Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52007PC0677

    Πρόταση οδηγία του Συμβουλίου για την τροποποίηση διαφόρων διατάξεων της οδηγίας 2006/112/ΕΚ της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας

    /* COM/2007/0677 τελικό - CNS 2007/0238 */

    52007PC0677

    Πρόταση οδηγία του Συμβουλίου για την τροποποίηση διαφόρων διατάξεων της οδηγίας 2006/112/ΕΚ της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας /* COM/2007/0677 τελικό - CNS 2007/0238 */


    [pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

    Βρυξέλλες, 7.11.2007

    COM(2007) 677 τελικό

    2007/0238 (CNS)

    Πρόταση

    ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για την τροποποίηση διαφόρων διατάξεων της οδηγίας 2006/112/ΕΚ της 28 ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας

    (υποβληθείσα από την Επιτροπή)

    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    Ιστορικό της προτασησ |

    Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης Από τα σχόλια που διατύπωσαν οι επιχειρηματικοί κύκλοι και τα κράτη μέλη συνάγεται η ανάγκη επιμέρους προσαρμογών σε πολλά σημεία της οδηγίας 2006/112/ΕΚ της 28ης Νοεμβρίου 2006 σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (εφεξής η οδηγία ΦΠΑ). Καμία από τις εν λόγω προσαρμογές δεν θέτει υπό αμφισβήτηση τις βασικές αρχές της οδηγίας ΦΠΑ και καμία από τις προσαρμογές αυτές δεν κρίνεται τόσο σημαντική ώστε να αιτιολογείται η κατάρτιση ανεξάρτητης πρότασης οδηγίας. Για το λόγο αυτό κρίθηκε σκόπιμο να συγκεντρωθούν σε μία μόνο πρόταση όλες οι επιμέρους αυτές βελτιώσεις που θεωρείται απαραίτητο να γίνουν στην οδηγία ΦΠΑ. Οι εν λόγω τροποποιήσεις αφορούν το σύστημα ΦΠΑ που εφαρμόζεται στην παράδοση αερίου, ηλεκτρικής ενέργειας, θερμότητας ή/και ψύξης, τη φορολογική μεταχείριση των κοινών επιχειρήσεων που έχουν συσταθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 171 της συνθήκης ΕΚ, τη λήψη υπόψη ορισμένων συνεπειών που συνδέονται με τη διεύρυνση της Ένωσης και τέλος τους όρους άσκησης του δικαιώματος έκπτωσης του ΦΠΑ επί των εισροών. |

    Γενικό πλαίσιο Το ισχύον καθεστώς ΦΠΑ όσον αφορά το αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια βασίζεται κατά κύριο λόγο στην οδηγία 2003/92/ΕΚ της 7ης Οκτωβρίου 2003. Διαπιστώθηκε όμως ότι λόγω των τεχνικών όρων που χρησιμοποιούνται στην οδηγία αυτή, το νέο φορολογικό καθεστώς που θεσπίστηκε από την εν λόγω οδηγία διέθετε πολύ περιορισμένο πεδίο εφαρμογής που δεν αντιστοιχεί στην οικονομική πραγματικότητα, ιδίως όσον αφορά τον τόπο επιβολής του ΦΠΑ στις παραδόσεις φυσικού αερίου και την απαλλαγή από τον ΦΠΑ για τις εισαγωγές φυσικού αερίου. Εξάλλου, κρίθηκε σκόπιμο να εφαρμοστούν οι ίδιοι κανόνες στην παράδοση θερμότητας ή ψύξης από τα δίκτυα θέρμανσης ή/και ψύξης, καθόσον ο εν λόγω τομέας λειτουργεί κατά τρόπο παρεμφερή με τον τομέα του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας. Στο άρθρο 171 της συνθήκης ΕΚ προβλέπεται ότι η Κοινότητα μπορεί να δημιουργεί κοινές επιχειρήσεις ή οποιαδήποτε άλλη αναγκαία υποδομή για την καλή εκτέλεση των προγραμμάτων κοινοτικής έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης. Στην απόφασή του της 19ης Δεκεμβρίου 2006 (2006/971/ΕΚ), το Συμβούλιο επιβεβαίωσε ότι για την εκτέλεση του προγράμματος πλαισίου για τις δραστηριότητες έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης (2007-2013) είναι δυνατή, η σύσταση κοινών επιχειρήσεων και είναι πολύ πιθανή η όλο και μεγαλύτερη χρησιμοποίηση της δυνατότητας αυτής στο μέλλον. Πρέπει συνεπώς να προσδιοριστεί το κατάλληλο φορολογικό πλαίσιο για το είδος αυτό επιχειρήσεων. Όπως και στην περίπτωση νέων κρατών μελών, επετράπη στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, στο πλαίσιο της προσχώρησής τους, να εφαρμόσουν μέτρα παρέκκλισης όσον αφορά την παρεχόμενη στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις απαλλαγή από το φόρο και το καθεστώς ΦΠΑ που εφαρμόζεται στις διεθνείς μεταφορές επιβατών. Οι παρεκκλίσεις αυτές πρέπει λοιπόν να ενσωματωθούν στην οδηγία ΦΠΑ για λόγους διαφάνειας και συνοχής. Όσον αφορά το δικαίωμα έκπτωσης, μια από τις ισχύουσες βασικές αρχές προβλέπει ότι ο υποκείμενος στο φόρο δεν μπορεί να προβεί σε έκπτωση του ΦΠΑ επί των εισροών παρά μόνο εφόσον τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες των πράξεών του που παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης. Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάσισε ότι ο υποκείμενος στο φόρο δικαιούται να περιλάβει τα αγαθά μικτής χρήσης εν όλω ή εν μέρει, ή να μην τα περιλάβει, στο ενεργητικό της οικονομικής δραστηριότητας που ασκεί. Εφόσον αποφασίσει να περιλάβει το σύνολο των εν λόγω αγαθών στην οικονομική του δραστηριότητα, δικαιούται να προβεί σε έκπτωση του ΦΠΑ επί των εισροών άμεσα και στο σύνολό του, ανεξάρτητα από το εάν το αγαθό χρησιμοποιείται ταυτόχρονα για επαγγελματική και μη επαγγελματική χρήση. Σε ένα δεύτερο στάδιο, επιβάλλεται ΦΠΑ, για τη μη επαγγελματική χρήση του αγαθού όπως για παροχή υπηρεσιών εξ επαχθούς αιτίας, βάσει του ποσού των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν. Παρόλο που θεωρητικά κάθε επιλογή του υποκείμενου στο φόρο θα έπρεπε να καταλήξει σε παρόμοιο αποτέλεσμα, διαπιστώνεται ότι η πλήρης ενσωμάτωση των αγαθών μικτής χρήσης στα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης έχει γενικά ως συνέπεια τη δημιουργία ταμειακού πλεονεκτήματος για την επιχείρηση, ούτως ώστε η μη επιχειρηματική χρησιμοποίηση να οδηγεί στη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης, μείωση που δύναται να αυξηθεί αναλογικά προς τη χρήση για μη επιχειρησιακούς σκοπούς. Αυτό ισχύει ιδίως για την αγορά ακινήτων, εάν ληφθεί υπόψη ότι το κόστος κτήσης είναι συχνά πολύ υψηλό, ότι η ταυτόχρονη επιχειρηματική και μη επιχειρηματική χρήση είναι πιθανή και συνήθης και ότι η διάρκεια του ωφέλιμου κύκλου ζωής ενός ακινήτου είναι κατά κανόνα πολύ μεγαλύτερη από εκείνη των λοιπών αγαθών που χρησιμοποιούνται για επιχειρηματικούς σκοπούς. Κρίνεται λοιπόν σκόπιμο να προσαρμοστεί η έκπτωση του ΦΠΑ όσον αφορά την αγορά ακινήτων ούτως ώστε η αρχική άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης του ΦΠΑ επί των εισροών να αντικατοπτρίζει με ακριβέστερο τρόπο την βασική αρχή που υπενθυμίζεται ανωτέρω και να αποτραπούν ορισμένοι μηχανισμοί που αποσκοπούν στη δημιουργία αδικαιολόγητου ταμειακού πλεονεκτήματος. |

