EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008PC0825

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (Αναδιατυπωμένη έκδοση) {SEC(2008) 2981} {SEC(2008) 2982}

/* COM/2008/0825 τελικό - COD 2008/0242 */

52008PC0825




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 3.12.2008

COM(2008) 825 τελικό

2008/0242 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα

(Αναδιατυπωμένη έκδοση)

{SEC(2008) 2981}{SEC(2008) 2982}

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Ιστορικό της πρότασης

- Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» (στο εξής: «κανονισμός EURODAC»)[1] τέθηκε σε ισχύ στις 15 Δεκεμβρίου 2000. Το EURODAC είναι κοινοτικής εμβέλειας σύστημα τεχνολογίας πληροφοριών και συγκροτήθηκε με στόχο τη διευκόλυνση της εφαρμογής της σύμβασης του Δουβλίνου[2], η οποία αποσκοπούσε στη συγκρότηση σαφούς και εύχρηστου μηχανισμού για τον προσδιορισμό της ευθύνης εξέτασης των αιτήσεων ασύλου που υποβάλλονται σε ένα από τα κράτη μέλη της ΕΕ. Η εν λόγω σύμβαση αντικαταστάθηκε από κοινοτική νομοθετική πράξη, και συγκεκριμένα από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου, της 18ης Φεβρουαρίου 2003, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας (ο κανονισμός αυτός καλείται «κανονισμός του Δουβλίνου)[3]. Το EURODAC άρχισε να λειτουργεί στις 15 Ιανουαρίου 2003.

Η Επιτροπή δημοσίευσε την έκθεση που εκπόνησε για την αξιολόγηση του συστήματος του Δουβλίνου[4] (στο εξής: «έκθεση αξιολόγησης») τον Ιούνιο του 2007. Η έκθεση κάλυπτε τα πρώτα 3 έτη λειτουργίας του EURODAC (2003-2005). Σε αυτήν αναγνωρίζεται μεν ότι ο κανονισμός εφαρμόζεται σε γενικές γραμμές ικανοποιητικά, αλλά καταγράφονται ορισμένα ζητήματα που σχετίζονται με την αποτελεσματικότητα των τρεχουσών νομοθετικών διατάξεων και προσδιορίζονται τα ζητήματα για τα οποία πρέπει να ληφθούν μέτρα με στόχο τη βελτίωση της συμβολής του EURODAC στην εφαρμογή του κανονισμού του Δουβλίνου.

Όπως ανακοινώθηκε στο σχέδιο πολιτικής για το άσυλο[5], η παρούσα πρόταση αποτελεί μέρος μιας πρώτης δέσμης προτάσεων που αποβλέπουν στην εξασφάλιση υψηλότερου βαθμού εναρμόνισης και καλύτερων προτύπων προστασίας για το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου (στο εξής : ΚΕΣΑ). Θεσπίζεται ταυτόχρονα με την αναδιατύπωση του κανονισμού του Δουβλίνου[6] και με την αναδιατύπωση της οδηγίας για τις συνθήκες υποδοχής[7]. Το 2009, η Επιτροπή θα προτείνει την τροποποίηση της οδηγίας για την αναγνώριση[8] και της οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου[9]. Επιπλέον, το πρώτο τρίμηνο του 2009 η Επιτροπή θα προτείνει τη σύσταση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας υποστήριξης στον τομέα του ασύλου, η οποία θα αποβλέπει στην παροχή πρακτικής συνδρομής στα κράτη μέλη κατά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με αιτήσεις ασύλου. Η Υπηρεσία αυτή θα συνδράμει επίσης τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες πιέσεις στα εθνικά συστήματα ασύλου τους, ιδίως λόγω της γεωγραφικής τους θέσης, ώστε να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας, με την παροχή ειδικής εμπειρογνωμοσύνης και πρακτικής στήριξης.

Στην έκθεση αξιολόγησης επισημαινόταν η συνέχιση της καθυστερημένης διαβίβασης δακτυλικών αποτυπωμάτων από ορισμένα κράτη μέλη. Ο κανονισμός EURODAC επί του παρόντος προβλέπει απλώς μια πολύ αόριστη προθεσμία για τη διαβίβαση των δακτυλικών αποτυπωμάτων, γεγονός που στην πράξη είναι δυνατό να προκαλεί σοβαρές καθυστερήσεις. Πρόκειται για ζήτημα καίριας σημασίας, λόγω του ότι η καθυστερημένη διαβίβαση ενδέχεται να οδηγήσει σε αποτελέσματα αντίθετα προς τις αρχές για τον προσδιορισμό της ευθύνης που διατυπώνονται στον κανονισμό του Δουβλίνου.

Στην έκθεση αξιολόγησης υπογραμμιζόταν ότι η έλλειψη αποτελεσματικού μηχανισμού για την αλληλοενημέρωση των κρατών μελών σχετικά με το καθεστώς των αιτούντων άσυλο έχει ως συνέπεια τη μη αποτελεσματική διαχείριση της απαλοιφής δεδομένων . Τα κράτη μέλη που καταχωρούν δεδομένα για ένα συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο συχνά δεν γνωρίζουν ότι κάποιο άλλο κράτος μέλος προέλευσης προέβη στην απαλοιφή δεδομένων και, συνεπώς, δεν αντιλαμβάνονται ότι πρέπει και αυτά να απαλείψουν τα δεδομένα τους που αναφέρονται στο ίδιο πρόσωπο. Κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατός ο δέων έλεγχος της τήρησης της αρχής ότι «σε καμία περίπτωση δεν πρέπει δεδομένα να διατηρούνται υπό μορφή η οποία επιτρέπει την ταυτοποίηση των υποκειμένων των δεδομένων επί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από αυτό που απαιτείται για τους σκοπούς για τους οποίους συνελέγησαν τα δεδομένα».

Με βάση την ανάλυση που περιλαμβάνει η έκθεση αξιολόγησης, ο ασαφής προσδιορισμός των εθνικών αρχών που έχουν πρόσβαση στο EURODAC έχει ως συνέπεια την παρακώλυση του έργου παρακολούθησης της Επιτροπής και του ευρωπαίου επόπτη προστασίας δεδομένων (στο εξής: «ΕΕΠΔ»).

Τα στατιστικά δεδομένα που καταρτίζονται στο πλαίσιο του EURODAC φανερώνουν ότι ορισμένα πρόσωπα στα οποία έχει ήδη χορηγηθεί άσυλο σε ένα κράτος μέλος υποβάλλουν παρόλα αυτά νέα αίτηση σε άλλο κράτος μέλος ή, ενίοτε, ακόμη και στο ίδιο αυτό κράτος μέλος. Ωστόσο, με βάση τον ισχύοντα κανονισμό EURODAC, η σχετική πληροφορία δεν είναι διαθέσιμη στα κράτη μέλη που καταχωρούν τα δεδομένα σε περίπτωση υποβολής νέας αίτησης. Ως εκ τούτου, πρόσωπα που ήδη απολαύουν ασύλου σε ένα από τα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλουν εκ νέου αίτηση σε ένα δεύτερο κράτος μέλος, γεγονός που αντιβαίνει στην αρχή σύμφωνα με την οποία η ευθύνη πρέπει να ανήκει σε ένα μόνο κράτος μέλος.

Ορισμένες πρακτικές μεταβολές, η ανάγκη για συνεκτικότητα με την εξέλιξη του κεκτημένου στον τομέα του ασύλου που έχει επέλθει μετά τη θέσπιση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου, καθώς και η υπαγωγή της επιχειρησιακής διαχείρισης του EURODAC σε νέο τρόπο οργάνωσης της διαχείρισης καθιστούν αναγκαία μια σειρά τροποποιήσεων τεχνικού χαρακτήρα.

Στο πλαίσιο σφαιρικής εκτίμησης του αντικτύπου εξετάστηκαν διάφορες εναλλακτικές λύσεις για καθένα από τα προβλήματα που επισημαίνονται στην έκθεση αξιολόγησης. Ως εκ τούτου, η παρούσα πρόταση έχει ως σκοπό την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου και του σχετικού κανονισμού εφαρμογής, δηλαδή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 407/2002 του Συμβουλίου [10] (στο εξής κανονισμός εφαρμογής), με στόχο, μεταξύ άλλων, την πιο αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού EURODAC, τη διασφάλιση της συνεκτικότητας με την εξέλιξη του κεκτημένου στον τομέα του ασύλου που έχει επέλθει μετά τη θέσπιση του κανονισμού, την επικαιροποίηση ορισμένων διατάξεων με γνώμονα ορισμένες αντικειμενικές εξελίξεις οι οποίες επήλθαν μετά τη θέσπιση του κανονισμού, τον καθορισμό νέου πλαισίου διαχείρισης και την καλύτερη διασφάλιση της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

- Γενικό πλαίσιο

Το Πρόγραμμα της Χάγης καλούσε την Επιτροπή να υποβάλει τις πράξεις της δεύτερης φάσης του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου («ΚΕΣΑ») στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με σκοπό τη θέσπισή τους πριν από τα τέλη του 2010.

Η πρόθεση της Επιτροπής να προτείνει ορισμένες τροποποιήσεις του κανονισμού EURODAC στο πλαίσιο της δεύτερης φάσης του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου επιβεβαιώθηκε στην προσφάτως δημοσιευθείσα ανακοίνωση ««Σχέδιο πολιτικής για το άσυλο – Μια ολοκληρωμένη προσέγγιση της προστασίας σε όλη την ΕΕ»[11].

Προκειμένου να διασφαλισθεί ένας βαθμός συνεκτικότητας στη δεύτερη φάση συγκρότησης του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου, η παρούσα αναδιατύπωση του κανονισμού EURODAC και του κανονισμού εφαρμογής του προτείνεται ταυτόχρονα με την πρόταση τροποποίησης του κανονισμού του Δουβλίνου.

Σε περίπτωση που δεν ληφθούν μέτρα σε επίπεδο ΕΕ για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που περιγράφονται παραπάνω, τα προβλήματα που έχουν εντοπισθεί θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν, δεδομένου ότι η τρέχουσα διατύπωση του κανονισμού δεν θα είναι επαρκής για τη διασφάλιση υψηλού βαθμού αποτελεσματικότητας σε σχέση με τη διευκόλυνση της εφαρμογής του κανονισμού του Δουβλίνου. Τα κράτη μέλη θα μπορούν να αποφασίσουν να ακολουθούν δικές τους ερμηνείες, οι οποίες είναι πιθανό να εμποδίζουν την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή του κανονισμού EURODAC, με συνέπεια σοβαρές αποκλίσεις και την εξ αυτών νομική αβεβαιότητα.

Ισχύουσες διατάξεις στον τομέα που καλύπτει η πρόταση

Το «Σύστημα του Δουβλίνου» αποτελείται από τον κανονισμό του Δουβλίνου [12] και τον κανονισμό EURODAC, καθώς και από τους δύο κανονισμούς για την εφαρμογή τους: τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1560/2003 της Επιτροπής, της 2ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα μέτρα εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας [13] και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 407/2002 του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, που θεσπίζει ορισμένους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 σχετικά με τη θέσπιση του «Εurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου [14] .

Συνοχή με άλλες πολιτικές

Η παρούσα πρόταση συμβαδίζει απολύτως με τα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε του 1999, με το Πρόγραμμα της Χάγης του 2004 και με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα στο άσυλο και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Οι κανονισμοί SIS II[15] και VIS[16] κάνουν λόγο για την ανάγκη ίδρυσης «Διαχειριστικής αρχής» με σκοπό τη λειτουργία των σχετικών μεγάλης κλίμακας συστημάτων πληροφορικής. Στις κοινές δηλώσεις που συνοδεύουν τους ρηθέντες κανονισμούς, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συμφώνησαν ότι η διαχειριστική αρχή πρέπει να έχει τη μορφή οργανισμού[17]. Η εκτίμηση αντικτύπου που εκπονήθηκε ενόψει της ίδρυσης του εν λόγω οργανισμού κατέληγε στο συμπέρασμα ότι, μακροπρόθεσμα, η στέγαση όλων των μεγάλης κλίμακας συστημάτων πληροφορικής σε ένα μέρος υπό ενιαία διαχείριση και με τη χρήση της ίδιας πλατφόρμας θα συντελούσε στη βελτίωση της παραγωγικότητας και στη μείωση των δαπανών λειτουργίας. Για τον λόγο αυτό, διατυπωνόταν σε αυτήν η άποψη ότι ένας νέος κανονιστικός οργανισμός θα αποτελούσε πράγματι την καλύτερη επιλογή για την άσκηση των καθηκόντων της διαχειριστικής αρχής, τόσο για τα συστήματα SIS II και VIS όσο και για το EURODAC.

Συμμόρφωση με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

Κατά τη διαδικασία αναδιατύπωσης, ελήφθη δεόντως υπόψη το θέμα των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Το δικαίωμα στο άσυλο και το θέμα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ελήφθησαν υπόψη στην εκτίμηση του αντικτύπου που επισυνάπτεται στην πρόταση.

Σε ό,τι αφορά το δικαίωμα στο άσυλο, οι τροποποιήσεις των διατάξεων του κανονισμού σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στους αιτούντες άσυλο σχετικά με την εφαρμογή του συστήματος του Δουβλίνου τους παρέχουν τη δυνατότητα να ασκούν αποτελεσματικά το δικαίωμά τους σε άσυλο.

Η νέα διάταξη σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη οφείλουν να επισημαίνουν στο EURODAC το γεγονός ότι εφαρμόζουν τις ρήτρες διακριτικής ευχέρειας του κανονισμού του Δουβλίνου διευκολύνει την επικοινωνία μεταξύ των κρατών μελών και επομένως αποτρέπει την τυχόν αβεβαιότητα για τους αιτούντες άσυλο, καθιστώντας σαφές σε αυτούς ποιο κράτος μέλος έχει επιληφθεί της υπόθεσής τους.

Σε ό,τι αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η πρόταση επιτρέπει την αποτελεσματική διαχείριση της απαλοιφής δεδομένων και κατ’ επέκταση διασφαλίζει το ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει δεδομένα να διατηρούνται υπό μορφή η οποία επιτρέπει την ταυτοποίηση των υποκειμένων των δεδομένων επί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από αυτό που απαιτείται για τους σκοπούς για τους οποίους συνελέγησαν τα δεδομένα. Η ίδια αρχή διατρέχει την τροποποίηση με την οποία ευθυγραμμίζεται η περίοδος αποθήκευσης δ εδομένων υπηκόων τρίτων χωρών ή απάτριδων από τους οποίους λαμβάνονται δακτυλικά αποτυπώματα σε σχέση με την παράνομη διάβαση εξωτερικού συνόρου με την περίοδο μέχρι την οποία γίνεται η κατανομή της ευθύνης σύμφωνα με τον κανονισμό του Δουβλίνου επί τη βάσει των εν λόγω πληροφοριών.

Συνεπώς, η πρόταση συνάδει πλήρως με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως σε σχέση με το δικαίωμα στο άσυλο (άρθρο 18) και την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 8) και πρέπει να εφαρμόζεται αναλόγως.

Διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους

Τον Ιούνιο του 2007, η Επιτροπή δημοσίευσε Πράσινη Βίβλο σχετικά με το μέλλον του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου[18], στην οποία προτείνονταν εναλλακτικές δυνατότητες για τα μελλοντικά γνωρίσματα του κανονισμού του Δουβλίνου και του κανονισμού EURODAC. Στο πλαίσιο της ευρείας δημόσιας διαβούλευσης με αντικείμενο την Πράσινη Βίβλο, ελήφθησαν 89 σχετικά υπομνήματα από ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής συζήτησαν τα πορίσματα της έκθεσης αξιολόγησης και το περίγραμμα των σχεδιαζόμενων τροποποιήσεων του κανονισμού με τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της επιτροπής για τη μετανάστευση και το άσυλο («ΕΜΑ») τον Μάρτιο του 2008, καθώς και σε δύο άτυπες συσκέψεις σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων με πρόσωπα που ασκούν συναφή επαγγέλματα στα κράτη μέλη, στις οποίες εξετάστηκαν ειδικά τα συμπεράσματα της έκθεσης αξιολόγησης και οι οποίες πραγματοποιήθηκαν τον Οκτώβριο του 2007 και τον Απρίλιο του 2008.

Ακόμη, για την προπαρασκευή των τροποποιήσεων του κανονισμού πραγματοποιήθηκαν άτυπες διαβουλεύσεις με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR), το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και τους Εξόριστους (ECRE), καθώς και με τον ΕΕΠΔ.

Νομικά στοιχεία της πρότασης

Με σκοπό τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της εφαρμογής του κανονισμού EURODAC, θα καθορίζονται σαφέστερες προθεσμίες για τη διαβίβαση δεδομένων.

Για να καλύπτονται καλύτερα οι απαιτήσεις στον τομέα της προστασίας δεδομένων , θα διευκολύνεται η καλύτερη διαχείριση των απαλοιφών δεδομένων από την κεντρική βάση δεδομένων με το να εξασφαλίζεται ότι το κεντρικό σύστημα θα ειδοποιεί τα κράτη μέλη για την ανάγκη απαλοιφής δεδομένων.

Ο ισχύων κανονισμός EURODAC προβλέπει ότι πέντε έτη μετά την έναρξη λειτουργίας του EURODAC λαμβάνεται απόφαση σχετικά με το εάν τα δεδομένα τα οποία αφορούν πρόσφυγες (τα οποία μέχρι σήμερα αποθηκεύονταν αλλά δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για αντιπαραβολή) θα πρέπει να αποθηκεύονται για λόγους αντιπαραβολής ή να απαλείφονται πρόωρα αφ’ ης στιγμής το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας. Προκειμένου να ενημερώνονται τα κράτη μέλη για το καθεστώς των αιτούντων εκείνων οι οποίοι στην πραγματικότητα έχουν ήδη τύχει διεθνούς προστασίας σε ένα κράτος μέλος, τα δεδομένα που αφορούν πρόσφυγες θα ξεκλειδώνονται (δηλαδή θα είναι διαθέσιμα για αντιπαραβολή).

Με στόχο την καλύτερη διευκόλυνση της εφαρμογής του κανονισμού του Δουβλίνου, τα κράτη μέλη θα οφείλουν να επισημαίνουν στο EURODAC το γεγονός ότι εφαρμόζουν τις ρήτρες διακριτικής ευχέρειας του εν λόγω κανονισμού, δηλαδή ότι αναλαμβάνουν την ευθύνη για την εξέταση της αίτησης αιτούντος για τον οποίο κανονικά δεν είναι υπεύθυνα με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στον κανονισμό του Δουβλίνου.

