EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52007PC0698

Πρόταση οδηγία του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποίησης της οδηγίας 2002/22/EΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/EΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών {SEC(2007) 1472} {SEC(2007) 1473}

/* COM/2007/0698 τελικό - COD 2007/0248 */

52007PC0698




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 13.11.2007

COM(2007) 698 τελικό

2007/0248 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

περί τροποποίησης της οδηγίας 2002/22/EΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/EΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών

(υποβληθείσα από την Επιτροπή){SEC(2007) 1472}{SEC(2007) 1473}

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Π λαίσιο της πρότασης

- Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Η διασφάλιση ενός υψηλού επιπέδου προστασίας των δικαιωμάτων των καταναλωτών και των χρηστών, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος της προστασίας της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, αποτελεί ένα από τα σημαντικά στοιχεία μιας κοινωνίας της πληροφορίας χωρίς αποκλεισμούς, η οποία επιτρέπει την ομαλή ανάπτυξη και την ευρεία χρήση των νέων καινοτόμων υπηρεσιών και εφαρμογών. Το πλαίσιο της ΕΕ για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών βασίζεται στην παραδοχή ότι μια ανοικτή και ανταγωνιστική αγορά αποτελεί το βέλτιστο μέσο προώθησης της καινοτομίας και των επιλογών του χρήστη. Ωστόσο, επειδή αναγνωρίζεται ότι ο ανταγωνισμός από μόνος του ίσως να μην αρκεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες όλων των πολιτών και να προστατεύσει τα δικαιώματα των χρηστών, η βασιζόμενη στον ανταγωνισμό προσέγγιση του πλαισίου συμπληρώνεται από ειδικές διατάξεις οι οποίες διασφαλίζουν την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών, καθώς και την προστασία των προσωπικών δεδομένων.

Η παρούσα πρόταση αποτελεί μία από τις τρεις προτάσεις νομοθετικής μεταρρύθμισης για την τροποποίηση του υφιστάμενου κανονιστικού πλαισίου. Η παρούσα πρόταση νομοθετικής μεταρρύθμισης αφορά τροποποιήσεις της οδηγίας καθολικής υπηρεσίας[1] και της οδηγίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες[2]. Η δεύτερη πρόταση νομοθετικής μεταρρύθμισης[3] αφορά τροποποιήσεις των τριών άλλων οδηγιών. Οι προτάσεις αυτές συμπληρώνονται από μια τρίτη νομοθετική πρόταση για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (εφεξής “η Αρχή”)[4]. Οι τρεις νομοθετικές προτάσεις συνοδεύονται από εκτίμηση αντίκτυπου[5] και από ανακοίνωση η οποία παρουσιάζει τις κύριες πολιτικές κατευθύνσεις και εκθέτει τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης[6].

Η παρούσα πρόταση νομοθετικής μεταρρύθμισης προσαρμόζει το κανονιστικό πλαίσιο ενισχύοντας ορισμένα δικαιώματα των καταναλωτών και των χρηστών (ιδίως με σκοπό τη βελτίωση της προσβασιμότητας και την προώθηση της κοινωνίας της πληροφορίας χωρίς αποκλεισμούς), και διασφαλίζοντας ότι οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες είναι άξιες εμπιστοσύνης, ασφαλείς και αξιόπιστες και παρέχουν ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της ιδιωτικής ζωής των ατόμων και των προσωπικών δεδομένων. Η πρόταση δεν αλλάζει το υφιστάμενο πεδίο εφαρμογής ή την έννοια της καθολικής υπηρεσίας στην ΕΕ, τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο χωριστής διαβούλευσης το 2008. Εναρμονίζεται με το πρόγραμμα της Επιτροπής για τη βελτίωση των κανονιστικών ρυθμίσεων, το οποίο έχει εκπονηθεί προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι νομοθετικές παρεμβάσεις είναι ανάλογες των επιδιωκόμενων πολιτικών στόχων, και αποτελεί μέρος της συνολικής στρατηγικής της Επιτροπής για την ενίσχυση και την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς.

Ειδικότερα, ο στόχος της παρούσας πρότασης είναι διττός:

1. Ενίσχυση και βελτίωση της προστασίας των καταναλωτών και των δικαιωμάτων των χρηστών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών μέσω, μεταξύ άλλων, της παροχής στους καταναλωτές περισσότερων πληροφοριών σχετικά με τις τιμές και τους όρους παροχής των υπηρεσιών, και διευκόλυνση της πρόσβασης στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και της χρήσης αυτών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης για μειονεκτούντες χρήστες· και

2. Ενίσχυση της προστασίας της ιδιωτικής ζωής των ατόμων και των προσωπικών δεδομένων στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ιδίως μέσω της ενίσχυσης των διατάξεων που αφορούν την ασφάλεια και της βελτίωσης των μηχανισμών επιβολής.

- Γενικό πλαίσιο

Ως μέρος της ανανεωμένης στρατηγικής της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση, η Επιτροπή πρότεινε τον Ιούνιο του 2005 μια νέα στρατηγική, την πρωτοβουλία i2010: "Ευρωπαϊκή κοινωνία της πληροφορίας για την ανάπτυξη και την απασχόληση", με την οποία θεσπίζονται ευρείς πολιτικοί προσανατολισμοί για την προώθηση μιας ανοικτής και ανταγωνιστικής ψηφιακής οικονομίας. Η δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Χώρου Πληροφοριών, ο οποίος αποτελεί έναν από τους κύριους πυλώνες της πρωτοβουλίας i2010, περιλαμβάνει τη μεταρρύθμιση του κανονιστικού πλαισίου ως μίας από τις κυριότερες προκλήσεις του, με ιδιαίτερη έμφαση στην ασφάλεια και στην προστασία της ιδιωτικής ζωής και των προσωπικών δεδομένων. Επιπροσθέτως, η διασφάλιση ενός κατάλληλου επιπέδου παροχής της καθολικής υπηρεσίας είναι κρίσιμης σημασίας για την επίτευξη της κοινωνίας της πληροφορίας χωρίς αποκλεισμούς.

Σύμφωνα με τις αρχές της βελτίωσης των κανονιστικών ρυθμίσεων, στο πλαίσιο προβλέπεται η τακτική αναθεώρησή του, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι εναρμονίζεται με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις εξελίξεις στην αγορά. Στις 29 Ιουνίου 2006 η Επιτροπή υπέβαλε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση[7] για τη λειτουργία του πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Στην έκθεση υπογραμμίστηκε ότι το πλαίσιο είχε παράσχει σημαντικά οφέλη στους πολίτες, στους καταναλωτές και στις επιχειρήσεις, από πλευράς καλύτερων επιλογών, χαμηλότερων τιμών και περισσότερης καινοτομίας, αλλά υπήρχε περιθώριο βελτίωσης στον τομέα της προστασίας των καταναλωτών και της ασφάλειας, ώστε να διασφαλιστεί ότι συμβαδίζει με τις τεχνολογικές εξελίξεις και ότι παραμένει αποτελεσματικό για την επόμενη δεκαετία.

- Ισχύουσες διατάξεις στον τομέα της πρότασης

Στόχος της παρούσας πρότασης είναι η τροποποίηση δύο οδηγιών: της οδηγίας καθολικής υπηρεσίας και της οδηγίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

- Συνοχή με τις άλλες πολιτικές και στόχους της Ένωσης

Η οδηγία καθολικής υπηρεσίας θεσπίζει ειδικά μέτρα για τον τομέα, τα οποία συμπληρώνουν την υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ στον τομέα της προστασίας των καταναλωτών. Η οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες συμπληρώνει την οδηγία 95/46/EΚ για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, εισάγοντας ειδικές διατάξεις όσον αφορά τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη και αξιολογηση του αντικτύπου

- Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Μέθοδοι διαβούλευσης, κύριοι τομείς τους οποίους αφορά η πρόταση και γενικά χαρακτηριστικά των ερωτηθέντων

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής δρομολόγησαν μια διαβούλευση δύο φάσεων, η οποία ξεκίνησε στα τέλη του 2005. Η πρώτη φάση περιελάμβανε μια πρόσκληση υποβολής εισηγήσεων, η οποία οδήγησε σε δημόσια ακρόαση με περισσότερους από 440 συμμετέχοντες (πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 2006) και περί τις 160 εισηγήσεις των άμεσα ενδιαφερόμενων. Στην πρόσκληση υποβολής εισηγήσεων οι άμεσα ενδιαφερόμενοι κλήθηκαν να διατυπώσουν τις απόψεις τους επί γενικών θεμάτων σχετικά την κανονιστική ρύθμιση των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Οι απόψεις αυτές ελήφθησαν υπόψη κατά την προετοιμασία της ανακοίνωσης της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 2006, για την αναθεώρηση[8], του συνοδευτικού εγγράφου εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής, και της εκτίμησης αντίκτυπου. Η δημοσίευση των εν λόγω εγγράφων δρομολόγησε τη δεύτερη φάση της δημόσιας διαβούλευσης, η οποία διήρκεσε έως τον Οκτώβριο του 2006. Μια δημόσια συνάντηση εργασίας πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2006 ώστε να μπορέσουν τα ενδιαφερόμενα μέρη να εκφράσουν τις απόψεις τους επί των εγγράφων διαβούλευσης. Υποβλήθηκαν συνολικά 224 απαντήσεις από ένα μεγάλο εύρος ενδιαφερόμενων μερών, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ. 52 ενώσεις του κλάδου, 12 εμπορικές ενώσεις και συνδικαλιστικές οργανώσεις, και 15 ενώσεις χρηστών έστειλαν γραπτές παρατηρήσεις, και το ίδιο έπραξαν 18 κράτη μέλη και η Ομάδα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών (European Regulators Group - ERG).

Σύνοψη των απαντήσεων και παρουσίαση του τρόπου με τον οποίο ελήφθησαν υπόψη

Γενικά, οι προτάσεις που διατυπώθηκαν για τον τομέα της καθολικής υπηρεσίας έτυχαν της υποστήριξης των οργανώσεων των καταναλωτών και της ERG, καθώς και της πλειονότητας των κρατών μελών. Από την άλλη πλευρά, οι φορείς εκμετάλλευσης τάχθηκαν γενικά υπέρ των προσεγγίσεων αυτορύθμισης και συρρύθμισης. Επρόκειτο ειδικότερα για τη βελτίωση της διαφάνειας των τιμολογίων και τη διευκόλυνση της χρήσης των υπηρεσιών και του εξοπλισμού ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης από τους μειονεκτούντες χρήστες.

Όσον αφορά τις προτάσεις ενίσχυσης των διατάξεων σχετικά με την ασφάλεια της οδηγίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίας, στις εισηγήσεις φάνηκε ότι υπάρχει ευρεία στήριξη των γενικών στόχων, ωστόσο οι απόψεις που διατυπώθηκαν παρουσίαζαν μεγαλύτερη απόκλιση όσον αφορά τα προτεινόμενα μέσα επίτευξης των εν λόγω στόχων. Γενικά, τα κράτη μέλη εξέφρασαν την επιφυλακτική τους στήριξη στις προτάσεις της Επιτροπής, οι οργανώσεις καταναλωτών τάχθηκαν επίσης υπέρ και οι αρχές για την προστασία των δεδομένων θεώρησαν ότι οι προτάσεις της Επιτροπής δεν ήταν εξαιρετικά τολμηρές. Από την άλλη πλευρά, ο κλάδος είχε την τάση να τάσσεται υπέρ εναλλακτικών οι οποίες όμως δεν περιελάμβαναν ρυθμιστική παρέμβαση. Τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης έχουν ληφθεί υπόψη στην παρούσα πρόταση.

- Συγκέντρωση και χρησιμοποίηση εμπειρογνωμοσύνης

Σχετικοί επιστημονικοί τομείς/τομείς εμπειρογνωμοσύνης

Mελέτη για την προετοιμασία των επόμενων βημάτων στην κανονιστική ρύθμιση των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (“Preparing the next steps in regulation of electronic communications — a contribution to the review of the electronic communications regulatory framework” (Hogan & Hartson, Analysys), 2006.

Σύνοψη των γνωμοδοτήσεων που ελήφθησαν και αξιοποιήθηκαν

Η μελέτη επιβεβαίωσε την γενική ορθότητα του πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων, των στόχων του και της συνολικής του προσέγγισης. Ωστόσο, υπογράμμισε την ανάγκη πραγματοποίησης μιας σειράς προσαρμογών σε ορισμένους τομείς.

Η μελέτη εξέτασε μέτρα για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των χρηστών, καθώς και της ιδιωτικής ζωής, της ασφάλειας και του απορρήτου των επιγραμμικών επικοινωνιών. Διατυπώθηκαν ορισμένες συστάσεις για αλλαγές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η βελτίωση της διαφάνειας και η δημοσίευση πληροφοριών για τους τελικούς χρήστες, η εισαγωγή της κοινοποίησης σε περίπτωση παραβίασης της ασφάλειας στο πλαίσιο της οδηγίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, και το ρητό δικαίωμα των εθνικών αρχών να θεσπίζουν κατευθυντήριες γραμμές για την ασφάλεια.

Μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για τη δημοσιοποίηση των γνωμοδοτήσεων των εμπειρογνωμόνων

Η έκθεση διατίθεται στην ακόλουθη διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/information_society/policy/ecomm/library/ext_studies/index_en.htm#2006

- Εκτίμηση αντίκτυπου

Η έκθεση του Ιουνίου 2006 για την εκτίμηση αντίκτυπου παρουσίασε την αρχική ανάλυση μιας σειράς γενικών πολιτικών επιλογών. Η εν λόγω ανάλυση υπεβλήθη σε λεπτομερέστερη επεξεργασία μετά από τη δημόσια διαβούλευση. Η δεύτερη εκτίμηση αντίκτυπου που δημοσιεύεται ταυτόχρονα με την παρούσα πρόταση επικεντρώνεται σε ειδικότερες επιλογές όσον αφορά προτάσεις με τις σημαντικότερες επιπτώσεις.

Οι ομάδες οι οποίες επηρεάζονται περισσότερο από τις προτεινόμενες αλλαγές είναι οι επιχειρήσεις, οι δημόσιες διοικήσεις, οι πολίτες και η ευρωπαϊκή κοινωνία γενικότερα, καθώς όλοι οι ανωτέρω είναι χρήστες των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Δεν πρόκειται για ομοιογενή ομάδα άμεσα ενδιαφερομένων δεδομένου ότι τα μέλη της συχνά έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα. Οι κυριότεροι φορείς που επηρεάζονται από τις παρούσες προτάσεις είναι οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύου, και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές (ΕΡΑ).

Η εκτίμηση αντίκτυπου διατίθεται στη διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/information_society/policy/ecomm/library/public_consult/index_en.htm#communication_review

Νομικά στοιχεία της πρότασης

- Σύνοψη της προτεινόμενης δράσης

Η πρόταση αποσκοπεί στην τροποποίηση της υφιστάμενης οδηγίας καθολικής υπηρεσίας και της οδηγίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

Οι κύριες τροποποιήσεις που προτείνονται όσον αφορά την οδηγία καθολικής υπηρεσίας είναι οι ακόλουθες:

- βελτίωση της διαφάνειας και δημοσίευση πληροφοριών για τους τελικούς χρήστες·

- διευκόλυνση της χρήσης των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της πρόσβασης σε αυτές από τους μειονεκτούντες χρήστες·

- διευκόλυνση των καταναλωτών ώστε να μπορούν να αλλάζουν φορέα παροχής μέσω, μεταξύ άλλων, της ενίσχυσης των διατάξεων για τη φορητότητα αριθμού·

- βελτίωση των υποχρεώσεων που αφορούν τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης·

- διασφάλιση της βασικής συνδετικότητας και της ποιότητας της υπηρεσίας· και

- εκσυγχρονισμός των ειδικών διατάξεων της οδηγίας ώστε να συμμορφώνονται προς τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις εξελίξεις στην αγορά, συμπεριλαμβανομένης της διαγραφής ορισμένων απηρχαιωμένων ή περιττών διατάξεων.

