EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52007SC0191

Σύσταση για γνωμη του Συμβουλιου σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 1997 σχετικά με το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης του Ηνωμένου Βασιλείου, για την περίοδο 2006/2007-2011/2012

/* SEC/2007/0191 τελικό */

52007SC0191

Σύσταση για γνωμη του Συμβουλιου σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 1997 σχετικά με το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης του Ηνωμένου Βασιλείου, για την περίοδο 2006/2007-2011/2012 /* SEC/2007/0191 τελικό */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 13.2.2007

SEC(2007) 191 τελικό

Σύσταση για

ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου της 7 ης Ιουλίου 1997 σχετικά με το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης του Ηνωμένου Βασιλείου, για την περίοδο 2006/2007-2011/2012

(υποβάλλεται από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Γενικό πλαισιο

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το οποίο τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 1998, βασίζεται στον στόχο της επίτευξης υγιών δημόσιων οικονομικών ως μέσου ενίσχυσης των προϋποθέσεων για σταθερότητα των τιμών και ισχυρή διατηρήσιμη ανάπτυξη, οι οποίες ευνοούν τη δημιουργία απασχόλησης. Η μεταρρύθμιση του συμφώνου το 2005, αφενός, αναγνώριζε τη χρησιμότητά του για την εδραίωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, αφετέρου δε, αποσκοπούσε στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και των οικονομικών του ερεισμάτων, καθώς επίσης στη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης διατηρησιμότητας των δημόσιων οικονομικών.

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών[1], ο οποίος αποτελεί στοιχείο του συμφώνου, ορίζει ότι τα κράτη μέλη υποβάλλουν υποχρεωτικά, στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης, καθώς και ετήσιες επικαιροποιήσεις τους (τα κράτη μέλη που έχουν ήδη υιοθετήσει το ενιαίο νόμισμα υποβάλλουν (επικαιροποιημένα) προγράμματα σταθερότητας, ενώ τα κράτη μέλη που δεν το έχουν υιοθετήσει ακόμη υποβάλλουν (επικαιροποιημένα) προγράμματα σύγκλισης). Το πρώτο πρόγραμμα σύγκλισης του Ηνωμένου Βασιλείου υποβλήθηκε τον Δεκέμβριο 1998. Κατ’ εφαρμογή του κανονισμού, το Συμβούλιο εξέδωσε γνώμη για το πρόγραμμα στις 8 Φεβρουαρίου 1999 βάσει σύστασης της Επιτροπής και μετά από διαβουλεύσεις με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή. Βάσει της ίδιας διαδικασίας, τα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης αξιολογούνται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και εξετάζονται από την προαναφερθείσα επιτροπή, ενώ το Συμβούλιο δύναται να τα εξετάσει.

Ιστορικό για την Αξιολόγηση του επικαιροποιημένου προγραμματος

Η Επιτροπή εξέτασε το πλέον πρόσφατο επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης του Ηνωμένου Βασιλείου, που υποβλήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2006, και εξέδωσε σύσταση για την έκδοση γνώμης του Συμβουλίου επ' αυτού (βλ. πλαίσιο για τα κυριότερα σημεία της αξιολόγησης).

Προκειμένου να σχηματισθεί μια εικόνα του πλαισίου εντός του οποίου αξιολογείται η δημοσιονομική στρατηγική του επικαιροποιημένου προγράμματος σύγκλισης, στις παραγράφους που ακολουθούν περιγράφονται συνοπτικά τα εξής:

1. οι οικονομικές και δημοσιονομικές επιδόσεις κατά την τελευταία δεκαετία·

2. η κατάσταση της χώρας βάσει του διορθωτικού σκέλους του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης (διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος)·

3. η πλέον πρόσφατη αξιολόγηση της κατάστασης της χώρας βάσει του προληπτικού σκέλους του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης (περίληψη της γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το προηγούμενο επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης)·

4. η αξιολόγηση της Επιτροπής σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων του Οκτωβρίου 2006.

