Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52007PC0697

    Πρόταση ΟΔΗΓΙA του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβούλιο για την τροποποίηση των οδηγιών 2002/21/ΕΚ σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, 2002/19/ΕΚ σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους, και 2002/20/EΚ για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών {SEC(2007) 1472} {SEC(2007) 1473}

    /* COM/2007/0697 τελικό - COD 2007/0247 */

    52007PC0697

    Πρόταση ΟΔΗΓΙA του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβούλιο για την τροποποίηση των οδηγιών 2002/21/ΕΚ σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, 2002/19/ΕΚ σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους, και 2002/20/EΚ για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών {SEC(2007) 1472} {SEC(2007) 1473} /* COM/2007/0697 τελικό - COD 2007/0247 */


    [pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

    Βρυξέλλες, 13.11.2007

    COM(2007) 697 τελικό

    2007/0247 (COD)

    Πρόταση

    ΟΔΗΓΙA ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για την τροποποίηση των οδηγιών 2002/21/ΕΚ σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, 2002/19/ΕΚ σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους, και 2002/20/EΚ για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών

    (υποβληθείσα από την Επιτροπή) { SEC(2007) 1472}{SEC(2007) 1473}

    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    1. Πλαίσιο της πρότασης

    - Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

    Για να ενισχυθούν οι επενδύσεις, η καινοτομία και να πολλαπλασιαστούν τα οφέλη για τους καταναλωτές στο πεδίο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η Ευρώπη χρειάζεται συνεκτικό πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων για την ψηφιακή οικονομία, το οποίο να είναι βιώσιμο μελλοντικά και στραμμένο στην αγορά, και να αξιοποιεί τα πλεονεκτήματα που συνεπάγεται η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς

    Η παρούσα πρόταση αποτελεί μια από τρεις συνολικά μεταρρυθμιστικές προτάσεις για την τροποποίηση του ισχύοντος πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων. Η πρώτη αυτή πρόταση νομοθετικής μεταρρύθμισης αφορά αλλαγές στην οδηγία πλαίσιο[1] και στις οδηγίες για την αδειοδότηση[2] και για την πρόσβαση[3]. Αλλαγές στις άλλες δύο οδηγίες θα γίνουν με χωριστή πρόταση νομοθετικής μεταρρύθμισης[4]. Το σύνολο αυτό θα συμπληρωθεί με την πρόταση κανονισμού για τη δημιουργία της νέας ευρωπαϊκής αρχής για την αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών[5]. Οι τρεις προτάσεις νομοθετικής μεταρρύθμισης συνοδεύονται από εκτίμηση του αντίκτυπου[6], καθώς και από ανακοίνωση, στην οποία παρουσιάζονται οι κύριες κατευθύνσεις πολιτικής και όπου γίνεται αναφορά στη διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης[7]. Εξάλλου, η Επιτροπή ενέκρινε δεύτερη έκδοση της σύστασής της για τις σχετικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, βάσει της οποίας ο αριθμός των αγορών που υπόκεινται σε εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση περιορίζεται από 18 σε 7.

    Η παρούσα πρόταση νομοθετικής μεταρρύθμισης στοχεύει στην προσαρμογή του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων για τις ηλ-επικοινωνίες με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του, τον περιορισμό των απαιτούμενων διοικητικών πόρων για την εφαρμογή οικονομικής κανονιστικής ρύθμισης (διαδικασία ανάλυσης της αγοράς) και καθιστώντας απλούστερη και αποτελεσματικότερη την πρόσβαση σε ραδιοσυχνότητες. Η πρόταση συμβαδίζει με το πρόγραμμα βελτιωμένων νομοθετικών ρυθμίσεων της Επιτροπής, που αποβλέπει να εξασφαλίσει ότι οι νομοθετικές παρεμβάσεις θα παραμείνουν αναλογικές προς τους επιδιωκόμενους πολιτικούς στόχους, και αποτελεί μέρος της συνολικής στρατηγικής της Επιτροπής για την ενίσχυση και συμπλήρωση της εσωτερικής αγοράς.

    Ειδικότερα, οι στόχοι της παρούσας πρότασης είναι τρεις:

    1. Να κινηθεί προς την κατεύθυνση αποδοτικότερης διαχείρισης του ραδιοφάσματος ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση των φορέων εκμετάλλευσης στο ραδιοφάσμα και να ενισχυθεί η καινοτομία.

    2. Να εξασφαλιστεί ότι, εφόσον η κανονιστική ρύθμιση παραμένει απαραίτητη, τούτο γίνεται αποτελεσματικότερα και απλούστερα, τόσο για τους φορείς εκμετάλλευσης όσο και για τις εθνικές ρυθμικές αρχές (ΕΡΑ).

    3. Να πραγματοποιηθεί αποφασιστικό βήμα προς συνεπέστερη εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων για την συμπλήρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

    - Γενικό πλαίσιο

    Ως μέρος της ανανεωμένης στρατηγικής της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση, η Επιτροπή πρότεινε, τον Ιούνιο του 2005 νέα στρατηγική — την πρωτοβουλία i2010: Ευρωπαϊκή κοινωνία της πληροφορίας για την ανάπτυξη και την απασχόληση — όπου καθορίζονται οι ευρύτεροι προσανατολισμοί πολιτικής για την προώθηση ανοιχτής και ανταγωνιστικής ψηφιακής οικονομίας. Η δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου της πληροφορίας, που αποτελεί έναν από τους κύριους πυλώνες της πρωτοβουλίας i2010, περιλαμβάνει, ως μία από τις βασικότερες προκλήσεις της, τη μεταρρύθμιση του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων. Στην πρωτοβουλία i2010 υπογραμμίζεται επίσης ότι η επίτευξη αποδοτικότερης διαχείρισης του ραδιοφάσματος θα δώσει ώθηση στην καινοτομία στις ΤΠΕ και θα συμβάλλει στην παροχή οικονομικά προσιτών υπηρεσιών για τους ευρωπαίους πολίτες.

    Σύμφωνα με τις αρχές της βελτίωσης της νομοθεσίας, προβλέπεται περιοδική αναθεώρηση του πλαισίου ώστε να εξασφαλίζεται ότι συμβαδίζει με τις εξελίξεις στην τεχνολογία και την αγορά.

    Τον Ιούνιο του 2006 η Επιτροπή παρουσίασε έκθεση[8] στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τη λειτουργία του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Στην έκθεση σημειωνόταν ότι ο πλαίσιο έχει ήδη αποδώσει σημαντικά οφέλη, αλλά ότι η εσωτερική αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν είχε ακόμα ολοκληρωθεί, καθώς πολλές πτυχές συνεχίζουν να υπόκεινται σε εθνική κανονιστική ρύθμιση.

    Η κατάσταση αυτή αντιβαίνει με τις εξελίξεις στην τεχνολογία και την αγορά, οι οποίες δεν εμποδίζονται από εθνικά σύνορα· κατά συνέπεια απαιτείται κοινή ρυθμιστική προσέγγιση σε ολόκληρη την ΕΕ. Ο ισχύων κατακερματισμός εμποδίζει τις επενδύσεις και είναι επιζήμιος για τους καταναλωτές και τους οικονομικούς φορείς εκμετάλλευσης. Προς τούτο απαιτείται ουσιαστική μεταρρύθμιση του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων ώστε να ενισχυθεί και να συμπληρωθεί η εσωτερική αγορά.

    - Υφιστάμενες διατάξεις στο πεδίο της πρότασης

    Στόχος της παρούσας πρότασης είναι η τροποποίηση τριών οδηγιών: της οδηγίας πλαίσιο, της οδηγίας για την αδειοδότηση και της οδηγίας για την πρόσβαση.

    - Συνέπεια με τις λοιπές πολιτικές και στόχους της Ένωσης

    Η πρόταση για τροποποίηση της οδηγίας πλαίσιο στο πεδίο της ασφάλειας και της ακεραιότητας αποβλέπει στην ενίσχυση της προσαρμοστικότητας των σημερινών δικτύων και συστημάτων ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Συμπληρώνει την απόφαση πλαίσιο 2005/222/JHA για τις επιθέσεις εναντίον συστημάτων πληροφοριών[9], με την οποία ποινικοποιούνται ορισμένες δραστηριότητες. Η πρόταση τροποποίησης της οδηγίας για την αδειοδότηση, με σκοπό την καθιέρωση κοινής διαδικασίας επιλογής θα διευκολύνει την αδειοδότηση ορισμένων πανευρωπαϊκών δορυφορικών υπηρεσιών, σύμφωνα με έναν από τους στόχους της ευρωπαϊκής πολιτικής για το διάστημα[10].

    2. Διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και εκτίμηση του αντίκτυπου

    - Διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη

    Μέθοδοι διαβούλευσης, κύριοι τομείς στόχοι και γενικά χαρακτηριστικά των συνομιλητών

    Οι υπηρεσίες της Επιτροπής δρομολόγησαν στα τέλη του 2005 διαβούλευση σε δύο φάσεις. Η πρώτη φάση περιελάμβανε πρόσκληση για υποβολή ιδεών, με δημόσια διαβούλευση περισσότερων από 440 συμμετεχόντων (πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 2006) και περίπου 160 συμβολές από ενδιαφερόμενους. Στην πρόσκληση για υποβολή ιδεών ζητήθηκε από τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις απόψεις τους σε γενικά θέματα που αναφέρονται στην κανονιστική ρύθμιση των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Οι απόψεις αυτές συνεκτιμήθηκαν κατά την κατάρτιση της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 29ης Ιουνίου 2006 σχετικά με την ανασκόπηση[11], καθώς και στο συνοδευτικό έγγραφο των υπηρεσιών της Επιτροπής και στην εκτίμηση του αντίκτυπου. Με τη δημοσίευση των εν λόγω εγγράφων δρομολογήθηκε η δεύτερη φάση της δημόσιας διαβούλευσης, η οποία διήρκησε έως τον Οκτώβριο του 2006. Τον ίδιο μήνα πραγματοποιήθηκε δημόσια συνάντηση εργασίας όπου τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να εκφράσουν τις απόψεις τους σχετικά με τα έγγραφα της διαβούλευσης. Από ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών απεστάλησαν 224 απαντήσεις, εντός και εκτός της ΕΕ. Γραπτά σχόλια απέστειλαν 52 κλαδικές ενώσεις, 12 επαγγελματικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις και 15 ενώσεις χρηστών, όπως και 18 κράτη μέλη και η ευρωπαϊκή ομάδα ρυθμιστικών αρχών (ΕRG). Η Επιτροπή παρέλαβε τη σκυτάλη από την ERG διοργανώνοντας, μεταξύ Νοεμβρίου 2006 και Φεβρουαρίου 2007, διάλογο για τις κανονιστικές ρυθμίσεις ώστε να διερευνηθούν οι δυνατότητες και επιλογές για τον περιορισμό ρυθμιστικών ανακολουθιών και εμποδίων για την ενιαία αγορά υπό το πνεύμα της βελτίωσης της νομοθεσίας.

    Σύνοψη των απαντήσεων και του τρόπου με τον οποίο ελήφθησαν υπόψη

    Οι προτάσεις στα πεδία της διαχείρισης του ραδιοφάσματος και της εξομάλυνσης των διαδικασιών ανασκόπησης αγορών υποστηρίχθηκαν ευρύτερα από τα κράτη μέλη και τον κλάδο. Μεγάλος αριθμός των σχολίων που υποβλήθηκαν εκ μέρους του κλάδου τάχθηκαν υπέρ μιας γνήσιας εσωτερικής αγοράς στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Διατυπώθηκαν ορισμένες ανησυχίες ως προς επιμέρους πτυχές πιθανής εποπτείας της Επιτροπής σε επανορθωτικά μέτρα χωρίς ανάμιξη των ΕΡΑ, καθώς επίσης και όσον αφορά αλλαγές σε διαδικασίες προσφυγής. Στο πεδίο της ασφάλειας σημειώθηκε ευρύτερη υποστήριξη των γενικών στόχων, αλλά οι απόψεις που διατυπώθηκαν ήταν επιφυλακτικότερες όσον αφορά τα προτεινόμενα μέσα για την επίτευξη των εν λόγω στόχων. Οι νεοεισερχόμενοι καθώς και η ERG ζήτησαν τη δυνατότητα να υπάρξει λειτουργικός διαχωρισμός. Ευρεία υποστήριξη έλαβε η πρόταση όσον αφορά την αδειοδότηση υπηρεσιών πανευρωπαϊκής διάστασης. Στην παρούσα πρόταση έχουν ληφθεί υπόψη τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης.

    - Συλλογή και χρήση εμπειρογνωμοσύνης

    Σχετικοί επιστημονικοί τομείς/τομείς εμπειρογνωμοσύνης

    - Μελέτη για την προετοιμασία των επόμενων βημάτων στην κανονιστική ρύθμιση των ηλεκτρονικών επικοινωνιών («Preparing the next steps of electronic communications — a contribution to the review of the review of the electronic communications regulatory framework») (Hogan & Hartson, Analysys), 2006.

    Σύνοψη των γνωμοδοτήσεων που ελήφθησαν και αξιοποιήθηκαν

    Η μελέτη επιβεβαίωσε την ορθότητα του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων και των στόχων του. Επισημάνθηκε, ωστόσο η ανάγκη ορισμένων προσαρμογών.

    - Η μελέτη εξέτασε ευρύτερα ορισμένες πτυχές της κανονιστικής ρύθμισης, συμπεριλαμβανομένης έρευνας συντελεστών της αγοράς σχετικά με εμπόδια για την εσωτερική αγορά, καθώς και αξιολόγηση της διαδικασίας ανάλυσης της αγοράς του άρθρου 7. Διατυπώθηκε σειρά συστάσεων για αλλαγές, συμπεριλαμβανομένων μεθόδων για την εξομάλυνση της διαδικασίας ανασκόπησης της αγοράς και τη βελτίωση των προσφυγών στα εθνικά δικαστήρια, μολονότι καμία από τις συστάσεις δεν αφορούσε ριζικές αλλαγές στο πλαίσιο. Προτάθηκε βέτο της Επιτροπής για τα επανορθωτικά μέτρα σε περιπτώσεις που αιτιολογούνται εξαιτίας της διάστασης τους που αφορά την εσωτερική αγορά, και εισαγωγή λειτουργικού διαχωρισμού στον κατάλογο των επανορθωτικών μέτρων που είναι στη διάθεση των ΕΡΑ.

    Μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ώστε να καταστεί δημόσια διαθέσιμη η γνωμοδότηση των εμπειρογνωμόνων

    Η μελέτη διατίθεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση:

    http://ec.europa.eu/information_society/policy/ecomm/library/ext_studies/index_en.htm#2006

    - Εκτίμηση του αντίκτυπου

    Η έκθεση του Ιουνίου του 2006 για την εκτίμηση του αντίκτυπου περιελάμβανε αρχική ανάλυση ομάδας εναλλακτικών δυνατοτήτων ευρύτερων πολιτικών κατευθύνσεων. Η ανάλυση αυτή εξειδικεύτηκε έπειτα από τη δημόσια διαβούλευση. Η δεύτερη εκτίμηση του αντίκτυπου, που δημοσιεύθηκε μαζί με την παρούσα πρόταση, εστιάζεται σε ειδικότερη δέσμη εναλλακτικών δυνατοτήτων για τις προτάσεις αυτές με τα πλέον μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Η εν λόγω εκτίμηση στηρίχθηκε ειδικότερα σε μελέτη εμπειρογνωμόνων σχετικά με την επιλογή πολιτικής για αποδοτική διαχείριση του ραδιοφάσματος.

    Οι ομάδες που επηρεάζονται περισσότερο από τις προτεινόμενες αλλαγές είναι οι επιχειρήσεις (κατεστημένοι και νεοεισερχόμενοι φορείς στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και επαγγελματικοί χρήστες υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών), δημόσιες διοικήσεις, πολίτες και η ευρωπαϊκή κοινωνία γενικότερα, που είναι στο σύνολό τους χρήστες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ειδικότερα, οι βασικοί συντελεστές που επηρεάζονται από την παρούσα πρόταση είναι οι ΕΡΑ, οι πάροχοι ηλεκτρονικών επικοινωνιών καθώς και οι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς. Δεν πρόκειται για ομογενή ομάδα: τα μέλη της ενδέχεται συχνά να έχουν αντιτιθέμενα συμφέροντα. Η εκτίμηση του αντίκτυπου διατίθεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση:

    http://ec.europa.eu/information_society/policy/ecomm/library/public_consult/index_en.htm#communication_review

    3. Νομικά στοιχεία της πρότασης

    - Σύνοψη της προτεινόμενης δράσης

    Η πρόταση στοχεύει στον εκσυγχρονισμό και την τροποποίηση των υφιστάμενων οδηγιών για το πλαίσιο, την αδειοδότηση και την πρόσβαση.

    Οι κυριότερες προταθείσες τροποποιήσεις της οδηγίας πλαίσιο έχουν ως εξής:

    - Αναθεώρηση της διαχείρισης του ραδιοφάσματος, σε εφαρμογή της προσέγγισης πολιτικής της Επιτροπής για τη διαχείριση του ραδιοφάσματος, όπως παρουσιάστηκε στην ανακοίνωση του Σεπτεμβρίου 2005[12]. Η τεχνολογική εξέλιξη και σύγκλιση υπογραμμίζουν τη σημασία του ραδιοφάσματος, αλλά η διαχείρισή του εντός της ΕΕ δεν έχει συμβαδίσει με την εξέλιξη αυτή. Απαιτείται επομένως πιο ευέλικτη προσέγγιση για την εκμετάλλευση του οικονομικού δυναμικού και την αξιοποίηση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών δυνατοτήτων από τη βελτιωμένη χρήση του ραδιοφάσματος.

    - Βελτίωση της συνέπειας της κανονιστικής ρύθμισης όσον αφορά την εσωτερική αγορά στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Τούτο θα επιτευχθεί με ισχυρότερο ρόλο της Επιτροπής όσον αφορά τα επανορθωτικά μέτρα που επιβάλλουν οι ΕΡΑ, που θα συνδυαστεί με στενή συμμετοχή της νέας αρχής για την αγορά των ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 7, ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική αξιοποίηση της κοινής εμπειρογνωμοσύνης των ΕΡΑ και η αποτελεσματική συνεκτίμησή της στην τελική απόφαση της Επιτροπής.

    - Ενίσχυση της ασφάλειας και της ακεραιότητας, προς όφελος των χρηστών των ηλ-επικοινωνιών. Τούτο είναι απαραίτητο για την ενδυνάμωση της εμπιστοσύνης επιχειρήσεων και πολιτών που χρησιμοποιούν ηλ-επικοινωνίες.

    Όσον αφορά την οδηγία για την αδειοδότηση , οι κύριες αλλαγές είναι οι εξής:

    - ευθυγράμμιση της οδηγίας με τη νέα πολιτική για το ραδιοφάσμα·

    - δημιουργία αποτελεσματικής διαδικασίας για τις εταιρίες που χρειάζονται δικαιώματα χρήσης για την παροχή διευρωπαϊκών υπηρεσιών· και

    - εξασφάλιση ομαλής μετάβασης στην εισαγωγή της εμπορίας του ραδιοφάσματος.

    Όσον αφορά την οδηγία για την πρόσβαση , η κύρια αλλαγή είναι η εισαγωγή λειτουργικού διαχωρισμού ως επανορθωτικού μέτρου που μπορούν να επιβάλλουν οι ΕΡΑ, υπό τον όρο έγκρισής της από την Επιτροπή, η οποία πρέπει να ζητήσει προς τούτο τη γνωμοδότηση της νέας αρχής.

    - Νομική βάση

    Άρθρο 95 ΕΚ

    - Αρχή της επικουρικότητας

    Η προτεινόμενη δράση συνεπάγεται τροποποίηση του υφιστάμενου κοινοτικού πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων και επομένως αφορά πεδίο όπου η Κοινότητα έχει ήδη ασκήσει την αρμοδιότητά της. Η πρόταση ικανοποιεί συνεπώς την αρχή της επικουρικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Εξάλλου, το ρυθμιστικό μοντέλο για το πλαίσιο βασίζεται στην αρχή της αποκεντρωμένης κανονιστικής ρύθμισης στα κράτη μέλη, παρέχοντας στις εθνικές αρχές αρμοδιότητες εποπτείας των αγορών σύμφωνα με κοινή δέσμη αρχών και διαδικασιών.

    - Αρχή της αναλογικότητας

    Η παρούσα πρόταση ικανοποιεί την αρχή της αναλογικότητας, δεδομένου ότι προτείνει ελάχιστο επίπεδο εναρμόνισης, επαφίοντας τον ορισμό των μέσων υλοποίησης στις ΕΡΑ ή στα κράτη μέλη, όπως στα ακόλουθα πεδία:

    - η απλοποίηση της ‘διαδικασίας του άρθρου 7’ αποτελεί τρόπο για εξομάλυνση της διοικητικής επιβάρυνσης φορέων εκμετάλλευσης και ΕΡΑ — σύμφωνα με την πολιτική της Επιτροπής για βελτίωση της νομοθεσίας — μεριμνώντας παράλληλα για την ύπαρξη αποτελεσματικού κοινοτικού μηχανισμού σε βασικά πεδία όπου υπάρχει ανάγκη ρυθμιστικής συνέπειας στην εσωτερική αγορά·

    - τα μέτρα για την ενίσχυση της ασφάλειας και της ακεραιότητας δεν προβλέπουν λεπτομερείς υποχρεώσεις σε επίπεδο ΕΕ, αλλά, αντίθετα, παρέχουν στις ΕΡΑ πρόσθετες εξουσίες επιβολής, ενώ η αποτελεσματική ρύθμιση των θεμάτων αυτών παραμένει αρμοδιότητα των κρατών μελών.

    Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις δεν υπερβαίνουν τα απαραίτητα για την επίτευξη του στόχου της βελτίωσης της νομοθεσίας στον τομέα. Οι τροποποιήσεις συμβαδίζουν με την αρχή της αναλογικότητας, όπως παρουσιάζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης ΕΚ.

    - Επιλογή μέσων

    Προτεινόμενα νομικά μέσα: οδηγία.

    Δεν θα απαιτηθούν άλλα μέσα καθώς στόχος της παρούσας πρότασης είναι η τροποποίηση τριών υφιστάμενων οδηγιών.

    4. Δημοσιονομικές Επιπτώσεις

    Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον κοινοτικό προϋπολογισμό.

    5. Συμπληρωματικές πληροφορίες

    - Απλούστευση και περιορισμός διοικητικών δαπανών

    Διάφορες αλλαγές στοχεύουν στην περιστολή του διοικητικού βάρους των ΕΡΑ και των συντελεστών της αγοράς.

    - Η αυξημένη ευελιξία όσον αφορά τα καθήκοντα διαχείρισης του ραδιοφάσματος θα διευκολύνει για τις ΕΡΑ τις διοικητικές διαδικασίες, καθώς και τη χρήση του ραδιοφάσματος για φορείς εκμετάλλευσης και καταναλωτές. Στο πλαίσιο του προτεινόμενου μηχανισμού, θα περιοριστούν στο ελάχιστο οι ρυθμιστικοί περιορισμοί (π.χ. όροι αδειοδότησης).

