EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52004DC0429

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Σχετικά με την βελτίωση της πρόσβασης σε πληροφορίες εκ μέρους των υπηρεσιών επιβολής του νόμου (Πολιτικη ενημερωσης της ΕΕ)

/* COM/2004/0429 τελικό */

52004DC0429

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Σχετικά με την βελτίωση της πρόσβασης σε πληροφορίες εκ μέρους των υπηρεσιών επιβολής του νόμου (Πολιτικη ενημερωσης της ΕΕ) /* COM/2004/0429 τελικό */


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ - Σχετικά με την βελτίωση της πρόσβασης σε πληροφορίες εκ μέρους των υπηρεσιών επιβολής του νόμου (πολιτικη ενημερωσης της ΕΕ)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 - ΕΙΣΑΓΩΓΗ, ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Ανασκόπηση

Η διακήρυξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας [1] ζητά από το Συμβούλιο να εξετάσει την ύπαρξη νομοθετικών μέτρων για την απλοποίηση της ανταλλαγής πληροφοριών και στοιχείων μεταξύ των υπηρεσιών επιβολής του νόμου των κρατών μελών. Η Επιτροπή καλείται να υποβάλει προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ιουνίου, σχετικά με την ανταλλαγή προσωπικών πληροφοριών και τη χρήση των πληροφοριών που αφορούν τους επιβάτες, με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Οι προτάσεις της Επιτροπής πρέπει, επίσης, να περιλαμβάνουν διατάξεις που θα δίνουν τη δυνατότητα πρόσβασης, στις εθνικές υπηρεσίες επιβολής του νόμου, στα ευρωπαϊκά πληροφοριακά συστήματα.

[1] Διακήρυξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 25ης Μαρτίου 2004, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας.

Η παρούσα ανακοίνωση αποτελεί την πρώτη συμβολή της Επιτροπής που ανταποκρίνεται στο αίτημα του Συμβουλίου.

Στην ανακοίνωση αυτή, η Επιτροπή καθορίζει τα στοιχεία που είναι σημαντικά για την επίτευξη της ελεύθερης κυκλοφορίας πληροφοριών μεταξύ των υπηρεσιών επιβολής του νόμου των κρατών μελών, με έναν πιο διαρθρωμένο τρόπο από ότι συνέβαινε μέχρι τώρα. Επί του παρόντος, υπάρχουν εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία πληροφοριών, τα οποία προκαλούν το Συμβούλιο, μεταξύ άλλων, να αφιερώσει τον τρίτο γύρο εργασιών αμοιβαίας αξιολόγησης για να εξετάσει "την ανταλλαγή πληροφοριών και στοιχείων μεταξύ της Ευροπώλ και των κρατών μελών, καθώς και μεταξύ των κρατών μελών αντίστοιχα". Η δημιουργία στεγανών πληροφόρησης και η έλλειψη σαφούς πολιτικής σχετικά με τους δίαυλους πληροφόρησης, εμποδίζουν την ανταλλαγή πληροφοριών. Η πρόκληση να ξεπεραστεί ο καταμερισμός των πληροφοριών μεταξύ των διαφόρων υπουργείων, σε εθνικό επίπεδο, επιδεινώνεται λόγω των νομικών, τεχνικών και πρακτικών προβλημάτων που εμποδίζουν την ανταλλαγή μεταξύ των κρατών μελών. Η Επιτροπή, προκειμένου να σχηματίσει μια πιο ακριβή εικόνα των εμποδίων αυτών, προτείνει την ανάληψη προσπάθειας συνολικής εκτίμησης της κατάστασης των συνθηκών πρόσβασης στις πληροφορίες, καθώς και την ευρεία και ανοιχτή διαβούλευση με όλους τους ενδιαφερόμενους παράγοντες, δηλαδή τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων. Η ανακοίνωση στοχεύει, επίσης, στην παροχή μέσων για την αποφυγή της επέλευσης μεγάλων κινδύνων, όπως είναι η τρομοκρατία, με την εισαγωγή της έννοιας της επιβολής του νόμου με τη βοήθεια πληροφοριών, σε επίπεδο ΕΕ. Η ανακοίνωση παρέχει ημερήσια διάταξη που καθορίζει το πώς θα επιτευχθεί αυτό και ανακοινώνει την ύπαρξη νομοθεσίας για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων νομικών προβλημάτων. Το κέντρο ενδιαφέροντος αυτής της ανακοίνωσης είναι η βελτίωση της δυνατότητας πρόσβασης στις απαραίτητες και σχετικές πληροφορίες, καθώς και η ευρεία έννοια της εισαγωγής της επιβολής του νόμου με τη βοήθεια πληροφοριών, σε επίπεδο ΕΕ. Η ανακοίνωση αυτή θα έχει, επίσης, επιπτώσεις για τον διεθνή ρόλο που έχει τη δυνατότητα να αναλάβει η ΕΕ.

Τα δύο αυτά στοιχεία αποτελούν τους θεμελιώδεις λίθους της πολιτικής ενημέρωσης της ΕΕ για την επιβολή του νόμου. Η κοινή δράση στους τομείς αυτούς θα στηρίξει την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, στον οποίο θα είναι εξασφαλισμένη η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων ενόψει των νέων προκλήσεων στον τομέα της ασφάλειας, που έχει επιβάλει η τρομοκρατία και οι άλλες μορφές σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος στην Ένωση, ως σύνολο. Η αποτελεσματικότητα των δραστηριοτήτων επιβολής του νόμου πρέπει να βασίζεται στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, που προστατεύονται από τις διεθνείς, ευρωπαϊκές και συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών. Επιπλέον, κατά τη διαμόρφωση της πολιτικής αυτής, η Επιτροπή θα εξασφαλίσει ότι θα ληφθεί πλήρως υπόψη ο κοινοτικός νόμος και οι πολιτικές. Συγκεκριμένα, η πολιτική αυτή δεν πρέπει να δημιουργήσει νομική αβεβαιότητα ή αδικαιολόγητες οικονομικές επιβαρύνσεις στις βιομηχανίες.

Η Επιτροπή ζητά από τα κράτη μέλη, καθώς και από τα εμπλεκόμενα μέρη, να ασκήσουν τις ακόλουθες τολμηρές δραστηριότητες συνεργασίας.

Πρώτον, να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για να καταστήσουν δυνατή την πρόσβαση των ευρωπαϊκών αρχών επιβολής του νόμου στα απαραίτητα και σχετικά δεδομένα και πληροφορίες, προκειμένου να αποτρέψουν και να καταπολεμήσουν την τρομοκρατία και άλλες μορφές σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος, καθώς και τις συνεπακόλουθες απειλές. Από την άποψη αυτή, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι συχνά η εγκληματική δραστηριότητα που δεν φαίνεται να ανήκει στην κατηγορία «οργανωμένο ή σοβαρής μορφής έγκλημα», μπορεί κάλλιστα να οδηγήσει σε αυτό ή να συνδέεται με αυτό.

