This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52009PC0131
Proposal for a Council Decision on the signing on behalf of the European Community, provisional application and conclusion of the Agreement between the European Community and the Swiss Confederation on the simplification of inspections and formalities in respect of the carriage of goods and on customs security measures
Πρόταση Απόφαση του Συμβουλίου για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, την προσωρινή εφαρμογή και τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη διευκόλυνση των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων καθώς και για τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας
Πρόταση Απόφαση του Συμβουλίου για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, την προσωρινή εφαρμογή και τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη διευκόλυνση των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων καθώς και για τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας
/* COM/2009/0131 τελικό - ACC 2009/0044 */
Πρόταση Απόφαση του Συμβουλίου για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, την προσωρινή εφαρμογή και τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη διευκόλυνση των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων καθώς και για τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας /* COM/2009/0131 τελικό - ACC 2009/0044 */
[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ | Βρυξέλλες, 20.3.2009 COM(2009)131 τελικό 2009/0044 (ACC) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, την προσωρινή εφαρμογή και τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη διευκόλυνση των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων καθώς και για τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Ι. Γενική παρουσίαση Η συνημμένη πρόταση απόφασης του Συμβουλίου είναι το νομικό μέσο για την υπογραφή, την προσωρινή εφαρμογή και τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη διευκόλυνση των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων καθώς και για τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας. Ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας[1] και οι κανόνες εφαρμογής του[2], που καθορίζουν τους κανόνες σχετικά με την τελωνειακή μεταχείριση των εμπορευμάτων που εισάγονται ή πρόκειται να εξαχθούν, τροποποιήθηκαν, αντίστοιχα, το 2005[3] και το 2006[4] ώστε να συμπεριληφθούν τελωνειακά μέτρα ασφάλειας. Μεταξύ άλλων μέτρων, αυτές οι διατάξεις ασφάλειας προβλέπουν κυρίως την υποβολή από τους επιχειρηματίες ορισμένων δεδομένων πριν από την εισαγωγή και την εξαγωγή των εμπορευμάτων, πράγμα το οποίο καθιστά δυνατή την ανάλυση των κινδύνων που συνδέονται με αυτές τις πράξεις πριν από την είσοδο ή την έξοδο των εν λόγω αποστολών φορτίου. Κατ’αρχήν, αυτά τα μέτρα ασφάλειας εφαρμόζονται στις συναλλαγές με όλες τις τρίτες χώρες. Όμως, ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας προβλέπει ότι μπορούν να καθορίζονται διαφορετικοί κανόνες όσον αφορά την υποχρέωση παροχής των εν λόγω πληροφοριών πριν από την άφιξη ή την αναχώρηση των εμπορευμάτων, όταν μια διεθνής συμφωνία προβλέπει ειδικές διατάξεις στον τομέα της ασφάλειας. Στο πλαίσιο αυτό κρίθηκε ότι είναι απαραίτητο και προς το αμοιβαίο συμφέρον της Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας να γίνουν ορισμένες τροποποιήσεις των τελωνειακών κανόνων ασφάλειας για τις μεταξύ τους διμερείς συναλλαγές εμπορευμάτων. Λαμβανομένων υπόψη της γεωγραφικής εγγύτητας της Ελβετικής Συνομοσπονδίας με το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας καθώς και του μεγάλου αριθμού των πράξεων εισαγωγής/εξαγωγής που πραγματοποιούνται καθημερινά μεταξύ της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ρύθμιση αυτή επιβάλλεται, κυρίως, για την εξασφάλιση της ομαλής ροής των συναλλαγών και παράλληλα τη διατήρηση υψηλού επιπέδου ασφάλειας. Οι διαπραγματεύσεις, που ξεκίνησαν το Ιούλιο του 2007, κατέληξαν σε μια ρύθμιση που αποσκοπεί στην κατάργηση της υποχρέωσης διασάφησης πριν από τις συναλλαγές εμπορευμάτων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας. Η κατάργηση αυτή υπόκειται στον όρο ότι τα συμβαλλόμενα μέρη δεσμεύονται να εξασφαλίζουν ισοδύναμο επίπεδο ασφάλειας στο αντίστοιχο τελωνειακό τους έδαφος σύμφωνα με τα μέτρα που προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία στην Κοινότητα. Εκτός από τις διατάξεις σχετικά με τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας, η ρύθμιση περιλαμβάνει επίσης ένα σύνολο κανόνων οι οποίοι επιτρέπουν, αφενός μεν, να εξασφαλίζουν ότι η συμφωνία εξελίσσεται παράλληλα με το κοινοτικό κεκτημένο, αφετέρου δε, προβλέπουν ότι σε περίπτωση που δεν θα εξασφαλίζεται πλέον η ισοδυναμία των αντίστοιχων μέτρων ασφάλειας, κάθε συμβαλλόμενο μέρος θα μπορεί να λάβει μέτρα επανεξισορρόπησης, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής της εφαρμογής του σχετικού κεφαλαίου της συμφωνίας. Συνοψίζοντας, στόχος της παρούσας πρότασης είναι η τροποποίηση της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη διευκόλυνση των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων της 21ης Νοεμβρίου 1990[5] προκειμένου να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της με την προσθήκη των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας. Για τον σκοπό αυτό, θα προστεθεί στη συμφωνία του 1990 ένα νέο κεφάλαιο σχετικά με τα εν λόγω μέτρα. Για λόγους σαφήνειας και για την ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου, το περιεχόμενο της συμφωνίας του 1990 θα συμπεριληφθεί στο πλαίσιο νέας ενοποιημένης συμφωνίας. Εν αναμονή της ολοκλήρωσης των εσωτερικών διαδικασιών των συμβαλλόμενων μερών, η προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας που τροποποιήθηκε κατ’αυτόν τον τρόπο θα δώσει τη δυνατότητα να ληφθούν υπόψη οι νέες διατάξεις από την 1η Ιουλίου 2009, δηλαδή από ημερομηνία εφαρμογής των μέτρων ασφάλειας που θεσπίστηκαν με τις τροποποιήσεις του τελωνειακού κώδικα και των προαναφερόμενων διατάξεων εφαρμογής. Η νέα συμφωνία δεν έχει χρηματοοικονομικές επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. II. Τροποποιήσεις που έγιναν σε σχέση με τη συμφωνία του 1990 A. Διατάξεις του κοινοτικού κεκτημένου σχετικές με τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας που αναφέρονται στο κεφάλαιο III της συμφωνίας Το νέο κεφάλαιο III (καθώς και τα παραρτήματα I και II στα οποία γίνεται αναφορά στο εν λόγω κεφάλαιο) σχετικά με τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας περιέχει διατάξεις που είναι ισοδύναμες με τις διατάξεις που ενσωματώθηκαν στον κοινοτικό τελωνειακό κώδικα και στις διατάξεις εφαρμογής του (ΔΕΚ) για να καταστήσει δυνατή τη συντονισμένη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβληματισμών στον τομέα της ασφάλειας στο πλαίσιο των διεθνών εμπορευματικών συναλλαγών. Οι διατάξεις αυτές αφορούν: - την υποχρέωση που επιβλήθηκε στους φορείς να παρέχουν πληροφορίες στις τελωνειακές αρχές σχετικά με τα εμπορεύματα πριν από την είσοδό τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή την αναχώρησή τους από το έδαφός της, - τη δυνατότητα που παρέχεται στους αξιόπιστους οικονομικούς φορείς να επωφελούνται μέτρων απλούστευσης σε σχέση με τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας (καθεστώς εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα), - την καθιέρωση ομοιόμορφων κοινοτικών κριτηρίων για την επιλογή των κινδύνων με σκοπό τη διενέργεια ελέγχων, ο ορισμός των οποίων στηρίζεται σε συστήματα πληροφορικής. Οι εν λόγω διατάξεις της συμφωνίας, του τελωνειακού κώδικα και των ΔΕΚ αναφέρονται στον συνημμένο πίνακα που φέρει τον τίτλο «Τελωνειακή κοινοτική νομοθεσία, η ανάπτυξη της οποίας μπορεί να επηρεάσει τους όρους της συμφωνίας και να οδηγήσει σε τροποποίηση του κεφαλαίου της III (άρθρο 22 της συμφωνίας)». B. Διατάξεις που περιέχουν μέτρα με σκοπό την εξασφάλιση της ισοδυναμίας των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας Στο νέο άρθρο 13 της συμφωνίας προβλέπεται ότι η μεικτή επιτροπή ορίζει τις λεπτομέρειες για την εξασφάλιση της εφαρμογής των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας και την εξακρίβωση της τήρησης των διατάξεων του κεφαλαίου III και των παρατημάτων I και II. Η παρακολούθηση αυτή μπορεί να εξασφαλιστεί με την περιοδική αξιολόγηση της εφαρμογής των διατάξεων αυτών, με την οργάνωση θεματικών συνεδριάσεων μεταξύ εμπειρογνωμόνων των δύο μερών και με λογιστικούς ελέγχους των διοικητικών διαδικασιών. Δεδομένου ότι η ρύθμιση στηρίζεται στη δέσμευση των συμβαλλομένων μερών να εξασφαλίσουν στο αντίστοιχο τελωνειακό τους έδαφος ισοδύναμο επίπεδο ασφάλειας βάσει μέτρων στηριζόμενων στην ισχύουσα νομοθεσία στην Κοινότητα, το άρθρο 22 περιέχει διατάξεις που προβλέπουν την κατάλληλη ενημέρωση της Ελβετίας σε περίπτωση που η Κοινότητα έχει την πρόθεση να τροποποιήσει τη νομοθεσία της σε έναν τομέα που διέπεται από το κεφάλαιο III της συμφωνίας. Για τον σκοπό αυτό, η Κοινότητα θα ζητήσει ανεπίσημα τη γνώμη Ελβετών εμπειρογνωμόνων και θα εξασφαλίσει τη συμμετοχή τους, ως παρατηρητών, στις συνεδριάσεις της επιτροπής τελωνειακού κώδικα. Επίσης, στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής της συμφωνίας, μπορούν να λάβουν χώρα προκαταρκτικές ανταλλαγές απόψεων και διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια του σταδίου που προηγείται της έγκρισης της κοινοτικής πράξης. Για να ολοκληρωθεί η διαδικασία, η Επιτροπή υποχρεούται να ενημερώσει την Ελβετία για τη θέσπιση των σχετικών κοινοτικών πράξεων. Επίσης, στο πλαίσιο της ισοδυναμίας των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας που αναφέρονται στο κεφάλαιο III και στα παραρτήματα I και II, η συμφωνία ορίζει στο άρθρο 29 ότι κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να λάβει κατάλληλα μέτρα επανεξισορρόπησης, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής της εφαρμογής των διατάξεων του κεφαλαίου, όταν διαπιστώσει ότι το άλλο μέρος δεν τηρεί τους όρους ή όταν δεν τηρείται πλέον η ισοδυναμία. Κατ’αρχήν, τα μέτρα αυτά υποβάλλονται σε προκαταρκτική διαδικασία διαβουλεύσεων στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής, με εξαίρεση τις περιπτώσεις κατά τις οποίες κάθε καθυστέρηση μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας. Σ’αυτή την τελευταία περίπτωση, μπορούν να ληφθούν αμέσως προσωρινά μέτρα. Εκτός εάν η μεικτή επιτροπή αποφασίσει διαφορετικά, ένα συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή του κεφαλαίου III, όταν η μεικτή επιτροπή δεν έχει αποφασίσει σχετικά με τις τροποποιήσεις αυτού του κεφαλαίου οι οποίες απαιτούνται για να ληφθεί υπόψη η ανάπτυξη της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας που έχει ως αποτέλεσμα να μην εξασφαλίζεται πλέον η ισοδυναμία των τελωνειακών μέτρων. Σε περίπτωση που η Κοινότητα αποφασίσει μια τέτοια ενέργεια, η Επιτροπή θα ενημερώσει την Ελβετία για την αναστολή που θα τεθεί σε ισχύ από την ημερομηνία εφαρμογής της εν λόγω κοινοτικής νομοθεσίας. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει από τη μεικτή επιτροπή να προβεί σε διαβουλεύσεις σχετικά με την αναλογικότητα των μέτρων επανεξισορρόπησης και, ενδεχομένως, να αποφασίσει την παραπομπή της διαφοράς σχετικά με την αναλογικότητα των εν λόγω μέτρων σε διαιτητικό δικαστήριο που λειτουργεί σύμφωνα με τη γραπτή διαδικασία του παρατήματος III της συμφωνίας. Τέλος, δεδομένου του ειδικού χαρακτήρα αυτής της συμφωνίας που αφορά τον τελωνειακό τομέα και κυρίως την αμοιβαία αναγνώριση των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας, συμφωνείται ότι οι διατάξεις των άρθρων 22, 23 και 29 καθώς και οι διατάξεις του παραρτήματος III της συμφωνίας δεν προδικάζουν αντίστοιχες διατάξεις μελλοντικών συμφωνιών[6]. Γ. Λοιπές τροποποιήσεις Οι κτηνιατρικοί και φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 6 της συμφωνίας του 1990 διέπονται πλέον από τη συμφωνία της 21ης Ιουνίου 1999 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τις συναλλαγές γεωργικών προϊόντων[7]. Εξάλλου, οι κτηνιατρικοί έλεγχοι καταργήθηκαν από την 1η Ιανουαρίου 2009 (απόφαση αριθ. 1/2008 της μεικτής κτηνιατρικής επιτροπής ΕΚ-Ελβετίας[8]) και η κατάργηση των φυτοϋγειονομικών ελέγχων αποτελεί επόμενο στόχο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα άρθρα 5 και 6 να καταστούν άνευ αντικειμένου και επομένως να πρέπει να καταργηθούν. Τέλος, ενσωματώθηκε ένα νέο άρθρο 14 σχετικά με την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου και των προσωπικών δεδομένων. Σημειώνεται ότι η Ελβετία διαθέτει επίπεδο προστασίας που είναι σύμφωνο με την ισχύουσα νομοθεσία στην Κοινότητα, κυρίως με την απόφαση αριθ. 2000/518/ΕΚ της Επιτροπής της 26ης Ιουλίου 2000[9]. III. Εκπροσώπηση της Κοινότητας στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής Στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής, η Κοινότητα εκπροσωπείται από την Επιτροπή, επικουρούμενη από τους αντιπροσώπους των κρατών μελών. Το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, προσδιορίζει την πρόταση που πρέπει να εγκριθεί από την Κοινότητα, με εξαίρεση για τα θέματα για τα οποία η μεικτή επιτροπή έχει εξουσία λήψης αποφάσεων βάσει των άρθρων 19 και 21 της συμφωνίας. Εν προκειμένω, η κοινή θέση καθορίζεται από την Επιτροπή. * * * Παράρτημα ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ, Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΠΗΡΕΑΣΕΙ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΝΑ ΟΔΗΓΗΣΕΙ ΣΕ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΤΗΣ III (άρθρο 22 της συμφωνίας) Τελωνειακά μέτρα ασφάλειας | Διατάξεις του κεφαλαίου III της συμφωνίας με την Ελβετία | Διατάξεις του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (κανονισμός αριθ. 2913/92) | Διατάξεις εφαρμογής του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (κανονισμός αριθ. 2454/93) | Διασαφήσεις πριν από την είσοδο και την έξοδο των εμπορευμάτων | Άρθρο 10 και παράρτημα I | Είσοδος: Τίτλος III, πρώτο κεφάλαιο, άρθρα 36 α έως 36 γ | Μέρος I, Τίτλος VI, κεφάλαιο 1, τμήματα 1 έως 3, άρθρα 184 β έως 184 γ (συνοπτική διασάφηση εισόδου) | Έξοδος: Τίτλος V, άρθρα 182 α έως 182 δ | Μέρος II, Τίτλος IV, κεφάλαιο 1, άρθρα 592 α έως 592 δ και 592 στ (τελωνειακή διασάφηση κατά την εξαγωγή) Μέρος II, Τίτλος VI, κεφάλαιο 1, άρθρα 842 α έως 842 ε (συνοπτική διασάφηση εξόδου) | Εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας | Άρθρο 11 και παράρτημα II | Τίτλος I, κεφάλαιο 2, τμήμα 1 α, άρθρο 5 α | Μέρος I, Τίτλος II α, άρθρα 14 α έως 14 κδ | Τελωνειακοί έλεγχοι και διαχείριση των κινδύνων στον τομέα της ασφάλειας | Άρθρο 12 | Τίτλος I, κεφάλαιο 2, τμήμα 4, άρθρο 13 | Γενικά: Μέρος I, Τίτλος I, κεφάλαιο 5, άρθρα 4 στ έως 4 ι | Είσοδος: Μέρος I, Τίτλος VI, κεφάλαιο 1, τμήμα 4, άρθρα 184 δ έως 184 ε (συνοπτική διασάφηση εισόδου) | Έξοδος: Μέρος II, Τίτλος IV, κεφάλαιο 1, άρθρο 592 ε και 592 ζ (τελωνειακή διασάφηση κατά την εξαγωγή) Μέρος II, Τίτλος VI, κεφάλαιο 1, άρθρο 842 δ παράγραφος 2 (συνοπτική διασάφηση εξόδου) | 2009/0044 (ACC) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, την προσωρινή εφαρμογή και τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη διευκόλυνση των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων καθώς και για τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ιδίως το άρθρο 133, σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 3, πρώτη πρόταση, Εκτιμώντας τα εξής: (1) Το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή στις 28 Μαρτίου 2007 να προβεί σε διαπραγματεύσεις με την Ελβετική Συνομοσπονδία με σκοπό τη διαπραγμάτευση συμφωνίας για την τροποποίηση της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας της 21ης Νοεμβρίου 1990 για τη διευκόλυνση των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων. (2) Η Επιτροπή και η Ελβετική Συνομοσπονδία διαπραγματεύτηκαν την ακόλουθη τροποποίηση η οποία συνίσταται στην επέκταση του πεδίου εφαρμογής της εν λόγω συμφωνίας με την προσθήκη των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας. Το περιεχόμενο της αρχικής συμφωνίας πρέπει να συμπεριληφθεί στο πλαίσιο νέας ενοποιημένης συμφωνίας. (3) Η έγκριση της συμφωνίας κρίνεται σκόπιμη. (4) Εν αναμονή της ολοκλήρωσης των εσωτερικών διαδικασιών των συμβαλλόμενων μερών, η παρούσα νέα συμφωνία πρέπει να εφαρμοστεί προσωρινά από την 1η Ιουλίου 2009, ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόζονται τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας που θεσπίστηκαν, αντίστοιχα, το 2005 και το 2006 με βάση τις τροποποιήσεις του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα και των διατάξεων εφαρμογής του. (5) Πρέπει να προσδιοριστεί η εκπροσώπηση της Κοινότητας στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής που θεσπίστηκε με τη συμφωνία και να καθοριστούν οι απαιτούμενες διαδικασίες για την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της. ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ: Άρθρο 1 Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη διευκόλυνση των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων και για τα μέτρα ασφάλειας, εγκρίνεται εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Το κείμενο της συμφωνίας επισυνάπτεται ως παράρτημα της παρούσας απόφασης. Άρθρο 2 Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το(α) πρόσωπο(α) που είναι αρμόδιο(α) να υπογράψει(ουν) τη συμφωνία, εξ ονόματος της Κοινότητας. Άρθρο 3 Εν αναμονή της ολοκλήρωσης των εσωτερικών διαδικασιών για τη σύναψή της, η συμφωνία εφαρμόζεται προσωρινά από την 1η Ιουλίου 2009, σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στο άρθρο 33 της συμφωνίας παράγραφος 3. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να συμφωνήσει μια άλλη ημερομηνία για την προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας. Άρθρο 4 Η Επιτροπή, επικουρούμενη από αντιπροσώπους των κρατών μελών, εκπροσωπεί την Κοινότητα στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής που θεσπίστηκε με το άρθρο 19 της συμφωνίας. Άρθρο 5 Η θέση την οποία πρόκειται να λάβει η Κοινότητα στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής καθορίζεται από το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής. Η θέση της Κοινότητας σχετικά με τα θέματα για τα οποία η μεικτή επιτροπή έχει εξουσία λήψης αποφάσεων βάσει του άρθρου 19 παράγραφοι 4 και 5 και του άρθρου 21 παράγραφος 2 της συμφωνίας καθορίζεται από την Επιτροπή. Άρθρο 6 Για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή του άρθρου 22 παράγραφος 4 της συμφωνίας, η Επιτροπή ενημερώνει την Ελβετία για τη θέσπιση κοινοτικών πράξεων που αποτελούν ανάπτυξη του κοινοτικού δικαίου οι οποίες αναφέρονται στο κεφάλαιο III και στα παραρτήματα I και II της συμφωνίας. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να λάβει τα αναγκαία μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 22 και 29 της συμφωνίας, ώστε να εξασφαλίσει την ισοδυναμία των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας των συμβαλλομένων μερών. Εάν, την ημερομηνία εφαρμογής της εν λόγω κοινοτικής νομοθεσίας, η μεικτή επιτροπή δεν έχει καταλήξει σε απόφαση σχετικά με τροποποίηση της συμφωνίας και η προσωρινή εφαρμογή των νέων διατάξεων δεν είναι δυνατή, η Επιτροπή θα ενημερώσει την Ελβετία για την αναστολή του κεφαλαίου ΙΙΙ της συμφωνίας βάσει του άρθρου 29 παράγραφος 2 της συμφωνίας. Άρθρο 7 Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Βρυξέλλες, Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας της .. ……. 