου (SO2), τα οξείδια του αζώτου (NOx), οι πτητικές οργανικές ενώσεις, η αμμωνία και τα αιωρούμενα σωματίδια (PM). Το μεγαλύτερο μέρος των μειώσεων αυτών επιτεύχθηκε στις χερσαίες πηγές εκπομπών, όπως οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις και οι οδικές μεταφορές. Από τα στοιχεία προκύπτει ότι η περαιτέρω μείωση των συγκεκριμένων ρύπων θα αποφέρει σημαντικά οφέλη για την υγεία των πολιτών της ΕΕ, το περιβάλλον και για την οικονομία γενικότερα.

    Στο παρελθόν, δόθηκε λιγότερη προσοχή στην αντιμετώπιση των θαλάσσιων πηγών εκπομπών έναντι των χερσαίων. Επειδή όμως οι εκπομπές ατμοσφαιρικών ρύπων από τη ναυτιλία είναι ικανές να διασχίζουν μεγάλες αποστάσεις, έχουν επιπτώσεις και στην ξηρά. Από προβλέψεις του έτους 2005 προέκυψε ότι, εάν δεν ληφθούν άλλα ρυθμιστικά μέτρα, η συνεχιζόμενη αύξηση των εκπομπών SO2 και NOx από τον ναυτιλιακό κλάδο θα έχει υπερβεί, μέχρι το 2020, τις συνολικές εκπομπές των ρύπων αυτών από χερσαίες πηγές[2].

    Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

    Η περιεκτικότητα των υγρών καυσίμων σε θείο καθορίζει ουσιαστικά τις εκπομπές SO2 που συνδέονται με την καύση τους, καθώς και τον σχηματισμό (δευτερογενών) αιωρούμενων σωματιδίων (PM). Με την οδηγία 1999/32/EΚ, όπως τροποποιήθηκε, ρυθμίζεται η περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων που χρησιμοποιούνται στις θαλάσσιες μεταφορές και ενσωματώνονται στο ενωσιακό δίκαιο ορισμένοι κανόνες που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ). Ειδικότερα, με την οδηγία ενσωματώνονται αυστηρότεροι κανόνες για την περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων πλοίων που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε περιοχές οι οποίες χρειάζονται ειδική προστασία του περιβάλλοντος, στις Περιοχές Ελέγχου των Εκπομπών Θείου (ΠΕΕΘ)[3].

    Στο διάστημα που μεσολάβησε από την τροποποίηση της οδηγίας το 2005, οι κανόνες του ΔΝΟ αναθεωρήθηκαν, μεταξύ άλλων και ως προς το SO2, τον Οκτώβριο του 2008, αναθεώρηση που υποστηρίχθηκε ένθερμα από την ΕΕ. Οι εν λόγω κανόνες περιλαμβάνονται στο παράρτημα VI της σύμβασης για τη ρύπανση της θάλασσας 73/78 (Αναθεωρημένο παράρτημα VI της MARPOL).[4] Ήδη το 2005, όταν εκδόθηκε η πράξη τροποποίησης της οδηγίας, οι συννομοθέτες της ΕΕ, προβλέποντας την ανάγκη περαιτέρω μείωσης των εκπομπών από τις θαλάσσιες μεταφορές, ζήτησαν από την Επιτροπή να επανεξετάσει τις νομοθετικές απαιτήσεις που αφορούν την περιεκτικότητα των υγρών καυσίμων σε θείο.

    Συνέπεια με τις λοιπές πολιτικές και τους λοιπούς στόχους της Ένωσης

    Η παρούσα πρόταση συνάδει με το άρθρο 191 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και αποσκοπεί στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας του ανθρώπου και του περιβάλλοντος. Παράλληλα, συνάδει με τη στρατηγική της ΕΕ για το 2020 και με τις συνακόλουθες εμβληματικές πρωτοβουλίες, συγκεκριμένα εκείνες που αφορούν τους χάρτες πορείας προς την οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών και την Ένωση της Καινοτομίας, καθώς και με τις υφιστάμενες πολιτικές της ΕΕ για τις βιώσιμες μεταφορές.

    2.           ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

    Δημόσια διαβούλευση

    Κατά την προετοιμασία της παρούσας τροποποίησης, η Επιτροπή οργάνωσε διαδικτυακή διαβούλευση, στην οποία είχαν δικαίωμα συμμετοχής όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (οργανισμοί, τα κράτη μέλη, μη κυβερνητικές οργανώσεις και το ευρύ κοινό) και η οποία διήρκεσε από τις 29 Οκτωβρίου 2010 έως τις 5 Ιανουαρίου 2011. Ζητήθηκε από τους ενδιαφερομένους να εκφράσουν τις απόψεις τους σχετικά με το ενδεχόμενο ενσωμάτωσης των πιο πρόσφατων σχετικών κανόνων του ΔΝΟ στην ενωσιακή νομοθεσία. Πέραν της δημόσιας διαβούλευσης, η Επιτροπή ζητούσε επίσης τακτικά τη γνώμη των αντιπροσώπων των κρατών μελών και άλλων εμπλεκόμενων φορέων.

    Η δημόσια διαβούλευση συγκέντρωσε 244 απαντήσεις διαφόρων οργανισμών. Όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς αναγνωρίζουν σε μεγάλο βαθμό τη σημαντική συμβολή του αναθεωρημένου παραρτήματος VI της MARPOL στη βελτίωση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα στην ΕΕ. Οι περισσότεροι από όσους απάντησαν θεωρούν ότι οι διατάξεις της ΕΕ που αφορούν τις τεχνολογίες μείωσης εκπομπών θα πρέπει να εναρμονιστούν με το αναθεωρημένο παράρτημα VI της MARPOL. Κατά τη γνώμη τους, θα πρέπει να επιτραπεί το ευρύ φάσμα τεχνολογιών μείωσης, σε συνδυασμό με κατάλληλες διασφαλίσεις για το περιβάλλον. Οι ερωτηθέντες συμφωνούν επίσης, σε μεγάλο βαθμό, στο ότι η ενίσχυση και εναρμόνιση της παρακολούθησης και της επιβολής της τήρησης των προτύπων για το θείο αποτελεί σημαντικό εργαλείο που αναμένεται να εξασφαλίσει την επίτευξη των επιδιωκόμενων περιβαλλοντικών βελτιώσεων. Ορισμένοι εμπλεκόμενοι φορείς εξέφρασαν ανησυχίες για το κόστος των νέων απαιτήσεων και τον πιθανό κίνδυνο στροφής προς άλλους τρόπους μεταφοράς (από τις θαλάσσιες μεταφορές μικρών αποστάσεων στις μεταφορές με φορτηγά οχήματα), ιδίως στις περιοχές όπου ισχύουν αυστηρότερα πρότυπα για το θείο (ΠΕΕΘ). Άλλοι τόνισαν την ανάγκη να λάβει η ΕΕ άμεσα μέτρα για να ενθαρρύνει την ανταπόκριση της βιομηχανίας και να διασφαλίσει τα περιβαλλοντικά οφέλη που απορρέουν από το αναθεωρημένο παράρτημα VI της MARPOL.

    Λεπτομερέστερες πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης παρατίθενται στη εκτίμηση επιπτώσεων που συνοδεύει την παρούσα πρόταση[5].

    Εξωτερική εμπειρογνωμοσύνη και ενημέρωση του κοινού

    Διεξήχθησαν διάφορες μελέτες για την υποστήριξη των προκαταρτικών εργασιών που κατέληξαν στην παρούσα πρόταση. Όταν ολοκληρώθηκαν οι μελέτες αυτές, δημοσιοποιήθηκαν στον ειδικό ιστότοπο της Επιτροπής για τις πολιτικές της ΕΕ στο πεδίο των εκπομπών των θαλάσσιων μεταφορών: http://ec.europa.eu/environment/air/transport/ships_directive.htm.

    Τα αποτελέσματα της εκτίμησης επιπτώσεων

    Με τις νέες διεθνείς οριακές τιμές για την περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο αναμένονται σημαντικές μειώσεις των εκπομπών διοξειδίου του θείου από τις θαλάσσιες μεταφορές. Οι μειώσεις αυτές θα συμβάλλουν κατά πολύ στην επίτευξη τόσο των γενικών περιβαλλοντικών στόχων της θεματικής στρατηγικής του 2005 για την ατμοσφαιρική ρύπανση, όσο και των ειδικών στόχων της οδηγίας. Θα αποφέρουν επίσης σημαντικά συμπληρωματικά οφέλη από την άποψη της μείωσης των εκπομπών αιωρούμενων σωματιδίων και NOx (σημαντική πρόδρομη ουσία του τροποσφαιρικού όζοντος). Η εξασφάλιση της υλοποίησης των προβλεπόμενων αυτών οφελών είναι θεμελιώδους σημασίας, αν μη τι άλλο για την προαγωγή της τήρησης των ισχυουσών οριακών τιμών που αφορούν την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα.

