Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008SC0048

    Commission staff working document - Accompanying document to the Communication from the Commission to the European Parliament, the Council, the European Economic and Social Committee and the Committee of the Regions - Supporting early demonstration of sustainable power generation from fossil fuels - Summary of the impact assessment {COM(2008) 13 final} {SEC(2008) 47}

    52008SC0048




    [pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

    Βρυξέλλες, 23.1.2008

    SEC(2008) 48

    ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ που συνοδεύει τη ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

    σχετικά με την υποστήριξη της έγκαιρης επίδειξης της αειφόρου ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα Σύνοψη της εκτίμησης του αντικτύπου

    {COM(2008) 30 τελικό}{SEC(2008) 47}

    ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    Σύνοψη της εκτίμησης του αντικτύπου

    H παρούσα περίληψη εκτίμησης του αντικτύπου αφορά το σημείο 2007/TREN//024 του προγράμματος εργασιών της Επιτροπής, όπου προβλέπεται ανακοίνωση της Επιτροπής για την υποστήριξη της έγκαιρης επίδειξης της αειφόρου ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα.

    Η εκτίμηση του αντικτύπου βασίζεται σε προγενέστερες εργασίες , συγκεκριμένα στην εκτίμηση αντικτύπου που εκπονήθηκε για την ανακοίνωση που εξέδωσε τον Ιανουάριο του 2007 η Επιτροπή με τίτλο «Αειφόρος παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα»[1], καθώς και στην ανακοίνωση που αφορά η παρούσα εκτίμηση του αντικτύπου, όπου διευκρινίζονται ορισμένα καίρια ζητήματα:

    - ο σημαντικός μελλοντικός ρόλος του άνθρακα για τον ενεργειακό εφοδιασμό, που εξαρτάται ωστόσο από τη συμβατότητα της μελλοντικής χρήσης του άνθρακα με τους περιβαλλοντικούς στόχους· οι τεχνολογίες για την δέσμευση και αποθήκευση του διοξειδίου του άνθρακα (CCS) έχουν επιβεβαιωθεί εν προκειμένω ως μια από τις κατάλληλες λύσεις (πέραν των βελτιώσεων της απόδοσης),

    - η ανάγκη νομικού και ρυθμιστικού πλαισίου για την αξιοποίηση της CCS στην ΕΕ και διεθνώς, ως προαπαιτούμενο για την περαιτέρω ανάπτυξη των τεχνολογιών CCS,

    - η ανάγκη για την έγκαιρη επίδειξη της CCS σε σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής μεγάλης κλίμακας,

    - η δυνατότητα να καταστεί μέχρι το 2020 οικονομικώς προσιτή η CCS στην ηλεκτροπαραγωγή με καύση άνθρακα, ως αποτέλεσμα της σύγκλισης των αποτελεσμάτων που θα έχουν το χαμηλότερο πρόσθετο κόστος για τις τεχνολογίες CCS (που θα επιτευχθεί με την Ε&Α και την επίδειξη) και παγιωμένο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής το οποίο θα καθιστά προβλέψιμες τις τιμές,

    - οι ευκαιρίες για την ΕΕ να εξάγει αειφόρες τεχνολογίες ορυκτών καυσίμων από τη στιγμή που θα έχουν επιδεχθεί εντός της ΕΕ.

    Κατά συνέπεια, και σύμφωνα με τα συνολικά συμπεράσματα του Ιανουαρίου 2007 σχετικά με τη δέσμη ενεργειακών μέτρων και όπως επιβεβαιώθηκε στα συμπεράσματα του Εαρινού Συμβουλίου του 2007, στην εκτίμηση του αντικτύπου λαμβάνεται ως δεδομένο ότι είναι αναγκαία από το 2020 η σε ευρεία κλίμακα αξιοποίηση της CCS στην ΕΕ.

    Επιπλέον, στις αναλύσεις που εκπονήθηκαν για την πρόταση της Επιτροπής περί οδηγίας σχετικά με την αποθήκευση του διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς [2] επιβεβαιώθηκαν ιδίως τα εξής:

    - η δυνατότητα να δημιουργηθεί εγκαίρως το νομικό πλαίσιο για τις τεχνολογίες CCS, το οποίο να επιτρέπει την αποθήκευση σε γεωλογικούς σχηματισμούς και την αποσαφήνιση των θεμάτων επιλογής των τοποθεσιών και ευθύνης σε περίπτωση διαρροής, και

    - η αποδοχή των τεχνολογιών CCS στο ισχύον σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής θερμοκηπικών αερίων (ΣΕΔΕ) της ΕΕ.

