EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52010DC0429

REPORT FROM THE COMMISSION TO THE EUROPEAN PARLIAMENT AND THE COUNCIL On the application of Regulation (EC) No 1889/2005 of the European Parliament and of the Council of 26 October 2005 on controls of cash entering or leaving the Community pursuant to article 10 of this Regulation

52010DC0429




[pic] | ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ |

Βρυξέλλες, 12.8.2010

COM(2010) 429 τελικό

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1889/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την Κοινότητα δυνάμει του άρθρου 10 του εν λόγω κανονισμού

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1889/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την Κοινότητα δυνάμει του άρθρου 10 του εν λόγω κανονισμού

Εισαγωγη

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1889/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την Κοινότητα[1], εφεξής «κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων», τέθηκε σε ισχύ στις 15 Δεκεμβρίου 2005. Το άρθρο 10 του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων ορίζει ότι η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει έκθεση για την εφαρμογή του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο 4 χρόνια μετά την έναρξη ισχύος του.

Ο κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων ισχύει από την 15η Ιουνίου 2007 και δεδομένης της πρόσφατης εφαρμογής του, τόσο τα κράτη μέλη όσο και η Επιτροπή έχουν εστιάσει στη δημιουργία των κατάλληλων δομών και στην ανάπτυξη επαρκών διαδικασιών για την εναρμονισμένη εφαρμογή του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων.

Για να αρχίσει η διαδικασία αξιολόγησης, τον Ιούλιο του 2008 η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια στα κράτη μέλη. Οι απαντήσεις των κρατών μελών στα εν λόγω ερωτηματολόγια[2] και η επακόλουθη συζήτηση σε διάφορες συνεδριάσεις με τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της «ομάδας εργασίας για τον έλεγχο ρευστών διαθεσίμων» παρείχαν στην Επιτροπή επαρκείς πληροφορίες για την κατάρτιση της παρούσας έκθεσης.

Γενικο πλαισιο

Περιεχόμενο

Η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ)

Το νομικό πλαίσιο της ΕΕ για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες αποτελείται από την οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας,[3] όπως τροποποιήθηκε με τις οδηγίες 2007/64/ΕΚ, 2008/20/ΕΚ και 2009/110/ΕΚ και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Νοεμβρίου 2006, περί των πληροφοριών για τον πληρωτή που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών[4]. Η απόφαση 2000/642/ΔΕΥ του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση ρυθμίσεων για τη συνεργασία μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών των κρατών μελών όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών και η απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ του Συμβουλίου για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δέσμευση, την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος είναι εξίσου οικείες. Το εν λόγω πλαίσιο συμπληρώνει η στρατηγική της ΕΕ για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, η οποία καλεί σε μέτρα που αποσκοπούν στη βελτίωση των αποτελεσμάτων που αφορούν την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Η οδηγία 2005/60/ΕΚ, η οποία αντικατέστησε την οδηγία 1991/308/ΕΟΚ, περιέχει έναν μηχανισμό της ΕΕ για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες με την παρακολούθηση των συναλλαγών μέσω των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων τύπων επαγγελμάτων. Ο κίνδυνος καταστρατήγησης του εν λόγω μηχανισμού από την κίνηση ρευστών διαθεσίμων για παράνομους σκοπούς ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας οδήγησε στην ανάγκη να συμπληρωθεί το εν λόγω μέτρο με απαίτηση διενέργειας ελέγχων των ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την ΕΕ.

Γι’ αυτόν τον σκοπό εκδόθηκε ο κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων, ο οποίος επιδιώκει να εναρμονίσει τη θεμελιώδη αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων με την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς και μιας οικονομικής και νομισματικής ένωσης.

Διεθνείς πτυχές

Ο βασικός εταίρος στη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων είναι η Ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης (FATF) και o συνδεόμενος με αυτήν περιφερειακός φορέας Moneyval (Επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την αξιολόγηση των μέτρων κατά της νομιμοποίησης προσόδων από παράνομες δραστηριότητες). Πρόκειται για έναν διακυβερνητικό φορέα που ιδρύθηκε από τη σύνοδο κορυφής της Ομάδας των Επτά στο Παρίσι το 1989, ο οποίος στηρίζει κυβερνητικές πολιτικές για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Για την επίτευξη αυτού του στόχου εκδίδει συστάσεις και κατευθυντήριες οδηγίες και ελέγχει τη συμμόρφωση προς τις συστάσεις του μέσω συστήματος αμοιβαίας αξιολόγησης με σκοπό να ασκεί διαρκώς πιέσεις στα μέλη του ώστε να εξασφαλίζουν αποτελεσματικά μέτρα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Η ειδική σύσταση ΙΧ της FATF για τους μεταφορείς ρευστών διαθεσίμων μεταφέρεται στην ΕΕ μέσω του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων. Η συζήτηση σχετικά με τις διαδικασίες της ειδικής σύστασης IX και οι εκθέσεις αξιολόγησης και προόδου από τους εκτιμητές της FATF έχουν κατ’ επανάληψη επιταχύνει περαιτέρω βελτιώσεις στους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων στα κράτη μέλη.

Η FATF πρόσφατα αναγνώρισε ότι η εφαρμογή της ειδικής σύστασης IX για τους μεταφορείς ρευστών διαθεσίμων ανήκει στην υπερεθνική δικαιοδοσία της ΕΕ, γεγονός που συνεπάγεται συμμόρφωση με ειδικά κριτήρια, όπως κατάλληλη ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών σε υπερεθνικό επίπεδο και συγκρίσιμα προγράμματα εκπαίδευσης, συλλογής δεδομένων, επιβολής και ειδικών στόχων, τα οποία έχουν αναπτυχθεί και υλοποιούνται σε υπερεθνικό επίπεδο.

Βασικά στοιχεία του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων

Υποχρέωση δήλωσης

Ο κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων καθιερώνει μια ενιαία προσέγγιση της ΕΕ όσον αφορά τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων βάσει συστήματος υποχρεωτικής δήλωσης για ποσά ρευστών διαθεσίμων αξίας ίσης ή μεγαλύτερης των 10 000 ευρώ που εισέρχονται ή εξέρχονται από την ΕΕ. Οι κομιστές οφείλουν να υποβάλλουν δήλωση στην ορισθείσα αρμόδια αρχή με πληροφορίες σχετικά με τον δηλούντα, τον κύριο και τον αποδέκτη, καθώς επίσης και το ποσό, το είδος, την προέλευση, τη σκοπούμενη χρήση και τη μεταφορά των ρευστών διαθεσίμων. Ο κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων δεν καθορίζει τον τρόπο, δηλαδή προφορικώς, γραπτώς ή ηλεκτρονικώς, ούτε τη μορφή της δήλωσης.

Ανάθεση εξουσιών στις αρμόδιες αρχές

Για να διασφαλιστεί η τήρηση της υποχρέωσης δήλωσης, πρέπει να εκχωρηθεί η εξουσία στις εθνικές αρμόδιες αρχές να υποβάλλουν σε έλεγχο τα φυσικά πρόσωπα, τις αποσκευές τους και τα μεταφορικά τους μέσα. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς την υποχρέωση δήλωσης, τα ρευστά διαθέσιμα είναι δυνατό να δεσμεύονται και να επιβάλλονται κυρώσεις.