    Η εκτίμηση επιπτώσεων επιβεβαιώνει ότι η πλήρης εναρμόνιση της οδηγίας με τα αυστηρότερα πρότυπα του ΔΝΟ για τα καύσιμα και με τους κανόνες του για τις μεθόδους μείωσης εκπομπών είναι αποτελεσματική ως προς το κόστος. Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της εκτίμησης, η αναθεώρηση του παραρτήματος VI της MARPOL, του 2008, προσφέρει στην ΕΕ οφέλη λόγω βελτίωσης της υγείας και μείωσης της θνησιμότητας τα οποία υπολογίζονται σε 15 έως 34 δισ. ευρώ. Το κόστος εφαρμογής της αναθεώρησης κυμαίνεται μεταξύ 2,6 και 11 δισ. ευρώ. Συνεπώς, τα οφέλη που απορρέουν από την αναθεώρηση είναι τρεις έως δεκατρείς φορές μεγαλύτερα από το κόστος.

    Πέραν της εναρμόνισης της οδηγίας με τους κανόνες του ΔΝΟ, η εκτίμηση επιπτώσεων συνιστά να διατηρηθεί η σύνδεση των αυστηρότερων προτύπων που ισχύουν για τα καύσιμα στις ΠΕΕΘ με εκείνα που ισχύουν για τα επιβατηγά πλοία τα οποία εκτελούν τακτικά δρομολόγια εκτός ΠΕΕΘ. Ωστόσο, η επιβολή νέου προτύπου ΠΕΕΘ για τα επιβατηγά πλοία θα μετατεθεί κατά 5 έτη ώστε να αποφευχθούν πιθανά προβλήματα διαθεσιμότητας καυσίμων. Η σχέση οφέλους-κόστους για τη συγκεκριμένη επιλογή κυμαίνεται μεταξύ 1,5 και 6 (εάν το πρότυπο 0,1% επιβληθεί το 2020) και μεταξύ 0,8 και 10 (εάν το πρότυπο 0,1% επιβληθεί το 2025).

    Παράλληλα, στην εκτίμηση επιπτώσεων αναλύθηκαν τα ζητήματα που εντοπίστηκαν κατά την επανεξέταση της οδηγίας. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκαν ορισμένες αδυναμίες στις διατάξεις της οδηγίας που αφορούν την επιβολή της τήρησής της (ιδίως στις σχετικές με τη δειγματοληψία και την υποβολή εκθέσεων). Στην εκτίμηση επιπτώσεων προτείνεται να εκπονηθούν πρώτα κατευθυντήρες γραμμές για την παρακολούθηση και την εφαρμογή της οδηγίας και, εάν η προσέγγιση αυτή δεν αποδώσει, να εξεταστεί το ενδεχόμενο θέσπισης δεσμευτικών κανόνων.

    Τέλος, στην εκτίμηση επιπτώσεων διατυπώνεται επίσης η σύσταση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν τα υφιστάμενα μέσα και, εφόσον είναι δυνατόν και απαραίτητο, να τα προσαρμόσουν, προκειμένου να βοηθήσουν τον κλάδο κατά τη μετάβαση στα νέα πρότυπα βέλτιστης διαθέσιμης τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που εγκρίνονται από τον ΔΝΟ ή άλλους αρμόδιους οργανισμούς (κυρίως για τα NOx, PM και θερμοκηπικά αέρια).

    3.           ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

    Σύνοψη της προτεινόμενης δράσης

    Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην αναθεώρηση της οδηγίας 1999/32/ΕΚ περί της περιεκτικότητας ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο, με στόχο:

    (1) την εναρμόνιση της οδηγίας με τους κανόνες του ΔΝΟ που αφορούν τα πρότυπα για τα καύσιμα, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων που ισχύουν εκτός ΠΕΕΘ·

    (2) την εναρμόνιση της οδηγίας με τους κανόνες του ΔΝΟ για τις μεθόδους μείωσης εκπομπών·

    (3) τη διατήρηση της σύνδεσης των αυστηρότερων προτύπων που ισχύουν για τα καύσιμα στις ΠΕΕΘ (η απαιτούμενη σήμερα μέγιστη περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο είναι 1,5%, ενώ από το 2015 θα είναι 0,1%) με εκείνα που ισχύουν για τα επιβατηγά πλοία τα οποία εκτελούν τακτικά δρομολόγια εκτός ΠΕΕΘ (επί του παρόντος 1,5%)·

    (4) την ενίσχυση του ενωσιακού καθεστώτος παρακολούθησης και επιβολής της τήρησης.

    Με την ενσωμάτωση των διεθνών προτύπων για τα καύσιμα στην ενωσιακή νομοθεσία θα ενισχυθεί η αποτελεσματικότητά τους, καθώς η τήρησή τους θα παρακολουθείται και θα επιβάλλεται στο πλαίσιο του καθεστώτος της ΕΕ, το οποίο είναι αποτελεσματικότερο από το αντίστοιχο διεθνές σύστημα. Με την προτεινόμενη επέκταση της πρόσβασης σε καινοτόμες μεθόδους μείωσης εκπομπών και προώθηση της χρήσης τους ως ισοδύναμης επιλογής για τη συμμόρφωση, αντιμετωπίζονται οι ανησυχίες σχετικά με τις συνέπειες των νέων κανόνων του ΔΝΟ για το κόστος ορισμένων βιομηχανιών. Με τον τρόπο αυτό μειώνεται σημαντικά το κόστος συμμόρφωσης προς τους κανόνες του ΔΝΟ (κατά 50% έως 88%) και προωθούνται οι καινοτόμες λύσεις στη βιομηχανία, σύμφωνα με τις προτεραιότητες της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και του άρθρου 3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Παράλληλα, με τα αυστηρότερα πρότυπα για τα καύσιμα των επιβατηγών πλοίων που εκτελούν τακτικά δρομολόγια και τα οποία δραστηριοποιούνται ως επί το πλείστον σε λιμένες ή κοντά στις ακτές, θα εξασφαλιστεί η βελτίωση της ποιότητας του αέρα στις παράκτιες περιοχές. Η επιβολή του αυστηρότερου προτύπου για τα καύσιμα των επιβατηγών πλοίων θα μετατεθεί κατά 5 έτη σε σύγκριση με τις ΠΕΕΘ, ώστε να αποφευχθούν πιθανά προβλήματα διαθεσιμότητας καυσίμων. Τέλος, ιδιαίτερα σημαντική είναι η ενίσχυση του ενωσιακού καθεστώτος παρακολούθησης και επιβολής της τήρησης, αν ληφθεί υπόψη ότι τα αρκετά αυστηρότερα πρότυπα για τα καύσιμα και το συνακόλουθο κόστος συμμόρφωσης ενδέχεται να δημιουργήσουν ισχυρότερα κίνητρα για καταστρατήγηση των διατάξεων.

    Τα ανωτέρω μέτρα θα εξασφαλίσουν τη βελτίωση της εφαρμογής και της επιβολής της τήρησης της οδηγίας από τις εθνικές αρχές, θα διευκολύνουν τη συμμόρφωση της βιομηχανίας και προβλέπεται να έχουν ως αποτέλεσμα υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος.

    Νομική βάση

    Πρωταρχικός στόχος της οδηγίας είναι η προστασία του περιβάλλοντος. Ως εκ τούτου, η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 192 της ΣΛΕΕ.

    Αρχή της επικουρικότητας

    Το δικαίωμα της ΕΕ να ρυθμίζει την περιεκτικότητα σε θείο των υγρών καυσίμων που έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην εσωτερική αγορά και το περιβάλλον κατοχυρώνεται στη ΣΛΕΕ. Το άρθρο 3 της ΣΕΕ ορίζει τα εξής: «Η Ένωση εγκαθιδρύει εσωτερική αγορά. Εργάζεται για την αειφόρο ανάπτυξη της Ευρώπης με γνώμονα την ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη και τη σταθερότητα των τιμών, την κοινωνική οικονομία της αγοράς με υψηλό βαθμό ανταγωνιστικότητας, με στόχο την πλήρη απασχόληση και την κοινωνική πρόοδο, και το υψηλό επίπεδο προστασίας και βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος». Παράλληλα, το άρθρο 191 της ΣΛΕΕ ορίζει τα εξής: «Η πολιτική της Ένωσης στον τομέα του περιβάλλοντος συμβάλλει στη […] διατήρηση, προστασία και βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος, την προστασία της υγείας του ανθρώπου, τη συνετή και ορθολογική χρησιμοποίηση των φυσικών πόρων, την προώθηση, σε διεθνές επίπεδο, μέτρων για την αντιμετώπιση των περιφερειακών ή παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων […]».

