Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009PC0427

    Πρόταση κανονισμος του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας (Αναδιατύπωση)

    /* COM/2009/0427 τελικό - CNS 2009/0118 */

    52009PC0427

    Πρόταση κανονισμος του Συμβουλίου για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας (Αναδιατύπωση) /* COM/2009/0427 τελικό - CNS 2009/0118 */


    [pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

    Βρυξέλλες, 18.8.2009

    COM(2009) 427 τελικό

    2009/0118 (CNS)

    Πρόταση

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας

    (Αναδιατύπωση)

    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    Πλαίσιο της πρότασης |

    110 | Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης Το Συμβούλιο έχει υπογραμμίσει επανειλημμένως την ανάγκη υιοθέτησης κοινής προσέγγισης στον τομέα της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης, ιδίως δε της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ, με σκοπό τη συμπλήρωση και ενίσχυση των προσπαθειών των κρατών μελών. Η απάτη στον τομέα του ΦΠΑ μεθοδεύεται συχνά σε διασυνοριακή βάση, και για τον λόγο αυτό τα κράτη μέλη πρέπει κατ’ ανάγκη να συνεργάζονται μεταξύ τους για να την πατάξουν αποτελεσματικά. Το Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του της 4ης Δεκεμβρίου 2007, καλούσε την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις για την ενίσχυση της διαχείρισης του συστήματος ΦΠΑ της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τα κράτη μέλη. Ακολούθως, στα συμπεράσματά του της 7ης Οκτωβρίου 2008, το Συμβούλιο καλούσε την Επιτροπή να συμπεριλάβει στις προτάσεις της διατάξεις που να επιτρέπουν την προσεχή θέση σε εφαρμογή του συστήματος Eurofisc με βάση ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές. Η παρούσα πρόταση αναδιατύπωσης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου αποσκοπεί, επομένως, στο να δοθούν στα κράτη μέλη τα μέσα για να καταπολεμήσουν αποτελεσματικότερα τη διασυνοριακή απάτη στον τομέα του ΦΠΑ. |

    120 | Γενικό πλαίσιο Τον Μάιο του 2006, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση σχετικά με την ανάγκη χάραξης συντονισμένης στρατηγικής για τη βελτίωση της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής. Όσον αφορά την απάτη στον τομέα του ΦΠΑ, και ιδίως την ενδοκοινοτική αλυσιδωτή απάτη, η εν λόγω ανακοίνωση διέκρινε μεταξύ συμβατικών μέτρων, τα οποία αποσκοπούν στην ενίσχυση του συστήματος ΦΠΑ χωρίς τροποποίηση των αρχών του, και περισσότερο φιλόδοξων μέτρων, τα οποία άπτονται των ίδιων των αρχών είσπραξης του ΦΠΑ. Από τις συζητήσεις που ακολούθησαν στο Συμβούλιο προέκυψε με σαφήνεια ότι τα μέτρα που χαρακτηρίζονταν ως περισσότερο φιλόδοξα δεν μπορούσαν να τεθούν σε εφαρμογή βραχυπρόθεσμα. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή αποφάσισε να εστιάσει τις προσπάθειές της στη θέσπιση μιας σειράς συμβατικών, συμπληρωματικών μεταξύ τους, μέτρων. Η Επιτροπή, στην ανακοίνωση που εξέδωσε την 1η Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με μια συντονισμένη στρατηγική για τη βελτίωση της καταπολέμησης της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ στην Ευρωπαϊκή Ένωση (COM(2008) 807 της 1.12.2008), υπέβαλε για τον σκοπό αυτό ένα βραχυπρόθεσμο σχέδιο δράσης. Ουσιώδες στοιχείο του εν λόγω σχεδίου είναι η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της συνεργασίας μεταξύ φορολογικών διοικήσεων. Η παρούσα πρόταση περιλαμβάνει αρκετά από τα μέτρα που εξαγγέλλονται στο προαναφερόμενο σχέδιο δράσης. Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, στην ειδική έκθεσή του αριθ. 8/2007 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας, διατυπώνει ορισμένες συστάσεις ως προς την ανάγκη ενίσχυσης της ανταλλαγής πληροφοριών που αφορούν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ψήφισμα που εξέδωσε στις 2 Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με μια συντονισμένη στρατηγική με σκοπό τη βελτίωση της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής (2008/2033(INI)), υπογραμμίζει ότι τα κράτη μέλη δεν είναι σε θέση να καταπολεμήσουν τη διασυνοριακή φοροδιαφυγή μεμονωμένα και καλεί την Επιτροπή να προτείνει μηχανισμούς ικανούς να ενθαρρύνουν τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. Ειδικότερα, καλεί την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις σχετικά με την αμοιβαία και αυτόματη πρόσβαση όλων των κρατών μελών σε ορισμένα μη ευαίσθητα δεδομένα τα οποία τηρούν τα κράτη μέλη σχετικά με τους φορολογούμενους πολίτες τους (επιχειρηματικός τομέας, δεδομένα σχετικά με τον κύκλο εργασιών, κλπ.), καθώς και σχετικά με την εναρμόνιση των διαδικασιών που αφορούν την εγγραφή και τη διαγραφή από το μητρώο των υπόχρεων σε καταβολή ΦΠΑ, με στόχο να διασφαλισθεί ο ταχύς εντοπισμός και η διαγραφή από το μητρώο των πλασματικών εγγραφών. Τονίζει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη για την ενημέρωση των δεδομένων τους, ιδίως όσον αφορά τη διαγραφή υπόχρεων από το μητρώο και τον εντοπισμό των πλασματικών εγγραφών. Η παρούσα πρόταση καλύπτει τα προαναφερόμενα στοιχεία. |

    130 | Ισχύουσες διατάξεις στον τομέα της πρότασης Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου αποτελεί τον κανονισμό αναφοράς για θέματα διοικητικής συνεργασίας στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας. Η παρούσα πρόταση τον συμπληρώνει, με την προσθήκη μιας σειράς διατάξεων που αποσκοπούν στην αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της διασυνοριακής απάτης και στην καλύτερη διασφάλιση της είσπραξης του φόρου σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο τόπος φορολόγησης διαφέρει από τον τόπο εγκατάστασης του παρόχου ή του προμηθευτή. Η παρούσα πρόταση έχει επίσης ως στόχο τη βελτίωση της συνοχής του κανονισμού με βάση τα πορίσματα της έκθεσης σχετικά με τη λειτουργία της διοικητικής συνεργασίας, η οποία υιοθετήθηκε από την Επιτροπή την XXXX[1]. |

    140 | Συνοχή με τις άλλες πολιτικές και τους στόχους της Ένωσης Η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής εντάσσεται στη στρατηγική της Λισαβόνας. Στην ανακοίνωση της 25ης Οκτωβρίου 2005 σχετικά με τη συμβολή των φορολογικών και τελωνειακών πολιτικών στη στρατηγική της Λισαβόνας, η Επιτροπή υπογράμμιζε ότι η φοροδιαφυγή προκαλεί σοβαρές στρεβλώσεις στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, αποτελεί εμπόδιο για τον θεμιτό ανταγωνισμό και συνεπάγεται τη διάβρωση των εσόδων που χρησιμεύουν για τη χρηματοδότηση των δημόσιων υπηρεσιών σε εθνικό επίπεδο. Δεδομένου ότι οι δημόσιες αρχές είναι αναγκασμένες να καλύψουν το αντίστοιχο έλλειμμα των εσόδων, η διόγκωση της απάτης συνεπάγεται αυξημένη φορολογική πίεση επί των επιχειρήσεων που σέβονται τους φορολογικούς κανόνες. |

    Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη και εκτίμηση επιπτώσεων |

    Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη |

    211 | Μέθοδοι διαβουλεύσεων, κύριοι στοχευόμενοι τομείς και γενικά χαρακτηριστικά των ερωτηθέντων Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός αφορά τις σχέσεις μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων των κρατών μελών, ενδιαφερόμενα μέρη εν προκειμένω είναι πρωτίστως οι εν λόγω φορολογικές διοικήσεις. Διαβουλεύσεις με τις εν λόγω διοικήσεις πραγματοποιήθηκαν διαμέσου της ομάδας εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής για τη στρατηγική καταπολέμησης της φοροδιαφυγής («ομάδα ATFS»), καθώς και μέσω της μόνιμης επιτροπής διοικητικής συνεργασίας, που προβλέπεται στο άρθρο 44 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου. Η ομάδα ATFS συγκροτήθηκε από την Επιτροπή ως επακόλουθο της ανακοίνωσής της του Μαΐου 2006· σε αυτήν μετέχουν εμπειρογνώμονες από τα κράτη μέλη, οι οποίοι αναλύουν λύσεις και στρατηγικές για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής σε κοινοτικό επίπεδο. Σε ό,τι αφορά τις παραμέτρους που θα μπορούσαν να έχουν συνέπειες για τις επιχειρήσεις, όπως είναι, ειδικότερα, η καθιέρωση κοινών κανόνων για τις πληροφορίες που πρέπει να συλλέγονται και τις εξακριβώσεις που πρέπει να πραγματοποιούνται κατά την καταχώρηση ενός αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στη βάση δεδομένων VIES, είναι σκόπιμο να σημειωθεί ότι οι αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των κλάδων της βιομηχανίας και του εμπορίου δήλωσαν στην Επιτροπή ότι τάσσονται υπέρ μιας τέτοιας προσέγγισης. Ειδικότερα, το συγκεκριμένο μέτρο αποβλέπει στην κατοχύρωση της ποιότητας των πληροφοριών που περιέχουν οι βάσεις δεδομένων τις οποίες συμβουλεύονται οι επιχειρήσεις που πραγματοποιούν ενδοκοινοτικές εμπορικές συναλλαγές. |

    212 | Σύνοψη των απαντήσεων που υποβλήθηκαν και του τρόπου με τον οποίο ελήφθησαν υπόψη Οι απαντήσεις τις οποίες υπέβαλαν τόσο επιχειρήσεις όσο και εθνικές διοικήσεις εξετάστηκαν στο πλαίσιο της ομάδας ATFS, επιπλέον δε αποτέλεσαν αντικείμενο εκθέσεων και ανακοινώσεων στο Συμβούλιο. |

    Προσφυγή στη γνώμη εμπειρογνωμόνων |

    229 | Δεν υπήρξε ανάγκη προσφυγής σε εξωτερικούς εμπειρογνώμονες. |

    230 | Εκτίμηση επιπτώσεων Η παρούσα πρόταση αφορά τις ανταλλαγές μεταξύ φορολογικών διοικήσεων και δεν θα έχει συνέπειες για τις επιχειρήσεις. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, δεν υπήρξε αντικείμενο επίσημης εκτίμησης επιπτώσεων. Οι συνέπειες της παρούσας πρότασης θα επηρεάσουν τις φορολογικές διοικήσεις των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, οι ακριβείς επιπτώσεις της παρούσας πρότασης μπορούν να αξιολογηθούν καλύτερα από τα κράτη μέλη παρά από την Επιτροπή. |

    Νομικά στοιχεία της πρότασης |

    305 | Συνοπτική παρουσίαση των προτεινόμενων μέτρων Η παρούσα πρόταση συμπληρώνει και τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου. Οι σημαντικότερες τροποποιήσεις είναι οι ακόλουθες : - επέκταση της ευθύνης των κρατών μελών στον τομέα της διοικητικής συνεργασίας με σκοπό την προστασία των εσόδων ΦΠΑ όλων των κρατών μελών· - επακριβής καθορισμός των πληροφοριών που πρέπει να συλλέγονται από τα κράτη μέλη και να παρέχονται σε άλλα κράτη μέλη μέσω ηλεκτρονικού συστήματος βάσης δεδομένων. Στον κανονισμό καθορίζονται επίσης τα δικαιώματα πρόσβασης στις πληροφορίες αυτές για τις διάφορες κατηγορίες προσώπων και καταστάσεις· - θέσπιση πλαισίου που να επιτρέπει την κατοχύρωση της ποιότητας των πληροφοριών που περιέχουν οι βάσεις δεδομένων, με την καθιέρωση κοινών κανόνων για τις πληροφορίες που πρέπει να συλλέγονται και τις εξακριβώσεις που πρέπει να πραγματοποιούνται κατά την καταχώρηση ενός αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στη βάση δεδομένων. Στον κανονισμό καθορίζονται επίσης οι περιπτώσεις στις οποίες ενδείκνυται να απαλείφονται ορισμένα στοιχεία από τις βάσεις δεδομένων. Ο κανονισμός προβλέπει ακόμη καθεστώς ευθύνης μεταξύ των κρατών μελών σε περίπτωση που οι πληροφορίες οι οποίες περιέχονται σε βάσεις δεδομένων είναι εσφαλμένες ή δεν επικαιροποιούνται εγκαίρως· - υποχρέωση των κρατών μελών να επιβεβαιώνουν με ηλεκτρονικό τρόπο το όνομα και τη διεύθυνση που αντιστοιχούν σε δεδομένο αριθμό ΦΠΑ. Εξάλλου, παρέχονται στους υποκείμενους στον φόρο εγγυήσεις σε σχέση με την αξιοπιστία και τη χρήση της συγκεκριμένης πληροφορίας· - δημιουργία νομικής βάσης για την καθιέρωση μηχανισμού που να επιτρέπει τη στοχευμένη συνεργασία ενόψει της καταπολέμησης της απάτης. Ο μηχανισμός αυτός θα επιτρέπει πολυμερείς, ταχείες και στοχευμένες ανταλλαγές πληροφοριών, ούτως ώστε να διασφαλίζεται επαρκής και συντονισμένη δυνατότητα αντίδρασης των κρατών μελών με στόχο την αντιμετώπιση της εμφάνισης νέων μορφών απάτης, και θα μπορεί να στηρίζεται σε από κοινού μεθοδευμένη ανάλυση των κινδύνων. Εξάλλου, σε γενικές γραμμές, η πρόταση αποσκοπεί στη βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, με τον καθορισμό των περιπτώσεων στις οποίες τα κράτη μέλη δεν δύνανται να αρνηθούν να ανταποκριθούν σε αίτηση για την παροχή πληροφοριών ή τη διεξαγωγή διοικητικής έρευνας, και με τη διευκρίνιση των περιπτώσεων στις οποίες τα κράτη μέλη οφείλουν να ανταλλάσσουν αυθορμήτως ορισμένες πληροφορίες, καθώς και των περιπτώσεων στις οποίες πρέπει να προβλέπεται ανάδρομη πληροφόρηση και των ρυθμίσεων που τη διέπουν. Η πρόταση αποσκοπεί επίσης στη διευκρίνιση των περιπτώσεων στις οποίες τα κράτη μέλη δύνανται και πρέπει να προβαίνουν σε πολυμερείς ελέγχους. Τέλος, η πρόταση προβλέπει τη θεσμοθέτηση συγκεκριμένων στόχων σε σχέση με τη διαθεσιμότητα και τις διαδικασίες λειτουργίας του συστήματος βάσεων δεδομένων που καθιστά δυνατή την ανταλλαγή πληροφοριών. Η πρόταση δεν επιφέρει καμία μεταβολή στα ακόλουθα στοιχεία του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου: - οργάνωση των υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες με τη διοικητική συνεργασία σε επίπεδο κράτους μέλους· - μηχανισμός που διέπει τις αιτήσεις παροχής πληροφοριών και διενέργειας ειδικών ερευνών· - αίτηση διοικητικής κοινοποίησης· - αρχή της παρουσίας δημόσιων υπαλλήλων στις διοικητικές υπηρεσίες άλλων κρατών μελών και αρχή της διενέργειας ταυτόχρονων ελέγχων· - διατάξεις σχετικά με τις υπηρεσίες που παρέχονται ηλεκτρονικώς και τις υπηρεσίες τηλεπικοινωνίας και ραδιοεκπομπής· - διατάξεις σχετικά με την επιστροφή του ΦΠΑ σε υποκείμενους στον φόρο εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος· - αρχή που διέπει τις διατάξεις περί των σχέσεων με τρίτες χώρες· - περιορισμός ορισμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που προβλέπονται από την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών. Ο περιορισμός αυτός είναι αναγκαίος και όχι δυσανάλογος, αν ληφθούν υπόψη οι δυνητικές απώλειες εσόδων για τα κράτη μέλη και η κεφαλαιώδης σημασία των υπόψη πληροφοριών για την αποτελεσματική καταπολέμηση της απάτης. |

    310 | Νομική βάση Άρθρο 93 της συνθήκης EΚ |

    320 | Αρχή της επικουρικότητας Η αρχή της επικουρικότητας εφαρμόζεται στο βαθμό που η πρόταση δεν αφορά τομέα που υπάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. |

    Οι στόχοι της πρότασης δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τη δράση των κρατών μελών για τους ακόλουθους λόγους. |

    321 | Η πρόταση αποσκοπεί ιδίως στη βελτίωση της ποιότητας και της πληρότητας των ανταλλαγών πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με διασυνοριακές πράξεις, ιδιαίτερα δε σχετικά με εκείνες όπου ο τόπος φορολόγησης διαφέρει από τον τόπο εγκατάστασης του παρόχου ή του προμηθευτή. Για τον αποτελεσματικό έλεγχο των πράξεων αυτού του τύπου, απαιτείται στενή και ταχεία συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, με τη χρήση, μεταξύ άλλων, ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων. Ένα κοινοτικό πλαίσιο για τη ρύθμιση της συνεργασίας αυτής είναι πολύ πιο αποτελεσματικό από τις διμερείς ρυθμίσεις μεταξύ όλων των κρατών μελών, δεδομένου ότι ορισμένα κράτη μέλη ενδέχεται να μην έχουν δυνατότητα πλήρους και ταχείας πρόσβασης σε ορισμένες πληροφορίες. Αντιστοίχως, με γνώμονα την εξέλιξη της διασυνοριακής απάτης στον τομέα του ΦΠΑ, η ανάληψη συντονισμένης δράσης για την πάταξη της απάτης σε επίπεδο Ένωσης είναι προτιμότερη από μια εθνική ή ακόμη και από μια πολυμερή προσέγγιση, που θα μπορούσε να μεθοδευθεί επί ζημία ορισμένων κρατών μελών, υπό την έννοια ότι θα ευνοούσε την απάτη στο έδαφός τους. |