    Τέλος, στις αναλύσεις αντικτύπου και άλλες προπαρασκευαστικές εργασίες για τις προτάσεις σχετικά με το μετά το 2012 ΣΕΔΕ και το σχέδιο ΣΕΤ τονίστηκαν τα εξής:

    - ο ρόλος της CCS ως μια από τις στρατηγικές ενεργειακές τεχνολογίες απαιτεί περαιτέρω Ε&Α και επίδειξη, με σκοπό την επίσπευση της διάθεσής της στην αγορά και, προς τούτο, δικαιολογούνται περαιτέρω δημόσια κονδύλια για Ε&Α και επίδειξη. Σημείωση: οι προτεραιότητες της ευρωπαϊκής Ε&Α όσον αφορά τις τεχνολογίες CCS έχουν διατυπωθεί σαφώς[3], με βάση τα αποτελέσματα της χρηματοδοτούμενης από την ΕΕ Ε&Α και τις γνώσεις και την πείρα που συγκεντρώθηκαν στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας ETP-ZEP (Ευρωπαϊκή Τεχνολογική Πλατφόρμα για μηδενικών εκπομπών μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με ορυκτά καύσιμα)[4],

    - ο ρόλος του ΣΕΔΕ ως του κύριου αγορακεντρικού μηχανισμού μετά το 2012 για την παροχή κινήτρων ώστε να μην εκπέμπεται CO2, και η επιβεβαίωση τεχνολογιών CCS στο πλαίσιο του ΣΕΔΕ ως μια από τις νόμιμες εναλλακτικές δυνατότητες περιορισμού των εκπομπών CO2.

    Η εκτίμηση του αντικτύπου επικεντρώνεται συνεπώς στον εναπομένον ζήτημα των εναλλακτικών δυνατοτήτων για την επίτευξη συντονισμένης και έγκαιρης επίδειξης των τεχνολογιών CCS στην Ευρώπη, για την οποία θα απαιτηθεί ιδίως:

    - να έχει κατασκευασθεί έως το 2015 η πρώτη σειρά σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με τις κυρίες τεχνολογίες CCS για την επίδειξή τους και εν συνεχεία τη λειτουργία τους, ώστε μέχρι το 2020 να συναχθούν πρακτικά συμπεράσματα σχετικά με την εφικτότητα και τις οικονομικές παραμέτρους της CCS στην ηλεκτροπαραγωγή,

    - να τονωθεί η διαρκής συμμετοχή της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και να συμπληρωθούν με δημόσια χρηματοδοτική ενίσχυση οι δεσμεύσεις που θα αναλάβει, δεδομένου ότι οι σταθμοί για την επίδειξη της CCS θα απαιτήσουν πρόσθετες επενδύσεις και υψηλότερο κόστος λειτουργίας σε σύγκριση προς την ηλεκτροπαραγωγή χωρίς CCS,

    - να αρχίσουν εγκαίρως, παράλληλα με τα μέτρα επίδειξης, οι προπαρασκευαστικές εργασίες για την σε ευρεία κλίμακα εγκατάσταση τεχνολογιών CCS μετά το 2020· τούτο αφορά ιδίως τα ζητήματα της συνέχισης των δράσεων Ε&Α και της υποδομής για το CO2.

    Το έργο που έχει επιτελέσει η Επιτροπή κατά την εκπόνηση της εκτίμησης του αντικτύπου υποστηρίχθηκε με εξωτερική μελέτη από την εταιρία PwC, που πραγματεύθηκε, συγκεκριμένα, την αξιολόγηση των μέτρων και των εναλλακτικών επιλογών για την υποστήριξη του σχεδιασμού, της κατασκευής και της λειτουργίας έως το 2015 μέχρι και 12 επιδείξεων μεγάλης κλίμακας για εμπορική ηλεκτροπαραγωγή. Η αξιολόγηση αυτή βασίστηκε σε εν μέρει εμπιστευτικά δεδομένα σχετικά με διάφορα προαναγγελθέντα έργα επίδειξης, τα οποία θα μπορούσαν να πληρούν τις προδιαγραφές σταθμών επίδειξης CCS σε μεγάλη κλίμακα. Τα κύρια συμπεράσματα της μελέτης συνηγορούν υπέρ της επιλογής να συνδυαστεί ο συντονισμός σε επίπεδο ΕΕ και η προώθηση της ανάληψης αποφασιστικών δεσμεύσεων από κράτη μέλη και άλλους ενδιαφερόμενους, ενώ συστήνεται με έμφαση να εκδοθούν επίσης κατευθυντήριες γραμμές από την ΕΕ για την εναρμόνιση των εθνικών μηχανισμών χρηματοδότησης.

