EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52004DC0860

Εκθεση της Επιτροπης σχετικά με τις εργασίες των επιτροπών κατά τη διάρκεια του 2003 [SEC(2004)1722]

/* COM/2004/0860 τελικό */

52004DC0860

Εκθεση της Επιτροπης σχετικά με τις εργασίες των επιτροπών κατά τη διάρκεια του 2003 [SEC(2004)1722] /* COM/2004/0860 τελικό */


Βρυξέλλες, 07.01.2005

COM(2004) 860 τελικό

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

σχετικά με τις εργασίες των επιτροπών κατά τη διάρκεια του 2003[SEC(2004)1722]

1. ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ

Η παρούσα έκθεση καλύπτει τις δραστηριότητες των επιτροπών επιτροπολογίας κατά τη διάρκεια του 2003. Ακολουθεί τη βασική δομή της προηγούμενης έκθεσης που καλύπτει το έτος 2002. Περιλαμβάνει ένα εισαγωγικό πρώτο μέρος, μια οριζόντια επισκόπηση των δραστηριοτήτων των επιτροπών στο δεύτερο μέρος και ένα παράρτημα με λεπτομερή στατιστικά στοιχεία για κάθε επιτροπή επιτροπολογίας, με βάση τους διάφορους τομείς που καλύπτουν οι υπηρεσίες της Επιτροπής [1]. Η παρούσα έκθεση εξακολουθεί να παρουσιάζει βελτίωση, όσον αφορά τη διαφάνεια των στατιστικών στοιχείων του παραρτήματος, καθώς όλες οι επιτροπές παρατίθενται η καθεμία χωριστά και συνοδεύονται με παρατηρήσεις σχετικά με τις δραστηριότητές τους.

1.1. Η νομική φύση και ο ρόλος των επιτροπών επιτροπολογίας

Σκοπός των επιτροπών «επιτροπολογίας» είναι να επικουρούν την Επιτροπή στην άσκηση των αρμοδιοτήτων εκτέλεσης που της έχει αναθέσει ο νομοθέτης, δηλαδή το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η επιτροπές «επιτροπολογίας» εμφανίζουν τρία βασικά κοινά χαρακτηριστικά.

Πρώτον , δημιουργήθηκαν από τον νομοθέτη (το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο), σύμφωνα με τις «νομοθετικές» διαδικασίες που εφαρμόζονται κατά τη στιγμή της έκδοσης της «ιδρυτικής πράξης» δηλαδή με βάση τη διαδικασία συνεργασίας ή διαβούλευσης και, μετά τη συνθήκη του Μάαστριχτ, σύμφωνα με τη διαδικασία συναπόφασης. Επομένως, οι επιτροπές «επιτροπολογίας» διαθέτουν μια νομική βάση η οποία εμπεριέχεται στη λεγόμενη «βασική πράξη».

Δεύτερον , όσον αφορά αρκετές πτυχές, έχουν τυποποιημένη διάρθρωση και τυποποιημένες μεθόδους εργασίας. Ο εκπρόσωπος της Επιτροπής προεδρεύει κάθε επιτροπής αποτελούμενης από εκπροσώπους των κρατών μελών· αυτοί είναι τα μόνα «μέλη» των επιτροπών. Οι επιτροπές παρεμβαίνουν στο πλαίσιο των διαδικασιών που προβέπονται στη βασική νομοθετική πράξη, σύμφωνα με την απόφαση «επιτροπολογίας» του Συμβουλίου.

Το άρθρο 9 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου [2] καταργεί την παλαιά απόφαση 87/373/ΕΟΚ [3] για την επιτροπολογία (την απόφαση «επιτροπολογίας» του 1987). Οι διαδικασίες που προβλέπονταν στην απόφαση του 1987 παρέμειναν προσωρινά σε ισχύ έως την τροποποίηση των βασικών νομοθετικών πράξεων κατά συμμόρφωση με τις διαδικασίες επιτροπολογίας βάσει της απόφασης 1999/468/ΕΚ. Αυτό έγινε είτε με χωριστές πράξεις τροποποίησης είτε με τους «κανονισμούς ευθυγράμμισης» (βλέπε τμήμα 1.2).

Τρίτον , οι επιτροπές εκδίδουν γνώμες σχετικά με τα σχέδια εκτελεστικών μέτρων που τους υποβάλλει η Επιτροπή δυνάμει των διατάξεων της βασικής νομοθετικής πράξης και παρεμβαίνουν στο πλαίσιο της συμβουλευτικής διαδικασίας, της διαδικασίας διαχείρισης ή της κανονιστικής διαδικασίας που προβλέπεται για το σκοπό αυτό.