Με στόχο τη διασφάλιση της συνεκτικότητας με το κεκτημένο στον τομέα του ασύλου όπως αυτό έχει εξελιχθεί μετά τη θέσπιση του κανονισμού, η Επιτροπή προτείνει την επέκταση του πεδίου εφαρμογής του έτσι ώστε να καλύπτει και την επικουρική προστασία, καθώς επίσης την ευθυγράμμιση των όρων που χρησιμοποιούνται στον κανονισμό με εκείνους που χρησιμοποιούνται στις άλλες πράξεις περί ασύλου για το θέμα του ορισμού της έννοιας του αλλοδαπού («υπήκοοι τρίτων χωρών και απάτριδες»). Η συνεκτικότητα με τον κανονισμό του Δουβλίνου (καθώς και η διευθέτηση θεμάτων που άπτονται της προστασίας δεδομένων, όπως είναι κυρίως η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας) θα εξασφαλίζεται με την ευθυγράμμιση της περιόδου αποθήκευσης δεδομένων υπηκόων τρίτων χωρών ή απάτριδων από τους οποίους λαμβάνονται δακτυλικά αποτυπώματα σε σχέση με την παράνομη διάβαση εξωτερικού συνόρου με την περίοδο μέχρι την οποία γίνεται η κατανομή της ευθύνης σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού του Δουβλίνου επί τη βάσει των εν λόγω πληροφοριών (ήτοι ένα έτος).

Είναι επίσης σημαντικό να επικαιροποιηθούν ορισμένες διατάξεις με γνώμονα ορισμένες αντικειμενικές εξελίξεις που έχουν επέλθει μετά τη θέσπιση του κανονισμού. Ως εκ τούτου, λαμβάνονται υπόψη στην πρόταση ορισμένες αντικειμενικές εξελίξεις, όπως π.χ. η μεταβολή της νομικής πράξης την εφαρμογή της οποίας διευκολύνει ο κανονισμός EURODAC (μετάβαση από τη σύμβαση του Δουβλίνου στον κανονισμό του Δουβλίνου), η ανάληψη των καθηκόντων της κοινής εποπτικής αρχής από τον θεσμό του ΕΕΠΔ, που θεσμοθετήθηκε μεταγενέστερα, καθώς και η αρχικώς προβλεπόμενη αλλά ήδη απαρχαιωμένη πρακτική της διαβίβασης δεδομένων στην κεντρική μονάδα με άλλους τρόπους πλην της ψηφιακής διαβίβασης (π.χ. υπό μορφή DVD ή σε χαρτί).

Προκειμένου να διευθετηθούν οι επιφυλάξεις για την προστασία δεδομένων, διευκολύνεται η καλύτερη προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την τροποποίηση της διάταξης που αφορά τον καθορισμό των αρμόδιων εθνικών αρχών (καθίσταται υποχρεωτικός ο επακριβής προσδιορισμός της αρμόδιας μονάδας, καθώς και της συνάφειας που υπάρχει μεταξύ του έργου της και της αποστολής του EURODAC). Προς χάριν της διαφάνειας, ο κατάλογος των αρχών αυτών θα δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και με τον τρόπο αυτό θα διευθετούνται οι επιφυλάξεις των ενδιαφερομένων για το θέμα της προστασίας δεδομένων.

Η πρόταση περιλαμβάνει την επικαιροποίηση και αποσαφήνιση των ορισμών που ισχύουν για τα διάφορα στάδια διαχείρισης της βάσης δεδομένων (Επιτροπή, διαχειριστική αρχή, κεντρικό σύστημα). Τα συστήματα SIS II και VIS ήδη διαθέτουν κοινή τεχνική πλατφόρμα και προβλέπεται ότι μελλοντικώς η λειτουργία βιομετρικής αντιστοιχίας («biometric matching functionality» - «BMS») θα είναι κοινή για το SIS II, το VIS και το EURODAC. Μέχρι την ίδρυση διαχειριστικής αρχής επιφορτισμένης με τη διαχείριση των τριών συστημάτων, η Επιτροπή θα παραμείνει αρμόδια για τη λειτουργία της κεντρικής μονάδας και για την κατοχύρωση της ασφαλούς διαβίβασης δεδομένων από και προς το EURODAC.

Κατά τον χρόνο έκδοσης του κανονισμού EURODAC, αποφασίστηκε ότι μερικές διατάξεις θα θεσπίζονταν με κανονισμό εφαρμογής, το δε Συμβούλιο επιφυλάχθηκε να αποφασίσει το ίδιο σχετικά με την έκδοση του κανονισμού αυτού. Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο χαρακτήρας των διατάξεων των δύο πράξεων είναι παρεμφερής. Εκτός αυτού, η διαδικασία θέσπισής τους είναι η ίδια (συναπόφαση). Κατά συνέπεια, η πρόταση προβλέπει την κατάργηση του κανονισμού εφαρμογής και την ενσωμάτωση του περιεχομένου του στον κανονισμό EURODAC .

Η μόνη διάταξη[19] για την οποία προβλέφθηκε διαδικασία επιτροπολογίας απεδείχθη άνευ σημασίας, με αποτέλεσμα κατά τη διάρκεια των πέντε και πλέον ετών λειτουργίας του συστήματος να μη συγκαλέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνεδρίαση της εν λόγω επιτροπής. Για τον λόγο αυτό, προτείνεται η κατάργηση της επιτροπής που προβλέπει ο κανονισμός.

Νομική βάση

Η παρούσα πρόταση τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου και χρησιμοποιεί την ίδια με αυτόν νομική βάση, δηλαδή το άρθρο 63 σημείο 1) στοιχείο α) της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Ο τίτλος IV της συνθήκης δεν εφαρμόζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, εκτός αν αυτά τα δύο κράτη αποφασίσουν διαφορετικά, σύμφωνα με τις διατάξεις του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας που προσαρτάται στις συνθήκες.

Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δεσμεύονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου μετά την από μέρους τους δήλωση ότι επιθυμούν να συμμετάσχουν στην έκδοση και εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού επί τη βάσει του προαναφερθέντος πρωτοκόλλου. Η θέση των εν λόγω κρατών μελών ως προς τον τρέχοντα κανονισμό δεν επηρεάζει την ενδεχόμενη συμμετοχή τους όσον αφορά τον τροποποιημένο κανονισμό.

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στις συνθήκες, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν, ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του. Παρόλα αυτά, επειδή η Δανία εφαρμόζει τον τρέχοντα κανονισμό του Δουβλίνου με βάση διεθνή συμφωνία[20] την οποία συνήψε με την ΕΚ το 2006, θα γνωστοποιήσει στην Επιτροπή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 3 της εν λόγω συμφωνίας, την απόφασή της για την εφαρμογή ή μη των διατάξεων του τροποποιημένου κανονισμού.

Συνέπειες της πρότασης για κράτη μη μέλη της ΕΕ τα οποία συνδέονται με το σύστημα του Δουβλίνου

Εκ παραλλήλου με τη σύνδεση μιας σειράς κρατών μη μελών της ΕΕ με το κεκτημένο Σένγκεν, η Κοινότητα συνήψε, ή έχει κινήσει τη διαδικασία για να συνάψει, αρκετές συμφωνίες για τη σύνδεση των χωρών αυτών και με το κεκτημένο του Δουβλίνου/EURODAC:

-συμφωνία για τη σύνδεση της Ισλανδίας και της Νορβηγίας, η οποία συνήφθη το 2001[21]·

-συμφωνία για τη σύνδεση της Ελβετίας, η οποία συνήφθη στις 28 Φεβρουαρίου 2008[22]·

-πρωτόκολλο για τη σύνδεση του Λιχτενστάιν, η οποία υπεγράφη στις 28 Φεβρουαρίου 2008[23].

Με σκοπό τη σύσταση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μεταξύ της Δανίας – η οποία, όπως εξηγείται παραπάνω, έχει συνδεθεί με το κεκτημένο του Δουβλίνου/EURODAC μέσω διεθνούς συμφωνίας, και των προαναφερθεισών συνδεδεμένων χωρών, έχουν επίσης συναφθεί δύο πράξεις μεταξύ της Κοινότητας και των συνδεδεμένων χωρών[24].

Βάσει των τριών προαναφερθεισών συμφωνιών, οι συνδεδεμένες χώρες αποδέχονται το κεκτημένο του Δουβλίνου/EURODAC και την ανάπτυξή του χωρίς καμία εξαίρεση. Δεν συμμετέχουν στην έκδοση πράξεων που τροποποιούν ή εξελίσσουν το κεκτημένο του Δουβλίνου (επομένως ούτε και της παρούσας πρότασης), αλλά οφείλουν να ενημερώσουν την Επιτροπή εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος για την απόφασή τους να αποδεχθούν ή όχι το περιεχόμενο της εν λόγω πράξης, αφ’ ης στιγμής αυτή εγκριθεί από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σε περίπτωση που η Νορβηγία, η Ισλανδία, η Ελβετία ή το Λιχτενστάιν δεν αποδεχθούν μία πράξη που τροποποιεί ή εξελίσσει το κεκτημένο του Δουβλίνου/EURODAC, εφαρμόζεται η καλουμένη «ρήτρα της λαιμητόμου» και οι οικείες συμφωνίες παύουν να ισχύουν, εκτός αν ληφθεί διαφορετική ομόφωνη απόφαση από την κοινή/μεικτή επιτροπή της οποίας τη σύσταση προβλέπουν οι συμφωνίες.

Αρχή της επικουρικότητας

Λόγω του διεθνικού χαρακτήρα των προβλημάτων που σχετίζονται με το άσυλο και την προστασία των προσφύγων, η ΕΕ βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση για να προτείνει λύσεις στα προπεριγραφέντα ζητήματα στο πλαίσιο του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου («ΚΕΣΑ») όσον αφορά προβλήματα που σχετίζονται με τον κανονισμό EURODAC. Μολονότι με τον κανονισμό που εκδόθηκε το 2000 επετεύχθη σημαντικός βαθμός εναρμόνισης, εξακολουθούν να υπάρχουν περιθώρια για την ενίσχυση της υποστήριξης που το EURODAC παρέχει για την εφαρμογή του κανονισμού του Δουβλίνου. Κρίνεται αδιαμφισβήτητη η αναγκαιότητα ανάληψης δράσης από την ΕΕ σε σχέση με τη διαχείριση μιας βάσης δεδομένων της ΕΕ η οποία δημιουργήθηκε με σκοπό να υποβοηθήσει την εφαρμογή ενός κανονισμού που ρυθμίζει τις διεθνικές μετακινήσεις αιτούντων άσυλο.

Αρχή της αναλογικότητας

Στην εκτίμηση του αντικτύπου με αντικείμενο την τροποποίηση του κανονισμού EURODAC εξετάζεται καθεμιά από τις επιμέρους εναλλακτικές λύσεις όσον αφορά τα προβλήματα που κατεγράφησαν έτσι ώστε να επιτευχθεί η ιδανική αναλογία μεταξύ της πρακτικής αξίας και των απαιτούμενων προσπαθειών. Εξάγεται το συμπέρασμα ότι η πρόκριση της λήψης μέτρων σε επίπεδο ΕΕ δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου της επίλυσης των σχετικών προβλημάτων.

ê 2725/2000/EΚ (προσαρμοσμένο)

2008/0242 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου Ö του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα Õ

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 63 σημείο 1) στοιχείο α),

την πρόταση της Επιτροπής[25],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης[26],

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

ò νέο

(1) Ενδείκνυται να επέλθει μια σειρά ουσιωδών μεταβολών στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου[27] και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 407/2002 του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, που θεσπίζει ορισμένους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου[28]. Προς χάριν της σαφήνειας, είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση των εν λόγω κανονισμών.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 1

(1) Τα κράτη μέλη έχουν κυρώσει τη σύμβαση της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967, περί του καθεστώτος των προσφύγων.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 2 (προσαρμοσμένο)

(2) Τα κράτη μέλη συνήψαν τη σύμβαση περί καθορισμού του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε ένα από τα κράτη μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η οποία υπογράφηκε στο Δουβλίνο στις 15 Ιουνίου 1990 (εφεξής αποκαλούμενη «σύμβαση του Δουβλίνου»).

ò νέο

(2) Η κοινή πολιτική στον τομέα του ασύλου, που περιλαμβάνει ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης ανοικτού σε εκείνους οι οποίοι, αναγκασμένοι από τις περιστάσεις, αναζητούν νομίμως προστασία στην Κοινότητα.

(3) Η πρώτη φάση της δημιουργίας του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου που θα πρέπει να οδηγήσει, μακροπρόθεσμα, σε κοινή διαδικασία και ομοιόμορφο καθεστώς, που θα ισχύουν σε όλη την Ένωση, για εκείνους στους οποίους χορηγείται άσυλο, έχει επί του παρόντος επιτευχθεί. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 4 Νοεμβρίου 2004, ενέκρινε το πρόγραμμα της Χάγης, το οποίο καθορίζει τους στόχους προς υλοποίηση στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης κατά την περίοδο 2005-2010. Από την άποψη αυτή, με το πρόγραμμα της Χάγης κλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ολοκληρώσει την αξιολόγηση των νομικών πράξεων της πρώτης φάσης και να υποβάλει τις πράξεις και τα μέτρα της δεύτερης φάσης στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προκειμένου να εκδοθούν πριν από το 2010.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 3 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(4) Για τους σκοπούς της εφαρμογής της σύμβασης του Δουβλίνου Ö του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και των μηχανισμών για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα][29]Õ, είναι απαραίτητο να διαπιστώνεται η ταυτότητα των αιτούντων άσυλο ð διεθνή προστασία ï και των προσώπων που συλλαμβάνονται για παράνομη διάβαση των εξωτερικών συνόρων της Κοινότητας. Για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου Ö του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα] Õ, και ιδίως του άρθρου 10 παράγραφος 1 18 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και ε) β) και δ), είναι επίσης σκόπιμο να επιτρέπεται σε κάθε κράτος μέλος να ελέγχει εάν ένας αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ που ευρίσκεται παράνομα στο έδαφός του έχει υποβάλει αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï σε άλλο κράτος μέλος.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 4

(5) Τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτελούν σημαντικό στοιχείο προκειμένου να διαπιστώνεται με ακρίβεια η ταυτότητα των προσώπων αυτών. Είναι ανάγκη να δημιουργηθεί ένα σύστημα για την αντιπαραβολή των δεδομένων των δακτυλικών τους αποτυπωμάτων.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 5 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(6) Για το σκοπό αυτό, είναι αναγκαίο να θεσπισθεί ένα σύστημα, γνωστό ως «EurodacEURODAC», το οποίο αποτελείται από μία κεντρική μονάδα ð ένα κεντρικό σύστημα ï, που συστήνεται στο πλαίσιο της Επιτροπής και περιλαμβάνει μηχανοργανωμένη κεντρική βάση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων καθώς και ηλεκτρονικά μέσα διαβίβασης μεταξύ των κρατών μελών και της κεντρικής βάσης δεδομένων ð του κεντρικού συστήματος ï .

ò νέο

(7) Για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση όλων των αιτούντων και δικαιούχων διεθνούς προστασίας, καθώς και για να εξασφαλιστεί η συνοχή με το τρέχον κεκτημένο της ΕΕ για το άσυλο, και ιδίως με την οδηγία 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους και καθορισμό του περιεχομένου της παρεχόμενης προστασίας, και με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα], είναι σκόπιμο να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού για να συμπεριληφθούν οι αιτούντες επικουρική προστασία και τα πρόσωπα που απολαύουν επικουρικής προστασίας.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 6 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(8) Είναι επίσης αναγκαίο να απαιτηθεί από τα κράτη μέλη να λαμβάνουν ð και να διαβιβάζουν ï ταχέως τα ð δεδομένα ï δακτυλικά αποτυπώματα δακτυλικών αποτυπωμάτων κάθε αιτούντος άσυλο ð διεθνή προστασία ï και κάθε αλλοδαπού Ö υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος Õ που συλλαμβάνεται για παράνομη διάβαση των εξωτερικών συνόρων κράτους μέλος, εφόσον έχει ηλικία τουλάχιστον 14 ετών.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 7 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(9) Είναι αναγκαίο να θεσπισθούν ακριβείς κανόνες σχετικά με τη διαβίβαση των εν λόγω δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï, με την καταχώρηση των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων και άλλων σχετικών δεδομένων στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï, με την αποθήκευση, με την αντιπαραβολή τους προς άλλα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων, με τη διαβίβαση των αποτελεσμάτων της αντιπαραβολής καθώς και με το κλείδωμα και την απαλοιφή των καταχωρηθέντων δεδομένων. Οι κανόνες αυτοί μπορούν να διαφέρουν και θα πρέπει να προσαρμόζονται ανάλογα με την κατάσταση των διαφόρων κατηγοριών αλλοδαπών Ö υπηκόων τρίτων χωρών ή απάτριδων Õ.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 8 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(10) Οι αλλοδαποί Ö υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες Õ που έχουν υποβάλει αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï σε ένα κράτος μέλος είναι δυνατόν να έχουν για πολλά έτη τη δυνατότητα να ζητήσουν άσυλο ð διεθνή προστασία ï σε άλλο κράτος μέλος. Κατά συνέπεια, η μέγιστη περίοδος κατά την οποία θα πρέπει να διατηρούνται τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï θα πρέπει να είναι αρκετά μεγάλη. Δέκα έτη θα πρέπει να θεωρούνται εύλογη περίοδος για τη διατήρηση των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων, δεδομένου ότι οι περισσότεροι αλλοδαποί Ö υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες Õ που παραμένουν στην Κοινότητα επί αρκετά έτη διευθετούν το καθεστώς τους ή ακόμα αποκτούν και την ιθαγένεια κράτους μέλους μετά την εν λόγω περίοδο.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 9 (προσαρμοσμένο)

(11) Η περίοδος για τη διατήρηση θα πρέπει να συντέμνεται σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις όταν δεν υπάρχει ανάγκη να διατηρούνται τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων θα πρέπει να απαλείφονται αμέσως μόλις οι αλλοδαποί Ö υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες Õ αποκτήσουν την ιθαγένεια κράτους μέλους.

ò νέο

(12) Ενδείκνυται να αποθηκεύονται δεδομένα προσώπων των οποίων τα δακτυλικά αποτυπώματα καταχωρήθηκαν αρχικά στην EURODAC κατά την υποβολή των αιτήσεων τους διεθνούς προστασίας και στα οποία έχει χορηγηθεί διεθνής προστασία σε ένα κράτος μέλος για να επιτραπεί η αντιπαραβολή τους με τα δεδομένα που καταχωρήθηκαν κατά την υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας.