Καταχώριση και επεξεργασία πληροφοριών

Ο κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων υποχρεώνει τα κράτη μέλη να καταχωρίζουν και να υποβάλλουν σε επεξεργασία όλες τις πληροφορίες που λαμβάνονται μέσω των δηλώσεων και/ή των ελέγχων που διενεργούν και να κοινοποιούν τις εν λόγω πληροφορίες στην εθνική μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ) του κράτους μέλους διαμέσου του οποίου οι κομιστές εισέρχονται ή εξέρχονται από την ΕΕ.

Ανταλλαγή πληροφοριών

Όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι τα ποσά των ρευστών διαθεσίμων αφορούν παράνομες δραστηριότητες, συνδεόμενες με κίνηση ρευστών διαθεσίμων, ενδέχεται να πραγματοποιηθεί ανταλλαγή πληροφοριών με αρχές άλλων κρατών μελών και εάν θίγονται τα χρηματοοικονομικά συμφέροντα της ΕΕ, οι πληροφορίες διαβιβάζονται στην Επιτροπή.

Στο πλαίσιο των υφιστάμενων συμφωνιών για την αμοιβαία διοικητική συνδρομή, οι πληροφορίες που λαμβάνονται βάσει του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων μπορούν να γνωστοποιηθούν σε τρίτη χώρα, εφόσον συνάδουν με τις αντίστοιχες εθνικές διατάξεις και τις διατάξεις της ΕΕ για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες.

Θέματα εμπιστευτικότητας

Όλες οι πληροφορίες που λαμβάνονται μέσω του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων είναι εμπιστευτικές. Η επεξεργασία όλων των πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις για την προστασία των δεδομένων. Εφόσον κρίνεται αναγκαίο, εφαρμόζονται κανόνες για τη διαβάθμιση των πληροφοριών προκειμένου να εγγυηθεί η ασφάλεια των δεδομένων.

Έλεγχος της κίνησης ρευστών διαθεσίμων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ο κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων δεν θίγει τα εθνικά μέτρα ελέγχου των κινήσεων ρευστών διαθεσίμων εντός της ΕΕ. Ωστόσο, τα εν λόγω εθνικά μέτρα πρέπει να συμμορφώνονται με το άρθρο 65 της συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ, η οποία αναθέτει στα κράτη μέλη την εξουσία να προβλέπουν διαδικασίες δήλωσης των κινήσεων κεφαλαίων για λόγους διοικητικής ή στατιστικής ενημέρωσης ή να λαμβάνουν μέτρα υπαγορευμένα από λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, υπό τον όρο ότι τα εφαρμοζόμενα μέτρα και διατάξεις, δεν μπορούν να αποτελούν ούτε μέσο αυθαίρετων διακρίσεων ούτε συγκεκαλυμμένο περιορισμό της ελεύθερης κίνησης των κεφαλαίων.

Τα ακόλουθα κράτη μέλη[5] εφαρμόζουν τέτοιους ενδοενωσιακούς ελέγχους ρευστών διαθεσίμων στα σύνορα με άλλα κράτη μέλη: BE, BG, CY, DE, DK, ES, FR, IT, MT, PL και PT. Για τον λόγο αυτό χρησιμοποιούν σύστημα υποχρεωτικής δήλωσης —με εξαίρεση την Πορτογαλία όπου η δήλωση είναι προαιρετική εκτός εάν το φυσικό πρόσωπο είναι υπό έλεγχο— με κατώτατο όριο τα 10 000 ευρώ. Η AT δεν περιορίζει τους ελέγχους των ρευστών διαθεσίμων στα σύνορά της αλλά διενεργεί ελέγχους σε ολόκληρη την επικράτειά της. Η ES έχει καθιερώσει εθνικούς ελέγχους, παρόμοιους με της AT, αλλά για ποσά 100 000 και πλέον ευρώ. Το UK δεν καθιέρωσε τακτικούς ενδοενωσιακούς ελέγχους ρευστών διαθεσίμων· ωστόσο οι αρμόδιοι υπάλληλοι διενεργούν (τυχαίους) ελέγχους για μεταφερόμενα ρευστά διαθέσιμα σε ολόκληρη την επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου τόσο στους επιβάτες όσο και στις αποσκευές τους. Η IE εφαρμόζει παρεμφερείς διαδικασίες με το UK αλλά με κατώτατο όριο ρευστών διαθεσίμων τα 6 438 ευρώ. Τα κράτη μέλη CZ, EE, EL, FI, HU, LV, LT, LU, NL, RO, SL, SK, SE δεν διενεργούν ενδοενωσιακούς ελέγχους ρευστών διαθεσίμων.

Εφαρμογη του Κανονισμου σχετικα με τους ελεγχουσ ρευστων διαθεσιμων

Περιεχόμενο

Αρμόδιες αρχές

Ο κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων δεν προβλέπει την αρχή που πρέπει να καθορίζουν τα κράτη μέλη ως αρμόδια. Στην πράξη, 23 κράτη μέλη όρισαν τα τελωνεία ως κύριες αρχές. Η DK και η EE όρισαν τις εφοριακές και τελωνειακές αρχές, ενώ δύο άλλα κράτη μέλη, η PL και το UK, όρισαν τα τελωνεία και το σώμα συνοριοφυλάκων.

Οι ειδικές εθνικές διαφορές αντανακλώνται επίσης στην έντονη ανομοιογένεια πρόσθετων εμπλεκόμενων αρχών: Ομοσπονδιακή αστυνομία δίωξης του εγκλήματος, μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ), υπηρεσία για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, σώματα συνοριοφυλάκων, τοπικές κυβερνήσεις, δημόσια ταμεία, υπηρεσίες για την καταπολέμηση της απάτης ή υπηρεσίες ερευνών και δικαστικές αρχές. Οι αστυνομικές αρχές και οι ΜΧΠ είναι οι συχνότεροι εταίροι στην επιβολή ελέγχων ρευστών διαθεσίμων. Σε 16 κράτη μέλη η συνεργασία μεταξύ των αρχών καθορίζεται με έγγραφες συμφωνίες συνεργασίας. Το ένα τρίτο των κρατών μελών έχει προβεί σε σύσταση πυρήνων πληροφοριών ή ομάδων εργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών.

Ο ορισμός των ρευστών διαθεσίμων

Στον κανονισμό σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων μεταφέρεται ο ορισμός που χρησιμοποιεί η FATF στην ειδική σύσταση ΙΧ και καλύπτει διαπραγματεύσιμους τίτλους στον κομιστή ή μετρητά. Έως τώρα, τα κράτη μέλη δεν έχουν αναφέρει μείζονα προβλήματα κατά την εφαρμογή του συγκεκριμένου ορισμού. Ο ορισμός δεν περιλαμβάνει χρυσό, πολύτιμα μέταλλα ή πολύτιμους λίθους. Ορισμένα κράτη μέλη αναφέρουν εθνικές διατάξεις παρόμοιες με την υποχρέωση δήλωσης ρευστών διαθεσίμων για χρυσό και/ή πολύτιμα μέταλλα και λίθους (BG, DE, AT (εντός της επικράτειας της AT) CY, CZ και PL). Ο ορισμός δεν περιλαμβάνει ούτε τραπεζικές κάρτες πολλαπλών χρήσεων. Ένα κράτος μέλος (DE) αναφέρει εθνικές διατάξεις για τη δήλωση ηλεκτρονικού χρήματος.