Όσον αφορά την οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, οι κυριότερες προτάσεις είναι οι ακόλουθες:

- εισαγωγή της υποχρεωτικής κοινοποίησης σε περίπτωση παραβιάσεων της ασφάλειας που έχουν ως αποτέλεσμα την απώλεια ή τη διακύβευση προσωπικών δεδομένων των χρηστών·

- ενίσχυση της εφαρμογής των διατάξεων σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών οι οποίες πρέπει να θεσπίζονται σε διαβούλευση με την Αρχή·

- ενίσχυση της εφαρμογής και της επιβολής διατάξεων ώστε να διασφαλιστεί ότι σε επίπεδο κρατών μελών διατίθενται επαρκή μέτρα για την καταπολέμηση των ανεπίκλητων ηλεκτρονικών μηνυμάτων εμπορικού χαρακτήρα (spam)·

- διευκρίνιση ότι η οδηγία εφαρμόζεται επίσης στα δημοσία δίκτυα επικοινωνιών που υποστηρίζουν συσκευές συγκέντρωσης δεδομένων και ταυτοποίησης (συμπεριλαμβάνονται οι ανεπαφικές συσκευές, όπως οι Συσκευές Ραδιοσυχνικής Αναγνώρισης – RFID)·

- εκσυγχρονισμός ορισμένων διατάξεων που είναι παρωχημένες, συμπεριλαμβανομένης της διαγραφής ορισμένων απηρχαιωμένων ή περιττών διατάξεων.

- Νομική βάση

Άρθρο 95 EΚ.

- Αρχή της επικουρικότητας

Η προτεινόμενη δράση συνεπάγεται την τροποποίηση του υφιστάμενου πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων της ΕΕ και, συνεπώς, αφορά έναν τομέα στον οποίο η Κοινότητα έχει ήδη ασκήσει την αρμοδιότητά της. Η πρόταση ικανοποιεί επομένως προς την αρχή της επικουρικότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης ΕΚ. Το μοντέλο κανονιστικών ρυθμίσεων του πλαισίου βασίζεται στην αρχή της αποκεντρωμένης κανονιστικής ρύθμισης στα κράτη μέλη, σύμφωνα με την οποία οι εθνικές αρχές έχουν την ευθύνη της επίβλεψης των εθνικών αγορών σύμφωνα με ένα κοινό σύνολο αρχών και διαδικασιών.

- Αρχή της αναλογικότητας

Η παρούσα πρόταση ικανοποιεί την αρχή της αναλογικότητας καθώς προβλέπει ένα ελάχιστο επίπεδο εναρμόνισης και εκχωρεί στα κράτη μέλη ή στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές τον καθορισμό εκτελεστικών μέτρων. Σε περίπτωση που απαιτείται υψηλότερο επίπεδο εναρμόνισης, έχει προβλεφθεί να είναι η Επιτροπή αυτή που εγκρίνει λεπτομερή τεχνικά εκτελεστικά μέτρα. Η προσέγγιση αυτή επιτρέπει η εκ των προτέρων ρύθμιση να είναι αρκετά ευέλικτη ώστε να ανταποκρίνεται στις τρέχουσες αλλαγές στην τεχνολογία και στην αγορά που συντελούνται στον κλάδο, ενώ τηρούνται οι στόχοι και οι αρχές που ορίστηκαν από τον νομοθέτη.

Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις δεν υπερβαίνουν όσα είναι αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού της βελτίωσης των κανονιστικών ρυθμίσεων στον κλάδο και της διασφάλισης υψηλού επιπέδου προστασίας των δικαιωμάτων των χρηστών. Οι τροποποιήσεις συμμορφώνονται προς την αρχή της αναλογικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 της συνθήκης ΕΚ.

- Επιλογή μέσων

Προτεινόμενο μέσο: οδηγία.

Τα άλλα μέσα δεν θεωρούνται κατάλληλα δεδομένου ότι αντικείμενο της παρούσας πρότασης είναι η τροποποίηση δύο υφιστάμενων οδηγιών.

δημοσιονομικη επιπτωση

Η πρόταση δεν έχει καμία επίπτωση στον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Συμπληρωματικές πληροφορίες

- Απλούστευση

Η παρούσα πρόταση θα απλουστεύσει τις διοικητικές διαδικασίες τις οποίες ακολουθούν οι δημόσιες αρχές, με την απόσυρση ορισμένων παρωχημένων διατάξεων, όπως η υποχρέωση καθορισμού στοιχειώδους δέσμης μισθωμένων γραμμών και άλλες υποχρεώσεις δυνάμει του προηγούμενου πλαισίου (τιμολόγια λιανικής, επιλογή φορέα και προεπιλογή φορέα). Εισάγονται και άλλες απλουστεύσεις με αποδέκτη τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, από τις οποίες δεν απαιτείται πλέον να υποβάλλουν πληροφορίες για τους διενεργηθέντες ελέγχους σε επίπεδο λιανικής και τα συστήματα κοστολόγησης που χρησιμοποιήθηκαν από τις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις.

Επιπροσθέτως, προτείνεται να καταργηθούν και άλλες παρωχημένες διατάξεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται παραδείγματος χάριν τα μέτρα διευκόλυνσης της μετάβασης από το “παλαιό” πλαίσιο του 1998 στο πλαίσιο του 2002.

Η παρούσα πρόταση περιλαμβάνεται στο τρέχον πρόγραμμα της Επιτροπής για την επικαιροποίηση και την απλούστευση του κοινοτικού κεκτημένου , καθώς και στο πρόγραμμα εργασίας και στο νομοθετικό πρόγραμμα της Επιτροπής με τα στοιχεία αναφοράς 2007/INFSO/001.

- Κατάργηση ισχύουσας νομοθεσίας

Η έγκριση της πρότασης συνεπάγεται την κατάργηση της απόφασης 2003/548/EΚ της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2003, για τη στοιχειώδη δέσμη μισθωμένων γραμμών με εναρμονισμένα χαρακτηριστικά, και τα σχετικά πρότυπα, που αναφέρεται στο άρθρο 18 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία καθολικής υπηρεσίας)[9].

- Ρήτρα επανεξέτασης / αναθεώρησης / λήξης ισχύος

Οι προς τροποποίηση οδηγίες περιλαμβάνουν ήδη ρήτρα τακτικής επανεξέτασης.

- Πίνακας αντιστοιχίας

Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των εθνικών διατάξεων μεταφοράς της οδηγίας, καθώς και τον πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και της οδηγίας.

- Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος

Η προτεινόμενη πράξη παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ και πρέπει συνεπώς να επεκταθεί στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.

- Λεπτομερής επεξήγηση της πρότασης

Άρθρο 1: τροποποιήσεις επί της οδηγίας καθολικής υπηρεσίας

Οι στόχοι των προτεινόμενων τροποποιήσεων είναι οι ακόλουθοι:

Βελτίωση της διαφάνειας και δημοσίευση πληροφοριών για τους χρήστες

Άρθρο 21 παράγραφοι 2 έως 6: σκοπός είναι η ενίσχυση της διαφάνειας των τιμών προς όφελος των καταναλωτών επιβάλλοντας στους φορείς εκμετάλλευσης την υποχρέωση δημοσίευσης συγκρίσιμων, κατάλληλων και επικαιροποιημένων πληροφοριών σε ευκόλως προσβάσιμη μορφή (παράγραφος 2) και επιτρέποντας σε τρίτους να χρησιμοποιούν τα διαθέσιμα στο κοινό τιμολόγια (π.χ. με σκοπό την πώληση ή τη διάθεση διαδραστικής καθοδήγησης) και στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να διαθέτουν την εν λόγω καθοδήγηση εφόσον δεν διατίθεται στην αγορά (παράγραφος 3). Στις ΕΡΑ εκχωρούνται αρμοδιότητες ώστε να μπορούν να απαιτούν από τους φορείς εκμετάλλευσης μεγαλύτερη τιμολογιακή διαφάνεια (παράγραφος 4), καθώς και σαφείς πληροφορίες για πιθανούς περιορισμούς πρόσβασης σε όλους τους τύπους περιεχομένου και εφαρμογών (παράγραφος 5). Η δυνατότητα που έχει η Επιτροπή να λαμβάνει εκτελεστικά έχει σκοπό να διασφαλίσει, όπου κρίνεται σκόπιμο, ένα ελάχιστο επίπεδο εναρμόνισης στον τομέα (παράγραφος 6).

Διευκόλυνση της χρήσης ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της πρόσβασης σε αυτές από τους μειονεκτούντες χρήστες

Άρθρο 7: αντικαθίσταται η δυνατότητα των κρατών μελών να λαμβάνουν ειδικά μέτρα για τους μειονεκτούντες χρήστες με τη ρητή υποχρέωση να το πράττουν.

Άρθρο 22: επεκτείνονται οι αρμοδιότητες των ΕΡΑ να ζητούν από τους φορείς εκμετάλλευσης όχι μόνο να δημοσιεύουν πληροφορίες για τους τελικούς χρήστες σχετικά με την ποιότητα των υπηρεσιών τους, αλλά και να παρέχουν επίσης ισοδύναμη πρόσβαση στους μειονεκτούντες τελικούς χρήστες.

Άρθρο 26 παράγραφος 4: επιβάλλεται στα κράτη μέρη η υποχρέωση να διασφαλίζουν ότι οι μειονεκτούντες τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης με σκοπό την επίτευξη ηλεκτρονικών επικοινωνιών χωρίς κανέναν απολύτως αποκλεισμό.

Άρθρο 33: προβλέπεται κοινοτικός μηχανισμός για την αντιμετώπιση θεμάτων ηλεκτρονικής προσβασιμότητας προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι μειονεκτούντες χρήστες έχουν ισοδύναμη πρόσβαση σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών με την πρόσβαση που έχουν άλλοι τελικοί χρήστες (παράγραφος 4). Η παράγραφος 3 απαιτεί από τα κράτη μέλη να παρέχουν στην Αρχή πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί και την πρόοδο που έχει επιτευχθεί προς την κατεύθυνση της ηλεκτρονικής προσβασιμότητας.

Βελτίωση των υποχρεώσεων εντοπισμού του καλούντος σε σχέση με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης

Άρθρο 26: εκσυγχρονίζει την οδηγία ώστε να ληφθούν υπόψη οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι εξελίξεις στην αγορά προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι χρήστες μιας υπηρεσίας παροχής εξερχόμενων κλήσεων μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης (παράγραφος 2) και να ενισχυθεί η υποχρέωση διαβίβασης πληροφοριών στις αρχές έκτακτης ανάγκης (παράγραφος 5). Η δυνατότητα της Επιτροπής να λαμβάνει εκτελεστικά μέτρα αποσκοπεί στη διασφάλιση, όπου κρίνεται σκόπιμο, ενός ελάχιστου επιπέδου εναρμόνισης στον τομέα (παράγραφος 7).

Βασική πρόσβαση και βασική ποιότητα υπηρεσίας («ουδετερότητα δικτύου και ελευθερίες»)

Άρθρο 20 παράγραφος 5: προβλέπεται μηχανισμός διαφάνειας για τους πιθανούς περιορισμούς στις επιλογές των τελικών χρηστών όσον αφορά το νόμιμο περιεχόμενο και τις εφαρμογές, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στους τελικούς χρήστες να προβαίνουν σε επιλογή υπηρεσιών μετά από ενημέρωση, επιτρέποντάς τους έτσι να δρέπουν όλα τα οφέλη των τεχνολογικών εξελίξεων στην κοινωνία της πληροφορίας.

Άρθρο 22: εκχωρεί στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές την αρμοδιότητα να προλαμβάνουν την υποβάθμιση της ποιότητας της υπηρεσίας θέτοντας ελάχιστα επίπεδα ποιότητας για τις υπηρεσίες μετάδοσης μέσω δικτύου που προορίζονται για τους τελικούς χρήστες. Η δυνατότητα που έχει η Επιτροπή να λαμβάνει εκτελεστικά μέτρα έχει σκοπό να διασφαλίσει, όπου κρίνεται σκόπιμο, ένα ελάχιστο επίπεδο εναρμόνισης στον τομέα (παράγραφος 3).

Λοιπά δικαιώματα καταναλωτών και χρηστών

Άρθρο 9: επιτρέπει στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να παρακολουθούν τα τιμολόγια λιανικής εάν δεν έχει οριστεί καμία επιχείρηση ως πάροχος καθολικής υπηρεσίας και διευκρινίζει το πεδίο εφαρμογής των ειδικών τιμολογιακών επιλογών. Στην παράγραφο 3 προστίθεται ως κριτήριο η αναπηρία.

Άρθρο 20 παράγραφος 2 στοιχείο η): διασφαλίζει ότι οι συμβάσεις των καταναλωτών παρέχουν ελάχιστες πληροφορίες σχετικά με την ασφάλεια των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Άρθρο 20 παράγραφος 4: διασφαλίζει ότι οι πελάτες ενημερώνονται κατάλληλα από τον οικείο πάροχο υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σχετικά με το κατά πόσον παρέχεται ή όχι πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης.

Άρθρο 20 παράγραφος 6: διασφαλίζει ότι οι τελικοί χρήστες ενημερώνονται με σαφήνεια πριν από τη σύναψη της σύμβασης (και σε τακτά διαστήματα μετέπειτα) για τις υποχρεώσεις τους σχετικά με τον σεβασμό του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και των συναφών δικαιωμάτων, καθώς και για τις πλέον κοινές παραβάσεις και τις νομικές τους συνέπειες. Αυτά με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 2000/31/EΚ για το ηλεκτρονικό εμπόριο[10].

Άρθρο 27 παράγραφοι 2 και παράγραφος 3: αποσκοπεί στην προώθηση της ανάπτυξης του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης (ETNS), ο οποίος παρέχει τη δυνατότητα ανάπτυξης πανευρωπαϊκών υπηρεσιών.

Άρθρο 28 παράγραφοι 1 και 2: προάγει την πρόσβαση σε διασυνοριακές υπηρεσίες, συμβάλλοντας έτσι στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς για πολίτες και επιχειρήσεις.

Άρθρο 30: προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι καταναλωτές θα δρέψουν πλήρως τα οφέλη από την φορητότητα αριθμού, το δικαίωμα στη φορητότητα αριθμού δεν περιορίζεται πλέον στις διαθέσιμες στο κοινό τηλεφωνικές υπηρεσίες (PATS), αλλά αντιθέτως συνδέεται με το δικαίωμα σε αριθμούς από τα εθνικά σχέδια αριθμοδότησης. Επιπροσθέτως, ως μέγιστη προθεσμία για την αποτελεσματική μεταφορά αριθμών ορίζεται η μία εργάσιμη ημέρα. Η παράγραφος 4 εισάγει διαδικασία η οποία επιτρέπει την προσαρμογή στις μελλοντικές τεχνολογικές εξελίξεις. Αυτή συμπληρώνεται με τις τροποποιήσεις του παραρτήματος I, μέρος Γ. Επιπροσθέτως, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές οφείλουν να διασφαλίσουν ότι οι καταναλωτές δεν αποθαρρύνονται να αλλάζουν πάροχο υπηρεσίας όταν αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους.

Άρθρο 31: προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι κανόνες «μεταφοράς σήματος» είναι αναλογικοί και προσαρμοσμένοι στις εξελίξεις της αγοράς και στις τεχνολογικές εξελίξεις, ενισχύεται η υποχρέωση των κρατών μελών να επανεξετάζουν τους εν λόγω κανόνες και να τους αιτιολογούν.

Άρθρο 33: το νέο εδάφιο αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι τα συμφέροντα των καταναλωτών λαμβάνονται δεόντως υπόψη κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

Τεχνικές προσαρμογές στη διατύπωση της οδηγίας

Άρθρο 1 παράγραφος 1: αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι ορισμένες όψεις του τερματικού εξοπλισμού καλύπτονται από το πλαίσιο. Αυτό είναι σύμφωνο προς τις διατάξεις σχετικά με την πρόσβαση στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και τη χρήση αυτών, συμπεριλαμβανομένου του τερματικού εξοπλισμού για τους μειονεκτούντες χρήστες.