    Η παγκόσμια διάσταση των θαλάσσιων μεταφορών και οι διασυνοριακές επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που οφείλεται στη χρήση καυσίμων τα οποία περιέχουν θείο επιβάλλουν τη θέσπιση κοινών κανόνων για όλα τα κράτη μέλη. Ελλείψει αυτών, θα ισχύουν διαφορετικά εθνικά πρότυπα για τα πλοία που δραστηριοποιούνται στα ύδατα της ΕΕ. Το νομικό αυτό συνονθύλευμα θα καθιστούσε πολύ περίπλοκη και δαπανηρή τη λειτουργία του ναυτιλιακού κλάδου στην ΕΕ, με αποτέλεσμα τη στρέβλωση της εσωτερικής αγοράς.

    Μόνο η εναρμονισμένη δράση σε ενωσιακό επίπεδο, με το οικείο ενισχυμένο καθεστώς παρακολούθησης και επιβολής της τήρησης, θα ήταν ικανή να εξασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή των διεθνών προτύπων για τα καύσιμα σε όλα τα κράτη μέλη[6].

    Λεπτομερής επεξήγηση της πρότασης

    Άρθρο 1

    Στο άρθρο αυτό παρατίθενται μία προς μία οι προτεινόμενες τροποποιήσεις της οδηγίας 1999/32/EΚ.

    · Το άρθρο 2 της οδηγίας 1999/32/EΚ τροποποιείται με σκοπό, αφενός την προσαρμογή των ορισμών του ντίζελ πλοίων και του πετρελαίου εσωτερικής καύσης πλοίων στο πλέον πρόσφατο πρότυπο ISO και, αφετέρου, τη διεύρυνση του ορισμού της μεθόδου μείωσης εκπομπών και την εναρμόνισή της με τον ορισμό των ισοδυναμιών στον κανονισμό 4 του αναθεωρημένου παραρτήματος VI της MARPOL

    · Το άρθρο 3 της οδηγίας τροποποιείται με σκοπό την αναθεώρηση των διατάξεων που αφορούν τη μέγιστη περιεκτικότητα του βαρέος μαζούτ σε θείο μετά την έκδοση της οδηγίας 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης)[7], με την οποία αναδιατυπώθηκε η ενωσιακή νομοθεσία για τις εκπομπές της βιομηχανίας.

    · Προστίθεται το άρθρο 3α για να εξασφαλιστεί ότι δεν χρησιμοποιούνται στα κράτη μέλη ούτε διατίθενται στην αγορά τους καύσιμα πλοίων περιεκτικότητας σε θείο άνω του 3,5 % κατά μάζα. Ειδικότερα, με τη διάταξη αυτή αντιμετωπίζεται ο κίνδυνος χρήσης και διάθεσης στην αγορά καυσίμων κακής ποιότητας, τον οποίο ενέχει η δυνατότητα χρήσης βαρέος μαζούτ σε συνδυασμό με μεθόδους μείωσης εκπομπών, αντί των καυσίμων αποσταγμάτων πετρελαίου με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο. Οι μέθοδοι μείωσης εκπομπών παρέχουν τη δυνατότητα αποθείωσης των καυσίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε θείο και περιορισμού των εκπομπών διοξειδίου του θείου στην ατμόσφαιρα. Η χρήση, όμως, καυσίμου κακής ποιότητας με υψηλή περιεκτικότητα σε θείο για μείωση των εκπομπών μπορεί να οδηγήσει στην απόρριψη λυμάτων υψηλής πυκνότητας και να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον. Με τη διασφάλιση ενός ελάχιστου επιπέδου ποιότητας των καυσίμων επιδιώκεται επίσης να αποτραπεί ο κίνδυνος βλάβης των μηχανών των πλοίων.

    · Το άρθρο 4, το οποίο αφορά τη μέγιστη περιεκτικότητα του πετρελαίου εσωτερικής καύσης σε θείο, τροποποιείται για να διαγραφούν οι αναφορές ημερομηνιών έναρξης της ισχύος οριακών τιμών για το θείο οι οποίες έχουν καταστεί παρωχημένες.

    · Το άρθρο 4α τροποποιείται προκειμένου:

    – να προστεθεί νέα διάταξη που αφορά το εφαρμοστέο εκτός ΠΕΕΘ πρότυπο για την περιεκτικότητα των καυσίμων σε θείο («γενικό πρότυπο»)·

    – να εναρμονιστούν τα εφαρμοστέα στις ΠΕΕΘ πρότυπα για την περιεκτικότητα των καυσίμων σε θείο με το αναθεωρημένο παράρτημα VI της MARPOL·

    – να επιβληθεί όριο περιεκτικότητας σε θείο 0,1%, το 2020, για τα επιβατηγά πλοία που δραστηριοποιούνται εκτός ΠΕΕΘ, ώστε να αποκατασταθεί η σύνδεση των απαιτήσεων για τα πλοία αυτά με εκείνες που ισχύουν για τις ΠΕΕΘ·

    – να διευκρινιστεί ότι θα πρέπει να δημοσιοποιείται το μητρώο τοπικών προμηθευτών καυσίμων πλοίων που οφείλουν να τηρούν τα κράτη μέλη·

    – να διαγραφούν οι παρωχημένες παραπομπές·

    – να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να ορίζει νέες ΠΕΕΘ με βάση την απόφαση του ΔΝΟ.

    · Το άρθρο 4β τροποποιείται με σκοπό τη διαγραφή, αφενός της απαλλαγής των σκαφών που δραστηριοποιούνται στην Ελληνική Δημοκρατία, επειδή έληξε η περίοδος για την οποία είχε παραχωρηθεί, και αφετέρου, της αναφοράς ημερομηνιών έναρξης της ισχύος οριακών τιμών για το θείο οι οποίες έχουν καταστεί παρωχημένες.

    · Τροποποιείται το άρθρο 4γ και προστίθενται τα άρθρα 4δ και 4ε με σκοπό την εναρμόνιση της οδηγίας με το αναθεωρημένο παράρτημα VI της MARPOL και την προσαρμογή της στην τεχνική πρόοδο. Ειδικότερα, η προτεινόμενη οδηγία απαιτεί από τα κράτη μέλη να επιτρέπουν στα πλοία να χρησιμοποιούν μεθόδους μείωσης εκπομπών αντί της χρήσης καυσίμου πλοίων με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο, εφόσον επιτυγχάνουν συνεχώς μειώσεις των εκπομπών διοξειδίου του θείου ισοδύναμες με εκείνες που θα μπορούσαν να επιτευχθούν με τη χρήση καυσίμου χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο. Η χρήση μεθόδων μείωσης εκπομπών υπόκειται επίσης σε ορισμένα κριτήρια, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι εν λόγω μέθοδοι δεν συνεπάγονται σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις και κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου και για το περιβάλλον. Τα κριτήρια αυτά θα καθορίζονται είτε από τον ΔΝΟ, με την επιφύλαξη συμπλήρωσης ή τροποποίησης με απόφαση της Επιτροπής, είτε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όταν δεν υπάρχουν σχετικές πράξεις του ΔΝΟ. Οι μέθοδοι μείωσης εκπομπών προς χρήση από τα πλοία που φέρουν σημαία κράτους μέλους θα εγκρίνονται από την επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία, η οποία έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2099/2002, με βάση είτε την οδηγία 96/98/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τον εξοπλισμό πλοίων[8] είτε την προτεινόμενη οδηγία. Η διαδικασία και οι όροι δοκιμής των νέων μεθόδων μείωσης δεν μεταβάλλονται.

    · Το άρθρο 6 τροποποιείται με σκοπό να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να καθορίζει τη συχνότητα και τις μεθόδους δειγματοληψίας, να διατυπώνει ορισμό του αντιπροσωπευτικού δείγματος του εξεταζόμενου καυσίμου και να προσαρμόζει στα πλέον πρόσφατα διεθνή πρότυπα τη μέθοδο προσδιορισμού της περιεκτικότητας σε θείο και τη διαδικασία ελέγχου καυσίμων.

    · Το άρθρο 7 τροποποιείται για να διασαφηνιστεί το αντικείμενο της έκθεσης σχετικά με την περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων που υπάγονται στην οδηγία, την οποία τα κράτη μέλη οφείλουν να υποβάλλουν στην Επιτροπή, και για να εξουσιοδοτηθεί η τελευταία να καθορίζει τη μορφή και το περιεχόμενο της έκθεσης αυτής. Με την τροποποίηση εναρμονίζεται επίσης με τους νέους κανόνες για τη διαδικασία επιτροπής της συνθήκης της Λισσαβόνας η παράγραφος 4 του άρθρου 7, η οποία αφορά την προσαρμογή των διατάξεων της οδηγίας στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο.

    · Το άρθρο 8 απαλείφεται, επειδή παραπέμπει σε οδηγία που έχει καταργηθεί.

    · Το άρθρο 9 απαλείφεται, επειδή η οδηγία δεν προβλέπει την έκδοση εκτελεστικών πράξεων.