    Ισχύουσες διατάξεις στον τομέα που αφορά η πρόταση Το κοινό σύστημα ΦΠΑ διέπεται επί του παρόντος από την οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2006. Η οδηγία αυτή προέκυψε από την αναδιατύπωση της παλαιάς έκτης οδηγίας ΦΠΑ 77/388/ΕΟΚ της 17ης Μαΐου 1977. |

    Συνοχή με τις άλλες πολιτικές και στόχους της Ένωσης Άνευ αντικειμένου. |

    Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη και αναλυση των επιπτώσεων |

    Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη |

    Δεδομένου ότι η οδηγία περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο τεχνικές τροποποιήσεις, η διαβούλευση πραγματοποιήθηκε αποκλειστικά με τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της επιτροπής ΦΠΑ και της ομάδας εργασίας αριθ. 1. |

    Συγκέντρωση και χρήση εμπειρογνωμοσύνης |

    Δεν υπήρξε ανάγκη προσφυγής σε εξωτερικούς εμπειρογνώμονες. |

    Αξιολόγηση των επιπτώσεων Η πρόταση οδηγίας περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο τεχνικές διατάξεις που δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση τις θεμελιώδεις αρχές στις οποίες βασίζεται η κοινοτική νομοθεσία στον τομέα του ΦΠΑ. Όσον αφορά την άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης, σε ένα πρώτο στάδιο, η αποκατάσταση της βασικής αρχής στο επίπεδο της άσκησης του δικαιώματος έκπτωσης θα έχει ως συνέπεια την εξαφάνιση των πιθανών διαφορών μεταξύ των υποκειμένων στο φόρο. Στη συνέχεια, η εφαρμογή του εν λόγω κανόνα θα είναι ουδέτερη, τόσο για τους υποκείμενους στο φόρο όσο και για τις φορολογικές διοικητικές αρχές. Δεν κρίθηκε συνεπώς απαραίτητο να εκπονηθεί μελέτη επιπτώσεων. |

    Νομικά στοιχεία της προτασης |

    Συνοπτική παρουσίαση των προτεινόμενων μέτρων Όσον αφορά το σύστημα ΦΠΑ που εφαρμόζεται στο φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια, προτείνεται να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής του στις παραδόσεις και στις εισαγωγές φυσικού αερίου που πραγματοποιούνται με κάθε είδους αγωγούς αερίου καθώς και στις παραδόσεις και εισαγωγές με δεξαμενόπλοια φυσικού αερίου. Εξάλλου, προτείνεται να εφαρμοστούν οι ίδιοι κανόνες στις παραδόσεις και στις εισαγωγές θερμότητας ή ψύξης που πραγματοποιούνται μέσω δικτύων θέρμανσης ή/και ψύξης. Εξάλλου, όσον αφορά τον τόπο επιβολής του ΦΠΑ στις παρεχόμενες υπηρεσίες, η πρόταση προβλέπει ότι η επιβολή πραγματοποιείται στο κράτος μέλος του λήπτη για όλες τις παροχές υπηρεσιών που συνδέονται με την παροχή πρόσβασης σε δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου, θερμότητας ή/και ψύξης και όχι μόνο με εκείνες που συνδέονται με την πρόσβαση στα δίκτυα διανομής. Τέλος, η πρόταση απλουστεύει τη διαδικασία επιτρέποντας στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ στις παραδόσεις φυσικού αερίου, ηλεκτρικής ενέργειας και αστικής θέρμανσης. Όσον αφορά τις κοινές επιχειρήσεις που έχουν συσταθεί δυνάμει του άρθρου 171 της συνθήκης ΕΚ, προτείνεται να διευκρινιστεί το φορολογικό τους καθεστώς σε σχέση με τον ΦΠΑ. Εφόσον πρόκειται για επιχειρήσεις που έχουν συσταθεί σε κοινοτικό επίπεδο με σκοπό την υποστήριξη των κοινοτικών προσπαθειών στον τομέα της έρευνας, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο κοινοτικός τους χαρακτήρας και ο ειδικός τρόπος χρηματοδότησής τους. Πράγματι, η χρηματοδότησή τους από αμοιβαία κεφάλαια, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 185 του δημοσιονομικού κανονισμού, έχει ως συνέπεια ο ΦΠΑ επί των εισερχόμενων αγορών (που κατά κανόνα δεν δημιουργούν δικαίωμα έκπτωσης λόγω του ότι δεν υφίστανται υποκείμενες στο φόρο πράξεις) να τροφοδοτεί τον εθνικό προϋπολογισμό ορισμένων κρατών μελών χωρίς να αιτιολογείται μια τέτοια επίπτωση. Για να αποφευχθούν παρόμοιες συνέπειες, οι εν λόγω επιχειρήσεις πρέπει να αντιμετωπίζονται ως διεθνείς οργανισμοί, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν συσταθεί από τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, διαθέτουν νομική προσωπικότητα και λαμβάνουν πράγματι επιδοτήσεις που χρηματοδοτούνται από το γενικό προϋπολογισμό των ΕΚ. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι η απαλλαγή δε θα μπορούσε να εφαρμοστεί στις παραδόσεις αγαθών και στις παροχές υπηρεσιών που προορίζονται για ιδιωτική χρήση των μελών των εν λόγω επιχειρήσεων. Στο πλαίσιο της προσχώρησής τους, επετράπη στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία να χορηγήσουν απαλλαγή από το φόρο στις μικρές επιχειρήσεις και να συνεχίσουν να εφαρμόζουν την απαλλαγή από τον ΦΠΑ στις διεθνείς μεταφορές επιβατών. Κρίνεται λοιπόν σκόπιμο να περιληφθούν οι εν λόγω παρεκκλίσεις στο κείμενο της οδηγίας ΦΠΑ, όπως ισχύει και για τα υπόλοιπα κράτη μέλη. Όσον αφορά το δικαίωμα έκπτωσης, για την καλύτερη εφαρμογή της αρχής σύμφωνα με την οποία το δικαίωμα έκπτωσης γεννάται εφόσον τα σχετικά αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες πράξεων που παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης, προτείνεται να περιοριστεί η αρχική άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης σε βαθμό ανάλογο προς την πραγματική χρήση για επιχειρηματικούς σκοπούς εφόσον τα ακίνητα αγαθά μικτής χρήσεως υπάγονται στα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης. Ταυτόχρονα, προτείνεται σύστημα διόρθωσης ούτως ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές μεταξύ της επιχειρηματικής και ιδιωτικής (ή μη επιχειρηματικής χρήσης) των εν λόγω ακινήτων. |