    - Εισάγονται διατάξεις με περιθώρια χαλαρότερης εφαρμογής της υποχρέωσης των ΕΡΑ να κοινοποιούν στην Επιτροπή σχέδια μέτρων βάσει του άρθρου 7 της οδηγίας πλαίσιο. Θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν 'συνοπτική μορφή' της διαδικασίας κοινοποίησης για ορισμένα σχέδια μέτρων (π.χ. όσα αφορούν σταθερές αγορές ή ελάσσονες αλλαγές σε προηγουμένως κοινοποιημένα μέτρα), όπου η ΕΡΑ θα ενημερώνει απλώς την Επιτροπή για το μέτρο που προτίθεται να λάβει και θα υποβάλλει περιορισμένη περιγραφή του περιεχομένου του· και διαδικασία 'εξαίρεσης κοινοποίησης' για ορισμένες κατηγορίες που θεωρείται απίθανο να προκαλέσουν προβλήματα στον ανταγωνισμό, όπου η ΕΡΑ δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένη να κοινοποιεί στην Επιτροπή τα σχέδια μέτρων.

    Προτείνεται, περαιτέρω, η κατάργηση ορισμένων απαρχαιωμένων διατάξεων, συμπεριλαμβανομένων, π.χ., των μεταβατικών μέτρων για τη διευκόλυνση της μετάβασης από το ‘παλαιό’ πλαίσιο του 1998 στο πλαίσιο του 2002.

    Η πρόταση περιλαμβάνεται στο κυλιόμενο πρόγραμμα της Επιτροπής για την ενημέρωση και την απλούστευση του κοινοτικού κεκτημένου καθώς και στο πρόγραμμα εργασίας της και το νομοθετικό της πρόγραμμα με στοιχεία αναφοράς 2007/INFSO/001.

    Παράλληλα, ο αριθμός των αγορών που δυνητικά επιδέχονται εκ των προτέρων ρύθμιση θα περιοριστεί από 18 σε 7, χάρη σε αλλαγές στη σύσταση για τις σχετικές αγορές.

    - Κατάργηση ισχύουσας νομοθεσίας

    Η θέσπιση της πρότασης έχει ως αποτέλεσμα την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2887/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο[13].

    - Ρήτρα επανεξέτασης / αναθεώρησης / λήξης ισχύος

    Οι οδηγίες που πρόκειται να τροποποιηθούν περιλαμβάνουν ήδη ρήτρα τακτικής επανεξέτασης.

    - Πίνακας αντιστοιχίας

    Τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των εθνικών διατάξεων με τις οποίες μεταφέρουν την παρούσα πρόταση οδηγίας καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και της οδηγίας.

    - Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος

    Η προτεινόμενη ενέργεια αφορά ένα ζήτημα ΕΟΧ και, ως εκ τούτου, πρέπει να επεκταθεί στον ΕΟΧ.

    - Λεπτομερής επεξήγηση της πρότασης

    Το άρθρο 1 περιλαμβάνει αλλαγές της οδηγίας πλαίσιο

    Οι στόχοι των προτεινόμενων αλλαγών είναι ως εξής:

    Νέα προσέγγιση στη διαχείριση του ραδιοφάσματος

    - Στο άρθρο 6: εξασφαλίζεται ότι τα κράτη μέλη διαβουλεύονται επίσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη όταν εξετάζουν το ενδεχόμενο απόκλισης από τις αρχές της ουδετερότητας τεχνολογίας και υπηρεσιών.

    - Στο άρθρο 8, παράγραφος 1: αποσαφηνίζεται η υφιστάμενη διατύπωση.

    - Στο άρθρο 9: για να υπάρξει μεγαλύτερη ευελιξία ώστε να ληφθούν υπόψη οι ανάγκες της αγοράς, η ουδετερότητα ως προς την τεχνολογία (άρθρο 9.3) καθίσταται δεσμευτική αρχή, ενώ εισάγεται η αρχή της ουδετερότητας ως προς την υπηρεσία (άρθρο 9.4), με τη δυνατότητα εξαιρέσεων από την αρχή σε περιορισμένες περιπτώσεις, όπως η επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος. Η αρχή της εμπορευσιμότητας του ραδιοφάσματος μπορεί να επιβληθεί σε κοινά καθορισμένες ζώνες (9β). Στις αλλαγές περιλαμβάνεται επίσης η εισαγωγή μεταβατικής φάσης (άρθρο 9α) και η δυνατότητα η Επιτροπή να λαμβάνει μέτρα εφαρμογής μέσω διαδικασίας επιτροπολογίας για τον συντονισμό της υλοποίησης των νέων αρχών (9γ) για σκοπούς της εσωτερικής αγοράς.

    Εδραίωση της εσωτερικής αγοράς και βελτίωση της συνεκτικότητας

    - Στο άρθρο 7 παράγραφος 4: επεκτείνεται η εξουσία της Επιτροπής για επίβλεψη των επανορθωτικών μέτρων που προτείνονται από την ΕΡΑ για επιχειρήσεις με σημαντική ισχύ στην αγορά.

    - Στο άρθρο 7 παράγραφοι 5 και 7: σκοπός είναι η ενίσχυση του συντονισμού της κανονιστικής ρύθμισης εντός της εσωτερικής αγοράς. Η Αρχή επικουρεί την Επιτροπή με την γνωμοδότησή της.

    - Στα άρθρα 7 παράγραφος 5, 7 παράγραφος 6, 7α, 16 παράγραφος 6, 16 παράγραφος 7: εξορθολογίζονται ορισμένα διαδικαστικά στοιχεία στη διαδικασία ανασκόπησης της αγοράς με σκοπό να περιοριστεί η αβεβαιότητα για τους συντελεστές της αγοράς. Με το άρθρο 16 παράγραφος 7 επιτρέπεται στην Επιτροπή, επικουρούμενη από την Αρχή, να διεξάγει ανάλυση της αγοράς εάν μια ΕΡΑ έχει καθυστερήσει σημαντικά στην εκτέλεση των καθηκόντων της. Με το άρθρο 7 παράγραφος 8 παρέχεται η δυνατότητα στην Επιτροπή, επικουρούμενη από την Αρχή, να επιβάλλει ειδικές υποχρεώσεις για σχέδια μέτρων που έχουν επανακοινοποιηθεί.

    - Με το άρθρο 16 παράγραφος 6 εισάγεται χρονοδιάγραμμα για τη διεξαγωγή αναλύσεων της αγοράς.

    - Με το άρθρο 10 παράγραφος 4 αποσαφηνίζονται οι εξουσίες της Επιτροπής στο πεδίο της αριθμοδότησης για ορισμένες υπηρεσίες που διαθέτουν διάσταση εσωτερικής αγοράς. Η περίπτωση του αριθμού «116» δείχνει ότι είναι απαραίτητο να χορηγηθούν στην Επιτροπή ορισμένες εξουσίες για τιμολόγια που συνδέονται με τη χρήση συγκεκριμένων αριθμών. Ενδέχεται να δοθούν αρμοδιότητες στην Αρχή όσον αφορά την υλοποίηση της εφαρμογής μέτρων που έχουν θεσπιστεί από την Επιτροπή.

    - Στα άρθρα 15 παράγραφος 4 και 16 παράγραφος 5: σε διακρατικές αγορές, η Επιτροπή καθορίζει επιχειρήσεις που διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά και επιβάλλει ειδικές υποχρεώσεις, λαμβάνοντας υπόψη της γνώμη της Αρχής.

    - Στο άρθρο 19: αποσαφηνίζονται οι υφιστάμενες εξουσίες της Επιτροπής, ώστε να εξασφαλιστεί εναρμόνιση ή συντονισμός κοινοτικού επιπέδου σε ορισμένα πεδία. Τούτο θα επιτρέψει την αντιμετώπιση θεμάτων τεχνικού ρυθμιστικού χαρακτήρα και θεμάτων που προκύπτουν από τη μεταβαλλόμενη τεχνολογία με έγκαιρο και συντονισμένο τρόπο και όχι αποσπασματικά.

    - Στο νέο άρθρο 21α: βελτιώνονται οι εκτελεστικές εξουσίες που διαθέτουν οι ΕΡΑ.

    Βελτίωση της ασφάλειας και της ακεραιότητας δικτύου

    - Στην ασφάλεια και την ακεραιότητα δικτύων και υπηρεσιών προστίθεται νέο κεφάλαιο. Οι υποχρεώσεις στο πεδίο αυτό ενισχύονται ώστε να εξασφαλιστεί η αξιόπιστη και ασφαλής χρήση ηλ-επικοινωνιών (άρθρο 13α παράγραφος 1). Η Αρχή θα συμβάλλει στην εναρμόνιση ενδεδειγμένων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφάλειας παρέχοντας εμπειρογνωμοσύνη στην Επιτροπή. Νέες διατάξεις επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής των απαιτήσεων ακεραιότητας πέραν των τηλεφωνικών δικτύων, περιλαμβάνοντας κινητά δίκτυα και δίκτυα ΙΡ (άρθρο 13α παράγραφος 2). Με το άρθρο 13β παρέχονται στις ΕΡΑ εκτελεστικές εξουσίες στο εν λόγω πεδίο.

    Ανεξαρτησία ρυθμιστικών αρχών, δικαίωμα προσφυγής

    - Στο άρθρο 3 παράγραφος 3: ενισχύεται η ανεξαρτησία των ΕΡΑ με καθορισμό προτύπων για την απόλυση του επικεφαλής της ΕΡΑ, περιορίζοντας την πιθανή επιρροή άλλων δημόσιων φορέων στην καθημερινή διαχείριση των ΕΡΑ, και εξασφαλίζοντας ότι διαθέτουν ίδιο ανεξάρτητο προϋπολογισμό και επαρκείς ανθρώπινους πόρους.

    - Στο άρθρο 4 παράγραφος 1: καθορίζεται ελάχιστο κριτήριο (επείγουσα ανάγκη για αποτροπή σοβαρής και ανεπανόρθωτης βλάβης του θιγόμενου μέρους) για την αναστολή μέτρου ΕΡΑ, σύμφωνα με την καθιερωμένη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

    - Στο άρθρο 4 παράγραφος 3: απαιτείται από τα κράτη μέλη να παρέχουν στην Αρχή και στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με προσφυγές.

    - Στο άρθρο 5 παράγραφος 1: τούτο επιτρέπει στις ΕΡΑ να ενημερώνονται σχετικά με εξελίξεις στο δίκτυο (π.χ. αρχιτεκτονική NGN) που ενδέχεται να έχουν αντίκτυπο σε υπηρεσίες που παρέχονται χονδρικώς σε ανταγωνιστές.

    Τεχνικές προσαρμογές στη διατύπωση της οδηγίας

    - Στο άρθρο 1 παράγραφος 1: ο τερματικός εξοπλισμός εντάσσεται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας. Τούτο συμβαδίζει με τις αλλαγές που προτείνονται στην αναθεωρημένη οδηγία για την καθολική υπηρεσία με σκοπό τη βελτίωση της ηλε-προσβασιμότητας για τελικούς χρήστες με αναπηρίες.

    - Στο άρθρο 2: επικαιροποιούνται διάφοροι ορισμοί (σημεία (δ) και (ε), ή αποσαφηνίζονται (σημεία (β) (ιζ), (ιη) και (ιθ)).

    - Στο άρθρο 8: επικαιροποιούνται οι στόχοι των ΕΡΑ, ιδίως όσον αφορά ηλικιωμένους χρήστες και χρήστες με κοινωνικές ανάγκες. Το σημείο (η) αφορά την ελευθερία των τελικών χρηστών στην κοινωνία της πληροφορίας.

    - Στο άρθρο 10 παράγραφος 2: διορθώνεται για ανακολουθία της ισχύουσας διατύπωσης.

    - Στο άρθρο 11: διευκολύνεται ο μερισμός ευκολιών ή ιδιοκτησίας και ο συντονισμός των τεχνικών έργων. Η διαγραφή να αντιμετωπιστεί εν παραλλήλω με τη διαγραφή του άρθρου 12 παράγραφος 2.

    - Στο άρθρο 12: τούτο επιτρέπει στις ΕΡΑ να επιβάλλουν μερισμό αγωγών και εισόδων σε κτήρια. Σκοπός της παρούσας τροποποίησης είναι να διευκολύνει τις επενδύσεις δικτύων σε οπτικές ίνες, ιδίως εκτός των αστικών περιοχών.

    - Στο άρθρο 14 παράγραφος 3: τούτο διαγράφεται καθώς έχει αποδειχθεί ότι είναι περιττό. Η επέκταση της ισχύος στην αγορά από μια αγορά σε άλλη πρέπει να αντιμετωπίζεται στην αγορά όπου υφίσταται η ισχύς.

    - Στο άρθρο 20: αποσαφηνίζεται ότι οι διαφορές μεταξύ παροχών περιεχομένου (π.χ. ρ/τ φορέων) και παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 20.

    - Στο άρθρο 21: η νέα Αρχή θα εκδίδει γνώμες για τις ΕΡΑ ως προς τη δράση που πρέπει να ληφθεί· οι ΕΡΑ πρέπει να λάβουν τις γνώμες αυτές υπόψη τους.

    - Διαγράφονται τα παραρτήματα Ι και II της οδηγίας καθώς δεν είναι απαραίτητα.

    Άρση απαρχαιωμένων ή παρωχημένων διατάξεων

    - Στο άρθρο 18 παράγραφος 3: Η διάταξη αυτή κατέστη παρωχημένη.

    - Στο άρθρο 27: αφορά μεταβατικά μέτρα από το παλιό ρυθμιστικό πλαίσιο του 1998 στο νέο πλαίσιο του 2002. Είναι πλέον παρωχημένο και μπορεί να διαγραφεί.

    Το άρθρο 2 περιλαμβάνει αλλαγές στην οδηγία για την πρόσβαση

    Οι σκοποί των προτεινόμενων αλλαγών έχουν ως εξής:

    - Στο άρθρο 5 παράγραφος 4: επικαλύπτεται με διάφορες άλλες διατάξεις και διαγράφεται.

    - Στο άρθρο 7: διαγράφονται απαρχαιωμένες διατάξεις.

    - Στο άρθρο 13α: επιτρέπεται σε ΕΡΑ να επιβάλλει λειτουργικό διαχωρισμό και καθορίζονται οι περιστάσεις, ιδίως οι ρυθμίσεις περί την διακυβέρνηση. Η επιβολή λειτουργικού διαχωρισμού απαιτεί προηγούμενη συμφωνία της Επιτροπής.

    - Στο άρθρο 13 β: αφορά την περίπτωση εθελούσιου διαχωρισμού.

    - Στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχεία στ και ι: το στοιχείο (στ) αποσαφηνίζει τις διατάξεις για τον μερισμό ευκολιών· το σημείο (ι) αποκλείει διακρίσεις σε επίπεδο διασύνδεσης δικτύων ΙΡ.

    Στα ακόλουθα άρθρα έχουν γίνει τεχνικές προσαρμογές: 5 παράγραφος 2 (που μετακινείται στο άρθρο 12 παράγραφος 3), 2 στοιχείο α και 4 παράγραφος 1. Περιλαμβάνεται επίσης επικαιροποίηση της αναφοράς στην οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες (άρθρο 8 παράγραφος 3) και η ευθυγράμμιση του κειμένου με τη νέα απόφαση για την επιτροπολογία (άρθρo 6 παράγραφος 2, άρθρο 5, άρθρο 14).

    Το άρθρο 3 περιλαμβάνει αλλαγές στην οδηγία για την αδειοδότηση

    Οι σκοποί των προτεινόμενων αλλαγών έχουν ως εξής:

    Υλοποίηση της αναθεώρησης του ραδιοφάσματος

    - Στο άρθρο 5: διευκολύνεται η πρόσβαση στο ραδιοφάσμα. Αποσαφηνίζονται διατάξεις που διέπουν εκχώρηση ραδιοφάσματος σε ρ/τ φορείς, χωρίς να επηρεάζεται η ουσία των υφιστάμενων διατάξεων. Καθιερώνεται διαδικασία για την εξασφάλιση ομαλής μετάβασης (5 έτη) πριν από την πλήρη υλοποίηση της εμπορίας ραδιοφάσματος (άρθρο 5 παράγραφος 2). Τα κράτη μέλη δύνανται να λαμβάνουν μέτρα για την παύση της δέσμευσης (αποθεματοποίησης) ραδιοφάσματος — 5 παράγραφος 6.

    - Στα άρθρα 5 παράγραφος 2, 6, 7 παράγραφος 3 και στο παράρτημα: καθορίζονται διατάξεις για την εξασφάλιση περισσότερο ευέλικτης χρήσης του ραδιοφάσματος, δηλ. την υλοποίηση τεχνολογικής ουδετερότητας (της ελευθερίας χρήσης οποιασδήποτε τεχνολογίας σε μια ζώνη συχνοτήτων), ουδετερότητας ως προς την υπηρεσία (η ελευθερία χρήσης ραδιοφάσματος για την παροχή οποιασδήποτε υπηρεσίας) και της δυνατότητας εμπορίας ραδιοφάσματος.

    Συχνότητες και αριθμοί για τις διευρωπαϊκές υπηρεσίες

    - Στα άρθρα 6α και 6β: για τη διευκόλυνση της πρόσβασης εταιριών που έχουν ανάγκη δικαιωμάτων χρήσης σε όλα τα κράτη μέλη (π.χ. δορυφορική παροχή υπηρεσιών), η Επιτροπή, επικουρούμενη από την επιτροπή επικοινωνιών, μπορεί να συντονίζει ή να εναρμονίζει τους όρους που εφαρμόζονται στα μεμονωμένα δικαιώματα (παράρτημα ΙI), της διαδικασίας επιλογής και την επιλογή των επιχειρήσεων. Η Αρχή θα επικουρεί την Επιτροπή στην έκδοση γνωμοδοτήσεων. Τα άρθρα αυτά θα αντικαταστήσουν το άρθρο 8, που αποδείχθηκε αναποτελεσματικό.

    Εκτελεστικές εξουσίες των ΕΡΑ

    - Στο άρθρο 10: ενισχύονται οι εκτελεστικές εξουσίες των ΕΡΑ ώστε να βελτιωθεί η αποτελεσματική υλοποίηση του πλαισίου.

    Βελτιωμένη ηλε-προσβασιμότητα για ανάπηρους τελικούς χρήστες

    - Στο σημείο A.8 του παραρτήματος: παρέχεται η δυνατότητα στις ΕΡΑ να επισυνάπτουν ειδικούς όρους σε γενικές άδειες ώστε να εξασφαλίζεται η προσβασιμότητα σε χρήστες με αναπηρίες.

    Βελτιωμένες επικοινωνίες έκτακτης ανάγκης για το κοινό

    - Στο σημείο A.11α του παραρτήματος: παρέχεται η δυνατότητα στις ΕΡΑ να επισυνάπτουν σε γενικές άδειες όρους που αφορούν επικοινωνίες από δημόσιες αρχές προς το κοινό, σε περίπτωση επικειμένων απειλών.

    Λοιπά θέματα

    - Στο σημείο A.19 του παραρτήματος: παρέχει τη δυνατότητα στις ΕΡΑ να επισυνάπτουν σε γενικές άδειες όρους αναφορικά με δικαιώματα δημιουργού και δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας

    Τεχνικές προσαρμογές στη διατύπωση της οδηγίας

    - Τεχνικές προσαρμογές επιφέρονται στα άρθρα 7 παράγραφος 1, 14 και 14α καθώς και στο παράρτημα. Οι αναφορές στην παλιά οδηγία 97/66/ΕΚ για την προστασία της ιδιωτικής ζωής αντικαθίσταται από αναφορές στη νέα (οδηγία 2002/58/ΕΚ[14]).

    Με το άρθρο 4 καταργείται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2887/2000 για την αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο.

    Ο κανονισμός αυτός αποδείχθηκε αποτελεσματικός στην αρχική φάση του ανοίγματος της αγοράς. Στο πλαίσιο του 2002, οι ΕΡΑ είχαν ως αποστολή την ανάλυση των αγορών πριν από την επιβολή ρυθμιστικών μέτρων. Ωστόσο, ο εν λόγω κανονισμός κατέστη περιττός και ενδέχεται να καταργηθεί.

    Άρθρα 5, 6, και 7

    Τα άρθρα 5, 6 και 7 είναι τυπικά διαδικαστικά άρθρα (μεταφορά, επανεξέταση, θέση σε ισχύ κλπ).

    Τα παραρτήματα I και II περιλαμβάνουν τροποποιήσεις του παραρτήματος της οδηγίας για την αδειοδότηση.

    2007/0247 (COD)

    Πρόταση

    ΟΔΗΓΙA ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για την τροποποίηση των οδηγιών 2002/21/ΕΚ σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, 2002/19/ΕΚ σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους, και 2002/20/EΚ για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) |

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

    την πρόταση της Επιτροπής [15],

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [16],

    τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών [17],

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης [18],

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Η λειτουργία των πέντε οδηγιών που συγκροτούν το υφιστάμενο πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών[19] ('οδηγία πλαίσιο'), οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους[20] ('οδηγία για την πρόσβαση'), οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση)[21], οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών[22] ('οδηγία για την καθολική υπηρεσία') και οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών[23] ('οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες') υπάγεται σε περιοδική ανασκόπηση εκ μέρους της Επιτροπής, αποβλέποντας ιδίως στον καθορισμό της ανάγκης τροποποίησης υπό το φως των εξελίξεων στην τεχνολογία και την αγορά.

    (2) Η Επιτροπή υπέβαλε εν προκειμένω τα αρχικά της πορίσματα, στην ανακοίνωσή της της 29ης Ιουνίου 2006, προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, σχετικά με την ανασκόπηση του κοινοτικού πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Με βάση τα αρχικά αυτά ευρήματα πραγματοποιήθηκε δημόσια διαβούλευση, όπου ως πλέον σημαντική πτυχή που πρέπει να αντιμετωπιστεί με μεταρρύθμιση του πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων προσδιορίστηκε η συνεχιζόμενη έλλειψη εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Διαπιστώθηκε ιδίως ότι ο κατακερματισμός στην κανονιστική ρύθμιση και οι ασυνέπειες στις δραστηριότητες των εθνικών ρυθμιστικών αρχών απειλούν όχι μόνο την ανταγωνιστικότητα του τομέα, αλλά και τα σημαντικά οφέλη για τους καταναλωτές από τον διασυνοριακό ανταγωνισμό.

    (3) Πρέπει κατά συνέπεια να μεταρρυθμιστεί το κοινοτικό πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στοχεύοντας στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών με την ενίσχυση, του κοινοτικού μηχανισμού κανονιστικής ρύθμισης των φορέων εκμετάλλευσης που διαθέτουν σημαντική ισχύ στις βασικές αγορές. Τούτο συμπληρώνεται με την δημιουργία, βάσει του κανονισμού […/…./ΕΚ] της [ημερομηνία] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[24], ευρωπαϊκής αρχής για την αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών (εφεξής καλούμενη «η Αρχή»). Στη μεταρρύθμιση περιλαμβάνεται επίσης ο καθορισμός αποτελεσματικής στρατηγικής για τη διαχείριση του ραδιοφάσματος με στόχο την επίτευξη ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου της πληροφορίας και την ενίσχυση των διατάξεων υπέρ χρηστών με αναπηρίες, με σκοπό την επίτευξη μιας κοινωνίας της πληροφορίας χωρίς αποκλεισμούς.