    · Προστίθεται το άρθρο 9α για να προβλεφθούν οι όροι άσκησης της αρμοδιότητας έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

    Άρθρο 2

    Το άρθρο αυτό επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να ενσωματώσουν την προτεινόμενη οδηγία στην εσωτερική έννομη τάξη.

    Άρθρο 3

    Το άρθρο αυτό αφορά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της προτεινόμενης οδηγίας.

    Άρθρο 4

    Με το άρθρο αυτό η προτεινόμενη οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    4.           ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

    Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της Ένωσης.

    5.           ΑΛΛΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

    Η πρόταση της Επιτροπής συνοδεύεται από ανακοίνωση, στο τμήμα 4 της οποίας διατυπώνονται προτάσεις σχετικά με στρατηγικές συμμόρφωσης και περιγράφονται συνοπτικά τα υπάρχοντα μέσα, καθώς και πιθανά μελλοντικά μέτρα, τα οποία μπορούν να βοηθήσουν τη βιομηχανία να ανταποκριθεί στις περιβαλλοντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει.

    Η Επιτροπή σκοπεύει επίσης να κωδικοποιήσει την οδηγία 1999/32/EΚ και τις διαδοχικές τροποποιήσεις της, συμπεριλαμβανομένης της παρούσας προτεινόμενης τροποποίησης, μετά την έγκρισή της από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η κωδικοποίηση αυτή θα καταστήσει την οδηγία 1999/32/EΚ πιο κατανοητή και νομικά σαφέστερη και θα συμβάλει στην υλοποίηση της στρατηγικής της ΕΕ για βελτίωση της νομοθεσίας.

    2011/0190 (COD)

    Πρόταση

    ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/32/EΚ όσον αφορά την περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 1,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής[9],

    Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[10],

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών[11],

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Στους στόχους της περιβαλλοντικής πολιτικής της Ένωσης, όπως ορίζεται στα προγράμματα δράσης για το περιβάλλον και, ιδίως, στο έκτο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον, το οποίο θεσπίστηκε με την απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[12], συγκαταλέγεται η επίτευξη επιπέδων ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα που δεν συνεπάγονται σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις και κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου και για το περιβάλλον.

    (2) Η οδηγία 1999/32/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, σχετικά με τη μείωση της περιεκτικότητας ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο και την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ[13], ορίζει τη μέγιστη επιτρεπόμενη περιεκτικότητα σε θείο του βαρέος μαζούτ, του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και του πετρελαίου εσωτερικής καύσης πλοίων που χρησιμοποιούνται στην Ένωση.

    (3) Οι εκπομπές από τη ναυτιλία που οφείλονται στη χρήση καυσίμων πλοίων με υψηλή περιεκτικότητα σε θείο συντελούν στην ατμοσφαιρική ρύπανση με τη μορφή διοξειδίου του θείου και αιωρούμενων σωματιδίων, η οποία βλάπτει την υγεία του ανθρώπου και συμβάλλει στην οξίνιση.

    (4) Σύμφωνα με την οδηγία 1999/32/EΚ, η Επιτροπή οφείλει να υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας, καθώς και προτάσεις τροποποίησης, ιδίως όσον αφορά τη μείωση των ορίων περιεκτικότητας σε θείο για τα καύσιμα πλοίων που χρησιμοποιούνται στις Περιοχές Ελέγχου των Εκπομπών SOx (ΠΕΕΘ), λαμβάνοντας υπόψη τις εργασίες του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ).

    (5) Το 2008 εκδόθηκε απόφαση για την τροποποίηση του παραρτήματος VI του πρωτοκόλλου του 1997 περί τροποποίησης της διεθνούς σύμβασης για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία του 1973, όπως τροποποιήθηκε με το πρωτόκολλο του 1978 (εφεξής «MARPOL»). Η εν λόγω απόφαση περιλαμβάνει κανονισμό για την πρόληψη της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τα πλοία. Το αναθεωρημένο παράρτημα VI της MARPOL άρχισε να ισχύει την 1η Ιουλίου 2010.

    (6) Το αναθεωρημένο παράρτημα VI της MARPOL επιβάλλει, μεταξύ άλλων, αυστηρότερα όρια περιεκτικότητας των καυσίμων πλοίων σε θείο, τόσο στις ΠΕΕΘ (1,00% από την 1η Ιουλίου 2010 και 0,10% από την 1η Ιανουαρίου 2015), όσο και στις θαλάσσιες περιοχές εκτός των ΠΕΕΘ (3,5% από την 1η Ιανουαρίου 2012 και, κατ’ αρχήν, 0,50% από την 1η Ιανουαρίου 2020). Βάσει των διεθνών τους υποχρεώσεων, τα περισσότερα κράτη μέλη οφείλουν να απαιτούν από τα πλοία να χρησιμοποιούν στις ΠΕΕΘ καύσιμα μέγιστης περιεκτικότητας σε θείο 1,00% από την 1η Ιουλίου 2010. Για να διασφαλιστούν η συνοχή με το διεθνές δίκαιο και η ορθή εφαρμογή στην Ένωση των νέων προτύπων για το θείο που θεσπίστηκαν σε παγκόσμιο επίπεδο, οι διατάξεις της οδηγίας 1999/32/EΚ θα πρέπει να εναρμονιστούν με το αναθεωρημένο παράρτημα VI της MARPOL. Για να εξασφαλιστεί ένα ελάχιστο επίπεδο ποιότητας των καυσίμων που χρησιμοποιούν τα πλοία προκειμένου να συμμορφωθούν με ρυθμίσεις που αφορούν είτε τα καύσιμα είτε την τεχνολογία, θα πρέπει να μην επιτρέπεται η διάθεση στην αγορά ούτε η χρήση στην Ένωση καυσίμων πλοίων των οποίων η περιεκτικότητα σε θείο υπερβαίνει το γενικό πρότυπο των 3,5 % κατά μάζα.

    (7) Καθώς τα επιβατηγά πλοία δραστηριοποιούνται ως επί το πλείστον σε λιμένες ή κοντά σε παράκτιες περιοχές, έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου και στο περιβάλλον. Τα πλοία αυτά οφείλουν να χρησιμοποιούν καύσιμα με μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο ίδια με την ισχύουσα στις ΠΕΕΘ (1,5%). Δεδομένου ότι θα ισχύουν αυστηρότερα πρότυπα για το θείο στις ΠΕΕΘ, η ανάγκη βελτίωσης της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα στις εκτός ΠΕΕΘ περιοχές λιμένων και ακτών δικαιολογεί την εφαρμογή των ίδιων προτύπων και στα επιβατηγά πλοία. Ωστόσο, η επιβολή νέου προτύπου ΠΕΕΘ για τα επιβατηγά πλοία θα μετατεθεί κατά 5 έτη ώστε να αποφευχθούν πιθανά προβλήματα διαθεσιμότητας καυσίμων.

    (8) Για να επιτευχθούν οι στόχοι της οδηγίας 1999/32/EΚ, είναι αναγκαία η ορθή επιβολή της τήρησης των υποχρεώσεων που αφορούν την περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο. Η πείρα από την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας έχει δείξει ότι, για να εξασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή των διατάξεών της, είναι αναγκαίο να καταστεί αυστηρότερο το καθεστώς παρακολούθησης και επιβολής της τήρησής τους. Προς τούτο, είναι απαραίτητο να διασφαλίσουν τα κράτη μέλη τη δειγματοληψία, με επαρκή συχνότητα και ακρίβεια, των καυσίμων πλοίων που διατίθενται στην αγορά ή χρησιμοποιούνται επί των πλοίων, καθώς και τον τακτικό έλεγχο των ημερολογίων και των δελτίων παράδοσης καυσίμου πλοίων. Είναι επίσης απαραίτητο να θεσπίσουν σύστημα επιβολής αποτελεσματικών, ανάλογων με τον επιδιωκόμενο σκοπό και αποτρεπτικών κυρώσεων για μη συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 1999/32/EΚ. Για να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη διαφάνεια στην πληροφόρηση, είναι επίσης σκόπιμο να προβλεφθεί η δημοσιοποίηση του μητρώου τοπικών προμηθευτών καυσίμων πλοίων.

    (9) Οι εκθέσεις που υποβάλλουν τα κράτη μέλη βάσει της οδηγίας 1999/32/EΚ αποδείχθηκαν ανεπαρκείς για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης με τις διατάξεις της, λόγω της έλλειψης εναρμονισμένων και αρκούντως σαφών διατάξεων σχετικά με το περιεχόμενο και τη μορφή των εκθέσεων των κρατών μελών. Συνεπώς, χρειάζονται λεπτομερέστερες κατευθύνσεις όσον αφορά το περιεχόμενο και τη μορφή των εν λόγω εκθέσεων, ώστε να εξασφαλιστεί πληρέστερη εναρμόνιση των υποβαλλόμενων στοιχείων.

