EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52006DC0689

Ανακοίνωση τησ Επιτροπήσ προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών - Στρατηγική επισκόπηση του προγράμματος για τη βελτίωση της νομοθεσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση {COM(2006) 690 τελικό} {COM(2006) 691 τελικό}

/* COM/2006/0689 τελικό */

52006DC0689

Ανακοίνωση τησ Επιτροπήσ προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών - Στρατηγική επισκόπηση του προγράμματος για τη βελτίωση της νομοθεσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση {COM(2006) 690 τελικό} {COM(2006) 691 τελικό} /* COM/2006/0689 τελικό */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 14.11.2006

COM(2006) 689 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Στρατηγική επισκόπηση του προγράμματος για τη βελτίωση της νομοθεσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση

{COM(2006) 690 τελικό}{COM(2006) 691 τελικό}

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Στρατηγική επισκόπηση του προγράμματος για τη βελτίωση της νομοθεσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Συνοπτική παρουσίαση

Η νομοθετικές και κανονιστικές ρυθμίσεις αποτελούν θεμέλιο για την εξασφάλιση μιας υγιούς και ανταγωνιστικής αγοράς, για την ευημερία των πολιτών και για την αποτελεσματική προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος. Σύμφωνα με το πρόγραμμα για τη βελτίωση της νομοθεσίας, αυτές οι ρυθμίσεις πρέπει να γίνονται κατά τρόπο ώστε να μεγιστοποιούνται τα οφέλη και παράλληλα να ελαχιστοποιείται το κόστος. Η βελτίωση της νομοθεσίας μπορεί να τονώσει σημαντικά την παραγωγικότητα και την απασχόληση, συμβάλλοντας έτσι στην ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Στην Ευρώπη, το κανονιστικό περιβάλλον δημιουργείται τόσο από την Ένωση όσο και από τα κράτη μέλη σε ένα διεθνές πλαίσιο – η βελτίωση της νομοθεσίας αποτελεί, επομένως, κοινή ευθύνη.

Στην παρούσα στρατηγική επισκόπηση, στην οποία επισυνάπτονται χωριστά έγγραφα σχετικά με την απλούστευση και τον διοικητικό φόρτο, αναλύεται η πρόοδος που επιτεύχθηκε και παρουσιάζονται οι κυριότερες προκλήσεις για το μέλλον.

Η βελτίωση της νομοθεσίας καλύπτει τη χάραξη πολιτικής, από την αρχική της σύλληψη μέχρι τη θέσπιση και τον έλεγχο της τήρησής της, ξεκινώντας με προσεκτική εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας. Κατά τη χάραξη των διαφόρων πολιτικών, γίνονται τώρα εκτεταμένες διαβουλεύσεις ώστε να λαμβάνονται υπόψη συστηματικά οι γνώμες των άμεσα ενδιαφερομένων. Έχουν εκπονηθεί πάνω από 160 αναλύσεις επιπτώσεων σύμφωνα με τις λεπτομερείς κατευθυντήριες γραμμές, ώστε για να διευκρινισθεί και να διευκολυνθεί η λήψη των αποφάσεων της Επιτροπής. Γίνεται υπολογισμός των διοικητικών δαπανών. Η Επιτροπή εξέτασε λεπτομερώς τις προτάσεις που ήταν εκκρεμείς όταν ανέλαβε τα καθήκοντά της, το 2004, και απέσυρε τις 68, ενώ άλλες 10 αναμένεται να αποσυρθούν το 2007.

Η ήδη ισχύουσα νομοθεσία είναι υψίστης σημασίας για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή έχει θέσει σε εφαρμογή ένα σημαντικό πρόγραμμα απλούστευσης της νομοθεσίας για την περίοδο 2005-2008, με πάνω από 100 πρωτοβουλίες. Μέχρι τα τέλη του 2006, θα έχουν εγκριθεί περίπου 50 προτάσεις. Από αυτές, περισσότερες από 20 εκκρεμούν ενώπιον του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Στις εν λόγω προτάσεις πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προτεραιότητα.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν υπογράψει τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας και λαμβάνουν μέτρα για την εφαρμογή της στην πράξη (π.χ. πραγματοποίηση ορισμένων αναλύσεων επιπτώσεων για σημαντικές τροποποιήσεις των προτάσεων της Επιτροπής). Θα πρέπει όμως να γίνουν ακόμη περισσότερα.

Η διαδικασία σε επίπεδο κρατών μελών προχώρησε σημαντικά μετά την έγκριση των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών για την ανάπτυξη και την απασχόληση: 19 κράτη μέλη έχουν υιοθετήσει ή να επεξεργάζονται μια στρατηγική για τη βελτίωση της νομοθεσίας και 17 κράτη μέλη έχουν υπολογίσει ή υπολογίζουν τις διοικητικές δαπάνες. Πολλά κράτη έχουν θέσει γενικούς στόχους για μείωση του διοικητικού φόρτου. Οι αναλύσεις επιπτώσεων πραγματοποιούνται συστηματικότερα, παρόλο που σε πολλές περιπτώσεις είναι μονομερείς. Εννέα κράτη μέλη έχουν προγράμματα απλούστευσης, ενώ οκτώ έχουν πάρει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες απλούστευσης. Οι διαβουλεύσεις είναι υποχρεωτικές σε εννέα μόνο κράτη μέλη.

Η εικόνα που σχηματίζεται είναι ενθαρρυντική: υπήρξε σημαντική πρόοδος, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Ωστόσο, η βελτίωση της νομοθεσίας αποτελεί μια διαδικασία και όχι ένα στατικό γεγονός, και οι σημαντικότερες προκλήσεις παραμένουν. H Eπιτροπή θέτει τις ακόλουθες προτεραιότητες για τα διάφορα συμμετέχοντα μέρη:

Ευρωπαϊκή Eπιτροπή:

- Ενημέρωση του προγράμματος απλούστευσης της νομοθεσίας, με σκοπό την επίτευξη απτού οικονομικού οφέλους, ιδίως με τη μείωση του διοικητικού φόρτου, και ένταξή του στο νομοθετικό πρόγραμμα και το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής. Για το 2007, σχεδιάζονται 47 πρωτοβουλίες[1]·

- Πιο εμπεριστατωμένος έλεγχος των αναλύσεων επιπτώσεων με τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης επιτροπής για τις αναλύσεις επιπτώσεων που θα υπάγεται στον Πρόεδρο·

- Ενίσχυση του ελέγχου εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου.