Σύμφωνα με το άρθρο 2 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, πρέπει να γίνεται χρήση της διαδικασίας διαχειριστικής επιτροπής για μέτρα διαχείρισης που αφορούν την εφαρμογή της κοινής γεωργικής και αλιευτικής πολιτικής ή την εφαρμογή προγραμμάτων με σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις [άρθρο 2 στοιχείο α)]. Πρέπει να γίνεται χρήση της διαδικασίας κανονιστικής επιτροπής για μέτρα γενικής εμβέλειας, που έχουν ως στόχο την εφαρμογή των ουσιαστικών διατάξεων των βασικών πράξεων, μεταξύ των οποίων μέτρα για την προστασία της υγείας ή την ασφάλεια των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, καθώς και μέτρα προσαρμογής ή ενημέρωσης ορισμένων μη ουσιαστικών διατάξεων της βασικής πράξης [άρθρο 2 στοιχείο β)]. Η συμβουλευτική διαδικασία εφαρμόζεται σε όλες τις άλλες περιπτώσεις εφόσον θεωρείται η πλέον κατάλληλη.

1.2. Η διαδικασία εφαρμογής της απόφασης 1999/468/EΚ

Με τη δήλωση αριθ. 2 σχετικά με τη θέση σε εφαρμογή της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου [4], το Συμβούλιο και η Επιτροπή συμφώνησαν να προσαρμόσουν το συντομότερο δυνατό τις διατάξεις σχετικά με τις επιτροπές που επικουρούν την Επιτροπή στην άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της βάσει της απόφασης 87/373/ΕΟΚ, προκειμένου να ευθυγραμμιστούν με τις διατάξεις των άρθρων 3 έως 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, σύμφωνα με τις κατάλληλες νομοθετικές διαδικασίες.

Από την έναρξη ισχύος της απόφασης 1999/468/EK, οι διαδικασίες επιτροπών για ορισμένες βασικές πράξεις έχουν ενημερωθεί σε κάθε περίπτωση χωριστά. Για να ολοκληρωθεί η αναπροσαρμογή, στο τέλος του 2001 η Επιτροπή παρουσίασε δέσμη τεσσάρων χωριστών προτάσεων (τους λεγόμενους « κανονισμούς ευθυγράμμισης» ) [5], που καλύπτουν πάνω από 300 βασικές πράξεις που προβλέπουν διαδικασίες εφαρμογής. Το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο εξέδωσαν τους «κανονισμούς ευθυγράμμισης» κατά τη διάρκεια του 2003 [6] σύμφωνα με τις σχετικές νομοθετικές διαδικασίες (διαδικασία σύμφωνης γνώμης, διαδικασία συναπόφασης και διαδικασία διαβούλευσης με ειδική πλειοψηφία και ομοφωνία). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εν λόγω προτάσεις δεν επηρεάζουν τις ουσιαστικές διατάξεις των τροποποιημένων νομοθετικών πράξεων ούτε τις διαδικασίες διασφάλισης ή την ταυτότητα των επιτροπών που προβλέπονται στις βασικές νομοθετικές πράξεις.

Ως σημαντικό νέο στοιχείο, το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/EK, και οι δηλώσεις του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με εκείνη την διάταξη (κυρίως οι δηλώσεις αριθ. 4 και 5), καθιέρωσαν μέτρα με σκοπό να βελτιώσουν τη διαφάνεια της εργασίας των επιτροπών επιτροπολογίας.

Από αυτή την άποψη, η δημοσίευση αυτής της ετήσιας έκθεσης σχετικά με τις εργασίες των επιτροπών , όπως προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 4, καθεαυτή βοηθά σημαντικά στη διαφώτιση σχετικά με τις δραστηριότητες της Επιτροπής όσον αφορά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της.

Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4, η Επιτροπή έχει δημοσιεύσει κατάλογο όλων των επιτροπών που την επικουρούν στην άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της [7]. Στο μητρώο (βλέπε παρακάτω) και στις ετήσιες εκθέσεις περιλαμβάνεται κατάλογος των υφισταμένων επιτροπών ο οποίος ενημερώνεται συνεχώς.

Στις 31 Ιανουαρίου 2001, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1, η Επιτροπή εξέδωσε τυποποιημένους διαδικαστικούς κανόνες [8] βάσει των οποίων οι υφιστάμενες ή νεοσυσταθείσες επιτροπές θεσπίζουν τους δικούς τους διαδικαστικούς κανόνες. Η Επιτροπή σκοπεύει να εκδώσει μια ενημερωμένη έκδοση των τυποποιημένων διαδικαστικών κανόνων, κυρίως για να τους ευθυγραμμίσει με τους νέους κανόνες για την πρόσβαση στα έγγραφα (βλέπε παρακάτω). Έως τα τέλη του 2003, 94 από το σύνολο των 263 επιτροπών είχαν εκδώσει εσωτερικούς διαδικαστικούς κανόνες βασισμένους στο ισχύον τυποποιημένο κείμενο.