    (4) Για να καταστεί δυνατό οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να ανταποκριθούν στους στόχους που έχουν οριστεί στην οδηγία πλαίσιο και στις ειδικές οδηγίες, ιδίως όσον αφορά τη διατερματική διαλειτουργικότητα, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας πρέπει να επεκταθεί ώστε να καλύψει ραδιοεξοπλισμό και τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό, όπως ορίζεται στην οδηγία 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 1999 σχετικά με ραδιοεξοπλισμό και τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της συμμόρφωσής τους[25], καθώς επίσης και καταναλωτικό εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στην ψηφιακή τηλεόραση.

    (5) Ορισμένοι ορισμοί πρέπει να αποσαφηνιστούν ή να μεταβληθούν ώστε να ληφθούν υπόψη εξελίξεις στην αγορά και την τεχνολογία, και για να απαλειφθούν αμφιβολίες που έχουν εντοπισθεί κατά την υλοποίηση του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων.

    (6) Η ανεξαρτησία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών πρέπει να ενισχυθεί ώστε να εξασφαλιστεί αποτελεσματικότερη εφαρμογή του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων και να αυξηθεί το κύρος τους και η προβλεψιμότητα των αποφάσεων τους. Για το σκοπό αυτό πρέπει να υπάρξει ρητή πρόβλεψη στην εθνική νομοθεσία που θα εξασφαλίσει ότι κατά την άσκηση των καθηκόντων της, μια εθνική ρυθμιστική αρχή προστατεύεται έναντι εξωτερικών παρεμβάσεων ή πολιτικών πιέσεων που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την ανεξάρτητη αξιολόγησή της στα θέματα που επιλαμβάνεται. Η εξωτερική αυτή επιρροή καθιστά έναν εθνικό νομοθετικό φορέα ακατάλληλο να αναλάβει δράση ως εθνική ρυθμιστική αρχή στο πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων. Προς τούτο πρέπει να θεσπιστούν εκ των προτέρων κανόνες αναφορικά με τους λόγους για την απόλυση του επικεφαλής της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, ώστε να αρθεί κάθε εύλογη αμφιβολία ως προς την ουδετερότητα του εν λόγω φορέα και την θωράκισή του έναντι εξωτερικών παραγόντων. Είναι σημαντικό οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να έχουν δικό τους προϋπολογισμό, που να τους παρέχει ιδίως τη δυνατότητα να προσλαμβάνουν επαρκή αριθμό ειδικευμένου προσωπικού. Για την εξασφάλιση διαφάνειας πρέπει ο προϋπολογισμός να δημοσιεύεται ετησίως.

    (7) Παρατηρήθηκε μεγάλη ποικιλία στον τρόπο με τον οποίο όργανα προσφυγής εφάρμοσαν προσωρινά μέτρα για να αναστείλουν αποφάσεις των εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Για επίτευξη μεγαλύτερης συνέπειας στην προσέγγιση πρέπει να ισχύσει κοινό πρότυπο σύμφωνα με την κοινοτική νομολογία. Δεδομένης της σημασίας των προσφυγών στη συνολική λειτουργία του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων, πρέπει να συγκροτηθεί μηχανισμός για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με προσφυγές και τις αποφάσεις αναστολής που λαμβάνουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές σε όλα τα κράτη μέλη, καθώς και για την υποβολή σχετικών εκθέσεων στην Επιτροπή.

    (8) Για να είναι σε θέση οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να διεξάγουν αποτελεσματικά τα ρυθμιστικά τους καθήκοντα πρέπει στα δεδομένα που συλλέγουν να περιλαμβάνονται λογιστικά δεδομένα για τις αγορές λιανικής που συνδέονται με αγορές χονδρικής στις περιπτώσεις που φορέας εκμετάλλευσης διαθέτει σημαντική ισχύ στην αγορά και επομένως υπόκειται σε ρύθμιση εκ μέρους της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, πρέπει επίσης να περιλαμβάνονται δεδομένα που θα παρέχουν στην εθνική ρυθμιστική αρχή τη δυνατότητα αξιολόγησης του πιθανού αντίκτυπου από προγραμματισμένη αναβάθμιση ή αλλαγή στην τοπολογία δικτύου για την εξέλιξη του ανταγωνισμού ή σε προϊόντα χονδρικής που διατίθενται σε άλλα μέρη.

    (9) Η εθνική διαβούλευση που προβλέπεται στο άρθρο 6 της οδηγίας πλαίσιο πρέπει να διεξάγεται πριν από την κοινοτική διαβούλευση που προβλέπεται στο άρθρο 7 της εν λόγω οδηγίας, ώστε να είναι δυνατό να εκφραστούν οι απόψεις των ενδιαφερόμενων μερών στην κοινοτική διαβούλευση. Έτσι θα αποφευχθεί η ανάγκη δεύτερης κοινοτικής διαβούλευσης σε περίπτωση αλλαγών σε σχεδιαζόμενο μέτρο ως αποτέλεσμα της εθνικής διαβούλευσης.

    (10) Η διακριτική ευχέρεια των εθνικών ρυθμιστικών αρχών πρέπει να συμβιβαστεί με την ανάπτυξη συνεκτικής ρυθμιστικής πρακτικής και με τη συνεπή εφαρμογή του πλαισίων των κανονιστικών ρυθμίσεων ώστε να υπάρξει αποτελεσματική συμβολή στην ανάπτυξη και ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει επομένως να υποστηρίζουν τις δραστηριότητες εσωτερικής αγοράς της Επιτροπής και τις αντίστοιχες της Αρχής, που πρέπει να συνιστούν το αποκλειστικό βήμα συνεργασίας μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους στο πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων.

    (11) Ο κοινοτικός μηχανισμός που παρέχει στην Επιτροπή το δικαίωμα να απαιτεί από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να αποσύρουν σχεδιαζόμενα μέτρα αναφορικά με τον καθορισμό της αγοράς και φορέων εκμετάλλευσης που διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά έχει συμβάλλει σημαντικά στην επίτευξη συνεκτικής προσέγγισης όσον αφορά τον προσδιορισμό των συνθηκών στις οποίες είναι δυνατό να υπάρξει εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση, στην οποία να υπάγονται οι φορείς εκμετάλλευσης. Δεν υπάρχει, ωστόσο, ανάλογος μηχανισμός για την εφαρμογή επανορθωτικών μέτρων. Από την παρακολούθηση της αγοράς από την Επιτροπή και, ιδίως, από την εμπειρία της διαδικασίας του άρθρου 7 της οδηγίας πλαίσιο προκύπτει ότι ανακολουθίες στην εφαρμογή επανορθωτικών μέτρων από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, ακόμα και υπό παρόμοιες συνθήκες αγοράς, υπονομεύουν την εσωτερική αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών, δεν εξασφαλίζουν ισότιμες συνθήκες ανταγωνισμού μεταξύ των φορέων εκμετάλλευσης που είναι εγκατεστημένοι σε διάφορα κράτη μέλη και εμποδίζουν την επίτευξη οφέλους για τους καταναλωτές από τον διασυνοριακό ανταγωνισμό και υπηρεσίες. Πρέπει να δοθούν στην Επιτροπή εξουσίες ώστε να απαιτεί από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές την απόσυρση σχεδίων μέτρων για τα επανορθωτικά μέσα που επιλέγουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Για την εξασφάλιση συνεπούς εφαρμογής του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων στην Κοινότητα πρέπει η Επιτροπή πριν από τη λήψη της απόφασής της να συμβουλεύεται την Αρχή.

    (12) Είναι σημαντική η έγκαιρη εφαρμογή του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων. Όταν η Επιτροπή έχει λάβει απόφαση με την οποία απαιτεί από εθνική ρυθμιστική αρχή να αποσύρει σχεδιαζόμενο μέτρο, πρέπει οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να υποβάλουν αναθεωρημένο μέτρο στην Επιτροπή. Ορίζεται καταληκτική ημερομηνία για την κοινοποίηση του αναθεωρημένου μέτρου στην Επιτροπή, βάσει του άρθρου 7 της οδηγίας πλαίσιο ώστε οι συντελεστές της αγοράς να μπορούν να γνωρίζουν τη διάρκεια της ανασκόπησης της αγοράς ώστε να αυξάνεται η ασφάλεια δικαίου.

    (13) Παρομοίως, ενόψει της ανάγκης αποφυγής ρυθμιστικού κενού σε έναν τομέα που χαρακτηρίζεται από μεγάλη κινητικότητα, εάν η θέσπιση του επανακοινοποιημένου σχεδίου μέτρου θα συνέχιζε να αποτελεί φραγμό για την ενιαία αγορά ή θα συνέχιζε να είναι ασύμβατο με την κοινοτική νομοθεσία, η Επιτροπή, αφού συμβουλευθεί την Αρχή, πρέπει να είναι σε θέση να απαιτεί από την σχετική εθνική ρυθμιστική αρχή να επιβάλει ειδικό επανορθωτικό μέτρο εντός καθορισμένου χρονικού περιθωρίου.

    (14) Εν όψει των στενών χρονικών περιθωρίων στον κοινοτικό μηχανισμό διαβούλευσης, πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εξουσίες για θέσπιση εκτελεστικών μέτρων που να αποβλέπουν σε απλούστευση των διαδικασιών ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών ρυθμιστικών αρχών – π.χ. σε περιπτώσεις σταθερών αγορών ή ελασσόνων αλλαγών σε προηγουμένως κοινοποιημένα μέτρα – ή σε δυνατότητα εξαίρεσης κοινοποίησης για την εξομάλυνση των διαδικασιών σε ορισμένες περιπτώσεις.

    (15) Σύμφωνα με τους στόχους του Ευρωπαϊκού Χάρτη για τα θεμελιώδη δικαιώματα και της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες, το πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλοι οι χρήστες, συμπεριλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρίες, των ηλικιωμένων, καθώς και χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες, έχουν εύκολη πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας. Στη δήλωση 22, η οποία προσαρτάται στην τελική πράξη του Άμστερνταμ, προβλέπεται ότι τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες ατόμων με αναπηρίες κατά την κατάρτιση μέτρων στο πλαίσιο του άρθρου 95 της Συνθήκης.

    (16) Οι ραδιοσυχνότητες θεωρούνται σπάνιος δημόσιος πόρος με σημαντική δημόσια και αγοραία αξία. Η αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη δυνατή διαχείριση του ραδιοφάσματος, από οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική άποψη, καθώς και η σταδιακή άρση των εμποδίων στην αποδοτική του χρήση είναι προς το δημόσιο συμφέρον.

    (17) Η διαχείριση των ραδιοσυχνοτήτων αποβλέπει στην εξασφάλιση της αποφυγής επιβλαβών παρεμβολών. Η βασική αυτή έννοια των επιβλαβών παρεμβολών πρέπει επομένως να οριστεί κατάλληλα ώστε να εξασφαλιστεί ότι η ρυθμιστική παρέμβαση περιορίζεται στον βαθμό που είναι απαραίτητος για την αποτροπή αυτών των παρεμβολών.

    (18) Η τρέχουσα διαχείριση του ραδιοφάσματος και το σύστημα διανομής βασίζονται εν γένει σε διοικητικές αποφάσεις που δεν διαθέτουν επαρκή ευελιξία ώστε να προσαρμόζονται στις τεχνολογικές και οικονομικές εξελίξεις, ιδίως με την ταχεία ανάπτυξη ασύρματων τεχνολογιών και την αυξανόμενη ζήτηση ζωνικού εύρους. Ο περιττός κατακερματισμός μεταξύ εθνικών πολιτικών επιφέρει αυξανόμενο κόστος και απώλεια ευκαιριών αγοράς για χρήστες του ραδιοφάσματος, ενώ επιβραδύνει την καινοτομία σε βάρος της εσωτερικής αγοράς, των καταναλωτών και της οικονομίας στο σύνολό της. Επιπλέον, οι όροι πρόσβασης και χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ενδέχεται να ποικίλουν ανάλογα με τον τύπο του φορέα εκμετάλλευσης, ενώ οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες που παρέχονται από τους εν λόγω φορείς εκμετάλλευσης αλληλεπικαλύπτονται διαρκώς περισσότερο, προκαλώντας έτσι εντάσεις μεταξύ των κατόχων δικαιωμάτων, ανισότητες στο κόστος πρόσβασης στο ραδιοφάσμα και δυνητικές στρεβλώσεις στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

    (19) Τα εθνικά σύνορα παίζουν όλο και μικρότερο ρόλο για τον καθορισμό της βέλτιστης χρήσης τους ραδιοφάσματος. Ο κατακερματισμός της διαχείρισης της πρόσβασης σε δικαιώματα ραδιοφάσματος περιορίζει τις επενδύσεις και την καινοτομία και δεν παρέχει στους φορείς εκμετάλλευσης και τους κατασκευαστές εξοπλισμού τη δυνατότητα πραγματοποίησης οικονομιών κλίμακας, παρεμποδίζοντας έτσι την ανάπτυξη εσωτερικής αγοράς για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούν ραδιοφάσμα.

    (20) Η ευελιξία στη διαχείριση του ραδιοφάσματος και η πρόσβαση σε αυτό πρέπει να αυξηθούν, στο πλαίσιο αδειών ουδέτερων από άποψη τεχνολογίας και υπηρεσίας, ώστε οι χρήστες του ραδιοφάσματος να μπορούν να επιλέγουν την εφαρμογή των βέλτιστων τεχνολογιών και υπηρεσιών σε μια ζώνη συχνοτήτων (εφεξής 'αρχές ουδετερότητας ως προς τεχνολογία και υπηρεσίες'). Ο διοικητικός καθορισμός τεχνολογιών και υπηρεσιών πρέπει να καταστεί εξαίρεση, να αιτιολογείται σαφώς και να υπάγεται σε τακτική περιοδική ανασκόπηση.

    (21) Εξαιρέσεις στην αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας πρέπει να περιορίζονται και να αιτιολογούνται από την ανάγκη αποφυγής επιβλαβών παρεμβολών, λόγου χάρη με την επιβολή μάσκας εκπομπών και στάθμης ισχύος, ή για την εξασφάλιση της προστασίας της δημόσιας υγείας με τον περιορισμό της έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία, ή την εξασφάλιση κατάλληλου μερισμού του ραδιοφάσματος, ιδίως όπου η χρήση του υπάγεται μόνο σε γενικές άδειες ή όπου είναι αυστηρά απαραίτητη η συμμόρφωση με εξαίρεση της αρχής της ουδετερότητας ως προς την υπηρεσία.

    (22) Οι χρήστες του ραδιοφάσματος πρέπει επίσης να είναι σε θέση να επιλέγουν ελεύθερα τις υπηρεσίες που επιθυμούν να προσφέρουν μέσω του ραδιοφάσματος με την επιφύλαξη μεταβατικών μέτρων για την προσαρμογή με κεκτημένα δικαιώματα. Όπου είναι απαραίτητο και αναλογικό, πρέπει να επιτρέπονται εξαιρέσεις στην αρχή της ουδετερότητας ως προς την υπηρεσία, όπου απαιτείται η παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας για την κάλυψη σαφώς προσδιορισμένων στόχων γενικού συμφέροντος, όπως η ασφάλεια της ζωής, η ανάγκη προαγωγής της κοινωνικής, περιφερειακής και εδαφικής συνοχής, ή η αποφυγή μη αποδοτικής χρήσης ραδιοφάσματος. Οι στόχοι αυτοί περιλαμβάνουν και την προαγωγή της πολιτιστικής και γλωσσικής ποικιλομορφίας και τη πολυφωνία των μέσων επικοινωνίας, όπως ορίζεται στην εθνική νομοθεσία, σε συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία. Εκτός περιπτώσεων που είναι απαραίτητες για την προστασία της ασφάλειας της ζωής, οι εξαιρέσεις δεν πρέπει να συνεπάγονται αποκλειστική χρήση ορισμένων υπηρεσιών, αλλά συνιστούν παραχώρηση προτεραιότητας ώστε να μπορούν να συνυπάρχουν στην ίδια ζώνη και άλλες υπηρεσίες ή τεχνολογίες, στο βαθμό του δυνατού. Για να μπορεί ο κάτοχος της άδειας να επιλέγει ελεύθερα τα πλέον αποδοτικά μέσα για τη μεταφορά του περιεχομένου των υπηρεσιών που παρέχονται μέσω ραδιοσυχνοτήτων, πρέπει στις άδειες χρήσης ραδιοσυχνοτήτων να μην υπάγεται σε κανονιστική ρύθμιση το περιεχόμενο.

    (23) Ο καθορισμός του πεδίου εφαρμογής και του χαρακτήρα κάθε εξαίρεσης που αφορά την προαγωγή της γλωσσικής και πολιτιστικής ποικιλομορφίας και της πολυφωνίας των μέσων επικοινωνίας εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών σύμφωνα με την οικεία εθνική νομοθεσία.

    (24) Καθώς η κατανομή ραδιοφάσματος σε ειδικές τεχνολογίες ή υπηρεσίες αποτελεί εξαίρεση των αρχών της ουδετερότητας ως προς τεχνολογία και υπηρεσίες και περιορίζει την ελευθερία επιλογής της παρεχόμενης υπηρεσίας ή της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας, κάθε πρόταση τέτοιας κατανομής πρέπει να είναι διαφανής και να υπάγεται σε δημόσια διαβούλευση.

    (25) Προς το συμφέρον της ευελιξίας και αποτελεσματικότητας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει επίσης να παρέχουν στους χρήστες του ραδιοφάσματος τη δυνατότητα, σε ζώνες που ταυτοποιούνται κατά εναρμονισμένο τρόπο, να μεταβιβάζουν ελεύθερα ή να χρονομισθώνουν τα δικαιώματα χρήσης τους σε τρίτους, πράγμα που θα επιτρέψει τη δυνατότητα αποτίμησης του ραδιοφάσματος από την αγορά. Καθώς είναι αρμόδιες για την εξασφάλιση αποδοτικής χρήσης του ραδιοφάσματος, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να αναλαμβάνουν δράση για να εξασφαλίζουν ότι η εμπορία δεν καταλήγει σε στρέβλωση του ανταγωνισμού όπου παραμένει αχρησιμοποίητο ραδιοφάσμα.

    (26) Δεδομένης της επίδρασης των εξαιρέσεων στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να εναρμονίζει πεδίο εφαρμογής και χαρακτήρα των ενδεχόμενων εξαιρέσεων από τις αρχές της ουδετερότητας τεχνολογίας και υπηρεσιών εκτός όσων αποβλέπουν στην εξασφάλιση πολιτιστικής και γλωσσικής ποικιλομορφίας και πολυφωνίας στα μέσα επικοινωνίας, όσον αφορά εναρμονισμένους τεχνικούς όρους για τη διάθεση και αποδοτική χρήση ραδιοσυχνοτήτων βάσει της απόφασης 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 σχετικά με κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (απόφαση για το ραδιοφάσμα)[26].

    (27) Για σκοπούς της εσωτερικής αγοράς στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες ενδέχεται επίσης να απαιτηθεί εναρμόνιση σε κοινοτικό επίπεδο της ταυτοποίησης ζωνών εμπορεύσιμων ραδιοσυχνοτήτων, των όρων εμπορευσιμότητας ή μετάβασης σε εμπορεύσιμα δικαιώματα σε συγκεκριμένες ζώνες, του ελάχιστου μορφότυπου για εμπορεύσιμα δικαιώματα, των απαιτήσεων για την εξασφάλιση της κεντρικής διάθεσης, της προσβασιμότητας και της αξιοπιστίας των απαραίτητων υπηρεσιών για εμπορία ραδιοφάσματος, καθώς και των απαιτήσεων για την προστασία του ανταγωνισμού και για την αποτροπή αποθεματοποίησης (δέσμευσης) ραδιοφάσματος. Πρέπει, κατά συνέπεια, να δοθούν στην Επιτροπή εξουσίες θέσπισης εκτελεστικών μέτρων για την εν λόγω εναρμόνιση. Στα εν λόγω εκτελεστικά μέτρα πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη το κατά πόσο έχουν χορηγηθεί μεμονωμένα δικαιώματα σε εμπορική ή σε μη εμπορική βάση.

    (28) Για την εισαγωγή της αρχής της ουδετερότητας ως προς τεχνολογία και υπηρεσίες και της εμπορευσιμότητας υφιστάμενων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος ενδέχεται να απαιτηθούν μεταβατικοί κανόνες, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την εξασφάλιση θεμιτού ανταγωνισμού, καθώς το νέο σύστημα ενδέχεται να παρέχει το δικαίωμα σε ορισμένους χρήστες ραδιοφάσματος να ανταγωνιστούν χρήστες ραδιοφάσματος που έχουν αποκτήσει τα σχετικά δικαιώματά τους υπό επαχθέστερους όρους και προϋποθέσεις. Αντίθετα, όπου έχουν χορηγηθεί δικαιώματα ως παρέκκλιση από τους γενικούς κανόνες ή σύμφωνα με κριτήρια που δεν είναι αντικειμενικά, διαφανή, αναλογικά και αμερόληπτα αποβλέποντας στην επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος, δεν πρέπει να βελτιωθεί η κατάσταση των κατόχων των εν λόγω δικαιωμάτων σε βάρος των νέων ανταγωνιστών τους πέρα από τον απαραίτητο βαθμό για την επίτευξη των εν λόγω στόχων γενικού συμφέροντος. Κάθε τμήμα ραδιοφάσματος που έχει καταστεί περιττό για την επίτευξη στόχων δημοσίου συμφέροντος πρέπει να ανακτάται και να επανεκχωρείται σύμφωνα με την οδηγία για την αδειοδότηση.

    (29) Για την προαγωγή της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και για την υποστήριξη της ανάπτυξης διασυνοριακών υπηρεσιών, πρέπει να δοθεί στην Επιτροπή η εξουσία να χορηγεί στην Αρχή ειδικές αρμοδιότητες στο πεδίο της αριθμοδότησης. Εξάλλου, για να δοθεί η δυνατότητα σε πολίτες των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων ταξιδιωτών και ατόμων με αναπηρίες, να έχουν πρόσβαση σε ορισμένες υπηρεσίες χρησιμοποιώντας τους ίδιους αναγνωρίσιμους αριθμούς σε παρόμοιες τιμές σε όλα τα κράτη μέλη, πρέπει οι εξουσίες της Επιτροπής για θέσπιση εκτελεστικών μέτρων να περιλαμβάνουν επίσης, όπου απαιτείται, την ισχύουσα αρχή ή μηχανισμό τιμολόγησης.

    (30) Οι εκδιδόμενες άδειες για επιχειρήσεις που παρέχουν δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών επιτρέποντάς τους να αποκτήσουν πρόσβαση σε δημόσια ή ιδιωτική ιδιοκτησία αποτελούν βασικούς παράγοντες για την καθιέρωση δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή για νέα στοιχεία δικτύων. Περιττές περιπλοκές και καθυστερήσεις στις διαδικασίες χορήγησης δικαιωμάτων διέλευσης ενδέχεται επομένως να αποτελούν σημαντικά εμπόδια στην ανάπτυξη του ανταγωνισμού. Κατά συνέπεια, η απόκτηση δικαιωμάτων διέλευσης από εξουσιοδοτημένες επιχειρήσεις πρέπει να απλουστευθεί. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να συντονίζουν την απόκτηση δικαιωμάτων διέλευσης, παρέχοντας σχετικές πληροφορίες στους δικτυακούς τόπους τους.