Υποχρέωση δήλωσης

Κάθε φυσικό πρόσωπο που εισέρχεται ή εξέρχεται από έδαφος της ΕΕ υποχρεούται διά νόμου να δηλώνει μεταφερόμενα ποσά ύψους 10 000 και πλέον ευρώ στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών διαμέσου των οποίων εισέρχεται ή εξέρχεται από την ΕΕ, δηλαδή στο πρώτο σημείο εισόδου στην ΕΕ και στο τελευταίο σημείο εξόδου από την ΕΕ.

Ευαισθητοποίηση όσον αφορά την υποχρέωση δήλωσης

Για να διασφαλιστεί ότι οι κομιστές έχουν επίγνωση της υποχρέωσης δήλωσης, διοργανώθηκαν εκστρατείες επικοινωνίας οι οποίες ανανεώνονται διαρκώς τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ. Σε επίπεδο ΕΕ έχουν αναπτυχθεί και κυκλοφορήσει μια αφίσα (10 000 αντίγραφα σε 22 γλώσσες), πολυγλωσσικά έντυπα (401 520 αντίγραφα που εκτυπώθηκαν το 2007 και αναθεωρημένη ανατύπωση 1 000 000 αντιγράφων τον Ιούλιο του 2009), έμμεσες διαφημίσεις υπό μορφή άρθρου (advertorial) σε περιοδικά που διανέμονται κατά τη διάρκεια της πτήσης (στα περιοδικά των 10 μεγαλύτερων αερογραμμών τον Σεπτέμβριο του 2009), ιστοσελίδες (2007, αναθεώρηση τον Αύγουστο του 2009) και ένα βίντεο κινούμενων σχεδίων (το 2007, το οποίο αναθεωρήθηκε τον Νοέμβριο του 2009, σε 7 γλώσσες). Σε εθνικό επίπεδο κυκλοφόρησαν παρόμοια εργαλεία, όπως αφίσες, ιστοσελίδες, πληροφορίες στα ενδιαφερόμενα μέρη ή δελτία τύπου σχετικά με περιπτώσεις εξιχνίασης.

Η γενική εντύπωση είναι ότι οι επικοινωνιακές δράσεις για τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων έχουν συμβάλει σημαντικά στην ευαισθητοποίηση των κομιστών ως προς την υποχρέωση δήλωσης των ρευστών διαθεσίμων, παρά το γεγονός ότι μόνο 4 κράτη μέλη παρακολούθησαν τα αποτελέσματα της εκστρατείας επικοινωνίας και σε καμία από τις περιπτώσεις δεν χρησιμοποιήθηκαν εργαλεία παρακολούθησης για τη μέτρηση της αποτελεσματικότητας ή της απόδοσης των εκστρατειών επικοινωνίας.

Ο κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων δεν περιέχει ρητή υποχρέωση διοργάνωσης εκστρατειών επικοινωνίας, αλλά ωστόσο όλα σχεδόν τα κράτη μέλη αναγνώρισαν την αναγκαιότητα ανάληψης επικοινωνιακών δράσεων. 17 κράτη μέλη δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν μόνιμη εκστρατεία επικοινωνίας για τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων προκειμένου να διασφαλίσουν διαρκή ευαισθητοποίηση. Ορισμένα κράτη μέλη αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα να συμπεριληφθεί υποχρέωση ευαισθητοποίησης για τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων στον κανονισμό διότι αυτό θα διευκόλυνε τις επαφές με τις αερολιμενικές αρχές, οι οποίες θα παρουσιάζουν δημοσίως το υλικό ευαισθητοποίησης.

Τόπος δήλωσης

Ο κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων προβλέπει ότι τα φυσικά πρόσωπα πρέπει να δηλώνουν τα ρευστά διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών διαμέσου των οποίων εισέρχονται ή εξέρχονται από την ΕΕ. Γενικά η εν λόγω απαίτηση δεν δημιουργεί προβλήματα στα κράτη μέλη.

Διέλευση

Για τους διερχόμενους επιβάτες (τράνζιτ) αερολιμένα η συμμόρφωση με την υποχρέωση δήλωσης ρευστών διαθεσίμων στο πρώτο σημείο εισόδου ή στο τελευταίο σημείο εξόδου από την ΕΕ είναι δυσχερής εξαιτίας της ανομοιογένειας στην υποδομή διέλευσης των αερολιμένων. Οι παρεχόμενες εγκαταστάσεις για δήλωση ρευστών διαθεσίμων στη ζώνη διέλευσης των αερολιμένων είναι ελάχιστες ή ανομοιογενείς ενώ δεν μεσολαβεί επαρκές χρονικό διάστημα μεταξύ των πτήσεων.

Είναι δύσκολο να διασφαλιστεί ότι οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών διενεργούν εναρμονισμένους ελέγχους στους διερχόμενους επιβάτες. Ο ανεπαρκής χρόνος, η έλλειψη κατάλληλων εγκαταστάσεων ελέγχου εξαιτίας της ανομοιογένειας στην υποδομή διέλευσης των αερολιμένων και οι ξεχωριστοί δίοδοι για αποσκευές και χειραποσκευές παρακωλύουν τους εν λόγω ελέγχους.

Μια ειδική ομάδα εμπειρογνωμόνων σε ελέγχους ρευστών διαθεσίμων εξέτασε το συγκεκριμένο ζήτημα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αναθεώρηση του άρθρου 3 του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων φαίνεται απαραίτητη για την εναρμόνιση των διαδικασιών ελέγχου ρευστών διαθεσίμων με εκείνες που καθιερώθηκαν για τους ελέγχους αποσκευών επιβατών, όπως ορίζονται στα άρθρα 192 έως 194 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα[6].

Τρόποι δήλωσης

Ο κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων προβλέπει ότι οι πληροφορίες της δήλωσης ρευστών διαθεσίμων παρέχονται γραπτώς, προφορικώς ή ηλεκτρονικώς. Τα περισσότερα κράτη μέλη επέλεξαν τις έγγραφες δηλώσεις, με εξαίρεση τα DK, AT και ES, που προβλέπουν προφορικές δηλώσεις, οι οποίες μεταφέρονται σε έγγραφα από τις τελωνειακές αρχές. Η AT (αποκλειστικά για τους επαγγελματίες μεταφορείς ρευστών διαθεσίμων), η ES και η PL προβλέπουν την υποβολή ηλεκτρονικών δηλώσεων. Κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2009, το 90 % των δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων υποβλήθηκε γραπτώς, το 9,7 % ηλεκτρονικώς και το 0,3 % προφορικώς. Όλα τα κράτη μέλη έχουν καταρτίσει πρότυπα δήλωσης που προβλέπουν την υποβολή όλων των ελάχιστων στοιχείων δεδομένων που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 3.2 του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων.

Μετά την αρχική φάση εφαρμογής διαπιστώνεται ότι η χρήση κοινού προτύπου δήλωσης θα συνέβαλε σημαντικά στη βελτίωση της (ηλεκτρονικής) ανταλλαγής πληροφοριών για τις δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων. Επιπρόσθετα, θα διευκόλυνε τους διεθνείς κομιστές να κατανοήσουν καλύτερα το τι προσδοκάται από αυτούς, βελτιώνοντας έτσι τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις.