Τέλος, το άρθρο 7 παράγραφος 5 της απόφασης 1999/468/EΚ προβλέπει ότι η Επιτροπή θα δημοσιεύσει ένα μητρώο με τα στοιχεία όλων των εγγράφων που διαβιβάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο των διαδικασιών της επιτροπολογίας. Το μητρώο αυτό λειτουργεί από τον Δεκέμβριο του 2003 [9]. ΄Όπως επισημαίνει στη δήλωσή της (αριθ. 5) σχετικά με την απόφαση 1999/468/EΚ, η Επιτροπή προσέθεσε στο μητρώο ένα χώρο απόθεσης ως πρόσθετο μέτρο διαφάνειας, καθιστώντας τα έγγραφα που ανακοινώνονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαθέσιμα στο κοινό σύμφωνα με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής [10], ο οποίος ετέθη σε ισχύ στις 3 Δεκεμβρίου 2001. Ο χώρος απόθεσης περιλαμβάνει ημερήσιες διατάξεις, συνοπτικά πρακτικά και αποτελέσματα ψηφοφοριών των συνεδριάσεων και των εργασιών της επιτροπής· τα σχέδια μέτρων εφαρμογής δεν δημοσιεύονται προς το παρόν.

1.3. Το δικαίωμα ελέγχου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει την υποχρέωση να ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις εργασίες των επιτροπών και να του διαβιβάζει όλα τα σχέδια εκτελεστικών μέτρων δυνάμει βασικής πράξης που εγκρίνεται βάσει του άρθρου 251 της συνθήκης, έτσι ώστε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να μπορεί να ασκεί το δικαίωμα ελέγχου το οποίο του αναγνωρίζεται από το άρθρο 8 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνήψαν τον Φεβρουάριο του 2000 « συμφωνία για τις διαδικασίες εφαρμογής της απόφασης 1999/468/ΕΚ », η οποία αποβλέπει στη συγκεκριμένη ρύθμιση των λεπτομερειών εκτέλεσης των υποχρεώσεων που επιβάλλονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή [11].

Η συμφωνία προβλέπει τη διαβίβαση των εγγράφων με ηλεκτρονικά μέσα. Στη διάρκεια του 2001 η ενέργεια αυτή πραγματοποιήθηκε προοδευτικά. Τα έγγραφα των διαφόρων υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διαβιβάζονται πρώτα στη γενική γραμματεία, η οποία τα αποστέλλει αμέσως σε μια κεντρική υπηρεσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Σήμερα όλες σχεδόν οι διαβιβάσεις εγγράφων γίνονται ηλεκτρονικά.

Εκτός από τις επείγουσες περιπτώσεις, η συμφωνία προβλέπει προθεσμία ενός μηνός από την παραλαβή «οριστικού» σχεδίου εκτελεστικού μέτρου [12] στο πλαίσιο νομοθετικής πράξης που εγκρίθηκε σύμφωνα με τη διαδικασία της συναπόφασης, ώστε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να εκδώσει, ενδεχομένως, σύμφωνα με το άρθρο 8 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, ψήφισμα (σε ολομέλεια), εάν κρίνει ότι το σχέδιο εμπίπτει εκτός των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στην εκτελεστική πράξη [13].

Η διμερής συμφωνία του Φεβρουαρίου του 2000 εφαρμόστηκε με περαιτέρω δ ιοικητική συμφωνία της γενικής γραμματείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, της 14ης Δεκεμβρίου 2001. Αυτή η διοικητική συμφωνία προορίζεται να εξασφαλίσει μια εναρμονισμένη προσέγγιση από τις υπηρεσίες της Επιτροπής, έτσι ώστε να εκπληρώνονται κατάλληλα όλες οι υποχρεώσεις της Επιτροπής στο πλαίσιο της διμερούς συμφωνίας του Φεβρουαρίου του 2000. Ειδικότερα, προβλέπει ελάχιστα πρότυπα όσον αφορά το είδος και τη δομή των εγγράφων. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη διάρκεια του 2003 δεν υπήρξε καμία περίπτωση όπου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεώρησε ότι ήταν αναγκαίο να εκδώσει ψήφισμα βασισμένο στο άρθρο 8 της απόφασης 1999/468/EK.