Συμβούλιο και Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο:

- Πιο συστηματικές αναλύσεις επιπτώσεων για τις σημαντικές τροπολογίες στις προτάσεις της Επιτροπής·

- Υψηλή προτεραιότητα στις εκκρεμούσες προτάσεις απλούστευσης, ώστε να κωδικοποιηθεί και να καταργηθεί η παρωχημένη νομοθεσία.

Κράτη μέλη:

- Ανάπτυξη και θέση σε εφαρμογή μηχανισμών διαβούλευσης, όπου δεν υπάρχουν·

- Συστηματικότερη ανάλυση των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων με κατάλληλες κατευθυντήριες γραμμές και διάθεση πόρων, και περισσότερη διαφάνεια στα αποτελέσματα·

- Εκπόνηση προγραμμάτων απλούστευσης, όπου δεν υπάρχουν·

- Βελτίωση της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου.

ΕΕ και κράτη μέλη:

H Eπιτροπή προτείνει τη χάραξη μιας φιλόδοξης στρατηγικής για τον περιορισμό του διοικητικού φόρτου. Δεδομένου ότι ο διοικητικός φόρτος προκύπτει τόσο από την ευρωπαϊκή όσο και από την εθνική νομοθεσία, η Επιτροπή προτείνει να τεθεί από το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2007 ένας κοινός στόχος για περιορισμό του διοικητικού φόρτου κατά 25%, που θα πρέπει να επιτευχθεί μέχρι το 2012.

Στο μεταξύ, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν ανάλογα μέτρα σε εθνικό επίπεδο και να αναλάβουν σαφείς δεσμεύσεις για μείωση του διοικητικού φόρτου για το ίδιο χρονικό διάστημα. Η πρόοδος όσον αφορά τις προσπάθειες αυτές θα πρέπει να αναφέρεται στα εθνικά προγράμματα μεταρρύθμισης και θα αξιολογείται στο πλαίσιο των ετήσιων εκθέσεων προόδου κατά το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

****

I. ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

Η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει την καλλιέργεια ενός ρυθμιστικού περιβάλλοντος που προστατεύει τους πολίτες και ενθαρρύνει τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ώστε να ανταγωνίζονται αποτελεσματικότερα και να είναι περισσότερο καινοτόμες σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον ιδιαίτερα ανταγωνιστικό. Μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής νομοθεσίας αφορά τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς. Καλύπτει και άλλους τομείς όπου τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν θεσπίσει κοινές πολιτικές (π.χ. γεωργία, αλιεία, εμπόριο, τελωνειακά) ή έχουν συμφωνήσει ότι οι ενέργειες σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν προστιθέμενη αξία (π.χ. περιβάλλον, υγεία και προστασία καταναλωτών). Οι πολιτικές αυτές απαιτούν την ύπαρξη κοινών κανόνων που εφαρμόζονται σε σταθερή βάση.

Η νομοθεσία σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει περιορίσει μεγάλο μέρος της γραφειοκρατίας. Η εφαρμογή ενός κοινού κανόνα σε όλα τα κράτη μέλη είναι απλούστερη και αποτελεσματικότερη από ένα σύνθετο πλέγμα διαφορετικών κανόνων σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Η ευρωπαϊκή νομοθεσία πέτυχε την κατάργηση των βλαπτικών για τον ανταγωνισμό φραγμών και των αλληλοσυγκρουόμενων εθνικών κανόνων.

Η θέσπιση κοινοτικής νομοθεσίας υπήρξε μια προοδευτική διαδικασία που χαρακτηρίζεται από τη βαθμιαία προσθήκη νέων κανόνων σε μια υφιστάμενη βάση. Στους περισσότερους τομείς πολιτικής που παρουσιάζουν την απαιτούμενη ωριμότητα, είναι καιρός να εξετάσουμε αυτό το σύνολο των διατάξεων και να δούμε αν μπορούν να απλουστευθούν – να ελαφρύνουμε τον φόρτο των επιχειρήσεων και των πολιτών, και να τις καταστήσουμε σαφείς, ενημερωμένες, αποτελεσματικές και φιλικές στους χρήστες. Η νομοθεσία πρέπει να βρίσκεται υπό διαρκή επανεξέταση και να προσαρμόζεται, ώστε να συμβαδίζει με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις παγκόσμιες αγορές.

Η σημερινή Επιτροπή έχει δώσει ύψιστη προτεραιότητα στην απλούστευση και τη βελτίωση του κανονιστικού περιβάλλοντος. Βασιζόμενη σε προηγούμενες πρωτοβουλίες, έθεσε το 2005 σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα για τη βελτίωση της νομοθεσίας με σκοπό την ανάπτυξη ποιοτικών πρωτοβουλιών, καθώς και για τον εκσυγχρονισμό και την απλούστευση του συνόλου της υφισταμένης νομοθεσίας. Το πρόγραμμα αυτό εφαρμόζεται σε όλα τα στάδια του κύκλου κάθε πολιτικής:

( Για την υφισταμένη νομοθεσία, καταβάλλονται προσπάθειες προκειμένου να απλουστευθεί και να εκσυγχρονιστεί το κεκτημένο με νομοτεχνικές μεθόδους όπως η αναδιατύπωση, η κατάργηση, η κωδικοποίηση ή η αναθεώρηση. Αναζητούνται τρόποι να περιοριστεί ο διοικητικός φόρτος. Προτεραιότητα δίνεται στην ορθή και εμπρόθεσμη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων.

( Για τις νέες προτάσεις, καθιερώθηκε ένα διεξοδικό σύστημα για την ανάλυση των επιπτώσεων – οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών – και για τη διαβούλευση με τους άμεσα ενδιαφερόμενους[2] και τους εμπειρογνώμονες ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα του σχεδιασμού των πολιτικών και η συνεκτικότητά τους. Λαμβάνεται μέριμνα ώστε οι προτάσεις να είναι ανάλογες με το συγκεκριμένο πρόβλημα και κάθε ενέργεια να γίνεται στο κατάλληλο επίπεδο, τηρώντας την αρχή της επικουρικότητας.

( H Eπιτροπή εξετάζει επίσης εμπεριστατωμένα τις προτάσεις που εκκρεμούν ενώπιον του συννομοθέτη, για να διαπιστώσει αν η καθυστέρηση στην έγκρισή τους οφείλεται στην ποιότητα και τη σκοπιμότητα των προτάσεων, και αν θα πρέπει, ως εκ τούτου, να αποσυρθούν.