    Παράλληλα, πρόσφατη μελέτη της Επιτροπής - με βάση πληροφορίες που συλλέχθηκαν από ευρωπαϊκές δημόσιες διοικήσεις, εταιρίες ηλεκτροπαραγωγής και ενεργειακές επιχειρήσεις - κατέληξε στον προκαταρκτικό εντοπισμό 33 έργων επίδειξης σε μεγάλη κλίμακα (εκ των οποίων περίπου 20 έχουν προγραμματιστεί να εξοπλιστούν με τεχνολογίες CCS, ενώ τα υπόλοιπα μελετούνται επί του παρόντος για να είναι έτοιμα για τη δέσμευση CO2), τα οποία βρίσκονται σε διάφορα προπαρασκευαστικά στάδια. Ο κατάλογος των σχεδίων έργων επισυνάπτεται στην έκθεση της εκτίμησης αντικτύπου.

    Το κύριο ζήτημα για την επίδειξη των τεχνολογιών CCS είναι το σημερινό κόστος των τεχνολογιών CCS, το οποίο καθιστά οικονομικά ασύμφορη τη χρήση τους στην ηλεκτροπαραγωγή υπό τις τρέχουσες συνθήκες. Τα σχέδια για σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής εφοδιασμένους με CCS προσκρούουν στις προοπτικές του υψηλότερου επιπέδου των επενδύσεων και του λειτουργικού κόστους σε σύγκριση με σταθμούς ίδιας δυναμικότητας που δεν είναι εφοδιασμένοι με CCS[5]. Το ΣΕΔΕ της ΕΕ είναι ο βασιζόμενος στην αγορά μηχανισμός ο οποίος μακροπρόθεσμα αναμένεται να εξασφαλίσει πλήρη αντιστάθμιση αυτού του πρόσθετου κόστους. Ωστόσο, με τις χαμηλές και άκρως κυμαινόμενες τιμές του CO2, που σημειώθηκαν προσφάτως, το πρόσθετο κόστος για τις εγκαταστάσεις με CCS δεν αντισταθμίζεται επαρκώς.

    Άλλες πτυχές του προβλήματος είναι η πληθώρα των διαφορετικών τεχνολογιών CCS που πρέπει να επιδειχθούν, η έλλειψη συντονισμού των σχεδίων έργων επίδειξης τεχνολογιών CCS και η έλλειψη συνεργασίας με συναφείς προσπάθειες εκτός Ευρώπης, καθώς και η περιορισμένη ενίσχυση από το Δημόσιο, που οφείλεται στην γενικώς ελλιπή ευαισθητοποίηση σχετικά με τα οφέλη της CCS.

    Ο κύριος στόχος της πολιτικής είναι να τονωθεί η κατασκευή επαρκούς πλήθους έργων επίδειξης CCS σε μεγάλη κλίμακα μέχρι το 2015. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της πρωτοβουλίας ΕΤΡ-ΖΕΡ απαιτείται η επίδειξη σε 10 έως 12 σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, ώστε να καλυφθούν οι διάφοροι συνδυασμοί τεχνολογιών δέσμευσης CO2, τόπων αποθήκευσης και γεωγραφικών θέσεων. Η κατασκευή επαρκούς πλήθους σταθμών μέχρι το 2015 και η λειτουργία τους για περίοδο πέντε ετών αποτελεί προαπαιτούμενο, ώστε μέχρι το 2020 να έχουν επιδειχθεί πλήρως οι διεργασίες της CCS από τεχνική άποψη και να είναι γνωστό το πραγματικό κόστος και άλλα οικονομικά στοιχεία.