Για τον σκοπό αυτό καταρτίστηκε ένα κοινό ευρωπαϊκό πρότυπο δήλωσης (CDF), το οποίο χρησιμοποιούν 16 κράτη μέλη: AT, CY, DK, EE, EL, FI, HU, IE, LU, MT, NL, PL, PT, RO, SE και SI. Άλλα κράτη μέλη εξετάζουν το ενδεχόμενο χρήσης του CDF στο μέλλον (BG, DE, LV, SK) ή χρησιμοποιούν ήδη πρότυπα που παρουσιάζουν έντονη ομοιότητα με το CDF: ES, FR, LT. Σχεδόν σε όλα τα κράτη μέλη οι δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων γίνονται δεκτές και είναι εφικτό να συμπληρωθούν στην επίσημη γλώσσα της χώρας όπου πρέπει να υποβληθεί η δήλωση, και επιπλέον στην αγγλική. Σε ορισμένα κράτη μέλη οι δηλώσεις γίνονται δεκτές και μπορούν να συμπληρωθούν και σε άλλες διαδεδομένες γλώσσες της ΕΕ.

Στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων

Δεν υπάρχει ρητή απαίτηση στον κανονισμό σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που να προβλέπει την υποβολή στατιστικών στοιχείων. Ωστόσο, τα κράτη μέλη έχουν συναινέσει να αποστέλλουν στην Επιτροπή στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις υποβληθείσες δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων και τα αποτελέσματα των διενεργηθέντων ελέγχων[7]. Ανακριβείς δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων ή ευρήματα κατόπιν ελέγχων δηλώνονται ως «καταχωρίσεις» στα στατιστικά στοιχεία (βλέπε λεπτομέρειες στην ενότητα 3.4.2.).

Στο παράρτημα 1 παρουσιάζονται στατιστικά στοιχεία για δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων και καταχωρίσεις που συγκεντρώθηκαν από όλα τα κράτη μέλη στο διάστημα μεταξύ της 15ης Ιουνίου 2007 και της 30ής Ιουνίου 2009.

Στο εν λόγω διάστημα τα κράτη μέλη έλαβαν 178 351 δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων που ισοδυναμούσαν με συνολικό ποσό 79 922 εκατομμυρίων ευρώ. Οι δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων που συγκεντρώθηκαν κατά την είσοδο ήταν 101 824 ενώ κατά την έξοδο 76 527.

Το παράρτημα 2 παραθέτει μια γραφική παράσταση των εκθέσεων των κρατών μελών σχετικά με τον αριθμό των δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων που συγκεντρώθηκαν και καταδεικνύει σημαντικές διαφορές.

Κατά την περίοδο της έκθεσης, τα κράτη μέλη DE, IT και FR συγκέντρωσαν το 25 %, 22,5 % και 13 %, αντίστοιχα, του συνολικού αριθμού των δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων, και ακολουθούν η ES (9 %), η LT (4,5 %), η PL (4 %), το UK (3,5 %) και η BG (3 %).

Για μια πιο εναρμονισμένη εφαρμογή των ελέγχων ρευστών διαθεσίμων που διενεργούνται στα κράτη μέλη, απαιτείται διαρκής παρακολούθηση των εν λόγω στατιστικών στοιχείων.

Το παράρτημα 3 δείχνει ότι ο αριθμός των δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων που υποβλήθηκαν στα κράτη μέλη παρουσίασε ταχεία αύξηση έως το τέλος του 2008 (από 13 196 δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων στο τρίτο τρίμηνο του 2007 σε 28 210 δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων στο τελευταίο τρίμηνο του 2008). Οι αριθμοί μειώθηκαν σε 27 236 δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων στο δεύτερο τρίμηνο του 2009. Παρόμοια τάση παρατηρείται στο παράρτημα 4 για το ισοδύναμο ποσό των συγκεκριμένων δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων σε ευρώ (5 432 εκατομμύρια ευρώ στο τρίτο τρίμηνο του 2007, 13 051 εκατομμύρια ευρώ στο τελευταίο τρίμηνο του 2008, 9 496 εκατομμύρια ευρώ στο δεύτερο τρίμηνο του 2009). Ο αριθμός των δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων και το ισοδύναμο ποσό τους σε ευρώ είναι πολύ πιθανόν να ακολούθησαν τη γενική μείωση της οικονομικής δραστηριότητας το 2009, η οποία σχετίζεται με την τραπεζική κρίση.

Κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2009, το 63 % και πλέον των δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων υποβλήθηκαν σε αερολιμένες, το 30 % σε οδικά σύνορα, το 5 % σε λιμάνια και το 2 % σε σιδηροδρομικά δίκτυα. Το 86,2 % των δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων υποβλήθηκαν από ιδιώτες μεταφορείς ρευστών διαθεσίμων και το 13,8 % από επαγγελματίες μεταφορείς ρευστών διαθεσίμων.

Πληροφορίες σχετικά με την εξουσιοδότηση των εθνικών αρχών να διενεργούν ελέγχους

Αρμοδιότητες ελέγχου στα κράτη μέλη

Οι έλεγχοι στα κράτη μέλη επικεντρώνονται κυρίως στις υποβληθείσες δηλώσεις, στους επιβάτες, στις αποσκευές και στα μέσα μεταφοράς. Όλα τα κράτη μέλη δηλώνουν ότι διενεργούν φυσικούς ελέγχους. Σχεδόν όλα τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν εξοπλισμό σάρωσης. 4 κράτη μέλη δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν εκπαιδευμένους σκύλους για τη διενέργεια ελέγχων ρευστών διαθεσίμων.

Κρίσιμο στοιχείο για τη διασφάλιση αποτελεσματικών και αποδοτικών ελέγχων είναι η χρήση κατάλληλης στρατηγικής διαχείρισης κινδύνου. 12 κράτη μέλη δηλώνουν ότι ακολουθούν συγκεκριμένη εθνική στρατηγική για τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων. Άλλα κράτη μέλη αναφέρουν τη χρήση κριτηρίων ανάλυσης κινδύνου για τον έλεγχο ρευστών διαθεσίμων στα κύρια σημεία εισόδου και εξόδου. 17 κράτη μέλη δηλώνουν ότι εφαρμόζουν σύστημα χαρακτηρισμού κινδύνου για τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων και 18 κράτη μέλη χρησιμοποιούν σύστημα σημάτων προειδοποίησης κατά τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων με παραλαβή και/ή αποστολή σχετικών σημάτων προειδοποίησης. 4 κράτη μέλη δηλώνουν ότι οργανώνουν ειδικές εθνικές δράσεις από κοινού με άλλες αρμόδιες αρχές.

Αποτελέσματα των ελέγχων

Οι καταχωρίσεις των κρατών μελών (βλέπε παράρτημα 1) είναι 13 019 και το ισοδύναμο ποσό τους ανέρχεται σε 1 632 εκατομμύρια ευρώ. Τα ακόλουθα κράτη μέλη έχουν πραγματοποιήσει την πλειονότητα των καταχωρίσεων: DE (40 %), FR (20 %), IT (12 %), UK (10 %), NL(6 %), PT (4 %), ES (4 %). Η γραφική απεικόνιση του παραρτήματος 5 σχετικά με τον αριθμό των καταχωρίσεων καταδεικνύει τις εν λόγω σημαντικές διαφορές.