Πρόσφατες οικονομικές και δημοσιονομικές επιδόσεις

Η επίδοση του Ηνωμένου Βασιλείου την τελευταία δεκαετία υπήρξε ισχυρή, με σχετικά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, χαμηλό πληθωρισμό και αγορές εργασίας που άντεξαν σε αρκετούς οικονομικούς κλυδωνισμούς. Η βελτιωμένη σταθερότητα υπήρξε ιδιαίτερα σημαντικό χαρακτηριστικό, παράλληλα με την εξομάλυνση των κυκλικών διακυμάνσεων της παραγωγής και τη μικρότερη μεταβλητότητα του πληθωρισμού. Η ισχυρή αύξηση της παραγωγής στηρίχθηκε κυρίως στην αυξημένη κατανάλωση των νοικοκυριών, που αντισταθμίστηκε από σχετικά χαμηλή αποταμίευση των ίδιων νοικοκυριών. Παρά την ιδιαίτερα αξιοσημείωτη ευελιξία σε όλα τα επίπεδα στις αγορές εργασίας, κεφαλαίου και προϊόντων, διατηρήθηκαν ορισμένες αδυναμίες στην πλευρά της προσφοράς. Η σχετικά μέτρια παραγωγικότητα εξηγείται σε κάποιο βαθμό από τα συγκριτικά υψηλά επίπεδα απασχόλησης, αν και η έλλειψη ενδιάμεσων δεξιοτήτων και η ανεπάρκεια επενδύσεων στις υποδομές, π.χ. στον τομέα των μεταφορών, διαδραματίζουν επίσης κάποιο ρόλο. Σε σύγκριση με τη σαφή δημοσιονομική εξυγίανση που παρατηρήθηκε στο πρώτο μέρος της περιόδου, τα δημόσια οικονομικά επιδεινώθηκαν ουσιωδώς από το 2001 και μετά, εν μέρει ηθελημένα, αντικατοπτρίζοντας την απόφαση της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει ορισμένα προβλήματα μέσω μη πλήρως χρηματοδοτημένων αυξημένων δαπανών για δημόσιες υπηρεσίες, αλλά και λόγω μικρότερων σε σχέση με τις προβλέψεις εσόδων.

Η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος για το Ηνωμένο Βασίλειο

Στις 24 Ιανουαρίου 2006, το Συμβούλιο αποφάσισε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο είχε υπερβολικό έλλειμμα σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 6 και απηύθυνε σύσταση σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7 να διορθωθεί το υπερβολικό έλλειμμα ως το οικονομικό έτος 2006/07 και να αναλάβουν οι αρχές αποτελεσματική δράση ως τις 24 Ιουλίου 2006, δηλαδή εντός έξι μηνών όπως προβλέπεται στο σύμφωνο. Στις 20 Σεπτεμβρίου 2006, η Επιτροπή υπέβαλε ανακοίνωση στο Συμβούλιο με την οποία αξιολογούσε τη δράση που ανέλαβε το Ηνωμένο Βασίλειο. Βάσει των τότε διαθέσιμων πληροφοριών, η Επιτροπή έκρινε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο φαινόταν να βρίσκεται στη σωστή πορεία για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, μολονότι το συγκεκριμένο αποτέλεσμα συνδεόταν με σημαντικές αβεβαιότητες και η διαρθρωτική προσαρμογή φαινόταν να είναι μικρότερη από το συνιστώμενο 0,5% του ΑΕΠ. Στις 10 Οκτωβρίου 2006 το Συμβούλιο ενέκρινε την άποψη της Επιτροπής και συμπέρανε ότι δεν χρειάζονταν άλλα μέτρα την εποχή εκείνη.

Η αξιολόγηση που διατυπώνεται στη γνώμη του Συμβουλίου σχετικά με το προηγούμενο πρόγραμμα

Στις 14 Μαρτίου 2006, το Συμβούλιο εξέδωσε γνώμη σχετικά με το προηγούμενο επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης, για την περίοδο 2005/06 έως 2011/2012[2]. Το Συμβούλιο διατύπωσε τη γνώμη ότι «η προβλεπόμενη πορεία προσαρμογής είναι ευάλωτη» και κάλεσε το Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7, και προκειμένου να αντιμετωπίσει τους κινδύνους για τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα, να «εξασφαλίσει τη μείωση του ελλείμματος κάτω από το 3% του ΑΕΠ το αργότερο μέχρι το έτος 2006/07 με αξιόπιστο και διατηρήσιμο τρόπο και, κατόπιν, να συνεχίσει τη δημοσιονομική εξυγίανση, ιδίως μέσω της εφαρμογής της προβλεπόμενης μείωσης της αύξηση των δαπανών μετά το έτος 2007/08» και «να προσδιορίσει και να επιτύχει ένα μεσοπρόθεσμο στόχο ο οποίος να εξασφαλίζει ταχεία πρόοδο προς τη διατηρησιμότητα, ένα συνετό δείκτη χρέους πολύ κάτω από το 60% του ΑΕΠ, καθώς και επαρκές περιθώριο ασφαλείας ώστε το έλλειμμα να μην υπερβεί το 3% του ΑΕΠ, ποσοστό που αποτελεί την τιμή αναφοράς, το οποίο το Ηνωμένο Βασίλειο έχει την υποχρέωση να αποφεύγει, και να παρέχει περιθώριο για δημοσιονομική ευελιξία, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη τις ανάγκες για δημόσιες επενδύσεις».