    (31) Είναι απαραίτητο να ενισχυθούν οι εξουσίες των κρατών μελών όσον αφορά κατόχους δικαιωμάτων διέλευσης ώστε να εξασφαλιστεί η είσοδος ή εγκατάσταση νέου δικτύου κατά περιβαλλοντικά υπεύθυνο τρόπο και ανεξάρτητα από κάθε υποχρέωση φορέα εκμετάλλευσης με σημαντική ισχύ στην αγορά να παραχωρεί πρόσβαση στο δικό του δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλουν, κατά περίπτωση, μερισμό αγωγών, ιστών και κεραιών, την είσοδο σε κτίρια και καλύτερο συντονισμό τεχνικών έργων. Ο βελτιωμένος μερισμός ευκολιών μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τον ανταγωνισμό και να μειώσει το συνολικό χρηματοοικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος ανάπτυξης και εγκατάστασης υποδομής ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τις επιχειρήσεις.

    (32) Η αξιόπιστη και ασφαλής επικοινωνία πληροφοριών μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών καταλαμβάνει διαρκώς κεντρικότερη θέση στο σύνολο της οικονομίας και της κοινωνίας εν γένει. Ο σύνθετος χαρακτήρας των συστημάτων, τεχνικές αστοχίες ή ανθρώπινα λάθη, ατυχήματα ή προσβολές ενδέχεται να έχουν συνέπειες για τη λειτουργία και τη διάθεση των υλικών υποδομών που παρέχουν υπηρεσίες καθοριστικής σημασίας για την ευημερία των ευρωπαίων πολιτών, συμπεριλαμβανομένων και υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει συνεπώς να προωθούν την ακεραιότητα και την ασφάλεια των δημόσιων επικοινωνιακών δικτύων. Η Αρχή πρέπει να συμβάλλει στην επίτευξη βελτιωμένου επιπέδου ασφάλειας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μεταξύ άλλων, παρέχοντας εμπειρογνωμοσύνη και συμβουλές και προάγοντας την ανταλλαγή βέλτιστης πρακτικής. Τόσο η Αρχή όσο και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, συμπεριλαμβανομένων εξουσιών για απόκτηση επαρκούς πληροφόρησης ώστε να είναι σε θέση να εκτιμήσουν το επίπεδο της ασφάλειας δικτύων ή υπηρεσιών, καθώς επίσης και περιεκτικά και αξιόπιστα δεδομένα σχετικά με τρέχοντα συμβάντα ασφάλειας που είχαν σημαντικό αντίκτυπο στη λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών. Έχοντας υπόψη ότι η επιτυχής εφαρμογή επαρκούς βαθμού ασφάλειας δεν πρόκειται για ενέργεια που πραγματοποιείται άπαξ αλλά για συνεχή διαδικασία εφαρμογής, ανασκόπησης και επικαιροποίησης, πρέπει να απαιτείται από τους παρόχους δικτύου και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να λαμβάνουν μέτρα για τη διασφάλιση της ακεραιότητας και της ασφάλειάς τους σύμφωνα με τους κινδύνους που έχουν εκτιμηθεί, λαμβάνοντας υπόψη το πλέον προηγμένο τεχνολογικό επίπεδο των εν λόγω μέτρων.

    (33) Εφόσον υπάρχει ανάγκη συμφωνίας επί κοινής δέσμης απαιτήσεων ασφάλειας, πρέπει να παρέχεται στην Επιτροπή η εξουσία προσαρμογής τεχνικών μέτρων εφαρμογής για την επίτευξη επαρκούς στάθμης ασφάλειας δικτύου και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην εσωτερική αγορά. Η Αρχή πρέπει να συμβάλλει στην εναρμόνιση των κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφάλειας παρέχοντας την εμπειρογνωμοσύνη της. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να διαθέτουν την εξουσία να εκδίδουν δεσμευτικές οδηγίες αναφορικά με τεχνικά μέτρα εφαρμογής που θεσπίζονται σύμφωνα με την οδηγία πλαίσιο. Για την εκτέλεση των καθηκόντων τους πρέπει να διαθέτουν εξουσία για διερεύνηση και επιβολή κυρώσεων σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης.

    (34) Από την εμπειρία της εφαρμογής του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων προκύπτει ότι η αγορά όπου ασκείται η επιρροή της σημαντικής ισχύος δεν συνιστά την πηγή του προβλήματος αλλά το αντικείμενο του αποτελέσματός της. Κατά συνέπεια, η σημαντική ισχύς σε μια αγορά πρέπει να αντιμετωπίζεται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές στην πηγή και όχι σε παρακείμενες αγορές όπου γίνονται αισθητά τα αποτελέσματά της.

    (35) Σε περίπτωση αγορών που έχουν ταυτοποιηθεί ως διακρατικές, η διαδικασία ανασκόπησης της αγοράς πρέπει να απλουστευθεί και να καταστεί αποτελεσματικότερη διευκολύνοντας την Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη της Αρχής, να ορίσει τις επιχειρήσεις με σημαντική ισχύ στην αγορά και να επιβάλλει μια ή περισσότερες ειδικές υποχρεώσεις, καθιστώντας έτσι δυνατή την απευθείας αντιμετώπιση θεμάτων με διακρατικά χαρακτηριστικά σε κοινοτικό επίπεδο.

    (36) Για να γνωρίζουν με βεβαιότητα οι συντελεστές της αγοράς τους όρους των κανονιστικών ρυθμίσεων, απαιτείται καθορισμός χρονικού ορίου για τις περιπτώσεις ανασκόπησης της αγοράς. Είναι σημαντικό να διεξάγεται ανάλυση της αγοράς σε τακτική βάση και σε εύλογο και ενδεδειγμένο χρονικό πλαίσιο. Στο εν λόγω πλαίσιο πρέπει να συνεκτιμάται το κατά πόσο η συγκεκριμένη αγορά υπήρξε κατά το παρελθόν αντικείμενο ανάλυσης και αν έχει κοινοποιηθεί δεόντως. Εάν μια εθνική ρυθμιστική αρχή δεν αναλύσει μια αγορά εντός του χρονικού περιθωρίου ενδέχεται να τεθεί σε κίνδυνο η εσωτερική αγορά, ενώ οι κανονικές διαδικασίες επί παραβάσει ενδέχεται να μην έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματά τους εγκαίρως. Η Επιτροπή πρέπει συνεπώς να είναι σε θέση να ζητήσει από την Αρχή να επικουρήσει την συγκεκριμένη εθνική ρυθμιστική αρχή στα καθήκοντα της, ιδίως να εκδώσει γνώμη συμπεριλαμβανομένου σχεδίου μέτρου, ανάλυσης της σχετικής αγοράς και των ενδεδειγμένων υποχρεώσεων που στη συνέχεια μπορεί να επιβάλλει η Επιτροπή.

    (37) Λόγω του υψηλού επιπέδου τεχνολογικής καινοτομίας και των πολύ δυναμικών αγορών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να είναι δυνατή η ταχεία προσαρμογή των κανονιστικών ρυθμίσεων κατά συντονισμένο και εναρμονισμένο τρόπο σε ευρωπαϊκή κλίμακα, καθώς, όπως προκύπτει από την εμπειρία, οι αποκλίσεις μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών στην υλοποίηση του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων ενδέχεται να προκαλέσουν φραγμούς στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς. Πρέπει επομένως να αποκτήσει η Επιτροπή εξουσίες για την θέσπιση εκτελεστικών μέτρων σε πεδία όπως η κανονιστική αντιμετώπιση νέων υπηρεσιών, η αριθμοδότηση, η ονοματοδοσία και διευθυνσιοδότηση, θέματα καταναλωτών συμπεριλαμβανομένης της ηλε-προσβασιμότητας και λογιστικών μέτρων κανονιστικού χαρακτήρα.

    (38) Ένα σημαντικό καθήκον που έχει ανατεθεί στην Αρχή είναι η κατά περίπτωση έκδοση γνώμης σε σχέση με διασυνοριακές διαφορές. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει επομένως να λαμβάνουν υπόψη ενδεχόμενες γνώμες της Αρχής σε ανάλογες περιπτώσεις.

    (39) Από την εμπειρία κατά την υλοποίηση του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων προκύπτει ότι οι υφιστάμενες διατάξεις που παρέχουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές την εξουσία να επιβάλλουν πρόστιμα απέτυχαν να αποτελέσουν επαρκές κίνητρο συμμόρφωσης με τις κανονιστικές απαιτήσεις. Κατάλληλες εξουσίες επιβολής μπορούν να συμβάλλουν στην έγκαιρη υλοποίηση του πλαισίου των κανονιστικών ρυθμίσεων και επομένως να ενισχύσουν την κανονιστική ασφάλεια, που αποτελεί σημαντικό συντελεστή για επενδύσεις. Η έλλειψη αποτελεσματικών εξουσιών σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ισχύει για ολόκληρο το πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων. Η εισαγωγή μιας νέας διάταξης στην οδηγία πλαίσιο για την αντιμετώπιση αθέτησης υποχρεώσεων που προβλέπονται στην οδηγία πλαίσιο και στις ειδικές οδηγίες πρέπει επομένως να εξασφαλίζει την εφαρμογή συνεπών και συνεκτικών αρχών επιβολής, καθώς και κυρώσεις για ολόκληρο το πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων.

    (40) Το υφιστάμενο πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων περιελάμβανε ορισμένες διατάξεις για τη διευκόλυνση της μετάβασης από το παλαιό πλαίσιο του 1998 στο νέο, του 2002. Η μετάβαση αυτή ολοκληρώθηκε σε όλα τα κράτη μέλη και τα εν λόγω μέτρα πρέπει να καταργηθούν καθώς είναι πλέον περιττά.

    (41) Στο παράρτημα I της οδηγίας πλαίσιο προσδιορίστηκε ο κατάλογος των αγορών που πρέπει να περιληφθούν στη σύσταση για τις σχετικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών που ενδέχεται να επιδέχονται εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση. Το εν λόγω παράρτημα πρέπει να καταργηθεί δεδομένου ότι εκπληρώθηκε ο σκοπός του να εξυπηρετήσει ως βάση για την κατάρτιση της αρχικής έκδοσης της σύστασης[27].

    (42) Στο παράρτημα IΙ της οδηγίας πλαίσιο απαριθμούνται τα κριτήρια που πρέπει να χρησιμοποιηθούν από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές όταν αξιολογούν την ενδεχόμενη ύπαρξη από κοινού δεσπόζουσας θέσης σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 14 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας. Δεδομένου ότι ο κατάλογος του παραρτήματος ΙΙ δεν είναι απαραίτητος ούτε εξαντλητικός ενδέχεται να είναι παραπλανητικός για τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές που διεξάγουν ανάλυση της αγοράς. Εξάλλου, η έννοια της από κοινού δεσπόζουσας θέσης εξαρτάται επίσης από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Κατά συνέπεια το παράρτημα ΙΙ είναι περιττό και μπορεί να καταργηθεί.

    (43) Ο σκοπός του λειτουργικού διαχωρισμού, όπου ο καθετοποιημένος φορέας εκμετάλλευσης απαιτείται να καθιερώσει λειτουργικά διακριτές επιχειρηματικές οντότητες, προορίζεται για την εξασφάλιση της παροχής προϊόντων με πλήρως ισότιμη πρόσβαση σε όλους του κατάντη φορείς εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένων των κατάντη τμημάτων του ίδιου του καθετοποιημένου φορέα εκμετάλλευσης. Ο λειτουργικός διαχωρισμός έχει τη δυνατότητα βελτίωσης του ανταγωνισμού σε διάφορες σχετικές αγορές, μειώνοντας σημαντικά το κίνητρο για διακριτική μεταχείριση και καθιστώντας ευκολότερη την επαλήθευση και επιβολή της συμμόρφωσης με υποχρεώσεις αμεροληψίας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις ενδέχεται να δικαιολογηθεί ως επανορθωτικό μέτρο όπου έχει σημειωθεί μόνιμη αδυναμία επίτευξης αποτελεσματικής αμεροληψίας (απουσίας διακρίσεων) σε διάφορες από τις σχετικές αγορές, και όπου υπάρχει περιορισμένη ή καθόλου προοπτική ανταγωνισμού υποδομής εντός εύλογου χρονικού ορίζοντα, αφού έχει υπάρξει προσφυγή σε ένα ή περισσότερα επανορθωτικά μέτρα που προηγουμένως θεωρούνταν ενδεδειγμένα. Είναι, ωστόσο, πολύ σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι η επιβολή της διαφυλάσσει τα συμφέροντα της ενδιαφερόμενης επιχείρησης να επενδύσει στο δίκτυό της και ότι δεν συνεπάγεται δυνητικά αρνητικά αποτελέσματα στην ευημερία των καταναλωτών. Για την επιβολή της απαιτείται συντονισμένη ανάλυση διάφορων σχετικών αγορών που συνδέονται με το δίκτυο πρόσβασης, σύμφωνα με τη διαδικασία ανάλυσης της αγοράς που ορίζεται στο άρθρο 16 της οδηγίας πλαίσιο. Κατά την εκτέλεση της ανάλυσης αγοράς και τη μελέτη των λεπτομερειών του εν λόγω επανορθωτικού μέτρου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης από τις διακριτές επιχειρηματικές οντότητες, λαμβάνοντας υπόψη την έκταση της εγκατάστασης του δικτύου και το βαθμό τεχνολογικής προόδου, οι οποίοι ενδέχεται να επηρεάσουν τη δυνατότητα υποκατάστασης σταθερών και ασύρματων υπηρεσιών. Για την αποφυγή στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά οι προτάσεις λειτουργικού διαχωρισμού πρέπει να εγκρίνονται εκ των προτέρων από την Επιτροπή.

    (44) Η εφαρμογή λειτουργικού διαχωρισμού δεν αποκλείει κατάλληλους μηχανισμούς συντονισμού μεταξύ των διάφορων διακριτών επιχειρηματικών οντοτήτων ώστε να εξασφαλιστεί η προστασία των δικαιωμάτων οικονομικής και διαχειριστικής εποπτείας της μητρικής εταιρίας.

    (45) Σε περίπτωση που καθετοποιημένη επιχείρηση επιλέξει να διαθέσει σημαντικό μέρος ή το σύνολο των στοιχείων του δικτύου τοπικής πρόσβασής της σε διακριτή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία ή ιδρύοντας διακριτή επιχειρηματική οντότητα που ασχολείται με προϊόντα πρόσβασης, η εθνική ρυθμιστική αρχή πρέπει να εκτιμά το αποτέλεσμα της σκοπούμενης συναλλαγής στο σύνολο των υφιστάμενων ρυθμιστικών υποχρεώσεων που έχουν επιβληθεί στον καθετοποιημένο φορέα εκμετάλλευσης ώστε να εξασφαλιστεί η συμβατότητα ενδεχόμενων νέων συμφωνιών με την οδηγία 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και την οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία). Η σχετική εθνική ρυθμιστική αρχή πρέπει να αναλαμβάνει νέα ανάλυση των αγορών όπου δραστηριοποιείται η διαιρεμένη οντότητα και, ανάλογα, να επιβάλλει, να διατηρεί, να τροποποιεί ή να αίρει υποχρεώσεις. Για το σκοπό αυτό, η εθνική ρυθμιστική αρχή πρέπει να είναι σε θέση να ζητεί πληροφορίες από την επιχείρηση.

    (46) Ενώ σε ορισμένες περιστάσεις είναι ενδεδειγμένο μια εθνική ρυθμιστική αρχή να επιβάλει υποχρεώσεις σε φορείς εκμετάλλευσης που δεν διαθέτουν σημαντική ισχύ στην αγορά αποβλέποντας στην επίτευξη στόχων όπως η διατερματική συνδετικότητα ή η διαλειτουργικότητα υπηρεσιών, είναι ωστόσο απαραίτητο να εξασφαλίζεται ότι τέτοιες υποχρεώσεις επιβάλλονται σε συμμόρφωση με το πλαίσιο των κανονιστικών ρυθμίσεων και, ειδικότερα, με τις διαδικασίες κοινοποίησης που προβλέπονται σε αυτόν.

    (47) Η Επιτροπή έχει την εξουσία εφαρμογής εκτελεστικών μέτρων με σκοπό την προσαρμογή των όρων πρόσβασης σε υπηρεσίες ψηφιακής τηλεόρασης και ραδιοφώνου, οι οποίες ορίζονται στο παράρτημα I, με τις εξελίξεις στις αγορές και την τεχνολογία. Τούτο ισχύει επίσης για τον ελάχιστο κατάλογο θεμάτων, στο παράρτημα II, τα οποία πρέπει να δημοσιευθούν για την κάλυψη της υποχρέωσης της διαφάνειας.

    (48) Η διευκόλυνση της πρόσβασης σε πόρους ραδιοσυχνοτήτων για τους συντελεστές της αγοράς θα συμβάλει στην άρση των εμποδίων για την είσοδο στην αγορά. Εξάλλου, η τεχνολογική πρόοδος περιορίζει τον κίνδυνο επιβλαβών παρεμβολών σε ορισμένες ζώνες συχνοτήτων και επομένως την ανάγκη για μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης. Κατά συνέπεια, οι όροι για την χρήση ραδιοφάσματος με σκοπό την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει κατά κανόνα να καθορίζονται στο πλαίσιο γενικών αδειών, εκτός εάν απαιτούνται ειδικές άδειες, λαμβάνοντας υπόψη την χρήση του ραδιοφάσματος, για προστασία έναντι επιζήμιων παραγόντων ή για κάλυψη συγκεκριμένου στόχου γενικού συμφέροντος. Αποφάσεις σχετικά με την ανάγκη μεμονωμένων δικαιωμάτων πρέπει να λαμβάνονται με διαφανή και αναλογικό τρόπο.

    (49) Η εισαγωγή των απαιτήσεων της ουδετερότητας ως προς την υπηρεσία και την τεχνολογία στις αποφάσεις εκχώρησης και κατανομής, μαζί με την αυξημένη πιθανότητα μεταφοράς δικαιωμάτων μεταξύ επιχειρήσεων, αναμένεται ότι θα αυξήσουν την ελευθερία και τους τρόπους διανομής ηλεκτρονικών επικοινωνιών και περιεχομένου και υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων επικοινωνίας στο κοινό, διευκολύνοντας έτσι την επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος. Κατά συνέπεια, ορισμένες υποχρεώσεις γενικού συμφέροντος που επιβάλλονται σε ραδιοτηλεοπτικούς φορείς για την διανομή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων επικοινωνίας μπορούν να επιτευχθούν σε μεγαλύτερο βαθμό χωρίς την ανάγκη χορήγησης μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος. Οι χρήσεις συγκεκριμένων κριτηρίων για την εκχώρηση ραδιοφάσματος σε ραδιοτηλεοπτικούς φορείς θα αιτιολογούνταν μόνο εφόσον τούτο είναι ουσιώδες για την κάλυψη συγκεκριμένου στόχου γενικού συμφέροντος που ορίζεται στην εθνική νομοθεσία. Οι διαδικασίες που συνδέονται με την επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση διαφανείς, αντικειμενικές, αναλογικές και αμερόληπτες.

    (50) Για την εξασφάλιση ίσης μεταχείρισης, κανένας χρήστης ραδιοφάσματος δεν πρέπει να εξαιρείται από την υποχρέωση να καταβάλει τα συνήθη τέλη ή επιβαρύνσεις που ορίζονται για τη χρήση του ραδιοφάσματος.

    (51) Από την άποψη του περιοριστικού αντίκτυπού του στην ελεύθερη πρόσβαση σε ραδιοφάσμα, η ισχύς ενός μεμονωμένου δικαιώματος χρήσης που δεν είναι εμπορεύσιμο πρέπει να είναι περιορισμένη χρονικά. Σε περίπτωση που δικαιώματα χρήσης περιλαμβάνουν διάταξη ανανέωση της ισχύος τους, τα κράτη μέλη πρέπει να διεξάγουν πρώτα ανασκόπηση, συμπεριλαμβανομένης δημόσιας διαβούλευσης, συνεκτιμώντας τις αγορές, την κάλυψη και τεχνολογικές εξελίξεις. Ενόψει της σπανιότητας του ραδιοφάσματος, τα μεμονωμένα δικαιώματα που χορηγούνται σε επιχειρήσεις πρέπει να υφίστανται τακτική ανασκόπηση. Κατά την διεξαγωγή της εν λόγω ανασκόπησης, τα κράτη μέλη πρέπει να σταθμίζουν όπου αυτό είναι δυνατό τα συμφέροντα των κατόχων δικαιωμάτων με την ανάγκη ενίσχυσης της εισαγωγής εμπορίας ραδιοφάσματος, καθώς και με περισσότερο ευέλικτη χρήση ραδιοφάσματος μέσω γενικών αδειών.

    (52) Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να διαθέτουν την εξουσία για εξασφάλιση αποδοτικής χρήσης ραδιοφάσματος και αριθμών και, εφόσον παραμένουν αχρησιμοποίητοι πόροι ραδιοφάσματος ή αριθμοδότησης, να αναλαμβάνουν δράση για την αποτροπή αποθεματοποίησης που αντιβαίνει στον ανταγωνισμό, και η οποία μπορεί να παρεμποδίσει νέες εισόδους στην αγορά.

    (53) Η άρση νομικών και διοικητικών φραγμών για γενική άδεια ή δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ή αριθμών με ευρωπαϊκή απήχηση πρέπει να ευνοεί την ανάπτυξη της τεχνολογίας και των υπηρεσιών και να συμβάλει στην βελτίωση του ανταγωνισμού. Ενώ ο συντονισμός των τεχνικών όρων για τη διάθεση και αποδοτική χρήση των ραδιοσυχνοτήτων διοργανώνεται σύμφωνα με την απόφαση για το ραδιοφάσμα[28], ενδέχεται επίσης να απαιτηθεί, για την επίτευξη στόχων της εσωτερικής αγοράς, ο συντονισμός ή η εναρμόνιση των διαδικασιών επιλογής και των όρων που ισχύουν για δικαιώματα και άδειες σε ορισμένες ζώνες, σε δικαιώματα χρήσης για αριθμούς και σε γενικές άδειες. Τούτο ισχύει ιδίως για τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι οποίες έχουν από την φύση τους διάσταση εσωτερικής αγοράς ή διασυνοριακό δυναμικό, όπως οι δορυφορικές υπηρεσίες, η ανάπτυξη των οποίων θα παρεμποδίζονταν από ανακολουθίες στην εκχώρηση ραδιοφάσματος μεταξύ κρατών μελών. Η Επιτροπή, επικουρούμενη από την Επιτροπή Επικοινωνιών και λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη της Αρχής, πρέπει επομένως να είναι σε θέση να θεσπίζει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα για την επίτευξη τέτοιων στόχων. Τα εκτελεστικά μέτρα που θεσπίζει η Επιτροπή ενδέχεται να απαιτούν από τα κράτη μέλη να διαθέτουν δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος ή/και αριθμών σε όλη την έκταση της επικράτειάς τους και, εφόσον απαιτηθεί, να αποσύρουν κάθε άλλο υφιστάμενο εθνικό δικαίωμα χρήσης. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη δεν χορηγούν νέο δικαίωμα χρήσης για την σχετική ζώνη ραδιοφάσματος ή την περιοχή αριθμών βάσει εθνικών διαδικασιών.

