Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008DC0641

    Πρασινη Βιβλος σχετικά με την ποιότητα των γεωργικών προϊόντων: πρότυπα προϊόντων, απαιτήσεις για τη γεωργική παραγωγή και συστήματα ποιότητας

    /* COM/2008/0641 τελικό */

    52008DC0641

    Πρασινη Βιβλος σχετικά με την ποιότητα των γεωργικών προϊόντων: πρότυπα προϊόντων, απαιτήσεις για τη γεωργική παραγωγή και συστήματα ποιότητας /* COM/2008/0641 τελικό */


    [pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

    Βρυξέλλες, 15.10.2008

    COM(2008) 641 τελικό

    ΠΡΑΣΙΝΗ ΒΙΒΛΟΣ

    σχετικά με την ποιότητα των γεωργικών προϊόντων: πρότυπα προϊόντων, απαιτήσεις για τη γεωργική παραγωγή και συστήματα ποιότητας

    ΠΡΑΣΙΝΗ ΒΙΒΛΟΣ

    σχετικά με την ποιότητα των γεωργικών προϊόντων: πρότυπα προϊόντων, απαιτήσεις για τη γεωργική παραγωγή και συστήματα ποιότητας

    Στο πλαίσιο αυτής της διαβούλευσης, η Επιτροπή επιδιώκει να συγκεντρώσει τις απόψεις όλων των οργανώσεων και των πολιτών που ενδιαφέρονται για την ποιότητα των γεωργικών προϊόντων. Καλούνται να απαντήσουν οι γεωργοί και παραγωγοί τροφίμων, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι μεταποιητές, οι έμποροι λιανικής, οι διανομείς, οι εμπορευόμενοι, οι καταναλωτές και δημόσιοι φορείς. Οι απαντήσεις μπορεί να αφορούν το σύνολο ή μέρος της Πράσινης Βίβλου. Πρέπει να αποσταλούν μέχρι την Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2008 στην εξής ηλεκτρονική διεύθυνση: AGRI-QUALITY@ec.europa.eu ή στη ταχυδρομική διεύθυνση: Πράσινη Βίβλος "Ποιότητα" Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης Ευρωπαϊκή Επιτροπή B-1049 Bruxelles/1049 Brussels Οι απαντήσεις θα δημοσιευθούν στο Διαδίκτυο, μαζί με τα στοιχεία του συντάκτη (όνομα, πόλη, χώρα)[1]. Στην περίπτωση προσωπικής αντίρρησης σε ό, τι αφορά τη δημοσίευση των προσωπικών στοιχείων, οι απαντήσεις δημοσιεύονται ανωνύμως ή δεν δημοσιεύονται. Όσον αφορά τον δικτυακό τόπο της Επιτροπής μπορείτε να συμβουλευθείτε το "Ενημερωτικό σημείωμα", όπου και παρέχονται περισσότερες λεπτομέρειες για την προστασία των προσωπικών δεδομένων: http://www.ec.europa.eu/geninfo/legal_notices_en.htm Περισσότερες πληροφορίες θα βρείτε επίσης στον ακόλουθο δικτυακό τόπο της Πράσινης Βίβλου: http://ec.europa.eu/agriculture/quality/policy/index_en.htm |

    ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

    ΠΡΑΣΙΝΗ ΒΙΒΛΟΣ σχετικά με την ποιότητα των γεωργικών προϊόντων: πρότυπα προϊόντων, απαιτήσεις για τη γεωργική παραγωγή και συστήματα ποιότητας 2

    Εισαγωγή 4

    Μέρος I: Απαιτήσεις παραγωγής και κανόνες εμπορίας 6

    1. Απαιτήσεις της ΕΕ για την γεωργική παραγωγή 6

    2. Κανόνες εμπορίας 7

    2.1. Υποχρεωτικά στοιχεία των κανόνων εμπορίας 8

    2.2. Αποκλειστικοί όροι στο πλαίσιο των κανόνων εμπορίας 9

    2.3. Απλούστευση των κανόνων εμπορίας 10

    Μέρος II: Ειδικά συστήματα ποιότητας της ΕΕ 12

    3. Γεωγραφικές ενδείξεις 12

    3.1. Προστασία και επιβολή των γεωγραφικών ενδείξεων 13

    3.2. Κριτήρια για την καταχώριση των γεωγραφικών ενδείξεων 14

    3.3. Προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων της ΕΕ σε τρίτες χώρες 15

    3.4. Οι γεωγραφικές ενδείξεις ως συστατικά των μεταποιημένων προϊόντων 15

    3.5. Προέλευση πρώτων υλών σε προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη 16

    3.6. Συνοχή και απλούστευση των συστημάτων γεωγραφικής ένδειξης 16

    4. Εγγυημένα παραδοσιακά ιδιότυπα προϊόντα 17

    5. Βιολογική γεωργία 17

    6. Πολιτική προϊόντων ποιότητας για τις άκρως απόκεντρες περιφέρειες 18

    7. Άλλα συστήματα της ΕΕ 19

    Μέρος III: Συστήματα πιστοποίησης 20

    8. Συστήματα πιστοποίησης της ποιότητας των τροφίμων 20

    8.1. Αποτελεσματικότητα των συστημάτων πιστοποίησης σε ό, τι αφορά την επίτευξη στόχων πολιτικής 21

    8.2. Εποπτεία της ΕΕ 22

    8.3. Περιορισμός των επιβαρύνσεων και του κόστους 22

    8.4. Διεθνής διάσταση 23

    Συμπέρασμα 23

    Εισαγωγή

    Καθώς εξαπλώνεται η παγκοσμιοποίηση και ο κόσμος γίνεται μικρότερος, οι γεωργοί της ΕΕ δέχονται μεγαλύτερη πίεση από τις αναδυόμενες χώρες χαμηλού κόστους παραγωγής. Αυξάνει ο ανταγωνισμός για τα βασικά γεωργικά προϊόντα και τα προϊόντα προστιθέμενης αξίας. Ενόψει αυτών των εμπορικών προκλήσεων, το ισχυρότερο όπλο που διαθέτουν οι γεωργοί της ΕΕ είναι η ποιότητα. Η ΕΕ έχει πλεονέκτημα σε ό, τι αφορά την ποιότητα λόγω του πολύ υψηλού επιπέδου ασφαλείας που εγγυάται η νομοθεσία της στην αλυσίδα τροφίμων, ασφάλεια στην οποία έχουν επενδύσει οι γεωργοί και, γενικότερα, οι παραγωγοί. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες πτυχές που μπορούν να ενισχύσουν την ποιότητα, με την γενικότερη έννοια του όρου.

    Ποιότητα σημαίνει κάλυψη των προσδοκιών των καταναλωτών. Ως ποιότητα του γεωργικού προϊόντος στην παρούσα Πράσινη Βίβλο νοούνται τα χαρακτηριστικά του προϊόντος, όπως οι χρησιμοποιούμενες μέθοδοι γεωργικής παραγωγής, ο τόπος της γεωργικής παραγωγής, κλπ, τα οποία ο γεωργός επιθυμεί να είναι περισσότερο γνωστά και τα οποία ο καταναλωτής θέλει να γνωρίζει. Η ποιότητα απασχολεί όλους τους γεωργούς και όλους τους καταναλωτές, είτε πρόκειται για βασικά προϊόντα που παράγονται σύμφωνα με πρότυπα βάσης είτε για ποιοτικά προϊόντα ανώτατης στάθμης, για τα οποία διακρίνεται η Ευρώπη. Η παρούσα Πράσινη Βίβλος δεν προδικάζει τα ζητήματα ποιότητας που συνδέονται με την ασφάλεια των τροφίμων, τα οποία ήδη καλύπτονται από άλλες δράσεις της Επιτροπής, όπως η σήμανση σχετικά με την θρεπτικά αξία, η καλή μεταχείριση των ζώων κλπ.

    Απαιτήσεις της αγοράς και της κοινωνίας

    Σε μια εποχή υψηλών τιμών των βασικών προϊόντων, το κίνητρο για την αύξηση του όγκου της παραγωγής δεν πρέπει να δικαιολογεί χαμηλότερα πρότυπα. Οι καταναλωτές θέλουν τρόφιμα σε προσιτές τιμές και ικανοποιητικά από οικονομική άποψη. Ωστόσο, οι καταναλωτές και οι εμπορευόμενοι, πέρα από την τιμή, έχουν και πολλές άλλες απαιτήσεις για την αξία και την ποιότητα των προϊόντων τα οποία αγοράζουν. Το να ανταποκριθούν οι γεωργοί στις απαιτήσεις αυτές αποτελεί μεγάλη πρόκληση.

    Οι απαιτήσεις της αγοράς είναι ποικίλες και πολλαπλασιάζονται. Τα σημαντικότερα ζητήματα στην ΕΕ είναι η υγιεινή και η ασφάλεια των τροφίμων (πρόκειται για μια "μη διαπραγματεύσιμη απαίτηση"), η δυναμωτική και θρεπτική τους αξία και οι απαιτήσεις της κοινωνίας. Επιπλέον, οι καταναλωτές δίδουν όλο και μεγαλύτερη προσοχή στη συμβολή της γεωργίας στη βιωσιμότητα, στην κλιματική αλλαγή, στην ασφάλεια των τροφίμων και στην ανάπτυξη, στη βιοποικιλότητα, στην καλή μεταχείριση των ζώων και στη λειψυδρία. Η γεωργική παραγωγή, δεδομένου ότι είναι κατ' εξοχήν χρήστης γης, αποτελεί παράγοντα κλειδί για την τοπική ανάπτυξη των περιφερειών. Οι καταναλωτές με αυξανόμενο διαθέσιμο εισόδημα – σε πολλά μέρη του κόσμου –απαιτούν ως προς την τροφή τους γεύση, παραδοσιακό χαρακτήρα και αυθεντικότητα, καθώς και την εφαρμογή υψηλότερων προτύπων για την καλή μεταχείριση των ζώων.

    Οι γεωργοί της ΕΕ αντί να θεωρήσουν τις απαιτήσεις αυτές ως επιβαρυντικές, μπορούν να τις εκμεταλλευτούν – προσφέροντας στους καταναλωτές ακριβώς αυτό που επιθυμούν, καθιστώντας ευδιάκριτα τα προϊόντα τους στην αγορά και να βγουν έτσι κερδισμένοι.

    Η γεωργική πολιτική της ΕΕ πρέπει να υποστηρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι γεωργοί για να ανταποκριθούν επιτυχώς στην πρόκληση της ποιότητας. Αυτό ήδη επιδιώκεται με τα συστήματα και τους κανονισμούς της ΕΕ, με δύο τρόπους: Βασικά μέτρα και ποιοτικά μέτρα.

    Βασικά μέτρα

    Με τις κοινοτικές ρυθμίσεις θεσπίζονται μερικές από τις αυστηρότερες, παγκοσμίως, βασικές απαιτήσεις για την παραγωγή οι οποίες αφορούν την ασφάλεια και υγιεινή, την ταυτότητα και την ποιότητα του προϊόντος, το επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, και την υγεία των φυτών και ζώων και την καλή διαβίωση των ζώων, αντανακλώντας το δημοκρατικό αίτημα που με σαφήνεια εκφράζουν οι πολίτες και καταναλωτές της ΕΕ.