    327 | Η πρόταση καθορίζει απλώς ένα πλαίσιο για τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, ενώ τα επιχειρησιακά μέτρα ελέγχου και εφαρμογής είναι αρμοδιότητα των κρατών μελών. Εξάλλου, η πρόταση έχει ως στόχο τόσο τη συμπλήρωση όσο και την αύξηση της αξιοπιστίας των πληροφοριών που παρέχονται στις κοινοτικές επιχειρήσεις σχετικά με τους εμπορικούς τους εταίρους. Η διαθεσιμότητα πλήρων και υψηλής ποιοτικής στάθμης πληροφοριών είναι απαραίτητη για την ορθή εφαρμογή των κανόνων που διέπουν τον ΦΠΑ, ιδίως δε εκείνων που σχετίζονται με την εδαφικότητα και με τον υπόχρεο καταβολής του φόρου. Όλες οι επιχειρήσεις θα πρέπει να μπορούν να λάβουν με ευχέρεια τέτοιου είδους πληροφορίες, ανεξάρτητα από τον τόπο στον οποίο βρίσκεται η έδρα ή η εγκατάστασή τους. |

    Ως εκ τούτου, η πρόταση συνάδει με την αρχή της επικουρικότητας. |

    Αρχή της αναλογικότητας Η πρόταση συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας για τους ακόλουθους λόγους. |

    331 | Η πρόταση βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στο ισχύον κανονιστικό πλαίσιο και απλώς το συμπληρώνει ως προς τα σημεία που χρήζουν ενίσχυσης, όπως προέκυψε με σαφήνεια από τις εργασίες της ομάδας ATFS και κατεδείχθη με την έκθεση σχετικά με τη λειτουργία της διοικητικής συνεργασίας. Η πρόταση διατηρεί σε ισχύ τον περιορισμό ορισμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που προβλέπονται από την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, ο οποίος προβλεπόταν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου. Ο περιορισμός αυτός είναι, αφενός, απολύτως απαραίτητος για την καταπολέμηση της ενδοκοινοτικής απάτης στον τομέα του ΦΠΑ και, αφετέρου, μη δυσανάλογος, αν ληφθεί υπόψη το δυνητικό ύψος των απωλειών εσόδων για τα κράτη μέλη σε περίπτωση κατάργησης του συγκεκριμένου περιορισμού. |

    332 | Επομένως, οι σχετικές νέες διατάξεις δεν υπερβαίνουν το μέτρο που είναι αναγκαίο για την ενίσχυση της διοικητικής συνεργασίας με σκοπό την καταπολέμηση της ενδοκοινοτικής απάτης στον τομέα του ΦΠΑ. |

    Επιλογή του νομικού μέσου |

    341 | Προτεινόμενη(-ες) νομική(-ές) πράξη(-εις): κανονισμός. |

    342 | Η χρήση άλλης νομικής πράξης δεν θα ήταν σκόπιμη για τους ακόλουθους λόγους. Επειδή το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο έχει τη μορφή κανονισμού, για την τροποποίησή του απαιτείται οπωσδήποτε άλλος κανονισμός. |

    Δημοσιονομικές επιπτώσεις |

    409 | Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της Κοινότητας. |

    Συμπληρωματικές πληροφορίες |

    520 | Κατάργηση κείμενης νομοθεσίας Η υιοθέτηση της πρότασης συνεπάγεται την κατάργηση ορισμένων νομοθετικών διατάξεων. |

    540 | Νομοθετική αναδιατύπωση Η πρόταση συνεπάγεται την αναδιατύπωση κείμενης νομοθεσίας. |

    570 | Λεπτομερής επεξήγηση της πρότασης ανά κεφάλαιο ή ανά άρθρο Στο πρώτο κεφάλαιο του αναδιατυπωμένου κανονισμού καθορίζονται το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού, οι σχετικοί ορισμοί και οι διατάξεις που διέπουν την οργάνωση των αρμόδιων αρχών κατ’ εφαρμογή του κανονισμού. Το εν λόγω κεφάλαιο τροποποιείται κυρίως υπό την έννοια ότι, αφενός, διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής έτσι ώστε να περιλαμβάνει τη θέσπιση κοινών διαδικασιών οσάκις απαιτείται κοινή προσέγγιση για τη διασφάλιση της καλής εφαρμογής του κοινού συστήματος ΦΠΑ και, αφετέρου, καθιερώνεται η υποχρέωση των κρατών μελών να συνεργάζονται με σκοπό την προστασία των φορολογικών εσόδων των άλλων κρατών μελών. Το δεύτερο κεφάλαιο αφορά τις ανταλλαγές πληροφοριών κατόπιν αιτήσεως, ενώ η κύρια τροποποίηση που επέρχεται στο συγκεκριμένο κεφάλαιο είναι ο περιορισμός των περιπτώσεων στις οποίες ένα κράτος μέλος δύναται να αρνηθεί να παράσχει μια πληροφορία ή να διεξαγάγει έρευνα. Η διάταξη που προστίθεται αναπαράγει τη διατύπωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 143/2008 του Συμβουλίου, που πρόκειται να τεθεί σε ισχύ το 2015. Το τρίτο κεφάλαιο αφορά τις ανταλλαγές πληροφοριών χωρίς προηγούμενη αίτηση. Το εν λόγω κεφάλαιο τροποποιείται κατά τρόπον ώστε να αποσαφηνισθεί ότι πρέπει οπωσδήποτε να πραγματοποιείται ανταλλαγή πληροφοριών αυτής της μορφής εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Επιπλέον, θεσπίζονται πρακτικές ρυθμίσεις για την ανταλλαγή μιας σειράς συγκεκριμένων πληροφοριών που πληρούν τις εν λόγω προϋποθέσεις. Το τέταρτο κεφάλαιο προβλέπει την υποχρέωση ανάδρομης πληροφόρησης, για την οποία οι λεπτομερείς ρυθμίσεις θα θεσπισθούν με τη διαδικασία της επιτροπολογίας. Τα κράτη μέλη είχαν περιγράψει την έλλειψη ανάδρομης πληροφόρησης ως μία αδυναμία των μεταξύ τους ανταλλαγών πληροφοριών. Το πέμπτο κεφάλαιο αναφέρεται στην αποθήκευση και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τους υποκείμενους στον φόρο και σχετικά με πράξεις. Το εν λόγω κεφάλαιο τροποποιείται κατά τρόπον ώστε να αυξάνεται ο αριθμός των πληροφοριών που ανταλλάσσονται και να αναβαθμίζεται η ποιοτική τους στάθμη. Ειδικότερα, προβλέπεται η παραχώρηση στις αρμόδιες αρχές πρόσβασης σε ορισμένες πληροφορίες τις οποίες κατέχουν τα κράτη μέλη. Εξάλλου, η πρόταση προβλέπει την καθιέρωση κοινών διαδικασιών σε σχέση με τις πληροφορίες που πρέπει να συλλέγονται κατά την εγγραφή στη βάση δεδομένων του υποκείμενου στον φόρο, καθώς και σε σχέση με την επικαιροποίηση του συστήματος βάσεων δεδομένων. Το έκτο κεφάλαιο αναφέρεται στις αιτήσεις διοικητικής κοινοποίησης και δεν υφίσταται καμία τροποποίηση. Το έβδομο κεφάλαιο του κανονισμού αφορά την παρουσία στα γραφεία διοίκησης και τη συμμετοχή σε διοικητικές έρευνες. Επιφέρονται ορισμένες διευκρινίσεις σε σχέση με τον μη εξαντλητικό χαρακτήρα των διατάξεων του συγκεκριμένου κεφαλαίου. Το όγδοο κεφάλαιο έχει ως αντικείμενο τους πολυμερείς ελέγχους. Οι τροποποιήσεις που επέρχονται αποσκοπούν στο να αποσαφηνισθούν οι περιπτώσεις στις οποίες τα κράτη μέλη πρέπει να καταφεύγουν σε ελέγχους αυτού του είδους. Το ένατο κεφάλαιο αφορά τις πληροφορίες που διατίθενται στους υποκείμενους στον φόρο και, ειδικότερα, τη δυνατότητα λήψης επιβεβαίωσης για την εγκυρότητα του αριθμού φορολογικού μητρώου ενός συγκεκριμένου προσώπου, καθώς και του ονόματος και της διεύθυνσης που αντιστοιχούν σε αυτό. Εξάλλου, οι διατάξεις περί τιμολόγησης που ισχύουν στα κράτη μέλη για τους υποκείμενους στον φόρο που δεν είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους θα δημοσιευθούν στον δικτυακό τόπο της Επιτροπής. Το δέκατο κεφάλαιο αφορά τη συγκρότηση κοινού φορέα (Eurofisc), που αποτελεί μηχανισμό ταχύτερης συνεργασίας για την αντιμετώπιση μαζικών ή καινοφανών μεθοδεύσεων απάτης. Το ενδέκατο και το δωδέκατο κεφάλαιο δεν υφίστανται τροποποίηση. Το δέκατο τρίτο κεφάλαιο, το οποίο αφορά τις σχέσεις με την Επιτροπή, τροποποιείται κατά τρόπον ώστε να διευκρινίζεται ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να υποβάλλουν σε τακτικούς ελέγχους τη λειτουργία της διοικητικής συνεργασίας. Το δέκατο τέταρτο κεφάλαιο αφορά τις σχέσεις με τρίτες χώρες και τροποποιείται ελαφρώς με σκοπό τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του. Το δέκατο πέμπτο κεφάλαιο, το οποίο καθορίζει τις προϋποθέσεις που ισχύουν για τις ανταλλαγές πληροφοριών, τροποποιείται προκειμένου να καθορισθούν συγκεκριμένοι στόχοι ως προς το επίπεδο εξυπηρέτησης στο πλαίσιο ηλεκτρονικών ανταλλαγών πληροφοριών. Το δέκατο έκτο κεφάλαιο περιλαμβάνει τις γενικές και τελικές διατάξεις. Έχουν συμπεριληφθεί σε αυτό οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 143/2008 του Συμβουλίου, οι οποίες προβλέπεται να τεθούν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2015. Προστίθεται παράρτημα, το οποίο διευκρινίζει τον κατάλογο αγαθών και υπηρεσιών που υπόκεινται στο άρθρο 7 παράγραφος 3, κατά το πρότυπο της ρύθμισης που θεσπίστηκε από το Συμβούλιο στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 143/2008. |

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    2009/0118 (CNS)

    Πρόταση

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για τη διοικητική συνεργασία ð και την καταπολέμηση της απάτης ï στον τομέα του φόρου προστιθεμένης αξίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1798/2003

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[2],

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[3],

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    ò νέο

    (1) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2003, για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα του φόρου προστιθεμένης αξίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 218/92[4] τροποποιήθηκε επανειλημμένως και κατά τρόπο ουσιώδη. Επ’ ευκαιρία της νέας τροποποίησης του εν λόγω κανονισμού, είναι σκόπιμη, προς χάριν σαφήνειας, η αναδιατύπωσή του. Οι διατάξεις που είναι εφαρμοστέες μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014 και οι διατάξεις που θα είναι εφαρμοστέες από 1ης Ιανουαρίου 2015 είναι σκόπιμο να διατυπώνονται χωριστά, ούτως ώστε να είναι σαφέστερες και πιο ευανάγνωστες.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 1

    (2) Η πρακτική φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής πέραν των συνόρων των κρατών μελών οδηγεί σε απώλεια εσόδων για τον προϋπολογισμό και σε παραβιάσεις της αρχής της φορολογικής δικαιοσύνης, και ενδέχεται να προκαλέσει στρεβλώσεις στην κίνηση των κεφαλαίων και στους όρους του ανταγωνισμού. Κατά συνέπεια, η πρακτική αυτή επηρεάζει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 3 (προσαρμοσμένο)

    (3)(4) Τα μέτρα φορολογικής εναρμόνισης για τη συμπλήρωση της εσωτερικής αγοράς θα πρέπει, συνεπώς, να περιλαμβάνουν την καθιέρωση ενός κοινού συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, σύμφωνα με το οποίο οι διοικητικές αρχές των κρατών μελών οφείλουν να παρέχουν αμοιβαία συνδρομή και να συνεργάζονται με την Επιτροπή, ώστε να διασφαλίζεται η ορθή εφαρμογή του Ö φόρου προστιθέμενης αξίας Õ (ΦΠΑ) στις παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών, στην ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών και στις εισαγωγές αγαθών.

    ò νέο

    (4) Στην ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σχετικά με μια συντονισμένη στρατηγική για τη βελτίωση της καταπολέμησης της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, της 1ης Δεκεμβρίου 2008[5], η Επιτροπή προσδιόρισε τα συμβατικά μέτρα που πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή σε σύντομο χρονικό διάστημα με σκοπό την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

    (5) Το Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του της 4ης Δεκεμβρίου 2007 και ακολούθως σε εκείνα της 7ης Οκτωβρίου 2008, κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις με στόχο την ενίσχυση της διαχείρισης του συστήματος ΦΠΑ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας από τα κράτη μέλη και να ενσωματώσει σε αυτές ρυθμίσεις που να καθιστούν δυνατή τη συγκρότηση εντός σύντομου χρονικού διαστήματος του συστήματος Eurofisc σε συμμόρφωση με τους μηχανισμούς διοικητικής συνεργασίας που προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός.

    (6) Λαμβανομένης υπόψη της έκθεσης σχετικά με τη λειτουργία της διοικητικής συνεργασίας στον τομέα του ΦΠΑ[6], η οποία καταρτίστηκε δυνάμει του άρθρου 45 του εν λόγω κανονισμού και εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις XXXXX 2009, είναι σκόπιμο να επέλθουν στο κείμενο του εν λόγω κανονισμού ορισμένες διευκρινίσεις που αφορούν είτε τη διατύπωση είτε πρακτικά ζητήματα.

    ê 143/2008 αιτιολογική σκέψη 4

    ð νέο

    (7)(4) Η οδηγία 2008/9/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, για τους λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη διαδικασία επιστροφής του φόρου προστιθέμενης αξίας, που προβλέπεται από την οδηγία 2006/112/ΕΚ, σε υποκείμενους στο φόρο μη εγκατεστημένους στο κράτος μέλος επιστροφής αλλά εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος[7], απλοποιεί τη διαδικασία επιστροφής του ΦΠΑ σε κράτος μέλος στο οποίο ο ενδιαφερόμενος υποκείμενος στο φόρο δεν έχει αριθμό μητρώου ΦΠΑ ð επιβάλλει τη θέσπιση κανόνων για τις ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και για τη διατήρηση των πληροφοριών αυτών ï .

    ê 143/2008 αιτιολογική σκέψη 5 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    (8)(5) Η επέκταση του πεδίου εφαρμογής του ειδικού καθεστώτος και οι τροποποιήσεις ð Λόγω της καθιέρωσης του συστήματος μονοαπευθυντικής θυρίδας, την οποία προβλέπει η οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας[8], όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2008/8/ΕΚ[9], καθώς και ï της διαδικασίας επιστροφής για υποκείμενους στο φόρο οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος επιστροφής Ö κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2008/9/ΕΚ, Õ σημαίνουν ότι τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θα χρειαστεί να ανταλλάσσουν σημαντικά περισσότερες πληροφορίες Ö μεγάλο όγκο πληροφοριών Õ. Η απαιτούμενη ανταλλαγή πληροφοριών δεν θα πρέπει να συνεπάγεται υπερβολική διοικητική επιβάρυνση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους. Η εν λόγω ανταλλαγή πληροφοριών θα πρέπει λοιπόν να γίνεται ηλεκτρονικά στα πλαίσια των ισχυόντων συστημάτων ανταλλαγής πληροφοριών.

    ò νέο

    (9) Προκειμένου να είναι δυνατός ο αποτελεσματικός έλεγχος των φορολογητέων πράξεων σε κράτος μέλος που δεν συμπίπτει με το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο πάροχος ή ο προμηθευτής, το κράτος μέλος εγκατάστασης πρέπει να συλλέγει ή να είναι σε θέση να συλλέγει ορισμένες πληροφορίες σχετικά με ορισμένες διασυνοριακές πράξεις.

    (10) Για λόγους αποτελεσματικότητας, ταχύτητας και οικονομίας, έχει πρωταρχική σημασία να διαβιβάζονται στο μέτρο του δυνατού ηλεκτρονικώς οι πληροφορίες οι οποίες γνωστοποιούνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

    (11) Ενόψει της είσπραξης του οφειλόμενου φόρου, τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίζουν από κοινού τον ορθό υπολογισμό του ΦΠΑ σε κάθε κράτος μέλος. Συνεπώς, κάθε κράτος μέλος πρέπει να ελέγχει την ορθή εφαρμογή του φόρου που οφείλεται στη δική του επικράτεια, αλλά επίσης και του φόρου που σχετίζεται μεν με δραστηριότητα ασκηθείσα στην επικράτειά του, αλλά είναι πληρωτέος σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 2

    ð νέο

    (12)(3) Η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής στον τομέα του ΦΠΑφόρου προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) απαιτεί στενή συνεργασία μεταξύ των διοικητικών αρχών των επιφορτισμένων σε κάθε κράτος μέλος με την εφαρμογή των διατάξεων που έχουν θεσπισθεί στο συγκεκριμένο τομέα. ð Οι εν λόγω αρχές πρέπει επίσης να συνεργάζονται με τον φορέα που θα αναλάβει τη στοχοθετημένη και ταχεία καταπολέμηση συγκεκριμένων περιπτώσεων απάτης. ï

    ò νέο

    (13) Σε πολλές περιπτώσεις διασυνοριακών πράξεων, ο έλεγχος της ορθής εφαρμογής του φόρου από το κράτος μέλος φορολόγησης εξαρτάται από πληροφορίες τις οποίες κατέχει το κράτος μέλος εγκατάστασης του υποκείμενου στον φόρο ή τις οποίες είναι σε θέση να αποκτήσει με πολύ μεγαλύτερη ευκολία αυτό το τελευταίο κράτος μέλος.

    (14) Για να είναι δυνατή η ταχύτερη διεκπεραίωση των αιτήσεων παροχής πληροφοριών, λαμβανομένου υπόψη του επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα ορισμένων αιτήσεων και της πολυγλωσσίας που υπάρχει στους κόλπους της Κοινότητας, είναι σημαντικό να γενικευθεί η χρήση ομοιόμορφων εντύπων για τις ανταλλαγές πληροφοριών.

    (15) Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη συμφωνούν να εφαρμόζουν για την παροχή απάντησης προθεσμίες διαφορετικές από εκείνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, οι προθεσμίες αυτές πρέπει υποχρεωτικά να είναι συντομότερες από τις προθεσμίες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 4

    ð νέο

    (16)(4) Η ηλεκτρονική αποθήκευση και διαβίβαση ορισμένων δεδομένων για τον έλεγχο του ΦΠΑφόρου προστιθέμενης αξίας είναι απολύτως απαραίτητη για την ορθή λειτουργία του συστήματος ΦΠΑ ð καθώς και για τη διευκόλυνση της καταπολέμησης της απάτης, ιδίως αναφορικά με ορισμένες διασυνοριακές πράξεις για τις οποίες οφείλεται φόρος στο κράτος μέλος του αγοραστή των αγαθών ή του αποδέκτη των υπηρεσιών ï .