    Πρόσθετος στόχος είναι να αξιοποιηθούν η πρακτική γνώση από έργα επίδειξης και τα επιτεύγματα της παράλληλα συνεχιζόμενης Ε&Α για τη μείωση του κόστους της CCS. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις από διάφορες πηγές, το μελλοντικό ισοζύγιο μεταξύ του κόστους της CCS και της τιμής CO2 θα είναι της τάξεως μεγέθους 25 έως 30 ευρώ ανά τόνο CO2, που θα επιτευχθεί περίπου το 2020.

    Είναι επείγουσα η ανάγκη άμεσης δραστηριοποίησης, λαμβάνοντας υπόψη το μακροχρόνιο διάστημα προπορείας για την προετοιμασία, το σχεδιασμό, την αδειοδότηση και την κατασκευή έργων επίδειξης CCS σε μεγάλη κλίμακα.

    Οι πολιτικές για τη στήριξη έργων επίδειξης CCS σε μεγάλη κλίμακα πρέπει να εξασφαλίζουν τα εξής τρία κύρια πλεονεκτήματα:

    - συντονισμό των έργων επίδειξης με σκοπό συνεκτικό πρόγραμμα επίδειξης CCS στην Ευρώπη, δοκιμή διαφορετικών συνδυασμών τεχνολογιών δέσμευσης CO2 τόπων αποθήκευσης και γεωγραφικών θέσεων,

    - αναβάθμιση της ευαισθητοποίησης του κοινού σχετικά με την CCS και διευκόλυνση της συνεργασίας της Ευρώπης με πρωτοβουλίες σχετικές με την CCS εκτός Ευρώπης , τόσο με άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες που αποσκοπούν να καταστήσουν σύντομα τις τεχνολογίες CCS ώριμες για την αγορά, όσο και με αναπτυσσόμενες οικονομίες που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα στην ηλεκτροπαραγωγή,

    - διάθεση δημοσίων κονδυλίων χρηματοδότησης ή διευκόλυνσης της πρόσβασης στη χρηματοδότηση αυτή, συμπληρωματικώς προς τις δεσμεύσεις και τις πρωτοβουλίες της βιομηχανίας.

    Στην εκτίμηση του αντικτύπου εξετάστηκαν τρεις επιλογές άσκησης πολιτικής :

    - Σύμφωνα με την επιλογή 0 η πολιτική παραμένει αμετάβλητη . Η επίδειξη θα εξαρτηθεί μόνο από πρωτοβουλίες της βιομηχανίας. Κάποια χρηματοδοτική στήριξη από δημόσιους πόρους για έργα επίδειξης CCS ενδέχεται να διαθέσουν ορισμένα κράτη μέλη και η Νορβηγία.

    - Σύμφωνα με την επιλογή 1 προβλέπεται η καθιέρωση μηχανισμού που θα συνδυάζει τον συντονισμό από την ΕΕ και την προώθηση της ανάληψης αποφασιστικής σημασίας δεσμεύσεων από τα κράτη μελή και άλλους ενδιαφερόμενους . Ο μηχανισμός αυτός θα αναλάβει τις λειτουργίες συντονισμού των έργων, ενώ τα κράτη μέλη των οποίων η ηλεκτροπαραγωγή εξαρτάται από τον άνθρακα και άλλα ορυκτά καύσιμα αναμένεται να διαθέσουν σημαντικό μέρος της χρηματοδοτικής ενίσχυσης από δημόσιο κονδύλια. Για να ενεργοποιηθεί η χρηματοδοτική ενίσχυση από τα κράτη μέλη, η Επιτροπή μπορεί πλέον να ανακοινώσει ότι αντιμετωπίζει θετικά τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων για έργα επίδειξης CCS (με την επιφύλαξη της υποχρέωσης κοινοποίησης από τα κράτη μέλη και εν συνεχεία έλεγχο κάθε περίπτωσης ξεχωριστά).

    - Σύμφωνα με την επιλογή 2 προβλέπεται η συγκρότηση Κοινής Επιχείρησης ως κοινοτικού μηχανισμού τόσο για τον συντονισμό των έργων, όσο και για την εξασφάλιση οικονομικής ενίσχυσης από τον δημόσιο τομέα. Προς τον σκοπό αυτό η Επιτροπή θα μπορούσε να προτείνει την πολύ σημαντική αύξηση των κονδυλίων του προϋπολογισμού της ΕΕ που διατίθενται για την καθαρή καύση άνθρακα (Clean Coal) και την CCS υπό το 7ο πρόγραμμα πλαίσιο, ώστε να συγχρηματοδοτηθούν έργα επίδειξης CCS σε μεγάλη κλίμακα ή, εναλλακτικώς, να προβλέψει ιδιαίτερη γραμμή στον προϋπολογισμό. Εφόσον συσταθεί, η Κοινή Επιχείρηση θα διοχετεύει τους πόρους της ΕΕ σε έργα επίδειξης.