    Ποιοτικά μέτρα και συστήματα σε επίπεδο ΕΕ

    Πολλοί γεωργοί της ΕΕ αναζητούν μονίμως πρωτότυπους και μοναδικούς τρόπους δημιουργίας νέων εμπορικών διεξόδων και αύξησης των κερδών τους. Σε αυτούς περιλαμβάνονται και οι εξής:

    - παραγωγή ανώτερων ("premium") προϊόντων τα οποία προσφέρουν στον καταναλωτή κάτι περισσότερο από τις βασικές απαιτήσεις – είτε με τη μορφή ιδιαίτερων χαρακτηριστικών, όπως γεύση, προέλευση, κλπ ή σε ό, τι αφορά τη μέθοδο παραγωγής·

    - ενισχύεται η εμπιστοσύνη των καταναλωτών στα συστήματα ποιότητας της ΕΕ και στις απαιτήσεις των παραγωγών για τα ανώτερα προϊόντα τους·

    - βοηθούνται οι καταναλωτές να επιλέξουν ή/και να αποφασίσουν αν θα καταβάλουν υψηλότερη τιμή για κάποιο συγκεκριμένο προϊόν·

    - προστατεύεται η ονομασία των τροφίμων, των οίνων και των αλκοολούχων ποτών η οποία εξαρτάται από τον τόπο παραγωγής τους και την τεχνογνωσία των τοπικών παραγωγών και συνδέεται με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους ή τη φήμη τους, μέσω γεωγραφικών ενδείξεων , όπως ‘Chablis’, ‘Prosciutto di Parma’, ‘Scotch whisky’, ‘Café de Colombia’, ‘Σητεία Λασιθίου Κρήτης’, ‘Szegedi szalámi’, ‘Queso Manchego’, και ‘Nürnberger Lebkuchen’

    - επιβάλλονται ρυθμίσεις στον τομέα των βιολογικών προϊόντων με αυστηρές απαιτήσεις, δεδομένου ότι οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται στη βιολογική παραγωγή προσελκύουν όλο και περισσότερους καταναλωτές οι οποίοι αναζητούν ειδικά προϊόντα·που φέρουν το βιολογικό σήμα·

    - οι ονομασίες παραδοσιακών προϊόντων καταχωρίζονται σε σύστημα της ΕΕ ειδικώς σχεδιασμένο για την προώθηση παραδοσιακών προϊόντων και ποτών·

    - προωθούνται προϊόντα από τις άκρως απόκεντρες περιοχές της ΕΕ

    - θεσπίζονται κανόνες εμπορίας της ΕΕ σε πολλούς τομείς για τον καθορισμό ειδικών ιδιοτήτων του προϊόντος (όπως "εξαιρετικό παρθένο" για το ελαιόλαδο, "Κατηγορία Ι" για τα οπωροκηπευτικά και "ελεύθερης βοσκής" για τα αυγά)·

    - ενθαρρύνονται τα συστήματα πιστοποίησης που θεσπίζουν οι δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς για την καλύτερη ενημέρωση των καταναλωτών στην ΕΕ σχετικά με τις μεθόδους γεωργικής παραγωγής και τα χαρακτηριστικά των προϊόντων.

    Πράσινη Βίβλος

    Με αυτό ακριβώς το πνεύμα, η Επιτροπή αποφάσισε να ξεκινήσει ένα προβληματισμό για τον τρόπο κατά τον οποίο μπορεί να παγιωθούν η καταλληλότερη πολιτική και το καταλληλότερο κανονιστικό πλαίσιο για τη προστασία και την προώθηση της ποιότητας των γεωργικών προϊόντων, χωρίς να προκύπτουν επιπρόσθετο κόστος ή επιβαρύνσεις. Σε πρώτη φάση, προτίθεται να διενεργήσει ευρεία διαβούλευση για την καταλληλότητα των υφιστάμενων μέσων ή για τον τρόπο βελτίωσής τους και για να αναζητήσει νέες πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να δρομολογηθούν.

    Στο Μέρος Ι εξετάζονται οι βασικές απαιτήσεις για τη γεωργική παραγωγή και τους κανόνες εμπορίας τους οποίους υποστηρίζει η ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που καθορίζουν συγκεκριμένες ιδιότητες του προϊόντος.

    Στο Μέρος ΙΙ εξετάζονται υφιστάμενα συστήματα ποιότητας τα οποία αφορούν γεωγραφικές ενδείξεις, ‘εγγυημένα παραδοσιακά προϊόντα (ΕΠΠ)’, προϊόντα από τις άκρως απόκεντρες περιοχές και τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς για τα προϊόντα βιολογικής καλλιέργειας

    Στο Μέρος ΙΙΙ εξετάζονται τα συστήματα πιστοποίησης, ιδίως στον ιδιωτικό τομέα, με τα οποία μπορούν οι παραγωγοί να ενημερώνουν τους αγοραστές και τους καταναλωτές σχετικά με τα προϊόντα τους.

    Μέρος I: Απαιτήσεις παραγωγής και πρότυπα εμποριασ

    1. Απαιτήσεις της ΕΕ για τη γεωργικη παραγωγή

    Οι γεωργοί στην ΕΕ συμμορφώνονται προς σειρά απαιτήσεων που αφορούν τη γεωργική παραγωγή και το σύνολο των παραγόμενων στην ΕΕ τροφίμων έχει παραχθεί σύμφωνα με τους κανόνες αυτούς. Οι κανόνες δεν αποβλέπουν απλά στη διασφάλιση της τήρησης των προτύπων υγιεινής και ασφάλειας για τα τελικά προϊόντα διατροφής τα οποία διατίθενται στην αγορά, αλλά αφορούν και θέματα κοινωνικού χαρακτήρα (όπως μέριμνα για το περιβάλλον, θέματα δεοντολογίας, κοινωνικά…).

    Αυτό σημαίνει ότι οι γεωργοί πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί κατά την επιλογή και χρησιμοποίηση των εντομοκτόνων και φυτοφαρμάκων, να τηρούν τους κανόνες υγιεινής, να προλαμβάνουν τις φυτικές και ζωικές ασθένειες, να διασφαλίζουν ότι οι γεωργικοί εργάτες είναι εκπαιδευμένοι και προστατεύονται δεόντως, να προσφέρουν αποδεκτές συνθήκες για τα ζώα της γεωργικής εκμετάλλευσης και να προστατεύουν το περιβάλλον.

    Από την πλευρά τους, οι καταναλωτές πρέπει να αισθάνονται βέβαιοι ότι έχουν τηρηθεί αποδεκτές απαιτήσεις παραγωγής, συμπεριλαμβανομένων των προαναφερθεισών θεμιτών ανησυχιών της κοινωνίας, για όλα τα προϊόντα που έχουν παραχθεί στην ΕΕ.

    Αυτές οι απαιτήσεις παραγωγής εξελίσσονται διαρκώς παράλληλα με τις απαιτήσεις της κοινωνίας. Είναι σημαντικές για την ποιότητα των πωλούμενων τροφίμων, και είναι ένα στοιχείο που οι γεωργοί μπορούν να προωθήσουν. Ωστόσο, είναι εμφανές ότι υπάρχει έλλειψη πληροφόρησης των καταναλωτών σχετικά με την ύπαρξη αυτών των απαιτήσεων για τη γεωργική παραγωγή και σχετικά με το ότι αυτές έχουν τηρηθεί κατά την παραγωγή των τροφίμων.

    Ωστόσο, πολλές από αυτές τις απαιτήσεις για τη γεωργική παραγωγή – αυτές που δεν αφορούν την υγιεινή και την ασφάλεια των τροφίμων – όπως οι κανόνες για το περιβάλλον και για την καλή μεταχείριση των ζώων, δεν ισχύουν κατ' ανάγκη για τα εισαγόμενα είδη διατροφής. Σε τι οφείλεται όμως αυτή η διαφορά; Τα πρότυπα γεωργικής παραγωγής, η προστασία του περιβάλλοντος, η καλή μεταχείριση των ζώων και η ασφάλεια των εργαζομένων είναι θέματα τα οποία υπάγονται στην κανονιστική αρμοδιότητα των κυβερνήσεων των χωρών όπου πραγματοποιείται η γεωργική παραγωγή. Έτσι, μολονότι η ΕΕ μπορεί και πράγματι επιμένει ώστε τα εισαγόμενα τρόφιμα να πληρούν τα ελάχιστα πρότυπα προϊόντων, ιδίως σε ό, τι αφορά την υγιεινή και την ασφάλεια, η νομοθεσία της χώρας παραγωγής είναι εκείνη που εφαρμόζεται στις χρησιμοποιούμενες μεθόδους γεωργικής παραγωγής εισαγόμενων γεωργικών προϊόντων και τροφίμων.

    Πρέπει να υπάρξει στενότερος σύνδεσμος μεταξύ των απαιτήσεων για τη γεωργική παραγωγή πέρα από τα θέματα υγιεινής και ασφάλειας που τηρούν όλοι οι γεωργοί της ΕΕ, και των παραγόμενων προϊόντων. Αν περισσότεροι καταναλωτές γνώριζαν και αναγνώριζαν αυτές τις απαιτήσεις για τη γεωργική παραγωγή, αυτό πιθανώς θα ήταν επωφελές για την εμπορία.

    Ωστόσο, οι απαιτήσεις αυτές πρέπει να τηρούνται χωρίς να δημιουργούν εμπόδια στη λειτουργία της ενιαίας αγοράς ή στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

    Ερώτηση 1: Πώς μπορούν να γίνουν ευρύτερα γνωστές οι απαιτήσεις και τα πρότυπα που τηρούν οι γεωργοί, πέρα από αυτά που αφορούν την υγιεινή και την ασφάλεια; Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα σε ό, τι αφορά: τη δημιουργία νέων συστημάτων της ΕΕ σχετικά με τη χρήση ενός ή πολλών συμβόλων ή λογότυπων για τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της ΕΕ που αφορούν τη γεωργική παραγωγή, εκτός αυτών που αφορούν την υγιεινή και την ασφάλεια; Ένα προϊόν που δεν είναι προϊόν της ΕΕ, αλλά συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της ΕΕ για την παραγωγή, πρέπει επίσης να μπορεί να χρησιμοποιεί ένα τέτοιο σύστημα ποιότητας της ΕΕ; την υποχρεωτική ένδειξη για τον τόπο παραγωγής των προϊόντων βάσης (ΕΕ/μη ΕΕ); |

    - 2. Κανονεσ εμπορίας

    Οι κανόνες εμπορίας της ΕΕ είναι ρυθμίσεις οι οποίες προβλέπουν ορισμούς των προϊόντων, ελάχιστα πρότυπα προϊόντων, κατηγορίες προϊόντων και απαιτήσεις σε ό, τι αφορά τη σήμανση για την ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με σειρά γεωργικών προϊόντων και με ορισμένα μεταποιημένα τρόφιμα[2]. Οι ρυθμίσεις αυτές θα συμβάλουν ώστε οι γεωργοί να παραδίδουν στους καταναλωτές προϊόντα με την αναμενόμενη ποιότητα, να μην απογοητεύονται οι καταναλωτές και να διευκολύνεται η σύγκριση τιμών προϊόντων διαφορετικής ποιότητας. Οι κανόνες εμπορίας θεσπίστηκαν για να αντικαταστήσουν τα διάφορα εθνικά πρότυπα και, συνεπώς, για να διευκολυνθούν οι συναλλαγές στην ενιαία αγορά.