1.4. Παραπομπές στο Συμβούλιο

Το 2003 δεν σημειώθηκε καμία περίπτωση παραπομπής στο Σύμβούλιο. Σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/EK, τα σχέδια μέτρων πρέπει να παραπέμπονται στο Συμβούλιο, εφόσον η Επιτροπή δεν επιτύχει την απαραίτητη πλειοψηφία στα πλαίσια της διαδικασίας ρύθμισης ή εφόσον υπάρχει μία αντίθετη ψήφος στα πλαίσιο της διαδικασίας διαχείρισης. Η απουσία παραπομπών το προηγούμενο έτος, το μικρό ποσοστό παραπομπών – λιγότερο από 1 % – έναντι του συνολικού αριθμού πράξεων που εγκρίθηκαν από την Επιτροπή (κατά τη διαδικασία διαχείρισης ή ρύθμισης) δείχνουν ότι η εργασία των επιτροπών με το ισχύον σύστημα επιτυγχάνει υψηλό βαθμό συναίνεσης και ότι οι προτάσεις των εκπροσώπων της Επιτροπής εγκρίνονται κανονικά από τις επιτροπές.

1.5. Γενικότερες εξελίξεις

Το Δεκεμβρίου του 2002, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε πρόταση για την αναθεώρηση της κανονιστικής διαδικασίας[14] για μέτρα σχετικά με την ευρεία εκτέλεση των βασικών πτυχών ή την προσαρμογή ορισμένων άλλων πτυχών των βασικών πράξεων που εγκρίνονται βάσει της διαδικασίας της συναπόφασης (άρθρο 251 της συνθήκης). Αυτή η προτεινόμενη νέα διαδικασία τοποθετεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σε ισότιμη βάση, όσον αφορά την εποπτεία της άσκησης εκ μέρους της Επιτροπής των εκτελεστικών της αρμοδιοτήτων. Στις 2 Σεπτεμβρίου 2003, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε με ευρεία πλειοψηφία την πρόταση της Επιτροπής [15], προτείνοντας έναν πολύ περιορισμένο αριθμό τροπολογιών τεχνικού χαρακτήρα. Στις 22 Απριλίου 2004, η Επιτροπή εξέδωσε τροποποιημένη πρόταση [16] για να λάβει υπόψη τις τροποποιήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να διασαφηνίσει τη νέα διαδικασία. Η τροποποιημένη πρόταση εξετάζεται τώρα από το Συμβούλιο.

Στο σχέδιο συνταγματικής συνθήκης που συνέταξε, η Συνέλευση για το μέλλον της Ευρώπης πρότεινε στη Διακυβερνητική Διάσκεψη (ΔΚΔ) να προβεί σε αναδιοργάνωση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της Επιτροπής [17]. Το σχέδιο της Συνέλευσης εισάγει την πράξη των «κατ’ εξουσιοδότηση» κανονισμών που εκδίδονται από την Επιτροπή για τη συμπλήρωση ή την τροποποίηση ορισμένων «μη ουσιωδών» στοιχείων της ευρωπαϊκής νομοθεσίας υπό τον έλεγχο του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, που έχουν το δικαίωμα να ανακαλούν την εξουσιοδότηση ή να αντιτίθενται σε συγκεκριμένα σχέδια κανονισμού· θα πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ αυτών των κατ΄εξουσιοδότηση κανονισμών και των πράξεων εφαρμογής που η Επιτροπή θα εκδίδει υπό την εποπτεία των κρατών μελών. Το κείμενο παρέμεινε ως είχε στην τελική έκδοση που εγκρίθηκε από την Διακυβερνητική Διάσκεψη κατά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17/18 Ιουνίου 2004 [18].

Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης πραγματοποιήθηκε την 1η Μαΐου 2004. Ακολουθώντας τα συμπεράσματα της συνόδου Κορυφής της Κοπεγχάγης τον Δεκέμβριο του 2002, η Επιτροπή εξέδωσε μέτρα [19], στις 25 Φεβρουαρίου 2003, με τα οποία χορηγείται στις δέκα προσχωρούσες χώρες το καθεστώς του ενεργού παρατηρητή που παραχωρήθηκε την επόμενη ημέρα της υπογραφής της συμφωνίας προσχώρησης, στις 16 Απριλίου 2003 [20]. Στο πλαίσιο αυτής της ρύθμισης, προσκαλέστηκαν αντιπρόσωποι των προσχωρούντων κρατών στις περισσότερες επιτροπές επιτροπολογίας και είχαν τη δυνατότητα να εκφράσουν τις απόψεις τους για τα θέματα που συζητούνταν στις συνεδριάσεις, αλλά δεν είχαν το δικαίωμα να συμμετάσχουν στις ψηφοφορίες επί των σχεδίων των μέτρων εφαρμογής. Για τις άλλες τρεις υποψήφιες χώρες (Βουλγαρία, Ρουμανία και Τουρκία), η συμμετοχή τους εξακολούθησε να διοργανώνεται βάσει της «Ανακοίνωσης της Επιτροπής προς το Συμβούλιο για τη συμμετοχή των υποψηφίων χωρών στα προγράμματα, στους οργανισμούς και στις επιτροπές της Κοινότητας”.[21] Κατά τη διάρκεια του έτους 2003, οι δέκα προσχωρούσες χώρες αντιπροσωπεύτηκαν σε 186 περίπου επιτροπές σε σύνολο 256.