    Αναλύθηκε λεπτομερώς ο αντίκτυπος κάθε επιλογής άσκησης πολιτικής (βλ. έκθεση εκτίμησης αντικτύπου) εξετάζοντας συστηματικά, τα αποτελέσματα σε κάθε μια από τις ακόλουθες παραμέτρους:

    - πλήθος σταθμών ηλεκτροπαραγωγής για την επίδειξη της CCS σε μεγάλη κλίμακα μέχρι το 2015,

    - βελτίωση της οικονομικής βιωσιμότητας της CCS και τεχνολογική ποικιλομορφία,

    - διαφοροποίηση του μείγματος ενεργειακών πόρων και κόστος ηλεκτρικής ενέργειας,

    - περιβάλλον και ατμοσφαιρική ρύπανση του πλανήτη,

    - οικονομική και κοινωνική διάσταση, διεθνής συνεργασία και Ε&Α.

    Όσον αφορά το δυναμικό δέσμευσης του CO 2 , από το μοντέλο «στόχος 20% μείωση των θερμοκηπικών αερίων, μερίδιο 20% ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, πλήρης δημοπράτηση και ένταξη της CCS στο ΣΕΔΕ» - μοντέλο που εκπονήθηκε κατά την προετοιμασία της οδηγίας σχετικά με την αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς - υπολογίστηκε κατ’ εκτίμηση ότι, εφόσον η CCS καταστεί εν γένει οικονομικώς αποδοτική μέχρι το 2020, η εγκατεστημένη ισχύς με την καύση άνθρακα σε σταθμούς εφοδιασμένους με CCS θα ανερχόταν το 2030 σε 21 GW· η ποσότητα του δεσμευμένου CO2 στην ΕΕ27 θα ανερχόταν σε περίπου 7 εκατ. τόνους το 2020 και σε περίπου 160 εκατ. τόνους το 2030, που θα αντιστοιχούσε σε 13% των εκπομπών της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και ατμού υψηλής απόδοσης. Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό θα μπορούσαν επίσης να προκύψουν οφέλη λόγω της μείωσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

    Τα αποτελέσματα της εκτίμησης του αντικτύπου είναι τα εξής:

    Επιλογή 0 (καμία μεταβολή της πολιτικής): το μόνο αποτέλεσμα θα είναι περιορισμένος αριθμός έργων επίδειξης CCS σε μεγάλη κλίμακα μέχρι το 2015, αποκλείοντας ωστόσο από τις δραστηριότητες επίδειξης διάφορες τεχνολογίες CCS και πολλά δυνητικώς ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και επιχειρήσεις. Μέχρι το 2020 θα ήταν δυνατό να καταστούν οικονομικώς αποδοτικές επιλεγμένες τεχνολογίες CCS υπό συγκεκριμένες συνθήκες, π.χ. ευνοϊκές τοποθεσίες ή χώρες με ειδικές πολιτικές για την προώθηση των τεχνολογιών αυτών (όπως είναι η περίπτωση της Νορβηγίας και θα μπορούσε να είναι το ΗΒ ή οι Κάτω Χώρες), αλλά δεν θα έχει επιδειχθεί επαρκώς η καταλληλότητά τους μέχρι το 2020, ώστε να καταστεί δυνατή η ευρεία εγκατάστασή τους σε όλη την Ευρώπη.

    Το δυναμικό της δέσμευσης CO2 που περιγράφηκε παραπάνω θα παρέμενε σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητο με την επιλογή 0. Από την άλλη πλευρά, εφόσον η πίεση για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και οι συνθήκες που υπαγορεύει η κατάσταση στην αγορά καυσίμων υπαγορεύσουν τη συνέχιση της εξάρτησης από τον άνθρακα και τη ριζική μείωση του αποτυπώματος διοξειδίου του άνθρακα που συνεπάγεται η χρήση άνθρακα, η ΕΕ θα μπορούσε να περιέλθει στην κατάσταση να εισάγει τεχνολογίες CCS που θα έχουν αναπτυχθεί αλλού στην υφήλιο (στις ΗΠΑ, την Ιαπωνία ή ακόμη και στην Κίνα). Ένα άλλο ενδεχόμενο θα ήταν η ριζική στροφή από τον άνθρακα σε άλλα καύσιμα, πιθανώς εις βάρος της ποικιλότητας του μείγματος ενεργειακών πόρων της ΕΕ και με δυσμενείς επιπτώσεις για την ασφάλεια του εφοδιασμού.