    Δεν υπόκεινται όλα τα τρόφιμα σε κανόνες εμπορίας σε επίπεδο ΕΕ. Για παράδειγμα, στον τομέα των αροτραίων καλλιεργειών (σιτάρι, αραβόσιτος, όσπρια, κλπ) η εμπορία των βασικών προϊόντων γίνεται σύμφωνα με επίσημα πρότυπα ταξινόμησης και κατάταξης που καθορίζονται σε διεθνή, εθνική και ιδιωτική βάση. Σε ό, τι αφορά τα προϊόντα τα οποία πωλούνται στους καταναλωτές και δεν καλύπτονται από κανόνες εμπορίας, εφαρμόζονται οι γενικοί κανόνες περί προστασίας του καταναλωτή και σήμανσης, με στόχο να διαβεβαιώνονται οι καταναλωτές ότι δεν παραπλανώνται.

    Η ανάπτυξη ορισμένων κανόνων εμπορίας υπήρξε απλή, ενώ για ορισμένους άλλους υπήρξε αμφιλεγόμενη. Η διαδικασία αναθεώρησης των κανόνων εμπορίας με κανονισμό της ΕΕ μπορεί επίσης να είναι επαχθής.

    Με την Πράσινη Βίβλο, η Επιτροπή επιδιώκει διαβούλευση επί τριών γενικών ζητημάτων που αφορούν κανόνες εμπορίας: πώς πρέπει να αναπτυχθούν τα υποχρεωτικά μέρη των κανόνων εμπορίας της ΕΕ· αν πρέπει να επεκταθεί η χρήση των προαιρετικών όρων (που καλούνται επίσης "αποκλειστικοί" όροι)· και ποιες είναι οι εναλλακτικές δυνατότητες για την απλούστευση της ίδιας της διαδικασίας θέσπισης κανόνων.

    2.1. Υποχρεωτικά στοιχεία των κανόνων εμπορίας

    Ταυτότητα προϊόντων : Οι περισσότεροι κανόνες εμπορίας της ΕΕ καθορίζουν τα γεωργικά προϊόντα ή τρόφιμα που καλύπτουν, θέτοντας σαφείς, κοινούς κανόνες για την περιγραφή των προϊόντων. Για παράδειγμα, μπορεί να μη χρησιμοποιείται ο όρος "χυμός" εάν έχει προστεθεί νερό στον χυμό φρούτων. Παρομοίως, ο όρος "γάλα" δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τα ποτά σόγιας.

    Απαιτήσεις για τη γεωργική παραγωγή: Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως για τα νωπά φρούτα και λαχανικά ή το κρέας πουλερικών, οι κανόνες εμπορίας καθορίζουν επίσης απόλυτα αυστηρές απαιτήσεις για "υγιή, δίκαιη και εμπορεύσιμη" ποιότητα, που αποτελεί προϋπόθεση για την πώληση στους καταναλωτές. Τα νωπά φρούτα και λαχανικά δεν πωλούνται στους καταναλωτές αν έχουν αλλοιωθεί ή φέρουν ελαττώματα, αν είναι βρώμικα, αν έχουν υποστεί φθορά από έντομα, δεν είναι επαρκώς ώριμα ή, εφόσον πρόκειται για φρούτα, αν είναι άωρα. Στις απαιτήσεις αυτές συμπεριλαμβάνονται και οι απαιτήσεις για το ελάχιστο μέγεθος (με ένδειξη για την ωριμότητα). Τούτο μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα, οπωροκηπευτικά τα οποία είναι εδώδιμα (δηλ. ασφαλή προς βρώση) να αποκλειστούν από την αγορά νωπών προϊόντων και είτε να χρησιμοποιηθούν για μεταποίηση είτε να καταστραφούν.

    Κατατάξεις βάσει ποιότητας και μεγέθους: Σε πολλούς κανόνες εμπορίας περιλαμβάνονται συστήματα υποχρεωτικής κατάταξης. Αυτά αρχικά καθιερώθηκαν για λόγους διαφάνειας της αγοράς, ώστε να μπορούν οι αγοραστές να συγκρίνουν τις τιμές γνωστών κατηγοριών προϊόντων. Τα σφάγια και τεμάχια πουλερικών πρέπει κατατάσσονται στην κατηγορία Α ή Β βάσει ποιοτικών κριτηρίων, όπως η τεχνική περιγραφή του σχήματος και της μορφής του σφαγίου και τυχόν ελαττώματά του. Τα αυγά κατατάσσονται σε μία από τις τέσσερις τάξεις μεγέθους - 'XL', 'L', 'M' και 'S' – και κατατάσσονται σύμφωνα με την μέθοδο γεωργικής παραγωγής: "αυγά κλωβού", "αυγά κλιμακωτής σχάρας", "αυγά ελεύθερης βοσκής" ή "βιολογικά". Παρομοίως, ορισμένα φρούτα και λαχανικά μπορεί να ταξινομηθούν ως 'Έξτρα', 'Κατηγορίας I' ή 'Κατηγορίας II'. Τούτο σημαίνει ότι όλα τα προϊόντα πρέπει να ταξινομηθούν πριν διατεθούν στο εμπόριο.

    Σε ό, τι αφορά τις υποχρεωτικές πλευρές των κανόνων εμπορίας, τα κύρια θέματα αφορούν το κατά πόσον ο κανόνας είναι αναγκαίος για την κάλυψη των θεμιτών στόχων πολιτικής, αν το κόστος της διοικητικής επιβάρυνσης δεν είναι δυσανάλογο, και αν η εφαρμογή έχει ανεπιθύμητες συνέπειες / όπως την παρεμπόδιση της εμπορίας καινοτόμων ή μη κοινών προϊόντων η την καταστροφή εδώδιμου προϊόντος.

    Ερώτηση 2: Με ποιο τρόπο επιδρά στους καταναλωτές, στους εμπορευόμενους και στους παραγωγούς η θέσπιση ταυτότητας των προϊόντων για τους κανόνες εμπορίας στην νομοθεσία της ΕΕ; Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα; Πρέπει να επιτρέπεται η λιανική πώληση προϊόντων τα οποία πληρούν μεν τις απαιτήσεις υγιεινής και ασφάλειας, αλλά όχι τον κανόνα εμπορίας για αισθητικούς ή παρόμοιους λόγους; Στη περίπτωση αυτή, στα προϊόντα αυτά πρέπει να αναγράφονται ειδικές πληροφορίες για τον καταναλωτή; Οι υποχρεωτικές κατατάξεις για την ποιότητα και το μέγεθος μπορεί να καταστούν προαιρετικές ως "προαιρετικοί αποκλειστικοί όροι" (όπως αναφέρεται κατωτέρω στο σημείο 2.2); |

    2.2. Αποκλειστικοί όροι στο πλαίσιο των κανόνων εμπορίας

    Οι προαιρετικοί αποκλειστικοί όροι καθορίζονται βάσει νόμου. Με αυτούς ο καταναλωτής ενημερώνεται ότι το προϊόν για το οποίο χρησιμοποιείται ο αποκλειστικός όρος, αντιστοιχεί σε καθορισμένη μέθοδο γεωργικής παραγωγής ή σε χαρακτηριστικό προϊόντος. Με τους αποκλειστικούς όρους στους κανόνες εμπορίας παρέχονται στους καταναλωτές χρήσιμες, ακριβείς τεχνικές πληροφορίες. Οι αποκλειστικοί όροι βοηθούν και τους παραγωγούς διότι ταυτοποιούν χαρακτηριστικά προστιθέμενης αξίας ή μεθόδους γεωργικής παραγωγής και επομένως διασφαλίζουν επιπρόσθετη οικονομική αποδοτικότητα για επιπρόσθετα κόστη παραγωγής.

    Οι προαιρετικοί αποκλειστικοί όροι χρησιμοποιούνται και για τον προσδιορισμό κατηγοριών ή ποιοτήτων του προϊόντος. Ωστόσο, το προϊόν μπορεί να πωλείται χωρίς να χρησιμοποιείται κανένας από αυτούς τους προαιρετικούς όρους, για παράδειγμα:

    - σύμφωνα με τους κανόνες εμπορίας για το κρέας πουλερικών, η χρήση των προαιρετικών όρων "εκτατική εκτροφή", "ελεύθερη βοσκή", ή "παραδοσιακή ελεύθερη βοσκή", περιορίζεται στο προϊόν το οποίο έχει παραχθεί με καθορισμένες μεθόδους·

    - ο όρος «εξαγωγή εν ψυχρώ» μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο στο παρθένο και στο εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο που έχει υποβληθεί στην καθορισμένη διαδικασία – η χρήση του όμως δεν είναι υποχρεωτική.

    Με την προαιρετική χρήση των αποκλειστικών όρων είναι δυνατό να παρέχονται σταθεροί ορισμοί, εφόσον χρειάζεται, πράγμα που προσφέρει τη δυνατότητα στους γεωργούς να καθιστούν γνωστά ειδικά χαρακτηριστικά του προϊόντος και μεθόδους γεωργικής παραγωγής.

    Αφετέρου, οι γεωργοί και οι παραγωγοί του πρώτου σταδίου μεταποίησης τροφίμων σε διάφορους γεωργικούς τομείς που επιθυμούν να ενημερώνουν τους καταναλωτές σχετικά με συγκεκριμένες μεθόδους γεωργικής παραγωγής, χρησιμοποιούν συχνά λέξεις όπως "αγρόκτημα", "ορεινό", "χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα" "φυσικό", κλπ. Αυτοί οι περιγραφικοί όροι μπορούν να χρησιμοποιούνται εφόσον συμφωνούν με ισχύοντα εθνικό ορισμό καθώς και με το γενικό πρότυπο περί μη παραπλανήσεως του καταναλωτή. Οι λέξεις αυτές και οι πρακτικές γεωργικής παραγωγής που αφήνουν να υπονοηθούν, καθιστούν τα προϊόντα ελκυστικά. Συνεπώς, οι καταναλωτές μπορεί να παραπλανηθούν αν, για παράδειγμα, λέξεις που υπονοούν τη χρήση μεθόδων εκτατικής εκτροφής χρησιμοποιούνται στο προϊόν εντατικότερης γεωργίας. Η πρόσφατη εμφάνιση διαφόρων σημάνσεων στις οποίες αναγράφεται η χρήση μεθόδων γεωργικής παραγωγής που περιορίζουν την επίπτωση στην αλλαγή του κλίματος, έχει δημιουργήσει κάποια σύγχυση. Επομένως, είναι αναγκαίο να καθοριστούν παρόμοιοι όροι γεωργικής παραγωγής σε επίπεδο ΕΕ σε συγκεκριμένους τομείς.

    Ερώτηση 3: Σε ποιο βαθμό είναι αναγκαίο να προβλεφθούν οι ορισμοί των "προαιρετικών αποκλειστικών όρων" στους κανόνες εμπορίας σε επίπεδο ΕΕ; Οι ορισμοί που αφορούν γενικούς αποκλειστικούς όρους οι οποίοι περιγράφουν μεθόδους γεωργικής παραγωγής σε συγκεκριμένους τομείς, όπως "ορεινό προϊόν", "αγρόκτημα" και "χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα", πρέπει να καθιερωθούν από την ΕΕ; |

    2.3. Απλούστευση κανόνων εμπορίας

    Για την εν γένει ανάπτυξη κανόνων εμπορίας της ΕΕ πρέπει να εξεταστεί πώς μπορεί να απλουστευθεί η θέσπιση κανόνων, είτε σε επίπεδο Επιτροπής ή από άλλους φορείς ή με αναφορά σε διεθνή πρότυπα.