2009 για τη διευκόλυνση των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων καθώς και για τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, αφενός, και η Ελβετική Συνομοσπονδία, αφετέρου, εφεξής «η Κοινότητα», «η Ελβετία» και τα «συμβαλλόμενα μέρη», Έχοντας υπόψη: τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη διευκόλυνση των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων της 21ης Νοεμβρίου 1990, εφεξής η συμφωνία του 1990, Εκτιμώντας: ότι πρέπει να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας του 1990, έτσι ώστε να συμπεριληφθούν τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας και να προστεθεί ένα νέο κεφάλαιο για το θέμα αυτό, ότι για λόγους σαφήνειας και για την ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου, το περιεχόμενο της συμφωνίας του 1990 επαναλαμβάνεται στην παρούσα συμφωνία που αντικαθιστά τη συμφωνία του 1990, τη συμφωνία ελευθέρων συναλλαγών που συνάφθηκε στις 22 Ιουλίου 1972 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, την κοινή διακήρυξη που εξέδωσαν οι υπουργοί των χωρών της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελευθέρων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ) και των κρατών μελών της Κοινότητας και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στο Λουξεμβούργο, στις 9 Απριλίου 1984, καθώς και τη διακήρυξη που εξέδωσαν οι υπουργοί των χωρών της ΕΖΕΣ και οι υπουργοί των κρατών μελών της Κοινότητας, στις Βρυξέλλες, στις 2 Φεβρουαρίου 1988, με αντικείμενο τη δημιουργία ενός δυναμικού ευρωπαϊκού οικονομικού χώρου, επωφελούς για τις χώρες τους, ότι τα συμβαλλόμενα μέρη επικύρωσαν τη διεθνή σύμβαση για την εναρμόνιση των ελέγχων των εμπορευμάτων στα σύνορα, ότι είναι ανάγκη να διατηρηθεί το υφιστάμενο επίπεδο διευκόλυνσης των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη διέλευση των εμπορευμάτων από τα σύνορα μεταξύ της Κοινότητας και της Ελβετίας και να εξασφαλιστεί έτσι η ομαλή ροή των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των δύο μερών, ότι η διευκόλυνση αυτή αναμένεται να αναπτυχθεί προοδευτικά, ότι οι κτηνιατρικοί και φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι διέπονται πλέον από τη συμφωνία της 21ης Ιουνίου 1999 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τις συναλλαγές γεωργικών προϊόντων, Αναγνωρίζοντας: ότι οι συνθήκες διεξαγωγής των ελέγχων και των διατυπώσεων είναι δυνατό να εναρμονιστούν σε μεγάλο βαθμό χωρίς να αλλοιωθεί η αποστολή τους, η καλή τους διεκπεραίωση και η αποτελεσματικότητά τους, ότι καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί ότι απαλλάσσει τα συμβαλλόμενα μέρη από τις υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει στο πλαίσιο άλλων διεθνών συμφωνιών, ότι τα συμβαλλόμενα μέρη δεσμεύονται να εξασφαλίσουν ισοδύναμο επίπεδο ασφάλειας στο αντίστοιχο τελωνειακό τους έδαφος, σύμφωνα με τα μέτρα που προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία στο πλαίσιο της Κοινότητας, ότι είναι σκόπιμο να ζητείται η γνώμη της Ελβετίας σχετικά με την ανάπτυξη των κανόνων της Κοινότητας σχετικά με τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας, να συμμετέχει στις εργασίες της επιτροπής τελωνειακού κώδικα για το εν λόγω θέμα και να ενημερώνεται σχετικά με την εφαρμογή αυτών των κανόνων, ότι τα συμβαλλόμενα μέρη είναι αποφασισμένα να βελτιώσουν την ασφάλεια όσον αφορά τις συναλλαγές εμπορευμάτων που εισέρχονται ή εξέρχονται από το έδαφός τους χωρίς να παρακωλύεται η ομαλή ροή αυτών των συναλλαγών, ότι, προς το συμφέρον των συμβαλλομένων μερών, πρέπει να θεσπιστούν τελωνειακά μέτρα ασφάλειας ισοδύναμα με εκείνα κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων που προέρχονται από ή προορίζονται για τρίτες χώρες, ότι αυτά τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας αφορούν τη δήλωση των δεδομένων ασφάλειας σχετικά με τα εμπορεύματα πριν από την είσοδο και την έξοδό τους, τη διαχείριση των κινδύνων στον τομέα της ασφάλειας και τους σχετικούς τελωνειακούς ελέγχους καθώς και τη χορήγηση αμοιβαία αναγνωρισμένου καθεστώτος εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα στον τομέα της ασφάλειας, ότι η Ελβετία διαθέτει επαρκές επίπεδο προστασίας έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ότι, δεδομένου ότι πρόκειται για τελωνειακά μέτρα ασφάλειας, πρέπει να προβλεφθούν κατάλληλα μέτρα επανεξισορρόπησης, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής των εν λόγω διατάξεων, για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν εξασφαλίζεται πλέον η ισοδυναμία των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας, ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΝ ΝΑ ΣΥΝΑΨΟΥΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ: ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 1 Ορισμοί Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, νοούνται ως: α) έλεγχοι: κάθε πράξη με την οποία το τελωνείο ή οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία ελέγχου προβαίνει σε υλικό έλεγχο ή σε οπτική επιθεώρηση, είτε του μεταφορικού μέσου, είτε των εμπορευμάτων αυτών καθαυτών, με σκοπό να εξασφαλιστεί ότι η φύση τους, η καταγωγή τους, η κατάστασή τους, η ποσότητά τους ή η αξία τους συμφωνούν με τα στοιχεία των προσκομιζόμενων εγγράφων, β) διατυπώσεις: κάθε διατύπωση στην οποία η διοίκηση υποβάλλει τον επιχειρηματία και η οποία συνίσταται στην παρουσίαση ή στην εξέταση των εγγράφων, των πιστοποιητικών που συνοδεύουν το εμπόρευμα ή άλλων στοιχείων, ανεξάρτητα από τον τρόπο ή τη μορφή εγγραφής, που αφορούν το εμπόρευμα ή τα μεταφορικά μέσα, γ) κίνδυνος: η πιθανότητα συμβάντος, όσον αφορά την είσοδο, την έξοδο, τη διαμετακόμιση, τη μεταφορά και τον τελικό προορισμό εμπορευμάτων που κυκλοφορούν μεταξύ του τελωνειακού εδάφους ενός εκ των συμβαλλομένων μερών και τρίτων χωρών καθώς και την παρουσία εμπορευμάτων που δεν έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στο έδαφος ενός εκ των συμβαλλομένων μερών, το οποίο συνιστά απειλή για την ασφάλεια και προστασία της Κοινότητας, των κρατών μελών της ή της Ελβετίας για τη δημόσια υγεία, για το περιβάλλον ή για τους καταναλωτές, δ) διαχείριση κινδύνων: ο συστηματικός εντοπισμός των κινδύνων και η εφαρμογή κάθε μέτρου που είναι αναγκαίο για να περιοριστεί η έκθεση σε κίνδυνο. Ο όρος αυτός καλύπτει δραστηριότητες όπως η συγκέντρωση στοιχείων και πληροφοριών, η ανάλυση και εκτίμηση των κινδύνων, η θέσπιση και η επιβολή μέτρων καθώς και η συστηματική παρακολούθηση και αξιολόγηση της διαδικασίας και των αποτελεσμάτων της, με βάση τις πηγές και τις στρατηγικές που ορίζονται από την Κοινότητα, τα κράτη μέλη της ή την Ελβετία, ή στο διεθνές επίπεδο. Άρθρο 2 Πεδίο εφαρμογής 1. Με την επιφύλαξη των ιδιαιτέρων διατάξεων που ισχύουν στο πλαίσιο συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Κοινότητας και της Ελβετίας, η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στους ελέγχους και τις διατυπώσεις σχετικά με τις μεταφορές εμπορευμάτων κατά τη διέλευση συνόρων μεταξύ της Ελβετίας και της Κοινότητας, καθώς και στα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας σχετικά με τη μεταφορά εμπορευμάτων που προέρχονται από ή προορίζονται για τρίτες χώρες. 2. Η παρούσα συμφωνία δεν εφαρμόζεται ούτε στους ελέγχους ούτε στις διατυπώσεις που αφορούν τα πλοία και τα αεροσκάφη ως μεταφορικά μέσα. Ωστόσο, εφαρμόζεται στα οχήματα και στα εμπορεύματα που μεταφέρονται με τα εν λόγω μεταφορικά μέσα. Άρθρο 3 Εδάφη εφαρμογής 1. Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται, αφενός, στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας και, αφετέρου, στο τελωνειακό έδαφος της Ελβετίας και στους τελωνειακούς θύλακές της. 2. Η παρούσα συμφωνία επεκτείνει τα αποτελέσματά της στο Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν, εφόσον το Πριγκιπάτο είναι συνδεδεμένο με την Ελβετία με συνθήκη τελωνειακής ένωσης. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ Άρθρο 4 Δειγματοληπτικοί έλεγχοι και διατυπώσεις, εκτός από τους τελωνειακούς ελέγχους ασφάλειας που προβλέπονται στο κεφάλαιο III 1. Με την επιφύλαξη των ιδιαιτέρων διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε: - οι διάφοροι έλεγχοι και οι διοικητικές διατυπώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 να πραγματοποιούνται με την ελάχιστη δυνατή καθυστέρηση και, στο μέτρο του δυνατού, στον ίδιο τόπο, - οι έλεγχοι να γίνονται δειγματοληπτικά, εκτός από δεόντως δικαιολογημένες περιστάσεις. 2. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1 δεύτερη περίπτωση, η βάση της δειγματοληψίας πρέπει να απαρτίζεται από το σύνολο των αποστολών που διέρχονται από μεθοριακό σταθμό και προσκομίζονται σε τελωνείο ή σε άλλη υπηρεσία ελέγχου κατά τη διάρκεια δεδομένης χρονικής περιόδου, και όχι από το σύνολο των εμπορευμάτων που απαρτίζουν κάθε αποστολή. 3. Τα συμβαλλόμενα μέρη διευκολύνουν, στους τόπους αναχώρησης και προορισμού των εμπορευμάτων, τη χρησιμοποίηση απλουστευμένων διαδικασιών και συστημάτων πληροφορικής και τηλεματικής κατά την εξαγωγή, τη διαμετακόμιση και την εισαγωγή εμπορευμάτων. 4. Τα συμβαλλόμενα μέρη προσπαθούν να προβαίνουν στη γεωγραφική κατανομή των τελωνείων, συμπεριλαμβανομένων όσων βρίσκονται εντός της επικράτειάς τους, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να λαμβάνονται όσο το δυνατό καλύτερα υπόψη οι ανάγκες των οικονομικών φορέων. Άρθρο 5 Ανάθεση αρμοδιοτήτων Τα συμβαλλόμενα μέρη ενεργούν κατά τρόπο ώστε, με ρητή εξουσιοδότηση των αρμόδιων αρχών και για λογαριασμό τους, μια από τις άλλες αντιπροσωπευόμενες υπηρεσίες, και κατά προτίμηση το τελωνείο, να μπορεί να διεκπεραιώνει τους ελέγχους με τους οποίους είναι επιφορτισμένες οι αρχές αυτές και, στο μέτρο που οι έλεγχοι αυτοί προβλέπουν την προσκόμιση των απαιτούμενων εγγράφων, να προβαίνει στην εξέταση της εγκυρότητας και της αυθεντικότητας των εγγράφων αυτών και στον έλεγχο της ταυτότητας των εμπορευμάτων που δηλούνται σ' αυτά. Στην περίπτωση αυτή, οι αρμόδιες αρχές φροντίζουν να παρέχουν τα μέσα που απαιτούνται για τη διεξαγωγή των ελέγχων αυτών. Άρθρο 6 Αναγνώριση των ελέγχων και των εγγράφων Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας και με την επιφύλαξη της δυνατότητας διεξαγωγής δειγματοληπτικών ελέγχων, τα συμβαλλόμενα μέρη, σε περίπτωση εισαγωγής ή εισόδου εμπορευμάτων για λόγους διαμετακόμισης, αναγνωρίζουν τους ελέγχους που έχουν διενεργηθεί και τα έγγραφα που έχουν συνταχθεί από τις αρμόδιες αρχές του άλλου συμβαλλόμενου μέρους, που πιστοποιούν ότι τα εμπορεύματα πληρούν τους όρους που προβλέπει η νομοθεσία της χώρας εισαγωγής ή τους ισοδύναμους όρους της χώρας εξαγωγής. Άρθρο 7 Ωράρια λειτουργίας των μεθοριακών σταθμών 1. Εφόσον αυτό δικαιολογείται από τον όγκο της κυκλοφορίας, τα συμβαλλόμενα μέρη ενεργούν, έτσι ώστε: α) οι συνοριακοί σταθμοί να παραμένουν ανοιχτοί, εκτός εάν απαγορεύεται η κυκλοφορία, προκειμένου να καθίσταται δυνατή: - η επί εικοσιτετραώρου βάσεως διέλευση των συνόρων και η διεξαγωγή των αντίστοιχων ελέγχων και διατυπώσεων που αφορούν τα εμπορεύματα υπό τελωνειακό καθεστώς διαμετακόμισης και τα μέσα μεταφοράς τους, καθώς και τη διακίνηση οχημάτων χωρίς φορτίο, εκτός από τις περιπτώσεις όπου ο συνοριακός έλεγχος είναι αναγκαίος για την πρόληψη της μετάδοσης ασθενειών ή την προστασία των ζώων, - η διεξαγωγή των ελέγχων και διατυπώσεων που αφορούν μεταφορικά μέσα και εμπορεύματα που δεν βρίσκονται υπό τελωνειακό καθεστώς διαμετακόμισης από τη Δευτέρα ως την Παρασκευή, τουλάχιστον επί δέκα συνεχείς ώρες, και το Σάββατο επί έξι τουλάχιστον συνεχείς ώρες, εκτός αν οι ημέρες αυτές είναι αργίες, β) όταν πρόκειται για οχήματα και εμπορεύματα που μεταφέρονται αεροπορικώς, τα ωράρια που αναφέρονται στο στοιχείο α) δεύτερη περίπτωση να προσαρμόζονται έτσι ώστε να καλύπτουν τις πραγματικές ανάγκες και, κατά συνέπεια, να μπορούν να κατανέμονται ή να επεκτείνονται. 