Οι ενέργειες αυτές είναι αλληλένδετες. Πριν από την απλούστευση της νομοθεσίας, αξιολογούνται οι επιπτώσεις και εξετάζονται οι τρόποι για τη μείωση του διοικητικού φόρτου. Κατά την κωδικοποίηση της νομοθεσίας, εντοπίζονται και αποκαθίστανται οι επικαλύψεις και οι αντιφάσεις. Τα προβλήματα σχετικά με την εφαρμογή εξετάζονται προσεκτικότερα κατά τον σχεδιασμό των πολιτικών και των νομοθετικών διατάξεων, καθώς και κατά την επανεξέταση και την ενδεχόμενη τροποποίησή τους. Η μέθοδος αυτή αποσκοπεί στην παραγωγή υψηλής ποιότητας κανονιστικών ρυθμίσεων με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και όχι στην απορρύθμιση.

Η βελτίωση της νομοθεσίας αποτελεί κοινή ευθύνη. H Eπιτροπή υποβάλλει προτάσεις προς έγκριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η νομοθεσία της ΕΕ μεταφέρεται στην εθνική νομοθεσία από τις εθνικές κυβερνήσεις και κοινοβούλια, και συχνά εφαρμόζεται σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Υπάρχει κίνδυνος η νομοθεσία να «εξωραϊσθεί» προοδευτικά στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, από τη σύλληψη μέχρι την εφαρμογή της. Ως εκ τούτου, η ευθύνη για παραγωγή καλής νομοθεσίας είναι κοινή. H Eπιτροπή βασίζεται στη στενή συνεργασία των άλλων ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, των κρατών μελών και των τοπικών διοικητικών αρχών, για την επίτευξη των στόχων της βελτίωσης της νομοθεσίας. Στη διοργανική συμφωνία του 2003 για τη βελτίωση της νομοθεσίας, καθώς και σε πολλές συμπληρωματικές συμφωνίες, τα θεσμικά όργανα καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να συνεργαστούν για να βελτιώσουν το νομοθετικό τους έργο.

II. ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΠΡΟΟΔΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

1. Εκσυγχρονισμός του συνόλου της υπάρχουσας νομοθεσίας

Αν και η ευρωπαϊκή νομοθεσία αποτελεί αφ’ εαυτής μια απλούστευση («ένα αντί για 25»), σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο, είναι απαραίτητη η αναθεώρηση της νομοθεσίας, ο εκσυγχρονισμός, η άρση των επικαλύψεων και η αξιοποίηση της ταχύτατα εξελισσόμενης τεχνολογίας.

Απλούστευση της υφισταμένης νομοθεσίας

H Eπιτροπή έχει εντείνει τις προσπάθειές της για εκσυγχρονισμό και απλούστευση της νομοθεσίας της ΕΕ. Από τις 100 προτάσεις που είχαν αρχικά προγραμματισθεί για την περίοδο 2005-2008 στο κυλιόμενο πρόγραμμα απλούστευσης[3], περίπου 50 θα έχουν εγκριθεί μέχρι το τέλος του 2006. Σ’ αυτές περιλαμβάνονται σημαντικές προτάσεις για τις επιχειρήσεις, όπως η σχετική με τον τελωνειακό κώδικα, που διευκολύνει την ανταλλαγή δεδομένων, εκσυγχρονίζει και απλουστεύει τις διαδικασίες· μια άλλη που αφορά τα απόβλητα διευκρινίζει τους σχετικούς ορισμούς, ενώ παράλληλα αποσκοπεί στην τόνωση της αγοράς ανακύκλωσης, και μια τρίτη πρόταση για τις υπηρεσίες πληρωμών απλουστεύει τις σχετικές διαδικασίες.

H Eπιτροπή έχει τώρα ενημερώσει το κυλιόμενο πρόγραμμα απλούστευσης[4], που προβλέπει περαιτέρω πρωτοβουλίες, ιδίως στον τομέα της γεωργίας, της επισήμανσης και των στατιστικών. Η Eπιτροπή διατηρεί τις υψηλές φιλοδοξίες της, προσαρμόζοντας το χρονοδιάγραμμά της ώστε να επιτρέπει μια ποιοτική προπαρασκευή (π.χ. αναλύσεις επιπτώσεων, διαβούλευση και ex-post αξιολόγηση της υφισταμένης νομοθεσίας).

Δεδομένου ότι απλούστευση σημαίνει μεταβολές και προσαρμογές, απαιτούνται διαβουλεύσεις στο επίπεδο κάθε κλάδου. H Eπιτροπή προβαίνει σε διαβούλευση με εκείνους που επηρεάζονται περισσότερο, εξετάζει τα προβλήματα και βρίσκει πρακτικές λύσεις. Το διεθνές πλαίσιο (π.χ. για τη λογιστική, της δημόσιες συμβάσεις και τα δικαιώματα πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας) είναι σημαντικό.

Ο συννομοθέτης πρέπει να δίνει μεγαλύτερη προτεραιότητα στις προτάσεις απλούστευσης. Επί του παρόντος εκκρεμούν πάνω από 20 τέτοιες προτάσεις. Θα πρέπει να μελετηθούν διαδικασίες για να διευκολύνεται η ταχύτερη έγκριση των προτάσεων απλούστευσης.

Τα κράτη μέλη πρέπει να αναπτύξουν δικά τους εθνικά προγράμματα απλούστευσης της νομοθεσίας, ώστε τα πλεονεκτήματα του απλουστευμένου κοινοτικού ρυθμιστικού πλαισίου να μην ακυρώνονται με τη θέσπιση νέων εθνικών κανόνων. Συνήθως στο στάδιο της ενσωμάτωσης των οδηγιών στην εθνική νομοθεσία γίνονται προσθήκες που δεν προβλέπει η κοινοτική νομοθεσία. Αυτές οι βελτιώσεις, που αναφέρονται συχνά ως «επιχρυσώσεις», μπορεί να υπερβούν κατά πολύ τις απαιτήσεις που προβλέπει η νομοθεσία της ΕΕ.