Η αξιολόγηση της Επιτροπής σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων του Οκτωβρίου 2006

Η έκθεση εφαρμογής του εθνικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων του Ηνωμένου Βασιλείου, που καταρτίστηκε στο πλαίσιο της ανανεωμένης στρατηγικής της Λισσαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση, υποβλήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 2006. Το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων του Ηνωμένου Βασιλείου αναγνωρίζει ως βασικές προτεραιότητες τα εξής: τη διαφύλαξη της δημοσιονομικής διατηρησιμότητας ενόψει των δημογραφικών προκλήσεων, την οικοδόμηση ενός τολμηρού και ευέλικτου επιχειρηματικού τομέα, την προώθηση της καινοτομίας και της Ε&Α· τη διεύρυνση των ευκαιριών για την απόκτηση επαγγελματικών προσόντων· τη βελτίωση της καινοτομίας και της προσαρμοστικότητας στη χρήση των πόρων· και τη διασφάλιση της ισότιμης μεταχείρισης σε ένα σύγχρονο και ευέλικτο κράτος πρόνοιας.

Η αξιολόγηση του προγράμματος από την Επιτροπή (που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της ετήσιας έκθεσης προόδου του Δεκεμβρίου 2006 [3] ) έδειξε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο πραγματοποιεί ικανοποιητική πρόοδο όσον αφορά την εφαρμογή του εθνικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων. Πού ικανοποιητική πρόοδος παρατηρήθηκε σε όλους τους τομείς πολιτικής, ιδιαίτερα τη μικροοικονομική πολιτική και την πολιτική για την απασχόληση. Όσον αφορά τη μακροοικονομική πολιτική, υπάρχουν σχέδια για δημοσιονομική εξυγίανση και για μεταρρύθμιση των συντάξεων τα οποία όμως δεν έχουν ακόμη εφαρμοστεί. Το Ηνωμένο Βασίλειο κατέβαλε μεγαλύτερες προσπάθειες για τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων μερών.

Βάσει των θετικών και αρνητικών σημείων που εντοπίστηκαν, το Ηνωμένο Βασίλειο καλείται να αναλάβει δράση στους τομείς των βασικών και ενδιάμεσων επαγγελματικών δεξιοτήτων.