    Νομική βάση Άρθρο 93 της συνθήκης ΕΚ. |

    Αρχή της επικουρικότητας Ισχύει η αρχή της επικουρικότητας εφόσον η πρόταση δεν εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. |

    Οι στόχοι της πρότασης δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τη δράση των κρατών μελών για τους ακόλουθους λόγους. |

    Τα θέματα που αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας πρότασης έχουν ήδη αποτελέσει το αντικείμενο της κοινοτικής νομοθεσίας, και συγκεκριμένα της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2006. Οι διατάξεις της ισχύουσας κοινοτικής νομοθεσίας δεν μπορούν λοιπόν να τροποποιηθούν παρά μόνο από το ίδιο το κοινοτικό δίκαιο. |

    Τα κράτη μέλη δεν δύνανται να θεσπίσουν εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις που αντίκεινται στην εναρμονισμένη κοινοτική νομοθεσία χωρίς προηγούμενη τροποποίηση της ισχύουσας κοινοτικής νομοθεσίας. |

    Οι στόχοι της πρότασης μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα με την ανάληψη δράσης σε κοινοτικό επίπεδο για τους ακόλουθους λόγους. |

    Μόνο η κοινοτική νομοθεσία δύναται να τροποποιήσει τις ισχύουσες νομοθετικές κοινοτικές ρυθμίσεις. |

    Όσον αφορά την τροποποίηση της ήδη εναρμονισμένης νομοθεσίας, μόνο μια ενέργεια σε κοινοτικό επίπεδο μπορεί να είναι αποτελεσματική. |

    Η πρόταση δεν υπερβαίνει τα πλαίσια της προσαρμογής των ισχυουσών νομοθετικών διατάξεων που αποδείχθηκε ότι είναι μη προσαρμοσμένες. |

    Η πρόταση είναι σύμφωνη ως εκ τούτου με την αρχή της επικουρικότητας. |

    Αρχή της αναλογικότητας Η πρόταση είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας για τους ακόλουθους λόγους. |

    Τα προτεινόμενα μέτρα περιλαμβάνονται σε σχέδιο οδηγίας. Ωστόσο, όσον αφορά τον προσδιορισμό του τόπου επιβολής του ΦΠΑ, αυτός δεν μπορεί παρά να είναι ενιαίος. Αντίστοιχα, έχει ιδιαίτερη σημασία να είναι εναρμονισμένοι οι όροι άσκησης του δικαιώματος έκπτωσης στον τομέα του ΦΠΑ. |

    Τα προτεινόμενα μέτρα συνιστούν κατ’ ουσίαν αποσαφήνιση και απλούστευση των κανόνων που ισχύουν επί του παρόντος στον τομέα του ΦΠΑ και ως εκ τούτου οι επιπτώσεις δεν μπορεί παρά να είναι επωφελείς για τις οικονομικούς παράγοντες και τους πολίτες καθώς και για τις εθνικές διοικητικές αρχές. |

    Επιλογή μέσων |

    Προτεινόμενο(α) μέσο(α): οδηγία. |

    Η χρήση άλλων μέσων δεν θα ήταν σκόπιμη για τους ακόλουθους λόγους. Δεδομένου ότι η κοινοτική νομοθεσία για τον ΦΠΑ που προτείνεται να τροποποιηθεί περιέχεται σε οδηγία, ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος για την τροποποίησή της αυτή είναι μια οδηγία. |

    Επιπτώσεις στον προϋπολογισμο |

    Η πρόταση δεν έχει καμία επίπτωση για τον κοινοτικό προϋπολογισμό. |

    Συμπληρωματικές πληροφοριες |

    Απλούστευση |

    Η πρόταση απλουστεύει το νομοθετικό πλαίσιο, απλοποιεί τις διοικητικές διαδικασίες που ισχύουν για τις δημόσιες αρχές (εθνικές ή ευρωπαϊκές) και τις διοικητικές διαδικασίες που ισχύουν για τα νομικά και φυσικά πρόσωπα. |

    Η πρόταση περιλαμβάνει διάταξη που αποσκοπεί στη αποσαφήνιση του κοινού συστήματος ΦΠΑ. |

    Η πρόταση περιλαμβάνει διάταξη σχετικά με την απλούστευση της διαδικασίας που εφαρμόζεται από τα κράτη μέλη τα οποία επιθυμούν να εφαρμόσουν μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ στις παραδόσεις αερίου, ηλεκτρικής ενέργειας ή αστικής θέρμανσης. |

    Τα μέτρα όσον αφορά τον τόπο επιβολής του ΦΠΑ για τις παραδόσεις φυσικού αερίου συμβάλλουν στην απλούστευση της διαδικασίας για τις επιχειρήσεις του εν λόγω τομέα. Η πρόταση όσον αφορά το δικαίωμα έκπτωσης αποβλέπει στη θέσπιση συστήματος διόρθωσης προκειμένου να αντικατοπτρίζονται οι αλλαγές στο επίπεδο της χρήσης των ακινήτων για επιχειρηματικούς και μη επιχειρηματικούς σκοπούς. Στην περίπτωση αυτή η συνέπεια θα είναι, κατά τη διάρκεια της περιόδου διόρθωσης, να μην εφαρμόζεται πλέον το άρθρο 26 της οδηγίας ΦΠΑ στη χρησιμοποίηση των εν λόγω αγαθών για μη επιχειρηματικούς σκοπούς, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει αρχικά δημιουργηθεί δικαίωμα έκπτωσης για τη χρήση αυτή. Το γεγονός ότι δεν χρειάζεται χωριστή και συμπληρωματική φορολόγηση για ιδιωτική χρήση (ή μη επιχειρηματική) εκτιμάται ως απλούστευση. |