Δεύτερον, να παράγουν και να χρησιμοποιούν υψηλής ποιότητας πληροφορίες της ΕΕ σχετικά με την εγκληματικότητα. Η γνώση που θα διατίθεται κατά τη διαδικασία αυτή θα στηρίξει το πολιτικό επίπεδο να θέσει προτεραιότητες κατά την επιβολή του νόμου στην ΕΕ, με συναινετικό τρόπο. Επίσης, θα βοηθήσει τις αρχές επιβολής του νόμου να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την εγκληματικότητα και τις απειλές που θέτουν σε κίνδυνο τις ζωές των πολιτών μας, καθώς και τη φυσική τους ακεραιότητα και ασφάλεια.

Τρίτον, να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των υπηρεσιών επιβολής του νόμου. Η εισαγωγή κοινών όρων, παραδείγματος χάριν όσον αφορά την πρόσβαση στα συστήματα δεδομένων, και η ανταλλαγή της τεχνογνωσίας θα συνεισφέρουν στη σύσταση κοινής πλατφόρμας πολιτικής πληροφόρησης και συγκεκριμένα με την αφαίρεση των αντικειμενικών εμποδίων και την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών και στοιχείων.

Μία σειρά εκτιμήσεων οδηγεί την πολιτική πληροφόρησης της ΕΕ προς την επιβολή του νόμου. Έχει σχέση με την αυξημένη επίγνωση του γεγονότος ότι η Ένωση είναι ευάλωτη στις απειλές, όπως αυτές που δημιούργησαν οι τρομοκρατικές δραστηριότητες στην εξάρτηση της Ένωσης σε δίκτυα συνδεδεμένα μεταξύ τους. Επίσης, οι εκτιμήσεις αυτές σχετίζονται με την ανάγκη δημιουργίας ενισχυμένων ροών πληροφόρησης μεταξύ των αρμόδιων αρχών, με τα οφέλη της νέας τεχνολογίας και των, βασισμένων στη γνώση, δυνατοτήτων τόνωσης των δράσεων επιβολής του νόμου και ταυτόχρονα με την ενίσχυση της προστασίας των δεδομένων, της ασφάλειας και των σχετικών μηχανισμών παρακολούθησης και επίβλεψης.

Η ανακοίνωση αυτή έχει σκοπό να βελτιώσει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ όλων των αρχών επιβολής του νόμου, όχι μόνο μεταξύ των αστυνομικών αρχών, αλλά και μεταξύ των τελωνειακών αρχών, των μονάδων οικονομικών πληροφοριών, της αλληλεπίδρασης με τις δικαστικές υπηρεσίες και τις υπηρεσίες της εισαγγελίας, καθώς και μεταξύ όλων των άλλων δημοσίων φορέων, που συμμετέχουν στην διαδικασία, η οποία κυμαίνεται από τον πρώιμο εντοπισμό των απειλών κατά της ασφάλειας και των ποινικών αδικημάτων, έως την καταδίκη και την τιμωρία των δραστών. Ο καθοριστικός ρόλος που παίζουν οι υπηρεσίες κρατικής ασφάλειας και εθνικών μυστικών πληροφοριών, είναι αδιαμφισβήτητος. Στις ακόλουθες παραγράφους παρουσιάζονται οι πολλές, συνδεδεμένες μεταξύ τους, προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η πολιτική πληροφόρησης της ΕΕ σχετικά με την επιβολή του νόμου.

Τέλος, πρέπει να ληφθεί υπόψη η εξωτερική διάσταση του προβλήματος, λόγω της διεθνούς φύσης της πρόκλησης που συνιστά η τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα και την οποία προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε. Άλλες χώρες έχουν αναπτύξει ή μπορούν να αναπτύξουν στο μέλλον τις δικές τους πολιτικές πληροφόρησης για την επιβολή του νόμου και έχουμε δει ήδη περιπτώσεις, όπου οι πολιτικές αυτές έχουν επιπτώσεις στους πολίτες της ΕΕ και τους οικονομικούς φορείς. Επίσης, μπορεί να προκύψουν ζητήματα αμοιβαιότητας και οι πολυμερείς λύσεις ίσως χρειαστεί να αναζητηθούν σε ειδικευμένα φόρουμ. Θα πρέπει, επίσης, να ληφθεί υπόψη η επίδραση που θα έχει η πολιτική της ΕΕ στους υπηκόους τρίτων χωρών, ώστε να εξασφαλιστεί τόσο το ότι η συνεργασία για την επιβολή του νόμου με αυτές τις χώρες δεν είναι ζημιογόνα, όσο και το ότι γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα των πολιτών, χωρίς διάκριση.

Η πολιτική αυτή θα καταστήσει, κατ' αρχήν, δυνατή την πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου στα απαραίτητα και σχετικά δεδομένα και πληροφορίες, προκειμένου να αποτρέψουν και να καταπολεμήσουν την τρομοκρατία και τις άλλες μορφές σοβαρών ή οργανωμένων εγκλημάτων, καθώς και τις συνεπακόλουθες απειλές [2]. Δεύτερον, θα προωθήσει την παραγωγή και χρήση, σε επίπεδο ΕΕ, υψηλής ποιότητας στοιχείων που σχετίζονται με την εγκληματικότητα, για να βοηθήσει την έκδοση αποφάσεων πολιτικού χαρακτήρα, καθώς και τις αρχές επιβολής του νόμου να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα εγκλήματα αυτά. Τρίτον, θα στηρίξει την δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ των αρμόδιων αρχών. Κατά τη δημιουργία της πολιτικής αυτής, θα ληφθούν, επίσης, υπόψη οι κοινοτικές πολιτικές και τα κοινοτικά νομοθετικά όργανα, πιο συγκεκριμένα η πολιτική αυτή θα σεβαστεί πλήρως τα ανθρώπινα δικαιώματα.

[2] Για τους σκοπούς αυτής της ανακοίνωσης, η έκφραση "δεδομένα" ή "πληροφορία" σημαίνει "δεδομένα, στοιχεία και πληροφορίες" αν δεν υπάρχει αντίθετη ένδειξη, ο όρος 'πληροφορίες' αναφέρεται στις 'πληροφορίες σχετικά με την εγκληματικότητα'.

Η πολιτική πληροφόρησης πρέπει να λάβει υπόψη της τα ακόλουθα στοιχεία:

* Η πρόκληση που συνιστά η ασφάλεια απαιτεί, καθόσον είναι αναγκαίο, κοινή και εναρμονισμένη δράση, σε άνευ προηγουμένου κλίμακα. Οι ενδιαφερόμενοι είναι οι εθνικές αρχές επιβολής του νόμου, οι εθνικές κυβερνήσεις, οι ευρωπαϊκές εκτελεστικές και νομοθετικές αρχές και άλλοι φορείς σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.

* Η πρόκληση που συνιστούν τα ανθρώπινα δικαιώματα σημαίνει επίτευξη, από τη μία πλευρά, της κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ της έγκυρης προστασίας των δεδομένων και τηρουμένων δεόντως των άλλων θεμελιωδών δικαιωμάτων και από την άλλη εντατική χρήση των πληροφοριών που διατίθενται στον τομέα επιβολής το νόμου, με σκοπό τη διασφάλιση των ουσιωδών δημοσίων συμφερόντων, όπως η εθνική ασφάλεια και η πρόληψη, ανίχνευση και δίωξη αξιόποινων πράξεων.