Πολλά κράτη μέλη δεν αναφέρουν καθόλου ή αναφέρουν λίγες μόνο καταχωρίσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις αυτό αντανακλά κυρίως την αδυναμία των κρατών μελών να συγκεντρώνουν δεδομένα κεντρικά και όχι την πραγματική έλλειψη των διενεργούμενων ελέγχων (βλέπε πληροφορίες στην ενότητα 3.4.2 ). Άλλα κράτη μέλη αναφέρουν υψηλό ποσοστό καταχωρίσεων συγκριτικά με τον αριθμό των αυτόματων δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων (βλέπε παράρτημα 6). Η προσεκτική παρακολούθηση των αποτελεσμάτων των ελέγχων θα επιτρέψει τον εντοπισμό και την παρακολούθηση ενδεχόμενων ανομοιογενειών στις προσεγγίσεις των κρατών μελών ως προς τους ελέγχους, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα πιθανών προσαρμογών ώστε να διασφαλιστεί η πλήρης εναρμόνιση των προσεγγίσεων των κρατών μελών στο θέμα των ελέγχων.

Ο αριθμός των καταχωρίσεων αυξήθηκε σταθερά, από 552 κατά το τρίτο τρίμηνο του 2007 σε 2 300 κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2009 (βλέπε παράρτημα 7). Όπως παρουσιάζεται λεπτομερώς στο παράρτημα 8, το ισοδύναμο ποσό των καταχωρίσεων σε ευρώ παρέμεινε αρκετά σταθερό κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου με εξαίρεση τις καταχωρίσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2008 εξαιτίας εντοπισμού μη δηλωθέντος διαπραγματεύσιμου τίτλου στον κομιστή με υψηλή αξία στη Γερμανία (33 εκατομμύρια ευρώ στο τρίτο τρίμηνο του 2007, 1 149 εκατομμύρια ευρώ στο τελευταίο τρίμηνο του 2008 και 72,5 εκατομμύρια ευρώ στο δεύτερο τρίμηνο του 2009).

Πληροφορίες σχετικά με την καταχώριση και την επεξεργασία

Καταχώριση και επεξεργασία των δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων

Όλα τα κράτη μέλη δηλώνουν ότι καταχωρίζουν πληροφορίες σχετικά με τις δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων. 14 κράτη μέλη καταχωρίζουν τις πληροφορίες σε αυτοματοποιημένη βάση δεδομένων. Πρόκειται συνήθως για αυτόνομη βάση δεδομένων σε κεντρικό επίπεδο, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις είναι απευθείας προσβάσιμη από την εθνική ΜΧΠ (σε 2 κράτη μέλη η κεντρική βάση δεδομένων ανήκει στις εθνικές ΜΧΠ). Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις οι καταχωρισμένες πληροφορίες δεν είναι ακόμα απευθείας διαθέσιμες σε άλλες αρμόδιες αρχές, όπως οι εθνικές ΜΧΠ.

Τα κράτη μέλη που δηλώνουν ότι δεν έχουν αυτοματοποιήσει την καταχώριση δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων, συνήθως αναφέρουν ότι χρησιμοποιούν αρχεία excel ή μια τοπική βάση δεδομένων.

Καταχώριση και επεξεργασία μη προαιρετικών δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων και πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν από τους ελέγχους

25 κράτη μέλη δηλώνουν ότι καταχωρίζουν και υποβάλλουν σε επεξεργασία τις πληροφορίες που συγκεντρώνουν από τους διενεργούμενους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων. 1 κράτος μέλος δηλώνει ότι δεν αρχειοθετεί τέτοιου είδους πληροφορίες παρά τη ρητή απαίτηση του άρθρου 5 του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων. 12 κράτη μέλη καταχωρίζουν τις πληροφορίες σε αυτοματοποιημένη βάση δεδομένων. Τα υπόλοιπα κράτη μέλη καταχωρίζουν τις πληροφορίες σε βάσεις δεδομένων στα σημεία ελέγχου τοπικών τελωνείων. 1 κράτος μέλος δηλώνει ότι καταχωρίζει μόνο τις ανωμαλίες που εντοπίζονται και ένα άλλο ότι καταχωρίζει μόνο τα αποτελέσματα διεξοδικών ελέγχων.

Καταχώριση και επεξεργασία πληροφοριών για δεσμεύσεις ρευστών διαθεσίμων

Οι διαδικασίες για τη δέσμευση ρευστών διαθεσίμων δεν είναι υποχρεωτικές, καθώς το άρθρο 4 του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων ορίζει ότι τα ρευστά διαθέσιμα ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ να δεσμεύονται με διοικητική απόφαση. 23 κράτη μέλη αναφέρουν ότι καταχωρίζουν και υποβάλλουν σε επεξεργασία πληροφορίες που αφορούν δεσμεύσεις ρευστών διαθεσίμων. Η SE και η FR δηλώνουν ότι δεν καταχωρίζουν πληροφορίες τέτοιου τύπου. Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες για την PL και το BE.

15 κράτη μέλη (AT, BG, CY, DE, EE, ES, FI, IE, IT, LV, LT, NL, PT, SL και UK) καταχωρίζουν στοιχεία σχετικά με δεσμεύσεις ρευστών διαθεσίμων σε κεντρική βάση δεδομένων. 7 κράτη μέλη (DK, EL, LU, HU, RO, SK και SE) ενημερώνουν σχετική βάση δεδομένων στα τοπικά τελωνεία ενώ η CZ μεταβιβάζει τέτοιες πληροφορίες απευθείας στην εθνική ΜΧΠ.

Τα κράτη μέλη επί του παρόντος δεν παρέχουν στην Επιτροπή στατιστικά στοιχεία για τις δεσμεύσεις ρευστών διαθεσίμων. Στο άμεσο μέλλον μια νέα λειτουργική μονάδα του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών (ΤΣΠ) της OLAF (Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας καταπολέμησης της απάτης) θα δίνει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να καταχωρίζουν όλες τις πληροφορίες για τις δεσμεύσεις ρευστών διαθεσίμων.

Πληροφορίες που κοινοποιούνται στις μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών

21 κράτη μέλη υποβάλλουν αυτόματα τις δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων στις εθνικές ΜΧΠ. Μόνο η FI, η IT και το UK αναφέρουν ότι υπέβαλαν τις εν λόγω πληροφορίες κατόπιν αίτησης, ενώ η CY και η HU κοινοποιούν στις εθνικές ΜΧΠ μόνο πληροφορίες για ύποπτες υποθέσεις. Οι πληροφορίες κοινοποιούνται στη ΜΧΠ μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ταχυδρομείου, επίσημης επιστολής ή άμεσης πρόσβασης σε βάσεις δεδομένων με δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων. Η περιοδικότητα στην παροχή πληροφοριών ποικίλλει και κυμαίνεται από άμεση μετάδοση μέσω απευθείας πρόσβασης προς βάσεις δεδομένων σε καθημερινή, εβδομαδιαία ή μηνιαία βάση έως τριμηνιαία ή τετραμηνιαία βάση κατά το μέγιστο (2 κράτη μέλη).

Ορισμένα κράτη μέλη αναφέρουν ταχύτερες διαδικασίες ενημέρωσης των εθνικών ΜΧΠ όταν οι πληροφορίες συνδέονται με τον εντοπισμό ύποπτων κινήσεων ρευστών διαθεσίμων.

Τα περισσότερα κράτη μέλη (AT, BG, CY, CZ, DE, DK, EE, EL, FI, HU, IE, IT, LU, MT, NL, RO, SK, SL, SE και UK) αναφέρουν ότι κοινοποίησαν πληροφορίες σχετικά με ύποπτες δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων στις εθνικές ΜΧΠ (δεν υπάρχουν πληροφορίες για τα ακόλουθα κράτη μέλη: BE, FR, PL και PT). Ορισμένα κράτη μέλη (LV, DE, LT) κοινοποιούν τις πληροφορίες στις εθνικές ΜΧΠ παρέχοντάς τους απευθείας πρόσβασης στη βάση δεδομένων με όλες τις πληροφορίες που αφορούν δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων. Η ES και οι NL διατηρούν ήδη κεντρική βάση δεδομένων με πληροφορίες ρευστών διαθεσίμων στο πλαίσιο των εθνικών ΜΧΠ.