    Η απλούστευση πρέπει επίσης να συνυπολογίζει τη διοικητική επιβάρυνση των δημοσίων αρχών και των ενδιαφερομένων. Για παράδειγμα, η υποχρεωτική ταξινόμηση (π.χ. κατά μέγεθος) των οπωροκηπευτικών επιβαρύνει τους παραγωγούς με κάποιο κόστος και απαιτεί τη διενέργεια ελέγχων συμμόρφωσης από τις δημόσιες αρχές.

    Πολλοί κανόνες εμπορίας της ΕΕ βασίζονται σε διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα του Codex Alimentarius ή της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (ΗΕ/ΟΕΕ). Εφόσον είναι σκόπιμο, τα διεθνή αυτά πρότυπα χρησιμοποιούνται ως βάση για τους κανόνες εμπορίας της ΕΕ. Στη περίπτωση των αροτραίων καλλιεργειών για τις οποίες δεν έχουν θεσπιστεί κανόνες εμπορίας της ΕΕ, τα εθνικά πρότυπα παραπέμπουν στα διεθνή πρότυπα ή οι ιδιώτες εμπορευόμενοι χρησιμοποιούν απευθείας τα διεθνή πρότυπα, σε αντίθεση με τα υποχρεωτικά πρότυπα της ΕΕ τα οποία εφαρμόζονται σε ορισμένα οπωροκηπευτικά. Η ΕΕ συμβάλλει επίσης στην δημιουργία διεθνών προτύπων και μερικές φορές τα πρότυπα της ΕΕ χρησιμοποιούνται ως βάση για τη δημιουργία διεθνών προτύπων.

    Δεδομένου ότι οι απαιτήσεις μεταβάλλονται και η τεχνολογία προοδεύει, οι κανόνες εμπορίας μπορεί να καταστούν παρωχημένοι και να είναι αναγκαία η προσαρμογή και επικαιροποίησή τους. Γενικά, υπάρχουν δύο τρόποι αντιμετώπισης.

    Αυτορρύθμιση

    Μπορεί να ανατεθεί στους εμπορευόμενους στον σχετικό τομέα η θέσπιση και παρακολούθηση των κανόνων εμπορίας, συμπεριλαμβανομένων της ταυτότητας του προϊόντος, της ταξινόμησης του προϊόντος και των αποκλειστικών όρων. Αν υπάρχουν διεθνή πρότυπα, αυτά μπορούν απλά να χρησιμοποιηθούν από τους παραγωγούς και τους εμπορευόμενους στις εμπορικές συναλλαγές.

    Οι εμπορευόμενοι και οι επιχειρηματίες συγκεκριμένου τομέα μπορούν οι ίδιοι να αναπτύξουν πρωτοβουλία για τη δημιουργία προτύπων αναφοράς ή κωδίκων πρακτικής. Η διαδικασία αυτή είναι γνωστή ως αυτορρύθμιση. Το διοικητικό κόστος για την επιβολή είναι χαμηλό και τυχόν διαφορές επιλύονται μεταξύ των ενεχομένων μερών για παράδειγμα, με διαιτησία. Αντίθετα, τα πρότυπα τα οποία επιβάλλουν οι δημόσιες αρχές συνεπάγονται το κόστος της διενέργειας επιθεωρήσεων και ελέγχων, καθώς και δικαστικών διαδικασιών εφόσον χρειάζεται.

    Πλεονέκτημα της αυτορρύθμισης είναι ότι η πολιτική χαράσσεται, εφαρμόζεται και επιβάλλεται από ειδικούς του κλάδου οι οποίοι γνωρίζουν από πρώτο χέρι τι συμβαίνει στην αγορά. Οι διαδικασίες σύνταξης των προτύπων μπορεί να είναι απλούστερες και να επιτρέπουν μεγαλύτερη ευελιξία και ταχύτερη προσαρμογή σε ένα δυναμικό περιβάλλον αγοράς. Συγχρόνως, οι τεχνικές ρυθμίσεις εφαρμόζονται μόνο στις επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν τη δέσμευση να τις τηρήσουν (αναφέρονται επίσης και ως διακανονισμοί "μεταξύ ίσων" - "inter pares" ή ως διακανονισμοί μεταξύ υπογραφόντων μερών).

    Παραδείγματα αυτορρύθμισης απαντώνται στον τομέα του εμπορίου πατάτας και στον τομέα χυμών φρούτων.

    Απλουστευμένη κανονιστική ρύθμιση της ΕΕ

    Ένας άλλος τρόπος για την επικαιροποίηση των κανόνων εμπορίας είναι η απλούστευση της έγκρισης και αναθεώρησης των κανόνων εμπορίας της ΕΕ, μέσω της από κοινού ρύθμισης, της άμεσης παραπομπής σε διεθνή πρότυπα και της εφαρμογής προαιρετικών συστημάτων, εφόσον χρειάζεται.

    - Από κοινού ρύθμιση είναι η διαδικασία με την οποία μια κοινοτική νομοθετική πράξη αναθέτει την επίτευξη σαφώς καθορισμένων στόχων σε ενδιαφερόμενους οι οποίοι έχουν αναγνωριστεί στον σχετικό χώρο . Για τους κανόνες εμπορίας, ο νομοθέτης πρέπει να εστιάζει στις ουσιώδεις πτυχές της νομικής πράξης ενώ ζητείται από τους εκπροσώπους των ενδιαφερομένων να συμπληρώσουν τη νομοθεσία και να προβλέψουν τα τεχνικά στοιχεία και προδιαγραφές βάσει της πείρας τους.

    - Οι νομοθετικές πράξεις της ΕΕ μπορεί να περιέχουν απλή μνεία στα διεθνώς συμφωνηθέντα πρότυπα. Έτσι αποφεύγεται η διαδικασία θέσπισης κανόνων της ΕΕ για τους κανόνες εμπορίας. Ωστόσο, τα διεθνή πρότυπα συνήθως θεσπίζονται σε μερικές μόνο γλώσσες και βέβαια σε λίγες μόνο επίσημες γλώσσες της ΕΕ.

    - Τέλος, θα μπορούσε να απλουστευθεί και να εναρμονισθεί το ουσιώδες περιεχόμενο των υφιστάμενων κανόνων, για παράδειγμα μέσω μιας σημαντικής αναθεώρησης (βλ. την προαναφερθείσα συζήτηση σχετικά με τις διάφορες πτυχές των κανόνων εμπορίας, ειδικότερα "τους αποκλειστικούς όρους") και της σύνταξης νέου, εναρμονισμένου πλαισίου για τους κανόνες εμπορίας, όπως έχει τώρα ξεκινήσει στον τομέα των οπωροκηπευτικών.

    Ερώτηση 4: Σε ποιο βαθμό μπορεί να αφεθούν η σύνταξη, εκτέλεση και έλεγχος των κανόνων εμπορίας (ή μέρους αυτών) στην αυτορρύθμιση; Αν οι κανόνες εμπορίας (ή μέρος αυτών) διέπονται από την νομοθεσία της ΕΕ, ποια θα είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα, συμπεριλαμβανομένης και της διοικητικής επιβάρυνσης που συνεπάγεται: η χρήση της από κοινού ρύθμισης; η παραπομπή στα διεθνή πρότυπα; η διατήρηση της παρούσας προσέγγισης (με παράλληλη απλούστευση της ουσίας κατά το δυνατόν περισσότερο); |

    - Μέρος II: Ειδικα συστήματα ποιότητας της ΕΕ

    Έχουν θεσπιστεί τέσσερα συστήματα ποιότητας της ΕΕ για τη δημιουργία γεωγραφικών ενδείξεων, βιολογικής γεωργικής παραγωγής, παραδοσιακών ιδιότυπων προϊόντων και προϊόντων από τις άκρως απόκεντρες περιοχές της ΕΕ. Με τα συστήματα αυτά οι καταναλωτές μπορούν να αναγνωρίζουν προϊόντα με ιδιαίτερες ιδιότητες που οφείλονται στην προέλευσή τους ή/και σε μέθοδο γεωργικής παραγωγής. Για να έχουν οι καταναλωτές τη βεβαιότητα ότι η σήμανση είναι δικαιολογημένη, οι δημόσιες αρχές ή ο πιστοποιημένος ιδιωτικός φορέας παρακολουθούν κατά πόσο υπάρχει συμμόρφωση προς την προδιαγραφή. Οι γεωργοί που παράγουν αυθεντικά προϊόντα προστατεύονται από την πώληση προϊόντων απομίμησης σε χαμηλότερη τιμή, τα οποία φέρουν την προστατευόμενη ονομασία. Επομένως, θα πρέπει να είναι σε θέση να διασφαλίσουν μια υψηλότερη τιμή για την επιπρόσθετη φροντίδα και προσπάθειά τους.

    Τα τέσσερα συστήματα θα αντιστοιχούν σε ιδιαίτερες απαιτήσεις της αγοράς για προϊόντα με τις συγκεκριμένες αυτές ιδιότητες. Στόχος της παρούσας Πράσινης Βίβλου είναι η σε βάθος μελέτη των διαφόρων πτυχών των συστημάτων αυτών καθώς και η πιθανότητα θέσπισης επιπρόσθετου συστήματος της ΕΕ.

    3. Γεωγραφικές ενδείξεις

    "Γεωγραφική ένδειξη" είναι μια ονομασία που περιγράφει ένα γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο του οποίου τα χαρακτηριστικά ή η φήμη οφείλονται στη γεωγραφική περιοχή από την οποία προέρχεται. Πολλοί καταναλωτές στην ΕΕ και, όλο και περισσότερο, ανά τον κόσμο, οι οποίοι θέλουν προϊόντα ποιότητας, θα τα αναζητήσουν και θα καταβάλουν υψηλότερη τιμή για αυθεντικά προϊόντα από συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Για τους γεωργούς και τους παραγωγούς, οι γεωγραφικές ενδείξεις μπορεί να αποτελέσουν σημαντική πηγή εισοδήματος και ασφάλειας, ενώ συγχρόνως τους προσφέρουν ικανοποίηση και υπερηφάνεια διότι παράγουν προϊόντα ποιότητας τα οποία αποτελούν μέρος της κληρονομιάς της Ευρώπης.

    Έτσι εξηγείται η δημιουργία, από την ΕΕ, αρχείων γεωγραφικών ενδείξεων για τα γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα, τα κρασιά και τα οινοπνευματώδη, με στόχο να διευκολυνθεί η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας για τις ονομασίες των σχετικών προϊόντων. Η "γεωγραφική ένδειξη" περιλαμβάνει την "προστατευόμενη ονομασία προέλευσης" (ΠΟΠ) καθώς και τις "προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις" (ΠΓΕ). Προκειμένου μια ονομασία να χαρακτηριστεί ως ΠΟΠ, πρέπει καταρχήν όλα τα στάδια της παραγωγής[3] να πραγματοποιούνται στην γεωγραφική περιοχή και τα χαρακτηριστικά του προϊόντος πρέπει να οφείλονται αποκλειστικά ή κυρίως στην γεωγραφική καταγωγή του. Για να λάβει ένα προϊόν την ΠΓΕ, πρέπει τουλάχιστον ένα στάδιο της παραγωγής του να έχει πραγματοποιηθεί στην περιοχή και ο σύνδεσμος με την εν λόγω περιοχή να οφείλεται σε συγκεκριμένη ποιότητα, στη φήμη ή άλλο σε χαρακτηριστικό που συνδέεται με την γεωγραφική περιοχή.

    Στο σύστημα ΓΕ της ΕΕ μπορούν βεβαίως να συμμετέχουν ελεύθερα οι παραγωγοί τρίτων χωρών.