(13) Επί μεταβατική περίοδο, η Επιτροπή είναι σκόπιμο να παραμείνει υπεύθυνη για τη διαχείριση του κεντρικού συστήματος και της επικοινωνιακής υποδομής. Μακροπρόθεσμα, και επί τη βάσει εκτίμησης του αντικτύπου, που θα περιλαμβάνει εμπεριστατωμένη ανάλυση των εναλλακτικών λύσεων από δημοσιονομική, επιχειρησιακή και οργανωτική σκοπιά, είναι σκόπιμο να συσταθεί διαχειριστική αρχή, η οποία θα είναι επιφορτισμένη με τα εν λόγω καθήκοντα.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 13 (προσαρμοσμένο)

(13) Καθόσον η ταυτοποίηση και η ταξινόμηση των αποτελεσμάτων των αντιπαραβολών που διαβιβάζει η κεντρική μονάδα, καθώς και το κλείδωμα των δεδομένων των σχετικών με άτομα που αναγνωρίζονται και γίνονται δεκτά ως πρόσφυγες, αποτελεί αποκλειστική ευθύνη των κρατών μελών, και επειδή αυτή η ευθύνη αφορά το ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και θα μπορούσε να επηρεάσει την άσκηση των ατομικών ελευθεριών, υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι για να επιφυλάξει στον εαυτό του το Συμβούλιο την άσκηση ορισμένων εκτελεστικών εξουσιών, οι οποίες αφορούν ιδίως την υιοθέτηση μέτρων που θα διασφαλίζουν την ασφάλεια και την αξιοπιστία των δεδομένων αυτών.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 14 (προσαρμοσμένο)

(14) Τα απαιτούμενα μέτρα για την υλοποίηση άλλων διατάξεων του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή.

ê 2725/2000/EΚ αιτιολογική σκέψη 10 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

(14) Είναι αναγκαίο να ορισθούν επακριβώς οι αρμοδιότητες, αφενός, της Επιτροπής ð και της διαχειριστικής αρχής ï όσον αφορά την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï ð και την επικοινωνιακή υποδομή ï και, αφετέρου, των κρατών μελών όσον αφορά τη χρησιμοποίηση και την ασφάλεια των δεδομένων, την πρόσβαση και τη διόρθωση των καταχωρημένων δεδομένων.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 11

(15) Παρότι η εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας όσον αφορά τη λειτουργία του EurodacEURODAC διέπεται από τις σχετικές διατάξεις της συνθήκης, είναι αναγκαίο να θεσπισθούν συγκεκριμένοι κανόνες σχετικά με την εξωσυμβατική ευθύνη των κρατών μελών όσον αφορά τη λειτουργία του συστήματος.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 12

(16) Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης, ο στόχος των προτεινόμενων μέτρων, ήτοι η δημιουργία, στα πλαίσια της Επιτροπής, συστήματος για την αντιπαραβολή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων προκειμένου να συμβάλει στην εφαρμογή της κοινοτικής πολιτικής για το άσυλο, δεν είναι δυνατόν, από τη φύση του, να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται, συνεπώς, να επιτευχθεί καλύτερα από την Κοινότητα. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 15 (προσαρμοσμένο)

(17) Η οδηγία 95/46/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[30] εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα Ö που πραγματοποιείται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού Õ.από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Eurodac.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 16

(16) Δυνάμει του άρθρου 286 της συνθήκης, η οδηγία 95/46/EΚ εφαρμόζεται επίσης για τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας. Καθόσον η κεντρική μονάδα θα συσταθεί στο πλαίσιο της Επιτροπής, η εν λόγω οδηγία εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αυτή τη μονάδα.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 17

(18) Οι αρχές που αναφέρονται στην οδηγία 95/46/EΚ σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των ατόμων, κυρίως του δικαιώματος ιδιωτικής ζωής, και αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα πρέπει να συμπληρωθούν ή να διευκρινιστούν, ιδίως σχετικά με ορισμένους τομείς.

ò νέο

(10) Είναι σκόπιμο να εφαρμόζεται εν προκειμένω ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[31]. Εντούτοις, πρέπει να αποσαφηνισθούν ορισμένα σημεία όσον αφορά την ευθύνη της επεξεργασίας δεδομένων και την εποπτεία της προστασίας δεδομένων.

ò νέο

(20) Ενδείκνυται να παρακολουθούν οι μεν εθνικές αρχές εποπτείας τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη, ο δε ευρωπαίος επόπτης προστασίας δεδομένων, που διορίζεται κατ’ εφαρμογή της απόφασης 2004/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2003, σχετικά με το διορισμό της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής που προβλέπεται από το άρθρο 286 της συνθήκης ΕΚ[32], τις δραστηριότητες των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και οργανισμών σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με γνώμονα τα περιορισμένα καθήκοντα των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και οργανισμών σε σχέση με τα δεδομένα καθ’ εαυτά.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 18

ð νέο

(21) Είναι αναγκαίο να παρακολουθείται και να αξιολογείται η απόδοση του EurodacEURODAC ð κατά τακτά χρονικά διαστήματα ï.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 19

ð νέο

(22) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέψουν σύστημα κυρώσεων για τις περιπτώσεις χρησιμοποίησης των καταχωρημένων στην κεντρική βάση ð στο κεντρικό σύστημα ï δεδομένων που αντιβαίνουν στους σκοπούς του EurodacEURODAC.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 23 (προσαρμοσμένο)

(23) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αποτελέσει τη νομική βάση για τους εκτελεστικούς κανόνες οι οποίοι, ενόψει της ταχείας εφαρμογής του, είναι απαραίτητοι για την επιτέλεση των αναγκαίων τεχνικών ρυθμίσεων από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή. Η Επιτροπή θα πρέπει να φέρει την ευθύνη να εξακριβώνει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές,

ò νέο

(23) Τα κράτη μέλη πρέπει να ενημερώνονται για το καθεστώς συγκεκριμένων διαδικασιών χορήγησης ασύλου, με σκοπό τη διευκόλυνση της δέουσας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα].

(24) Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με αυτά και τηρεί τις αναγνωρισμένες αρχές, ιδίως εκείνες του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, ο παρών κανονισμός αποβλέπει στη διασφάλιση της πλήρους συμμόρφωσης όσον αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και το δικαίωμα στο άσυλο, καθώς επίσης στην προαγωγή της εφαρμογής των άρθρων 8 και 18 του Χάρτη.

ê 2725/2000/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 22 (προσαρμοσμένο)

(25) Είναι σκόπιμο να περιοριστεί η εδαφική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ώστε να ευθυγραμμιστεί με την εδαφική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου Ö του κανονισμού (ΕΚ) αριθ.[…/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα] Õ .

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Σκοπός του « EurodacEURODAC»

1. Θεσπίζεται σύστημα, γνωστό ως «EurodacEURODAC», το οποίο έχει σκοπό να συντελεί στον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο, σύμφωνα με τη σύμβαση του Δουβλίνου Ö τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. […/…] [για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα] Õ, να εξετάσει την αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï η οποία έχει υποβληθεί σε ένα κράτος μέλος ð από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα ï, και να διευκολύνει γενικότερα την εφαρμογή της σύμβασης Ö του κανονισμού Õ του Δουβλίνου υπό τους όρους που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό.

2. Το Eurodac περιλαμβάνει:

α) την κεντρική μονάδα που αναφέρεται στο άρθρο 3,

β) μηχανογραφημένη κεντρική βάση δεδομένων στην οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, στο άρθρο 8 παράγραφος 2 και στο άρθρο 11 παράγραφος 2, με σκοπό την αντιπαραβολή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων των αιτούντων άσυλο και των κατηγοριών αλλοδαπών που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 και στο άρθρο 11 παράγραφος 1,

γ) τα μέσα διαβίβασης δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών και της κεντρικής βάσης δεδομένων.Οι κανόνες που διέπουν το Eurodac εφαρμόζονται επίσης στις ενέργειες των κρατών μελών από τη διαβίβαση των δεδομένων στην κεντρική μονάδα έως τη χρησιμοποίηση των αποτελεσμάτων της αντιπαραβολής.

3.2. Με την επιφύλαξη της χρησιμοποίησης δεδομένων που αποστέλλει στο EurodacEURODAC το κράτος μέλος προέλευσης, τα οποία είναι καταχωρημένα σε βάσεις δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί δυνάμει του εθνικού του δικαίου, τα δεδομένα των δακτυλικών αποτυπωμάτων και άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας από το EurodacEURODAC μόνο για τους σκοπούς που προβλέπονται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 32 παράγραφος 1 της σύμβασης Ö του κανονισμού Õ του Δουβλίνου.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

α) «Σύμβαση Ö Κανονισμός Õ του Δουβλίνου»: η σύμβαση για τον καθορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου η οποία έχει υποβληθεί σε ένα από τα κράτη μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που υπογράφηκε στο Δουβλίνο στις 15 Ιουνίου 1990 Ö ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. […/…] για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα Õ.

β) «Αιτών άσυλο ð διεθνή προστασία ï»: ο αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή ο άπατρις Õ ο οποίος έχει καταθέσει ð αίτηση διεθνούς προστασίας για την οποία δεν έχει ακόμα εκδοθεί τελική απόφαση ï.

γ) «Κράτος μέλος προέλευσης»:

i) σε σχέση με αιτούντα άσυλο Öπρόσωπο που καλύπτεται από το άρθρο 6 Õ, το κράτος μέλος το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï και λαμβάνει τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής,

ii) σε σχέση με πρόσωπο που καλύπτεται από το άρθρο 8 10 , το κράτος μέλος το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα αυτά στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï,

iii) σε σχέση με πρόσωπο που καλύπτεται από το άρθρο 11 13 , το κράτος μέλος το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï και λαμβάνει τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής.

δ) «Πρόσφυγας» ð «Πρόσωπο στο οποίο χορηγείται διεθνής προστασία» ï: Ö ένας υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ το πρόσωπο που έχει αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας σύμφωνα με την σύμβαση της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951, περί του καθεστώτος των προσφύγων, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967 ð πρόσωπο το οποίο χρήζει διεθνούς προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου ï.

ε) «Σύμπτωση»: ένα ή περισσότερα συμπίπτοντα στοιχεία, τα οποία καθορίζονται από την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï μετά από αντιπαραβολή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων που ευρίσκονται καταχωρημένα στη βάση δεδομένων και εκείνων που διαβιβάζει το κράτος μέλος σχετικά με ένα πρόσωπο, με την επιφύλαξη της απαίτησης ότι τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής ελέγχονται πάραυτα από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 6 17 παράγραφος 4.

2. Οι όροι του άρθρου 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ έχουν την ίδια έννοια και στον παρόντα κανονισμό.

3. Ελλείψει αντίθετης διάταξης, οι όροι που περιλαμβάνονται στο άρθρο 1 2 της σύμβασης Ö του κανονισμού Õ του Δουβλίνου έχουν την ίδια έννοια και στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 3

Κεντρική μονάδα Ö Αρχιτεκτονική του συστήματος και βασικές αρχές Õ

1. Συστήνεται κεντρική μονάδα στο πλαίσιο της Επιτροπής, η οποία είναι υπεύθυνη για τη λειτουργία της κεντρικής βάσης δεδομένων περί της οποίας το άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β), για λογαριασμό των κρατών μελών. Η κεντρική μονάδα διαθέτει ηλεκτρονικό σύστημα αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων.

ò νέο

1. Το EURODAC αποτελείται από:

α) ηλεκτρονική κεντρική βάση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων («κεντρικό σύστημα»), αποτελούμενη από:

- κεντρική μονάδα,

- σύστημα αδιάλειπτης λειτουργίας·

β) υποδομή επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος και των κρατών μελών, η οποία παρέχει κρυπτογραφημένο εικονικό δίκτυο αποκλειστικά για τα δεδομένα του EURODAC («επικοινωνιακή υποδομή»).

2. Έκαστο κράτος μέλος διαθέτει ενιαίο καθορισμένο εθνικό σύστημα δεδομένων («εθνικό σημείο πρόσβασης), που επικοινωνεί με το κεντρικό σύστημα.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

2.3. Η επεξεργασία των δεδομένων που αφορούν αιτούντες άσυλο, πρόσωπα που καλύπτονται από το άρθρο 8 και πρόσωπα που καλύπτονται από το άρθρο 11 6, το άρθρο 10 και το άρθρο 13 η οποία λαμβάνει χώρα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï γίνεται για λογαριασμό του κράτους μέλους προέλευσης σύμφωνα με τους όρους που προβλέπει ο παρών κανονισμός Ö και διαχωρίζεται με τα κατάλληλα τεχνικά μέσα Õ .

ê 407/2002/ΕΚ άρθρο 5(1)

1. Η κεντρική μονάδα διαχωρίζει στη βάση δεδομένων, με τα κατάλληλα τεχνικά μέσα, όσα αφορούν αιτούντες άσυλο από εκείνα που αφορούν πρόσωπα οριζόμενα από το άρθρο 8 του κανονισμού Eurodac.

ê 2725/2000/ΕΚ άρθρο 1(2) τρίτο εδάφιο

ð νέο

4. Οι κανόνες που διέπουν το EurodacEURODAC εφαρμόζονται επίσης στις ενέργειες των κρατών μελών από τη διαβίβαση των δεδομένων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï έως τη χρησιμοποίηση των αποτελεσμάτων της αντιπαραβολής.

ê 2725/2000/ΕΚ άρθρο 4(1) δεύτερη πρόταση

ð νέο

5. Η μέθοδος λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων καθορίζεται ð και εφαρμόζεται ï σύμφωνα με την εθνική πρακτική του εκάστοτε κράτους μέλους και με τις διασφαλίσεις που ορίζουν ð ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, ï η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού.

ò νέο

Άρθρο 4

Επιχειρησιακή διαχείριση από τη διαχειριστική αρχή

1. Μετά από μεταβατική περίοδο, η διαχειριστική αρχή, η οποία χρηματοδοτείται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι επιφορτισμένη με την επιχειρησιακή διαχείριση του EURODAC . Η διαχειριστική αρχή διασφαλίζει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, ότι χρησιμοποιείται για το κεντρικό σύστημα ανά πάσα στιγμή η καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία, με την επιφύλαξη ανάλυσης κόστους-ωφέλειας.

2. Η διαχειριστική αρχή φέρει επίσης την ευθύνη για τα ακόλουθα καθήκοντα σε σχέση με την επικοινωνιακή υποδομή:

α) εποπτεία·

β) ασφάλεια·

γ) συντονισμός των σχέσεων μεταξύ των κρατών μελών και του παρόχου.

3. Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για όλα τα υπόλοιπα καθήκοντα που σχετίζονται με την επικοινωνιακή υποδομή, και συγκεκριμένα:

α) καθήκοντα που άπτονται της εκτέλεσης του προϋπολογισμού·

β) απόκτηση και ανανέωση·

γ) συμβατικά θέματα.

4. Κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου πριν από την ανάληψη από τη διαχειριστική αρχή των καθηκόντων της, η Επιτροπή είναι επιφορτισμένη με την επιχειρησιακή διαχείριση του EURODAC.

5. Η επιχειρησιακή διαχείριση του EURODAC συνίσταται σε όλες τις εργασίες που απαιτούνται ώστε να παραμένει το EURODAC σε λειτουργία επί εικοσιτετραώρου βάσεως, 7 ημέρες την εβδομάδα, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό· τούτο ισχύει ιδίως για τις εργασίες συντήρησης και τις τεχνικές βελτιώσεις που απαιτούνται για να διασφαλίζεται ότι η επιχειρησιακή ποιοτική στάθμη της λειτουργίας του συστήματος είναι ικανοποιητική, ιδιαίτερα όσον αφορά τον χρόνο που απαιτείται για τις αναζητήσεις στο κεντρικό σύστημα.

6. Με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η διαχειριστική αρχή εφαρμόζει τους δέοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλη ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας στο σύνολο του προσωπικού της που ασχολείται με δεδομένα του EURODAC. Η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού το οικείο προσωπικό παύσει να ασκεί τα καθήκοντά του ή να απασχολείται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων του.

7. Ως διαχειριστική αρχή κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού λογίζεται η διαχειριστική αρχή που είναι αρμόδια για τα συστήματα SIS II και VIS.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 5 3

Ö Στατιστικές Õ Κεντρική μονάδα

3. Η κεντρική μονάδα Ö διαχειριστική αρχή Õ εκπονεί ανά τρίμηνο ð μήνα ï στατιστικές για το έργο της Ö του κεντρικού συστήματος Õ, στις οποίες αναφέρονται ð ιδίως ï :

α) ο αριθμός των συνόλων δεδομένων που διαβιβάζονται σχετικά με τους αιτούντες άσυλο ð διεθνή προστασία ï και τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 και στο άρθρο 11 παράγραφος 1 10 παράγραφος 1 και στο άρθρο 13 παράγραφος 1,

β) ο αριθμός των συμπτώσεων για αιτούντες άσυλο ð διεθνή προστασία ï που υπέβαλαν αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï σε ένα άλλο κράτος μέλος,

γ) ο αριθμός των συμπτώσεων για πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 10 παράγραφος 1, τα οποία υπέβαλαν στη συνέχεια αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï,

δ) ο αριθμός των συμπτώσεων για πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 13 παράγραφος 1, τα οποία είχαν προηγουμένως υποβάλει αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï σε ένα άλλο κράτος μέλος,

ε) ο αριθμός των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων τα οποία η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï πρέπει να ζητεί ð επανειλημμένως ï για δεύτερη φορά από τα κράτη μέλη προέλευσης, διότι τα αρχικώς διαβιβασθέντα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων δεν προσφέρονται για αντιπαραβολή με τη βοήθεια του ηλεκτρονικού συστήματος αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων,.

ò νέο

στ) ο αριθμός συνόλων δεδομένων που επισημαίνονται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1,

ζ) ο αριθμός συμπτώσεων για πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 14 παράγραφος 1.

ê 2725/2000/ΕΚ

ð νέο

Στο τέλος κάθε έτους, καταρτίζονται στατιστικές υπό μορφήν ανασκόπησης των ð μηνιαίων ï τριμηνιαίων στατιστικών που καταγράφονται από την έναρξη των δραστηριοτήτων του Eurodac ð για το συγκεκριμένο έτος ï, συμπεριλαμβανομένης μνείας του αριθμού των προσώπων για τα οποία έχει καταγραφεί σύμπτωση όσον αφορά τα στοιχεία β), γ) και δ).

Οι στατιστικές περιλαμβάνουν ανάλυση των δεδομένων για έκαστο των κρατών μελών.

4. Σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2, μπορεί να ανατίθεται στην κεντρική μονάδα η πραγματοποίηση ορισμένων άλλων στατιστικών μελετών βάσει των δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία στην κεντρική μονάδα.

ê 2725/2000/EC (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΙΤΟΥΝΤΕΣ ΑΣΥΛΟ Ö ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ Õ

Άρθρο 6 4

Συλλογή, διαβίβαση και αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων

1. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει πάραυτα ð μετά την υποβολή αίτησης όπως καθορίζεται στο άρθρο 20 παράγραφος 2 του κανονισμού του Δουβλίνου ï τα δακτυλικά αποτυπώματα όλων των δακτύλων κάθε αιτούντος άσυλο ð διεθνή προστασία ï ηλικίας τουλάχιστον 14 ετών και διαβιβάζει ð το αργότερο εντός 48 ωρών μετά την υποβολή της αίτησης αυτής ï πάραυτα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα τόσο αυτά όσο και ï τα δεδομένα που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 7, στοιχεία α) β) έως στ) ζ).

