This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52005PC0399
Proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council on the European Monitoring Centre for Drugs and Drug Addiction (recast)
Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το ευρωπαϊκό κέντρο παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας (Αναδιατύπωση)
Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το ευρωπαϊκό κέντρο παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας (Αναδιατύπωση)
/* COM/2005/0399 τελικό - COD 2005/0166 */
Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το ευρωπαϊκό κέντρο παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας (Αναδιατύπωση) /* COM/2005/0399 τελικό - COD 2005/0016 */
[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ | Βρυξέλλες, 31.08.2005 COM(2005) 399 τελικό 2005/0166(COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με το ευρωπαϊκό κέντρο παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας (Αναδιατύπωση) (υποβάλλεται από την Επιτροπή) ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 1. Ιστορικό της πρότασης 110 - Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 302/93 του Συμβουλίου για την ίδρυση ευρωπαϊκού κέντρου παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας (στο εξής: «το ΕΚΠΝΤ» ή «το Κέντρο») έχει τροποποιηθεί τρεις φορές. Είναι αναγκαίες νέες τροποποιήσεις προκειμένου, ιδίως, να διευρυνθούν τα καθήκοντα του Κέντρου για να συμπεριλάβουν τη διερεύνηση νέων τάσεων όσον αφορά τη χρήση ναρκωτικών ουσιών (συνδυασμός νόμιμων και παράνομων ψυχοδραστικών ουσιών), καθώς επίσης προκειμένου να προσαρμοσθεί η λειτουργία του διοικητικού συμβουλίου του Κέντρου στα δεδομένα της διεύρυνσης. Κατά συνέπεια, κρίθηκε σκόπιμη η αναδιατύπωση του κανονισμού για λόγους σαφήνειας.0 - Γενικό πλαίσιο Στα τέλη του 2003, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση για την αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 302/93 του Συμβουλίου (COM(2003)808). Η νομική βάση που επελέγη ήταν το άρθρο 308, δηλαδή η ίδια που χρησιμοποιήθηκε για τον κανονισμό περί της ιδρύσεως του ΕΚΠΝΤ. Πραγματοποιήθηκαν διαβουλεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο εξέδωσε γνώμη επί του θέματος τον Απρίλιο του 2004. Έπειτα από αρκετούς μήνες συζητήσεων στο πλαίσιο της οικείας ομάδας εργασίας του Συμβουλίου («Οριζόντια ομάδα ναρκωτικών»), αποφασίστηκε η αλλαγή της νομικής βάσης της πρότασης, με πρόκριση του άρθρου 152, γεγονός που συνεπάγεται την εφαρμογή της διαδικασίας συναπόφασης. Για να είναι δυνατή η δέουσα διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Επιτροπή αποφάσισε να υποβάλει νέα πρόταση αναδιατύπωσης. Η παρούσα πρόταση ακυρώνει και αντικαθιστά την προηγούμενη πρόταση της Επιτροπής.139 - Υφιστάμενες διατάξεις στον τομέα τον οποίο αφορά η πρόταση Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 302/93 του Συμβουλίου και οι τρεις σχετικοί τροποποιητικοί κανονισμοί, που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας αναδιατύπωσης.140 - Συνοχή με τις λοιπές πολιτικές και στόχους της Ένωσης Ο παρών κανονισμός συμβαδίζει με τις λοιπές πολιτικές και στόχους της Ένωσης. 2. Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη και αξιολόγηση των επιπτώσεων 3. Διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερομένους Άνευ αντικειμένου. - Συλλογή και χρήση εμπειρογνωμοσύνης 229 Δεν υπήρξε ανάγκη προσφυγής σε εξωτερικούς εμπειρογνώμονες. 230 - Αξιολόγηση των επιπτώσεων Δεν έγινε αξιολόγηση των επιπτώσεων. Η παρούσα πρόταση συνιστά αναδιατύπωση υφιστάμενου κανονισμού. 4. Νομικά στοιχεία της πρότασης 305 - Σύνοψη της προτεινόμενης δράσης Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις μπορούν να ταξινομηθούν στις ακόλουθες κατηγορίες: - τροποποιήσεις που αποσκοπούν στην αναβάθμιση του ρόλου του Κέντρου, ιδίως για να ληφθούν υπόψη νέες τάσεις στον χώρο της χρήσης ναρκωτικών, καθώς και για να μπορεί το Κέντρο να αναπτύσσει εργαλεία και μηχανισμούς για τη διευκόλυνση της παρακολούθησης και αξιολόγησης από τα κράτη μέλη και την Κοινότητα των αντίστοιχων πολιτικών και στρατηγικών τους στον τομέα των ναρκωτικών· - τροποποιήσεις που αποσκοπούν στην προσαρμογή του τρόπου λειτουργίας των οργάνων του ΕΚΠΝΤ με βάση τα δεδομένα της διεύρυνσης. Ο κανονισμός προβλέπει τη σύσταση εκτελεστικής επιτροπής, που θα έχει ως καθήκον να συνδράμει το διοικητικό συμβούλιο· - τροποποιήσεις που αποβλέπουν στην ευθυγράμμιση του κανονισμού για το ΕΚΠΝΤ με το σχέδιο διοργανικής συμφωνίας της Επιτροπής σχετικά με ένα πλαίσιο για τους ευρωπαϊκούς ρυθμιστικούς οργανισμούς (COM(2005)59). - τροποποιήσεις για την κωδικοποίηση των τριών τροποποιητικών κειμένων του βασικού κανονισμού που έχουν ήδη εκδοθεί από το Συμβούλιο. Η πρώτη τροποποίηση θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3294/94 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1994 και η τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1651/2003 του Συμβουλίου της 18ης Ιουνίου 2003 σχετικά με την εναρμόνιση των δημοσιονομικών διατάξεων που ισχύουν για τους αποκεντρωμένους κοινοτικούς οργανισμούς. Η δεύτερη τροποποίηση θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2220/2000 του Συμβουλίου της 28ης Σεπτεμβρίου 2000 και αποβλέπει στη διεύρυνση της εντολής του ΕΚΠΝΤ, το οποίο δύναται πλέον, εφόσον του ζητηθεί από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, να παρέχει τεχνική συνδρομή στις χώρες που είναι υποψήφιες για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση· - τροποποιήσεις που αποσκοπούν στην άρση ορισμένων ασαφειών οι οποίες προέκυψαν κατά την εφαρμογή του αρχικού κανονισμού. Πρόκειται, ιδίως, για τη μνεία των σημείων επαφής Reitox σε αντικατάσταση των εξειδικευμένων κέντρων.310 - Νομική βάση Η νομική βάση που επελέγη είναι το άρθρο 152, σύμφωνα με το οποίο η Κοινότητα συμπληρώνει τη δράση των κρατών μελών για τη μείωση της βλάβης που προκαλούν στην υγεία τα ναρκωτικά, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης και της πρόληψης.320 - Αρχή της επικουρικότητας Η αρχή της επικουρικότητας ισχύει στο βαθμό που η πρόταση δεν εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. Οι στόχοι της πρότασης δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν σε ικανοποιητικό βαθμό από τα κράτη μέλη για τον παρακάτω λόγο ή λόγους. Αποστολή του Κέντρου είναι να παρέχει στην Κοινότητα και στα κράτη μέλη αντικειμενικά, αξιόπιστα και συγκρίσιμα στοιχεία σε ευρωπαϊκή κλίμακα για τα ναρκωτικά, την τοξικομανία και τις επιπτώσεις τους.323 Η συγκέντρωση συγκρίσιμων δεδομένων σε ευρωπαϊκή κλίμακα είναι ευχερέστερη για έναν οργανισμό ευρωπαϊκών διαστάσεων. Η δράση σε κοινοτικό επίπεδο θα συμβάλει σε μεγαλύτερο βαθμό στην επίτευξη των στόχων της πρότασης για τον παρακάτω λόγο ή λόγους. Η συγκέντρωση και διάδοση συγκρίσιμων δεδομένων σε ευρωπαϊκή κλίμακα επιτυγχάνεται ικανοποιητικότερα με τη σύσταση του Κέντρου. Το Κέντρο ιδρύθηκε πριν από 10 και πλέον έτη. Το έργο που έχει επιτελέσει στον συγκεκριμένο τομέα καταδεικνύει σαφώς την αναγκαιότητα ανάληψης δράσης από την ΕΕ.327 Το Κέντρο έχει στη διάθεσή του το «Ευρωπαϊκό δίκτυο πληροφόρησης για τα ναρκωτικά και την τοξικομανία» (Reitox), το οποίο απαρτίζεται από ένα σημείο επαφής ανά κράτος μέλος. Ο διορισμός των εθνικών σημείων επαφής εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα των οικείων χωρών. Το Κέντρο αναπτύσσει το έργο του με βάση, πρωτίστως, τα στοιχεία που παρέχουν τα εθνικά σημεία επαφής. Κατά συνέπεια, η πρόταση είναι σύμφωνη με την αρχή της επικουρικότητας. - Αρχή της αναλογικότητας Η πρόταση είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας για τον παρακάτω λόγο ή λόγους.331 Ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του στόχου του.332 Η δημοσιονομική και διοικητική επιβάρυνση δεν είναι δυσανάλογη σε σχέση με τον στόχο της πρότασης. - Επιλογή της νομικής πράξης Προτεινόμενη πράξη: κανονισμός.342 Η χρησιμοποίηση άλλων μέσων δεν θα ήταν σκόπιμη για τον ακόλουθο λόγο ή λόγους. Η παρούσα πρόταση έγκειται σε αναδιατύπωση του κανονισμού για την ίδρυση του ΕΚΠΝΤ. 5. Δημοσιονομικές επιπτώσεις 409 Η παρούσα πρόταση δεν έχει καμία επίπτωση για τον κοινοτικό προϋπολογισμό. 