Περιορισμός του διοικητικού φόρτου

Οι περισσότερες από τις δαπάνες που προκύπτουν από τη νομοθεσία αφορούν επενδύσεις (π.χ. εγκατάσταση εξοπλισμού ασφαλείας) που χρειάζονται για τη συμμόρφωση μ’ αυτήν. Υπάρχουν όμως και άλλες δαπάνες διοικητικής φύσεως, όπως εκείνες που προκύπτουν κατά την εκπλήρωση της υποχρέωσης υποβολής εκθέσεων. Οι δαπάνες αυτές θα πρέπει να περιορίζονται όπου είναι δυνατό να γίνει αυτό, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η επίτευξη των στόχων της νομοθεσίας. Από την εμπειρία των κρατών μελών προκύπτει ότι οι δημόσιες αρχές μπορούν να κάνουν πολλά για τον περιορισμό του αδικαιολόγητου διοικητικού φόρτου της νομοθεσίας – τα οικονομικά οφέλη από το εγχείρημα αυτό υπολογίζεται ότι αντιστοιχούν σε αύξηση μέχρι 1,5% του ΑΕΠ, ήτοι μέχρι 150 δισεκατ. ευρώ[5].

H Eπιτροπή έχει αναπτύξει μια κοινή μεθοδολογία για την αξιολόγηση των διοικητικών δαπανών και την εφαρμόζει στις δικές της αναλύσεις επιπτώσεων ex ante για τη νέα νομοθεσία.

Προτεραιότητα τώρα αποτελεί η μείωση του διοικητικού φόρτου που απορρέει από την υφισταμένη νομοθεσία. Μαζί με τα κράτη μέλη, η Επιτροπή προσπαθεί να αναπτύξει μια προσέγγιση για τον από κοινού υπολογισμό του διοικητικού φόρτου που προκύπτει από την ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ. Τα ζητήματα που εξετάζει η Επιτροπή (π.χ. συγκρισιμότητα των μετρήσεων, εντοπισμός των διατάξεων από τις οποίες πηγάζουν οι υποχρεώσεις, στόχοι μείωσης και κατανομή των δαπανών, κλπ), καθώς και τα διδάγματα από ένα πιλοτικό σχέδιο εκτίθενται λεπτομερέστερα σε σχετικό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής.

H Eπιτροπή αναζητεί επίσης τον καλύτερο δυνατό τρόπο για να τεθούν στόχοι ποσοτικού περιορισμού του συνόλου των υφισταμένων διατάξεων. Πολλά κράτη μέλη έχουν ήδη πραγματοποιήσει σχετικούς υπολογισμούς, και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μια μείωση κατά 25% του διοικητικού φόρτου είναι φιλόδοξος αλλά εφικτός στόχος. Από την εμπειρία σε ορισμένα κράτη μέλη προκύπτει ότι οι στόχοι αυτοί λειτούργησαν κατάλληλα ώστε να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο και να δοθεί η αναγκαία ώθηση. Οι στόχοι αυτοί θα πρέπει να διαφοροποιηθούν ανάλογα με τον υφιστάμενο φόρτο. Σε ορισμένους τομείς (π.χ. γεωργία, τελωνειακά και στατιστικές) με ενέργειες σε ευρωπαϊκό επίπεδο μπορεί να υπάρξει άμεση μείωση του φόρτου· σε άλλους, οι ενέργειες των κρατών μελών θα συμβάλλουν πολύ περισσότερο σε μείωση του φόρτου. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμφωνήσουν μια ομοιόμορφη μέτρηση αναφοράς στους τομείς που παρουσιάζουν προτεραιότητα, καθώς και για τους στόχους περιορισμού του φόρτου, που θα κατανέμονται μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών μελών ανάλογα με την προέλευση του διοικητικού φόρτου.

H Eπιτροπή θα υποβάλει ένα σχέδιο δράσης για τον υπολογισμό των διοικητικών δαπανών και τη μείωση του διοικητικού φόρτου στις αρχές του 2007. Στο σχέδιο δράσης θα προτείνονται άμεσες ενέργειες, καθώς και μια συντονισμένη μακροπρόθεσμη προσέγγιση για τους κοινούς στόχους για τον υπολογισμό και τη μείωση των δαπανών αυτών από τα κράτη μέλη και την ΕΕ. H Eπιτροπή θα καλέσει τα θεσμικά όργανα να μελετήσουν μια ταχεία διαδικασία έγκρισης για τις πιο άμεσες ενέργειες.

Το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα κληθεί να εγκρίνει:

- έναν κοινό στόχο συνολικής μείωσης κατά 25% του διοικητικού φόρτου για την κοινοτική και τις εθνικές νομοθεσίες, που θα πρέπει να επιτευχθεί μέχρι το 2012, καθώς και, ενδεχομένως, ενδιάμεσους στόχους. Πρόκειται για επιμερισμένη ευθύνη και, κατά συνέπεια, απαιτεί κοινή προσπάθεια εκ μέρους των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και των κρατών μελών·

- τους τομείς δράσεις που παρουσιάζουν προτεραιότητα – σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, τόσο άμεσα όσο και μακροπρόθεσμα

- τη διαδικασία του υπολογισμού και τη μεθοδολογία.

Κωδικοποίηση και κατάργηση της παρωχημένης νομοθεσίας

Η ευρωπαϊκή νομοθεσία θεσπίσθηκε προοδευτικά· στη διάρκεια της διαδικασίας αυτής πολλές διατάξεις τροποποιήθηκαν, χωρίς να ενσωματώνονται συστηματικά στις αρχικές νομοθετικές πράξεις. Κωδικοποίηση είναι η διαδικασία με την οποία συγκεντρώνονται οι διατάξεις των υφισταμένων πράξεων με όλες τις επόμενες τροποποιήσεις τους σε μία νομοθετική πράξη. Η κωδικοποίηση συμβάλλει έτσι στη μείωση του όγκου της κοινοτικής νομοθεσίας, δημιουργώντας παράλληλα περισσότερο διαφανή και σαφή από νομική άποψη κείμενα, που βοηθούν ιδιαίτερα τις ΜΜΕ, και διευκολύνουν τον έλεγχο της εφαρμογής τους. Το πρόγραμμα κωδικοποίησης της Επιτροπής αφορά περίπου 500[6] πράξεις σε όλους τους τομείς. Από αυτές, οι 85 έχουν οριστικοποιηθεί από την Επιτροπή: 52 έχουν εγκριθεί και δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα, ενώ 33 εκκρεμούν ενώπιον του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου. Αυτές οι 85 πράξεις αντικαθιστούν 300 ισχύοντα νομοθετικά κείμενα. Οι 500 πράξεις της κωδικοποίησης θα αντικαταστήσουν περίπου 2 000 πράξεις συνολικά.