    Πίνακας αντιστοιχίας Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή το κείμενο των εθνικών διατάξεων για τη μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο καθώς και πίνακα αντιστοιχίας των εν λόγω διατάξεων και της παρούσας οδηγίας. |

    Λεπτομερής επεξήγηση της πρότασης ανά κεφάλαιο ή ανά άρθρο Σύστημα ΦΠΑ που εφαρμόζεται στο αέριο, στην ηλεκτρική ενέργεια, στη θερμότητα ή στην ψύξη (άρθρο 1, σημεία 1), 3) έως 5), 7) και 9)) Λαμβανομένης υπόψη της διατύπωσης που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο το 2003, το ειδικό σύστημα ΦΠΑ που εφαρμόζεται στις παραδόσεις και στις εισαγωγές φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, όσον αφορά το φυσικό αέριο, έχει εφαρμογή μόνο στις παραδόσεις και εισαγωγές που πραγματοποιούνται μέσω του συστήματος διανομής. Τούτο έχει ως συνέπεια τον αποκλεισμό από το πεδίο εφαρμογής του συστήματος αυτού των παραδόσεων και εισαγωγών φυσικού αερίου που πραγματοποιούνται μέσω των αγωγών αερίου του δικτύου μεταφοράς. Εξάλλου, το ειδικό σύστημα δεν εφαρμόζεται επί του παρόντος στις παραδόσεις και εισαγωγές φυσικού αερίου που πραγματοποιούνται με δεξαμενόπλοια φυσικού αερίου. Διαπιστώνεται όμως ότι το αέριο που παραδίδεται ή εισάγεται μέσω δεξαμενοπλοίων φυσικού αερίου είναι πανομοιότυπο με εκείνο που μεταφέρεται από αγωγούς αερίου και μετά την επαναεριοποίησή του στο λιμένα άφιξης διοχετεύεται στους αγωγούς αερίου του δικτύου μεταφοράς. Η πρόταση προβλέπει λοιπόν να περιληφθούν στο πεδίο εφαρμογής του ειδικού συστήματος οι παραδόσεις και οι εισαγωγές φυσικού αερίου που πραγματοποιούνται μέσω κάθε είδους αγωγών αερίου καθώς και εκείνες που πραγματοποιούνται μέσω δεξαμενοπλοίων φυσικού αερίου. Εξάλλου, έκαναν πρόσφατα την εμφάνισή τους τα πρώτα διασυνοριακά δίκτυα θέρμανσης ή ψύξης. Όπως προκύπτει, ο τρόπος αντιμετώπισης των παραδόσεων και εισαγωγών φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας είναι πανομοιότυπος με τον αντίστοιχο για τις παραδόσεις και εισαγωγές θερμότητας ή ψύξης. Η πρόταση οδηγίας προβλέπει λοιπόν την ευθυγράμμιση του συστήματος ΦΠΑ που εφαρμόζεται στις παραδόσεις και εισαγωγές θερμότητας ή ψύξης από τα δίκτυα θέρμανσης ή/και ψύξης, με το αντίστοιχο που εφαρμόζεται στο φυσικό αέριο και στην ηλεκτρική ενέργεια. Εξάλλου, όσον αφορά τον τόπο επιβολής του ΦΠΑ για τις παροχές υπηρεσιών, η τρέχουσα διατύπωση του άρθρου 56 της οδηγίας ΦΠΑ προβλέπει την εφαρμογή μηχανισμού αντίστροφης επιβάρυνσης του φόρου μόνο για την παροχή πρόσβασης στα συστήματα διανομής φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Η πρόταση προβλέπει την επέκταση της εφαρμογής του εν λόγω μηχανισμού αντίστροφης επιβάρυνσης του φόρου σε όλες τις παροχές υπηρεσιών που συνδέονται με την παροχή πρόσβασης σε δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου, θέρμανσης ή/και ψύξης και όχι μόνο σε εκείνες που συνδέονται με την πρόσβαση στα δίκτυα διανομής. Η κτηθείσα εμπειρία από την πρόσφατη εφαρμογή της διαδικασίας που προβλέπεται από το άρθρο 102 και σύμφωνα με την οποία η Επιτροπή αποφασίζει εάν υπάρχει κίνδυνος στρεβλώσεων του ανταγωνισμού από την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή στις παραδόσεις φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας αποδεικνύει ότι η διαδικασία αυτή είναι απαρχαιωμένη και περιττή. Πράγματι, τα άρθρα 38 και 39 διασφαλίζουν ήδη, από την έκδοση της οδηγίας 2002/93/ΕΚ, ότι ο ΦΠΑ εισπράττεται στον τόπο όπου καταναλώνονται πραγματικά από τον αποκτώντα το φυσικό αέριο που παραδίδεται από το σύστημα διανομής αερίου και η ηλεκτρική ενέργεια. Οι εν λόγω κανόνες λαμβάνουν υπόψη την ιδιαιτερότητα του είδους αυτού μεταφοράς για τον καθορισμό του τόπου παράδοσης και με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται κάθε στρέβλωση του ανταγωνισμού μεταξύ κρατών μελών. Η παρούσα πρόταση προτείνει να επεκταθούν οι κανόνες αυτοί στην παράδοση θερμότητας ή ψύξης από τα δίκτυα διανομής θέρμανσης ή και ψύξης. Ωστόσο, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η επαρκής πληροφόρηση της Επιτροπής και των λοιπών κρατών μελών σχετικά με την κάθε περίπτωση θέσης σε εφαρμογή μειωμένου συντελεστή από ένα κράτος μέλος στον ιδιαίτερα ευαίσθητο αυτό τομέα. Προτείνεται συνεπώς διαδικασία προηγούμενης διαβούλευσης της Επιτροπής ΦΠΑ, όταν ένα κράτος μέλος προτίθεται να θεσπίσει μειωμένο συντελεστή για τις παραδόσεις φυσικού αερίου, ηλεκτρισμού ή αστικής θέρμανσης. Σύστημα ΦΠΑ που εφαρμόζεται στις κοινές επιχειρήσεις (άρθρο 1, σημείο 10) Για να επωφεληθεί της απαλλαγής που προβλέπεται στο άρθρο 151 της οδηγίας ΦΠΑ, ένας διεθνής οργανισμός πρέπει να έχει συσταθεί από τουλάχιστον δύο κράτη, αναγνωρισμένα από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από υπάρχοντα διεθνή οργανισμό (που ενεργεί, ενδεχομένως, από κοινού με άλλους διεθνείς οργανισμούς ή κράτη) στο πλαίσιο επιδιωκόμενων από κοινού θεμιτών στόχων που δεν είναι κατά κύριο λόγο οικονομικής φύσεως. Οι κοινές επιχειρήσεις δεν μπορούν να θεωρηθούν ως διεθνείς οργανισμοί του είδους αυτού. Οι επιχειρήσεις λοιπόν αυτές είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή μιας κοινοτικής πολιτικής για την οποία όχι μόνο παρέχονται κοινοτικές χρηματοδοτήσεις αλλά τα κράτη μέλη συνεισφέρουν επίσης από τους εθνικούς τους προϋπολογισμούς. Για να αποφευχθούν οι συνέπειες της φορολόγησης των αγορών που πραγματοποιούν οι εν λόγω επιχειρήσεις, οι δραστηριότητες των οποίων κατά γενικό κανόνα δεν υπόκεινται στην επιβολή ΦΠΑ και των οποίων ο ΦΠΑ επί των εισροών δεν δημιουργεί συνεπώς δικαίωμα έκπτωσης, είναι απαραίτητο να εγκριθεί για τις κοινές επιχειρήσεις μεταχείριση παρόμοια με εκείνη που επιφυλάσσεται στους διεθνείς οργανισμούς. Προτείνεται λοιπόν να περιληφθεί στην οδηγία ΦΠΑ ένα νέο άρθρο 151 α που θα εξομοιώνει τις κοινές επιχειρήσεις προς τους διεθνείς οργανισμούς. Η μεταχείριση αυτή επιφυλάσσεται ωστόσο μόνο για τους οργανισμούς που έχουν συσταθεί από τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες και οι οποίοι διαθέτουν νομική προσωπικότητα και λαμβάνουν πράγματι επιχορηγήσεις από το γενικό προϋπολογισμό. Προβλέπεται ότι η απαλλαγή δεν εφαρμόζεται στις παραδόσεις αγαθών και τις παροχές υπηρεσιών που προορίζονται για την ιδιωτική χρήση των μελών των εν λόγω επιχειρήσεων. Εκτίμηση ορισμένων συνεπειών που συνδέονται με τη διεύρυνση (άρθρο 1, σημεία 2), 6), 8) και 12) έως 16)). Στο πλαίσιο της προσχώρησής τους, επετράπη στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία να χορηγήσουν στις μικρές επιχειρήσεις απαλλαγή από την καταβολή του φόρου. Για λόγους σαφήνειας και διαφάνειας, η παρέκκλιση αυτή ενσωματώθηκε στο άρθρο 287. Για να ληφθεί υπόψη η άδεια που χορηγήθηκε, στο ίδιο πλαίσιο, στα νέα αυτά κράτη μέλη προκειμένου να συνεχίσουν να εφαρμόζουν την απαλλαγή από το ΦΠΑ στις διεθνείς μεταφορές επιβατών, προστέθηκαν στην οδηγία ΦΠΑ τα νέα άρθρα 390 α και 390 β. Όροι άσκησης του δικαιώματος έκπτωσης για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που αφορούν ορισμένα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία (άρθρο 1, σημείο 11)). Στο πλαίσιο του δικαιώματος έκπτωσης, η βασική αρχή που περιέχεται στο άρθρο 168 της οδηγίας ΦΠΑ, προβλέπει ότι ο υποκείμενος στο φόρο έχει δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ εφόσον τα αγαθά και οι υπηρεσίες με τα οποία συνδέεται ο καταβληθείς ή οφειλόμενος ΦΠΑ, χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση πράξεων που δημιουργούν δικαίωμα έκπτωσης. Η διάταξη αποσκοπεί στην αποσαφήνιση της άσκησης του δικαιώματος έκπτωσης όταν αυτό αφορά ακίνητο προοριζόμενο να χρησιμοποιηθεί ταυτόχρονα για επιχειρηματικούς και μη επιχειρηματικούς σκοπούς. Αυτό ισχύει ιδίως για τον ΦΠΑ που αφορά την απόκτηση ακινήτων και ορισμένες παροχές υπηρεσιών όπως η κατασκευή, η ανακαίνιση ή η ουσιαστική μετατροπή η οποία από οικονομικής άποψης μπορεί να καταταχθεί στο ίδιο επίπεδο με την απόκτηση ή την κατασκευή ενός ακινήτου. Αντίθετα, οι απλές επισκευές ή βελτιώσεις αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής του προτεινόμενου μέτρου. Η διάταξη προβλέπει εφεξής ότι, στις καταστάσεις που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο, η αρχική έκπτωση περιορίζεται στην πραγματική χρήση του αγαθού για πράξεις που δημιουργούν δικαίωμα έκπτωσης τη στιγμή που ο φόρος καθίσταται απαιτητός. Σε περίπτωση μικτής χρήσης, δεν θα ήταν λοιπόν δυνατή η άμεση έκπτωση του συνολικού ΦΠΑ που καταβλήθηκε επί των εισροών. Λαμβανομένου υπόψη του εν λόγω περιορισμού όσον αφορά την έκπτωση για τον υποκείμενο στο φόρο, θεσπίστηκε σύστημα διόρθωσης ώστε να ληφθούν υπόψη οι αλλαγές μεταξύ της επιχειρηματικής και της μη επιχειρηματικής χρήσης των εξεταζόμενων ακινήτων, κατά τη διάρκεια της περιόδου που αντιστοιχεί στην ισχύουσα περίοδο διακανονισμού για τα ακίνητα αγαθά επένδυσης. Το νέο σύστημα θα εφαρμοστεί τόσο για τις αυξήσεις όσο και για τις μειώσεις της χρήσης για επιχειρηματικούς σκοπούς. Το νέο σύστημα προβλέπεται αφενός να αντικαταστήσει τη φορολογία της χρήσης για μη επιχειρηματικούς σκοπούς (άρθρο 26 της οδηγίας ΦΠΑ) κατά τη διάρκεια της περιόδου διόρθωσης και αφετέρου να καθιερώσει σύστημα διόρθωσης υπέρ του υποκείμενου στο φόρο, σε περίπτωση αύξησης της χρήσης για επιχειρηματικούς σκοπούς που αφορά πράξεις που δημιουργούν δικαίωμα έκπτωσης. Όσον αφορά τη λειτουργία του, το σύστημα αυτό είναι συγκρίσιμο με το ήδη υπάρχον σύστημα διακανονισμού των εκπτώσεων για τα αγαθά επενδύσεων, το οποίο προσαρμόζει για το επιχειρηματικό σκέλος τη διακύμανση του ποσοστού των φορολογούμενων δραστηριοτήτων (και λοιπών δραστηριοτήτων που δημιουργούν δικαίωμα προς έκπτωση) και των απαλλασσόμενων δραστηριοτήτων (χωρίς δικαίωμα προς έκπτωση) κατά τη διάρκεια της περιόδου διακανονισμού. Όσον αφορά τη σχέση μεταξύ των επιχειρηματικών και των ιδιωτικών (ή μη επιχειρηματικών) πράξεων, το νέο σύστημα διόρθωσης εφαρμόζεται παράλληλα με το σύστημα διακανονισμού χωρίς το τελευταίο να τροποποιείται όταν το ακίνητο συνιστά επενδυτικό αγαθό. Για να αποσαφηνιστεί ο τρόπος λειτουργίας του δικαιώματος προς έκπτωση όσον αφορά τα ακίνητα αγαθά μικτής χρήσης, προτείνεται λοιπόν να παρεμβληθεί ένα άρθρο 168 α στην οδηγία ΦΠΑ. |