2. ΟΡΙΖΟΝΤΙΑ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ

2.1. Αριθμός επιτροπών και είδη διαδικασιών

Είναι σημαντικό να γίνει διάκριση μεταξύ των επιτροπών «επιτροπολογίας» και άλλων οντοτήτων, ιδιαίτερα των «ομάδων εμπειρογνωμόνων», που συστήνονται από την ίδια την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το έργο των τελευταίων συνίσταται στην προετοιμασία και στην υλοποίηση πολιτικών, ενώ αυτό των επιτροπών «επιτροπολογίας» αφορά την εφαρμογή νομοθετικών αποφάσεων. Η παρούσα έκθεση επικεντρώνεται αποκλειστικά στις επιτροπές «επιτροπολογίας». Ο αριθμός των επιτροπών «επιτροπολογίας» υπολογίστηκε ανά τομέα δραστηριότητας (πίνακας Ι) και ενημερώθηκε ώστε να αντανακλά την κατάσταση ως είχε στις 31.12.2003. Τα στοιχεία του προηγούμενου έτους (κατάσταση στις 31.12.2002) δίνονται για σκοπούς σύγκρισης.

Πίνακας I

Συνολικός αριθμός επιτροπών

Τομέας πολιτικής | 2002 | 2003 |

Επιχειρήσεις (ENTR) | 31 | 33 |

Απασχόληση και Κοινωνικές Υποθέσεις (EMPL) | 8 | 8 |

Γεωργία (AGRI) | 29 | 30 |

Μεταφορές/Ενέργεια/Διευρωπαϊκά Δίκτυα (TREN) | 39 | 45 |

Περιβάλλον (ENV) | 35 | 35 |

΄Ερευνα (RTD) | 8 | 2 |

Κοινωνία των Πληροφοριών (INFSO) | 13 | 13 |

Αλιεία (FISH) | 3 | 3 |

Εσωτερική Αγορά (MARKT) | 11 | 12 |

Περιφερειακή Πολιτική (REGIO) | 2 | 2 |

Φορολογία και Τελωνειακή ΄Ενωση (TAXUD) | 9 | 9 |

Εκπαίδευση και Πολιτισμός (EAC) | 6 | 7 |

Υγεία και Προστασία των Καταναλωτών (SANCO) | 22 | 13 * |

Δικαιοσύνη και εσωτερικές υποθέσεις (JAI) | 7 | 7 |

Εξωτερικές Σχέσεις (RELEX) | 2 | 3 |

Εμπόριο (TRADE) | 12 | 13 |

Διεύρυνση (ELARG) | 2 | 2 |

Europe Aid – Υπηρεσία για τη Συνεργασία (AIDCO) | 8 | 8 |

Υπηρεσία Ανθρωπιστικής Βοήθειας (ECHO) | 1 | 1 |

Στατιστική Υπηρεσία (ESTAT) | 6 | 7 |

Προϋπολογισμός (BUDG) | 1 | 2 |

Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) | 1 | 1 |

Σύνολο | 256 | 256 |

* Σε αντίθεση με το προηγούμενο έτος, η μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων με τα εννέα τμήματα και υποτμήματά της υπολογίζεται ως μια ενιαία επιτροπή, μετά τη θέση σε ισχύ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 (ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1). |

Τα στοιχεία αυτά δείχνουν τους διαφόρους τομείς πολιτικής στους οποίους επικεντρώνονται οι δραστηριότητες όσον αφορά την επιτροπολογία. Ο μεγαλύτερος αριθμός επιτροπών υπάρχει στους τομείς των μεταφορών και της ενέργειας (45), του περιβάλλοντος (35), των επιχειρήσεων (33), της γεωργίας (30). Σε αυτούς τους τομείς πολιτικής αντιστοιχούν περισσότερες από τις μισές επιτροπές, καθώς από μόνοι τους συγκεντρώνουν 143 επιτροπές σε σύνολο 256. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξακολουθεί να καταβάλλει προσπάθειες για να περιορίσει στο μέτρο του δυνατού την αύξηση του αριθμού των επιτροπών. Έτσι ο αριθμός των επιτροπών το 2003 είναι σταθερός σε σχέση με το 2002. Ενώ σε ορισμένους τομείς πολιτικής με αυξημένες δραστηριότητες (ιδίως στον τομέα των μεταφορών και της ενέργειας) δημιουργήθηκαν νέες επιτροπές, σε άλλους τομείς πολιτικής, ο αριθμός μειώθηκε λόγω της αναδιάρθρωσης του νομικού πλαισίου (βλέπε υγεία και προστασία καταναλωτών, καθώς και έρευνα).