Στόχος της Επιτροπής είναι να ολοκληρώσει το πρόγραμμα το 2008. Η μετάφραση έχει επιταχυνθεί και, όπου είναι δυνατόν, θα ισχύει αναστολή της εφαρμογής (stand still) όσον αφορά τις ουσιώδεις τροποποιήσεις. Η Επιτροπή καλεί τα άλλα θεσμικά όργανα να καταβάλουν συντονισμένες προσπάθειες για την ολοκλήρωση του προγράμματος κωδικοποίησης με τη θέσπιση των αναγκαίων πράξεων το ταχύτερο δυνατόν.

Στο μέλλον, προκειμένου να αποφευχθεί η εκ νέου συσσώρευση νομοθετικών κειμένων για κωδικοποίηση, θα πρέπει οπωσδήποτε να γίνεται συστηματικότερα, μέσω αναδιατύπωσης[7], ενσωμάτωση των τροποποιήσεων στα υφιστάμενα νομοθετικά κείμενα ταυτόχρονα με την έγκρισή τους.

Οι παρωχημένες νομοθετικές πράξεις που δεν έχουν πλέον πραγματικές έννομες συνέπειες, αλλά που παραμένουν τυπικά σε ισχύ, επειδή δεν έχουν καταργηθεί ρητά θα πρέπει να αποσυρθούν. Το 2003 η Επιτροπή άρχισε μια διαδικασία ενδελεχούς εξέτασης για να εντοπίσει αυτές τις πράξεις, και θέσπισε απλουστευμένες διαδικασίες για την κατάργησή τους. Αυτή η διαδικασία θα πρέπει να συνεχιστεί, και θα μπορούσε να επιταχυνθεί, αν συμφωνηθούν ειδικές ταχείες διαδικασίες μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

2. Καλύτερη προπαρασκευή των προτάσεων

Ανάλυση επιπτώσεων

Για τη βελτίωση των νομοθετικών πράξεων είναι σημαντικό να υπάρχει μια πλήρης εικόνα των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων, καθώς και του διεθνούς πλαισίου. Εκτός από τις διαβουλεύσεις με τους άμεσα ενδιαφερόμενους, η Επιτροπή έχει θεσπίσει ένα ολοκληρωμένο σύστημα ανάλυσης των επιπτώσεων και έχει εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές τις οποίες έχει εφαρμόσει στις κυριότερες πολιτικές προτάσεις της. Από το 2003 η Επιτροπή έχει ολοκληρώσει πάνω από 160 αναλύσεις επιπτώσεων. Από το Σεπτέμβριο του 2006, μεταφράζεται σε όλες τις επίσημες γλώσσες μια περίληψη της έκθεσης της Επιτροπής για την ανάλυση των επιπτώσεων. Οι αποφάσεις της Επιτροπής σχετικά με τη σκοπιμότητα και τον τρόπο ανάληψης μιας πρωτοβουλίας βασίζονται σε διεξοδική ανάλυση των υπαρχουσών εναλλακτικών επιλογών. Μία από τις επιλογές που εξετάζονται συνήθως είναι να μη ληφθεί κανένα μέτρο σε κοινοτικό επίπεδο και να αναζητηθούν άλλες εναλλακτικές λύσεις εκτός από την θέσπιση νομικά δεσμευτικής νομοθεσίας (αυτορρύθμιση και συρρύθμιση). Έτσι, σε ορισμένα από τα σχεδιαζόμενα μέτρα επήλθαν σημαντικές προσαρμογές: οι αναλύσεις επιπτώσεων για τη βιομάζα, το αστικό περιβάλλον και τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στη μουσική που διατίθεται ηλεκτρονικά, οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι δεν ήταν αναγκαία η λήψη δεσμευτικών μέτρων.

Ένα σημαντικό νέο στοιχείο για τη βελτίωση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της Επιτροπής είναι η δημιουργία μιας Επιτροπής Ανάλυσης Επιπτώσεων (Ε.Α.Ε.), που προσφέρει συμβουλές και υποστήριξη για την ανάπτυξη μιας "κουλτούρας" ανάλυσης επιπτώσεων εντός της Επιτροπής. Θα παρέχει εκτενώς συμβουλές και θα εξασφαλίζει έλεγχο σε θέματα ποιότητας, ενώ παράλληλα η ευθύνη για την προπαρασκευή των αναλύσεων αυτών και των σχετικών προτάσεων θα παραμένει στις αρμόδιες υπηρεσίες και Επιτρόπους. Η Ε.Α.Ε., που απαρτίζεται από υψηλόβαθμους υπαλλήλους, ενεργεί ανεξάρτητα από τις υπηρεσίες που είναι επιφορτισμένες με τη χάραξη πολιτικής και αναφέρεται απευθείας στον Πρόεδρο. Συμβάλλει στη σύνταξη αναλύσεων επιπτώσεων υψηλής ποιότητας, στις οποίες εξετάζονται διαφορετικές εναλλακτικές πολιτικές επιλογές, και οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν καθ’ όλη τη νομοθετική διαδικασία. Η επιτροπή αυτή μπορεί προσφεύγει στη συνδρομή εξωτερικών εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή αναμένει ότι η Ε.Α.Ε. θα εξελιχθεί σε "κέντρο αριστείας".

Μια άλλη σημαντική υπό εξέλιξη ενέργεια είναι η εξωτερική αξιολόγηση του συστήματος ανάλυσης επιπτώσεων της Επιτροπής. H Eπιτροπή θα υιοθετήσει επίσης ένα σχέδιο δράσης[8] για να βελτιωθεί η προσφυγή στην αξιολόγηση ex-post κατά τη διαδικασία χάραξης των διαφόρων πολιτικών.

Τα άλλα θεσμικά όργανα θα πρέπει επίσης να αξιολογούν συστηματικά τις επιπτώσεις των κυριότερων τροπολογιών που επιφέρουν στις προτάσεις της Επιτροπής, ακολουθώντας, στο μέτρο του δυνατού, την ίδια μεθοδολογία με την Επιτροπή. Στον τομέα της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις (τίτλος VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση), οι προτάσεις που διατυπώνει το Συμβούλιο/τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνοδεύονται από ανάλυση επιπτώσεων.

Εξέταση και απόσυρση εκκρεμών προτάσεων

Σε ορισμένα κράτη μέλη τα νομοθετικά προγράμματα της κυβέρνησης και του κοινοβουλίου διακόπτονται αυτόματα στο τέλος κάθε νομοθετικής περιόδου. Αυτό το είδος της διακοπής της νομοθετικής διαδικασίας δεν προβλέπεται από τις συνθήκες της ΕΕ. Λόγω των ειδικών προκλήσεων της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και της φύσης του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου, η γενική εφαρμογή αυτής της πρακτικής μπορεί να αλλοιώσει σημαντικά την υπάρχουσα ισορροπία μεταξύ των κυριότερων θεσμικών οργάνων και να οδηγήσει σε υπερβολικά μακροχρόνιες διακοπές στη ροή των εργασιών.