* Όσον αφορά την τεχνολογία, χρειάζονται συμβατά συστήματα πληροφορικής που προστατεύονται από την παράνομη πρόσβαση, με την κατάλληλη προστασία δεδομένων, περιλαμβανομένης της παρακολούθησης και επίβλεψης της επεξεργασίας των δεδομένων, καθώς και του ελέγχου των ερευνών. Ο έλεγχος της εγκληματικότητας των τεχνολογιών πληροφορικής πρέπει να αποκαλύπτει τις αδυναμίες και τις ευκαιρίες εγκληματικών δραστηριοτήτων και να εστιάζει στην ανάλυση των δεδομένων, όπως π.χ. στην αξιολόγηση του κινδύνου και τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών στοιχείων (των υπόπτων).

* Για τη διευκόλυνση της αποτελεσματικής συνεργασίας, τα κοινά πρότυπα συλλογής, αποθήκευσης, ανάλυσης και ανταλλαγής πληροφοριών θα στηρίξουν αποφασιστικά την οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών, τόσο σε εθνικό όσο και σε επίπεδο ΕΕ.

* Η εφαρμογή προσέγγισης σε πολλές φάσεις απαιτεί την ανάγκη μακροπρόθεσμης συνεργασίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 - ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΝΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΜΕ ΤΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ, ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΕ

2.1. Στρατηγικοί στόχοι

Στόχος αυτής της ανακοίνωσης είναι να δημιουργήσει ευρωπαϊκή πολιτική πληροφόρησης, όσον αφορά την επιβολή του νόμου, η οποία θα συμβάλλει στην πραγματοποίηση των στόχων του άρθρου 29 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Ο στόχος αυτός θα πραγματοποιηθεί με την παροχή καλύτερων πληροφοριών, μέσω ασφαλών μεθόδων μεταβίβασης, σχετικά με την υπάρχουσα συνεργασία για την επιβολή του νόμου και με την προετοιμασία των συνθηκών για τη δημιουργία αποτελεσματικής επιβολής του νόμου με τη βοήθεια πληροφοριών, σε τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, με τη στήριξη της απαραίτητης οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Το πολιτικό σχέδιο περιλαμβάνει τις νομικές, τεχνικές και οργανωτικές δράσεις, οι οποίες, συνδυασμένες μεταξύ τους, θα παρέχουν στις αρχές επιβολής του νόμου το πλαίσιο συνεργασίας για να διευκολύνουν την πρόσβαση και την επεξεργασία των δεδομένων που σχετίζονται με την επιβολή του νόμου και να παράγουν πληροφορίες ποινικού περιεχομένου.

Κατά την λεπτομερέστερη εξέταση της πολιτικής πληροφόρησης, βρέθηκαν οι ακόλουθοι στόχοι στο προσκήνιο:

* η βελτίωση της πρόσβασης σε πληροφορίες στις περαιτέρω κύριες δραστηριότητες επιβολής του νόμου, καθώς και η παραγωγή πληροφοριών ποινικού περιεχομένου,

* η εξασφάλιση ότι τα σχετικά δεδομένα που συστάθηκαν για σκοπούς διαφορετικούς από την επιβολή του νόμου, είναι διαθέσιμα εφόσον είναι κατάλληλα, απαραίτητα και αναλογικά με τους συγκεκριμένους και θεμιτούς επιδιωκόμενους σκοπούς [3],

[3] Νομοθετική πρόταση για τη διαφύλαξη δεδομένων έχει υποβληθεί από τέσσερα κράτη μέλη στο Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (ΔΕΥ), τον Απρίλιο του 2004. Η Επιτροπή προβλέπει ανοιχτή διαβούλευση για το θέμα αυτό.

* η σύσταση ή στην περίπτωση που υπάρχουν ήδη, η προώθηση της αποτελεσματικής χρήσης κοινών οριζόντιων προτύπων για την πρόσβαση σε δεδομένα, την έγκριση, τις εμπιστευτικές πληροφορίες, την αξιοπιστία, την ασφάλεια των δεδομένων και την προστασία των δεδομένων, καθώς και την προώθηση των προτύπων διαλειτουργικότητας για εθνικές και διεθνείς βάσεις δεδομένων,

* η καθιέρωση συμφωνημένων μορφών πληροφοριών για να βοηθηθεί η πολιτική και διοικητική λήψη αποφάσεων και να προωθηθεί η ανάπτυξη και χρήση ισοδύναμων μεθόδων για την ανάλυση π.χ. των δικτύων εγκληματικότητας, των απειλών στον τομέα της εγκληματικότητας, των κινδύνων και των χαρακτηριστικών στοιχείων, στηρίζεται επιπλέον από τις οικονομικές εκτιμήσεις ζημιών,

* η παροχή της βάσης για την προτεραιότητα στη συλλογή και ανάλυση πληροφοριών σε ολόκληρη την ΕΕ και, στη συνέχεια, για την επιλογή του καλύτερου τρόπου δράσης για την πρόληψη και καταπολέμηση της τρομοκρατίας και άλλων μορφών σοβαρού ή οργανωμένου εγκλήματος, καθώς και τις επακόλουθες απειλές, στα πλαίσια των καθορισμένων προτεραιοτήτων,

* η διευκόλυνση της συντονισμένης και, σε συνεργασία, δράσης της επιβολής του νόμου, με σκοπό την πρόληψη, έρευνα, ή εξάρθρωση, αποτελεσματικά και, αναλόγως την περίπτωση, των τρομοκρατικών ενεργειών, καθώς και των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με άλλες μορφές σοβαρού ή οργανωμένου εγκλήματος.

Η βελτιωμένη πρόσβαση στα δεδομένα, τις πληροφορίες και τα στοιχεία θα στηρίξει την επιβολή του νόμου σε κάθε κράτος μέλος και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για να αποτρέψει και να καταπολεμήσει την τρομοκρατία και τις άλλες μορφές σοβαρού ή οργανωμένου εγκλήματος, καθώς και τις συνεπακόλουθες απειλές. Η προστιθέμενη αξία θα προκληθεί όταν τα δεδομένα αναλυθούν μεθοδολογικά για να παράσχουν πρώτης τάξης πληροφορίες για εγκλήματα. Για τη στήριξη της επιβολής του νόμου με τη βοήθεια πληροφοριών στην ΕΕ, πρέπει να εγκριθούν οι ελάχιστες απαιτήσεις για τα εθνικά συστήματα πληροφοριών για εγκλήματα, τα οποία θα δίνουν τη δυνατότητα σύμφωνων αξιολογήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

2.2. Κύρια στοιχεία για αποτελεσματική πρόσβαση και συλλογή, αποθήκευση, ανάλυση και ανταλλαγή δεδομένων και πληροφοριών

2.2.1. Η αρχή της ισοδύναμης πρόσβασης μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου

Ο πρώτος βασικός στόχος της πολιτικής πληροφόρησης για την επιβολή του νόμου είναι η καθιέρωση της ελεύθερης μετακίνησης πληροφοριών μεταξύ των υπηρεσιών επιβολής του νόμου, περιλαμβανομένης της ΕΥΡΟΠΩΛ και της EUROJUST. Επί του παρόντος, οι αρχές επιβολής του νόμου μπορούν να ερευνήσουν τις βάσεις δεδομένων που είναι εθνικά διαθέσιμες. Ωστόσο, η πρόσβαση σε πληροφορίες που έχουν στην κατοχή τους οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου από άλλα κράτη μέλη, δημιουργεί προκλήσεις που την κάνουν μη προσβάσιμη στην πράξη.