6. Συμπληρωματικές πληροφορίες 510 - Απλούστευση 511 Η πρόταση προβλέπει την απλούστευση νομοθεσίας.512 Πρόκειται για αναδιατύπωση του κανονισμού 302/93 και των τροποποιητικών του κανονισμών.515 - Κατάργηση ισχύουσας νομοθεσίας Η θέσπιση της πρότασης θα έχει ως αποτέλεσμα την κατάργηση υφιστάμενης νομοθεσίας.540 - Αναδιατύπωση Η πρόταση αφορά αναδιατύπωση.570 - Λεπτομερής εξήγηση της πρότασης Ο κανονισμός του Συμβουλίου περιλαμβάνει 25 άρθρα. Μερικά από αυτά είναι νέα, κάποια άλλα έχουν προσαρμοσθεί, ενώ ορισμένα δεν έχουν υποστεί καμία μεταβολή. Οι αιτιολογικές σκέψεις έχουν τροποποιηθεί στις περιπτώσεις που ήταν απαραίτητο σε συνάρτηση με τις αλλαγές που έχουν επέλθει στο κυρίως κείμενο του κανονισμού και με σκοπό να παρατίθεται σύντομη αιτιολόγηση για τις βασικές ουσιαστικές διατάξεις της πράξης. Οι σημαντικότερες τροποποιήσεις αφορούν τα ακόλουθα άρθρα: Στο άρθρο 2 αναφέρονται τα καθήκοντα που ασκεί το ΕΚΠΝΤ. Το άρθρο αυτό έχει υποστεί προσαρμογή και ορίζει πλέον ότι το έργο της συλλογής, καταχώρησης και ανάλυσης από μέρους του ΕΚΠΝΤ πρέπει να αφορά επίσης τα στοιχεία για αναφαινόμενες τάσεις που παρατηρούνται σε σχέση με την ταυτόχρονη χρήση πολλών ναρκωτικών ουσιών, περιλαμβανομένης της συνδυασμένης χρήσης νόμιμων και παράνομων ψυχοδραστικών ουσιών. Εξάλλου, αναφορικά με τη βελτίωση της μεθοδολογίας σύγκρισης των δεδομένων, το άρθρο ορίζει ότι το ΕΚΠΝΤ πρέπει να αναπτύσσει εργαλεία και μηχανισμούς για τη διευκόλυνση της παρακολούθησης και αξιολόγησης από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή των αντίστοιχων πολιτικών και στρατηγικών τους στον τομέα των ναρκωτικών. Τέλος, η δυνατότητα παροχής τεχνικής συνδρομής από μέρους του ΕΚΠΝΤ επεκτείνεται στο σύνολο των χωρών των οποίων η πρόσβαση στα κοινοτικά προγράμματα και οργανισμούς έχει εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Το άρθρο 3 αναφέρεται οι τομείς προτεραιότητας στους οποίους αναπτύσσει το έργο του το ΕΚΠΝΤ. Το παράρτημα του υπόψη άρθρου έχει τροποποιηθεί και πλέον περιλαμβάνει ως τομείς προτεραιότητας των δραστηριοτήτων του ΕΚΠΝΤ τους εξής: την παρακολούθηση της κατάστασης του προβλήματος των ναρκωτικών και την παρακολούθηση των αναφαινόμενων τάσεων· την παρακολούθηση των λύσεων που εφαρμόζονται για τα προβλήματα που συνδέονται με τα ναρκωτικά· την αξιολόγηση των κινδύνων που συνιστούν οι νέες ψυχοδραστικές ουσίες και τη διατήρηση συστήματος ταχείας ενημέρωσης· την επεξεργασία εργαλείων και μηχανισμών για τη διευκόλυνση της παρακολούθησης και αξιολόγησης από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή των αντίστοιχων πολιτικών τους στον τομέα των ναρκωτικών. Το άρθρο 5 αφορά το «Ευρωπαϊκό δίκτυο πληροφόρησης για τα ναρκωτικά και την τοξικομανία» (Reitox). Το υπόψη άρθρο υπέστη προσαρμογή, προκειμένου να κατοχυρωθεί νομικά η ύπαρξη των εθνικών σημείων επαφής Reitox και να καθορισθούν με σαφήνεια τα καθήκοντά τους. Το άρθρο 8 αναφέρεται στο νομικό καθεστώς του Κέντρου. Το υπόψη άρθρο υπέστη προσαρμογή προκειμένου να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι το Κέντρο διαθέτει έδρα. Το άρθρο 9 αναφέρεται στη σύνθεση και τον ρόλο του διοικητικού συμβουλίου κι έχει τροποποιηθεί υπό την εξής έννοια: δημιουργείται θέση αντιπροέδρου και αποσαφηνίζεται το νομικό καθεστώς χωρίς δικαίωμα ψήφου που ισχύει για τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου τα οποία εκπροσωπούν χώρες που έχουν συνάψει συμφωνίες δυνάμει του άρθρου 21. Το άρθρο 10 είναι νέο και προβλέπει τη σύσταση εκτελεστικής επιτροπής, κύριο μέλημα της οποίας θα είναι να προετοιμάζει τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου. Στο άρθρο 11 καθορίζονται ο ρόλος και τα καθήκοντα του διευθυντή. Το υπόψη άρθρο έχει τροποποιηθεί προκειμένου να ληφθούν υπόψη πρόσφατες κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής σχετικά με τον διορισμό και την παράταση της θητείας των διευθυντών των κοινοτικών οργανισμών. Επιπλέον, το άρθρο ορίζει ότι, αφ’ ης στιγμής γίνει ο διορισμός, ο υποψήφιος για τη θέση του διευθυντή καλείται να πραγματοποιήσει δήλωση ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Διευκρινίζεται δε ότι ο διευθυντής φέρει την ευθύνη για την αξιολόγηση των εργασιών του Κέντρου. Το άρθρο 12 είναι νέο. Προβλέπει την εμφάνιση του διευθυντή προς ακρόαση ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για οποιοδήποτε θέμα που άπτεται των δραστηριοτήτων του Κέντρου. Το άρθρο 13 αναφέρεται στην επιστημονική επιτροπή του ΕΚΠΝΤ. Έχει τροποποιηθεί προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη τα καθήκοντα που της έχουν ανατεθεί με την απόφαση του Συμβουλίου της 10ης Μαΐου 2005 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών, την αξιολόγηση κινδύνων και τον έλεγχο των νέων ψυχοδραστικών ουσιών. Το άρθρο 16, περί καταπολέμησης της απάτης, είναι νέο. Ορίζει ότι, όσον αφορά την καταπολέμηση της απάτης, το ΕΚΠΝΤ υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF). Το άρθρο 23, σχετικά με τις εκθέσεις αξιολόγησης του έργου του ΕΚΠΝΤ, υπέστη τροποποίηση και πλέον ορίζει ότι το έργο του Κέντρου, περιλαμβανομένου του συστήματος Reitox, πρέπει ανά εξαετία να υποβάλλεται σε εξωτερική αξιολόγηση. Επί τη βάσει της αξιολόγησης αυτής, η Επιτροπή δύναται να υποβάλλει, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, προτάσεις για την τροποποίηση του κανονισμού που διέπει τη λειτουργία του ΕΚΠΝΤ. Το άρθρο 24 είναι νέο και προβλέπει την κατάργηση του βασικού κανονισμού του 1993 σχετικά με το ΕΚΠΝΤ από την ημέρα έναρξης ισχύος της πράξης αναδιατύπωσης. 2005/0166(COD) Πρόταση ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) ð Νέο ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) αριθ. […] ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της […] για την ίδρυση ευρωπαϊκού κέντρου παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας σχετικά με το «Ευρωπαϊκό κέντρο παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας» ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 235 ð 152 ï , την πρόταση της Επιτροπής[1], τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[2], τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών[3], Ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης[4], Εκτιμώντας τα ακόλουθα: ê 7. Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 302/93 του Συμβουλίου για την ίδρυση ευρωπαϊκού κέντρου παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας[5] έχει τροποποιηθεί επανειλημμένως και κατά τρόπο ουσιαστικό[6]. Καθώς πρόκειται να γίνουν περαιτέρω τροποποιήσεις, πρέπει να αναμορφωθεί αναδιατυπωθεί για λόγους σαφήνειας. ê 302/93 ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά τη σύνοδό του στο Δουβλίνο στις 25 και 26 Ιουνίου 1990: - επικύρωσε τους «Προσανατολισμούς για ένα ευρωπαϊκό σχέδιο καταπολέμησης των ναρκωτικών» που του υπέβαλε η ευρωπαϊκή επιτροπή καταπολέμησης των ναρκωτικών (CELAD), και ιδίως τη σύσταση προκειμένου «να εκπονηθεί από τους εμπειρογνώμονες μελέτη για τις υπάρχουσες πηγές πληροφόρησης, την αξιοπιστία και τη χρησιμότητά τους, καθώς και για την ενδεχόμενη αναγκαιότητα και εμβέλεια ενός κέντρου πληροφόρησης για τα ναρκωτικά (Drugs Monitoring Centre) και τις χρηματοδοτικές συνέπειες της δημιουργίας του, δεδομένου ότι οι λειτουργίες αυτού του κέντρου παρακολούθησης αφορούν όχι μόνο τις κοινωνικές και υγειονομικές πλευρές, αλλά και τα υπόλοιπα προβλήματα των ναρκωτικών, συμπεριλαμβανομένων του λαθρεμπορίου και της δίωξης», - υπογράμμισε ότι κάθε κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για τη σύσταση ενός κατάλληλου προγράμματος μείωσης της ζήτησης ναρκωτικών και θεωρεί ότι η αποτελεσματική δράση κάθε κράτους μέλους, υποστηριζόμενη από μια κοινή δράση των Δώδεκα και της Κοινότητας, θα πρέπει να αποτελέσει μια από τις κύριες προτεραιότητες κατά τη διάρκεια των προσεχών ετών, ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 1 (Προσαρμοσμένο) ότι τα συμπεράσματα αυτής της μελέτης σκοπιμότητας του κέντρου παρακολούθησης και του ευρωπαϊκού σχεδίου καταπολέμησης των ναρκωτικών υποβλήθηκαν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Ρώμης στις 13 και 14 Δεκεμβρίου 1990· ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 2 (Προσαρμοσμένο) 8. ότι τΤο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά τη σύνοδό του στο Λουξεμβούργο στις 28 και 29 Ιουνίου 1991, «ενέκρινε την αρχή της δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού κέντρου παρακολούθησης ναρκωτικών·Ö με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 302/93, ιδρύθηκε το «Ευρωπαϊκό κέντρο παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας» (ΕΚΠΝΤ). Õ ενώ εννοείται ότι πρέπει ακόμα να συζητηθούν οι πρακτικές λεπτομέρειες της υλοποίησής του, όπως παραδείγματος χάριν η διάστασή του, η θεσμική του διάρθρωση και η πληροφορική οργάνωσή του, και ανέθεσε στη CELAD να συνεχίσει και να περατώσει ταχέως, σε επαφή με την Επιτροπή και τις άλλες αρμόδιες πολιτικές αρχές, τις εργασίες προς την κατεύθυνση αυτή»· ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 3 (Προσαρμοσμένο) ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά τη σύνοδό του στο Μάαστριχτ στις 9 και 10 Δεκεμβρίου 1991, «κάλεσε τα όργανα της Κοινότητας να πράξουν το παν προκειμένου να θεσπισθεί πριν από τις 30 Ιουνίου 1992 η πράξη για τη δημιουργία του ευρωπαϊκού κέντρου παρατήρησης»· ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 4 (Προσαρμοσμένο) ότι η Κοινότητα συνήψε, με την απόφαση 90/611/ΕΟΚ[7], τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης εμπορίας ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών, στο εξής αποκαλούμενη «Σύμβαση της Βιέννης», και κατέθεσε δήλωση αρμοδιότητας σχετικά με το άρθρο 27 της σύμβασης αυτής[8]· ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 5 (Προσαρμοσμένο) ότι το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90[9] για την εφαρμογή από την Κοινότητα του συστήματος επιτήρησης του εμπορίου ορισμένων ουσιών που προβλέπει το άρθρο 12 της σύμβασης της Βιέννης· ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 6 (Προσαρμοσμένο) ότι το Συμβούλιο εξέδωσε στις 10 Ιουνίου 1991 την οδηγία 91/308/ΕΟΚ για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες[10], που αποσκοπεί κυρίως στην καταπολέμηση του εμπορίου ναρκωτικών· ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 7 9. Είναι απαραίτητη η συλλογή σε ευρωπαϊκό επίπεδο αντικειμενικών, αξιόπιστων και συγκρίσιμων πληροφοριών για το φαινόμενο των ναρκωτικών και της τοξικομανίας και των συνεπειών τους, που θα προσδώσουν στην Κοινότητα και τα κράτη μέλη μια σφαιρική εικόνα και θα τους αποφέρουν έτσι μια προστιθέμενη αξία όταν, στους τομείς των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, λαμβάνουν μέτρα ή καθορίζουν δράσεις για την καταπολέμηση των ναρκωτικών. ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 8 10. Το φαινόμενο των ναρκωτικών περικλείει πολλαπλές και πολύπλοκες πτυχές, στενώς αλληλοσυνδεόμενες, και είναι δύσκολο να διαχωρισθούν·.ότι, κΚατά συνέπεια, πρέπει να ανατεθεί στο κέντρο παρακολούθησης μια αποστολή συνολικής πληροφόρησης που θα προσδώσει στην Κοινότητα και τα κράτη μέλη της μια σφαιρική εικόνα του φαινομένου των ναρκωτικών και της τοξικομανίας·. ότι αΑυτή η αποστολή πληροφόρησης δεν πρόκειται να προδικάσει την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών μελών της ως προς τις νομοθετικές διατάξεις περί προσφοράς ή ζήτησης των ναρκωτικών. ò Νέο 11. Με την απόφαση αριθ. 2367/2002/ΕΚ της 16ης Δεκεμβρίου 2002, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο συμφώνησαν σχετικά με το κοινοτικό στατιστικό πρόγραμμα 2003-2007, το οποίο περιλαμβάνει τις δράσεις της Κοινότητας για τις στατιστικές στον τομέα της υγείας και ασφάλειας. 12. Στην απόφαση 2005/387/ΔΕΥ της 10ης Μαΐου 2005 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών, την αξιολόγηση κινδύνων και τον έλεγχο των νέων ψυχοδραστικών ουσιών[11] καθορίζεται ο ρόλος του ΕΚΠΝΤ και της επιστημονικής του επιτροπής στο πλαίσιο του συστήματος ταχείας ενημέρωσης και της αξιολόγησης των κινδύνων που συνιστούν οι νέες ουσίες. 13. Ενδείκνυται να ληφθούν υπόψη οι νέες μορφές κατανάλωσης, και ιδίως η πολλαπλή χρήση ναρκωτικών, δηλαδή ο συνδυασμός της λήψης παράνομων ναρκωτικών με τη λήψη νόμιμων ναρκωτικών ή φαρμάκων. 14. Με το ψήφισμα του Συμβουλίου της 15ης Νοεμβρίου 2001 σχετικά με την καθιέρωση πέντε βασικών επιδημιολογικών δεικτών για τα ναρκωτικά[12] καλούνται τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν, διαμέσου των εθνικών σημείων επαφής, την υπό συγκρίσιμη μορφή παροχή πληροφοριών για τους πέντε βασικούς επιδημιολογικούς δείκτες. 15. Είναι ευκταίο να μπορεί η Επιτροπή να αναθέτει απευθείας στο ΕΚΠΝΤ την υλοποίηση κοινοτικών σχεδίων διαρθρωτικής συνδρομής στον τομέα των συστημάτων πληροφόρησης σχετικά με τα ναρκωτικά σε τρίτες χώρες, όπως είναι οι χώρες που είναι υποψήφιες προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οι χώρες των δυτικών Βαλκανίων, των οποίων η συμμετοχή στα κοινοτικά προγράμματα και τους οργανισμούς έχει εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 9 (Προσαρμοσμένο) ότι η οργάνωση και οι μέθοδοι εργασίας του κέντρου παρακολούθησης πρέπει να προσαρμόζονται στον αντικειμενικό χαρακτήρα των επιδιωκομένων αποτελεσμάτων, δηλαδή στη συγκρισιμότητα και στη συμβατότητα των πηγών και των μεθοδολογιών που σχετίζονται με την πληροφόρηση σχετικά με τα ναρκωτικά· ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 10 16. ότι οΟι πληροφορίες που συλλέγει το κέντρο παρακολούθησης αφορούν τομείς προτεραιότητας οι οποίοι πρέπει να καθορισθούν ως προς το περιεχόμενό τους, το πεδίο τους και τους τρόπους εφαρμογής τους·. ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 11 (Προσαρμοσμένο) ότι κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων ετών θα δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη ζήτηση και στη μείωση της ζήτησης των ναρκωτικών· ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 12 (Προσαρμοσμένο) ότι, με το ψήφισμά τους της 16ης Μαΐου 1989, σχετικά με ένα ευρωπαϊκό δίκτυο υγειονομικών δεδομένων στο θέμα της τοξικομανίας[13], το Συμβούλιο και οι υπουργοί Υγείας των κρατών μελών, συνελθόντες στα πλαίσια του Συμβουλίου, κάλεσαν την Επιτροπή να αναλάβει ενδεχόμενες πρωτοβουλίες σχετικά με ένα ευρωπαϊκό δίκτυο υγειονομικών δεδομένων στο θέμα της τοξικομανίας· ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 13 (Προσαρμοσμένο) ότι χρειάζεται να εγκαθιδρυθεί ένα ευρωπαϊκό δίκτυο πληροφόρησης για τα ναρκωτικά και την τοξικομανία, του οποίου ο συντονισμός και η λειτουργία, σε κοινοτική κλίμακα, θα εξασφαλίζεται από το κέντρο παρακολούθησης· ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 14 (Προσαρμοσμένο) ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η σύμβαση 108 του Συμβουλίου της Ευρώπης περί προστασίας των προσώπων έναντι της αυτόματης ηλεκτρονικής επεξεργασίας των στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα (1981)· ê302/93 Αιτιολογική σκέψη 15 17. ότι υΥπάρχουν ήδη εθνικοί, ευρωπαϊκοί και διεθνείς οργανισμοί και οργανώσεις που παρέχουν πληροφορίες αυτού του είδους και ότι είναι σημαντικό το να μπορεί το κέντρο παρακολούθησης να συνεργάζεται στενά μαζί τους·. ò Νέο 18. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το Κέντρο υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[14]. 19. Οι γενικές αρχές και οι περιορισμοί που διέπουν το δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 255 της συνθήκης θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής[15] και είναι επίσης υποχρεωτικά για τους οργανισμούς της Κοινότητας. ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 16 (14) Το κέντρο παρακολούθησης έχει νομική προσωπικότητα. ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 17 (Προσαρμοσμένο) ότι πρέπει να εξασφαλίζεται ότι το κέντρο παρακολούθησης σέβεται την ενημερωτική αποστολή που του ανατίθεται και να απονεμηθεί, προς το σκοπό αυτό, η σχετική αρμοδιότητα στο Δικαστήριο· ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 18 (Προσαρμοσμένο) ότι είναι σκόπιμο να αναγνωρισθεί η δυνατότητα ανοίγματος του κέντρου παρακολούθησης στις τρίτες χώρες οι οποίες συμμερίζονται το ενδιαφέρον της Κοινότητας και των κρατών μελών για την επίτευξη των στόχων του, δυνάμει συμφωνιών που θα συνάπτονται μεταξύ των χωρών αυτών και της Κοινότητας· ê 302/93 Αιτιολογική σκέψη 19 (Προσαρμοσμένο) ότι ο παρών κανονισμός θα μπορούσε, ενδεχομένως, να αναπροσαρμοστεί μετά την πάροδο τριών ετών, προκειμένου να αποφασισθεί τυχόν διεύρυνση των καθηκόντων του κέντρου παρακολούθησης, ιδίως σε συνάρτηση με την εξέλιξη των κοινοτικών αρμοδιοτήτων· ότι η συνθήκη δεν προβλέπει, για την έκδοση του παρόντος κανονισμού, άλλες εξουσίες πλην εκείνων που προβλέπονται στο άρθρο 235, ò Νέο (15) Λόγω του μεγέθους του, το διοικητικό συμβούλιο του Κέντρου είναι σκόπιμο να επικουρείται από εκτελεστική επιτροπή. (16) Για να είναι δυνατή η καλή ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την κατάσταση του φαινομένου των ναρκωτικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να έχει την ευχέρεια να υποβάλλει σε ακρόαση τον διευθυντή του Κέντρου. (17) Οι εργασίες του Κέντρου πρέπει να διεξάγονται κατά τρόπο διαφανή, ενώ η διοίκησή του πρέπει να υπόκειται στο σύνολο των υφιστάμενων διατάξεων περί χρηστής διοίκησης και καταπολέμησης της απάτης, όπως είναι οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Μαΐου 1999 σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)[16] καθώς επίσης η διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)[17], στην οποία έχει προσχωρήσει το Κέντρο κι έχει θεσπίσει τις αναγκαίες διατάξεις εφαρμογής. (18) Ενδείκνυται να επιχειρείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα η εξωτερική αξιολόγηση των εργασιών του ΕΚΠΝΤ, καθώς επίσης να επιφέρονται, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τροποποιήσεις στον παρόντα κανονισμό με γνώμονα την εν λόγω αξιολόγηση. (19) Οι στόχοι που έχουν ανατεθεί στο «Ευρωπαϊκό κέντρο παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας» δεν είναι δυνατό να επιτευχθούν σε ικανοποιητικό βαθμό από τα κράτη μέλη και μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Κοινότητας εξαιτίας των διαστάσεων ή των συνεπειών της σχεδιαζόμενης δράσης σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως αυτή είναι διατυπωμένη στο άρθρο 5 της συνθήκης. Δυνάμει της αρχής της αναλογικότητας, όπως αυτή είναι διατυπωμένη στο ρηθέν άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των σχετικών στόχων. (20) Ο παρών κανονισμός συνάδει με τα θεμελιώδη δικαιώματα και είναι συμβατός με τις αρχές που προβλέπονται, μεταξύ άλλων, στον Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Στόχος 1. Με τον παρόντα κανονισμό ιδρύεται το ευρωπαϊκό κέντρο παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας (OEDT) Ö (ΕΚΠΝΤ) Õ, στο εξής αποκαλούμενο «κέντρο παρακολούθησης» ή «το Κέντρο». ê 302/93 ð Νέο 2. Το κέντρο παρακολούθησης έχει ως στόχο να παρέχει στην Κοινότητα και στα κράτη μέλη της, στους τομείς που αναφέρονται στο άρθρο 4 3, αντικειμενικές, αξιόπιστες και συγκρίσιμες σε ευρωπαϊκό επίπεδο πληροφορίες για το φαινόμενο των ναρκωτικών και της τοξικομανίας καθώς και για τις συνέπειές τους. 3. Σκοπός των στατιστικής, τεκμηριωτικής και τεχνικής φύσεως πληροφοριών που επεξεργάζεται ή παρέχει το κέντρο παρακολούθησης είναι να βοηθούνται η Κοινότητα και τα κράτη μέλη να έχουν σφαιρική θεώρηση του φαινομένου των ναρκωτικών και της τοξικομανίας όταν, στα πλαίσια των αντιστοίχων αρμοδιοτήτων τους, λαμβάνουν μέτρα ή καθορίζουν δράσεις. ð Οι στατιστικές παράμετροι των εν λόγω πληροφοριών καταρτίζονται σε συνεργασία με τις οικείες στατιστικές αρχές και με κατάλληλη χρήση του κοινοτικού στατιστικού προγράμματος, με σκοπό την προώθηση της συνέργειας και την αποφυγή αλληλοεπικαλύψεων. ï ê 2220/2000 Άρθρο 1(1) (Προσαρμοσμένο) 4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 2 σημείο Δ). 