EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009PC0605

Πρόταση Απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη της ρύθμισης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν, του Βασιλείου της Νορβηγίας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη συμμετοχή των εν λόγω κρατών στις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της όσον αφορά την θέση σε ισχύ, την εφαρμογής και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν

/* COM/2009/0605 τελικό - CNS 2009/0168 */

52009PC0605




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 30.10.2009

COM(2009)605 τελικό

2009/0168 (CNS)

Πρόταση

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τη σύναψη της ρύθμισης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν, του Βασιλείου της Νορβηγίας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη συμμετοχή των εν λόγω κρατών στις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της όσον αφορά την θέση σε ισχύ, την εφαρμογής και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Στις 18 Μαΐου 1999, Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας συνήψαν συμφωνία σχετικά με τη σύνδεση των εν λόγω χωρών προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν[1].

Στις 26 Οκτωβρίου 2004, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και η Ελβετική Συνομοσπονδία συνήψαν συμφωνία σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν. Η συμφωνία τέθηκε σε ισχύ την 1η Μαρτίου 2008[2].

Στις 21 Ιουνίου 2006, μονογραφήθηκε πρωτόκολλο μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν, στο εξής αναφερόμενο ως «πρωτόκολλο σύνδεσης». Το πρωτόκολλο υπεγράφη στις 28 Φεβρουαρίου 2008.

Οι συμφωνίες σύνδεσης δημιούργησαν μια μεικτή επιτροπή απαρτιζόμενη από αντιπροσώπους των κυβερνήσεων των συνδεδεμένων κρατών καθώς και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Κατά συνέπεια, οι αντιπρόσωποι των συνδεδεμένων κρατών συμμετέχουν στις μεικτές επιτροπές που συνέρχονται υπό τη μορφή ομάδων εργασίας του Συμβουλίου στις οποίες συμμετέχουν αντιπρόσωποι των συνδεδεμένων κρατών. Στο επίπεδο του Coreper (ΕΜΑ) ή του Συμβουλίου, οι εν λόγω επιτροπές προεδρεύονται εναλλάξ, για περιόδους έξι μηνών, από τους αντιπροσώπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τον αντιπρόσωπο της κυβέρνησης του συνδεδεμένου κράτους.

Η συμμετοχή στη μεικτή επιτροπή παρέχει τη δυνατότητα στα συνδεδεμένα κράτη να εκφράσουν εγκαίρως τυχόν προβληματισμούς σχετικά με την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν, το οποίο πρέπει να εγκριθεί από όλα τα συνδεδεμένα κράτη, καθώς και σχετικά με την θέση σε ισχύ του εν λόγω κεκτημένου. Μετά από συζήτηση στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής, τα μέτρα που λαμβάνονται για την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν εγκρίνονται από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μέσω της κατάλληλης διαδικασίας λήψης αποφάσεων που ορίζεται στις Συνθήκες. Ως εκ τούτου, τα συνδεδεμένα κράτη συμμετέχουν στη διαμόρφωση αλλά όχι στη λήψη αποφάσεων

Αυτή η σύνδεση ειδικής φύσης με το κεκτημένο Σένγκεν οδηγεί το Συμβούλιο στη σύναψη συμφωνιών με τη μορφή ανταλλαγής επιστολών αναφορικά με τις επιτροπές που επικουρούν την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της όσον αφορά την θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν (εφεξής « επιτροπές επιτροπολογίας Σένγκεν»).

Η συμφωνία με τη Νορβηγία και την Ισλανδία επισημαίνει την ανάγκη σύνδεσής τους με τις εργασίες των εν λόγω επιτροπών προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι εν λόγω χώρες συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στον τομέα που καλύπτεται από τις συμφωνίες σύνδεσης. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει δεσμευτεί να διαπραγματευτεί τις κατάλληλες ρυθμίσεις για τη σύνδεση των εν λόγω χωρών με τις εργασίες των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν, εφόσον προκύψει ανάγκη.