Ωστόσο, η τακτική αξιολόγηση των εκκρεμών νομοθετικών πράξεων από την Επιτροπή καθ’ όλο τον κύκλο χάραξης των πολιτικών της, από την αρχή μέχρι το τέλος, μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση της ενσυνείδητης συμμετοχής στη σχετική διαδικασία και τη γενικότερη συνοχή της στρατηγικής πολιτικής ατζέντας της Ε.Ε.

Για τον λόγο αυτό, κατά την ανάληψη των καθηκόντων της στο τέλος του 2004, η παρούσα Επιτροπή αποφάσισε να εξετάσει λεπτομερώς τις προτάσεις που ενέκρινε η προηγούμενη Επιτροπή και εκκρεμούν ενώπιον του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, για να διαπιστώσει αν ευθυγραμμίζονται με την προτεραιότητα του στόχου της ανάπτυξης και απασχόλησης, και αν τηρούνται οι κανόνες για τη βελτίωσης της νομοθεσίας. Στις αρχές του 2006 αποσύρθηκαν 68 εκκρεμείς προτάσεις, ενώ άλλες 10 θα αποσυρθούν το 2007. Η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να ελέγχει τακτικά τις εκκρεμείς νομοθετικές προτάσεις ώστε να βεβαιώνεται αν είναι κατάλληλες και ενημερωμένες.

Με την επιφύλαξη του προνομίου της να αποσύρει εκκρεμείς προτάσεις ανά πάσα στιγμή, η παρούσα Επιτροπή προβαίνει σε τακτική ενδελεχή εξέταση των εκκρεμών προτάσεων στο πλαίσιο της εκπόνησης των προγραμμάτων εργασίας της, ώστε να διαπιστώσει αν τα νομοθετικά σχέδια είναι σύμφωνα με τις πολιτικές της προτεραιότητες και να αποσύρει εκείνα που δεν είναι ή εκείνα που είναι παρωχημένα. Πιστεύει δε ότι κάθε νέα Επιτροπή θα πρέπει να προβαίνει σε ανάλογη εξέταση κατ’ αρχήν μέσα στο πρώτο εξάμηνο από την ανάληψη των καθηκόντων της.

3. Εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ

Οι προσπάθειες της Επιτροπής για απλούστευση και βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος δεν θα αποφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, αν η ευρωπαϊκή νομοθεσία δεν εφαρμόζεται ορθά και αποτελεσματικά στα κράτη μέλη. Επιπλέον, εάν παρουσιαστούν προβλήματα, οι επιχειρήσεις, οι καταναλωτές και οι πολίτες πρέπει να είναι σε θέση να ασκούν τα δικαιώματά τους άμεσα και αποτελεσματικά. Η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να μεριμνά για την ορθή εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Ωστόσο, πρωταρχική σημασία έχει τα κράτη μέλη να αναλαμβάνουν σχετικά τις ευθύνες τους. Πολλές από τις ευρωπαϊκές νομοθετικές πράξεις έχουν μορφή οδηγιών που θεσπίζουν γενικούς κανόνες και στόχους, αλλά αφήνουν στα κράτη μέλη κάποια περιθώρια επιλογής ως προς τον τρόπο επίτευξης των επιδιωκόμενων αποτελεσμάτων, σύμφωνα με τη συνθήκη Ε.Κ. και την αρχή της επικουρικότητας. Τα κράτη μέλη οφείλουν να μεταφέρουν τις οδηγίες στο εθνικό τους δίκαιο και είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή τους. Η μη τήρηση των σχετικών υποχρεώσεων μπορεί να οδηγήσει στη λήψη μέτρων που προβλέπει η νομοθεσία, μεταξύ των οποίων προσφυγή στο Δικαστήριο. Ο αυξανόμενος αριθμός προσφυγών για παραβάσεις κατά μελών αποδεικνύει ότι, σε πάρα πολλές περιπτώσεις, ο στόχος της ορθής εφαρμογής της ευρωπαϊκής νομοθεσίας δεν επιτυγχάνεται. Επιπλέον, η διαδικασία παράβασης δεν είναι πάντοτε ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος για να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα των πολιτών και των επιχειρήσεων. Θα πρέπει να επέλθουν ορισμένες βελτιώσεις.

H Eπιτροπή θα λάβει περισσότερα προληπτικά μέτρα, παρακολουθώντας, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, εξ αρχής τη σχετική διαδικασία ώστε να διευκολύνει την ορθή ενσωμάτωση των βασικών οδηγιών. Θα επιδιώξει να δεσμευθούν τα κράτη μέλη ότι θα καταρτίσουν πίνακες αντιστοιχίας, μεταξύ των διατάξεων των οδηγιών και των εθνικών κανόνων, ώστε να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της ενσωμάτωσης, η διαφάνεια και ο δικαστικός έλεγχος. Επιπλέον, ο διοικητικός φόρτος εφαρμογής των με ευρωπαϊκών οδηγιών μπορεί να ποικίλλει σημαντικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Η Επιτροπή θα συνεργαστεί με τα κράτη μέλη ώστε να εντοπίσει και να διαδώσει τις ορθές πρακτικές που εφαρμόζονται στον τομέα αυτό.

Εφόσον η πρόληψη αποτύχει, η Επιτροπή θα επιδιώκει ταχεία αντιμετώπιση των σχετικών προβλημάτων. Κατά περίπτωση, και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το ρόλο της ως θεματοφύλακα της συνθήκης, η Eπιτροπή θα εστιάζει στις βασικές κατηγορίες παραβάσεων, όπως η μη κοινοποίηση εθνικών μέτρων ενσωμάτωσης οδηγιών, οι παραβάσεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας που έχουν ιδιαίτερα σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις για τους πολίτες ή τις επιχειρήσεις, και η μη συμμόρφωση με τις αποφάσεις του Δικαστηρίου. Ταυτόχρονα, θα εντείνει τη συνεργασία της με τα κράτη μέλη για να αναπτυχθούν συμπληρωματικοί μηχανισμοί επίλυσης των προβλημάτων, με βάση τις ορθές πρακτικές που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη και τους μηχανισμούς που αποδείχθηκαν επιτυχείς, όπως ο SOLVIT[9], ούτως ώστε να υπάρχει γρήγορη, αποτελεσματική και μετρήσιμη ανταπόκριση στα ερωτήματα και τα προβλήματα των πολιτών και των επιχειρήσεων. Θα παρέχει συστηματική ενημέρωση για την εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Οι πρωτοβουλίες αυτές θα αναλυθούν λεπτομερώς σε προσεχή ανακοίνωση σχετικά με την εφαρμογή[10] της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και θα αποτελέσουν σημαντικό στοιχείο της προσεχούς αναθεώρησης της ενιαίας αγοράς.