14στοιχείο δ(iv), το Κέντρο δεν μπορεί να λαμβάνει μέτρα τα οποία κατά οποιονδήποτε τρόπο εκφεύγουν των ορίων μόνο του τομέα των πληροφοριών και της επεξεργασίας τους. ê 302/93 5. Το κέντρο παρακολούθησης δεν συλλέγει στοιχεία που να επιτρέπουν την αναγνώριση της ταυτότητας των προσώπων ή μικρών ομάδων προσώπων, απέχει δε από κάθε δραστηριότητα πληροφόρησης σχετική με συγκεκριμένες και κατονομαζόμενες περιπτώσεις. Άρθρο 2 Καθήκοντα Για την επίτευξη του στόχου που αναφέρει το άρθρο 1, το κέντρο παρακολούθησης εκπληρώνει τα κατωτέρω καθήκοντα στους τομείς δραστηριοτήτων του: A. (α) Συλλογή και ανάλυση των υπαρχόντων στοιχείων ê 302/93 ð Νέο 1. (i) συλλέγει, καταγράφει και αναλύει τα στοιχεία συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προκύπτουν από την έρευνα, τα οποία ανακοινώνουν τα κράτη μέλη, καθώς και εκείνα που προέρχονται από κοινοτικές πηγές, από εθνικές μη κυβερνητικές πηγές και από αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς· ð η υπόψη δραστηριότητα συλλογής, καταγραφής και ανάλυσης αφορά επίσης τα στοιχεία τα σχετικά με τις αναφαινόμενες τάσεις στον τομέα της πολλαπλής κατανάλωσης ναρκωτικών, περιλαμβανομένης της κατανάλωσης νόμιμων ψυχοδραστικών ουσιών σε συνδυασμό με παράνομες ψυχοδραστικές ουσίες· ï 2. (ii) πραγματοποιεί έρευνες, προπαρασκευαστικές μελέτες και μελέτες σκοπιμότητας, καθώς και τις δοκιμαστικές δράσεις που είναι αναγκαίες για τα καθήκοντά του· διοργανώνει συνεδριάσεις εμπειρογνωμόνων και δημιουργεί, εν ανάγκη, για το σκοπό αυτό ad hoc ομάδες εργασίας· δημιουργεί και καθιστά διαθέσιμο ένα ανοιχτό αρχείο επιστημονικής τεκμηρίωσης και διευκολύνει την προώθηση των ενημερωτικών δραστηριοτήτων· 3. (iii) προσφέρει ένα οργανωτικό και τεχνικό σύστημα ικανό να παρέχει πληροφορίες για παρόμοια ή συμπληρωματικά προγράμματα ή δράσεις που πραγματοποιούνται στα κράτη μέλη· 4. (iv) δημιουργεί και συντονίζει, σε συνεργασία και συνεννόηση με τις αρμόδιες αρχές και οργανισμούς των κρατών μελών, το δίκτυο που προβλέπει το άρθρο 5· 5. (v) διευκολύνει τις ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ αρμοδίων, ερευνητών, επαγγελματιών και παραγόντων που ασχολούνται με την καταπολέμηση των ναρκωτικών στους κυβερνητικούς ή μη κυβερνητικούς οργανισμούς. ê 302/93 B. (β) Βελτίωση της μεθοδολογίας συγκρίσεως των στοιχείων ê 302/93 ð Νέο 6. (i) εξασφαλίζει την καλύτερη συγκρισιμότητα, αντικειμενικότητα και αξιοπιστία των στοιχείων για τα ναρκωτικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο μέσω της κατάρτισης κοινών μη δεσμευτικών δεικτών και κριτηρίων, των οποίων όμως μπορεί να συνιστά την τήρηση προκειμένου να βελτιωθεί η συνοχή των μεθόδων μετρήσεων που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη και η Κοινότητα· ð ειδικότερα, το Κέντρο αναπτύσσει εργαλεία και μηχανισμούς για τη διευκόλυνση της παρακολούθησης και αξιολόγησης, αφενός, από τα κράτη μέλη των εθνικών τους πολιτικών και, αφετέρου, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των πολιτικών της Ένωσης· ï 7. (ii) διευκολύνει και διαρθρώνει την ανταλλαγή ποιοτικών και ποσοτικών πληροφοριών (βάση δεδομένων). ê 302/93 Γ. (γ) Διανομή των στοιχείων ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) ð Νέο 8. (i) θέτει στη διάθεση της Κοινότητας, των κρατών μελών και των αρμόδιων οργανισμών τις πληροφορίες που παράγει· 9. (ii) εξασφαλίζει ευρεία διάδοση της εργασίας που πραγματοποιείται σε κάθε κράτος μέλος και από την ίδια την Κοινότητα, καθώς και από ορισμένες τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς· 10. (iii) εξασφαλίζει ευρεία διανομή των αξιόπιστων μη εμπιστευτικών πληροφοριών· βάσει των στοιχείων που συλλέγει δημοσιεύει κάθε χρόνο έκθεση σχετικά με την κατάσταση του φαινομένου των ναρκωτικών· Ö , Õ ð περιλαμβανομένων στοιχείων για τις αναφαινόμενες τάσεις. ï ê 302/93 Δ. (δ) Συνεργασία με ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς και οργανώσεις και τρίτες χώρες ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) 11. (i) συμβάλλει στη βελτίωση του συντονισμού μεταξύ των εθνικών και των κοινοτικών δράσεων στους τομείς δραστηριοτήτων του· 12. (ii) με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που έχουν τα κράτη μέλη να διαβιβάζουν πληροφορίες δυνάμει των διατάξεων των συμβάσεων των Ηνωμένων Εθνών για τα ναρκωτικά, προωθεί την ενσωμάτωση των στοιχείων για τα ναρκωτικά και την τοξικομανία τα οποία συλλέγονται στα κράτη μέλη ή προέρχονται από την Κοινότητα, στα διεθνή προγράμματα επιτήρησης και ελέγχου των ναρκωτικών, και ιδίως εκείνων που καταρτίζει ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και τα ειδικά όργανά του· 13. (iii) συνεργάζεται ενεργά με τους οργανισμούς που αναφέρει το άρθρο 12. Ö 16· Õ ê 2220/2000 Άρθρο 1.2 τροποποιηθέν με Διορθωτικό, ΕΕ L 121, 1.5.2001, σ. 48 (Προσαρμοσμένο) ð Νέο 14. (iv) το Κέντρο μπορεί να Ö παρέχει, Õ στις υποψήφιες χώρες και στις επιλέξιμες χώρες του προγράμματος Phare, μετά από σχετικό αίτημα της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ð και με την έγκριση του διοικητικού συμβουλίου, ï τεχνογνωσία ð σε ορισμένες μη κοινοτικές χώρες, π.χ. στις χώρες που είναι υποψήφιες για προσχώρηση στην ΕΕ ή στις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, ï και βοήθεια για τη δημιουργία και ενίσχυση δομικών δεσμών με το δίκτυο Reitox καθώς και για τη συγκρότηση και ενίσχυση εδραίωση των εθνικών σημείων επαφής. ê 302/93 Άρθρο 43 Τομείς προτεραιότητας Οι στόχοι και τα καθήκοντα του κέντρου παρακολούθησης, όπως ορίζονται στα άρθρα 1 και 2, υλοποιούνται βάσει της σειράς προτεραιοτήτων που περιέχεται στο παράρτημα I. Άρθρο 34 302/93 (Προσαρμοσμένο) Μέθοδος εργασίας ê302/93 1. Το κέντρο παρακολούθησης υλοποιεί προοδευτικά τα καθήκοντά του, ανάλογα με τους στόχους που καθορίζονται στο πλαίσιο των τριετών και ετήσιων προγραμμάτων εργασίας και με τα διαθέσιμα μέσα. 2. Κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων του και προς αποφυγήν επικαλύψεων, το κέντρο παρακολούθησης λαμβάνει υπόψη του τις δραστηριότητες που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί από άλλα όργανα και οργανισμούς υπάρχοντες ή μελλοντικούς, ιδίως από το ευρωπαϊκό γραφείο αστυνομίας δίωξης του εγκλήματος (EUROPOL), και προσπαθεί να τους προσδίδει μια προστιθέμενη αξία. ê302/93 (Νέο) ð Νέο Άρθρο 5 Ευρωπαϊκό δίκτυο πληροφόρησης για τα ναρκωτικά και την τοξικομανία (Reitox) 1. Το κέντρο παρακολούθησης διαθέτει μηχανοργανωμένο δίκτυο το οποίο αποτελεί την υποδομή συλλογής και ανταλλαγής πληροφοριών και τεκμηρίωσης, αποκαλούμενο «Ευρωπαϊκό δίκτυο πληροφόρησης για τα ναρκωτικά και την τοξικομανία» (Reitox)· το δίκτυο αυτό στηρίζεται, μεταξύ άλλων, σε δικό του σύστημα πληροφορικής που συνδέει τα εθνικά δίκτυα πληροφόρησης σχετικά με τα ναρκωτικά, τα ειδικά κέντρα που υπάρχουν στα κράτη μέλη και τα συστήματα πληροφόρησης των διεθνών ή ευρωπαϊκών οργανώσεων και οργανισμών που συνεργάζονται με το κέντρο παρακολούθησης. ð Το δίκτυο απαρτίζεται από ένα σημείο επαφής για κάθε κράτος μέλος και για κάθε χώρα που έχει συνάψει συμφωνία δυνάμει του άρθρου 21 του παρόντος κανονισμού, καθώς και από ένα σημείο επαφής για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο διορισμός των εθνικών σημείων επαφής υπάγεται στην αποκλειστική ευθύνη των οικείων χωρών. ï 2. Τα κράτη μέλη, για να δώσουν τη δυνατότητα να συγκροτηθεί το Reitox κατά το δυνατόν ταχύτερα και κατά τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο, κοινοποιούν στο κέντρο παρακολούθησης, εντός έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, τα κυριότερα στοιχεία που συνθέτουν τα εθνικά τους δίκτυα πληροφόρησης, συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, των εθνικών κέντρων παρακολούθησης, στους τομείς δραστηριοτήτων που αναφέρει το άρθρο 4, και κατονομάζουν τα ειδικευμένα κέντρα τα οποία, κατά τη γνώμη τους, θα μπορούσαν να προσφέρουν ωφέλιμη συμβολή στις εργασίες του κέντρου παρακολούθησης. 3. Τα ειδικευμένα κέντρα ορίζονται με τη συγκατάθεση του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου είναι εγκατεστημένα και με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου που λαμβάνεται με ομοφωνία όπως ορίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, για περίοδο που δεν υπερβαίνει τη διάρκεια κάθε πολυετούς προγράμματος εργασίας που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 3. Ο ορισμός των ειδικευμένων μέτρων μπορεί να ανανεώνεται. 4. Με τη συγκατάθεση του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου είναι εγκατεστημένα τα ειδικευμένα κέντρα, το κέντρο παρακολούθησης μπορεί να συνάπτει συμβάσεις, και δη υπεργολαβίας, με τα εν λόγω κέντρα, κυβερνητικά ή μη, που αναφέρεται στην παράγραφο 3, με σκοπό την εκπλήρωση των καθηκόντων που θα μπορούσε ενδεχομένως να τους αναθέσει. Το κέντρο παρακολούθησης μπορεί επίσης, με την συγκατάθεση των οικείων κρατών μελών, να συνάπτει μεμονωμένως και για συγκεκριμένα καθήκοντα, συμβάσεις με οργανισμούς που δεν αποτελούν τμήμα του Reitox. 5. Η ανάθεση ειδικών καθηκόντων στα ειδικευμένα κέντρα πρέπει να περιλαμβάνεται στο πολυετές πρόγραμμα του κέντρου παρακολούθησης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 3. ò Νέο 2. (α) Τα εθνικά σημεία επαφής αποτελούν τη διεπαφή μεταξύ των χωρών που συμμετέχουν και του κέντρου παρακολούθησης. Συμβάλλουν δε στην επεξεργασία βασικών δεικτών και στοιχείων, περιλαμβανομένων κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή τους, ενόψει της συναγωγής αξιόπιστων και συγκρίσιμων στοιχείων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγκεντρώνουν και αναλύουν σε εθνικό επίπεδο όλα τα συναφή στοιχεία σχετικά με τα ναρκωτικά και την τοξικομανία, καθώς και σχετικά με τις πολιτικές και τις λύσεις που εφαρμόζονται. Ειδικότερα, διασφαλίζουν την εφαρμογή των πέντε επιδημιολογικών δεικτών που καθορίζει το κέντρο παρακολούθησης. (β) Έκαστο κράτος μέλος διασφαλίζει ότι ο αντιπρόσωπός του στο δίκτυο Reitox παρέχει τα πληροφοριακά στοιχεία που καθορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 της απόφασης του Συμβουλίου 2005/387/ΔΕΥ της 10ης Μαΐου 2005 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών, την αξιολόγηση κινδύνων και τον έλεγχο των νέων ψυχοδραστικών ουσιών. (γ) Τα εθνικά σημεία επαφής δύνανται επίσης να παρέχουν στο Κέντρο πληροφορίες για τις νέες τάσεις όσον αφορά τη χρήση υφιστάμενων ψυχοδραστικών ουσιών ή/και νέους συνδυασμούς ψυχοδραστικών ουσιών που ενέχουν δυνητικούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία, καθώς και πληροφορίες για ενδεχόμενα μέτρα στον τομέα της δημόσιας υγείας. 