(2) Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, καταχωρούνται αμέσως στην κεντρική βάση δεδομένων από την κεντρική μονάδα ή, εφόσον πληρούνται οι σχετικές προς το σκοπό αυτό τεχνικές προϋποθέσεις, απευθείας από το κράτος μέλος προέλευσης.

ò νέο

2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, όταν ένας αιτών διεθνή προστασία φθάνει στο υπεύθυνο κράτος μέλος έπειτα από μεταφορά κατ’ εφαρμογή του κανονισμού του Δουβλίνου, το υπεύθυνο κράτος μέλος διαβιβάζει απλώς ειδοποίηση με επισήμανση του γεγονότος της επιτυχούς μεταφοράς όσον αφορά τα οικεία δεδομένα που καταχωρήθηκαν στο κεντρικό σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 6, σε συμμόρφωση με τις καθοριζόμενες από τη διαχειριστική αρχή απαιτήσεις που διέπουν την ηλεκτρονική επικοινωνία με το κεντρικό σύστημα. Οι πληροφορίες αυτές αποθηκεύονται σύμφωνα με το άρθρο 8 για το σκοπό της διαβίβασης κατ' εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 5.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

3. Τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων, κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 1 7 στοιχείο β) α), που διαβιβάζονται από ένα κράτος μέλος, αντιπαραβάλλονται ð αυτομάτως ï προς τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων τα οποία έχουν διαβιβαστεί από άλλα κράτη μέλη και έχουν ήδη αποθηκευτεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï.

4. Η κεντρική μονάδα ð Το κεντρικό σύστημα ï εξασφαλίζει ότι, κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους, στην αντιπαραβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 3 εκτός από τα δεδομένα που έχουν διαβιβαστεί από άλλα κράτη μέλη, εξετάζονται επίσης τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων που έχει διαβιβάσει κατά το παρελθόν το εν λόγω κράτος μέλος.

5. Η κεντρική μονάδα ð Το κεντρικό σύστημα ï διαβιβάζει πάραυτα ð αυτομάτως ï τη σύμπτωση ή το αρνητικό αποτέλεσμα της αντιπαραβολής στο κράτος μέλος προέλευσης. Στην περίπτωση που υπάρχει σύμπτωση, διαβιβάζει για όλα τα σύνολα δεδομένων που αντιστοιχούν σε αυτήν, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) 7 στοιχεία α) έως στ)μόνο εφόσον απετέλεσαν τη βάση της σύμπτωσης ð μαζί με τη σήμανση που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 ï.

Εφόσον πληρούνται οι σχετικές προς το σκοπό αυτό τεχνικές προϋποθέσεις, το αποτέλεσμα της αντιπαραβολής είναι δυνατό να μπορεί να διαβιβάζεται άμεσα στο κράτος μέλος προέλευσης.

7. Οι εκτελεστικοί κανόνες σχετικά με τις διαδικασίες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 6, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1.

Άρθρο 75

Καταχώρηση δεδομένων

1. Στην κεντρική βάση δεδομένων ð Στο κεντρικό σύστημα ï καταχωρούνται μόνο τα εξής δεδομένα:

αβ) τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων,

βα) το κράτος μέλος προέλευσης, ο τόπος και η ημερομηνία της αίτησης ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï,

γ) το φύλο,

δ) ο αριθμός μητρώου που χρησιμοποίησε το κράτος μέλος προέλευσης,

ε) η ημερομηνία λήψεως των δακτυλικών αποτυπωμάτων,

στ) η ημερομηνία διαβίβασης των δεδομένων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï,

ζ) η ημερομηνία καταχώρησης των δεδομένων στην κεντρική βάση δεδομένων,

ò νέο

ζ) ο αναγνωριστικός αριθμός χρήστη του χειριστή.

ê 2725/2000/ΕΚ

ð νέο

η) οι λεπτομέρειες σχετικά με τον (τους) παραλήπτη(-ες) στον (στους) οποίο(-ους) διαβιβάσθηκαν τα δεδομένα και η (οι) ημερομηνία(-ες) διαβίβασης.

2. Μετά την καταχώρηση των δεδομένων στην κεντρική βάση δεδομένων, η κεντρική μονάδα καταστρέφει τα υποθέματα που χρησιμοποιήθηκαν για τη διαβίβαση των δεδομένων αυτών, εκτός εάν το κράτος μέλος προέλευσης έχει ζητήσει να του επιστραφούν.

Άρθρο 8 6

Αποθήκευση δεδομένων

Κάθε σύνολο δεδομένων, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 7 αποθηκεύεται ð στο κεντρικό σύστημα ï στην κεντρική βάση δεδομένων για δέκα έτη από την ημερομηνία λήψεως των δακτυλικών αποτυπωμάτων.

Μετά τη λήξη της εν λόγω περιόδου, η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï απαλείφει αυτομάτως τα δεδομένα από την κεντρική βάση δεδομένων ð το κεντρικό σύστημα ï.

Άρθρο 9 7

Πρόωρη απαλοιφή των δεδομένων

1. Τα δεδομένα που αφορούν πρόσωπο το οποίο απέκτησε την ιθαγένεια οιουδήποτε κράτους μέλους πριν από την λήξη της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 6 8 απαλείφονται από την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 20 παράγραφος 3 μόλις το κράτος μέλος προέλευσης λάβει γνώση ότι το πρόσωπο αυτό απέκτησε την προαναφερθείσα ιθαγένεια.

ò νέο

2. Το κεντρικό σύστημα ενημερώνει όλα τα κράτη μέλη προέλευσης σχετικά με την απαλοιφή δεδομένων από άλλο κράτος μέλος προέλευσης τα οποία οδήγησαν σε σύμπτωση με δεδομένα που διαβιβάστηκαν από αυτό σε σχέση με πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 6 ή στο άρθρο 10.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ Ö ΥΠΗΚΟΟΙ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ Ή ΑΠΑΤΡΙΔΕΣ Õ ΠΟΥ ΣΥΛΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΡΩΝ

Άρθρο 10 8

Συλλογή και διαβίβαση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων

1. Κάθε κράτος μέλος, σύμφωνα με τις διασφαλίσεις που ορίζουν η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, λαμβάνει πάραυτα τα δακτυλικά αποτυπώματα όλων των δακτύλων κάθε αλλοδαπού Ö υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος Õ ηλικίας τουλάχιστον 14 ετών που συλλαμβάνεται από τις αρμόδιες αρχές ελέγχου κατά την παράνομη διάβαση δια ξηράς, θαλάσσης ή αέρος των συνόρων του εν λόγω κράτους μέλους προερχόμενος από τρίτη χώρα, ο οποίος δεν αποπέμπεται.

2. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος διαβιβάζει πάραυτα ð το αργότερο εντός 48 ωρών από την ημερομηνία σύλληψης ï στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï τα ακόλουθα στοιχεία σχετικά με κάθε αλλοδαπό Ö υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα Õ, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο οποίος δεν αποπέμπεται:

αβ) τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων,

βα) το κράτος μέλος προέλευσης, τον τόπο και την ημερομηνία της σύλληψης,

γ) το φύλο,

δ) τον αριθμό μητρώου που χρησιμοποίησε το κράτος μέλος προέλευσης,

ε) την ημερομηνία λήψεως των δακτυλικών αποτυπωμάτων,

στ) την ημερομηνία διαβίβασης των δεδομένων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï,

ò νέο

ζ) το αναγνωριστικό αριθμό χρήστη του χειριστή.

ê 2725/2000/EC (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 11 9

Καταχώρηση δεδομένων

1. Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) και στο άρθρο 8 παράγραφος 2 10 παράγραφος 2 καταχωρούνται στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 3 παράγραφος 3 5, τα δεδομένα που διαβιβάζονται στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 10 παράγραφος 2, καταχωρούνται με αποκλειστικό σκοπό την αντιπαραβολή με δεδομένα σχετικά με αιτούντες άσυλο ð διεθνή προστασία ï τα οποία διαβιβάζονται μεταγενέστερα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï.

Η κεντρική μονάδα ð Το κεντρικό σύστημα ï δεν αντιπαραβάλλει δεδομένα που της ð του ï διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 10 παράγραφος 2 με δεδομένα που είχαν καταχωρηθεί παλαιότερα στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï, ούτε με δεδομένα τα οποία διαβιβάζονται μεταγενέστερα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 10 παράγραφος 2.

2. Εφαρμόζονται οι διαδικασίες του άρθρου 4 παράγραφος 1 δεύτερη πρόταση, του άρθρου 4 παράγραφος 2 και του άρθρου 5 παράγραφος 2 καθώς και οι διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 7. Όσον αφορά την αντιπαραβολή των δεδομένων αιτούντων άσυλο ð διεθνή προστασία ï που διαβιβάσθηκαν μεταγενέστερα στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï με τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφαρμόζονται οι διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 3, 5 και 6 6 παράγραφοι 3 και 5.

Άρθρο 12 10

Αποθήκευση δεδομένων

1. Κάθε σύνολο δεδομένων σχετικά με αλλοδαπό Ö υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα Õ ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 10 παράγραφος 1 αποθηκεύεται στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï για ð ένα έτος ï δύο έτη από την ημερομηνία λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων του αλλοδαπού Ö υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος Õ. Μετά τη λήξη της περιόδου αυτής, η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï απαλείφει αυτομάτως τα δεδομένα αυτά από την κεντρική βάση δεδομένων ð το κεντρικό σύστημα ï.

2. Τα δεδομένα σχετικά με αλλοδαπό Ö υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα Õ ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 10 παράγραφος 1 απαλείφονται αμέσως από την κεντρική βάση δεδομένων ð το κεντρικό σύστημα ï , σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 21 παράγραφος 3, εφόσον το κράτος μέλος προέλευσης λάβει γνώση ότι συντρέχει μία από τις ακόλουθες περιστάσεις, πριν από τη λήξη της διετούς περιόδου ð ενός έτους ï που αναφέρεται στην παράγραφο 1:

α) έχει εκδοθεί άδεια παραμονής για τον αλλοδαπό Ö υπήκοο τρίτης χώρας ή τον απάτριδα Õ,

β) ο αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ έχει εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών,

γ) ο αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ έχει αποκτήσει την ιθαγένεια οιουδήποτε κράτους μέλους.

ò νέο

3. Το κεντρικό σύστημα ενημερώνει όλα τα κράτη μέλη προέλευσης σχετικά με την απαλοιφή δεδομένων για λόγο καθοριζόμενο στην παράγραφο 2 στοιχεία α) και β) από άλλο κράτος μέλος προέλευσης τα οποία οδήγησαν σε σύμπτωση με δεδομένα που διαβιβάστηκαν από αυτό σε σχέση με πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 10.

4. Το κεντρικό σύστημα ενημερώνει όλα τα κράτη μέλη προέλευσης σχετικά με την απαλοιφή δεδομένων για λόγο καθοριζόμενο στην παράγραφο 2 στοιχείο γ) από άλλο κράτος μέλος προέλευσης τα οποία οδήγησαν σε σύμπτωση με δεδομένα που διαβιβάστηκαν από αυτό σε σχέση με πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 6 ή στο άρθρο 10.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ Ö ΥΠΗΚΟΟΙ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ Ή ΑΠΑΤΡΙΔΕΣ Õ ΠΟΥ ΕΥΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ

Άρθρο 13 11

Αντιπαραβολή δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων

1. Κάθε κράτος μέλος, προκειμένου να ελέγξει εάν ένας αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ που ευρίσκεται παράνομα στο έδαφός του έχει προηγουμένως καταθέσει αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï σε άλλο κράτος μέλος, μπορεί να διαβιβάζει στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων τα οποία ενδεχομένως έχει λάβει από αλλοδαπό Ö υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα Õ, ηλικίας τουλάχιστον 14 ετών, καθώς και τον αριθμό μητρώου που χρησιμοποιήθηκε από το εν λόγω κράτος μέλος.

Κατά γενικό κανόνα, υπάρχουν λόγοι για να ελεγχθεί εάν ένας αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ έχει προηγουμένως καταθέσει αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï σε άλλο κράτος μέλος όταν:

α) ο αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ δηλώνει ότι έχει καταθέσει αίτηση ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï αλλά δεν αναφέρει το κράτος μέλος στο οποίο υπέβαλε την αίτηση,

β) ο αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ δεν ζητά άσυλο ð διεθνή προστασία ï αλλά αρνείται να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του ισχυριζόμενος ότι διατρέχει κίνδυνο, ή

γ) ο αλλοδαπός Ö υπήκοος τρίτης χώρας ή άπατρις Õ προσπαθεί να αποτρέψει την απομάκρυνσή του με άλλα μέσα, αρνούμενος να συνεργασθεί για να διαπιστωθεί η ταυτότητά του, ιδίως μη δείχνοντας έγγραφα ταυτότητας ή προσκομίζοντας πλαστά έγγραφα ταυτότητας.

2. Στην περίπτωση που κράτη μέλη μετέχουν στη διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, διαβιβάζουν στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων όλων των δακτύλων, ή τουλάχιστον των δεικτών, και, στην περίπτωση που λείπουν, τα αποτυπώματα όλων των άλλων δακτύλων, των αλλοδαπών Ö υπηκόων τρίτων χωρών ή απάτριδων Õ που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3. Τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων αλλοδαπού Ö υπηκόου τρίτης χώρας ή απάτριδος Õ, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, διαβιβάζονται στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï με αποκλειστικό σκοπό την αντιπαραβολή με τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων αιτούντων άσυλο ð διεθνή προστασία ï που έχουν διαβιβασθεί από άλλα κράτη μέλη και έχουν ήδη καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï.

Τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων του αλλοδαπού Ö υπήκοου τρίτης χώρας ή απάτριδος Õ αυτού δεν καταχωρούνται στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï, ούτε αντιπαραβάλλονται με τα δεδομένα που έχουν διαβιβασθεί στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 10 παράγραφος 2.

4. Όσον αφορά την αντιπαραβολή των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων που διαβιβάζονται δυνάμει του παρόντος άρθρου με τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων αιτούντων άσυλο ð διεθνή προστασία ï που έχουν διαβιβάσει άλλα κράτη μέλη, τα οποία έχουν ήδη αποθηκευθεί στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï, εφαρμόζονται οι διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 3, 5 και 6 6 παράγραφοι 3 και 5 καθώς και οι διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 7.

5. Μόλις τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής διαβιβαστούν στο κράτος μέλος προέλευσης, αμέσως η κεντρική μονάδα:

α) απαλείφει τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων και τα λοιπά δεδομένα που της έχουν διαβιβαστεί δυνάμει της παραγράφου 1· και

β) καταστρέφει τα υποθέματα που χρησιμοποίησε το κράτος μέλος προέλευσης για να διαβιβάσει τα δεδομένα στην κεντρική μονάδα, εκτός εάν το κράτος μέλος προέλευσης έχει ζητήσει να του επιστραφούν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ð ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΧΟΡΗΓΕΙΤΑΙ ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ï

Άρθρο 12

Κλείδωμα δεδομένων

1. Τα δεδομένα που αφορούν αιτούντα άσυλο και έχουν καταχωρηθεί σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, κλειδώνονται στην κεντρική βάση δεδομένων, εάν το πρόσωπο αυτό έχει αναγνωριστεί και έχει γίνει δεκτό ως πρόσφυγας σε κράτος μέλος. Το κλείδωμα αυτό πραγματοποιείται από την κεντρική μονάδα μετά από εντολή του κράτους μέλους προέλευσης.

Μέχρι να ληφθεί απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 2, οι συμπτώσεις που αφορούν πρόσωπα τα οποία έχουν αναγνωριστεί και έχουν γίνει δεκτά ως πρόσφυγες σε κράτος μέλος, δεν διαβιβάζονται. Η κεντρική μονάδα απαντά με αρνητικό αποτέλεσμα στο κράτος μέλος που υποβάλλει το αίτημα.

2. Πέντε έτη μετά την έναρξη λειτουργίας του Eurodac και βάσει αξιόπιστων στατιστικών που θα έχει εκπονήσει η κεντρική μονάδα σχετικά με τα πρόσωπα που έχουν καταθέσει αίτηση ασύλου σε κράτος μέλος αφού έχουν αναγνωρισθεί και έχουν γίνει δεκτά ως πρόσφυγες σε άλλο κράτος μέλος, λαμβάνεται απόφαση, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της συνθήκης, σχετικά με το εάν τα δεδομένα τα οποία αφορούν πρόσωπα που έχουν αναγνωρισθεί και έχουν γίνει δεκτά ως πρόσφυγες σε ένα κράτος μέλος, θα πρέπει:

α) να αποθηκεύονται σύμφωνα με το άρθρο 6 για λόγους αντιπαραβολής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3, ή

β) να απαλείφονται πρόωρα αφ'ης στιγμής ένα πρόσωπο έχει αναγνωρισθεί και έχει γίνει δεκτό ως πρόσφυγας.

3. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, στοιχείο α), τα δεδομένα που έχουν κλειδωθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 1, αποδεσμεύονται και δεν εφαρμόζεται περαιτέρω η διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

4. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, στοιχείο β):

α) τα δεδομένα που έχουν κλειδωθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1, διαγράφονται αμέσως από την κεντρική μονάδα, και

β) τα δεδομένα σχετικά με πρόσωπα που αναγνωρίσθηκαν και έγιναν δεκτά ως πρόσφυγες μεταγενέστερα, απαλείφονται σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3, μόλις το κράτος μέλος προέλευσης λάβει γνώση ότι το εν λόγω πρόσωπο έχει αναγνωρισθεί και έχει γίνει δεκτό ως πρόσφυγας σε ένα κράτος μέλος.

5. Οι εκτελεστικοί κανόνες που διέπουν τη διαδικασία για το κλείδωμα των δεδομένων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και την κατάρτιση στατιστικών που αναφέρεται στην παράγραφο 2, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1.

ò νέο

Άρθρο 14

Σήμανση δεδομένων

1. Το κράτος μέλος προέλευσης που έχει χορηγήσει διεθνή προστασία σε αιτούντα διεθνή προστασία του οποίου δεδομένα καταχωρήθηκαν προηγουμένως στο κεντρικό σύστημα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6 επιθέτει σήμανση στα οικεία δεδομένα σε συμμόρφωση με τις καθοριζόμενες από τη διαχειριστική αρχή απαιτήσεις που διέπουν την ηλεκτρονική επικοινωνία με το κεντρικό σύστημα. Η σήμανση αυτή αποθηκεύεται στο κεντρικό σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 8 με σκοπό τη διαβίβαση βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 5.