Η πολιτική πληροφόρησης στοχεύει στο να καταστήσει, πρακτικά, δυνατή την πληροφόρηση για όλες τις αρχές επιβολής του νόμου της ΕΕ, περιλαμβανομένης της ΕΥΡΟΠΩΛ και της EUROJUST, προκειμένου να τις βοηθήσει κατά την εκτέλεση των λειτουργιών τους και σύμφωνα με το κράτος δικαίου.

Η αρχή που εισάγει η πολιτική πληροφόρησης για να αντισταθμίσει τις προκλήσεις που διατυπώθηκαν στο προηγούμενο κεφάλαιο, είναι αυτή του «δικαιώματος της ίσης πρόσβασης στα δεδομένα». Αυτό θα δώσει στις αρχές επιβολής του νόμου της ΕΕ και στους αρμόδιους υπαλλήλους, ίσα δικαιώματα πρόσβασης στα δεδομένα και τις βάσεις δεδομένων άλλων κρατών μελών της ΕΕ, με παρόμοιες συνθήκες με εκείνες των αρχών επιβολής του νόμου του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Απόρροια αυτού του δικαιώματος είναι η υποχρέωση παροχής πρόσβασης στους υπαλλήλους των υπηρεσιών επιβολής του νόμου, άλλων κρατών μελών, υπό τις ίδιες συνθήκες με τους υπαλλήλους του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

Αυτό συνεπάγεται με τη δέσμευση από τα κράτη μέλη να ενεργούν στα πλαίσια ενός ευρωπαϊκού μοντέλου, στο οποίο περιλαμβάνονται θέματα όπως ο συγχρονισμός της αξιολόγησης των απειλών, στη βάση κοινής μεθοδολογίας και συστηματικής υποστήριξης, από τομεακές μελέτες σχετικά με την τρωτότητα.

Η αρχή της ισοδύναμης πρόσβασης αναγνωρίζει ότι:

- η ασφάλεια της Ένωσης και των πολιτών της αποτελεί κοινή ευθύνη,

- τα κράτη μέλη αλληλεξαρτώνται για να εφαρμόσουν νόμους για να αποτρέψουν και να καταπολεμήσουν την τρομοκρατία και τις άλλες μορφές σοβαρού ή οργανωμένου εγκλήματος και τις επακόλουθες απειλές,

- οι αρχές επιβολής του νόμου σε ένα κράτος μέλος εκτελούν παρόμοια καθήκοντα και έχουν τις ίδιες ανάγκες για πληροφόρηση με τις αρχές άλλων κρατών μελών,

- οι αρχές επιβολής του νόμου ενεργούν νόμιμα όταν έχουν πρόσβαση σε δεδομένα ή διερευνούν τις βάσεις δεδομένων, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και εντός των συνόρων που έχουν οριστεί με κοινούς κανόνες για την προστασία και την ασφάλεια των δεδομένων.

Για λόγους αρχής, το δικαίωμα της ισοδύναμης πρόσβασης δεν πρέπει να εξασθενίσει την αποτελεσματικότητα των υπαρχόντων οργάνων αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής. Θα πρέπει να αναλυθούν προσεκτικά όλες οι πιθανές νομικές επιδράσεις.

Οι διαφανείς και σαφείς προϋποθέσεις για την πρόσβαση στις απαραίτητες και σχετικές πληροφορίες, για όλες τις αρχές επιβολής του νόμου της ΕΕ, θα πρέπει να συσταθούν με βάση τα κοινά πρότυπα, περιλαμβανομένης της προστασίας και ασφάλειας των δεδομένων. Τα κράτη μέλη θα είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή των προϋποθέσεων αυτών. Θα συσταθεί σύστημα παρακολούθησης της εφαρμογής, μετά την αναγνώριση των προϋποθέσεων για πρόσβαση στην πορεία συνολικής εκτίμησης της κατάστασης(βλέπε παράγραφο 2.2.2).

Τα βασικά εμπόδια της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά μόνο με σοβαρή δέσμευση ανάληψης, εκ μέρους των κρατών μελών, συγκεκριμένων μέτρων για την σύσταση ευρωπαϊκού μοντέλου πληροφοριών που σχετίζονται με την εγκληματικότητα (βλέπε παράγραφο 2.3).

Η ευρωπαϊκή πολιτική πληροφόρησης στοχεύει στην εισαγωγή της αρχής της ισοδύναμης πρόσβασης στα απαραίτητα και σχετικά δεδομένα και πληροφορίες για τις αρχές επιβολής του νόμου της ΕΕ. Η Επιτροπή θα εξετάσει μαζί με τα κράτη μέλη, ποια εμπόδια υπάρχουν και σε αυτή τη βάση θα αξιολογήσει την καταλληλότητα της υποβολής νομοθετικής πρότασης στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που θα σχετίζεται με την εισαγωγή του σε επίπεδο ΕΕ.

2.2.2. Οριοθέτηση των συνθηκών πρόσβασης

Η Επιτροπή προτείνει την διεξαγωγή πλήρους εκτίμησης της κατάστασης στη βάση των διαθέσιμων πληροφοριών, καθώς και των πληροφοριών που παρέχονται για το σκοπό αυτό από τα κράτη μέλη, για να δοθούν οι πληροφορίες για τα ακόλουθα στοιχεία:

- σε ποια δεδομένα και βάσεις δεδομένων είναι δυνατή η πρόσβαση στις αρχές επιβολής του νόμου στα κράτη μέλη και ποια είναι προσβάσιμα στο εξωτερικό, περιλαμβανομένων των βάσεων των παραρτημάτων (περιεχόμενο),

- ποιος είναι ο σκοπός της βάσης δεδομένων (ορισμός σκοπού),

- ποιου είδους αρχή επιβολής του νόμου έχει πρόσβαση στα δεδομένα αυτά (χρήστες),

- υπό ποιες προϋποθέσεις έχουν οι αρχές αυτές πρόσβαση στα δεδομένα και τις βάσεις δεδομένων (πρωτόκολλο πρόσβασης),

- ποιες είναι οι τεχνικές απαιτήσεις για πρόσβαση στα δεδομένα αυτά και τις βάσεις (τεχνικά πρωτόκολλα),

- πόσο συχνά γίνεται πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα και τις βάσεις (συνάφεια),

- ποια δεδομένα ή βάσεις δεδομένων ενδιαφέρουν τις αρχές επιβολής του νόμου, αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε αυτά, τι είναι οι εφαρμοστέες διατάξεις προστασίας των δεδομένων (οριοθέτηση των αναγκών).