    ò νέο

    (17) Στις περιπτώσεις αυτές, έχει σημασία να προσδιορίζονται επακριβώς οι υποχρεώσεις εκάστου κράτους μέλους, ούτως ώστε να είναι δυνατός ο αποτελεσματικός έλεγχος του φόρου στο κράτος μέλος στο οποίο αυτός είναι πληρωτέος.

    (18) Ειδικότερα, πέραν της αρχής που επιτάσσει τη διαβίβαση της εκάστοτε πληροφορίας, ενδείκνυται να καθοριστούν οι περιπτώσεις στις οποίες η διαβίβαση αυτή είναι υποχρεωτική, καθώς και οι κατηγορίες πληροφοριών για τις οποίες πρέπει να θεσπισθεί πάγια διαδικασία προς διευκόλυνση της διαβίβασης των πληροφοριών.

    (19) Με βάση τα συμπεράσματα της έκθεσης σχετικά με τη λειτουργία της διοικητικής συνεργασίας η οποία υιοθετήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή την XXXXX 2009[10] και προκειμένου να επιτευχθεί η διαρκής βελτίωση της ποιοτικής στάθμης των ανταλλασσόμενων πληροφοριών, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η συστηματική εφαρμογή της αρχής της ανάδρομης πληροφόρησης.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 5

    ð νέο

    (20)(5) Οι όροι για την ανταλλαγή και την άμεση ð αυτόματη ï πρόσβαση των κρατών μελών στα δεδομένα που έχουν αποθηκευθεί υπό ηλεκτρονική μορφή σε κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να καθορισθούν σαφώς. Οσάκις απαιτείται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ορισμένα από αυτά τα δεδομένα.

    ò νέο

    (21) Προκειμένου να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή, είναι αναγκαίο να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν με πολύ μεγάλη ταχύτητα ορισμένες αξιόπιστες πληροφορίες τις οποίες κατέχουν σχετικά με υποκείμενους στον φόρο που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους. Οι ανταλλαγές αυτού του είδους θα καταστούν δυνατές με την αναβάθμιση των βάσεων δεδομένων σχετικά με τους υποκείμενους στον ΦΠΑ και τις ενδοκοινοτικές πράξεις που εκτελούν, με τη συμπερίληψη μιας σειράς πληροφοριών σχετικά με τους υποκείμενους στον φόρο και τις συναλλαγές τους και με την καθιέρωση διαδικασιών που να επιτρέπουν την ενίσχυση της αξιοπιστίας των πληροφοριών που περιέχουν οι εν λόγω βάσεις δεδομένων.

    (22) Η ευρύτερη πρόσβαση σε πληροφορίες που περιέχονται στο εν λόγω σύστημα βάσεων δεδομένων και οι οποίες αφορούν ενδοκοινοτικές παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών στο πλαίσιο των οποίων ο φόρος βαρύνει τον αποδέκτη θα αποτελεί πλεονέκτημα στο πλαίσιο της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής.

    (23) Οι βάσεις δεδομένων που περιέχουν τις πληροφορίες σχετικά με τους υποκείμενους στον φόρο και τις ενδοκοινοτικές τους πράξεις αποτελούν πρωταρχικής σημασίας στοιχείο του μηχανισμού καταπολέμησης της φοροδιαφυγής στον τομέα του ΦΠΑ. Ως εκ τούτου, οι πληροφορίες που περιέχουν οι εν λόγω βάσεις δεδομένων πρέπει να είναι επικαιροποιημένες και αξιόπιστες. Για να είναι οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στις βάσεις δεδομένων αξιοποιήσιμες με ευχέρεια από τα κράτη μέλη, ενδείκνυται να θεσπισθούν κοινές διαδικασίες με σκοπό τη διασφάλιση της συγκρισιμότητας και της ποιοτικής στάθμης των πληροφοριών αυτών.

    (24) Η συγκρότηση μηχανισμών ανάλυσης κινδύνων με αντικείμενο τις πληροφορίες που καταχωρούνται στις βάσεις δεδομένων και τις πληροφορίες που βρίσκονται ήδη στις βάσεις δεδομένων θα παρέχει πρόσθετη βεβαιότητα στα κράτη μέλη σχετικά με την αξιοπιστία των πληροφοριών.

    (25) Με βάση τα πορίσματα της έκθεσης σχετικά με τη λειτουργία της διοικητικής συνεργασίας η οποία υιοθετήθηκε από την Επιτροπή την XXXXX 2009[11], είναι αναγκαίο να αποσαφηνισθεί ότι οι δυνατότητες παρουσίας στα διοικητικά γραφεία των οποίων τη σύσταση προβλέπει ο κανονισμός δεν έχουν εξαντλητικό χαρακτήρα.

    (26) Λαμβανομένης υπόψη της εντατικοποίησης των διασυνοριακών συναλλαγών εντός της εσωτερικής αγοράς, όσον αφορά τόσο τις νόμιμες δραστηριότητες όσο και τις δραστηριότητες που συνιστούν απάτη, είναι αναγκαίο να αποσαφηνισθεί και να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής, καθώς επίσης να διευκολυνθεί η οργάνωση και διεξαγωγή πολυμερών ελέγχων.

    (27) Η επιβεβαίωση της εγκυρότητας των αριθμών φορολογικού μητρώου ΦΠΑ μέσω του Διαδικτύου είναι ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο από τις επιχειρήσεις. Παρόλα αυτά, λόγω των διαδικαστικών διαφορών που υφίστανται όσον αφορά την καταχώρηση και επικαιροποίηση των δεδομένων σχετικά με τους υποκείμενους στον φόρο στις εθνικές βάσεις δεδομένων και όσον αφορά τις επιβεβαιωμένες πληροφορίες, οι παρεχόμενες πληροφορίες ενδέχεται να παραπλανούν τις αιτούμενες επιχειρήσεις και να δίδουν λαβή σε αντιδικίες. Εξάλλου, η ταυτοποίηση των επιχειρήσεων που ζητούν την επιβεβαίωση της εγκυρότητας ενός αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ συνιστά χρησιμότατη πληροφορία για τα συστήματα ανάλυσης κινδύνων των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, το σύστημα επιβεβαίωσης της εγκυρότητας των αριθμών φορολογικού μητρώου ΦΠΑ επιβάλλεται να τροποποιηθεί έτσι ώστε να επιτρέπει την αυτόματη επιβεβαίωση μεγαλύτερου αριθμού πληροφοριών στις επιχειρήσεις. Εξάλλου, η πρόβλεψη ότι οι πληροφορίες αυτές είναι αντιτάξιμες έναντι όλων των κρατών μελών επαυξάνει σε μεγάλο βαθμό την ασφάλεια δικαίου για τις επιχειρήσεις.

    (28) Ορισμένοι υποκείμενοι στον φόρο είναι δυνατό να υπόκεινται σε ειδικές υποχρεώσεις, διαφορετικές από εκείνες που ισχύουν στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, ιδίως σε ό,τι αφορά την τιμολόγηση, εκ του λόγου και μόνον ότι προμηθεύουν αγαθά ή υπηρεσίες σε πελάτες εγκατεστημένους στο έδαφος κάποιου άλλου κράτους μέλους. Είναι σκόπιμο να καθιερωθεί μηχανισμός για να μπορούν οι εν λόγω υποκείμενοι στον φόρο να ενημερώνονται για τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις.

    (29) Η πρόσφατη πείρα από την εφαρμογή στην πράξη του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 στο πλαίσιο της καταπολέμησης της αλυσιδωτής απάτης κατέδειξε ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, η καθιέρωση μηχανισμού ανταλλαγής πληροφοριών ο οποίος να είναι πολύ ταχύτερος και να καλύπτει πολύ μεγαλύτερο και πιο στοχοθετημένο εύρος πληροφοριών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την αποτελεσματική καταπολέμηση της απάτης· ο μηχανισμός αυτός πρέπει να ενταχθεί στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού με παράλληλη πρόβλεψη επαρκούς βαθμού ευελιξίας, ώστε να είναι δυνατή η προσαρμογή του στις καινοφανείς μορφές απάτης. Το δίκτυο EUROCANET («European Carrousel Network», δηλαδή «Ευρωπαϊκό δίκτυο για την αλυσιδωτή απάτη»), το οποίο συγκροτήθηκε με πρωτοβουλία του Βελγίου και με την υποστήριξη της Επιτροπής, συνιστά χειροπιαστό παράδειγμα συνεργασίας αυτού του είδους.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 6

    (30)(6) Το κράτος μέλος κατανάλωσης έχει την κύρια ευθύνη για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των μη εγκατεστημένων προμηθευτών με τις υποχρεώσεις τους. Για το σκοπό αυτόν, η εφαρμογή του προσωρινού ειδικού καθεστώτος για τις υπηρεσίες που παρέχονται ηλεκτρονικά, το οποίο προβλέπεται σύμφωνα με τον τίτλο XII κεφάλαιο 6 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ στο άρθρο 26γ της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση[12] απαιτεί τον καθορισμό κανόνων σχετικά με την παροχή πληροφοριών και τη μεταφορά χρημάτων μεταξύ του κράτους μέλους της εγγραφής και του κράτους μέλους κατανάλωσης.

    ò νέο

    (31) Οι πληροφορίες τις οποίες διαβιβάζουν τρίτες χώρες μπορούν να παρουσιάζουν μεγάλη χρησιμότητα για άλλα κράτη μέλη στο πλαίσιο της καταπολέμησης της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ. Είναι σκόπιμο να διευρυνθεί όσο το δυνατό περισσότερο η ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών.

    (32) Οι εθνικοί κανόνες περί τραπεζικού απορρήτου δεν πρέπει να εμποδίζουν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

    (33) Δεδομένης της επέκτασης του πεδίου εφαρμογής της διοικητικής συνεργασίας στον τομέα του ΦΠΑ, ενδείκνυται να ενισχυθούν οι κανόνες που διέπουν την προστασία των ανταλλασσόμενων ή συλλεγόμενων πληροφοριών.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 7

    Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 218/92 του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 1992, περί διοικητικής συνεργασίας στον τομέα των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ)[13] θέσπισε για τον σκοπό αυτό ένα σύστημα στενής συνεργασίας μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και μεταξύ αυτών και της Επιτροπής.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 8

    Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 218/92 συμπληρώνει τις διατάξεις της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1977, περί αμοιβαίας συνδρομής των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των αμέσων και εμμέσων φόρων[14].

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 9

    Αυτές οι δύο νομικές πράξεις αποδείχθηκαν αποτελεσματικές μέχρι τώρα αλλά δεν επαρκούν πλέον για την αντιμετώπιση των νέων αναγκών διοικητικής συνεργασίας που προκύπτουν από την όλο και μεγαλύτερη ενοποίηση των οικονομιών εντός της εσωτερικής αγοράς.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 10

    Η ύπαρξη, εξάλλου, δύο διαφορετικών νομικών πράξεων για τη συνεργασία στον τομέα του ΦΠΑ αποδείχθηκε τροχοπέδη για την αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 11

    Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις όλων των ενδιαφερόμενων μερών λειτουργούν σε ανεπαρκές πλαίσιο. Θεωρήθηκε συνεπώς αναγκαίο να θεσπιστούν σαφέστεροι και υποχρεωτικοί κανόνες για τη ρύθμιση της συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 12

    Πραγματοποιούνται, επίσης, ελάχιστες απευθείας επαφές μεταξύ τοπικών ή εθνικών υπηρεσιών καταπολέμησης της απάτης, επειδή κανόνας είναι η επικοινωνία μεταξύ κεντρικών υπηρεσιών διασύνδεσης. Η κατάσταση αυτή συνεπάγεται ταυτόχρονα περιορισμένη αποτελεσματικότητα, μικρή χρησιμοποίηση του συστήματος διοικητικής συνεργασίας και υπερβολικά μεγάλες προθεσμίες επικοινωνίας. Είναι σκόπιμο συνεπώς να προβλεφθεί η δυνατότητα αμεσότερων επαφών μεταξύ υπηρεσιών, ώστε η συνεργασία να καταστεί αποτελεσματικότερη και ταχύτερη.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 13

    Η συνεργασία δεν είναι, τέλος, αρκετά εντατική, εφόσον, εκτός του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με το ΦΠΑ (VIES), γίνονται ελάχιστες αυτόματες ή αυθόρμητες ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών. Θα πρέπει, επίσης, να εντατικοποιηθούν και να επιταχυνθούν οι ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ διοικήσεων καθώς και μεταξύ αυτών και της Επιτροπής, ώστε να καταπολεμηθεί αποτελεσματικότερα η απάτη.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 14

    Θα πρέπει συνεπώς, στον τομέα του ΦΠΑ, να συνδυασθούν και να ενισχυθούν οι διατάξεις περί διοικητικής συνεργασίας του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 218/92 και της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ. Για λόγους σαφήνειας, τούτο θα πρέπει να γίνει με μια ενιαία νέα νομική πράξη που θα αντικαταστήσει τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 218/92.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 15

    (34)(16) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να μη θίγει τα λοιπά κοινοτικά μέτρα που συμβάλλουν στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής στον τομέα του ΦΠΑ.

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 16

    ð νέο

    (35)(17) Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να εξετασθεί το ενδεχόμενο να περιοριστούν ορισμένα δικαιώματα και ορισμένες υποχρεώσεις που προβλέπονται από την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[15], προκειμένου να διασφαλίσουν τα συμφέροντα που αναφέρει το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της εν λόγω οδηγίας. ð Ο περιορισμός αυτός είναι αναγκαίος και μη δυσανάλογος με γνώμονα τις δυνητικές απώλειες εσόδων για τα κράτη μέλη και την κεφαλαιώδη σημασία των υπόψη πληροφοριών για την αποτελεσματική καταπολέμηση της απάτης. ï

    ò νέο

    (36) Δεδομένου ότι τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού είναι μέτρα γενικής εμβέλειας κατά την έννοια του άρθρου 2 της απόφασης αριθ. 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[16], πρέπει να θεσπιστούν βάσει της κανονιστικής διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 5 της εν λόγω απόφασης,

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 17

    Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[17].

    ê 1798/2003 αιτιολογική σκέψη 18 (προσαρμοσμένο)

    (37) Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    ê 1798/2003

    ð νέο

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 1

    1. Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους όρους σύμφωνα με τους οποίους οι διοικητικές αρχές των κρατών μελών οι οποίες είναι υπεύθυνες για την εφαρμογή της νομοθεσίας για το ΦΠΑ στις παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών, στην ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών και στις εισαγωγές αγαθών συνεργάζονται μεταξύ τους καθώς και με την Επιτροπή προκειμένου να εξασφαλίσουν την τήρηση της νομοθεσίας αυτής.

    Για το σκοπό αυτό, καθορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες που επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν μεταξύ τους όλες τις πληροφορίες που τους επιτρέπουν την ορθή εφαρμογή του ΦΠΑ ð , να ελέγχουν την ορθή εφαρμογή του ΦΠΑ, ιδίως επί των ενδοκοινοτικών συναλλαγών, και να καταπολεμούν την απάτη στον τομέα του ΦΠΑ. Στον παρόντα κανονισμό καθορίζονται, μεταξύ άλλων, οι κανόνες και οι διαδικασίες που επιτρέπουν στα κράτη μέλη να συλλέγουν και να ανταλλάσσουν ηλεκτρονικώς τις εν λόγω πληροφορίεςï.

    Ο παρών κανονισμός καθορίζει, εξάλλου, τους κανόνες και τις διαδικασίες για την ανταλλαγή ορισμένων πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα, ιδίως όσον αφορά το ΦΠΑ για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές.

    ò νέο

    2. Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι αρχές που μνημονεύονται στην παράγραφο 1 ενεργούν με σκοπό τη διασφάλιση της προστασίας των εσόδων ΦΠΑ του συνόλου των κρατών μελών.

    ê 1798/2003

    3.2. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή στα κράτη μέλη των κανόνων αμοιβαίας συνδρομής επί ποινικών θεμάτων.

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 1 (προσαρμοσμένο)

    4. Για την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 357 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006[18], σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, ÖΣτον παρόντα κανονισμό Õ προβλέπονται επίσης κανόνες και διαδικασίες όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα για το ΦΠΑφόρο προστιθέμενης αξίας σχετικά με υπηρεσίες που παρέχονται ηλεκτρονικά σύμφωνα με το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στο κεφάλαιο 6 του τίτλου XII της εν λόγω οδηγίας καθώς επίσης για κάθε επακόλουθη ανταλλαγή πληροφοριών και, καθόσον αφορά υπηρεσίες που καλύπτονται από το εν λόγω ειδικό καθεστώς, για τη μεταφορά χρημάτων μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών.