    (10) Η έκδοση της οδηγίας 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης)[14], με την οποία αναδιατυπώθηκε η ενωσιακή νομοθεσία για τις εκπομπές της βιομηχανίας, καθιστά αναγκαία την αντίστοιχη αναθεώρηση των διατάξεων της οδηγίας 1999/32/EΚ που αφορούν τη μέγιστη περιεκτικότητα του βαρέος μαζούτ σε θείο.

    (11) Η συμμόρφωση με τα χαμηλά όρια περιεκτικότητας των καυσίμων σε θείο, ιδίως για τις ΠΕΕΘ, μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική άνοδο της τιμής των καυσίμων πλοίων, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, και να επηρεάσει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα, τόσο των θαλάσσιων μεταφορών μικρών αποστάσεων έναντι άλλων τρόπων μεταφοράς, όσο και των βιομηχανιών των παράκτιων χωρών των ΠΕΕΘ. Απαιτούνται κατάλληλες λύσεις για τη μείωση του κόστους συμμόρφωσης των θιγόμενων βιομηχανιών, όπως η παροχή της δυνατότητας χρήσης εναλλακτικών μεθόδων συμμόρφωσης με καλύτερη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας σε σύγκριση με την τήρηση προτύπων για τα καύσιμα, καθώς και η παροχή στήριξης, ανάλογα με τις ανάγκες. Με βάση, μεταξύ άλλων, τις εκθέσεις των κρατών μελών, η Επιτροπή θα παρακολουθεί στενά τον αντίκτυπο της συμμόρφωσης του ναυτιλιακού κλάδου με τα νέα ποιοτικά πρότυπα για τα καύσιμα, ιδίως ως προς την πιθανότητα μεταστροφής από τις θαλάσσιες στις χερσαίες μεταφορές.

    (12) Θα πρέπει να διευκολυνθεί η πρόσβαση στις μεθόδους μείωσης εκπομπών. Με τις εν λόγω μεθόδους είναι δυνατόν να επιτευχθούν τουλάχιστον ισοδύναμες ή και μεγαλύτερες μειώσεις εκπομπών απ’ ό,τι με τη χρήση καυσίμων χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο, με την προϋπόθεση ότι δεν έχουν σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον, όπως για παράδειγμα στα θαλάσσια οικοσυστήματα, και ότι η ανάπτυξή τους υπόκειται στους κατάλληλους μηχανισμούς έγκρισης και ελέγχου. Τα κριτήρια για τη χρήση μεθόδων μείωσης εκπομπών θα πρέπει να καθορίζονται είτε από τον ΔΝΟ, με την επιφύλαξη συμπλήρωσης ή τροποποίησης με απόφαση της Επιτροπής, είτε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όταν δεν υπάρχουν σχετικές πράξεις του ΔΝΟ. Θα πρέπει να αναγνωριστούν στην Ένωση οι ήδη γνωστές εναλλακτικές μέθοδοι, όπως είναι η χρήση συστημάτων καθαρισμού καυσαερίων επί των πλοίων ή μειγμάτων καυσίμου με υγροποιημένο φυσικό αέριο (ΥΦΑ). Είναι σημαντικό να προωθηθούν οι δοκιμές και η ανάπτυξη νέων μεθόδων μείωσης εκπομπών.

    (13) Για να καθοριστούν η ημερομηνία εφαρμογής του ορίου περιεκτικότητας σε θείο 0,50% και νέες ΠΕΕΘ, να εγκριθούν νέες εναλλακτικές μέθοδοι μείωσης εκπομπών και να καθοριστούν κατάλληλοι όροι χρήσης τους, να διασφαλιστούν η ενδεδειγμένη παρακολούθηση της περιεκτικότητας των καυσίμων σε θείο, αφενός, και η εναρμόνιση του περιεχομένου και της μορφής των εκθέσεων που υποβάλλουν τα κράτη μέλη, αφετέρου, καθώς και για να προσαρμόζονται οι διατάξεις της οδηγίας στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τα εξής: καθορισμός της ημερομηνίας από την οποία θα πρέπει να εφαρμόζεται στην Ένωση η μέγιστη τιμή περιεκτικότητας των καυσίμων σε θείο 0,50% κατά μάζα· καθορισμός νέων ΠΕΕΘ με βάση την απόφαση του ΔΝΟ· έγκριση νέων μεθόδων μείωσης εκπομπών, οι οποίες δεν υπάγονται στην οδηγία 96/98/EΚ του Συμβουλίου[15], και καθορισμός, συμπλήρωση ή τροποποίηση των όρων χρήσης τους· εξειδίκευση των μέσων δειγματοληψίας και παρακολούθησης των εκπομπών, καθώς και του περιεχομένου και της μορφής των εκθέσεων· τροποποίηση του άρθρου 2 σημεία 1, 2, 3, 3α, 3β και 4 και του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) και παράγραφος 2 με βάση την επιστημονική και τεχνική πρόοδο και, κατά περίπτωση, τις πράξεις του ΔΝΟ. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να πραγματοποιεί η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προκαταρτικές εργασίες της, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και δέουσα διαβίβαση των συναφών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

    (14) Είναι σκόπιμο η υφιστάμενη επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία, η οποία έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2099/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Νοεμβρίου 2002, για την επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS) και για την τροποποίηση των κανονισμών για την ασφάλεια στη ναυτιλία και την πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία[16], να επικουρεί την Επιτροπή σε θέματα έγκρισης τεχνολογιών μείωσης των εκπομπών που δεν υπάγονται στην οδηγία 96/98/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τον εξοπλισμό πλοίων[17]. Συνεπώς, η οδηγία 1999/32/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    Η οδηγία 1999/32/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

    1.           Στο άρθρο 1 παράγραφος 2, το στοιχείο η) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «η) τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται σε πλοία τα οποία εφαρμόζουν μεθόδους μείωσης των εκπομπών σύμφωνα με τα άρθρα 4γ και 4ε.»

    2.           Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

    α)      τα σημεία 3α και 3β αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3α. ντίζελ πλοίων: κάθε καύσιμο πλοίων, όπως ορίζεται για την ποιότητα DMB στον πίνακα I του προτύπου ISO 8217, εξαιρουμένης της αναφοράς στην περιεκτικότητα σε θείο·

    3β. πετρέλαιο εσωτερικής καύσης πλοίων: κάθε καύσιμο πλοίων, όπως ορίζεται για τις ποιότητες DMX, DMA και DMZ στον πίνακα I του προτύπου ISO 8217, εξαιρουμένης της αναφοράς στην περιεκτικότητα σε θείο·»

    β)      το σημείο 3ιγ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3ιγ. μέθοδος μείωσης εκπομπών: κάθε εξάρτημα, υλικό, συσκευή ή όργανο προς εγκατάσταση σε πλοίο, ή άλλη διαδικασία, εναλλακτικό καύσιμο ή μέθοδος συμμόρφωσης, τα οποία χρησιμοποιούνται αντί του καυσίμου χαμηλής περιεκτικότητας σε πλοίο που πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και είναι δυνατόν να εξακριβωθούν, να ποσοτικοποιηθούν και να επιβληθούν·»

    3.           Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

    α)      οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.        Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι δεν χρησιμοποιείται στην επικράτειά τους βαρύ μαζούτ περιεκτικότητας σε θείο άνω του 1 % κατά μάζα.

    2. Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2015 και με την επιφύλαξη της κατάλληλης παρακολούθησης των εκπομπών από τις αρμόδιες αρχές, η απαίτηση της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζεται στο βαρύ μαζούτ που χρησιμοποιείται:

    α)      σε μονάδες καύσης οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2001/80/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*, υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 ή 2 ή 3 στοιχείο α) της εν λόγω οδηγίας και τηρούν τις οριακές τιμές εκπομπών διοξειδίου του θείου που καθορίζονται για τις εγκαταστάσεις αυτές στην ίδια οδηγία·

    β)      σε μονάδες καύσης οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2001/80/ΕΚ και υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 3 στοιχείο β) και παράγραφος 6 της εν λόγω οδηγίας, εφόσον ο μηνιαίος μέσος όρος των οικείων εκπομπών διοξειδίου του θείου δεν υπερβαίνει τα 1700 mg/Nm3, με κατ’ όγκο περιεκτικότητα των καυσαερίων σε οξυγόνο 3 % επί ξηρού·

    γ)       σε μονάδες καύσης οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των στοιχείων α) και β), εφόσον ο μηνιαίος μέσος όρος των οικείων εκπομπών διοξειδίου του θείου δεν υπερβαίνει τα 1700 mg/Nm3, με κατ’ όγκο περιεκτικότητα των καυσαερίων σε οξυγόνο 3 % επί ξηρού·

    δ)      για καύση σε διυλιστήρια, εφόσον ο μηνιαίος μέσος όρος των εκπομπών διοξειδίου του θείου όλων των μονάδων καύσης που περιλαμβάνει το διυλιστήριο, εξαιρουμένων εκείνων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των στοιχείων α) και β), των αεριοστροβίλων και των αεριοκίνητων μηχανών, δεν υπερβαίνει τα 1700 mg/Nm3, με κατ’ όγκο περιεκτικότητα των καυσαερίων σε οξυγόνο 3 % επί ξηρού, ανεξαρτήτως του τύπου του χρησιμοποιούμενου καυσίμου ή συνδυασμού καυσίμων.