Οι επιτροπές «επιτροπολογίας» μπορούν να ταξινομηθούν ανάλογα με το είδος της διαδικασίας βάσει της οποίας λειτουργούν (συμβουλευτική, διαχειριστική, κανονιστική διαδικασία και διαδικασία διασφάλισης ─ βλέπε πίνακα ΙΙ). Για ένα μέρος του έτους 2003, οι διαδικασίες επιτροπολογίας του 1987 συνέχισαν να εφαρμόζονται μέχρι τη θέση σε ισχύ των «κανονισμών ευθυγράμμισης» (βλέπε ανωτέρω τμήμα 1.2). Οι διάφορες παραλλαγές σύμφωνα με τις διαδικασίες επιτροπολογίας του 1987 (IIα και IIβ, IIIα και IIIβ) υπολογίζονται μαζί με τα αντίστοιχα νέα είδη διαδικασίας, όπως ορίζονται στη δήλωση αριθ. 2 για την υλοποίηση της απόφασης 1999/468/EΚ του Συμβουλίου [22].

Δεδομένου ότι ορισμένες επιτροπές έχουν πολλαπλές λειτουργίες (δηλαδή χρησιμοποιούν διαφορετικές διαδικασίες που εκτείνονται από τη συμβουλευτική έως στην κανονιστική, συν τη διαδικασία διασφάλισης), οι επιτροπές αυτές διαχωρίστηκαν από τις υπόλοιπες που λειτουργούν σύμφωνα με μια διαδικασία.

Πίνακας II

Αριθμός επιτροπών ανά διαδικασία (2003)

Είδος διαδικασίας | Επιτροπές που λειτουργούν με περισσότερες της μίας διαδικασίας |

Συμβουλευτική ( | Διαχειριστική( | Κανονιστική( | Διασφάλισης |

ENTR | 9 | 4 | 18 | - | 2 |

EMPL | 1 | - | 3 | - | 4 |

AGRI | - | 23 | 4 | - | 3 |

TREN | 7 | 12 | 21 | 1 | 4 |

ENV | 3 | 6 | 26 | - | - |

RTD | - | 1 | - | - | 1 |

INFSO | 1 | 3 | 3 | - | 6 |

FISH | 1 | - | - | 2 |

MARKT | 2 | 4 | 6 | - | - |

REGIO | - | 1 | - | - | 1 |

TAXUD | 1 | 4 | 4 | - | - |

EAC | 1 | - | - | - | 6 |

SANCO | 1 | - | 7 | - | 5 |

JAI | 1 | - | 1 | - | 5 |

RELEX | 1 | 1 | - | - | 1 |

TRADE | 2 | 3 | 2 | - | 6 |

ELARG | - | 1 | - | 1 | - |

AIDCO (συμπεριλαμβανομένης της DEV) | - | 6 | 2 | - | - |

ECHO | - | - | - | - | 1 |

ESTAT | - | 4 | 1 | - | 2 |

BUDG | 1 | - | 1 | - | - |

OLAF | - | - | 1 | - | - |

Σύνολο | 31 | 74 | 100 | 2 | 49 |

( Συμπεριλαμβανομένων αντίστοιχα, των διαδικασιών Ι, ΙΙ και ΙΙΙ σύμφωνα με την απόφαση 87/373/EΚ του Συμβουλίου. |

Οι αριθμοί αυτοί δείχνουν ότι σχεδόν το ήμισυ των επιτροπών (100 σε σύνολο 256) λειτουργούν αποκλειστικά βάσει της κανονιστικής διαδικασίας, ενώ ακολουθεί ένας σημαντικά μικρότερος αριθμός επιτροπών που λειτουργούν αποκλειστικά βάσει της διαχειριστικής διαδικασίας (74). Η κατανομή ανά τομέα πολιτικής δείχνει ότι η χρήση των τριών ειδών διαδικασιών ποικίλλει ανάλογα με τον τομέα πολιτικής. Ωστόσο, σε ορισμένους τομείς πολιτικής παρατηρείται σαφής επικράτηση ενός εκ των τριών διαδικασιών: στους τομείς του περιβάλλοντος, των μεταφορών και της ενέργειας οι περισσότερες επιτροπές λειτουργούν βάσει της κανονιστικής διαδικασίας, ενώ στο τομέα της γεωργίας πολλές επιτροπές λειτουργούν με τη διαχειριστική διαδικασία.