Οι εθνικές διαφορές στην οργάνωση των ΜΧΠ και οι σχέσεις με τις υπόλοιπες αρμόδιες αρχές δυσχεραίνουν την καθιέρωση εναρμονισμένων διαδικασιών για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των τελωνείων και των ΜΧΠ.

Συχνές μετακινήσεις κομιστών που μεταφέρουν ποσά μικρότερα από το κατώτατο όριο («smurfing»)

16 κράτη μέλη δηλώνουν ότι διενεργούν ειδικούς ελέγχους στις κινήσεις ρευστών διαθεσίμων για ποσά κάτω του κατώτατου ορίου των 10 000 ευρώ ενώ υπάρχουν ενδείξεις παράνομων δραστηριοτήτων συνδεόμενων με κινήσεις ρευστών διαθεσίμων, γνωστών ως «smurfing». Αυτή η πιθανότητα προβλέπεται στο άρθρο 5.2. του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων. Τα περισσότερα κράτη μέλη διαβιβάζουν τις εν λόγω πληροφορίες στις εθνικές ΜΧΠ.

Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και με την Επιτροπή

Λόγω της απουσίας επιτροπής που βοηθά την Επιτροπή στη διαχείριση του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων, η Επιτροπή προέβη σε σύσταση μόνιμης ομάδας εργασίας με όλα τα κράτη μέλη η οποία συνέρχεται 3 φορές ετησίως και χρηματοδοτείται βάσει του προγράμματος-πλαισίου «Τελωνεία 2013», το οποίο χρηματοδοτεί δραστηριότητες συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής. Η ομάδα εργασίας επικεντρώνεται στην ενίσχυση της ανταλλαγής πληροφοριών, στις διαδικασίες εναρμόνισης, στην καθιέρωση βέλτιστων πρακτικών και στη δημιουργία κατάλληλου περιβάλλοντος για τις αρχές των κρατών μελών ώστε να μπορούν να ανταλλάσσουν απόψεις επί της εφαρμογής του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων. Το εγχειρίδιο κατευθυντήριων οδηγιών για τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων, το οποίο πρόσφατα εγκρίθηκε από την ομάδα εργασίας, εξυπηρετεί αυτόν τον σκοπό.

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τη λειτουργία επιτροπής για τη διασφάλιση υψηλότερου επιπέδου εναρμόνισης.

Επιπλέον, συστάθηκε ειδική εικονική ομάδα συμφερόντων σε ασφαλές εξωδίκτυο, το οποίο δίνει τη δυνατότητα στις δημόσιες διοικήσεις να ανταλλάσσουν πληροφορίες και να συμμετέχουν σε φόρουμ συζητήσεων. Περιέχει επίσης πληροφορίες για τα κεντρικά σημεία επαφής στα κράτη μέλη καθώς και για τα σημεία επαφής που λειτουργούν 24 ώρες το 24ωρο διευκολύνοντας την ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών. Υπεύθυνα για την επικαιροποίηση των εν λόγω πληροφοριών είναι τα κράτη μέλη.

Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών

Τα κράτη μέλη δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν διάφορους τρόπους για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων, όπως το Σύστημα πληροφοριών για την καταπολέμηση της απάτης (AFIS) της OLAF, το οποίο καθιερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 515/97 του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 1997, περί της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και της συνεργασίας των αρχών αυτών με την Επιτροπή με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων[8]. Επίσης, τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους μέσω του συστήματος RIF ( έντυπο πληροφοριών στα τελωνεία σχετικά με τους κινδύνους ) στο πλαίσιο του κοινοτικού τελωνειακού συστήματος διαχείρισης κινδύνου που καθιερώθηκε βάσει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα [9]. Αναφέρονται επίσης άμεσες επαφές μέσω των κεντρικών σημείων επαφής για τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων, μεταξύ των υπό λειτουργία τελωνείων, μέσω υπηρεσιών πληροφοριών, σημείων επαφής για την επιβολή του νόμου ή μέσω του δικτύου υπαλλήλων επαφών για την καταπολέμηση του φορολογικού εγκλήματος καθώς και η χρήση ειδικών εφαρμογών της τεχνολογίας των πληροφοριών της Ευρωπόλ.

Στο πλαίσιο της ομάδας τελωνειακής συνεργασίας του Συμβουλίου τα κράτη μέλη διοργανώνουν τακτικά ειδικές κοινές δράσεις. Κατά τη διάρκεια της γαλλικής προεδρίας, διοργανώθηκε μια κοινή τελωνειακή επιχείρηση για τους ελέγχους σε μεταφορείς ρευστών διαθεσίμων, με την ονομασία «Athena».

Ανταλλαγή πληροφοριών με την Επιτροπή

Όλα τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή στατιστικά στοιχεία για την εφαρμογή του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων σε τετραμηνιαία βάση, τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία και κοινοποιούνται σε όλα τα κράτη μέλη.

Τα κράτη μέλη μέσω του AFIS υποβάλλουν στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με τις περιπτώσεις που αποτελούν ενδείξεις ότι τα ποσά των ρευστών διαθεσίμων υποδηλώνουν προϊόντα εγκλήματος ή άλλες παράνομες δραστηριότητες που έχουν αρνητικό αντίκτυπο στα χρηματοοικονομικά συμφέροντα της ΕΕ. Η λειτουργική μονάδα CIS, τμήμα του συστήματος AFIS δίνει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με δεσμεύσεις, κατασχέσεις ή δημεύσεις ρευστών διαθεσίμων. Στο Αρχείο φακέλων τελωνειακών ερευνών (ΑΦΤΕ) του συστήματος AFIS πρέπει να συμπεριληφθούν πληροφορίες σχετικά με τις έρευνες των τελωνειακών αρχών οι οποίες θα επιτρέπουν επαληθεύσεις ως προς το εάν ένα άτομο (ή επιχείρηση) έχει αποτελέσει αντικείμενο εγκληματικών ερευνών σε κάποιο από τα κράτη μέλη. Στο FIDE έχουν αναφορτωθεί ελάχιστες περιπτώσεις ενώ η λειτουργική μονάδα CIS (τελωνειακό σύστημα πληροφοριών) δεν έχει καταστεί ακόμα λειτουργική.

Στατιστικά στοιχεία σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών

Για περιπτώσεις όπου υπάρχουν ενδείξεις ότι τα ποσά των ρευστών διαθεσίμων που δηλώνονται ή εντοπίζονται αφορούν παράνομες δραστηριότητες συνδεόμενες με κινήσεις ρευστών διαθεσίμων, τα κράτη μέλη μπορούν να ανταλλάσσουν πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων. Τα κράτη μέλη έχουν κοινοποιήσει ορισμένες περιπτώσεις αλλά επισημαίνουν ότι ο ποσοτικός προσδιορισμός τους είναι δύσκολος διότι οι πληροφορίες ανταλλάσσονται εν γένει ad hoc μέσω απευθείας επαφών μεταξύ των αρμόδιων υπαλλήλων, για τις οποίες δεν ενημερώνονται οι κεντρικές υπηρεσίες. Η Επιτροπή, αναγνωρίζοντας τη σημασία της επαρκούς ανταλλαγής πληροφοριών έχει προβεί σε σύσταση ομάδας σχεδίου με τα κράτη μέλη με στόχο τη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών.