    (54) Οι εξελίξεις στην τεχνολογία και την αγορά κατέστησαν δυνατή την εγκατάσταση υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που εκτείνονται πέρα από τα γεωγραφικά σύνορα των κρατών μελών. Με το άρθρο 16 της οδηγίας για την αδειοδότηση απαιτείτο από την Επιτροπή να προβαίνει σε ανασκόπηση της λειτουργίας των εθνικών συστημάτων αδειοδότησης και της εξέλιξης της διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών στην Κοινότητα. Οι διατάξεις του άρθρου 8 της οδηγίας για την αδειοδότηση αναφορικά με την εναρμονισμένη εκχώρηση ραδιοσυχνοτήτων αποδείχθηκαν αναποτελεσματικές όσον αφορά την ανταπόκριση στις ανάγκες μιας επιχείρησης που επιθυμεί να παρέχει υπηρεσίες σε κοινοτική κλίμακα και κατά συνέπεια πρέπει να τροποποιηθούν.

    (55) Ενώ η χορήγηση αδειών και η παρακολούθηση της συμμόρφωσης με όρους χρήσης πρέπει να παραμείνει αρμοδιότητα κάθε κράτους μέλους, τα κράτη μέλη πρέπει να απέχουν από επιβολή περαιτέρω όρων, κριτηρίων ή διαδικασιών που θα περιόριζαν, θα αλλοίωναν ή θα καθυστερούσαν την ορθή εφαρμογή μιας διαδικασίας εναρμονισμένης ή συντονισμένης επιλογής ή αδειοδότησης. Όπου δικαιολογείται για την διευκόλυνση της εφαρμογής τους, στα εν λόγω μέτρα συντονισμού ή εναρμόνισης θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν μεταβατικές παρεκκλίσεις ή, στην περίπτωση του ραδιοφάσματος, μεταβατικοί μηχανισμοί μερισμού ραδιοφάσματος που θα εξαιρούσαν ένα κράτος μέλος από την εφαρμογή ανάλογων μέτρων, υπό την προϋπόθεση ότι τούτο δεν θα προκαλούσε αδικαιολόγητες διαφορές στην ανταγωνιστική ή ρυθμιστική κατάσταση μεταξύ κρατών μελών.

    (56) Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να αναλαμβάνουν αποτελεσματική δράση για την παρακολούθηση και ασφαλή συμμόρφωση με τους όρους και προϋποθέσεις της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας επιβολής αποτελεσματικών οικονομικών ή/και διοικητικών κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης των εν λόγω όρων και προϋποθέσεων.

    (57) Οι όροι που μπορούν να επισυναφθούν σε άδειες καλύπτουν ειδικούς όρους που διέπουν την προσβασιμότητα για χρήστες με αναπηρίες και την ανάγκη δημόσιων αρχών για επικοινωνία με το ευρύ κοινό πριν, κατά την διάρκεια και έπειτα από καταστροφές μεγάλης κλίμακας. Επίσης, ενόψει της σημασίας της τεχνικής καινοτομίας, τα κράτη μέλη πρέπει να είναι σε θέση να εκδίδουν άδειες χρήσης ραδιοφάσματος για πειραματικούς σκοπούς, οι οποίες θα υπόκεινται σε συγκεκριμένους περιορισμούς και όρους που δικαιολογούνται αυστηρά λόγω του πειραματικού χαρακτήρα των δικαιωμάτων αυτών.

    (58) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2887/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο[29] απεδείχθη αποτελεσματικός κατά την αρχική φάση του ανοίγματος της αγοράς. Με την οδηγία πλαίσιο η Επιτροπή καλείται να παρακολουθήσει την μετάβαση από το πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων του 1998 σε αυτό του 2002 και, να παρουσιάσει προτάσεις για την κατάργηση του εν λόγω κανονισμού. Βάσει του πλαισίου του 2002, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν καθήκον ανάλυσης της χονδρικής αγοράς αδεσμοποίητης πρόσβασης σε μεταλλικούς βρόχους και υποβρόχους για σκοπούς παροχής ευρυζωνικών και φωνητικών υπηρεσιών, όπως ορίζεται στην σύσταση για τις σχετικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών. Δεδομένου ότι όλα τα κράτη μέλη έχουν αναλύσει τουλάχιστον μία φορά την εν λόγω αγορά και ότι έχουν τεθεί οι κατάλληλες υποχρεώσεις βάσει του πλαισίου του 2002, ο κανονισμός αριθ. 2887/2000 κατέστη περιττός και κατά συνέπεια πρέπει να καταργηθεί.

    (59) Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[30].

    (60) Εν προκειμένω, η Επιτροπή πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα σε σχέση με τις κοινοποιήσεις δυνάμει του άρθρου 7 της οδηγίας πλαίσιο· την εναρμόνιση στα πεδία του ραδιοφάσματος και της αριθμοδότησης, καθώς και σε θέματα που άπτονται της ασφάλειας δικτύων και υπηρεσιών· την ταυτοποίηση διακρατικών αγορών· την υλοποίηση των προτύπων· την εναρμονισμένη εφαρμογή των διατάξεων του πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων. Πρέπει επίσης να εξουσιοδοτηθεί για τη θέσπιση εκτελεστικών μέτρων για την επικαιροποίηση των παραρτημάτων Ι και ΙΙ της οδηγίας για την πρόσβαση με βάση τις εξελίξεις της τεχνολογίας και των αγορών και για τη θέσπιση εκτελεστικών μέτρων για εναρμόνιση των κανόνων αδειοδότησης, των διαδικασιών και των όρων αδειοδότησης για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Δεδομένου ότι τα εν λόγω μέτρα είναι γενικής εμβέλειας και έχουν ως αντικείμενο τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με την προσθήκη νέων μη ουσιαστικών στοιχείων, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ. Σε περίπτωση που, για επιτακτικούς λόγους επείγοντος χαρακτήρα, δεν είναι δυνατόν να τηρηθούν τα συνήθη χρονικά περιθώρια για την εν λόγω διαδικασία, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιεί την επείγουσα διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 5α παράγραφος 6 της παραπάνω απόφασης,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1 Τροποποιήσεις στην οδηγία 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο)

    Η οδηγία 2002/21/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

    (1) Στο άρθρο 1 το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘1. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει εναρμονισμένο πλαίσιο για τη ρύθμιση υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών ευκολιών και συναφών υπηρεσιών, καθώς και ορισμένων πτυχών τερματικού εξοπλισμού. Καθορίζει τα καθήκοντα των εθνικών κανονιστικών αρχών και θεσπίζει σύνολο διαδικασιών για την εξασφάλιση εναρμονισμένης εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου σε ολόκληρη την Κοινότητα.’

    (2) Στο άρθρο 2:

    (α) το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘(β) "Διακρατικές αγορές": οι αγορές που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 4 και καλύπτουν την Κοινότητα ή σημαντικό μέρος της, μεγαλύτερο από ένα κράτος μέλος.’

    (β) το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘δ) "Δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών": το δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το οποίο χρησιμοποιείται, εξ ολοκλήρου ή κυρίως, για την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που υποστηρίζουν τη μεταφορά πληροφοριών μεταξύ τερματικών σημείων δικτύου, συμπεριλαμβανομένων και μη ενεργών στοιχείων δικτύου·’

    (γ) το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘ε) "Συναφείς ευκολίες": οι ευκολίες που σχετίζονται με δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και καθιστούν δυνατή ή/και στηρίζουν την παροχή υπηρεσιών μέσω του εν λόγω δικτύου και/ή υπηρεσίας, περιλαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, συστήματα μετατροπής αριθμών ή διευθύνσεων, συστήματα υπό όρους πρόσβασης και οδηγούς ηλεκτρονικών προγραμμάτων, καθώς και υλική υποδομή, όπως αγωγούς, ιστούς, οδικά κυτία σύνδεσης και κτίρια·’

    (δ) Το στοιχείο (ιβ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘ιβ) "Ειδικές οδηγίες": η οδηγία 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση), η οδηγία 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση), η οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία) και η οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[31] (εφεξής "οδηγία 2002/58/ΕΚ για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες".)’

    (ε) Προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία (ιζ), (ιη), και (ιθ):

    ‘(ιζ) "κατανομή": ο καθορισμός δεδομένης ζώνης συχνοτήτων ή περιοχής αριθμών προς χρήση ενός ή περισσότερων τύπων υπηρεσιών, κατά περίπτωση, υπό ειδικές συνθήκες.

    (ιη) "εκχώρηση": η άδεια που δίδεται από εθνική ρυθμιστική αρχή σε νομική οντότητα [ή σε φυσικό άτομο] για χρήση ραδιοσυχνότητας ή καναλιού ραδιοσυχνότητας, ή αριθμού (ή ομάδας(ων) αριθμών).

    (ιθ) "επιβλαβείς παρεμβολές": οι παρεμβολές οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο τη λειτουργία υπηρεσίας ραδιοπλοήγησης ή άλλων υπηρεσιών ασφάλειας ή οι οποίες, καθ' οιονδήποτε τρόπο, υποβαθμίζουν σοβαρά, εμποδίζουν ή επανειλημμένα διακόπτουν μια ραδιοεπικοινωνιακή υπηρεσία που λειτουργεί σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κοινοτικούς ή εθνικούς κανονισμούς.’

    (3) Το άρθρο 3 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την ανεξαρτησία, την αμεροληψία και τη διαφάνεια των εθνικών κανονιστικών αρχών κατά την άσκηση των εξουσιών τους. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από κανέναν άλλον φορέα σε σχέση με την εκτέλεση των τρεχόντων καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί βάσει εθνικών νομοθετικών ρυθμίσεων που υλοποιούν την κοινοτική νομοθεσία. Εξουσία αναστολής ή ακύρωσης αποφάσεων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών διαθέτουν αποκλειστικά όργανα προσφυγής που έχουν συγκροτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 4 ή εθνικά δικαστήρια.

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο επικεφαλής εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή ο αντικαταστάτης του μπορεί να απολυθεί μόνον εφόσον δεν καλύπτει πλέον τους απαιτούμενους όρους για την εκτέλεση των καθηκόντων του όπως αυτά καθορίζονται εκ των προτέρων στην εθνική νομοθεσία, ή εάν έχει διαπράξει βαρύ παράπτωμα. Η απόφαση απόλυσης του επικεφαλής της εθνικής ρυθμιστικής αρχής περιλαμβάνει δήλωση των λόγων και δημοσιεύεται κατά τη χρονική στιγμή της απόλυσης.

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους για την διεξαγωγή των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί και ότι διαθέτουν χωριστούς ετήσιους προϋπολογισμούς. Οι προϋπολογισμοί δημοσιοποιούνται.’

    (4) Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

    ‘1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την ύπαρξη αποτελεσματικών μηχανισμών σε εθνικό επίπεδο, βάσει των οποίων κάθε χρήστης ή επιχείρηση που παρέχει δίκτυα ή/και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχει, όταν επηρεάζεται από απόφαση εθνικής κανονιστικής αρχής, δικαίωμα προσφυγής κατά της απόφασης, ενώπιον οργάνου προσφυγής ανεξάρτητου από τα εμπλεκόμενα μέρη. Το εν λόγω όργανο προσφυγής, το οποίο μπορεί να είναι δικαστήριο, διαθέτει την απαιτούμενη εμπειρία για την εκτέλεση των καθηκόντων του. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπόθεσης και ότι υπάρχει αποτελεσματικός μηχανισμός προσφυγής.

    Μέχρι την ολοκλήρωση της εν λόγω διαδικασίας προσφυγής, ισχύει η απόφαση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, εκτός εάν ληφθούν προσωρινά μέτρα. Τα προσωρινά μέτρα λαμβάνονται λόγω επείγουσας ανάγκης αναστολής των αποτελεσμάτων της απόφασης για την αποτροπή σοβαρής και μη επανορθώσιμης βλάβης του μέρους που αιτείται την λήψη των εν λόγω μέτρων και εφόσον τούτο απαιτείται από την στάθμιση των συμφερόντων.’

    (β) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

    ‘3. Τα κράτη μέλη συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με τις προσφυγές, τον αριθμό των αιτημάτων προσφυγής, την διάρκεια των διαδικασιών προσφυγής, τον αριθμό των αποφάσεων για λήψη προσωρινών μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθώς και την αιτιολογία των εν λόγω αποφάσεων. Τα κράτη μέλη διαθέτουν τις πληροφορίες αυτές στην Επιτροπή και στην Ευρωπαϊκή Αρχή για την Αγορά Επικοινωνιών (εφεξής καλούμενη 'η Αρχή') σε ετήσια βάση.’

    (5) Το άρθρο 5 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις παροχής δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να διαβιβάζουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές όλες τις πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών πληροφοριών, που απαιτούνται για να διασφαλίζεται η συμμόρφωσή τους προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών και προς τις αποφάσεις που λαμβάνονται κατ' εφαρμογή τους. Από τις επιχειρήσεις αυτές απαιτείται επίσης να υποβάλουν πληροφορίες σχετικά με μελλοντικές εξελίξεις στα δίκτυα ή τις υπηρεσίες που θα μπορούσαν να έχουν αντίκτυπο στις υπηρεσίες χονδρικής που διατίθενται σε ανταγωνιστές. Οι επιχειρήσεις αυτές παρέχουν τις πληροφορίες αυτές αμέσως, κατόπιν αιτήματος, και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και το βαθμό λεπτομέρειας που απαιτεί η εθνική ρυθμιστική αρχή. Οι πληροφορίες που ζητεί η εθνική ρυθμιστική αρχή πρέπει να είναι ανάλογες προς την εκτέλεση του συγκεκριμένου καθήκοντος. Η εθνική ρυθμιστική αρχή αιτιολογεί το αίτημά της για παροχή πληροφοριών.’

    (6) Τα άρθρα 6 και 7 αντικαθίστανται ως εξής:

    ‘Άρθρο 6 Μηχανισμός διαβούλευσης και διαφάνειας

    Εκτός περιπτώσεων που εμπίπτουν στα άρθρα 7 παράγραφος 6, 20 ή 21, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που εθνικές ρυθμιστικές αρχές προτίθενται να λάβουν μέτρα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή με τις ειδικές οδηγίες, τα οποία έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην σχετική αγορά, ή σε περίπτωση που προτίθενται να παρεκκλίνουν από τις αρχές της ουδετερότητας ως προς υπηρεσίες και τεχνολογία βάσει αιτιολόγησης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 9 παράγραφος 2α και του άρθρου 9 παράγραφος 2β, παρέχουν στα ενδιαφερόμενα μέρη δυνατότητα σχολιασμού του σχεδίου μέτρου εντός εύλογης χρονικής περιόδου.

    Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δημοσιοποιούν τις εθνικές τους διαδικασίες διαβούλευσης.

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη δημιουργία ενιαίου σημείου ενημέρωσης όπου παρατίθενται όλες οι τρέχουσες διαβουλεύσεις.

    Η εθνική ρυθμιστική αρχή δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της διαδικασίας διαβούλευσης, με εξαίρεση τις πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα σύμφωνα με την κοινοτική και την εθνική νομοθεσία σχετικά με το επιχειρηματικό απόρρητο.

    Άρθρο 7Εδραίωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών

    1. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν ιδιαίτερα υπόψη τους στόχους που καθορίζονται στο άρθρο 8, και στο βαθμό που αυτοί σχετίζονται με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

    2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς συνεργαζόμενες με την Επιτροπή και με την Αρχή, ώστε να εξασφαλίζεται η συνεπής εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών σε όλα τα κράτη μέλη. Προς το σκοπό αυτό, συνεργάζονται, ιδιαίτερα, με την Επιτροπή και την Αρχή για τον προσδιορισμό των τύπων των μέσων και των επανορθωτικών μέτρων που ενδείκνυνται σε συγκεκριμένες καταστάσεις στην αγορά.

    3. Εκτός όπου προβλέπεται αλλιώς σε εκτελεστικές διατάξεις που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7α, έπειτα από ολοκλήρωση της διαβούλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 6, σε περίπτωση που εθνική ρυθμιστική αρχή προτίθεται να λάβει μέτρο, το οποίο:

    (α) εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 15 ή του άρθρου 16 της παρούσας οδηγίας, του άρθρου 5 ή του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/.../ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση), και

    (β) είναι πιθανό να επηρεάσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών,

    ενδέχεται να απαιτήσει η Επιτροπή, ιδίως εάν της ζητηθεί σχετικά από την Αρχή ή από εθνική ρυθμιστική αρχή, να καταστήσει το σχέδιο μέτρου προσβάσιμο στην Επιτροπή, την Αρχή, και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σε άλλα κράτη μέλη, μαζί με την αιτιολόγηση επί της οποίας στηρίζεται το μέτρο, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και η Επιτροπή μπορούν εντός ενός μηνός να διαβιβάσουν τα σχόλιά τους στην ενδιαφερόμενο εθνική ρυθμιστική αρχή. Η μηνιαία προθεσμία δεν μπορεί να παραταθεί.

    4. Αν το σχεδιαζόμενο μέτρο που καλύπτεται από την παράγραφο 3 αποσκοπεί:

    (α) στον καθορισμό μιας σχετικής αγοράς που διαφέρει από εκείνες που ορίζονται στη σύσταση σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1, ή

    (β) στην απόφαση καθορισμού ή όχι επιχείρησης ως διαθέτουσας, είτε μεμονωμένα είτε από κοινού με άλλους, σημαντική ισχύ στην αγορά, βάσει του άρθρου 16 παράγραφοι 3, 4 ή 5· ή

    (γ) στην επιβολή, τροποποίηση ή άρση υποχρέωσης φορέα εκμετάλλευσης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 16 σε συνδυασμό με τα άρθρα 9 έως 13 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση), του άρθρου 5 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία),

    και είναι πιθανό να επηρεάσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, ενώ η Επιτροπή έχει επισημάνει στην εθνική ρυθμιστική αρχή ότι θεωρεί πως το σχέδιο μέτρου θα δημιουργούσε φραγμό στην εσωτερική αγορά ή εάν έχει σοβαρές αμφιβολίες ως προς την συμβατότητά του με την κοινοτική νομοθεσία και ιδίως με τους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 8, αναβάλλεται η θέσπιση του σχεδίου μέτρου επί δύο περαιτέρω μήνες. Η εν λόγω προθεσμία δεν μπορεί να παραταθεί.

    5. Εντός της δίμηνης χρονικής περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 4, μπορεί η Επιτροπή να λάβει απόφαση ζητώντας από την ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή να αποσύρει το σχέδιο μέτρου. Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη της Αρχής που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού [……/ΕΚ] πριν από την έκδοση απόφασης. Η απόφαση συνοδεύεται από λεπτομερή και αντικειμενική ανάλυση των λόγων για τους οποίους η Επιτροπή θεωρεί ότι το σχέδιο μέτρου δεν πρέπει να θεσπιστεί, καθώς και από συγκεκριμένες προτάσεις για την τροποποίηση του σχεδίου μέτρου.

    6. Εντός τριμήνου από την έκδοση απόφασης της Επιτροπής με την οποία ζητείται από την εθνική ρυθμιστική αρχή να αποσύρει σχέδιο μέτρου, η εθνική ρυθμιστική αρχή τροποποιεί ή αποσύρει το σχέδιο μέτρου. Σε περίπτωση που το σχέδιο μέτρου τροποποιείται, η εθνική ρυθμιστική αρχή διοργανώνει δημόσια διαβούλευση σύμφωνα με τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 6, και επανακοινοποιεί το τροποποιημένο σχέδιο μέτρου στην Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3.

    7. Η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τις παρατηρήσεις εθνικών ρυθμιστικών αρχών και της Επιτροπής και, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4, μπορεί να θεσπίζει το προκύπτον σχέδιο μέτρου και, εφόσον το πράξει, το ανακοινώνει στην Επιτροπή. Κάθε άλλος εθνικός φορέας που ασκεί καθήκοντα στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας ή των ειδικών οδηγιών λαμβάνει επίσης ιδιαιτέρως υπόψη τα σχόλια της Επιτροπής.

    8. Σε περίπτωση τροποποιημένου σχεδίου μέτρου που αναφέρεται στην παράγραφο 4β, η Επιτροπή μπορεί, κατά παρέκκλιση της παραγράφου 4α, να λάβει απόφαση ζητώντας από την εθνική ρυθμιστική αρχή να επιβάλει ειδική υποχρέωση βάσει των άρθρων 9 έως 13α της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και του άρθρο 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία) εντός εύλογης χρονικής περιόδου.

    Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή ακολουθεί τους ίδιους στόχους πολιτικής όπως έχουν καθοριστεί για τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές στο άρθρο 8. Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη της Αρχής που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού […./ΕΚ], ιδίως κατά την επεξεργασία της υποχρέωσης ή των υποχρεώσεων που πρόκειται να επιβληθούν.

    9. Η εθνική ρυθμιστική αρχή ανακοινώνει στην Επιτροπή όλα τα τελικά μέτρα που εμπίπτουν στους όρους α) και β) του άρθρου 7 παράγραφος 3.

    10. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν μια εθνική ρυθμιστική αρχή κρίνει ότι πρέπει επειγόντως να αναληφθεί δράση, κατά παρέκκλιση από τη διαδικασία των παραγράφων 3 και 4, προκειμένου να διασφαλιστεί ο ανταγωνισμός και να προστατευτούν τα συμφέροντα των χρηστών, μπορεί να λαμβάνει αμέσως αναλογικά και προσωρινά μέτρα. Ανακοινώνει αμελλητί στην Επιτροπή, στις άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές και στην Αρχή τα μέτρα αυτά, πλήρως αιτιολογημένα. Η λήψη απόφασης εκ μέρους εθνικής ρυθμιστικής αρχής για μονιμοποίηση των μέτρων ή παράταση ισχύος τους, υπόκειται στις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4.’

    (7) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 7α:

    Άρθρο 7aΔιατάξεις εφαρμογής

    ‘1. Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει εκτελεστικές διατάξεις που καθορίζουν την μορφή, το περιεχόμενο και το επίπεδο λεπτομέρειας των κοινοποιήσεων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7, σε περίπτωση που απαιτούνται κοινοποιήσεις, καθώς και τον καθορισμό των χρονικών περιθωρίων του άρθρου 7.

    2. Τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα οποία αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιαστικών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία επείγοντος του άρθρου 22 παράγραφος 3α.’

    (8) Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

    (α) στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘Με επιφύλαξη του άρθρου 9 αναφορικά με το ραδιοφάσμα, τα κράτη μέλη λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη την επιθυμία για τεχνολογικώς ουδέτερους κανονισμούς και, κατά την διεξαγωγή των κανονιστικών καθηκόντων που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία και στις ειδικές οδηγίες, ιδίως όσων προβλέπονται για την διασφάλιση αποτελεσματικού ανταγωνισμού, εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πράττουν ανάλογα.’

    (β) στην παράγραφο 2 τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘(α) μεριμνώντας ώστε οι χρήστες, συμπεριλαμβανομένων των μειονεκτούντων χρηστών, των ηλικιωμένων χρηστών και των χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες να αποκομίζουν το μέγιστο όφελος όσον αφορά την επιλογή, την τιμή και την ποιότητα·

    (β) μεριμνώντας ώστε να μην υφίσταται στρέβλωση ούτε περιορισμός του ανταγωνισμού στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ιδίως όσον αφορά τη διανομή περιεχομένου·’

    (γ) στην παράγραφο 3, το στοιχείο (δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘(δ) της συνεργασίας με την Επιτροπή και με την Αρχή, ώστε να εξασφαλίζονται, η ανάπτυξη συνεπούς ρυθμιστικής πρακτικής και συνεπής εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών.’