    Από την 1η Ιανουαρίου 2016 και με την επιφύλαξη της κατάλληλης παρακολούθησης των εκπομπών από τις αρμόδιες αρχές, η απαίτηση της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζεται στο βαρύ μαζούτ που χρησιμοποιείται:

    α)      σε μονάδες καύσης οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κεφαλαίου ΙΙΙ της οδηγίας 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου** και τηρούν τις οριακές τιμές εκπομπών διοξειδίου του θείου που καθορίζονται για τις εγκαταστάσεις αυτές στο παράρτημα V της εν λόγω οδηγίας ή, στις περιπτώσεις που, σύμφωνα με την ίδια οδηγία, δεν έχουν εφαρμογή οι οριακές αυτές τιμές εκπομπών, εφόσον ο μηνιαίος μέσος όρος των οικείων εκπομπών διοξειδίου του θείου δεν υπερβαίνει τα 1700 mg/Nm3, με κατ’ όγκο περιεκτικότητα των καυσαερίων σε οξυγόνο 3 % επί ξηρού·

    β)      σε μονάδες καύσης οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του στοιχείου α), εφόσον ο μηνιαίος μέσος όρος των οικείων εκπομπών διοξειδίου του θείου δεν υπερβαίνει τα 1700 mg/Nm3, με κατ’ όγκο περιεκτικότητα των καυσαερίων σε οξυγόνο 3 % επί ξηρού·

    γ)       για καύση σε διυλιστήρια, εφόσον ο μηνιαίος μέσος όρος των εκπομπών διοξειδίου του θείου όλων των μονάδων καύσης που περιλαμβάνει το διυλιστήριο, εξαιρουμένων εκείνων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του στοιχείου α), των αεριοστροβίλων και των αεριοκίνητων μηχανών, δεν υπερβαίνει τα 1700 mg/Nm3, με κατ’ όγκο περιεκτικότητα των καυσαερίων σε οξυγόνο 3 % επί ξηρού, ανεξαρτήτως του τύπου του χρησιμοποιούμενου καυσίμου ή συνδυασμού καυσίμων.

    Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οι μονάδες καύσης στις οποίες χρησιμοποιείται βαρύ μαζούτ με συγκέντρωση θείου μεγαλύτερη από την αναφερόμενη στην παράγραφο 1, λειτουργούν μόνο με άδεια εκδιδόμενη από αρμόδια αρχή, στην οποία καθορίζονται οι οριακές τιμές εκπομπών.»

    β)      η παράγραφος 3 απαλείφεται.

    4.           Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 3α:

    «Άρθρο 3α

    Μέγιστη περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι δεν χρησιμοποιούνται ούτε διατίθενται στην αγορά στην επικράτειά τους καύσιμα πλοίων περιεκτικότητας σε θείο άνω του 3,5 % κατά μάζα.»

    5.           Στο άρθρο 4, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι δεν χρησιμοποιείται στην επικράτειά τους πετρέλαιο εσωτερικής καύσης περιεκτικότητας σε θείο άνω του 0,10 % κατά μάζα.»

    6.           Το άρθρο 4α τροποποιείται ως εξής:

    α)      ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων πλοίων που χρησιμοποιούνται στα χωρικά ύδατα, στις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες και στις ζώνες ελέγχου της ρύπανσης των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών ελέγχου των εκπομπών SΟx, καθώς και από επιβατηγά πλοία που εκτελούν τακτικά δρομολόγια προς ή από λιμένες της Ένωσης»

    β)      η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι στα οικεία χωρικά ύδατα, αποκλειστικές οικονομικές ζώνες και ζώνες ελέγχου της ρύπανσης που ανήκουν σε περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx, δεν χρησιμοποιούνται καύσιμα πλοίων με κατά μάζα περιεκτικότητα σε θείο άνω του:

    α)      1,00 % έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014·

    β)      0,10 % από την 1η Ιανουαρίου 2015.

    Η παρούσα παράγραφος ισχύει για όλα τα σκάφη ανεξαρτήτως σημαίας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των οποίων o πλους αρχίζει εκτός της Ένωσης.

    γ)      παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

    «1α. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι στα οικεία χωρικά ύδατα, αποκλειστικές οικονομικές ζώνες και ζώνες ελέγχου της ρύπανσης, δεν χρησιμοποιούνται καύσιμα πλοίων με κατά μάζα περιεκτικότητα σε θείο άνω του:

    α)      3,50 % από την 1η Ιανουαρίου 2012·

    β)      0,50 % από την 1η Ιανουαρίου 2020.

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 9α της παρούσας οδηγίας, όσον αφορά την ημερομηνία εφαρμογής του προτύπου για το θείο που προβλέπεται στο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου. Με βάση την εκτίμηση της διαθεσιμότητας καυσίμων πλοίων για την τήρηση της μέγιστης τιμής περιεκτικότητας σε θείο 0,50% κατά μάζα, η οποία αναφέρεται στον κανονισμό 14 παράγραφος 8 του παραρτήματος VI της MARPOL και θα διενεργηθεί από τον ΔΝΟ, η ημερομηνία αυτή είναι η 1η Ιανουαρίου 2020 ή η 1η Ιανουαρίου 2025.

    Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 4 και του άρθρου 4β, η παρούσα παράγραφος ισχύει για όλα τα σκάφη ανεξαρτήτως σημαίας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των οποίων o πλους αρχίζει εκτός της Ένωσης.»

    δ)      η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 9α της παρούσας οδηγίας, όσον αφορά τον ορισμό θαλάσσιων περιοχών ως περιοχών ελέγχου των εκπομπών SOx βάσει απόφασης του ΔΝΟ σύμφωνα με τον κανονισμό 14 παράγραφος 3 σημείο 2 του παραρτήματος VI της MARPOL.»

    ε)      οι παράγραφοι 4, 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι στα οικεία χωρικά ύδατα, αποκλειστικές οικονομικές ζώνες και ζώνες ελέγχου της ρύπανσης που δεν ανήκουν σε περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx, τα επιβατηγά πλοία που εκτελούν τακτικά δρομολόγια προς ή από λιμένες της Ένωσης δεν χρησιμοποιούν καύσιμα πλοίων με κατά μάζα περιεκτικότητα σε θείο άνω του:

    γ)       1,5 %·

    δ)      0,10 % από την 1η Ιανουαρίου 2020.

    5.      Τα κράτη μέλη θέτουν ως προϋπόθεση για την είσοδο των πλοίων σε λιμένες της Ένωσης την ορθή συμπλήρωση των ημερολογίων των πλοίων, συμπεριλαμβανομένων των εργασιών αλλαγής καυσίμου.

    6.      Σύμφωνα με τον κανονισμό 18 του παραρτήματος VI της MARPOL, τα κράτη μέλη

    α)      τηρούν μητρώο τοπικών προμηθευτών καυσίμων πλοίων, το οποίο δημοσιοποιείται·

    β)      εξασφαλίζουν ότι η περιεκτικότητα σε θείο όλων των καυσίμων πλοίων που πωλούνται στην επικράτειά τους βεβαιώνεται από τον προμηθευτή σε δελτίο παράδοσης καυσίμου, το οποίο συνοδεύεται από σφραγισμένο δείγμα που φέρει την υπογραφή του αντιπροσώπου του παραλαμβάνοντος πλοίου·

    γ)       λαμβάνουν τα δέοντα μέτρα κατά των προμηθευτών καυσίμων πλοίων για τους οποίους διαπιστώνεται ότι παραδίδουν καύσιμα που δεν πληρούν τις προδιαγραφές του δελτίου παράδοσης καυσίμου·

    δ)      εξασφαλίζουν τη λήψη διορθωτικών μέτρων ώστε τα καύσιμα πλοίων που δεν πληρούν τις προδιαγραφές να συμμορφώνονται με αυτές.»

    ε)       η παράγραφος 8 απαλείφεται.

    7.           Τα άρθρα 4β και 4γ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 4β

    Μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων πλοίων που χρησιμοποιούνται από σκάφη ελλιμενισμένα σε λιμένες της Ένωσης

    1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι στα ακόλουθα σκάφη δεν χρησιμοποιούνται καύσιμα πλοίων περιεκτικότητας σε θείο άνω του 0,10 % κατά μάζα:

    β)      σκάφη ελλιμενισμένα σε λιμένες της Ένωσης, στα οποία παρέχεται επαρκής χρόνος ώστε το πλήρωμα να ολοκληρώνει κάθε αναγκαία εργασία αλλαγής καυσίμου το συντομότερο δυνατόν μετά την άφιξη στη θέση ελλιμενισμού και όσο το δυνατόν πλησιέστερα στην αναχώρηση.