    1. 2007/0238 (CNS)

    Πρόταση

    ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για την τροποποίηση διαφόρων διατάξεων της οδηγίας 2006/112/ΕΚ της 28 ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93,

    την πρόταση της Επιτροπής[1],

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[2],

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[3],

    Εκτιμώντας τα εξής:

    (1) Η οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2006 σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας[4] πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο προσαρμογών προκειμένου να ενσωματωθούν διάφορες τροποποιήσεις οι οποίες είναι στις περισσότερες περιπτώσεις τεχνικού χαρακτήρα.

    (2) Όσον αφορά τις διατάξεις για την εισαγωγή και τον τόπο επιβολής του φόρου για τις παραδόσεις φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, το ειδικό καθεστώς που προκύπτει από την οδηγία 2003/92/ΕΚ του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2003 για την τροποποίηση της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ όσον αφορά τους κανόνες σχετικά με τον τόπο παράδοσης αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας[5] δεν εφαρμόζεται στις εισαγωγές και στις παραδόσεις φυσικού αερίου που πραγματοποιούνται μέσω αγωγών που δεν αποτελούν μέρος του συστήματος διανομής, και ιδίως των αγωγών αερίου του δικτύου μεταφοράς μέσω των οποίων πραγματοποιείται το σύνολο σχεδόν των διασυνοριακών πράξεων που αφορούν τους αγωγούς αερίου. Πρέπει λοιπόν να περιληφθούν στο πεδίο εφαρμογής του ειδικού καθεστώτος οι εισαγωγές και οι παραδόσεις φυσικού αερίου που πραγματοποιούνται μέσω όλων των αγωγών αερίου.

    (3) Εξάλλου, επί του παρόντος το ειδικό αυτό καθεστώς δεν εφαρμόζεται στις εισαγωγές και τις παραδόσεις φυσικού αερίου που πραγματοποιούνται μέσω δεξαμενοπλοίων φυσικού αερίου, ενώ το αέριο αυτό, όσον αφορά τα χαρακτηριστικά του, είναι πανομοιότυπο με εκείνο που εισάγεται ή παραδίδεται μέσω αγωγών αερίου και προορίζεται, μετά την επαναεριοποίηση, να μεταφερθεί εντός των αγωγών αερίου. Πρέπει λοιπόν να περιληφθούν στο πεδίο εφαρμογής του ειδικού καθεστώτος οι εισαγωγές και οι παραδόσεις φυσικού αερίου που πραγματοποιούνται μέσω δεξαμενοπλοίων φυσικού αερίου.

    (4) Τα πρώτα διασυνοριακά δίκτυα θέρμανσης ή ψύξης έχουν ήδη τεθεί σε λειτουργία. Τα θέματα της παράδοσης ή της εισαγωγής θερμότητας ή ψύξης τίθενται υπό τους ίδιους όρους που ισχύουν και για την παράδοση ή εισαγωγή φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι ισχύοντες κανόνες διασφαλίζουν ήδη, για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια, την είσπραξη του ΦΠΑ στον τόπο όπου καταναλώνονται πραγματικά από τον αποκτώντα. Έτσι αποφεύγεται κάθε στρέβλωση του ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών. Πρέπει λοιπόν να εφαρμοστεί για τη θέρμανση και την ψύξη το ίδιο καθεστώς που εφαρμόζεται για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια.

    (5) Όσον αφορά τον τόπο επιβολής του ΦΠΑ για την παροχή υπηρεσιών, η ισχύουσα νομοθεσία δεν προβλέπει την εφαρμογή ειδικού καθεστώτος παρά μόνο για την παροχή πρόσβασης στα συστήματα διανομής φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, ορισμένοι μεγάλοι καταναλωτές αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας είναι άμεσα συνδεδεμένοι με το δίκτυο μεταφοράς και όχι με το δίκτυο διανομής. Πρέπει λοιπόν να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής του ειδικού αυτού καθεστώτος σε όλες τις παροχές υπηρεσιών που συνδέονται με την παροχή πρόσβασης σε κάθε δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου καθώς και στα δίκτυα θέρμανσης ή ψύξης.

    (6) Η κτηθείσα εμπειρία από την πρόσφατη εφαρμογή της ισχύουσας διαδικασίας, στο πλαίσιο της οποίας ανατέθηκε στην Επιτροπή να αποφασίσει εάν υπάρχει κίνδυνος στρέβλωσης του ανταγωνισμού από την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στο φυσικό αέριο, στην ηλεκτρική ενέργεια και στην αστική θέρμανση, απέδειξε τον ξεπερασμένο και περιττό χαρακτήρα της. Πράγματι, οι κανόνες προσδιορισμού του τόπου επιβολής του φόρου διασφαλίζουν την είσπραξη του ΦΠΑ στον τόπο της πραγματικής κατανάλωσης από τον πελάτη του φυσικού αερίου, της ηλεκτρικής ενέργειας, της θέρμανσης και του ψύχους. Με τους κανόνες αυτούς αποφεύγεται λοιπόν κάθε στρέβλωση του ανταγωνισμού μεταξύ κρατών μελών. Ωστόσο, εξακολουθεί να είναι σημαντική η διασφάλιση επαρκούς πληροφόρησης της Επιτροπής και των λοιπών κρατών μελών για κάθε περίπτωση εφαρμογής μειωμένου συντελεστή από τα κράτη μέλη στον ιδιαίτερα ευαίσθητο αυτόν τομέα. Κατά συνέπεια, απαιτείται διαδικασία προηγούμενης διαβούλευσης με την Επιτροπή ΦΠΑ.

