EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52007PC0699

κανονισμοσ του Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και του Συμβουλίου για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών {SEC(2007) 1472} {SEC(2007) 1473}

/* COM/2007/0699 τελικό - COD 2007/0249 */

52007PC0699

κανονισμοσ του Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και του Συμβουλίου για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών {SEC(2007) 1472} {SEC(2007) 1473} /* COM/2007/0699 τελικό - COD 2007/0249 */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 13.11.2007

COM(2007) 699 τελικό2007/0249 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών

(υποβάλλεται από την Επιτροπή)

{SEC(2007) 1472}{SEC(2007) 1473}

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης. Γενικό πλαίσιο

Η ανάπτυξη μιας αποτελεσματικής ενιαίας αγοράς τηλεπικοινωνιών αποτελεί ύψιστη πολιτική προτεραιότητα της ΕΕ. Το ένα τέταρτο της συνολικής οικονομικής μεγέθυνσης της Ευρώπης οφείλεται στον κλάδο των ΤΠΕ, συμπεριλαμβανομένων των τηλεπικοινωνιών. Στην εποχή της τεχνολογικής προόδου, των διασυνοριακών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και της αυξανόμενης ζήτησης εκ μέρους των καταναλωτών για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ανεξαρτήτως γεωγραφικής τοποθεσίας, η δημιουργία μιας πραγματικά εσωτερικής αγοράς τηλεπικοινωνιών αποκτά θεμελιώδη σημασία για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Χωρίς μια ανταγωνιστική και αποτελεσματική υποδομή τηλεπικοινωνιών είναι ελάχιστες οι πιθανότητες ανάπτυξης πανευρωπαϊκών υπηρεσιών.

Το πλήρες άνοιγμα των εθνικών αγορών τηλεπικοινωνιών στον ανταγωνισμό το 1998 έδωσε ώθηση στην ενίσχυση των επενδύσεων και της καινοτομίας τόσο από τους ήδη εγκατεστημένους όσο και από τους νεοεισερχόμενους στην αγορά φορείς και αυτό απέφερε απτά οφέλη για τους Ευρωπαίους πολίτες, όπως αύξηση των επιλογών, μείωση των τιμών, βελτίωση της ποιότητας και αύξηση του φάσματος των νέων σταθερών και κινητών υπηρεσιών.

Τα οφέλη αυτά προέκυψαν από το κοινοτικό κανονιστικό πλαίσιο, το οποίο επιδιώκει τρεις στόχους: προώθηση του ανταγωνισμού, εδραίωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών και προσπορισμό οφέλους στους καταναλωτές και τους χρήστες. Το κοινοτικό αυτό πλαίσιο περιλαμβάνει τέσσερεις οδηγίες, οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ τον Ιούλιο του 2003.

Σύμφωνα με την αρχή της βελτίωσης της νομοθεσίας, η Επιτροπή οφείλει, βάσει του τρέχοντος πλαισίου, να υποβάλλει σε τακτικά διαστήματα εκθέσεις σχετικά με τη λειτουργία του. Η πρώτη έκθεση, η οποία υποβλήθηκε τον Ιούνιο του 2006[1], περιελάμβανε προτάσεις τροποποίησης του πλαισίου και ταυτόχρονα δρομολόγησε μια τετράμηνη δημόσια διαβούλευση. Αυτή η εκτενής και σφαιρική διαδικασία επανεξέτασης έφερε στο φως ορισμένα σοβαρά προβλήματα που χρειάζεται ακόμη να επιλυθούν, όπως είναι η έλλειψη εναρμόνισης και συνέπειας κατά την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων και η κατακερματισμένη και αποσπασματική κανονιστική ρύθμιση της εσωτερικής αγοράς. Πράγματι, παρά τα σημαντικά βήματα προόδου που έχουν γίνει προς την εναρμόνιση της κανονιστικής ρύθμισης των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι μη εναρμονισμένες ρυθμιστικές προσεγγίσεις των 27 εθνικών κανονιστικών αρχών – οι οποίες παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές από άποψη δεξιοτήτων, ανεξαρτησίας και οικονομικών και ανθρώπινων πόρων – παρεμποδίζουν την τεχνολογική εξέλιξη και θεωρούνται από τις επιχειρήσεις όλο και περισσότερο ως εμπόδια στην παροχή υπερεθνικών ή πανευρωπαϊκών υπηρεσιών. Επιπλέον, οι Ευρωπαίοι πολίτες θα πρέπει να παύσουν να πληρώνουν υπερβολικά υψηλές τιμές, επειδή το κόστος για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε ορισμένα κράτη μέλη παραμένει τεχνητά υψηλό.

Για να συμβάλει στην υπερπήδηση αυτών των εμποδίων, η Επιτροπή προτείνει να δημιουργηθεί μια νέα ανεξάρτητη Αρχή, η οποία θα εργάζεται σε στενή συνεργασία με τις εθνικές κανονιστικές αρχές (ΕΚΑ) και με την Επιτροπή. Η νέα Αρχή, η οποία θα λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θα περιλαμβάνει ένα ρυθμιστικό συμβούλιο απαρτιζόμενο από τους επικεφαλής των εθνικών κανονιστικών αρχών όλων των κρατών μελών της ΕΕ και θα αντικαταστήσει την ομάδα των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών ( European Regulators Group - ERG )[2]. Θα παρέχει έγκυρες συμβουλές στην Επιτροπή, ιδίως για την εκπόνηση κανονιστικών αποφάσεων βάσει της λεγόμενης "διαδικασίας του άρθρου 7", και για την περαιτέρω ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς χάρη στη συνεπέστερη εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων, και θα λειτουργεί ως κέντρο εμπειρογνωσίας για θέματα δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε επίπεδο ΕΕ. Η νέα Αρχή θα αναλάβει επίσης τα καθήκοντα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών ( European Network Security Agency -ENISA ) και κατ'αυτό τον τρόπο θα επιλυθούν πολλά από τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν με τη λειτουργία του ENISA[3].

Η παρούσα πρόταση συμπληρώνει δύο άλλες προτάσεις τροποποίησης των οδηγιών που συνθέτουν το τρέχον κανονιστικό πλαίσιο για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες[4]. Οι τρεις προτάσεις συνοδεύονται από μελέτη εκτίμησης αντικτύπου[5].

- Υφιστάμενες διατάξεις στον τομέα τον οποίο αφορά η πρόταση

Ο παρών κανονισμός συμπληρώνει τις πέντε οδηγίες που συνθέτουν τη δέσμη κανονιστικών ρυθμίσεων της ΕΕ για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις στην οδηγία-πλαίσιο απλοποιούν τη διαδικασία ανάλυσης της αγοράς, αλλά η απλοποίηση αυτή θα πρέπει να συμπληρωθεί με τη δημιουργία ενός εξειδικευμένου και ανεξάρτητου οργανισμού που θα διαθέτει την κατάλληλη εμπειρογνωσία, ώστε να επικουρεί την Επιτροπή στην αξιολόγηση των τεχνολογικών πολυπλοκοτήτων των μελλοντικών αγορών. Οι προτεινόμενες αλλαγές στην οδηγία περί αδειοδότησης εισάγουν νέες διαδικασίες για την εναρμόνιση των συνθηκών που διέπουν τα δικαιώματα χρήσης σε επίπεδο ΕΕ και για την επιλογή των παρόχων διασυνοριακών υπηρεσιών, κατά περίπτωση. Η νέα Αρχή θα είναι ο φορέας εφαρμογής αυτών των διαδικασιών. Οι αλλαγές στην οδηγία περί της καθολικής υπηρεσίας θα διευκολύνουν την προσβασιμότητα και τη χρήση των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης, από μειονεκτούντες χρήστες. Η Αρχή θα λειτουργεί ως εστιακό σημείο αντιμετώπισης αυτών των ζητημάτων σε επίπεδο ΕΕ.

- Εναρμόνιση με τις άλλες πολιτικές και στόχους της Ένωσης

Οι στόχοι του προτεινόμενου κανονισμού ευθυγραμμίζονται με την ανανεωμένη στρατηγική της Λισαβόνας για την προώθηση της ανάπτυξης και της απασχόλησης μέσω της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας με τη συναφή πρωτοβουλία i2010 της Επιτροπής και με τον στόχο της δημιουργίας ενός ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου της πληροφορίας, καθώς και με τη στρατηγική της Επιτροπής για την ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς. Η πρόταση έχει στόχο να βελτιώσει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη και εκτίμηση του αντικτύπου

- Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Μέθοδοι διαβούλευσης, κύριοι τομείς που αφορά η πρόταση και γενικά χαρακτηριστικά των ερωτηθέντων

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής δρομολόγησαν μια διαδικασία διαβούλευσης σε δύο φάσεις η οποία ξεκίνησε στα τέλη του 2005 με σκοπό την επανεξέταση του κανονιστικού πλαισίου. Με τη δημοσίευση μιας ανακοίνωσης τον Ιούνιο του 2006 δρομολογήθηκε μια δεύτερη δημόσια διαβούλευση, η οποία διήρκεσε 4 μήνες και έληξε στις 27 Οκτωβρίου 2006. Παρελήφθησαν 224 απαντήσεις από ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών προερχόμενων τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό της ΕΕ.

Σύνοψη των απαντήσεων και τρόπος με τον οποίο ελήφθησαν υπόψη

Οι κυριότερες ανησυχίες που εκφράστηκαν κατά τη δημόσια διαβούλευση ήταν οι εξής: i) Υπάρχουν σημαντικές διαφορές στον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζεται το κανονιστικό πλαίσιο σε εθνικό επίπεδο. Ο κατακερματισμός της εσωτερικής αγοράς σε διαφορετικά κανονιστικά συστήματα παρακωλύει τις επενδύσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να ωφεληθούν σε μεγάλο βαθμό από την εφαρμογή κοινών και προβλέψιμων κανονιστικών ρυθμίσεων σε όλη την ΕΕ. Πολλά μέρη επεσήμαναν ότι οι υφιστάμενες μεγάλες αποκλίσεις στον τρόπο εφαρμογής των κανόνων παρεμποδίζουν την πλήρη υλοποίηση των πλεονεκτημάτων της εσωτερικής αγοράς· ii) η τρέχουσα προσέγγιση επιλογής και αδειοδότησης φορέων εκμετάλλευσης για ορισμένους τύπους διασυνοριακών υπηρεσιών δεν συνάδει με την αξιοποίηση των οικονομιών κλίμακας που χρειάζονται για την ανάπτυξη νέων υπηρεσιών. Για την ανάπτυξη πραγματικά διακοινοτικών υπηρεσιών ιδίως είναι σκόπιμο να αναπτυχθεί ένα πιο συντονισμένο σύστημα αδειοδότησης όσον αφορά τα δικαιώματα χρήσης συχνοτήτων και αριθμών. Στην απάντηση της ERG προς την Επίτροπο Reding υπογραμμίζεται επίσης η σημασία της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ και της επίτευξης οικονομιών κλίμακας για τις διακοινοτικές υπηρεσίες. iii) Πρέπει να αξιοποιείται καλύτερα η εμπειρογνωσία που μπορεί να υπάρχει στην ERG. Για να αποφευχθεί ωστόσο μια προσέγγιση "ελάχιστου κοινού παρονομαστή", κρίνεται σκόπιμη η θεσμική μεταρρύθμιση της ERG, ώστε να της δοθεί η δυνατότητα να συμβάλλει καλύτερα στη βελτίωση της συνοχής και στην εναρμόνιση, κατά περίπτωση.

- Συγκέντρωση και χρησιμοποίηση εκτιμήσεων εμπειρογνωμόνων

Κατά την εκπόνηση της παρούσας και των συναφών προτάσεων η Επιτροπή βασίστηκε στα αποτελέσματα διαφόρων εξωτερικών μελετών.

Οι μελέτες αυτές περιελάμβαναν οικονομική μοντελοποίηση και διερεύνηση των απόψεων των άμεσα ενδιαφερόμενων μερών, τα δε αποτελέσματά τους περιγράφονται στη σχετική μελέτη εκτίμησης αντικτύπου.

Οι μελέτες διατίθενται στην εξής διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/information_society/policy/ecomm/library/ext_studies/index_en.htm

- Εκτίμηση αντικτύπου

Στη μελέτη εκτίμησης αντικτύπου εξετάζονται διάφορες επιλογές για την επίτευξη του στόχου της εξεύρεσης του καλύτερου δυνατού κανονιστικού μοντέλου για την υλοποίηση μιας ενιαίας αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ικανού να διασφαλίζει την εναρμονισμένη και αποτελεσματική κανονιστική ρύθμιση του τομέα και παράλληλα την τήρηση των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.

Η μελέτη εκτιμά τις κύριες αναμενόμενες επιπτώσεις τριών πολιτικών επιλογών, οι οποίες βασίζονται σε διαφορετικές θεσμικές ρυθμίσεις με διαφορετικές ισορροπίες αρμοδιοτήτων και εξουσιών μεταξύ των εθνικών αρχών και της ΕΕ.

Η ανάλυση κόστους-ωφέλειας της προτεινόμενης Αρχή δείχνει ότι, σύμφωνα με ένα συντηρητικό σενάριο, στους τομείς πολιτικής που θα δραστηριοποιείται η Αρχή, έχει τη δυνατότητα να αποφέρει συνολικό οικονομικό όφελος 10-30 περίπου φορές πολλαπλάσιο του δημοσιονομικού της κόστους (δηλαδή, κέρδη της τάξης των 250 – 800 εκατομμυρίων ευρώ περίπου). Τα κέρδη μπορεί να ανέλθουν σε 550-1.400 εκατομμύρια ευρώ εάν επαληθευθούν τα πιο αισιόδοξα σενάρια μεγέθυνσης των πανευρωπαϊκών αγορών.

Μια από κύριες πηγές αυτών των κερδών θα είναι η μείωση του ρυθμιστικού κινδύνου, η οποία θα επιτευχθεί με τη συμβολή της Αρχής. Ακόμη και μια οριακή μείωση (της τάξης του 10%) του ρυθμιστικού κινδύνου σε όλη την Ευρώπη θα επιφέρει μείωση του κόστους κεφαλαίου για τον κλάδο. Επιπλέον, με τη συμβολή της Αρχής θα επιταχυνθεί η διαδικασία εκχώρησης συχνοτήτων για πανευρωπαϊκές υπηρεσίες· η επίσπευση έστω και κατά ένα έτος της εκτέλεσης μεγάλων έργων αυτού του τύπου μπορεί να αποφέρει οικονομικά οφέλη πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.

Η μελέτη εκτίμησης αντικτύπου διατίθεται στην εξής διεύθυνση:http://ec.europa.eu/information_society/policy/ecomm/library/public_consult/index_en.htm#communication_review

Ένας ανεξάρτητος μηχανισμός συνεργασίας και λήψης αποφάσεων για τους εθνικούς κανονιστικούς φορείς: η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών

3.1. Η εμπειρία συνεργασίας της ERG χρειάζεται να αξιοποιηθεί σε μια επίσημη δομή συνεργασίας

Παρά το γεγονός ότι η εσωτερική αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών αναπτύσσεται τα τελευταία έτη, εξακολουθούν να υπάρχουν: i) σημαντικές ασυνέπειες στην εφαρμογή του ευρωπαϊκού κανονιστικού πλαισίου σε εθνικό επίπεδο, οι οποίες οδηγούν σε κατακερματισμό των ευρωπαϊκών αγορών και αποθαρρύνουν τις επενδύσεις· ii) μη αποτελεσματικοί μηχανισμοί συντονισμού της επιλογής και της αδειοδότησης υπηρεσιών που έχουν εγγενή διασυνοριακό χαρακτήρα, όπως οι κινητές υπηρεσίες και οι βασιζόμενες σε ΠΙ υπηρεσίες.

Το 2004 η Επιτροπή δημιούργησε μια ανεξάρτητη συμβουλευτική ομάδα, την Ομάδα των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών ( European Regulators Group - ERG ), ως μέσο διευκόλυνσης της διαβούλευσης, του συντονισμού και της συνεργασίας των εθνικών κανονιστικών αρχών, αφενός μεταξύ τους, και αφετέρου με την Επιτροπή. Προσφάτως, το περασμένο έτος, η ERG υπέβαλε στην Επιτροπή γνωμοδοτήσεις ως προς τον λειτουργικό διαχωρισμό και τις αρχές ρύθμισης της πρόσβασης νέας γενιάς και διοργάνωσε μια σειρά δημόσιων διαβουλεύσεων επί των σχεδίων κοινών θέσεων της ERG (π.χ. χονδρική παροχή αποδεσμοποιημένης πρόσβασης, φωνητικές υπηρεσίες μέσω ΠΙ και διφυορευματική πρόσβαση). Εντούτοις, όλες οι κοινές προσεγγίσεις της ERG βασίζονται εκ των πραγμάτων στη συναίνεση, κάτι το οποίο δυσχεραίνει και επιβραδύνει την υιοθέτηση κοινών προσεγγίσεων. Η υιοθέτηση κοινών προσεγγίσεων καθίσταται μάλιστα αδύνατη όταν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές απόψεων ή συμφερόντων μεταξύ των διαφόρων φορέων ρύθμισης. Η ERG περιορίζεται επομένως σε ένα σχήμα χαλαρής συνεργασίας, το οποίο δεν επεκτείνεται πέραν της έκδοσης γενικών μάλλον δηλώσεων επί σημαντικών και αμφιλεγόμενων ζητημάτων.

Η τρέχουσα προσέγγιση που ακολουθείται στην ERG, η οποία στην πράξη απαιτεί τη συναίνεση και των 27 ρυθμιστικών φορέων, περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από την παρουσία ενός παράλληλου οργανισμού του οποίου τα επιχειρησιακά καθήκοντα επικαλύπτουν τα καθήκοντα της ERG – της Ανεξάρτητης Ομάδας Ρυθμιστών (Independent Regulators Group - IRG). Η IRG απαρτίζεται από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ και επτά άλλες ευρωπαϊκές χώρες και, παρότι επηρεάζει τις ρυθμιστικές προσεγγίσεις της Κοινότητας, δεν υποχρεούται ούτε να εφαρμόζει το κοινοτικό δίκαιο ούτε να δίνει αναφορά στην Επιτροπή[6]. Η ανεπαρκής αποτελεσματικότητα της τρέχουσας δομής οφείλεται επομένως σε μια οργάνωση η οποία δεν είναι η καλύτερη δυνατή τόσο όσον αφορά την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα της επίτευξης συνεπών και εναρμονισμένων προσεγγίσεων σε επίπεδο ΕΕ αλλά και όσον αφορά τη λογοδοσία και τη διαφάνεια.

Η Επιτροπή αξιολόγησε τις διάφορες επιλογές οργάνωσης των απαιτούμενων καθηκόντων, καθώς και κατά πόσον θα ήταν σε θέση να αναλάβει η ίδια τα καθήκοντα αυτά. Η εναρμόνιση σε κεντρικό επίπεδο απαιτεί εξειδικευμένη γνώση καθεμίας από τις 27 εθνικές αγορές. Στην πράξη μόνο ένας οργανισμός που θα συγκροτείται από τους εθνικούς ρυθμιστικούς φορείς μπορεί να έχει λεπτομερή γνώση των τοπικών συνθηκών, ώστε να αντιμετωπίσει με επιτυχία αυτά τα ζητήματα. Επιπλέον, οι ΕΚΑ αποτελούν σε πολλές περιπτώσεις φορείς με σημαντικές αρμοδιότητες. Θα ήταν επομένως αδιανόητο να αποκτήσει η Επιτροπή την κλίμακα πόρων και εμπειρογνωσίας που απαιτείται, ώστε να υποκαταστήσει τους εθνικούς ρυθμιστικούς φορείς.

Εξετάστηκε επίσης η επιλογή μιας αναβαθμισμένης ERG με δικαιώματα ψήφου για τη λήψη αποφάσεων με πλειοψηφία. Παρά τις δυσχέρειες εφαρμογής ενός κοινώς αποδεκτού συστήματος ψηφοφορίας, ένας τέτοιος οργανισμός δεν θα ήταν σε θέση να λαμβάνει αποφάσεις δεσμευτικές για τα μέλη του. Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις της Συνθήκης τέτοιον ρόλο μπορεί να αναλάβει μόνο η Επιτροπή. Επιπλέον, υπάρχουν σημαντικοί θεσμικοί περιορισμοί οι οποίοι δεν επιτρέπουν την επέκταση των αρμοδιοτήτων της ERG σε βαθμό τέτοιο ώστε να διαδραματίζει τον εν λόγω αναβαθμισμένο ρόλο. Για να αναβαθμιστεί η ERG θα χρειαστεί να αυξηθούν ουσιαστικά οι υφιστάμενοι πόροι της κατά τρόπο ώστε η ERG να είναι σε θέση να εκτελέσει το έργο της, δεδομένου ότι το τρέχον σύστημα της εκ περιτροπής προεδρίας της ERG έχει φθάσει στα όριά του (διορισμός του εκτελεστικού διευθυντή, ενίσχυση της γραμματείας της, τυπικοί διαδικαστικοί κανόνες λήψης αποφάσεων, κτλ.). Οι πόροι που χρειάζονται για μια τέτοια αναβάθμιση του ρόλου της ERG δεν είναι δυνατό να προέλθουν από εξωτερικές πηγές, διότι η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σίγουρη ότι οι γνωμοδοτήσεις της ERG λαμβάνονται με διαφάνεια, ευθύνη και ανεξαρτησία. Για παράδειγμα, μια αναβαθμισμένη ERG δεν θα μπορούσε να είναι νόμιμος οργανισμός παροχής συμβουλών στην Επιτροπή, εάν βασιζόταν σε πόρους αντλούμενους μέσω της IRG. Στην πραγματικότητα ο συμβουλευτικός ρόλος της ERG προς την Επιτροπή μπορεί να αναβαθμιστεί κατά τον αναγκαίο βαθμό μόνο αν η ERG μετατραπεί σε κοινοτικό οργανισμό, υποκείμενο στους ίδιους διαχειριστικούς και δημοσιονομικούς κανόνες με εκείνους που εφαρμόζονται σε όλους τους κοινοτικούς οργανισμούς (κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης, δημοσιονομικός κανονισμός, απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων στο Κοινοβούλιο, κτλ.).

Η Επιτροπή επομένως κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα απαιτούμενα καθήκοντα μπορούν να εκπληρωθούν καλύτερα από μια χωριστή οντότητα, ανεξάρτητη και μη υπαγόμενη στην Επιτροπή, η οποία θα ενισχύσει τις εξουσίες των ΕΚΑ αναλαμβάνοντας τα καθήκοντα της ERG και προσδίδοντάς τους μια στέρεη και διαφανή βάση στο κοινοτικό δίκαιο. Ο οργανισμός αυτός θα γνωμοδοτεί και θα παρέχει συμβουλές προς την Επιτροπή σε σχέση με μια σειρά σοβαρών αποφάσεων ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, αλλά και θα λαμβάνει ατομικές αποφάσεις ως προς τη διοίκηση του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης.

Τα προτεινόμενα καθήκοντα θα συμπληρώνουν και δεν θα επικαλύπτουν, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα ρυθμιστικά καθήκοντα των εθνικών ρυθμιστικών φορέων. Η Αρχή θα προσφέρει τα μέσα για την εδραίωση μιας ουσιαστικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών ρυθμιστών σε σχέση με ζητήματα για οποία απαιτείται συνέπεια και εναρμόνιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως: καθορισμός και ανάλυση αγορών και διορθωτικά μέτρα· εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος· καθορισμός διακρατικών αγορών· ποιότητα των υπηρεσιών. Ταυτόχρονα θα αποτελεί μια οικονομικά αποδοτική πλατφόρμα αντιμετώπισης πανευρωπαϊκών ζητημάτων που υπερβαίνουν το πεδίο αρμοδιότητας ακόμη και μιας αναβαθμισμένης ERG, όπως η ασφάλεια των δικτύων και των πληροφοριών, η εφαρμογή του ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης έκτακτης ανάγκης "112" και η διοίκηση του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης.