Όσον αφορά την Ελβετική Συνομοσπονδία, μια σχετική δήλωση της Επιτροπής, καθώς και μια συμφωνία με τη μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ του Συμβουλίου και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, προβλέπουν ρητή δέσμευση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας να διαπραγματευτεί την κατάλληλη ρύθμιση για τη σύνδεση της Ελβετίας με τις εργασίες των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν.

Όσον αφορά το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν, μια σχετική δήλωση που επισυνάπτεται στο πρωτόκολλο σύνδεσης προβλέπει τη συμμετοχή του Λιχτενστάιν στις επιτροπές επιτροπολογίας Σένγκεν.

Μέχρις ότου συναφθεί η ρύθμιση που καλύπτεται από το παρόν έγγραφο, τα συνδεδεμένα κράτη συμμετέχουν στις εργασίες των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν με την ιδιότητα του παρατηρητή μέσω της προαναφερθείσας ad hoc ανταλλαγής επιστολών.

Παρότι υπάρχουν δύο βασικές συμφωνίες σύνδεσης Σένγκεν, θα πρέπει να συναφθεί μια ενιαία ρύθμιση αναφορικά με τη συμμετοχή των συνδεδεμένων κρατών στις εργασίες των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεκτικότητα και η ίση μεταχείριση όλων των συνδεδεμένων κρατών.

Για λόγους αποτελεσματικότητας και για να αποτραπεί η ανάγκη διεξαγωγής χωριστών διαπραγματεύσεων, το Λιχτενστάιν συνδέθηκε με τις διαπραγματεύσεις για τη συμμετοχή του στις επιτροπές επιτροπολογίας Σένγκεν προτού ολοκληρωθεί η σύναψη του πρωτοκόλλου σύνδεσης. Η ρύθμιση σχετικά με τη συμμετοχή στις εργασίες των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν δεν ισχύει για το Λιχτενστάιν μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του πρωτοκόλλου σύνδεσης.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτήθηκε να διαπραγματευτεί ρύθμιση στις 15 Μαΐου 2006, αλλά οι διαπραγματεύσεις με όλα τα συνδεδεμένα κράτη ξεκίνησαν μόλις στις 17 Οκτωβρίου 2008, καθώς η Νορβηγία έλαβε τη σχετική εντολή διαπραγματεύσεων μόλις το 2008 και η Ελβετία ζήτησε να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις αφού τεθεί σε ισχύ η συμφωνία σύνδεσής της. Οι διαπραγματεύσεις ολοκληρώθηκαν στις 30 Ιουνίου 2009 και μονογραφήθηκε το σχέδιο ρύθμισης.

Τα κράτη μέλη ενημερώθηκαν και ζητήθηκε η γνώμη τους στην ομάδα εργασίας «Σύνορα» και στην ομάδα εργασίας για την Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελευθέρων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ) στο πλαίσιο του Συμβουλίου.

Η νομική βάση της ρύθμισης είναι το άρθρο 62, το άρθρο 63 πρώτο εδάφιο σημείο 3, το άρθρο 66 και το άρθρο 202 τρίτη περίπτωση, σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφοι 2 και 3 της Συνθήκης ΕΚ.

ΕΚΒΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΩΝ

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι στόχοι που τέθηκαν από το Συμβούλιο στις διαπραγματευτικές οδηγίες του έχουν επιτευχθεί και ότι το σχέδιο ρύθμισης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν, του Βασιλείου της Νορβηγίας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη συμμετοχή των εν λόγω κρατών στις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της όσον αφορά την θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν είναι αποδεκτό από την Κοινότητα.