Πλαίσιο: Κυριότερα σημεία της αξιολόγησης Όπως απαιτεί το άρθρο 5 παράγραφος 1 (για τα προγράμματα σταθερότητας) και το άρθρο 9 παράγραφος 1 (για τα προγράμματα σύγκλισης) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου, κατά την αξιολόγηση εξετάζεται: αν είναι ευλογοφανείς οι οικονομικές παραδοχές στις οποίες βασίζεται το πρόγραμμα, ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος (ΜΔΣ) που καθόρισε το κράτος μέλος και αν η πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι κατάλληλη, αν τα μέτρα που λαμβάνονται ή/και προτείνονται για την τήρηση της πορείας προσαρμογής επαρκούν για την επίτευξη του ΜΔΣ κατά τη διάρκεια του οικονομικού κύκλου, κατά την αξιολόγηση της πορείας προσαρμογής για την επίτευξη του ΜΔΣ, αν καταβάλλεται μεγαλύτερη προσπάθεια προσαρμογής σε περιόδους ευνοϊκής οικονομικής συγκυρίας, ενώ η προσπάθεια μπορεί να είναι πιο περιορισμένη σε περιόδους δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας και, για τη ζώνη του ευρώ και κράτη μέλη του ΜΣΙ ΙΙ, αν το κράτος μέλος προβλέπει ετήσια βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου αποτελέσματος, μείον έκτακτα και λοιπά προσωρινά μέτρα, ίση προς 0,5% του ΑΕΠ ως ένδειξη προόδου για την επίτευξη του ΜΔΣ του, κατά τον προσδιορισμό της πορείας προσαρμογής για την επίτευξη του ΜΔΣ (για κράτη μέλη που δεν τον έχουν ακόμη επιτύχει) ή την προσωρινή απόκλιση από αυτόν (για κράτη μέλη που τον έχουν επιτύχει), αν εφαρμόζονται μείζονες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που οδηγούν άμεσα στην εξοικονόμηση πόρων μακροπρόθεσμα (μεταξύ άλλων, μέσω της αύξησης της δυνητικής ανάπτυξης) και, ως εκ τούτου, έχουν απτά αποτελέσματα για τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών (υπό τον όρο ότι εξασφαλίζεται κατάλληλο περιθώριο ασφαλείας σε σχέση με την τιμή αναφοράς 3% του ΑΕΠ και εφόσον η δημοσιονομική θέση αναμένεται να επανέλθει στα επίπεδα του ΜΔΣ εντός της περιόδου του προγράμματος), με ιδιαίτερη προσοχή στις μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού συστήματος που εισάγουν πολυπυλωνικό σύστημα που περιλαμβάνει έναν υποχρεωτικό και πλήρως κεφαλαιοποιητικό πυλώνα, αν οι οικονομικές πολιτικές του κράτους μέλους παρουσιάζουν συνοχή με τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών. Η ευλογοφάνεια των μακροοικονομικών παραδοχών του προγράμματος αξιολογείται με βάση τις φθινοπωρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2006, χρησιμοποιώντας επίσης την από κοινού συμφωνηθείσα μεθοδολογία για την εκτίμηση του δυνητικού προϊόντος και των κυκλικά προσαρμοσμένων αποτελεσμάτων. Η αξιολόγηση της συνεκτικότητας με τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών πραγματοποιείται με βάση τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών στον τομέα των δημόσιων οικονομικών όπως παρουσιάζονται στις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την περίοδο 2005-2008. Κατά την αξιολόγηση εξετάζεται επίσης: η εξέλιξη του δείκτη χρέους και οι προοπτικές της μακροπρόθεσμης διατηρησιμότητας των δημόσιων οικονομικών τα οποία, σύμφωνα με την έκθεση του Συμβουλίου της 20ής Μαρτίου 2005 για τη «Βελτίωση της εφαρμογής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης», πρέπει να αποτελούν αντικείμενο «αρκετής προσοχής […] κατά την εποπτεία των δημοσιονομικών θέσεων». Σε ανακοίνωση της Επιτροπής, της 12ης Οκτωβρίου 2006, περιγράφεται η προσέγγιση που πρέπει να τηρείται κατά την αξιολόγηση της μακροπρόθεσμης διατηρησιμότητας[4] ο βαθμός συνοχής με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που υπέβαλε το κράτος μέλος στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Στο διαβιβαστικό σημείωμα της 7ης Ιουνίου 2005 προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών για την περίοδο 2005-2008, το Συμβούλιο ΕCOFIN δήλωσε ότι τα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή με τα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης, η συμμόρφωση με τον κώδικα δεοντολογίας[5] ο οποίος, μεταξύ άλλων, προβλέπει μια κοινή διάρθρωση και τυποποιημένους πίνακες δεδομένων για τα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης. |

- Σύσταση για

ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου της 7 ης Ιουλίου 1997 σχετικά με το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης του Ηνωμένου Βασιλείου, για την περίοδο 2006/2007-2011/12

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών[6], και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 3,

τη σύσταση της Επιτροπής,

Έπειτα από διαβουλεύσεις με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΓΝΩΜΗ:

5. Στις [27 Φεβρουαρίου 2007], το Συμβούλιο εξέδωσε το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης του Ηνωμένου Βασιλείου για την περίοδο 2006/07 έως 2011/12[7].

6. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει δύο μακροοικονομικά σενάρια: ένα κεντρικό και ένα εναλλακτικό σενάριο που βασίζεται σε τάση ανάπτυξης χαμηλότερη κατά ένα τέταρτο της εκατοστιαίας μονάδας χαμηλότερο σε σχέση με το κεντρικό σενάριο. Οι προβλέψεις για τα δημόσια οικονομικά στο επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης βασίζονται στο τελευταίο σενάριο, το οποίο και θεωρείται σενάριο αναφοράς για την παρούσα αξιολόγηση. Προβλέπει αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2¾ % το 2006 και το 2007, που θα μειωθεί κατά μέσο όρο σε 2½ % για το υπόλοιπο της περιόδου του προγράμματος. Το υπόψη σενάριο, αξιολογούμενο υπό το πρίσμα των στοιχείων που είναι διαθέσιμα, φαίνεται να στηρίζεται σε αξιόπιστες παραδοχές για την οικονομική ανάπτυξη. Οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό, που αναμένεται να μειωθεί από 2½ % το 2006 σε 2 % από το 2007 και μετά, φαίνονται αισιόδοξες βραχυπρόθεσμα βάσει των πρόσφατα δημοσιευθέντων αποτελεσμάτων, αλλά κατά τα λοιπά εύλογες.

7. Για το 2006/2007, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης εκτιμάται σε 3,0 % του ΑΕΠ στις φθινοπωρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2006. Το τρέχον επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης προβλέπει έλλειμμα 2,8 % του ΑΕΠ για το ίδιο έτος, υποθέτοντας ότι θα διατηρηθούν και για τους υπόλοιπους μήνες του οικονομικού έτους οι πρόσφατες τάσεις που παρατηρήθηκαν, με έντονη αύξηση των εσόδων και χαμηλότερη αύξηση των δαπανών. .

8. Οι κυριότεροι στόχοι της δημοσιονομικής πολιτικής όπως εντοπίζονται στο επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης είναι η διασφάλιση της μακροπρόθεσμης διατηρησιμότητας, η ισοτιμία όρων τόσο μεταξύ όσο και εντός των διαφόρων ηλικιακών κατηγοριών και, με την επιφύλαξη των προηγούμενων στόχων, η στήριξη της νομισματικής πολιτικής, ιδίως επιτρέποντας στους αυτόματους σταθεροποιητές να εξομαλύνουν την πορεία της οικονομίας. Το πρόγραμμα προβλέπει μείωση του ελλείμματος κάτω από το 3% του ΑΕΠ ως το 2006/07 (2,8 %) και στο 1,4 % του ΑΕΠ ως το τέλος της περιόδου, το 2011/12. Το πρωτογενές αποτέλεσμα, που εκτιμάται ότι θα είναι έλλειμμα ίσο προς 0,6 % του ΑΕΠ το 2005/2006, ισοσκελίζεται το 2008/2009 και μετατρέπεται σε πλεόνασμα 0,7 % του ΑΕΠ το 2011/2012. Η δημοσιονομική προσαρμογή κατά την περίοδο του προγράμματος κατανέμεται εξίσου μεταξύ εσόδων και δαπανών. Η αύξηση του δείκτη εσόδων αναμένεται να πραγματοποιηθεί τα δύο πρώτα έτη που καλύπτει το πρόγραμμα, εν μέρει χάρη σε συγκεκριμένα μέτρα, ενώ η σημαντική προσαρμογή στην πλευρά των δαπανών προβλέπεται να πραγματοποιηθεί μόνο από το 2008/2009, μέσω της συγκράτησης της αύξησης των τρεχουσών δαπανών. Οι δημόσιες επενδύσεις, με τον ορισμό που χρησιμοποιείται στο πρόγραμμα σύγκλισης[8], προβλέπεται να σταθεροποιηθούν στο 2¼ % του ΑΕΠ από το 2006/2007, έτσι ώστε από το 2007/08 το έλλειμμα προβλέπεται να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για τη χρηματοδότηση των δημόσιων επενδύσεων. Η πορεία προσαρμογής ευθυγραμμίζεται γενικά με εκείνη που προβλεπόταν στην επικαιροποίηση του 2005, έναντι ενός περισσότερο ευνοϊκού μακροοικονομικού πλαισίου βραχυπρόθεσμα.