III. Πρόοδοσ των κράτών μέλών οσον αφορα τη βελτίωση της νομοθεσίας

Η βελτίωση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος στην Ευρώπη εξαρτάται από τη συμβολή των κρατών μελών, καθώς από αυτά εξαρτάται η ενσωμάτωση και εφαρμογή των κοινοτικών νομοθετικών πράξεων καθώς και η ποιότητα των εθνικών και περιφερειακών διατάξεων. Από την έκδοση των ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών για την ανάπτυξη και την απασχόληση[11] τον Μάρτιο του 2005[12] υπήρξε αξιοσημείωτη αύξηση των προσπαθειών, όπως φαίνεται και από τα εθνικά προγράμματα μεταρρύθμισης και τις εκθέσεις προόδου.

Τα περισσότερα κράτη έχουν μια στρατηγική για τη βελτίωση της νομοθεσίας και έχουν θεσπίσει ένα θεσμικό μηχανισμό για την υποστήριξή της. Μεγαλύτερη πρόοδος παρατηρείται όσον αφορά τον υπολογισμό των διοικητικών δαπανών και τον περιορισμό του φόρτου, όπου τα περισσότερα κράτη μέλη επέλεξαν το ίδιο σύστημα υπολογισμού, ενώ αρκετά έχουν ήδη θέσει στόχους ποσοστιαίας μείωσης. Πολλά κράτη μέλη προβαίνουν πλέον σε αναλύσεις επιπτώσεων και ορισμένα έχουν θεσπίσει κατευθυντήριες γραμμές. Ωστόσο, ολοκληρωμένες αναλύσεις επιπτώσεων για τις νέες νομοθετικές προτάσεις δεν πραγματοποιούνται συστηματικά παρά από σχετικά μικρό αριθμό χωρών, και τα αποτελέσματά τους συνήθως δεν είναι διαθέσιμα προς τα έξω για εξέταση.

Ενώ τα μισά περίπου κράτη μέλη έχουν εκπονήσει διεξοδικό πρόγραμμα απλούστευσης, αναπτύσσονται πολλές πρωτοβουλίες ad-hoc (π.χ. για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, υπηρεσίες μιας στάσης και κεντρικές υπηρεσίες καταχώρησης). Η διαβούλευση με τους άμεσα ενδιαφερόμενους παρουσιάζει αύξηση σε πολλά κράτη μέλη, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει σημαντικό περιθώριο βελτίωσης.

Είναι αυτονόητο ότι η βελτίωση τα κανονιστικής διαδικασίας απαιτεί χρόνο, οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους, καθώς και προσαρμογή των σημερινών θεσμικών μηχανισμών Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς ισχυρή και σταθερή πολιτική στήριξη.

IV . ΕΠΟΜΕΝΑ ΒΗΜΑΤΑ

Από την επισκόπηση προκύπτει ότι η ΕΕ υλοποιεί τη δέσμευσή της για παραγωγή καλής νομοθεσίας. Ωστόσο, η Επιτροπή, το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη, μπορούν, ενεργώντας από κοινού, να κάνουν περισσότερα:

Απλούστευση της νομοθεσίας

- Θέση της απλούστευσης στο επίκεντρο της προγράμματος εργασίας της Επιτροπής εντάσσοντας το κυλιόμενο πρόγραμμα απλούστευσης στο νομοθετικό πρόγραμμα και το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής.

- Ενίσχυση του κυλιόμενου προγράμματος απλούστευσης με πάνω από 40 πρόσθετες σχετικές πρωτοβουλίες που θα αναπτυχθούν τα προσεχή χρόνια, σε ένα ευρύ φάσμα τομέων.

- Ταχύτερη έγκριση των εκκρεμών προτάσεων απλούστευσης από τον συννομοθέτη και ενίσχυση της διοργανικής συνεργασίας.

Περιορισμός του διοικητικού φόρτου

- H Eπιτροπή θα προτείνει ένα σχέδιο δράσης για τον υπολογισμό των διοικητικών δαπανών και τον περιορισμό του διοικητικού φόρτου και θα αρχίσει μια μεγάλη μελέτη για τον υπολογισμό και τον περιορισμό του φόρτου.

- Στη βάση αυτή, την άνοιξη του 2007, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα κληθεί να υιοθετήσει ένα κοινό στόχο μείωσης κατά 25% και να καθορίσει τομείς προτεραιότητας για δράση τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, προτείνοντας μεταξύ άλλων μια πρώτη σειρά συγκεκριμένων ενεργειών όπου μπορεί να υπάρξει ταχεία πρόοδος, καθώς και την πραγματοποίηση υπολογισμών και τη μεθοδολογία που θα χρησιμοποιηθεί.

Ανάλυση επιπτώσεων

- Η νέα Επιτροπή Ανάλυσης Επιπτώσεων (ΕΑΕ) θα αρχίσει να εξετάζει συστηματικά τις αναλύσεις επιπτώσεων της Επιτροπής.

- Θα αξιοποιηθούν, κατά περίπτωση, τα αποτελέσματα της εξωτερικής αξιολόγησης του ισχύοντος συστήματος ανάλυσης επιπτώσεων .

- Στο πλαίσιο της επανεξέτασης, το 2008, της «κοινής προσέγγισης για την ανάλυση επιπτώσεων», η Επιτροπή ελπίζει ότι τα θεσμικά όργανα θα συμφωνήσουν να πραγματοποιηθούν αναλύσεις επιπτώσεων για τις πρωτοβουλίες των κρατών μελών στον τομέα του τίτλου VI της ΣΕΕ ( αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις ).

Εξέταση και απόσυρση εκκρεμών προτάσεων

- H παρούσα Eπιτροπή θεωρεί ότι κάθε μελλοντική Επιτροπή θα πρέπει να προβαίνει σε ενδελεχή εξέταση των εκκρεμών προτάσεων κατ’ αρχήν εντός του πρώτου εξαμήνου της θητείας της προκειμένου να διαπιστώσει αν τα νομοθετικά σχέδια που έχουν υποβληθεί στα νομοθετικά όργανα είναι σύμφωνα με τις πολιτικές προτεραιότητες.