Το τελικό περιεχόμενο του σχεδίου ρύθμισης μπορεί να συνοψισθεί ως εξής:

Στόχος και πεδίο εφαρμογής

Η ρύθμιση ορίζει ότι τα συνδεδεμένα κράτη συνδέονται με την ιδιότητα του παρατηρητή με τις εργασίες των τρεχουσών και μελλοντικών επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν οι οποίες επικουρούν την Επιτροπή σε θέματα σχετικά με το κεκτημένο Σένγκεν. Ο κατάλογος των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν ενημερώνεται τακτικά από την Επιτροπή και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Συνεπώς, η ρύθμιση θεσπίζει σαφή δικαιώματα και υποχρεώσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική συμμετοχή των συνδεδεμένων κρατών στις επιτροπές επιτροπολογίας Σένγκεν. Προβλέπει ότι οι αντιπρόσωποι των συνδεδεμένων κρατών λαμβάνουν όλα τα σχετικά έγγραφα συνεδριάσεων όταν συγκαλούνται οι εν λόγω επιτροπές, ότι μπορούν να εκφέρουν σχόλια επί τυχόν προτεινόμενων μέτρων που συνιστούν ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν ή να αναφέρουν τυχόν προβλήματα που συναντούν κατά την εφαρμογή τέτοιου είδους μέτρων. Ωστόσο, οι αντιπρόσωποι των εν λόγω κρατών δεν συμμετέχουν στη διαδικασία ψηφοφορίας των εν λόγω επιτροπών και αποσύρονται στη διάρκεια της διαδικασίας ψηφοφορίας.

Σύμφωνα με τη ρύθμιση, η Επιτροπή κοινοποιεί στα συνδεδεμένα κράτη τις πράξεις και τα μέτρα που συνιστούν ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν.

Η ρύθμιση ορίζει ότι τα συνδεδεμένα κράτη αποφασίζουν ανεξάρτητα όσον αφορά την εφαρμογή όλων των μέτρων που εγκρίνονται στο πλαίσιο των διαδικασιών των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν αναφορικά με την εφαρμογή και ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν επιβεβαιώνοντας τους κανόνες που θεσπίζονται στις βασικές συμφωνίες σύνδεσης.

Η ρύθμιση ορίζει επίσης την οικονομική συνεισφορά των συνδεδεμένων κρατών στις διοικητικές δαπάνες που προκύπτουν από τη συμμετοχή τους στις επιτροπές επιτροπολογίας Σένγκεν. Οι αντιπρόσωποι που συμμετέχουν στις συνεδριάσεις των εν λόγω επιτροπών δεν αποζημιώνονται για τις ταξιδιωτικές δαπάνες τους.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η συμμετοχή της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, του Βασιλείου της Νορβηγίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στην επιτροπή που επικουρεί την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της και η οποία έχει συσταθεί με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[3] ορίζεται στη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, ενώ η συμμετοχή της Ελβετικής Συνομοσπονδίας στην εν λόγω επιτροπή ορίζεται στην ανταλλαγή επιστολών η οποία έχει προσαρτηθεί ως παράρτημα στη συμφωνία σύνδεσης με την Ελβετία.

Η ειδική κατάσταση της Δανίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας αναφέρεται το προοίμιο.

Δήλωση

Η κοινή δήλωση σχετικά με την ειδική σύνδεση της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν, του Βασιλείου της Νορβηγίας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν υπογραμμίζει ότι η δήλωση δεν θεωρείται ως νομικό ή πολιτικό προηγούμενο για οποιονδήποτε άλλο τομέα συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των εν λόγω χωρών.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Με βάση τα προαναφερθέντα αποτελέσματα, η Επιτροπή προτείνει στο Συμβούλιο:

- να αποφασίσει την υπογραφή της ρύθμισης εξ ονόματος της Κοινότητας και να εξουσιοδοτήσει τον Πρόεδρο του Συμβουλίου να ορίσει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδιο(α) να υπογράψει(ουν) τη ρύθμιση εξ ονόματος της Κοινότητας.

- να εγκρίνει, μετά από διαβουλεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τη συνημμένη ρύθμιση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν, του Βασιλείου της Νορβηγίας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη συμμετοχή των εν λόγω κρατών στις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της όσον αφορά την θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν.