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 1 (προσαρμοσμένο)

    Στον παρόντα κανονισμό προβλέπονται επίσης κανόνες και διαδικασίες όσον αφορά την ανταλλαγή, με ηλεκτρονικά μέσα, πληροφοριών για το φόρο προστιθέμενης αξίας σχετικά με υπηρεσίες που παρέχονται σύμφωνα με τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στο κεφάλαιο 6 του τίτλου XII της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, καθώς επίσης και για κάθε επακόλουθη ανταλλαγή πληροφοριών καθόσον αφορά υπηρεσίες που καλύπτονται από τα εν λόγω ειδικά καθεστώτα, για τη μεταφορά χρημάτων μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    è1 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 2

    Άρθρο 2

    è1 1. ç Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

    1) "αρμόδια αρχή κράτους μέλους":

    - στο Βέλγιο:

    Le ministre des finances

    De Minister van financiën,

    ê 1791/2006 Άρθρο 1, σημ. 1 και παράρτημα, σημ. 7

    - στη Βουλγαρία:

    Изпълнителният директор на Националната агенция за приходите

    ê 885/2004 Άρθρο 1 και παράρτημα, σημ. 5

    - στην Τσεχική Δημοκρατία:

    Ministerstvo financí,

    ê 1798/2003

    - στη Δανία:

    Skatteministeriet,

    - στη Γερμανία:

    Bundesministerium der Finanzen,

    ê 885/2004 Άρθρο 1 και παράρτημα, σημ. 6

    - στην Εσθονία:

    Maksuamet,

    ê 1798/2003

    - στην Ελλάδα:

    Yπουργείο Oικονομίας και Οικονομικών,

    - στην Ισπανία:

    El Secretario de Estado de Hacienda,

    - στη Γαλλία:

    le ministre de l'économie, des finances et de l'industrie,

    - στην Ιρλανδία:

    The Revenue Commissioners,

    - στην Ιταλία:

    il Capo del Dipartimento delle Politiche Fiscali,

    ê 885/2004 Άρθρο 1 και παράρτημα, σημ. 6

    - στην Κύπρο:

    Υπουργός Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του,

    - στη Λετονία:

    Valsts ieņēmumu dienests,

    - στη Λιθουανία:

    Valstybinė mokesčių inspekcija prie Finansų ministerijos,

    ê 1798/2003

    - στο Λουξεμβούργο:

    l'administration de l'enregistrement et des domaines,

    ê 885/2004 Άρθρο 1 και παράρτημα, σημ. 6

    - στην Ουγγαρία:

    Adó- és Pénzügyi Ellenőrzési Hivatal Központi Kapcsolattartó Irodája,

    - στη Μάλτα:

    Dipartiment tat-Taxxa fuq il-Valur Miżjud fil-Ministeru tal-Finanzi u Affarijiet Ekonomiċi,

    ê 1798/2003

    - στις Κάτω Χώρες:

    De minister van Financiën,

    - στην Αυστρία:

    Bundesminister für Finanzen,

    ê 885/2004 Άρθρο 1 και παράρτημα, σημ. 6

    - στην Πολωνία:

    Minister Finansów,

    ê 1798/2003

    - στην Πορτογαλία:

    O Ministro das Finanças,

    ê 1791/2006 Άρθρο 1, σημ. 1 και παράρτημα, σημ. 7

    - στη Ρουμανία:

    Agenția Națională de Administrare Fiscală

    ê 885/2004 Άρθρο 1 και παράρτημα, σημ. 6

    - στη Σλοβενία:

    Ministrstvo za finance,

    - στη Σλοβακία:

    Ministerstvo financií,

    ê 1798/2003

    - στη Φινλανδία:

    Valtiovarainministeriö

    Finansministeriet,

    - στη Σουηδία:

    Chefen för Finansdepartementet,

    - στο Ηνωμένο Βασίλειο:

    The Commissioners of Customs and Excise;

    21) "κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης": η υπηρεσία που έχει ορισθεί βάσει του άρθρου 43 παράγραφος 12 με κύρια αρμοδιότητα τις επαφές με άλλα κράτη μέλη στον τομέα της διοικητικής συνεργασίας,

    32) "υπηρεσία διασύνδεσης": κάθε υπηρεσία εκτός της κεντρικής υπηρεσίας διασύνδεσης, με ειδική εδαφική αρμοδιότητα ή εξειδικευμένη επιχειρησιακή ευθύνη, η οποία έχει ορισθεί από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 23 για να ανταλλάσσει απευθείας πληροφορίες βάσει του παρόντος κανονισμού,

    43) "αρμόδιος υπάλληλος": κάθε υπάλληλος που μπορεί να ανταλλάσσει απευθείας πληροφορίες βάσει του παρόντος κανονισμού για τις οποίες έχει εξουσιοδοτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 34,

    54) "αιτούσα αρχή": η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, μια υπηρεσία διασύνδεσης ή κάθε αρμόδιος υπάλληλος ενός κράτους μέλους που διατυπώνει αίτηση συνδρομής εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής,

    65) "αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση": η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, μια υπηρεσία διασύνδεσης ή κάθε αρμόδιος υπάλληλος ενός κράτους μέλους που λαμβάνει αίτηση συνδρομής εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής,

    76) "ενδοκοινοτικές συναλλαγές": η ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών,

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 2

    87) "ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών": η παράδοση αγαθών η οποία πρέπει να δηλώνεται στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα που προβλέπεται στο άρθρο 262 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ,

    98) "ενδοκοινοτική παροχή υπηρεσιών": η παροχή υπηρεσιών η οποία πρέπει να δηλώνεται στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα που προβλέπεται στο άρθρο 262 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ,

    109) "ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών": η απόκτηση, σύμφωνα με το άρθρο 20 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, του δικαιώματος διάθεσης ως κυρίου επί κινητών ενσώματων αγαθών,

    1110) "αριθμός μητρώου ΦΠΑ": ο αριθμός που προβλέπεται στα άρθρα 214, 215 και 216 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ,

    ê 1798/2003

    1211) "διοικητική έρευνα": όλοι οι έλεγχοι, οι επαληθεύσεις και οι άλλες ενέργειες που διεξάγονται από τα κράτη μέλη κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της νομοθεσίας για το ΦΠΑ,

    1312) "αυτόματη ανταλλαγή": η συστηματική, χωρίς προηγούμενη αίτηση, ανακοίνωση προκαθορισμένων πληροφοριών σε άλλο κράτος μέλος, σε τακτά προκαθορισμένα διαστήματα,

    14) "δομημένη αυτόματη ανταλλαγή": η συστηματική, χωρίς προηγούμενη αίτηση, ανακοίνωση προκαθορισμένων πληροφοριών σε άλλο κράτος μέλος, μόλις οι πληροφορίες αυτές καταστούν διαθέσιμες,

    15) "αυθόρμητη ανταλλαγή": η σε μη τακτά διαστήματα, χωρίς προηγούμενη αίτηση ανακοίνωση πληροφοριών σε άλλο κράτος μέλος,

    1316) "πρόσωπο":

    α) φυσικό πρόσωπο·

    β) νομικό πρόσωπο·

    γ) εφόσον προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία, ένωση προσώπων στην οποία αναγνωρίζεται δικαιοπρακτική ικανότητα, χωρίς όμως να έχει το νομικό καθεστώς νομικού προσώπου,

    17) "παροχή πρόσβασης": η παροχή άδειας για την πρόσβαση σε σχετικές ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων και τη λήψη δεδομένων με ηλεκτρονικά μέσα,

    ò νέο

    14) "αυτόματη πρόσβαση": δυνατότητα πρόσβασης ανά πάσα στιγμή σε βάση δεδομένων με σκοπό την με ηλεκτρονικά μέσα αναζήτηση ορισμένων πληροφοριών,

    ê 1798/2003

    1518) "με ηλεκτρονικά μέσα": η χρήση ηλεκτρονικού εξοπλισμού επεξεργασίας (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) και αποθήκευσης δεδομένων και η χρησιμοποίηση καλωδιακής ή ασύρματης σύνδεσης, οπτικών μέσων ή άλλων ηλεκτρομαγνητικών μέσων,

    1619) "δίκτυο CCN/CSI": η κοινή πλατφόρμα που βασίζεται στο κοινό δίκτυο επικοινωνιών (CCN) και στην κοινή διεπαφή συστημάτων (CSI), η οποία έχει αναπτυχθεί από την Κοινότητα για την εξασφάλιση όλων των διαβιβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ των αρμόδιων τελωνειακών και φορολογικών αρχών.,

    ò νέο

    17) "πολυμερής έλεγχος": ο συντονισμένος έλεγχος της φορολογικής κατάστασης ενός ή περισσότερων υποκείμενων στον φόρο που συνδέονται μεταξύ τους, ο οποίος μεθοδεύεται από δύο τουλάχιστον συμμετέχοντα κράτη μέλη, τα οποία έχουν κοινά ή συμπληρωματικά συμφέροντα,

    18) "στρατηγική ανάλυση": η αναζήτηση και καταγραφή των γενικών τάσεων σε σχέση με πράξεις που αντιβαίνουν στη νομοθεσία σχετικά με τον φόρο προστιθέμενης αξίας, μέσω της εκτίμησης της απειλής, της έκτασης και του αντικτύπου των πράξεων αυτών, ούτως ώστε να καθοριστούν ακολούθως προτεραιότητες, να διατυπωθούν παραδοχές ή συστάσεις, να υπάρξει καλύτερη κατανόηση του φαινομένου ή της απειλής και να επαναπροσανατολιστούν οι δράσεις που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανίχνευση της απάτης.

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 2 (προσαρμοσμένο)

    2. Ö Από 1ης Ιανουαρίου 2015, Õ Οοι ορισμοί που περιλαμβάνονται στα άρθρα 358, 358α και 369α της οδηγίας 2006/112/ΕΚ θα εφαρμόζονται επίσης για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 3

    1. Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημείο 1, είναι οι αρχές εξ ονόματος των οποίων εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός είτε άμεσα είτε με μεταβίβαση αρμοδιοτήτων.:

    - στο Βέλγιο:

    le ministre des finances

    de Minister van financiën,

    - στη Βουλγαρία:

    Изпълнителният директор на Националната агенция за приходите

    - στην Τσεχική Δημοκρατία:

    Ministerstvo financí,

    - στη Δανία:

    Skatteministeriet,

    - στη Γερμανία:

    Bundesministerium der Finanzen,

    - στην Εσθονία:

    Maksuamet,

    - στην Ελλάδα:

    Yπουργείο Oικονομίας και Οικονομικών,

    - στην Ισπανία:

    el Secretario de Estado de Hacienda,

    - στη Γαλλία:

    le ministre de l'économie, des finances et de l'industrie,

    - στην Ιρλανδία:

    the Revenue Commissioners,

    - στην Ιταλία:

    il Capo del Dipartimento delle Politiche Fiscali,

    - στην Κύπρο:

    Υπουργός Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του,

    - στη Λετονία:

    Valsts ieņēmumu dienests,

    - στη Λιθουανία:

    Valstybinė mokesčių inspekcija prie Finansų ministerijos,

    - στο Λουξεμβούργο:

    l'administration de l'enregistrement et des domaines,

    - στην Ουγγαρία:

    Adó- és Pénzügyi Ellenőrzési Hivatal Központi Kapcsolattartó Irodája,

    - στη Μάλτα:

    Dipartiment tat-Taxxa fuq il-Valur Miżjud fil-Ministeru tal-Finanzi u Affarijiet Ekonomiċi,

    - στις Κάτω Χώρες:

    de minister van Financiën,

    - στην Αυστρία:

    Bundesminister für Finanzen,

    - στην Πολωνία:

    Minister Finansów,

    - στην Πορτογαλία:

    o Ministro das Finanças,

    - στη Ρουμανία:

    Agenția Națională de Administrare Fiscală

    - στη Σλοβενία:

    Ministrstvo za finance,

    - στη Σλοβακία:

    Ministerstvo financií,

    - στη Φινλανδία:

    Valtiovarainministeriö

    Finansministeriet,

    - στη Σουηδία:

    Chefen för Finansdepartementet,

    - στο Ηνωμένο Βασίλειο:

    the Commissioners of Customs and Excise.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 4

    1. 2. Κάθε κράτος μέλος ορίζει μία μοναδική κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης την οποία εξουσιοδοτεί να αναλάβει την κύρια ευθύνη για τις επαφές με τα λοιπά κράτη μέλη στον τομέα της διοικητικής συνεργασίας. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

    2.3. Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους μπορεί να ορίζει τις υπηρεσίες διασύνδεσης. Η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης είναι υποχρεωμένη να ενημερώνει τον κατάλογο των εν λόγω υπηρεσιών και να τον θέτει στη διάθεση των κεντρικών υπηρεσιών διασύνδεσης των άλλων ενδιαφερομένων κρατών μελών.

    3.4. Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους μπορεί επιπλέον να ορίζει, υπό τις προϋποθέσεις που η ίδια καθορίζει, τους αρμόδιους υπαλλήλους που μπορούν να ανταλλάσσουν απευθείας πληροφορίες βάσει του παρόντος κανονισμού. Όταν ενεργεί με τον τρόπο αυτό, δύναται να περιορίζει την εμβέλεια της εν λόγω ανάθεσης εξουσιών. Η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης είναι υπεύθυνη για την ενημέρωση του εν λόγω καταλόγου υπαλλήλων και για την κοινοποίησή του στις κεντρικές υπηρεσίες διασύνδεσης των άλλων ενδιαφερόμενων κρατών μελών.

    4.5. Οι υπάλληλοι που ανταλλάσσουν πληροφορίες δυνάμει των άρθρων 11 και 13 29, 30 και 31 θεωρούνται, σε κάθε περίπτωση, ως οι αρμόδιοι για το σκοπό αυτό υπάλληλοι, τηρουμένων των προϋποθέσεων που ορίζουν οι αρμόδιες αρχές.

    Άρθρο 5

    6. Όταν μια υπηρεσία διασύνδεσης, ή ένας αρμόδιος υπάλληλος, αποστέλλει ή παραλαμβάνει αίτηση ή απάντηση σε αίτηση συνδρομής, ενημερώνει την κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης του κράτους μέλους της, σύμφωνα με τους όρους που αυτή έχει ορίσει.

    Άρθρο 6

    7. Όταν μια υπηρεσία διασύνδεσης, ή ένας αρμόδιος υπάλληλος, παραλαμβάνει αίτηση συνδρομής που συνεπάγεται δράση εκτός του εδαφικού ή του επιχειρησιακού χώρου τους, διαβιβάζει αμελλητί την αίτηση αυτή στην κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης του κράτους μέλους της και ενημερώνει σχετικά την αιτούσα αρχή. Στην περίπτωση αυτή, το χρονικό διάστημα που προβλέπεται από το άρθρο 108 άρχεται από την επόμενη ημέρα της διαβίβασης της αίτησης συνδρομής στην κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης.

    Άρθρο 4

    1. Η κατά τον παρόντα κανονισμό υποχρέωση συνδρομής δεν αφορά την παροχή πληροφοριών ή κοινοποίηση εγγράφων που έχουν περιέλθει στις διοικητικές αρχές τις οποίες αναφέρει το άρθρο 1 κατόπιν αδείας ή αιτήσεως δικαστικής αρχής.

    2. Ωστόσο, όταν η αρμόδια αρχή έχει την εξουσία σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, να γνωστοποιήσει τις πληροφορίες στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1, τότε οι πληροφορίες αυτές μπορούν να γνωστοποιούνται ως μέρος της διοικητικής συνεργασίας που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό. Κάθε γνωστοποίηση του είδους αυτού πρέπει να έχει προηγουμένως την άδεια της δικαστικής αρχής, εάν η ανάγκη μιας τέτοιας άδειας προκύπτει από το εθνικό δίκαιο.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΙΤΗΣΕΩΣ

    Τμήμα 1

    Αίτηση για παροχή πληροφοριών και για διοικητικές έρευνες

    Άρθρο 75

    1. Κατόπιν αιτήσεως της αιτούσας αρχής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ανακοινώνει τις πληροφορίες στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 1, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν μία ή περισσότερες συγκεκριμένες περιπτώσεις.

    2. Χάριν της διαβίβασης των πληροφοριών που αναφέρει η παράγραφος 1, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση προβαίνει, εάν συντρέχει λόγος, στις αναγκαίες διοικητικές έρευνες για να αποκτήσει τις πληροφορίες αυτές.

    3. Η αίτηση την οποία αναφέρει η παράγραφος 1 μπορεί να περιλαμβάνει αιτιολογημένο αίτημα διεξαγωγής συγκεκριμένης διοικητικής έρευνας. Εάν το κράτος μέλος είναι της γνώμης ότι δεν απαιτείται διεξαγωγή διοικητικής έρευνας, ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τους λόγους που θεμελιώνουν την άποψη αυτή.

    ò νέο

    Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 56, όταν η αίτηση αφορά πληροφορίες σχετικές με παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών που μνημονεύονται στο παράρτημα και οι οποίες έχουν πραγματοποιηθεί από πρόσωπο που υπόκειται στον φόρο και είναι εγκατεστημένο στο κράτος μέλος της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, αλλά είναι φορολογητέες στο κράτος μέλος στου οποίου το έδαφος βρίσκεται η έδρα της αιτούσας αρχής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση δύναται να αρνηθεί τη διεξαγωγή διοικητικής έρευνας μόνον εάν έχει ήδη διαβιβάσει στην αιτούσα αρχή πληροφορίες σχετικά με τον συγκεκριμένο υποκείμενο στον φόρο οι οποίες αποκτήθηκαν μέσω διοικητικής έρευνας διεξαχθείσας κατά την τελευταία διετία.

    Εντούτοις, προκειμένου για τις αιτήσεις που μνημονεύονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου και οι οποίες υποβάλλονται από την αιτούσα αρχή και αξιολογούνται από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση σύμφωνα με δήλωση βέλτιστων πρακτικών σχετικά με την αλληλεπίδραση μεταξύ της παρούσας παραγράφου και του άρθρου 56 παράγραφος 1, η οποία δήλωση θεσπίζεται με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 60 παράγραφος 2, κάθε κράτος μέλος που αρνείται να διεξαγάγει διοικητική έρευνα επί τη βάσει του άρθρου 56 γνωστοποιεί στην αιτούσα αρχή τις ημερομηνίες και τα ποσά όλων των οικείων παραδόσεων και παροχών οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά την τελευταία διετία από τον υποκείμενο στον φόρο στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής.

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 3 (προσαρμοσμένο)

    3. Η αίτηση την οποία αναφέρει η παράγραφος 1 μπορεί να περιλαμβάνει αιτιολογημένο αίτημα διεξαγωγής συγκεκριμένης διοικητικής έρευνας. Εάν το κράτος μέλος είναι της άποψης ότι δεν απαιτείται διεξαγωγή διοικητικής έρευνας, ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τους λόγους που θεμελιώνουν την άποψη αυτή.

    Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου και του άρθρου 40 του παρόντος κανονισμού, μια αίτηση έρευνας με αντικείμενο τα ποσά που έχουν δηλωθεί από υποκείμενο στο φόρο για παροχή υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών, υπηρεσιών ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων και ηλεκτρονικώς παρεχομένων υπηρεσιών, που φορολογούνται στο κράτος μέλος όπου η αιτούσα αρχή έχει την έδρα της και για τις οποίες ο υποκείμενος στο φόρο χρησιμοποιεί ή επιλέγει να μη χρησιμοποιήσει το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στον τίτλο ΧΙΙ κεφάλαιο 6 τμήμα 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, μπορεί να απορριφθεί από την αρχή προς την οποία απευθύνεται το αίτημα. Η απόρριψη του αιτήματος πραγματοποιείται μόνο όταν έχουν διαβιβασθεί ήδη στην αιτούσα αρχή πληροφορίες σχετικά με το συγκεκριμένο υποκείμενο στο φόρο στο πλαίσιο διοικητικής έρευνας που πραγματοποιήθηκε κατά την προηγούμενη διετία.