    Τα κράτη μέλη απαιτούν να καταχωρίζεται στα ημερολόγια των πλοίων ο χρόνος εκτέλεσης κάθε εργασίας αλλαγής καυσίμου.

    2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται:

    α)      όταν, σύμφωνα με τα δημοσιευμένα προγράμματα δρομολογίων, τα πλοία αναμένεται να παραμείνουν ελλιμενισμένα για διάστημα μικρότερο από δύο ώρες·

    δ)      στα πλοία που, κατά τη διάρκεια του ελλιμενισμού τους, διακόπτουν τη λειτουργία όλων των μηχανών και τροφοδοτούνται με ηλεκτρική ενέργεια από την ξηρά.

    3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι δεν διατίθεται στην αγορά της επικράτειάς τους πετρέλαιο εσωτερικής καύσης για πλοία με περιεκτικότητα σε θείο άνω του 0,10 % κατά μάζα.

    «Άρθρο 4γ

    Μέθοδοι μείωσης εκπομπών

    1.          Με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 3, τα κράτη μέλη επιτρέπουν τη χρήση μεθόδων μείωσης εκπομπών από τα πλοία με οποιαδήποτε σημαία που βρίσκονται στους λιμένες, στα χωρικά ύδατα, στις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες και στις ζώνες ελέγχου της ρύπανσης αυτών, αντί της χρήσης καυσίμων πλοίων που πληρούν τις απαιτήσεις των άρθρων 4α και 4β.

    2.          Τα πλοία που χρησιμοποιούν τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 μεθόδους μείωσης εκπομπών επιτυγχάνουν συνεχώς μειώσεις των εκπομπών διοξειδίου του θείου τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που θα μπορούσαν να επιτευχθούν με τη χρήση καυσίμων πλοίων τα οποία πληρούν τις απαιτήσεις των άρθρων 4α και 4β. Οι εκπομπές διοξειδίου του θείου που προκύπτουν από τη χρήση των μεθόδων μείωσης εκπομπών δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές που παρατίθενται στο παράρτημα 1.

    3. Οι αναφερόμενες στην παράγραφο 1 μέθοδοι μείωσης εκπομπών πληρούν τα κριτήρια που καθορίζονται στις νομοθετικές πράξεις του παραρτήματος 2 σημείο 1, εκτός εάν αυτά έχουν αντικατασταθεί ή συμπληρωθεί από τα κριτήρια του σημείου 2 του εν λόγω παραρτήματος.

    4.          Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 9α, όσον αφορά:

    – την τροποποίηση ή συμπλήρωση των τιμών του παραρτήματος 1·

    – την τροποποίηση ή συμπλήρωση του πίνακα νομοθετικών πράξεων του παραρτήματος 2 σημείο 1·

    – τον καθορισμό, την τροποποίηση ή τη συμπλήρωση των κριτηρίων του παραρτήματος 2 σημείο 2 και

    – λεπτομερείς απαιτήσεις παρακολούθησης των εκπομπών, κατά περίπτωση.

    Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, την επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο, καθώς και τις πράξεις και τα πρότυπα που εκδίδει ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός σχετικά με το θέμα αυτό.»

    8.           Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 4δ και 4ε:

    «Άρθρο 4δ

    Έγκριση μεθόδων μείωσης εκπομπών προς χρήση σε πλοία που φέρουν σημαία

    κράτους μέλους

    1. Οι μέθοδοι μείωσης εκπομπών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 96/98/EΚ* εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της.

    2. Οι μέθοδοι μείωσης των εκπομπών που δεν υπάγονται στην παράγραφο 1 εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2099/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, για την επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS)**, λαμβανομένων υπόψη:

    α)      των κατευθυντήριων γραμμών του ΔΝΟ·

    β)      των αποτελεσμάτων τυχόν δοκιμών που έχουν διεξαχθεί δυνάμει του άρθρου 4γ·

    γ)       των αποτελεσμάτων στο περιβάλλον, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι εφικτές μειώσεις των εκπομπών, και των επιπτώσεων στα οικοσυστήματα περίκλειστων λιμένων, αγκυροβολίων και εκβολών ποταμών·

    δ)      της δυνατότητας παρακολούθησης και εξακρίβωσης.»

    «Article 4ε

    Δοκιμές νέων μεθόδων μείωσης των εκπομπών

    Τα κράτη μέλη μπορούν, σε συνεργασία με άλλα κράτη μέλη και όταν ενδείκνυται, να εγκρίνουν δοκιμές μεθόδων μείωσης των εκπομπών σε σκάφη που φέρουν τη σημαία τους ή σε θαλάσσιες περιοχές που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους. Κατά τις δοκιμές αυτές, δεν είναι υποχρεωτική η χρήση καυσίμων πλοίων που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των άρθρων 4α και 4β, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    (1) η Επιτροπή και κάθε ενδιαφερόμενο κράτος λιμένα ειδοποιούνται εγγράφως, τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την έναρξη των δοκιμών·

    (2) η διάρκεια ισχύος των αδειών για τις δοκιμές δεν υπερβαίνει τους 18 μήνες·

    (3) όλα τα πλοία που συμμετέχουν στις δοκιμές είναι εφοδιασμένα με απαραβίαστο εξοπλισμό για τη συνεχή παρακολούθηση των εκπομπών αερίων από την καπνοδόχο, τον οποίο χρησιμοποιούν σε όλη τη διάρκεια των δοκιμών·

    (4) όλα τα πλοία που συμμετέχουν στις δοκιμές επιτυγχάνουν μειώσεις των εκπομπών τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που θα μπορούσαν να επιτευχθούν μέσω των ορίων περιεκτικότητας των καυσίμων σε θείο τα οποία καθορίζονται στην παρούσα οδηγία·

    (5) εφαρμόζονται κατάλληλα συστήματα διαχείρισης αποβλήτων, για όλα τα απόβλητα που προκύπτουν από τις μεθόδους μείωσης των εκπομπών σε όλη τη διάρκεια των δοκιμών·

    (6) διενεργείται εκτίμηση των επιπτώσεων στο θαλάσσιο περιβάλλον, ιδίως στα οικοσυστήματα περίκλειστων λιμένων, αγκυροβολίων και εκβολών ποταμών σε όλη τη διάρκεια των δοκιμών·

    (7) παρέχονται στην Επιτροπή και δημοσιοποιούνται τα πλήρη αποτελέσματα, εντός εξαμήνου από τη λήξη των δοκιμών.»

    9.           Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

    α)      η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να ελέγχεται με δειγματοληψία αν η περιεκτικότητα των χρησιμοποιούμενων καυσίμων σε θείο είναι σύμφωνη με τα άρθρα 3, 3α, 4, 4α και 4β. Η δειγματοληψία αρχίζει την ημερομηνία έναρξης ισχύος του αντίστοιχου ανωτάτου ορίου περιεκτικότητας του καυσίμου σε θείο. Διεξάγεται με επαρκή συχνότητα και κατά τρόπο ώστε τα δείγματα να είναι αντιπροσωπευτικά του εξεταζόμενου καυσίμου και, στην περίπτωση των καυσίμων πλοίων, του καυσίμου που χρησιμοποιείται από τα σκάφη ενώ βρίσκονται στις οικείες θαλάσσιες περιοχές και λιμένες.

    Χρησιμοποιούνται όλα τα ακόλουθα μέσα δειγματοληψίας, ανάλυσης και επιθεώρησης καυσίμων πλοίων:

    α) δειγματοληψία των καυσίμων πλοίων που προορίζονται για καύση επί των πλοίων, κατά την παράδοσή τους στα πλοία, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για τη δειγματοληψία καύσιμου πετρελαίου με σκοπό τη διαπίστωση της συμμόρφωσης με το αναθεωρημένο παράρτημα VI της MARPOL*, και ανάλυση της περιεκτικότητάς τους σε θείο·

    β) δειγματοληψία και ανάλυση της περιεκτικότητας σε θείο των καυσίμων πλοίων που προορίζονται για καύση επί των πλοίων και τα οποία περιέχονται στις δεξαμενές και σε σφραγισμένα δείγματα από τις δεξαμενές·

    γ) επιθεώρηση των ημερολογίων και των δελτίων παράδοσης καυσίμου των πλοίων.

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 9α, όσον αφορά.

    (i) τη συχνότητα δειγματοληψίας,

    (ii) τις μεθόδους δειγματοληψίας,

    (iii) τον ορισμό του αντιπροσωπευτικού δείγματος του εξεταζόμενου καυσίμου,

    (iv) τις πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στα ημερολόγια και στα δελτία παράδοσης καυσίμου των πλοίων.»