    3.1. Προστασία και επιβολή των γεωγραφικών ενδείξεων

    Προστασία

    Η καταχώριση της γεωγραφικής ένδειξης εξασφαλίζει την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας και παρέχει το δικαίωμα στους παραγωγούς και άλλους εμπορευόμενους, οι οποίοι αγοράζουν ή πωλούν το πρωτότυπο προϊόν, να χρησιμοποιούν την καταχωρισθείσα ονομασία. Η καταχωρισθείσα ονομασία δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για παρεμφερή προϊόντα, ακόμη και αν συνοδεύεται από όρους όπως "παρόμοιο", "τύπου", "είδους" ή αν στα προϊόντα αυτά αναφέρεται η ονομασία ως έχει ή η μετάφρασή της.

    Η καταχώριση και προστασία μιας γεωγραφικής ένδειξης μπορεί να δημιουργήσει συγκρούσεις με τυχόν υφιστάμενους (ή πιθανούς) χρήστες της ονομασίας, όπως κατόχους εμπορικών σημάτων ή χρήστες ονομασιών φυτικών ποικιλιών και ζωικών φυλών που περιέχουν γεωγραφική ένδειξη. Ορισμένοι χρήστες ισχυρίζονται ότι η ονομασία χρησιμοποιείται με γενική έννοια, εφόσον μια ονομασία που είναι κοινή δεν μπορεί να καταχωρισθεί ως γεωγραφική ένδειξη. Υφίστανται νομοθετικοί κανόνες για την επίλυση των ζητημάτων αυτών και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει δώσει σημαντικές διευκρινίσεις για το θέμα του καθεστώτος της "γενικής ονομασίας".

    Για την ευκολότερη αναγνώριση των προϊόντων με προστατευόμενη ΓΕ, η ΕΕ έχει δημιουργήσει σύμβολα που χρησιμοποιούνται στα προϊόντα τα οποία διατίθενται στο εμπόριο με καταχωρισθείσα ονομασία.

    Επιβολή

    Οι έλεγχοι στους οποίους έχουν συμφωνήσει να υποβάλλονται οι γεωργοί σε ό, τι αφορά τις προδιαγραφές των προϊόντων διενεργούνται από δημόσιες αρχές ή ιδιωτικούς φορείς πιστοποίησης. Επιπλέον, τα κράτη μέλη διενεργούν διοικητικούς ελέγχους για τη χρήση των καταχωρισθεισών ονομασιών επί προϊόντων τα οποία διατίθενται για διανομή και στο λιανικό εμπόριο δυνάμει συγκεκριμένης νομοθεσίας η οποία αφορά τους οίνους και τα οινοπνευματώδη, και οι οποίοι αποτελούν μέρος του επίσημου ελέγχου βάσει της νομοθεσίας της ΕΕ για τα τρόφιμα σε ό, τι αφορά άλλα προϊόντα.

    Οι εν λόγω έλεγχοι που διενεργούν οι δημόσιες αρχές για τις γεωγραφικές ενδείξεις διακρίνουν το μέσο από την προστασία του κατατεθέντος σήματος. Το εμπορικό σήμα είναι μέσο ιδιωτικού δικαίου. Ο κάτοχός του οφείλει να το διεκδικήσει με αγωγή, εφόσον χρειάζεται.

    Ερώτηση 5: Χρειάζεται να διευκρινιστούν ή να προσαρμοστούν κάποια σημεία των κανόνων οι οποίοι προβλέπουν τα δικαιώματα των χρηστών γεωγραφικών ενδείξεων και άλλων χρηστών (ή πιθανών χρηστών) ονομασίας; Βάσει ποιων κριτηρίων προσδιορίζεται ότι πρόκειται για κοινή ονομασία; Χρειάζεται να γίνουν κάποιες αλλαγές στο σχέδιο για τις γεωγραφικές ενδείξεις σε ό, τι αφορά: την εμβέλεια της προστασίας; την επιβολή της προστασίας; τα καλυπτόμενα γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα; Πρέπει να ενθαρρύνεται δραστικότερα η χρήση εναλλακτικών μέσων όπως τα κατατεθέντα εμπορικά σήματα; |

    - 3.2. Κριτήρια για την καταχώριση των γεωγραφικών ενδείξεων

    Είναι ιδιαίτερα σημαντικό οι καταχωρίσεις να ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των καταναλωτών για προϊόντα ποιότητας έτσι ώστε να διατηρείται η εμπιστοσύνη τους στο σύστημα των γεωγραφικών ενδείξεων. Έχουν καταχωριστεί ή εξετάζεται η καταχώριση περίπου 3000 γεωγραφικών ενδείξεων συνολικά, για οίνους, οινοπνευματώδη και για γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα. Πολλές από τις αιτήσεις οι οποίες έχουν υποβληθεί αφορούν προϊόντα τα οποία κατά κύριο λόγο πωλούνται σε τοπικές ή περιφερειακές αγορές. Για ορισμένες ονομασίες μεταποιημένων τροφών, ο σύνδεσμος μεταξύ του τόπου και της παραγωγής συνίσταται μάλλον στην μεταποίηση παρά στην γεωργική παραγωγή των συστατικών και στη φήμη που έχει το προϊόν. Επομένως, οι πρώτες ύλες μπορεί να μην προέρχονται από τη συγκεκριμένη περιοχή και αυτό ακριβώς δεν θέλει ο καταναλωτής.

    Η ποιότητα και φήμη πολλών προϊόντων δεν βασίζονται αποκλειστικά σε παράγοντες συνδεόμενους με την καταγωγή και/ή την τεχνογνωσία των τοπικών παραγωγών. Τα κριτήρια βιωσιμότητας μπορεί επίσης να συμβάλλουν σημαντικά στην ποιότητα του προϊόντος και στην κάλυψη των προσδοκιών του καταναλωτή, όπως:

    - συμβολή του προϊόντος στην τοπική οικονομία,

    - περιβαλλοντική αειφορία των μεθόδων γεωργικής παραγωγής,

    - οικονομική βιωσιμότητα του προϊόντος και δυνατότητες εξαγωγής του,

    - για τα μεταποιημένα τρόφιμα απαιτείται όλες οι πρώτες ύλες να προέρχονται επίσης από περιοχή πέριξ της ζώνης μεταποίησης του προϊόντος.

    Ερώτηση 6: Πρέπει να θεσπιστούν επιπλέον κριτήρια για να περιοριστεί ο αριθμός των αιτήσεων για γεωγραφικές ενδείξεις; Ειδικότερα, πρέπει να καταστούν αυστηρότερα τα κριτήρια για τις προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις, που διαφέρουν από τις προστατευόμενες ονομασίες προέλευσης, ώστε να υπογραμμίζεται ο υφιστάμενος σύνδεσμος μεταξύ προϊόντος και γεωγραφικής περιοχής; Τα ειδικά κριτήρια βιωσιμότητας και άλλα πρέπει να αποτελούν μέρος της προδιαγραφής, ανεξάρτητα από το εάν αυτά συνδέονται αναπόσπαστα με την προέλευση; Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα; |

    3.3. Προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων της ΕΕ σε τρίτες χώρες

    Ορισμένες γεωγραφικές ενδείξεις προσφέρουν σημαντικές δυνατότητες εξαγωγής σε αγορές προϊόντων υψηλής ποιότητας. Οι εξαγωγείς της ΕΕ μπορούν να επωφεληθούν όταν οι καταναλωτές αναζητούν ποιοτικά προϊόντα. Ωστόσο, οι επιτυχείς γεωγραφικές ενδείξεις αποτελούν και έναν ελκυστικό στόχο για αντιγραφή και παράνομη ιδιοποίηση. Για να ενθαρρυνθούν οι εξαγωγείς της ΕΕ να εμπορεύονται προϊόντα ποιότητας εκτός της ΕΕ και να προστατεύονται οι επενδύσεις τους, είναι ουσιαστικής σημασίας η παροχή νομικής προστασίας των γεωγραφικών ενδείξεων της ΕΕ.

    Ορισμένες χώρες εκτός της ΕΕ διαθέτουν ειδικά συστήματα προστασίας των γεωγραφικών ενδείξεων, ενώ άλλες χώρες βασίζονται στη νομοθεσία περί εμπορικών σημάτων, στη νομοθεσία περί σήμανσης ή σε συνδυασμό νομικών μέσων προς το σκοπό αυτό.

    Οι γεωγραφικές ενδείξεις προστατεύονται δυνάμει διαφόρων πολυμερών συμφωνιών. Η ΕΕ έχει συνάψει διάφορες διμερείς συμφωνίες ιδίως στον τομέα του οίνου. Η ΕΕ επιδιώκει βελτιωμένη προστασία και καταχώριση σε πολυμερές επίπεδο (ΠΟΕ) και μέσω διαπραγματεύσεων για διμερείς συμφωνίες για όλα τα γεωργικά προϊόντα. Στις διμερείς συμφωνίες ακολουθείται η προσέγγιση η οποία συνίσταται στην επιδίωξη προστασίας του συνόλου των γεωγραφικών ενδείξεων της ΕΕ. Ωστόσο, επειδή επί του παρόντος προστατεύονται 3000 γεωγραφικές ενδείξεις στην ΕΕ οι οποίες αφορούν προϊόντα πωλούμενα κυρίως σε τοπικές ή περιφερειακές αγορές, εγείρεται το ζήτημα της επιδίωξης διεθνούς προστασίας όλων αυτών των ονομασιών.

    Ερώτηση 7: Τι είδους δυσκολίες αντιμετωπίζουν οι χρήστες γεωγραφικών ενδείξεων στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την προστασία σε χώρες εκτός της ΕΕ; Τι πρέπει να κάνει η ΕΕ για την αποτελεσματικότερη προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων στις τρίτες χώρες; |

    3.4. Οι γεωγραφικές ενδείξεις ως συστατικά των μεταποιημένων προϊόντων

    Στις ετικέτες μεταποιημένων και έτοιμων προϊόντων αναγράφονται συχνά σημαντικά συστατικά τους. Στην περίπτωση που ένα συστατικό καλύπτεται από "προστατευόμενη ονομασία προέλευσης" (ΠΟΠ) ή από "προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη" (ΠΓΕ), ο παραγωγός του μεταποιημένου προϊόντος μπορεί να θέλει να διαφημίσει την παρουσία του συστατικού αυτού κάνοντας χρήση της καταχωρισθείσας ονομασίας. Ωστόσο, ενδέχεται οι παραγωγοί του συστατικού να φέρουν αντίρρηση σε ό, τι αφορά στη χρήση της καταχωρισθείσας ονομασίας για την εμπορία μεταποιημένου προϊόντος.

    Στους γενικούς κανόνες σχετικά με την πληροφόρηση των καταναλωτών περιλαμβάνονται διατάξεις για τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να διαφημίζονται τα συστατικά αυτά προς αποφυγή της παραπλάνησης των καταναλωτών. Για παράδειγμα, αν ένα συστατικό χρησιμοποιείται στην ονομασία για την πώληση, η αναλογία του συστατικού πρέπει να αναφέρεται στον κατάλογο των συστατικών.