Η Επιτροπή σκοπεύει:

- να διεξάγει διαδικασία συνολικής εκτίμησης της κατάστασης, έως το τέλος του 2004, για να προσδιορίσει το πεδίο, τις ανάγκες και τους περιορισμούς πρόσβασης σε δεδομένα και βάσεις δεδομένων από τις αρχές επιβολής του νόμου.

- να διεξάγει μελέτη για τις νομικές διατάξεις, τις προϋποθέσεις, περιλαμβανομένων των λύσεων που παρέχει η τεχνολογία πληροφορικής για πρόσβαση σε δεδομένα (μη) επιβολής του νόμου, και τις διαδικασίες που σχετίζονται με τις διατάξεις για την προστασία και ασφάλεια των δεδομένων.

2.2.3. Συλλογή πληροφοριών

Οι αρχές επιβολής του νόμου της ΕΕ χρησιμοποιούν διαφορετικές προσεγγίσεις για τη συλλογή και κατηγοριοποίηση των δεδομένων και των πληροφοριών. Επί του παρόντος δεν υπάρχει ένα μοναδικό φόρουμ για την ταξινόμηση του απορρήτου των διαφόρων πληροφοριών.

Η πρώτη και κύρια πηγή πληροφοριών είναι η συλλογή δεδομένων των υπηρεσιών επιβολής του νόμου. Η πρόσβαση σε δεδομένα που δεν έχουν συγκεντρωθεί για τους σκοπούς της επιβολής του νόμου αποτελεί άλλο πολιτικό ζήτημα. Απαιτείται ευρεία και ανοιχτή διαβούλευση με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, εν όψει των πιθανών επιπτώσεων στους χειριστές και τους χρήστες και στους κοινοτικούς νόμους και τις πολιτικές.

Ένα σύστημα διαχείρισης των διαφόρων προνομίων πρόσβασης, π.χ. κοινά ευρωπαϊκά πρότυπα για την εξουσιοδότηση πρόσβασης σε διαβαθμισμένες πληροφορίες, κοινό σύστημα των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων πρόσβασης των χρηστών για τη διαχείριση των πολυάριθμων δικαιωμάτων πρόσβασης και επικυρωμένος τρόπος εγγραφής των εξουσιοδοτημένων χρηστών (π.χ. λογαριασμοί χρηστών) θα παράσχουν τη βάση της αποτελεσματικής διαχείρισης πρόσβασης. Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του χρήστη μπορούν, επίσης, να χρησιμοποιηθούν για τη συστηματική παρακολούθηση και τον έλεγχο πρόσβασης και επεξεργασίας των δεδομένων που είναι τοποθετημένα σε αρχεία καταγραφής (log files) και συστήματα ελέγχου πρόσβασης στον υπολογιστή (audit trail).

Η Επιτροπή σκοπεύει να διεξάγει μελέτες για να στηρίξει την επεξεργασία των νομοθετικών και μη νομοθετικών πρωτοβουλιών, που σχετίζονται με τις ελάχιστες απαιτήσεις συλλογής δεδομένων, τους κοινούς δικονομικούς κανόνες για την κατάταξη του εμπιστευτικού χαρακτήρα και της αξιοπιστίας των δεδομένων, τους κοινούς κανόνες για την εξουσιοδότηση πρόσβασης σε διαβαθμισμένες πληροφορίες και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των χρηστών.

Η Επιτροπή θα οργανώσει περαιτέρω διαβουλεύσεις και διεπιστημονικά εργαστήρια στα πλαίσια του φόρουμ της ΕΕ για την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος, για να συζητήσει τις δημόσιες- ιδιωτικές εταιρικές σχέσεις και συγκεκριμένα την πρόσβαση στα δεδομένα που δεν έχουν συγκεντρωθεί για λόγους επιβολής του νόμου.

2.2.4. Ανταλλαγή και επεξεργασία δεδομένων

Πέρα από τους διάφορους τρόπους πρόσβασης στα δεδομένα και στις βάσεις δεδομένων, βάσει της αρχής της ισοδύναμης πρόσβασης, υπάρχει και ένας άλλος τρόπος για καλύτερη πρόσβαση στα δεδομένα και στις βάσεις, με τη δημιουργία δικτύων ή κεντρικών βάσεων. Στο πλαίσιο αυτό, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο [4] κάλεσε την Επιτροπή "να υποβάλει προτάσεις για ενισχυμένη διαλειτουργικότητα μεταξύ των ευρωπαϊκών βάσεων δεδομένων (SISII, VIS και EURODAC) για την εκμετάλλευση της προστιθέμενης αξίας τους εντός των αντίστοιχων νομικών και τεχνικών πλαισίων τους για την πρόληψη και καταπολέμηση της τρομοκρατίας" [5]. Η ενισχυμένη διαλειτουργικότητα θα πρέπει να λάβει δεόντως υπόψη τις ισχύουσες νομικές διατάξεις για την προστασία των δεδομένων.

[4] Διακήρυξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 25ης Μαρτίου 2004, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας.

[5] Θα ετοιμαστεί χωριστή ανακοίνωση της Επιτροπής για το θέμα αυτό.

Η Επιτροπή πιστεύει ότι η μόνη εναλλακτική λύση για το μέλλον θα είναι η δημιουργία διαλειτουργικών και διασυνδεδεμένων συστημάτων στην ΕΕ. Η εννοιολογικά περιεκτική αρχιτεκτονική ΤΠ, η οποία περιλαμβάνει τις εθνικές, ευρωπαϊκές και διεθνείς συνδέσεις, προσφέρει, μακροπρόθεσμα, σημαντικές αποταμιεύσεις, συνέργιες και πολιτικές ευκαιρίες, τόσο στον τομέα των πληροφοριών που αφορούν την εγκληματικότητα, όσο και στο ευρύτερο πλαίσιο μιας εξελισσόμενης στρατηγικής ασφάλειας.

Πρέπει να επιδιωχθεί η βαθμιαία προσέγγιση, βασιζόμενη στη δημιουργία μιας εναρμονισμένης μορφής κωδικοποίησης δεδομένων και κανόνων πρόσβασης, για τα διάφορα συστήματα. Στις πρώιμες διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους, που διεξήχθησαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή [6], έχουν ήδη αναγνωριστεί μια σειρά από θέματα που μπορεί να προβάλλουν εμπόδια για την ανταλλαγή πληροφοριών. Σε αυτά περιλαμβάνονται, συγκεκριμένα, η έλλειψη:

[6] Διακήρυξη του Δουβλίνου και συμπεράσματα των συναντήσεων του φόρουμ για την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος.

- κοινών κανόνων και προϋποθέσεων επεξεργασίας δεδομένων,

- κοινών κανόνων πρόσβασης στα δεδομένα,

- συμβατών όρων και στατιστικών εγκληματικότητας,

- συμβατών τεχνολογιών ΤΠ για χρήση από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου,

- συνεργασίας στην αγωγή επιβολής του νόμου, εκτός θεσμικών συνόρων,

- συνεργασίας μεταξύ των παραγόντων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα,

- συναίσθησης των κοινών κανόνων προστασίας των δεδομένων και η έλλειψη κοινού πλαισίου ασφάλειας των δεδομένων.