2. Το κράτος μέλος προέλευσης αφαιρεί τη σήμανση από δεδομένα αναφερόμενα σε υπήκοο τρίτης χώρας ή απάτριδα του οποίου δεδομένα σημάνθηκαν προηγουμένως δυνάμει της παραγράφου 1 σε περίπτωση που το καθεστώς του εν λόγω προσώπου ανακληθεί ή τερματισθεί ή δεν γίνει δεκτή η ανανέωσή του συμφώνως προς το άρθρο 14 ή 19 της οδηγίας 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ Σ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΕΥΘΥΝΗ

Άρθρο 15 13

Ευθύνη όσον αφορά τη χρησιμοποίηση δεδομένων

1. Το κράτος μέλος προέλευσης είναι υπεύθυνο να εξασφαλίζει:

α) τη νόμιμη καταγραφή των δακτυλικών αποτυπωμάτων,

β) τη νόμιμη διαβίβαση στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων και των λοιπών δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 7, στο άρθρο 8 παράγραφος 2 10 παράγραφος 2 και στο άρθρο 11 παράγραφος 2 13 παράγραφος 2,

γ) την ακρίβεια και την ενημέρωση των δεδομένων κατά τη διαβίβασή τους στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï,

δ) με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, τη νόμιμη καταχώρηση, αποθήκευση, διόρθωση και απαλοιφή των δεδομένων στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï,

ε) τη νόμιμη χρησιμοποίηση των αποτελεσμάτων της αντιπαραβολής των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων που διαβιβάζονται από την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï.

2. Σύμφωνα με το άρθρο 14 19, το κράτος μέλος προέλευσης εξασφαλίζει την ασφάλεια των αναφερομένων στην παράγραφο 1 δεδομένων, πριν από και κατά τη διαβίβαση στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï καθώς και την ασφάλεια των δεδομένων που λαμβάνει από την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï.

3. Το κράτος μέλος προέλευσης είναι υπεύθυνο για την τελική εξακρίβωση των δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 6 17 παράγραφος 4.

4. Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και με τους εκτελεστικούς του κανόνες. Ειδικότερα, η Επιτροπή:

α) θεσπίζει μέτρα που εξασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα που εργάζονται ð με αντικείμενο ï στην κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï χρησιμοποιούν τα δεδομένα που είναι καταχωρημένα Ö σε αυτό Õ στην κεντρική βάση δεδομένων μόνον κατά τρόπο που συμβιβάζεται με τους σκοπούς του EurodacEURODAC, όπως ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1,

β) εξασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που εργάζονται στην κεντρική μονάδα πληρούν όλες τις απαιτήσεις των κρατών μελών, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, όσον αφορά την καταχώρηση, την αντιπαραβολή, τη διόρθωση και την απαλοιφή των δεδομένων για τα οποία είναι υπεύθυνα,

β) γ) λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει την ασφάλεια της κεντρικής μονάδας ð του κεντρικού συστήματος ï σύμφωνα με το άρθρο 14 19,

γ) δ) εξασφαλίζει ότι μόνο τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να εργάζονται ð με αντικείμενο ï στην κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï έχουν πρόσβαση Ö σε αυτό Õ στα δεδομένα που είναι καταχωρημένα στην κεντρική βάση δεδομένων, με την επιφύλαξη του άρθρου 20 και των εξουσιών του ανεξάρτητου εποπτικού οργάνου που ιδρύεται δυνάμει του άρθρου 286 παράγραφος 2 της συνθήκης Ö των αρμοδιοτήτων του ευρωπαίου επόπτη προστασίας δεδομένων Õ.

Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνει δυνάμει του πρώτου εδαφίου.

ê 407/2002/ΕΚ άρθρο 2 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 162

Διαβίβαση

1. Τα δακτυλικά αποτυπώματα υπόκεινται σε ψηφιακή επεξεργασία και διαβιβάζονται υπό τη μορφή δεδομένων που αναφέρεται στο παράρτημα 1. Καθ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για την αποτελεσματική λειτουργία της, η κεντρική μονάδα ð του κεντρικού συστήματος ï, Ö η διαχειριστική αρχή Õ καθορίζει τις τεχνικές προδιαγραφές για τη διαβίβαση της μορφής δεδομένων από τα κράτη μέλη προς την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï και αντιστρόφως. Η κεντρική μονάδα Ö διαχειριστική αρχή Õ εξασφαλίζει ότι τα δεδομένα των δακτυλικών αποτυπωμάτων που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη, μπορούν να αντιπαραβάλλονται μεταξύ τους από το ηλεκτρονικό σύστημα αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων.

2. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαβιβάζουν τα δεδομένα τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 7, στο άρθρο 10 παράγραφος 2 και στο άρθρο 13 παράγραφος 2 του κανονισμού Eurodac με ηλεκτρονικό τρόπο. ð Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 7 και στο άρθρο 10 παράγραφος 2 καταχωρούνται αυτομάτως στο κεντρικό σύστημα. ï Καθ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για την αποτελεσματική λειτουργία της ð του κεντρικού συστήματος ï, η κεντρική μονάδα Ö διαχειριστική αρχή Õ καθορίζει τις τεχνικές προδιαγραφές ώστε να διασφαλίζεται η ομαλή ηλεκτρονική διαβίβαση των δεδομένων από τα κράτη μέλη προς την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï και αντιστρόφως. Η διαβίβαση δεδομένων με χαρτί με χρήση του εντύπου του παραρτήματος ΙΙ, ή με άλλα μέσα αποθήκευσης δεδομένων (δισκέτες, CD-ROM ή άλλα μέσα αποθήκευσης δεδομένων που μπορεί να αναπτυχθούν και να χρησιμοποιηθούν ευρέως στο μέλλον), θα πρέπει να περιορίζεται σε καταστάσεις όπου υπάρχουν συνεχή τεχνικά προβλήματα.

3. Ο αριθμός μητρώου που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ) 7 στοιχείο δ) και στο άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού Eurodac πρέπει να καθιστά δυνατό τον αναμφισβήτητο συσχετισμό των δεδομένων με ένα συγκεκριμένο πρόσωπο και με το κράτος μέλος το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα. Επί πλέον, με αυτόν τον αριθμό μητρώου πρέπει να μπορεί να διαπιστώνεται εάν πρόκειται περί αιτούντος άσυλο ή περί προσώπου υπαγομένου στο άρθρο 8 ή το άρθρο 11 του κανονισμού Eurodac 6, στο άρθρο 10 ή στο άρθρο 13.

4. Ο αριθμός μητρώου αρχίζει με το κωδικό στοιχείο ή τα κωδικά στοιχεία με τα οποία χαρακτηρίζεται, σύμφωνα με το πρότυπο του παραρτήματος Ι, το κράτος μέλος το οποίο διαβίβασε τα δεδομένα. Το κωδικό στοιχείο ή τα κωδικά στοιχεία ακολουθείται/ακολουθούνται από το αναγνωριστικό της κατηγορίας προσώπων. Στα πλαίσια αυτά, τα δεδομένα των αιτούντων άσυλο Ö προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 6 Õ χαρακτηρίζονται με τον αριθμό "1", των προσώπων τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 8 10 του κανονισμού Eurodac με τον αριθμό "2" και των προσώπων τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 11 13 του κανονισμού Eurodac με τον αριθμό "3".

5. Η κεντρική μονάδα Ö διαχειριστική αρχή Õ καθορίζει τις τεχνικές διαδικασίες που απαιτούνται ώστε τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï λαμβάνει αναμφισβήτητα δεδομένα.

4.6. Η κεντρική μονάδα ð Το κεντρικό σύστημα ï πιστοποιεί την παραλαβή των διαβιβασθέντων δεδομένων, το ταχύτερο δυνατόν. Για το σκοπό αυτό, η κεντρική μονάδα Ö διαχειριστική αρχή Õ καθορίζει τις απαραίτητες τεχνικές προδιαγραφές ώστε να διασφαλίζεται ότι τα κράτη μέλη λαμβάνουν τη βεβαίωση παραλαβής, εάν ζητείται.

ê 407/2002/ΕΚ άρθρο 3

ð νέο

Άρθρο 173

Αντιπαραβολή και διαβίβαση των αποτελεσμάτων

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη διαβίβαση των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων σε μορφή κατάλληλη για την αντιπαραβολή μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Καθ’ όσον κρίνεται αναγκαία η διασφάλιση υψηλού βαθμού ακρίβειας για τα αποτελέσματα της αντιπαραβολής από την κεντρική μονάδα, η τελευταία ð το κεντρικό σύστημα ï , ð η διαχειριστική αρχή ï καθορίζει την κατάλληλη μορφή των διαβιβαζόμενων δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Η κεντρική μονάδα ð Το κεντρικό σύστημα ï ελέγχει, το συντομότερο δυνατόν, την ποιότητα των διαβιβασθέντων δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Εάν τα δεδομένα των δακτυλικών αποτυπωμάτων δεν είναι κατάλληλα για αντιπαραβολή μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος αναγνώρισης των δακτυλικών αποτυπωμάτων, η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï ζητά, το συντομότερο δυνατόν, από το κράτος μέλος να διαβιβάσει δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων της ενδεδειγμένης ποιότητας.

2. Η κεντρική μονάδα ð Το κεντρικό σύστημα ï διεξάγει τις αντιπαραβολές ακολουθώντας τη σειρά αφίξεως των αιτήσεων. Κάθε αίτηση πρέπει να διεκπεραιώνεται εντός 24ώρου. Ένα κράτος μέλος μπορεί να ζητάει, για λόγους που έχουν σχέση με το εθνικό δίκαιο, και όταν πρόκειται για αιτήσεις δεδομένων που διαβιβάστηκαν με ηλεκτρονικό τρόπο, να γίνεται ιδιαίτερα επείγουσα αντιπαραβολή εντός μιας ώρας. Εάν, για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται η κεντρική μονάδα ð διαχειριστική αρχή ï, οι προθεσμίες επεξεργασίας δεν είναι δυνατόν να τηρηθούν, η κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï διεκπεραιώνει την αίτηση κατά προτεραιότητα μόλις παύσουν να ισχύουν οι λόγοι αυτοί. Στις περιπτώσεις αυτές, εφ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας της, η κεντρική μονάδα ð του κεντρικού συστήματος ï , ð η διαχειριστική αρχή ï καθορίζει κριτήρια ώστε να εξασφαλίζεται η κατά προτεραιότητα διεκπεραίωση των αιτήσεων.

3. Καθ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας της, η κεντρική μονάδα ð του κεντρικού συστήματος ï, ð η διαχειριστική αρχή ï καθορίζει τις επιχειρησιακές διαδικασίες για την επεξεργασία των λαμβανομένων δεδομένων και για τη διαβίβαση του αποτελέσματος της αντιπαραβολής.

ê 2725/2000/ΕΚ άρθρο 4(6) (προσαρμοσμένο)

ð νέο

4. Το αποτέλεσμα της αντιπαραβολής ελέγχεται πάραυτα από το κράτος μέλος προέλευσης. Η τελική εξακρίβωση πραγματοποιείται από το κράτος μέλος προέλευσης, σε συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 15 32 της σύμβασης Ö του κανονισμού Õ του Δουβλίνου.

Οι πληροφορίες που λαμβάνονται από την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï και αφορούν άλλα δεδομένα που αποδεικνύονται αναξιόπιστα, απαλείφονται ή καταστρέφονται μόλις διαπιστωθεί η αναξιοπιστία των δεδομένων.

ò νέο

5. Οσάκις από την τελική εξακρίβωση βάσει της παραγράφου 4 προκύπτει ότι το αποτέλεσμα της αντιπαραβολής που προήλθε από το κεντρικό σύστημα είναι ανακριβές, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν το γεγονός αυτό στην Επιτροπή και στη διαχειριστική αρχή.

6. Το κράτος μέλος που αναλαμβάνει την ευθύνη σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού του Δουβλίνου διαβιβάζει ειδοποίηση με επισήμανση του γεγονότος αυτού όσον αφορά τα οικεία δεδομένα που καταχωρήθηκαν στο κεντρικό σύστημα σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος κανονισμού, σε συμμόρφωση με τις καθοριζόμενες από τη διαχειριστική αρχή απαιτήσεις που διέπουν την ηλεκτρονική επικοινωνία με το κεντρικό σύστημα. Οι πληροφορίες αυτές αποθηκεύονται σύμφωνα με το άρθρο 8 για το σκοπό της διαβίβασης κατ' εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 5.

ê 407/2002/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 184

Επικοινωνία μεταξύ κρατών μελών και της κεντρικής μονάδας ð του κεντρικού συστήματος ï

Τα δεδομένα που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη προς την κεντρική μονάδα ð το κεντρικό σύστημα ï και αντίστροφα χρησιμοποιούν τις βασικές υπηρεσίες IDA που αναφέρει η απόφαση αριθ. 1719/1999/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 1999, σχετικά με σύνολο προσανατολισμών, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού σχεδίων κοινού ενδιαφέροντος, για τα διευρωπαϊκά δίκτυα ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ διοικήσεων (IDA) ð την επικοινωνιακή υποδομή την οποία παρέχει η διαχειριστική αρχή ï. Καθ’ όσον κρίνεται απαραίτητο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας της, η κεντρική μονάδα ð του κεντρικού συστήματος ï, Ö η διαχειριστική αρχή Õ καθορίζει τις τεχνικές διαδικασίες που απαιτούνται για τη χρήση των βασικών υπηρεσιών IDA ð της επικοινωνιακής υποδομής ï.

ê 2725/2000/ΕΚ

Άρθρο 19

Κοινή εποπτική αρχή

1. Συστήνεται μια ανεξάρτητη κοινή εποπτική αρχή, αποτελούμενη από δύο αντιπροσώπους, κατ' ανώτατο όριο, των εποπτικών αρχών κάθε κράτους μέλους. Κάθε αντιπροσωπία διαθέτει μία ψήφο.

2. Η κοινή εποπτική αρχή έχει καθήκον να εποπτεύει τις δραστηριότητες της κεντρικής μονάδας προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι, τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων, δεν θίγονται από την επεξεργασία ή τη χρησιμοποίηση των δεδομένων που είναι καταχωρημένα στην κεντρική μονάδα. Επιπλέον, ελέγχει αν η κεντρική μονάδα έχει νoμίμως διαβιβάσει στα κράτη μέλη δεδoμένα προσωπικού χαρακτήρα.

3. Η κοινή εποπτική αρχή είναι επίσης υπεύθυνη για την εξέταση προβλημάτων εφαρμογής σχετικά με τη λειτουργία του Eurodac, την αντιμετώπιση ενδεχόμενων δυσκολιών που ανακύπτουν κατά τους ελέγχους από τις εθνικές εποπτικές αρχές και για την κατάρτιση συστάσεων σχετικά με την εξεύρεση κοινών λύσεων σε υπάρχοντα προβλήματα.

4. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της, η κοινή εποπτική αρχή επικουρείται ενεργά, εφόσον είναι αναγκαίο, από τις εθνικές εποπτικές αρχές.

5. Η κοινή εποπτική αρχή έχει πρόσβαση σε συμβουλές από πρόσωπα με επαρκείς γνώσεις στον τομέα των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων.

6. Η Επιτροπή επικουρεί την κοινή εποπτική αρχή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της. Ειδικότερα, παρέχει τις πληροφορίες που ζητά η κοινή εποπτική αρχή, της δίνει πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα και φακέλους, στα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο σύστημα, καθώς και σε όλους τους χώρους της, ανά πάσα στιγμή.

7. Η κοινή εποπτική αρχή θεσπίζει ομόφωνα τον εσωτερικό της κανονισμό. Επικουρείται από γραμματεία, τα καθήκοντα της οποίας καθορίζονται στον εσωτερικό κανονισμό.

8. Οι εκθέσεις της κοινής εποπτικής αρχής δίδονται στη δημοσιότητα και διαβιβάζονται στους φορείς στους οποίους υποβάλλουν τις εκθέσεις τους οι εθνικές εποπτικές αρχές, καθώς και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή προς ενημέρωση. Επιπλέον, η κοινή εποπτική αρχή μπορεί να υποβάλει, ανά πάσα στιγμή, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, παρατηρήσεις ή προτάσεις για τη βελτίωση των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί.

9. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τα μέλη της κοινής εποπτικής αρχής δεν δέχονται οδηγίες από καμία κυβέρνηση ή οργανισμό.

10. Ζητείται η γνώμη της κοινής εποπτικής αρχής σχετικά με το τμήμα του σχεδίου προϋπολογισμού λειτουργίας της κεντρικής μονάδας του Eurodac που την αφορά. Η γνώμη της προσαρτάται στο σχετικό σχέδιο προϋπολογισμού.

11. Η κοινή εποπτική αρχή διαλύεται μόλις συσταθεί η ανεξάρτητη εποπτική αρχή, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 286 παράγραφος 2 της συνθήκης. Η ανεξάρτητη εποπτική αρχή αντικαθιστά την κοινή εποπτική αρχή και ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που της ανατίθενται δυνάμει της ιδρυτικής της πράξεως.

Άρθρο 14

Ασφάλεια

1. Tο κράτος μέλος προέλευσης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε:

α) να αποτρέπει την πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένου προσώπου σε εθνικές εγκαταστάσεις στις οποίες τα κράτη μέλη εκτελούν εργασίες σύμφωνα με τους στόχους του Eurodac (έλεγχοι στην είσοδο της εγκατάστασης),

β) να αποτρέπει την ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων του Eurodac και των υποθεμάτων τους από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα (έλεγχος των υποθεμάτων δεδομένων),

γ) να διασφαλίζει τη δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται εκ των υστέρων ποια δεδομένα έχουν καταχωρηθεί στο Eurodac, πότε και από ποιον (έλεγχος καταχώρισης δεδομένων),

δ) να αποτρέπει την άνευ αδείας καταχώρηση δεδομένων στο Eurodac καθώς και κάθε άνευ αδείας τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων που έχουν καταχωρηθεί στο Eurodac (έλεγχος εισαγωγής δεδομένων),

ε) να εξασφαλίζει ότι, για τη χρήση του Eurodac, τα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα έχουν πρόσβαση μόνο στα δεδομένα που εμπίπτουν στον τομέα της αρμοδιότητάς τους (έλεγχος πρόσβασης),

στ) να διασφαλίζει τη δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται σε ποιες αρχές μπορούν να διαβιβάζονται τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στο Eurodac μέσω του εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος διαβίβασης),

ζ) να αποτρέπει την άνευ αδείας ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων, αφενός, κατά την άμεση διαβίβαση δεδομένων από ή προς την κεντρική βάση δεδομένων και, αφετέρου, κατά τη μεταφορά των υποθεμάτων δεδομένων από και προς την κεντρική μονάδα (έλεγχος μεταφοράς).

2. Όσον αφορά τη λειτουργία της κεντρικής μονάδας, η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

ò νέο

Άρθρο 19

Ασφάλεια των δεδομένων

1. Το υπεύθυνο κράτος μέλος κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων πριν και κατά τη διάρκεια της διαβίβασής τους στο κεντρικό σύστημα. Κάθε κράτος μέλος κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων που λαμβάνει από το κεντρικό σύστημα.