- H παρούσα Eπιτροπή θα εξακολουθήσει να εξετάζει ενδελεχώς τις εκκρεμείς προτάσεις σε τακτική βάση κατά την εκπόνηση του ετήσιου προγράμματος εργασίας και να αποσύρει ορισμένες, όποτε το κρίνει σκόπιμο.

Ενσωμάτωση και εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας

- Στη διάρκεια του 2007, η Eπιτροπή θα προτείνει μια νέα πρωτοβουλία για να ενταθούν οι προσπάθειες πρόληψης και αποτροπής των προβλημάτων ενσωμάτωσης, χάρη στη βελτίωση της συνεργασίας με τα κράτη μέλη, θα επιταχύνει τη διεκπεραίωση των κυριότερων κατηγοριών υποθέσεων και θα βελτιώσει την ενημέρωση σχετικά με τον έλεγχο εφαρμογής της νομοθεσίας.

- Τα κράτη μέλη πρέπει να αξιοποιήσουν την πρόοδο που σημειώθηκε με τη βελτίωση της ενσωμάτωσης των οδηγιών, της παροχής πληροφοριών και της επίλυσης των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις, καθώς και την ευρύτερη κοινοποίηση των πινάκων αντιστοιχίας.

Κωδικοποίηση και κατάργηση πράξεων

- H Eπιτροπή θα αναλάβει περί τις 350 πρωτοβουλίες κωδικοποίησης πριν από τα τέλη του 2009, με σύσταση για έγκρισή τους από το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο μέχρι το 2009.

- Εφαρμογή βελτιωμένων μεθόδων κωδικοποίησης της νομοθεσίας .

- Συνεχής εντοπισμός των παρωχημένων πράξεων που πρέπει να καταργηθούν . H Eπιτροπή καλεί επίσης το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να αναπτύξουν ταχείες διαδικασίες για την κατάργηση της παρωχημένης νομοθεσίας.

V. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Τα επιτεύγματα όσον αφορά την βελτίωση της νομοθεσίας στην ΕΕ είναι πολλά, αλλά για να αξιοποιηθούν πλήρως πρέπει τώρα να προχωρήσει αποφασιστικά η εφαρμογή του σχετικού προγράμματος. H Eπιτροπή είναι σταθερά προσηλωμένη στην εκπλήρωση του ρόλου της και αναλαμβάνει σημαντικές νέες πρωτοβουλίες για να ενισχύσει το σύστημα ανάλυσης επιπτώσεων και το πρόγραμμα απλούστευσης, καθώς και για να γνωστοποιήσει τις προσπάθειες που καταβάλλει για τη βελτίωση των νομοθετικών ρυθμίσεων. Προτίθεται επίσης να αρχίσει μια χωρίς προηγούμενο εκστρατεία για τη μείωση του διοικητικού φόρτου. Αλλά η Επιτροπή δεν μπορεί να επιτύχει μόνη της. Καλεί ως εκ τούτου το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, τον ευρωπαϊκό συννομοθέτη και τα κράτη μέλη να αποδεχθούν τις προτεραιότητες που διατυπώνονται στην παρούσα ανακοίνωση ως κοινό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη βελτίωση της νομοθεσίας.

[1] Νομοθετικό πρόγραμμα και πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2007 - COM(2006) 629 της 24.10.2006.

[2] Η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης όσον αφορά τις ελάχιστες απαιτήσεις για δημόσια διαβούλευση σε προσεχή ανακοίνωση που θα εκδώσει σχετικά με την ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τη διαφάνεια.

[3] COM(2005) 535 της 25.10.2005

[4] Πρώτη έκθεση προόδου σχετικά με τη στρατηγική για την απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος - COM(2006) 690.

[5] Βλ. «Υπολογισμός των διοικητικών δαπανών και περιορισμός του διοικητικού φόρτου στην Ευρωπαϊκή Ένωση» - COM(2006) 691.

[6] Από τις 940 πράξεις που είχαν αρχικά θεωρηθεί ως κωδικοποιήσιμες το 2001, οι 198 καταργήθηκαν, 16 έπαυσαν να ισχύουν, 8 τροποποιούνται με υπερβολική συχνότητα και δεν είναι δυνατή η κωδικοποίησή τους, ενώ 152 είναι παρωχημένες ή δεν αξίζει να κωδικοποιηθούν, επειδή οι τροποποιήσεις που υπέστησαν είναι ελάχιστες.

[7] Αναδιατύπωση είναι η μέθοδος με την οποία καταργούνται οι πράξεις τις οποίες αντικαθιστά μια νέα νομικά δεσμευτική πράξη, που συνδυάζει τόσο την τροποποίηση της νομοθεσίας επί της ουσίας, όσο και την κωδικοποίηση του υπόλοιπου κειμένου που πρόκειται να παραμείνει αμετάβλητο.

[8] Προσεχής ανακοίνωση της κας Grybauskaitė προς την Επιτροπή σε συμφωνία με τον Πρόεδρο: "Αντιμετώπιση των στρατηγικών αναγκών: ενίσχυση της προσφυγής στην αξιολόγηση».

[9] Ο SOLVIT είναι ένας μηχανισμός εναλλακτικής επίλυσης διαφορών που θεσπίστηκε από την Επιτροπή για να βοηθήσει τους πολίτες και τις επιχειρήσεις της ΕΕ που στερήθηκαν τη δυνατότητα να ασκήσουν τα δικαιώματά τους στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς, επειδή οι δημόσιες αρχές άλλου κράτους μέλους εφάρμοσαν εσφαλμένα τις διατάξεις της εσωτερικής αγοράς, http://europa.eu.int/solvit/site/index.htm.

[10] Η Επιτροπή έχει ήδη υποβάλει ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, βλ. COM(2006) 416.

[11] COM(2005) 141 της 12.4.2005.

[12] Λεπτομερής ανασκόπηση των εμπειριών των κρατών μελών από την καθιέρωση των αρχών σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας περιέχεται στην έκθεση για την ανταγωνιστικότητα του 2006 (που πρόκειται να δημοσιευθεί) και στο υπηρεσιακό σημείωμα προς την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής – προώθηση της πρωτοβουλίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας , Βρυξέλλες, 18 Οκτωβρίου 2006.

Top