    (7) Οι κοινές επιχειρήσεις και οι άλλες υποδομές που δημιουργούνται δυνάμει του άρθρου 171 της συνθήκης ΕΚ επιφορτίζονται με την εφαρμογή κοινοτικών πολιτικών. Για να αποφευχθούν οι συνέπειες μιας φορολόγησης που αποβαίνει προς όφελος του κράτους μέλους όπου οφείλεται ο φόρος αλλά σε βάρος των λοιπών κρατών μελών και των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, πρέπει να χορηγηθεί στις κοινές επιχειρήσεις που ιδρύονται από τις Κοινότητες, διαθέτουν νομική προσωπικότητα και λαμβάνουν πράγματι επιχορηγήσεις από τον γενικό προϋπολογισμό δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002, του Συμβουλίου, της 25 Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων[6], απαλλαγή από τον ΦΠΑ για τις αγορές τους που πραγματοποιήθηκαν σε προηγούμενο στάδιο.

    (8) Στο πλαίσιο της προσχώρησής τους, επετράπη στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία να χορηγήσουν απαλλαγή από το φόρο στις μικρές επιχειρήσεις και να συνεχίσουν να εφαρμόζουν την απαλλαγή για τις διεθνείς μεταφορές επιβατών. Για λόγους σαφήνειας και συνοχής, οι παρεκκλίσεις αυτές πρέπει να ενσωματωθούν στην ίδια την οδηγία.

    (9) Όσον αφορά το δικαίωμα έκπτωσης, ο βασικός κανόνας προβλέπει ότι το εν λόγω δικαίωμα γεννάται μόνο εφόσον τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται από υποκείμενο στο φόρο για τις ανάγκες των πράξεών του που δημιουργούν δικαίωμα έκπτωσης. Ο κανόνας αυτός χρειάζεται να αποσαφηνιστεί και να ενισχυθεί, ούτως ώστε οι υποκείμενοι στο φόρο να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο στις περιπτώσεις στις οποίες αγαθά συνδεόμενα με την οικονομική δραστηριότητα του υποκειμένου στο φόρο δεν χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για σκοπούς που αφορούν τη δραστηριότητα αυτή. Πρέπει λοιπόν να περιοριστεί η αρχική άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης στη χρήση που συνδέεται με πράξεις που δημιουργούν δικαίωμα έκπτωσης τη στιγμή που ο φόρος καθίσταται απαιτητός.

    (10) Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να εφαρμοστεί ο εν λόγω κανόνας στα ακίνητα αγαθά που παραδίδονται στον υποκείμενο στο φόρο και στις σημαντικές υπηρεσίες που συνδέονται με τα εν λόγω αγαθά που του έχουν παρασχεθεί. Πράγματι, οι καταστάσεις αυτές αντιπροσωπεύουν τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις, λαμβανομένης υπόψη αφενός της αξίας και της διάρκειας του ωφέλιμου βίου των αγαθών αυτών και αφετέρου του γεγονότος ότι η μικτή χρήση του τύπου αυτού αγαθών είναι συνηθισμένη στην πράξη.

    (11) Λαμβανομένου υπόψη του περιορισμού της αρχικής άσκησης του δικαιώματος έκπτωσης και προκειμένου να εξασφαλιστεί ένα δίκαιο σύστημα έκπτωσης για τους υποκείμενους στο φόρο, πρέπει να προβλεφθεί σύστημα διόρθωσης ώστε να ληφθούν υπόψη οι αλλαγές στη χρήση των εν λόγω ακινήτων αγαθών για επιχειρηματικούς ή μη επιχειρηματικούς σκοπούς κατά τη διάρκεια χρονικού διαστήματος που αντιστοιχεί στην ισχύουσα περίοδο διακανονισμού για τα ακίνητα αγαθά επένδυσης.

    (12) Κατά συνέπεια, η οδηγία 2006/112/EΚ πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    Η οδηγία 2006/112/EΚ τροποποιείται ως εξής:

    1) Στο άρθρο 2, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3. Νοούνται ως «προϊόντα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης» τα ενεργειακά προϊόντα, η αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά και τα βιομηχανοποιημένα καπνά όπως καθορίζονται από τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις, εκτός από το αέριο που παραδίδεται μέσω αγωγών αερίου ή από δεξαμενόπλοια φυσικού αερίου, την ηλεκτρική ενέργεια καθώς και τη θερμότητα ή την ψύξη που παραδίδονται μέσω των δικτύων θέρμανσης ή ψύξης».

    2) Στο άρθρο 13 η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεωρούν δραστηριότητες δημόσιας αρχής τις δραστηριότητες των οργανισμών δημοσίου δικαίου που απαλλάσσονται σύμφωνα με τα άρθρα 132, 135, 136 και 371, 374 έως 377, το άρθρο 378 παράγραφος 2, το άρθρο 379 παράγραφος 2, και τα άρθρα 380 έως 390β ».

    3) Στο άρθρο 17 παράγραφος 2, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «δ) την παράδοση φυσικού αερίου μέσω αγωγών αερίου ή από δεξαμενόπλοια φυσικού αερίου, ηλεκτρικής ενέργειας ή θερμότητας ή ψύξης από τα δίκτυα θέρμανσης ή ψύξης, με τις προϋποθέσεις των άρθρων 38 και 39»·

    4) Τα άρθρα 38 και 39 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 38

    1. Στην περίπτωση παράδοσης αερίου μέσω αγωγών ή από δεξαμενόπλοιο φυσικού αερίου, ή της παράδοσης ηλεκτρικής ενέργειας ή θερμότητας ή ψύχους από τα δίκτυα θέρμανσης ή ψύξης σε μεταπωλητή υποκείμενο στο φόρο, ως τόπος της παράδοσης θεωρείται ο τόπος όπου ο υποκείμενος στον φόρο μεταπωλητής έχει την έδρα της οικονομικής δραστηριότητάς του ή τη μόνιμη εγκατάστασή του για την οποία παραδίδονται τα αγαθά ή, σε περίπτωση έλλειψης έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης, ο τόπος όπου έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του.

    2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως «μεταπωλητής υποκείμενος στον φόρο» νοείται ο υποκείμενος στον φόρο του οποίου η κύρια δραστηριότητα όσον αφορά τις αγορές αερίου, ηλεκτρικής ενέργειας, θερμότητας ή ψύξης, είναι η μεταπώληση των ανωτέρω προϊόντων και του οποίου η ιδία κατανάλωση των προϊόντων αυτών είναι αμελητέα.

    Άρθρο 39

    Στην περίπτωση παράδοσης αερίου μέσω αγωγών ή δεξαμενοπλοίων φυσικού αερίου, ή παράδοσης ηλεκτρικής ενέργειας ή θερμότητας ή ψύχους, εάν η παράδοση αυτή δεν καλύπτεται από το άρθρο 38, ως τόπος παράδοσης θεωρείται ο τόπος πραγματικής χρησιμοποίησης και κατανάλωσης των αγαθών από τον αποκτώντα.