2. Εάν περισσότεροι του ενός συνοριακοί σταθμοί βρίσκονται σε άμεση εγγύτητα μιας μεθοριακής ζώνης, τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να προβλέψουν, με κοινή συμφωνία, για ορισμένα από αυτά, παρεκκλίσεις από την παράγραφο 1, υπό την προϋπόθεση όμως ότι οι λοιποί συνοριακοί σταθμοί της ζώνης αυτής μπορούν πράγματι να εκτελωνίσουν τα εμπορεύματα και τα οχήματα σύμφωνα με τις διατάξεις της εν λόγω παραγράφου. 3. Για τους συνοριακούς σταθμούς και τα τελωνεία και τις υπηρεσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και υπό τους όρους που καθορίζουν τα συμβαλλόμενα μέρη, οι αρμόδιες αρχές επιτρέπουν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τη διεξαγωγή ελέγχων και διατυπώσεων και εκτός των ωρών εργασίας, ύστερα από ειδική και αιτιολογημένη αίτηση, υποβαλλόμενη κατά τις ώρες εργασίας και, ενδεχομένως, έναντι αμοιβής για τις προσφερόμενες υπηρεσίες. Άρθρο 8 Οδοί ταχείας κυκλοφορίας Τα συμβαλλόμενα μέρη καταβάλλουν προσπάθειες να δημιουργήσουν στους συνοριακούς σταθμούς, όπου αυτό είναι τεχνικά εφικτό και δικαιολογείται από τον όγκο της κυκλοφορίας, οδούς ταχείας κυκλοφορίας αποκλειστικά για τα εμπορεύματα που έχουν τεθεί υπό τελωνειακό καθεστώς διαμετακόμισης, για τα μέσα μεταφοράς τους, για τα οχήματα που κυκλοφορούν χωρίς φορτίο, καθώς και για κάθε εμπόρευμα υποκείμενο σε ελέγχους και διατυπώσεις που δεν υπερβαίνουν αυτούς που απαιτούνται για τα εμπορεύματα που έχουν τεθεί υπό καθεστώς διαμετακόμισης. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Άρθρο 9 Γενικές διατάξεις στον τομέα της ασφάλειας 1. Τα συμβαλλόμενα μέρη δεσμεύονται να θεσπίσουν και να εφαρμόσουν στις μεταφορές εμπορευμάτων που προέρχονται από ή προορίζονται για τρίτες χώρες τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας που ορίζονται στο παρόν κεφάλαιο και εξασφαλίζουν έτσι στα εξωτερικά τους σύνορα ισοδύναμο επίπεδο ασφάλειας. 2. Τα συμβαλλόμενα μέρη παραιτούνται από την εφαρμογή των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας που ορίζονται στο παρόν κεφάλαιο κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων μεταξύ των τελωνειακών τους εδαφών. 3. Τα συμβαλλόμενα μέρη διεξάγουν μεταξύ τους διαβουλεύσεις πριν από τη σύναψη κάθε συμφωνίας με τρίτη χώρα στους τομείς που καλύπτονται από το παρόν κεφάλαιο, ώστε να εξασφαλίσουν τη συνοχή με την παρούσα συμφωνία, ιδιαίτερα εάν η προβλεπόμενη συμφωνία περιέχει διατάξεις που παρεκκλίνουν από τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας που ορίζονται στο παρόν κεφάλαιο. Άρθρο 10 Διασαφήσεις πριν από την είσοδο και την έξοδο των εμπορευμάτων 1. Τα εμπορεύματα που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος των συμβαλλομένων μερών, προερχόμενα από τρίτη χώρα, καλύπτονται από διασάφηση εισόδου για λόγους ασφάλειας (εφεξής «συνοπτική διασάφηση εισόδου»), πλην των εμπορευμάτων που μεταφέρονται επί μεταφορικών μέσων τα οποία απλώς διέρχονται από τα χωρικά ύδατα ή τον εναέριο χώρο του τελωνειακού εδάφους χωρίς στάση σε αυτό. 2. Τα εμπορεύματα που εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος των συμβαλλομένων μερών με προορισμό τρίτη χώρα, καλύπτονται από διασάφηση εξόδου για λόγους ασφάλειας (εφεξής «συνοπτική διασάφηση εξόδου»), πλην των εμπορευμάτων που μεταφέρονται από μεταφορικά μέσα τα οποία απλώς διέρχονται από τα χωρικά ύδατα ή τον εναέριο χώρο του τελωνειακού εδάφους χωρίς στάση σε αυτό. 3. Η συνοπτική διασάφηση εισόδου ή εξόδου κατατίθεται πριν από την είσοδο των εμπορευμάτων στο τελωνειακό έδαφος των συμβαλλομένων μερών ή την έξοδό τους από το έδαφος αυτό. 4. Η υποβολή των διασαφήσεων εισόδου ή εξόδου που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 είναι προαιρετική μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2010 εφόσον εφαρμόζονται στην Κοινότητα μεταβατικά μέτρα κατά παρέκκλιση της υποχρέωσης υποβολής τέτοιων διασαφήσεων. Όταν, σύμφωνα με τους όρους τους εδαφίου 1, δεν έχει κατατεθεί συνοπτική διασάφηση εισόδου ή εξόδου, η ανάλυση κινδύνου στον τομέα της ασφάλειας όπως αναφέρεται στο άρθρο 12 πρέπει να διεξάγεται από τις τελωνειακές αρχές το αργότερο κατά την προσκόμιση των εμπορευμάτων κατά την είσοδο ή την έξοδο βάσει των τελωνειακών διασαφήσεων που καλύπτουν τα εν λόγω εμπορεύματα ή βάσει κάθε άλλης διαθέσιμης πληροφορίας. 5. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος ορίζει τους υπόχρεους κατάθεσης της συνοπτικής διασάφησης εισόδου ή εξόδου καθώς και τις αρχές που είναι αρμόδιες για την παραλαβή αυτής της διασάφησης. 6. Το παράρτημα I της παρούσας συμφωνίας ορίζει: - τη μορφή και το περιεχόμενο της συνοπτικής διασάφησης εισόδου ή εξόδου, - τις εξαιρέσεις σχετικά με την κατάθεση της συνοπτικής διασάφησης εισόδου ή εξόδου, - τον τόπο κατάθεσης της συνοπτικής διασάφησης εισόδου ή εξόδου, - την προθεσμία εντός της οποίας η συνοπτική διασάφηση εισόδου ή εξόδου πρέπει να κατατεθεί, και - όλες τις άλλες διατάξεις που είναι απαραίτητες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. 7. Μια τελωνειακή διασάφηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως συνοπτική διασάφηση εισόδου ή εξόδου εφόσον ανταποκρίνεται στους όρους που έχουν οριστεί για τέτοιου είδους συνοπτική διασάφηση. Άρθρο 11 Εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας 1. Ένα συμβαλλόμενο μέρος, με την επιφύλαξη των κριτηρίων που ορίζονται στο παράρτημα II της παρούσας συμφωνίας, χορηγεί το καθεστώς «εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα» στον τομέα της ασφάλειας σε κάθε οικονομικό φορέα που είναι εγκατεστημένος στο τελωνειακό του έδαφος. Ωστόσο, υπό ορισμένους όρους και για ορισμένες ιδιαίτερες κατηγορίες εξουσιοδοτημένων οικονομικών φορέων, μπορεί να γίνει παρέκκλιση από την υποχρέωση να έχουν την έδρα τους στο τελωνειακό έδαφος του συμβαλλόμενου μέρους στο οποίο ζητείται η χορήγηση του καθεστώτος, λαμβανομένων ιδίως υπόψη συμφωνιών με τρίτες χώρες. Επίσης, κάθε συμβαλλόμενο μέρος καθορίζει εάν και υπό ποίους όρους μπορεί να χορηγηθεί το καθεστώς αυτό σε αεροπορική ή ναυτιλιακή εταιρία που δεν είναι εγκατεστημένη στο έδαφός του αλλά διαθέτει σε αυτό περιφερειακό τελωνείο. Ο εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας απολαύει διευκολύνσεων όσον αφορά τους τελωνειακούς ελέγχους που άπτονται της ασφάλειας. Με την επιφύλαξη των κανόνων και των όρων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, το καθεστώς του εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα που χορηγείται από ένα συμβαλλόμενο μέρος αναγνωρίζεται από το άλλο συμβαλλόμενο μέρος, χωρίς να θίγονται οι τελωνειακοί έλεγχοι, ιδιαίτερα με σκοπό την εφαρμογή συμφωνιών με τρίτες χώρες που προβλέπουν μηχανισμούς αμοιβαίας αναγνώρισης των καθεστώτων εξουσιοδοτημένων οικονομικών φορέων. 2. Το παράρτημα IΙ της παρούσας συμφωνίας ορίζει: - τους κανόνες σχετικά με τη χορήγηση του καθεστώτος εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα, ιδιαίτερα τα κριτήρια χορήγησής του και τους όρους εφαρμογής των κριτηρίων αυτών, - το είδος διευκολύνσεων που μπορούν να χορηγηθούν, - τους κανόνες σχετικά με την αναστολή και την ανάκληση του καθεστώτος εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα, - τις λεπτομέρειες σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των συμβαλλομένων μερών που αφορούν τους εξουσιοδοτημένους οικονομικούς τους φορείς, - κάθε άλλη διάταξη που είναι απαραίτητη για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Άρθρο 12 Τελωνειακοί έλεγχοι και διαχείριση των κινδύνων στον τομέα της ασφάλειας 1. Οι τελωνειακοί έλεγχοι, εκτός από τους δειγματοληπτικούς ελέγχους, πρέπει να βασίζονται σε ανάλυση κινδύνου με τη χρήση μηχανογραφικών συστημάτων. 2. Για τον σκοπό αυτό, κάθε συμβαλλόμενο μέρος ορίζει ένα πλαίσιο διαχείρισης των κινδύνων, κριτήρια κινδύνων καθώς και τομείς τελωνειακών ελέγχων προτεραιότητας στον τομέα της ασφάλειας. 3. Τα συμβαλλόμενα μέρη αναγνωρίζουν την ισοδυναμία των συστημάτων διαχείρισης των κινδύνων που διαθέτουν στον τομέα της ασφάλειας. 4. Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται με σκοπό: - την ανταλλαγή πληροφοριών για τη βελτίωση και την ενίσχυση της ανάλυσης των κινδύνων και της αποτελεσματικότητας των τελωνειακών ελέγχων στον τομέα της ασφάλειας, και - τον καθορισμό, εντός των ενδεδειγμένων προθεσμιών, κοινού πλαισίου διαχείρισης των κινδύνων, κοινών κριτηρίων κινδύνου, καθώς και κοινών τομέων τελωνειακών ελέγχων προτεραιότητας και την καθιέρωση ηλεκτρονικού συστήματος γι’αυτή την κοινή διαχείριση των κινδύνων. 5. Η μεικτή επιτροπή εγκρίνει κάθε άλλη διάταξη που είναι απαραίτητη για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Άρθρο 13 Παρακολούθηση της εφαρμογής των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας 1. Η μεικτή επιτροπή καθορίζει τις λεπτομέρειες σύμφωνα με τις οποίες τα συμβαλλόμενα μέρη προτίθενται να εξασφαλίσουν την παρακολούθηση του παρόντος κεφαλαίου και να εξακριβώσουν την τήρηση των διατάξεών του καθώς και των διατάξεων των παρατημάτων της παρούσας συμφωνίας. 2. Η παρακολούθηση αυτή μπορεί να εξασφαλιστεί κυρίως - με την περιοδική αξιολόγηση της εφαρμογής του παρόντος κεφαλαίου, ιδιαίτερα της ισοδυναμίας των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας, - με την εξέταση που αποσκοπεί στη βελτίωση της εφαρμογής ή στην τροποποίηση των διατάξεων, ώστε να καλύψουν καλύτερα τους στόχους της, - με την οργάνωση θεματικών συνεδριάσεων μεταξύ εμπειρογνωμόνων των δύο μερών και λογιστικών ελέγχων των διοικητικών διαδικασιών, καθώς και με επισκέψεις επί τόπου. 3. Η μεικτή επιτροπή μεριμνά ώστε τα μέτρα που έχουν ληφθεί κατ’εφαρμογή του παρόντος άρθρου να σέβονται τα δικαιώματα των εν λόγω οικονομικών φορέων. Άρθρο 14 Προστασία του επαγγελματικού απορρήτου και των προσωπικών δεδομένων Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται από τα συμβαλλόμενα μέρη στο πλαίσιο των μέτρων που έχουν καθιερωθεί από το παρόν κεφάλαιο χαίρουν προστασίας όσον αφορά το επαγγελματικό απόρρητο και τα προσωπικά δεδομένα όπως ορίζονται από τους νόμους που εφαρμόζονται στον τομέα αυτό στο έδαφος του συμβαλλόμενου μέρους που είναι αποδέκτης τους. Ιδιαίτερα, οι πληροφορίες αυτές δεν μπορούν να διαβιβαστούν σε άλλα πρόσωπα εκτός από τα αρμόδια όργανα στο ενδιαφερόμενο συμβαλλόμενο μέρος ούτε να χρησιμοποιηθούν από τους φορείς του μέρους αυτού για άλλους λόγους από αυτούς που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία. ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ Άρθρο 15 Συνεργασία μεταξύ διοικήσεων 1. Τα συμβαλλόμενα μέρη, προκειμένου να διευκολύνουν τη διέλευση των συνόρων, λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την ανάπτυξη της συνεργασίας τόσο σε εθνικό όσο και σε περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο μεταξύ των αρχών που είναι επιφορτισμένες με την οργάνωση των ελέγχων και των διαφόρων υπηρεσιών που πραγματοποιούν τους ελέγχους και τις διατυπώσεις εκατέρωθεν των συνόρων. 2. Τα συμβαλλόμενα μέρη, το καθένα στο βαθμό που τα αφορά, καταβάλλουν προσπάθειες προκειμένου τα άτομα που συμμετέχουν σε συναλλαγή η οποία αναφέρεται στην παρούσα συμφωνία, να μπορούν να ενημερώνουν γρήγορα τις αρμόδιες αρχές για τα προβλήματα που ενδεχομένως προέκυψαν κατά τη διέλευση των συνόρων. 3. Η συνεργασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αφορά ιδίως: α) τη διαρρύθμιση των συνοριακών σταθμών, ώστε να καλύπτονται οι απαιτήσεις της κυκλοφορίας, β) τη μετατροπή των συνοριακών τελωνείων σε τελωνεία ελέγχου με διάταξη κατά σειρά ή συνδυασμένη στις περιπτώσεις που αυτό είναι δυνατό, γ) την εναρμόνιση των αρμοδιοτήτων των συνοριακών σταθμών καθώς και των τελωνείων που βρίσκονται εκατέρωθεν των συνόρων, δ) την αναζήτηση κατάλληλων λύσεων προκειμένου να επιλυθούν οι δυσχέρειες που έχουν ενδεχομένως κοινοποιηθεί. 4. Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται για την εναρμόνιση των ωραρίων λειτουργίας των διαφόρων υπηρεσιών που πραγματοποιούν τους ελέγχους και τις διατυπώσεις εκατέρωθεν των συνόρων. Άρθρο 16 Κοινοποίηση νέων ελέγχων και διατυπώσεων, εκτός από τα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας που προβλέπονται στο κεφάλαιο III Όταν ένα συμβαλλόμενο μέρος προτίθεται να εφαρμόσει νέους ελέγχους ή νέες διατυπώσεις σε διαφορετικό τομέα από αυτόν που διέπεται από το κεφάλαιο ΙΙΙ, ενημερώνει σχετικά το άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Το ενδιαφερόμενο συμβαλλόμενο μέρος μεριμνά ώστε τα μέτρα που λαμβάνονται προκειμένου να διευκολυνθεί η διέλευση των συνόρων να μην καθίστανται αδρανή λόγω της εφαρμογής των νέων αυτών ελέγχων ή διατυπώσεων. Άρθρο 17 Ροή της κυκλοφορίας 1. Τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι ο χρόνος αναμονής για τη διεξαγωγή των διαφόρων ελέγχων και διατυπώσεων δεν υπερβαίνει τα χρονικά όρια που είναι αναγκαία για τη σωστή τους εκτέλεση. Προς το σκοπό αυτό, τα συμβαλλόμενα μέρη οργανώνουν τα ωράρια λειτουργίας των υπηρεσιών που πραγματοποιούν τους ελέγχους και τις διατυπώσεις, το διαθέσιμο προσωπικό των υπηρεσιών αυτών, καθώς και τις πρακτικές λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία που ακολουθείται για τα εμπορεύματα και τα παραστατικά κατά τη διεκπεραίωση των ελέγχων και των διατυπώσεων, έτσι ώστε να μειώνεται στο μέτρο του δυνατού ο χρόνος αναμονής κατά τη ροή της κυκλοφορίας. 2. Οι αρμόδιες αρχές των χωρών στο έδαφος των οποίων σημειώνονται σοβαρές διαταραχές σχετικά με τη μεταφορά εμπορευμάτων οι οποίες θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τους στόχους της ευκολότερης και ταχύτερης διέλευσης των συνόρων, ενημερώνουν πάραυτα τις αρμόδιες αρχές των άλλων χωρών τις οποίες αφορούν οι διαταραχές αυτές. 3. Οι αρμόδιες αρχές κάθε ενδιαφερόμενης χώρας λαμβάνουν πάραυτα τα κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν, στο μέτρο του δυνατού, τη ροή της κυκλοφορίας. Τα μέτρα αυτά κοινοποιούνται στη μεικτή επιτροπή, η οποία, στην περίπτωση αυτή, συνέρχεται επειγόντως μετά από αίτηση ενός συμβαλλόμενου μέρους για να συζητήσει τα μέτρα αυτά. Άρθρο 18 Διοικητική συνδρομή 1. Για να εξασφαλιστεί η ομαλή διεξαγωγή των συναλλαγών μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών και να διευκολυνθεί ο εντοπισμός των παρατυπιών ή των παραβάσεων, οι τελωνειακές αρχές των ενδιαφερομένων χωρών παρέχουν αμοιβαία, μετά από αίτηση ή, όταν κρίνουν ότι είναι προς το συμφέρον του άλλου συμβαλλόμενου μέρους, με δική τους πρωτοβουλία, κάθε διαθέσιμο στοιχείο (συμπεριλαμβανομένων των διαπιστώσεων και των διοικητικών εκθέσεων) το οποίο είναι χρήσιμο για την καλή εκτέλεση της παρούσας συμφωνίας. 2. Η χώρα στην οποία υποβάλλεται η σχετική αίτηση μπορεί να αναστείλει ή να αρνηθεί τη συνδρομή, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, εάν κρίνει ότι ενδέχεται να αποβεί επιζήμια για την ασφάλειά της, τη δημόσια τάξη ή για άλλα βασικά συμφέροντα, ή να παραβιάσει κάποιο βιομηχανικό, εμπορικό ή επαγγελματικό απόρρητο. 3. Κάθε απόφαση αναστολής ή άρνησης παροχής της συνδρομής, συνοδευόμενη από τους λόγους που οδήγησαν σ' αυτήν, πρέπει να κοινοποιείται χωρίς καθυστέρηση στη χώρα που υπέβαλε τη σχετική αίτηση. 4. Εάν η τελωνειακή αρχή μιας χώρας ζητά συνδρομή την οποία δεν θα ήταν η ίδια σε θέση να παράσχει εάν της είχε ζητηθεί, το δηλώνει στην αίτησή της. Η συμμόρφωση προς παρόμοιο αίτημα εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της τελωνειακής αρχής προς την οποία απευθύνεται η αίτηση. 5. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρέπει να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας και να προστατεύονται από τη χώρα αποδέκτη κατά τον ίδιο τρόπο που προστατεύονται οι πληροφορίες της ίδιας φύσης από την εθνική νομοθεσία της χώρας αυτής. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς μόνο με τη γραπτή συγκατάθεση της τελωνειακής αρχής που τις κοινοποίησε με την επιφύλαξη των περιορισμών που επιβάλλονται από την εν λόγω αρχή. ΚΕΦΑΛΑΙΟ V ΟΡΓΑΝΑ Άρθρο 19 Μεικτή επιτροπή 1. Συγκροτείται μεικτή επιτροπή στην οποία εκπροσωπούνται τα συμβαλλόμενα μέρη της παρούσας συμφωνίας. 2. Η μεικτή επιτροπή λαμβάνει αποφάσεις με αμοιβαία συμφωνία. 3. Η μεικτή επιτροπή συνεδριάζει όποτε είναι αναγκαίο και τουλάχιστον μια φορά ετησίως. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει τη σύγκληση συνεδρίασης. 4. Η μεικτή επιτροπή καταρτίζει τον εσωτερικό κανονισμό της που, μεταξύ άλλων, περιέχει διατάξεις για τη σύγκληση συνεδριάσεων και για τον ορισμό του προέδρου και της θητείας του. 5. Η μεικτή επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να συστήσει υποεπιτροπή ή ομάδα εργασίας η οποία μπορεί να την βοηθήσει στην άσκηση των καθηκόντων της. Άρθρο 20 Ομάδες διαβούλευσης 1. Οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων χωρών μπορούν να συγκροτούν ομάδες διαβούλευσης επιφορτισμένες με την εξέταση θεμάτων πρακτικής, τεχνικής ή οργανωτικής φύσης, σε περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο. 2. Οι ομάδες διαβούλευσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συνεδριάζουν, σε περίπτωση ανάγκης, μετά από αίτηση των αρμόδιων αρχών μιας χώρας. Η μεικτή επιτροπή ενημερώνεται τακτικά για τις εργασίες των εν λόγω ομάδων από τα συμβαλλόμενα μέρη στα οποία υπάγονται. Άρθρο 21 Αρμοδιότητες της μεικτής επιτροπής 1. Η μεικτή επιτροπή είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση και την ορθή εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας. Για το σκοπό αυτό, διατυπώνει συστάσεις και εκδίδει αποφάσεις. 2. Η μεικτή επιτροπή μπορεί να τροποποιήσει μέσω αποφάσεων, το κεφάλαιο III και τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας. 3. Εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπει ρητά η παρούσα συμφωνία, η μεικτή επιτροπή θεσπίζει, μέσω αποφάσεων, τα μέτρα εφαρμογής τεχνικής και διοικητικής φύσης με σκοπό την απλούστευση των ελέγχων και των διατυπώσεων. 4. Οι αποφάσεις εκτελούνται από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τους κατ' ιδίαν κανόνες. 5. Για τους σκοπούς της ορθής εκτέλεσης της συμφωνίας, η μεικτή επιτροπή ενημερώνεται τακτικά από τα συμβαλλόμενα μέρη για την εμπειρία που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας και, μετά από αίτηση ενός εκ των μερών, τα συμβαλλόμενα μέρη διαβουλεύονται στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής. Άρθρο 22 Ανάπτυξη του δικαίου 1. Η Κοινότητα, μόλις εκπονήσει νέα νομοθεσία σε έναν τομέα που διέπεται από το κεφάλαιο III, ζητεί άτυπα τη γνώμη Ελβετών εμπειρογνωμόνων, κατά τον ίδιο τρόπο που ζητεί τη γνώμη εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 2. Όταν η Επιτροπή διαβιβάζει την πρότασή της στα κράτη μέλη ή στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απευθύνει επίσης αντίγραφο στην Ελβετία. Εφόσον το ζητήσει ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη, πραγματοποιείται προκαταρκτική ανταλλαγή απόψεων στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής. 3. Τα συμβαλλόμενα μέρη διαβουλεύονται εκ νέου, μετά από αίτημα ενός εξ αυτών, στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής κατά το στάδιο που προηγείται της έγκρισης της κοινοτικής πράξης σε μια συνεχή διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης. 4. Οι τροποποιήσεις του κεφαλαίου III της παρούσας συμφωνίας, που απαιτούνται για να ληφθεί υπόψη η ανάπτυξη της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας όσον αφορά τους τομείς που καλύπτονται από το κεφάλαιο αυτό, αποφασίστηκαν το γρηγορότερο δυνατό, ώστε να καταστεί δυνατή η ταυτόχρονη εφαρμογή τους με τις τροποποιήσεις που θεσπίστηκαν στην κοινοτική νομοθεσία, με βάση τις εσωτερικές διαδικασίες των συμβαλλομένων μερών. Εάν η απόφαση δεν μπορεί να εκδοθεί κατά τρόπο που να καθιστά δυνατή την ταυτόχρονη εφαρμογή, οι τροποποιήσεις που προβλέπονται στο σχέδιο απόφασης που υπόκειται στην έγκριση των μερών εφαρμόζονται με προσωρινό τρόπο όταν αυτό είναι δυνατό, με βάση τις εσωτερικές διαδικασίες των συμβαλλομένων μερών. 5. Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται κατά τη διάρκεια του σταδίου ενημέρωσης και διαβούλευσης ώστε να διευκολύνεται, στο τέλος της διαδικασίας, η λήψη απόφασης στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής. Άρθρο 23 Συμμετοχή στην επιτροπή τελωνειακού κώδικα Η Κοινότητα εξασφαλίζει τη συμμετοχή των Ελβετών εμπειρογνωμόνων με την ιδιότητα των παρατηρητών και για τα σημεία που τους αφορούν, στις συνεδριάσεις της επιτροπής τελωνειακού κώδικα που επικουρεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της στους τομείς που καλύπτονται από το κεφάλαιο III. Άρθρο 24 Διακανονισμός διαφορών Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 29, κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, η οποία αφορά θέματα ερμηνείας ή εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, υποβάλλεται στη μεικτή επιτροπή η οποία επιδιώκει φιλικό διακανονισμό. Άρθρο 25 Συμφωνίες με τρίτες χώρες Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι οι συμφωνίες που έχουν συναφθεί από ένα εξ αυτών με τρίτη χώρα σε τομέα που καλύπτεται από το κεφάλαιο III της παρούσας συμφωνίας δεν μπορούν να δημιουργήσουν υποχρεώσεις για το άλλο μέρος, εκτός αν αποφασίσει άλλως η μεικτή επιτροπή. ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 26 Διευκολύνσεις πληρωμής Τα συμβαλλόμενα μέρη μεριμνούν έτσι ώστε τα ποσά που απαιτούνται ενδεχομένως κατά τη διεκπεραίωση των ελέγχων και διατυπώσεων στις μεταξύ τους συναλλαγές να μπορούν να καταβάλλονται επίσης υπό μορφή εγγυημένων ή πιστοποιημένων διεθνών τραπεζικών επιταγών, οι οποίες έχουν εκδοθεί στο νόμισμα της χώρας στην οποία είναι απαιτητή η οφειλή. Άρθρο 27 Εκτέλεση της συμφωνίας Κάθε συμβαλλόμενο μέρος θεσπίζει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας εφαρμόζονται με αποτελεσματικό και αρμονικό τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να διευκολυνθεί η διέλευση των εμπορευμάτων από τα σύνορα και να επιλυθούν, κατά τρόπο αμοιβαία ικανοποιητικό, οι δυσχέρειες που μπορεί ενδεχομένως μα προκύψουν από την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Άρθρο 28 Αναθεώρηση Εάν ένα συμβαλλόμενο μέρος επιθυμεί αναθεώρηση της παρούσας συμφωνίας, υποβάλλει πρόταση για τον σκοπό αυτό στο άλλο μέρος. Η αναθεώρηση θα τεθεί σε ισχύ μετά την ολοκλήρωση των εσωτερικών διαδικασιών των συμβαλλόμενων μερών. Άρθρο 29 Μέτρα επανεξισορρόπησης 1. Ένα συμβαλλόμενο μέρος μπορεί, μετά από διαβούλευση στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής, να λάβει κατάλληλα μέτρα επανεξισορρόπησης, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής της εφαρμογής των διατάξεων του κεφαλαίου III της παρούσας συμφωνίας, εφόσον διαπιστώσει ότι το άλλο μέρος δεν τηρεί τους όρους ή εφόσον δεν εξασφαλίζεται πλέον η ισοδυναμία των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας των συμβαλλομένων μερών. Όταν καθυστέρηση ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας, μπορούν να λαμβάνονται κατάλληλα προσωρινά συντηρητικά μέτρα, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση, υπό την προϋπόθεση ότι, αμέσως μετά τη λήψη αυτών των μέτρων, διεξάγονται διαβουλεύσεις. 2. Εάν η ισοδυναμία των τελωνειακών μέτρων ασφάλειας των συμβαλλομένων μερών δεν εξασφαλίζεται πλέον διότι οι προβλεπόμενες τροποποιήσεις του άρθρου 22 παράγραφος 4 της παρούσας συμφωνίας δεν έχουν αποφασιστεί, ένα συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου III από την ημερομηνία εφαρμογής της εν λόγω κοινοτικής νομοθεσίας, εκτός εάν η μεικτή επιτροπή, αφού εξετάσει τα μέσα διατήρησης της εφαρμογής του, αποφασίσει διαφορετικά. 3. Το πεδίο εφαρμογής και η διάρκεια των προαναφερθέντων μέτρων πρέπει να περιοριστούν σε ό,τι είναι αναγκαίο για να ρυθμιστεί η κατάσταση και για να εξασφαλιστεί η ορθή ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα συμφωνία. Ένα συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει από την μεικτή επιτροπή να προβεί σε διαβουλεύσεις όσον αφορά την αναλογικότητα αυτών των μέτρων και, ενδεχομένως, να αποφασίσει να παραπέμψει τη ρύθμιση διαφοράς σχετικά με το θέμα αυτό σε διαιτητικό δικαστήριο σύμφωνα με τη γραπτή διαδικασία που προβλέπεται στο παράρτημα IIΙ. Κανένα θέμα ερμηνείας των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας, πανομοιότυπων με τις αντίστοιχες διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, δεν μπορεί να ρυθμιστεί στο πλαίσιο αυτό. Άρθρο 30 Δημόσια τάξη Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας δεν εμποδίζουν την επιβολή απαγορεύσεων ή περιορισμών εισαγωγής, εξαγωγής ή διαμετακόμισης εμπορευμάτων από τα συμβαλλόμενα μέρη ή από κράτη μέλη της Κοινότητας για λόγους δημόσιας ηθικής, δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, προστασίας της ζωής και υγείας προσώπων και ζώων ή προφύλαξης των φυτών ή του περιβάλλοντος, προστασίας των εθνικών θησαυρών καλλιτεχνικής, ιστορικής ή αρχαιολογικής αξίας ή προστασίας της βιομηχανικής και εμπορικής ιδιοκτησίας. Άρθρο 31 Καταγγελία Κάθε συμβαλλόμενο μέρος έχει τη δυνατότητα να καταγγείλει τη συμφωνία με κοινοποίηση στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Η ισχύς της συμφωνίας λήγει δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία της κοινοποίησης αυτής. Άρθρο 32 Παραρτήματα Τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της. Άρθρο 33 Επικύρωση 1. Η παρούσα συμφωνία εγκρίνεται από τα συμβαλλόμενα μέρη με βάση τις κατ' ιδίαν διαδικασίες τους. Τίθεται σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2009, υπό την προϋπόθεση ότι η ολοκλήρωση των διαδικασιών που απαιτούνται για το σκοπό αυτό έχει γνωστοποιηθεί στα συμβαλλόμενα μέρη πριν από αυτήν την ημερομηνία αυτή. 2. Εάν η παρούσα συμφωνία δεν έχει τεθεί σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2009, θα τεθεί σε ισχύ την ημέρα που ακολουθεί την ημερομηνία κατά την οποία έχει γνωστοποιηθεί στα συμβαλλόμενα μέρη η ολοκλήρωση των διαδικασιών που απαιτούνται για το σκοπό αυτό. 3. Eν αναμονή της ολοκλήρωσης των διαδικασιών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, τα συμβαλλόμενα μέρη εφαρμόζουν προσωρινά την παρούσα συμφωνία από την 1η Ιουλίου 2009 ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που έχει συμφωνηθεί μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. 4. Από την έναρξη ισχύος της, η παρούσα συμφωνία αντικαθιστά τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη διευκόλυνση των ελέγχων και των διατυπώσεων κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων της 21ης Νοεμβρίου 1990. Άρθρο 34 Γλώσσες 1. Η παρούσα συμφωνία καταρτίζεται σε δύο αντίτυπα στη βουλγαρική, τσεχική, δανική, ολλανδική, αγγλική, εσθονική, φινλανδική, γαλλική, γερμανική, ελληνική, ουγγρική, ιταλική, λεττονική, λιθουανική, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, ισπανική και σουηδική γλώσσα. Όλες αυτές οι γλωσσικές εκδόσεις είναι εξίσου αυθεντικές. 2. Η γνησιότητα του κειμένου της παρούσας συμφωνίας στη μαλτέζικη γλώσσα βεβαιώνεται από τα συμβαλλόμενα μέρη βάσει ανταλλαγής επιστολών. Το κείμενο είναι εξίσου αυθεντικό με τα κείμενα των γλωσσών που αναφέρονται στην παράγραφο 1. …(τόπος)…, …(ημερομηνία)… Για την Ελβετία Για την Κοινότητα Παράρτημα I Συνοπτικές διασαφήσεις εισόδου και εξόδου Άρθρο 1 Μορφές και περιεχόμενο της συνοπτικής διασάφησης εισόδου ή εξόδου 1. Η συνοπτική διασάφηση εισόδου ή εξόδου γίνεται με τη χρήση μηχανογραφικών συστημάτων. Επιτρέπεται επίσης να χρησιμοποιούνται εμπορικές, λιμενικές ή μεταφορικές πληροφορίες, υπό την προϋπόθεση ότι περιέχουν τα απαραίτητα στοιχεία. 2. Η συνοπτική διασάφηση εισόδου ή εξόδου περιέχει τα στοιχεία που προβλέπονται για τη διασάφηση αυτή στο παράρτημα 30α του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 1993 για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, (εφεξής «ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 »)[10]. Συμπληρώνεται σύμφωνα με τις επεξηγηματικές σημειώσεις που αναφέρονται στο εν λόγω παράρτημα 30α. Επικυρώνεται από το πρόσωπο που την καταρτίζει. 3. Οι τελωνειακές αρχές επιτρέπουν την κατάθεση συνοπτικής διασάφησης εισόδου ή εξόδου με τη χρησιμοποίηση χαρτιού ή οποιουδήποτε άλλου μέσου μόνο σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις: α) όταν δεν λειτουργεί το μηχανογραφικό σύστημα των τελωνειακών αρχών, β) όταν το ηλεκτρονικό σύστημα του προσώπου που καταθέτει τη συνοπτική διασάφηση εισόδου ή εξόδου είναι εκτός λειτουργίας, υπό την προϋπόθεση ότι οι τελωνειακές αρχές εφαρμόζουν στις διασαφήσεις αυτές ισοδύναμο επίπεδο διαχείρισης κινδύνων με εκείνο που εφαρμόζεται στις συνοπτικές διασαφήσεις εισόδου ή εξόδου με τη χρήση μηχανογραφικών συστημάτων. Οι συνοπτικές διασαφήσεις εισόδου ή εξόδου σε χαρτί υπογράφονται από το πρόσωπο που τις έχει καταρτίσει και συνοδεύονται, ενδεχομένως, από πίνακες φόρτωσης ή άλλους κατάλληλους πίνακες και περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2. 4. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος ορίζει τους όρους σύμφωνα με τους οποίους ο υπόχρεος κατάθεσης της συνοπτικής διασάφησης εισόδου ή εξόδου έχει το δικαίωμα να τροποποιήσει ένα ή περισσότερα στοιχεία της διασάφησης αυτής, μετά την κατάθεσή της. Άρθρο 2 Εξαιρέσεις σχετικά με την κατάθεση της συνοπτικής διασάφησης εισόδου ή εξόδου 1. Όσον αφορά τα ακόλουθα εμπορεύματα δεν απαιτείται συνοπτική διασάφηση εισόδου ή εξόδου: α) ηλεκτρική ενέργεια, β) εμπορεύματα που εισέρχονται ή εξέρχονται μέσω αγωγών, γ) επιστολές, κάρτες και έντυπο υλικό, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων σε ηλεκτρονικά μέσα, δ) εμπορεύματα που διακινούνται βάσει των κανόνων της σύμβασης της Παγκόσμιας Ταχυδρομικής Ένωσης, ε) εμπορεύματα για τα οποία επιτρέπεται προφορική τελωνειακή διασάφηση ή απλή διέλευση των συνόρων, σύμφωνα με τις διατάξεις των συμβαλλομένων μερών, με εξαίρεση τις παλέτες, τα εμπορευματοκιβώτια και τα μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιούνται στις οδικές, τις σιδηροδρομικές, τις αεροπορικές, τις θαλάσσιες και τις εσωτερικές πλωτές μεταφορές που εκτελούνται βάσει σύμβασης μεταφοράς, στ) εμπορεύματα που περιέχονται σε προσωπικές αποσκευές ταξιδιωτών, ζ) εμπορεύματα που καλύπτονται από δελτία ATA και CPD, η) εμπορεύματα που δικαιούνται απαλλαγής σύμφωνα με τη σύμβαση της Βιέννης περί των διπλωματικών σχέσεων της 18ης Απριλίου 1961, τη σύμβαση της Βιέννης περί των προξενικών σχέσεων της 24ης Απριλίου 1963 ή άλλες προξενικές συμβάσεις, ή ακόμη τη σύμβαση της Νέας Υόρκης της 16ης Δεκεμβρίου 1969 περί των ειδικών αποστολών, θ) τα όπλα και ο στρατιωτικός εξοπλισμός που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος ενός συμβαλλόμενου μέρους από τις αρχές που είναι αρμόδιες για τη στρατιωτική άμυνα κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Ελβετίας, με στρατιωτική μεταφορά ή μεταφορά που διενεργείται για λογαριασμό των στρατιωτικών αρχών, ι) τα επόμενα εμπορεύματα, που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος ενός συμβαλλόμενου μέρους με άμεσο προορισμό τις εξέδρες γεώτρησης ή εκμετάλλευσης: - τα εμπορεύματα που έχουν ενσωματωθεί στις εν λόγω εξέδρες γεώτρησης ή εκμετάλλευσης, για τους σκοπούς της κατασκευής, επισκευής, συντήρησης ή μετατροπής τους, - τα εμπορεύματα που χρησιμοποιούνται για τον εξοπλισμό των εν λόγω εξεδρών, άλλα υλικά τροφοδοσίας που χρησιμοποιούνται ή καταναλώνονται στις εν λόγω εξέδρες και τα απόβλητα που παράγονται στις εν λόγω εξέδρες, ια) τα εμπορεύματα που περιλαμβάνονται σε αποστολές, η εσωτερική αξία των οποίων δεν υπερβαίνει τα 22 EUR υπό τον όρο ότι οι τελωνειακές αρχές αποδέχονται, με τη συγκατάθεση του οικονομικού φορέα, να διενεργήσουν ανάλυση κινδύνων χρησιμοποιώντας τις διαθέσιμες πληροφορίες ή τις πληροφορίες που παρέχονται από το σύστημα που χρησιμοποιεί ο οικονομικός φορέας. 