Ανταλλαγή πληροφοριών με τρίτες χώρες

Ο κανονισμός σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων δεν επιβάλλει την ανταλλαγή πληροφοριών με τρίτες χώρες, η οποία ωστόσο διεξάγεται μέσω διεθνών συμφωνιών αμοιβαίας συνδρομής, διμερών συμφωνιών, απευθείας επαφών με τα κεντρικά σημεία επαφής τρίτων χωρών, δικτύου για την επιβολή τελωνειακών συστημάτων καθώς και μέσω του δικτύου υπαλλήλων επαφών για την καταπολέμηση του φορολογικού εγκλήματος. Αναφέρεται επίσης η ανταλλαγή πληροφοριών μέσω των εθνικών ΜΧΠ.

Η Επιτροπή, στο πλαίσιο της FATF, κοινοποίησε γενικές πληροφορίες σχετικά με τα διαθέσιμα συστήματα.

Οι βέλτιστες πρακτικές και εμπειρίες συζητήθηκαν με τις ΗΠΑ σε ειδική συνεδρίαση ΕΕ/ΗΠΑ της ομάδας εργασίας για τον έλεγχο των ρευστών διαθεσίμων τον Απρίλιο του 2008.

Ζητήματα εμπιστευτικότητας/προστασίας δεδομένων / ζητήματα ασφάλειας

Σε όλα τα κράτη μέλη ισχύει η ακόλουθη νομοθεσία:

η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[10] και

η απόφαση της Επιτροπής, της 29ης Νοεμβρίου 2001 (2001/844/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ). Η εν λόγω απόφαση ορίζει τους κανόνες για τη διαβάθμιση των πληροφοριών προκειμένου να εγγυάται η ασφάλεια των πληροφοριών[11].

Γενικές διατάξεις εμπιστευτικότητας/Διατάξεις επαγγελματικού απορρήτου

Τα περισσότερα κράτη μέλη (AT, BG, CY, CZ, DE, EL, ES, FI, FR, EE, HU, IE, IT, LV, MT, PL, RO, SE, SL και UK) αναφέρουν συγκεκριμένα μέτρα προστασίας δεδομένων για την ανταλλαγή δεδομένων που αφορούν τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων. Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες για το BE, το LU και την PT. Στην πραγματικότητα, τα περισσότερα κράτη μέλη εφαρμόζουν γενικά μέτρα για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Επιπρόσθετα, πολύ λίγα κράτη μέλη αναφέρουν μέτρα για τη διαβάθμιση των δεδομένων προκειμένου να εγγυηθεί η ασφάλεια των πληροφοριών. Τέσσερα κράτη μέλη (DK, LT, NL και SK) επισημαίνουν ότι τα μέτρα για την προστασία των γενικών δεδομένων, την ασφάλεια των δεδομένων και την εμπιστευτικότητα ισχύουν επίσης και για τα δεδομένα που αφορούν τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων.

Μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι τα περισσότερα κράτη μέλη διασφαλίζουν ένα γενικό ελάχιστο επίπεδο εμπιστευτικότητας ή προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όσον αφορά τις πληροφορίες για τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων. Ορισμένα κράτη μέλη έχουν εγκρίνει ειδικά μέτρα για τον έλεγχο των ρευστών διαθεσίμων προκειμένου να διασφαλίσουν την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή έχουν διαβαθμίσει τις πληροφορίες σχετικά με τον έλεγχο ρευστών διαθεσίμων προκειμένου να εγγυώνται την ασφάλεια των πληροφοριών.

Κυρώσεις

Σε όλα τα κράτη μέλη ισχύουν απαιτήσεις που καθιερώνουν κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση δήλωσης. Στα περισσότερα κράτη μέλη οι επιβληθείσες κυρώσεις κρίνονται αναλογικές, αποτρεπτικές και αποτελεσματικές, με εξαίρεση ορισμένα κράτη μέλη όπου το ποσό της διοικητικής κύρωσης φαίνεται πολύ χαμηλό για να είναι αποτρεπτικό. Η Επιτροπή ζήτησε από τα συγκεκριμένα κράτη μέλη να διορθώσουν την κατάσταση γρήγορα.

18 κράτη μέλη μπορούν πέρα από τις αυστηρές διοικητικές κυρώσεις να εφαρμόζουν περαιτέρω κυρώσεις, όπως μνημονεύεται στο άρθρο 9 του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων. Οι εν λόγω κυρώσεις περιλαμβάνουν κατάσχεση ή δέσμευση των ρευστών διαθεσίμων σε περίπτωση υπόνοιας παράνομης δραστηριότητας, (υψηλότερα) πρόστιμα, φυλάκιση ή δήμευση των ρευστών διαθεσίμων.

Δεν απαιτείται από τα κράτη μέλη να προσκομίζουν στην Επιτροπή στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις επιβληθείσες κυρώσεις. Ωστόσο, οι διαθέσιμες ad hoc πληροφορίες επιβεβαιώνουν ότι τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν πράγματι επιβάλλει κυρώσεις.

Συμπερασματα

Οι εισηγήσεις των κρατών μελών καταδεικνύουν ότι η πρόσφατη εφαρμογή του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων είναι εν γένει ικανοποιητική. Τα κράτη μέλη έχουν οργανώσει αρμόδιες αρχές για να διασφαλίσουν ότι οι κομιστές συμμορφώνονται με την υποχρέωση δήλωσης, ότι οι δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων υποβάλλονται σε επεξεργασία και ότι διενεργούνται έλεγχοι στους επιβάτες, στις αποσκευές και στα μέσα μεταφοράς τους. Εφαρμόζουν επίσης σύστημα κυρώσεων και/ή σύστημα δέσμευσης των ρευστών διαθεσίμων σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις δήλωσης των ρευστών διαθεσίμων. Τα κράτη μέλη οργανώθηκαν ούτως ώστε να διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες από το σύστημα δήλωσης ρευστών διαθεσίμων κοινοποιούνται στις εθνικές ΜΧΠ. Κατά περίπτωση, ανταλλάσσουν πληροφορίες με άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή και τρίτες χώρες ενώ συμμορφώνονται με τα πρότυπα εμπιστευτικότητας και προστασίας δεδομένων. Λόγω της ανομοιογένειας στις δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων και στους διενεργούμενους ελέγχους μεταξύ των κρατών μελών, προκειμένου να ενισχυθεί η εναρμόνιση της εφαρμογής του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων από τα κράτη μέλη απαιτείται προσεκτική παρακολούθηση. Εφόσον χρειαστεί, απαιτείται από τα κράτη μέλη να αναλάβουν διορθωτικά μέτρα.

Σε ορισμένα κράτη μέλη έχουν εντοπιστεί αδυναμίες ως προς την καταχώριση, την επεξεργασία και την κοινοποίηση των πληροφοριών ελέγχου καθώς και ως προς την καθιέρωση εθνικών κυρώσεων. Η Επιτροπή αναλαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίζει ότι η νομοθεσία της ΕΕ σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων εφαρμόζεται ορθά σε όλα τα κράτη μέλη.

Σύστασεισ

Η εμπειρία που αποκομίστηκε από την πρακτική εφαρμογή του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ΔΕΝ απαιτείται διεξοδική αναθεώρηση του κανονισμού.