2. Κάθε κράτος μέλος, στο εθνικό του σύστημα, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένου σχεδίου ασφαλείας, ώστε:

α) να προβλέπεται η υλική προστασία των δεδομένων, καθώς και σχέδια έκτακτης ανάγκης για την προστασία υποδομών ζωτικής σημασίας·

β) να εμποδίζεται η πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένων προσώπων στις εθνικές εγκαταστάσεις εντός των οποίων το κράτος μέλος προβαίνει σε ενέργειες σύμφωνα με τους σκοπούς του EURODAC (έλεγχος εισόδου στην εγκατάσταση)·

γ) να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή αφαίρεση των υποθεμάτων δεδομένων (έλεγχος υποθεμάτων δεδομένων)·

δ) να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη εισαγωγή δεδομένων και η μη εξουσιοδοτημένη επιθεώρηση, τροποποίηση ή διαγραφή αποθηκευμένων προσωπικών δεδομένων (έλεγχος αποθήκευσης)·

ε) να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη επεξεργασία δεδομένων στο EURODAC καθώς και οποιαδήποτε μη εξουσιοδοτημένη τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων που έχουν υποστεί επεξεργασία στο EURODAC (έλεγχος της εισαγωγής δεδομένων)·

στ) να εξασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα για πρόσβαση στο EURODAC έχουν πρόσβαση μόνο σε δεδομένα που καλύπτονται από τις άδειες πρόσβασής τους, με ατομικές και μοναδικές ταυτότητες χρήστη και μόνο με εμπιστευτικούς κωδικούς πρόσβασης (έλεγχος πρόσβασης στα δεδομένα)·

ζ) να εξασφαλίζεται ότι όλες οι αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στο EURODAC δημιουργούν προφίλ τα οποία περιγράφουν τις λειτουργίες και τις ευθύνες των προσώπων που είναι εξουσιοδοτημένα με την πρόσβαση, εισαγωγή, ενημέρωση, διαγραφή και αναζήτηση στα δεδομένα και ότι διαθέτουν τα προφίλ τους στις εθνικές εποπτικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 24, αμελλητί, κατόπιν αιτήσεώς τους (προφίλ προσωπικού)·

η) να μπορεί να ελέγχεται και να εξακριβώνεται σε ποιες αρχές μπορούν να διαβιβάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μέσω εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος της διαβίβασης)·

θ) να μπορεί να ελέγχεται και να εξακριβώνεται ποια δεδομένα έχουν υποστεί επεξεργασία στο EURODAC, πότε, από ποιον και για ποιο σκοπό (έλεγχος της καταχώρησης δεδομένων)·

(ι) να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τη διαβίβαση προσωπικών δεδομένων προς ή από το EURODAC, ή κατά τη μεταφορά υποθεμάτων δεδομένων, κυρίως με κατάλληλες τεχνικές κρυπτογράφησης (έλεγχος μεταφοράς)·

ια) να παρακολουθείται η αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφάλειας της παρούσας παραγράφου και να λαμβάνονται τα απαραίτητα οργανωτικά μέτρα εσωτερικού ελέγχου ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό (αυτοέλεγχος).

3. Η διαχειριστική αρχή λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο ώστε να επιτύχει τους στόχους της παραγράφου 2 όσον αφορά τη λειτουργία του EURODAC, συμπεριλαμβανομένης της υιοθέτησης σχεδίου ασφαλείας.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 20 15

Πρόσβαση σε δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στο EurodacEURODAC και διόρθωση ή απαλοιφή τους

1. Το κράτος μέλος προέλευσης έχει πρόσβαση στα δεδομένα τα οποία διαβίβασε και τα οποία έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Δεν επιτρέπεται σε κανένα κράτος μέλος να διενεργεί έρευνες στα δεδομένα που έχει διαβιβάσει άλλο κράτος μέλος, ούτε να λαμβάνει τέτοια δεδομένα, πλην εκείνων που προκύπτουν από την αντιπαραβολή που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 6 παράγραφος 5.

2. Οι αρχές των κρατών μελών οι οποίες, σύμφωνα με την παράγραφο 1, έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που είναι καταχωρημένα στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï είναι εκείνες που ορίζει κάθε κράτος μέλος ð με σκοπό την εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 1. Με τον εν λόγω καθορισμό προσδιορίζεται επακριβώς η μονάδα η οποία είναι επιφορτισμένη με τα καθήκοντα που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. ï Κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει αμελλητί στην Επιτροπή ð και στη διαχειριστική αρχή ï κατάλογο των αρχών αυτών ð και τις τυχόν τροποποιήσεις του. Η διαχειριστική αρχή δημοσιεύει τον ενοποιημένο κατάλογο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε περίπτωση που επέρχονται τροποποιήσεις στον κατάλογο, η διαχειριστική αρχή δημοσιεύει επικαιροποιημένο ενοποιημένο κατάλογο ετησίως. ï

3. Μόνο το κράτος μέλος προέλευσης έχει δικαίωμα να τροποποιεί τα δεδομένα που έχει διαβιβάσει στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï , διορθώνοντας ή συμπληρώνοντας τα εν λόγω δεδομένα ή να τα διαγράφει, με την επιφύλαξη της απαλοιφής που πραγματοποιείται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6, του άρθρου 10 παράγραφος 1 ή του άρθρου 12 παράγραφος 4 στοιχείο α) 8 ή του άρθρου 12 παράγραφος 1.

Εάν το κράτος μέλος προέλευσης καταχωρεί δεδομένα απευθείας στην κεντρική βάση δεδομένων, δύναται να τα τροποποιεί ή να τα διαγράφει απευθείας.

Εάν το κράτος μέλος προέλευσης δεν καταχωρεί τα δεδομένα απευθείας στην κεντρική βάση δεδομένων, η κεντρική μονάδα τα τροποποιεί ή τα διαγράφει μετά από αίτηση του εν λόγω κράτους μέλους.

4. Εάν ένα κράτος μέλος ή η κεντρική μονάδα ð διαχειριστική αρχή ï έχει ενδείξεις από τις οποίες να προκύπτει ότι τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï είναι προδήλως ανακριβή, ειδοποιεί, το συντομότερο δυνατό, το κράτος μέλος προέλευσης.

Εάν ένα κράτος μέλος έχει ενδείξεις από τις οποίες να προκύπτει ότι, τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï αντιβαίνουν προς τον παρόντα κανονισμό, ειδοποιεί επίσης, το συντομότερο δυνατό, Ö την Επιτροπή και Õ το κράτος μέλος προέλευσης. Το τελευταίο ελέγχει τα σχετικά δεδομένα και, εφόσον συντρέχει λόγος, τα τροποποιεί ή τα διαγράφει αμελλητί.

5. Η κεντρική μονάδα ð διαχειριστική αρχή ï δεν διαβιβάζει στις αρχές τρίτης χώρας ούτε θέτει στη διάθεσή τους δεδομένα καταχωρημένα στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï , εκτός αν εξουσιοδοτηθεί ρητώς προς τούτο στα πλαίσια κοινοτικής συμφωνίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς προσδιορισμού του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου ð διεθνούς προστασίας ï.

Άρθρο 21

Εκτελεστικοί κανόνες

1. Ενεργώντας με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 205 παράγραφος 2 της συνθήκης, το Συμβούλιο θεσπίζει τις αναγκαίες εκτελεστικές διατάξεις για:

- τον καθορισμό της διαδικασίας που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 7,

- τον καθορισμό της διαδικασίας κλειδώματος των δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1,

- την κατάρτιση των στατιστικών που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 2.

Όταν οι εν λόγω εκτελεστικές διατάξεις έχουν επιπτώσεις στις επιχειρησιακές δαπάνες που φέρουν τα κράτη μέλη, το Συμβούλιο ενεργεί με ομοφωνία.

2. Τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2.

Άρθρο 21 16

Τήρηση αρχείων από την κεντρική μονάδα

1. Η κεντρική μονάδα ð διαχειριστική αρχή ï τηρεί αρχείο όλων των εργασιών επεξεργασίας δεδομένων στα πλαίσια της κεντρικής μονάδας ð του κεντρικού συστήματος ï. Στα αρχεία αυτά πρέπει να φαίνονται ο σκοπός της πρόσβασης, η ημερομηνία και η ώρα, τα διαβιβασθέντα δεδομένα, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για έρευνα και τα ονόματα τόσο της μονάδας που εισήγαγε ή ανέκτησε τα δεδομένα όσο και των υπεύθυνων προσώπων.

2. Τα αρχεία αυτά μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για τον έλεγχο, ως προς την προστασία των δεδομένων, του επιτρεπτού της επεξεργασίας των δεδομένων, καθώς και για να διασφαλίζεται η ασφάλεια των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 14 19. Τα αρχεία πρέπει να προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα από κάθε αυθαίρετη πρόσβαση και να απαλείφονται μετά την παρέλευση ενός έτους ð από τη λήξη της περιόδου διατήρησης που προβλέπεται στο άρθρο 8 και στο άρθρο 12 παράγραφος 1 ï, εφόσον δεν είναι απαραίτητα για διαδικασίες ελέγχου που έχουν ήδη κινηθεί.

ò νέο

3. Έκαστο κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 σε σχέση με το εθνικό του σύστημα. Επιπλέον, έκαστο κράτος μέλος τηρεί μητρώο για το προσωπικό που είναι δεόντως εξουσιοδοτημένο να εισάγει ή να ανακτά δεδομένα.

ê 2725/2000/EC (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 22

Επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η περίοδος η οποία αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, καθορίζεται σε τρεις μήνες.

3. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 22 17

Ευθύνη

1. Κάθε πρόσωπο ή κράτος μέλος που υπέστη ζημία, σαν αποτέλεσμα παράνομης επεξεργασίας ή οποιασδήποτε πράξης που δεν συμβιβάζεται με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, δικαιούται να λαμβάνει αποζημίωση από το κράτος μέλος το οποίο είναι υπεύθυνο για τη ζημία που υπέστη. Αυτό το κράτος μέλος απαλλάσσεται, πλήρως ή εν μέρει, από την ευθύνη αυτή, εάν αποδείξει ότι δεν ευθύνεται για το ζημιογόνο γεγονός.

2. Εάν η παράλειψη ενός κράτους μέλους να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του στα πλαίσια του παρόντος κανονισμού προκαλέσει ζημία στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï , το εν λόγω κράτος μέλος θεωρείται υπεύθυνο για την εν λόγω ζημία, εκτός εάν, και στο μέτρο που, η Επιτροπή Ö διαχειριστική αρχή ή κάποιο άλλο κράτος μέλος Õ έχει παραλείψει να λάβει τα δέοντα μέτρα για να προλάβει την πρόκληση της ζημίας ή να περιορίσει τις συνέπειές της.

3. Οι απαιτήσεις αποζημίωσης κατά κράτους μέλους για τις ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, διέπονται από τις διατάξεις του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους κατά του οποίου προβάλλονται.

Άρθρο 23 18

Δικαιώματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα

1. Κάθε πρόσωπο που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό ενημερώνεται από το κράτος μέλος προέλευσης ð γραπτώς και, στις κατάλληλες περιπτώσεις, προφορικώς, σε γλώσσα την οποία ευλόγως τεκμαίρεται ότι κατανοεί, ï σχετικά με:

α) την ταυτότητα του υπευθύνου της επεξεργασίας και του αντιπροσώπου του, αν υπάρχει,

β) το σκοπό για τον οποίο θα γίνει επεξεργασία των δεδομένων Ö του Õ μέσα στο EurodacEURODAC ð συμπεριλαμβανομένης περιγραφής των στόχων του κανονισμού του Δουβλίνου, σύμφωνα με το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού ï ,

γ) τους αποδέκτες των δεδομένων,

δ) αναφορικά με πρόσωπο καλυπτόμενο από το άρθρο 4 6 ή το άρθρο 8 10, την υποχρέωση λήψης των δακτυλικών τους αποτυπωμάτων,

ε) την ύπαρξη δικαιώματος πρόσβασης σε δεδομένα που το αφορούν , καθώς και το δικαίωμα διόρθωσής τους Ö και το δικαίωμα να ζητά διόρθωση ανακριβών δεδομένων που το αφορούν Õ ð ή διαγραφή των δεδομένων που το αφορούν τα οποία υπέστησαν παράνομη επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος να ενημερώνεται για τις διαδικασίες άσκησης αυτών των δικαιωμάτων και για τα στοιχεία επικοινωνίας με τις εθνικές εποπτικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 1, οι οποίες εξετάζουν τις προσφυγές σχετικά με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ï.

Σε σχέση με πρόσωπο καλυπτόμενο από το άρθρο 4 6 ή το άρθρο 8 10, οι αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο πληροφορίες παρέχονται κατά τη λήψη των δακτυλικών τους αποτυπωμάτων.

Σε σχέση με πρόσωπο καλυπτόμενο από το άρθρο 11 13, οι αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο πληροφορίες παρέχονται το αργότερο όταν διαβιβάζονται στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï τα δεδομένα που ταο αφορούν. Η υποχρέωση αυτή δεν τυγχάνει εφαρμογής όταν η παροχή των πληροφοριών είναι αδύνατη ή θα απαιτούσε δυσανάλογη προσπάθεια.

ò νέο

Εάν ο αιτών διεθνή προστασία είναι ανήλικος, τα κράτη μέλη παρέχουν τις πληροφορίες κατά τρόπο ενδεδειγμένο για άτομα της συγκεκριμένης ηλικίας.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

2. Σε κάθε κράτος μέλος, οιοδήποτε υποκείμενο των δεδομένων μπορεί, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του εν λόγω κράτους, να ασκεί τα δικαιώματα που προβλέπονται στο άρθρο 12 της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης παροχής άλλων πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο α) της οδηγίας 95/46/EΚ, το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να ενημερώνεται για τα δεδομένα που το αφορούν τα οποία έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï και για το κράτος μέλος το οποίο διαβίβασε τα δεδομένα αυτά στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï. Η πρόσβαση στα δεδομένα μπορεί να χορηγείται μόνον από κράτος μέλος.

3. Σε κάθε κράτος μέλος, οιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να ζητάει τη διόρθωση των προδήλως εσφαλμένων δεδομένων ή την απαλοιφή των δεδομένων που δεν έχουν καταχωρηθεί νομίμως. Η διόρθωση και η απαλοιφή διενεργούνται χωρίς υπερβολική καθυστέρηση από το κράτος μέλος που διαβίβασε τα δεδομένα, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του.

4. Εάν τα δικαιώματα διόρθωσης και απαλοιφής ασκούνται σε κράτος μέλος, άλλο από εκείνο, ή εκείνα, που διαβίβασε(-αν) τα δεδομένα, οι αρχές του εν λόγω κράτους μέλους έρχονται σε επαφή με τις αρχές του σχετικού κράτους μέλους, ή κρατών μελών, προκειμένου αυτές να εξακριβώσουν αν τα δεδομένα είναι ακριβή και έχουν νομίμως διαβιβασθεί και καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï.

5. Εάν διαπιστωθεί ότι τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï είναι προδήλως ανακριβή ή δεν έχουν καταχωρηθεί νομίμως, το κράτος μέλος που τα διαβίβασε, διορθώνει ή διαγράφει τα δεδομένα, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 20 παράγραφος 3. Το εν λόγω κράτος μέλος επιβεβαιώνει γραπτώς στο υποκείμενο των δεδομένων, χωρίς υπερβολική καθυστέρηση, ότι ανέλαβε να διορθώσει ή να διαγράψει τα δεδομένα που το αφορούν.

6. Εάν το κράτος μέλος το οποίο διαβίβασε τα δεδομένα δεν συμφωνεί ότι τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï είναι προδήλως ανακριβή ή δεν έχουν καταχωρηθεί νομίμως, εξηγεί γραπτώς στο υποκείμενο των δεδομένων, Ö χωρίς υπερβολική καθυστέρηση Õ , για ποιον λόγο δεν προτίθεται να διορθώσει ή να απαλείψει τα δεδομένα.

Το εν λόγω κράτος μέλος παρέχει επίσης στο υποκείμενο των δεδομένων πληροφορίες σχετικά με τα διαβήματα στα οποία μπορεί να προβεί εάν δεν δέχεται τις προβαλλόμενες εξηγήσεις. Οι πληροφορίες αυτές αφορούν τον τρόπο άσκησης προσφυγής ή, ενδεχομένως, κατάθεσης μηνύσεως ενώπιον των αρμοδίων αρχών ή δικαστηρίων του, καθώς και κάθε οικονομική ή άλλη αρωγή που μπορεί να παρασχεθεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους.

7. Οποιοδήποτε αίτημα υποβάλλεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, περιέχει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την εξακρίβωση της ταυτότητας του υποκειμένου των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Τα δεδομένα αυτά χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την άσκηση των δικαιωμάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 και καταστρέφονται αμέσως μετά.

8. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται ενεργά για την ταχεία άσκηση των δικαιωμάτων που προβλέπονται στις παραγράφους 3, 4 και 5.

ò νέο

9. Οσάκις ένα πρόσωπο ζητά δεδομένα που το αφορούν δυνάμει της παραγράφου 1 , η αρμόδια αρχή τηρεί αρχείο στο οποίο καταχωρείται εγγράφως η υποβολή της αίτησης και θέτει αμελλητί το σχετικό έγγραφο στη διάθεση των εθνικών εποπτικών αρχών για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 25, εφόσον της το ζητήσουν.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

9. 10. Σε κάθε κράτος μέλος, η εθνική εποπτική αρχή επικουρεί το υποκείμενο των δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 4 της οδηγίας 95/46/EΚ, κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του.

10. 11. Η εθνική εποπτική αρχή του κράτους μέλους που διαβίβασε τα δεδομένα και η εθνική εποπτική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται το υποκείμενο των δεδομένων, του παρέχουν βοήθεια και, εφόσον τους ζητηθεί, συμβουλές σχετικά με την άσκηση του δικαιώματος διόρθωσης ή απαλοιφής των δεδομένων. Οι δύο εθνικές εποπτικές αρχές συνεργάζονται για τον σκοπό αυτό. Τα αιτήματα συνδρομής μπορούν να υποβάλλονται στην εθνική εποπτική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται το υποκείμενο των δεδομένων, η οποία τα διαβιβάζει στην εθνική εποπτική αρχή του κράτους μέλους που διαβίβασε τα δεδομένα. Το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί επίσης να υποβάλει αίτημα συνδρομής και παροχής συμβουλών στην κοινή εποπτική αρχή που προβλέπεται στο άρθρο 20.

11. 12. Σε κάθε κράτος μέλος, οιοδήποτε πρόσωπο μπορεί, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του εν λόγω κράτους, να ασκήσει προσφυγή ή, εφόσον είναι αναγκαίο, να καταθέσει μήνυση ενώπιον των αρμοδίων αρχών ή των δικαστηρίων του εν λόγω κράτους, εάν δεν του αναγνωρίζεται το δικαίωμα πρόσβασης που προβλέπεται στην παράγραφο 2.