    (ε) στην παράγραφο 4 το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘(ε) ανταποκρινόμενες στις ανάγκες συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, και ιδίως των μειονεκτούντων χρηστών, των ηλικιωμένων χρηστών και των χρηστών με ειδικές κοινωνικές ανάγκες·’

    (ε) στην παράγραφο 4 προστίθεται το στοιχείο ζ) :

    ‘(ζ) κατευθυνόμενες από την αρχή ότι οι τελικοί χρήστες πρέπει να είναι σε θέση να έχουν πρόσβαση και να διανέμουν κάθε έννομο περιεχόμενο και να χρησιμοποιούν κάθε έννομη εφαρμογή ή/και υπηρεσία της επιλογής τους.’

    (9) Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘Άρθρο 9 Διαχείριση ραδιοφάσματος για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών

    1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την αποτελεσματική διαχείριση του ραδιοφάσματος για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην επικράτειά τους σύμφωνα με το άρθρο 8. Εξασφαλίζουν ότι η κατανομή και η εκχώρηση των ραδιοσυχνοτήτων αυτών από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, βασίζονται σε αντικειμενικά, διαφανή, αμερόληπτα και αναλογικά κριτήρια. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν, ωστόσο, να προβαίνουν σε διάκριση με βάση την προσφορά τεχνολογίας ή υπηρεσίας όπου προβλέπεται σχετικά στο παρόν άρθρο.

    2. Τα κράτη μέλη προάγουν την εναρμόνιση της χρήσης του ραδιοφάσματος σε ολόκληρη την Κοινότητα, σύμφωνα με την ανάγκη εξασφάλισης αποτελεσματικής και αποδοτικής χρήσης του και σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ (απόφαση για το ραδιοφάσμα).

    3. Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο δεύτερο εδάφιο ή στα μέτρα που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 9γ, τα κράτη διασφαλίζουν ότι κάθε τύπος ραδιοδικτυακής ή ασύρματης τεχνολογίας πρόσβασης μπορεί να χρησιμοποιείται στις ζώνες ραδιοσυχνοτήτων που είναι ανοικτές για υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

    Τα κράτη μέλη μπορούν, ωστόσο, να προβλέπουν αναλογικούς και αμερόληπτους περιορισμούς στους τύπους της χρησιμοποιούμενης ραδιοδικτυακής ή ασύρματης τεχνολογίας πρόσβασης όπου τούτο αιτιολογείται:

    (α) προς αποφυγή επιβλαβών παρεμβολών,

    (β) για την προστασία της δημόσιας υγείας από ηλεκτρομαγνητικά πεδία,

    (γ) για την εξασφάλιση της μεγιστοποίησης του μερισμού ραδιοφάσματος σε περιπτώσεις όπου το ραδιοφάσμα υπάγεται σε γενική άδεια, ή

    (δ) για συμμόρφωση με υποχρέωση ουδετερότητας ως προς την υπηρεσία., σύμφωνα με την παράγραφο 2β παρακάτω.

    4. Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο δεύτερο εδάφιο ή στα μέτρα που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 5, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κάθε τύπος υπηρεσιών ηλεκτρικών επικοινωνιών μπορεί να παρέχεται στις ζώνες ραδιοσυχνοτήτων που είναι ανοικτές στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Τα κράτη μέλη μπορούν, ωστόσο, να προβλέπουν αναλογικούς και αμερόληπτους περιορισμούς για τους παρεχόμενους τύπους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

    Περιορισμοί που επιβάλλουν την παροχή μιας υπηρεσίας σε συγκριμένη ζώνη αιτιολογούνται με σκοπό να εξασφαλιστεί η κάλυψη στόχου γενικού συμφέροντος σε συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία, όπως η ασφάλεια της ζωής, η προαγωγή της κοινωνικής, περιφερειακής ή εδαφικής συνοχής, ή η αποφυγή αναποτελεσματικής χρήσης ραδιοφάσματος, ή, όπως ορίζεται στην εθνική νομοθεσία σε συμμόρφωση με το κοινοτικό δίκαιο, να προαχθεί η πολιτιστική και γλωσσική ποικιλομορφία και η πολυμορφία στα μέσα επικοινωνίας.

    Περιορισμός που απαγορεύει την παροχή κάθε άλλης υπηρεσίας σε συγκεκριμένη ζώνη μπορεί να προβλέπεται μόνον όπου τούτο αιτιολογείται από την ανάγκη προστασίας υπηρεσιών για την ασφάλεια της ζωής.

    5. Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν τακτικά την αναγκαιότητα των περιορισμών που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4.

    6. Οι παράγραφοι 2α και 2β εφαρμόζονται για κατανομή και εκχώρηση ραδιοσυχνοτήτων μετά την 31η Δεκεμβρίου 2009.'

    (10) Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 9α, 9β και 9γ:

    ‘Άρθρο 9α Επανεξέταση περιορισμών υφισταμένων δικαιωμάτων

    1. Για πενταετή χρονική περίοδο από την [1η Ιανουαρίου 2010], τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι κάτοχοι δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων που έχουν χορηγηθεί πριν από την εν λόγω ημερομηνία να μπορούν να υποβάλλουν αίτηση στην αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή για επανεξέταση των περιορισμών των δικαιωμάτων τους σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφοι 3 και 4.

    Πριν εκδώσει την απόφασή της, η αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή γνωστοποιεί στον κάτοχο των δικαιωμάτων την επανεκτίμησή της σχετικά με τους περιορισμούς και του παρέχει εύλογο χρονικό διάστημα ώστε να αποσύρει την αίτησή του.

    Εάν ο κάτοχος των δικαιωμάτων αποσύρει την αίτησή του, το δικαίωμα παραμένει αμετάβλητο έως τη λήξη της ισχύος του ή το αργότερο έως το τέλος της πενταετούς περιόδου.

    2. Εφόσον ο αναφερόμενος στην παράγραφο 1 κάτοχος των δικαιωμάτων είναι πάροχος υπηρεσιών περιεχομένου ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών και το δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων έχει χορηγηθεί για την εκπλήρωση ειδικού στόχου γενικού συμφέροντος, η αίτηση επανεξέτασης μπορεί να γίνει μόνο σε σχέση με το μέρος των ραδιοσυχνοτήτων που είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση του εν λόγω στόχου. Το μέρος των ραδιοσυχνοτήτων που καθίσταται περιττό για την εκπλήρωση του εν λόγω στόχου ως αποτέλεσμα του άρθρου 9 παράγραφοι 3 και 4 επανεκχωρείται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 της οδηγίας για την αδειοδότηση.

    3. Έπειτα από την πενταετή περίοδο της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι το άρθρο 9 παράγραφοι 3 και 4 εφαρμόζεται σε όλες τις εναπομένουσες εκχωρήσεις και κατανομές ραδιοσυχνοτήτων που υφίσταντο κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

    4. Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν ενδεδειγμένα μέτρα για την εγγύηση θεμιτού ανταγωνισμού.

    Άρθρο 9β Μεταβίβαση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων

    1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν σε άλλες επιχειρήσεις μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων στις ζώνες όπου αυτό προβλέπεται στα εκτελεστικά μέτρα που έχουν θεσπιστεί κατ’ εφαρμογή του 5 άρθρου 9γ χωρίς προηγούμενη συναίνεση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής.

    Σε άλλες ζώνες, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν την δυνατότητα επιχειρήσεων να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος σε άλλες επιχειρήσεις.

    2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την κοινοποίηση στην εθνική ρυθμιστική αρχή που είναι αρμόδια για εκχώρηση ραδιοφάσματος και τη δημοσίευση της πρόθεσης μιας επιχείρησης να μεταβιβάσει δικαιώματα χρήσης ραδιοφάσματος. Σε περίπτωση που η χρήση ραδιοσυχνοτήτων έχει εναρμονιστεί με εφαρμογή της απόφασης για το ραδιοφάσμα ή άλλων κοινοτικών μέτρων, κάθε τέτοια μεταβίβαση συμμορφώνεται με την εν λόγω εναρμονισμένη χρήση.

    Άρθρο 9γ Μέτρα εναρμόνισης της διαχείρισης ραδιοσυχνοτήτων

    Ως συμβολή στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς και αποβλέποντας στην επίτευξη των αρχών του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει κατάλληλα εκτελεστικά μέτρα με σκοπό:

    (α) την εναρμόνιση της ταυτοποίησης των ζωνών στις οποίες οι επιχειρήσεις μπορούν να μεταβιβάζουν ή να χρονομισθώνουν δικαιώματα χρήσης μεταξύ τους·

    (β) την εναρμόνιση των όρων που επισυνάπτονται στην χορήγηση των δικαιωμάτων αυτών και των όρων, διαδικασιών, ορίων, περιορισμών, ανακλήσεων και μεταβατικών κανόνων που ισχύουν γι’ αυτές τις μεταβιβάσεις ή χρονομισθώσεις·

    (γ) την εναρμόνιση των ειδικών μέτρων για την εξασφάλιση θεμιτού ανταγωνισμού σε περίπτωση μεταβίβασης μεμονωμένων δικαιωμάτων·

    (δ) την εισαγωγή εξαίρεσης στην αρχή της ουδετερότητας ως προς υπηρεσία ή τεχνολογία, καθώς και την εναρμόνιση του πεδίου εφαρμογής και του χαρακτήρα κάθε εξαίρεσης αυτών των αρχών σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφοι 3 και 4, εκτός εκείνων που αποβλέπουν να εξασφαλίσουν την προαγωγή πολιτιστικής και γλωσσικής ποικιλομορφίας και πολυφωνίας στα μέσα επικοινωνίας.

    Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία επείγοντος του άρθρου 22 παράγραφος 4. Κατά την υλοποίηση των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, η Επιτροπή μπορεί να επικουρείται από την Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού […/ΕΚ].

    (11) Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘2. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μεριμνούν ώστε τα σχέδια και οι διαδικασίες αριθμοδότησης να εφαρμόζονται κατά τρόπο ο οποίος εξασφαλίζει ίση μεταχείριση σε όλους τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, που είναι διαθέσιμες στο κοινό. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι μια επιχείρηση στην οποία εκχωρείται περιοχή αριθμών δεν προβαίνει σε διακρίσεις σε βάρος άλλων παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών όσον αφορά την ακολουθία αριθμών που χρησιμοποιούνται για πρόσβαση στις υπηρεσίες τους.’

    (β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘4. Τα κράτη μέλη υποστηρίζουν την εναρμόνιση της αριθμοδότησης στην Κοινότητα όπου αυτή προάγει την λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ή υποστηρίζει την ανάπτυξη πανευρωπαϊκών υπηρεσιών. Η Επιτροπή μπορεί να λάβει κατάλληλα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα στο θέμα αυτό, τα οποία μπορούν να περιλαμβάνουν την καθιέρωση αρχών τιμολόγησης για συγκεκριμένους αριθμούς ή πεδία αριθμών. Με τα εκτελεστικά μέτρα μπορούν να χορηγούνται στην Αρχή ειδικές αρμοδιότητες κατά την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων.

    Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία επείγοντος του άρθρου 22 παράγραφος 3α.’

    (12) Στο άρθρο 11 παράγραφος 1, η τρίτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘ενεργεί βάσει απλών, διαφανών και προσιτών στο κοινό διαδικασιών που εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις και χωρίς καθυστέρηση, και σε κάθε περίπτωση λαμβάνει την απόφασή της εντός τετραμήνου από την υποβολή της αίτησης, και’

    (13) Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘Άρθρο 12 Συντοπισμός και μερισμός ευκολιών για παρόχους δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών

    1. Όταν μια επιχείρηση παροχής δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχει το δικαίωμα, δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας, να εγκαθιστά ευκολίες επί, υπεράνω ή υποκάτω δημόσιου ή ιδιωτικού ακινήτου, ή δύναται να επωφελείται διαδικασίας για την απαλλοτρίωση ή τη χρήση ακινήτου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι σε θέση να επιβάλουν μερισμό (κοινή χρήση) των ευκολιών ή του ακινήτου αυτού, συμπεριλαμβανομένων εισόδων σε κτίρια, ιστών, κεραιών, αγωγών, φρεατίων και οδικών κυτίων σύνδεσης.

    2. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους κατόχους των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 δικαιωμάτων το μερισμό χρήσεων ή ακινήτων (συμπεριλαμβανομένου φυσικού συντοπισμού) ή τη λήψη μέτρων διευκόλυνσης του συντονισμού δημόσιων έργων λόγω ανάγκης προστασίας του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας ή της δημόσιας ασφάλειας, ή της επίτευξης πολεοδομικών ή χωροταξικών στόχων μόνον έπειτα από κατάλληλη περίοδο δημόσιας διαβούλευσης, κατά τη διάρκεια της οποίας παρέχεται σε όλους τους ενδιαφερόμενους η δυνατότητα έκφρασης των απόψεών τους. Οι ρυθμίσεις αυτές για μερισμό ή συντοπισμό μπορούν να περιλαμβάνουν κανόνες για την κατανομή των δαπανών της από κοινού χρήσης ευκολιών ή ακινήτου. Οι ρυθμίσεις αυτές για μερισμό ή συντονισμό μπορούν να περιλαμβάνουν κανόνες για την κατανομή των δαπανών του μερισμού ευκολιών ή ακινήτου.’

    3. Τα μέτρα που λαμβάνονται από εθνική ρυθμιστική αρχή σύμφωνα με την παράγραφο 1 είναι αντικειμενικά, διαφανή και αναλογικά.’

    (14) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο κεφάλαιο ΙIIα:

    'Κεφάλαιο IIIα

    ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΔΙΚΤΥΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

    Άρθρο 13a Ασφάλεια και ακεραιότητα

    1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό να λαμβάνουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την κατοχύρωση της ασφάλειας των δικτύων ή των υπηρεσιών τους. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνικών δυνατοτήτων, τα μέτρα αυτά πρέπει να εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο προς τον υπάρχοντα κίνδυνο. Ιδιαιτέρως, λαμβάνονται μέτρα για την αποτροπή ή ελαχιστοποίηση του αντίκτυπου συμβάντων που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια σε χρήστες και διασυνδεμένα δίκτυα.

    2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών να λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα για την εξασφάλιση της ακεραιότητας των δικτύων τους με σκοπό την εξασφάλιση της συνέχειας της παροχής υπηρεσιών που διανέμονται μέσω των δικτύων αυτών.

    3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε επιχειρήσεις που παρέχουν πρόσβαση σε δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που διατίθενται στο κοινό να κοινοποιούν στην εθνική ρυθμιστική αρχή κάθε παραβίαση της ασφάλειας ή της ακεραιότητας που είχε σημαντικό αντίκτυπο στην λειτουργία δικτύων ή υπηρεσιών.

    Κατά περίπτωση, η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή ενημερώνει τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σε άλλα κράτη μέλη, καθώς και την Αρχή. Σε περίπτωση που η αποκάλυψη της προσβολής είναι προς το δημόσιο συμφέρον, η εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να ενημερώνει το κοινό.

    Η εθνική ρυθμιστική αρχή υποβάλει ανά τρίμηνο στην Επιτροπή συνοπτική έκθεση σχετικά με τις κοινοποιήσεις που έχει παραλάβει και την δράση που έχει αναλάβει σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

    4. Η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη της Αρχής που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού […./ΕΚ], μπορεί να εγκρίνει κατάλληλα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα αποβλέποντας στην εναρμόνιση των μέτρων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, συμπεριλαμβανομένων μέτρων που ορίζουν τις περιστάσεις, την μορφή και τις διαδικασίες που ισχύουν για απαιτήσεις κοινοποίησης.

    Τα εν λόγω εκτελεστικά μέτρα, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία επείγοντος του άρθρου 22 παράγραφος 4.

    Άρθρο 13 β Εφαρμογή και επιβολή

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν την εξουσία έκδοσης δεσμευτικών οδηγιών προς τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό, με σκοπό την εφαρμογή του άρθρου 13α.

    2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να διαθέτουν την εξουσία να απαιτούν από επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό:

    (α) να παρέχουν πληροφορίες απαραίτητες για την εκτίμηση της ασφάλειας των υπηρεσιών και δικτύων τους, συμπεριλαμβανομένων τεκμηριωμένων πολιτικών ασφάλειας· και

    (β) να απευθύνουν εντολή σε ειδικευμένο ανεξάρτητο φορέα για την διεξαγωγή ελέγχου ασφάλειας και διάθεση των σχετικών πορισμάτων στην εθνική ρυθμιστική αρχή.

    3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να διαθέτουν όλες τις απαραίτητες εξουσίες για την διερεύνηση περιπτώσεων μη συμμόρφωσης.

    4. Οι εν λόγω διατάξεις θεσπίζονται με την επιφύλαξη του άρθρου 3 της παρούσας οδηγίας.’

    (15) Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 διαγράφεται η δεύτερη φράση:

    (β) Διαγράφεται η παράγραφος 3.

    (16) Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Η επικεφαλίδα αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘Διαδικασία ταυτοποίησης και ορισμού αγορών’

    (β) Στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘1. Έπειτα από δημόσια διαβούλευση και διαβούλευση με την Αρχή, η Επιτροπή εκδίδει σύσταση σχετικά με σχετικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών (εφεξής καλούμενη "σύσταση"). Στην απόφαση ταυτοποιούνται οι εν λόγω αγορές προϊόντων και υπηρεσιών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τα χαρακτηριστικά των οποίων δύναται να αιτιολογούν την επιβολή κανονιστικών υποχρεώσεων στις ειδικές οδηγίες, με την επιφύλαξη αγορών που σε συγκεκριμένες περιπτώσεις μπορεί να ορίζονται βάσει της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Η Επιτροπή καθορίζει τις αγορές σύμφωνα με τις αρχές της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού.’

    (γ) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘3. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη σύσταση και τις κατευθυντήριες γραμμές, ορίζουν τις σχετικές αγορές που αντιστοιχούν στις εθνικές συνθήκες, ιδίως τις σχετικές γεωγραφικές αγορές εντός της επικράτειάς τους, σύμφωνα με τις αρχές της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ακολουθούν τη διαδικασία των άρθρων 6 και 7, πριν από τον ορισμό αγορών διαφορετικών από εκείνες που ταυτοποιούνται στη σύσταση.’

    (δ) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘4. Η Επιτροπή λαμβάνοντας ιδιαιτέρως την γνώμη της Αρχής που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού […/ΕΚ], μπορεί να εκδίδει απόφαση για την ταυτοποίηση διακρατικών αγορών.

    Η απόφαση αυτή, που αποσκοπεί στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της, εγκρίνεται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία επείγοντος του άρθρου 22 παράγραφος 4.’

    (17) Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διεξάγουν ανάλυση των σχετικών αγορών που απαριθμούνται στη σύσταση, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η ανάλυση αυτή να διεξάγεται, κατά περίπτωση, σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού.

    2. Όταν εθνική ρυθμιστική αρχή, δυνάμει των παραγράφων 3 ή 14 του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία), ή του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση), πρέπει να καθορίσει εάν θα επιβληθούν, θα διατηρηθούν, θα τροποποιηθούν ή θα αρθούν υποχρεώσεις επιχειρήσεων, καθορίζει, με βάση την ανάλυση αγοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, κατά πόσον μια σχετική αγορά είναι όντως ανταγωνιστική.’

    (β) Οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘5. Στην περίπτωση των διακρατικών αγορών που καθορίζονται στην απόφαση, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 4, η Επιτροπή απαιτεί από την Αρχή να πραγματοποιήσει την ανάλυση αγοράς, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές και γνωμοδοτήσει για την τυχόν επιβολή, διατήρηση, τροποποίηση ή άρση των κανονιστικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

    Η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη της Αρχής, μπορεί να εκδώσει απόφαση για τον καθορισμό μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων που διαθέτουν σημαντική ισχύ στην εν λόγω αγορά, και να επιβάλουν μία ή περισσότερες ειδικές υποχρεώσεις βάσει των άρθρων 9 έως 13α της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και του άρθρο 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία). Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή ακολουθεί τους στόχους πολιτικής που ορίζονται στο άρθρο 8.

    6. Τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3, και 4 του παρόντος άρθρου, υπόκεινται στη διαδικασία των άρθρων 6 και 7. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διεξάγουν ανάλυση της σχετικής αγοράς:

    (α) εντός διετίας από προηγούμενη κοινοποίηση σχεδίου μέτρου που αναφέρεται στην εν λόγω αγορά·

    (β) για αγορές που δεν έχουν προηγουμένως κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, εντός έτους από την έγκριση αναθεωρημένης σύστασης για σχετικές αγορές, ή

    (γ) για κράτη μέλη που έχουν προσχωρήσει πρόσφατα στην Ένωση, εντός έτους από την προσχώρησή τους.’

    (γ) Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 7:

    ‘7. Σε περίπτωση που εθνική ρυθμιστική αρχή δεν έχει ολοκληρώσει την ανάλυσή της για σχετική αγορά που προσδιορίζεται στην σύσταση εντός της χρονικής προθεσμίας που ορίζει το άρθρο 16 παράγραφος 6, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την Αρχή να εκδώσει γνώμη, συμπεριλαμβανομένου σχεδίου μέτρου, για την ανάλυση της συγκεκριμένης αγοράς και των ειδικών υποχρεώσεων που θα επιβληθούν. Η Αρχή διεξάγει δημόσια διαβούλευση για το σχετικό σχέδιο μέτρου.

    Η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη της Αρχής που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού […./ΕΚ], μπορεί να εγκρίνει απόφαση απαιτώντας από την εθνική ρυθμιστική αρχή να προσδιορίσει ορισμένες επιχειρήσεις ως διαθέτουσες σημαντική ισχύ στην αγορά και να επιβάλει ειδικές υποχρεώσεις βάσει των άρθρων 8, 9 έως 13α της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) και του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία) στις επιχειρήσεις που έχουν προσδιοριστεί με αυτόν τον τρόπο. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή ακολουθεί τους ίδιους στόχους πολιτικής όπως καθορίζονται για τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές στο άρθρο 8.’

    (18) Το άρθρο 17 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Στη δεύτερη πρόταση της παραγράφου 1, οι λέξεις 'ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 22 παράγραφος 2,' αντικαθίστανται από τις λέξεις 'να λάβει κατάλληλα εκτελεστικά μέτρα'.

    (β) Στην παράγραφο 6, οι λέξεις 'τα αποσύρει από τον κατάλογο των προτύπων ή/και προδιαγραφών που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 22 παράγραφος 2' αντικαθίστανται από τις λέξεις 'λαμβάνει τα κατάλληλα εκτελεστικά μέτρα και αποσύρει αυτά τα πρότυπα ή/και προδιαγραφές από τον κατάλογο των προτύπων ή/και προδιαγραφών που αναφέρεται στην παράγραφο 1'.

    (γ) Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 6α:

    ‘6α. Τα αναφερόμενα στις παραγράφους 4 και 6 εκτελεστικά μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιαστικών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία επείγοντος στην οποία παραπέμπει το άρθρο 22 παράγραφος 4.’

    (19) Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Στην παράγραφο 1 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο (γ):

    ‘γ) τους παρόχους υπηρεσιών και εξοπλισμού ψηφιακής τηλεόρασης να συνεργαστούν στην παροχή διαλειτουργικών τηλεοπτικών υπηρεσιών για τελικούς χρήστες με αναπηρίες.’

    (β) Διαγράφεται η παράγραφος 3.