- 2009/0168 (CNS)

Πρόταση

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τη σύναψη, εξ ονόματος της Κοινότητας, της ρύθμισης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν, του Βασιλείου της Νορβηγίας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη συμμετοχή των εν λόγω κρατών στις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της όσον αφορά την θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 62, το άρθρο 63 πρώτο εδάφιο σημείο 3, το άρθρο 66 και το άρθρο 202 τρίτη περίπτωση, σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο δεύτερη πρόταση και με το άρθρο 300, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[4]

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1. Μετά την εξουσιοδότηση που χορηγήθηκε στην Επιτροπή στις 15 Μαΐου 2006, διεξήχθηκαν διαπραγματεύσεις με τη Δημοκρατία της Ισλανδίας, το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν, το Βασίλειο της Νορβηγίας και την Ελβετική Συνομοσπονδία για τη συμμετοχή των εν λόγω κρατών στις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της όσον αφορά την θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν.

2. Σύμφωνα με την απόφαση …/…/EΚ του Συμβουλίου, της …/… 2009 και με την επιφύλαξη της σύναψής της σε μεταγενέστερη ημερομηνία, η ρύθμιση υπεγράφη εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στις … … 2009.

3. Η παρούσα ρύθμιση πρέπει να συναφθεί.

4. Η παρούσα απόφαση δεν προδικάζει τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου, σύμφωνα με το πρωτόκολλο για την ενσωμάτωση του κεκτημένου του Σένγκεν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχει προσαρτηθεί ως παράρτημα στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και την απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν[5].

5. Η παρούσα απόφαση δεν προδικάζει τη θέση της Ιρλανδίας, σύμφωνα με το πρωτόκολλο για την ενσωμάτωση του κεκτημένου του Σένγκεν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχει προσαρτηθεί ως παράρτημα στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και την απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002 σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν[6].

6. Η παρούσα απόφαση δεν προδικάζει τη θέση της Δανίας, σύμφωνα με το πρωτόκολλο για τη θέση της Δανίας που έχει προσαρτηθεί ως παράρτημα στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η υπογραφή της ρύθμισης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν, του Βασιλείου της Νορβηγίας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη συμμετοχή των εν λόγω κρατών στις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της όσον αφορά την θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν εγκρίνεται εξ ονόματος της Κοινότητας.

Τα κείμενα της ρύθμισης και της κοινής δήλωσης επισυνάπτονται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το πρόσωπο που είναι αρμόδιο να καταθέσει εξ ονόματος της Κοινότητας το μέσο έγκρισης που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 της ρύθμισης, προκειμένου να εκφραστεί η συναίνεση της Κοινότητας να δεσμευτεί.

Βρυξέλλες,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΡΥΘΜΙΣΗ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινό τητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν, του Βασιλείου της Νορβηγίας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη συμμετοχή των εν λόγω κρατών στις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της στον τομέα της θέσης σε ισχύ, της εφαρμογής και της περαιτέρω ανάπτυξης του κεκτημένου Σένγκεν

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ

και

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΙΣΛΑΝΔΙΑΣ, εφεξής «Ισλανδία»,

ΤΟ ΠΡΙΓΚΗΠΑΤΟ ΤΟΥ ΛΙΧΤΕΝΣΤΑΙΝ, εφεξής «Λιχτενστάιν»,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΝΟΡΒΗΓΙΑΣ, εφεξής «Νορβηγία» και

Η ΕΛΕΒΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ, εφεξής «Ελβετία»,

εφεξής αναφερόμενα ως «συνδεδεμένα κράτη»,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία που υπογράφηκε στις 18 Μαΐου 1999 από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας σχετικά με τη σύνδεση των εν λόγω χωρών προς την θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν (εφεξής «συμφωνία σύνδεσης με τη Νορβηγία και την Ισλανδία»),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία που υπογράφηκε στις 26 Οκτωβρίου 2004 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν (εφεξής «συμφωνία σύνδεσης με την Ελβετία»),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το πρωτόκολλο που υπογράφηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2008 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν (εφεξής «πρωτόκολλο σύνδεσης με το Λιχτενστάιν»,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία με τη μορφή ανταλλαγής επιστολών που συνάφθηκε στις 18 Μαΐου 1999 μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου του Νορβηγίας σχετικά με τις επιτροπές που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία με τη μορφή ανταλλαγής επιστολών που συνάφθηκε στις 26 Οκτωβρίου 2004 μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις επιτροπές που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη δήλωση του πρωτοκόλλου σύνδεσης με το Λιχτενστάιν που υπογράφηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη συμμετοχή τις επιτροπές που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της,