    Ωστόσο, όσον αφορά τις αιτήσεις που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο, που υποβάλλονται από την αιτούσα αρχή και αξιολογούνται από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση σύμφωνα με δήλωση βέλτιστων πρακτικών σχετικά με τη διασύνδεση της παρούσας παραγράφου και του άρθρου 40 παράγραφος 1, η οποία θα εγκριθεί με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2, το κράτος μέλος που αρνείται τη διεξαγωγή διοικητικής έρευνας, με βάση το άρθρο 40, παρέχει στην αιτούσα αρχή τουλάχιστον τις ημερομηνίες και αξίες όλων των σχετικών υπηρεσιών που παρασχέθηκαν κατά τα τελευταία δύο έτη από τον υποκείμενο στο φόρο στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    4. Για την απόκτηση των επιζητούμενων πληροφοριών ή τη διεξαγωγή της αιτηθείσας διοικητικής έρευνας, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ή η διοικητική αρχή προς την οποία η τελευταία παρέπεμψε το θέμα, ενεργεί όπως θα ενεργούσε και για ίδιο λογαριασμό ή κατ' αίτηση άλλης αρχής του δικού της κράτους μέλους.

    Άρθρο 86

    Οι αιτήσεις για παροχή πληροφοριών και διεξαγωγή διοικητικών ερευνών βάσει του άρθρου 75 διαβιβάζονται, εφόσον είναι δυνατόν, ð με εξαίρεση τις περιπτώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 52 ή άλλες δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, ï μέσω υποδείγματος εντύπου το οποίο θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 6044 παράγραφος 2.

    Άρθρο 97

    1. Κατόπιν αιτήσεως της αιτούσας αρχής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτησή της ανακοινώνει κάθε συναφή πληροφορία που αποκτά ή έχει στην κατοχή της, καθώς και τα αποτελέσματα των διοικητικών ερευνών, υπό μορφή εκθέσεων, δηλώσεων ή άλλων εγγράφων ή επικυρωμένων ακριβών αντιγράφων ή αποσπασμάτων τους.

    2. Η παροχή πρωτότυπων εγγράφων γίνεται μόνον εφόσον οι διατάξεις οι ισχύουσες στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, δεν αντίκεινται σε αυτήν.

    Τμήμα 2

    Προθεσμία παροχής πληροφοριών

    Άρθρο 108

    Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση παρέχει τις πληροφορίες τις οποίες αναφέρουν τα άρθρα 5 και 7 7 και 9, το συντομότερο δυνατόν, και το αργότερο τρεις μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης.

    Ωστόσο, στην περίπτωση που οι σχετικές πληροφορίες βρίσκονται ήδη στη διάθεση της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, η προθεσμία μειώνεται σε ένα μήνα κατ' ανώτατο όριο.

    Άρθρο 119

    Για συγκεκριμένες ειδικές κατηγορίες περιπτώσεων, ηΗ η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση μπορούν να συμφωνούν μεταξύ τους διαφορετικές ð πιο σύντομες ï προθεσμίες από εκείνες που προβλέπονται από το άρθρο 108.

    ò νέο

    Άρθρο 12

    Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση επιβεβαιώνει με ηλεκτρονικά μέσα την παραλαβή της αίτησης αμελλητί, και πάντως οπωσδήποτε ενός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    Άρθρο 1310

    Σε περίπτωση που η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στην αίτηση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, ενημερώνει αμέσως γραπτώς την αιτούσα αρχή για τους λόγους που την εμποδίζουν να τηρήσει την εν λόγω προθεσμία και για το πότε υπολογίζει ότι θα μπορέσει, κατά πάσα πιθανότητα, να ανταποκριθεί στο αίτημα.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IIIIV

    ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΑΙΤΗΣΗ

    Άρθρο 1417

    1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των κεφαλαίων V και VI, ηΗ αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους προβαίνει σε αυτόματη ή δομημένη αυτόματη ανταλλαγή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 1 με την αρμόδια αρχή κάθε άλλου ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    1) όταν θεωρείται ότι οι φόροι επιβάλλονται στο κράτος μέλος προορισμού και Ö οι πληροφορίες που παρέχει το κράτος μέλος καταγωγής είναι αναγκαίες για την Õ η αποτελεσματικότητα του συστήματος ελέγχου Ö του κράτους μέλους προορισμού Õ εξαρτάται κατ' ανάγκη από τις πληροφορίες που παρέχονται από το κράτος μέλος καταγωγής,

    2) όταν ένα κράτος μέλος έχει λόγους να πιστεύει ότι διαπράχθηκε ή ενδέχεται να διαπράχθηκε παραβίαση της νομοθεσίας για το ΦΠΑ στο άλλο κράτος μέλος,

    3) όταν υφίσταται κίνδυνος διαφυγής φορολογικών εσόδων στο άλλο κράτος μέλος.

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 4 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    2. Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, κάθε κράτος μέλος εγκατάστασης οφείλει να συνεργάζεται με κάθε κράτος μέλος κατανάλωσης ώστε να μπορεί Ö Από 1ης Ιανουαρίου 2015, Õ ð η αρμόδια αρχή εκάστου κράτους μέλους προβαίνει ειδικότερα σε αυτόματη ανταλλαγή δεδομένων τα οποία να επιτρέπουν σε κάθε κράτος μέλος κατανάλωσης να εξακριβώσει ï εξακριβωθεί εάν οι υποκείμενοι στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός του δηλώνουν και καταβάλλουν ορθώς τον οφειλόμενο ΦΠΑ για υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων και ηλεκτρονικώς παρεχόμενες υπηρεσίες για τις οποίες ο υποκείμενος στο φόρο χρησιμοποιεί ή επιλέγει να μη χρησιμοποιήσει το ειδικό καθεστώς που καθορίζεται στον τίτλο ΧΙΙ κεφάλαιο 6 τμήμα 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ. Το κράτος μέλος εγκατάστασης ενημερώνει το κράτος μέλος κατανάλωσης για τυχόν διαφορές που υποπίπτουν στην αντίληψή του.

    ò νέο

    Άρθρο 15

    Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών διαβιβάζουν αυθορμήτως στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τις πληροφορίες που μνημονεύονται στο άρθρο 1 τις οποίες γνωρίζουν και οι οποίες θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμες στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών.

    ê 1798/2003

    Άρθρο 1618

    ò νέο

    1. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου διαβιβάζονται μέσω ενιαίων εντύπων ή δελτίων, τα οποία θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 60 παράγραφος 2.

    2. Για ορισμένες κατηγορίες πληροφοριών που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 14, η συχνότητα και οι πρακτικές ρυθμίσεις των ανταλλαγών καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 60 παράγραφος 2.

    ê 1798/2003

    Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 2 καθορίζονται:

    1) οι ακριβείς κατηγορίες πληροφοριών που θα αποτελέσουν αντικείμενο ανταλλαγής,

    2) η συχνότητα της ανταλλαγής,

    3) οι πρακτικές ρυθμίσεις της ανταλλαγής των εν λόγω πληροφοριών.

    Κάθε κράτος μέλος καθορίζει κατά πόσον θα λάβει μέρος στην ανταλλαγή συγκεκριμένης κατηγορίας πληροφοριών καθώς και κατά πόσον αυτό θα πρέπει να γίνει με αυτόματο ή δομημένο αυτόματο τρόπο.

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 5

    Κάθε κράτος μέλος καθορίζει κατά πόσον θα λάβει μέρος στην ανταλλαγή συγκεκριμένης κατηγορίας πληροφοριών καθώς και κατά πόσον αυτό θα πρέπει να γίνει με αυτόματο ή δομημένο αυτόματο τρόπο. Εντούτοις, κάθε κράτος μέλος οφείλει να συμμετάσχει στις ανταλλαγές πληροφοριών που διαθέτει σχετικά με υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων και ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες για τις οποίες ο υποκείμενος στο φόρο χρησιμοποιεί ή επιλέγει να μη χρησιμοποιήσει το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στον τίτλο ΧΙΙ κεφάλαιο 6 τμήμα 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

    ê 1798/2003

    Άρθρο 19

    Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν, σε κάθε περίπτωση, με αυθόρμητη ανταλλαγή, να διαβιβάζουν μεταξύ τους τις αναφερόμενες στο άρθρο 1 πληροφορίες τις οποίες γνωρίζουν.

    Άρθρο 20

    Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα διοικητικά και οργανωτικά μέτρα που θεωρούν αναγκαία για τη διευκόλυνση των ανταλλαγών που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο.

    Άρθρο 21

    Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου δεν είναι δυνατό να υποχρεώνει το κράτος μέλος να επιβάλλει νέες υποχρεώσεις στους φορολογούμενους για ΦΠΑ σχετικά με τη συγκέντρωση των πληροφοριών ούτε να επιβάλλει στα κράτη μέλη δυσανάλογο διοικητικό φόρτο.

    ò νέο

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

    ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

    Άρθρο 17

    Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται δυνάμει των κεφαλαίων II και III αποτελούν αντικείμενο ανάδρομης πληροφόρησης με αποδέκτη τις αρχές στις οποίες υποβάλλεται η αίτηση ή τις αρμόδιες αρχές που τις διαβίβασαν, σύμφωνα με πρακτικές ρυθμίσεις και με τη συχνότητα που καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 60 παράγραφος 2.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

    Ö ΒΑΣΕΙΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ Õ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΕΙΔΙΚΑ ΤΙΣ ΕΝΔΟΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ

    Άρθρο 1822

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 3 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    1. Κάθε κράτος μέλος τηρεί ð ηλεκτρονικό σύστημα βάσεων ï ηλεκτρονική βάση δεδομένων στην οποία Ö στο οποίο Õ αποθηκεύει και επεξεργάζεται τις ð ακόλουθες ï πληροφορίες Ö : Õ

    Ö α) τις πληροφορίες Õ τις οποίες συλλέγει σύμφωνα με το κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ,

    ò νέο

    β) τα δεδομένα που αναφέρονται στην ταυτότητα, τη δραστηριότητα ή την οργάνωση προσώπων στα οποία έχει χορηγηθεί αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στο εν λόγω κράτος μέλος και τα οποία δεδομένα έχουν συλλεγεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 213 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ,

    γ) τα δεδομένα σχετικά με τον κύκλο εργασιών των προσώπων που αναφέρονται στο στοιχείο β), ιδίως δε τα δεδομένα που έχουν συλλεγεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 250 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ,

    δ) τα δεδομένα σχετικά με το ιστορικό των ανταλλαγών πληροφοριών που προβλέπονται στα κεφάλαια II και III σε σχέση με τα πρόσωπα για τα οποία γίνεται λόγος στο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου,

    ε) τις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει δυνάμει των άρθρων 360, 361, 364 και 365 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

    2. Από 1ης Ιανουαρίου 2015, κάθε κράτος μέλος προσθέτει στα δεδομένα που μνημονεύονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ε) τις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει δυνάμει των άρθρων 369γ, 369στ και 369ζ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

    3. Από 1ης Ιανουαρίου 2015, ή στον βαθμό που τα σχετικά δεδομένα είναι διαθέσιμα κατά τρόπο συγκροτημένο ενωρίτερα, κάθε κράτος μέλος προσθέτει τα ακόλουθα δεδομένα στο σύστημα βάσεων δεδομένων που προβλέπεται στην παράγραφο 1:

    α) συμπληρωματικά δεδομένα που αναφέρονται στην ταυτότητα, τη δραστηριότητα ή την οργάνωση προσώπων στα οποία έχει χορηγηθεί αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στο εν λόγω κράτος μέλος,

    β) αναλυτικότερα δεδομένα σχετικά με τον κύκλο εργασιών των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), τα οποία έχουν συλλεγεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 250 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ,

    γ) δεδομένα σχετικά με την τήρηση των φορολογικών υποχρεώσεων από μέρους των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), π.χ. σχετικά με την τυχόν εκπρόθεσμη υποβολή φορολογικής δήλωσης ή την ύπαρξη φορολογικών χρεών,

    δ) δεδομένα που αφορούν ειδικά συναλλαγές με αντικείμενο συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία και τα οποία επιτρέπουν την ταυτοποίηση αυτών των τελευταίων.

    3. Ο κατάλογος και οι λεπτομέρειες των δεδομένων για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 στοιχεία β), γ) και δ) και στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 60 παράγραφος 2.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    Άρθρο 19

    Προκειμένου να είναι δυνατή η χρησιμοποίηση των πληροφοριών αυτών Ö που μνημονεύονται στο άρθρο 18 Õ στο πλαίσιο των προβλεπόμενων από τον παρόντα κανονισμό διαδικασιών, οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να αποθηκεύονται επί πενταετία τουλάχιστον μετά τη λήξη του Ö πρώτου Õ ημερολογιακού έτους κατά το οποίο επιβάλλεται να δίδεται πρόσβαση στις πληροφορίες.

    Άρθρο 20

    2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η βάση Ö οι βάσεις Õ δεδομένων να είναι ενημερωμένη, πλήρης και ακριβής Ö ενημερωμένες, πλήρεις και ακριβείς Õ .

    Δυνάμει της διαδικασίας του άρθρου 6044 παράγραφος 2 θεσπίζονται κριτήρια βάσει των οποίων καθορίζεται ποιες τροποποιήσεις δεν είναι συναφείς, ουσιαστικές ή χρήσιμες και μπορούν κατά συνέπεια να παραλείπονται.

    ò νέο

    Άρθρο 21

    1. Κάθε πληροφορία που μνημονεύεται στο άρθρο 18 εισάγεται αμελλητί στο σύστημα βάσεων δεδομένων.

    2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, οι πληροφορίες που μνημονεύονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο α) εισάγονται στο σύστημα βάσεων δεδομένων που προβλέπεται εκεί το αργότερο εντός μηνός από τη λήξη της χρονικής περιόδου στην οποία αναφέρονται οι εκάστοτε πληροφορίες.

    3. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση διόρθωσης ή προσθήκης πληροφοριών στο σύστημα βάσεων δεδομένων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 20, οι πληροφορίες αυτές πρέπει να εισάγονται στο εν λόγω σύστημα το αργότερο εντός του μήνα που έπεται της χρονικής περιόδου κατά την οποία συνελέχθησαν οι πληροφορίες.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 2223

    Με βάση τις πληροφορίες που αποθηκεύονται σύμφωνα με το άρθρο 22, η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους απαιτεί από τα άλλα κράτη μέλη να της κοινοποιούν αμελλητί, όλες τις ακόλουθες ð Κάθε κράτος μέλος παραχωρεί στις αρμόδιες αρχές όλων των υπολοίπων κρατών μελών αυτόματη πρόσβαση στις ï πληροφορίεςð που περιλαμβάνονται στις αναφερόμενες στο άρθρο 18 βάσεις δεδομένων. Προκειμένου για τις πληροφορίες που μνημονεύονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του εν λόγω άρθρου, είναι, οπωσδήποτε, προσπελάσιμες οι ακόλουθες επιμέρους πληροφορίες ï :

    1) ð οι αριθμοί ï αριθμούς φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που χορηγεί το κράτος μέλος που λαμβάνει τις πληροφορίες,

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 4

    è1 Διορθωτικό

    2) η συνολική αξία όλων των ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών και η συνολική αξία όλων των ενδοκοινοτικών παροχών υπηρεσιών προς πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί αριθμός μητρώου ΦΠΑ è1 σύμφωνα με το σημείο 1) ç από όλες τις επιχειρήσεις που έχουν αριθμό μητρώου ΦΠΑ στο κράτος μέλος που παρέχει τις πληροφορίες,.

    ò νέο

    3) οι αριθμοί μητρώου ΦΠΑ των προσώπων που πραγματοποίησαν τις παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών που προβλέπονται στο σημείο 2,

    4) η συνολική αξία των παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών που προβλέπονται στο σημείο 2 και έχουν πραγματοποιηθεί από καθένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο σημείο 3 σε κάθε πρόσωπο που έχει αριθμό μητρώου ΦΠΑ όπως προβλέπεται στο σημείο 1,

    5) η συνολική αξία των παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών που προβλέπονται στο σημείο 2 και έχουν πραγματοποιηθεί από καθένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο σημείο 3 σε κάθε πρόσωπο που έχει λάβει αριθμό μητρώου ΦΠΑ από κάποιο άλλο κράτος μέλος.

    ê 37/2009 Άρθρο 1, σημ. 1 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Οι αξίες που αναφέρονται Ö στα σημεία Õ στο σημείο 2 ð , 4 και 5 ï πρώτο εδάφιο εκφράζονται στο νόμισμα του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες και αφορούν τις περιόδους υποβολής των ανακεφαλαιωτικών πινάκων για κάθε υποκείμενο σε φόρο, οι οποίες καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 263 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

    Άρθρο 24

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 5

    Με βάση τις πληροφορίες που αποθηκεύονται σύμφωνα με το άρθρο 22 και όπου το κρίνει απαραίτητο για τον έλεγχο της ενδοκοινοτικής απόκτησης αγαθών ή ενδοκοινοτικής παροχής υπηρεσιών που είναι φορολογητέες στο έδαφός του, αποκλειστικά δε και μόνο για την πρόληψη της παραβίασης της νομοθεσίας για το ΦΠΑ, η αρμόδια αρχή κράτους μέλους λαμβάνει άμεσα όλες τις ακόλουθες πληροφορίες, αυτομάτως, στις οποίες μπορεί επίσης να έχει άμεση πρόσβαση με ηλεκτρονικά μέσα:

    1) τους αριθμούς μητρώου ΦΠΑ των προσώπων που πραγματοποίησαν τις παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών που προβλέπονται από το σημείο 2 του πρώτου εδαφίου του άρθρου 23,

    2) τη συνολική αξία όλων αυτών των παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών από κάθε τέτοιο πρόσωπο σε κάθε πρόσωπο που έχει αριθμό μητρώου ΦΠΑ όπως προβλέπεται στο σημείο 1 του πρώτου εδαφίου του άρθρου 23.

    ê 37/2009 Άρθρο 1, σημ. 2

    Οι αξίες που αναφέρονται στο σημείο 2) πρώτο εδάφιο εκφράζονται στο νόμισμα του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες και αφορούν τις περιόδους υποβολής των ανακεφαλαιωτικών πινάκων για κάθε υποκείμενο σε φόρο, οι οποίες καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 263 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

    ê 1798/2003

    Άρθρο 25

    ê 37/2009 Άρθρο 1, σημ. 3

    1. Εφόσον η αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποχρεούται να επιτρέπει την πρόσβαση στις πληροφορίες δυνάμει των άρθρων 23 και 24, το πράττει το ταχύτερο δυνατόν και το αργότερο εντός προθεσμίας ενός μηνός από το τέλος της περιόδου στην οποία αναφέρονται οι πληροφορίες.