Η προτεινόμενη Αρχή θα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο ενός ισχυρού και ενιαίου πλαισίου εντός του οποίου οι εθνικοί ρυθμιστές θα μπορούν να συνεργάζονται κατά τρόπο συνεπή προς τις αρχές που ορίζει η Επιτροπή στο σχέδιο διοργανικής συμφωνίας για ένα πλαίσιο λειτουργίας των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών οργανισμών[7].

3.2 Κύρια καθήκοντα της νέας Αρχής

Η Αρχή θα συμπληρώνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα ρυθμιστικά καθήκοντα που εκπληρώνουν σε εθνικό επίπεδο οι κανονιστικές αρχέςμε τους εξής τρόπους:

- Θα παρέχει ένα πλαίσιο συνεργασίας των εθνικών ρυθμιστών. Προτείνεται να βελτιωθεί η διαχείριση των διασυνοριακών πτυχών της ρύθμισης της αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της ακεραιότητας των δικτύων. Η Αρχή θα εξασφαλίζει διαδικασίες συνεργασίας μεταξύ των εθνικών ρυθμιστών, ιδίως όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών, την παροχή συμβουλών και την τεχνική υποστήριξη. Η Αρχή θα έχει εξουσίες διαμεσολάβησης και επίλυσης διασυνοριακών διαφορών μεταξύ ΕΚΑ. Το πλαίσιο αυτό θα προωθεί επίσης τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών ρυθμιστών της ΕΕ και τρίτων χωρών.

- Ρυθμιστική εποπτεία του καθορισμού και της ανάλυσης αγορών και της εφαρμογής διορθωτικών μέτρων. Η Αρχή θα έχει γενικά συμβουλευτικό ρόλο έναντι της Επιτροπής όσον αφορά τα ζητήματα ρύθμισης της αγοράς και θα μπορεί να εκδίδει μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές για την προώθηση ορθών πρακτικών μεταξύ των εθνικών ρυθμιστών. Η Αρχή θα γνωμοδοτεί επί των σχεδίων μέτρων των ΕΚΑ, όσον αφορά τον δυνητικό τους αντίκτυπο στην ενιαία αγορά και τη συμβατότητά τους με το κοινοτικό δίκαιο, προτείνοντας αν χρειάζεται σχετικές τροποποιήσεις. Οι γνωμοδοτήσεις αυτές θα υποβάλλονται στην Επιτροπή με ταχεία διαδικασία ψηφοφορίας και έκδοσης με απλή πλειοψηφία των μελών της.

- Καθορισμός διακρατικών αγορών: η Αρχή θα αποτελεί έναν αποτελεσματικό και αναλογικό μηχανισμό απόκρισης στις αναπτυσσόμενες διασυνοριακές αγορές που προκύπτουν από την αύξηση της κινητικότητας, την αύξηση της διείσδυσης υπηρεσιών βασιζόμενων στο διαδίκτυο (π.χ. VoIP), τις δορυφορικές υπηρεσίες και τη σύγκλιση μεταξύ σταθερών και κινητών υπηρεσιών. Η Αρχή θα είναι επίσης υπεύθυνη για την παρακολούθηση της ανάπτυξης των υπηρεσιών περιαγωγής φωνητικών κλήσεων και μετάδοσης δεδομένων.

- Συμβουλές ως προς την εναρμόνιση των ραδιοσυχνοτήτων: η Αρχή θα αυξήσει την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα της πολιτικής για το ραδιοφάσμα με τους εξής τρόπους: συνεχής ανάλυση και υποβολή εκθέσεων, προσδιορισμός των δυνατοτήτων και των μέσων ανάπτυξης νέων υπηρεσιών, τήρηση μητρώου για τη χρήση του ραδιοφάσματος σε όλη την ΕΕ, παροχή συμβουλών για κοινές διαδικασίες αδειοδότησης, τεχνική υποστήριξη για την επιλογή των επιχειρήσεων στις οποίες χορηγούνται άδειες χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, παροχή συμβουλών για την ανάκληση δικαιωμάτων χρήσης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τους όρους της άδειας.

- Εξουσίες λήψης αποφάσεων ως προς τη διοίκηση της αριθμοδότησης και παροχή συμβουλών ως προς τη φορητότητα των αριθμών. Η Αρχή θα επιφορτιστεί με τη διοίκηση και την ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης (ETNS), δηλαδή των αριθμών με ενιαίο, σε κλίμακα ΕΕ, πρόθεμα (3883) που μπορούν να παραχωρηθούν σε οργανισμούς που επιθυμούν να δημιουργήσουν πανευρωπαϊκά κέντρα κλήσης μονοαπευθυντικής εξυπηρέτησης. Επιπλέον, η Αρχή θα συνεργάζεται με τις ΕΚΑ και τα κράτη μέλη σε σχέση με τα ζητήματα αριθμοδότησης και φορητότητας αριθμών που έχουν ευρωπαϊκό ενδιαφέρον, υποβάλλοντας π.χ εκθέσεις σχετικά με την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης έκτακτης ανάγκης "112", τον καθορισμό σειρών αριθμών για διασυνοριακές υπηρεσίες, τον καθορισμό των δυνατοτήτων και των μέσων ανάπτυξης νέων υπηρεσιών και παρέχοντας συμβουλές ως προς κοινές διαδικασίες αδειοδότησης.

- Ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών. Η Αρχή θα αναλάβει τα καθήκοντα του υφιστάμενου Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA). Με τον τρόπο αυτό θα ενισχυθεί η εναρμόνιση των υποχρεώσεων διασφάλισης της ακεραιότητας των δικτύων που έχουν σήμερα οι ΕΚΑ και της ευθύνης δημιουργίας κλίματος ασφάλειας των δικτύων και των πληροφοριών που αποτελεί σήμερα ευθύνη του ENISA.

- Γενικές πληροφορίες και συμβουλευτικά καθήκοντα. Η Αρχή θα οφείλει να υποβάλει ετήσια έκθεση σχετικά με την ανάπτυξη του τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (προσφορά και διείσδυση νέων υπηρεσιών, ανάπτυξη του ανταγωνισμού, επισκόπηση της εθνικής ρυθμιστικής κατάστασης, εφαρμοζόμενα διορθωτικά μέτρα, πληροφορίες για τις διαδικασίες προσφυγής, κτλ.). Επιπλέον, θα παρακολουθεί και θα συντάσσει εκθέσεις σχετικά με τη διαλειτουργικότητα και την ηλεκτρονική προσβασιμότητα στην Ευρώπη και θα έχει τη δυνατότητα να εκδίδει συστάσεις ως προς τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε εθνικό επίπεδο για την πληρέστερη ικανοποίηση ιδίως των αναγκών των μειονεκτούντων ή των ηλικιωμένων πολιτών.

3.3 Νομικά στοιχεία της πρότασης

- Νομική βάση

Άρθρο 95 ΕΚ

- Αρχή της επικουρικότητας

Ο στόχος της προτεινόμενης δράσης δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη μόνον.

- Σύμφωνα με το τρέχον κανονιστικό πλαίσιο τα ζητήματα αδειοδότησης υπηρεσιών αντιμετωπίζονται σε επίπεδο κρατών μελών. Οι 27 ΕΚΑ διαθέτουν μεγάλη διακριτική ευχέρεια και ο εποπτικός και συντονιστικός ρόλος της Επιτροπής είναι περιορισμένος. Αυτό σημαίνει ότι η εσωτερική αγορά εξακολουθεί να αποτελεί ένα συνονθύλευμα 27 διαφορετικών ρυθμιστικών συστημάτων. Αυτό παρεμποδίζει την ανάπτυξη διασυνοριακών υπηρεσιών και οι φορείς εκμετάλλευσης έρχονται αντιμέτωποι με διαφορετικές ή και αποκλίνουσες συνθήκες εκμετάλλευσης για παρόμοιες περιστάσεις. Στην πράξη αρκετά από τα ζητήματα κανονιστικής ρύθμισης με τα οποία ασχολούνται οι εθνικοί ρυθμιστικοί φορείς είναι κοινά σε όλη την ΕΕ (π.χ. κανονιστική αντιμετώπιση των νέων υπηρεσιών, κανόνες λογιστικής, αριθμοδότηση, λειτουργία εξοπλισμού και υπηρεσιών για τους μειονεκτούντες χρήστες που ταξιδεύουν στην ΕΕ κτλ)[8]. Στους τομείς αυτούς, προκειμένου να προωθηθούν οι οικονομίες κλίμακας και ο ανταγωνισμός στην εσωτερική αγορά, έχει θεμελιώδη σημασία να αναπτυχθεί μια κοινή σε όλη την ΕΕ πρακτική και εμπειρογνωσία που θα επιτρέψει τη βελτίωση της συνοχής και, κατά περίπτωση, της εναρμόνισης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί αποτελεσματικά και αποδοτικά μόνο με τη βελτίωση του τρέχοντος θεσμικού πλαισίου και της κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ κρατών μελών, ΕΚΑ, και Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και συνεπώς μόνο με την ανάληψη δράσης σε κοινοτικό επίπεδο.

- Η ανάπτυξη της παροχής διασυνοριακών υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητας είναι ένας από τους στόχους της επανεξέτασης που προβλέπει η οδηγία για την αδειοδότηση[9]. Κατά την εκτενή δημόσια διαβούλευση δόθηκε έμφαση στην άμεση ανάγκη να καταστεί ευκολότερη η παροχή διακοινοτικών υπηρεσιών για τους φορείς εκμετάλλευσης με την άρση ορισμένων από τους σημαντικούς εγγενείς στην τρέχουσα προσέγγιση φραγμούς[10]. Για ορισμένες διασυνοριακές υπηρεσίες η δράση των κρατών μελών μεμονωμένα δεν είναι δυνατό να επιφέρει εναρμονισμένη κανονιστική ρύθμιση ή αντιμετώπισή τους κατά τρόπο ώστε να επιτευχθούν οικονομίες κλίμακας.

Μια δράση σε κοινοτικό επίπεδο η οποία θα βελτιώσει τη συνοχή και την εναρμόνιση των κανονιστικών ρυθμίσεων στην εσωτερική αγορά και θα μειώσει το κόστος για τους φορείς εκμετάλλευσης που δραστηριοποιούνται σε περισσότερες της μίας χώρες θα είναι σαφώς επωφελής λόγω της κλίμακάς της και θα αποφέρει θετικά αποτελέσματα σε σύγκριση με τη μεμονωμένη δράση των κρατών μελών. Κατά συνέπεια, οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο.

- Αρχή της αναλογικότητας

Η πρόταση είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας, δεδομένου ότι η Αρχή θα έχει συμβουλευτικό ρόλο και θα επικουρεί την Επιτροπή στο έργο της εφαρμογής της πολιτικής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

- Η δημιουργία της Αρχής θα εντάξει τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών κανονιστικών αρχών (επί του παρόντος εξασφαλίζεται μέσω της ERG) στο κοινοτικό σύστημα. Είναι σαφής η ανάγκη βελτίωσης των σχετικών διακανονισμών ούτως ώστε ορισμένα από τα καθήκοντα που ασκεί επί του παρόντος η ERG –η οποία στην ουσία αποτελεί ένα συμβουλευτικό φόρουμ εθνικών κανονιστικών φορέων στερούμενο θεσμικής ικανότητας λήψης κοινών αποφάσεων – να εκτελούνται από έναν ενιαίο σε επίπεδο ΕΕ εξειδικευμένο οργανισμό ο οποίος θα λειτουργεί στο πλαίσιο της θεσμικής δομής της Κοινότητας. Τα καθήκοντα της Αρχής, τα οποία περιλαμβάνουν την παροχή έγκυρων τεχνικών συμβουλών και βοήθειας στην Επιτροπή για την εκπόνηση ρυθμιστικών αποφάσεων που θα προάγουν την εσωτερική αγορά, θα αναβαθμιστούν με την προτεινόμενη ενσωμάτωση των καθηκόντων του ENISA που αφορούν την ασφάλεια των δικτύων και των πληροφοριών.

- Το ρυθμιστικό συμβούλιο της Αρχής θα απαρτίζεται από τους επικεφαλής των ΕΚΑ και θα ενεργεί προς το συμφέρον της Κοινότητας. Το προτεινόμενο σύστημα θα επιτρέψει στην Επιτροπή να αξιοποιήσει την πολλαπλή εμπειρογνωσία των εθνικών κανονιστικών φορέων –οι οποίοι γνωρίζουν καλύτερα τις εθνικές αγορές και συνθήκες– και θα ενισχύσει τη συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και των φορέων αυτών. Το σύστημα συμπληρώνει τις αρμοδιότητες των ΕΚΑ σε θέματα εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου σε εθνικό επίπεδο.

- Η χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης συχνοτήτων και αριθμών για την παροχή διακοινοτικών υπηρεσιών θα εξακολουθήσει να γίνεται σε εθνικό επίπεδο, αλλά βάσει μίας κοινής προσέγγισης η οποία θα εφαρμόζεται μόνο σε ορισμένες υπηρεσίες με διακοινοτικά χαρακτηριστικά (π.χ. δορυφορικές υπηρεσίες). Η αδειοδότηση διακοινοτικών υπηρεσιών θα εξακολουθήσει επίσης να γίνεται σε εθνικό επίπεδο, αλλά βάσει μίας κοινής προσέγγισης. Εντούτοις, η χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης συχνοτήτων και αριθμών για την παροχή υπηρεσιών εθνικής κλίμακας δεν καλύπτεται από την παρούσα πρόταση και θα εξακολουθήσει να εμπίπτει στην αρμοδιότητα των ΕΚΑ.

Αυτό σημαίνει ότι ο ρόλος της Αρχής θα βελτιώσει μεν τον συντονισμό σε ορισμένους καίριους τομείς κοινοτικής διάστασης, αλλά δεν θα υπερβεί τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων.

Λόγω του γεγονότος ότι η προτεινόμενη πράξη θα έχει άμεση ισχύ εντός της Κοινότητας, δεδομένου ότι πρόκειται για κανονισμό, τα δημοσιονομικά και διοικητικά βάρη για την Κοινότητα, τις εθνικές κυβερνήσεις και τους οικονομικούς φορείς θα ελαχιστοποιηθούν και θα είναι ανάλογα προς τον στόχο της πρότασης.

- Επιλογή νομικής πράξης

Προτεινόμενη νομική πράξη: κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

Ο κανονισμός έχει άμεση ισχύ και για τον λόγο αυτό αποτελεί την ενδεδειγμένη νομική πράξη για την ίδρυση μιας Αρχής του είδους που προτείνεται.

Δημοσιονομικές επιπτώσεις

Εκτιμάται ότι η Αρχή θα απασχολεί μόνιμο προσωπικό έως και 134 ΙΠΑ, όταν θα έχει τεθεί σε πλήρη επιχειρησιακή λειτουργία. Αυτό συμπεριλαμβάνει την ανάληψη των καθηκόντων και των πόρων του ENISA το 2011. Ο ετήσιος προϋπολογισμός εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 10 εκατομμύρια ευρώ το πρώτο έτος και ότι θα φθάσει τα 28 εκατομμύρια ευρώ από το τρίτο έτος και μετά. Πέραν της χρηματοδοτικής συνεισφοράς της Κοινότητας, η Αρχή μπορεί να εισπράττει τέλη και εισφορές για ορισμένες υπηρεσίες. Τα έσοδα από την παροχή υπηρεσιών της Αρχής θα διατίθενται για τη χρηματοδότηση της δραστηριότητάς της [11].

Όσον αφορά τις σχετικές δαπάνες, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι πόροι που θα εξοικονομηθούν από την ενσωμάτωση του ENISA στην προτεινόμενη Αρχή. Ο τρέχων ετήσιος προϋπολογισμός του ENISA ανέρχεται σε 8 περίπου εκατομμύρια ευρώ.

Συμπληρωματικές πληροφορίες

- Απλούστευση

Η πρόταση αποτελεί μέρος ενός νέου συστήματος χάρη στο οποίο η σημερινή διαδικασία κανονιστικής ρύθμισης θα γίνει πιο απλή και αποτελεσματική τόσο για τις διοικητικές αρχές όσο και για τους συντελεστές της αγοράς. Η Αρχή θα βελτιώσει τη διαδικασία λήψης αποφάσεων και θα διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και των ΕΚΑ βάσει κοινών στόχων και διαδικασιών. Η ίδρυση της Αρχής θα συνοδευθεί από χαλάρωση του τρέχοντος συστήματος αυτόματης κοινοποίησης βάσει της "διαδικασίας του άρθρου 7", η οποία θα οδηγήσει σε ουσιαστική μείωση του διαδικαστικού φόρτου για τον κλάδο, τις ΕΚΑ, και την Επιτροπή, όπου η Επιτροπή θα παρεμβαίνει μόνο σε σοβαρές περιπτώσεις. Η Αρχή θα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αξιολόγηση των τεχνικών πολυπλοκοτήτων αυτών των περιπτώσεων, στην εξεύρεση λύσεων και στη διασφάλιση εναρμονισμένων αποτελεσμάτων στην εσωτερική αγορά.

Το τρέχον σύστημα χορήγησης δικαιωμάτων χρήσης συχνοτήτων ή αριθμών, το οποίο χαρακτηρίζεται από διαφορετικές νομικές και διαδικαστικές απαιτήσεις σε κάθε κράτος μέλος όπου παρέχονται τέτοιες υπηρεσίες, μπορεί να είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και επιβαρυντικό για τις επιχειρήσεις που επιθυμούν να παρέχουν υπηρεσίες σε διακοινοτική βάση. Η τήρηση των διαφορετικών σε κάθε κράτος μέλος απαιτήσεων (για παράδειγμα, ως προς τη διάρκεια των δικαιωμάτων χρήσης και τους συναφείς όρους) περιπλέκει τον σχεδιασμό υπηρεσιών ευρωπαϊκής διάστασης, τις επενδύσεις σε τέτοιες υπηρεσίες και τέλος την παροχή τους. Αυτές οι μεγάλες διαφορές των διαδικασιών απόκτησης δικαιωμάτων χρήσης αποθαρρύνουν την είσοδο στην αγορά και παρακωλύουν τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Αυτά συνηγορούν υπέρ της καθιέρωσης μιας πιο συντονισμένης προσέγγισης για την επιλογή των επιχειρήσεων στις οποίες χορηγούνται εθνικά δικαιώματα χρήσης συχνοτήτων και αριθμών.

Η πρόταση περιλαμβάνεται στο κυλιόμενο πρόγραμμα της Επιτροπής για την επικαιροποίηση και την απλούστευση του κοινοτικού κεκτημένου .

- Ρήτρα επανεξέτασης / αναθεώρησης / λήξης ισχύος

Η πρόταση περιλαμβάνει ρήτρα επανεξέτασης.

- Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος (ΕΟΧ)

Η προτεινόμενη πράξη αφορά θέματα του ΕΟΧ και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να επεκταθεί στον ΕΟΧ.

Λεπτομερής παρουσίαση της πρότασης

Κεφάλαιο I (Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής, ορισμοί και γενικά καθήκοντα)

Άρθρα 1 και 2: ορίζουν το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού, το οποίο συνίσταται στη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών μέσω της ίδρυσης μιας Ευρωπαϊκής Αρχής για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών.

Άρθρο 3: ορίζει τα γενικά καθήκοντα της Αρχής, τα οποία είναι να γνωμοδοτεί με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής και να επικουρεί την Επιτροπή παρέχοντας τεχνικές συμβουλές, διενεργώντας μελέτες, συλλέγοντας πληροφορίες και εκθέσεις, κτλ.

Κεφάλαιο II: Καθήκοντα της Αρχής που συνδέονται με την ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς

Άρθρο 4: ορίζει τα θέματα των οποίων επιλαμβάνεται η Αρχή με σκοπό την προαγωγή της εναρμονισμένης εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου.

Άρθρο 5: προβλέπει γνωμοδότηση της Αρχής σχετικά με τον καθορισμό και την ανάλυση των εθνικών αγορών και σχετικά με τα τυχόν διορθωτικά μέτρα. Η Αρχή θα καλείται να γνωμοδοτεί, εντός ορισμένης προθεσμίας, στις περιπτώσεις που η Επιτροπή εκφράζει "σοβαρές αμφιβολίες" σε σχέση με πρόταση μέτρο που έχει κοινοποιηθεί βάσει του άρθρου 7 της οδηγίας-πλαισίου.

Άρθρο 6: όταν μια ΕΚΑ έχει παραλείψει να αναλύσει μια αγορά εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την Αρχή να παράσχει συμβουλές και βοήθεια σε σχέση με τη συγκεκριμένη εθνική αγορά.

Άρθρο 7: η Αρχή διενεργεί ανάλυση διακρατικών αγορών μετά τον καθορισμό διακρατικής αγοράς από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 4 της οδηγίας-πλαισίου.

Άρθρο 8: ορίζει τα καθήκοντα της Αρχής στον τομέα της αριθμοδότησης, τα οποία συμπεριλαμβάνουν τη διοίκηση και την ανάπτυξη του ETNS, τη διαχείριση εναρμονισμένων σειρών αριθμών (π.χ. εξέταση των αιτήσεων δέσμευσης αριθμών '116', σύμφωνα με την απόφαση 2007/116/ΕΚ της Επιτροπής), και την έκδοση γνωμοδότησης, κατόπιν σχετικού αιτήματος, ως προς τις υποχρεώσεις που αφορούν τη φορητότητα των αριθμών.

Άρθρο 9: η Αρχή θα προσφέρει βοήθεια στην Επιτροπή, διενεργώντας ετήσια επισκόπηση των μέτρων που έχουν ληφθεί σε εθνικό μέτρο προς ενημέρωση των πολιτών σχετικά με τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης '112'. Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής, η Αρχή θα γνωμοδοτεί επί των τεχνικών ζητημάτων που συνδέονται με την εφαρμογή του αριθμού '112'.

Άρθρο 10: η Αρχή θα συνδράμει την Επιτροπή επί ζητημάτων που έχουν σχέση με τις τεχνικές και οικονομικές πτυχές της χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Άρθρο 11: η Αρχή θα παρέχει βοήθεια για τον προσδιορισμό των υπηρεσιών με δυνητικά διακοινοτικό χαρακτήρα που θα μπορούσαν να ωφεληθούν από μια κοινή διαδικασία επιλογής. Για να χαρακτηριστεί μια υπηρεσία ως "διακοινοτική υπηρεσία", θα πρέπει να πληροί ορισμένες προϋποθέσεις. Για παράδειγμα, θα πρέπει να υπάρχει ζήτηση για τη συγκεκριμένη υπηρεσία σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη και η υπηρεσία αυτή, λόγω των χαρακτηριστικών της, να έχει διασυνοριακή διάσταση και συνεπώς να είναι επιδεκτική κοινοτικής ή περιφερειακής μάλλον παρά εθνικής ρύθμισης.

Άρθρο 12: καθορίζει τις διατάξεις που έχουν σχέση με την επιλογή των επιχειρήσεων στις οποίες θα χορηγηθούν δικαιώματα χρήσης για την παροχή διακοινοτικών υπηρεσιών. Η Αρχή θα διεξάγει την κοινή διαδικασία επιλογής και θα εκδίδει γνωμοδότηση στην οποία θα προτείνει την ή τις επιχειρήσεις στις οποίες θα μπορούσαν να χορηγηθούν τέτοια δικαιώματα χρήσης.

Άρθρο 13: η Αρχή θα μπορεί να ζητά την ανάκληση δικαιωμάτων χρήσης που έχουν χορηγηθεί βάσει κοινής διαδικασίας επιλογής.

Άρθρο 14: η Αρχή θα συμβάλλει στη δημιουργία κλίματος ασφάλειας των δικτύων και των πληροφοριών εκτελώντας ορισμένες δραστηριότητες τις οποίες στο παρελθόν εκτελούσε ο ENISA.

Άρθρο 15: παρατίθενται οι περιπτώσεις στις οποίες η Αρχή μπορεί να ενεργεί με δική της πρωτοβουλία.