    Ερώτηση 8: Προέκυψαν δυσκολίες από τη διαφήμιση των συστατικών ΠΓΕ/ΠΟΠ που χρησιμοποιούνται στα μεταποιημένα/έτοιμα τρόφιμα; |

    3.5. Προέλευση πρώτων υλών σε προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη

    Για να τηρείται ο ορισμός της ΠΓΕ ένα μόνο βήμα της διαδικασίας παραγωγής πρέπει να έχει πραγματοποιηθεί στην περιοχή στην οποία οφείλεται και η ονομασία. Για πολλές ΠΓΕ (και για ορισμένες ΠΟΠ) μεταποιημένων προϊόντων, οι πρώτες ύλες προέρχονται εκτός της εν λόγω περιοχής. Υπάρχουν καταναλωτές οι οποίοι μπορεί να θεωρούν ότι οι πρώτες ύλες προέρχονται από την περιοχή ενώ άλλοι μπορεί να θεωρούν ότι οι ειδικευμένοι παραγωγοί εντός της γεωγραφικής περιοχής επιλέγουν την καλύτερης ποιότητας πρώτη ύλη ανεξαρτήτως προέλευσης. Και οι προσδοκίες των καταναλωτών μπορεί να διαφέρουν αναλόγως του τύπου του προϊόντος.

    Ερώτηση 9: Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα του προσδιορισμού της προέλευσης των πρώτων υλών στην περίπτωση που αυτές προέρχονται από άλλη περιοχή και όχι από αυτή της γεωγραφικής ένδειξης; |

    3.6. Συνοχή και απλούστευση των συστημάτων γεωγραφικής ένδειξης

    Σήμερα υπάρχουν τρία συστήματα καταχώρισης και προστασίας των γεωργικών γεωγραφικών ενδείξεων στην ΕΕ: ένα για τα γεωργικά προϊόντα και τα τρόφιμα, ένα για τα αλκοολούχα και ένα για τον οίνο. Αυτό οφείλεται εν μέρει στις ιδιαιτερότητες των προϊόντων και στην προοδευτική υλοποίηση συστήματος προστασίας για κάθε τύπο προϊόντος.

    Ενώ, οι βάσεις για τα τρία συστήματα είναι παρόμοιες: τύπος προστασίας, ορισμοί, διοικητική επιβολή, σχέση με τα εμπορικά σήματα, κανόνες συνύπαρξης με ομώνυμες ονομασίες, δημιουργία αρχείου και ρόλος της προδιαγραφής προϊόντος, υπάρχουν διαδικαστικές και άλλες διαφορές οι οποίες βασίζονται σε συγκεκριμένες απαιτήσεις για κάθε τύπο προϊόντος. Για παράδειγμα, αμφότερα τα μέσα ΠΟΠ και ΠΓΕ είναι διαθέσιμα για τους οίνους και τα γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα, όμως μόνο ΠΓΕ μπορούν να καταχωρισθούν για τα οινοπνευματώδη.

    Ερώτηση 10: Πρέπει να απλουστευθούν και να εναρμονιστούν τα τρία συστήματα της ΕΕ που αφορούν την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων, και αν ναι, σε ποιο βαθμό; Διαφορετικά, θα πρέπει να εξακολουθήσουν να αναπτύσσονται σαν ξεχωριστά μέσα καταχώρισης; |

    4. Εγγυημένα παραδοσιακα ιδιοτυπα προϊόντα

    ‘Εγγυημένα παραδοσιακά προϊόντα’ (ΕΠΠ) είναι οι ονομασίες γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων που παράγονται με τη χρήση παραδοσιακών πρώτων υλών ή παραδοσιακών μεθόδων παραγωγής, ή που έχουν παραδοσιακή σύνθεση. Το σύστημα καλύπτει γεωργικά προϊόντα που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και ποικιλία τροφίμων όπως η μπύρα, τα είδη ζαχαροπλαστικής, τα ζυμαρικά, τα προμαγειρευμένα γεύματα, οι σούπες, τα παγωτά και οι γρανίτες.

    Από το 1992, έτος κατά το οποίο καθιερώθηκε, καταχωρίστηκαν μόνο 20 ΕΠΠ. Αναμένεται η καταχώριση περίπου 30 προϊόντων. Ακόμη και αν καταχωριστούν και τα 20 προϊόντα, ο αριθμός παραμένει πολύ χαμηλός. Λίγες από τις καταχωρισθείσες ονομασίες έχουν σημασία από οικονομικής πλευράς.

    Στις περισσότερες περιπτώσεις, η καταχώριση χρησιμεύει μόνο για τον προσδιορισμό της παραδοσιακής μορφής του προϊόντος: τα μη παραδοσιακά προϊόντα μπορούν να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούν την ίδια ονομασία. Περισσότερο από τα δύο τρίτα των αιτούντων επέλεξαν καταχώριση αυτής της μορφής, χωρίς επιφύλαξη της χρήσης της ονομασίας. Εναλλακτική λύση αποτελεί η αποκλειστική καταχώριση της ονομασίας και στη περίπτωση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για την περιγραφή προϊόντος που είναι σύμφωνο με την προδιαγραφή, ανεξάρτητα από το αν φέρεται επ΄ αυτού η ένδειξη 'εγγυημένο παραδοσιακό προϊόν’, η συντομογραφία ‘ΕΠΠ’ ή ο λογότυπος της ΕΕ. Αυτό δείχνει ότι οι περισσότερες καταχωρίσεις ΕΠΠ χρησιμεύουν μόνο για την αναγνώριση του παραδοσιακού προϊόντος και όχι για την προστασία της ονομασίας.

    Κάθε παραγωγός που επιτρέπει τη διενέργεια των απαιτούμενων ελέγχων μπορεί να παράγει και να εμπορεύεται παραδοσιακά προϊόντα δυνάμει του συστήματος. Ωστόσο, φαίνεται ότι λίγοι εμπορευόμενοι που δεν βρίσκονται στη χώρα από την οποία έγινε η αρχική αίτηση, επωφελήθηκαν της διάταξης αυτής των ρυθμίσεων περί ΕΠΠ.

    Ερώτηση 11: Επειδή αργεί η υιοθέτηση του συστήματος για τα ΕΠΠ, μήπως υπάρχει κάποιος καλύτερος τρόπος για την προώθηση των παραδοσιακών ιδιότυπων προϊόντων; |

    5. Βιολογική γεωργία

    Τα τελευταία χρόνια, σημειώνεται σταθερή αύξηση της ζήτησης προϊόντων βιολογικής παραγωγής, η οποία είναι μεγαλύτερη από την αύξηση της προσφοράς. Οι γεωργοί και οι καταναλωτές βασίζονται στην ακεραιότητα του συστήματος βιολογικής καλλιέργειας για να διασφαλίσουν ότι ένα προϊόν έχει παραχθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις. Οι έλεγχοι τους οποίους διενεργούν οι δημόσιες αρχές ή οι οργανισμοί πιστοποίησης, είναι ουσιώδεις προκειμένου να διατηρείται η εμπιστοσύνη στο σύστημα και να δικαιολογούνται οι υψηλότερες τιμές

    Η αγορά των βιολογικών προϊόντων στην ΕΕ εξακολουθεί να είναι κατακερματισμένη ανά χώρα. Τα σουπερμάρκετ των κρατών μελών έχουν τη τάση να αποθηκεύουν προϊόντα που έχουν πιστοποιηθεί από εθνικούς οργανισμούς πιστοποίησης, παρά το γεγονός ότι όλα τα σουπερμάρκετ λειτουργούν βάσει του κοινού προτύπου της ΕΕ για τη βιολογική γεωργία. Επομένως, η πρόκληση που αντιμετωπίζει τώρα η ΕΕ είναι η δημιουργία μιας λειτουργούσας εσωτερικής αγοράς για τα προϊόντα βιολογικής καλλιέργειας χωρίς να απολεσθεί ή να διαβρωθεί η φήμη και αξιοπιστία της βιολογικής σήμανσης.

    Από το 1991, η ΕΕ εφαρμόζει πρότυπο το οποίο εισάγει κανόνες που αφορούν τη βιολογική παραγωγή για τους ευρωπαίους παραγωγούς και μεταποιητές, και για τους εξαγωγείς τρίτων χωρών οι οποίοι επιθυμούν να διαθέσουν βιολογικά προϊόντα στην αγορά της ΕΕ. Το πρότυπο της ΕΕ ακολουθεί πιστά τους κανόνες βιολογικής γεωργικής παραγωγής οι οποίοι προβλέπονται σε διεθνές πρότυπο που έχει υιοθετηθεί από τον Codex Alimentarius, που διευκολύνει την αναγνώριση βιολογικού προϊόντος της ΕΕ το οποίο εξάγεται σε άλλες χώρες.

    Οι στρατηγικοί και πολιτικοί στόχοι για τον τομέα της βιολογικής γεωργικής παραγωγής συμφωνήθηκαν το 2004 και παρατίθενται στο σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα βιολογικά προϊόντα και τη βιολογική γεωργία . Το σημαντικότερο αποτέλεσμα σε επίπεδο νομοθεσίας ήταν η θέσπιση νέου κανονισμού για τη βιολογική γεωργική παραγωγή, τον Ιούνιο 2007. Λόγω της πολύ πρόσφατης υιοθέτησης του νέου κανονισμού, η Επιτροπή επιθυμεί να εστιάσει τη διαβούλευση στο πως λειτουργεί η αγορά των βιολογικών προϊόντων και όχι στις λεπτομέρειες πολιτικής της νομοθεσίας.

    Ερώτηση 12: Ποιοι παράγοντες μπορεί να αναστείλουν την ανάπτυξη ενιαίας αγοράς βιολογικών προϊόντων στην ΕΕ; Πως μπορεί να επιτευχθεί η καλύτερη λειτουργία της ενιαίας αγοράς βιολογικών προϊόντων στην ΕΕ; |

    6. Πολιτική προϊοντων ποιοτητασ για τις εξοχωσ αποκεντρεσ περοφερειεσ

    Η νομοθεσία περί των ειδικών μέτρων για τη γεωργία στις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες[4] της ΕΕ προβλέπει την καθιέρωση γραφικού συμβόλου με το οποίο διασφαλίζεται η μεγαλύτερη διάδοση και κατανάλωση ποιοτικών γεωργικών προϊόντων, είτε στην φυσική τους κατάσταση είτε μεταποιημένα, και τα οποία ειδικά προέρχονται από τις περιφέρειες αυτές. Η χρήση του συμβόλου παρακολουθείται από φορείς διοριζόμενους από τις εθνικές αρχές και οι προϋποθέσεις που αφορούν τη χρήση του προβλέπονται από τις ενδιαφερόμενες εμπορικές οργανώσεις. Τα γεωργικά προϊόντα στα οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί το σύμβολο πρέπει να πληρούν απαιτήσεις οι οποίες καθορίζονται με βάση τους κανόνες της ΕΕ ή ελλείψει αυτών, με βάση τα διεθνή πρότυπα.

    Εφόσον χρειάζεται, μπορεί να υιοθετηθούν επιπρόσθετες ειδικές απαιτήσεις για προϊόντα των εξόχως απόκεντρων περιφερειών κατόπιν πρότασης αντιπροσωπευτικών εμπορικών οργανώσεων. Τη δυνατότητα αυτή χρησιμοποίησαν μέχρι τώρα οι παραγωγοί των ισπανικών και γαλλικών εξόχως απόκεντρων περιφερειών (π.χ. για τον ανανά, τις μπανάνες, τα πεπόνια και άλλα εξωτικά φρούτα από τη Γουαδελούπη, τη Μαρτινίκα και την Ρεϋνιόν και για τις μπανάνες, τις τομάτες, τα αγγούρια και άλλα φρούτα και λαχανικά καθώς και άνθη και οίνο που παράγονται στις Καναρίους νήσους).