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ ότι νέες πράξεις ή μέτρα του κεκτημένου Σένγκεν που εγκρίνονται από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εφεξής «Επιτροπή», κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της, για τα οποία ισχύουν οι διαδικασίες που ορίζονται στην παρούσα ρύθμιση, ισχύουν ταυτόχρονα για την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, τα σχετικά κράτη μέλη της και τα συνδεδεμένα κράτη,

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την ανάγκη να εξασφαλιστεί η εφαρμογή και η ομοιόμορφη θέση σε ισχύ των νέων πράξεων ή μέτρων του κεκτημένου Σένγκεν που απαιτεί τη συμμετοχή των συνδεδεμένων κρατών στις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της στις περιπτώσεις όπου λαμβάνονται αποφάσεις επί των πράξεων ή μέτρων που συνιστούν ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι οι συμφωνίες σύνδεσης δεν προσδιορίζουν τους λεπτομερείς κανόνες συμμετοχής των συνδεδεμένων κρατών στις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της στις περιπτώσεις όπου λαμβάνονται αποφάσεις επί των πράξεων ή μέτρων που συνιστούν ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η συμμετοχή της Δημοκρατίας της Ισλανδίας, του Βασιλείου της Νορβηγίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στην επιτροπή που επικουρεί την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της και η οποία έχει συσταθεί με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[7] ορίζεται προς το παρόν στη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, ενώ η συμμετοχή της Ελβετικής Συνομοσπονδίας στην εν λόγω επιτροπή ορίζεται στην ανταλλαγή επιστολών η οποία προσαρτάται ως παράρτημα στη συμφωνία σύνδεσης με την Ελβετία,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Άρθρο 1

Η παρούσα ρύθμιση ισχύει για τις πράξεις ή τα μέτρα που τροποποιούν ή αναπτύσσουν περαιτέρω το κεκτημένο Σένγκεν και που εγκρίνονται από την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της όσον αφορά την θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν.

Άρθρο 2

1. Τα συνδεδεμένα κράτη συνδέονται με την ιδιότητα του παρατηρητή με τις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της όσον αφορά την θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν, εφεξής αποκαλούμενες « επιτροπές επιτροπολογίας Σένγκεν», όπως αναφέρεται στο παράρτημα 1 της παρούσας ρύθμισης.

2. Όταν μια νέα πράξη που τροποποιεί ή αναπτύσσει το κεκτημένο Σένγκεν συστήνει μια νέα επιτροπή που επικουρεί την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της, τα συνδεδεμένα κράτη συνδέονται με τις εργασίες της εν λόγω επιτροπής αρχής γενομένης από την έναρξη ισχύος της πράξης σύστασης της επιτροπής.

3. Ο κατάλογος των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν ενημερώνεται τακτικά από την Επιτροπή και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 3

1. Οι αντιπρόσωποι των συνδεδεμένων κρατών συνδέονται με τις εργασίες των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν με τον τρόπο που περιγράφεται στο παρόν άρθρο.

2. Στο πλαίσιο των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν, τα συνδεδεμένα κράτη έχουν τη δυνατότητα:

- να εκθέσουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σε σχέση με συγκεκριμένη πράξη ή μέτρο που αφορά τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή ή την περαιτέρω ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν ή να δώσουν απάντηση στα προβλήματα που αντιμετωπίζονται από τις άλλες αντιπροσωπείες·

- να εκφραστούν σχετικά με κάθε θέμα που αφορά την εκπόνηση και περαιτέρω ανάπτυξη διατάξεων που τους αφορούν και την εφαρμογή τους.

3. Τα συνδεδεμένα κράτη έχουν το δικαίωμα να διατυπώνουν υποδείξεις στο πλαίσιο των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν. Μετά από συζήτηση η Επιτροπή μπορεί να λάβει υπόψη της αυτές τις υποδείξεις ενόψει της υποβολής πρότασης ή της ανάληψης πρωτοβουλίας.