Κεφάλαιο III: Συμπληρωματικά καθήκοντα της Αρχής

Άρθρα 16 και 17: η Αρχή θα εισπράττει διοικητικά τέλη για ορισμένες από τις υπηρεσίες που παρέχει προς αντιστάθμιση των διοικητικών δαπανών. Σε περίπτωση κοινής διαδικασίας επιλογής θα εισπράττει επίσης διοικητικά τέλη και τέλη χρήσης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για λογαριασμό των κρατών μελών, τα οποία θα αναδιανέμει στη συνέχεια στα κράτη μέλη.

Άρθρο 18: όταν το ζητούν οι ΕΚΑ, η Αρχή θα προβαίνει σε συστάσεις προς τις ΕΚΑ ως προς τα μέτρα που αυτές θα πρέπει να λάβουν προς επίλυση διασυνοριακών διαφορών.

Άρθρα 19 έως 21: η Αρχή θα συμβάλλει στη διάδοση και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, των ΕΚΑ και της Επιτροπής. Θα μπορεί να συμμετέχει στη μελέτη των τεχνικών εξελίξεων στο εσωτερικό της Κοινότητας. Θα δημοσιεύει ετήσια έκθεση αναφερόμενη στις εξελίξεις στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, στην οποία θα προσδιορίζει τους εναπομένοντες φραγμούς στην ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς. Θα συμμετέχει στη συλλογή πληροφοριών και στη διαχείριση και τη δημοσίευση του μητρώου πληροφοριών ραδιοφάσματος (οι πληροφορίες που πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στο μητρώο ορίζονται στο παράρτημα) και της βάσης δεδομένων περιαγωγής κινητής τηλεφωνίας.

Άρθρο 22: η Αρχή θα επικουρεί την Επιτροπή επί ζητημάτων ηλεκτρονικής προσβασιμότητας και θα δημοσιεύει ετήσια έκθεση σχετικά με τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν για τη βελτίωση της προσβασιμότητας των δικτύων και του εξοπλισμού ηλεκτρονικών επικοινωνιών από μειονεκτούντες τελικούς χρήστες.

Κεφάλαιο IV: οργάνωση της Αρχής

Άρθρο 24: η οργανωτική δομή της Αρχής θα περιλαμβάνει έξι όργανα: διοικητικό συμβούλιο, ρυθμιστικό συμβούλιο, διευθυντή, υπεύθυνο ασφάλειας δικτύων, μόνιμη ομάδα ενδιαφερομένων και συμβούλιο προσφυγών.

Άρθρα 25 και 26: Το διοικητικό συμβούλιο θα είναι υπεύθυνο για τον διορισμό του διευθυντή και του υπευθύνου ασφάλειας δικτύων, την έγκριση του ετήσιου προγράμματος εργασιών και του προϋπολογισμού της Αρχής, την έγκριση της γενικής έκθεσης δραστηριοτήτων της Αρχής, και την έγκριση των δημοσιονομικών κανόνων που εφαρμόζονται στην Αρχή. Η Αρχή θα υποβάλλει σε τακτά διαστήματα απολογισμό των δραστηριοτήτων της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Άρθρα 27 και 28: Το ρυθμιστικό συμβούλιο θα απαρτίζεται από ένα αντιπρόσωπο ανά κράτος μέλος, ο οποίος θα είναι ο επικεφαλής της ανεξάρτητης εθνικής κανονιστικής Αρχής που είναι αρμόδια για την καθημερινή εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου στο κράτος μέλος, και από τον διευθυντή. Η Επιτροπή μπορεί να συμμετέχει, αλλά χωρίς δικαίωμα ψήφου, στις συνεδριάσεις του συμβουλίου. Το ρυθμιστικό συμβούλιο θα είναι υπεύθυνο για τη λήψη των τεχνικών αποφάσεων της Αρχής σε τομείς όπως ο καθορισμός των εν δυνάμει κατόχων δικαιωμάτων, οι γνωμοδοτήσεις για τις περιπτώσεις του άρθρου 7, κτλ. Οι γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις του λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία.

Άρθρα 29 και 30: ο διευθυντής έχει την πλήρη ευθύνη για την εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στην Αρχή και θα είναι ο νόμιμος εκπρόσωπος της Αρχής. Ο διευθυντής θα είναι επίσης υπεύθυνος για την κατάρτιση και την εκτέλεση του προϋπολογισμού, την κατάρτιση του σχεδίου προγράμματος εργασιών καθώς και για τα θέματα προσωπικού[12].

Άρθρο 31: Ο υπεύθυνος ασφάλειας δικτύων θα είναι υπεύθυνος για τον συντονισμό των καθηκόντων της Αρχής που συνδέονται με την ασφάλεια των δικτύων και των πληροφοριών και για την κατάρτιση του σχετικού ετήσιου προγράμματος εργασιών. Θα δίνει αναφορά στο διευθυντή και θα υποστηρίζεται από μόνιμη ομάδα ενδιαφερομένων (άρθρο 32).

Άρθρα 33 και 34: οι σχετικές διατάξεις αφορούν το συμβούλιο προσφυγών, σκοπός του οποίου είναι να εξασφαλισθεί ότι τα μέρη που θίγονται από τις αποφάσεις της Αρχής σε θέματα αριθμοδότησης θα διαθέτουν τις αναγκαίες δυνατότητες προσφυγής.

Τα άρθρα 36 – 53 καλύπτουν τυπικά λειτουργικά και διοικητικά θέματα, όπως ο προϋπολογισμός, η πρόσβαση στα έγγραφα και η διαφάνεια, το νομικό καθεστώς της Αρχής, το προσωπικό, η συμμετοχή τρίτων χωρών, κτλ..

Άρθρο 55: αφορά την εκ μέρους της Επιτροπής αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της Αρχής σε σχέση με την εντολή και τον σκοπό της τελευταίας καθώς και την έκδοση σχετικής έκθεσης πέντε έτη μετά την πραγματική έναρξη λειτουργίας της Αρχής. Η έκθεση και οι τυχόν συνοδευτικές προτάσεις θα διαβιβάζονται στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

2007/0249 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής[13],

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[14],

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών[15],

Ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης[16],

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1. Η οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία-πλαίσιο)[17], η οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση)[18], η οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση)[19], η οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας)[20] και η οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες)[21] (στο εξής αναφέρονται ομού ως "η οδηγία-πλαίσιο και οι ειδικές οδηγίες") έχουν ως στόχο τη δημιουργία μιας εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών εντός της Κοινότητας και παράλληλα την κατοχύρωση υψηλών επιπέδων επενδύσεων, καινοτομίας και προστασίας του καταναλωτή μέσω της αύξησης του ανταγωνισμού.

2. Το κανονιστικό πλαίσιο του 2002 για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες καθιερώνει ένα σύστημα κανονιστικής ρύθμισης από τις εθνικές κανονιστικές αρχές και προβλέπει τη συνεργασία των αρχών αυτών τόσο μεταξύ τους όσο και με την Επιτροπή, ώστε να διασφαλιστούν η ανάπτυξη εναρμονισμένων κανονιστικών πρακτικών και η συνεπής εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου σε όλη την Κοινότητα.

3. Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 460/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών[22] (στο εξής “κανονισμός ENISA”), ιδρύθηκε το 2004 ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών ( European Network and Information Security Agency - ENISA ) για περίοδο πέντε ετών, με σκοπό να διασφαλίσει υψηλό και αποτελεσματικό επίπεδο ασφάλειας των δικτύων και των πληροφοριών στο εσωτερικό της Κοινότητας, να συμβάλει στη δημιουργία κλίματος ασφάλειας των δικτύων και των πληροφοριών προς όφελος των πολιτών, των καταναλωτών, των επιχειρήσεων και των δημόσιων οργανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμβάλλοντας έτσι στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

4. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές διαθέτουν μεγάλη διακριτική ευχέρεια στην εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου, δεδομένου ότι γνωρίζουν πολύ καλά τις συνθήκες της τοπικής αγοράς, αλλά η διακριτική αυτή ευχέρεια θα πρέπει να ασκείται με στόχο τη διασφάλιση εναρμονισμένων κανονιστικών πρακτικών και συνεπούς εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου, συμβάλλοντας έτσι αποτελεσματικά στην ανάπτυξη και ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς.

5. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή την ανάγκη συνεπούς εφαρμογής των σχετικών κανόνων σε όλα τα κράτη μέλη η Επιτροπή δημιούργησε, με την απόφαση 2002/627/ΕΚ[23], την Ομάδα των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών ( European Regulators Group - ERG ) για να συμβουλεύει και να επικουρεί την Επιτροπή στο έργο της εδραίωσης της εσωτερικής αγοράς και, γενικότερα, για να διασφαλίζει τη διεπαφή μεταξύ των εθνικών κανονιστικών αρχών και της Επιτροπής.

6. Η ERG συνέβαλε θετικά στην ανάπτυξη εναρμονισμένων κανονιστικών πρακτικών, στον βαθμό που αυτό ήταν δυνατό. Η ERG ωστόσο αποτελεί εκ φύσεως ένα χαλαρό σχήμα εθελοντικής κυρίως συνεργασίας, το καθεστώς του οποίου δεν αντικατοπτρίζει τις σημαντικές αρμοδιότητες που ασκούν οι εθνικές κανονιστικές αρχές όσον αφορά την εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου.

7. Απαιτείται συνεπώς μια πιο ουσιαστική θεσμική βάση για την ίδρυση ενός οργάνου το οποίο θα συγκεντρώνει τις γνώσεις και την πείρα των εθνικών κανονιστικών αρχών καθώς και σαφώς καθορισμένες δεξιότητες, θα ασκεί πραγματική εξουσία στα μέλη του και θα παρέχει ποιοτικό έργο το οποίο θα ρυθμίζει τον κλάδο.

8. Η αναγκαιότητα ενίσχυσης των μηχανισμών διασφάλισης εναρμονισμένων κανονιστικών πρακτικών για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών και υπηρεσιών υπογραμμίστηκε τόσο στα συμπεράσματα των εκθέσεων της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου του 2002[24] όσο και στη δημόσια διαβούλευση επί της ανακοίνωσης της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 2006, προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών για την αναθεώρηση του πλαισίου των κοινοτικών κανονιστικών ρυθμίσεων σχετικά με δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών [25]. Στο πλαίσιο αυτό επισημάνθηκε ότι η συνεχιζόμενη απουσία εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών αποτελεί το σημαντικότερο ζήτημα που χρειάζεται να αντιμετωπιστεί με τη μεταρρύθμιση του κανονιστικού πλαισίου. Ο κατακερματισμός και η ανακολουθία των κανονιστικών ρυθμίσεων, που οφείλονται στην έλλειψη επαρκούς συντονισμού των δραστηριοτήτων των εθνικών κανονιστικών αρχών, ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την ανταγωνιστικότητα του κλάδου καθώς και τα ουσιαστικά οφέλη για τους καταναλωτές που προκύπτουν από τον διασυνοριακό ανταγωνισμό και τις υπερεθνικές αλλά και διακοινοτικές υπηρεσίες.

9. Ειδικότερα, οι καθυστερήσεις στη διενέργεια αναλύσεων της αγοράς κατ'εφαρμογή της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο), οι αποκλίνουσες προσεγγίσεις που ακολουθούν οι εθνικές κανονιστικές αρχές όσον αφορά την επιβολή πρόσθετων υποχρεώσεων όταν διαπιστώνεται έλλειψη πραγματικού ανταγωνισμού από την ανάλυση της αγοράς, οι ανομοιογενείς όροι χορήγησης δικαιωμάτων χρήσης, οι διαφορετικές διαδικασίες επιλογής για τις διακοινοτικές υπηρεσίες, οι διαφορετικοί αριθμοί στο εσωτερικό της Κοινότητας για διακοινοτικές υπηρεσίες και οι δυσκολίες επίλυσης διασυνοριακών διαφορών που αντιμετωπίζουν οι εθνικές κανονιστικές αρχές οδηγούν σε μη αποτελεσματικές λύσεις και δημιουργούν φραγμούς στην εσωτερική αγορά.

10. Η ανακοίνωση της Επιτροπής, της 1ης Ιουνίου 2007, προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την αξιολόγηση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA)[26] περιελάμβανε αποτίμηση μιας εξωτερικής πραγματογνωμοσύνης[27] επί των επιδόσεων του ENISA από την ίδρυσή του και μετά, καθώς και τις συστάσεις του διοικητικού συμβουλίου του ENISA σε σχέση με τον κανονισμό ENISA, και έδωσε το έναυσμα για δημόσια διαβούλευση. Τα κύρια πορίσματα αυτής της πραγματογνωμοσύνης επιβεβαίωσαν την ορθότητα της πολιτικής επιλογής για τη δημιουργία του ENISA και των αρχικών του στόχων, και ιδίως της συμβολής του στη δημιουργία μιας πραγματικά εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

11. Παράλληλα επισημάνθηκαν ορισμένα προβλήματα, και ιδίως προβλήματα που συνδέονται με την οργανωτική δομή του ENISA, τη σύνθεση δεξιοτήτων και το μέγεθος του επιχειρησιακού του προσωπικού και εφοδιαστικές δυσχέρειες. Τα κύρια καθήκοντα του ENISA θα πρέπει να εξελιχθούν κατά τρόπο ώστε να καταστούν κύρια συνιστώσα της Αρχής, η οποία, χάρη στον σαφέστερο προσδιορισμό των στόχων και των καθηκόντων, αναμένεται να διασφαλίσει μια πιο αποτελεσματική, στοχοθετημένη και οικονομικά αποδοτική εκπλήρωση αυτών των στόχων και καθηκόντων, συνεπή προς τις αρχές της βελτίωσης της νομοθεσίας από μία μόνο Αρχή αρμόδια επί των θεμάτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού κανονιστικού πλαισίου για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

12. Για τους λόγους αυτούς, είναι αναγκαίο να ιδρυθεί ένα νέος κοινοτικός οργανισμός, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (στο εξής αναφέρεται ως “Αρχή”). Η Αρχή θα συμβάλει ουσιαστικά στην προαγωγή της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς μέσω της βοήθειας που θα προσφέρει στην Επιτροπή και στις εθνικές κανονιστικές αρχές. Θα λειτουργεί ως σημείο αναφοράς και θα εμπνέει εμπιστοσύνη χάρη στην ανεξαρτησία της, την ποιότητα των συμβουλών που θα παρέχει και των πληροφοριών που θα διαδίδει, τη διαφάνεια των διαδικασιών και μεθόδων λειτουργίας της, και την ταχύτητα με την οποία θα εκτελεί τα καθήκοντα που θα της ανατεθούν.

13. Η Αρχή θα συγκεντρώνει την εμπειρογνωσία των εθνικών κανονιστικών αρχών, θα ενισχύει κατ'αυτόν τον τρόπο τις ικανότητές τους χωρίς να τις υποκαθιστά στην άσκηση των υφιστάμενων αρμοδιοτήτων τους ή να επικαλύπτει το έργο που έχουν ήδη αναλάβει και επιπλέον θα επικουρεί την Επιτροπή στην άσκηση των αρμοδιοτήτων της.

14. Η Αρχή θα πρέπει να αντικαταστήσει την ERG και να αποτελεί το αποκλειστικό φόρουμ συνεργασίας μεταξύ των εθνικών κανονιστικών αρχών για την άσκηση του πλήρους φάσματος αρμοδιοτήτων τους βάσει του κανονιστικού πλαισίου.

15. Η Αρχή θα πρέπει να συσταθεί στο πλαίσιο της υφιστάμενης θεσμικής δομής και ισορροπίας εξουσιών της Κοινότητας. Θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη όσον αφορά τα τεχνικά θέματα και να έχει νομική, διοικητική και δημοσιονομική αυτονομία. Για τον σκοπό αυτό είναι αναγκαίο και σκόπιμο να αποτελεί κοινοτικό όργανο το οποίο να διαθέτει νομική προσωπικότητα και να ασκεί τις αρμοδιότητες που του ανατίθενται από τον παρόντα κανονισμό.

16. Η Αρχή θα πρέπει να έχει ως αφετηρία τις εθνικές και τις κοινοτικές προσπάθειες και, επομένως, να εκτελεί τα καθήκοντά της σε στενή συνεργασία με τις εθνικές κανονιστικές αρχές και την Επιτροπή και να είναι ανοικτή στις επαφές με τον ενδιαφερόμενο κλάδο, τις ενώσεις καταναλωτών και άλλα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη.

17. Ο παρών κανονισμός και η Αρχή την οποία αυτός ιδρύει θα πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του κοινοτικού κανονιστικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Στο πλαίσιο αυτό η Αρχή θα διαδραματίσει ιδίως σημαντικό ρόλο στους μηχανισμούς που προβλέπονται για την εδραίωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών και στη διενέργεια αναλύσεων αγοράς σε ορισμένες περιστάσεις.

18. Η Αρχή θα πρέπει να παρέχει στην Επιτροπή και στις εθνικές ρυθμικές αρχές τις δέουσες κατά περίπτωση συμβουλές σύμφωνα με το κοινοτικό κανονιστικό πλαίσιο για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, και επομένως να υποβοηθά την αποτελεσματική εφαρμογή του.

19. Η Αρχή θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή σε σχέση με οποιαδήποτε επέκταση των κοινοτικών απαιτήσεων φορητότητας αριθμών. Μια τέτοια επέκταση μπορεί να αφορά, μεταξύ άλλων, το είδος των προς μεταφορά πληροφοριών ή τους τύπους των δικτύων (δηλ. σταθερών ή κινητών επικοινωνιών) μεταξύ των οποίων πρόκειται να μεταφερθούν αριθμοί και πληροφορίες. Οι τροποποιήσεις των σχετικών απαιτήσεων θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το κόστος για τους χρήστες και το κόστος μεταγωγής για τις επιχειρήσεις καθώς και τις εμπειρίες στα κράτη μέλη.

20. Η Αρχή θα επικουρεί την Επιτροπή στο έργο της διενεργώντας ετήσια επισκόπηση των μέτρων που έχουν λάβει τα κράτη μέλη προς ενημέρωση των πολιτών σχετικά με την ύπαρξη και τη χρήση του ενιαίου ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης έκτακτης ανάγκης "112". Η ετήσια αυτή επισκόπηση θα επισημαίνει τις βέλτιστες πρακτικές και τους εναπομένοντες φραγμούς και θα συμβάλλει στη βελτίωση του επιπέδου προστασίας και ασφάλειας των πολιτών που ταξιδεύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

21. Στο πλαίσιο της υλοποίησης των στόχων της απόφασης 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με ένα κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (απόφαση ραδιοφάσματος)[28] η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τις ανεξάρτητες και έγκυρες συμβουλές της Αρχής ως προς τη χρήση των ραδιοσυχνοτήτων στην Κοινότητα. Για την παροχή αυτών των συμβουλών η Αρχή μπορεί να χρειαστεί να διενεργήσει τεχνικές έρευνες, μελέτες εκτίμησης οικονομικού και κοινωνικού αντικτύπου και αναλύσεις των πολιτικών μέτρων που αφορούν τις συχνότητες. Το ίδιο μπορεί επίσης να συμβεί και για τα θέματα που συνδέονται με την εφαρμογή του άρθρου 4 της απόφασης 676/2002/ΕΚ, οπότε η Αρχή μπορεί να κληθεί να παράσχει συμβουλές στην Επιτροπή ως προς τα αποτελέσματα των εντολών που έχει απευθύνει η Επιτροπή προς την Ευρωπαϊκή Διάσκεψη των Διοικήσεων Ταχυδρομείων και Τηλεπικοινωνιών (CEPT).

22. Παρά το γεγονός ότι η εξέλιξη των τεχνολογιών και των αγορών έχει αυξήσει τις δυνατότητες επέκτασης των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πέραν των γεωγραφικών συνόρων των μεμονωμένων κρατών μελών, οι διαφορετικές νομικές και κανονιστικές απαιτήσεις που επιβάλλουν οι εθνικές νομοθεσίες για την ανάπτυξη αυτών των υπηρεσιών ενδέχεται να παρεμποδίζουν όλο και περισσότερο την παροχή τέτοιων διασυνοριακών υπηρεσιών. Η Αρχή θα διαδραματίσει επομένως καθοριστικό ρόλο στην καθιέρωση εναρμονισμένων όρων για την αδειοδότηση αυτών των υπηρεσιών, είτε πρόκειται για γενικές άδειες είτε για χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή δικαιωμάτων χρήσης αριθμών, συμβουλεύοντας την Επιτροπή ως προς τις λεπτομέρειες των μέτρων που λαμβάνονται βάσει της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο) για την καθιέρωση τέτοιων εναρμονισμένων όρων.

23. Η Αρχή θα πρέπει ιδίως να προσδιορίσει την ανάγκη καθιέρωσης μίας ενιαίας διαδικασίας επιλογής σε κοινοτικό επίπεδο για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης υπό εναρμονισμένες προϋποθέσεις, να συμβουλεύει την Επιτροπή ως προς τις αρχές και τα κριτήρια μιας τέτοιας διαδικασίας επιλογής και να παραλαμβάνει και να αξιολογεί αιτήσεις χορήγησης τέτοιων δικαιωμάτων χρήσης που υποβάλλουν οι επιχειρήσεις. Η Αρχή θα έχει επίσης ως καθήκον να συμβουλεύει την Επιτροπή ως προς την ανάκληση τέτοιων δικαιωμάτων χρήσης, κατά περίπτωση.

24. Η Αρχή θα λειτουργεί ως κέντρο εμπειρογνωσίας, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, επί θεμάτων ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών παρέχοντας οδηγίες και συμβουλές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Επιτροπή ή στους αρμόδιους οργανισμούς που θα ορίσουν τα κράτη μέλη. Η ασφάλεια και η ανθεκτικότητα των δικτύων επικοινωνιών και των συστημάτων πληροφοριών αποτελούν σημαντική πηγή ανησυχίας για το κοινωνικό σύνολο αλλά και κεντρικό στοιχείο του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η ανομοιόμορφη εφαρμογή των σχετικών με την ασφάλεια διατάξεων της οδηγίας-πλαισίου και των ειδικών οδηγιών ενδέχεται να υπονομεύσει την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η Αρχή θα εκδίδει, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής και των κρατών μελών, γνωμοδοτήσεις που θα περιλαμβάνουν τεχνικές συμβουλές, οι οποίες ελπίζεται ότι θα διευκολύνουν τη συνεπή εφαρμογή αυτών των οδηγιών σε εθνικό επίπεδο.

25. Είναι δυνατόν να επιβάλλονται διοικητικά τέλη σε παρόχους ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τη διαχείριση του συστήματος αδειοδότησης και για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης. Εκτός από τα διοικητικά τέλη είναι δυνατόν να εισπράττονται τέλη χρήσης συχνοτήτων και αριθμών. Για να μειωθεί το βάρος των διοικητικών διατυπώσεων για τις επιχειρήσεις, σε περίπτωση καθιέρωσης μιας κοινής διαδικασίας επιλογής, η Αρχή θα εισπράττει και θα αναδιανέμει στα κράτη μέλη τις διοικητικά τέλη και τα τέλη χρήσης.

26. Σε περίπτωση διασυνοριακών διαφορών μεταξύ επιχειρήσεων που αφορούν δικαιώματα ή υποχρεώσεις βάσει του κανονιστικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες η Αρχή θα πρέπει να είναι σε θέση να διερευνά το ιστορικό της διαφοράς και να συμβουλεύει τις ενδιαφερόμενες εθνικές κανονιστικές αρχές ως προς τα πλέον ενδεδειγμένα, κατά την κρίση της, μέτρα για την επίλυση της διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονιστικού πλαισίου.