Άρθρο 2 στοιχείο γ): διευκρινίζει τον ορισμό της διαθέσιμης στο κοινό τηλεφωνικής υπηρεσίας. Εναρμονίζεται με την τροποποίηση του άρθρου 26, καθώς η υποχρέωση παροχής υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης επιβάλλεται μόνο σε ορισμένους παρόχους. Επιπροσθέτως, διευκρινίζεται ότι όταν είναι υποχρεωτική η πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, οι χρήστες μπορούν να πραγματοποιούν κλήσεις στον αριθμό «112» ατελώς και χωρίς να υποχρεούνται να χρησιμοποιήσουν οιοδήποτε μέσο πληρωμής.

Άρθρο 4: προβαίνει σε τεχνική προσαρμογή της διατύπωσης της καθολικής υπηρεσίας, διαχωρίζοντας την πρόσβαση από την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η προσαρμογή αυτή δεν επηρεάζει το πεδίο εφαρμογής ή την παροχή καθολικής υπηρεσίας στους καταναλωτές και στους τελικούς χρήστες.

Άρθρο 8 παράγραφος 3: επιτρέπει στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να προβαίνουν σε εκτίμηση των επιπτώσεων οιασδήποτε προβλεπόμενης διάθεσης του τοπικού δικτύου πρόσβασης σε μεμονωμένη νομική οντότητα από τον πάροχο καθολικής υπηρεσίας.

Άρθρο 23: η τροποποίηση αυτή είναι σύμφωνη με την εισαγωγή ενός ειδικού κεφαλαίου για την ασφάλεια στην οδηγία πλαίσιο 2002/21/EΚ.

Άρθρο 26 παράγραφος 1: η τροποποίηση αυτή είναι σύμφωνη με την τροποποίηση του άρθρου 2 στοιχείο γ).

Άρθρο 37: η επιτροπολογία επικαιροποιείται ώστε να αντικατοπτρίζει τις τροποποιήσεις επί της απόφασης 1999/468/EΚ.

Τροποποιούνται οι ακόλουθες διατάξεις ώστε να αντικατοπτρίζουν τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις εξελίξεις στην αγορά:

- Άρθρο 20 παράγραφοι 2 και 3

- Άρθρο 25

- Άρθρο 27 παράγραφοι 1 και 2

- Άρθρο 29

- Άρθρο 34

- Παραρτήματα I, II και III[11].

Διαγραφή παρωχημένων ή απηρχαιωμένων διατάξεων

Άρθρο 1 παράγραφος 2: η αναφορά στη λιανική παροχή μισθωμένων γραμμών είναι απηρχαιωμένη και συνεπώς διαγράφεται (βλέπε τροποποιήσεις του άρθρου 18 κάτωθι).

Άρθρο 2 στοιχείο β): ο ορισμός καταργείται διότι δεν είναι πλέον αναγκαίος.

Το άρθρο 16 διαγράφεται διότι αφορούσε υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν στα κράτη μέλη προκειμένου να διευκολυνθεί η μετάβαση από τη δέσμη κανονιστικών ρυθμίσεων του 1998 στο πλαίσιο του 2002, οι οποίες σήμερα θεωρούνται παρωχημένες.

Άρθρο 17 παράγραφος 3: διαγράφεται ως περιττή. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται στην Επιτροπή από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές στο πλαίσιο της «διαδικασίας δυνάμει του άρθρου 7». Επιπροσθέτως, η Επιτροπή έχει την αρμοδιότητα να υποβάλλει αιτιολογημένα αιτήματα παροχής πληροφοριών στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές (άρθρο 5 παράγραφος 2 της οδηγίας πλαίσιο 2002/21/EΚ).

Το άρθρο 18 διαγράφεται διότι δεν είναι πλέον αναγκαία η διατήρηση της υποχρέωσης για μια στοιχειώδη δέσμη μισθωμένων γραμμών. Η εν λόγω υποχρέωση ήταν δικαιολογημένη κατά τη στιγμή της έναρξης ισχύος του πλαισίου του 2002, επειδή εκείνη την εποχή η αγορά δεν ήταν ακόμη αρκετά ανταγωνιστική. Η παρούσα τροποποίηση απαιτεί επίσης τη διαγραφή του παραρτήματος VII, καθώς και μια ελάσσονα προσαρμογή του άρθρου 35.

Το άρθρο 19 διαγράφεται ως περιττό. Συμπεριελήφθη στην οδηγία καθολικής υπηρεσίας προκειμένου να διευκολύνει τη μετάβαση από το παλαιό πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων του 1998 στο πλαίσιο του 2002. Η επιλογή φορέα και η προεπιλογή φορέα είναι μία από τις υποχρεώσεις τις οποίες μπορούν να επιβάλουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές στους φορείς εκμετάλλευσης με σημαντική ισχύ στην αγορά. Οι εν λόγω υποχρεώσεις πρόσβασης ρυθμίζονται καταλληλότερα στο πλαίσιο της οδηγίας 2002/19/EΚ για την πρόσβαση.

Άρθρο 2: τροποποιήσεις επί της οδηγίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες

Οι στόχοι των προτεινόμενων τροποποιήσεων είναι οι ακόλουθοι:

Κοινοποίηση των παραβιάσεων της ασφάλειας από τους φορείς εκμετάλλευσης δικτύου και τους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου (ISP)

Άρθρο 4 παράγραφος 3: διασφαλίζει ότι κοινοποιούνται στους τελικούς χρήστες οι παραβιάσεις της ασφάλειας που έχουν ως αποτέλεσμα την απώλεια ή τη διακύβευση των προσωπικών τους δεδομένων και ότι αυτοί ενημερώνονται σχετικά με τις διαθέσιμες/προτεινόμενες προφυλάξεις τις οποίες μπορούν να λαμβάνουν για την ελαχιστοποίηση της ενδεχόμενης οικονομικής απώλειας ή της κοινωνικής ζημίας που μπορούν να προκύψουν από την παραβίαση της ασφάλειας.

Άρθρο 4 παράγραφος 4: διασφαλίζει ένα ελάχιστο επίπεδο εναρμόνισης παρέχοντας στην Επιτροπή τη δυνατότητα, όπου κρίνεται σκόπιμο, να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα στους τομείς της ασφάλειας και της κοινοποίησης των παραβιάσεων, στηριζόμενη στις εξειδικευμένες γνωμοδοτήσεις της Αρχής.

Βελτίωση των μηχανισμών επιβολής

Άρθρο 13 παράγραφος 6: εισάγει τη δυνατότητα, ιδίως για τους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου, να αναλαμβάνουν νομική δράση κατά των αποστολέων ανεπίκλητων ηλεκτρονικών μηνυμάτων εμπορικού χαρακτήρα, η οποία πρέπει να καταστεί σημαντικό εργαλείο στην καταπολέμηση των ανεπίκλητων εμπορικών επικοινωνιών στην Ευρώπη.

Άρθρο 15α: ενισχύει την εφαρμογή και την επιβολή των υφιστάμενων μηχανισμών, προκειμένου να επιτρέψει στις αρμόδιες αρχές να αναλάβουν αποτελεσματική και αποδοτική δράση κατά των παραβιάσεων. Προκειμένου να διασφαλιστούν εναρμονισμένοι όροι παροχής υπηρεσιών που συνεπάγονται διασυνοριακές ροές δεδομένων, η Επιτροπή θα έχει την αρμοδιότητα να θεσπίζει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα στον λόγω τομέα, στηριζόμενη στις εξειδικευμένες συμβουλές της Αρχής.

Τεχνικές προσαρμογές στη διατύπωση της οδηγίας

Άρθρο 2 στοιχείο ε): προσαρμόζει τον ορισμό της έννοιας «κλήση» προκειμένου να διασφαλίσει τη συνοχή στο σύνολο του ρυθμιστικού πλαισίου.

Άρθρο 3 παράγραφος 1: διευκρινίζει ότι η οδηγία εφαρμόζεται στα δημόσια δίκτυα επικοινωνιών που υποστηρίζουν συσκευές συγκέντρωσης δεδομένων και ταυτοποίησης (συμπεριλαμβανομένων των ανεπαφικών συσκευών όπως οι Συσκευές Ραδιοσυχνικής Αναγνώρισης ).

Άρθρο 5 παράγραφος 3: διασφαλίζει ότι η χρήση του «κατασκοπευτικού λογισμικού» και άλλων κακόβουλων λογισμικών εξακολουθεί να απαγορεύεται βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας, ανεξαρτήτως της μεθόδου που χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά και εγκατάστασή του στον εξοπλισμό του χρήστη (διανομή μέσω καταφόρτωσης από το διαδίκτυο ή με εξωτερικά μέσα αποθήκευσης δεδομένων, όπως τα CD-ROM, τα κλειδιά USB, οι μνήμες αποθήκευσης τύπου flash drive, κ.λπ.).

Άρθρο 14α: εισάγει μια τυποποιημένη διάταξη για την επιτροπολογία.

Διαγραφή παρωχημένων ή απηρχαιωμένων διατάξεων

Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 3 διαγράφονται ως περιττές. Λόγω της τεχνολογικής προόδου, οι εξαιρέσεις που ήταν δικαιολογημένες εξαιτίας τεχνικής αδυναμίας ή δυσανάλογης οικονομικής προσπάθειας θα καταστούν απηρχαιωμένες τη στιγμή που θα αρχίσουν να ισχύουν οι παρούσες τροποποιήσεις.

Άρθρο 3: τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών

Όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών από τις ανεπίκλητες εμπορικές επικοινωνίες (spam), το άρθρο αυτό τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών (κανονισμός για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών[12]), ώστε να ενισχύσει τη διασυνοριακή συνεργασία και την επιβολή της νομοθεσίας σύμφωνα με τον υφιστάμενο κοινοτικό μηχανισμό που θεσπίζεται από τον εν λόγω κανονισμό.

2007/0248 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

περί τροποποίησης της οδηγίας 2002/22/EΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/EΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής[13],

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[14],

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών[15],

Μετά από διαβούλευση με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων[16],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης[17],

Εκτιμώντας τα εξής:

1. Η λειτουργία των πέντε οδηγιών, της 2002/19/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση)[18], της 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση)[19], της 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο)[20], της 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας)[21] και της 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες)[22], οι οποίες συνιστούν το υφιστάμενο πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, υπόκειται σε τακτική επανεξέταση από την Επιτροπή, με σκοπό ιδίως να καθοριστεί κατά πόσο υπάρχει ανάγκη τροποποίησης υπό το πρίσμα των τεχνολογικών εξελίξεων και των εξελίξεων στην αγορά.

2. Εν προκειμένω, η Επιτροπή υπέβαλε τα πορίσματά της στις ανακοινώσεις της προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, της 29ης Ιουνίου 2006, για την αναθεώρηση του πλαισίου των κοινοτικών κανονιστικών ρυθμίσεων σχετικά με δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

3. Η μεταρρύθμιση του πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων της ΕΕ για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης των διατάξεων για τους χρήστες με αναπηρίες, αποτελεί σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της επίτευξης του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Χώρου Πληροφοριών και, συγχρόνως, της κοινωνίας της πληροφορίας χωρίς αποκλεισμούς. Οι εν λόγω στόχοι περιλαμβάνονται στο στρατηγικό πλαίσιο για την ανάπτυξη της κοινωνίας της πληροφορίας, όπως περιγράφεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «i2010 — Ευρωπαϊκή κοινωνία της πληροφορίας για την ανάπτυξη και την απασχόληση».

4. Για λόγους σαφήνειας και απλούστευσης, η παρούσα πράξη αφορά μόνο τις τροποποιήσεις των οδηγιών 2002/22/EΚ και 2002/58/EΚ.

5. Οι ορισμοί χρειάζεται να προσαρμοστούν ώστε να είναι σύμφωνοι με την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας και να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις. Πρέπει ιδίως να διαχωρίζονται οι όροι παροχής μιας υπηρεσίας από τα στοιχεία που πραγματικά ορίζουν μια διαθέσιμη στο κοινό τηλεφωνική υπηρεσία, δηλαδή μια υπηρεσία διαθέσιμη στο κοινό για τη δημιουργία και τη λήψη, άμεσα ή έμμεσα, μέσω επιλογής φορέα ή προεπιλογής φορέα ή μεταπώλησης, εθνικών ή/και διεθνών κλήσεων μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης. Η υπηρεσία η οποία δεν πληροί όλους αυτούς τους όρους δεν θεωρείται διαθέσιμη στο κοινό τηλεφωνική υπηρεσία.

6. Χρειάζεται να διασαφηνιστεί η εφαρμογή ορισμένων διατάξεων ώστε να ληφθούν υπόψη καταστάσεις στις οποίες ένας πάροχος υπηρεσίας μεταπωλεί ή αλλάζει την επωνυμία διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών που παρέχονται από άλλη επιχείρηση.

7. Ως αποτέλεσμα των τεχνολογικών εξελίξεων και των εξελίξεων στην αγορά, τα δίκτυα μεταβαίνουν ολοένα και περισσότερο στην τεχνολογία “Πρωτοκόλλου Διαδικτύου” (IP) και οι καταναλωτές είναι ολοένα και πιο ικανοί να επιλέξουν μεταξύ ενός συνόλου ανταγωνιζόμενων παρόχων φωνητικής υπηρεσίας. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη πρέπει να είναι σε θέση να διαχωρίζουν τις υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας που αφορούν την παροχή σύνδεσης στο δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών σε σταθερές θέσεις από την παροχή διαθέσιμης στο κοινό τηλεφωνικής υπηρεσίας (συμπεριλαμβανομένων των κλήσεων σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω του αριθμού «112»). Αυτός ο διαχωρισμός δεν πρέπει να επηρεάζει το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας που ορίστηκε και αναθεωρήθηκε σε κοινοτικό επίπεδο. Τα κράτη μέλη τα οποία χρησιμοποιούν άλλους εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης παράλληλα με το «112» μπορούν να επιβάλλουν στις επιχειρήσεις παρόμοιες υποχρεώσεις για την πρόσβαση στους εν λόγω εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης.

8. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθούν την εξέλιξη και το επίπεδο των τιμολογίων λιανικής για υπηρεσίες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας, ακόμη και όταν ένα κράτος μέλος δεν έχει ακόμη ορίσει την επιχείρηση παροχής καθολικής υπηρεσίας.

9. Οι περιττές υποχρεώσεις που απέβλεπαν στη διευκόλυνση της μετάβασης από το παλαιό πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων του 1998 στο πλαίσιο του 2002 πρέπει να διαγραφούν, μαζί με άλλες διατάξεις που επικαλύπτονται με τις διατάξεις της οδηγίας 2002/21/EΚ και τις επαναλαμβάνουν.

10. Η απαίτηση παροχής στοιχειώδους δέσμης μισθωμένων γραμμών σε επίπεδο λιανικής, η οποία ήταν αναγκαία για τη διασφάλιση της αδιάλειπτης εφαρμογής των διατάξεων του ρυθμιστικού πλαισίου του 1998 στον τομέα των μισθωμένων γραμμών, ο οποίος δεν ήταν ακόμη αρκετά ανταγωνιστικός όταν τέθηκε σε ισχύ το πλαίσιο του 2002, δεν είναι πλέον αναγκαία και πρέπει να καταργηθεί.

11. Η συνέχιση άμεσης επιβολής από την κοινοτική νομοθεσία της επιλογής φορέα και της προεπιλογής φορέα μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη στην τεχνολογική πρόοδο. Τα διορθωτικά αυτά μέτρα είναι καλύτερο να επιβάλλονται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ως αποτέλεσμα της ανάλυσης της αγοράς, σύμφωνα με τις διαδικασίες της οδηγίας 2002/21/EΚ.

12. Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι πελάτες τους είναι κατάλληλα ενημερωμένοι σχετικά με το κατά πόσον παρέχεται ή όχι πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και ότι λαμβάνουν σαφείς και διαφανείς πληροφορίες στην αρχική σύμβαση πελάτη και, μετέπειτα, σε τακτά διαστήματα, παραδείγματος χάριν στις πληροφορίες χρέωσης πελάτη. Οι πελάτες πρέπει επίσης να ενημερώνονται σωστά για τις πιθανές δράσεις τις οποίες ο πάροχος υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών ενδέχεται να αναλάβει προκειμένου να αντιμετωπίσει απειλές κατά της ασφάλειας ή ως απάντηση σε περιστατικό που αφορά την ασφάλεια ή την ακεραιότητα, δεδομένου ότι οι δράσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν άμεση ή έμμεση επίπτωση στα δεδομένα του πελάτη, στην ιδιωτική του ζωή ή σε άλλες πτυχές της παρεχόμενης υπηρεσίας.

13. Το δικαίωμα των συνδρομητών να καταγγέλλουν τη σύμβασή τους χωρίς ποινή αφορά τις τροποποιήσεις των συμβατικών όρων που επιβάλλονται από τους παρόχους δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

14. Μια ανταγωνιστική αγορά πρέπει να διασφαλίζει ότι οι τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση και να διανέμουν οιοδήποτε νόμιμο περιεχόμενο και να χρησιμοποιούν οιεσδήποτε νόμιμες εφαρμογές ή/και υπηρεσίες της επιλογής τους, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/EΚ. Δεδομένης της αυξανόμενης σημασίας των ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις, οι χρήστες πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι πλήρως ενημερωμένοι για τους τυχόν περιορισμούς ή/και όρια που επιβάλλονται στη χρήση των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τον πάροχο υπηρεσίας ή/και δικτύου. Όπου υπάρχει έλλειψη αποτελεσματικού ανταγωνισμού οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να χρησιμοποιούν τα διορθωτικά μέτρα που έχουν στη διάθεσή τους δυνάμει της οδηγίας 2002/19/EΚ ώστε να διασφαλίζουν ότι η πρόσβαση των χρηστών σε ιδιαίτερους τύπους περιεχομένου ή εφαρμογών δεν περιορίζεται χωρίς εύλογη αιτία.

15. Η διαθεσιμότητα διαφανών, επικαιροποιημένων και συγκρίσιμων τιμολογίων αποτελεί καίριο στοιχείο για τους καταναλωτές ανταγωνιστικών αγορών στις οποίες υπάρχουν αρκετοί πάροχοι που προσφέρουν υπηρεσίες. Οι καταναλωτές υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να είναι σε θέση να συγκρίνουν εύκολα τις τιμές διαφόρων υπηρεσιών που προσφέρονται στην αγορά με βάση τιμολογιακές πληροφορίες που δημοσιεύονται σε ευκόλως προσβάσιμη μορφή. Προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα να συγκρίνουν εύκολα τις τιμές, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να έχουν αρμοδιότητες να απαιτούν από τους φορείς εκμετάλλευσης μεγαλύτερη τιμολογιακή διαφάνεια και να διασφαλίζουν ότι τρίτα μέρη έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν δωρεάν τα διαθέσιμα στο κοινό τιμολόγια που δημοσίευσαν οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Πρέπει επίσης να καθιστούν διαθέσιμους οδηγούς τιμών στις περιπτώσεις που δεν τους παρέχει δεν τους παρέχει η αγορά. Οι φορείς εκμετάλλευσης πρέπει να μην έχουν δικαίωμα σε οιαδήποτε αμοιβή για τη χρήση ήδη δημοσιευμένων τιμολογιακών πληροφοριών οι οποίες συνεπώς έχουν καταστεί δημόσιο αγαθό. Επιπροσθέτως, οι χρήστες πρέπει να ενημερώνονται κατάλληλα για τη σχετική τιμή ή τον τύπο της προσφερόμενης υπηρεσίας πριν προβούν στην αγορά της, ιδίως εάν κάποιος αριθμός ατελών κλήσεων υπόκειται σε τυχόν επιπρόσθετα τέλη. Η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα για να διασφαλίσει ότι οι τελικοί χρήστες επωφελούνται από μια συνεκτική προσέγγιση της τιμολογιακής διαφάνειας στην Κοινότητα.

16. Μια ανταγωνιστική αγορά πρέπει να διασφαλίζει ότι οι χρήστες μπορούν να έχουν την ποιότητα υπηρεσιών που απαιτούν, αλλά σε ιδιαίτερες περιπτώσεις μπορεί να χρειάζεται να διασφαλισθεί ότι τα δημόσια δίκτυα επικοινωνιών διαθέτουν τα ελάχιστα επίπεδα ποιότητας ώστε να αποτρέπεται η υποβάθμιση της υπηρεσίας, η παρεμπόδιση της πρόσβασης και η επιβράδυνση της κυκλοφορίας επί των δικτύων. Ειδικότερα, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα με σκοπό τον καθορισμό των ποιοτικών προτύπων που πρέπει να χρησιμοποιούν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

17. Στα μελλοντικά δίκτυα IP στα οποία η παροχή μιας υπηρεσίας μπορεί να διαχωρίζεται από την παροχή δικτύου, τα κράτη μέλη πρέπει να καθορίζουν τα πλέον κατάλληλα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας των διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών που παρέχονται χρησιμοποιώντας δημόσια δίκτυα επικοινωνίας και της αδιάλειπτης πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση καταστροφικής βλάβης του δικτύου ή σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας.

18. Οι υπηρεσίες τηλεφωνητή καλύπτουν ένα φάσμα διαφορετικών υπηρεσιών για τους τελικούς χρήστες. Η παροχή των εν λόγω υπηρεσιών πρέπει να αποτελεί αντικείμενο ελεύθερης διαπραγμάτευσης μεταξύ των παρόχων δημόσιων δικτύων επικοινωνιών και των παρόχων υπηρεσιών τηλεφωνητή, όπως και στην περίπτωση οιασδήποτε άλλης υπηρεσίας υποστήριξης στους πελάτες, και δεν χρειάζεται να συνεχιστεί η επιβολή της παροχής τους. Συνεπώς, πρέπει να καταργηθεί η σχετική υποχρέωση.

19. Οι τελικοί χρήστες πρέπει να μπορούν να καλούν τις παρεχόμενες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και να έχουν πρόσβαση σε αυτές χρησιμοποιώντας οιαδήποτε τηλεφωνική υπηρεσία επιτρέπει τη δημιουργία φωνητικών κλήσεων μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικά ή διεθνή σχέδια τηλεφωνικής αριθμοδότησης. Οι αρχές έκτακτης ανάγκης πρέπει να είναι σε θέση να χειρίζονται και να απαντούν σε κλήσεις στον αριθμό «112» τουλάχιστον τόσο γρήγορα και αποτελεσματικά όσο και σε κλήσεις σε άλλους εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης. Έχει σημασία να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση όσον αφορά τον αριθμό «112» προκειμένου να βελτιωθεί το επίπεδο προστασίας και ασφάλειας των πολιτών που ταξιδεύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για τον σκοπό αυτό οι πολίτες πρέπει να συνειδητοποιήσουν πλήρως ότι ο αριθμός «112» μπορεί να χρησιμοποιείται ως ενιαίος αριθμός κλήσης έκτακτης ανάγκης όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη, ιδίως μέσω πληροφοριών που παρέχονται σε διεθνείς τερματικούς σταθμούς λεωφορείων, σε σιδηροδρομικούς σταθμούς, σε λιμένες ή αερολιμένες, καθώς και στους τηλεφωνικούς καταλόγους, στους τηλεφωνικούς θαλάμους, σε πληροφοριακό υλικό προς τους συνδρομητές ή σε υλικό τιμολόγησης. Η υποχρέωση παροχής πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος πρέπει να ενισχυθεί ώστε να βελτιωθεί η προστασία των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, οι φορείς εκμετάλλευσης πρέπει να παρέχουν πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης υπό μορφή προωθούμενου μηνύματος («push» mode). Προκειμένου να ανταποκριθεί στις τεχνολογικές εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που οδηγούν σε ολοένα και μεγαλύτερη ακρίβεια των πληροφοριών εντοπισμού θέσης, η Επιτροπή πρέπει να μπορεί να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή του «112» στην Κοινότητα προς όφελος των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

20. Τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν ειδικά μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένου του «112», είναι εξίσου προσβάσιμες από τα μειονεκτούντα άτομα, ιδίως δε από χρήστες που πάσχουν από κώφωση ή βαρηκοΐα, από χρήστες με προβλήματα ομιλίας και από τους χρήστες που πάσχουν συγχρόνως από κώφωση και τύφλωση. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί να περιλαμβάνουν την παροχή ειδικών τερματικών συσκευών στους χρήστες με βαρηκοΐα, καθώς και υπηρεσιών αναμετάδοσης κειμένου ή άλλου ειδικού εξοπλισμού.

21. Οι χώρες στις οποίες η Διεθνής Ένωση Τηλεπικοινωνιών παραχώρησε τον διεθνή κωδικό «3883» έχουν εκχωρήσει τη διοικητική ευθύνη του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης (ETNS) στην Επιτροπή Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (ECC) της Ευρωπαϊκής Συνδιάσκεψης των Διοικήσεων Ταχυδρομείων και Τηλεπικοινωνιών (CEPT). Οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι εξελίξεις στην αγορά καταδεικνύουν ότι ο ETNS αποτελεί ευκαιρία για την ανάπτυξη πανευρωπαϊκών υπηρεσιών, αλλά προς το παρόν η ανέλιξη του δυναμικού του παρεμποδίζεται από υπερβολικά γραφειοκρατικές διαδικαστικές απαιτήσεις και έλλειψη συντονισμού μεταξύ των εθνικών διοικήσεων. Για την προαγωγή της ανάπτυξης του ETNS, η διοίκησή του (η οποία περιλαμβάνει την ανάθεση, την παρακολούθηση και την ανάπτυξη) πρέπει να μεταβιβασθεί στην Ευρωπαϊκή Αρχή για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, η οποία συστάθηκε δυνάμει του κανονισμού (EΚ) αριθ. …/… του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της […][23], εφεξής «η Αρχή». Η Αρχή οφείλει να διασφαλίζει τον συντονισμό με τις χώρες οι οποίες χρησιμοποιούν τον αριθμό «3883» αλλά δεν είναι κράτη μέλη, εξ ονόματος των κρατών μελών στα οποία έχει ανατεθεί ο αριθμός «3883».

22. Η ενιαία αγορά συνεπάγεται ότι οι τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε όλους τους αριθμούς που περιλαμβάνονται στα εθνικά σχέδια αριθμοδότησης άλλων κρατών μελών καθώς και να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, χρησιμοποιώντας μη γεωγραφικούς αριθμούς εντός της Κοινότητας, στους οποίους συγκαταλέγονται μεταξύ άλλων οι αριθμοί ατελών κλήσεων και οι αριθμοί πρόσθετου τέλους. Οι τελικοί χρήστες πρέπει επίσης να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αριθμούς του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης (ETNS) και στους καθολικούς διεθνείς αριθμούς ατελών κλήσεων (UIFN). Η διασυνοριακή πρόσβαση στους πόρους αριθμοδότησης και στην συνδεδεμένη υπηρεσία δεν πρέπει να παρεμποδίζεται εκτός από αντικειμενικά αιτιολογημένες περιπτώσεις, όπως όταν αυτό είναι αναγκαίο για την καταπολέμηση της απάτης και της κατάχρησης, π.χ. σε σχέση με ορισμένες υπηρεσίες πρόσθετου τέλους ή όταν ο αριθμός έχει οριστεί ότι έχει μόνο εθνικό πεδίο εφαρμογής (π.χ. εθνικός βραχύς κωδικός). Οι χρήστες πρέπει να ενημερώνονται πλήρως και με σαφήνεια εκ των προτέρων σχετικά με τυχόν χρεώσεις που επιβάλλονται στους αριθμούς ατελών κλήσεων, όπως τα τέλη διεθνών κλήσεων που επιβάλλονται σε αριθμούς που είναι προσβάσιμοι μέσω των τυποποιημένων διεθνών διακριτικών κλήσης. Προκειμένου να διασφαλισθεί ότι οι τελικοί χρήστες έχουν αποτελεσματική πρόσβαση σε αριθμούς και υπηρεσίες εντός της Κοινότητας, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα.

23. Προκειμένου να επωφεληθούν πλήρως από το ανταγωνιστικό περιβάλλον, οι καταναλωτές πρέπει να είναι σε θέση να κάνουν επιλογές μετά από ενημέρωση και να αλλάζουν πάροχο όταν αυτό εξυπηρετεί το συμφέρον τους. Είναι σημαντικό να διασφαλισθεί ότι μπορούν να το πράττουν χωρίς να παρεμποδίζονται από νομικά, τεχνικά ή πρακτικά κωλύματα, στα οποία συγκαταλέγονται οι συμβατικοί όροι, οι διαδικασίες, τα τέλη, κ.λπ. Αυτό δεν αποκλείει την επιβολή εύλογων ελάχιστων συμβατικών περιόδων στις συμβάσεις καταναλωτή. Η φορητότητα αριθμού αποτελεί κύριο παράγοντα διευκόλυνσης της επιλογής των καταναλωτών και του αποτελεσματικού ανταγωνισμού σε ανταγωνιστικές αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών και πρέπει να υλοποιείται με την ελάχιστη καθυστέρηση. Προκειμένου να μπορεί να προσαρμόζει την φορητότητα αριθμού στις εξελίξεις στην αγορά και στις τεχνολογικές εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένης της ενδεχόμενης μεταφοράς των προσωπικών τηλεφωνικών καταλόγων και των πληροφοριών σχετικά με την συμπεριφορά των συνδρομητών που έχουν αποθηκευτεί στο δίκτυο, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα στον εν λόγω τομέα. Προκειμένου να εκτιμηθεί κατά πόσον οι τεχνολογικές συνθήκες και οι συνθήκες στην αγορά είναι τέτοιες που να επιτρέπουν τη μεταφορά αριθμών μεταξύ δικτύων παροχής υπηρεσιών σε σταθερές θέσεις και κινητών δικτύων πρέπει ιδίως να λαμβάνονται υπόψη οι τιμές που επιβάλλονται στους χρήστες και το κόστος μεταγωγής για επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών σε σταθερές θέσεις και σε κινητά δίκτυα.

24. Μια τηλεοπτική εκπομπή είναι μια γραμμική υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων επικοινωνίας, όπως ορίζεται στην οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων επικοινωνίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της [….] 2007, η οποία προσφέρεται από έναν πάροχο υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας για την ταυτόχρονη παρακολούθηση προγραμμάτων με βάση ένα πρόγραμμα μεταδόσεων· ο πάροχος υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας μπορεί να προσφέρει έναν αριθμό ακουστικών ή οπτικοακουστικών προγραμμάτων μεταδόσεων (κανάλια). Οι νομικές υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» μπορούν να εφαρμόζονται, αλλά μόνο σε συγκεκριμένα κανάλια εκπομπής παρεχόμενα από συγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας. Τα κράτη μέλη πρέπει να παρέχουν σαφή αιτιολόγηση των υποχρεώσεων «μεταφοράς σήματος» στην εθνική τους νομοθεσία, ώστε να διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις είναι διαφανείς, αναλογικές και κατάλληλα ορισμένες. Εν προκειμένω, οι κανόνες «μεταφοράς σήματος» πρέπει να εκπονούνται κατά τρόπο ώστε να παρέχονται επαρκή κίνητρα για αποδοτικές επενδύσεις στην υποδομή. Οι κανόνες «μεταφοράς σήματος» πρέπει να αποτελούν αντικείμενο αναθεώρησης σε τακτά διαστήματα προκειμένου να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις εξελίξεις στην αγορά, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι εξακολουθούν να είναι ανάλογοι προς τους επιδιωκόμενους στόχους. Δεδομένης της ταχείας μεταβολής των συνθηκών στην τεχνολογία και στην αγορά η εν λόγω πλήρης επανεξέταση πρέπει να διεξάγεται τουλάχιστον ανά τριετία, απαιτείται δε η διεξαγωγή δημόσιας διαβούλευσης με όλους τους άμεσα ενδιαφερόμενους. Ένα ή περισσότερα κανάλια εκπομπής μπορούν να συμπληρώνονται από υπηρεσίες για τη βελτίωση της προσβασιμότητας των χρηστών με αναπηρίες, όπως υπηρεσία τηλεεικονογραφίας, υπηρεσία υποτιτλισμού, ακουστικής περιγραφής ή νοηματικής γλώσσας.