Ωστόσο, υποδεικνύει ότι είναι σκόπιμο να εξεταστούν ορισμένες προσαρμογές στο κανονιστικό πλαίσιο του ελέγχου των ρευστών διαθεσίμων:

αναθεώρηση του άρθρου 3 του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων για τη διευθέτηση πρακτικών δυσκολιών που προκύπτουν κατά τους ελέγχους στα κράτη μέλη και αφορούν τους διερχόμενους επιβάτες ·

καθιέρωση κοινού ευρωπαϊκού εντύπου δήλωσης ρευστών διαθεσίμων με βάση το κοινό έντυπο δήλωσης που χρησιμοποιείται επί του παρόντος από την πλειονότητα των κρατών μελών, το οποίο θα επιτρέψει την περαιτέρω εναρμόνιση των συλλεχθέντων δεδομένων, την ενημέρωση των κομιστών και την ενδεχόμενη αυτοματοποίηση ·

καθιέρωση υποχρεωτικής (τρίμηνης) απαίτησης υποβολής έκθεσης στην Επιτροπή με στατιστικά στοιχεία από τα κράτη μέλη για να διασφαλιστεί η παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων. Οι εν λόγω απαιτήσεις υποβολής έκθεσης βασίζονται επί του παρόντος σε προαιρετικές συμφωνίες ·

καθιέρωση υποχρεωτικής απαίτησης ευαισθητοποίησης σχετικά με την υποχρέωση δήλωσης ρευστών διαθεσίμων. Επί του παρόντος όλες οι επικοινωνιακές δράσεις αναλαμβάνονται προαιρετικά ·

καθιέρωση λειτουργίας επιτροπής για τη θεσμοθέτηση συζητήσεων με τα κράτη μέλη ως προς τη διαχείριση του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων ·

πρόβλεψη εκτελεστικού κανονισμού της Επιτροπής για τα τεχνικά στοιχεία, όπως τη μορφή του κοινού εντύπου δήλωσης ή τις απαιτήσεις για το περιεχόμενο της αναφοράς .

Μεγαλύτερη εναρμόνιση θα μπορούσε να έχει επιτευχθεί ήδη με την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και την ενίσχυση της εναρμόνισης των διαδικασιών μέσω ελαστικής νομοθεσίας, όπως κατευθυντήριων οδηγιών ή τεχνικών συμφωνιών μεταξύ των κρατών μελών διαμέσου της ομάδας εργασίας για τον έλεγχο των ρευστών διαθεσίμων.

Για την επίτευξη πλήρους εναρμόνισης των ελέγχων ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται και εξέρχονται από την ΕΕ κρίνεται απαραίτητη η τροποποίηση του κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1:

Συνοπτικά στατιστικά στοιχεία για τις δηλώσεις ρευστών διαθεσίμων και τις καταχωρίσεις ρευστών διαθεσίμων- όλα τα κράτη μέλη -Τρίτο τρίμηνο του 2007 – δεύτερο τρίμηνο του 2009

[pic]

Η IT, η PL και η GR δεν υπέβαλαν δεδομένα σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2007.Το BE δεν υπέβαλε δεδομένα για το τρίτο τρίμηνο του 2007

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2:

Αριθμός δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων– όλα τα κράτη μέλη -Τρίτο τρίμηνο του 2007 έως δεύτερο τρίμηνο του 2009

[pic]

Η IT, η PL και η GR δεν υπέβαλαν δεδομένα σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2007.Το BE δεν υπέβαλε δεδομένα για το τρίτο τρίμηνο του 2007.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3:

Η εξέλιξη στον αριθμό των δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων– σύνολα –Τρίτο τρίμηνο του 2007 έως δεύτερο τρίμηνο του 2009

[pic]

Η IT, η PL και η GR δεν υπέβαλαν δεδομένα σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2007.Το BE δεν υπέβαλε δεδομένα για το τρίτο τρίμηνο του 2007

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4:

Η εξέλιξη των δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων σε €– σύνολα –Τρίτο τρίμηνο του 2007 έως δεύτερο τρίμηνο του 2009

[pic]

Η IT, η PL και η GR δεν υπέβαλαν δεδομένα σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2007.Το BE δεν υπέβαλε δεδομένα για το τρίτο τρίμηνο του 2007.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 5:

Αριθμός καταχωρίσεων ρευστών διαθεσίμων– όλα τα κράτη μέλη –Τρίτο τρίμηνο του 2007 έως δεύτερο τρίμηνο του 2009

[pic]

Η IT, η PL και η GR δεν υπέβαλαν δεδομένα σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2007.Το BE δεν υπέβαλε δεδομένα για το τρίτο τρίμηνο του 2007.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6:

Ποσοστό των καταχωρίσεων ρευστών διαθεσίμων επί του συνολικού αριθμού δηλώσεων ρευστών διαθεσίμων– όλα τα κράτη μέλη –Τρίτο τρίμηνο του 2007 έως δεύτερο τρίμηνο του 2009

[pic]

Η IT, η PL και η GR δεν υπέβαλαν δεδομένα σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2007.Το BE δεν υπέβαλε δεδομένα για το τρίτο τρίμηνο του 2007.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 7:

Η εξέλιξη στο αριθμό των καταχωρίσεων ρευστών διαθεσίμων– σύνολα –Τρίτο τρίμηνο του 2007 – δεύτερο τρίμηνο του 2009

[pic]

Η IT, η PL και η GR δεν υπέβαλαν δεδομένα σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2007.Το BE δεν υπέβαλε δεδομένα για το τρίτο τρίμηνο του 2007.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 8:

Η εξέλιξη των καταχωρίσεων ρευστών διαθεσίμων σε €– σύνολα –Τρίτο τρίμηνο του 2007 – δεύτερο τρίμηνο του 2009

[pic]

Η IT, η PL και η GR δεν υπέβαλαν δεδομένα σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων για το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2007.Το BE δεν υπέβαλε δεδομένα για το τρίτο τρίμηνο του 2007 .

[1] ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 9-12.

[2] Όλα τα κράτη μέλη απέστειλαν απαντήσεις στα ερωτηματολόγια έως τις 25 Φεβρουαρίου 2009, με εξαίρεση το Βέλγιο που δεν απάντησε. Κατά συνέπεια, οι πληροφορίες της έκθεσης βασίζονται σε πληροφορίες που υποβλήθηκαν από 26 κράτη μέλη. Στα στατιστικά στοιχεία για τα ρευστά διαθέσιμα περιλαμβάνονται όλα τα κράτη μέλη.

[3] ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15-36.

[4] ΕΕ L 345 της 08.12.2006, σ. 1-9.

[5] Οι πληροφορίες της παρούσας έκθεσης για τους ενδοενωσιακούς ελέγχους ρευστών διαθεσίμων δεν προδικάζουν καμία θέση της Επιτροπής όσον αφορά τη συμβατότητα των εν λόγω εθνικών μέτρων με το άρθρο 65 της συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ.

[6] ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1-766.

[7] Η εν λόγω συμφωνία προβλέπει ότι τα στατιστικά στοιχεία για τα ρευστά διαθέσιμα που αποστέλλουν τα κράτη μέλη δεν περιλαμβάνουν δεδομένα σχετικά με τις ενδοενωσιακές δηλώσεις και τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων.

[8] ΕΕ L 82 της 22.03.1997, σ. 1-16.

[9] ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1-50.

[10] ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31-39.

[11] ΕΕ L 317 της 3.12.2001, σ. 1.

Top