    Σκοπός των πρωτοβουλιών αυτών είναι να παρακινηθούν οι γεωργοί να τηρούν τις απαιτήσεις ποιότητας για τα προϊόντα τους και να προστεθεί αξία στην τοπική παραγωγή των περιφερειών οι οποίες μειονεκτούν επειδή είναι απομακρυσμένες από την ηπειρωτική ΕΕ ή επειδή είναι νησιωτικές, και λόγω των δυσχερών γεωγραφικών και μετεωρολογικών συνθηκών. Έτσι, το γραφικό σύμβολο και οι συναφείς απαιτήσεις που αφορούν στην παραγωγή πρέπει να συμβάλουν ώστε να καταστεί ανταγωνιστικότερος ο γεωργικός τομέας, τόσο στην τοπική όσο και στις εξωτερικές αγορές.

    Ερώτηση 13: Σε ποιο βαθμό η χρήση των γραφικών συμβόλων για τις άκρως απόκεντρες περιφέρειες της ΕΕ έχει διευρύνει τη διάδοση προϊόντων των εξόχως απόκεντρων περιφερειών; Πως πρέπει να αναπτυχθούν οι πρωτοβουλίες αυτές για να αυξηθεί η ποσότητα των ποιοτικών γεωργικών προϊόντων προερχόμενων από τις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες; |

    7. Αλλα συστηματα της ΕΕ

    Τα σημερινά συστήματα ποιότητας της ΕΕ αφορούν τη γεωγραφική προέλευση, το παραδοσιακό προϊόν, το προϊόν από συγκεκριμένη περιφέρεια και τη βιολογική γεωργία και αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής της ΕΕ για την ποιότητα. Υπάρχουν και άλλα προϊόντα υποψήφια για υπαγωγή σε συστήματα της ΕΕ, μεταξύ άλλων τα προϊόντα υψηλής φυσικής αξίας ή ορεινών περιοχών, ποιότητας σε ό,τι αφορά την καλή μεταχείριση[5], για σήμανση προέλευσης ΕΕ και για επέκταση του συστήματος του οικολογικού σήματος σε μεταποιημένα γεωργικά προϊόντα. Πρέπει επίσης να ενθαρρυνθεί η καινοτομία.

    Τα νέα συστήματα ποιότητας σε επίπεδο ΕΕ πρέπει να αντιστοιχούν στις ανάγκες πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ οι οποίες δεν μπορούν να ικανοποιηθούν στο πλαίσιο συστήματος του εθνικού ή ιδιωτικού τομέα ή με άλλο μέσο. Στο πλαίσιο του ε λέγχου υγείας της κοινής γεωργικής πολιτικής, υπογραμμίστηκαν ως απόλυτες προτεραιότητες οι εξής προκλήσεις: επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος, διατήρηση της βιοποικιλότητας και χρήση των υδάτινων πόρων.

    Η Επιτροπή θα εκτιμήσει πιθανά νέα συστήματα εφόσον χρειάζεται θέσπιση περαιτέρω νομοθετικών ρυθμίσεων ή αν σε ορισμένες περιπτώσεις, θεωρείται επαρκής η σύνταξη γενικών προσανατολισμών.

    Τα υποχρεωτικά συστήματα παρουσιάζουν πλεονεκτήματα ιδίως στην περίπτωση νομικά και επιστημονικά περίπλοκων πλαισίων (π.χ. καλή μεταχείριση των ζώων). Σε άλλες περιπτώσεις, μπορεί να επαρκούν τα προαιρετικά συστήματα τα οποία μπορούν να βοηθούν τους κατόχους των συστημάτων στην ανάπτυξη και βελτίωση συστημάτων.

    Σύμφωνα με τις αρχές της πολιτικής για τη βελτίωση της νομοθεσίας, πρέπει να συνυπολογισθεί η διοικητική επιβάρυνση για τους γεωργούς και τους λοιπούς ενδιαφερόμενους καθώς και για τις διοικήσεις των κρατών μελών και της Επιτροπής.

    Ερώτηση 14: Υπάρχουν κάποια πιεστικά ζητήματα για την αντιμετώπιση των οποίων δεν επαρκούν τα υφιστάμενα συστήματα και ρυθμίσεις και για τα οποία μάλλον απαιτείται ένα σύστημα σε επίπεδο ΕΕ; Η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο υποχρεωτικών συστημάτων σε ορισμένες περιπτώσεις, για παράδειγμα, στην περίπτωση περίπλοκου νομικού και επιστημονικού πλαισίου ή στην περίπτωση που χρειάζονται για τη διασφάλιση ευρείας αποδοχής των καταναλωτών; Αν υπάρχουν τέτοια ζητήματα, πως είναι δυνατόν να περιοριστούν στο ελάχιστο οι διοικητικές επιβαρύνσεις για τους ενδιαφερομένους και τις δημόσιες αρχές; |

    Μέρος III: Συστηματα πιστοποιησησ

    8. Συστηματα πιστοποιησησ της ποιοτητασ των τροφιμων

    Πρόσφατα παρατηρείται σημαντική ανάπτυξη των ιδιωτικών και εθνικών συστημάτων πιστοποίησης της ποιότητας των τροφίμων. Τα συστήματα αυτά αποτελούν ένα μέσο για τους εμπόρους λιανικής να αντιδρούν στη ζήτηση των καταναλωτών και να τους προσφέρουν προϊόντα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, είτε πρόκειται για χαρακτηριστικά του προϊόντος είτε για τις μεθόδους παραγωγής. Για τους καταναλωτές, το γεγονός ότι τα συστήματα αυτά βασίζονται στην πιστοποίηση αποτελεί μια επιπλέον εγγύηση εμπιστοσύνης στη σήμανση. Για τους αγρότες, αυτό σημαίνει κόστος αλλά και ευκαιρία να πληροφορήσουν τους καταναλωτές σχετικά με τα χαρακτηριστικά του προϊόντος.

    Τα συστήματα πιστοποίησης στην ΕΕ ποικίλλουν, από τη συμμόρφωση προς υποχρεωτικά πρότυπα παραγωγής μέχρι επιπρόσθετες απαιτήσεις που αφορούν την περιβαλλοντική προστασία, την καλή μεταχείριση των ζώων, τις οργανοληπτικές ιδιότητες, τις καλές συνθήκες για τους εργαζομένους, το δίκαιο εμπόριο, τις ανησυχίες για την κλιματική αλλαγή, ζητήματα ηθικής, θρησκευτικά ή πολιτιστικά, μεθόδους γεωργικής παραγωγής και την καταγωγή.

    Η βιομηχανία τροφίμων και οι έμποροι λιανικής μπορούν να βασίζονται στην πιστοποίηση της ποιότητας που τους παρέχει περαιτέρω βεβαιότητα για τα προσφερόμενα προϊόντα. Αυτό προσφέρει νομική ασφάλεια σχετικά με συμμόρφωση των γεωργών προς τα σωστά πρότυπα και επομένως, ενισχύει την καλή φήμη των εμπόρων λιανικής.

    Ωστόσο, η πρόσφατη εμφάνιση συστημάτων και σημάνσεων προκάλεσε ανησυχίες σε ό, τι αφορά τη διαφάνεια των απαιτήσεων των συστημάτων, την αξιοπιστία των υποβαλλόμενων αιτήσεων και τις πιθανές επιπτώσεις τους στις δίκαιες εμπορικές σχέσεις.

    Η Επιτροπή, με τη διαβούλευση αυτή επιδιώκει να συγκεντρώσει απόψεις σχετικά με τη λειτουργία αυτών των κυρίως ιδιωτικών συστημάτων και τον αντίκτυπό τους στους γεωργούς της ΕΕ και εκτός αυτής, συμπεριλαμβανομένων των γεωργών των αναπτυσσομένων χωρών.

    8.1. Αποτελεσματικότητα των συστημάτων πιστοποίησης σε ό, τι αφορά την επίτευξη στόχων πολιτικής

    Οι μεγαλέμποροι λιανικής μπορούν να χρησιμοποιούν τα συστήματα πιστοποίησης σαν μέσο διασφάλισης ή επιβολής της συμμόρφωσης προς ορισμένες προϋποθέσεις που αφορούν την παραγωγή και την παράδοση. Η αύξηση των συστημάτων με την πάροδο των ετών είναι αποτέλεσμα των αξιολογήσεων των εμπόρων λιανικής σχετικά με την επιθυμία των καταναλωτών να είναι καλύτερα πληροφορημένοι για τα τρόφιμα που αγοράζουν. Οι καταναλωτές ενδιαφέρονται κυρίως για την υγιεινή και ασφάλεια και την τιμή. Μεταξύ των κύριων κινήτρων των καταναλωτών να καινοτομήσουν στην αναζήτηση προϊόντων ποιότητας με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ή που λαμβάνονται με συγκεκριμένες μεθόδους παραγωγής, περιλαμβάνονται τα εξής:

    - η επιθυμία τους να επανασυνδεθούν με τη γεωργία και να προτιμήσουν τα εποχιακά και τοπικά προϊόντα που παράγονται με μεθόδους παραγωγής, βιώσιμες για την φύση και για την κοινωνία

    - η περιβαλλοντική μέριμνα για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, η αποδοτικότερη διαχείριση των φυσικών πόρων όπως το νερό και το έδαφος, και η διατήρηση της βιοποικιλότητας

    - η προώθηση των θρεπτικών ιδιοτήτων των τροφίμων

    - ανησυχίες της κοινωνίας: η σήμανση Δίκαιο Εμπόριο αποτελεί παράδειγμα συστήματος που βασίζεται στην στρατηγικής σημασίας πρόθεση να βοηθηθούν οι παραγωγοί και οι εργαζόμενοι (κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες) να παύσουν να είναι οικονομικά και κοινωνικά ευάλωτοι και να γίνουν ασφαλείς και οικονομικά αυτάρκεις

    - καλή μεταχείριση των ζώων: ιδιωτικά συστήματα που προωθούνται από ομάδες υποστήριξης της καλής μεταχείρισης των ζώων, και γεωργοί οι οποίοι εργάζονται με εμπόρους λιανικής και την επιστημονική κοινότητα σε ορισμένα κράτη μέλη. Αυτά τα συστήματα καλής μεταχείρισης των ζώων γενικά πιστοποιούν την τήρηση απαιτήσεων υψηλότερων από τις ελάχιστες, για λόγους εμπορίας.

    Αυτά τα κίνητρα πολιτικής μπορεί εν μέρει τουλάχιστον να εξηγήσουν την εμφάνιση μιας τρομακτικά μεγάλης ποικιλίας συστημάτων πιστοποίησης. Ωστόσο, η δημιουργία και χρήση ενός συστήματος πιστοποίησης εξαρτάται σε ορισμένες περιπτώσεις από την ύπαρξη ζήτησης της αγοράς.