    (20) Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘Άρθρο 19 Διαδικασίες εναρμόνισης

    1. Με επιφύλαξη του άρθρου 9 της παρούσας οδηγίας και των άρθρων 6 και 8 της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση), εφόσον η Επιτροπή διαπιστώσει ότι η ύπαρξη αποκλίσεων κατά την υλοποίηση, εκ μέρους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, των ρυθμιστικών καθηκόντων που προσδιορίζονται στην παρούσα οδηγία και στις ειδικές οδηγίες ενδέχεται να αποτελέσει φραγμό στην εσωτερική αγορά, η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη της Αρχής, εάν υπάρχει, μπορεί να εκδώσει σύσταση ή απόφαση για την εναρμονισμένη εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών με σκοπό την προσαρμογή της επίτευξης των στόχων του άρθρου 8.

    2. Εφόσον η Επιτροπή εκδώσει σύσταση κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1, ενεργεί σύμφωνα με την διαδικασία του άρθρου άρθρο 22 παράγραφος 2.

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να λάβουν ιδιαιτέρως υπόψη τις εν λόγω συστάσεις κατά την διεξαγωγή των καθηκόντων τους. Εφόσον μια εθνική ρυθμιστική αρχή επιλέγει να μην ακολουθήσει μία σύσταση, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, αιτιολογώντας τη θέση της.

    3. Όταν η Επιτροπή θεσπίζει δεσμευτικά μέτρα κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1, τα μέτρα αυτά, τα οποία αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιαστικών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία επείγοντος στην οποία παραπέμπει το άρθρο 22 παράγραφος 3α.

    4. Μέτρα που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1 μπορούν να περιλαμβάνουν προσδιορισμό εναρμονισμένης ή συντονισμένης μεθόδου για την αντιμετώπιση των ακόλουθων θεμάτων:

    (α) συνεκτική εφαρμογή κανονιστικών μεθόδων, συμπεριλαμβανομένης της κανονιστικής ρύθμισης νέων υπηρεσιών·

    (β) θέματα αριθμοδότησης, ονοματοδοσίας και διευθυνσιοδότησης, συμπεριλαμβανομένων πεδίων αριθμών, φορητότητας αριθμών και αναγνωριστικών, συστημάτων μετατροπής αριθμών και διευθύνσεων, καθώς και πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης (αριθμός 112)·

    (γ) θέματα καταναλωτών, συμπεριλαμβανομένης της προσβασιμότητας σε υπηρεσίες και εξοπλισμό ηλεκτρονικών επικοινωνιών εκ μέρους τελικών χρηστών με αναπηρίες·

    (δ) λογιστική προβλεπόμενη από την κανονιστική ρύθμιση.

    5. Η Αρχή μπορεί με δική της πρωτοβουλία να συμβουλεύσει την Επιτροπή σχετικά με την έγκριση ενός μέτρου κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1.’

    (21) Η πρώτη παράγραφος του άρθρου 20 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘1. Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ παρόχων υπηρεσιών σε σχέση με υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία ή τις ειδικές οδηγίες, κατά την οποία ένα από τα μέρη είναι επιχείρηση παροχής δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ένα κράτος μέλος, η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή εκδίδει, κατόπιν αιτήματος ενός εκ των μερών και υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2, δεσμευτική απόφαση για την επίλυση της διαφοράς, το ταχύτερο δυνατό και, πάντως, εντός τεσσάρων μηνών, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος απαιτεί την πλήρη συνεργασία όλων των μερών με την εθνική ρυθμιστική αρχή.’

    (22) Το άρθρο 21 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘Άρθρο 21 Επίλυση διασυνοριακών διαφορών

    1. Σε περίπτωση διασυνοριακής διαφοράς στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας ή των ειδικών οδηγιών μεταξύ μερών σε διαφορετικά κράτη μέλη, αν η διαφορά αυτή εμπίπτει στην αρμοδιότητα εθνικών ρυθμιστικών αρχών δύο τουλάχιστον κρατών μελών, εφαρμόζεται η διαδικασία των παραγράφων 2, 3 και 4.

    2. Κάθε μέρος μπορεί να παραπέμψει τη διαφορά στις ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές συντονίζουν τις προσπάθειές τους για την επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με τους στόχους του άρθρου 8.

    Κάθε εθνική ρυθμιστική αρχή που διαθέτει αρμοδιότητα σε τέτοια διαφορά μπορεί να ζητήσει από την Αρχή να εκδώσει σύσταση κατ’ εφαρμογή του άρθρου 18 του κανονισμού […./ΕΚ] ως προς την δράση που πρέπει να αναληφθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας πλαίσιο ή/και των ειδικών οδηγιών για επίλυση της διαφοράς.

    Εφόσον έχει διατυπωθεί ανάλογο αίτημα προς την Αρχή, κάθε εθνική ρυθμιστική αρχή που διαθέτει αρμοδιότητα σε οποιαδήποτε πτυχή της διαφοράς αναμένει την σύσταση της Αρχής κατ’ εφαρμογή του άρθρου 18 του κανονισμού […./ΕΚ] προτού αναλάβει δράση για επίλυση της διαφοράς, με την επιφύλαξη της δυνατότητας οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές να λάβουν επείγοντα μέτρα όπου αυτό είναι απαραίτητο.

    Οποιαδήποτε υποχρέωση που η εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλει σε επιχείρηση για επίλυση διαφοράς γίνεται με τήρηση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας ή των ειδικών οδηγιών και λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την σύσταση που εκδίδει η Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού […/ΕΚ].

    3. Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να αρνούνται από κοινού την επίλυση διαφοράς, εάν υπάρχουν άλλοι μηχανισμοί, συμπεριλαμβανομένης της διαμεσολάβησης, οι οποίοι θα μπορούσαν να συμβάλλουν καλύτερα σε έγκαιρη επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8.

    Τα μέρη ενημερώνονται σχετικά, αμελλητί. Εάν, έπειτα από τέσσερις μήνες, η διαφορά δεν έχει επιλυθεί, εάν η διαφορά δεν έχει παραπεμφθεί στα δικαστήρια από το μέρος το οποίο επιδιώκει επανόρθωση και εφόσον ζητηθεί από τα εκατέρωθεν μέρη, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές συντονίζουν τις προσπάθειές τους για να επιτευχθεί επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 και λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη κάθε σύσταση που εκδίδεται από την Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού […/ΕΚ].

    4. Η διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεν στερεί από κανένα μέρος τη δυνατότητα να ασκήσει αγωγή ενώπιον των δικαστηρίων.’

    (23) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 21α:

    'Άρθρο 21a Κυρώσεις

    ‘Τα κράτη μέλη καθορίζουν το σύστημα των κυρώσεων που επιβάλλονται για παραβάσεις των εθνικών διατάξεων κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και των ειδικών οδηγιών, και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζεται η εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή έως [χρονικό περιθώριο για εφαρμογή της πράξης τροποποίησης ] το αργότερο και την ενημερώνουν αμελλητί σχετικά με οποιαδήποτε επακόλουθη τροποποίηση που τις επηρεάζει.’

    (24) Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘3. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.’

    (β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘3α. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1, 2, 4 και 6 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.’

    (25) Διαγράφεται το άρθρο 27.

    (26) Διαγράφονται τα παραρτήματα Ι και ΙΙ.

    Άρθρο 2 Τροποποιήσεις στην οδηγία 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση)

    Η οδηγία 2002/19/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

    (1) Στο άρθρο 2, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘(α) "Πρόσβαση": η διάθεση ευκολιών ή/και υπηρεσιών σε άλλη επιχείρηση, βάσει καθορισμένων όρων, σε αποκλειστική ή μη βάση, για τον σκοπό παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή τη διανομή υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας ή υπηρεσιών περιεχομένου ρ/τ εκπομπών. Καλύπτει, μεταξύ άλλων: πρόσβαση σε στοιχεία του δικτύου και συναφείς ευκολίες, που μπορούν να αφορούν τη σύνδεση εξοπλισμού με σταθερά ή μη σταθερά μέσα (περιλαμβάνεται ιδίως η πρόσβαση στον τοπικό βρόχο και σε ευκολίες και υπηρεσίες απαραίτητες για την παροχή υπηρεσιών μέσω τοπικού βρόχου)· πρόσβαση σε υλική υποδομή, που περιλαμβάνει κτίρια, αγωγούς και ιστούς· πρόσβαση σε συναφή συστήματα λογισμικού, που περιλαμβάνουν συστήματα λειτουργικής υποστήριξης· πρόσβαση σε μετατροπή αριθμών ή σε συστήματα που παρέχουν παρόμοιες λειτουργικές δυνατότητες· πρόσβαση σε σταθερά και κινητά δίκτυα, ιδίως για περιαγωγή· πρόσβαση σε συστήματα υπό όρους πρόσβασης για υπηρεσίες ψηφιακής τηλεόρασης· πρόσβαση σε υπηρεσίες εικονικού δικτύου.’

    (2) Το άρθρο 4 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘1. Οι φορείς εκμετάλλευσης δημόσιων δικτύων επικοινωνιών έχουν το δικαίωμα και, εφόσον ζητείται από άλλες επιχειρήσεις που διαθέτουν τη σχετική άδεια σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση), την υποχρέωση, να διαπραγματεύονται τη μεταξύ τους διασύνδεση για παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό, προκειμένου να εξασφαλίζεται η παροχή και η διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών σε ολόκληρη την Κοινότητα. Οι φορείς εκμετάλλευσης παρέχουν πρόσβαση και διασύνδεση σε άλλες επιχειρήσεις υπό όρους και προϋποθέσεις συμβατούς με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σύμφωνα με τα άρθρα 5, 6, 7 και 8.’

    (3) Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘2. Οι υποχρεώσεις και οι προϋποθέσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 είναι αντικειμενικές, διαφανείς, αναλογικές και αμερόληπτες, και εφαρμόζονται με τη διαδικασία των άρθρων 6 και 7 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).’

    (β) Διαγράφονται οι παράγραφοι 3 και 4.

    (4) Στο άρθρο 6, το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘2. Υπό το φως των εξελίξεων στην αγορά και την τεχνολογία, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα για την τροποποίηση του Παραρτήματος I. Τα μέτρα αυτά, που προβλέπονται για την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία επείγοντος στην οποία παραπέμπει το άρθρο 14 παράγραφος 4.

    Κατά την κατάρτιση των διατάξεων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, η Επιτροπή μπορεί να επικουρείται από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (εφεξής καλούμενη 'η Αρχή')’.

    (5) Διαγράφεται το άρθρο 7.

    (6) Το άρθρο 8 παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Στην παράγραφο 1, οι λέξεις "άρθρα 9 έως 13" αντικαθίστανται από " άρθρα 9 έως 13α"

    (β) Η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

    (i) Το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

    - στην πρώτη περίπτωση, οι λέξεις "του άρθρου 5 παράγραφοι 1 και 2 και του άρθρου 6" αντικαθίστανται από τις λέξεις "του άρθρου 5 παράγραφος 1 και του άρθρου 6".

    - στην δεύτερη περίπτωση, οι λέξεις "της οδηγίας 97/66/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15 Δεκεμβρίου 1997 περί επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των τηλεπικοινωνιών[32]" αντικαθίστανται από τις λέξεις "οδηγίας 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες[33])".

    (ii) Η ακόλουθη πρόταση περιλαμβάνεται ως δεύτερη πρόταση στο δεύτερο εδάφιο:

    ‘Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη της Αρχής που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3 (ιγ) του κανονισμού [../EΚ].’

    (7) Το άρθρο 9 παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘5. Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τις απαραίτητες τροποποιήσεις στο παράρτημα II για την προσαρμογή του στις εξελίξεις της τεχνολογίας και της αγοράς. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία επείγοντος στην οποία παραπέμπει το άρθρο 14 παράγραφος 4. Στην εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, η Επιτροπή μπορεί να επικουρείται από την Αρχή.’

    (8) Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Στην παράγραφο 1 το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘(στ) η παροχή συντοπισμού ή άλλων μορφών από κοινού χρήσης ευκολιών, συμπεριλαμβανομένων αγωγών, κτιρίων ή εισόδων σε κτίρια, κεραιών ή ιστών, φρεατίων και οδικών κυτίων σύνδεσης·’

    (β) Στην παράγραφο 1 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο (ι):

    ‘(ι) η παροχή πρόσβασης σε συναφείς υπηρεσίες, όπως ταυτοποίηση, εντοπισμός θέσης και ικανότητα παρουσίας.’

    (γ) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

    ‘3. Στο πλαίσιο της επιβολής υποχρεώσεων σε φορέα εκμετάλλευσης για παροχή πρόσβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να καθορίζουν τεχνικές ή λειτουργικές προϋποθέσεις που οφείλει να πληροί ο πάροχος ή/και οι δικαιούχοι αυτής της πρόσβασης εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του δικτύου. Οι υποχρεώσεις για την τήρηση συγκεκριμένων τεχνικών προτύπων ή προδιαγραφών ικανοποιούν τα πρότυπα και τις προδιαγραφές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο)’.

    (9) Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 13α και 13β:

    ‘Άρθρο 13aΛειτουργικός διαχωρισμός

    1. Μια εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, και ιδίως του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 3, να επιβάλει υποχρέωση σε καθετοποιημένες επιχειρήσεις να μεταθέσουν δραστηριότητες που σχετίζονται με την χονδρική παροχή προϊόντων πρόσβασης σε επιχειρησιακή μονάδα που λειτουργεί ανεξάρτητα.

    Η εν λόγω επιχειρησιακή μονάδα προμηθεύει προϊόντα και υπηρεσίες πρόσβασης σε όλες τις επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων και άλλων επιχειρησιακών μονάδων στην θυγατρική εταιρία, με τα ίδια χρονικά περιθώρια, όρους και προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων όσον αφορούν επίπεδα τιμών και στάθμης υπηρεσιών, καθώς και μέσω των ίδιων συστημάτων και διαδικασιών.

    2. Εφόσον η εθνική ρυθμιστική αρχή προτίθεται να επιβάλει υποχρέωση λειτουργικού διαχωρισμού, υποβάλει αίτημα στην Επιτροπή, το οποίο περιλαμβάνει :

    (α) τεκμηρίωση ότι η επιβολή κατάλληλων υποχρεώσεων μεταξύ των οριζόμενων στα άρθρα 9-13 για την επίτευξη αποτελεσματικού ανταγωνισμού έπειτα από συντονισμένη ανάλυση των σχετικών αγορών σύμφωνα με την διαδικασία ανάλυσης της αγοράς που ορίζεται στο άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο) έχει αποτύχει και ότι θα συνεχίσει σε σταθερή βάση να αποτυγχάνει την επίτευξη αποτελεσματικού ανταγωνισμού και ότι σε διάφορες από τις εν λόγω αγορές προϊόντων έχουν εντοπιστεί σημαντικά και επίμονα προβλήματα ανταγωνισμού/περιπτώσεις αποτυχίας της αγοράς·

    (β) ανάλυση του αναμενόμενου αντίκτυπου στην ρυθμιστική αρχή, στην επιχείρηση καθώς και στα κίνητρα της επιχείρησης για επένδυση στο δίκτυό της, καθώς και σε άλλους ενδιαφερόμενους, συμπεριλαμβανομένων ιδίως του αναμενόμενου αντίκτυπου στον ανταγωνισμό υποδομών και ενδεχόμενων αποτελεσμάτων στους καταναλωτές·

    (γ) σχέδιο του προτεινόμενου μέτρου.

    3. Το σχέδιο μέτρου περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

    (α) τον ακριβή χαρακτήρα και το επίπεδο του διαχωρισμού, προσδιορίζοντας ιδίως το νομικό καθεστώς της χωριστής επιχειρηματικής οντότητας·

    (β) προσδιορισμό των στοιχείων ενεργητικού της χωριστής επιχειρηματικής οντότητας, καθώς και των προϊόντων ή υπηρεσιών που θα προμηθεύει η εν λόγω οντότητα·

    (γ) τις οργανωτικές ρυθμίσεις για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας του προσωπικού που απασχολείται από την χωριστή επιχειρηματική οντότητα, και την αντίστοιχη διάρθρωση κινήτρων·

    (δ) κανόνες για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις·

    (ε) κανόνες για την εξασφάλιση της διαφάνειας επιχειρησιακών διαδικασιών, ιδίως έναντι άλλων ενδιαφερομένων·

    (στ) πρόγραμμα παρακολούθησης για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης δημοσίευσης ετήσιας έκθεσης.

    4. Έπειτα από την απόφαση της Επιτροπής για το σχέδιο μέτρου που ελήφθη σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3, η εθνική ρυθμιστική αρχή διεξάγει συντονισμένη ανάλυση των διάφορων αγορών που σχετίζονται με το δίκτυο πρόσβασης σύμφωνα με την διαδικασία που ορίζει το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο). Βάσει της αξιολόγησής της, η εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλει, διατηρεί, τροποποιεί ή καταργεί υποχρεώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

    5. Επιχείρηση στην οποία έχει επιβληθεί λειτουργικός διαχωρισμός μπορεί να υπάγεται σε οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 9–13 σε οποιαδήποτε επιμέρους αγορά όπου έχει καθοριστεί ως διαθέτουσα σημαντική ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), ή σε κάθε άλλη υποχρέωση που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή κατ’ εφαρμογήν της παραγράφου 3 του άρθρου 8.

    Άρθρο 13β Εθελούσιος διαχωρισμός από καθετοποιημένη επιχείρηση

    1. Επιχειρήσεις που έχουν οριστεί ως διαθέτουσες σημαντική ισχύ σε μία ή περισσότερες σχετικές αγορές σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο) ενημερώνουν την εθνική ρυθμιστική αρχή εκ των προτέρων εφόσον προτίθενται να μεταβιβάσουν στοιχεία του τοπικού δικτύου πρόσβασής τους ή σημαντικό μέρος τους σε χωριστή νομική οντότητα υπό διαφορετική ιδιοκτησία, ή να καθιερώσουν χωριστή επιχειρηματική οντότητα για την παροχή πλήρως ισότιμων προϊόντων πρόσβασης σε όλους τους παρόχους λιανικής, συμπεριλαμβανομένων και των δικών της τμημάτων λιανικής.

    2. Η εθνική ρυθμιστική αρχή αξιολογεί το αποτέλεσμα της σκοπούμενης μεταβίβασης υφιστάμενων ρυθμιστικών υποχρεώσεων βάσει της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

    Για τον σκοπό αυτό, η εθνική ρυθμιστική αρχή διεξάγει συντονισμένη ανάλυση των διάφορων αγορών που σχετίζονται με το δίκτυο πρόσβασης σύμφωνα με την διαδικασία του άρθρου 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

    Με βάση την αξιολόγησή της, η εθνική ρυθμιστική αρχή επιβάλει, διατηρεί, τροποποιεί ή καταργεί υποχρεώσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

    3. Η νομικά ή/και λειτουργικά χωριστή επιχειρηματική οντότητα μπορεί να υπάγεται σε οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις των άρθρων 9-13 σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη αγορά όπου έχει οριστεί ως διαθέτουσα σημαντική ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), ή οποιασδήποτε άλλη υποχρέωση που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου 8.

    (10) Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘3. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/EΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.’

    (β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘4. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1, 2, 4 και 6 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.’

    Άρθρο 3 Τροποποιήσεις στην οδηγία 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση)

    Η οδηγία 2002/20/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

    (1) Το άρθρο 2 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘ 2. Εφαρμόζεται επίσης ο ακόλουθος ορισμός:

    "Γενική άδεια": νομικό πλαίσιο που θεσπίζεται από το κράτος μέλος και εξασφαλίζει δικαιώματα για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών υπηρεσιών και θεσπίζει ειδικές υποχρεώσεις ανά τομέα που είναι δυνατόν να εφαρμόζονται σε όλους ή σε συγκεκριμένους τύπους δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.’

    (2) Στο άρθρο 3 παράγραφος 2 οι λέξεις ‘άρθρα 5, 6 και 7’ αντικαθίστανται από τις λέξεις

    ‘άρθρα 5, 6, 6α και 7.’

    (3) Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘Άρθρο 5 Δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και αριθμών

    1. Τα κράτη μέλη δεν εξαρτούν την χρήση ραδιοσυχνοτήτων από την χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης, αλλά περιλαμβάνουν τους όρους χρήσης των εν λόγω ραδιοσυχνοτήτων στην γενική άδεια, εκτός εάν είναι δικαιολογημένη η χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων με σκοπό:

    (α) την αποφυγή σοβαρού κινδύνου επιβλαβών παρεμβολών· ή

    (β) την εκπλήρωση άλλων στόχων γενικού συμφέροντος.

    2. Εφόσον είναι απαραίτητη η χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοφάσματος και αριθμών, τα κράτη μέλη χορηγούν τα δικαιώματα αυτά, κατόπιν αιτήματος, σε κάθε επιχείρηση που παρέχει ή χρησιμοποιεί δίκτυα ή υπηρεσίες βάσει της γενικής άδειας, με την επιφύλαξη των άρθρων 6, 6α, 7 και του άρθρου 11, παράγραφος 1 στοιχείο γ) της παρούσας οδηγίας και των λοιπών κανόνων που διασφαλίζουν την αποδοτική χρήση των εν λόγω πόρων σύμφωνα με την οδηγία 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

    Με την επιφύλαξη ειδικών κριτηρίων που ορίζονται εκ των προτέρων από τα κράτη μέλη για την χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων σε παρόχους υπηρεσιών περιεχομένου ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών αποβλέποντας στην επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, τα εν λόγω δικαιώματα χρήσης χορηγούνται μέσω αντικειμενικών, διαφανών, αμερόληπτων και αναλογικών διαδικασιών, και, στην περίπτωση των ραδιοσυχνοτήτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο). Οι διαδικασίες είναι επίσης ανοικτές, εκτός περιπτώσεων όπου η χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης για ραδιοσυχνότητες στους παρόχους υπηρεσιών περιεχομένου ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών είναι αποδεδειγμένα ουσιαστικής σημασίας για την επίτευξη συγκεκριμένης υποχρέωσης που ορίζεται εκ των προτέρων από τα κράτη μέλη και η οποία είναι απαραίτητη για την επίτευξη στόχου γενικού συμφέροντος σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία.

    Κατά την χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης, τα κράτη μέλη προσδιορίζουν κατά πόσο τα εν λόγω δικαιώματα μπορούν να μεταβιβαστούν από τον κάτοχο των δικαιωμάτων, καθώς και υπό ποιους όρους. Στην περίπτωση των ραδιοσυχνοτήτων, οι εν λόγω διατάξεις είναι σύμφωνες με το άρθρο 9β της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

    Σε περίπτωση που κράτη μέλη χορηγούν δικαιώματα χρήσης για περιορισμένη χρονική περίοδο, η διάρκεια είναι κατάλληλη για την σχετική υπηρεσία ενόψει του επιδιωκόμενου και εκ των προτέρων καθορισμένου στόχου.

    Κάθε μεμονωμένο δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων που χορηγείται για δέκα χρόνια ή περισσότερο και που δεν μπορεί να μεταβιβαστεί ή να χρονομισθωθεί μεταξύ επιχειρήσεων όπως επιτρέπεται από το άρθρο 9β της οδηγίας πλαίσιο, υπάγεται ανά πενταετία και για πρώτη φορά πέντε έτη ύστερα από την χορήγησή του, σε ανασκόπηση υπό το φως των κριτηρίων της παραγράφου 1. Εάν τα κριτήρια για χορήγηση μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης δεν ισχύουν πλέον, το μεμονωμένο δικαίωμα χρήσης μεταβάλλεται σε γενική άδεια για χρήση ραδιοσυχνοτήτων, υποκείμενη σε προηγούμενη ειδοποίηση το πολύ πέντε έτη από την ολοκλήρωση της ανασκόπησης, ή καθίσταται ελεύθερα μεταβιβάσιμο ή χρονομισθώσιμο μεταξύ των επιχειρήσεων.