    2. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, στην περίπτωση που προστίθενται πληροφορίες στη βάση δεδομένων υπό τις συνθήκες που προβλέπονται στο άρθρο 22, η πρόσβαση στις συμπληρωματικές αυτές πληροφορίες επιτρέπεται το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός μηνός μετά την περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας συγκεντρώθηκαν οι πληροφορίες.

    ê 1798/2003

    3. Οι συνθήκες υπό τις οποίες παρέχεται πρόσβαση στις διορθωμένες πληροφορίες μπορούν να καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 2.

    ò νέο

    Άρθρο 23

    1. Με σκοπό τη διασφάλιση της ποιοτικής στάθμης και της αξιοπιστίας των πληροφοριών που περιλαμβάνει το προβλεπόμενο στο άρθρο 18 σύστημα βάσεων δεδομένων, τα κράτη μέλη προβαίνουν σε εξακριβώσεις των πληροφοριών που παρέχονται κατά την εγγραφή στο μητρώο ΦΠΑ υποκείμενων στον φόρο καθώς και νομικών προσώπων που δεν υπόκεινται σε αυτόν, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 214 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ. Τα κράτη μέλη βεβαιώνονται ότι το προβλεπόμενο στο άρθρο 18 σύστημα βάσεων δεδομένων δεν περιλαμβάνει ελλιπείς ή εσφαλμένες πληροφορίες σχετικά με υποκείμενους στον φόρο ούτε σχετικά με μη υποκείμενα στον φόρο νομικά πρόσωπα.

    2. Οι πληροφορίες που πρέπει να συλλέγονται και οι εξακριβώσεις που πρέπει να πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της εφαρμογής της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου καθορίζονται με τη διαδικασία το άρθρου 60 παράγραφος 2. Οι εν λόγω πληροφορίες και εξακριβώσεις αφορούν τη δραστηριότητα του υποκείμενου στον φόρο, καθώς και την ταυτότητα του ιδίου ή των διευθυντικών του στελεχών.

    3. Με βάση τις πληροφορίες και εξακριβώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου καθώς και τις πληροφορίες που περιλαμβάνει το προβλεπόμενο στο άρθρο 18 σύστημα βάσεων δεδομένων, τα κράτη μέλη προβαίνουν, το αργότερο κατά τη διάρκεια του έτους που έπεται της εγγραφής στο μητρώο ΦΠΑ υποκείμενων στον φόρο καθώς και νομικών προσώπων που δεν υπόκεινται σε αυτόν, σε ανάλυση κινδύνου σε σχέση με τα εν λόγω πρόσωπα.

    4. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την προβλεπόμενη στο άρθρο 60 επιτροπή για τα μέτρα που θεσπίζουν σε εθνικό επίπεδο με σκοπό τη διενέργεια των αναλύσεων κινδύνου που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

    Άρθρο 24

    1. Τα κράτη μέλη επισημαίνουν αμελλητί στο προβλεπόμενο στο άρθρο 18 σύστημα βάσεων δεδομένων τις ακόλουθες καταστάσεις:

    α) τα πρόσωπα των οποίων τα στοιχεία είναι καταχωρημένα στη βάση δεδομένων και τα οποία έχουν παύσει να ασκούν οικονομική δραστηριότητα, πράγμα που σημαίνει ότι τα πρόσωπα αυτά δεν πρέπει πλέον να διαθέτουν αριθμό μητρώου ΦΠΑ·

    β) τα πρόσωπα που δηλώνουν ότι δεν πρόκειται να ασκήσουν οικονομική δραστηριότητα επί συγκεκριμένο χρονικό διάστημα·

    γ) την ύπαρξη ιδιαίτερων κινδύνων οι οποίοι ανιχνεύονται κατά την ανάλυση κινδύνου που προβλέπεται στο άρθρο 23 παράγραφος 3.

    2. Αν επί ένα έτος δεν υπάρχει καμία ένδειξη για την άσκηση οποιασδήποτε οικονομικής δραστηριότητας, τα κράτη μέλη ελέγχουν κατά πόσον εξακολουθούν να είναι ακριβείς οι πληροφορίες που μνημονεύονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 και προβαίνουν, εφόσον χρειάζεται, στις επισημάνσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

    3. Οι λεπτομέρειες της εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου καθορίζονται με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 60 παράγραφος 2.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 2526

    Εάν, για την εφαρμογή των άρθρων 22 έως 25 18 έως 22, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών αποθηκεύουν πληροφορίες σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων και ανταλλάσσουν τις πληροφορίες αυτές με ηλεκτρονικά μέσα, λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίζουν την τήρηση του άρθρου 5741.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIIII

    ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

    Άρθρο 2614

    Κατ’ αίτηση της αιτούσας αρχής και σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την κοινοποίηση παρόμοιων πράξεων στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση κοινοποιεί στον παραλήπτη όλες τις πράξεις και αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από τις διοικητικές αρχές και αφορούν την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ΦΠΑ στο έδαφος του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η αιτούσα αρχή.

    Άρθρο 2715

    Η αίτηση κοινοποίησης, με την οποία επισημαίνεται το αντικείμενο της προς κοινοποίηση πράξης ή απόφασης, περιλαμβάνει το όνομα, τη διεύθυνση και κάθε άλλη πληροφορία χρήσιμη για την εξακρίβωση της ταυτότητας του παραλήπτη.

    Άρθρο 2816

    Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τη συνέχεια που δίνεται στην αίτηση κοινοποίησης και κοινοποιεί, ειδικότερα, την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση ή η πράξη κοινοποιήθηκε στον παραλήπτη.

    Τμήμα 3ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

    ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΙΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ

    Άρθρο 2911

    1. Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει η τελευταία, ð αρμόδιοι ïυπάλληλοι ειδικά εξουσιοδοτημένοι από την αιτούσα αρχή έχουν τη δυνατότητα, για τους σκοπούς της ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται από το άρθρο 1, να είναι παρόντες στα γραφεία ð , ή σε οποιονδήποτε άλλον χώρο, όπου ï στα οποία εκτελούν τα καθήκοντά τους οι διοικητικές αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Στην περίπτωση που οι αιτούμενες πληροφορίες περιέχονται σε έγγραφα στα οποία οι υπάλληλοι της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση έχουν πρόσβαση, στους υπαλλήλους της αιτούσας αρχής παρέχονται αντίγραφα των εγγράφων που περιέχουν τις αιτούμενες πληροφορίες.

    2. Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει η τελευταία, ð αρμόδιοι ïυπάλληλοι οριζόμενοι από την αιτούσα αρχή ð της αιτούσας αρχής δύνανται, για τους σκοπούς της ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 1, να είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες. Οι διοικητικές έρευνες διεξάγονται αποκλειστικά από υπαλλήλους της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Οι υπάλληλοι της αιτούσας αρχής δεν ασκούν τις εξουσίες ελέγχου τις οποίες διαθέτουν οι υπάλληλοι της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Μπορούν, ωστόσο, να έχουν πρόσβαση στους ίδιους χώρους και στα ίδια έγγραφα με αυτούς, με τη διαμεσολάβησή τους και για τις ανάγκες της διεξαγόμενης διοικητικής έρευνας και μόνον.

    3. Οι υπάλληλοι της αιτούσας αρχής που βρίσκονται σε άλλο κράτος μέλος κατ' εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, πρέπει να είναι σε θέση να επιδεικνύουν ανά πάσα στιγμή γραπτή εξουσιοδότηση στην οποία αναγράφονται τα στοιχεία ταυτότητας και η επίσημη ιδιότητά τους.

    Τμήμα 4ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

    ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΟΙ Ö ΠΟΛΥΜΕΡΕΙΣ Õ ΕΛΕΓΧΟΙ

    Άρθρο 3012

    Για το σκοπό της ανταλλαγής των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 1, δύο ή περισσότερα κράτη μέλη μπορούν να συμφωνήσουν να διενεργήσουν στα αντίστοιχα εδάφη τους ταυτόχρονους ελέγχους της φορολογικής κατάστασης ενός ή περισσότερων φορολογουμένων που παρουσιάζουν κοινό ή συμπληρωματικό ενδιαφέρον, ð Τα κράτη μέλη διενεργούν πολυμερείς ελέγχους ï κάθε φορά που οι έλεγχοι αυτοί κρίνονται αποτελεσματικότεροι από τους ελέγχους που διεξάγονται σε ένα μόνο κράτος μέλος.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 3113

    1. Ένα κράτος μέλος καθορίζει κατά τρόπο ανεξάρτητο τους φορολογουμένους τους οποίους προτίθεται να προτείνει για τη διενέργεια ταυτόχρονου Ö πολυμερούς Õ ελέγχου. Η αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή των άλλων οικείων κρατών μελών τις περιπτώσεις που προτείνεται να αποτελέσουν αντικείμενο ταυτόχρονων Ö πολυμερών Õ ελέγχων. Αιτιολογεί την επιλογή αυτή, κατά το βαθμό που είναι δυνατόν, παρέχοντας τις πληροφορίες που την οδήγησαν σε αυτή την απόφαση. Προσδιορίζει τη χρονική περίοδο κατά την οποία θα πρέπει να διεξαχθούν οι έλεγχοι αυτοί.

    2. Τα οικεία κράτη μέλη αποφασίζουν τότε αν επιθυμούν να συμμετάσχουν στους ταυτόχρονους ελέγχους. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους ð , εντός προθεσμίας δύο εβδομάδων από τη στιγμή που θα ï μόλις λάβει την πρόταση για διενέργεια ταυτόχρονου ð πολυμερούς ï ελέγχου, επιβεβαιώνει στην αιτούσα αρχή την αποδοχή του αιτήματος ή της ανακοινώνει την αιτιολογημένη απόρριψή του.

    3. Κάθε αρμόδια αρχή των οικείων κρατών μελών ορίζει αντιπρόσωπο υπεύθυνο να εποπτεύει και να συντονίζει τις εργασίες ελέγχου.

    ò νέο

    4. Οι συλλεγόμενες πληροφορίες ανταλλάσσονται αυθορμήτως μεταξύ των οικείων κρατών μελών.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

    Ö ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥΣ ΣΤΟΝ ΦΟΡΟ Õ

    Άρθρο 3227

    1. Κάθε κράτος μέλος τηρεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων στην οποία περιέχεται μητρώο των προσώπων στα οποία έχει χορηγηθεί αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στο συγκεκριμένο κράτος μέλος.

    2. Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους μπορεί, οποτεδήποτε, να λαμβάνει απευθείας ή να ζητεί να της διαβιβάζεται επιβεβαίωση, βάσει των δεδομένων που αποθηκεύονται σύμφωνα με το άρθρο 22, της εγκυρότητας του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ δυνάμει του οποίου κάποιο πρόσωπο πραγματοποίησε ή δέχθηκε ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών.

    Κατόπιν ειδικής αιτήσεως, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση γνωστοποιεί επίσης την ημερομηνία χορήγησης και, ενδεχομένως, την ημερομηνία παύσης της ισχύος του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ.

    3. Κατόπιν αιτήσεως, η αρμόδια αρχή παρέχει επίσης αμέσως το όνομα και τη διεύθυνση του προσώπου στο οποίο έχει χορηγηθεί ο αριθμός, εφόσον οι πληροφορίες αυτές δεν αποθηκεύονται από την αιτούσα αρχή ενόψει ενδεχόμενης μεταγενέστερης χρήσης.

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 6 (προσαρμοσμένο)

    4. Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα που αφορούν οι ενδοκοινοτικές παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών και, για την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 357 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, οι μη εγκατεστημένοι υποκείμενοι στο φόρο που πραγματοποιούν ηλεκτρονικώς παρεχόμενες υπηρεσίες, ιδίως όσες αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ της εν λόγω οδηγίας, να έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν επιβεβαίωση της εγκυρότητας του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ οιουδήποτε συγκεκριμένου προσώπου.

    Κατά την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 357 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ τα κράτη μέλη παρέχουν την επιβεβαίωση αυτή με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 50 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 6 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    41. Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα που αφορούν οι ενδοκοινοτικές παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών και, για την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 357 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, οι μη εγκατεστημένοι υποκείμενοι στο φόρο που πραγματοποιούν ηλεκτρονικώς παρεχόμενες υπηρεσίες, ιδίως όσες αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ της εν λόγω οδηγίας, να έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν ð , για τις ανάγκες του συγκεκριμένου τύπου πράξης, ï επιβεβαίωση Ö με ηλεκτρονικά μέσα Õ της εγκυρότητας του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ οιουδήποτε συγκεκριμένου προσώπου ð καθώς και του ονόματος και της διεύθυνσης που αντιστοιχούν σε αυτό. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να αντιστοιχούν στα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β) και να λαμβάνουν υπόψη τις καταστάσεις που τα κράτη μέλη υποχρεούνται να επισημαίνουν αμελλητί στα συστήματα βάσεων δεδομένων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 24 του παρόντος κανονισμού ï .

    Ö Για την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 357 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, το πρώτο εδάφιο δεν ισχύει για τους μη εγκατεστημένους υποκείμενους στο φόρο που παρέχουν τηλεπικοινωνιακές, ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές υπηρεσίες. Õ

    Τα κράτη μέλη παρέχουν την επιβεβαίωση αυτή με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

    ò νέο

    2. Ο υποκείμενος στον φόρο δύναται να επικαλεσθεί έναντι των διοικητικών και δικαστικών αρχών όλων των κρατών μελών την επιβεβαίωση την οποία έλαβε δυνάμει της παραγράφου 1, υπό την προϋπόθεση ότι είχε διευκρινίσει στην αίτηση που υπέβαλε τον δικό του αριθμό μητρώου ΦΠΑ.

    ê 1798/2003

    5. Όταν, για την εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 4, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών αποθηκεύουν πληροφορίες σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων και ανταλλάσσουν τις πληροφορίες αυτές με ηλεκτρονικά μέσα, λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίζουν την τήρηση του άρθρου 41.

    ò νέο

    Άρθρο 33

    1. Έκαστο κράτος μέλος γνωστοποιεί στην Επιτροπή το ακριβές περιεχόμενο των διατάξεων που θεσπίζει για την εφαρμογή του κεφαλαίου 3 του τίτλου XI της οδηγίας 2006/112/ΕΚ οι οποίες ισχύουν για τους μη εγκατεστημένους υποκείμενους στον φόρο στο έδαφός του, ενόψει της δημοσίευσης των διατάξεων αυτών στον δικτυακό τόπο της Επιτροπής. Οι πληροφορίες αυτές διαβιβάζονται στην Επιτροπή το αργότερο την 1η Μαρτίου εκάστου έτους ή κατά τον χρόνο έναρξης της εφαρμογής τους.

    2. Ο ακριβής κατάλογος των πληροφοριών που πρέπει να γνωστοποιούνται και ο τύπος της γνωστοποίησης αποφασίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 60 παράγραφος 2.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ X

    ΠΟΛΥΜΕΡΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

    Άρθρο 34

    1. Με τον παρόντα κανονισμό συστήνεται κοινός φορέας για την καταπολέμηση της απάτης και της φοροδιαφυγής στον τομέα του ΦΠΑ. Ο εν λόγω φορέας είναι επιφορτισμένος, μεταξύ άλλων, με τα εξής καθήκοντα:

    α) οργάνωση ταχειών και πολυμερών ανταλλαγών πληροφοριών, με ή χωρίς προηγούμενη υποβολή αίτησης,

    β) προαγωγή της ανταλλαγής πληροφοριών με βάση τα πορίσματα αναλύσεων κινδύνου,

    γ) προαγωγή της ανταλλαγής πληροφοριών με βάση τα πορίσματα στρατηγικών αναλύσεων.

    2. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καθορίζουν τα πεδία των ερευνών του φορέα του οποίου η σύσταση προβλέπεται στην παράγραφο 1.

    3. Για κάθε πεδίο ερευνών, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών διορίζουν στο πλαίσιο του φορέα ένα ή περισσότερα κράτη μέλη στα οποία ανατίθενται η εποπτεία και η καθοδήγηση των δραστηριοτήτων που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

    Άρθρο 35

    Ο φορέας του οποίου η σύσταση προβλέπεται στο άρθρο 34 απαρτίζεται από δεόντως κατηρτισμένους υπαλλήλους, διορισμένους από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Η Επιτροπή παρέχει τεχνική, διοικητική και επιχειρησιακή υποστήριξη στον εν λόγω φορέα.

    Άρθρο 36

    1. Ο φορέας του οποίου η σύσταση προβλέπεται στο άρθρο 34 εξουσιοδοτείται να κάνει χρήση όλων των μηχανισμών διοικητικής συνεργασίας που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

    2. Οι λεπτομερείς ρυθμίσεις για τις ανταλλαγές πληροφοριών που πραγματοποιούνται ειδικά στο πλαίσιο της λειτουργίας του φορέα του οποίου η σύσταση προβλέπεται στο άρθρο 34 καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 60 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 37

    Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δύνανται να αναθέσουν εντολή στον φορέα του οποίου η σύσταση προβλέπεται στο άρθρο 34 να προβαίνει σε ανάλυση κινδύνου ή σε κοινή στρατηγική ανάλυση.

    Άρθρο 38

    3. Ο φορέας του οποίου η σύσταση προβλέπεται στο άρθρο 34 επεξεργάζεται τις πληροφορίες που λαμβάνει και διαβιβάζει τα αποτελέσματα της επεξεργασίας αυτής σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία αυτά θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμα.

    4. Οσάκις είναι απαραίτητο, οι αποδέκτες πληροφοριών, με τη σειρά τους, επεξεργάζονται τις πληροφορίες που λαμβάνουν και διαβιβάζουν τα αποτελέσματα της επεξεργασίας αυτής στον φορέα του οποίου η σύσταση προβλέπεται στο άρθρο 34.

    Άρθρο 39

    Ο φορέας του οποίου η σύσταση προβλέπεται στο άρθρο 34 υποβάλλει ετησίως έκθεση πεπραγμένων στην επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 60.

    ê 1798/2003

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIVI

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 7 (προσαρμοσμένο)

    ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ ΧΙΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2006/112/ΕΚ

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 7 (προσαρμοσμένο)

    ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ ΧΙΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2006/112/ΕΚ

    Ö Τμήμα 1 Õ

    Ö Διατάξεις εφαρμοστέες έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014 Õ

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 8

    Άρθρο 4028

    Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται για τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στο κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ. Οι ορισμοί που περιέχονται στο άρθρο 358 της οδηγίας αυτής εφαρμόζονται επίσης για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου.