    Τα συστήματα που διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με ισχύουσες νομικές απαιτήσεις αναφέρονται ως ‘συστήματα βάσης’. Τα συστήματα αυτά αντί να ‘προσθέτουν’ συγκεκριμένες απαιτήσεις ποιότητας, ξεκινούν με βασικές ρυθμιστικές απαιτήσεις, τις αναπτύσσουν ώστε να γίνουν λεπτομερείς κανόνες για τους εμπορευόμενους (για παράδειγμα, απαίτηση για επιπρόσθετη τήρηση αρχείων) και επιβάλλουν ελέγχους για να διασφαλιστεί η τήρησή τους. Το σύστημα αυτού του τύπου χρησιμοποιείται στη συνέχεια για να δηλωθεί ότι η ‘πιστοποιημένη’ ή ‘βεβαιωμένη’ παραγωγή συμμορφώνεται με το σχετικό πρότυπο, όπως η υγιεινή κλπ. Συχνά τα συστήματα αυτά λειτουργούν μεταξύ των επιχειρήσεων, διαβεβαιώνοντας τις επιχειρήσεις για την τήρηση των σχετικών προτύπων και απαιτήσεων που αφορούν το προσφερόμενο προϊόν. Τα συστήματα αυτά μπορεί να έχουν σχεδιαστεί για να προστατεύσουν τη καλή φήμη της επιχείρησης και να περιορίσουν την πιθανότητα και τον αντίκτυπο τυχόν αιτήσεων αποζημίωσης. Επί του παρόντος, το γεγονός ότι ένα προϊόν συμμορφώνεται προς αυτά τα βασικά συστήματα δεν γίνεται γνωστό στους τελικούς καταναλωτές.

    Ερώτηση 15: Σε ποιο βαθμό τα συστήματα πιστοποίησης προϊόντων ποιότητας καλύπτουν τις κύριες απαιτήσεις της κοινωνίας σχετικά με τα χαρακτηριστικά προϊόντος και τις μεθόδους γεωργικής παραγωγής; Σε ποιο βαθμό υπάρχει κίνδυνος παραπλάνησης των καταναλωτών λόγω συστημάτων πιστοποίησης που βεβαιώνουν τη συμμόρφωση με απαιτήσεις βάσης; Ποια είναι τα κόστη και τα οφέλη για τους γεωργούς και άλλους παραγωγούς τροφίμων (συχνά μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις) που προκύπτουν από τη συμμετοχή τους σε συστήματα πιστοποίησης; Πρέπει να προαχθεί η δραστικότερη συμμετοχή των οργανώσεων παραγωγών; |

    8.2. Εποπτεία της ΕΕ

    Λόγω της μεγάλης ποικιλίας των συστημάτων πιστοποίησης, το νομικό πλαίσιο το οποίο διέπει τη χρήση τους είναι περίπλοκο και επεκτείνεται σε πολλούς τομείς πολιτικής. Τα συστήματα πιστοποίησης υπόκεινται σε περιορισμούς, κυρίως στους εξής:

    - κανόνες της εσωτερικής αγοράς Οι υπηρεσίες πιστοποίησης πρέπει να είναι ελεύθερα διαθέσιμες στα σύνορα. Τα συστήματα δεν πρέπει να οδηγούν σε εμπόδια de facto στις συναλλαγές στην εσωτερική αγορά

    - κανόνες ανταγωνισμού

    - ενημέρωση του καταναλωτή και απαιτήσεις σήμανσης. Γνωρίζουν οι καταναλωτές τι κρύβεται πίσω από μια απαίτηση για ονομασία;

    - Ειδική νομοθεσία για το θέμα το οποίο καλύπτει το σύστημα πιστοποίησης.

    Η Επιτροπή δεν πιστεύει ότι καταρχήν υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω νομοθεσία ειδικά για τη ρύθμιση των συστημάτων πιστοποίησης επί των εν λόγω θεμάτων, αλλά θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο σύνταξης γενικών προσανατολισμών. Αυτοί οι προσανατολισμοί θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους κατόχους συστημάτων να τα αναπτύξουν και να τα βελτιώσουν.

    Ερώτηση 16: Οι γενικοί προσανατολισμοί της ΕΕ επαρκούν για να συμβάλουν στη συνεκτικότερη ανάπτυξη των συστημάτων πιστοποίησης; Ποια κριτήρια χρειάζεται να συμπεριληφθούν σε παρόμοιο οδηγό ή σε γενικούς προσανατολισμούς; |

    8.3. Περιορισμός των επιβαρύνσεων και του κόστους

    Το κύριο κόστος που προκύπτει από τη συμμετοχή σε συστήματα πιστοποίησης εμπίπτει σε δύο κατηγορίες: ‘άμεσο’ και ‘έμμεσο’. Το άμεσο κόστος αφορά συνδρομή μέλους, έλεγχο από τρίτους και πιστοποίηση. Το έμμεσο κόστος αφορά τη συμμόρφωση προς τα πρότυπα του συστήματος πιστοποίησης (κόστος επένδυσης για την αναβάθμιση των εγκαταστάσεων) και τις τακτικές δαπάνες παραγωγής.

    Η ανάγκη συμμετοχής σε περισσότερα του ενός συστήματα φαίνεται ότι συνεπάγεται σημαντική (οικονομική και διοικητική) επιβάρυνση, ιδίως για τους μικρούς παραγωγούς. Στην περίπτωση που ένας παραγωγός δεν συμμετέχει σε κάποιο σύστημα, ενδέχεται το προϊόν του να αποκλειστεί από ορισμένες διεξόδους στην αγορά.

    Οι απαιτήσεις πιστοποίησης και ελέγχου που ισχύουν για τα ιδιωτικά συστήματα συμπληρώνουν τις απαιτήσεις του επίσημου ελέγχου.

    Ερώτηση 17: Πως μπορούν να περιοριστούν τα διοικητικά κόστη και επιβαρύνσεις συμμετοχής σε ένα ή περισσότερα συστήματα πιστοποίησης της ποιότητας; |

    8.4. Διεθνής διάσταση

    Στις διεθνείς συναλλαγές, τα συστήματα πιστοποίησης μπορεί να χρησιμεύουν για την προώθηση και εμπορία προϊόντων που διαθέτουν ορισμένα χαρακτηριστικά ποιότητας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ελάχιστα εμπλέκεται, επειδή τα περισσότερα από τα σημερινά συστήματα ανήκουν σε ιδιώτες, είτε αυτοί είναι γεωργοί/παραγωγοί ή βιομηχανίες τροφίμων ή έμποροι λιανικής.

    Για τους γεωργούς των αναπτυσσομένων χωρών που προμηθεύουν την αγορά της ΕΕ, τα ιδιωτικά συστήματα πιστοποίησης συνεπάγονται κόστος αλλά αποτελούν και ευκαιρία. Οι γεωργοί μπορεί να δυσκολεύονται να συμμορφωθούν προς τις επιβαλλόμενες απαιτήσεις. Ωστόσο, αν μπορέσουν να λάβουν πιστοποίηση δυνάμει συστήματος το οποίο χρησιμοποιεί ένας έμπορος λιανικής της ΕΕ, τότε μπορεί να αποκτήσουν περισσότερες δυνατότητες πώλησης στην ΕΕ.

    Σε ό, τι αφορά την καλή μεταχείριση των ζώων, η ύπαρξη συνθηκών εκτατικής εκτροφής ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντική ευκαιρία για την ανάπτυξη του εμπορίου προϊόντων φιλικών προς την καλή μεταχείριση, επειδή η πιστοποίηση της μεθόδου παραγωγής θα μπορούσε να προσφέρει στους καταναλωτές της ΕΕ τις κατάλληλες εγγυήσεις σε ό, τι αφορά τις συνθήκες γεωργικής παραγωγής.

    Ερώτηση 18: Πως μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα ιδιωτικά συστήματα πιστοποίησης προς υποβοήθηση των εξαγωγών της ΕΕ και προώθηση των ευρωπαϊκών προϊόντων ποιότητας στις εξαγωγικές αγορές; Πως μπορεί η ΕΕ να διευκολύνει την πρόσβαση στην αγορά των παραγωγών των αναπτυσσομένων χωρών οι οποίοι πρέπει να συμμορφώνονται προς τα ιδιωτικά συστήματα πιστοποίησης για να μπορούν να προμηθεύουν συγκεκριμένους εμπόρους λιανικής; |

    Συμπέρασμα

    Στο παρόν έγγραφο γίνεται γενική παρουσίαση της πολιτικής για τα γεωργικά προϊόντα ποιότητας. Με την Πράσινη Βίβλο επιδιώκεται μια διαβούλευση και η υποβολή γραπτών συνεισφορών. Επομένως, όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και οι θιγόμενοι καλούνται να απαντήσουν. Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας, η ανάπτυξη της πολιτικής πρέπει να είναι όσο πιο διαφανής γίνεται και οποιαδήποτε μελλοντική ενέργεια θα πρέπει να αναληφθεί μόνο αφού ληφθούν προσεκτικά υπόψη οι απόψεις των ενδιαφερομένων.

    Επομένως, η Πράσινη Βίβλος αποτελεί το πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της χάραξης πολιτικής. Ο προβληματισμός της Επιτροπής για την σύνταξη εγγράφου επιλογών πολιτικής, ήτοι Ανακοίνωσης, του οποίου η έκδοση επί του παρόντος προγραμματίζεται για τον Μάιο 2009, θα βασιστεί στις απαντήσεις που θα συγκεντρωθούν. Η επιτυχία της Πράσινης Βίβλου εξαρτάται από τη βούληση μεγάλης μερίδας ενδιαφερομένων τα μοιραστούν και να εξηγήσουν τις ανησυχίες, αναλύσεις και ιδέες τους στο πλαίσιο αυτής της ουσιώδους δημόσιας διαδικασίας.

    Η Επιτροπή θα δημοσιεύσει και θα μελετήσει τις απαντήσεις και θα δημοσιεύσει τις δικές της παρατηρήσεις.

    Ερώτηση 19: Όσοι υποβάλλουν παρατηρήσεις καλούνται να εγείρουν οποιοδήποτε άλλο θέμα το οποίο αφορά την πολιτική ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και δεν έχει καλυφθεί. |

    [1] Η Επιτροπή επεξεργάζεται τα προσωπικά στοιχεία σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών. (ΕΕ L8 της 12.1.2001).

    [2] Προϊόντα που καλύπτονται από πρότυπα εμπορίας: βόειο και μοσχαρίσιο κρέας, αυγά, νωπά και μεταποιημένα οπωροκηπευτικά, μέλι, λυκίσκος, γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα, ελαιόλαδο, χοίρειο κρέας, πουλερικά, πρόβειο κρέας, ζάχαρη, κρασί, κακάο και προϊόντα σοκολάτας, εκχυλίσματα καφέ και εκχυλίσματα κιχωρίου, χυμοί φρούτων, γλυκά κουταλιού, ζελέδες και μαρμελάδες φρούτων, κλπ, οινοπνευματώδη, και βούτυρο, μαργαρίνη και μείγματα.

    [3] π χ. πηγή πρώτων υλών· καθαρισμός και διαλογή, μεταποίηση, ωρίμανση, προετοιμασία ή τελικό προϊόν, κλπ.

    [4] Γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα της Γουιάνας, Μαρτινίκας, Γουαδελούπης και Ρεϋνιόν, ισπανικές Κανάριοι νήσοι και πορτογαλικές Αζόρες και Μαδέρα.

    [5] http://www.welfarequality.net/everyone : Η Welfare Quality® είναι ένα σχέδιο χρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πρόκειται για ολοκληρωμένο σχέδιο του έκτου προγράμματος πλαισίου. Αυτό το πρόγραμμα έρευνας έχει σχεδιαστεί για την προώθηση ευρωπαϊκών προτύπων αξιολόγησης της καλής μεταχείρισης στο αγρόκτημα και συστημάτων ενημέρωσης για τα προϊόντα καθώς και πρακτικών στρατηγικών βελτίωσης της μεταχείρισης των ζώων.

    Top