25. Για την υπερνίκηση των υφιστάμενων αδυναμιών όσον αφορά τη διαβούλευση με τους καταναλωτές και τη δέουσα υπεράσπιση των συμφερόντων των πολιτών, τα κράτη μέλη πρέπει να καθιερώσουν κατάλληλο μηχανισμό διαβούλευσης. Ένας τέτοιος μηχανισμός θα μπορούσε να λάβει τη μορφή ενός οργάνου το οποίο, ανεξάρτητα από την εθνική ρυθμιστική αρχή, καθώς και από τους παρόχους υπηρεσιών, θα διεξάγει έρευνα επί θεμάτων που αφορούν τους καταναλωτές, όπως η καταναλωτική συμπεριφορά και οι μηχανισμοί αλλαγής φορέα παροχής, και το οποίο θα λειτουργεί με διαφάνεια και θα συνεισφέρει στους υφιστάμενους μηχανισμούς διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους. Όπου υπάρχει ανάγκη να αντιμετωπιστεί η διευκόλυνση της πρόσβασης σε υπηρεσίες και τερματικό εξοπλισμό ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της χρήσης αυτών από μειονεκτούντες χρήστες, και με την επιφύλαξη της οδηγίας 1999/5/EΚ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, σχετικά με τον ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας των εξοπλισμών αυτών[24] και ιδίως των απαιτήσεων περί ατόμων με ειδικές ανάγκες, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο στ), η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα.

26. Οι υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν σε επιχείρηση που έχει καθορισθεί ως έχουσα υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή.

27. Η απελευθέρωση των αγορών δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και η ταχεία τεχνολογική εξέλιξη έχουν συνδυαστεί για την προώθηση του ανταγωνισμού και της οικονομικής μεγέθυνσης και οδήγησαν σε μια πληθώρα υπηρεσιών για τον τελικό χρήστη οι οποίες είναι προσβάσιμες μέσω των δημόσιων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Υπάρχει ανάγκη να διασφαλισθεί ότι οι καταναλωτές και οι χρήστες απολαμβάνουν το ίδιο επίπεδο προστασίας της προσωπικής τους ζωής και των προσωπικών τους δεδομένων, ανεξαρτήτως της τεχνολογίας που χρησιμοποιήθηκε για την παροχή μιας συγκεκριμένης υπηρεσίας.

28. Η τεχνολογική πρόοδος επιτρέπει την ανάπτυξη νέων εφαρμογών βασιζόμενων σε συσκευές συγκέντρωσης δεδομένων και ταυτοποίησης, οι οποίες μπορεί να είναι ανεπαφικές συσκευές που χρησιμοποιούν ραδιοσυχνότητες. Παραδείγματος χάριν, οι Συσκευές Ραδιοσυχνικής Αναγνώρισης (RFID) χρησιμοποιούν τις ραδιοσυχνότητες για να λαμβάνουν δεδομένα από μονοσήμαντα προσδιορισμένα αναρτήματα, δεδομένα τα οποία στη συνέχεια μπορούν να μεταφερθούν σε υφιστάμενα δίκτυα επικοινωνιών. Η ευρεία χρήση αυτών των τεχνολογιών μπορεί να αποφέρει σημαντικά οικονομικά και κοινωνικά οφέλη και, συνεπώς, να συμβάλει σημαντικά στην εσωτερική αγορά εάν η χρήση τους είναι αποδεκτή από τους πολίτες. Προκειμένου αυτό να επιτευχθεί χρειάζεται να εξασφαλισθεί ότι διασφαλίζονται τα θεμελιώδη δικαιώματα των ατόμων, ιδίως το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή και στην προστασία των δεδομένων. Όταν οι εν λόγω συσκευές συνδέονται σε διαθέσιμα στο κοινό δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή χρησιμοποιούν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ως βασική υποδομή, πρέπει να εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις της οδηγίας 2002/58/EΚ, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων για την ασφάλεια, για τα δεδομένα κίνησης και τα δεδομένα θέσης, καθώς και για το απόρρητο.

29. Η παραβίαση της ασφάλειας που έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια ή την διακύβευση προσωπικών δεδομένων ενός μεμονωμένου συνδρομητή μπορεί να επιφέρει, εάν δεν αντιμετωπιστεί κατάλληλα και εγκαίρως, σημαντική οικονομική απώλεια και κοινωνική ζημία, συμπεριλαμβανομένης της υποκλοπής ταυτότητας. Ως εκ τούτου, τέτοια περιστατικά που αφορούν την ασφάλεια πρέπει να κοινοποιούνται στους εμπλεκόμενους συνδρομητές χωρίς καθυστέρηση και να τους παρέχεται ενημέρωση προκειμένου να μπορούν να λαμβάνουν τις αναγκαίες προφυλάξεις. Η κοινοποίηση πρέπει να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που ελήφθησαν από τον πάροχο για την αντιμετώπιση της παραβίασης, καθώς και συστάσεις προς τους θιγόμενους χρήστες.

30. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να προωθούν τα συμφέροντα των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμβάλλοντας μεταξύ άλλων στη διασφάλιση ενός υψηλού επιπέδου προστασίας των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής. Για τον σκοπό αυτό πρέπει να διαθέτουν τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, στα οποία συμπεριλαμβάνονται συνολικά και αξιόπιστα δεδομένα σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την ασφάλεια που οδήγησαν στη διακύβευση των προσωπικών δεδομένων των ατόμων.

31. Πρέπει να προβλεφθούν εκτελεστικά μέτρα για τη θέσπιση κοινής δέσμης απαιτήσεων με σκοπό την επίτευξη κατάλληλου επιπέδου προστασίας της ιδιωτικής ζωής και της ασφάλειας των προσωπικών δεδομένων τα οποία μεταφέρονται ή υπόκεινται σε επεξεργασία στο πλαίσιο της χρήσης δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην εσωτερική αγορά.

32. Κατά τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με τον μορφότυπο και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται κατά την κοινοποίηση παραβιάσεων της ασφάλειας, πρέπει να δοθεί η δέουσα προσοχή στις συνθήκες της παραβίασης, μεταξύ άλλων κατά πόσον τα προσωπικά δεδομένα ήταν προστατευμένα ή όχι με κρυπτογράφηση ή άλλα μέσα, περιορίζοντας αποτελεσματικά την πιθανότητα υποκλοπής ταυτότητας ή άλλων μορφών κατάχρησης. Επιπροσθέτως, κατά τη θέσπιση των εν λόγω κανόνων και διαδικασιών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα των αρχών επιβολής του νόμου, σε περιπτώσεις όπου η πρόωρη αποκάλυψη μπορεί να παρεμποδίσει άνευ λόγου τη διερεύνηση των συνθηκών της παραβίασης.

33. Η Αρχή μπορεί να συμβάλλει στην αύξηση του επιπέδου προστασίας των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής στην Κοινότητα παρέχοντας μεταξύ άλλων εμπειρογνωμοσύνη και συμβουλές, προωθώντας την ανταλλαγή των βέλτιστων πρακτικών όσον αφορά τη διαχείριση του κινδύνου, και καθιερώνοντας κοινές μεθοδολογίες εκτίμησης κινδύνου. Ειδικότερα, πρέπει να συμβάλλει στην εναρμόνιση των κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφαλείας.

34. Το λογισμικό το οποίο παρακολουθεί κρυφά τις ενέργειες του χρήστη ή/και υπονομεύει τη λειτουργία του τερματικού εξοπλισμού του χρήστη προς όφελος τρίτων (το αποκαλούμενο «κατασκοπευτικό λογισμικό») αποτελεί σοβαρή απειλή κατά της ιδιωτικής ζωής των χρηστών. Χρειάζεται να διασφαλισθεί ένα υψηλό και ισότιμο επίπεδο προστασίας της ιδιωτικής σφαίρας των χρηστών, ανεξάρτητα από το εάν ανεπιθύμητα κατασκοπευτικά προγράμματα καταφορτώνονται εξ απροσεξίας μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή μεταφέρονται και εγκαθίστανται κρυμμένα σε λογισμικό που έχει διανεμηθεί με άλλα εξωτερικά μέσα αποθήκευσης δεδομένων, όπως σύμπυκνοι δίσκοι (CD), CD-ROM, κλειδιά USB.

35. Οι πάροχοι υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών οφείλουν να πραγματοποιούν σημαντικές επενδύσεις στον τομέα της καταπολέμησης των ανεπίκλητων ηλεκτρονικών μηνυμάτων εμπορικού χαρακτήρα (“spam”). Βρίσκονται επίσης σε πλεονεκτικότερη θέση από ό,τι οι τελικοί χρήστες διότι κατέχουν τις γνώσεις και τους πόρους που είναι αναγκαίοι για την ανίχνευση και ταυτοποίηση των δημιουργών ανεπίκλητων ηλεκτρονικών μηνυμάτων εμπορικού χαρακτήρα. Επομένως, οι πάροχοι υπηρεσίας ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και οι πάροχοι άλλων υπηρεσιών πρέπει να έχουν τη δυνατότητα ανάληψης νομικής δράσης κατά των δημιουργών ανεπίκλητων ηλεκτρονικών μηνυμάτων εμπορικού χαρακτήρα και, συνεπώς, υπεράσπισης των συμφερόντων των πελατών τους, καθώς και των δικών τους έννομων επιχειρηματικών συμφερόντων.

36. Η ανάγκη διασφάλισης κατάλληλου επιπέδου προστασίας της ιδιωτικής ζωής και των προσωπικών δεδομένων που μεταφέρονται και υπόκεινται σε επεξεργασία σε σχέση με τη χρήση δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Κοινότητα απαιτεί αποτελεσματικές αρμοδιότητες εφαρμογής και επιβολής, προκειμένου να παρασχεθούν κατάλληλα κίνητρα συμμόρφωσης. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να διαθέτουν επαρκείς αρμοδιότητες και πόρους ώστε να διερευνούν αποτελεσματικά τις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας απόκτησης οιωνδήποτε σχετικών πληροφοριών που ενδεχομένως χρειάζονται ώστε να αποφασίζουν σε περιπτώσεις καταγγελιών και να επιβάλουν κυρώσεις σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης.

(37) Η διασυνοριακή συνεργασία και η επιβολή της νομοθεσίας πρέπει να ενισχυθεί σύμφωνα με τους υφιστάμενους κοινοτικούς διασυνοριακούς μηχανισμούς επιβολής της νομοθεσίας όπως αυτός που θεσπίζεται από τον κανονισμό ΕΚ 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών («κανονισμός για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών»)[25] με τροποποίηση του εν λόγω κανονισμού.

(38) Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της «οδηγίας καθολικής υπηρεσίας» και της «οδηγίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες» πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή.

(39) Πρέπει ιδίως να εκχωρηθούν αρμοδιότητες στην Επιτροπή προκειμένου να θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για την τιμολογιακή διαφάνεια, τις ελάχιστες απαιτήσεις για την ποιότητα των υπηρεσιών, την αποτελεσματική εφαρμογή των υπηρεσιών του «112», την αποτελεσματική πρόσβαση σε αριθμούς και υπηρεσίες, τη βελτίωση της προσβασιμότητας από μειονεκτούντες τελικούς χρήστες, καθώς και τροποποιήσεις για την προσαρμογή των παραρτημάτων στην τεχνική πρόοδο ή στις μεταβολές της ζήτησης στην αγορά. Οι εν λόγω αρμοδιότητες πρέπει επίσης να εκχωρηθούν για τη θέσπιση εκτελεστικών μέτρων σχετικά με τις απαιτήσεις ενημέρωσης και κοινοποίησης, καθώς και με τη διασυνοριακή συνεργασία. Επειδή πρόκειται για μέτρα γενικού χαρακτήρα τα οποία προβλέπεται να συμπληρώσουν την παρούσα οδηγία προσθέτοντας νέα μη ουσιώδη στοιχεία, πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ. Εάν λόγω επείγουσας ανάγκης δεν είναι δυνατόν να τηρηθούν οι κανονικές προθεσμίες της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να εφαρμόζει τη διαδικασία του επείγοντος που προβλέπεται στο άρθρο 5α παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(40) Επομένως οι οδηγίες 2002/22/ΕΚ και 2002/58/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις επί της οδηγίας 2002/22/EΚ (Οδηγία καθολικής υπηρεσίας)

Η οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) τροποποιείται ως εξής:

(1) Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1. Στο πλαίσιο της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), η παρούσα οδηγία αφορά την παροχή δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στους τελικούς χρήστες. Σκοπός είναι να εξασφαλισθεί η διάθεση, σε ολόκληρη την Κοινότητα, διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών καλής ποιότητας μέσω πραγματικού ανταγωνισμού και επιλογών, καθώς και να αντιμετωπίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες οι ανάγκες των τελικών χρηστών δεν καλύπτονται ικανοποιητικά από την αγορά. Η παρούσα οδηγία περιλαμβάνει επίσης διατάξεις σχετικά με τον τερματικό εξοπλισμό στο χώρο του καταναλωτή.

2. Η παρούσα οδηγία καθορίζει τα δικαιώματα των τελικών χρηστών καθώς και τις αντίστοιχες υποχρεώσεις των επιχειρήσεων που παρέχουν διαθέσιμα στο κοινό δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Όσον αφορά την εξασφάλιση της παροχής καθολικής υπηρεσίας σε ένα περιβάλλον ανοικτών και ανταγωνιστικών αγορών, η παρούσα οδηγία ορίζει τη στοιχειώδη δέσμη υπηρεσιών καθορισμένης ποιότητας στις οποίες έχουν πρόσβαση όλοι οι τελικοί χρήστες σε προσιτές τιμές, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών εθνικών συνθηκών, και χωρίς στρέβλωση του ανταγωνισμού. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει επίσης τις υποχρεώσεις παροχής ορισμένων υποχρεωτικών υπηρεσιών.’

(2) Στο άρθρο 2:

α) Το στοιχείο β) διαγράφεται.

β) Το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘(γ) "Διαθέσιμη στο κοινό τηλεφωνική υπηρεσία": υπηρεσία διαθέσιμη στο κοινό για τη δημιουργία και τη λήψη, άμεσα ή έμμεσα, μέσω επιλογής ή προεπιλογής φορέα ή μεταπώλησης, εθνικών ή/και διεθνών κλήσεων μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης·’

(3) Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘Άρθρο 4

Παροχή πρόσβασης σε σταθερές θέσεις και παροχή τηλεφωνικών υπηρεσιών

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κάθε εύλογο αίτημα για σύνδεση σε σταθερές θέσεις με το δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών ικανοποιείται από μία τουλάχιστον επιχείρηση.

2. Η παρεχόμενη σύνδεση επιτρέπει την υποστήριξη φωνητικών επικοινωνιών, τηλεομοιοτυπικών επικοινωνιών και επικοινωνιών δεδομένων, με ρυθμούς δεδομένων που είναι επαρκείς προκειμένου να επιτρέπουν τη λειτουργική πρόσβαση στο διαδίκτυο, λαμβάνοντας υπόψη τις επικρατούσες τεχνολογίες που χρησιμοποιεί η πλειονότητα των συνδρομητών και την τεχνολογική σκοπιμότητα.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κάθε εύλογο αίτημα για παροχή τηλεφωνικής υπηρεσίας μέσω της σύνδεσης με το δίκτυο που προβλέπεται στην παράγραφο 1, η οποία επιτρέπει τη δημιουργία και τη λήψη εθνικών και διεθνών κλήσεων και κλήσεων σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω του αριθμού «112», ικανοποιείται από μία τουλάχιστον επιχείρηση.’

(4) Στο άρθρο 5, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο :

‘2. Οι κατάλογοι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 12 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, όλους τους συνδρομητές των διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών.’