    3. Οι αποφάσεις για τα δικαιώματα χρήσης λαμβάνονται, ανακοινώνονται και δημοσιοποιούνται, το συντομότερο δυνατό, μετά την παραλαβή της πλήρους αίτησης από την εθνική ρυθμιστική αρχή, εντός τριών εβδομάδων στην περίπτωση αριθμών που έχουν χορηγηθεί για συγκεκριμένους σκοπούς στο πλαίσιο του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης και εντός έξι εβδομάδων στην περίπτωση ραδιοσυχνοτήτων που έχουν κατανεμηθεί για ηλεκτρονικές επικοινωνίες, στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος συχνοτήτων. Η εν λόγω τελευταία προθεσμία ισχύει με την επιφύλαξη ισχυουσών διεθνών συμφωνιών που αφορούν τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων ή τροχιακών θέσεων.

    4. Όταν αποφασίζεται, έπειτα από διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους, σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), ότι τα δικαιώματα χρήσης αριθμών εξαιρετικής οικονομικής αξίας πρέπει να χορηγούνται με διαδικασίες ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής, τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν την μέγιστη χρονική περίοδο των τριών εβδομάδων κατά τρεις εβδομάδες το πολύ.

    Για τις διαδικασίες ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής ραδιοφάσματος εφαρμόζεται το άρθρο 7.

    5. Τα κράτη μέλη δεν περιορίζουν τον αριθμό των προς χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης, εκτός εάν τούτο είναι απαραίτητο για τη εξασφάλιση αποδοτικής χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 7.

    6. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν αποδοτική και αποτελεσματική χρήση των ραδιοσυχνοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο). Εξασφαλίζουν επίσης ότι δεν στρεβλώνεται ο ανταγωνισμός ως αποτέλεσμα οποιασδήποτε μεταβίβασης ή συσσώρευσης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων. Για τους σκοπούς αυτούς τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα όπως περιορισμό, κατάργηση ή υποχρέωση πώλησης ενός δικαιώματος χρήσης ραδιοσυχνοτήτων.’

    (4) Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘1. Η γενική αδειοδότηση για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων και δικαιώματα χρήσης αριθμών μπορούν να υπάγονται μόνον στους όρους που απαριθμούνται στο παράρτημα I. Οι εν λόγω όροι είναι αμερόληπτοι, αναλογικοί και διαφανείς, και, στην περίπτωση των δικαιωμάτων χρήσης για ραδιοσυχνότητες, είναι σύμφωνη με το άρθρο 9 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).’

    (β) Στην παράγραφο 2, οι λέξεις ‘άρθρα 16, 17, 18 και 19 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία)’ αντικαθίστανται από τις λέξεις ‘άρθρο 17 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία)’.

    (γ) Στην παράγραφο 3, η λέξη 'παράρτημα' αντικαθίσταται από 'παράρτημα I'.

    (5) Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 6α και 6β:

    ‘Άρθρο 6a Μέτρα εναρμόνισης

    1. Για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 1, και με την επιφύλαξη του άρθρου 5 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή δύναται να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα:

    (α) για την ταυτοποίηση ζωνών ραδιοσυχνοτήτων, για την χρήση των οποίων απαιτούνται γενικές άδειες ή μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων·

    (β) για την ταυτοποίηση των περιοχών αριθμοδότησης που θα εναρμονιστούν σε κοινοτικό επίπεδο·

    (γ) για την εναρμόνιση διαδικασιών χορήγησης γενικών αδειών μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών·

    (δ) για την εναρμόνιση των όρων που προσδιορίζονται στο παράρτημα II και αναφέρονται σε γενικές άδειες ή μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών·

    (ε) για την πρόβλεψη τροποποίησης ή κατάργησης αδειών ή δικαιωμάτων χρήσης και τις διαδικασίες που αναφέρονται στο σημείο (δ)·

    (στ) για τον καθορισμό διαδικασιών επιλογής επιχειρήσεων, στις οποίες οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα χορηγήσουν μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6β.

    Τα μέτρα που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ) και στ), τα οποία αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14α παράγραφος 3. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία επείγοντος στην οποία παραπέμπει το άρθρο 14α παράγραφος 4.

    2. Τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν, κατά περίπτωση, να προβλέπουν για τα κράτη μέλη την δυνατότητα υποβολής αιτιολογημένου αιτήματος για τμηματική εξαίρεση ή/και χρονική παρέκκλιση από την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων.

    Η Επιτροπή αξιολογεί την αιτιολόγηση του αιτήματος, συνεκτιμώντας την συγκεκριμένη κατάσταση στο κράτος μέλος, και δύναται να χορηγήσει μερική εξαίρεση ή χρονική παράταση ή και τα δύο, υπό την προϋπόθεση ότι τούτο δεν καθυστερεί αδικαιολόγητα την υλοποίηση των μέτρων εφαρμογής που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή δεν δημιουργεί αδικαιολόγητες ανισότητες μεταξύ των κρατών μελών στην κατάσταση του ανταγωνισμού ή στο ρυθμιστικό πλαίσιο.

    3. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί να επικουρείται από την ευρωπαϊκή αρχή για την αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών (εφεξής 'η Αρχή'). Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη την ενδεχόμενη γνώμη της Αρχής, που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού [ ].

    Άρθρο 6 β Κοινή διαδικασία επιλογής για χορήγηση δικαιωμάτων

    1. Το τεχνικό μέτρο εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 6α παράγραφος 1 στοιχείο στ) μπορεί να προβλέπει την διατύπωση προτάσεων από την Αρχή για την επιλογή επιχειρήσεων στις οποίες πρόκειται να χορηγηθούν μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών, σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού [..].

    Στις περιπτώσεις αυτές στο μέτρο καθορίζεται η χρονική περίοδος εντός της οποίας η Αρχή ολοκληρώνει την επιλογή, την διαδικασία, τους εφαρμοστέους κανόνες και όρους για την επιλογή, καθώς και λεπτομέρειες σχετικά με ενδεχόμενες επιβαρύνσεις και τέλη που θα επιβληθούν στους κατόχους δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή/και αριθμών, με σκοπό την εξασφάλιση βέλτιστης χρήσης πόρων ραδιοφάσματος ή αριθμοδότησης. Η διαδικασία επιλογής είναι ανοικτή, διαφανής, αμερόληπτη και αντικειμενική.

    2. Λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη την γνώμη της Αρχής, η Επιτροπή θεσπίζει μέτρο για την επιλογή των επιχειρήσεων στις οποίες χορηγούνται μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών. Στο μέτρο προσδιορίζεται το χρονικό περιθώριο εντός του οποίου χορηγούνται τα εν λόγω δικαιώματα χρήσης από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Η Επιτροπή αποφασίζει σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 14α παράγραφος 2.’

    (6) Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

    (i) Η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘1. Στην περίπτωση που ένα κράτος μέλος εξετάζει εάν πρέπει να περιορίσει τον αριθμό των προς παροχή δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή να παρατείνει την διάρκεια υφισταμένων δικαιωμάτων κατ’ άλλο τρόπο απ’ ό,τι σύμφωνα με τους όρους που προσδιορίζονται στα εν λόγω δικαιώματα, μεταξύ άλλων:’

    (ii) Το στοιχείο (γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘(γ) δημοσιεύει οποιαδήποτε απόφασή του να περιορίσει την χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης, ή την ανανέωση δικαιωμάτων χρήσης, δηλώνοντας τους σχετικούς λόγους·’

    (γ) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘3. Εάν απαιτείται περιορισμός της χορήγησης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, τα κράτη μέλη παρέχουν τα εν λόγω δικαιώματα βάσει αντικειμενικών, διαφανών, αμερόληπτων, και αναλογικών κριτηρίων επιλογής. Όλα τα εν λόγω κριτήρια επιλογής πρέπει να σταθμίζουν δεόντως την επίτευξη των στόχων του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο) και των απαιτήσεων του άρθρου 9 της εν λόγω οδηγίας.’

    (δ) Στην παράγραφο 5 οι λέξεις 'άρθρο 9' αντικαθίστανται από τις λέξεις 'άρθρο 9β'.

    (7) Διαγράφεται το άρθρο 8.

    (8) Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

    (α) Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν και επιβλέπουν την συμμόρφωση με τους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης και με τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, σύμφωνα με το άρθρο 11.

    Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να ζητούν από τις επιχειρήσεις που παρέχουν δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών υπηρεσιών, τα οποία καλύπτονται από τη γενική άδεια, ή που απολαύουν δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών, να παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται για τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης ή προς τις ειδικές υποχρεώσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, σύμφωνα με το άρθρο 11.

    2. Εάν η εθνική ρυθμιστική αρχή διαπιστώσει ότι μια επιχείρηση δεν τηρεί έναν ή περισσότερους όρους της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης, ή τις ειδικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, κοινοποιεί στην επιχείρηση την εν λόγω διαπίστωση και παρέχει στην επιχείρηση την ευκαιρία να εκθέσει τις απόψεις της εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.

    3. Η αρμόδια αρχή έχει την δυνατότητα να απαιτήσει την παύση της παράβασης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, είτε άμεσα ή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, και λαμβάνει κατάλληλα και αναλογικά μέτρα που αποβλέπουν στην εξασφάλιση συμμόρφωσης.

    Εν προκειμένω, τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν τις αρμόδιες αρχές να επιβάλλουν κατά περίπτωση οικονομικές κυρώσεις. Τα μέτρα και οι λόγοι στους οποίους βασίζονται, ανακοινώνονται στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση χωρίς καθυστέρηση και προβλέπουν εύλογο χρονικό διάστημα για τη συμμόρφωση της επιχείρησης προς το μέτρο.’

    (β) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3, τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν την αρμόδια αρχή να επιβάλει οικονομικές κυρώσεις κατά περίπτωση σε επιχειρήσεις για την μη υποβολή πληροφοριών σύμφωνα με τις υποχρεώσεις βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 1 σημεία (α) ή (β) της παρούσας οδηγίας ή με το άρθρο 9 της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) εντός εύλογης χρονικής περιόδου που ορίζεται από την εθνική ρυθμιστική αρχή.’

    (γ) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘5. Σε περιπτώσεις σοβαρών και επανειλημμένων παραβάσεων των όρων της γενικής άδειας ή των δικαιωμάτων χρήσης, ή των ειδικών υποχρεώσεων, που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, εάν τα μέτρα για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης, που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, δεν φέρουν αποτέλεσμα, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να εμποδίζουν την περαιτέρω παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από μια επιχείρηση ή να αναστέλλουν ή να αποσύρουν τα δικαιώματα χρήσης. Μπορούν να επιβληθούν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις και ποινές που θα καλύπτουν την χρονική περίοδο κάθε παράβασης, ακόμα και εάν η παράβαση έχει στην συνέχεια διορθωθεί.’

    (δ) Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘6. Ανεξάρτητα από τις παραγράφους 2, 3 και 5 του παρόντος άρθρου, εάν η αρμόδια αρχή έχει αποδείξεις ότι η παράβαση των όρων της γενικής άδειας, των δικαιωμάτων χρήσης ή των ειδικών υποχρεώσεων, που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, συνιστά άμεση και σοβαρή απειλή για τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια υγεία ή ότι θα προξενήσει σοβαρά οικονομικά ή λειτουργικά προβλήματα σε άλλους παρόχους ή σε χρήστες δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, μπορεί να λαμβάνει έκτακτα προσωρινά μέτρα προς αντιμετώπιση της κατάστασης, πριν από τη λήψη τελικής απόφασης. Στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση παρέχεται εν συνεχεία εύλογη δυνατότητα να εκθέσει την άποψή της και να προτείνει επανορθωτικά μέτρα. Κατά περίπτωση, η σχετική αρχή μπορεί να επιβεβαιώνει τα προσωρινά μέτρα, τα οποία ισχύουν για χρονική περίοδο 3 μηνών το πολύ.’

    (9) Στα στοιχεία α) και β) του άρθρου 11, παράγραφος 1, η λέξη 'παράρτημα' αντικαθίσταται από τις λέξεις 'παράρτημα I’

    (10) Το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘Άρθρο 14 Τροποποίηση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων

    1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα δικαιώματα, οι όροι και οι διαδικασίες που αφορούν γενικές άδειες και δικαιώματα χρήσης ή δικαιώματα για εγκατάσταση ευκολιών μπορούν να τροποποιηθούν μόνο σε αντικειμενικά αιτιολογημένες περιπτώσεις και κατά αναλογικό τρόπο, συνεκτιμώντας, κατά περίπτωση, τις ειδικές συνθήκες που ισχύουν για μεταβιβάσιμα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων. Η πρόθεση διενέργειας των σχετικών τροποποιήσεων γνωστοποιείται καταλλήλως και παρέχεται στους ενδιαφερομένους, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών και των καταναλωτών, επαρκές χρονικό διάστημα, το οποίο, εκτός εκτάκτων περιπτώσεων, είναι τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες, ώστε να μπορέσουν να διατυπώσουν τις απόψεις τους επί των προτεινόμενων τροποποιήσεων.

    2. Τα κράτη μέλη δεν περιορίζουν ούτε καταργούν δικαιώματα εγκατάστασης ευκολιών ή δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων πριν από τη λήξη της χρονικής περιόδου για την οποία αυτά έχουν χορηγηθεί, εκτός αιτιολογημένων περιπτώσεων και, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις σχετικές εθνικές διατάξεις όσον αφορά την παροχή αντισταθμιστικού ανταλλάγματος λόγω ανάκλησης δικαιώματος.’

    (11) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 14α:

    ‘Άρθρο 14a Επιτροπή επικοινωνιών

    1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή επικοινωνιών.

    2. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

    3. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, ισχύουν το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/EΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

    4. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5α παράγραφοι 1, 2, 4 και 6 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.’

    (12) Στο άρθρο 15, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι συναφείς πληροφορίες για δικαιώματα, όρους, διαδικασίες, επιβαρύνσεις, τέλη και αποφάσεις που αφορούν γενικές άδειες, δικαιώματα χρήσης και δικαιώματα εγκατάστασης ευκολιών δημοσιεύονται και επικαιροποιούνται με κατάλληλο τρόπο, ώστε οι εν λόγω πληροφορίες να είναι ευχερώς προσιτές σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.’

    (13) Στο άρθρο 17 οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 9α της οδηγίας 2002/21/EΚ (οδηγία πλαίσιο), τα κράτη μέλη ευθυγραμμίζουν τις άδειες που υφίστανται ήδη στις 31 Δεκεμβρίου 2009 με τα άρθρα 5, 6, 7 και το παράρτημα I της παρούσας οδηγίας το αργότερο έως την [31η Δεκεμβρίου 2010].

    2. Εφόσον η εφαρμογή της παραγράφου 1 επιφέρει περιορισμό των δικαιωμάτων ή επέκταση των υποχρεώσεων βάσει ήδη υφιστάμενων αδειών, τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν την ισχύ αυτών των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων έως το πολύ 9 μήνες έπειτα από την [31η Σεπτεμβρίου 2011], υπό τον όρο ότι, με τον τρόπο αυτό, δεν θίγονται τα δικαιώματα άλλων επιχειρήσεων βάσει του κοινοτικού δικαίου. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις επεκτάσεις αυτές και δηλώνουν τους σχετικούς λόγους.’

    (14) Το παράρτημα τροποποιείται όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι της παρούσας οδηγίας.

    (15) Προστίθεται νέο παράρτημα II, το κείμενο του οποίου παρατίθεται στο παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

    Άρθρο 4 Καταργούμενες διατάξεις

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2887/2000 καταργείται.

    Άρθρο 5 Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

    1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν έως τ[…] το αργότερο τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

    Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από τ[…].

    Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

    2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 6 Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την […] ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

    Άρθρο 7 Αποδέκτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες, […]

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος [...] [...]

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    Το παράρτημα της οδηγίας 2002/20/EΚ (οδηγία αδειοδότησης) τροποποιείται ως εξής:

    (1) Η επικεφαλίδα ‘Παράρτημα’ αντικαθίσταται από την επικεφαλίδα ‘Παράρτημα Ι’.

    (2) Η πρώτη παράγραφος αντικαθίσταται από την ακόλουθη επικεφαλίδα:

    ‘Οι όροι που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα παρέχουν τον μέγιστο κατάλογο όρων που δύνανται να συνοδεύουν γενικές άδειες (μέρος Α), δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων (μέρος Β) και δικαιώματα χρήσης αριθμών (μέρος Γ), όπως αναφέρονται στο άρθρο 6, παράγραφος 1 και στο άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο α), εντός των επιτρεπόμενων ορίων των άρθρων 5, 6, 7, 8 και 9 της οδηγίας 2002/21/EΚ (οδηγία πλαίσιο).’

    (3) Το μέρος A τροποποιείται ως εξής:

    (α) Το σημείο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘4. Προσβασιμότητα αριθμών του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης για τελικούς χρήστες, αριθμών από τα πεδία ETNS και UIFN, καθώς και όρων σύμφωνα με την οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία).’

    (β) Το σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘7. Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, ιδίως για τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες)[34].’

    (γ) Το σημείο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘8. Κανόνες προστασίας των καταναλωτών, ιδίως για τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων όρων, σύμφωνα με την οδηγία 2001222/ΕΚ (οδηγία για την καθολική υπηρεσία), καθώς και όρων προσβασιμότητας για χρήστες με αναπηρίες σύμφωνα με το άρθρο 7 της εν λόγω οδηγίας.’.

    (δ) Στα σημεία 11 και 16, ‘οδηγία 97/66/EΚ’ αντικαθίσταται από ‘οδηγία 2002/58/EΚ’.

    (ε) Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο 11α:

    ‘11.α Όροι χρήσης για επικοινωνία των δημόσιων αρχών με το κοινό για προειδοποίηση του κοινού σχετικά με επικείμενες απειλές και για περιορισμό των συνεπειών από μείζονες καταστροφές.’

    (στ) Στο σημείο 12 διαγράφονται οι λέξεις 'και οι ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές προς το ευρύ κοινό':

    (ζ) Προστίθεται το ακόλουθο σημείο 19:

    ‘19. Συμμόρφωση με την οδηγία 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[35] και με την οδηγία 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[36] ’

    (4) Το μέρος B τροποποιείται ως εξής:

    (α) Το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘1. Υποχρέωση παροχής υπηρεσίας ή χρήσης τύπου τεχνολογίας για τα οποία χορηγήθηκαν τα δικαιώματα χρήσης της συχνότητας, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, απαιτήσεων κάλυψης.’

    (β) Το στοιχείο 2 διαγράφεται.

    (γ) Στο σημείο 4 διαγράφονται οι λέξεις 'με την επιφύλαξη των τυχόν τροποποιήσεων του εθνικού προγράμματος συχνοτήτων':

    (δ) Το σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘7. Εθελούσιες υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η επιχείρηση, η οποία αποκτά το δικαίωμα χρήσης, κατά τη διαδικασία ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής.’

    (ε) Προστίθεται το ακόλουθο σημείο 9:

    ‘9. Υποχρεώσεις που διέπουν πειραματική χρήση του ραδιοσυχνοτήτων.’

    (5) Το μέρος Γ σημείο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    ‘8. Εθελούσιες υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η επιχείρηση, η οποία αποκτά το δικαίωμα χρήσης κατά τη διαδικασία ανταγωνιστικής ή συγκριτικής επιλογής.’

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    Το ακόλουθο παράρτημα II προστίθεται στην οδηγία 2002/20/EΚ (οδηγία αδειοδότησης):

    ‘ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    Όροι που μπορούν να εναρμονιστούν σύμφωνα με το στοιχείο (δ) της παραγράφου 1 του άρθρου 6

    (1) Όροι που συνοδεύουν δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων:

    (α) η διάρκεια των δικαιωμάτων χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων·

    (β) το χωρικό πεδίο εφαρμογής των δικαιωμάτων·

    (γ) η δυνατότητα μεταφοράς δικαιώματος σε άλλους χρήστες του ραδιοσυχνοτήτων, καθώς και οι σχετικοί όροι και διαδικασίες·

    (δ) [η μέθοδος καθορισμού τελών χρήσης για το δικαίωμα χρήσης των ραδιοσυχνοτήτων]·

    (ε) ο αριθμός δικαιωμάτων χρήσης που χορηγούνται σε κάθε επιχείρηση·

    (στ) όροι που απαριθμούνται στο μέρος Β του παραρτήματος Ι.

    (2) Όροι που συνοδεύουν δικαιώματα χρήσης αριθμών:

    (ζ) η διάρκεια των δικαιωμάτων χρήσης των σχετικών αριθμών·

    (η) το χωρικό πεδίο ισχύος τους·

    (θ) ενδεχόμενες επιμέρους υπηρεσίες ή χρήσεις για τις οποίες πρέπει να δεσμευτούν αριθμοί·

    (ι) η μεταφορά και η φορητότητα των δικαιωμάτων χρήσης·

    (κ) [η μέθοδος καθορισμού τελών χρήσης (εάν υπάρχουν) για το δικαίωμα χρήσης των αριθμών]·

    (λ) όροι που απαριθμούνται στο μέρος Γ του παραρτήματος I.[pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic][pic]

    [1] Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο), ΕΕ L 108, της 24.4.2002.

    [2] Οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση), ΕΕ L 108 της 24.4.2002.

    [3] Οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση), ΕΕ L 108, της 24.4.2002.

    [4] COM(2007) 698.

    [5] COM(2007) 699.

    [6] SEC(2007) 1472.

    [7] COM(2007) 696.

    [8] COM(2006) 334

    [9] ΕΕ L 69 της 16.03.2005, σ. 67.

    [10] Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο – Ευρωπαϊκή διαστημική πολιτική, COM(2007) 212 τελικό, 26.4.2007.

    [11] Bλ. υποσημείωση 8.

    [12] COM(2005) 400.

    [13] ΕΕ L 336 της 30.12.2000, σ. 4.

    [14] Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37.

    [15] ΕΕ C […] της […], σ. […].

    [16] ΕΕ C […] της […], σ. […].

    [17] ΕΕ C […] της […], σ. […].

    [18] ΕΕ C […] της […], σ. […].

    [19] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33.

    [20] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 7.

    [21] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 21.

    [22] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51.

    [23] ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37.

    [24] ΕΕ C […] της […], σ. […].

    [25] ΕΕ L 91 της 7.4.1999, σ. 10.

    [26] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 1.

    [27] Σύσταση της Επιτροπής της 11ης Φεβρουαρίου 2003, για τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών που επιδέχονται εκ των προτέρων ρύθμιση σύμφωνα με την οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών C(2003) 497.

    [28] ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 1.

    [29] ΕΕ L 336 της 30/12/2000, σ. 4.

    [30] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).

    [31] ΕΕ L 201 της 31.7.20002, σ. 37. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2006/24/EΚ (ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 54).

    [32] ΕΕ L 24 της 30.1.1998, σ. 1.

    [33] ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2006/24/EΚ (ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 54).

    [34] ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37.

    [35] ΕΕ L 167 της 22.6.2001, σ. 10.

    [36] EE L 157 της 30.4.2004, σ. 45.

    Top