2. Δεν απαιτείται συνοπτική διασάφηση εισόδου ή εξόδου στις περιπτώσεις που προβλέπονται από διεθνή συμφωνία μεταξύ ενός συμβαλλόμενου μέρους και τρίτης χώρας στον τομέα της ασφάλειας, με την επιφύλαξη της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 9, παράγραφος 3, της συμφωνίας. 3. Δεν απαιτείται συνοπτική διασάφηση εισόδου ή εξόδου στην Κοινότητα όσον αφορά τα εμπορεύματα που ορίζονται στο άρθρο 181 γ, στοιχεία θ) και ι), στο άρθρο 592 α, στοιχεία θ) και ι) και στο άρθρο 842 α, εδάφιο 2, στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93. 4. Δεν απαιτείται συνοπτική διασάφηση εισόδου ή εξόδου στην Ελβετία για: - τα ανταλλακτικά, που προορίζονται να ενσωματωθούν στα αεροσκάφη για επισκευή,- τα λιπαντικά και τα αέρια που είναι αναγκαία για τη λειτουργία του αεροσκάφους, - και τα τρόφιμα που προορίζονται για κατανάλωση επί του μεταφορικού μέσου, που τοποθετήθηκαν προηγουμένως σε τελωνειακή αποθήκη που βρίσκεται εντός των ελβετικών αερολιμένων και στη συνέχεια μεταφέρθηκαν προς τα αεροπλάνα σύμφωνα με τις διατάξεις της ελβετικής νομοθεσίας, στον βαθμό που δεν θίγεται το επίπεδο ασφάλειας που εγγυάται η παρούσα συμφωνία. Άρθρο 3 Τόπος κατάθεσης της συνοπτικής διασάφησης εισόδου ή εξόδου 1. Η συνοπτική διασάφηση εισόδου κατατίθεται στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους στο τελωνειακό έδαφος του οποίου εισέρχονται τα εμπορεύματα που προέρχονται από τρίτες χώρες. Η αρχή αυτή προβαίνει στην ανάλυση των κινδύνων με βάση τα στοιχεία που περιέχονται στη διασάφηση αυτή και στους ελέγχους που κρίνονται αναγκαίοι στον τομέα της ασφάλειας, καθώς και όταν τα εμπορεύματα αυτά προορίζονται για ένα άλλο συμβαλλόμενο μέρος. 2. Η συνοπτική διασάφηση εξόδου κατατίθεται στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους στο τελωνειακό έδαφος του οποίου πραγματοποιούνται οι διατυπώσεις εξόδου με προορισμό τρίτες χώρες. Ωστόσο, η τελωνειακή διασάφηση εξαγωγής που χρησιμοποιείται ως συνοπτική διασάφηση εξόδου κατατίθεται στην αρμόδια αρχή του συμβαλλόμενου μέρους στο τελωνειακό έδαφος του οποίου πραγματοποιούνται οι διατυπώσεις εξαγωγής με προορισμό τρίτες χώρες. Η αρμόδια αρχή και στη μια και στην άλλη περίπτωση προβαίνει στην ανάλυση των κινδύνων με βάση τα στοιχεία που περιέχονται στη διασάφηση αυτή και στους ελέγχους που κρίνονται αναγκαίοι στον τομέα της ασφάλειας. 3. Όταν τα εμπορεύματα εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος ενός συμβαλλόμενου μέρους με προορισμό τρίτη χώρα διερχόμενα από το τελωνειακό έδαφος του άλλου συμβαλλόμενου μέρους, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 2, διαβιβάζονται από την αρμόδια αρχή του πρώτου συμβαλλόμενου μέρους στην αρμόδια αρχή του δεύτερου μέρους. Ωστόσο, η μεικτή επιτροπή μπορεί να προσδιορίσει περιπτώσεις κατά τις οποίες η διαβίβαση αυτών των δεδομένων δεν είναι αναγκαία, στον βαθμό που δεν θίγεται το επίπεδο ασφάλειας που εγγυάται η παρούσα συμφωνία. Τα συμβαλλόμενα μέρη προσπαθούν να συνδέονται και να χρησιμοποιούν κοινό σύστημα διαβίβασης δεδομένων το οποίο περιλαμβάνει τις απαιτούμενες πληροφορίες για τη συνοπτική διασάφηση εξόδου των εν λόγω εμπορευμάτων. Στην περίπτωση που τα συμβαλλόμενα μέρη δεν είναι σε θέση να πραγματοποιήσουν τη διαβίβαση που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, η συνοπτική διασάφηση εξόδου των εμπορευμάτων που εξέρχονται ένα συμβαλλόμενο μέρος με προορισμό τρίτη χώρα διερχόμενα από το τελωνειακό έδαφος του άλλου συμβαλλόμενου μέρους, με εξαίρεση την άμεση εναέρια κυκλοφορία, κατατίθεται κατ’αποκλειστικότητα στην αρμόδια αρχή αυτού του δεύτερου συμβαλλόμενου μέρους. Άρθρο 4 Προθεσμία της συνοπτικής διασάφησης εισόδου ή εξόδου 1. Οι προθεσμίες για την κατάθεση της συνοπτικής διασάφησης εισόδου ή εξόδου είναι αυτές που αναφέρονται στα άρθρα 184α και 592β του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93. 2. Κατά παρέκκλιση της πρώτης παραγράφου, κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να αποφασίσει διαφορετικές προθεσμίες: - στις περιπτώσεις κυκλοφορίας που προβλέπονται στο άρθρο 3, παράγραφος 3, για να μπορεί να προβαίνει σε αξιόπιστη ανάλυση των κινδύνων και να παρεμβαίνει στις αποστολές εμπορευμάτων, ώστε να μπορεί να προβαίνει στους σχετικούς τελωνειακούς ελέγχους ασφάλειας, - στο πλαίσιο διεθνούς συμφωνίας μεταξύ αυτού του συμβαλλόμενου μέρους και τρίτης χώρας, με την επιφύλαξη της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 της παρούσας συμφωνίας. Παράρτημα II Εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας Τίτλος I Χορήγηση του καθεστώτος εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα Άρθρο 1 Γενικές παρατηρήσεις 1. Τα κριτήρια χορήγησης του καθεστώτος εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα περιλαμβάνουν: α) κατάλληλο ιστορικό συμμόρφωσης προς τις τελωνειακές απαιτήσεις, β) ικανοποιητικό σύστημα διαχείρισης εμπορικών και, κατά περίπτωση, μεταφορικών καταχωρίσεων το οποίο επιτρέπει τους κατάλληλους τελωνειακούς ελέγχους ασφάλειας, γ) αποδεδειγμένη χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα, και δ) κατάλληλες προδιαγραφές ασφάλειας και προστασίας. 2. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος προσδιορίζει τη διαδικασία αίτησης και χορήγησης του καθεστώτος εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα, καθώς και τις νομικές συνέπειες αυτού του καθεστώτος. 3. Τα συμβαλλόμενα μέρη εξασφαλίζουν ότι οι τελωνειακές αρχές τους ελέγχουν την τήρηση, από τον εξουσιοδοτημένο οικονομικό φορέα, των όρων και των κριτηρίων που εφαρμόζονται σ’αυτόν και προβαίνουν στην επανεξέταση αυτών των όρων και κριτηρίων κυρίως σε περίπτωση σημαντικής τροποποίησης της νομοθεσίας στον τομέα αυτό ή την ύπαρξη στοιχείων που οδηγούν ευλόγως στο συμπέρασμα ότι ο εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας δεν πληροί τους όρους που εφαρμόζονται. Άρθρο 2 Ιστορικό 1. Το ιστορικό συμμόρφωσης προς τις τελωνειακές απαιτήσεις θεωρείται ικανοποιητικό αν κατά τα τρία τελευταία έτη πριν από την υποβολή της αίτησης δεν έχουν διαπραχθεί σοβαρές ή επανειλημμένες παραβάσεις της τελωνειακής νομοθεσίας από κανένα από τα ακόλουθα πρόσωπα: α) τον αιτούντα, β) τα πρόσωπα που διοικούν την αιτούσα εταιρία ή ελέγχουν τη διοίκησή της, γ) ενδεχομένως, τον νόμιμο αντιπρόσωπο του αιτούντος για τα τελωνειακά θέματα, δ) τον υπεύθυνο για τελωνειακά θέματα της αιτούσας εταιρίας. 2. Το ιστορικό συμμόρφωσης προς τις τελωνειακές απαιτήσεις μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητικό, όταν η αρμόδια τελωνειακή αρχή κρίνει τυχόν υπάρχουσες παραβάσεις αμελητέες σε σχέση με τον αριθμό ή τον όγκο των τελωνειακών δραστηριοτήτων και ότι δεν δημιουργούν αμφιβολίες ως προς την καλή πίστη του αιτούντος. 3. Όταν τα πρόσωπα που ελέγχουν τη διοίκηση της αιτούσας εταιρίας είναι εγκατεστημένα ή διαμένουν σε τρίτη χώρα, οι τελωνειακές αρχές αξιολογούν τη συμμόρφωσή τους προς τις τελωνειακές απαιτήσεις με βάση τα στοιχεία και τις πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους. 4. Όταν έχουν παρέλθει λιγότερα από τρία χρόνια από την έναρξη δραστηριότητας του αιτούντος, οι τελωνειακές αρχές αξιολογούν τη συμμόρφωσή του προς τις τελωνειακές απαιτήσεις με βάση τα στοιχεία και τις πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους. Άρθρο 3 Ικανοποιητικό σύστημα διαχείρισης των εμπορικών και μεταφορικών καταχωρίσεων Για να μπορούν οι τελωνειακές αρχές να αποφανθούν ότι ο αιτών διαθέτει ικανοποιητικό σύστημα διαχείρισης εμπορικών και, κατά περίπτωση, μεταφορικών καταχωρίσεων, ο αιτών πρέπει να πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις: α) να διατηρεί σύστημα λογιστικής σύμφωνο με τις γενικά αποδεκτές αρχές της λογιστικής που εφαρμόζονται στον τόπο στον οποίο τηρούνται οι λογιστικές καταχωρίσεις και το οποίο να διευκολύνει τη διενέργεια τελωνειακών λογιστικών ελέγχων, β) να επιτρέπει στην τελωνειακή αρχή τη φυσική ή ηλεκτρονική πρόσβαση στις τελωνειακές και, κατά περίπτωση, στις μεταφορικές καταχωρίσεις, γ) να διαθέτει διοικητική οργάνωση ανάλογη με το είδος και το μέγεθος της επιχείρησης, κατάλληλη για τη διαχείριση της διακίνησης των εμπορευμάτων, καθώς και εσωτερικούς ελέγχους με τους οποίους μπορούν να ανιχνεύονται τυχόν παράνομες ή παράτυπες συναλλαγές, δ) ανάλογα με την περίπτωση, να διαθέτει ικανοποιητικές διαδικασίες για την διαχείριση αδειών και εγκρίσεων σχετικά με εισαγωγές ή/και εξαγωγές, ε) να εφαρμόζει ικανοποιητικές διαδικασίες για την αρχειοθέτηση των στοιχείων και πληροφοριών της εταιρίας και για την προστασία έναντι της απώλειας πληροφοριών, στ) να διασφαλίζει ότι οι υπάλληλοι έχουν επίγνωση της ανάγκης ενημέρωσης των τελωνειακών αρχών όταν εντοπίζονται προβλήματα συμμόρφωσης και να ορίζει κατάλληλα σημεία επαφής για ενημέρωση των τελωνειακών αρχών σχετικά με τέτοια συμβάντα, ζ) να διαθέτει κατάλληλα μέτρα για την ασφάλεια της τεχνολογίας της πληροφορικής που χρησιμοποιεί, για την προστασία του μηχανογραφικού του συστήματος από μη εξουσιοδοτημένη παρείσφρηση και τη διασφάλιση των εγγράφων του. Άρθρο 4 Χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα 1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα νοείται μία υγιής οικονομική επιφάνεια που επιτρέπει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του αιτούντος, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των χαρακτηριστικών του είδους της επιχειρηματικής του δραστηριότητας. 