4. Τα συνδεδεμένα κράτη δεν συμμετέχουν στη διαδικασία ψηφοφορίας των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν και αποσύρονται στη διάρκεια της διαδικασίας ψηφοφορίας.

5. Όταν συγκαλούνται οι συνεδριάσεις των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν, τα συνδεδεμένα κράτη λαμβάνουν την ημερήσια διάταξη, τα σχέδια μέτρων επί των οποίων ζητείται η γνώμη τους, καθώς και οποιαδήποτε άλλα σχετικά έγγραφα, ταυτόχρονα με τα κράτη μέλη της ΕΕ.

6. Η πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν διέπεται από τις αρχές και τους όρους που ισχύουν για τα έγγραφα της Επιτροπής[8].

7. Κατά την εφαρμογή της παρούσας ρύθμισης και τον προσδιορισμό των διαδικαστικών θεμάτων των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν γίνεται αναφορά στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 4

Κατά τη σύνταξη προτάσεων που τροποποιούν ή αναπτύσσουν τις διατάξεις του κεκτημένου Σένγκεν, η Επιτροπή ζητεί ατύπως τη συμβουλή εμπειρογνωμόνων από τα συνδεδεμένα κράτη με τον ίδιο τρόπο που ζητεί τη συμβουλή εμπειρογνωμόνων από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφεξής αποκαλούμενα « κράτη μέλη», για τη σύνταξη των προτάσεών της.

Άρθρο 5

1. Η θέσπιση νέων πράξεων ή μέτρων που συνιστούν ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν είναι αποκλειστική αρμοδιότητα των οικείων θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης [9].

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3:

- οι πράξεις ή μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 τίθενται σε ισχύ ταυτόχρονα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα σχετικά κράτη μέλη της και στα συνδεδεμένα κράτη, εκτός εάν περιέχουν ρητή αντίθετη διάταξη·

- η αποδοχή από κάθε συνδεδεμένο κράτος των πράξεων ή μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δημιουργεί δικαιώματα και υποχρεώσεις μεταξύ του εν λόγω συνδεδεμένου κράτους, από τη μία πλευρά, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της που δεσμεύονται από τις εν λόγω πράξεις και μέτρα, από την άλλη.

2. Η θέσπιση των πράξεων ή μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 για τα οποία ισχύουν οι διαδικασίες που ορίζονται στην παρούσα ρύθμιση κοινοποιείται στα συνδεδεμένα κράτη.

Η θέσπιση των πράξεων ή μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 κοινοποιείται στα συνδεδεμένα κράτη από τη Γενική Γραμματεία της Επιτροπής, με αναφορά στο παρόν άρθρο, αν η έγκριση των εν λόγω πράξεων ή μέτρων κοινοποιείται στα κράτη μέλη

Αν η θέσπιση των πράξεων ή μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν κοινοποιείται στα κράτη μέλη από τη Γενική Γραμματεία της Επιτροπής, η θέσπισή τους κοινοποιείται στα συνδεδεμένα κράτη από τη Γενική Διεύθυνση της Επιτροπής που είναι αρμόδια για την θέσπιση των εν λόγω πράξεων ή μέτρων, με αναφορά στο παρόν άρθρο.

3. Κάθε συνδεδεμένο κράτος αποφασίζει ανεξάρτητα αν θα αποδεχθεί το περιεχόμενο των πράξεων ή μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και αν θα τα μεταφέρει στην εσωτερική του έννομη τάξη. Οι αποφάσεις αυτές κοινοποιούνται στην Επιτροπή εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την κοινοποίηση των εν λόγω πράξεων ή μέτρων.

Όσον αφορά την αποδοχή από τα συνδεδεμένα κράτη των πράξεων και μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και τις συνέπειες από τη μη αποδοχή τους, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

- Για την Ισλανδία και τη Νορβηγία: το άρθρο 8 της συμφωνίας σύνδεσης με την Ισλανδία και τη Νορβηγία·

- Για την Ελβετία: το άρθρο 7 της συμφωνίας σύνδεσης με την Ελβετία·

- Για το Λιχτενστάιν: το άρθρο 5 του πρωτοκόλλου σύνδεσης με το Λιχτενστάιν.