3. Οι εθνικές αρχές μεριμνούν για τη λειτουργία του σημείου επαφής τους με σκοπό τη συλλογή και την ανάλυση των στοιχείων σε εθνικό επίπεδο, βάσει κατευθυντήριων γραμμών οι οποίες αποφασίζονται από κοινού με το κέντρο παρακολούθησης. 4. Τα ειδικά καθήκοντα που ανατίθενται στα εθνικά σημεία επαφής παρατίθενται στο τριετές πρόγραμμα του κέντρου παρακολούθησης, το οποίο μνημονεύεται στο άρθρο 9 παράγραφος 4. 5. Το Κέντρο σέβεται μεν πλήρως την πρωτοκαθεδρία των εθνικών σημείων επαφής και συνεργάζεται στενά μαζί τους, αλλά δύναται παράλληλα να προσφύγει σε περαιτέρω εμπειρογνώμονες και πηγές πληροφόρησης στον τομέα των ναρκωτικών και της τοξικομανίας. ê 302/93 Άρθρο 6 Προστασία και εμπιστευτικός χαρακτήρας των στοιχείων 1. Εάν στο κέντρο παρακολούθησης διαβιβαστούν, δυνάμει του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα που δεν επιτρέπουν την αναγνώριση φυσικών προσώπων, τα εν λόγω στοιχεία μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για τους προδιαγεγραμμένους σκοπούς και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει η διαβιβάζουσα υπηρεσία. Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται κατ' αναλογία και στη διαβίβαση στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα από το κέντρο παρακολούθησης στις αρμόδιες υπηρεσίες των κρατών μελών ή σε διεθνείς οργανισμούς και άλλα ευρωπαϊκά όργανα. 2. Τα στοιχεία που αφορούν τα ναρκωτικά και την τοξικομανία, τα οποία παρέχει ή ανακοινώνει το κέντρο παρακολούθησης, επιτρέπεται να δημοσιεύονται, υπό την επιφύλαξη της τήρησης των κοινοτικών κανόνων των σχετικών με τη διάδοση και τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών. Τα στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα δεν δημοσιεύονται ούτε τίθενται στη διάθεση του κοινού. 3. Τα κράτη μέλη ή τα ειδικευμένα κέντρα δεν υποχρεούνται να παρέχουν πληροφορίες που, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, χαρακτηρίζονται εμπιστευτικές. ò Νέο Το Κέντρο υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001[18] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών. ê 1651/2003 Άρθρο 1.1 (Προσαρμοσμένο) Άρθρο 6a 7 Πρόσβαση στα έγγραφα 1. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής[19], εφαρμόζεται στα έγγραφα που έχει στην κατοχή του το κέντρο παρακολούθησης. 2. Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει τους πρακτικούς κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 εντός προθεσμίας έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1651/2003 του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2003, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 302/93 για την ίδρυση ευρωπαϊκού κέντρου παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας[20]. ê 1651/2003 Άρθρο 1.1 3. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από το κέντρο παρακολούθησης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 επιδέχονται καταγγελίας στο διαμεσολαβητή ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου, βάσει των όρων που προβλέπονται στα άρθρα 195 και 230 της συνθήκης αντίστοιχα. ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) ð Νέο Άρθρο 7 8 Νομική ικανότητα ð και έδρα ï 1. Το κέντρο παρακολούθησης έχει νομική προσωπικότητα. Σε κάθε κράτος μέλος, απολαμβάνει την ευρύτερη νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται στα νομικά πρόσωπα από τη νομοθεσία των κρατών αυτών· μπορεί ιδίως να αποκτά ή να διαθέτει κινητή ή ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου. ò Νέο 2. Η έδρα του Κέντρου είναι στη Λισσαβόνα. ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) Άρθρο 8 9 Διοικητικό συμβούλιο ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) ð Νέο 1. Το κέντρο παρακολούθησης έχει διοικητικό συμβούλιο αποτελούμενο από έναν αντιπρόσωπο κάθε κράτους μέλους, δύο αντιπροσώπους της Επιτροπής και Ö , Õ δύο ð ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες ï ιδιαίτερα ειδικευμένεςους στον τομέα των ναρκωτικών επιστημονικές προσωπικότητες, οριζόμενεςους από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα ιδιαίτερα προσόντα τους στον τομέα αυτό. ð , καθώς και από έναν αντιπρόσωπο από καθεμιά από τις χώρες που έχουν συνάψει συμφωνία δυνάμει του άρθρου 21 του παρόντος κανονισμού. ï Ö Κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου διαθέτει μία ψήφο, Õ ð με εξαίρεση τους αντιπροσώπους των χωρών που έχουν συνάψει συμφωνία δυνάμει του άρθρου 21 του παρόντος κανονισμού, οι οποίοι δεν έχουν δικαίωμα ψήφου. ï Ö Οι αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών με δικαίωμα ψήφου Õ ð , με εξαίρεση τις περιπτώσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 20.ï Κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου μπορεί να επικουρείται ή να αντικαθίσταται από ένα αναπληρωματικό μέλος· σε περίπτωση απουσίας του τακτικού μέλους, Ö εφόσον αυτό διαθέτει δικαίωμα ψήφου, Õ το αναπληρωματικό μέλος μπορεί να ασκεί το Ö εν λόγω Õ δικαίωμα ψήφου του. ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) Στο διοικητικό συμβούλιο μπορούν να παρίστανται, ως παρατηρητές χωρίς δικαίωμα ψήφου, εκπρόσωποι των διεθνών οργανώσεων με τις οποίες το κέντρο παρακολούθησης συνεργάζεται , όπως προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 1 2 κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 20. ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) ð Νέο 2. Ο Ö ή η Õ πρόεδρος ð και ο ή η αντιπρόεδρος ï του διοικητικού συμβουλίου εκλέγεονται μεταξύ των μελών ð και από τα μέλη ï του για τριετή περίοδο: η θητεία του προέδρου Ö τους Õ μπορεί να ανανεωθεί για μία μόνο φορά. Ο Ö ή η πρόεδρος Õ ð και ο ή η αντιπρόεδρος ï συμμετέχειουν στην ψηφοφορία. Έκαστο μέλος του διοικητικού συμβουλίου διαθέτει μία ψήφο. Οι αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που προβλέπει η παράγραφος 3 του άρθρου 5 και για τις οποίες οι αποφάσεις λαμβάνονται με ομοφωνία των μελών και τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό του. ð 3. Οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου συγκαλούνται από τον/την πρόεδρό του. ï Το διοικητικό συμβούλιο συνεδριάζει Ö συγκαλείται σε τακτική συνεδρίαση Õ τουλάχιστον μια φορά ετησίως. ð Ο διευθυντής μετέχει στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου χωρίς δικαίωμα ψήφου και παρέχει την αναγκαία γραμματειακή υποστήριξη. ï 34. Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει τριετές πρόγραμμα εργασίας, βάσει του σχεδίου που υποβάλλεται από το διευθυντή του κέντρου παρακολούθησης, ύστερα από διαβούλευση με την επιστημονική επιτροπή και αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής· και του Συμβουλίου· ð εν συνεχεία το διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή ï. Το πρώτο τριετές πρόγραμμα εγκρίνεται με ομοφωνία μέσα σε εννέα μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει με πλειοψηφία τριών τετάρτων των μελών του, εάν τα μεταγενέστερα τριετή προγράμματα εγκρίνονται με την πλειοψηφία που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου ή με ομοφωνία. 4.5 Στα πλαίσια του τριετούς προγράμματος εργασίας, το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει, κάθε χρόνο, το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του κέντρου παρακολούθησης, βάσει σχεδίου που υποβάλλεται από το διευθυντή, ύστερα από διαβούλευση με την επιστημονική επιτροπή και αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής. ð Το πρόγραμμα εργασίας διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή. ï Το πρόγραμμα Ö Μπορεί δε Õ μπορεί να αναπροσαρμόζεται κατά τη διάρκεια του έτους, με την ίδια διαδικασία. ò Νέο 6. Σε περίπτωση που η Επιτροπή δηλώσει ότι διαφωνεί με το τριετές ή το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας, τα εν λόγω προγράμματα υιοθετούνται από το διοικητικό συμβούλιο με πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων. ê 1651/2003 Άρθρο 1.2 5.7 Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει την ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες του κέντρου παρακολούθησης και τη διαβιβάζει την 15η Ιουνίου το αργότερο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, το Ελεγκτικό Συνέδριο και τα κράτη μέλη. 6.8 Το κέντρο παρακολούθησης διαβιβάζει κατ’ έτος στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή κάθε χρήσιμη πληροφορία σχετικά με τα πορίσματα των διαδικασιών αξιολόγησης. ò Νέο Άρθρο 10 Εκτελεστική επιτροπή 1. Το διοικητικό συμβούλιο επικουρείται από εκτελεστική επιτροπή, η οποία απαρτίζεται από τον/την πρόεδρο και τον/την αντιπρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου και από δύο αντιπροσώπους της Επιτροπής. Ο διευθυντής συμμετέχει στις συνεδριάσεις της, χωρίς δικαίωμα ψήφου. 