    Υπό λιγότερο ακραίες συνθήκες η επιλογή 0 θα οδηγούσε απλώς σε καθυστέρηση την καθιέρωση της CCS, θέτοντας ωστόσο σε κίνδυνο τους σημερινούς φιλόδοξους στόχους για καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Για παράδειγμα, εάν καθυστερήσει κατά επτά έτη η καθιέρωση της CCS σε παγκόσμιο επίπεδο, εκτιμάται θα προέκυπτε, κατά την επόμενη πεντηκονταετία, έκλυση 100 Gt αποφευκτέων εκπομπών CO2, με αποτέλεσμα αύξηση της συγκέντρωσης CO2 στην ατμόσφαιρα κατά 10 ppm (μέρη ανά εκατομμύριο). Το μέγεθος αυτό δεν είναι αμελητέο, δεδομένου ότι καταβάλλονται προσπάθειες να περιοριστούν οι συνολικές αυξήσεις σε λιγότερο από 100 ppm πάνω από τα σημερινά επίπεδα[6].

    Η επιλογή 1 (δημιουργία μηχανισμού που θα συνδυάζει τον συντονισμό σε επίπεδο ΕΕ και αποφασιστικής σημασίας δεσμεύσεις από τα κράτη μέλη και άλλους ενδιαφερόμενους) ε ίναι δυνατόν να οδηγήσει σε αποτελεσματικό συντονισμό των έργων επίδειξης και να δημιουργήσει ευνοϊκό πλαίσιο για την παροχή οικονομικής ενίσχυσης από το δημόσιο τομέα.

    Η Επιτροπή είναι σε θέση να συγκροτήσει γρήγορα μέρος του μηχανισμού, αξιοποιώντας τα υπάρχοντα νομικά μέσα της ΕΕ και συμφωνημένα μέσα χρηματοδότησης από την ΕΕ. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή είναι σε θέση να συγκροτήσει εντός του 2008 δίκτυο υποστήριξης για έργα επίδειξης που θα κριθούν κατάλληλα[7]. Κάθε έργο CCS (ανεξαρτήτως εάν συμμετέχει στο δίκτυο ή όχι) θα πρέπει να στηριχθεί κατά κύριο λόγο σε πόρους που θα προέρχονται κατά κύριο λόγο από τα κράτη μέλη και τις επιχειρήσεις. Στο βαθμό που η ενίσχυση από τα κράτη μέλη ενδέχεται να περιλαμβάνει τη χρήση δημοσίων κονδυλίων, τα θέματα κρατικής ενίσχυσης θα πρέπει να διευκρινίζονται από την Επιτροπή σε πρώιμο στάδιο.

    Εάν η βιομηχανία και τα κράτη μέλη αναλάβουν αποφασιστικής σημασίας δεσμεύσεις, θεωρείται ότι μέχρι το 2015 θα μπορεί να αρχίσει η λειτουργία περίπου 12 έργων επίδειξης CCS σε μεγάλη κλίμακα. Υπό την παραδοχή ότι τα έργα αυτά θα καλύψουν ευρύ φάσμα τεχνολογικών, γεωγραφικών και οργανωτικών εναλλακτικών λύσεων, θα καταστεί δυνατή η επίδειξη της οικονομικής εφικτότητας των τεχνολογιών CCS μέχρι το 2020, οι οποίες θα είναι έτοιμες για την ευρεία εγκατάστασή τους στην Ευρώπη και σε τρίτες χώρες.

    Το αποτέλεσμα θα είναι να καταστεί δυνατή η υλοποίηση των οφελών από την εγκατάσταση της CCS που προέκυψαν από το μοντέλο του σεναρίου «στόχος 20% μείωση των θερμοκηπικών αερίων, μερίδιο 20% ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, πλήρης δημοπράτηση και ένταξη της CCS στο ΣΕΔΕ» (βλ. ανωτέρω). Επιπλέον, η Ευρώπη θα καταστεί προμηθευτής αυτών των τεχνολογιών των αγορών όλης της υφηλίου, με αποτέλεσμα εμπορικές ευκαιρίες για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.