    ê 1798/2003

    Άρθρο 4129

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 9

    1. Οι πληροφορίες του μη εγκατεστημένου στην Κοινότητα υποκείμενου στο φόρο προς το κράτος μέλος εγγραφής κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων του, σύμφωνα με το άρθρο 361 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλονται ηλεκτρονικά. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6044 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

    ê 1798/2003

    2. Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών εντός δέκα ημερών από το τέλος του μηνός στη διάρκεια του οποίου έλαβε τις πληροφορίες από τον μη εγκατεστημένο υποκείμενο στο φόρο. Ομοίως, οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών ενημερώνονται για το χορηγηθέντα αριθμό φορολογικού μητρώου. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος με το οποίο διαβιβάζονται οι πληροφορίες αυτές, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6044 παράγραφος 2.

    3. Το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, σε περίπτωση που μη εγκατεστημένος υποκείμενος στο φόρο διαγράφεται από το φορολογικό μητρώο.

    Άρθρο 4230

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 10

    Η δήλωση φόρου προστιθεμένης αξίας, η οποία περιλαμβάνει τις λεπτομέρειες που αναφέρονται στο άρθρο 365 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6044 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

    ê 1798/2003

    Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές, με ηλεκτρονικά μέσα, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που αφορούν, το αργότερο εντός δέκα ημερών από το τέλος του μηνός στη διάρκεια του οποίου παρέλαβε τη δήλωση. Τα κράτη μέλη που είχαν απαιτήσει τη συμπλήρωση φορολογικής δήλωσης σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ, μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης. Οι τεχνικές λεπτομέρειες της διαβίβασης των πληροφοριών αυτών καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6044 παράγραφος 2.

    Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει, με ηλεκτρονικά μέσα, στο κράτος μέλος κατανάλωσης τις πληροφορίες που απαιτούνται για τη σύνδεση κάθε πληρωμής με την αντίστοιχη τριμηνιαία φορολογική δήλωση.

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 11 (προσαρμοσμένο)

    Άρθρο 31

    Οι διατάξεις του άρθρου 22 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται και στις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει το κράτος μέλος εγγραφής, σύμφωνα με τα άρθρα 360, 361, 364 και 365 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 11 (προσαρμοσμένο)

    Άρθρο 31

    Οι διατάξεις του άρθρου 22, του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται και στις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει το κράτος μέλος εγγραφής, σύμφωνα με τα άρθρα 360, 361, 364, 365, 369γ, 369στ και 369ζ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

    ê 1798/2003

    Άρθρο 4332

    Το κράτος μέλος εγγραφής εξασφαλίζει ότι το ποσό που του έχει καταβάλει ο μη εγκατεστημένος υποκείμενος στο φόρο, μεταφέρεται σε τραπεζικό λογαριασμό σε ευρώ, που έχει υποδείξει το κράτος μέλος κατανάλωσης στο οποίο οφείλεται ο φόρος. Τα κράτη μέλη που είχαν απαιτήσει την καταβολή του φόρου σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης. Η μεταφορά πραγματοποιείται αργότερο εντός δέκα ημερών μετά το τέλος του μήνα στη διάρκεια του οποίου πραγματοποιήθηκε η πληρωμή.

    Εάν ο μη εγκατεστημένος υποκείμενος σε φόρο δεν καταβάλει το συνολικό ποσό του οφειλόμενου φόρου, το κράτος μέλος εγγραφής εξασφαλίζει ότι τα ποσά μεταβιβάζονται στα κράτη μέλη κατανάλωσης κατ' αναλογία με το φόρο που οφείλεται σε κάθε κράτος μέλος. Το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών κατανάλωσης.

    Άρθρο 4433

    Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τους σχετικούς αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών για την κατάθεση των ποσών σύμφωνα με το άρθρο 4332.

    Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και την Επιτροπή οποιεσδήποτε μεταβολές του κανονικού φορολογικού συντελεστή.

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 12 (προσαρμοσμένο)

    Άρθρο 34

    Τα άρθρα 28 έως 33 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται κατά την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 357 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 8 (προσαρμοσμένο)

    Ö Τμήμα 2 Õ

    Ö Διατάξεις εφαρμοστέες από 1 ης Ιανουαρίου 2015 Õ

    Άρθρο 4528

    Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται για τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στο κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 9

    Άρθρο 4629

    1. Οι πληροφορίες του μη εγκατεστημένου στην Κοινότητα υποκείμενου στο φόρο προς το κράτος μέλος εγγραφής κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων του, σύμφωνα με το άρθρο 361 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλονται ηλεκτρονικά. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 60 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

    2. Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει τις πληροφορίες που αναφέρει η παράγραφος 1 ηλεκτρονικά στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών εντός δέκα ημερών από το τέλος του μήνα στη διάρκεια του οποίου έλαβε τις πληροφορίες από το μη εγκατεστημένο στην Κοινότητα υποκείμενο στο φόρο. Αντίστοιχες πληροφορίες για τον υποκείμενο στο φόρο, ο οποίος χρησιμοποιεί το ειδικό καθεστώς βάσει του άρθρου 369β της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, διαβιβάζονται στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών εντός δέκα ημερών μετά το τέλος του μηνός κατά τον οποίο ο υποκείμενος στο φόρο δήλωσε την έναρξη των φορολογητέων δραστηριοτήτων του βάσει του εν λόγω καθεστώτος. Ομοίως, οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών ενημερώνονται για το χορηγηθέντα αριθμό μητρώου.

    Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος με το οποίο διαβιβάζονται οι πληροφορίες, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 60 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

    3. Το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει άμεσα, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, εάν ο υποκείμενος στο φόρο ο οποίος δεν είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα ή ο υποκείμενος στο φόρο ο οποίος δεν είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος κατανάλωσης έχει εξαιρεθεί από το ειδικό καθεστώς.

    ê 1798/2003

    Άρθρο 47

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 10

    LΗ δήλωση φόρου προστιθεμένης αξίας, η οποία περιλαμβάνει τις λεπτομέρειες που αναφέρονται στο άρθρο 365 και στο άρθρο 369ζ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 60 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

    Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές, με ηλεκτρονικά μέσα, στην ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή του κράτους μέλους κατανάλωσης, το αργότερο εντός δέκα ημερών από το τέλος του μηνός στη διάρκεια του οποίου παρέλαβε τη δήλωση. Οι πληροφορίες που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 369ζ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ πρέπει επίσης να διαβιβάζονται στην ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης. Τα κράτη μέλη που απαιτούν τη συμπλήρωση φορολογικής δήλωσης σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ, μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης. Οι τεχνικές λεπτομέρειες της διαβίβασης των πληροφοριών αυτών καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 60 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

    ê 1798/2003

    Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει, με ηλεκτρονικά μέσα, στο κράτος μέλος κατανάλωσης τις πληροφορίες που απαιτούνται για τη σύνδεση κάθε πληρωμής με την αντίστοιχη τριμηνιαία φορολογική δήλωση.

    Άρθρο 48

    Το κράτος μέλος εγγραφής εξασφαλίζει ότι το ποσό που του έχει καταβάλει ο μη εγκατεστημένος υποκείμενος στο φόρο, μεταφέρεται σε τραπεζικό λογαριασμό σε ευρώ, που έχει υποδείξει το κράτος μέλος κατανάλωσης στο οποίο οφείλεται ο φόρος. Τα κράτη μέλη που είχαν απαιτήσει την καταβολή του φόρου σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης. Η μεταφορά πραγματοποιείται αργότερο εντός δέκα ημερών μετά το τέλος του μήνα στη διάρκεια του οποίου πραγματοποιήθηκε η πληρωμή.

    Εάν ο μη εγκατεστημένος υποκείμενος σε φόρο δεν καταβάλει το συνολικό ποσό του οφειλόμενου φόρου, το κράτος μέλος εγγραφής εξασφαλίζει ότι τα ποσά μεταβιβάζονται στα κράτη μέλη κατανάλωσης κατ' αναλογία με το φόρο που οφείλεται σε κάθε κράτος μέλος. Το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών κατανάλωσης.

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 12

    Όσον αφορά τις μεταφορές ποσών προς το κράτος μέλος κατανάλωσης σύμφωνα με το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στον τίτλο ΧΙΙ, κεφάλαιο 6 τμήμα 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, το κράτος μέλος εγγραφής δικαιούται να παρακρατήσει από τα ποσά που αναφέρονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο:

    α) από 1ης Ιανουαρίου 2015 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016, 30 %·

    β) από 1ης Ιανουαρίου 2017 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018, 15 %·

    γ) από 1ης Ιανουαρίου 2019, 0 %.

    ê 1798/2003

    Άρθρο 49

    Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών τους σχετικούς αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών για την κατάθεση των ποσών σύμφωνα με το άρθρο 48.

    Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμελλητί, με ηλεκτρονικά μέσα, στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και την Επιτροπή οποιεσδήποτε μεταβολές του κανονικού φορολογικού συντελεστή.

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 13 (προσαρμοσμένο)

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIIVIα

    ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΦΥΛΑΞΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣΦΠΑ ΣE ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥΣ ΣΤΟ ΦΟΡΟ ΜΗ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥΣ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΑΛΛΑ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥΣ ΣΕ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ, ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2008/9/ΕΚ

    Άρθρο 5034α

    1. Όταν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης λαμβάνει αίτηση για επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας δυνάμει του άρθρου 5 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ , της 12ης Φεβρουαρίου 2008, για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με την επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας, που προβλέπεται στην οδηγία 2006/112/ΕΚ, σε υποκείμενους στο φόρο μη εγκατεστημένους στο κράτος μέλος επιστροφής αλλά εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος και σε περίπτωση που δεν εφαρμόζεται το άρθρο 18 της εν λόγω οδηγίας, η αρμόδια αρχή οφείλει, εντός 15 ημερολογιακών ημερών από την παραλαβή της, να διαβιβάσει την αίτηση με ηλεκτρονικά μέσα στις αρμόδιες αρχές κάθε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους επιστροφής, επιβεβαιώνοντας έτσι ότι ο αιτών είναι υποκείμενος στο φόρο προστιθέμενης αξίας κατά τα οριζόμενα στο σημείο 5 του άρθρου 2 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ και ότι ο αριθμός μητρώου ΦΠΑ ή φορολογικού μητρώου που έχει δηλώσει το εν λόγω πρόσωπο είναι έγκυρος κατά την περίοδο επιστροφής.

    2. Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους επιστροφής κοινοποιούν με ηλεκτρονικά μέσα στις αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών μελών οποιαδήποτε πληροφορία που απαιτείται βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 2 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, περιλαμβανομένου και ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος με το οποίο θα διαβιβάζονται οι πληροφορίες αυτές, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6044 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

    3. Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους επιστροφής ενημερώνουν, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών μελών εάν θέλουν να κάνουν χρήση της δυνατότητας που αναφέρεται στο άρθρο 11 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ, να απαιτήσουν δηλαδή από τον αιτούντα να υποβάλει περιγραφή της επιχειρηματικής του δραστηριότητας βάσει εναρμονισμένων κωδικών.

    Οι εναρμονισμένοι κωδικοί που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 6044 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και επί τη βάσει της ονοματολογίας NACE η οποία καθιερώνεται με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3037/90[19] 1893/2006 του Συμβουλίου[20] .

    ê 1798/2003

    ð νέο

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIIIVII

    ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

    Άρθρο 5135

    1. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εξετάζουν και αξιολογούν τη λειτουργία του συστήματος διοικητικής συνεργασίας που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό ð . Ειδικότερα, τα κράτη μέλη διενεργούν ελέγχους με αντικείμενο τη λειτουργία του εν λόγω συστήματος ï . Η Επιτροπή συγκεντρώνει στοιχεία από την πείρα των κρατών μελών με στόχο τη βελτίωση της λειτουργίας αυτού του συστήματος.

    2. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή κάθε διαθέσιμη πληροφορία σχετικά με την εκ μέρους τους εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

    ò νέο

    3. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή κάθε διμερή ή πολυμερή συμφωνία ανταλλαγής πληροφοριών την οποία συνάπτουν μεταξύ τους και η οποία περιλαμβάνει διατάξεις αυστηρότερες από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

    ê 1798/2003

    43. Κατάλογος των στατιστικών στοιχείων για την αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού καταρτίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6044 παράγραφος 2. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν τα στοιχεία αυτά στην Επιτροπή εφόσον είναι διαθέσιμα, ενώ η κοινοποίηση αυτή δεν πιθανολογείται να προκαλέσει αδικαιολόγητο διοικητικό φόρτο.

    54. Ενόψει της αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας του ισχύοντος συστήματος διοικητικής συνεργασίας για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να γνωστοποιούν στην Επιτροπή κάθε άλλη πληροφορία που αναφέρεται στο άρθρο 1.

    65. Η Επιτροπή διαβιβάζει τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 4 έως 5 στα λοιπά ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

    ò νέο

    7. Οσάκις συντρέχει ανάγκη, συμπληρωματικώς σε σχέση με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές εκάστου κράτους μέλους, μόλις περιέλθουν στην κατοχή της, τις πληροφορίες εκείνες που θα επέτρεπαν στα κράτη μέλη να καταπολεμήσουν την απάτη στον τομέα του ΦΠΑ.

    8. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή δύνανται να ανταλλάσσουν μεταξύ τους τα πορίσματα των στρατηγικών αναλύσεων που διενεργούνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

    9. Η Επιτροπή δύναται να παράσχει στα κράτη μέλη εμπειρογνωμοσύνη, τεχνική ή επιμελητειακή βοήθεια, δράση επικοινωνίας ή οποιαδήποτε άλλη επιχειρησιακή υποστήριξη, ενόψει της επίτευξης των στόχων του παρόντος κανονισμού.

    ê 1798/2003

    ð νέο

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIVVIII

    ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΙΣ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ

    Άρθρο 5236

    1. Όταν η αρμόδια αρχή κράτους μέλους λαμβάνει πληροφορίες από τρίτη χώρα, αυτή η αρχή δύναται να τις διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών που ενδέχεται να ενδιαφέρονται σχετικά και, οπωσδήποτε, σε όσες διατυπώνουν σχετικό αίτημα, εφόσον αυτό επιτρέπεται ð δεν αποκλείεται ï δυνάμει των ρυθμίσεων που διέπουν την παροχή συνδρομής με τη συγκεκριμένη τρίτη χώρα.

    2. Αν η ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα έχει δεσμευθεί να παρέχει την αναγκαία συνδρομή για να συγκεντρωθούν όλα τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τον παράτυπο χαρακτήρα των πράξεων που φαίνεται να αντιβαίνουν στη νομοθεσία για το ΦΠΑ, είναι δυνατό να γνωστοποιούνται στη χώρα αυτή οι πληροφορίες που έχουν συγκεντρωθεί κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, με τη συγκατάθεση των αρμόδιων αρχών που τις έχουν παράσχει, σύμφωνα με τις εσωτερικές τους διατάξεις όσον αφορά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ XVIX

    ΟΡΟΙ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

    Άρθρο 5337

    1. Οι γνωστοποιούμενες βάσει του παρόντος κανονισμού πληροφορίες παρέχονται, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που πρόκειται να θεσπισθούν βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 6044 παράγραφος 2.

    ò νέο

    2. Το επίπεδο εξυπηρέτησης που ισχύει για τις ανταλλαγές πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα καθορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 60 παράγραφος 2.

    ê 1798/2003

    Άρθρο 5438

    Οι αιτήσεις παροχής συνδρομής, συμπεριλαμβανομένων των αιτήσεων κοινοποίησης πληροφοριών, και τα επισυναπτόμενα σε αυτές δικαιολογητικά, μπορούν να διατυπώνονται σε οποιαδήποτε γλώσσα συμφωνήσουν η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Οι εν λόγω αιτήσεις συνοδεύονται από μετάφραση στην επίσημη γλώσσα ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, μόνον σε ειδικές περιπτώσεις όπου η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση αναφέρει μια αιτία για την οποία ζητεί αυτήν τη μετάφραση.

    Άρθρο 5539

    ê 143/2008 Άρθρο 1, σημ. 14

    Για την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 357 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ ηΗ Επιτροπή και τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα υπάρχοντα ή τα νέα συστήματα επικοινωνίας και ανταλλαγής πληροφοριών, που είναι απαραίτητα σύμφωνα με όσα, περιγράφονται στα άρθρα 2941 και 3042, του παρόντος κανονισμού, θα έχουν τεθεί σε λειτουργία. Η Επιτροπή θα είναι υπεύθυνη για οποιαδήποτε προσαρμογή του Κοινού Δικτύου Επικοινωνιών/Κοινής Διεπαφής Συστημάτων (CCN/CSI) που απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών μεταξύ των κρατών μελών. Τα κράτη μέλη θα είναι υπεύθυνα για οποιαδήποτε προσαρμογή των συστημάτων τους που απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών με τη χρήση του CCN/CSI.

    ê 143/2008 Άρθρο 2, σημ. 14 (προσαρμοσμένο)

    Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα υπάρχοντα ή νέα συστήματα επικοινωνίας και ανταλλαγής πληροφοριών που είναι απαραίτητα για τις ανταλλαγές πληροφοριών, που περιγράφονται στα άρθρα 29 και 30, θα έχουν τεθεί σε λειτουργία. Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για οποιαδήποτε προσαρμογή του Κοινού Δικτύου Επικοινωνιών/Κοινής Διεπαφής Συστημάτων (CCN/CSI) απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών μεταξύ κρατών μελών. Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για οποιαδήποτε προσαρμογή των συστημάτων τους απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών με τη χρήση του CCN/CSI.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Τα κράτη μέλη παραιτούνται από κάθε αίτημα κάλυψης των εξόδων που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εκτός, κατά περίπτωση, από τις αμοιβές που καταβάλλονται σε εμπειρογνώμονες.

    Άρθρο 5640

    1. Η αρχή κράτους μέλους στην οποία υποβάλλεται η αίτηση παρέχει στην αιτούσα αρχή άλλου κράτους μέλους τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1, υπό την προϋπόθεση ότι:

    α) ο αριθμός και η φύση των αιτήσεων παροχής πληροφοριών, οι οποίες υποβάλλονται από την αιτούσα αρχή σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, δεν επιβάλλουν δυσανάλογο διοικητικό φόρτο στην αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση·

    β) η αιτούσα αρχή έχει εξαντλήσει τις συνήθεις πηγές πληροφοριών τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ανάλογα με τις περιστάσεις για να λάβει τις αιτούμενες πληροφορίες χωρίς να κινδυνεύει η επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος.