(5) Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘Άρθρο 7

Ειδικά μέτρα για μειονεκτούντες χρήστες

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν ειδικά μέτρα για τους μειονεκτούντες τελικούς χρήστες προκειμένου να εξασφαλίζουν την πρόσβαση και την οικονομική προσιτότητα της διαθέσιμης στο κοινό τηλεφωνικής υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, στις υπηρεσίες πληροφοριών καταλόγου και στους καταλόγους, πρόσβασης ισοδύναμης με αυτή που παρέχεται στους άλλους τελικούς χρήστες.

2. Υπό το πρίσμα των εθνικών συνθηκών τα κράτη μέλη λαμβάνουν ειδικά μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζουν ότι και οι μειονεκτούντες τελικοί χρήστες μπορούν επίσης να επιλέγουν μεταξύ των επιχειρήσεων και των φορέων παροχής υπηρεσιών που διατίθενται στην πλειονότητα των τελικών χρηστών.’

(6) Στο άρθρο 8 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

‘3. Όταν ένας φορέας εκμετάλλευσης που έχει οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 προτίθεται να εκχωρήσει σημαντικό μέρος ή όλα τα στοιχεία ενεργητικού του δικτύου τοπικής πρόσβασης σε διακριτή νομική οντότητα που ανήκει σε διαφορετικό ιδιοκτήτη, ενημερώνει εκ των προτέρων και εγκαίρως την εθνική ρυθμιστική αρχή, ούτως ώστε να επιτρέψει στην εθνική ρυθμιστική αρχή να εκτιμήσει τις επιπτώσεις της προτιθέμενης συναλλαγής στην παροχή πρόσβασης σε σταθερές θέσεις και τηλεφωνικών υπηρεσιών, σύμφωνα με το άρθρο 4. Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να επιβάλλει όρους σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/20/EΚ (οδηγία για την αδειοδότηση).’

(7) Στο άρθρο 9, οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

‘1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν, ιδίως σε σχέση με τις εθνικές τιμές καταναλωτή και το εισόδημα, την εξέλιξη και το επίπεδο των τιμολογίων λιανικής των υπηρεσιών οι οποίες σύμφωνα με τα άρθρα 4, 5, 6 και 7 ορίζεται ότι εμπίπτουν στις υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας και οι οποίες παρέχονται από καθορισμένες επιχειρήσεις ή εάν δεν έχουν οριστεί επιχειρήσεις για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών αυτές διατίθενται με άλλους τρόπους στην αγορά.

2. Υπό το πρίσμα των εθνικών συνθηκών, τα κράτη μέλη μπορούν να υποχρεώνουν αυτές τις καθορισμένες επιχειρήσεις να παρέχουν στους καταναλωτές τιμολογιακές επιλογές ή τιμολογιακά πακέτα που διαφέρουν από τις επιλογές ή τα πακέτα που παρέχονται στο πλαίσιο των κανονικών εμπορικών συνθηκών, προκειμένου ιδίως να εξασφαλίζεται ότι τα άτομα με χαμηλό εισόδημα ή με ειδικές κοινωνικές ανάγκες δεν αποκλείονται από την πρόσβαση στο δίκτυο που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 ή τη χρήση αυτής της πρόσβασης, ή των υπηρεσιών που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 και στα άρθρα 5, 6 και 7 ως υπηρεσίες που εμπίπτουν στις υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας και παρέχονται από καθορισμένες επιχειρήσεις.

3. Εκτός από τις διατάξεις για την υποχρέωση των καθορισμένων επιχειρήσεων να παρέχουν ειδικές τιμολογιακές επιλογές ή να συμμορφώνονται με ανώτατα όρια τιμών ή με γεωγραφικούς μέσους όρους ή άλλα παρόμοια συστήματα, τα κράτη μέλη μπορούν να εξασφαλίζουν ότι παρέχεται στήριξη στους καταναλωτές που έχουν χαρακτηριστεί ως έχοντες χαμηλό εισόδημα, αναπηρία ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες.

(8) Ο τίτλος του κεφαλαίου ΙΙΙ αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

‘ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΙΣΧΥ ΣΕ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΛΙΑΝΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ’

(9) Το άρθρο 16 διαγράφεται.

(10) Το άρθρο 17 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές επιβάλλουν κατάλληλες κανονιστικές υποχρεώσεις στις επιχειρήσεις οι οποίες ορίστηκαν ως έχουσες σημαντική ισχύ σε συγκεκριμένη λιανική αγορά σύμφωνα με το άρθρο 14 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο):

(α) όταν ως αποτέλεσμα της ανάλυσης της αγοράς η οποία διεξήχθη σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/EΚ (οδηγία πλαίσιο), μια εθνική ρυθμιστική αρχή διαπιστώνει ότι μια συγκεκριμένη λιανική αγορά που καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 15 της οδηγίας 2002/21/EΚ (οδηγία πλαίσιο) δεν είναι αποτελεσματικά ανταγωνιστική, και

(β) όταν η εθνική ρυθμιστική αρχή συμπεραίνει ότι οι υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν δυνάμει της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) δεν έχουν ως αποτέλεσμα την επίτευξη των στόχων του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).’

(β) β) η παράγραφος 3 διαγράφεται.

(11) Τα άρθρα 18 και 19 διαγράφονται.

(12) Τα άρθρα 20 και 21 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

‘Άρθρο 20

Συμβάσεις

1. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των κοινοτικών κανόνων για την προστασία των καταναλωτών, ιδίως των οδηγιών 93/13/ΕΚ και 97/7/ΕΚ, και των εθνικών κανόνων που είναι σύμφωνοι με το κοινοτικό δίκαιο.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές, όταν είναι συνδρομητές υπηρεσιών παροχής σύνδεσης σε δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών ή/και διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών, έχουν δικαίωμα για σύμβαση με επιχείρηση ή επιχειρήσεις που παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές ή/και τη σύνδεση. Στη σύμβαση αναφέρονται τουλάχιστον:

(α) τα στοιχεία και η διεύθυνση του φορέα παροχής·

(β) οι παρεχόμενες υπηρεσίες, τα προσφερόμενα επίπεδα ποιότητας υπηρεσιών, καθώς και η προθεσμία της αρχικής σύνδεσης,

(γ) οι τύποι των παρεχόμενων υπηρεσιών συντήρησης·

(δ) οι λεπτομέρειες των τιμών και των τιμολογίων, και τα μέσα με τα οποία είναι δυνατόν να αποκτώνται επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με το σύνολο των τιμολογίων και των τελών συντήρησης που ισχύουν·

(ε) η διάρκεια της σύμβασης, οι όροι ανανέωσης και καταγγελίας των υπηρεσιών και της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένου του άμεσου κόστους της φορητότητας αριθμών και άλλων αναγνωριστικών·

(στ) οι αποζημιώσεις και οι διακανονισμοί επιστροφών που εφαρμόζονται σε περίπτωση αθέτησης της σύμβασης όσον αφορά το επίπεδο ποιότητας της υπηρεσίας·

(ζ) ο τρόπος κίνησης των διαδικασιών επίλυσης των διαφορών σύμφωνα με το άρθρο 34·

(η) τα μέτρα που ενδέχεται να λάβει η επιχείρηση παροχής σύνδεσης ή/και υπηρεσιών, ως απάντηση σε περιστατικά που αφορούν την ασφάλεια ή την ακεραιότητα, ή σε απειλές και τρωτά σημεία.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επεκτείνουν τις εν λόγω υποχρεώσεις ώστε να καλύπτουν και άλλους τελικούς χρήστες.

3. Οι πληροφορίες που παρατίθενται στην παράγραφο 2 περιλαμβάνονται επίσης στις συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ καταναλωτών και παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαφορετικών από εκείνους που παρέχουν σύνδεση σε δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών ή/και διαθέσιμες στο κοινό τηλεφωνικές υπηρεσίες. Τα κράτη μέλη μπορούν να επεκτείνουν την εν λόγω υποχρέωση ώστε να καλύπτουν και άλλους τελικούς χρήστες.

4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όταν συνάπτονται συμβάσεις μεταξύ συνδρομητών και επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που επιτρέπουν φωνητική επικοινωνία, οι συνδρομητές ενημερώνονται σαφώς σχετικά με το κατά πόσον παρέχεται ή όχι πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εξασφαλίζουν ότι οι πελάτες ενημερώνονται σαφώς για την έλλειψη πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης πριν από τη σύναψη της σύμβασης και στη συνέχεια σε τακτά διαστήματα.

5. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όταν συνάπτονται συμβάσεις μεταξύ συνδρομητών και επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ή/και δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι συνδρομητές ενημερώνονται σαφώς πριν από τη σύναψη της σύμβασης και στη συνέχεια σε τακτά διαστήματα για τυχόν περιορισμούς που επιβάλλει ο πάροχος στη δυνατότητά τους να έχουν πρόσβαση σε νόμιμο περιεχόμενο ή να το διανέμουν, ή να χρησιμοποιούν οιεσδήποτε νόμιμες εφαρμογές και υπηρεσίες της επιλογής τους.

6. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όταν συνάπτονται συμβάσεις μεταξύ συνδρομητών και επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ή/και δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι συνδρομητές ενημερώνονται σαφώς πριν από τη σύναψη της σύμβασης και στη συνέχεια σε τακτά διαστήματα για τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τον σεβασμό των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συναφών δικαιωμάτων. Με την επιφύλαξη της οδηγίας 2000/31/ΕΚ για το ηλεκτρονικό εμπόριο, στις εν λόγω υποχρεώσεις περιλαμβάνεται η υποχρέωση ενημέρωσης των συνδρομητών σχετικά με τις πλέον κοινές παραβάσεις και τις νομικές τους συνέπειες.

7. Οι συνδρομητές έχουν το δικαίωμα να καταγγέλλουν τη σύμβασή τους χωρίς να υφίστανται κυρώσεις από τη στιγμή που τους κοινοποιούνται οι προτεινόμενες από τους φορείς εκμετάλλευσης τροποποιήσεις των συμβατικών όρων. Οι συνδρομητές ειδοποιούνται εγκαίρως, τουλάχιστον ένα μήνα πριν, για τις εν λόγω τροποποιήσεις και ταυτόχρονα ενημερώνονται για το δικαίωμά τους να καταγγέλλουν τη σύμβαση χωρίς να υφίστανται κυρώσεις εάν δεν αποδέχονται τους νέους όρους.’

‘Άρθρο 21

Διαφάνεια και δημοσίευση πληροφοριών

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι διατίθενται στους τελικούς χρήστες και στους καταναλωτές διαφανείς, συγκρίσιμες, κατάλληλες και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τις ισχύουσες τιμές και τιμολόγια, καθώς και τους τυποποιημένους όρους και προϋποθέσεις σχετικά με την πρόσβαση στις υπηρεσίες που προσδιορίζονται στα άρθρα 4, 5, 6 και 7 και τη χρήση αυτών των υπηρεσιών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος ΙΙ.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις παροχής δημοσίων δικτύων ή/και δημόσιων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δημοσιεύουν συγκρίσιμες, κατάλληλες και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τις ισχύουσες τιμές και τιμολόγια όσον αφορά την πρόσβαση στις παρεχόμενες στους καταναλωτές υπηρεσίες τους και τη χρήση αυτών. Οι εν λόγω πληροφορίες δημοσιεύονται σε ευκόλως προσβάσιμη μορφή.

3. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενθαρρύνουν την παροχή πληροφοριών ώστε οι τελικοί χρήστες και οι καταναλωτές να είναι σε θέση να προβαίνουν σε ανεξάρτητη αξιολόγηση του κόστους των εναλλακτικών τρόπων χρήσης, μέσω διαδραστικής καθοδήγησης ή παρόμοιων τεχνικών. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές καθιστούν διαθέσιμες την εν λόγω καθοδήγηση ή τις τεχνικές, εφόσον αυτές δεν διατίθενται στην αγορά. Τρίτα μέρη έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν ατελώς τα τιμολόγια που δημοσιεύθηκαν από τις επιχειρήσεις παροχής δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, με σκοπό την πώληση ή τη διάθεση της διαδραστικής καθοδήγησης ή παρόμοιων τεχνικών.

4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι σε θέση να υποχρεώνουν τις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να παρέχουν πληροφορίες για τα ισχύοντα τιμολόγια στους πελάτες κατά τη στιγμή της πώλησης και στο σημείο πώλησης, ώστε να διασφαλίζουν ότι οι πελάτες είναι πλήρως ενημερωμένοι για τους όρους τιμολόγησης.

5. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι σε θέση να υποχρεώνουν τις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ή/και δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών να παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5 στους πελάτες, με σαφή, περιεκτική και ευκόλως προσβάσιμη μορφή.

6. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι τελικοί χρήστες μπορούν να επωφελούνται από μια συνεκτική προσέγγιση της τιμολογιακής διαφάνειας καθώς και της παροχής πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5 στην Κοινότητα, η Επιτροπή δύναται, κατόπιν διαβούλευσης με την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (εφεξής αποκαλούμενη “η Αρχή”), να λαμβάνει τα κατάλληλα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα στον εν λόγω τομέα, όπως να προσδιορίζει τη μεθοδολογία ή τις διαδικασίες. Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιήσει τη διαδικασία του επείγοντος που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 3.

(13) Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, αφού λάβουν υπόψη τις απόψεις των ενδιαφερόμενων μερών, είναι σε θέση να απαιτούν από τις επιχειρήσεις που παρέχουν διαθέσιμα στο κοινό δίκτυα ή/και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να δημοσιεύουν συγκρίσιμες, κατάλληλες και επικαιροποιημένες πληροφορίες υπόψη των τελικών χρηστών σχετικά με την ποιότητα των υπηρεσιών τους, συμπεριλαμβανομένης της ισοδύναμης πρόσβασης για τους μειονεκτούντες τελικούς χρήστες. Οι εν λόγω πληροφορίες διαβιβάζονται επίσης, κατόπιν σχετικού αιτήματος, στην εθνική ρυθμιστική αρχή πριν από τη δημοσίευσή τους.’

β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

‘3. Προκειμένου να αποτραπεί η υποβάθμιση της υπηρεσίας και η επιβράδυνση της κίνησης στα δίκτυα, η Επιτροπή δύναται, κατόπιν διαβούλευσης με την Αρχή, να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας της υπηρεσίας που πρέπει να επιβάλλει η εθνική ρυθμιστική αρχή στις επιχειρήσεις παροχής δημοσίων δικτύων επικοινωνιών. Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιήσει τη διαδικασία του επείγοντος που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 3.’

(14) Το άρθρο 23 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘Άρθρο 23

Διαθεσιμότητα των υπηρεσιών

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν τη διαθεσιμότητα των τηλεφωνικών υπηρεσιών που διατίθενται στο κοινό και παρέχονται μέσω των δημοσίων δικτύων επικοινωνιών σε περίπτωση καταστροφικής βλάβης του δικτύου ή σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις που παρέχουν διαθέσιμες στο κοινό τηλεφωνικές υπηρεσίες λαμβάνουν όλα τα εύλογα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν την αδιάλειπτη πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης.’

(15) Το άρθρο 25 τροποποιείται ως εξής:

α) Ο τίτλος αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

‘Υπηρεσίες πληροφοριών τηλεφωνικού καταλόγου’

β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τελικοί χρήστες στους οποίους παρέχεται διαθέσιμη στο κοινό τηλεφωνική υπηρεσία έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες πληροφοριών καταλόγου, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β).’

γ) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘5. Οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 4 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των απαιτήσεων της κοινοτικής νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, και ιδίως του άρθρου 12 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ.’

(16) Τα άρθρα 26, 27 και 28 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

‘Άρθρο 26

Υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και ενιαίος ευρωπαϊκός αριθμός κλήσης έκτακτης ανάγκης

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι εκτός από κάθε άλλο εθνικό αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης που ορίστηκε από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, όλοι οι τελικοί χρήστες των υπηρεσιών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών των κοινόχρηστων τηλεφώνων, έχουν τη δυνατότητα να καλούν τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ατελώς και χωρίς χρήση οιουδήποτε μέσου πληρωμής, χρησιμοποιώντας τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης «112».