12. 13. Οιοδήποτε πρόσωπο μπορεί, σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του κράτους μέλους που διαβίβασε τα δεδομένα, να ασκήσει προσφυγή ή, εφόσον είναι αναγκαίο, να καταθέσει μήνυση ενώπιον των αρμοδίων αρχών ή δικαστηρίων του εν λόγω κράτους σχετικά με δεδομένα που το αφορούν, τα οποία έχουν καταχωρηθεί στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï, προκειμένου να ασκήσει τα δικαιώματά του σύμφωνα με την παράγραφο 3. Η υποχρέωση των εθνικών εποπτικών αρχών να παρέχουν βοήθεια και, εφόσον τους ζητηθεί, συμβουλές στο υποκείμενο των δεδομένων, σύμφωνα με την παράγραφο 10 11, ισχύει καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.

Άρθρο 24 19

Ö Άσκηση εποπτείας από Õ εΕθνική εποπτική αρχή

1. Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε η εθνική εποπτική αρχή ή αρχές που ορίζονται στο άρθρο 28 παράγραφος 1 της οδηγίας 95/46/EΚ, να εποπτεύουν με πλήρη ανεξαρτησία, σύμφωνα με το σχετικό εθνικό του δίκαιο, τη νομιμότητα της επεξεργασίας, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το εν λόγω κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένης της διαβίβασής τους στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï.

2. Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι, η εθνική εποπτική αρχή του έχει πρόσβαση σε συμβουλές από πρόσωπα με επαρκείς γνώσεις στον τομέα των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων.

ò νέο

Άρθρο 25

Άσκηση εποπτείας από τον ευρωπαίο επόπτη προστασίας δεδομένων

1. Ο ευρωπαίος επόπτης προστασίας δεδομένων ελέγχει εάν οι δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από μέρους της διαχειριστικής αρχής διεξάγονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στα άρθρα 46 και 47 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 εφαρμόζονται αναλόγως.

2. Ο ευρωπαίος επόπτης προστασίας δεδομένων μεριμνά ώστε να διενεργείται τουλάχιστον ανά τετραετία έλεγχος των δραστηριοτήτων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα της διαχειριστικής αρχής σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ελέγχου. Η έκθεση ελέγχου διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, τη διαχειριστική αρχή, την Επιτροπή και τις εθνικές εποπτικές αρχές. Η διαχειριστική αρχή δύναται να διατυπώσει παρατηρήσεις σχετικά με την έκθεση προτού αυτή εγκριθεί.

Άρθρο 26

Συνεργασία μεταξύ των εθνικών εποπτικών αρχών και του ευρωπαίου επόπτη προστασίας δεδομένων

1. Οι εθνικές εποπτικές αρχές και ο ευρωπαίος επόπτης προστασίας δεδομένων, έκαστος στο πεδίο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων του, συνεργάζονται ενεργά στο πλαίσιο των ευθυνών τους και εξασφαλίζουν τη συντονισμένη εποπτεία του EURODAC.

2. Οι ανωτέρω αρχές, στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, ανταλλάσσουν σχετικές πληροφορίες, αλληλοβοηθούνται κατά τη διενέργεια ελέγχων και επιθεωρήσεων, εξετάζουν τυχόν δυσκολίες όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, διερευνούν προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν κατά την άσκηση ανεξάρτητης εποπτείας ή κατά την άσκηση των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων, συντάσσουν εναρμονισμένες προτάσεις ώστε να εξευρεθούν κοινές λύσεις σε τυχόν προβλήματα και προάγουν κατά τον δέοντα τρόπο την ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματα για την προστασία δεδομένων.

3. Οι εθνικές εποπτικές αρχές και ο ευρωπαίος επόπτης προστασίας δεδομένων συνεδριάζουν για το σκοπό αυτό τουλάχιστον δις ετησίως. Τα έξοδα των συνεδριάσεων αυτών και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατά τη διεξαγωγή τους αναλαμβάνονται από τον ευρωπαίο επόπτη προστασίας δεδομένων. Κατά την πρώτη συνεδρίαση εγκρίνονται οι σχετικοί διαδικαστικοί κανόνες. Αναλόγως των αναγκών, γίνεται από κοινού η επεξεργασία περαιτέρω μεθόδων εργασίας. Κοινή έκθεση δραστηριοτήτων διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τη διαχειριστική αρχή ανά διετία.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 27 21

Δαπάνες

1. Οι δαπάνες που προκύπτουν από την εγκατάσταση και τη λειτουργία της κεντρικής μονάδας ð του κεντρικού συστήματος και της επικοινωνιακής υποδομής ï βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2. Οι δαπάνες που αφορούν τις εθνικές μονάδες και τα έξοδα για την σύνδεσή τους με την κεντρική βάση δεδομένων ð το κεντρικό σύστημα ï βαρύνουν κάθε κράτος μέλος.

3. Οι δαπάνες διαβίβασης των δεδομένων από το κράτος μέλος προέλευσης καθώς και των αποτελεσμάτων της αντιπαραβολής στο εν λόγω κράτος, βαρύνουν το εν λόγω κράτος.

Άρθρο 28 24

Ετήσια έκθεση: πΠαρακολούθηση και αξιολόγηση

1. Η Επιτροπή ð διαχειριστική αρχή ï υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες της κεντρικής μονάδας ð του κεντρικού συστήματος ï. Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τη διαχείριση και την απόδοση του EurodacEURODAC σε σύγκριση με προκαθορισμένους ποσοτικούς δείκτες για τους στόχους που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

2. Η Επιτροπή ð διαχειριστική αρχή ï εξασφαλίζει την ύπαρξη Ö διαδικασιών Õ συστημάτων για την παρακολούθηση της λειτουργίας της κεντρικής μονάδας ðτου κεντρικού συστήματος ï σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους, όσον αφορά την απόδοση, τη σχέση κόστους-αποτελέσματος και την ποιότητα των υπηρεσιών.

3. Η Επιτροπή αξιολογεί σε τακτά χρονικά διαστήματα τη λειτουργία της κεντρικής μονάδας προκειμένου να εξακριβώνει εάν έχουν επιτευχθεί οι στόχοι της από άποψη κόστους-αποτελέσματος καθώς και ενόψει της καθιέρωσης κατευθυντηρίων γραμμών για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας μελλοντικών ενεργειών.

4. Ένα έτος μετά την έναρξη λειτουργίας του Eurodac, η Επιτροπή συντάσσει έκθεση αξιολόγησης σχετικά με την κεντρική μονάδα, η οποία επικεντρώνεται κυρίως στο επίπεδο της ζήτησης σε σχέση με το προσδοκώμενο επίπεδο, καθώς και σε λειτουργικά και διαχειριστικά θέματα υπό το πρίσμα της κτηθείσας πείρας, με σκοπό την επισήμανση πιθανών τρόπων βραχυπρόθεσμης βελτίωσης της πρακτικής λειτουργίας.

ò νέο

3. Για τους σκοπούς της τεχνικής συντήρησης, της υποβολής εκθέσεων και της κατάρτισης στατιστικών, η διαχειριστική αρχή διαθέτει πρόσβαση στις αναγκαίες πληροφορίες οι οποίες σχετίζονται με πράξεις επεξεργασίας εκτελούμενες στο κεντρικό σύστημα.

4. Ανά διετία, η διαχειριστική αρχή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή έκθεση για την τεχνική λειτουργία του κεντρικού συστήματος καθώς και της σχετικής ασφάλειας.

ê 2725/2000/ΕΚ

ð νέο

5. Τρία έτη μετά την έναρξη λειτουργίας του Εurodac ð εφαρμογής του παρόντος κανονισμού κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 33 παράγραφος 2 ï , και κάθε έξι ð τέσσερα ï έτη εφεξής, η Επιτροπή προβαίνει σε συνολική αξιολόγηση του EurodacEURODAC, η οποία συνίσταται στην εξέταση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων σε σχέση με τους τεθέντες στόχους και σε εκτίμηση του εάν εξακολουθεί να ισχύει η λογική θεμελίωση του συστήματος ð , της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού όσον αφορά το κεντρικό σύστημα και της ασφάλειας του κεντρικού συστήματος , ï καθώς και σε εκτίμηση των τυχόν επιπτώσεων σε μελλοντικές ενέργειες. ð Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. ï

ò νέο

6. Τα κράτη μέλη παρέχουν στη διαχειριστική αρχή και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπόνηση των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5.

7. Η διαχειριστική αρχή παρέχει στην Επιτροπή τις πληροφορίες που χρειάζεται για τις συνολικές αξιολογήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 5.

ê 2725/2000/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 29 25

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη Ö λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να Õ διασφαλίζουν ότι n Ö κάθε Õ χρήση δεδομένων που καταγράφονται Ö εισάγονται Õ στην κεντρική βάση δεδομένων ð στο κεντρικό σύστημα ï η οποία αντιτίθεται στους σκοπούς του EurodacEURODAC, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, υπόκειται στις δέουσες κυρώσεις Ö τιμωρείται με επιβολή κυρώσεων που είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές και περιλαμβάνουν διοικητικές ή/και ποινικές κυρώσεις σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο Õ.

Άρθρο 30 26

Πεδίο εδαφικής εφαρμογής

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται σε κανένα έδαφος στο οποίο δεν εφαρμόζεται η Σύμβαση Ö ο κανονισμός Õ του Δουβλίνου.

ò νέο

Άρθρο 31

Μεταβατική διάταξη

Τα δεδομένα που κλειδώνονται στο κεντρικό σύστημα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου ξεκλειδώνονται και επισημαίνονται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού κατά την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 33 παράγραφος 2.

ê

Άρθρο 32

Κατάργηση διατάξεων

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου και ο κανονισμός ( ΕΚ) αριθ. 407/2002 του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, που θεσπίζει ορισμένους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 σχετικά με τη θέσπιση του « Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου καταργούνται με ισχύ από την ημερομηνία που προβλέπεται στο άρθρο 33 παράγραφος 2.

Οι παραπομπές στους καταργούμενους κανονισμούς νοούνται με βάση τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος II.

ê 2725/2000/ΕΚ άρθρο 27 (προσαρμοσμένο)

ð νέο

Άρθρο 33 27

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής Ö την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή Õ του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Ö της Ευρωπαϊκής Ένωσης Õ.

2. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται, και το Eurodac αρχίζει να λειτουργεί, από την ημερομηνία που θα το δημοσιεύσει η Επιτροπή στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Ö της Ευρωπαϊκής Ένωσης Õ, όταν πληρωθούν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) κάθε κράτος μέλος έχει κοινοποιήσει στην Επιτροπή ότι έχει προβεί στις αναγκαίες τεχνικές προσαρμογές για τη διαβίβαση δεδομένων στην κεντρική μονάδα ð στο κεντρικό σύστημα ï, σύμφωνα με ð τον παρόντα κανονισμό ï τους εκτελεστικούς κανόνες που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 7, καθώς και για τη συμμόρφωσή του προς τους εκτελεστικούς κανόνες που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 12 παράγραφος 5) και

β) η Επιτροπή έχει προβεί στις αναγκαίες τεχνικές προσαρμογές ώστε να μπορεί να αρχίσει η λειτουργία της κεντρικής μονάδας, ð του κεντρικού συστήματος ï σύμφωνα με Ö τον παρόντα κανονισμό Õ τους εκτελεστικούς κανόνες που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 7 και του άρθρου 12 παράγραφος 5.

ò νέο

3. Τα κράτη μέλη ειδοποιούν την Επιτροπή αμέσως μόλις θεσπισθούν οι προσαρμογές που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), και πάντως το αργότερο εντός 12 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

ê 2725/2000/ΕΚ

4. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Βρυξέλλες, […]

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος […] […]

ê 407/2002/ΕΚ

ð νέο

Παράρτημα I

Μορφή δεδομένων για την ανταλλαγή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων

Ορίζεται η ακόλουθη μορφή για την ανταλλαγή των δεδομένων των δακτυλικών αποτυπωμάτων:

ANSI/NIST - CSL 1 1993 ð ANSI/NIST-ITL 1a-1997, Έκδ.3, Ιούνιος 2001 (INT-1) ï και κάθε μελλοντική περαιτέρω εξέλιξη αυτού του προτύπου.

Πρότυπο κωδικών στοιχείων των κρατών μελών

Ισχύει το εξής πρότυπο του ISO: ISO 3166 - κώδικας δύο στοιχείων.

Παράρτημα II

[pic]

é

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IΙΚαταργούμενοι κανονισμοί(αναφέρονται στο άρθρο 32)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 407/2002 του Συμβουλίου | (ΕΕ L 316 της 15.12.2000, σελ. 1.) (ΕΕ L 062 της 05.03.2002, σελ. 1.) |

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IIΙΠίνακας αντιστοιχίας

Κανονισμός 2725/2000/ΕΚ | Παρών κανονισμός |

Άρθρο 1 παράγραφος 1 | Άρθρο 1 παράγραφος 1 |

Άρθρο 1 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 3 παράγραφος 1 |

Άρθρο 1 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 3 παράγραφος 4 |

Άρθρο 1 παράγραφος 3 | Άρθρο 1 παράγραφος 2 |

Άρθρο 3 παράγραφος 1 | Άρθρο 3 παράγραφος 3 |

Άρθρο 2 | Άρθρο 2 |

Άρθρο 3 παράγραφος 2 | Άρθρο 3 παράγραφος 3 |

Άρθρο 3 παράγραφος 3 | Άρθρο 5 |

Άρθρο 3 παράγραφος 4 | - |

Άρθρο 4 παράγραφος 1 | Άρθρο 6 παράγραφος 1 |

Άρθρο 4 παράγραφος 2 | Διαγράφεται |

Άρθρο 4 παράγραφος 3 | Άρθρο 6 παράγραφος 3 |

Άρθρο 4 παράγραφος 4 | Άρθρο 6 παράγραφος 4 |

Άρθρο 4 παράγραφος 5 | Άρθρο 6 παράγραφος 5 |

Άρθρο 4 παράγραφος 6 | Άρθρο 17 παράγραφος 4 |

Άρθρο 5 | Άρθρο 7 |

Άρθρο 6 | Άρθρο 8 |

Άρθρο 7 | Άρθρο 9 |

Άρθρο 8 | Άρθρο 10 |

Άρθρο 9 | Άρθρο 11 |

Άρθρο 10 | Άρθρο 12 |

Άρθρο 11 παράγραφοι 1 έως 4 | Άρθρο 13 παράγραφοι 1 έως 4 |

Άρθρο 11 παράγραφος 5 | - |

Άρθρο 12 | Άρθρο 14 |

Άρθρο 13 | Άρθρο 15 |

Άρθρο 14 | Άρθρο 19 |

Άρθρο 15 | Άρθρο 20 |

Άρθρο 16 | Άρθρο 21 |

Άρθρο 17 | Άρθρο 22 |

Άρθρο 18 | Άρθρο 23 |

Άρθρο 19 | Άρθρο 24 |

Άρθρο 20 | Άρθρο 25 |

Άρθρο 21 | Άρθρο 27 |

Άρθρο 22 | - |

Άρθρο 24 | Άρθρο 27 |

Άρθρο 23 | - |

Άρθρο 24 | Άρθρο 28 |

Άρθρο 25 | Άρθρο 29 |

Άρθρο 26 | Άρθρο 30 |

Άρθρο 27 | Άρθρο 33 |

- | Παράρτημα ΙΙ |

Κανονισμός 407/2002/ΕΚ | Παρών κανονισμός |

Άρθρο 2 | Άρθρο 16 |

Άρθρο 3 | Άρθρο 17 |

Άρθρο 4 | Άρθρο 18 |

Άρθρο 5 παράγραφος 1 | Άρθρο 3 παράγραφος 2 |

Παράρτημα Ι | Παράρτημα Ι |

Παράρτημα ΙΙ | - |

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IVΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ:

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση του «EURODAC» για την αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. […/…] [33].

2. ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΒΔ / ΠΒΔ

Τομέας πολιτικής: Χώρος Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης (τίτλος 18)

Δραστηριότητες:

Μεταναστευτικές ροές— Κοινές πολιτικές στον τομέα της μετανάστευσης και του ασύλου (κεφάλαιο 18.03)

3. ΓΡΑΜΜΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

3.1. Γραμμές προϋπολογισμού (επιχειρησιακές γραμμές και συναφείς γραμμές τεχνικής και διοικητικής βοήθειας (πρώην γραμμές B.A) περιλαμβανομένων των ονομασιών τους:

Δημοσιονομικό πλαίσιο 2007 – 2013: Τομέας 3Α

Γραμμή προϋπολογισμού: 18.03.11 - Eurodac

3.2. Διάρκεια της δράσης και της δημοσιονομικής επίπτωσης:

Ο κανονισμός προβλέπεται να θεσπισθεί στα τέλη του 2010.

3.3. Δημοσιονομικά χαρακτηριστικά:

Γραμμή προϋπο-λογισμού | Είδος δαπάνης | Νέα | Συνεισφορά ΕΖΕΣ | Συνεισφορές υποψήφιων χωρών | Τομέας δημοσιονο-μικών προοπτικών |

18.03.11. | ΜΥΔ | Διαχωρ.[34] | ΟΧΙ | ΟΧΙ | ΟΧΙ | 3A |

4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΟΡΩΝ

4.1. Δημοσιονομικοί πόροι

4.1.1. Ανακεφαλαιωτικό των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων (ΠΑΥ) και των πιστώσεων πληρωμών (ΠΠ)

εκατ. EUR (3 δεκαδικά ψηφία)

Είδος δαπάνης | Τμήμα αριθ. | Έτος 2010 | 2011 | 2012 | 2013 | n+4 | n + 5 και επόμενα | Σύνολο |

Επιχειρησιακές δαπάνες[35] |

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων (ΠΑΥ) | 8.1. | α | 0,000 | 0,115 | 0,000 | 0,000 | 0,115 |

Πιστώσεις πληρωμών (ΠΠ) | β | 0,000 | 0,115 | 0,000 | 0,000 | 0,115 |

Διοικητικές δαπάνες περιλαμβανόμενες στο ποσό αναφοράς[36] |

Τεχνική και διοικητική βοήθεια (ΜΔΠ) | 8.2.4. | γ | 0,000 | 0,000 | 0,000 | 0,000 | 0,000 |

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΠΟΣΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ |

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων | α+γ | 0,000 | 0,115 | 0,000 | 0,000 | 0,115 |

Πιστώσεις πληρωμών | β+γ | 0,000 | 0,115 | 0,000 | 0,000 | 0,115 |

Διοικητικές δαπάνες μη περιλαμβανόμενες στο ποσό αναφοράς[37] |

Ανθρώπινοι πόροι και συναφείς δαπάνες (ΜΔΠ) | 8.2.5. | δ | 0,000 | 0,061 | 0,000 | 0,000 | 0,061 |

Διοικητικές δαπάνες, εκτός ανθρώπινων πόρων και συναφών δαπανών, μη περιλαμβανόμενες στο ποσό αναφοράς (ΜΔΠ) | 8.2.6. | ε | 0,000 | 0,002 | 0,000 | 0,000 | 0,002 |

Συνολικό ενδεικτικό δημοσιονομικό κόστος της δράσης |

ΣΥΝΟΛΟ ΠΑΥ, περιλαμβανομένων των δαπανών για ανθρώπινους πόρους | α+γ+δ+ε | 0,000 | 0,178 | 0,000 | 0,000 | 0,178 |

ΣΥΝΟΛΟ ΠΠ, περιλαμβανομένων των δαπανών για ανθρώπινους πόρους | β+γ+δ+ε | 0,000 | 0,178 | 0,000 | 0,000 | 0,178 |

Λεπτομέρειες σχετικά με τη συγχρηματοδότηση

Δεν αναμένεται συγχρηματοδότηση.