Η Επιτροπή προβλέπει την υποβολή ανακοίνωσης για την αναζήτηση αποτελεσματικών τρόπων απομάκρυνσης των βασικών εμποδίων κατά την ανταλλαγή πληροφοριών και η οποία θα υποστηρίζεται, ανάλογα με την περίπτωση, από αντίστοιχες νομοθετικές πρωτοβουλίες.

2.2.5. Έρευνα

Τα τρέχοντα ευρωπαϊκά προγράμματα έρευνας αντιμετωπίζουν το ζήτημα της ασφάλειας των συστημάτων πληροφόρησης και επικοινωνίας και υποδομής. Η Επιτροπή έχει ήδη εξετάσει την ανάγκη επιτάχυνσης της προετοιμασίας του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος ασφάλειας για τη βελτίωση της ασφάλειας των Ευρωπαίων πολιτών, με τη δρομολόγηση προπαρασκευαστικής πράξης για την έρευνα στον τομέα της ασφάλειας [7]. Η 'προπαρασκευαστική πράξη για την έρευνα στον τομέα της ασφάλειας', η οποία έχει καθοριστεί για τα έτη 2004-2006 (προϋπολογισμός 65 εκατ. ευρώ) θα στηρίξει και θα χρηματοδοτήσει τις δραστηριότητες για να διερευνήσει το πεδίο, εν όψει του περιεκτικού ευρωπαϊκού προγράμματος έρευνας στον τομέα της ασφάλειας από το 2007 και μετά.

[7] COM (2004) 72 τελ.

Η τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα αποτελούν τις δύο κύριες ανησυχίες των Ευρωπαίων πολιτών (80 % των πολιτών της ΕΕ αναγνωρίζουν στην τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα τους μεγαλύτερους φόβους τους). Επί του παρόντος, οι ερευνητικές δραστηριότητες που σχετίζονται με τα συστήματα πληροφοριών εγκληματικότητας ή επιβολής του νόμου, δεν καλύπτονται επαρκώς από τα ερευνητικά προγράμματα. Επομένως, υπάρχει ανάγκη να οριστούν οι συγκεκριμένες ερευνητικές δράσεις μαζί με τα υπάρχοντα προγράμματα. Επιπλέον, είναι, επίσης, δυνατή η συγχρηματοδότηση ερευνητικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο του προγράμματος «AGIS».

- Προώθηση της έρευνας για ασφαλείς και εμπιστευτικούς διαύλους επικοινωνίας μέσω του προγράμματος AGIS,

- Δρομολόγηση ανάπτυξης κανόνων για την ασφαλή ανταλλαγή πληροφοριών, ιδιαίτερα μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου,

- Διεξαγωγή συγκεκριμένης έρευνας για τη χρήση και εφαρμογή των ευρωπαϊκών συστημάτων πληροφόρησης σχετικά με την εγκληματικότητα, περιλαμβανομένων των σχετικών κοινών κανόνων για τα μετά - δεδομένα, ασφαλείς ανταλλαγές δεδομένων, ενισχυμένα μέσα προστασίας δεδομένων, αυτοματοποιημένη ανάλυση, εκτίμηση των απειλών- κινδύνων και μεθόδων προσδιορισμού των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων.

2.3. Βασικά στοιχεία της αποτελεσματικής δυνατότητας επιβολής του νόμου με τη βοήθεια πληροφοριών, σε επίπεδο ΕΕ

Ο δεύτερος βασικός στόχος της πολιτικής πληροφόρησης είναι να προτείνει βήματα για την εξέλιξη της επιβολής του νόμου στην ΕΕ με τη βοήθεια πληροφοριών. Οι πληροφορίες σχετικά με την εγκληματικότητα βοηθούν τις αρμόδιες αρχές κατά την πλήρωση των στρατηγικών ή λειτουργικών καθηκόντων τους, για να αποτρέψουν και να καταπολεμήσουν την τρομοκρατία και άλλες μορφές σοβαρού ή οργανωμένου εγκλήματος, καθώς και τις συνεπακόλουθες απειλές [8]. Η εισαγωγή του ευρωπαϊκού μοντέλου πληροφόρησης σχετικά με την εγκληματικότητα, μπορεί να καταστήσει αποτελεσματική την επιβολή του νόμου με τη βοήθεια πληροφοριών και να επιτρέψει την ενισχυμένη δράση συνεργασίας. Θα περιλαμβάνει θέματα, όπως ο συγχρονισμός της αξιολόγησης απειλών στη βάση κοινής μεθοδολογίας, η συστηματική στήριξη της αξιολόγησης απειλών μέσω τομεακών μελετών σχετικά με την τρωτότητα, καθώς και η κατανομή των απαιτούμενων οικονομικών και ανθρώπινων πόρων.

[8] Οι πληροφορίες σχετικά με την εγκληματικότητα χωρίζονται σε στρατηγικές και λειτουργικές (ή τακτικές) πληροφορίες. Οι στρατηγικές πληροφορίες παρέχουν μια εικόνα για το ζήτημα του ποιες είναι οι απειλές και τα εγκλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Οι λειτουργικές πληροφορίες παρέχουν τακτική καθοδήγηση για τον καλύτερο δυνατό τρόπο αντιμετώπισης τους και πως θα τους δοθεί προτεραιότητα.

Η πολιτική πληροφόρησης της ΕΕ για τους σκοπούς της επιβολής του νόμου σκοπεύει να καταστήσει διαθέσιμες τις απαραίτητες πληροφορίες σε δίκτυο πληροφοριών για την εγκληματικότητα, για να δημιουργήσει ευρωπαϊκή υπηρεσία στοιχείων εγκληματικότητας, με αποτέλεσμα την περιοδική παραγωγή στρατηγικών και λειτουργικών αξιολογήσεων της ΕΕ. Η διαθεσιμότητα του συστήματος πληροφόρησης της Ευροπώλ, θα παίξει, επίσης, σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη μιας τέτοιας δυνατότητας πληροφόρησης σε επίπεδο ΕΕ.

Τα βήματα που υπογραμμίζονται παρακάτω πρέπει να οδηγήσουν σε μια κατάσταση όπου οι στρατηγικές εκτιμήσεις είναι άμεσα διαθέσιμες στους αρμόδιους για τη λήψη αποφάσεων, ώστε να αναθεωρούν με αυτό τον τρόπο τις προτεραιότητες για την επιβολή του νόμου, όσο συχνά χρειάζεται. Επιπλέον, οι λειτουργικές εκτιμήσεις θα τεθούν στη διάθεση των αρχηγών των αστυνομικών δυνάμεων (CPTF), παρέχοντάς τους έτσι την καλύτερη δυνατή τακτική γνώση για την πρόληψη ή καταπολέμηση των απειλών ή των εγκλημάτων, περιλαμβανομένης της τρομοκρατίας, που τους δίνεται προτεραιότητα από το Συμβούλιο.