    β)      η παράγραφος 1α απαλείφεται·

    γ)      η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2. Η μέθοδος αναφοράς για τον προσδιορισμό της περιεκτικότητας σε θείο είναι η μέθοδος ISO 8754 (2003).

    Για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης των καυσίμων πλοίων που παραδίδονται σε πλοία και χρησιμοποιούνται επ’ αυτών προς τα όρια περιεκτικότητας σε θείο που επιβάλλουν τα άρθρα 3, 3α, 4, 4α και 4β, εφαρμόζεται η διαδικασία ελέγχου καυσίμων για τα δείγματα καύσιμου πετρελαίου που προβλέπονται στο παράρτημα VI της MARPOL**».

    10.         Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

    α)      η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1. Με βάση τα αποτελέσματα της δειγματοληψίας, της ανάλυσης και των επιθεωρήσεων που διενεργούνται σύμφωνα με το άρθρο 6, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, έως τις 30 Ιουνίου κάθε έτους, έκθεση σχετικά με την τήρηση των προτύπων για το θείο που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία κατά το προηγούμενο έτος.»

    β)      παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

    «1α. Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 9α, όσον αφορά τις πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στην έκθεση και τη μορφή της.»

    γ)      οι παράγραφοι 2 και 3 απαλείφονται·

    δ)      η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4.        Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 9α για την προσαρμογή στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο του άρθρου 2 σημεία 1, 2, 3, 3α, 3β και 4 και του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) και παράγραφος 2.»

    11.         Το άρθρο 8 απαλείφεται.

    12.         Το άρθρο 9 απαλείφεται.

    13.         Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 9α:

    «Άρθρο 9α

    Άσκηση της εξουσιοδότησης

    1.      Η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

    2.      Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 4α παράγραφοι 1α και 2, στο άρθρο 4γ παράγραφος 4, στο άρθρο 6 παράγραφος 1 και στο άρθρο 7 παράγραφοι 1α και 4 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από [την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].

    3.      Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 4α παράγραφοι 1α και 2, στο άρθρο 4γ παράγραφος 4, στο άρθρο 6 παράγραφος 1 και στο άρθρο 7 παράγραφοι 1α και 4 είναι δυνατόν να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης τερματίζει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται σε αυτή. Παράγει αποτελέσματα από την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που έχουν ήδη τεθεί σε ισχύ.

    4.      Μετά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή κοινοποιεί την εν λόγω πράξη, ταυτόχρονα, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    5.      Κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 4α παράγραφοι 1α και 2, του άρθρου 4γ παράγραφος 4, του άρθρου 6 παράγραφος 1 και του άρθρου 7 παράγραφοι 1α και 4 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο έχουν αντιταχθεί σε αυτή εντός 2 μηνών από την κοινοποίησή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όσο και το Συμβούλιο έχουν πληροφορήσει την Επιτροπή ότι δεν σκοπεύουν να αντιταχθούν. Η ως άνω προθεσμία παρατείνεται κατά 2 μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

    14.         Το παράρτημα της οδηγίας 1999/32/ΕΚ αντικαθίσταται από το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

    Άρθρο 2

    Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

    1.           Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο την [12 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας]. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων, καθώς και τον πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

    Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

    2.           Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 3

    Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 4

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες,

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                     Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος                                                   Ο Πρόεδρος

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

    Μέγιστες τιμές εκπομπών για τις μεθόδους μείωσης, αναφερόμενες στο άρθρο 4γ παράγραφος 2

                  Όρια περιεκτικότητας των καυσίμων πλοίων σε θείο, που αναφέρονται στα άρθρα 4α και 4β και στον κανονισμό 14 παράγραφοι 1 και 4 του παραρτήματος VI της MARPOL, και οι αντίστοιχες οριακές τιμές εκπομπών που αναφέρονται στο άρθρο 4γ παράγραφος 2

    Περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο (% m/m) || Αναλογία εκπομπών SO2(ppm)/CO2(% v/v)

    4,50 || 195,0

    3,50 || 151,7

    1,50 || 65,0

    1,00 || 43,3

    0,50 || 21,7

    0,10 || 4,3

    Σημ.:     - Τα όρια αναλογίας εκπομπών εφαρμόζονται μόνο όταν χρησιμοποιούνται καύσιμα που είναι αποστάγματα ή υπολείμματα απόσταξης πετρελαίου.

                 - Στην περίπτωση των συστημάτων καθαρισμού καυσαερίων που απορροφούν CO2 κατά τη διεργασία καθαρισμού των καυσαερίων, είναι αναγκαία η μέτρηση του CO2 πριν από τον καθαρισμό και η χρήση της προ καθαρισμού συγκέντρωσης CO2 με την μετά καθαρισμό συγκέντρωση SO2.

    «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

    Κριτήρια για τη χρήση μεθόδων μείωσης των εκπομπών, αναφερόμενα στο άρθρο 4γ παράγραφος 3

    1. Οι αναφερόμενες στο άρθρο 4γ μέθοδοι μείωσης των εκπομπών πληρούν τουλάχιστον τα κριτήρια που καθορίζονται στις ακόλουθες νομοθετικές πράξεις, κατά περίπτωση:

    Μέθοδος μείωσης των εκπομπών || Σχετική απόφαση της Επιτροπής

    Μείγμα καυσίμου πλοίων και απαερίων δεξαμενών ΥΦΑ || Απόφαση της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 2010, για τη θέσπιση κριτηρίων όσον αφορά τη χρήση από τα πλοία μεταφοράς υγροποιημένου αερίου τεχνολογικών μεθόδων ως εναλλακτικών λύσεων εκπομπών, αντί της χρήσης καυσίμων πλοίων χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του άρθρου 4β της οδηγίας 1999/32/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη μείωση της περιεκτικότητας ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2005/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο (ΕΕ L 328 της 14.12.2010, σ. 15)

    Συστήματα καθαρισμού καυσαερίων || ΑΠΟΦΑΣΗ MEPC.184(59) του ΔΝΟ, που εκδόθηκε στις 17 Ιουλίου 2009

    2. Τα πλοία που χρησιμοποιούν μεθόδους μείωσης εκπομπών σύμφωνα με το άρθρο 4γ υποχρεούνται:

    – να παρακολουθούν και να καταγράφουν συνεχώς τις εκπομπές διοξειδίου του θείου και

    – να τεκμηριώνουν με λεπτομερή στοιχεία την απουσία σοβαρών αρνητικών επιπτώσεων και κινδύνων για την υγεία του ανθρώπου και για το περιβάλλον από την απόρριψη ροών αποβλήτων στη θάλασσα, συμπεριλαμβανομένων των περίκλειστων λιμένων, αγκυροβολίων και εκβολών ποταμών.

    [1]               Ανακοίνωση της Επιτροπής με τον τίτλο «Ευρώπη 2020 - Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη», COM (2010) 2020 τελικό

    [2]               SEC(2005) 1133: έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που συνοδεύει την ανακοίνωση σχετικά με τη θεματική στρατηγική για την ατμοσφαιρική ρύπανση (COM(2005)446 τελικό) και την οδηγία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη (COM(2005)447 τελικό), καθώς και SEC(2011)342 τελικό: έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής σχετικά με την πολιτική της ΕΕ για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και την προετοιμασία της γενικής επανεξέτασής της

    [3]               Οι ΠΕΕΘ στην ΕΕ καλύπτουν τη Βαλτική Θάλασσα, τη Βόρεια Θάλασσα και τη Μάγχη.

    [4]               Απόφαση MEPC.176(58) που εκδόθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2008 (Αναθεωρημένο παράρτημα VI της MARPOL).

    [5]               Έγγραφο SEC [παραπομπή]

    [6]               Η αρχή της επικουρικότητας επεξηγείται λεπτομερέστερα στην εκτίμηση επιπτώσεων που συνοδεύει την παρούσα πρόταση.

    [7]               ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 17

    [8]               ΕΕ L 46 της 17.2.1997, σ. 25

    [9]               ΕΕ C της , σ.

    [10]             ΕΕ C της , σ.

    [11]             ΕΕ C της , σ.

    [12]             ΕΕ L 242 της 10.9.2002, σ. 1

    [13]             ΕΕ L 121 της 11.5.1999, σ. 13

    [14]             ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 17

    [15]             ΕΕ L 241 της 29.8.1998, σ. 27

    [16]             ΕΕ L 324 της 29.11.2002, σ. 1

    [17]             ΕΕ L 46 της 17.2.1997, σ. 25

    *               ΕΕ L 309 της 27.11.2001, σ. 1

    **             ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 17

    *               ΕΕ L 241 της 29.8.1998, σ. 27

    **             ΕΕ L 324 της 29.11.2002, σ. 1

    *               Απόφαση MEPC.182(59) που εκδόθηκε στις 17.7.2009.

    **             Προσάρτημα VI της απόφασης MEPC.176(58) που εκδόθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2008 (Αναθεωρημένο παράρτημα VI της MARPOL).

    Top