27. Η Αρχή θα πρέπει να συμβάλλει στην ανάπτυξη βέλτιστων κανονιστικών πρακτικών και στη συνεπή εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες προωθώντας την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ εθνικών αρχών και υποστηρίζοντας τη διάθεση και προσβασιμότητα κατάλληλων πληροφοριών στο κοινό. Η Αρχή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει οικονομικά και τεχνικά ζητήματα και να έχει πρόσβαση στις πλέον επικαιροποιημένες πληροφορίες που είναι διαθέσιμες, ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται στις οικονομικές και τεχνικές προκλήσεις που θέτει η αναπτυσσόμενη κοινωνία της πληροφορίας, για παράδειγμα σε τομείς όπως η ασφάλεια των δικτύων και των πληροφοριών και οι διατάξεις προσδιορισμού ραδιοσυχνοτήτων.

28. Για να είναι σε θέση να εκτελεί τα καθήκοντά της, όπως αυτά ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, και να κατανοεί καλύτερα τις προκλήσεις στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων των υφιστάμενων και μελλοντικών κινδύνων για την ασφάλεια των δικτύων και των πληροφοριών, η Αρχή θα πρέπει να είναι σε θέση να αναλύει τις τρέχουσες και τις αναδυόμενες εξελίξεις. Για τον σκοπό αυτό, η Αρχή μπορεί να συλλέγει κατάλληλες πληροφορίες, ιδίως σχετικά με τις παραβιάσεις της ασφάλειας και της ακεραιότητας που είχαν σοβαρές επιπτώσεις στη λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών, τις οποίες θα υποβάλλουν οι εθνικές κανονιστικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 13α παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/21/EΚ (οδηγία-πλαίσιο), καθώς και μέσω ερωτηματολογίων.

29. Ως εστιακό σημείο συγκέντρωσης και ανταλλαγής πληροφοριών επί θεμάτων σχετικών με την κανονιστική ρύθμιση των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε όλη την Κοινότητα και με σκοπό την αύξηση της διαφάνειας και τη μείωση των διοικητικών διατυπώσεων για τους παρόχους και τους χρήστες αυτών των υπηρεσιών, η Αρχή θα πρέπει να τηρεί και να καθιστά προσιτό ένα μητρώο το οποίο θα περιέχει πληροφορίες σχετικά με τη χρήση των συχνοτήτων στο εσωτερικό της Κοινότητας, βάσει των τυποποιημένων πληροφοριών που θα παρέχονται ανά τακτά διαστήματα από κάθε κράτος μέλος. Προκειμένου να βελτιωθεί η διαφάνεια των τιμών λιανικής για πραγματοποίηση και λήψη κλήσεων περιαγωγής υποκείμενων σε ρύθμιση εντός της Κοινότητας και για να διευκολύνονται οι πελάτες περιαγωγής να αποφασίζουν σχετικά µε τη χρήση των κινητών τους τηλεφώνων στο εξωτερικό, η Αρχή θα πρέπει να διασφαλίζει τη διάθεση στα ενδιαφερόμενα μέρη επικαιροποιημένων πληροφοριών σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 717/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2007, για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητής τηλεφωνίας εντός της Κοινότητας και για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/21/EΚ[29] και να δημοσιεύει τα αποτελέσματα αυτής της παρακολούθησης σε ετήσια βάση.

30. Η Αρχή πρέπει επίσης να μπορεί να αναθέτει μελέτες που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων της, εξασφαλίζοντας έτσι χάρη στις σχέσεις της με την Επιτροπή και τα κράτη μέλη την αποφυγή των διπλών προσπαθειών.

31. Η Επιτροπή πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ζητήσει από την Αρχή να αναλάβει οποιαδήποτε πρόσθετη εργασία προσιδιάζουσα στα γενικά της καθήκοντα η οποία μπορεί να θεωρηθεί ότι συμβάλλει στην υλοποίηση των στόχων του κοινοτικού κανονιστικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

32. Η δομή της Αρχής θα πρέπει να είναι κατάλληλη για την επιτέλεση των καθηκόντων που θα της ανατεθούν. Η πείρα από ανάλογες κοινοτικές αρχές μπορεί να χρησιμεύσει εν προκειμένω, αλλά η δομή της Αρχής πρέπει να ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες ανάγκες του κοινοτικού συστήματος κανονιστικής ρύθμισης των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Συγκεκριμένα, πρέπει να ληφθούν πλήρως υπόψη ο ειδικός ρόλος και η ανεξαρτησία των εθνικών κανονιστικών αρχών.

33. Η Αρχή πρέπει να διαθέτει τις αναγκαίες εξουσίες για την άσκηση των ρυθμιστικών καθηκόντων με αποτελεσματικό και, προπάντων, ανεξάρτητο τρόπο. Ως εκ τούτου, το Ρυθμιστικό Συμβούλιο, το οποίο θα αποτυπώνει την επικρατούσα στα κράτη μέλη κατάσταση, πρέπει να ενεργεί ανεξάρτητα από τα συμφέροντα της αγοράς και να μη ζητεί ούτε να δέχεται οδηγίες από καμία κυβέρνηση ή άλλη δημόσια ή ιδιωτική οντότητα.

34. Για να διασφαλισθεί η εύρυθμη λειτουργία της Αρχής, ο διευθυντής της θα πρέπει να διορίζεται βάσει των προσόντων και των τεκμηριωμένων διοικητικών και διαχειριστικών ικανοτήτων του καθώς και βάσει των ικανοτήτων και της πείρας του στον τομέα των δικτύων, υπηρεσιών και αγορών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και να εκτελεί τα καθήκοντά του με πλήρη ανεξαρτησία και ευελιξία ως προς την οργάνωση της εσωτερικής λειτουργίας της Αρχής. Ο διευθυντής θα πρέπει να εξασφαλίζει την αποτελεσματική επιτέλεση των καθηκόντων του Οργανισμού σε συνθήκες ανεξαρτησίας.

35. Για να κατοχυρωθεί η αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων της Αρχής, θα πρέπει ανατεθούν στον διευθυντή της οι αναγκαίες αρμοδιότητες προκειμένου να εγκρίνει όλες τις γνώμες, αφού λάβει τη συγκατάθεση του Ρυθμιστικού Συμβουλίου, και να εξασφαλίζει ότι η Αρχή ενεργεί σύμφωνα με τις γενικές αρχές που έχουν οριστεί για τον σκοπό αυτό.

36. Είναι απαραίτητο να εξασφαλισθεί ότι τα μέρη που θίγονται από τις αποφάσεις της Αρχής θα διαθέτουν τις αναγκαίες δυνατότητες προσφυγής. Θα πρέπει να προβλεφθεί η δημιουργία ενός κατάλληλου μηχανισμού προσφυγών, ούτως ώστε οι αποφάσεις της Αρχής να μπορούν να αποτελούν αντικείμενο προσφυγής ενώπιον ειδικού τμήματος προσφυγών, οι αποφάσεις του οποίου θα μπορούν να προσβάλλονται, με τη σειρά τους, ενώπιον του Δικαστηρίου.

37. Εκτός από τις αρχές λειτουργίας της, που βασίζονται στην ανεξαρτησία και τη διαφάνεια, η Αρχή πρέπει να είναι οργανισμός ανοικτός σε επαφές με τον κλάδο, τους καταναλωτές και άλλα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη. Η Αρχή θα πρέπει να ενισχύσει τη συνεργασία μεταξύ των διαφόρων παραγόντων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών, π.χ με τη διοργάνωση τακτικών διαβουλεύσεων με τον ενδιαφερόμενο κλάδο, τα ερευνητικά κέντρα και άλλα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη, καθώς και με τη δημιουργία ενός δικτύου επαφών για κοινοτικούς φορείς, φορείς του δημόσιου τομέα που ορίζουν τα κράτη μέλη, φορείς του ιδιωτικού τομέα και οργανώσεις καταναλωτών.

38. Οι διαδικασίες της Αρχής θα πρέπει επομένως να διασφαλίζουν την πρόσβαση της Αρχής σε εξειδικευμένη τεχνογνωσία και πείρα στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ιδίως σε πεδία που χαρακτηρίζονται από τεχνική πολυπλοκότητα και ταχύτατες εξελίξεις όπως είναι η ασφάλεια των δικτύων και των πληροφοριών.

39. Για να διασφαλισθεί η αξιοποίηση της αναγκαίας τεχνογνωσίας και πείρας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της Αρχής που συνδέονται με την ασφάλεια των δικτύων και των πληροφοριών, θα πρέπει να διορισθεί ένας υπεύθυνος ασφάλειας δικτύων. Θα πρέπει να συγκροτηθεί μόνιμη ομάδα ενδιαφερομένων η οποία θα παρέχει συμβουλές στον υπεύθυνο ασφάλειας δικτύων, θα ενθαρρύνει την ανταλλαγή εμπειριών και βέλτιστων πρακτικών επί των σχετικών θεμάτων και θα διατηρεί τακτικό διάλογο με τον ιδιωτικό τομέα, τις οργανώσεις καταναλωτών και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη.

40. Για να κατοχυρωθεί η πλήρης αυτονομία και ανεξαρτησία της Αρχής, θα πρέπει να διαθέτει δικό της προϋπολογισμό. Η κοινοτική διαδικασία του προϋπολογισμού πρέπει να εξακολουθήσει να εφαρμόζεται όσον αφορά τις επιδοτήσεις που θα εγγράφονται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Επιπλέον, ο έλεγχος των λογαριασμών πρέπει να διενεργείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο σύμφωνα με το άρθρο 91 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής της 23ης Δεκεμβρίου 2002 για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει τον δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων[30].

41. Η Αρχή θα πρέπει, κατά περίπτωση, να διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη και να τους παρέχει την ευκαιρία να διατυπώσουν παρατηρήσεις επί σχεδιαζόμενων μέτρων εντός εύλογης προθεσμίας.

42. Η Επιτροπή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις στις επιχειρήσεις εκείνες που δεν παρέχουν τις πληροφορίες που χρειάζεται η Αρχή για να εκτελέσει αποτελεσματικά τα καθήκοντά της. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθιερώσουν ένα κατάλληλο πλαίσιο επιβολής αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων στις επιχειρήσεις εκείνες που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό.

43. Στα πλαίσια του πεδίου δραστηριότητας και των στόχων της, και κατά την άσκηση των καθηκόντων της, η Αρχή θα πρέπει να συμμορφώνεται ιδίως με τις διατάξεις που ισχύουν για τα κοινοτικά θεσμικά όργανα σε ό,τι αφορά τη μεταχείριση των ευαίσθητων εγγράφων. Θα ήταν σκόπιμη, εν ανάγκει, η αρμονική και ασφαλής ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του παρόντος κανονισμού.

44. Η Αρχή θα πρέπει να εφαρμόζει τους ισχύοντες κοινοτικούς κανόνες που αφορούν τη πρόσβαση του κοινού σε έγγραφα και την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτοί ορίζονται αντιστοίχως στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής[31], και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2000 σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[32].

45. Πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα συμμετοχής τρίτων χωρών στο έργο της Αρχής, βάσει κατάλληλων συμφωνιών που θα συναφθούν από την Κοινότητα.

46. Θα πρέπει να διασφαλισθεί η ομαλή μετάβαση όσον αφορά τις υπό εξέλιξη δραστηριότητες του ENISA που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Αρχής.

47. Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/EΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[33].

48. Συγκεκριμένα, πρέπει να παρασχεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να προσαρμόζει τις πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού στις εξελίξεις της τεχνολογίας ή της αγοράς. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/EΚ.

49. Δεδομένου ότι οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης, δηλαδή η βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και η ανάπτυξη διακοινοτικών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη λόγω της ευρωπαϊκής κλίμακας του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και μπορούν, κατά συνέπεια, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ

Άρθρο 1 Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

50. Ιδρύεται Ευρωπαϊκή Αρχή για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών στην οποία ανατίθενται οι αρμοδιότητες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

51. Η Αρχή ενεργεί στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας-πλαισίου και των ειδικών οδηγιών και στηρίζεται στην εμπειρογνωσία που διαθέτουν οι εθνικές κανονιστικές αρχές. Συμβάλλει στη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και ιδίως στην ανάπτυξη διακοινοτικών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και στην επίτευξη υψηλού και αποτελεσματικού επιπέδου ασφάλειας για τα δίκτυα και τις πληροφορίες, εκτελώντας τα καθήκοντα που περιγράφονται στα κεφάλαια ΙΙ και ΙΙΙ.

52. Η Αρχή εκτελεί τα καθήκοντά της σε συνεργασία με τις εθνικές κανονιστικές αρχές και την Επιτροπή στο πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού συστήματος κανονιστικής ρύθμισης των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

53. Σε όλες τις δραστηριότητές της, και ιδίως κατά την εκπόνηση των γνωμοδοτήσεών της, η Αρχή επιδιώκει τους ίδιους στόχους με εκείνους που ορίζει για τις εθνικές κανονιστικές αρχές το άρθρο της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).

54. Οι στόχοι και τα καθήκοντα της Αρχής δε θίγουν τις αρμοδιότητες των κρατών μελών στον τομέα της ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών, οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της συνθήκης ΕΚ, και ιδίως τις αρμοδιότητες που περιγράφονται στους τίτλους V και VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε κάθε περίπτωση οι στόχοι και τα καθήκοντα της Αρχής δε θίγουν δραστηριότητες που αφορούν τη δημόσια ασφάλεια, την άμυνα, τις δραστηριότητες του κράτους στους τομείς του ποινικού δικαίου και της κρατικής ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων του κράτους, οσάκις πρόκειται για θέματα κρατικής ασφάλειας.

Άρθρο 2Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, στο άρθρο 2 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ, στο άρθρο 2 της οδηγίας 2002/20/ΕΚ, στο άρθρο 2 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ, στο άρθρο 2 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ και στο άρθρο 2 της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ (απόφαση ραδιοφάσματος).

Άρθρο 3Γενικά καθήκοντα της Αρχής

Βάσει του παρόντος κανονισμού η Αρχή επιτελεί τα ακόλουθα γενικά καθήκοντα:

55. γνωμοδοτεί, κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής ή με δική της πρωτοβουλία, και επικουρεί την Επιτροπή παρέχοντάς της πρόσθετη τεχνική υποστήριξη επί παντός θέματος σχετικού με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες·

56. επικουρεί την Κοινότητα, τα κράτη μέλη της και τις εθνικές κανονιστικές αρχές στις σχέσεις, συζητήσεις και ανταλλαγές με τρίτες χώρες·

57. παρέχει συμβουλές στους παράγοντες της αγοράς και στις εθνικές κανονιστικές αρχές επί κανονιστικών ζητημάτων·

58. ανταλλάσει, διαδίδει και συλλέγει πληροφορίες και αναλαμβάνει μελέτες σε πεδία συναφή με τις δραστηριότητές της·

59. παρέχει συμβουλές και βοήθεια στην Επιτροπή ή σε οποιοδήποτε αρμόδιο οργανισμό ορίζεται από κράτος μέλος, σε σχέση με κάθε ζήτημα ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών που εμπίπτει στις αρμοδιότητές της·

60. λαμβάνει ατομικές αποφάσεις σχετικά με τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης αριθμών από τον Ευρωπαϊκό Χώρο Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης (ETNS)·

61. επικουρεί την Επιτροπή στο έργο της επιλογής των επιχειρήσεων στις οποίες θα χορηγηθούν δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και αριθμών·

62. εισπράττει και αναδιανέμει τα τέλη χρήσης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και αριθμών·

63. απευθύνει συστάσεις προς τις εθνικές κανονιστικές αρχές σχετικά με διασυνοριακές διαφορές και ζητήματα ηλεκτρονικής προσβασιμότητας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

Άρθρο 4 Ρόλος της Αρχής στην εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου

64. Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής η Αρχή γνωμοδοτεί επί παντός θέματος σχετικού με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

65. Ειδικότερα, η Αρχή συμβάλλει στην εναρμονισμένη εφαρμογή των διατάξεων της οδηγίας-πλαισίου και των ειδικών οδηγιών, βοηθώντας την Επιτροπή να εκπονήσει συστάσεις ή να εκδώσει αποφάσεις σύμφωνα το άρθρο 19 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).

66. Στα θέματα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 συγκαταλέγονται:

67. τα σχεδιαζόμενα μέτρα των εθνικών κανονιστικών αρχών που αφορούν τον καθορισμό αγορών, τον προσδιορισμό των επιχειρήσεων με σημαντική ισχύ στην αγορά και την εφαρμογή λύσεων σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο)·

68. η ασφάλεια και η ακεραιότητα των δημοσίων δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων ζητημάτων παραβίασης της ασφάλειας ή/και της ακεραιότητας, σύμφωνα με το άρθρο 13α της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο), και το άρθρο 4 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες)·

69. ο καθορισμός των διακρατικών αγορών σύμφωνα με το άρθρο 15 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο)·

70. ζητήματα τυποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 17 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο)·

71. οι αναλύσεις συγκεκριμένων εθνικών αγορών σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο)·

72. η διαφάνεια και η πληροφόρηση των τελικών χρηστών σύμφωνα με το άρθρο 21 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία)·

73. η ποιότητα των υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 22 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία)·

74. η αποτελεσματική εφαρμογή του ενιαίου ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης έκτακτης ανάγκης "112" σύμφωνα με το άρθρο 26 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία)·

75. ζητήματα αριθμοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο) και πρόσβασης σε αριθμούς και υπηρεσίες εντός της Κοινότητας σύμφωνα με το άρθρο 28 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία)·

76. η φορητότητα των αριθμών σύμφωνα με το άρθρο 30 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία)·

77. η βελτίωση της πρόσβασης των μειονεκτούντων τελικών χρηστών σε υπηρεσίες και εξοπλισμό ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με το άρθρο 33 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία)·

78. τα μέτρα που λαμβάνουν οι εθνικές κανονιστικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 5 και το άρθρο 8 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση)·

79. τα μέτρα διαφάνειας για την εφαρμογή της αποδεσμοποίησης του τοπικού βρόχου σύμφωνα με το άρθρο 9 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση)·

80. οι όροι πρόσβασης σε ψηφιακές ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και η διαλειτουργικότητα των αμφίδρομων ψηφιακών τηλεοπτικών υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο)·

81. τα μέτρα για τις ραδιοσυχνότητες τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 6 της απόφασης 676/2002/ΕΚ (απόφαση ραδιοφάσματος)·

82. σύμφωνα με τα άρθρα 6α και 6β της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση):

(i) εναρμονισμένοι όροι σε σχέση με τα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών·

(ii) τροποποίηση ή ανάκληση δικαιωμάτων χρήσης που έχουν χορηγηθεί σε συντονισμένη ή εναρμονισμένη βάση·

(iii) επιλογή επιχειρήσεων στις οποίες θα μπορούσαν να χορηγηθούν ατομικά δικαιώματα χρήσης συχνοτήτων ή αριθμών για υπηρεσίες διασυνοριακού δυναμικού.

83. Επιπλέον, η Αρχή θα αναλάβει τα ειδικότερα καθήκοντα που ορίζονται στα άρθρα 5 έως 23.

Άρθρο 5Γνωμοδότηση της Αρχής σχετικά με τον καθορισμό και την ανάλυση των εθνικών αγορών και σχετικά με διορθωτικά μέτρα

84. Η Επιτροπή ενημερώνει την Αρχή οσάκις ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 και παράγραφος 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).

85. Η Αρχή γνωμοδοτεί προς την Επιτροπή σχετικά με το υπόψη σχέδιο μέτρου εντός 4 εβδομάδων από τη σχετική ενημέρωση. Η γνωμοδότηση περιλαμβάνει λεπτομερή και αντικειμενική ανάλυση του κατά πόσον το σχεδιαζόμενο μέτρο δημιουργεί φραγμούς στην ενιαία αγορά και είναι συμβατό προς το κοινοτικό δίκαιο και ιδίως προς τους στόχους που ορίζονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο). Κατά περίπτωση, η Αρχή υποδεικνύει τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στην πρόταση μέτρου προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλέον αποτελεσματική υλοποίηση αυτών των στόχων.

86. Η Αρχή παρέχει στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος της τελευταίας, κάθε διαθέσιμη πληροφορία για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 6Επανεξέταση των εθνικών αγορών από την Αρχή

87. Εάν η Επιτροπή ζητήσει από την Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 7 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο) να αναλύσει μια συγκεκριμένη σχετική αγορά εντός της επικράτειας κράτους μέλους, γνωμοδοτεί και παρέχει στην Επιτροπή τις αναγκαίες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων της δημόσιας διαβούλευσης και της ανάλυσης της αγοράς. Εάν η Αρχή διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει πραγματικός ανταγωνισμός στη συγκεκριμένη αγορά, συμπεριλαμβάνει στη γνωμοδότησή της, κατόπιν δημόσιας διαβούλευσης, ένα σχέδιο μέτρου όπου υποδεικνύει την ή τις επιχειρήσεις που η ίδια κρίνει ότι πρέπει να θεωρηθούν ως έχουσες σημαντική ισχύ στη συγκεκριμένη αγορά και τις υποχρεώσεις που ενδείκνυται να επιβληθούν.

88. Η Αρχή δύναται, κατά περίπτωση, να διαβουλεύεται με τις ενδιαφερόμενες εθνικές αρχές ανταγωνισμού πριν γνωμοδοτήσει προς την Επιτροπή.

89. Η Αρχή παρέχει στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος της τελευταίας, κάθε διαθέσιμη πληροφορία για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 7Καθορισμός και ανάλυση διακρατικών αγορών

90. Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής, η Αρχή γνωμοδοτεί προς την Επιτροπή ως προς τον ενδεδειγμένο καθορισμό των διακρατικών αγορών.

91. Εάν η Επιτροπή έχει καθορίσει διακρατική αγορά δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 4 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο), η Αρχή διενεργεί την ανάλυση αγοράς σε συνεργασία με τις εθνικές κανονιστικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 5 της οδηγίας αυτής και γνωμοδοτεί σχετικά προς την Επιτροπή.

92. Εάν η Αρχή διαπιστώσει ότι η συγκεκριμένη διακρατική αγορά δεν είναι όντως ανταγωνιστική, συμπεριλαμβάνει στη γνωμοδότησή της προς την Επιτροπή μία πρόταση μέτρου όπου υποδεικνύει την ή τις επιχειρήσεις που η ίδια κρίνει ότι πρέπει να θεωρηθούν ως έχουσες σημαντική ισχύ στη συγκεκριμένη αγορά και τις υποχρεώσεις που ενδείκνυται να επιβληθούν.

93. Πριν γνωμοδοτήσει βάσει της παραγράφου 1 ή 3, η Αρχή διαβουλεύεται με τις εθνικές κανονιστικές αρχές και τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού και διεξάγει δημόσια διαβούλευση σύμφωνα με το άρθρο 42 του παρόντος κανονισμού.

94. Η Αρχή παρέχει στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος της τελευταίας, κάθε διαθέσιμη πληροφορία για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 4.

Άρθρο 8Εναρμόνιση της αριθμοδότησης και της φορητότητας αριθμών

95. Η Αρχή δύναται να λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με την παραχώρηση δικαιωμάτων χρήσης αριθμών από τον Ευρωπαϊκό Χώρο Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης (ETNS) σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο). Η Αρχή είναι υπεύθυνη επίσης για τη διοίκηση και την ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης (ETNS) για λογαριασμό των κρατών μελών στα οποία έχει αποδοθεί το πρόθεμα 3883.

96. Η Αρχή εκτελεί εργασίες που έχουν σχέση με τη διοίκηση και τη διαχείριση εναρμονισμένων σειρών αριθμών σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).

97. Η Αρχή συνεργάζεται με τις εθνικές κανονιστικές αρχές επί ζητημάτων σχετικών με τη δόλια ή καταχρηστική χρήση πόρων αριθμοδότησης εντός της Κοινότητας, ιδίως όσον αφορά τις διασυνοριακές υπηρεσίες. Δύναται να διατυπώσει γνώμη σχετικά με τα μέτρα που θα μπορούσαν να ληφθούν σε κοινοτικό ή σε εθνικό επίπεδο για την αντιμετώπιση των περιπτώσεων απάτης ή κατάχρησης και άλλων ζητημάτων αριθμοδότησης που ανησυχούν τους καταναλωτές.

98. Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής η Αρχή γνωμοδοτεί προς την Επιτροπή ως προς την έκταση και τις τεχνικές παραμέτρους των υποχρεώσεων που αφορούν τη μεταφορά αριθμών ή κωδικών αναγνώρισης συνδρομητή και συναφών πληροφοριών μεταξύ δικτύων καθώς και ως προς τη σκοπιμότητα επέκτασης αυτών των υποχρεώσεων σε κοινοτικό επίπεδο.

Άρθρο 9Χρησιμοποίηση του ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης έκτακτης ανάγκης "112"

99. Η Αρχή διενεργεί ετήσια επισκόπηση των μέτρων που έχουν λάβει τα κράτη μέλη προς ενημέρωση των πολιτών σχετικά με την ύπαρξη και τη χρήση του ενιαίου ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης έκτακτης ανάγκης "112" με βάση τις πληροφορίες που έχουν διαβιβαστεί κατ'εφαρμογή του άρθρου 26 παράγραφος 4 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία). Τα αποτελέσματα αυτής της ετήσιας επισκόπησης συμπεριλαμβάνονται στην ετήσια έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 21 παράγραφος 2.

100. Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής η Αρχή γνωμοδοτεί προς την Επιτροπή επί των τεχνικών ζητημάτων που συνδέονται με την εφαρμογή του ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης έκτακτης ανάγκης "112" σύμφωνα με το άρθρο 26 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία).

101. Πριν γνωμοδοτήσει βάσει της παραγράφου 2, η Αρχή διαβουλεύεται με τις αρμόδιες εθνικές αρχές και διεξάγει δημόσια διαβούλευση σύμφωνα με το άρθρο 42.

Άρθρο 10Συμβουλές επί ζητημάτων που αφορούν τις ραδιοσυχνότητες και έχουν σχέση με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες

102. Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής η Αρχή παρέχει συμβουλές στην Επιτροπή και διενεργεί μελέτες και επισκοπήσεις τεχνικών και οικονομικών ιδίως πτυχών της χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων σε σχέση με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες στην Κοινότητα.

103. Οι δραστηριότητες που προβλέπονται στην παράγραφο 1 δύναται να αφορούν ζητήματα σχετικά με την εφαρμογή της απόφασης 676/2002/ΕΚ (απόφαση ραδιοφάσματος) και αναλαμβάνονται με την επιφύλαξη διαχωρισμού των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 4 της ίδιας απόφασης.

104. Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής η Αρχή παρέχει συμβουλές στην Επιτροπή ως προς τον καθορισμό στόχων κοινής πολιτικής που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 της απόφασης 676/2002/ΕΚ (απόφαση ραδιοφάσματος), όταν οι στόχοι αυτοί εμπίπτουν στο πεδίο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

105. Η Αρχή δημοσιεύει ετήσια έκθεση σχετικά με τις προοπτικές εξέλιξης των ραδιοσυχνοτήτων στον τομέα και τις πολιτικές των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, στην οποία επισημαίνει τις πιθανές ανάγκες και προκλήσεις.

Άρθρο 11Εναρμόνιση των όρων και των διαδικασιών που αφορούν τις γενικές άδειες και τα δικαιώματα χρήσης

106. Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, η Αρχή γνωμοδοτεί προς την Επιτροπή επί του αντικειμένου και του περιεχομένου οιουδήποτε εκ των μέτρων εφαρμογής που προβλέπονται στο άρθρο 6α της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση). Η εν λόγω γνωμοδότηση δύναται ιδίως να συμπεριλαμβάνει εκτίμηση των οφελών που ενδέχεται να προκύψουν για την ενιαία αγορά δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τα μέτρα εφαρμογής που θεσπίζει η Κοινότητα δυνάμει του άρθρου 6α της οδηγίας 2002/20/EΚ (οδηγία για την αδειοδότηση) και προσδιορισμό των υπηρεσιών δυνητικά διακοινοτικού χαρακτήρα που θα ωφεληθούν από αυτά τα μέτρα.

107. Ειδικότερα, όταν ζητείται από την Αρχή να γνωμοδοτήσει δυνάμει της παραγράφου 1 ως προς την εφαρμογή κοινής διαδικασίας επιλογής για δικαιώματα χρήσης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6β της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση), στη γνωμοδότησή της η Αρχή:

108. προσδιορίζει τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών των οποίων η παροχή σε διασυνοριακή βάση στο εσωτερικό της Κοινότητας θα μπορούσε να ωφεληθεί από την καθιέρωση ενιαίας διαδικασίας και ενιαίων όρων χορήγησης δικαιωμάτων χρήσης συχνοτήτων ή αριθμών·

109. προσδιορίζει τους αριθμούς ή τις σειρές αριθμών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για αυτές τις υπηρεσίες·

110. εκτιμά το πραγματικό ή το δυνητικό επίπεδο ζήτησης τέτοιων υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητας, και

111. επισημαίνει τους περιορισμούς που η ίδια κρίνει ενδεχομένως σκόπιμο να επιβληθούν στον αριθμό των δικαιωμάτων χρήσης που πρόκειται να χορηγηθούν βάσει της κοινής διαδικασίας επιλογής και τις διαδικασίες που πρέπει να τηρηθούν για την επιλογή των επιχειρήσεων στις οποίες θα χορηγηθούν τέτοια δικαιώματα, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη, κατά περίπτωση, τις αρχές του άρθρου 7 της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση).

112. Η Αρχή επεξηγεί ή συμπληρώνει γνωμοδοτήσεις που έχει εκδώσει δυνάμει της παραγράφου 1κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής και εντός της χρονικής προθεσμίας που ορίζεται στο αίτημα αυτό.

Άρθρο 12Πρόταση για την επιλογή επιχειρήσεων

Σύμφωνα με το άρθρο 6β της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση) η Αρχή:

113. παραλαμβάνει και εξετάζει αιτήσεις επιχειρήσεων για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και αριθμών και εισπράττει τα διοικητικά τέλη και τα τέλη που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις σύμφωνα με μια κοινή διαδικασία επιλογής·

114. διεκπεραιώνει την κοινή διαδικασία επιλογής και προτείνει τις επιχειρήσεις στις οποίες θα μπορούσαν να χορηγηθούν ατομικά δικαιώματα χρήσης σύμφωνα με αυτές τις διατάξεις·

115. υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση στην οποία περιγράφει λεπτομερώς τις αιτήσεις που παρελήφθησαν, αξιολογεί τις αιτήσεις αυτές, προτείνει την ή τις επιχειρήσεις που η ίδια θεωρεί ως πλέον επιλέξιμες για τη χορήγηση ατομικών δικαιωμάτων χρήσης και αιτιολογεί την επιλογή αυτή παραπέμποντας στα κριτήρια επιλογής που καθορίζονται στο σχετικό μέτρο εφαρμογής.

Άρθρο 13Ανάκληση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και αριθμών που έχουν χορηγηθεί βάσει κοινών διαδικασιών

Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής η Αρχή γνωμοδοτεί προς την Επιτροπή ως προς την ανάκληση δικαιωμάτων χρήσης που έχουν χορηγηθεί βάσει των κοινών διαδικασιών που προβλέπονται στο άρθρο 6β της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση).

Στη γνωμοδότηση αυτή εξετάζεται κατά πόσον σημειώθηκαν σοβαρές και επανειλημμένες παραβάσεις των όρων που συνδέονται με τα δικαιώματα χρήσης.

Άρθρο 14Ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών

Επιπλέον των καθηκόντων που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο β) και στο άρθρο 19 παράγραφοι 4 και 5, η Αρχή συμβάλλει στη δημιουργία κλίματος ασφάλειας των δικτύων και πληροφοριών με τους εξής τρόπους:

116. διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών κατά την ανάπτυξη κοινών μεθοδολογιών πρόληψης, αντιμετώπισης και επίλυσης προβλημάτων ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών·

117. παρέχει συμβουλές στην Επιτροπή σχετικά με την έρευνα στον τομέα της ασφάλειας των δικτύων και των πληροφοριών, αλλά και την αποτελεσματική χρήση των τεχνολογιών πρόληψης κινδύνων, και προωθεί δραστηριότητες εκτίμησης κινδύνων, διαλειτουργικές λύσεις διαχείρισης κινδύνων και μελέτες σχετικά με λύσεις διαχείρισης της πρόληψης εντός των οργανισμών του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, και

118. συμβάλλει στις προσπάθειες συνεργασίας της Κοινότητας με τρίτες χώρες και, κατά περίπτωση, με διεθνείς οργανισμούς με σκοπό την προαγωγή μιας κοινής παγκόσμιας προσέγγισης των ζητημάτων ασφάλειας των δικτύων και των πληροφοριών.

Άρθρο 15 Ίδια πρωτοβουλία

Η Αρχή δύναται να γνωμοδοτεί, με δική της πρωτοβουλία, προς την Επιτροπή επί των θεμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, στο άρθρο 7 παράγραφος 1, στο άρθρο 8 παράγραφος 3, στο άρθρο 10 παράγραφος 1, και στα άρθρα 12, 14, 21 και 22.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ

Άρθρο 16 Είσπραξη διοικητικών τελών για υπηρεσίες παρεχόμενες από την Αρχή

119. Η Επιτροπή καθορίζει τα διοικητικά τέλη που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις για τις υπηρεσίες που παρέχει η Αρχή σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 54 παράγραφος 2 και βάσει σχετικής γνωμοδότησης της Αρχής. Η Αρχή εισπράττει αυτά τα διοικητικά τέλη.

120. Τα διοικητικά τέλη επιβάλλονται στις μεμονωμένες επιχειρήσεις κατά αντικειμενικό, διαφανή και αναλογικό τρόπο, ώστε να ελαχιστοποιούνται οι πρόσθετες διοικητικές δαπάνες και οι συναφείς δαπάνες.

121. Τα διοικητικά τέλη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορεί να καλύπτουν:

122. τις διοικητικές δαπάνες στις οποίες υποβάλλεται η Αρχή κατά τη διαχείριση της διαδικασίας επιλογής σύμφωνα με το άρθρο 12·

123. την εξέταση των προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 34·

124. τις διοικητικές δαπάνες στις οποίες υποβάλλεται η Αρχή κατά τη διοίκηση του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 8.

Όλα τα τέλη υπολογίζονται και καταβάλλονται σε ευρώ.

125. Το ποσό των διοικητικών τελών καθορίζεται σε επίπεδο τέτοιο ώστε να διασφαλίζεται ότι τα έσοδα από αυτά να επαρκούν κατ' αρχήν για την κάλυψη του συνολικού κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών.

126. Η Αρχή δημοσιεύει ετήσια επισκόπηση των διοικητικών τελών και των διοικητικών της δαπανών. Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ του συνολικού ποσού των τελών και των συνολικών διοικητικών δαπανών γνωμοδοτεί προς την Επιτροπή υποδεικνύοντας την ενδεδειγμένη αναπροσαρμογή των τελών.

Άρθρο 17Είσπραξη και αναδιανομή των τελών χρήσης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και αριθμών και των διοικητικών τελών στο πλαίσιο κοινής διαδικασίας επιλογής

127. Όταν επιβάλλονται σε επιχειρήσεις τέλη χρήσης για δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών που έχουν χορηγηθεί βάσει κοινής διαδικασίας επιλογής σύμφωνα με το άρθρο 6β της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση), η Αρχή είναι υπεύθυνη για την είσπραξη και αναδιανομή αυτών των τελών χρήσης.

Η Αρχή αναδιανέμει, άμα τη εισπράξει, τα τέλη χρήσης μεταξύ των ενδιαφερόμενων κρατών μελών και της Αρχής σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και την αναλογία που καθορίζει η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 6β της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση).

Σε περίπτωση που η Επιτροπή δεν ορίσει χρονοδιάγραμμα και αναλογία τα τέλη χρήσης αναδιανέμονται βάσει του πληθυσμού κάθε κράτους μέλους που υποχρεούται να χορηγήσει δικαιώματα χρήσης κατά το λήξαν έτος που προηγείται της προκήρυξης της διαδικασίας επιλογής.

128. H Αρχή είναι υπεύθυνη για την είσπραξη και την αναδιανομή των διοικητικών τελών που επιβάλλονται, κατόπιν κοινής διαδικασίας επιλογής για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης συχνοτήτων ή αριθμών, στις επιλεγείσες επιχειρήσεις προς κάλυψη των διοικητικών δαπανών στις οποίες υποβάλλονται οι εθνικές κανονιστικές αρχές στο πλαίσιο του ελέγχου τήρησης των κοινών όρων.

Τα διοικητικά τέλη που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο αναδιανέμονται, άμα τη εισπράξει, από την Αρχή στις σχετικές εθνικές κανονιστικές αρχές σύμφωνα με τις τιμές που έχουν γνωστοποιήσει οι εθνικές κανονιστικές αρχές.

Άρθρο 18Διασυνοριακές διαφορές

129. Εάν μια εθνική κανονιστική αρχή ζητήσει από την Αρχή να διατυπώσει συστάσεις ως προς την επίλυση διαφοράς δυνάμει του άρθρου 21 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο), η Αρχή ενημερώνει σχετικά όλα τα μέρη της διαφοράς και όλες τις ενδιαφερόμενες εθνικές κανονιστικές αρχές.

130. Η Αρχή διερευνά τις αιτίες της διαφοράς και ζητεί κατάλληλες πληροφορίες από τα μέρη της διαφοράς και από τις ενδιαφερόμενες κανονιστικές αρχές.

131. Η Αρχή εκδίδει σύσταση εντός τριών μηνών από την υποβολή του σχετικού αιτήματος εκτός εξαιρετικών περιστάσεων. Στη σύσταση περιγράφονται τα μέτρα που η Αρχή κρίνει ενδεχομένως ενδεδειγμένο να ληφθούν από τις ενδιαφερόμενες κανονιστικές αρχές σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας-πλαισίου ή/και των ειδικών οδηγιών.

132. Η Αρχή δύναται να αρνηθεί να διατυπώσει σύσταση, εάν κρίνει ότι άλλοι μηχανισμοί θα μπορούσαν να συμβάλουν καλύτερα στην έγκαιρη επίλυση της διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο). Στην περίπτωση αυτή ενημερώνει αμελλητί τα μέρη της διαφοράς και τις ενδιαφερόμενες εθνικές κανονιστικές αρχές.

Εάν μετά την πάροδο τεσσάρων μηνών η διαφορά δεν έχει επιλυθεί ή εάν τα μέρη δεν έχουν προσφύγει σε άλλο μηχανισμό, η Αρχή ενεργεί σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 εφόσον το ζητήσει οποιαδήποτε εθνική κανονιστική Αρχή.

Άρθρο 19Ανταλλαγή, διάδοση και συλλογή πληροφοριών

133. Η Αρχή, λαμβάνοντας υπόψη την πολιτική της Κοινότητας στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, προωθεί την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των κρατών μελών, των εθνικών κανονιστικών αρχών και της Επιτροπής σχετικά με την κατάσταση και την εξέλιξη των κανονιστικών ενεργειών στον τομέα των δικτύων και των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας των δικτύων και των πληροφοριών.

134. Η Αρχή ενθαρρύνει την ανταλλαγή πληροφοριών και προωθεί τις βέλτιστες κανονιστικές πρακτικές και τεχνικές εξελίξεις εντός και πέραν της Κοινότητας με τους εξής τρόπους:

135. αναλαμβάνει τη συλλογή, την επεξεργασία και τη δημοσίευση πληροφοριών που έχουν σχέση με τα τεχνικά χαρακτηριστικά, την ποιότητα και την τιμολόγηση των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και τις αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Κοινότητα,

136. αναθέτει ή διεξάγει η ίδια μελέτες σχετικά με τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και την κανονιστική ρύθμιση και προστασία τους και

137. διοργανώνει ή προωθεί δραστηριότητες επιμόρφωσης επί όλων των θεμάτων που αφορούν τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

138. Η Αρχή εξασφαλίζει τη διάθεση και την προσβασιμότητα κατάλληλων πληροφοριών στο κοινό.

139. Η Αρχή συλλέγει κατάλληλες πληροφορίες, ιδίως αυτές που προβλέπονται από το άρθρο 13α της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο), για την ανάλυση υφιστάμενων και μελλοντικών κινδύνων. Αναλύει ιδίως, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τους κινδύνους εκείνους που θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις στην ανθεκτικότητα και τη διαθεσιμότητα των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και στην αυθεντικότητα, ακεραιότητα και εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που είναι προσβάσιμες ή μεταφέρονται μέσω των εν λόγω δικτύων, και διαβιβάζει τα αποτελέσματα της ανάλυσης στα κράτη μέλη και την Επιτροπή.

140. Η Αρχή συμβάλλει στην ευαισθητοποίηση και στη διαθεσιμότητα έγκαιρης, αντικειμενικής και συγκεντρωτικής πληροφόρησης όσον αφορά τα θέματα ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών για όλους τους χρήστες, μεταξύ άλλων προωθώντας τις ανταλλαγές υφιστάμενων βέλτιστων πρακτικών, ιδίως όσον αφορά τις μεθόδους προειδοποίησης των χρηστών, και επιδιώκοντας τη συνέργεια μεταξύ πρωτοβουλιών του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.

Άρθρο 20 Διαχείριση του μητρώου πληροφοριών ραδιοφάσματος και της βάσης δεδομένων περιαγωγής κινητής τηλεφωνίας

141. Για να διασφαλισθεί η εναρμονισμένη διαθεσιμότητα πληροφοριών σχετικά με τη χρήση των ραδιοσυχνοτήτων στην Κοινότητα, διατίθεται στο κοινό ένα μητρώο πληροφοριών σχετικών με τη χρήση του ραδιοφάσματος σε κάθε κράτος μέλος υπό μορφή κοινού σημείου πρόσβασης. Οι πληροφορίες σχετικά με τη χρήση των ραδιοσυχνοτήτων παρέχονται από τα κράτη μέλη σε τακτά διαστήματα και κατόπιν σχετικού αιτήματος της Αρχής. Η Αρχή είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση και τη δημοσίευση του μητρώου. Το μητρώο περιλαμβάνει τις πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού καθώς και κάθε άλλη πληροφορία που η Αρχή θεωρεί ενδεδειγμένο να συμπεριληφθεί. Η Επιτροπή δύναται να θεσπίσει μέτρα εφαρμογής για την προσαρμογή του παραρτήματος στις εξελίξεις της τεχνολογίας ή της αγοράς. Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 54 παράγραφος 3.

142. Η Αρχή είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση και τη δημοσίευση μιας βάσης δεδομένων τιμολόγησης των φωνητικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών δεδομένων για τους πελάτες κινητών επικοινωνιών ενόσω κάνουν χρήση περιαγωγής εντός της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένου κατά περίπτωση του κόστους των κλήσεων περιαγωγής που πραγματοποιούνται και λαμβάνονται στις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες της Κοινότητας. Παρακολουθεί την εξέλιξη των σχετικών τιμών και δημοσιεύει ετήσια έκθεση.

Άρθρο 21Παρακολούθηση του τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και υποβολή εκθέσεων

143. Η Αρχή παρακολουθεί τις εξελίξεις στην αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ιδίως την εξέλιξη των τιμών λιανικής πώλησης των προϊόντων και υπηρεσιών που χρησιμοποιούν περισσότερο οι καταναλωτές.

144. Η Αρχή δημοσιεύει ετήσια έκθεση αναφερόμενη στις εξελίξεις στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών καθώς και σε θέματα που αφορούν τους καταναλωτές, στην οποία προσδιορίζει τους εναπομένοντες φραγμούς στην ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης επισκόπηση και ανάλυση των πληροφοριών σχετικά με τις εθνικές διαδικασίες προσφυγής τις οποίες έχουν παράσχει τα κράτη μέλη κατ'εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο) και του βαθμού χρησιμοποίησης στα κράτη μέλη των εξώδικων διαδικασιών επίλυσης διαφορών που προβλέπονται στο άρθρο 34 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία).

145. Παράλληλα με τη δημοσίευση της ετήσιας έκθεσης η Αρχή δύναται να γνωμοδοτήσει προς την Επιτροπή ως προς τα μέτρα που δύναται να ληφθούν για την επίλυση των διαπιστωθέντων προβλημάτων αξιολόγησης ζητημάτων προβλεπόμενων στην παράγραφο 1.

146. Η Αρχή δημοσιεύει σε τακτά διαστήματα έκθεση σχετικά με τη διαλειτουργικότητα των αμφίδρομων ψηφιακών τηλεοπτικών υπηρεσιών όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).

Άρθρο 22Ηλεκτρονική προσβασιμότητα

147. Η Αρχή συμβουλεύει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής, ως προς τη βελτίωση της διαλειτουργικότητας, της προσβασιμότητας και της χρήσης υπηρεσιών και τερματικού εξοπλισμού ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και ιδίως της διασυνοριακής διαλειτουργικότητας. Συγκροτεί μια ομάδα απαρτιζόμενη από εκπροσώπους των κρατών μελών και εκπροσώπους ενώσεων επιχειρήσεων του κλάδου των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ενώσεων τελικών χρηστών και ενώσεων μειονεκτούντων τελικών χρηστών. Η ομάδα αυτή εξετάζει επίσης τις ιδιαίτερες ανάγκες των μειονεκτούντων τελικών χρηστών και των ηλικιωμένων.

148. Η Αρχή δημοσιεύει ετήσια έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί για τη βελτίωση της προσβασιμότητας των υπηρεσιών και του εξοπλισμού ηλεκτρονικών επικοινωνιών από μειονεκτούντες τελικούς χρήστες με βάση τις πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη και τις πληροφορίες που λαμβάνει η Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία). Στην έκθεση περιγράφονται τα μέτρα που δύναται να ληφθούν σε κοινοτικό ή σε εθνικό επίπεδο για τη βελτίωση της προσβασιμότητας. Η Αρχή δύναται, κατά περίπτωση, να εκδίδει συστάσεις ως προς τα μέτρα που θα μπορούσαν να ληφθούν σε εθνικό επίπεδο

Άρθρο 23Πρόσθετα καθήκοντα

Η Αρχή δύναται να αναλάβει τα ειδικά πρόσθετα καθήκοντα που της ζητεί η Επιτροπή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ

Άρθρο 24 Όργανα της Αρχής

Η Αρχή αποτελείται από:

149. διοικητικό συμβούλιο

150. ρυθμιστικό συμβούλιο

151. διευθυντή

152. υπεύθυνο ασφάλειας δικτύων

153. μόνιμη ομάδα ενδιαφερομένων

154. συμβούλιο προσφυγών.

Άρθρο 25Διοικητικό συμβούλιο

155. Το διοικητικό συμβούλιο απαρτίζεται από δώδεκα μέλη, εκ των οποίων έξι διορίζονται από την Επιτροπή και έξι από το Συμβούλιο. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου διορίζονται βάσει κριτηρίων ικανών να διασφαλίσουν τα υψηλότερα δυνατά επίπεδα επάρκειας και ανεξαρτησίας και ευρύ φάσμα σχετικής εμπειρογνωσίας. Η θητεία τους είναι πενταετής και μπορεί να ανανεωθεί άπαξ.

156. Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρό του μεταξύ των μελών του. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτοδικαίως τον πρόεδρο σε περίπτωση αδυναμίας του τελευταίου να ασκήσει τα καθήκοντά του. Η διάρκεια της θητείας του προέδρου και του αντιπροέδρου είναι δυόμισι έτη με δυνατότητα ανανέωσης. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, η θητεία του προέδρου και του αντιπροέδρου λήγει μόλις παύσουν να είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου.

157. Οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου συγκαλούνται από τον πρόεδρό του. Ο διευθυντής της Αρχής συμμετέχει στις συζητήσεις εκτός αντίθετης απόφασης του διοικητικού συμβουλίου. Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται τουλάχιστον δύο φορές ετησίως σε τακτική συνεδρίαση. Συνεδριάζει επίσης με πρωτοβουλία του προέδρου του κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή κατόπιν αιτήματος του ενός τρίτου τουλάχιστον των μελών του. Το διοικητικό συμβούλιο δύναται να προσκαλεί στις συνεδριάσεις του ως παρατηρητή κάθε πρόσωπο με σημαίνουσα ενδεχομένως γνώμη. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου επιτρέπεται να επικουρούνται από συμβούλους ή εμπειρογνώμονες κατ εφαρμογή του εσωτερικού του κανονισμού. Η Αρχή παρέχει γραμματειακή υποστήριξη στο διοικητικό συμβούλιο.

158. Οι αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των παρόντων μελών του.

159. Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο. Ο εσωτερικός κανονισμός ορίζει αναλυτικότερα τους κανόνες της ψηφοφορίας, κυρίως δε τους όρους αντιπροσώπευσης μέλους από άλλο μέλος, και , εφόσον είναι αναγκαίο, τους κανόνες για την απαρτία.

Άρθρο 26Καθήκοντα του διοικητικού συμβουλίου

160. Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει τον διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2, αφού ζητήσει τη γνώμη του ρυθμιστικού συμβουλίου.

161. Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει τον υπεύθυνο ασφάλειας δικτύων σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 2, αφού ζητήσει τη γνώμη του διευθυντή.

162. Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει τα μέλη του ρυθμιστικού συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1.

163. Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει τα μέλη του συμβουλίου προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 1.

164. Πριν από τις 30 Σεπτεμβρίου κάθε έτους το διοικητικό συμβούλιο, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής και με την έγκριση του ρυθμιστικού συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 3, εγκρίνει το πρόγραμμα εργασιών της Αρχής για το επόμενο έτος και το διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή. Το πρόγραμμα εργασιών εγκρίνεται με την επιφύλαξη της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού.

165. Το διοικητικό συμβούλιο ασκεί τις δημοσιονομικές αρμοδιότητές του σύμφωνα με τα άρθρα 36 έως 38.

166. Το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, σχετικά με την αποδοχή κληροδοτημάτων, δωρεών ή επιχορηγήσεων από άλλες κοινοτικές πηγές.

167. Το διοικητικό συμβούλιο ασκεί πειθαρχική εξουσία επί του διευθυντή και επί του υπευθύνου ασφάλειας δικτύων.

168. Εφόσον είναι αναγκαίο, το διοικητικό συμβούλιο χαράσσει την πολιτική προσωπικού της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 2.

169. Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει τις ειδικές διατάξεις για την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 47.

170. Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της Αρχής, και τη διαβιβάζει, το αργότερο έως τις 15 Ιουνίου, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο. Όπως προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 4, η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει μια ανεξάρτητη ενότητα, εγκεκριμένη από το ρυθμιστικό συμβούλιο, η οποία αφορά τις ρυθμιστικές δραστηριότητες της Αρχής κατά το υπό εξέταση έτος.

171. Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό του.

172. Το διοικητικό συμβούλιο γνωμοδοτεί προς την Επιτροπή ως προς τα διοικητικά τέλη τα οποία δύναται να εισπράττει η Αρχή από επιχειρήσεις για την άσκηση των καθηκόντων της όπως προβλέπεται στο άρθρο 16.

Άρθρο 27Ρυθμιστικό συμβούλιο

173. Το ρυθμιστικό συμβούλιο απαρτίζεται από ένα αντιπρόσωπο ανά κράτος μέλος, ο οποίος είναι ο επικεφαλής της ανεξάρτητης εθνικής κανονιστικής Αρχής που είναι αρμόδια για την καθημερινή εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου στο κράτος μέλος, από τον διευθυντή, και από έναν αντιπρόσωπο της Επιτροπής χωρίς δικαίωμα ψήφου. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές διορίζουν έναν αναπληρωτή ανά κράτος μέλος.

174. Ο διευθυντής ασκεί τα καθήκοντα του προέδρου του ρυθμιστικού συμβουλίου.

175. Το ρυθμιστικό συμβούλιο εκλέγει αντιπρόεδρο μεταξύ των μελών του. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτοδικαίως τον πρόεδρο σε περίπτωση αδυναμίας του τελευταίου να ασκήσει τα καθήκοντά του. Η διάρκεια της θητείας του αντιπροέδρου είναι δυόμισι έτη με δυνατότητα ανανέωσης. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση η θητεία του αντιπροέδρου λήγει μόλις παύσει να είναι μέλος του ρυθμιστικού συμβουλίου.

176. Το ρυθμιστικό συμβούλιο αποφασίζει με απλή πλειοψηφία των μελών του. Κάθε τακτικό ή αναπληρωματικό μέλος, εκτός του διευθυντή και του αντιπροσώπου της Επιτροπής, διαθέτει μία ψήφο.

177. Το ρυθμιστικό συμβούλιο εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό του.

178. Κατά την άσκηση των καθηκόντων που του ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό το ρυθμιστικό συμβούλιο ενεργεί ανεξάρτητα και δεν ζητεί ούτε δέχεται οδηγίες από καμία κυβέρνηση κράτους μέλους και καμία δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση.

179. Η Αρχή παρέχει γραμματειακή υποστήριξη στο ρυθμιστικό συμβούλιο.

Άρθρο 28 Καθήκοντα του ρυθμιστικού συμβουλίου

180. Το ρυθμιστικό συμβούλιο γνωμοδοτεί, στο πεδίο της αρμοδιότητάς του, προς τον διευθυντή πριν από την έκδοση των γνωμοδοτήσεων, συστάσεων και αποφάσεων που προβλέπονται στα άρθρα 4 έως 23. Επιπλέον, το ρυθμιστικό συμβούλιο παρέχει καθοδήγηση στον διευθυντή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του τελευταίου.

181. Το ρυθμιστικό συμβούλιο γνωμοδοτεί σχετικά με τον υποψήφιο διευθυντή, σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1 και το άρθρο 29 παράγραφος 2. Εκδίδει την εν λόγω γνωμοδότηση αποφασίζοντας με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών του. Ο διευθυντής δε συμμετέχει στην εκπόνηση αυτών των γνωμοδοτήσεων ούτε στη σχετική ψηφοφορία.

182. Βάσει του άρθρου 26 παράγραφος 5 και του άρθρου 30 παράγραφος 4 και σύμφωνα με το σχέδιο προϋπολογισμού που καταρτίζεται βάσει του άρθρου 37, το ρυθμιστικό συμβούλιο εγκρίνει το πρόγραμμα εργασιών της Αρχής για το επόμενο έτος όσον αφορά τις οικείες δραστηριότητες.

183. Το ρυθμιστικό συμβούλιο εγκρίνει τη σχετική με τις ρυθμιστικές δραστηριότητες ανεξάρτητη ενότητα της ετήσιας έκθεσης που προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 11 και στο άρθρο 30 παράγραφος 9.

Άρθρο 29Διευθυντής

184. Η Αρχή διοικείται από τον διευθυντή της, ο οποίος ενεργεί ανεξάρτητα κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής, του διοικητικού συμβουλίου και του ρυθμιστικού συμβουλίου ο διευθυντής δε ζητεί ούτε δέχεται οδηγίες από καμία κυβέρνηση και κανέναν φορέα.

185. Αφού ζητήσει τη γνώμη του ρυθμιστικού συμβουλίου, το διοικητικό συμβούλιο διορίζει τον διευθυντή με κριτήρια την αξία του, τις δεξιότητες και την πείρα του στον τομέα των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, από πίνακα δύο τουλάχιστον υποψηφίων, τους οποίους προτείνει η Επιτροπή. Πριν διοριστεί, ο επιλεγόμενος από το διοικητικό συμβούλιο υποψήφιος είναι δυνατόν να κληθεί να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της.

186. Η θητεία του διευθυντή είναι πενταετής. Στη διάρκεια των εννέα τελευταίων μηνών της περιόδου αυτής η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση με αντικείμενο ιδίως:

187. τις επιδόσεις του διευθυντή,

188. τα καθήκοντα και τις ανάγκες της Αρχής κατά τα επόμενα έτη.

189. Το διοικητικό συμβούλιο δύναται, ενεργώντας κατόπιν σχετικής πρότασης της Επιτροπής και αφού ζητήσει τη γνώμη του ρυθμιστικού συμβουλίου, να παρατείνει τη θητεία του διευθυντή άπαξ για μέγιστο διάστημα τριών ετών λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση αξιολόγησης και μόνο εφόσον η παράταση αυτή δικαιολογείται από τα καθήκοντα και τις ανάγκες της Αρχής.

Το διοικητικό συμβούλιο γνωστοποιεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την πρόθεσή του να παρατείνει τη θητεία του διευθυντή. Ένα μήνα πριν από την παράταση της θητείας του ο διευθυντής είναι δυνατόν να κληθεί να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της.

Εάν δεν παραταθεί η θητεία του, ο διευθυντής εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του μέχρι να διοριστεί ο αντικαταστάτης του.

190. Ο διευθυντής είναι δυνατόν να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του μόνον με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται κατόπιν διαβούλευσης με το ρυθμιστικό συμβούλιο. Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει τη σχετική απόφαση με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών του.

191. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται να ζητήσουν από τον διευθυντή να υποβάλει έκθεση των πεπραγμένων του.

Άρθρο 30 Καθήκοντα του διευθυντή

192. Ο διευθυντής είναι υπεύθυνος για την εκπροσώπηση της Αρχής και είναι επιφορτισμένος με τη διοίκησή της.

193. Ο διευθυντής προετοιμάζει τις εργασίες του διοικητικού συμβουλίου. Συμμετέχει στις εργασίες του διοικητικού συμβουλίου χωρίς δικαίωμα ψήφου.

194. Ο διευθυντής εκδίδει τις γνωμοδοτήσεις, συστάσεις και αποφάσεις που προβλέπονται στα άρθρα 4 έως 23 με τη συγκατάθεση του ρυθμιστικού συμβουλίου.

195. Κάθε έτος ο διευθυντής καταρτίζει σχέδιο προγράμματος εργασιών της Αρχής για το επόμενο έτος και το υποβάλλει στο ρυθμιστικό συμβούλιο και στην Επιτροπή πριν από τις 30 Ιουνίου του έτους.

Υποβάλλει το πρόγραμμα εργασιών στο διοικητικό συμβούλιο, πριν από την 1η Σεπτεμβρίου, προς έγκριση.

196. Ο διευθυντής είναι υπεύθυνος για την υλοποίηση του ετήσιου προγράμματος εργασιών της Αρχής υπό την καθοδήγηση του ρυθμιστικού συμβουλίου και του υπευθύνου ασφάλειας δικτύων, κατά περίπτωση, και υπό τον διοικητικό έλεγχο του διοικητικού συμβουλίου.

197. Ο διευθυντής λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, κυρίως δε εκδίδει εσωτερικές διοικητικές εγκυκλίους και δημοσιεύει ανακοινώσεις, ώστε να διασφαλίζεται η λειτουργία της Αρχής σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

198. Ο διευθυντής προβαίνει σε εκτίμηση των εσόδων και των δαπανών της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 37 και εκτελεί τον προϋπολογισμό της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 38.

199. Κάθε έτος ο διευθυντής συντάσσει σχέδιο ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων της Αρχής, η οποία περιλαμβάνει μία ενότητα για τις ρυθμιστικές δραστηριότητες της Αρχής και μία για τα οικονομικά και διοικητικά θέματα.

200. Έναντι του προσωπικού της Αρχής ο διευθυντής ασκεί τις εξουσίες που προβλέπονται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 31Υπεύθυνος ασφάλειας δικτύων

201. Ο υπεύθυνος ασφάλειας δικτύων έχει την ευθύνη του συντονισμού των καθηκόντων της Αρχής που συνδέονται με την ασφάλεια των δικτύων και των πληροφοριών. Ο υπεύθυνος ασφάλειας δικτύων υπάγεται και δίνει αναφορά στον διευθυντή. Καταρτίζει το σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασιών για τις δραστηριότητες αυτές.

202. Ο υπεύθυνος ασφάλειας δικτύων διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο για πενταετή θητεία με κριτήρια την αξία του, τις δεξιότητες και την πείρα του σε θέματα ασφάλειας των δικτύων και των πληροφοριών από πίνακα δύο τουλάχιστον υποψηφίων, τους οποίους προτείνει η Επιτροπή.

203. Ο υπεύθυνος ασφάλειας δικτύων είναι δυνατόν να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του μόνον με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται κατόπιν διαβούλευσης με τον διευθυντή. Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει τη σχετική απόφαση με πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μελών του.

204. Το διοικητικό συμβούλιο δύναται, ενεργώντας κατόπιν σχετικής πρότασης της Επιτροπής και αφού ζητήσει τη γνώμη του διευθυντή, να παρατείνει τη θητεία του υπευθύνου ασφάλειας δικτύων άπαξ για μέγιστο διάστημα τριών ετών, μόνο εφόσον η παράταση αυτή δικαιολογείται από τα καθήκοντα και τις ανάγκες της Αρχής.

Άρθρο 32Mόνιμη ομάδα ενδιαφερομένων

205. O υπεύθυνος ασφάλειας δικτύων συγκροτεί μόνιμη ομάδα ενδιαφερομένων, απαρτιζόμενη από εμπειρογνώμονες που εκπροσωπούν τους διάφορους ενδιαφερομένους, δηλαδή το βιομηχανικό κλάδο των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών, τις ενώσεις καταναλωτών και τους πανεπιστημιακούς εμπειρογνώμονες σε θέματα ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών. Ο υπεύθυνος ασφάλειας δικτύων καθορίζει, κατόπιν διαβούλευσης με τον διευθυντή, τις διαδικασίες που εφαρμόζονται σε ό,τι αφορά ιδίως τον αριθμό, τη σύνθεση, τον διορισμό των μελών και τη λειτουργία της ομάδας.

206. Ο υπεύθυνος ασφάλειας δικτύων προεδρεύει της ομάδας. Η διάρκεια της θητείας των μελών της ομάδας είναι δυόμισι έτη. Τα μέλη της ομάδας δεν επιτρέπεται να είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή του ρυθμιστικού συμβουλίου.

207. Εκπρόσωποι της Επιτροπής έχουν το δικαίωμα να παρίστανται στις συνεδριάσεις και να συμμετέχουν στις εργασίες της ομάδας.

208. Η ομάδα δύναται να συμβουλεύει τον υπεύθυνο ασφάλειας δικτύων κατά την άσκηση των καθηκόντων του βάσει του παρόντος κανονισμού, κατά την εκπόνηση πρότασης για τα σχετικά μέρη του προγράμματος εργασιών της Αρχής καθώς και για την εξασφάλιση επικοινωνίας με τους οικείους ενδιαφερομένους επί όλων των θεμάτων που συνδέονται με το πρόγραμμα εργασιών.

Άρθρο 33Συμβούλιο προσφυγών

209. Το συμβούλιο προσφυγών απαρτίζεται από έξι μέλη και έξι αναπληρωτές που επιλέγονται μεταξύ εν ενεργεία ή πρώην ανώτατων υπαλλήλων των εθνικών κανονιστικών αρχών, των αρχών ανταγωνισμού ή άλλων εθνικών ή κοινοτικών θεσμικών οργάνων με κατάλληλη πείρα στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Το συμβούλιο προσφυγών ορίζει τον πρόεδρό του.

210. Τα μέλη του συμβουλίου προσφυγών διορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο, βάσει πρότασης της Επιτροπής, μετά από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, και κατόπιν διαβούλευσης με το ρυθμιστικό συμβούλιο.

211. Η θητεία των μελών του συμβουλίου προσφυγών είναι πενταετής και ανανεώσιμη. Τα μέλη του συμβουλίου προσφυγών λαμβάνουν τις αποφάσεις τους ανεξάρτητα και δε δεσμεύονται από υποδείξεις. Δεν επιτρέπεται να ασκούν άλλα καθήκοντα στην Αρχή ή στο οικείο διοικητικό ή ρυθμιστικό συμβούλιο. Μέλος του συμβουλίου προσφυγών δεν είναι δυνατόν να εκπέσει από την ιδιότητά του αυτή κατά τη διάρκεια της θητείας του, εκτός εάν κριθεί ότι έχει υποπέσει σε βαρύ παράπτωμα και το διοικητικό συμβούλιο εκδώσει απόφαση έκπτωσης κατόπιν διαβούλευσης με το ρυθμιστικό συμβούλιο.

212. Τα μέλη του συμβουλίου προσφυγών δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε διαδικασία προσφυγής, εάν έχουν οποιοδήποτε προσωπικό συμφέρον σε αυτήν ή εάν διετέλεσαν στο παρελθόν εκπρόσωποι ενός εκ των διαδίκων ή εάν συμμετείχαν στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

Εάν, για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο, ένα μέλος του συμβουλίου προσφυγών θεωρεί ότι ένα άλλο μέλος δεν πρέπει να συμμετάσχει σε διαδικασία προσφυγής, το πρώτο μέλος ενημερώνει σχετικά το συμβούλιο προσφυγών. Οποιοσδήποτε διάδικος στη διαδικασία προσφυγής δύναται να υποβάλει αίτηση εξαίρεσης μελών του συμβουλίου προσφυγών για οποιονδήποτε από τους λόγους που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο ή εάν υπάρχουν υπόνοιες μεροληψίας. Η αίτηση εξαίρεσης δεν μπορεί να στηρίζεται στην ιθαγένεια των μελών και δεν είναι παραδεκτή, εάν ο διάδικος, μολονότι γνώριζε τον λόγο εξαίρεσης, προέβη σε διαδικαστική πράξη.

213. Το συμβούλιο προσφυγών αποφασίζει σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν στις περιπτώσεις που προσδιορίζονται στην παράγραφο 4 χωρίς τη συμμετοχή του ενδιαφερόμενου μέλους. Για τη λήψη της απόφασης αυτής το ενδιαφερόμενο μέλος αντικαθίσταται στο συμβούλιο προσφυγών από τον αναπληρωτή του, εκτός εάν και ο αναπληρωτής εμπίπτει στις εν λόγω περιπτώσεις. Στην τελευταία αυτή περίπτωση ο πρόεδρος διορίζει αντικαταστάτη μεταξύ των διαθέσιμων αναπληρωτών.

Άρθρο 34Προσφυγές

214. Το συμβούλιο προσφυγών είναι αρμόδιο να αποφαίνεται επί των προσφυγών που ασκούνται κατά των αποφάσεων ή των μέτρων που λαμβάνει η Αρχή στα πεδία τα οποία καλύπτει το άρθρο 8 παράγραφος 1.

215. Οι αποφάσεις του συμβουλίου προσφυγών λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία τουλάχιστον τεσσάρων από τα έξι μέλη του. Το συμβούλιο προσφυγών συγκαλείται όποτε είναι αναγκαίο.

216. Προσφυγή που ασκείται δυνάμει της παραγράφου 1 δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, εφόσον θεωρεί ότι το επιβάλλουν οι περιστάσεις, το συμβούλιο προσφυγών δύναται να αναστείλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης.

217. Η προσφυγή, μαζί με το υπόμνημα στο οποίο εκτίθενται οι λόγοι υποβολής της, υποβάλλεται εγγράφως στην Αρχή εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης ή του μέτρου στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση ή, απουσία κοινοποίησης, από την ημέρα δημοσιοποίησης του μέτρου ή της απόφασης της Αρχής. Τα συμβούλιο προσφυγών αποφασίζει σχετικά με την προσφυγή εντός δύο μηνών από την υποβολή της.

218. Εάν η προσφυγή είναι παραδεκτή, το συμβούλιο προσφυγών εξετάζει κατά πόσον είναι βάσιμη. Καλεί, όσο συχνά απαιτείται, τους διαδίκους να καταθέσουν παρατηρήσεις σχετικά με κοινοποιήσεις που εκδίδει το ίδιο ή σχετικά με ανακοινώσεις εκ μέρους των άλλων διαδίκων, εντός καθορισμένων προθεσμιών. Οι διάδικοι έχουν το δικαίωμα να προβούν σε προφορική παρουσίαση.

219. Υπό τους όρους του παρόντος άρθρου το συμβούλιο προσφυγών δύναται να ασκεί κάθε εξουσία που εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Αρχής ή να παραπέμπει την υπόθεση στο αρμόδιο όργανο της Αρχής. Το τελευταίο δεσμεύεται από την απόφαση του συμβουλίου προσφυγών.

220. Το συμβούλιο προσφυγών εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό του.

Άρθρο 35Προσφυγές ενώπιον του Πρωτοδικείου και του Δικαστηρίου

221. Είναι δυνατόν να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 230 της Συνθήκης, κατά αποφάσεων του συμβουλίου προσφυγών ή, όταν δεν υπάρχει δικαίωμα προσφυγής, στο συμβούλιο προσφυγών κατά αποφάσεων της Αρχής.

222. Εάν η Αρχή δε λάβει μια απόφαση, είναι δυνατόν να ασκηθεί προσφυγή για παράλειψη ενώπιον του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 232 της Συνθήκης.

223. Η Αρχή οφείλει να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, ώστε να συμμορφώνεται με τις αποφάσεις του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 36 Προϋπολογισμός της Αρχής

224. Τα έσοδα της Αρχής συνίστανται στα εξής:

225. τέλη για υπηρεσίες παρεχόμενες από την Αρχή·

226. ένα ποσοστό των τελών χρήσης που καταβάλλουν οι αιτούντες σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17·

227. επιδότηση από την Κοινότητα εγγεγραμμένη στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο τμήμα που αφορά την Επιτροπή)·

228. τυχόν κληροδοτήματα, δωρεές ή επιχορηγήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 7·

229. τυχόν εθελοντικές συνεισφορές των κρατών μελών ή των οικείων κανονιστικών αρχών.

230. Τα έξοδα της Αρχής περιλαμβάνουν τις δαπάνες προσωπικού, τις διοικητικές δαπάνες και τις δαπάνες υποδομής και λειτουργίας.

231. Τα έσοδα και τα έξοδα ισοσκελίζονται.

232. Όλα τα έσοδα και τα έξοδα της Αρχής αποτελούν αντικείμενο προβλέψεων για κάθε οικονομικό έτος, το οποίο συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, και εγγράφονται στον προϋπολογισμό της.

Άρθρο 37Κατάρτιση του προϋπολογισμού

233. Το αργότερο έως τις 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους ο διευθυντής καταρτίζει προσχέδιο προϋπολογισμού, το οποίο καλύπτει τις δαπάνες λειτουργίας και το πρόγραμμα εργασιών που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος, και διαβιβάζει το εν λόγω προσχέδιο προϋπολογισμού στο διοικητικό συμβούλιο, συνοδευόμενο από πίνακα προσωρινών θέσεων προσωπικού. Κάθε έτος, βάσει του προσχεδίου που έχει καταρτιστεί από τον διευθυντή, το διοικητικό συμβούλιο προβαίνει σε εκτίμηση των εσόδων και των εξόδων της Αρχής για το επόμενο οικονομικό έτος. Η εκτίμηση αυτή, που περιλαμβάνει και σχέδιο οργανογράμματος, διαβιβάζεται από το διοικητικό συμβούλιο στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου. Πριν από την έγκριση της εκτίμησης το προσχέδιο που έχει καταρτιστεί από τον διευθυντή διαβιβάζεται στο ρυθμιστικό συμβούλιο, το οποίο δύναται να γνωμοδοτήσει σχετικά με το προσχέδιο του προϋπολογισμού.

234. Η εκτίμηση διαβιβάζεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο (στο εξής «η αρμόδια για τον προϋπολογισμό Αρχή») ταυτόχρονα με το προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

235. Βάσει των εκτιμήσεων η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τις προβλέψεις που θεωρεί αναγκαίες σε σχέση με το οργανόγραμμα και το ποσό της επιχορήγησης που θα καταλογιστεί στον γενικό προϋπολογισμό σύμφωνα με το άρθρο 272 της Συνθήκης.

236. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό Αρχή εγκρίνει το οργανόγραμμα της Αρχής.