2.2 . Αριθμός συνεδριάσεων

Ο αριθμός των επιτροπών δεν είναι ο μόνος δείκτης για την δραστηριότητα στο επίπεδο της επιτροπολογίας. Ο αριθμός των συνεδριάσεων που διεξήχθησαν το 2003 δείχνει την ένταση εργασίας των επιτροπών γενικά, σε επίπεδο τομέα και σε επίπεδο μεμονωμένων επιτροπών (πίνακας ΙΙΙ).

Πίνακας III

Αριθμός συνεδριάσεων

2002 | 2003 | 2002 | 2003 |

ENTR | 44 | 59 | EAC | 19 | 23 |

EMPL | 17 | 17 | SANCO | 109 | 101 |

AGRI | 352 | 322 | JAI | 28 | 21 |

TREN | 23 | 44 | RELEX | 1 | 5 |

ENV | 49 | 54 | TRADE | 37 | 32 |

RTD | 46 | 50 | ELARG | 7 | 8 |

INFSO | 36 | 31 | AIDCO | 40 | 35 |

FISH | 25 | 20 | ECHO | 10 | 10 |

MARKT | 25 | 38 | ESTAT | 15 | 17 |

REGIO | 12 | 12 | BUDG | 5 | 6 |

TAXUD | 106 | 98 | OLAF | 1 | 1 |

Όπως κατά το 2002, ο πλέον αυξημένος αριθμός ανήκει στη ΓΔ Γεωργία (με 322 συνεδριάσεις), δεδομένου ότι η διαχείριση των διαφόρων γεωργικών αγορών απαιτεί συχνές συνεδριάσεις. Ακολουθεί η ΓΔ Φορολογία και Τελωνειακή ΄Ενωση (με 113 συνεδριάσεις) και η ΓΔ Υγεία και Προστασία των Καταναλωτών (με 101 συνεδριάσεις), η οποία είναι αρμόδια, μεταξύ άλλων, για την ασφάλεια των τροφίμων, και μια ομάδα άλλων τομέων, όπως οι επιχειρήσεις, το περιβάλλον και η έρευνα, όπου ο αριθμός των συνεδριάσεων είναι της τάξης των 50-70.

2.3. Αριθμός γνωμών και πράξεων

΄Όπως η προηγούμενη έτσι και η παρούσα έκθεση παρουσιάζει γενικά στοιχεία σχετικά με τις επίσημες γνώμες που εκδίδονται από τις επιτροπές [23] και τις συνακόλουθες πράξεις (δηλαδή μέτρα εφαρμογής = νομικές πράξεις, διοικητικές αποφάσεις) που εγκρίνονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τα στοιχεία αυτά παρουσιάζουν το συγκεκριμένο έργο που παράγουν οι επιτροπές. (πίνακας IV). Ο συνολικός αριθμός των γνωμών που εκδόθηκαν από τις επιτροπές το 2003 ήταν 2 981 (3 610 το 2002)· ο αριθμός των πράξεων που εξέδωσε η Επιτροπή ήταν 2 768 (3 077 το 2002). Αμφότεροι οι δείκτες δείχνουν ότι ποσοτικά παρήχθη κάπως λιγότερο έργο το 2003 σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο.

Πίνακας IV

Αριθμός των γνωμών και των πράξεων (2003)

Γνώμες | Πράξεις | Γνώμες | Πράξεις |

ENTR | 395 | 352 | EAC | 97 | 47 |

EMPL | 16 | 0 | SANCO | 392 | 392 |

AGRI | 1.413 | 1.413 | JAI | 13 | 7 |

TREN | 30 | 24 | RELEX | 4 | 4 |

ENV | 39 | 31 | TRADE | 66 | 55 |

RTD | 74 | 60 | ELARG | 83 | 90 |

INFSO | 34 | 21 | AIDCO | 164 | 153 |

FISH | 19 | 9 | ECHO | 42 | 42 |

MARKT | 10 | 8 | ESTAT | 26 | 18 |

REGIO | 29 | 7 | BUDG | 1 | 1 |

TAXUD | 34 | 34 | OLAF | 0 | 0 |

Ο μεγάλος αριθμός των πράξεων που εκδόθηκαν σε ορισμένους τομείς πολιτικής ─ γεωργία (1 413), επιχειρήσεις (352) και υγεία και προστασία των καταναλωτών (392) ─ αντανακλά και πάλι την ένταση των εργασιών που έχουν ανατεθεί μέσω των διαδικασιών της επιτροπολογίας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στους τομείς αυτούς [24].