εκατ. EUR (3 δεκαδικά ψηφία)

Συγχρηματοδοτών οργανισμός | Έτος n | n + 1 | n + 2 | n + 3 | n + 4 | n + 5 και επόμενα | Σύνολο |

…………………… | στ |

ΣΥΝΟΛΟ ΠΑΥ περιλαμβανομένης της συγχρηματοδότησης | α+γ+δ+ε+στ |

4.1.2. Συμβατότητα με τον δημοσιονομικό προγραμματισμό

X Η πρόταση είναι συμβατή με τον ισχύοντα δημοσιονομικό προγραμματισμό.

( Η πρόταση απαιτεί τον επαναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα των δημοσιονομικών προοπτικών.

( Η πρόταση ενδέχεται να απαιτήσει την εφαρμογή των διατάξεων της Διοργανικής Συμφωνίας[38] (σχετικά με το μέσο ευελιξίας ή με την αναθεώρηση των δημοσιονομικών προοπτικών).

4.1.3. Δημοσιονομικές επιπτώσεις επί των εσόδων

X Η πρόταση δεν έχει δημοσιονομική επίπτωση στα έσοδα

( Η πρόταση έχει δημοσιονομική επίπτωση – η επίπτωση στα έσοδα είναι η ακόλουθη:

εκατ. EUR (ένα δεκαδικό ψηφίο)

Προ της δράσης [Έτος n-1] | Κατάσταση μετά τη δράση |

Σύνολο ανθρώπινων πόρων | 0 | 0,5 | 0 | 0 |

5. ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ

5.1. Ανάγκη υλοποίησης βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα

Προκειμένου να ενημερώνονται τα κράτη μέλη για το καθεστώς των αιτούντων εκείνων στους οποίους στην πραγματικότητα έχει ήδη χορηγηθεί διεθνής προστασία σε ένα κράτος μέλος, τα δεδομένα που αφορούν πρόσφυγες πρέπει να ξεκλειδώνονται (δηλαδή να είναι διαθέσιμα για αναζητήσεις).

Με στόχο την καλύτερη διευκόλυνση της εφαρμογής του κανονισμού του Δουβλίνου, τα κράτη μέλη θα οφείλουν να επισημαίνουν στο EURODAC το γεγονός ότι εφαρμόζουν τις ρήτρες διακριτικής ευχέρειας του εν λόγω κανονισμού, δηλαδή ότι αναλαμβάνουν την ευθύνη για την εξέταση της αίτησης αιτούντος για τον οποίο κανονικά δεν είναι υπεύθυνα με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στον κανονισμό του Δουβλίνου.

Για να διασφαλισθεί η συνεκτικότητα με το κεκτημένο του τομέα του ασύλου , προτείνεται η επέκταση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού ώστε να καλύπτει επίσης την επικουρική προστασία.

Για να διασφαλισθεί η συνεκτικότητα με το κεκτημένο του τομέα του ασύλου , προτείνεται να ευθυγραμμισθεί η περίοδος αποθήκευσης δεδομένων υπηκόων τρίτων χωρών ή απάτριδων από τους οποίους λαμβάνονται δακτυλικά αποτυπώματα σε σχέση με την παράνομη διάβαση εξωτερικού συνόρου με την περίοδο μέχρι την οποία γίνεται η κατανομή της ευθύνης σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού του Δουβλίνου επί τη βάσει των εν λόγω πληροφοριών (ήτοι ένα έτος).

5.2. Προστιθέμενη αξία της κοινοτικής συμμετοχής, συνέπεια της πρότασης με άλλα δημοσιονομικά μέσα και δυνατή συνέργεια

Η παρούσα πρόταση θα παράσχει τη λύση στα ζητήματα που έχουν καταγραφεί ως χρήζοντα βελτίωσης κατά τα πέντε έτη λειτουργίας της ήδη υπάρχουσας κοινοτικής βάσης δεδομένων.

5.3. Στόχοι, αναμενόμενα αποτελέσματα και συναφείς δείκτες της πρότασης στο πλαίσιο της ΔΒΔ

Κύριοι στόχοι της πρότασης είναι η βελτίωση της αποτελεσματικότητας του EURODAC και η καλύτερη διευθέτηση των επιφυλάξεων που εκφράζονται για την προστασία δεδομένων.

Οι σχετικοί δείκτες συνίστανται στις στατιστικές που θα καταρτίζονται με αντικείμενο τη λειτουργία του EURODAC, π.χ. σχετικά με τη ματαίωση συμπτώσεων, τις εσφαλμένες συμπτώσεις, τις καθυστερημένες διαβιβάσεις, κ.λπ..

5.4. Μέθοδος υλοποίησης (ενδεικτική)

( Συγκεντρωτική διαχείριση

( απευθείας από την Επιτροπή

( έμμεσα με ανάθεση σε:

( εκτελεστικούς οργανισμούς

( οργανισμούς που έχουν συσταθεί από τις Κοινότητες σύμφωνα με το άρθρο 185 του δημοσιονομικού κανονισμού

( εθνικούς δημόσιους οργανισμούς/οργανισμούς με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας

( Επιμερισμένη ή αποκεντρωμένη διαχείριση

( από κοινού με τα κράτη μέλη

( από κοινού με τρίτες χώρες

( Από κοινού διαχείριση με διεθνείς οργανισμούς (διευκρινίσατε)

Μελλοντικώς, η επιχειρησιακή διαχείριση του EURODAC θα μπορούσε να μεταβιβασθεί στον οργανισμό που φέρει την ευθύνη για το SIS II, το VIS και άλλα συστήματα πληροφορικής στον τομέα της Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης. Σε ό,τι αφορά τη συγκρότηση του εν λόγω οργανισμού, η Επιτροπή θα υποβάλει χωριστή πρόταση, που θα περιλαμβάνει εκτίμηση του σχετικού κόστους.

6. ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

6.1. Σύστημα παρακολούθησης

Η παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας των αλλαγών που επέρχονται με την παρούσα πρόταση θα πραγματοποιείται μέσω των ετήσιων εκθέσεων δραστηριότητας της κεντρικής μονάδας του EURODAC.

Η παρακολούθηση των ζητημάτων που άπτονται της προστασίας δεδομένων θα είναι μέλημα του ευρωπαίου επόπτη προστασίας δεδομένων.

6.2. Αξιολόγηση

6.2.1. Εκ των προτέρων αξιολόγηση

Η εκ των προτέρων αξιολόγηση έχει συμπεριληφθεί στην εκτίμηση αντικτύπου.

6.2.2. Μέτρα που λήφθηκαν μετά από ενδιάμεση/εκ των υστέρων αξιολόγηση (διδάγματα από ανάλογες εμπειρίες στο παρελθόν)

Η Επιτροπή δημοσίευσε έκθεση που εκπόνησε σχετικά με την αξιολόγηση του συστήματος του Δουβλίνου τον Ιούνιο του 2007. Η έκθεση αυτή καλύπτει τα πρώτα 3 έτη λειτουργίας του EURODAC (2003-2005). Στην έκθεση αναγνωρίζεται μεν ότι ο κανονισμός εφαρμόζεται σε γενικές γραμμές ικανοποιητικά, αλλά καταγράφονται ορισμένα ζητήματα που σχετίζονται με την αποτελεσματικότητα των τρεχουσών νομοθετικών διατάξεων και προσδιορίζονται τα ζητήματα για τα οποία πρέπει να ληφθούν μέτρα με στόχο τη βελτίωση της συμβολής του EURODAC στην εφαρμογή του κανονισμού του Δουβλίνου.

6.2.3. Όροι και συχνότητα της αξιολόγησης στο μέλλον

Προτείνεται η πραγματοποίηση τακτικής αξιολόγησης από την Επιτροπή και επίσης, ακολούθως, από τη διαχειριστική αρχή μετά τη σύστασή της.

7. Μέτρα κατά της απάτης

Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πρακτικών εφαρμόζονται άνευ περιορισμών οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1037/1999.

8. ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΟΡΩΝ

8.1. Στόχοι της πρότασης από πλευράς δημοσιονομικού κόστους

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων σε εκατ. EUR (3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος 2010 | Έτος 2011 | Έτος 2012 | Έτος 2013 | Έτος n+4 | Έτος n+5 |

Μόνιμοι ή έκτακτοι υπάλληλοι[41] (XX 01 01) | A*/AD | 0 | 0 | 0,0 | 0,0 |

B*, C*/AST | 0 | 0,5 | 0,0 | 0,0 |

Προσωπικό που χρηματοδοτείται[42] από το άρθρο XX 01 02 |

Λοιπό προσωπικό που χρηματοδοτείται[43] από το άρθρο XX 01 04/05 |

ΣΥΝΟΛΟ | 0 | 0,5 | 0 | 0 |

8.2.2. Περιγραφή των καθηκόντων που απορρέουν από τη δράση

Διευθέτηση διοικητικών και οικονομικών ζητημάτων που σχετίζονται με τη σύμβαση με τον πάροχο του συστήματος.

Παρακολούθηση της εφαρμογής των αλλαγών που επέρχονται στο σύστημα πληροφορικής του EURODAC.

Παρακολούθηση των δοκιμών των κρατών μελών.

8.2.3. Πηγές ανθρώπινων πόρων (κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης)

( Θέσεις που έχουν διατεθεί για τη διαχείριση του προγράμματος και πρέπει να αντικατασταθούν ή να παραταθούν

( Θέσεις που έχουν διατεθεί εκ των προτέρων στο πλαίσιο της διαδικασίας ΕΣΠ/ΠΣΠ για το έτος n

( Θέσεις που θα ζητηθούν στο πλαίσιο της επόμενης διαδικασίας ΕΣΠ/ΠΣΠ

( Θέσεις προς αναδιάταξη με χρησιμοποίηση υφιστάμενων πόρων στην υπηρεσία διαχείρισης (εσωτερική αναδιάταξη)

( Θέσεις που απαιτούνται για το έτος n αλλά δεν προβλέπονται στο πλαίσιο της διαδικασίας ΕΣΠ/ΠΣΠ του σχετικού οικονομικού έτους

8.2.4. Άλλες διοικητικές δαπάνες περιλαμβανόμενες στο ποσό αναφοράς ( XX 01 04/05 – Δαπάνες διοικητικής διαχείρισης)

εκατ. EUR (3 δεκαδικά ψηφία)

Γραμμή προϋπολογισμού (αριθμός και ονομασία) | Έτος n | Έτος n+1 | Έτος n+2 | Έτος n+3 | Έτος n+4 | Έτος n+5 και επό-μενα | ΣΥΝΟΛΟ |

Άλλη τεχνική και διοικητική βοήθεια |

- εσωτερική |

- εξωτερική |

Σύνολο τεχνικής και διοικητικής βοήθειας |

8.2.5. Δημοσιονομικές δαπάνες για ανθρώπινους πόρους και συναφείς δαπάνες που δεν περιλαμβάνονται στο ποσό αναφοράς

εκατ. EUR (3 δεκαδικά ψηφία)

Κατηγορία ανθρώπινων πόρων | Έτος 2010 | Έτος 2011 | Έτος 2012 | Έτος 2013 | Έτος n+4 | Έτος n+5 και επό-μενα |

Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι (18 01 01) | 0,000 | 0,061 | 0,000 | 0,000 |

Προσωπικό που χρηματοδοτείται από το άρθρο XX 01 02 (επικουρικοί υπάλληλοι, ΑΕΕ, συμβασιούχοι υπάλληλοι, κλπ.) (να αναφερθεί η γραμμή του προϋπολογισμού) |

Συνολικές δαπάνες για ανθρώπινους πόρους και συναφείς δαπάνες (ΜΗ περιλαμβανόμενες στο ποσό αναφοράς) | 0,000 | 0,061 | 0,000 | 0,000 |

Υπολογισμός– Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι που χρηματοδοτούνται βάσει του άρθρου 18 01 01 01 AD/AST – 122.000 EUR ανά έτος x 0,5 άτομα = 61.000 EUR (2010 -2011) |

8.2.6. Άλλες διοικητικές δαπάνες που δεν περιλαμβάνονται στο ποσό αναφοράς

εκατ. EUR (3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος 2010 | Έτος 2011 | Έτος 2012 | Έτος 2013 | Έτος n+5 | Έτος n+5 και επό-μενα | ΣΥΝΟΛΟ |

18 01 02 11 01 – Αποστολές | 0,000 | 0,002 | 0,000 | 0,000 | 0,002 |

XX 01 02 11 02 – Συνεδριάσεις και διασκέψεις |

XX 01 02 11 03 – Επιτροπές[45] |

XX 01 02 11 04 – Μελέτες και παροχή συμβουλών |

XX 01 02 11 05 – Συστήματα πληροφοριών |

2 Σύνολο άλλων δαπανών διαχείρισης (XX 01 02 11) |

3 Άλλες δαπάνες διοικητικής φύσης (να προσδιοριστούν και να αναφερθεί η σχετική γραμμή του προϋπολογισμού) |

Σύνολο διοικητικών δαπανών εκτός των ανθρώπινων πόρων και των συναφών δαπανών (που ΔΕΝ περιλαμβάνονται στο ποσό αναφοράς) | 0,000 | 0,002 | 0,000 | 0,000 | 0,002 |

[1] ΕΕ L 316 της 15.12.2000, σελ. 1.

[2] ΕΕ C 254 της 19.8.1997, σελ. 1.

[3] ΕΕ L 50 της 25.02.2003, σελ. 1.

[4] Έκθεση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την αξιολόγηση του συστήματος του Δουβλίνου, COM (2007) 299 τελικό {SEC(2007) 742}.

[5] Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Σχέδιο πολιτικής για το άσυλο - Μια ολοκληρωμένη προσέγγιση της προστασίας σε όλη την ΕΕ » της 17ης Ιουνίου 2008, COM (2008) 360.

[6] Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα, COM (2008) 820.

[7] Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη, COM (2008) 815.

[8] Οδηγία 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους και περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας, ΕΕ L 304 της 30.9.2004, σ.12.

[9] Οδηγία 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα, ΕΕ L 326 της 13.12.2005, σ.13.

[10] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 407/2002 του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, που θεσπίζει ορισμένους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 σχετικά με τη θέσπιση του "Εurodac" για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου, ΕΕ L 62 της 05.03.2002, σ.1.

[11] COM(2008) 360, SEC(2008) 2029, SEC(2008) 2030.

[12] Η σύμβαση του Δουβλίνου αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 343/2003 του Συμβουλίου, της 18ης Φεβρουαρίου 2003, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας. ΕΕ L 050 της 25.02.2003, σελ.1 .

[13] ΕΕ L 222 της 05.09.2003, σελ. 3.

[14] ΕΕ L 062 της 05.03.2002, σελ.1.

[15] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη δημιουργία, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II), ΕΕ L 381 της 28.12.2006, σελ. 4 .

[16] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας (Κανονισμός VIS), ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σελ. 60.

[17] Κοινή δήλωση της Επιτροπής, του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το άρθρο15 σχετικά με την επιχειρησιακή διαχείριση του SIS II. Κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για το άρθρο 26 σχετικά με την επιχειρησιακή διαχείριση του VIS.

[18] COM (2007)301.

[19] "[Μ]πορεί να ανατίθεται στην κεντρική μονάδα η πραγματοποίηση ορισμένων άλλων στατιστικών μελετών βάσει των δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία στην κεντρική μονάδα.» (άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού Eurodac).

[20] Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας σχετικά με τα κριτήρια και τους μηχανισμούς για τον προσδιορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται στη Δανία ή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και με το Eurodac, για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου, ΕΕ L 66 της 8.3.2006.

[21] Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος, ή στην Ισλανδία ή τη Νορβηγία, ΕΕ L 93 της 3.4.2001, σελ. 40.

[22] Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος ή στην Ελβετία, ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 5.

[23] Πρωτόκολλο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκηπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος ή στην Ελβετία, [COM (2006)754, εκκρεμεί η σύναψη].

[24] Πρωτόκολλο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος, ή στην Ελβετία (2006/0257 CNS, συνήφθη στις 24.10.2008, εκκρεμεί η δημοσίευση στην ΕΕ) και πρωτόκολλο στη συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας, της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος, ή στην Ισλανδία ή τη Νορβηγία (ΕΕ L 93 της 3.4.2001).

[25] COM(2008)XXX.

[26] ΕΕ C […] της […], σελ. […].

[27] ΕΕ L 316 της 15.12.2000, σελ. 1.

[28] ΕΕ L 62 της 5.3.2002, σελ. 1.

[29] COM(2008)XXX.

[30] ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σελ. 31.

[31] ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σελ. 1.

[32] ΕΕ L 12 της 17.1.2004, σελ. 47.

[33] Το παρόν νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο αφορά αποκλειστικά τις δαπάνες που προβλέπεται να ανακύψουν σε σχέση με τις αλλαγές που επιφέρει η παρούσα τροποποίηση, πράγμα που σημαίνει ότι δεν περιλαμβάνει τις δαπάνες για την τακτική διαχείριση του EURODAC.

[34] Διαχωριζόμενες πιστώσεις.

[35] Δαπάνες εκτός κεφαλαίου xx 01 του σχετικού τίτλου xx.

[36] Δαπάνες του άρθρου xx 01 04 του τίτλου xx.

[37] Δαπάνες κεφαλαίου xx 01 εκτός των δαπανών των άρθρων xx 01 04 ή xx 01 05.

[38] Βλέπε σημεία 19 και 24 της διοργανικής συμφωνίας.

[39] Να προστεθούν στήλες εάν είναι αναγκαίο, δηλαδή εάν η διάρκεια της δράσης υπερβαίνει τα 6 έτη.

[40] Όπως περιγράφεται στο τμήμα 5.3.

[41] Των οποίων το κόστος ΔΕΝ καλύπτεται από το ποσό αναφοράς.

[42] Των οποίων το κόστος ΔΕΝ καλύπτεται από το ποσό αναφοράς.

[43] Των οποίων το κόστος περιλαμβάνεται στο ποσό αναφοράς.

[44] Να γίνει παραπομπή στο νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο που αφορά ειδικά τον (τους) εν λόγω εκτελεστικό (-ούς) οργανισμό (-ούς).

[45] Να διευκρινιστεί το είδος της επιτροπής και η ομάδα στην οποία ανήκει.

Top