    2. Ο παρών κανονισμός δεν επιβάλλει την υποχρέωση διεξαγωγής ερευνών ή διαβίβασης πληροφοριών ð σχετικά με μια ειδική περίπτωση ï , όταν η νομοθεσία ή η διοικητική πρακτική του κράτους μέλους, το οποίο θα έπρεπε να παράσχει τις πληροφορίες, δεν επιτρέπει στο κράτος μέλος ούτε να διεξάγει τις έρευνες αυτές ούτε να συλλέγει ή να χρησιμοποιεί τις συγκεκριμένες πληροφορίες για τους κατ' ιδίαν σκοπούς του εν λόγω κράτους μέλους.

    3. Η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους Ö στο οποίο έχει υποβληθεί αίτηση Õ μπορεί να αρνείται να παράσχει πληροφορίες στην περίπτωση που το εν λόγω Ö αιτούν Õ κράτος μέλος αδυνατεί, για νομικούς λόγους, να παράσχει τέτοιες πληροφορίες. Η Επιτροπή ενημερώνεται για τους λόγους της άρνησης από το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.

    4. Η άρνηση διαβίβασης πληροφοριών είναι δυνατή στην περίπτωση που η διαβίβαση αυτή θα οδηγούσε στην κοινολόγηση εμπορικού, βιομηχανικού ή επαγγελματικού απορρήτου ή εμπορικής μεθόδου, ή πληροφορίας της οποίας η κοινολόγηση θα ήταν αντίθετη προς τη δημόσια τάξη.

    ò νέο

    5. Οι παράγραφοι 2 έως 4 δεν είναι δυνατό σε καμία περίπτωση να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι παρέχουν τη δυνατότητα στην αρχή κράτους μέλους στην οποία υποβάλλεται η αίτηση να αρνηθεί να διαβιβάσει πληροφορίες σχετικά με κάποιον υποκείμενο στον φόρο ο οποίος έχει λάβει αριθμό μητρώου ΦΠΑ στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής με μόνη αιτιολογία το ότι οι πληροφορίες αυτές βρίσκονται στην κατοχή τράπεζας ή άλλου πιστωτικού ιδρύματος ή ενός προσώπου που έχει διορισθεί ή ενεργεί ως αντιπρόσωπος ή καταπιστευματοδόχος, ή ότι αναφέρονται στη συμμετοχή στο κεφάλαιο ενός προσώπου.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    56. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενημερώνει την αιτούσα αρχή για τους λόγους απόρριψης του αιτήματος συνδρομής.

    67. Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 6044 παράγραφος 2, δύναται να θεσπισθεί ένα ελάχιστο ποσό το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε αίτηση συνδρομής.

    Άρθρο 5741

    1. Οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται ð ή συλλέγονται ï, υπό οποιαδήποτε μορφή, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό ð, συμπεριλαμβανομένης κάθε πληροφορίας στην οποία είχε πρόσβαση δημόσιος υπάλληλος υπό τις περιστάσεις που καθορίζονται στα κεφάλαια VII, VIII και X , καθώς και στις περιπτώσεις που μνημονεύονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, ï καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απόρρητου και τυγχάνουν της προστασίας που προβλέπεται για τέτοιου είδους πληροφορίες τόσο από το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο περιήλθαν, όσο και από τις αντίστοιχες διατάξεις που εφαρμόζονται στις κοινοτικές αρχέςð. Οι πληροφορίες αυτές επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν μόνον υπό τις περιστάσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό ï .

    Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς του προσδιορισμού της φορολογητέας βάσης ή για την είσπραξη και το διοικητικό έλεγχο των φόρων.

    Οι πληροφορίες αυτές μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των άλλων εισφορών, δασμών και φόρων που καλύπτονται από το άρθρο 2 της οδηγίας 76/308/ΕΟΚ 2008/55/ΕΚ του Συμβουλίου , της 15ης Μαρτίου 1976, για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα[21].

    Επιπλέον, οι πληροφορίες αυτές δύνανται να χρησιμοποιούνται σε δικαστικές διαδικασίες που ενδέχεται να συνεπάγονται κυρώσεις, λόγω παραβιάσεων της φορολογικής νομοθεσίας με την επιφύλαξη των γενικών κανόνων και νομικών διατάξεων που διέπουν τα δικαιώματα των εναγομένων και των μαρτύρων σε τέτοιου είδους διαδικασίες.

    2. Τα δεόντως διαπιστευμένα πρόσωπα από την αρχή πιστοποίησης της ασφάλειας (SAA) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μπορούν να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές μόνο στο βαθμό που απαιτείται για την επιμέλεια, συντήρηση και ανάπτυξη του δικτύου CCN/CSI.

    3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες επιτρέπει τη χρησιμοποίησή τους για άλλους σκοπούς στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής, όταν, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, επιτρέπεται η χρησιμοποίησή τους για παρόμοιους σκοπούς.

    4. Όταν η αιτούσα αρχή κρίνει ότι οι πληροφορίες τις οποίες έλαβε από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενδέχεται να φανούν χρήσιμες στην αρμόδια αρχή τρίτου κράτους μέλους, μπορεί να τις διαβιβάζει σε αυτήν. Ενημερώνει σχετικά την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση εκ των προτέρων. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση μπορεί να υπαγάγει την εν λόγω διαβίβαση πληροφοριών, προς ένα τρίτο μέρος, στην παροχή της προηγούμενης συγκατάθεσής της.

    5. ð Κάθε αποθήκευση ή ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει του παρόντος κανονισμού υπόκειται στις διατάξεις που θέτουν σε εφαρμογή την οδηγία 95/46/ΕΚ. Εντούτοις, ï Γγια τους σκοπούς της ορθής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη περιορίζουν την έκταση των υποχρεώσεων και των δικαιωμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 10, στο άρθρο 11 παράγραφος 1 και στα άρθρα 12 και 21 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, στο βαθμό που αυτό κρίνεται αναγκαίο προκειμένου να μη θίγεται η διασφάλιση των συμφερόντων που αναφέρονται στο άρθρο 13 στοιχείο ε) της εν λόγω οδηγίας.

    Άρθρο 5842

    Οι αναφορές, οι βεβαιώσεις και τα οποιαδήποτε άλλα έγγραφα, ή τα επικυρωμένα αντίγραφα και αποσπάσματά τους, τα οποία συγκεντρώνουν οι υπάλληλοι της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και τα οποία διαβιβάζονται στην αιτούσα αρχή στις περιπτώσεις παροχής συνδρομής που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία από τα αρμόδια όργανα του κράτους μέλους της αιτούσας αρχής, όπως ακριβώς και τα αντίστοιχα έγγραφα που διαβιβάζονται από άλλη αρχή της εν λόγω χώρας.

    Άρθρο 5943

    1. Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για:

    α) τη διασφάλιση καλού εσωτερικού συντονισμού μεταξύ των αρμόδιων αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 3·

    β) την καθιέρωση άμεσης συνεργασίας μεταξύ των ειδικά εξουσιοδοτημένων για το συντονισμό αυτό αρχών·

    γ) για τη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπει ο παρών κανονισμός.

    2. Η Επιτροπή γνωστοποιεί, το συντομότερο δυνατό, σε κάθε κράτος μέλος, τις πληροφορίες που λαμβάνει και τις οποίες είναι σε θέση να παράσχει.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ XVIX ΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 6044

    1. Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή διοικητικής συνεργασίας (εφεξής αποκαλούμενη "επιτροπή").

    2. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

    Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ καθορίζεται σε τρεις μήνες.

    3. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό της.

    Άρθρο 6145

    1. ð Εντός τριών ετών ï Κάθε τρία έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, ð και ακολούθως ανά πενταετία, ï η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

    2. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των οποιωνδήποτε διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπει ο παρών κανονισμός.

    Άρθρο 6246

    1. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν θίγουν την εκτέλεση ευρύτερων υποχρεώσεων σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή που απορρέουν από άλλες νομικές πράξεις, συμπεριλαμβανομένων ενδεχόμενων διμερών ή πολυμερών συμφωνιών.

    2. Όταν τα κράτη μέλη συνάπτουν διμερείς συμφωνίες επί θεμάτων στους τομείς που αποτελούν αντικείμενο του παρόντος κανονισμού, ð ιδίως κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11, ï πλην της ρυθμίσεως μεμονωμένων περιπτώσεων, ενημερώνουν αμελλητί την Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει με τη σειρά της τα άλλα κράτη μέλη.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    Άρθρο 6347

    Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 218/92 Ö αριθ. 1798/2003 Õ καταργείται.

    ê 1798/2003 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Οι παραπομπές στον καταργηθέντα κανονισμό νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό.

    Άρθρο 6448

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2004 Ö εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Õ .

    Ö Τα άρθρα 40 έως 44 εφαρμόζονται μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014. ÕÖ Τα άρθρα 45 έως 49 εφαρμόζονται από 1ης Ιανουαρίου 2015. Õ

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, […]

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    ò νέο

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    Κατάλογος των παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών στις οποίες εφαρμόζεται το άρθρο 7 παράγραφος 3:

    1) Πωλήσεις εξ αποστάσεως (άρθρα 33 και 34 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ)·

    2) παράδοση με εγκατάσταση ή συναρμολόγηση (άρθρο 36 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ)·

    3) υπηρεσίες σχετικές με ακίνητα (άρθρο 45 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ)·

    4) υπηρεσίες οι οποίες αφορούν πολιτιστικές, καλλιτεχνικές, αθλητικές, επιστημονικές, εκπαιδευτικές, ψυχαγωγικές ή παρόμοιες δραστηριότητες, καθώς και υπηρεσίες παρεπόμενες σε σχέση με τέτοιου είδους δραστηριότητες (άρθρο 52 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ)·

    5) δραστηριότητες παρεπόμενες των μεταφορών (άρθρο 52 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ)·

    6) πραγματογνωμοσύνες ή εργασίες που αφορούν κινητά ενσώματα αγαθά (άρθρο 52 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ)·

    7) τηλεπικοινωνιακές, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές υπηρεσίες και υπηρεσίες παρεχόμενες με ηλεκτρονικά μέσα μετά την 1η Ιανουαρίου 2015.

    é

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    Καταργούμενος κανονισμός με τις διαδοχικές τροποποιήσεις του

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου | ΕΕ L 264 της 15.10.2003, σ. 1. |

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 885/2004 του Συμβουλίου | ΕΕ L 168 της 01.05.2004, σ. 1. |

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 του Συμβουλίου | ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1. |

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 143/2008 του Συμβουλίου | ΕΕ L 044 της 20.2.2008, σ. 1. |

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 37/2009 του Συμβουλίου | ΕΕ L 014 της 20.1.2009, σ. 1. |

    _____________

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

    Πίνακας αντιστοιχίας

    Kανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 | Παρών κανονισμός |

    Άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο |

    Άρθρο 1 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο | - |

    Άρθρο 1 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο | Άρθρο 1 παράγραφος 4 |

    Άρθρο 1 παράγραφος 2 | Άρθρο 1 παράγραφος 3 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 1 | Άρθρο 3 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 2 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 1 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 2 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 4 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 5 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 4 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 6 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 5 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 7 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 6 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 7 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 9 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 10 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 9 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 11 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 10 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 12 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 11 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 13 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 12 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 14 | - |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 15 | - |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 16 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 13 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17 | - |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 18 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 15 |

    Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 19 | Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 16 |

    Άρθρο 3 παράγραφος 1 | Άρθρο 3 |

    Άρθρο 3 παράγραφος 2 | Άρθρο 4 παράγραφος 1 |

    Άρθρο 3 παράγραφος 3 | Άρθρο 4 παράγραφος 2 |

    Άρθρο 3 παράγραφος 4 | Άρθρο 4 παράγραφος 3 |

    Άρθρο 3 παράγραφος 5 | Άρθρο 4 παράγραφος 4 |

    Άρθρο 3 παράγραφος 6 | Άρθρο 5 |

    Άρθρο 3 παράγραφος 7 | Άρθρο 6 |

    Άρθρο 5 παράγραφος 1 | Άρθρο 7 παράγραφος 1 |

    Άρθρο 5 παράγραφος 2 | Άρθρο 7 παράγραφος 2 |

    Άρθρο 5 παράγραφος 3 | Άρθρο 7 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο |

    Άρθρο 5 παράγραφος 4 | Άρθρο 7 παράγραφος 4 |

    Άρθρο 6 | Άρθρο 8 |

    Άρθρο 7 | Άρθρο 9 |

    Άρθρο 8 | Άρθρο 10 |

    Άρθρο 9 | Άρθρο 11 |

    Άρθρο 10 | Άρθρο 13 |

    Άρθρο 11 | Άρθρο 29 |

    Άρθρο 12 | Άρθρο 30 |

    Άρθρο 13 παράγραφος 1 | Άρθρο 31 παράγραφος 1 |

    Άρθρο 13 παράγραφος 2 | Άρθρο 31 παράγραφος 2 |

    Άρθρο 13 παράγραφος 3 | Άρθρο 31 παράγραφος 3 |

    Άρθρο 14 | Άρθρο 26 |

    Άρθρο 15 | Άρθρο 27 |

    Άρθρο 16 | Άρθρο 28 |

    Άρθρο 17 | Άρθρο 14 |

    Άρθρο 18 | Άρθρο 16 |

    Άρθρο 19 | - |

    Άρθρο 20 | - |

    Άρθρο 21 | - |

    Άρθρο 22 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο α) |

    Άρθρο 22 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 19 |

    Άρθρο 22 παράγραφος 2 | Άρθρο 20 |

    Άρθρο 23 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 22 πρώτο εδάφιο, σημεία 1 και 2 |

    Άρθρο 23 δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 22 δεύτερο εδάφιο |

    Άρθρο 24 πρώτο εδάφιο, σημείο 1 | Άρθρο 22 πρώτο εδάφιο, σημείο 3 |

    Άρθρο 24 πρώτο εδάφιο, σημείο 1 | Άρθρο 22 πρώτο εδάφιο, σημείο 4 |

    Άρθρο 24 δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 22 δεύτερο εδάφιο |

    Άρθρο 25 παράγραφος 1 | Άρθρο 21 παράγραφος 2 |

    Άρθρο 25 παράγραφος 2 | Άρθρο 21 παράγραφος 3 |

    Άρθρο 25 παράγραφος 3 | - |

    Άρθρο 26 | Άρθρο 25 |

    Άρθρο 27 παράγραφος 1 | Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β) |

    Άρθρο 27 παράγραφος 2 | Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β) και άρθρο 22 πρώτο εδάφιο |

    Άρθρο 27 παράγραφος 3 | Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β) και άρθρο 22 πρώτο εδάφιο |

    Άρθρο 27 παράγραφος 4 | Άρθρο 32 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο |

    Άρθρο 28 | Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: Άρθρο 40 Από 1ης Ιανουαρίου 2015: Άρθρο 45 |

    Άρθρο 29 | Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: Άρθρο 41 Από 1ης Ιανουαρίου 2015: Άρθρο 46 |

    Άρθρο 30 | Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: Άρθρο 42 Από 1ης Ιανουαρίου 2015: Άρθρο 47 |

    Άρθρο 31 | Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο ε) και παράγραφος 2 |

    Άρθρο 32 | Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: Άρθρο 43 Από 1ης Ιανουαρίου 2015: Άρθρο 48 |

    Άρθρο 33 | Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014: Άρθρο 44 Από 1ης Ιανουαρίου 2015: Άρθρο 49 |

    Άρθρο 34 | - |

    Άρθρο 34α | Άρθρο 50 |

    Άρθρο 35 παράγραφος 1 | Άρθρο 51 παράγραφος 1 |

    Άρθρο 35 παράγραφος 2 | Άρθρο 51 παράγραφος 2 |

    Άρθρο 35 παράγραφος 3 | Άρθρο 51 παράγραφος 4 |

    Άρθρο 35 παράγραφος 4 | Άρθρο 51 παράγραφος 5 |

    Άρθρο 35 παράγραφος 5 | Άρθρο 51 παράγραφος 6 |

    Άρθρο 36 | Άρθρο 52 |

    Άρθρο 37 | Άρθρο 53 παράγραφος 1 |

    Άρθρο 38 | Άρθρο 54 |

    Άρθρο 39 | Άρθρο 55 |

    Άρθρο 40 παράγραφος 1 | Άρθρο 56 παράγραφος 1 |

    Άρθρο 40 παράγραφος 2 | Άρθρο 56 παράγραφος 2 |

    Άρθρο 40 παράγραφος 3 | Άρθρο 56 παράγραφος 3 |

    Άρθρο 40 παράγραφος 4 | Άρθρο 56 παράγραφος 4 |

    Άρθρο 40 παράγραφος 5 | Άρθρο 56 παράγραφος 6 |

    Άρθρο 40 παράγραφος 6 | Άρθρο 56 παράγραφος 7 |

    Άρθρο 41 | Άρθρο 57 |

    Άρθρο 42 | Άρθρο 58 |

    Άρθρο 43 | Άρθρο 59 |

    Άρθρο 44 | Άρθρο 60 |

    Άρθρο 45 | Άρθρο 61 |

    Άρθρο 46 | Άρθρο 62 |

    Άρθρο 47 | Άρθρο 63 |

    Άρθρο 48 | Άρθρο 64 |

    - | Παράρτημα I |

    - | Παράρτημα II |

    - | Παράρτημα III |

    [1] xxxxx

    [2] ΕΕ C […].

    [3] ΕΕ C […].

    [4] ΕΕ L 264 της 15.10.2003, σ. 1.

    [5] COM(2008) 807 τελικό.

    [6] ΕΕ C XXXXXXXXX

    [7] ΕΕ L 44 της 20.2.2008, σ. 23.

    [8] ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1

    [9] ΕΕ L 44 της 20.2.2008, σ. 11.

    [10]

    [11]

    [12] ΕΕ L 145 της 13.6.1977, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2002/92/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 7.12.2002, σ. 27).

    [13] ΕΕ L 24 της 1.2.1992, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 792/2002 (ΕΕ L 128 της 15.5.2002, σ. 1).

    [14] ΕΕ L 336 της 27.12.1977, σ. 15· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994.

    [15] ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

    [16] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

    [17] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

    [18] ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1.

    [19] ΕΕ L 293 της 24.10.1990, σ. 1.

    [20] ΕΕ L 393 της 30.12.2006, σ. 1

    [21] ΕΕ L 150 της 10.6.2008, σ. 28.

    Top