2. Η εκτελεστική επιτροπή συνεδριάζει τουλάχιστον δύο φορές ετησίως και όποτε είναι αναγκαίο για την προπαρασκευή των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου και για την παροχή συνδρομής και συμβουλών στο διευθυντή. Αποφασίζει εξ ονόματος του διοικητικού συμβουλίου για τα θέματα που καθορίζονται στον δημοσιονομικό κανονισμό που διέπει το ΕΚΠΝΤ και τα οποία δεν υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Η εκτελεστική επιτροπή λαμβάνει αποφάσεις με απλή πλειοψηφία. ê 302/93 ð Νέο Άρθρο 9 11 Διευθυντής 1. Το κέντρο παρακολούθησης τίθεται υπό τη διεύθυνση ενός διευθυντή που διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο ύστερα από πρόταση της Επιτροπής για περίοδο πέντε ετών. Η θητεία του ð , βάσει προτάσεως της Επιτροπής κι έπειτα από αξιολόγηση, μπορεί να ανανεωθεί άπαξ για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από πέντε έτη ï δύναται να ανανεώνεται. ò Νέο Στο πλαίσιο της ανωτέρω αξιολόγησης η Επιτροπή εξετάζει ιδίως: - τα αποτελέσματα που επετεύχθησαν κατά την πρώτη θητεία και τον τρόπο με τον οποίον επετεύχθησαν· - τα καθήκοντα και την αποστολή του Κέντρου κατά τα επόμενα έτη. 2. Όταν πρόκειται για διορισμό για μια πρώτη θητεία, επί συνόλου δύο θητειών κατ’ ανώτατο όριο, ο υποψήφιος που έχει επιλεγεί για τη θέση του διευθυντή από το διοικητικό συμβούλιο είναι δυνατό να κληθεί άνευ χρονοτριβής να προβεί σε δήλωση ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε τυχόν ερωτήσεις των μελών του εν λόγω οργάνου. ê 302/93 3. Ο διευθυντής είναι υπεύθυνος: - α) για την επεξεργασία και την εφαρμογή των αποφάσεων και των προγραμμάτων που εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο, - β) για τα τρέχοντα διοικητικά θέματα, - γ) για την εκπόνηση των προγραμμάτων εργασίας, ê 1651/2003 Άρθρο 1.3 - δ) για την προετοιμασία του σχεδίου κατάστασης των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών και για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του κέντρου παρακολούθησης, ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) ð Νέο - ε) για την κατάρτιση και τη δημοσίευση των εκθέσεων που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, - στ) για ð τη διαχείριση όλων των ζητημάτων ï όλα τα ζητήματα που αφορούν το προσωπικό ð και ιδίως για την άσκηση των εξουσιών που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή,ï ò Νέο - ζ) για την κατάρτιση της οργανωτικής δομής του Κέντρου και την υποβολή της προς έγκριση στο διοικητικό συμβούλιο, ê 302/93 - η) για την εφαρμογή των λειτουργιών και καθηκόντων που αναφέρουν τα άρθρα 1 και 2., ò Νέο - θ) για την ανά τακτά χρονικά διαστήματα αξιολόγηση των εργασιών του κέντρου παρακολούθησης. ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) 2. 4. Ο διευθυντής λογοδοτεί στο διοικητικό συμβούλιο και παρίσταται στις συνεδριάσεις του. ê 302/93 3. 5. Ο διευθυντής αποτελεί το νόμιμο εκπρόσωπο του κέντρου παρακολούθησης. ò Νέο Άρθρο 12 Ακρόαση του διευθυντή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Ο διευθυντής υποβάλλει ετησίως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τη γενική έκθεση για τις δραστηριότητες του κέντρου παρακολούθησης. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δύναται εξάλλου να ζητήσει την προσέλευση του διευθυντή σε ακρόαση σχετικά με θέματα που άπτονται της δραστηριότητας του Κέντρου. ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) Άρθρο 10 13 Επιστημονική επιτροπή 1. Το διοικητικό συμβούλιο και ο διευθυντής επικουρούνται από μία επιστημονική επιτροπή επιφορτισμένη να γνωμοδοτεί στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό για κάθε επιστημονικό ζήτημα σχετικά με τις δραστηριότητες του κέντρου παρακολούθησης, που υποβάλλουν το διοικητικό συμβούλιο ή ο διευθυντής. Οι γνώμες της επιστημονικής επιτροπής δημοσιεύονται. 2. Η επιστημονική επιτροπή αποτελείται από έναν αντιπρόσωπο από κάθε κράτος μέλος. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να διορίσει το πολύ έξι ακόμη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα προσόντα τους. ò Νέο 2. Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει στην επιστημονική επιτροπή ένα μέλος για κάθε κράτος μέλος με βάση τις προτάσεις συγκεκριμένων προσώπων από τα κράτη μέλη· τα πρόσωπα αυτά επιλέγονται με κριτήριο την πείρα και την επιστημονική αριστεία τους στον τομέα των ναρκωτικών και της τοξικομανίας και λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιτροπή επιβάλλεται να έχει διεπιστημονικό χαρακτήρα και να καλύπτει το σύνολο των επιστημονικών τομέων που σχετίζονται με τα ναρκωτικά και την τοξικομανία. Στους εν λόγω τομείς περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι εξής: βιοϊατρική έρευνα, νευροεπιστήμη, εγκληματολογία, παιδαγωγική, επιδημιολογία, οικονομική επιστήμη, ιατροδικαστική, νομική επιστήμη, αξιολόγηση και ανάλυση πολιτικής, πολιτική επιστήμη, αξιολόγηση/έρευνα πρόληψης, ψυχιατρική της εξάρτησης, ψυχολογία, ψυχοφαρμακολογία, δημόσια υγεία, ποιοτική έρευνα, κοινωνική μέριμνα, στατιστική, κοινωνιολογία, έρευνα μελετών, τοξικολογία και αξιολόγηση/έρευνα θεραπείας. Ο διορισμός των μελών της επιστημονικής επιτροπής είναι προσωποπαγής. Για τις γνωμοδοτήσεις τους, τα μέλη απολαύουν πλήρους ανεξαρτησίας από τα κράτη μέλη και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα. Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει, από τα πρόσωπα που έχουν προτείνει τα κράτη μέλη, κλιμάκιο εμπειρογνωμόνων, εκ των οποίων τα πέντε κατ’ ανώτατο όριο μπορούν να επιλέγονται περιοδικά από τον διευθυντή, κατόπιν γνωμοδότησης του/της προέδρου της επιστημονικής επιτροπής, προκειμένου να συμμετέχουν στη διευρυμένη επιστημονική επιτροπή κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 2 της απόφασης 2005/387/ΔΕΥ της 10ης Μαΐου 2005 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών, την αξιολόγηση κινδύνων και τον έλεγχο των νέων ψυχοδραστικών ουσιών. ê 302/93 34. Η θητεία των μελών της επιστημονικής επιτροπής είναι τριετής και δύναται να ανανεώνεται. ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) 4.5 Η επιστημονική επιτροπή εκλέγει τον/την πρόεδρό της για διάρκεια τριών ετών. 5. Η επιστημονική επιτροπή συγκαλείται από τον/την πρόεδρό της τουλάχιστον μία φορά το χρόνο. ê 1651/2003 Άρθρο 1.4 (Προσαρμοσμένο) Άρθρο 11 14 Κατάρτιση του προϋπολογισμού 1. Όλα τα έσοδα και οι δαπάνες του κέντρου παρακολούθησης αποτελούν αντικείμενο προβλέψεων για κάθε οικονομικό έτος, που συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, και εγγράφονται στον προϋπολογισμό του κέντρου παρακολούθησης. 2. Ο προϋπολογισμός του κέντρου παρακολούθησης είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες. 3. Τα έσοδα του κέντρου παρακολούθησης περιλαμβάνουν, χωρίς να αποκλείονται και άλλοι πόροι, μια επιδότηση της Κοινότητας, που εγγράφεται στο γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τμήμα «Επιτροπή»), και τις πληρωμές που πραγματοποιούνται ως αμοιβή των παρεχόμενων υπηρεσιών καθώς και τις ενδεχόμενες χρηματοδοτικές εισφορές των οργανώσεων ή οργανισμών και των τρίτων χωρών που αναφέρονται αντίστοιχα στα άρθρα 12 και 13 20 και 21. 4. Οι δαπάνες του κέντρου παρακολούθησης περιλαμβάνουν ιδίως: α) την αμοιβή του προσωπικού, τις διοικητικές δαπάνες και τις δαπάνες υποδομής, τα έξοδα λειτουργίας· ê 1651/2003 Άρθρο 1.4 (Προσαρμοσμένο) ð Νέο β) τις δαπάνες υποστήριξης των ð σημείων επαφής ï εθνικών δικτύων πληροφόρησης που αποτελούν τμήμα του δικτύου Reitox καθώς και τις δαπάνες που αφορούν τις συμβάσεις με τα ειδικευμένα κέντρα. ê 1651/2003 Άρθρο 1.4 5. Κάθε έτος, το διοικητικό συμβούλιο, βάσει σχεδίου που καταρτίζεται από τον διευθυντή, συντάσσει κατάσταση των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών του κέντρου παρακολούθησης για το επόμενο οικονομικό έτος. Αυτή η κατάσταση προβλέψεων, που περιλαμβάνει σχέδιο του πίνακα προσωπικού και η οποία συνοδεύεται από το πρόγραμμα εργασίας του κέντρου παρακολούθησης, διαβιβάζεται από το διοικητικό συμβούλιο στην Επιτροπή την 31η Μαρτίου το αργότερο 6. Η κατάσταση προβλέψεων διαβιβάζεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (που καλούνται εφεξής «αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή») με το προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 76. Βάσει της κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες όσον αφορά τον πίνακα προσωπικού και το ύψος της επιδότησης από το γενικό προϋπολογισμό, καταθέτει δε το προσχέδιο αυτό στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με το άρθρο 272 της συνθήκης. ê 1651/2003 Άρθρο 1.4 (Προσαρμοσμένο) 87. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή καθορίζει τις διαθέσιμες πιστώσεις στο πλαίσιο της επιδότησης που προορίζεται για το κέντρο παρακολούθησης. Ö και Õ Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τον πίνακα προσωπικού του κέντρου παρακολούθησης. ê 1651/2003 Άρθρο 1.4 98. Ο προϋπολογισμός εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός μετά την οριστική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προσαρμόζεται, ενδεχομένως, αναλόγως. 109. Το διοικητικό συμβούλιο κοινοποιεί το συντομότερο δυνατόν στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει κάθε σχέδιο που μπορεί να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού του, ιδίως τα σχέδια περί ακινήτων, όπως η μίσθωση ή η αγορά ακινήτων. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή. Σε περίπτωση που ένα σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής κοινοποιεί την πρόθεσή του για διατύπωση γνώμης, διαβιβάζει τη γνώμη αυτή στο Διοικητικό Συμβούλιο εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων από την ημερομηνία κοινοποίησης του σχεδίου. ê 1651/2003 Άρθρο 1.5 (Προσαρμοσμένο) Άρθρο 11a 15 Η εκτέλεση του προϋπολογισμού 1. Ο διευθυντής εκτελεί τον προϋπολογισμό. 