    Η επιλογή 2 (σύσταση Κοινής Επιχείρησης) μπορεί να θεωρηθεί ότι παρουσιάζει την εμφανέστερη σύγκρουση πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων. Κοινή Επιχείρηση είναι ικανή να εκπληρώσει τις περισσότερες λειτουργίες συντονισμού των έργων και συγκέντρωσης χρηματοδοτικής στήριξης. Θα αποτελούσε επίσης το ισχυρότερο μέσο για τον αποτελεσματικό συντονισμό των έργων και θα εξασφάλιζε τη δοκιμή όλων των δυνατών εναλλακτικών λύσεων σε όλη την Ευρώπη.

    Ωστόσο, για το μηχανισμό αυτό θα χρειαζόταν ουσιαστικώς χρηματοδότηση από την ΕΕ η οποία απλώς δεν είναι διαθέσιμη σύμφωνα με τις τρέχουσες δημοσιονομικές ρυθμίσεις της ΕΕ. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της πρωτοβουλίας ETP-ZEP, ένα τέτοιο «εμβληματικό πρόγραμμα» θα χρειαζόταν κεφάλαια ύψους 9-16 δις ευρώ. Τούτο θα απαιτούσε τη συμβολή με δημόσια κονδύλια της ΕΕ της τάξεως τουλάχιστον των 5 δις ευρώ.

    Περιορισμένο ποσό χρηματοδότησης από την ΕΕ θα μπορούσε να διατεθεί άμεσα για την Κοινή Επιχείρηση από τον προϋπολογισμό του 7ου προγράμματος πλαισίου που προβλέπεται επί του παρόντος για το πρόγραμμα καθαρής καύσης άνθρακα (Clean Coal) και CCS (της τάξεως των 100-200 εκατ. ευρώ), αλλά το ποσό αυτό δεν επαρκεί για τη χρηματοδότηση εκτενούς προγράμματος επίδειξης. Η επίτευξη συμφωνίας σχετικά με τη διάθεση ουσιαστικής χρηματοδότησης από την ΕΕ για την επίδειξη CCS ενδεχομένως να αποβεί μακροχρόνια, με αποτελέσματα καθυστερήσεις επί σειρά ετών. Κατά συνέπεια, μικρό μόνο πλήθος σταθμών ηλεκτροπαραγωγής για την επίδειξη της CCS θα μπορούσε να κατασκευαστεί μέχρι το 2015 και οι τεχνολογίες CCS δεν θα επιδειχθούν πλήρως μέχρι το 2020 στην Ευρώπη. Τα αρνητικά αποτελέσματα είναι παρεμφερή με εκείνα της επιλογής 0, τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμη έως μεσοπρόθεσμη βάση. Μακροπρόθεσμα, εφόσον συσταθεί Κοινή Επιχείρηση θα μπορούσαν να υλοποιηθούν τα περισσότερα από τα πλεονεκτήματα της επιλογής 1.

    [1] COM(2006) 843.

    [2] Παραπομπή στο σχέδιο οδηγίας και στην εκτίμηση του αντικτύπου της.

    [3] Επικέντρωση στα εξής σημεία: βελτίωση της απόδοσης των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής· μείωση των απωλειών απόδοσης που συνεπάγεται η δέσμευση του CO2 και μείωση των κεφαλαιουχικών δαπανών (έτσι ώστε το κόστος για την δέσμευση του CO2 να μειώνεται περαιτέρω ανά τόνο αποτρεπόμενων εκπομπών CO2)· ανάπτυξη καινοτόμων μεθόδων δέσμευσης· ανάπτυξη νέων υλικών, όπου συμπεριλαμβάνονται οι μεμβράνες· καλύτερη ολοκλήρωση των κατασκευαστικών μερών των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής που να συνοδεύεται από παράλληλη αύξηση των διαθέσιμων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής· εκτίμηση της χωρητικότητας αποθήκευσης CO2 στην Ευρώπη· ασφάλεια της αποθήκευσης και παρακολούθηση των αποθηκών για διαρροές· καθώς και μακροπρόθεσμη διασφάλιση της μόνιμης αποθήκευσης.