Επί του παρόντος οι αρχές επιβολής του νόμου στην ΕΕ δεν καθοδηγούνται από στοιχεία εγκληματικότητας που έχουν ως στόχο την ασφάλεια της ΕΕ ως συνόλου. Σήμερα υπάρχει επείγουσα ανάγκη προστασίας των πολιτών της ΕΕ από νέους κινδύνους και απειλές. Για το λόγο αυτό είναι απαραίτητο να διατεθούν οι στρατηγικές και λειτουργικές εκτιμήσεις της ΕΕ. Η ανταλλαγή πληροφοριών θα πρέπει, ομοίως, να υπόκειται στους κανόνες δικαίου και να σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα των προσώπων.

Επομένως, προβλέπεται η ακόλουθη προσέγγιση σε δύο φάσεις:

* Βραχυπρόθεσμα, οι υπηρεσίες πληροφοριών για την εγκληματικότητα των κρατών μελών θα συναντιούνται σε μηνιαία βάση, πιθανόν υπό την αιγίδα της Ευροπώλ, για να συζητούν τις εθνικές τους στρατηγικές και λειτουργικές εκτιμήσεις. Η Ευροπώλ πρέπει να συμβάλλει με κάθε πληροφορία που μπορεί να διαθέσει. Όλες οι πληροφορίες πρέπει να αντιπαραβάλλονται για να παράγουν στρατηγικές εκτιμήσεις σε επίπεδο ΕΕ, π.χ. δύο φορές το χρόνο και για λειτουργικές εκτιμήσεις μία φορά τον μήνα. Οι στρατηγικές εκτιμήσεις σε επίπεδο ΕΕ επιτρέπουν στο Συμβούλιο να καθορίσει τις προτεραιότητες επιβολής του νόμου. Οι αρχηγοί των αστυνομικών δυνάμεων πρέπει να μεταβιβάσουν τις λειτουργικές εκτιμήσεις στα λειτουργικά επίπεδα εντός των εθνικών κοινοτήτων επιβολής του νόμου.

Αυτά πρέπει να στηρίζονται, σε πρώτο στάδιο, σε πληροφορίες στις οποίες έχουν νόμιμη πρόσβαση οι υπηρεσίες πληροφοριών εγκληματικότητας των κρατών μελών και η Ευροπώλ, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας και τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιήσουν με τα διαθέσιμα μέσα ανάλυσης.

* Μακροπρόθεσμα, οι εθνικές αρχές πληροφοριών για την εγκληματικότητα μπορούν να αρχίσουν να δημιουργούν πληροφορίες σχετικά με την εγκληματικότητα, με τη χρήση τυποποιημένων μέσων ανάλυσης, στη βάση σχετικών δεδομένων για την επιβολή του νόμου εντός της Ένωσης.

Η σημασία της Ευροπώλ θα μεγαλώσει, καθώς τα δεδομένα και οι διαδικασίες θα είναι πιο ευρωπαϊκά. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία πληροφοριών υψηλότερης ποιότητας, για την εγκληματικότητα, καθώς θα ήταν περισσότερο τυποποιημένες και επομένως ευρέως κατανοητές. Οι σχέσεις μεταξύ της Ευροπώλ, του Συμβουλίου και των αρχηγών των αστυνομικών δυνάμεων πρέπει να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Τότε, η ΕΕ θα είναι σε θέση να εδραιωθεί στη διεθνή σκηνή ως εταίρος επιβολής του νόμου, με τον δικό της ξεχωριστό χαρακτήρα και την ιδιαίτερη ποιότητα.

Η Επιτροπή σκοπεύει να εξετάσει τα απαραίτητα μέτρα για την καθιέρωση συστήματος για την έγκαιρη δημιουργία αξιόπιστων εκτιμήσεων πληροφοριών σχετικά με την εγκληματικότητα και την παρουσίαση έκθεσης, έως το 2005, στο Συμβούλιο.

Το Συμβούλιο θα θέσει προτεραιότητες, βάσει των στρατηγικών εκτιμήσεων, τις οποίες επεξεργάζεται η ομάδα πληροφοριών εγκλήματος. Αυτές οι λειτουργικές εκτιμήσεις θα δώσουν τη δυνατότητα ύπαρξης ειδικών αποτελεσμάτων, π.χ. συλλήψεις, κατασχέσεις ή στερήσεις περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες ή εκτέλεση προσπαθειών αφιερωμένων στη διάσπαση εγκληματικών ομάδων.

Οι κατεξοχήν χρησιμοποιούμενες μέθοδοι πληροφοριών πρέπει να μορφοποιηθούν έτσι, ώστε να ενδείκνυνται για χρήση όχι μόνο σε επίπεδο ΕΕ, αλλά και για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων διακρατικών ή περιφερειακών θεμάτων (π.χ. η ομάδα ειδικών καθηκόντων της Βαλτικής σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα). Η Επιτροπή και η Ευροπώλ, πρέπει να εκπονήσουν μελέτη για τις διάφορες μεθόδους που χρησιμοποιούνται από τις μονάδες πληροφοριών εγκλήματος των κρατών μελών και να προτείνουν, έως το τέλος του 2005, αναλυτική μεθοδολογία για τη διαχείριση πληροφοριών που σχετίζονται με την εγκληματικότητα. Σε συνδυασμό με αυτά, μπορεί να ζητηθεί από την Ευρωπαϊκή Αστυνομική Ακαδημία να διοργανώσει πρόγραμμα κατάρτισης για να μάθουν οι αναλυτές εγκλημάτων πως χρησιμοποιούνται οι μέθοδοι αυτοί αλλά και τα διοικητικά στελέχη να μάθουν να αξιοποιούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις λειτουργικές εκτιμήσεις. Οι αναλυτικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται ευρέως [9] θα πρέπει να φέρουν αποτελέσματα που θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να παράγουν στρατηγικές και λειτουργικές εκτιμήσεις σε επίπεδο ΕΕ.

[9] Οι μέθοδοι αναλύονται στους τομείς των αποτελεσμάτων, των προτύπων εγκληματικότητας, των αγορών εγκληματικότητας, των δικτύων εγκληματικότητας, των κινδύνων (που συνήθως χρησιμοποιούνται ως εργαλεία διαχείρισης), της χάραξης χαρακτηριστικών στοιχείων των στόχων (συνήθως ονομάζεται "χάραξη χαρακτηριστικών"), της χάραξης των επαγγελματικών χαρακτηριστικών στοιχείων και τις δημογραφικές και κοινωνικές τάσεις.

- Οι ιδέες αυτής της ανακοίνωσης μπορούν να εγκριθούν από το Συμβούλιο ενόψει της λήψης των απαραίτητων μέτρων για την εφαρμογή τους.

- Οι μονάδες πληροφοριών εγκλήματος των κρατών μελών, πρέπει να συγκεντρώνουν εθνικές στρατηγικές και λειτουργικές εκτιμήσεις, υπό την αιγίδα της Ευροπώλ.