2. Ο όρος περί της χρηματοπιστωτικής φερεγγυότητας του αιτούντος θεωρείται ότι πληρούται εφόσον η φερεγγυότητά του μπορεί να αποδειχθεί για τα τρία τελευταία έτη. 3. Όταν έχουν παρέλθει λιγότερα από τρία έτη από την έναρξη δραστηριότητας του αιτούντος, η χρηματοπιστωτική του φερεγγυότητα κρίνεται με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία και πληροφορίες. Άρθρο 5 Κατάλληλες προδιαγραφές ασφάλειας και προστασίας 1. Οι προδιαγραφές ασφάλειας και προστασίας του αιτούντος θεωρούνται κατάλληλες, όταν πληρούνται οι ακόλουθοι όροι: α) τα κτίρια που χρησιμοποιούνται για τις δραστηριότητες που καλύπτονται από το πιστοποιητικό, είναι κατασκευασμένα από υλικά που αποτρέπουν την παράνομη είσοδο και παρέχουν προστασία από παράνομες διεισδύσεις, β) εφαρμόζονται κατάλληλα μέτρα ελέγχου πρόσβασης, ώστε να παρεμποδίζεται η πρόσβαση χωρίς άδεια σε χώρους παράδοσης/παραλαβής εμπορευμάτων, αποβάθρες φόρτωσης και χώρους φορτίων, γ) τα μέτρα διαχείρισης των εμπορευμάτων περιλαμβάνουν μέτρα προστασίας κατά της εισόδου, αντικατάστασης ή απώλειας οποιονδήποτε υλικών και παραβίασης μονάδων φορτίου, δ) ανάλογα με την περίπτωση, έχουν καθιερωθεί διαδικασίες για την διαχείριση αδειών εισαγωγής ή και εξαγωγής που συνδέονται με απαγορεύσεις και περιορισμούς και για την διάκριση των εμπορευμάτων αυτών από άλλα εμπορεύματα, ε) ο αιτών έχει εφαρμόσει μέτρα που επιτρέπουν να προσδιορίζεται σαφώς η ταυτότητα των επιχειρηματικών του εταίρων, προκειμένου να διασφαλίζεται η διεθνής αλυσίδα εφοδιασμού, στ) ο αιτών διενεργεί, στο μέτρο που του επιτρέπεται από τη νομοθεσία, ελέγχους ασφάλειας σχετικά με τους υπαλλήλους που εργάζονται σε ευαίσθητες θέσεις από άποψη ασφάλειας και διενεργεί περιοδικές έρευνες του ιστορικού τους, ζ) ο αιτών διασφαλίζει την ενεργό συμμετοχή εργαζομένων του σε προγράμματα ευαισθητοποίησης σε θέματα ασφάλειας. 2. Όταν αιτών, εγκατεστημένος στην Κοινότητα ή στην Ελβετία, κατέχει διεθνώς αναγνωρισμένο πιστοποιητικό ασφάλειας ή/και προστασίας που έχει εκδοθεί βάσει διεθνών συμβάσεων, ευρωπαϊκό πιστοποιητικό ασφάλειας ή/και προστασίας που έχει εκδοθεί βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας, ή εφαρμόζει διεθνές πρότυπο του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης ή ευρωπαϊκό πρότυπο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Τυποποίησης, τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 1 θεωρείται ότι πληρούνται στο μέτρο που τα κριτήρια για την έκδοση των εν λόγω πιστοποιητικών είναι τα ίδια ή αντίστοιχα με αυτά που προβλέπονται στον παρόν παράρτημα. Τίτλος II Διευκολύνσεις χορηγούμενες στους εξουσιοδοτημένους οικονομικούς φορείς Άρθρο 6 Οι τελωνειακές αρχές χορηγούν ιδίως τις ακόλουθες διευκολύνσεις στους εξουσιοδοτημένους οικονομικούς φορείς: Οι τελωνειακές αρχές μπορούν να ενημερώσουν τον εξουσιοδοτημένο οικονομικό φορέα, πριν τα εμπορεύματα φθάσουν στο τελωνειακό έδαφος ή εξέλθουν από το έδαφος αυτό, ότι η αποστολή του φορτίου έχει επιλεγεί για φυσικό έλεγχο λόγω της ανάλυσης κινδύνου ασφάλειας και προστασίας, εφόσον αυτό δεν βλάπτει τον έλεγχο που πρέπει να διενεργηθεί. Ωστόσο, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να διενεργήσουν φυσικό έλεγχο ακόμη και όταν ένας εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας δεν έχει ήδη ενημερωθεί. Ο εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας μπορεί να καταθέσει συνοπτικές διασαφήσεις εισόδου ή εξόδου με τις μειωμένες απαιτήσεις όσον αφορά τα στοιχεία προς υποβολή που προβλέπονται στο παράρτημα 30α του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 1993 για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, (εφεξής «ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 »)[11]. Ωστόσο, όταν ο εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας είναι μεταφορέας, πράκτορας μεταφορών ή εκτελωνιστής, επωφελείται από αυτές τις μειωμένες απαιτήσεις μόνο εάν συμμετέχει στην εισαγωγή ή την εξαγωγή εμπορευμάτων για λογαριασμό εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα. Ο εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας υπόκειται σε λιγότερους φυσικούς και λογιστικούς ελέγχους σε σχέση με άλλους οικονομικούς φορείς. Οι τελωνειακές αρχές μπορούν εντούτοις να αποφασίζουν διαφορετικά προκειμένου να λάβουν υπόψη μια συγκεκριμένη απειλή, ή υποχρεώσεις ελέγχου που προκύπτουν από κανονιστικές διατάξεις άλλες από τις τελωνειακές. Σε περίπτωση που η τελωνειακή αρχή αποφασίσει να διενεργήσει τον έλεγχο αποστολής φορτίου που καλύπτεται από συνοπτική διασάφηση εισόδου ή εξόδου που έχει καταθέσει εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας, ο έλεγχος αυτός πραγματοποιείται κατά προτεραιότητα. Επίσης, κατόπιν αιτήσεως του εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα και με τη συγκατάθεση της τελωνειακής αρχής, ο έλεγχος αυτός μπορεί να πραγματοποιηθεί σε ένα άλλο μέρος από αυτό στο οποίο η τελωνειακή αρχή διενεργεί συνήθως τους ελέγχους της. Τίτλος III Αναστολή και απόσυρση του καθεστώτος εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα Άρθρο 7 Αναστολή του καθεστώτος 1. Το καθεστώς του εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα αναστέλλεται από την τελωνειακή αρχή έκδοσης στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) όταν διαπιστωθεί μη συμμόρφωση προς τους όρους ή τα κριτήρια χορήγησης του καθεστώτος εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα, β) όταν οι τελωνειακές αρχές έχουν επαρκείς λόγους να πιστεύουν ότι ο εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας διέπραξε πράξη η οποία υπόκειται σε ποινική δίωξη και συνδέεται με παράβαση της τελωνειακής νομοθεσίας, γ) όταν ο εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας το ζητήσει διότι αδυνατεί προσωρινά να εκπληρώσει κάποιους από τους όρους ή από τα κριτήρια χορήγησης του καθεστώτος. 2. Εντούτοις, στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου στοιχείο β), η τελωνειακή αρχή μπορεί να αποφασίσει να μην αναστείλει την ιδιότητα του εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα αν θεωρεί ότι η παράβαση είναι αμελητέες σε σχέση με τον αριθμό ή τον όγκο των τελωνειακών δραστηριοτήτων και ότι δεν δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την καλή πίστη του εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα. 3. Η αναστολή λαμβάνει χώρα άμεσα, όταν αυτό επιβάλλεται λόγω της φύσεως ή της σοβαρότητας της απειλής για την ασφάλεια και προστασία των πολιτών, τη δημόσια υγεία ή το περιβάλλον. 4. Η αναστολή δεν θίγει τελωνειακά καθεστώτα που έχουν ήδη ξεκινήσει πριν από την ημερομηνία αναστολής και δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί. 5. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος καθορίζει τη διάρκεια της περιόδου αναστολής, έτσι ώστε να δίνεται τη δυνατότητα στον οικονομικό φορέα να τακτοποιήσει την κατάστασή του. 6. Όταν ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας, προς ικανοποίηση των τελωνειακών αρχών, λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου να συμμορφωθεί με τους όρους και τα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται από έναν εξουσιοδοτημένο οικονομικό φορέα, η τελωνειακή αρχή έκδοσης ανακαλεί την αναστολή. Άρθρο 8 Ανάκληση του καθεστώτος 1. Η τελωνειακή αρχή έκδοσης ανακαλεί το πιστοποιητικό εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) όταν έχουν διαπραχθεί σοβαρές παραβάσεις σχετικά με την τελωνειακή νομοθεσία από τον εξουσιοδοτημένο οικονομικό φορέα και δεν υπάρχει περαιτέρω δικαίωμα έφεσης, β) όταν ο εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας δεν λάβει τα αναγκαία μέτρα κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 5, γ) όταν το ζητήσει ο ίδιος ο εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας. 2. Εντούτοις, στην περίπτωση που αναφέρεται στο στοιχείο α), η τελωνειακή αρχή μπορεί να αποφασίσει να μην ανακαλέσει το πιστοποιητικό εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα εάν θεωρεί ότι οι παραβάσεις είναι αμελητέες σε σχέση με τον αριθμό ή τον όγκο των τελωνειακών δραστηριοτήτων και ότι δεν δημιουργούν αμφιβολίες ως προς την καλή πίστη του εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα. 3. Η ανάκληση τίθεται σε ισχύ από την επομένη της κοινοποίησής της. Τίτλος IV Ανταλλαγή πληροφοριών Άρθρο 9 Η Επιτροπή και η αρμόδια ελβετική αρχή ανταλλάσσουν τακτικά πληροφορίες για την ταυτότητα των εξουσιοδοτημένων οικονομικών φορέων τους στον τομέα της ασφάλειας συμπεριλαμβάνοντας τα εξής στοιχεία: α) τον αριθμό αναγνώρισης συναλλασσόμενου (TIN – Trader Identification Number σε μορφότυπο συμβατό με τη νομοθεσία EORI - Economic Operator Registration and Identification), β) το όνομα και τη διεύθυνση του εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα, γ) τον αριθμό του εγγράφου με το οποίο χορηγήθηκε το καθεστώς εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα, δ) το τρέχον καθεστώς (που ισχύει, που έχει ανασταλεί, που έχει ανακληθεί), ε) τις περιόδους τροποποίησης του καθεστώτος, στ) την ημερομηνία από την οποία το πιστοποιητικό τίθεται σε ισχύ, ζ) την αρχή που έχει εκδώσει το πιστοποιητικό. Παράρτημα III Διαδικασία διαιτησίας 1. Εάν μια διαφορά υποβληθεί σε διαιτησία, ορίζονται τρεις διαιτητές, εκτός και εάν τα συμβαλλόμενα μέρη αποφασίσουν διαφορετικά. 2. Το καθένα από τα συμβαλλόμενα μέρη ορίζει έναν διαιτητή εντός προθεσμίας τριάντα ημερών. 3. Οι δύο ορισθέντες διαιτητές ορίζουν με κοινή συμφωνία έναν επιδιαιτητή που δεν είναι υπήκοος κανενός εκ των δύο συμβαλλομένων μερών. Εάν οι διαιτητές δεν μπορούν να συμφωνήσουν, εντός προθεσμίας δύο μηνών από τον διορισμό τους, επιλέγουν έναν επιδιαιτητή από έναν κατάλογο επτά προσώπων που έχει καταρτίσει η μεικτή επιτροπή. Η μεικτή επιτροπή καταρτίζει και επικαιροποιεί τον κατάλογο αυτό σύμφωνα με τον εσωτερικό της κανονισμό. 4. Εκτός και εάν τα συμβαλλόμενα μέρη αποφασίσουν διαφορετικά, το διαιτητικό δικαστήριο καθορίζει μόνο του τους διαδικαστικούς του κανόνες. Λαμβάνει τις αποφάσεις με πλειοψηφία. [1] Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1). [2] Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1). [3] Κανονισμός (EΚ) αριθ. 648/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Απριλίου 2005, για τροποποίηση του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 117 της 4.5.2005, σ. 13). [4] Κανονισμός (EΚ) αριθ.1875/2006 της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 360 της 19.12.2006, σ. 64). [5] ΕΕ L 116 της 08.05.1990, σ. 18 [6] Συμφωνήθηκε με την Ελβετία ότι η ακόλουθη δήλωση μπορεί να γίνει από κοινού από τα συμβαλλόμενα μέρη: «Οι διατάξεις των άρθρων 22, 23 και 29 καθώς και αυτές που περιέχονται στο παράρτημα III της συμφωνίας δεν προδικάζουν αντίστοιχες διατάξεις μελλοντικών συμφωνιών». [7] ΕΕ L 114 της 30.04.2002, σ. 132 [8] ΕΕ L 6 της 10.01.2009, σ. 89 [9] ΕΕ L 215 της 25.08.2000, σ. 1 [10] ΕΕ L253 της 11.10.1993, όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1192/2008 της Επιτροπής της 17 Νοεμβρίου 2008 (ΕΕ L 329 της 6.12.2008, σ. 1) [11] ΕΕ L253 της 11.10.1993, όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1192/2008 της Επιτροπής της 17 Νοεμβρίου 2008 (ΕΕ L 329 της 6.12.2008, σ. 1)