    [4] Με δραστηριότητες Ε&Α σε έργα ενισχυόμενα από την ΕΕ (μέσω του 5ου ΠΠ, του 6ου ΠΠ, του προγράμματος Carnot, του Ταμείου Έρευνας για τον Άνθρακα και τον Χάλυβα), καθώς και εθνικές και βιομηχανικές πρωτοβουλίες έχουν επιφέρει την ωρίμανση των τεχνολογιών CCS σε βαθμό που εφαρμόζονται πλέον σε αρκετές βιομηχανικές διεργασίες. Θα πρέπει ωστόσο να προσαρμοστούν για την αξιοποίησή τους σε μεγάλης κλίμακα ηλεκτροπαραγωγή. Σύμφωνα με το θεματολόγιο στρατηγικής έρευνας της πρωτοβουλίας ETP-ZEP (Ευρωπαϊκή Τεχνολογική Πλατφόρμας για μηδενικών εκπομπών μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με ορυκτά καύσιμα) εκτιμάται ότι προς το σκοπό αυτό θα απαιτηθεί μέχρι το 2020 ποσό 1 δις ευρώ για δράσεις Ε&Α.

    [5] Σύμφωνα με την αναλυτικότατη μελέτη που εκπονήθηκε από την εταιρία επενδύσεων Climate Change Capital Ldt (CCC) το καλοκαίρι του 2007 εκτιμήθηκε η κλίμακα του κόστους χρησιμοποιώντας διάφορες πηγές. Η μελέτη CCC καταλήγει στο συμπέρασμα ότι για να καλυφθεί η αύξηση του κόστους που σχετίζεται με την CCS θα χρειαστούν για τα έργα επίδειξης επιδοτήσεις 1076-1705 ευρώ/kW στο αρχικό κεφάλαιο ή διαρκής ενίσχυση του λειτουργικού κόστους 25-67 ευρώ/t αποθηκευμένου CO2. Από σταθμό ηλεκτροπαραγωγής 400 MW εξοπλισμένο με τεχνολογία CCS υπολογίζεται ότι θα αποθηκεύονται 2,5 εκατ τόνοι CO2 ετησίως. Για λεπτομέρειες βλέπε την πλήρη εκτίμηση του αντικτύπου.

    [6] Πηγή: 2008 Shell Scenarios to 2050 (Σενάριο του 2008 της εταιρείας Shell για το 2050).

    [7] Με βάση τις μέχρι τώρα διαβουλεύσεις, η Επιτροπή θεωρεί επί του παρόντος ότι τα ακόλουθα κριτήρια πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την επιλογή των έργων που θα συμμετέχουν στο δίκτυο: (α) δυναμικότητα τουλάχιστον 300 MWe, με σημαντική χρήση ορυκτών καυσίμων (επιτρέποντας ωστόσο συγκαύση, λόγου χάρη, βιοκαυσίμων)· στις περιπτώσεις εγκαταστάσεων πολλαπλού σκοπού, η ηλεκτροπαραγωγή θα πρέπει να καταλαμβάνει μερίδιο της συνολικής δυναμικότητας που να αντιστοιχεί σε τουλάχιστον 250 MW· (β) να συμπεριλαμβάνονται στο σχέδιο του έργου τεχνικές λύσεις για όλες τις πτυχές αειφόρου αξιοποίησης ορυκτών καυσίμων κατά την ηλεκτροπαραγωγή, ήτοι αποδοτική ηλεκτροπαραγωγή (σύμφωνα με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές), δέσμευση και μεταφορά του CO2 και υπόγεια έγχυση για ασφαλή μακροπρόθεσμη αποθήκευση· (γ) προβλεπόμενο ποσοστό δέσμευσης και αποθήκευσης τουλάχιστον 85% του διοξειδίου του άνθρακα που περιέχουν τα χρησιμοποιούμενα ορυκτά καύσιμα· (δ) έναρξη λειτουργίας της εγκατάστασης πριν από το τέλος του 2015· (ε) τεκμηρίωση της σαφούς δέσμευσης εκτέλεσης του έργου (π.χ. υποβολή τεχνικής μελέτης για το έργο)· (στ) προθυμία μερισμού των πληροφοριών σχετικά με το έργο, υπό την επιφύλαξη της προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

    Top