- Το Συμβούλιο μπορεί να ζητήσει από τα κράτη μέλη να θέτουν τις πληροφορίες στη διάθεση της Ευροπώλ και να δίνουν εντολή στην Ευροπώλ να επεξεργάζεται την περιεκτική εκτίμηση των απειλών. Θα μπορούσαν να δοθούν οδηγίες στις τελωνειακές υπηρεσίες και τις αρχές που είναι υπεύθυνες για τον έλεγχο των συνόρων να συντονίσουν την παραγωγή πληροφοριών με την Ευροπώλ.

- Πρέπει να αναπτυχθούν κοινοί ορισμοί στατιστικής για την εγκληματικότητα και κανόνες για την υποβολή εκθέσεων.

- Πρέπει να αναπτυχθούν κοινές μέθοδοι ανάλυσης για την παραγωγή πληροφοριών, σε επίπεδο ΕΕ, πιθανόν υπό την αιγίδα της Ευροπώλ.

2.4. Δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης

Ο τρίτος βασικός στόχος της πολιτικής πληροφόρησης είναι η συμβολή στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των ευρωπαϊκών αρχών επιβολής του νόμου, υπαλλήλων και συνεταίρων, με τη δημιουργία πλατφόρμας κοινών αξιών, κανόνων και πολιτικού προσανατολισμού.

Η εισαγωγή κοινών κανόνων είναι ζωτικής σημασίας για τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης για τη συλλογή, πρόσβαση και ανταλλαγή πληροφοριών (βλέπε συγκεκριμένα παράγραφο 2.2). Οι κοινοί κανόνες για την πρόσβαση και επεξεργασία δεδομένων, καθώς και οι συμβατές μεθοδολογίες που σχετίζονται με τις εκτιμήσεις απειλών, κίνδυνου και χάραξης χαρακτηριστικών στοιχείων, θα αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος της αποτελεσματικής ανταλλαγής πληροφοριών και στοιχείων σε στρατηγικό και λειτουργικό επίπεδο. Τα μέτρα αυτά θα είναι αποτελεσματικά μόνο αν υπάρχει συνεχής πολιτική στήριξη για την εφαρμογή κοινού χώρου επιβολής του νόμου, στην ΕΕ, που θα βασίζεται σε συμβατά εθνικά συστήματα πληροφοριών εγκλήματος, τα οποία θα σχηματίζουν μαζί ένα ολοκληρωμένο κοινοτικό μοντέλο πληροφοριών εγκληματικότητας σε εννοιολογικό επίπεδο.

Οι επίσημες και ανεπίσημες εργασιακές σχέσεις πρέπει να εξελιχθούν έτσι ώστε να λειτουργήσει το σύστημα. Η εκπαίδευση του προσωπικού επιβολής του νόμου ώστε να μπορεί να έχει κοινή αντίληψη των πληροφοριών εγκληματικότητας θα συνεισφέρει στην εξέλιξη αυτή. Η Ευρωπαϊκή Αστυνομική Ακαδημία πρέπει να παίξει σημαντικό ρόλο στο πλαίσιο αυτό, και συγκεκριμένα με:

- τη δημιουργία τακτικών μαθημάτων κατάρτισης για πιθανούς μελλοντικούς αρμόδιους για τη λήψη αποφάσεων και για διευθυντικά στελέχη,

- την επεξεργασία μοντέλου προγράμματος κατάρτισης για την εκπαίδευση μεσαίων στελεχών στις υποθέσεις ευρωπαϊκών πληροφοριών εγκληματικότητας, σε εθνικό επίπεδο,

- τη διεξαγωγή εκπαιδευτικών μέτρων που σχετίζονται με όλα τα στοιχεία της πολιτικής πληροφόρησης της ΕΕ.

Άλλα μέτρα θα ενίσχυαν τις προσπάθειες δημιουργίας δικτύων, περιλαμβανομένων εκείνων που βασίζονται σε ήδη υπάρχοντα μέσα, όπως π.χ. οι κοινές εκτιμήσεις, τα καθορισμένα σχέδια στο πλαίσιο του προγράμματος AGIS ή οι δραστηριότητες που διεξάγονται υπό την αιγίδα του φόρουμ για την πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος.

Τέλος, θα πρέπει να ληφθεί δεόντως υπόψη ο ρόλος των εθνικών αρχών επιβολής του νόμου, καθώς θα συμβάλλουν στη δημιουργία των απαραίτητων μέτρων ασφάλειας για τη στήριξη των κανόνων δικαίου και θα εξασφαλίσουν τον αποτελεσματικό δημοκρατικό έλεγχο.

Τα μέτρα και οι τεχνικές οικοδόμησης εμπιστοσύνη είναι πολύ σημαντικά (κοινοί κανόνες και μεθοδολογία). Η Επιτροπή σκοπεύει να παρουσιάσει προτάσεις έως το τέλος του 2005.

Παράλληλα, το Συμβούλιο κάλεσε την Ευρωπαϊκή Αστυνομική Ακαδημία να δώσει έναυσμα στην ανάπτυξη κοινών προγραμμάτων κατάρτισης για την εκπαίδευση των υπαλλήλων των υπηρεσιών πληροφοριών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 - ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Η Επιτροπή θα συνεχίσει την ανάπτυξη της πολιτικής αυτή, περιλαμβανομένων των νομοθετικών πρωτοβουλιών στους τομείς της προστασίας των προσωπικών δεδομένων στον τρίτο πυλώνα, καθώς και της χρήσης πληροφοριών για τους επιβάτες για λόγους επιβολής του νόμου. το δεύτερο σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής, το Δεκέμβριο του 2003 [10].

[10] COM (2003) 826 τελικό, της 16.12.03, για τη διαβίβαση δεδομένων από τα μητρώα των ονομάτων των επιβατών (Passenger Name Records (PNR)) αεροπορικών μεταφορών. Γενική προσέγγιση της ΕΕ.

Η πρόταση για απόφαση πλαίσιο για την προστασία των δεδομένων θα καθιερώσει κοινούς κανόνες για την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων που ανταλλάσσονται σύμφωνα με τον τίτλο VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για να ενισχυθεί η πρόσβαση της αστυνομίας και των δικαστικών αρχών, σύμφωνα με τα θεμελιώδη δικαιώματα, σε όλα τα δεδομένα που σχετίζονται με την επιβολή του νόμου. Αυτή η απόφαση πλαίσιο πρέπει να παρέχει ενιαίο γενικό πλαίσιο προστασίας των δεδομένων, με σκοπό τη συνεργασία για την πρόληψη, τον εντοπισμό, την έρευνα και την ποινική δίωξη των εγκλημάτων και των απειλών της ασφάλειας. Η απόφαση αυτή θα δημιουργήσει το πλαίσιο για πιο συγκεκριμένες διατάξεις που περιέχονται στα διάφορα νομοθετικά όργανα που έχουν γίνει αποδεκτά σε επίπεδο ΕΕ, και θα μειώσει περαιτέρω τις πρακτικές διαφορές κατά την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ, από τη μία πλευρά, των κρατών μελών και από την άλλη μεταξύ των κρατών μελών και των τρίτων χωρών, και θα ενσωματώσει έναν μηχανισμό για τη διασφάλιση ης προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

***

Top