[1] Το παράρτημα παρουσιάζεται ως έγγραφο εργασίας του προσωπικού της Επιτροπής.

[2] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

[3] EE L 197 της 18.7.1987, σ. 33

[4] ΕΕ C 203, 17.07.1999, σ. 1.

[5] COM(2001) 789 τελικό, που εκδόθηκε στις 27.12.2001.

[6] Κανονισμοί του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1) και κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36), περί προσαρμογής προς την απόφαση 1999/468/ΕΚ των διατάξεων των σχετικών με τις επιτροπές που επικουρούν την Επιτροπή στην άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της, οι οποίες προβλέπονται από πράξεις του Συμβουλίου που εκδόθηκαν σύμφωνα με τη διαδικασία διαβούλευσης (ειδική πλειοψηφία/ομοφωνία) και κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1105/2003 του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 περί γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά ταμεία (ΕΕ L 158 της 27.6.2003, σ. 3).

[7] ΕΕ C 225 της 8.8.2000, σ. 2.

[8] ΕΕ C 38 της 6.2.2001, σ. 3. Κατόπιν ορισμένων τροπολογιών που πρέπει να εγκριθούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και μιας γλωσσικής αναθεώρησης, ο εσωτερικός πρότυπος κανονισμός θα αποτελέσει αντικείμενο νέας δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα.

[9] Βλ. τη διεύθυνση του διαδικτύου:

http://europa.eu.int/comm/secretariat_general/regcomito/registre.cfm?CL=en Το μητρώο περιλαμβάνει έγγραφα που καλύπτουν την περίοδο από τις αρχές του 2003.

[10] ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.

[11] EE L 256 της 10.10.2000, σ. 19. Η συμφωνία ακύρωσε ορισμένες προηγούμενες συμφωνίες: τη συμφωνία Plumb/Delors de 1988, τη συμφωνία Samland/Williamson του 1996 και το «modus vivendi» του 1994.

[12] Τα σχέδια αποστέλλονται πρώτον πριν από τη συνεδρίαση μιας επιτροπής και στη συνέχεια μια δεύτερη φορά μετά από αυτή τη συνεδρίαση, εφόσον έχουν πραγματοποιηθεί ουσιαστικές τροποποιήσεις στο σχέδιο μέτρου.

[13] Η ίδια η βασική πράξη πρέπει να έχει εγκριθεί κατά τη διαδικασία συναπόφασης (άρθρο 251 της συνθήκης) μεταξύ του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

[14] Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου περί τροποποίησης της απόφασης 1999/468/ΕΚ για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή [COM (2002) 719 τελικό, που εγκρίθηκε στις 11.12.2002).

[15] Ψήφισμα της 2.9.2003 (P5-TA(2003)0352), βασισμένο στην έκθεση του R. CORBETT.

[16] COM (2004) 324 τελικό της 22.4.2004.

[17] Σχέδιο συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, το οποίο υποβλήθηκε στη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στη Θεσσαλονίκη, στις 20 Ιουνίου 2003, άρθρα Ι-35 και Ι-36.

[18] Βλέπε προσωρινή ενοποιημένη έκδοση του σχεδίου συνθήκης για τη δημιουργία ενός συντάγματος για την Ευρώπη, έγγραφο CIG 86/04, της 25.6.2004.

[19] ΄Εγγραφο της Επιτροπής C(2003) 341/3.

[20] Για τη διευρυμένη Ένωση - Έγγραφο στρατηγικής και έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά την πρόοδο κάθε υποψήφιας χώρας για την ένταξή της (9.10.2002), COM (2002) 700 τελικό, βλέπε σημείο 3.3 (σ. 25).

[21] COM (1999) 710 τελικό της 20.12.1999.

[22] ΕΕ C 203 της 17.07.1999, σ. 1. Αυτό σημαίνει: η παραλλαγή Ι υπολογίζεται από κοινού με τη συμβουλευτική διαδικασία, οι παραλλαγές ΙΙα και ΙΙβ με τη διαχειριστική διαδικασία οι παραλλαγές ΙΙΙα και ΙΙΙβ με την κανονιστική διαδικασία.

[23] Συμπεριλαμβανομένων των ευνοϊκών, των μη ευνοϊκών γνωμών και των περιπτώσεων απουσίας γνώμης, κατόπιν επίσημης ψηφοφορίας εάν πρόκειται για κανονιστική διαδικασία ή διαδικασία διαχείρισης.

[24] Πρέπει εντούτοις να επισημανθεί ότι ο αριθμός και μόνον των πράξεων που εκδίδονται δεν συνεπάγεται την πολιτική, οικονομική ή δημοσιονομική σπουδαιότητα των αποφάσεων που λαμβάνονται.

Top