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσίας για εξερχόμενες εθνικές ή/και διεθνές κλήσεις μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης παρέχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι κλήσεις προς τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης «112» απαντώνται δεόντως και διεκπεραιώνονται με τον τρόπο που αρμόζει καλύτερα στην εθνική οργάνωση των συστημάτων έκτακτης ανάγκης. Οι εν λόγω κλήσεις απαντώνται και διεκπεραιώνονται τουλάχιστον τόσο γρήγορα και αποτελεσματικά όσο και οι κλήσεις προς εθνικό αριθμό ή εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης, σε περίπτωση που αυτοί εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται.

4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μειονεκτούντες τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι μειονεκτούντες τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη, τα μέτρα που λαμβάνονται μπορούν να περιλαμβάνουν τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τα σχετικά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/21/EΚ (οδηγία πλαίσιο).

5. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος διατίθενται ατελώς στις αρχές που χειρίζονται καταστάσεις έκτακτης ανάγκης για όλες τις κλήσεις προς τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης «112».

Τα κράτη μέλη απαιτούν την αυτόματη παροχή πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος ευθύς μόλις η κλήση έκτακτης ανάγκης ληφθεί από την αρχή που διαχειρίζεται τις καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης.

6. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πολίτες ενημερώνονται κατάλληλα σχετικά με την ύπαρξη και τη χρήση του ενιαίου ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης έκτακτης ανάγκης «112», ιδίως μέσω πρωτοβουλιών που στοχεύουν ειδικά τα άτομα που ταξιδεύουν μεταξύ των κρατών μελών. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετήσια έκθεση στην Επιτροπή και στην Αρχή για τα μέτρα που έλαβαν εν προκειμένω.

7. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των υπηρεσιών του «112» στα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης των μειονεκτούντων τελικών χρηστών όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη, η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με την Αρχή, μπορεί να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα.

Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιήσει τη διαδικασία του επείγοντος που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 3.

‘Άρθρο 27

Ευρωπαϊκοί τηλεφωνικοί κωδικοί πρόσβασης

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο κωδικός «00» είναι ο τυποποιημένος διεθνής κωδικός πρόσβασης. Μπορούν να θεσπίζονται ή να εξακολουθούν να ισχύουν ειδικοί διακανονισμοί για τις κλήσεις μεταξύ παρακείμενων περιοχών εκατέρωθεν των συνόρων των κρατών μελών. Οι τελικοί χρήστες των περιοχών αυτών πρέπει να ενημερώνονται πλήρως για τους εν λόγω διακανονισμούς.

2. Τα κράτη μέλη στα οποία η Διεθνής Ένωση Τηλεπικοινωνιών (ITU) εκχώρησε τον διεθνή κωδικό «3883» αναθέτουν στην Αρχή την αποκλειστική ευθύνη διαχείρισης του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλες οι επιχειρήσεις παροχής διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών διεκπεραιώνουν όλες τις κλήσεις από και προς τον Ευρωπαϊκό Χώρο Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης εφαρμόζοντας τιμές οι οποίες δεν υπερβαίνουν τις μέγιστες τιμές που εφαρμόζουν σε κλήσεις από και προς τα άλλα κράτη μέλη.’

‘Άρθρο 28

Πρόσβαση σε αριθμούς και υπηρεσίες

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι:

(α) οι τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση και να χρησιμοποιούν υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, που παρέχονται στην Κοινότητα· και

(β) οι τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε όλους τους αριθμούς που παρέχονται στην Κοινότητα, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι αριθμοί που υπάρχουν στα εθνικά σχέδια αριθμοδότησης των κρατών μελών, οι αριθμοί του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης και οι Παγκόσμιοι Διεθνείς Αριθμοί Ατελών Κλήσεων.

Οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να παρεμποδίσουν κατά περίπτωση την πρόσβαση σε αριθμούς ή υπηρεσίες, όταν αυτό δικαιολογείται για λόγους απάτης ή κατάχρησης.

2. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι τελικοί χρήστες έχουν αποτελεσματική πρόσβαση σε αριθμούς και υπηρεσίες στην Κοινότητα, η Επιτροπή δύναται, κατόπιν διαβούλευσης με την Αρχή, να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα. Τα μέτρα αυτά που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιήσει τη διαδικασία του επείγοντος που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 3.

Τα εν λόγω τεχνικά εκτελεστικά μέτρα είναι δυνατόν να επανεξετάζονται σε τακτά διαστήματα ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις στην αγορά και οι τεχνολογικές εξελίξεις.’

(17) Το άρθρο 29 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν από όλες τις επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται διαθέσιμες στο κοινό τηλεφωνικές υπηρεσίες ή/και δημόσια δίκτυα επικοινωνιών, να διαθέτουν στους τελικούς χρήστες τις επιπρόσθετες ευκολίες που παρατίθενται στο παράρτημα Ι, μέρος Β, με την επιφύλαξη της τεχνικής σκοπιμότητας και της οικονομικής βιωσιμότητας.’

β) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 10 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν σε όλες τις επιχειρήσεις που παρέχουν πρόσβαση σε δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή/και διαθέσιμες στο κοινό τηλεφωνικές υπηρεσίες τις υποχρεώσεις του παραρτήματος Ι, μέρος Α, στοιχείο ε) όσον αφορά την αποσύνδεση ως γενική απαίτηση.’

(18) Το άρθρο 30 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘Άρθρο 30

Διευκόλυνση της αλλαγής φορέα παροχής

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι συνδρομητές κάτοχοι αριθμών που υπάρχουν στο εθνικό σχέδιο αριθμοδότησης μπορούν, μετά από σχετική αίτηση, να διατηρούν τον(τους) αριθμό(-ούς) τους, ανεξαρτήτως της επιχείρησης που παρέχει την υπηρεσία, σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος I, μέρος Γ.

2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι η τιμολόγηση μεταξύ φορέων εκμετάλλευσης σχετικά με την παροχή φορητότητας αριθμού είναι κοστοστρεφής και ότι οι τυχόν άμεσες χρεώσεις των συνδρομητών δεν λειτουργούν αποτρεπτικά ως προς τη χρήση αυτών των ευκολιών.

3. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δεν επιβάλλουν τιμολόγια λιανικής για τη μεταφορά αριθμών κατά τρόπο που να στρεβλώνει τον ανταγωνισμό, όπως θεσπίζοντας ειδικά ή κοινά τιμολόγια λιανικής.

4. Η μεταφορά αριθμών και η επακόλουθη ενεργοποίησή τους πραγματοποιείται εντός της συντομότερης δυνατής προθεσμίας, το αργότερο μία εργάσιμη ημέρα από την αρχική αίτηση του συνδρομητή.

5. Η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με την Αρχή και λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες της τεχνολογίας και της αγοράς, να τροποποιήσει το παράρτημα I σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

Η εν λόγω τροποποίηση είναι δυνατόν ιδίως να προβλέπει:

(α) τη φορητότητα αριθμών μεταξύ σταθερών και κινητών δικτύων·

(β) τη φορητότητα των αναγνωριστικών και των συναφών πληροφοριών συνδρομητή, περίπτωση κατά την οποία εφαρμόζονται επίσης οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 στα εν λόγω αναγνωριστικά.’

6. Με την επιφύλαξη τυχόν ελάχιστης συμβατικής περιόδου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι οι όροι και οι διαδικασίες καταγγελίας της σύμβασης δεν λειτουργούν αποτρεπτικά για την αλλαγή φορέων παροχής υπηρεσιών.’

(19) Στο άρθρο 31 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘1. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν εύλογες υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» για τη μετάδοση εκπομπών συγκεκριμένων ραδιοτηλεοπτικών καναλιών καθώς και υπηρεσιών προσβασιμότητας σε επιχειρήσεις υπό τη δικαιοδοσία τους, οι οποίες παρέχουν δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται για τη διάδοση ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών στο κοινό, όταν σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών των δικτύων αυτών τα χρησιμοποιεί ως το κύριο μέσο λήψης ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών. Οι εν λόγω υποχρεώσεις επιβάλλονται μόνο όταν είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων γενικού συμφέροντος όπως ορίστηκαν σαφώς και ειδικώς από κάθε κράτος μέλος στην οικεία εθνική νομοθεσία, και πρέπει είναι αναλογικές και διαφανείς.

Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο επανεξετάζονται από τα κράτη μέλη το αργότερο εντός ενός έτους <από την προθεσμία εφαρμογής της τροποποιητικής πράξης>, εκτός εάν τα κράτη μέλη έχουν διεξάγει την εν λόγω επανεξέταση εντός των δύο προηγουμένων ετών.

Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν τις υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» τουλάχιστον κάθε τριετία.’

(20) Το άρθρο 33 τροποποιείται ως εξής:

(α) Στην παράγραφο 1 προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ιδίως ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θεσπίζουν μηχανισμό διαβούλευσης διασφαλίζοντας ότι, στην οικεία διαδικασία λήψης αποφάσεων, λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα συμφέροντα των καταναλωτών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(β) Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 3 και 4:

3. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετήσια έκθεση στην Επιτροπή και στην Αρχή σχετικά με τα μέτρα που ελήφθησαν και την πρόοδο που έχει επιτευχθεί με σκοπό τη βελτίωση της διαλειτουργικότητας και της χρήσης και πρόσβασης σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και στο σχετικό τερματικό εξοπλισμό από μειονεκτούντες τελικούς χρήστες.

4. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής της οδηγίας 1999/5/EΚ και ιδίως των απαιτήσεων για τα άτομα με ειδικές ανάγκες σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο στ), και προκειμένου να βελτιωθεί η προσβασιμότητα σε υπηρεσίες και εξοπλισμό ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τους μειονεκτούντες τελικούς χρήστες, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με την Αρχή, να λαμβάνει κατάλληλα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα για την αντιμετώπιση των θεμάτων που τέθηκαν στην έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 3, μετά από δημόσια διαβούλευση. Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιεί τη διαδικασία του επείγοντος που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 3.’

(21) Το άρθρο 34 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διάθεση διαφανών, απλών και μη δαπανηρών εξώδικων διαδικασιών για την αντιμετώπιση των ανεπίλυτων διαφορών μεταξύ καταναλωτών και επιχειρήσεων παροχής δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι οποίες αφορούν τους συμβατικούς όρους ή/και την εκτέλεση συμβάσεων παροχής των εν λόγω δικτύων ή υπηρεσιών. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι με τις διαδικασίες αυτές καθίσταται δυνατή η δίκαιη και ταχεία επίλυση των διαφορών, και μπορούν, όταν δικαιολογείται, να θεσπίζουν σύστημα επιστροφών ή/και αποζημιώσεων. Τα κράτη μέλη μπορούν να επεκτείνουν τις εν λόγω υποχρεώσεις ώστε να καλύπτουν διαφορές στις οποίες εμπλέκονται άλλοι τελικοί χρήστες.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα όργανα που είναι επιφορτισμένα με το χειρισμό αυτών των διαφορών παρέχουν τις σχετικές πληροφορίες στην Επιτροπή και στην Αρχή για στατιστικούς σκοπούς.’

(22) Το άρθρο 35 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘Άρθρο 35

Προσαρμογή των παραρτημάτων

Οι τροποποιήσεις που απαιτούνται για την προσαρμογή των παραρτημάτων I, ΙΙ, ΙΙΙ, VI και VΙΙ στις τεχνολογικές εξελίξεις ή στις μεταβολές της ζήτησης στην αγορά θεσπίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.’

(23) Στο άρθρο 36, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κοινοποιούν στην Επιτροπή τις υποχρεώσεις που έχουν επιβληθεί στις επιχειρήσεις οι οποίες ορίστηκαν ως έχουσες υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας. Κάθε μεταβολή που επηρεάζει τις υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν στις επιχειρήσεις ή τις υποχρεώσεις των επιχειρήσεων που εμπίπτουν στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας κοινοποιείται αμελλητί στην Επιτροπή.’

(24) Το άρθρο 37 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘ Άρθρο 37

Επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή επικοινωνιών, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 22 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

2. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

3. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1, 2, 4 και 6 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.’

(25) Τα παραρτήματα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ αντικαθίστανται από τα παραρτήματα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ της παρούσας οδηγίας.

(26) Το παράρτημα VII διαγράφεται.

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2002/58/EΚ (Οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες)

Η οδηγία 2002/58/ΕΚ (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) τροποποιείται ως εξής:

(1) Το άρθρο 2 στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘ε) «κλήση», σύνδεση που πραγματοποιείται μέσω μιας διαθέσιμης στο κοινό τηλεφωνικής υπηρεσίας που επιτρέπει αμφίδρομη επικοινωνία·’

(2) Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘Άρθρο 3

Σχετικές υπηρεσίες

‘Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε δημόσια δίκτυα επικοινωνιών στην Κοινότητα, συμπεριλαμβανομένων των δημοσίων δικτύων επικοινωνιών που υποστηρίζουν συσκευές συγκέντρωσης δεδομένων και ταυτοποίησης.’

(3) Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α) Ο τίτλος αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

‘Ασφάλεια της επεξεργασίας’

β) Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 3 και 4:

‘3. Σε περίπτωση παραβίασης της ασφάλειας που οδηγεί σε τυχαία ή παράνομη καταστροφή, απώλεια, αλλοίωση, μη εξουσιοδοτημένη αποκάλυψη ή πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα που έχουν διαβιβαστεί, αποθηκευτεί ή αποτελέσει με άλλο τρόπο αντικείμενο επεξεργασίας, σε σχέση με την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών επικοινωνιών στην Κοινότητα, ο πάροχος διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών κοινοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στον εμπλεκόμενο συνδρομητή και στην εθνική ρυθμιστική αρχή την εν λόγω παραβίαση. Στην κοινοποίηση προς τον συνδρομητή περιγράφεται τουλάχιστον η φύση της παραβίασης και συνιστώνται μέτρα για τη μείωση των πιθανών αρνητικών επιπτώσεών της. Στην κοινοποίηση προς την εθνική ρυθμιστική αρχή περιγράφονται επίσης οι συνέπειες της παραβίασης και τα μέτρα που ελήφθησαν από τον πάροχο για την αντιμετώπισή της.’

‘4. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή κατά την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (εφεξής αποκαλούμενη «η Αρχή») και με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τις συνθήκες, τον μορφότυπο και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στις απαιτήσεις πληροφόρησης και κοινοποίησης που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14α παράγραφος 2. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιήσει τη διαδικασία του επείγοντος που αναφέρεται στο άρθρο 14α παράγραφος 3.’

(4) Στο άρθρο 5 η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αποθήκευση πληροφοριών ή η απόκτηση πρόσβασης σε ήδη αποθηκευμένες πληροφορίες στον τερματικό εξοπλισμό συνδρομητή ή χρήστη επιτρέπεται μόνο εάν παρέχονται στον συγκεκριμένο συνδρομητή ή χρήστη σαφείς και εκτενείς πληροφορίες σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ, μεταξύ άλλων για το σκοπό της επεξεργασίας, και ο υπεύθυνος ελέγχου των δεδομένων του παρέχει το δικαίωμα να αρνηθεί την επεξεργασία αυτή. Τούτο δεν εμποδίζει οιαδήποτε τεχνικής φύσεως αποθήκευση ή πρόσβαση, αποκλειστικός σκοπός της οποίας είναι η διενέργεια ή η διευκόλυνση της μετάδοσης της επικοινωνίας μέσω δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή που είναι αυστηρώς αναγκαία για την παροχή υπηρεσίας στην κοινωνία της πληροφορίας την οποία έχει ζητήσει ρητά ο χρήστης ή ο συνδρομητής.’