Άρθρο 6

1. Όσον αφορά τις διοικητικές δαπάνες που σχετίζονται με την θέση σε ισχύ της παρούσας ρύθμισης, τα συνδεδεμένα κράτη συμμετέχουν στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καταβάλλοντας ετήσια συνεισφορά ανάλογα με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν τους ως ποσοστό του συνολικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος των συμμετεχουσών χωρών ποσού 500.000 ευρώ, με την επιφύλαξη ετήσιας αναπροσαρμογής με γνώμονα το ποσοστό πληθωρισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το ποσό των 500.000 ευρώ αναπροσαρμόζεται μέσω ανταλλαγής επιστολών, αν το απαιτεί η εξέλιξη του αριθμού των επιτροπών επιτροπολογίας Σένγκεν στις οποίες συμμετέχουν τα συνδεδεμένα κράτη ή η συχνότητα των συνεδριάσεων.

2. Οι αντιπρόσωποι που συμμετέχουν στις συνεδριάσεις των εν λόγω επιτροπών δεν αποζημιώνονται για τις ταξιδιωτικές δαπάνες τους.

Άρθρο 7

1. Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι θεματοφύλακας της παρούσας ρύθμισης.

2. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα συνδεδεμένα κράτη εγκρίνουν την παρούσα ρύθμιση σύμφωνα με τις οικείες διαδικασίες τους.

3. Για την έναρξη ισχύος της παρούσας ρύθμισης απαιτείται η έγκριση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και τουλάχιστον ενός από τα συνδεδεμένα κράτη.

4. Η παρούσα ρύθμιση τίθεται σε ισχύ μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των σχετικών συνδεδεμένων κρατών την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του αντίστοιχου μέσου επικύρωσης ή έγκρισής της στο θεματοφύλακα.

5. Όσον αφορά το Λιχτενστάιν, η παρούσα ρύθμιση τίθεται σε ισχύ μόνο μετά την έναρξη ισχύος του πρωτοκόλλου σύνδεσης με το Λιχτενστάιν.

Άρθρο 8

1. Όσον αφορά τη Νορβηγία και την Ισλανδία, η παρούσα ρύθμιση παύει να ισχύει μόλις καταγγελθεί η αντίστοιχη συμφωνία σύνδεσης με τη Νορβηγία ή την Ισλανδία.

2. Όσον αφορά την Ελβετία, η παρούσα ρύθμιση παύει να ισχύει μόλις καταγγελθεί η συμφωνία σύνδεσης με την Ελβετία.

3. Όσον αφορά το Λιχτενστάιν, η παρούσα ρύθμιση παύει να ισχύει μόλις καταγγελθεί το πρωτόκολλο σύνδεσης με το Λιχτενστάιν.

4. Η καταγγελία κοινοποιείται στον θεματοφύλακα.

Άρθρο 9

Η παρούσα ρύθμιση, καθώς και η κοινή δήλωση, εντάσσονται σε ένα μόνο πρωτότυπο στην αγγλική, βουλγαρική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ιταλική, ιρλανδική, ισπανική, λετονική, λιθουανική, μαλτέζικη, νορβηγική, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

Βρυξέλλες,

Για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα

Για τη Δημοκρατίας της Ισλανδίας

Για το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν

Για το Βασίλειο της Νορβηγίας

Για την Ελβετική Συνομοσπονδία[pic][pic][pic]

[1] ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ.36.

[2] ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 52.

[3] ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31

[4] ΕΕ C…

[5] ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43.

[6] ΕΕ L 64, της 7.3.2002, σ. 20.

[7] ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31

[8] Κανονισμός (EΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ.43).

[9] Κατά τη στιγμή της υπογραφής της παρούσας ρύθμισης οι συγκεκριμένες πράξεις ή μέτρα θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/EΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ.23) όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2006/512/EΚ της 17ης Ιουλίου 2006 (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11)

Top