    Όταν το σύνολο ή μέρος του αερίου ή της ηλεκτρικής ενέργειας ή της θερμότητας ή της ψύξης δεν καταναλώνεται πραγματικά από τον αποκτώντα, θεωρείται ότι αυτά τα μη καταναλωθέντα αγαθά έχουν χρησιμοποιηθεί και καταναλωθεί στον τόπο όπου έχει την έδρα της οικονομικής δραστηριότητάς του ή τη μόνιμη εγκατάστασή του για την οποία παραδίδονται τα αγαθά. Σε περίπτωση έλλειψης της εν λόγω έδρας της οικονομικής δραστηριότητας ή μόνιμης εγκατάστασης, θεωρείται ότι χρησιμοποίησε και κατανάλωσε τα αγαθά στον τόπο όπου έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του».

    5) Στο άρθρο 56 παράγραφος 1, το στοιχείο η) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «η) η παροχή πρόσβασης στα συστήματα μεταφοράς ή διανομής φυσικού αερίου, ηλεκτρικής ενέργειας ή η παροχή πρόσβασης στα συστήματα θέρμανσης ή ψύξης καθώς και μεταφοράς ή διοχέτευσης μέσω των συστημάτων αυτών, και παροχή άλλων υπηρεσιών που συνδέονται άμεσα με αυτές,»

    6) Στο άρθρο 80 παράγραφος 1, στοιχείο β), οι όροι «άρθρα 380 έως 390» αντικαθίστανται από τους όρους «άρθρα 380 έως 390β».

    7) Το άρθρο 102 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 102

    Τα κράτη μέλη, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή ΦΠΑ, μπορούν να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή στην προμήθεια φυσικού αερίου, ηλεκτρικής ενέργειας ή αστικής θέρμανσης μέσω δικτύου.»

    8) Στο άρθρο 136, στοιχείο α), οι όροι «άρθρα 380 έως 390» αντικαθίστανται από τους όρους «άρθρα 380 έως 390 β».

    9) Στο άρθρο 143, το στοιχείο ιβ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «ιβ) την εισαγωγή αερίου μέσω αγωγών ή δεξαμενοπλοίων φυσικού αερίου, ηλεκτρικής ενέργειας, θερμότητας ή ψύχους από τα συστήματα θέρμανσης ή ψύχους».

    10) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 151α:

    «Άρθρο 151 α

    Για τους σκοπούς του άρθρου 151 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) εξομοιώνονται με τους διεθνείς οργανισμούς οι κοινές επιχειρήσεις και οποιαδήποτε άλλη αναγκαία υποδομή για την καλή εκτέλεση των προγραμμάτων κοινοτικής έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης που έχουν δημιουργηθεί από τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες δυνάμει του άρθρου 171 της συνθήκης ΕΚ, οι οποίες διαθέτουν νομική προσωπικότητα και λαμβάνουν πράγματι επιδοτήσεις που χρηματοδοτούνται από το γενικό προϋπολογισμό, δυνάμει του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου[7], υπό την προϋπόθεση ότι δεν ασκούν οικονομική δραστηριότητα κατά την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας.

    Ωστόσο, η απαλλαγή που προβλέπεται στο άρθρο 151 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), δεν εφαρμόζεται στις παραδόσεις αγαθών και στις παροχές υπηρεσιών που προορίζονται για ιδιωτική χρήση των μελών των κοινών επιχειρήσεων ή κάθε άλλης υποδομής που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο».

    11) Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 168 α:

    «Άρθρο168 α

    Στην περίπτωση απόκτησης, οικοδόμησης, ανακαίνισης ή ουσιαστικής μετατροπής ακινήτου αγαθού, η αρχική άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης που γεννάται τη στιγμή κατά την οποία ο φόρος καθίσταται απαιτητός περιορίζεται στην αναλογία της πραγματικής χρήσης του για πράξεις που δημιουργούν δικαίωμα έκπτωσης.

    Κατά παρέκκλιση του άρθρου 26, οι αλλαγές στην αναλογία χρήσης ακινήτου αγαθού που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, λαμβάνονται υπόψη στους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 187, 188, 190 και 192 για τη διόρθωση της αρχικής άσκησης του δικαιώματος έκπτωσης.

    Οι αλλαγές που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο λαμβάνονται υπόψη κατά την περίοδο που ορίζεται στα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 187 παράγραφος 1 για τα αγαθά επένδυσης».

    12) Στο άρθρο 221 παράγραφος 2 οι όροι «380 έως 390» αντικαθιστώνται από τους όρους «άρθρα 380 έως 390 β».

    13) Στο άρθρο 287, προστίθενται τα ακόλουθα σημεία 17) και 18) :

    «17) η Βουλγαρία: 25 600 EUR,

    18) η Ρουμανία: 35 000 EUR.»

    14) Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 390 α και 390 β :

    «Άρθρο 390 α

    Η Βουλγαρία μπορεί, με τις προϋποθέσεις που ίσχυαν σε αυτό το κράτος μέλος κατά την ημερομηνία προσχώρησής του, να συνεχίσει να απαλλάσσει τις διεθνείς μεταφορές επιβατών του παραρτήματος X, μέρος B, σημείο 10), για όσο διάστημα η ίδια απαλλαγή εφαρμόζεται σε ένα από τα κράτη μέλη που ήταν μέλη της Κοινότητας την 1η Ιανουαρίου 2007.

    Άρθρο 390 β

    Η Ρουμανία μπορεί, με τις προϋποθέσεις που ίσχυαν σε αυτό το κράτος μέλος κατά την ημερομηνία προσχώρησής του, να συνεχίσει να απαλλάσσει τις διεθνείς μεταφορές επιβατών του παραρτήματος X, μέρος B, σημείο 10), για όσο διάστημα η ίδια απαλλαγή εφαρμόζεται σε ένα από τα κράτη μέλη που ήταν μέλη της Κοινότητας την 1η Ιανουαρίου 2007».

    15) Στο άρθρο 391, οι όροι «άρθρα 380 έως 390» αντικαθίστανται από τους όρους «άρθρα 380 έως 390 β».

    16) Στο παράρτημα X, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 370 ΚΑΙ 371 ΚΑΙ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 375 ΕΩΣ 390 β»

    Άρθρο 2 Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

    1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία πριν από την 1η Ιουλίου 2008. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και έναν πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

    Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

    2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 3

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

    Άρθρο 4

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες,

    Για το Συμβούλιο

    Ο πρόεδρος

    [1] ΕΕ C της , σ. .

    [2] ΕΕ C της , σ. .

    [3] ΕΕ C της , σ. .

    [4] ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1. Η οδηγία τροποποιήθηκε με την οδηγία 2006/138/ΕΚ (ΕΕ L 384 της 29.12.2006, σ. 92).

    [5] ΕΕ L 260 της 11.10.2003, σ. 8.

    [6] ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1. Ο κανονισμός τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1995/2006 (ΕΕ L 390 της 30.12.2006, σ. 1).

    [7] ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

    Top