(5) Στο άρθρο 13 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 6:

‘6. Με την επιφύλαξη οιουδήποτε διοικητικού μέτρου το οποίο μπορεί να προβλεφθεί, μεταξύ άλλων, δυνάμει του άρθρου 15α παράγραφος 2, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οιοδήποτε άτομο ή νομικό πρόσωπο το οποίο έχει έννομο συμφέρον όσον αφορά την καταπολέμηση των παραβιάσεων των εθνικών διατάξεων που θεσπίστηκαν κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένου του παρόχου υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών που προστατεύει τα έννομα επιχειρηματικά του συμφέροντα ή τα συμφέροντα των πελατών του, μπορεί να αναλάβει νομική δράση κατά των εν λόγω παραβιάσεων ενώπιον της δικαιοσύνης.’

(6) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 14α:

‘Άρθρο 14α

Επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή επικοινωνιών, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 22 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

2. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ιδίας απόφασης.

3. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1, 2, 4 και 6 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ιδίας απόφασης.’

(7) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 15α:

‘Άρθρο 15α

Εφαρμογή και επιβολή

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες των κυρώσεων που επιβάλλονται για παραβιάσεις των εθνικών διατάξεων που θεσπίστηκαν κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες ποινές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις εν λόγω διατάξεις το αργότερο <έως την προθεσμία εφαρμογής της τροποποιητικής πράξης> καθώς και οιαδήποτε επακόλουθη τροποποίηση αφορά τις εν λόγω διατάξεις, χωρίς καθυστέρηση.

2. Με την επιφύλαξη οιωνδήποτε ένδικων μέσων που είναι ενδεχομένως διαθέσιμα, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η εθνική ρυθμιστική αρχή έχει τις αρμοδιότητες να επιβάλλει την παύση των παραβιάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν όλες τις ελεγκτικές εξουσίες και τους αναγκαίους πόρους, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να αποκτούν οιεσδήποτε σχετικές πληροφορίες ενδεχομένως χρειάζονται για την παρακολούθηση και επιβολή των εθνικών διατάξεων που θεσπίστηκαν κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

4. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική διασυνοριακή συνεργασία κατά την επιβολή της εθνικής νομοθεσίας που θεσπίστηκε κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και να δημιουργηθούν εναρμονισμένοι όροι για την παροχή υπηρεσιών που περιλαμβάνουν διασυνοριακές ροές δεδομένων, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα, κατόπιν διαβούλευσης με την Αρχή και τις αρμόδιες κανονιστικές αρχές.

Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14α παράγραφος 2. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιήσει τη διαδικασία του επείγοντος που αναφέρεται στο άρθρο 14α παράγραφος 3.

Άρθρο 3 Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004

Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών (κανονισμός για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών [26]), προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

‘17. Όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών, οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών: άρθρο 13 (ΕΕ L 201 της 31.07.2002, σ.37).’

Άρθρο 4 Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

(1) Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν το αργότερο έως τις […], τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων και τον πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από τις […].

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

(2) Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 5 Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την […] ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Άρθρο 6 Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, […]

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

[…] […]

‘ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΕΥΚΟΛΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 10 (ΕΛΕΓΧΟΣ ΔΑΠΑΝΩΝ) ΚΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 29 (ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΕΥΚΟΛΙΕΣ)

Μέρος Α

Ευκολίες και υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 10

(α) Αναλυτικοί λογαριασμοί

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων της σχετικής νομοθεσίας περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, μπορούν να καθορίζουν το βασικό επίπεδο ανάλυσης λογαριασμών που παρέχονται ατελώς από τις καθορισμένες επιχειρήσεις (όπως ορίζονται στο άρθρο 8) στους καταναλωτές, ώστε οι τελευταίοι να μπορούν:

(i) να επαληθεύουν και να ελέγχουν τη χρέωσή τους για τη χρήση του δημόσιου δικτύου επικοινωνιών σε σταθερές θέσεις ή/και των συναφών διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών, και

(ii) να παρακολουθούν κατάλληλα τη χρήση και τις δαπάνες με τις οποίες επιβαρύνονται, ασκώντας έτσι έναν εύλογο βαθμό ελέγχου στους λογαριασμούς τους.

Όπου κρίνεται σκόπιμο, είναι δυνατόν να προσφέρεται στους συνδρομητές λεπτομερέστερη ανάλυση του λογαριασμού με εύλογη επιβάρυνση ή δωρεάν.

Κλήσεις οι οποίες είναι δωρεάν για τον καλούντα συνδρομητή, συμπεριλαμβανομένων των κλήσεων σε γραμμές βοήθειας, δεν εμφανίζονται στον αναλυτικό λογαριασμό του καλούντος συνδρομητή.

(β) Δωρεάν επιλεκτική φραγή εξερχόμενων κλήσεων

Πρόκειται για τη διευκόλυνση κατά την οποία ο συνδρομητής, κατόπιν υποβολής αιτήματος στην καθορισμένη επιχείρηση παροχής τηλεφωνικών υπηρεσιών, αποκτά δωρεάν τη δυνατότητα φραγής εξερχόμενων κλήσεων συγκεκριμένου τύπου ή κλήσεων προς συγκεκριμένες κατηγορίες αριθμών.

(γ) Συστήματα προπληρωμής

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να απαιτούν από τις καθορισμένες επιχειρήσεις να παρέχουν τα μέσα ώστε οι καταναλωτές να έχουν τη δυνατότητα να προπληρώνουν την πρόσβαση στο δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών και τη χρήση διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών.

(δ) Σταδιακή αποπληρωμή τελών σύνδεσης

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να απαιτούν από τις καθορισμένες επιχειρήσεις να παρέχουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα πληρωμής των τελών σύνδεσης με το δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών καταβάλλοντας τμηματικά δόσεις.

(ε) Μη εξόφληση λογαριασμών

Τα κράτη μέλη επιτρέπουν τη λήψη συγκεκριμένων αναλογικών, αμερόληπτων και δημοσιεύσιμων μέτρων για την αντιμετώπιση των περιπτώσεων μη εξόφλησης των λογαριασμών των φορέων εκμετάλλευσης που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 8. Τα μέτρα αυτά εξασφαλίζουν ότι ο συνδρομητής προειδοποιείται δεόντως για κάθε επικείμενη διακοπή υπηρεσίας ή αποσύνδεση. Η διακοπή υπηρεσίας κανονικά περιορίζεται στη συγκεκριμένη υπηρεσία. Κατ' εξαίρεση, σε περιπτώσεις απάτης, επανειλημμένης καθυστέρησης εξόφλησης ή μη εξόφλησης των λογαριασμών, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να επιτρέπουν την αποσύνδεση από το δίκτυο ως αποτέλεσμα της μη εξόφλησης των λογαριασμών για υπηρεσίες που παρέχονται επί του δικτύου. Η αποσύνδεση λόγω μη εξόφλησης λογαριασμών πρέπει να πραγματοποιείται μόνο εφόσον ο συνδρομητής έχει ειδοποιηθεί δεόντως. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν μια περίοδο περιορισμένης εξυπηρέτησης πριν από την πλήρη αποσύνδεση, κατά τη διάρκεια της οποίας επιτρέπονται μόνο οι υπηρεσίες που παρέχονται χωρίς χρέωση του συνδρομητή (π.χ. κλήσεις προς το «112»).

ΜΕΡΟΣ Β

Κατάλογος των ευκολιών που αναφέρονται στο άρθρο 29:

(α) Τονική επιλογή ή DTMF (λειτουργία πολυσυχνότητας διπλού τόνου)

Στην περίπτωση αυτή, το δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών υποστηρίζει τη χρήση τόνων DTMF που ορίζονται στο ETSI ETR 207 για διατερματική σηματοδοσία σε όλο το δίκτυο, τόσο στο εσωτερικό κράτους μέλους, όσο και μεταξύ κρατών μελών.

(β) Αναγνώριση καλούσας γραμμής

Πρόκειται για τη δυνατότητα να εμφανίζεται στον καλούμενο συνδρομητή ο αριθμός του καλούντα πριν από την αποκατάσταση της σύνδεσης.

Η ευκολία αυτή πρέπει να παρέχεται σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, ιδίως σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ.

Στο μέτρο του τεχνικώς εφικτού, οι φορείς εκμετάλλευσης πρέπει να παρέχουν δεδομένα και σήματα για τη διευκόλυνση της αναγνώρισης του καλούντος και της τονικής επιλογής για διασυνοριακές συνδιαλέξεις μεταξύ κρατών μελών.

ΜΕΡΟΣ Γ

Εφαρμογή των διατάξεων για τη φορητότητα αριθμού που αναφέρονται στο άρθρο 30:

Η απαίτηση όλοι οι συνδρομητές με αριθμούς από το εθνικό σχέδιο αριθμοδότησης να μπορούν, εφόσον το ζητήσουν, να διατηρήσουν τον(τους) αριθμό(-ούς) τους, ανεξαρτήτως της επιχείρησης παροχής της υπηρεσίας, εφαρμόζεται:

(α) εφόσον πρόκειται για γεωγραφικούς αριθμούς, σε συγκεκριμένο τόπο· και

(β) εφόσον πρόκειται για μη γεωγραφικούς αριθμούς, σε οιονδήποτε τόπο.

Η παρούσα παράγραφος δεν ισχύει για τη μεταφορά αριθμών μεταξύ δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες σε σταθερές θέσεις και δικτύων κινητής τηλεφωνίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 21 (ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ)

Η εθνική ρυθμιστική αρχή είναι αρμόδια για τη διασφάλιση της δημοσίευσης των πληροφοριών του παρόντος παραρτήματος, σύμφωνα με το άρθρο 21. Η εθνική ρυθμιστική αρχή αποφασίζει ποιες πληροφορίες πρέπει να δημοσιεύονται από τις επιχειρήσεις παροχής δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή/και διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών και ποιες πληροφορίες πρέπει να δημοσιεύονται από την ίδια την εθνική ρυθμιστική αρχή, προκειμένου να διασφαλίζεται η δυνατότητα των καταναλωτών να κάνουν τις επιλογές τους μετά από πλήρη ενημέρωση. Όταν δημοσιεύονται πληροφορίες από τις επιχειρήσεις παροχής δημοσίων δικτύων επικοινωνιών ή/και διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών, η εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να προσδιορίσει τον τρόπο με τον οποίο δημοσιεύονται οι πληροφορίες, προκειμένου να εξασφαλίσει την ολοκληρωμένη ενημέρωση των καταναλωτών.

37. Επωνυμία(-ες) και διεύθυνση(-εις) της επιχείρησης(-ων)

Πρόκειται για τις επωνυμίες και τις διευθύνσεις των κεντρικών γραφείων των επιχειρήσεων παροχής δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή/και διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών.

38. Περιγραφή των προσφερόμενων υπηρεσιών

39. Πεδίο εφαρμογής των προσφερόμενων υπηρεσιών

40. Τυποποιημένα τιμολόγια με ένδειξη του τι περιλαμβάνει κάθε τιμολογιακό στοιχείο (π.χ. τέλη πρόσβασης, όλα τα είδη των τελών χρήσης, τέλη συντήρησης), συμπεριλαμβανομένων των λεπτομερειών για τις ισχύουσες συνήθεις εκπτώσεις και τα ειδικά και στοχοθετημένα τιμολογιακά καθεστώτα.

41. Πολιτική αποζημιώσεων/επιστροφών, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών λεπτομερειών για τα προσφερόμενα καθεστώτα αποζημιώσεων/επιστροφών.

42. Τύποι προσφερόμενων υπηρεσιών συντήρησης.

43. Τυποποιημένοι συμβατικοί όροι, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται η ελάχιστη συμβατική περίοδος, η λύση της σύμβασης, οι διαδικασίες και τα άμεσα τέλη που σχετίζονται με τη φορητότητα αριθμών και άλλων αναγνωριστικών, εφόσον κρίνεται σκόπιμο.

44. Μηχανισμοί επίλυσης διαφορών, συμπεριλαμβανομένων των μηχανισμών που έχουν αναπτυχθεί από την επιχείρηση.

45. Ενημέρωση σχετικά με τα δικαιώματα που αφορούν την καθολική υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένων, όπου κρίνεται σκόπιμο, των ευκολιών και των υπηρεσιών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.’

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΠΑΡΟΧΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 11 ΚΑΙ 22

Για επιχείρηση που έχει οριστεί για την παροχή πρόσβασης σε δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ (Σημείωση 1) | ΟΡΙΣΜΟΣ | ΜΕΘΟΔΟΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ |

Χρόνος παροχής της αρχικής σύνδεσης | ETSI EG 201 769-1 | ETSI EG 201 769-1 |

Ποσοστό βλαβών ανά γραμμή πρόσβασης | ETSI EG 201 769-1 | ETSI EG 201 769-1 |

Χρόνος επισκευής βλαβών | ETSI EG 201 769-1 | ETSI EG 201 769-1 |

Για επιχείρηση που έχει οριστεί για την παροχή διαθέσιμης στο κοινό τηλεφωνικής υπηρεσίας

Χρόνος αποκατάστασης κλήσης (Σημείωση 2) | ETSI EG 201 769-1 | ETSI EG 201 769-1 |

Χρόνος απόκρισης για υπηρεσίες τηλεφωνητή | ETSI EG 201 769-1 | ETSI EG 201 769-1 |

Χρόνος απόκρισης για υπηρεσίες πληροφοριών καταλόγου | ETSI EG 201 769-1 | ETSI EG 201 769-1 |

Αναλογία των εν λειτουργία κοινόχρηστων τηλεφώνων με κερματοδέκτη ή υποδοχή κάρτας | ETSI EG 201 769-1 | ETSI EG 201 769-1 |

Καταγγελίες για λάθη σε λογαριασμούς | ETSI EG 201 769-1 | ETSI EG 201 769-1 |

Αναλογία ανεπιτυχών κλήσεων (Σημείωση 2) | ETSI EG 201 769-1 | ETSI EG 201 769-1 |

Ο αριθμός έκδοσης ETSI EG 201 769-1 είναι 1.1.1 (Απρίλιος 2000).

Σημείωση 1

Οι παράμετροι πρέπει να επιτρέπουν την ανάλυση των επιδόσεων σε περιφερειακό επίπεδο (δηλαδή τουλάχιστον στο επίπεδο 2 της στατιστικής ονοματολογίας εδαφικών ενοτήτων μονάδων (NUTS) της Eurostat).

Σημείωση 2

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην απαιτούν την τήρηση επικαιροποιημένων πληροφοριών για τις επιδόσεις που αφορούν τις δύο αυτές παραμέτρους, εφόσον από τα στοιχεία προκύπτει ότι οι επιδόσεις στους δύο αυτούς τομείς είναι ικανοποιητικές.’[pic][pic][pic][pic][pic][pic]

[1] Οδηγία 2002/22/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

[2] Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ΕΕ L 201 της 31.07.2002.

[3] COM (2007) 697.

[4] COM (2007) 699.

[5] SEC(2007) 1472.

[6] COM (2007) 696.

[7] COM (2006) 334

[8] Βλέπε υποσημείωση 7.

[9] ΕΕ L 186 της 25.07.2003, σ. 43.

[10] ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1.

[11] Εξετάστηκε επίσης κατά πόσον εξακολουθούν να είναι κατάλληλες οι διατάξεις του παραρτήματος VI για τη διαλειτουργικότητα του ψηφιακού εξοπλισμού καταναλωτή. Ωστόσο, δεδομένου ότι η εξέταση είναι ακόμη εν εξελίξει, η διαθεσιμότητα των αρμοδιοτήτων επιτροπολογίας δίνει στην Επιτροπή το δικαίωμα να τροποποιήσει τις εν λόγω διατάξεις με ταχύτερο ρυθμό (άρθρα 35 και 37).

[12] ΕΕ L 364 της 9.12.2004, σ.1.

[13] ΕΕ C , , σ. .

[14] ΕΕ C , , σ. .

[15] ΕΕ C , , σ. .

[16] ΕΕ C , , σ. .

[17] ΕΕ C , , σ. .

[18] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 7

[19] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 21

[20] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33

[21] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51

[22] ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37

[23] ΕΕ C […] της […], σ. […].

[24] ΕΕ L 91 της 22.11.2002, σ. 10. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

[25] ΕΕ L 364 της 9.12.2004, σ.1.

[26] ΕΕ L 364 της 9.12.2004, σ.1.

Top