237. Ο προϋπολογισμός της Αρχής καταρτίζεται από το διοικητικό συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός μετά την τελική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Όταν είναι αναγκαίο, αναπροσαρμόζεται αναλόγως.

238. Το διοικητικό συμβούλιο γνωστοποιεί, χωρίς καθυστέρηση, στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό Αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει σχέδια τα οποία ενδέχεται να έχουν σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού του, ειδικότερα κάθε σχέδιο που σχετίζεται με ακίνητη περιουσία, όπως μίσθωση ή αγορά κτιρίων. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή. Εάν οποιοδήποτε από τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό Αρχής προτίθεται να γνωμοδοτήσει, γνωστοποιεί την πρόθεσή του αυτή στην Αρχή εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή των πληροφοριών που αφορούν το κτιριακό σχέδιο. Εάν δεν λάβει απάντηση, η Αρχή μπορεί να προβεί στη σχεδιαζόμενη πράξη.

Άρθρο 38Εκτέλεση και έλεγχος του προϋπολογισμού

239. Ο διευθυντής ασκεί καθήκοντα διατάκτη και εκτελεί τον προϋπολογισμό της Αρχής.

240. Το αργότερο έως την 1η Μαρτίου μετά τη λήξη του οικονομικού έτους ο υπόλογος της Αρχής διαβιβάζει στον υπόλογο της Επιτροπής και στο Ελεγκτικό Συνέδριο τους προσωρινούς λογαριασμούς καθώς και την έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης του οικονομικού έτους. Ο υπόλογος της Αρχής διαβιβάζει επίσης την έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου του επόμενου έτους. Στη συνέχεια ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς των θεσμικών οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών σύμφωνα με το άρθρο 128 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου.

241. Το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου μετά τη λήξη του οικονομικού έτους ο υπόλογος της Επιτροπής διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο τους προσωρινούς λογαριασμούς της Αρχής, συνοδευόμενους από την έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης του οικονομικού έτους. Η έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης του οικονομικού έτους διαβιβάζεται επίσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

242. Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τους προσωρινούς λογαριασμούς της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 129 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο διευθυντής καταρτίζει υπ’ ευθύνη του τους οριστικούς λογαριασμούς της Αρχής και τους διαβιβάζει στο διοικητικό συμβούλιο για γνωμοδότηση.

243. Το διοικητικό συμβούλιο γνωμοδοτεί σχετικά με τους οριστικούς λογαριασμούς της Αρχής.

244. Το αργότερο την 1η Ιουλίου μετά τη λήξη του οικονομικού έτους ο διευθυντής διαβιβάζει τους εν λόγω οριστικούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από τη γνωμοδότηση του διοικητικού συμβουλίου, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

245. Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται.

246. Ο διευθυντής αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση επί των παρατηρήσεων του τελευταίου το αργότερο έως τις 15 Οκτωβρίου. Κοινοποιεί επίσης την απάντηση αυτή στο διοικητικό συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Επιτροπή.

247. Ο διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατόπιν αιτήματος του τελευταίου και όπως προβλέπεται στο άρθρο 146 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002, κάθε πληροφορία που είναι αναγκαία για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας απαλλαγής για το υπό εξέταση οικονομικό έτος.

248. Πριν από τις 15 Μαΐου του έτους N+2 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο χορηγεί στον διευθυντή απαλλαγή ως προς την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους N κατόπιν σύστασης του Συμβουλίου, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Άρθρο 39Οικονομικοί κανόνες

Οι οικονομικοί κανόνες που ισχύουν για την Αρχή καταρτίζονται από το διοικητικό συμβούλιο κατόπιν διαβουλεύσεων με την Επιτροπή. Επιτρέπεται να αποκλίνουν από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, εάν το επιβάλλουν οι ιδιαίτερες ανάγκες λειτουργίας της Αρχής και μόνο με προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής.

Άρθρο 40Μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης

249. Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πράξεων, εφαρμόζονται άνευ περιορισμών οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)[34].

250. Η Αρχή προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)[35] και θεσπίζει αμέσως τις κατάλληλες διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται στο σύνολο του προσωπικού της Αρχής.

251. Οι χρηματοδοτικές αποφάσεις, οι συμφωνίες και οι εκτελεστικές πράξεις που απορρέουν από αυτές ορίζουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF δύνανται, εάν χρειαστεί, να διενεργήσουν επιτόπιους ελέγχους των δικαιούχων των ποσών που έχει καταβάλει η Αρχή καθώς και των μελών του προσωπικού που είναι αρμόδια για τη χορήγηση των εν λόγω ποσών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 41 Παροχή πληροφοριών στην Αρχή

252. Οι επιχειρήσεις παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών παρέχουν στην Αρχή όλες τις πληροφορίες, μεταξύ άλλων και οικονομικές, που ζητεί η Αρχή για την εκτέλεση των καθηκόντων της όπως ορίζεται στον παρόντα κανονισμό. Οι επιχειρήσεις παρέχουν τις πληροφορίες αυτές αμέσως, κατόπιν αιτήματος, και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και τον βαθμό λεπτομέρειας που απαιτεί η Αρχή. Η Αρχή αιτιολογεί το αίτημά της για παροχή πληροφοριών.

253. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές παρέχουν στην Αρχή τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την εκπλήρωση των καθηκόντων της βάσει του παρόντος κανονισμού. Στις περιπτώσεις που οι παρεχόμενες πληροφορίες αναφέρονται σε πληροφορίες οι οποίες είχαν προηγουμένως παρασχεθεί από επιχειρήσεις κατόπιν αιτήματος της εθνικής κανονιστικής Αρχής ενημερώνονται σχετικά οι επιχειρήσεις αυτές.

Άρθρο 42Διαβούλευση

Πλην των περιπτώσεων που εμπίπτουν στο άρθρο 20 ή στο άρθρο 21 η Αρχή, όταν σκοπεύει να λάβει μέτρα κατ' εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, διαβουλεύεται κατά περίπτωση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και τους παρέχει την ευκαιρία να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους για το σχέδιο μέτρου εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Η Αρχή δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της διαδικασίας διαβούλευσης με εξαίρεση τις πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα.

Άρθρο 43Επιτήρηση, εκτέλεση και κυρώσεις

254. Η Επιτροπή δύναται να επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις στις επιχειρήσεις εκείνες που δεν παρέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 41. Οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

255. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές, σε συνεργασία με την Αρχή, είναι υπεύθυνες για την επαλήθευση της συμμόρφωσης των επιχειρήσεων προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

256. Όταν επιβάλλονται κυρώσεις δυνάμει του παρόντος άρθρου, η Αρχή δημοσιεύει τις επωνυμίες των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων και τα ποσά των οικονομικών κυρώσεων και τους λόγους για τους οποίους επεβλήθησαν.

257. Το Δικαστήριο αποφαίνεται κατά πλήρη δικαιοδοσία, κατά την έννοια του άρθρου 229 της Συνθήκης, επί των προσφυγών που ασκούνται κατά των τελικών αποφάσεων επιβολής κυρώσεων που λαμβάνονται βάσει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 44Δήλωση συμφερόντων

Τα μέλη του προσωπικού της Αρχής και ιδίως ο διευθυντής, ο υπεύθυνος ασφάλειας δικτύων και οι υπάλληλοι που αποσπώνται προσωρινά από τα κράτη μέλη προβαίνουν σε δήλωση δεσμεύσεων και δήλωση συμφερόντων όπου δηλώνουν τα τυχόν άμεσα ή έμμεσα συμφέροντα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι θίγουν την ανεξαρτησία τους. Οι εν λόγω δηλώσεις υποβάλλονται γραπτώς.

Άρθρο 45Διαφάνεια

258. Η Αρχή διεξάγει τις δραστηριότητές της υπό συνθήκες μεγάλης διαφάνειας.

259. Η Αρχή μεριμνά ώστε να παρέχονται στο κοινό και σε κάθε ενδιαφερόμενο μέρος αντικειμενικές, αξιόπιστες και εύκολα προσβάσιμες πληροφορίες, ιδίως όσον αφορά τα αποτελέσματα των εργασιών της, οσάκις ενδείκνυται. Η Αρχή επίσης δημοσιοποιεί τις δηλώσεις συμφερόντων που υποβάλλονται από τον διευθυντή και από τους υπαλλήλους που αποσπώνται προσωρινά από τα κράτη μέλη καθώς και τις δηλώσεις συμφερόντων που υποβάλλονται από τους εμπειρογνώμονες.

260. Το ρυθμιστικό συμβούλιο, ενεργώντας κατόπιν προτάσεως του διευθυντή, δύναται να επιτρέπει στα ενδιαφερόμενα μέρη να παρίστανται ως παρατηρητές στις εργασίες που αφορούν ορισμένες δραστηριότητες της Αρχής.

261. Η Αρχή καθορίζει στον εσωτερικό της κανονισμό τις πρακτικές ρυθμίσεις για την εφαρμογή των κανόνων διαφάνειας που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.

Άρθρο 46Εμπιστευτικότητα

262. Η Αρχή δεν αποκαλύπτει σε τρίτους πληροφορίες που επεξεργάζεται ή λαμβάνει και για τις οποίες έχει ζητηθεί η τήρηση εμπιστευτικότητας.

263. Τα μέλη των συμβουλίων της Αρχής, ο διευθυντής, οι εξωτερικοί εμπειρογνώμονες, και τα μέλη του προσωπικού της Αρχής, συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων που αποσπώνται προσωρινά από τα κράτη μέλη, έχουν, ακόμη και μετά την παύση των καθηκόντων τους, από τις υποχρέωση τήρησης της εμπιστευτικότητας σύμφωνα με το άρθρο 287 της Συνθήκης.

264. Η Αρχή καθορίζει στον εσωτερικό της κανονισμό τις πρακτικές ρυθμίσεις για την εφαρμογή των κανόνων περί εμπιστευτικότητας που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.

265. Με την επιφύλαξη του άρθρου 47 η Αρχή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, σύμφωνα με την απόφαση 2001/844/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ[36] για την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών στις οποίες έχει πρόσβαση ή οι οποίες της γνωστοποιούνται από τα κράτη μέλη ή από τις εθνικές κανονιστικές αρχές. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν ισοδύναμα μέτρα σύμφωνα με τη σχετική εθνική νομοθεσία. Λαμβάνεται δεόντως υπόψη η βαρύτητα της ενδεχόμενης ζημίας των ουσιωδών συμφερόντων της Κοινότητας ή ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών της. Κάθε κράτος μέλος και η Επιτροπή τηρούν τη σχετική διαβάθμιση ασφαλείας που έχει αποδοθεί από τον συντάκτη ενός εγγράφου.

Άρθρο 47Πρόσβαση σε έγγραφα

266. Στα έγγραφα τα οποία έχει στην κατοχή της η Αρχή εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

267. Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει τα πρακτικά μέτρα εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 εντός έξι μηνών από την ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας της Αρχής.

268. Κατά των αποφάσεων που λαμβάνονται από την Αρχή δυνάμει του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 είναι δυνατόν να υποβληθεί καταγγελία στον Διαμεσολαβητή ή να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου υπό τους όρους των άρθρων 195 και 230 της Συνθήκης αντίστοιχα.

Άρθρο 48Νομικό καθεστώς

269. Η Αρχή είναι κοινοτικό όργανο με νομική προσωπικότητα.

270. Σε κάθε κράτος μέλος η Αρχή έχει την ευρύτερη δυνατή νομική ικανότητα που αναγνωρίζει σε νομικά πρόσωπα το εθνικό δίκαιο. Δύναται ιδίως να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου.

271. Η Αρχή εκπροσωπείται από τον διευθυντή της.

272. Η Αρχή εδρεύει [στ… …]. Μέχρις να ετοιμαστούν οι εγκαταστάσεις της, θα φιλοξενείται σε εγκαταστάσεις της Επιτροπής.

Άρθρο 49 Προσωπικό

273. Στο προσωπικό της Αρχής, συμπεριλαμβανομένων του διευθυντή και του υπευθύνου ασφάλειας δικτύων, έχουν εφαρμογή ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καθώς και οι κανόνες εφαρμογής τους που έχουν θεσπισθεί από κοινού από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

274. Το διοικητικό συμβούλιο, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, θεσπίζει τα αναγκαία εκτελεστικά μέτρα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

275. Έναντι του προσωπικού της η Αρχή ασκεί τις εξουσίες που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς Αρχή από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων Αρχή από το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

276. Το διοικητικό συμβούλιο δύναται να θεσπίζει διατάξεις που επιτρέπουν την απόσπαση εθνικών εμπειρογνωμόνων από τα κράτη μέλη στην Αρχή.

Άρθρο 50Προνόμια και ασυλίες

Στην Αρχή και στο προσωπικό της εφαρμόζεται το πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 51Ευθύνη της Αρχής

277. Σε περίπτωση εξωσυμβατικής ευθύνης η Αρχή αποκαθιστά, σύμφωνα με τις κοινές γενικές αρχές των νομοθεσιών των κρατών μελών, οποιαδήποτε βλάβη προκαλεί η ίδια ή το προσωπικό της κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο επί οποιασδήποτε διαφοράς αφορά την αποκατάσταση τέτοιας βλάβης.

278. Η προσωπική οικονομική και πειθαρχική ευθύνη των μελών του προσωπικού της Αρχής έναντι της Αρχής διέπεται από τις σχετικές διατάξεις που εφαρμόζονται στο προσωπικό της Αρχής.

Άρθρο 52Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Kατά την επεξεργασία δεδομένων που αφορούν φυσικά πρόσωπα η Αρχή υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (EΚ) αριθ. 45/2001.

Άρθρο 53Συμμετοχή τρίτων χωρών

Η Αρχή είναι ανοικτή στη συμμετοχή ευρωπαϊκών χωρών που έχουν συνάψει συμφωνίες με την Κοινότητα, δυνάμει των οποίων αυτές οι χώρες έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν κοινοτική νομοθεσία στον τομέα που καλύπτει ο παρών κανονισμός. Βάσει των σχετικών διατάξεων των συμφωνιών αυτών συνομολογούνται διακανονισμοί οι οποίοι προσδιορίζουν τους λεπτομερείς κανόνες συμμετοχής αυτών των χωρών στις εργασίες της Αρχής και ιδίως τη φύση και την έκταση αυτής της συμμετοχής. Οι διακανονισμοί αυτοί περιλαμβάνουν ιδίως διατάξεις για τις χρηματοδοτικές συνεισφορές και το προσωπικό. Ενδέχεται να προβλέπουν την εκπροσώπηση αυτών των χωρών στο ρυθμιστικό συμβούλιο δίχως δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 54Επιτροπή επικοινωνιών

279. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή επικοινωνιών, η οποία έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 22 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).

280. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

281. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Άρθρο 55Αξιολόγηση

Εντός πέντε ετών από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής και στη συνέχεια ανά πενταετία η Επιτροπή δημοσιεύει γενική έκθεση αναφερόμενη στην πείρα που έχει αποκτηθεί ως αποτέλεσμα της λειτουργίας της Αρχής και των διαδικασιών που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Η έκθεση περιλαμβάνει αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που έχει επιτύχει η Αρχή και των μεθόδων εργασίας της σε σχέση με τον σκοπό, την εντολή και τα καθήκοντα της Αρχής που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στα ετήσια προγράμματα εργασιών της. Κατά την αξιολόγηση λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις των ενδιαφερομένων τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Η έκθεση και οι τυχόν συνοδευτικές προτάσεις διαβιβάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Άρθρο 56Μεταβατικές διατάξεις

282. Η Αρχή αναλαμβάνει στις 14 Μαρτίου 2011 την ευθύνη για όλες τις δραστηριότητες που έχουν αναληφθεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών πριν από αυτή την ημερομηνία και οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

283. Τα δικαιώματα ιδιοκτησίας επί κινητών περιουσιακών στοιχείων που κατέχει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών κατά την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ανωτέρω μεταβιβάζονται στην Αρχή από την ίδια ημερομηνία.

Άρθρο 57Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις [31 Δεκεμβρίου 2009].

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος […] […]

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΧΡΗΣΗΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΜΗΤΡΩΟ

(στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 20)

Οι πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα χρήσης, τα οποία είναι εμπορεύσιμα σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο) ή χορηγούνται μέσω διαδικασιών ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής σύμφωνα με την οδηγία 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση), μπορεί να περιορίζονται στις ζώνες συχνοτήτων που χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Για τις εν λόγω ζώνες συχνοτήτων τα κράτη μέλη παρέχουν, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας 95/46/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[37] και σύμφωνα με τους κοινοτικούς και εθνικούς κανόνες περί επιχειρηματικού απορρήτου, τις ακόλουθες πληροφορίες:

284. την ταυτότητα του κατόχου δικαιώματος χρήσης ραδιοσυχνότητας·

285. την ημερομηνία λήξης ή την αναμενόμενη διάρκεια του δικαιώματος·

286. τη γεωγραφική ισχύ του δικαιώματος, διευκρινίζοντας τουλάχιστον εάν το δικαίωμα είναι τοπικής (δηλαδή ένας σταθμός), περιφερειακής ή εθνικής εμβέλειας·

287. την ένδειξη εάν το δικαίωμα είναι ή όχι εμπορεύσιμο.

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ:

ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΊΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΑΡΧΉΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΆ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΏΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΏΝ

2. ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΒΔ / ΠΒΔ (διαχείριση βασει δραστηριοτήτων / προϋπολογισμός βάσει δραστηριοτήτων)

Τομέας δραστηριότητας: Κοινωνία της πληροφορίας

Δραστηριότητες: Πολιτική ηλεκτρονικών επικοινωνιών

3. ΓΡΑΜΜΕΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

3.1. Γραμμές προϋπολογισμού (επιχειρησιακές γραμμές και συναφείς γραμμές τεχνικής και διοικητικής βοήθειας (πρώην γραμμές B..A) περιλαμβανομένων των ονομασιών τους:

Θα προταθούν νέες γραμμές προϋπολογισμού για τις διοικητικές δαπάνες και τις επιχειρησιακές δαπάνες:

09.02.04.01 EECMA Διοικητικές δαπάνες

09.02.04.02 EECMA Επιχειρησιακές δαπάνες

3.2. Διάρκεια της δράσης και της δημοσιονομικής επίπτωσης:

2010 - 2015

3.3. Δημοσιονομικά χαρακτηριστικά:

Γραμμή προϋπολογισμού | Είδος δαπάνης | Νέα | Συμμετοχή ΕΖΕΣ | Συνεισφορές υποψήφιων χωρών | Τομέας δημοσιονομικών προοπτικών |

09.02.04.01 | Μη υποχρ. | Διαχωρ. | ΝΑΙ | ΟΧΙ | ΟΧΙ | Αριθ. 1α |

09.02.04.02 | Μη υποχρ. | Διαχωρ. | ΝΑΙ | ΟΧΙ | ΟΧΙ | Αριθ. 1α |

4. ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΤΙΚΌΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΟΡΩΝ

4.1. Δημοσιονομικοί πόροι

4.1.1. Ανακεφαλαιωτικό των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων (ΠΑΥ) και των πιστώσεων πληρωμών (ΠΠ)

εκατ. ευρώ (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Είδος δαπάνης | Τμήμα αριθ. | 2010 | 2011 | 2012 | 2013 | Σύνολο |

Επιχειρησιακές δαπάνες[38] |

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων (ΠΑΥ) | 8.1. | α | 4,570 | 8,221 | 10,590 | 10,590 | 33,971 |

Πιστώσεις πληρωμών (ΠΠ) | β | 4,570 | 8,221 | 10,590 | 10,590 | 33,971 |

Διοικητικές δαπάνες |

Ανθρώπινοι πόροι και συναφείς δαπάνες (ΜΔΠ) | 8.2.4. | δ | 3,509 | 10,827 | 12,410 | 12,410 | 39,156 |

Διοικητικές δαπάνες, εκτός ανθρώπινων πόρων και συναφών δαπανών | 8.2.5. | ε | 2,085 | 4,050 | 4,500 | 4,500 | 15,135 |

Σύνολο | 5,594 | 14,877 | 16,910 | 16,910 | 54,291 |

Συνολικές ενδεικτικές δαπάνες της δράσης |

ΣΥΝΟΛΟ ΠΑΥ, περιλαμβανομένων των δαπανών για ανθρώπινους πόρους | α+γ+δ+ε | 10,164 | 23,098 | 27,500 | 27,500 | 88,262 |

ΣΥΝΟΛΟ ΠΠ, περιλαμβανομένων των δαπανών για ανθρώπινους πόρους | β+γ+δ+ε | 10,164 | 23,098 | 27,500 | 27,500 | 88,262 |

4.1.2. Συμβατότητα με το δημοσιονομικό προγραμματισμό

( Η πρόταση είναι συμβατή με τον ισχύοντα δημοσιονομικό προγραμματισμό.

( Η πρόταση απαιτεί τον επαναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα των δημοσιονομικών προοπτικών.

( Η πρόταση ενδέχεται να απαιτήσει την εφαρμογή των διατάξεων της Διοργανικής Συμφωνίας[39] (σχετικά με το μέσο ευελιξίας ή με την αναθεώρηση των δημοσιονομικών προοπτικών).

4.1.3. Δημοσιονομική επίπτωση στα έσοδα

( Η πρόταση δεν έχει δημοσιονομική επίπτωση στα έσοδα

( Η πρόταση έχει δημοσιονομική επίπτωση – η επίπτωση στα έσοδα είναι η ακόλουθη:

εκατ. ευρώ (με ένα δεκαδικό ψηφίο)

Πριν τη δράση 2009 | Κατάσταση μετά τη δράση |

Γραμμή προϋπολογισμού | Έσοδα | 2010 | 2011 | 2012 | 2013 |

α) Έσοδα σε απόλυτες τιμές | - | - | - | - |

β) Μεταβολή εσόδων | ( | - | - | - | - |

4.2. Ανθρώπινοι πόροι (FTE=ΙΠΑ) (περιλαμβανομένων των μονίμων υπαλλήλων και του έκτακτου και εξωτερικού προσωπικού) – βλέπε λεπτομέρειες στο σημείο 8.2.1.

Ετήσιες ανάγκες | 2010 | 2011 | 2012 | 2013 |

Σύνολο ανθρώπινων πόρων | 38 | 113 | 135 | 135 |

5. ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ

5.1. Ανάγκες που πρέπει να καλυφθούν βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα

Η Αρχή, ενεργώντας στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας-πλαισίου και των ειδικών οδηγιών, θα συμβάλλει στη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ιδίως στην ανάπτυξη διακοινοτικών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και στην κατοχύρωση ενός υψηλού και αποτελεσματικού επιπέδου ασφάλειας για τα δίκτυα και τις πληροφορίες. Η Αρχή θα λειτουργεί ως κέντρο εμπειρογνωσίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο επί θεμάτων ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών με βάση την πείρα των εθνικών κανονιστικών αρχών. Θα αναλάβει αυτή τα καθήκοντα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA).

5.2. Προστιθέμενη αξία της κοινοτικής συμμετοχής, εναρμόνιση της πρότασης με άλλα δημοσιονομικά μέσα και δυνατή συνέργεια

Η συνεπής εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες θα βελτιώσει τον ανταγωνισμό και θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα.

Η ανάγκη συμμόρφωσης προς διαφορετικές εθνικές συνθήκες συχνά παρεμποδίζει την ανάπτυξη υπερεθνικών υπηρεσιών. Η εφαρμογή διαδικασιών σε κοινοτικό επίπεδο θα μετριάσει αυτό το εμπόδιο και θα μειώσει επίσης τα διοικητικά βάρη για τις επιχειρήσεις.

Η μεταβίβαση των καθηκόντων που εκτελεί σήμερα ο ENISA σε μια ευρύτερη οντότητα θα δημιουργήσει συνέργειες όσον αφορά τα διοικητικά και τα οριζόντια καθήκοντα και θα αυξήσει τους πόρους που διατίθενται για επιχειρησιακά καθήκοντα στον τομέα της ασφάλειας των δικτύων και των πληροφοριών.