9. Το διαρθρωτικό αποτέλεσμα (δηλαδή το κυκλικά προσαρμοσμένο αποτέλεσμα πλην των εκτάκτων και λοιπών προσωρινών μέτρων) όπως υπολογίζεται με βάση την από κοινού συμφωνηθείσα μεθοδολογία προβλέπεται να βελτιωθεί από 2½ % του ΑΕΠ το 2006/2007 σε περίπου σε 1¼ % του ΑΕΠ το τελευταίο έτος του προγράμματος, το 2011/2012. Η προσαρμογή είναι περισσότερο έντονη μεταξύ του 2006/2007 και του 2008/2009, αλλά επιβραδύνεται στη συνέχεια. Όπως και στην επικαιροποίηση του 2005, δεν τίθεται ποσοτικός μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος (ΜΔΣ) για το διαρθρωτικό αποτέλεσμα. Το πρόγραμμα αναφέρεται σε δημοσιονομικούς στόχους βάσει των εγχώριων κανόνων, που συνεπάγονται μεσοπρόθεσμη πορεία για το κυκλικά προσαρμοσμένο έλλειμμα συνεκτική με τη σταθεροποίηση του δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ σε σχετικά χαμηλό επίπεδο, αλλά παρέχει επαρκές περιθώριο ασφάλειας σχετικά με την τήρηση του ορίου 3% του ΑΕΠ για το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης μόνο υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

10. Οι κίνδυνοι για τις δημοσιονομικές προβλέψεις του προγράμματος φαίνονται γενικά ισορροπημένοι ως το 2007/08 αλλά τα δημοσιονομικά αποτελέσματα μπορεί να είναι χειρότερα από τις προβλέψεις του προγράμματος στη συνέχεια. Η προβλεπόμενη αύξηση του δείκτη φόρων προς ΑΕΠ βασίζεται εν μέρει σε σχετικά ευμετάβλητους παράγοντες όπως τα κέρδη του χρηματοοικονομικού τομέα και του τομέα παραγωγής πετρελαίου. Πάντως, οι σχετικά καλές προοπτικές για τα έσοδα φαίνεται να επαληθεύονται από τις πρόσφατες οικονομικές εξελίξεις, περιλαμβανομένης και της υψηλής κερδοφορίας. Ωστόσο, από το 2008/2009 και μετά, η υλοποίηση των στόχων του προγράμματος για το έλλειμμα θα εξαρτηθεί από την εφαρμογή της προβλεπόμενης συγκράτησης της αύξησης των δαπανών, και από την ενεργό παρακολούθηση προκειμένου να εφαρμοστούν τα ανώτατα όρια για τις δαπάνες. Ενώ οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου εξήγγειλαν μείωση των κονδυλίων για ορισμένες μικρότερες κατηγορίες, το μεγαλύτερο μέρος της συγκράτησης των δαπανών από το 2008/2009, δεν στηρίζεται ακόμη σε συγκεκριμένα μέτρα αλλά εξαρτάται από την επιβεβαίωση, στο πλαίσιο της Comprehensive Spending Review που προβλέπεται για τον Ιούλιο του 2007, όπου θα ανακοινώνονται οριστικά σχέδια για τις δαπάνες ως το 2010/11. Το ιστορικό της ενεργού παρακολούθησης για την εφαρμογή των ανώτατων ορίων για τις δαπάνες είναι θετικό.

11. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή την αξιολόγηση των κινδύνων, ο δημοσιονομικός προσανατολισμός του προγράμματος θεωρείται γενικά συμβατός με τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος μέχρι το 2006/07, όπως έχει εισηγηθεί το Συμβούλιο. Ωστόσο, παρέχει επαρκές περιθώριο ασφάλειας ώστε το έλλειμμα να μην υπερβεί το ανώτατο όριο του 3% του ΑΕΠ, υπό συνθήκες κανονικών μακροοικονομικών διακυμάνσεων, μόνο γύρω στο 2009/2010, περίοδο κατά την οποία οι προβλέψεις συνδέονται με τα αποτελέσματα της «Comprehensive Spending Review». Τα έτη μετά τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, ο ρυθμός της δημοσιονομικής εξυγίανσης που προβλέπει το πρόγραμμα πρέπει συνεπώς να ενισχυθεί, ιδιαίτερα προς τα τέλη της περιόδου του προγράμματος, όταν δεν προβλέπεται περαιτέρω ουσιώδης προσαρμογή παρά τη γενικά ευνοϊκή οικονομική συγκυρία.

12. Ο δείκτης του ακαθάριστου δημόσιου χρέους που ανερχόταν σε 42,1 % του ΑΕΠ το 2005/06, αν και θα παραμείνει πολύ κάτω από την τιμή αναφοράς 60 % του ΑΕΠ που προβλέπει η συνθήκη, προβλέπεται να αυξηθεί με αργούς ρυθμούς κατά την περίοδο του προγράμματος, με ανώτατη τιμή μόλις πάνω από 44% του ΑΕΠ το 2008/09. Στη συνέχεια, ο δείκτης αναμένεται να σταθεροποιηθεί και να αρχίσει μειώνεται προς τα τέλη της περιόδου του προγράμματος.