2. Ο υπόλογος του κέντρου παρακολούθησης κοινοποιεί στον υπόλογο της Επιτροπής, το αργότερο την 1η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε, τους προσωρινούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους. Ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς των θεσμικών οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών σύμφωνα με το άρθρο 128 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού. 3. Ο υπόλογος της Επιτροπής, το αργότερο την 31η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε, διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο τους προσωρινούς λογαριασμούς του κέντρου παρακολούθησης, συνοδευόμενους από την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους. Η έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους διαβιβάζεται επίσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. 4. Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε σχέση με τους προσωρινούς λογαριασμούς του κέντρου παρακολούθησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 129 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, ο διευθυντής καταρτίζει τους οριστικούς λογαριασμούς του κέντρου παρακολούθησης με δική του ευθύνη και τους διαβιβάζει για διατύπωση γνώμης στο διοικητικό συμβούλιο. 5. Το διοικητικό συμβούλιο διατυπώνει τη γνώμη του για τους οριστικούς λογαριασμούς του κέντρου παρακολούθησης. 6. Ο διευθυντής του κέντρου παρακολούθησης διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Επιτροπή αυτούς τους οριστικούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου το αργότερο την 1η Ιουλίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε. 7. Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται. 8.7. Ο διευθυντής παρακολούθησης αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση στις παρατηρήσεις του το αργότερο την 30ή Σεπτεμβρίου. Αποστέλλει επίσης την απάντηση αυτή στο διοικητικό συμβούλιο. 9.8. Ο διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατ' αίτησή του, όπως προβλέπεται από το άρθρο 146 παράγραφος 3 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, κάθε πληροφορία που απαιτείται για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας απαλλαγής του συγκεκριμένου οικονομικού έτους. 10.9. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έπειτα από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, προβαίνει έως την 30ή Απριλίου του έτους N+2 στην απαλλαγή του διευθυντή του κέντρου παρακολούθησης για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους N. 11.10. Οι δημοσιονομικές διατάξεις που εφαρμόζονται στο κέντρο παρακολούθησης εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο, έπειτα από διαβούλευση με την Επιτροπή. Οι διατάξεις αυτές μπορούν να αποκλίνουν από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 19ης Νοεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων[21], μόνο εάν το απαιτούν οι ειδικές ανάγκες λειτουργίας του κέντρου παρακολούθησης και με προηγούμενη συμφωνία της Επιτροπής. ò Νέο Άρθρο 16 Καταπολέμηση της απάτης Με σκοπό την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων, το Κέντρο υπόκειται άνευ περιορισμού στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF). Οι αποφάσεις χρηματοδότησης και οι συμφωνίες και πράξεις εφαρμογής που απορρέουν από αυτές προβλέπουν ρητώς ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF δύνανται, εν ανάγκη, να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους με αντικείμενο τους δικαιούχους των πιστώσεων του κέντρου παρακολούθησης. ê 302/93 Άρθρο 14 17 Προνόμια και ασυλίες Το πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εφαρμόζεται στο κέντρο παρακολούθησης. ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) ð Νέο Άρθρο 15 18 Υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού Το προσωπικό του κέντρου παρακολούθησης υπόκειται στους κανονισμούς και τους κανόνες που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων . ð , στους όρους απασχόλησης του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στους κανόνες οι οποίοι θεσπίζονται από κοινού από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με σκοπό την εφαρμογή των εν λόγω κανονισμών υπηρεσιακής κατάστασης και όρων απασχόλησης.ï ò Νέο Η πρόσληψη προσωπικού από τρίτες χώρες μετά τη σύναψη των συμφωνιών που μνημονεύονται στο άρθρο 21 πρέπει, οπωσδήποτε, να συνάδει με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και με τους όρους απασχόλησης του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. ê 302/93 ð Νέο Το κέντρο παρακολούθησης ασκεί στο προσωπικό του τις εξουσίες που διαθέτει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή. Το διοικητικό συμβούλιο, σε συμφωνία με την Επιτροπή, θεσπίζει τις κατάλληλες λεπτομέρειες εφαρμογής ð σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των όρων απασχόλησης του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.ï ò Νέο Το διοικητικό συμβούλιο δύναται να θεσπίσει διατάξεις ούτως ώστε να μπορούν να εργασθούν με απόσπαση στο Κέντρο εθνικοί εμπειρογνώμονες από άλλα κράτη μέλη. ê 302/93 Άρθρο 16 19 Ευθύνη 1. Η συμβατική ευθύνη του κέντρου παρακολούθησης διέπεται από το δίκαιο που εφαρμόζεται στην οικεία σύμβαση. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφασίζει δυνάμει ρήτρας διαιτησίας που περιλαμβάνεται σε σύμβαση που συνάπτεται από το κέντρο παρακολούθησης. 2. Όταν πρόκειται περί εξωσυμβατικής ευθύνης, το κέντρο παρακολούθησης οφείλει να αποκαθιστά, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών, τις ζημίες που προκαλεί το ίδιο ή το προσωπικό του κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφαίνεται επί των διαφορών που αφορούν την αποκατάσταση ζημιών αυτού του είδους. 3. Η προσωπική ευθύνη του προσωπικού έναντι του κέντρου παρακολούθησης διέπεται από τις διατάξεις που εφαρμόζονται στο προσωπικό του κέντρου παρακολούθησης. ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) Άρθρο 12 20 Συνεργασία με άλλες Ö εθνικές και διεθνείς Õ οργανώσεις ή οργανισμούς Με την επιφύλαξη των σχέσεων που μπορεί να διασφαλίζει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 229 Ö 302 Õ της συνθήκης, το κέντρο παρακολούθησης επιδιώκει δραστήρια τη συνεργασία με διεθνείς οργανώσεις και άλλους ευρωπαϊκούς, ιδίως κυβερνητικούς ή μη οργανισμούς, αρμόδιους στα ζητήματα των ναρκωτικών. ò Νέο Η εν λόγω συνεργασία πρέπει να βασίζεται σε ρυθμίσεις εργασίας οι οποίες συνάπτονται με τις προαναφερθείσες αρχές και οργανισμούς και οι οποίες θεσπίζονται από το διοικητικό συμβούλιο βάσει σχεδίου που υποβάλλει ο διευθυντής και κατόπιν γνωμοδότησης της Επιτροπής. Σε περίπτωση που η Επιτροπή δηλώσει ότι διαφωνεί με τις ρυθμίσεις, το διοικητικό συμβούλιο τις θεσπίζει με πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων. ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) ð Νέο Άρθρο 13 21 Άνοιγμα στις τρίτες χώρες 1. Το κέντρο παρακολούθησης είναι ανοικτό στις τρίτες χώρες, οι οποίες συμμερίζονται το ενδιαφέρον της Κοινότητας και των κρατών μελών της για τους στόχους και τα επιτεύγματα του κέντρου παρακολούθησης, δυνάμει συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ αυτών και της Κοινότητας, βάσει του άρθρου 235 ð 300 ï της συνθήκης. 2. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να αποφασίζει για τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων που προτείνονται από τρίτες χώρες, στις ad hoc ομάδες εργασίας που προβλέπονται στο άρθρο 2 σημείο 2, με την επιφύλαξη της δέσμευσης που αναλαμβάνεται από τους ενδιαφερόμενους να τηρούν τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 6. Άρθρο 17 22 Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφαίνεται επί των προσφυγών που ασκούνται κατά του κέντρου παρακολούθησης σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 173 Ö 230 Õ της συνθήκης. Άρθρο 18 23 Έκθεση ð αξιολόγησης ï ð Η Επιτροπή αναθέτει την εξωτερική αξιολόγηση του Κέντρου κάθε έξι έτη, σε χρονική στιγμή που συμπίπτει με την ολοκλήρωση δύο τριετών προγραμμάτων εργασίας του Κέντρου. Η αξιολόγηση ενδείκνυται να περιλαμβάνει επίσης το σύστημα Reitox. ï Κατά τη διάρκεια του τρίτου έτους μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος κανονισμού, ηΗ Επιτροπή διαβιβάζει ð την έκθεση αξιολόγησης ï στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ð , στο Συμβούλιο και στο διοικητικό συμβούλιο ï έκθεση για τα επιτεύγματα του κέντρου παρακολούθησης, συνοδευόμενη, εάν κρίνεται σκόπιμο, από προτάσεις για την αναπροσαρμογή ή την επέκταση των καθηκόντων του, ιδίως σε συνάρτηση με την εξέλιξη των αρμοδιοτήτων της Κοινότητας. ò Νέο Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή υποβάλλει, εάν το κρίνει σκόπιμο, πρόταση για την αναθεώρηση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού με γνώμονα τις εξελίξεις σε σχέση με τους ρυθμιστικούς οργανισμούς, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξετάζουν την πρόταση, προκειμένου, ιδίως, να κρίνουν κατά πόσον είναι αναγκαία η επανεξέταση της σύνθεσης του διοικητικού συμβουλίου σύμφωνα με το γενικό πλαίσιο που προβλέπεται να θεσπισθεί για τους ευρωπαϊκούς ρυθμιστικούς οργανισμούς. ê Άρθρο 24 Κατάργηση Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 302/93 καταργείται. Οι παραπομπές στον κανονισμό που καταργείται νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και για την ερμηνεία τους χρησιμοποιείται ο πίνακας αντιστοιχίας του παραρτήματος III. ê 302/93 (Προσαρμοσμένο) Άρθρο 1925 Έναρξη ισχύος Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από εκείνη που οι αρμόδιες αρχές θα αποφασίσουν για την έδρα του κέντρου Ö της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Õ. ê 302/93 Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. …, []. Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος ê 302/93 ð Νέο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I A. Οι εργασίες του κέντρου παρατήρησης διεξάγονται χωρίς να θίγονται οι αντίστοιχες αρμοδιότητες της Κοινότητας και των κρατών μελών της στον τομέα των ναρκωτικών, όπως αυτές ορίζονται από τη συνθήκη. ð Οι εργασίες του κέντρου καλύπτουν τις διάφορες πτυχές του φαινομένου των ναρκωτικών και της τοξικομανίας, καθώς και τις λύσεις που εφαρμόζονται σχετικά. Κατά την ανάπτυξη του έργου του, το Κέντρο έχει ως γνώμονα τις στρατηγικές και τα σχέδια δράσης για τον τομέα των ναρκωτικών που θεσπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση. ï Οι πληροφορίες που συγκεντρώνει το κέντρο παρατήρησης αφορούν ð Το ΕΚΠΝΤ εστιάζει το έργο του ï στους ακόλουθους τομείς προτεραιότητας: ò Νέο (1) παρακολούθηση της κατάστασης του προβλήματος των ναρκωτικών, ιδίως με τη χρήση επιδημιολογικών ή άλλων δεικτών, και παρακολούθηση των αναφαινόμενων τάσεων, ιδίως εκείνων που αφορούν την πολλαπλή χρήση ναρκωτικών ουσιών· (2) παρακολούθηση των λύσεων που εφαρμόζονται για τα προβλήματα που άπτονται των ναρκωτικών· (3) αξιολόγηση των κινδύνων που συνιστούν οι νέες ψυχοδραστικές ουσίες και διατήρηση συστήματος ταχείας ενημέρωσης σχετικά με τη χρήση τους, καθώς επίσης σε σχέση με νέους τρόπους χρήσης των υφιστάμενων ψυχοδραστικών ουσιών· (4) επεξεργασία εργαλείων και μηχανισμών για τη διευκόλυνση, αφενός, της παρακολούθησης και αξιολόγησης από τα κράτη μέλη των εθνικών τους πολιτικών και, αφετέρου, της παρακολούθησης και αξιολόγησης από την Επιτροπή των πολιτικών της Ένωσης. ê 302/93 1. ζήτηση και μείωση της ζήτησης ναρκωτικών· 2. εθνικές και κοινοτικές στρατηγικές και πολιτικές (ειδικότερα: πολιτικές, σχέδια δράσης, νομοθεσίες, δραστηριότητες, καθώς και διεθνείς, διμερείς και κοινοτικές συμφωνίες)· 3. διεθνής συνεργασία και γεωπολιτική της προσφοράς (ειδικότερα: προγράμματα συνεργασίας, πληροφορίες σχετικά με τις χώρες παραγωγής και διαμετακόμισης)· 4. έλεγχος του εμπορίου των ναρκωτικών, των ψυχοτρόπων ουσιών και των προδρόμων προϊόντων, όπως προβλέπεται από τις διεθνείς συμβάσεις και τις ισχύουσες ή μελλοντικές σχετικές κοινοτικές πράξεις[22]· 5. επιπτώσεις του φαινομένου των ναρκωτικών για τις χώρες παραγωγής, κατανάλωσης και διαμετακόμισης, στο πλαίσιο των τομέων που καλύπτονται από τη συνθήκη, συμπεριλαμβανομένης ιδίως της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, όπως προβλέπεται στις σχετικές υφιστάμενες ή μελλοντικές κοινοτικές πράξεις[23]. ê 302/93 B. Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση του κέντρου παρακολούθησης, προκειμένου να διαδοθούν, τις πληροφορίες και τα στατιστικά στοιχεία που διαθέτει δυνάμει των αρμοδιοτήτων της. ê 302/93 Γ. Κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων ετών, δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στη ζήτηση και στη μείωση της ζήτησης. é ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II Καταργούμενος κανονισμός και διαδοχικές τροποποιήσεις Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 302/93 του Συμβουλίου | ΕΕ L 36, 12.2.1993, σ. 1. | Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3294/94 του Συμβουλίου | ΕΕ L 341, 30.12.1994, σ. 7. | Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2220/2000 του Συμβουλίου | ΕΕ L 253, 7.10.2000, σ. 1. | Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ.1651/2003 του Συμβουλίου | ΕΕ L 245, 29.9.2003, σ. 30. | ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III Πίνακας αντιστοιχίας Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 302/93 του Συμβουλίου | Παρών κανονισμός | Άρθρο 1 | Άρθρο 1 | - | Άρθρο 1 (3), δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 2(A), εισαγωγική φράση | Άρθρο 2(α), εισαγωγική φράση | Άρθρο 2(A)(1) | Άρθρο 2(α)(i), πρώτο εδάφιο | - | Άρθρο 2(α)(i), δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 2(A)(2) έως (5) | Άρθρο 2(α)(ii) έως (v) | Άρθρο 2(B), εισαγωγική φράση | Άρθρο 2(β), εισαγωγική φράση | Άρθρο 2(B)(6), πρώτο εδάφιο | Άρθρο 2(β)(i), πρώτο εδάφιο | - | Άρθρο 2(β)(i), δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 2(B)(7) | Άρθρο 2(β)(ii) | Άρθρο 2(Γ), εισαγωγική φράση | Άρθρο 2(γ), εισαγωγική φράση | Άρθρο 2(Γ)(8) έως (10) | Άρθρο 2(γ)(i) έως (iii) | - | Άρθρο 2(γ)(iii), δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 2(Δ), εισαγωγική φράση | Άρθρο 2(δ), εισαγωγική φράση | Άρθρο 2(Δ)(11) έως (14) | Άρθρο 2(δ)(i) έως (iv) | - | Άρθρο 2(δ)(iv), πρώτο εδάφιο | Άρθρο 3 | Άρθρο 4 | Άρθρο 4 | Άρθρο 3 | Άρθρο 5 | Άρθρο 5 | Άρθρο 5 (1) | Άρθρο 5 (1), δεύτερο εδάφιο | - | Άρθρο 5 (2), (α), (β) και (γ) | - | Άρθρο 5 (3), (4) και (5) | Άρθρο 6 | Άρθρο 6 | - | Άρθρο 6, πρώτο εδάφιο | Άρθρο 6α | Άρθρο 7 | Άρθρο 7 | Άρθρο 8 | - | Άρθρο 8, τίτλος | - | Άρθρο 8 (2) | Άρθρο 8 | Άρθρο 9 | Άρθρο 8(1) | Άρθρο 9(1), πρώτο εδάφιο | Άρθρο 8(1) | Άρθρο 9(1), δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 8(2) | Άρθρο 9(2), πρώτο εδάφιο | - | Άρθρο 9(3) | Άρθρο 8(3) | Άρθρο 9(4) | Άρθρο 8(3) | Άρθρο 9(4), πρώτο εδάφιο | Άρθρο 8(4) | Άρθρο 9(5) | - | Άρθρο 9(5), δεύτερο εδάφιο | - | Άρθρο 9(6) | Άρθρο 8(5) και (6) | Άρθρο 9(7) και (8) | - | Άρθρο 10 | Άρθρο 9 | Άρθρο 11 | Άρθρο 9(1), πρώτη υποπαράγραφος | Άρθρο 11(1), πρώτη υποπαράγραφος | - | Άρθρο 11(1), δεύτερη υποπαράγραφος | - | Άρθρο 11(2) | Άρθρο 9(1), δεύτερη υποπαράγραφος | Άρθρο 11(3) | Άρθρο 9(1), δεύτερη υποπαράγραφος, πρώτη έως έκτη περίπτωση | Άρθρο 11(3), (α) έως (στ) | - | Άρθρο 11(3), (στ), δεύτερο εδάφιο | - | Άρθρο 11(3), (ζ), | Άρθρο 9(1), έβδομη περίπτωση | Άρθρο 11(3), (η), | - | Άρθρο 11(3) (θ) | Άρθρο 9(2) και (3) | Άρθρο 11(4) και (5) | - | Άρθρο 12 | Άρθρο 10 | Άρθρο 13 | Άρθρο 10(2) | Άρθρο 13(2), πρώτη, δεύτερη και τρίτη υποπαράγραφος | Άρθρο 10(3), (4) και (5) | Άρθρο 13 (4) και (5) | Άρθρο 11(1), (2), (3) και (4) | Άρθρο 14(1), (2), (3) και (4) | Άρθρο 11 (4) (β) | Άρθρο 14 (4) (β), πρώτο εδάφιο | Άρθρο 11(5) | Άρθρο 14(5), πρώτη υποπαράγραφος | Άρθρο 11(6) | Άρθρο 14(5), πρώτη υποπαράγραφος | Άρθρο 11(7) έως (10) | Άρθρο 14(6) έως (9) | Άρθρο 11α(1), (2), (3), (4) και (5) | Άρθρο 15(1), (2), (3), (4) και (5) | Άρθρο 11α(6) | Άρθρο 15(6), πρώτη υποπαράγραφος | Άρθρο 11α(7) | Άρθρο 15(6), δεύτερη υποπαράγραφος | Άρθρο 11α (8) έως (11) | Άρθρο 15(7) έως (10) | - | Άρθρο 16 | Άρθρο 12 | Άρθρο 20 | - | Άρθρο 20, δεύτερη υποπαράγραφος | Άρθρο 13(1) | Άρθρο 21 | Άρθρο 13(2) | - | Άρθρο 14 | Άρθρο 17 | Άρθρο 15 | Άρθρο 18 | - | Άρθρο 18, δεύτερη υποπαράγραφος | Άρθρο 15, τρίτη υποπαράγραφος | Άρθρο 18, τέταρτη υποπαράγραφος, τελευταίο εδάφιο | - | Άρθρο 18, πέμπτη υποπαράγραφος | Άρθρο 16 | Άρθρο 19 | Άρθρο 17 | Άρθρο 22 | Άρθρο 18 | Άρθρο 23 | - | Άρθρο 23, πρώτο εδάφιο | Άρθρο 23, δεύτερη υποπαράγραφος | - | Άρθρο 24 | Άρθρο 19 | Άρθρο 25 | Παράρτημα, στοιχείο A, πρώτη παράγραφος | Παράρτημα I, στοιχείο A, πρώτη παράγραφος | - | Παράρτημα I, στοιχείο A, δεύτερη παράγραφος | Παράρτημα I, στοιχείο A (1) έως (4) | Παράρτημα, στοιχείο A, 1 έως 4 | - | Παράρτημα, στοιχείο B | Παράρτημα I, στοιχείο B | Παράρτημα, στοιχείο Γ | - | - | Παράρτημα II | - | Παράρτημα III | [1] ΕΕ αριθ. C […], […], σ. […]. [2] ΕΕ αριθ. C […], […], σ. […]. [3] ΕΕ αριθ. C […], […], σ. […]. [4] ΕΕ αριθ. C […], […], σ. […]. [5] ΕΕ αριθ. L 36 της 12.2.1993, σ. 1. Ο κανονισμός τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1651/2003 του Συμβουλίου (ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 30). [6] Βλέπε παράρτημα II. [7] ΕΕ αριθ. L 326, της 24.11.1990, σ. 56. [8] ΕΕ αριθ. L 326, της 24.11.1990, σ. 57. [9] ΕΕ αριθ. L 357, της 20.12.1990, σ. 1 Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 900/92 (ΕΕ L 96, 10.4.1992, σ. 1). [10] ΕΕ αριθ. L 166, της 28.6.1991, σ. 77. [11] ΕΕ αριθ. L 127, της 20.05.2005, σ. 32. [12] CORDROGUE 67 της 15ης Νοεμβρίου 2001. [13] ΕΕ αριθ. C 185, 22.7.1989, σ. 1. [14] ΕΕ L 8, 12.1.2001, σ. 1. [15] ΕΕ L 145, 31.5.2001, σ. 43. [16] ΕΕ L 136, 31.5.1999, σ. 1. [17] ΕΕ L 136, 31.5.1999, σ. 15. [18] ΕΕ L 8, 12.01.2001, σ. 1. [19] ΕΕ L 145 της 31.05.2001, σ. 43. [20] ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 30. [21] ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 72· διορθωτικό στην ΕΕ L 2 της 7.1.2003, σ. 39. [22] Όσον αφορά τις ισχύουσες σχετικές διεθνείς συμβάσεις, εννοούνται ιδίως οι συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών, στο μέτρο που η Κοινότητα έχει ή θα μπορούσε να προσχωρήσει σ' αυτές.Όσον αφορά τις ισχύουσες σχετικές κοινοτικές πράξεις, εννοείται ιδίως ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3677/90 του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 1990 για τη θέσπιση μέτρων για την πρόληψη της διοχέτευσης ορισμένων ουσιών στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών.Πρόκειται αποκλειστικά για πληροφορίες που τα κράτη μέλη οφείλουν να παρέχουν στην Επιτροπή βάσει της ισχύουσας και μελλοντικής κοινοτικής νομοθεσίας. [23] Όσον αφορά τις ισχύουσες σχετικές κοινοτικές πράξεις, τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες εννοείται η οδηγία του Συμβουλίου της 10ης Ιουνίου 1991 για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.Πρόκειται αποκλειστικά για πληροφορίες που τα κράτη μέλη οφείλουν να παρέχουν στην Επιτροπή βάσει της ισχύουσας και μελλοντικής κοινοτικής νομοθεσίας.