5.3. Στόχοι, αναμενόμενα αποτελέσματα και συναφείς δείκτες της πρότασης στο πλαίσιο της ΔΒΔ (διαχείρισης βάσει δραστηριοτήτων)

Για τις δραστηριότητες που συνδέονται με τον καθορισμό και την ανάλυση εθνικών και διακρατικών αγορών, ένας κατάλληλος δείκτης είναι ο αριθμός των σχετικών γνωμοδοτήσεων που υποβάλλονται στην Επιτροπή.

Όσον αφορά των καθορισμό των όρων και των διαδικασιών που συνδέονται με τη χρήση των συχνοτήτων ή των πόρων αριθμοδότησης, ο αριθμός των διαδικασιών αυτών και των επακόλουθων διαδικασιών επιλογής θα αποτελεί δείκτη του βαθμού επίτευξης των αναμενόμενων αποτελεσμάτων της απλοποίησης για τις υπερεθνικές υπηρεσίες.

Για τα άλλα καθήκοντα της Αρχής (διασυνοριακές διαφορές, μητρώο πληροφοριών για τις συχνότητες, ανταλλαγή πληροφοριών) η χρήση και η απόδοση των υπηρεσιών αυτών θα καταδεικνύουν άμεσα την αποτελεσματικότητα των μέτρων.

5.4. Μέθοδος υλοποίησης (ενδεικτική)

( Κεντρική διαχείριση

( άμεσα από την Επιτροπή

( έμμεσα με ανάθεση σε:

( εκτελεστικούς οργανισμούς

( οργανισμούς που έχουν συσταθεί από τις Κοινότητες σύμφωνα με το άρθρο 185 του δημοσιονομικού κανονισμού

( εθνικούς δημόσιους οργανισμούς / οργανισμούς με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας

( Επιμερισμένη ή αποκεντρωμένη διαχείριση

( με τα κράτη μέλη

( με τρίτες χώρες

( Από κοινού διαχείριση με διεθνείς οργανισμούς (διευκρινίστε)

6. ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

6.1. Σύστημα παρακολούθησης

Κάθε έτος το έργο της Αρχής παρακολουθείται και αξιολογείται στην ετήσια γενική έκθεση (για το προηγούμενο έτος) και στο πρόγραμμα εργασιών (για το επόμενο έτος). Τα δύο αυτά έγγραφα εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο της Αρχής και διαβιβάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, το Ελεγκτικό Συνέδριο και τα κράτη μέλη.

6.2. Αξιολόγηση

6.2.1. Εκ των προτέρων αξιολόγηση

Η μελέτη εκτίμησης αντικτύπου της Επιτροπής που συνοδεύει την παρούσα πρόταση περιλαμβάνει εκ των προτέρων αξιολόγηση των αναγκών/προβλημάτων, των στόχων, των πολιτικών επιλογών (καθώς και των αντίστοιχων κινδύνων) και των οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών και των μηχανισμών παρακολούθησης που συνδέονται με την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών. Επιπλέον, το παράρτημα ΙΙΙ της μελέτης εκτίμησης αντικτύπου περιλαμβάνει ανάλυση κόστους-ωφέλειας της Αρχής. [40]

Η ανάλυση κόστους-ωφέλειας δείχνει ότι, σύμφωνα με ένα συντηρητικό σενάριο, στους τομείς πολιτικής που θα δραστηριοποιείται η Αρχή έχει τη δυνατότητα να αποφέρει συνολικό οικονομικό όφελος 10-30 περίπου φορές πολλαπλάσιο του δημοσιονομικού της κόστους (δηλαδή κέρδη της τάξης των 250 – 800 εκατομμυρίων ευρώ περίπου). Τα κέρδη μπορεί να ανέλθουν σε 550-1.400 εκατομμύρια ευρώ, εάν επαληθευθούν τα πιο αισιόδοξα σενάρια μεγέθυνσης των πανευρωπαϊκών αγορών.

Μια από κύριες πηγές αυτών των κερδών θα είναι η μείωση του ρυθμιστικού κινδύνου, η οποία θα επιτευχθεί με τη συμβολή της Αρχής. Ακόμη και μια οριακή μείωση (της τάξης του 10%) του ρυθμιστικού κινδύνου σε όλη την Ευρώπη θα επιφέρει μείωση του κόστους κεφαλαίου για τον κλάδο. Επιπλέον, με τη συμβολή της Αρχής θα επιταχυνθεί η διαδικασία εκχώρησης συχνοτήτων για πανευρωπαϊκές υπηρεσίες. Η επίσπευση έστω και κατά ένα έτος της εκτέλεσης μεγάλων έργων αυτού του τύπου μπορεί να αποφέρει οικονομικά οφέλη πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.

Υπάρχουν και άλλοι σημαντικοί ποιοτικοί παράγοντες που συνηγορούν υπέρ της ίδρυσης της Αρχής. Δεν είναι ωστόσο δυνατή η ποσοτικοποίηση ή η χρηματική αποτίμηση των παραγόντων αυτών σε μια ανάλυση κόστους-ωφέλειας. Μακροπρόθεσμα η διασφάλιση συνθηκών ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων νέων τεχνολογικών πλατφορμών πιθανόν να αποτελέσει ένα από σημαντικότερα οικονομικά οφέλη που θα αποφέρει η λειτουργία της Αρχής.

Η Αρχή μπορεί επίσης να συμβάλλει ουσιαστικά στη μείωση του ρυθμιστικού κινδύνου των έργων Ε&Α, το οποίο είναι πιθανόν να αυξήσει την τάση επένδυσης σε Ε&Α και επομένως στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ του πραγματικού και του κοινωνικώς επιθυμητού επιπέδου επενδύσεων με εμπορικά αποδοτικό τρόπο.

Τα περισσότερα από τα προαναφερόμενα οφέλη δεν είναι δυνατό να αναπαραχθούν από τον τρέχοντα – ή ενισχυμένο – συντονισμό μεταξύ των κρατών μελών (η ενίσχυση του συντονισμού εξετάστηκε ως εναλλακτική λύση στη μελέτη εκτίμησης αντικτύπου), λαμβανομένης υπόψη της δράσης χαλαρού συντονισμού της Ομάδας των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών (ERG). Η εξέταση από ομότιμους κριτές στο πλαίσιο της ERG, χωρίς εξουσία αρνησικυρίας, δεν μπορεί να θεωρηθεί εξίσου αξιόπιστος μηχανισμός περιστολής του ρυθμιστικού λάθους σε όλη την Ευρώπη ή μείωσης της διαπιστωθείσας αβεβαιότητας της αγοράς εξαιτίας των παραγόντων ρυθμιστικής διακριτικής ευχέρειας.

Κατά συνέπεια, ακόμη και αν εφαρμοσθούν συντηρητικά σενάρια στα δυνητικά οφέλη και τις συναφείς δαπάνες, η ίδρυση της Αρχής είναι οικονομικά αποδοτική και πλήρως δικαιολογημένη από την άποψη των δημοσιονομικών προοπτικών της ΕΕ.

6.2.2. Μέτρα που ελήφθησαν μετά από ενδιάμεση / εκ των υστέρων αξιολόγηση (διδάγματα από ανάλογες εμπειρίες στο παρελθόν)

Η Επιτροπή διεξήγαγε ενδιάμεση αξιολόγηση του ENISA και δημοσίευσε την έκθεση αυτής της εξωτερικής αξιολόγησης καθώς και μια ανακοίνωση[41] στην οποία εξέθεσε τις δικές της εκτιμήσεις ως προς τα αποτελέσματα και τις συστάσεις του διοικητικού συμβουλίου του ENISA.

Η αξιολόγηση συνιστούσε την παράταση της εντολής του ENISA πέραν του 2009. Ως προς τα οργανωτικά θέματα συνιστούσε την αύξηση ιδίως του επιχειρησιακού προσωπικού με σκοπό τη δημιουργία κρίσιμης μάζας.

Η σύσταση αυτή μπορεί να υλοποιηθεί με την ενσωμάτωση των καθηκόντων του ENISA σε μια ευρύτερη οντότητα. Η συνδυασμένη αυτή οντότητα θα επωφελείται οικονομιών κλίμακας για τα διοικητικά καθήκοντα, και κατ' αυτό τον τρόπο το μερίδιο των πόρων για τα καθήκοντα αυτά θα είναι πολύ μικρότερο σε σχέση με την τρέχουσα οργανωτική διάρθρωση του ENISA.

Μπορεί να δημιουργηθούν περαιτέρω συνέργειες μέσω του συνδυασμού των οριζόντιων επιχειρηματικών καθηκόντων, όπως αυτών που συνδέονται με τη συλλογή και τη διάδοση πληροφοριών, τη συνεργασία και τη δικτύωση σε μία μόνο οργανωτική ενότητα που θα εξυπηρετεί το σύνολο της Αρχής.

6.2.3. Όροι και συχνότητα των μελλοντικών αξιολογήσεων

Η Αρχή, σύμφωνα με τον κανονισμό ίδρυσής της, οφείλει να εκδίδει κάθε έτος γενική έκθεση των δραστηριοτήτων της του προηγούμενου έτους, την οποία και θα διαβιβάζει στα κράτη μέλη, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή. Η έκθεση θα παρουσιάζει όλες τις επιμέρους δράσεις που έχει αναλάβει η Αρχή και θα παρέχει χρήσιμα στοιχεία για την αξιολόγηση των δράσεων που θα αναληφθούν βάσει της προτεινόμενης αναθεώρησης του κανονισμού.

Εντός πέντε ετών από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής θα διενεργηθεί ανεξάρτητη εξωτερική αξιολόγηση της εφαρμογής του προτεινόμενου κανονισμού. Μετά την αρχική αυτή αξιολόγηση της φάσης εκκίνησης οι δραστηριότητες της Αρχής θα αποτελούν αντικείμενο αξιολόγησης τουλάχιστον ανά πενταετία.

7. Μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης

Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πράξεων, εφαρμόζονται χωρίς κανένα περιορισμό οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 έναντι της Αρχής, η οποία θα προσχωρήσει επίσης στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την OLAF. Η Αρχή θα κοινοποιήσει, χωρίς καμία καθυστέρηση, τις σχετικές διατάξεις στο προσωπικό της.

8. ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΟΡΩΝ

Εκτιμάται ότι η Αρχή θα απασχολεί μόνιμο προσωπικό έως και 134 ΙΠΑ, όταν θα έχει τεθεί σε πλήρη επιχειρησιακή λειτουργία. Αυτό συμπεριλαμβάνει την ανάληψη των καθηκόντων και των πόρων του ENISA το 2011. Ο ετήσιος προϋπολογισμός εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 10 εκατομμύρια ευρώ το πρώτο έτος και θα φθάσει τα 28 εκατομμύρια ευρώ από το τρίτο έτος και μετά.

8.1. Στόχοι της πρότασης από πλευράς δημοσιονομικού κόστους

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων σε εκατ. ευρώ (με 3 δεκαδικά ψηφία)

2010 | 2011 | 2012 | 2013 | ΣΥΝΟΛΟ |

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ 1: Ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς |

Ορισμός, ανάλυση, επισκόπηση, φορητότητα αριθμών, ευρωπαϊκή αριθμοδότηση, διασυνοριακές διαφορές, ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών | 2,200 | 3,025 | 3,575 | 3,575 | 12,375 |

Υποσύνολο Στόχος 1 | 2,200 | 3,025 | 3,575 | 3,575 | 12,375 |

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ 2: Εναρμόνιση των δικαιωμάτων χρήσης |

Όροι και διαδικασίες για τα δικαιώματα χρήσης, επιλογή επιχειρήσεων, διοικητικές διαδικασίες | 1,100 | 1,650 | 2,475 | 2,475 | 7,700 |

Υποσύνολο Στόχος 2 | 1,100 | 1,650 | 2,475 | 2,475 | 7,700 |

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ 3: Διάδοση βέλτιστων πρακτικών και πληροφοριών |

Δράση 1: Δημόσια συστήματα πληροφοριών: Πληροφορίες για τις συχνότητες, βάση δεδομένων περιαγωγής, κτλ. | 0,.280 | 0,420 | 0,525 | 0,525 | 1,750 |

Δράση 2: Ανταλλαγή πληροφοριών, εκθέσεις, κτλ. | 0,990 | 1,210 | 1,595 | 1,595 | 5,390 |

Υποσύνολο Στόχος 3 | 1,270 | 1,630 | 2,.120 | 2,120 | 7,140 |

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ 4: Τεχνικές συμβουλές σχετικά με την ασφάλεια των δικτύων και των πληροφοριών |

Τεχνικές αναλύσεις και συμβουλές | 0 | 1,916 | 2,420 | 2,420 | 6,756 |

Υποσύνολο Στόχος 4 | 0 | 1,916 | 2,420 | 2,420 | 6,756 |

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ | 4,570 | 8,221 | 10,590 | 10,590 | 33,971 |

Οι επιχειρησιακές δαπάνες θα καλύπτονται από κοινοτική επιχορήγηση στον προϋπολογισμό της Αρχής.

8.2. Διοικητικές δαπάνες της Αρχής

Οι διοικητικές δαπάνες θα καλύπτονται από τον προϋπολογισμό της Αρχής, ο οποίος θα χρηματοδοτείται από επιχορήγηση της Κοινότητας στον προϋπολογισμό της Αρχής.

8.2.1. Αριθμός και είδος ανθρώπινων πόρων

Στο πίνακα εμφαίνεται το προσωπικό που θα διατεθεί για την Αρχή. Επιπλέον, απαιτείται μία πρόσθετη θέση AD για την ΥΕΕ της Επιτροπής.

Κατηγορίες θέσεων απασχόλησης | Προσωπικό που θα διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης από διαθέσιμους και/ή συμπληρωματικούς ανθρώπινους πόρους (αριθμός θέσεων/ΙΠΑ) |

2010 | 2011 | 2012 | 2013 |

Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι | AD | 12 | 43 | 45 | 45 |

AST | 7 | 23 | 24 | 24 |

Εξωτερικό προσωπικό | 18 | 46 | 65 | 65 |

ΣΥΝΟΛΟ | 37 | 112 | 134 | 134 |

8.2.2. Περιγραφή των καθηκόντων που απορρέουν από τη δράση

Η κατανομή του προσωπικού στα καθήκοντα της Αρχής, όταν αυτή θα λειτουργεί πλήρως, εμφαίνεται στον κατωτέρω πίνακα. (Στον πίνακα δεν περιλαμβάνεται η πρόσθετη θέση AD που διατίθεται στην υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου της Επιτροπής.)

AD | AST | ΑΕΕ | Συμβασιούχοι | Σύνολο |

Διοίκηση και διαχείριση | Διευθυντής | 1 | 1 | - | 1 | 3 |

Ρυθμιστικό συμβούλιο, σχέσεις με τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, προγραμματισμός | 3 | 1 | - | 3 | 7 |

Διοίκηση και παροχή υποστήριξης | 7 | 6 | - | 12 | 25 |

Σύνολο Διοίκηση & διαχείριση | 11 | 8 | 0 | 16 | 35 |

Δραστηριότητες | Ανάλυση αγορών | 9 | 4 | 6 | 6 | 25 |

Εναρμόνιση | 5 | 3 | 4 | 3 | 15 |

Ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών | 14 | 6 | 10 | 10 | 40 |

Πληροφόρηση και επικοινωνία, βέλτιστες πρακτικές | 6 | 3 | 5 | 5 | 19 |

Σύνολο Δραστηριότητες | 34 | 16 | 25 | 24 | 99 |

Σύνολο | 45 | 24 | 25 | 40 | 134 |

8.2.3. Πηγές ανθρώπινων πόρων (κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης)

( Οι 44 θέσεις που διατίθενται επί του παρόντος για τον ENISA θα μεταφερθούν στην Αρχή, όταν ο ENISA θα ενσωματωθεί στην Αρχή τον Μάρτιο του 2011.

( Θέσεις που έχουν διατεθεί εκ των προτέρων στο πλαίσιο της διαδικασίας ΕΣΠ/ΠΣΠ (Ετήσιας Στρατηγικής Πολιτικής/Προσχεδίου Προϋπολογισμού) για το έτος n

( Θέσεις που θα ζητηθούν στο πλαίσιο της επόμενης διαδικασίας ΕΣΠ/ΠΣΠ

Θα απαιτηθεί μία πρόσθετη θέση AD στην Επιτροπή για την ΥΕΕ.

( Θέσεις προς αναδιάταξη με χρησιμοποίηση υφιστάμενων πόρων στη σχετική υπηρεσία (εσωτερική αναδιάταξη)

( Θέσεις που απαιτούνται για το έτος n αλλά δεν προβλέπονται στο πλαίσιο της διαδικασίας ΕΣΠ/ΠΣΠ του σχετικού οικονομικού έτους

8.2.4. Δημοσιονομικές δαπάνες για ανθρώπινους πόρους και συναφείς δαπάνες

εκατ. ευρώ (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Κατηγορία ανθρώπινων πόρων | Έτος n | Έτος n+1 | Έτος n+2 | Έτος n+3 |

Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι | 2,340 | 7,839 | 8,190 | 8,190 |

Εξωτερικό προσωπικό (ΑΕΕ, συμβασιούχοι υπάλληλοι, κτλ.) | 1,169 | 2,988 | 4,220 | 4,220 |

Συνολικές δαπάνες για ανθρώπινους πόρους και συναφείς δαπάνες | 3,509 | 10,827 | 12,410 | 12,410 |

Το μέσο ετήσιο κόστος εκτιμάται σε 117.000 ευρώ για τους μονίμους υπαλλήλους, 68.000 ευρώ για τους ΑΕΕ και 63.000 ευρώ για τους άλλους υπαλλήλους.

Στο κόστος περιλαμβάνεται το προσωπικό της Αρχής και η πρόσθετη θέση στην ΥΕΕ.

8.2.5. Άλλες διοικητικές δαπάνες

Στον πίνακα κατωτέρω εμφαίνεται η ανάλυση των διοικητικών δαπανών, οι οποίες θα καλύπτονται από κοινοτική επιχορήγηση στον προϋπολογισμό της Αρχής. εκατ. ευρώ (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος n | Έτος n+1 | Έτος n+2 | Έτος n+3 | ΣΥΝΟΛΟ |

Υποδομή (κτιριακές και συναφείς δαπάνες), εξοπλισμός, αναλώσιμα, επικοινωνία, ΤΠ, κτλ. | 1,100 | 2,200 | 2,450 | 2,450 | 8,200 |

Αποστολές και συνεδριάσεις | 0,485 | 0,750 | 0,850 | 0,850 | 2,935 |

Διοικητικές δαπάνες (μετάφραση, μελέτες, συμβουλευτική, κτλ.) | 0,500 | 1,100 | 1,200 | 1,200 | 4,000 |

Σύνολο Άλλες δαπάνες διαχείρισης | 2,085 | 4,050 | 4,500 | 4,500 | 15,135 |

Κοινοτική συνεισφορά

Το άρθρο 15 παράγραφος 2 του κανονισμού προβλέπει τη δυνατότητα είσπραξης εκ μέρους της Αρχής ενός ποσοστού των τελών χρήσης δικαιωμάτων χρήσης συχνοτήτων και αριθμών.

Η διανομή των τελών πρόκειται να καθοριστεί σε ξεχωριστή πράξη και δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί επί του παρόντος. Για τον υπολογισμό της συνεισφοράς της Κοινότητας προς την Αρχή, δεν λαμβάνονται υπόψη τα πιθανά έσοδα από αυτή την πηγή.

8.3. Διοικητικές δαπάνες της Επιτροπής

Μία πρόσθετη θέση AD θα διατεθεί στην υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου της Επιτροπής.

Για τα άλλα καθήκοντα της Επιτροπής που συνδέονται με την παρακολούθηση και τη διαχείριση της Αρχής δεν θα απαιτηθούν πρόσθετες θέσεις και δαπάνες, πέραν των πόρων που διατίθενται ήδη για αυτά τα καθήκοντα σε σχέση με τον ENISA και των πόρων που χρησιμοποιούνται επί του παρόντος για τον συντονισμό με την ERG. Η αρμόδια ΓΔ μπορεί προσωρινά να προσθέσει επιπλέον θέσεις απασχόλησης ή δημοσιονομικούς πόρους, με αναδιανομή των υφιστάμενων πόρων.[pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic]

[1] COM(2006) 334.

[2] Η ERG ιδρύθηκε με την απόφαση 2002/627/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Ιουλίου 2002, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2004/641/ΕΚ της Επιτροπής της 14ης Σεπτεμβρίου 2004. Μόλις τεθεί σε ισχύ ο κανονισμός για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και τεθεί η Αρχή σε πλήρη λειτουργία, η Επιτροπή θα καταργήσει την απόφαση σχετικά με τη σύσταση της ERG.

[3] Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την αξιολόγηση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA). COM(2007) 285 τελικό.

[4] COM(2007) 697, COM(2007) 698.

[5] SEC (2007) 1472.

[6] Η IRG απαρτίζεται από τις 27 ΕΚΑ της ΕΕ συν τις ΕΚΑ επτά άλλων ευρωπαϊκών χωρών: της Κροατίας, της Ισλανδίας, του Λιχτενστάιν, της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, της Νορβηγίας, της Ελβετίας και της Τουρκίας.

[7] COM(2005) 59.

[8] Αντιθέτως, οι ρυθμιστικές αποφάσεις σε άλλους τομείς (π.χ. χορήγηση δικαιωμάτων διέλευσης) εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις κατά τόπους συνθήκες.

[9] Άρθρο 16.

[10] Το ζήτημα αυτό θίγεται επίσης στην ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο – Ευρωπαϊκή διαστημική πολιτική, COM(2007) 212 τελικό της 26ης Απριλίου 2007.

[11] Από κάποιες προκαταρκτικές εκτιμήσεις που μπορούν να γίνουν με βάση τα αποτελέσματα δημοπρασιών που διεξήχθησαν προσφάτως (2006) στο ΗΒ και στη Γερμανία, η αξία μιας θυρίδας συχνοτήτων κατάλληλης για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε όλη την ΕΕ μπορεί να είναι της τάξης των 35-60 εκατομ. ευρώ. Αν το 1% αυτής της αξίας περιερχόταν στην Αρχή, αυτό θα αντιπροσώπευε συνεισφορά ύψους 0,35-0,60 εκατομ. ευρώ. Μπορεί να προβλεφθούν πολλές τέτοιες "θυρίδες".

[12] Σε σχέση με τον διορισμό του διευθυντή, βλ. τις κατευθυντήριες γραμμές για τον διορισμό των επικεφαλής των κοινοτικών οργανισμών (SEC(2005) 625).

[13] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[14] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[15] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[16] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[17] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33.

[18] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 7.

[19] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 21.

[20] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51.

[21] ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2006/24/ΕΚ (ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 54).

[22] ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 1.

[23] ΕΕ L 200 της 30.7.2002, σ. 38.

[24] COM(2006) 68 τελικό και COM(2007) 155 τελικό.

[25] COM(2006) 334 τελικό.

[26] COM(2007) 285 τελικό

[27] "Αξιολόγηση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών", τελική έκθεση της επιτροπής εμπειρογνωμόνων, IDC EMEA, 8.1.2007

[28] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 1.

[29] ΕΕ L 171 της 29.6.2007, σ. 32.

[30] ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 72.

[31] ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.

[32] ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

[33] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.07.2006, σ. 11).

[34] ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1

[35] ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 15

[36] ΕΕ L 317 της 3.12.2001, σ. 1.

[37] ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

[38] Δαπάνες εκτός Κεφαλαίου xx 01 του σχετικού Τίτλου xx.

[39] Βλέπε σημεία 19 και 24 της Διοργανικής Συμφωνίας.

[40] SEC(2007) 1472.

[41] Ανακοίνωση σχετικά με την αξιολόγηση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA), COM(2007) 285 της 1ης Ιουνίου 2007.

Top