13. Οι μακροπρόθεσμες δημοσιονομικές επιπτώσεις από τη γήρανση του πληθυσμού στο Ηνωμένο Βασίλειο πλησιάζουν το μέσο όρο της ΕΕ, με τις συνταξιοδοτικές δαπάνες να δείχνουν κάπως μικρότερη αύξηση σε σχέση με το μέσο όρο στην ΕΕ, εν μέρει λόγω του γεγονότος ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο, παραδοσιακά οι πολίτες στηρίζονται περισσότερο σε ιδιωτικά συνταξιοδοτικά συστήματα σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ. Οι προτεινόμενες συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις εστιάζονται στην πιθανότητα ανεπαρκών μελλοντικών παροχών, ενισχύοντας τα κίνητρα για ιδιωτικά συνταξιοδοτικά συστήματα και αυξάνοντας τα αποθεματικά για δημόσιες συντάξεις, γεγονός που συνεπάγεται ελαφρώς υψηλότερη αύξηση των δαπανών για δημόσιες συντάξεις απ’ ό,τι προβλεπόταν προηγουμένως. Η μεταρρύθμιση περιλαμβάνει επίσης και σταδιακή αύξηση του ορίου ηλικίας για συνταξιοδότηση. Η αρχική δημοσιονομική θέση, αν και βελτιωμένη σε σχέση με το 2005 εξακολουθεί να αποτελεί κίνδυνο για τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών, ακόμη και πριν ληφθούν υπόψη οι μακροπρόθεσμες δημοσιονομικές επιπτώσεις από τη γήρανση του πληθυσμού. Η εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών με την περαιτέρω ενίσχυση της δημοσιονομικής θέσης σε σχέση με τις προβλέψεις του προγράμματος σύγκλισης θα συμβάλλει στη μείωση των κινδύνων για τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Γενικά, το Ηνωμένο Βασίλειο φαίνεται να αντιμετωπίζει μεσαίο κίνδυνο σχετικά με τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών.

14. Το πρόγραμμα σύγκλισης περιλαμβάνει ποιοτική αξιολόγηση των συνολικών συνεπειών της έκθεσης εφαρμογής του Οκτωβρίου 2006 με αντικείμενο το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων εντός του πλαισίου της μεσοπρόθεσμης δημοσιονομικής στρατηγικής. Επιπλέον, παρέχει συστηματικά στοιχεία για το δημοσιονομικό κόστος ή την εξοικονόμηση πόρων που συνεπάγονται άμεσα οι κυριότερες μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται στο εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και οι δημοσιονομικές προβλέψεις του λαμβάνουν ρητά υπόψη τις επιπτώσεις στα δημόσια οικονομικά των δράσεων που περιγράφονται στο εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων. Τα μέτρα στον τομέα των δημόσιων οικονομικών που προβλέπονται στο πρόγραμμα σύγκλισης φαίνεται να συμβαδίζουν με τα μέτρα που προβλέπονται στο εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων. Ειδικότερα, και τα δύο προγράμματα προβλέπουν τη σταδιακή εφαρμογή των κυβερνητικών μέτρων για την αύξηση της αποτελεσματικότητας και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της σχέσης ποιότητας/κόστους στην παροχή δημόσιων υπηρεσιών, ενώ οι μακροπρόθεσμες προβλέψεις για τα δημόσια οικονομικά ενσωματώνουν το εκτιμώμενο κόστος της προτεινόμενης συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης.

15. Η στρατηγική του προγράμματος στον τομέα των δημόσιων οικονομικών συμβαδίζει σε γενικές γραμμές με τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών, που περιλαμβάνονται στις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την περίοδο 2005-2008.

16. Όσον αφορά τις απαιτήσεις περί πληροφοριακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στον κώδικα δεοντολογίας για τα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης το πρόγραμμα έχει ορισμένα κενά όσον αφορά τόσο τα υποχρεωτικά όσο και τα προαιρετικά στοιχεία[9], που είναι σοβαρότερα απ’ ό,τι στην προηγούμενη επικαιροποίηση, δεδομένου ότι ο χρονικός ορίζοντας για τον οποίο διευκρινίζονται τα σχέδια των δαπανών είναι βραχύτερος.

Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι το πρόγραμμα φαίνεται γενικά συνεκτικό με τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος εντός της προθεσμίας που έχει θέσει το Συμβούλιο (οικονομικό έτος 2006/07). Ωστόσο, δεν προβλέπεται περαιτέρω ουσιώδης εξυγίανση μετά το 2009/2010, και η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων μετά το 2007/2008 εξαρτάται από την αποτελεσματική εφαρμογή της προβλεπόμενης συγκράτησης των δαπανών.

Ενόψει της παραπάνω αξιολόγησης, το Ηνωμένο Βασίλειο καλείται να συνεχίσει τη δημοσιονομική εξυγίανση κατά την περίοδο του προγράμματος, ιδίως εφαρμόζοντας την προβλεπόμενη μείωση της αύξησης των δαπανών μετά το 2007/2008, και να ενισχύσει περαιτέρω τη δημοσιονομική του θέση ώστε να αντιμετωπίσει τους κινδύνους για τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών.

Το Ηνωμένο Βασίλειο καλείται επίσης να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις περί πληροφοριακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στον κώδικα δεοντολογίας.

Σύγκριση βασικών μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προβλέψεων

2005/06 | 2006/07 | 2007/08 | 2008/09 | 2009/10 | 2010/11 | 2011/12 |

[1] ΕΕ L 209, 2.8.1997, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1055/2005 (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 1). Όλα τα έγγραφα που αναφέρονται στο παρόν κείμενο διατίθενται στον ακόλουθο δικτυακό τόπο:

http://europa.eu.int/comm/economy_finance/about/activities/sgp/main_en.htm

[2] Το οικονομικό έτος του Ηνωμένου Βασιλείου διαρκεί από τον Απρίλιο μέχρι τον Μάρτιο.

[3] Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, «Εφαρμογή της ανανεωμένης στρατηγικής της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση – Ένα έτος επίτευξης αποτελεσμάτων», 12.12.2006, COM(2006)816.

[4] Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο-Μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών στην ΕΕ, της 12.10.2006, COM (2006) 574 τελικό και έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Γενική Διεύθυνση Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων (2006), «Μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση», Ευρωπαϊκή Οικονομία, τεύχος αριθ. 4/2006.

[5] «Λεπτομερείς ρυθμίσεις για την εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και κατευθυντήριες γραμμές για τη μορφή και το περιεχόμενο των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης», που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο ECOFIN στις 11 Οκτωβρίου 2005.

[6] ΕΕ L 209, 2.8.1997, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1055/2005 (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 1). Τα έγγραφα που αναφέρονται στο παρόν κείμενο διατίθενται στον ακόλουθο δικτυακό τόπο:

http://europa.eu.int/comm/economy_finance/about/activities/sgp/main_en.htm

[7] Το οικονομικό έτος του Ηνωμένου Βασιλείου διαρκεί από τον Απρίλιο μέχρι τον Μάρτιο.

[8] Ο ορισμός των δημόσιων επενδύσεων στο πρόγραμμα σύγκλισης του ΗΒ, που δεν είναι έννοια του ΕΣΟΛ, καλύπτει όλες τις επενδύσεις του δημόσιου τομέα, δηλαδή (τόσο δημόσιους οργανισμούς όσο και τη γενική κυβέρνηση) και περιλαμβάνει επιδοτήσεις προς τον ιδιωτικό τομέα μη υπολογιζόμενων των αποσβέσεων.

[9] Ειδικότερα, δεν έχουν υποβληθεί τα στοιχεία σχετικά με τις προβλέψεις για την απασχόληση, την ανεργία, τον πληθωρισμό των μισθών και τη λεπτομερή κατανομή των προβλέψεων για τα έσοδα και τις δαπάνες της γενικής κυβέρνησης μετά το 2007/08. Σε σχέση με την επικαιροποίηση του 2005, ο ορίζοντας για την κατανομή των δαπανών της γενικής κυβέρνησης είναι βραχύτερος στην παρούσα επικαιροποίηση, η οποία αποτελεί την τελευταία πριν καθορισθούν λεπτομερή σχέδια για τις δαπάνες τον Ιούλιο του 2007 στη «Comprehensive Spending Review».

Top