Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52003PC0739

    Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση και των ενεργειακών υπηρεσιών

    /* COM/2003/0739 τελικό - COD 2003/0300 */

    52003PC0739

    Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση και των ενεργειακών υπηρεσιών /* COM/2003/0739 τελικό - COD 2003/0300 */


    Πρόταση για ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ περί της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση και των ενεργειακών υπηρεσιών

    (υποβληθείσα από την Επιτροπή)

    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    1. Εισαγωγή

    Σκοπός της παρούσας πρότασης είναι η αύξηση της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση με τη χρήση διαφόρων επιχειρησιακών μέτρων. Ένα από αυτά τα μέτρα είναι η ανάπτυξη αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών, πράγμα που θα καταστήσει την ενεργειακή απόδοση αναπόσπαστο μέρος της εσωτερικής αγοράς. Η πρόταση θα συμβάλει σε αυτό δημιουργώντας το πλαίσιο για την προώθηση της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών και μέτρων ενεργειακής απόδοσης εν γένει, στους κύριους κλάδους τελικής χρήσης ενεργείας. Η πρόταση καλύπτει την λιανική προσφορά και την διανομή ευρύτατα διατιθέμενων ενεργειακών φορέων μέσω δικτύων, όπως η ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο [1], καθώς και άλλα σημαντικά είδη ενέργειας, όπως η τηλεθέρμανση, το καύσιμο θέρμανσης, ο άνθρακας και ο λιγνίτης, τα ενεργειακά προϊόντα για τη δασοκομία και τη γεωργία και τα καύσιμα κίνησης. Η πρόταση περιλαμβάνει επίσης στόχο για την εξοικονόμηση ενέργειας σε επίπεδο κρατών μελών, που θα αποτελέσει το μέσο για τη μέτρηση των βελτιώσεων της ενεργειακής απόδοσης και την επίτευξη επαρκούς ζήτησης στην αγορά ενεργειακών υπηρεσιών. Περιλαμβάνει επίσης στόχο εξοικονόμησης ενέργειας από τον δημόσιο τομέα, όπως επίσης και την υποχρέωση των κρατών μελών να εξασφαλίζουν ότι ορισμένες εταιρείες διανομής ή/και λιανικής προσφοράς ενέργειας προσφέρουν ενεργειακές υπηρεσίες στους πελάτες τους.

    [1] Περιλαμβανομένου του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) και του υγραερίου (LPG).

    Η παρούσα πρόταση που επικεντρώνεται στην προώθηση της απόδοσης κατά την τελική χρήση, πρέπει να θεωρηθεί ως απαραίτητο μέσο που συμπληρώνει την προσφάτως θεσπισθείσα νομοθεσία για το άνοιγμα της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, η οποία επιφέρει κατά κύριο λόγο βελτίωση της απόδοσης στην προσφορά ενέργειας.

    Με τις επιδιωκόμενες βελτιώσεις της απόδοσης η πρόταση θα συμβάλει στον μετριασμό των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, στο πλαίσιο της εκπλήρωσης του στόχου που έθεσε η ΕΕ υπό το Πρωτόκολλο του Κυότο για τη μείωση των εκπομπών κατά 8% στο διάστημα 2008-2012, καθώς και στους επιμέρους στόχους των υπό προσχώρήση χωρών, όπως και στη βελτίωση της ασφάλειας εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υπογραμμίσθηκε στην Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής με τίτλο «Προς ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού» [2]. Η ασφάλεια του εφοδιασμού θα βελτιωθεί επειδή τα μέτρα για την ενεργειακή απόδοση θα μειώσουν τη ζήτηση ενέργειας και, συνεπώς, θα περιορίσουν την εξάρτηση από εισαγωγές.

    [2] COM(2000) 769, 29 Νοεμβρίου 2000.

    Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης θα καταστήσει επίσης δυνατή τη γρηγορότερη παρέμβαση που ενδεχομένως να είναι αναγκαία για τη μετάθεση ή τη μείωση των αιχμών φορτίου στην υποδομή ενεργειακών δικτύων, όπως της ηλεκτρικής ενέργειας. Οι πρόσφατες γενικές διακοπές ηλεκτροδότησης στην ΕΕ επεσήμαναν για μία ακόμη φορά την ανάγκη διαχείρισης της ζήτησης ενέργειας.

    1.1. Για ποιο λόγο είναι αναγκαία οδηγία σχετικά με την ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση;

    Είναι σαφής η ανάγκη να βελτιωθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς με την άρση των εμποδίων, ώστε να καταστεί δυνατό στις δυνάμεις της αγοράς να κατανείμουν αποτελεσματικά τους οικονομικούς και φυσικούς πόρους. Ο ανταγωνισμός ενεργειακώς αποδοτικών τεχνολογιών για την τελική χρήση ενέργειας μπορεί ως εκ τούτου να επιφέρει μεγαλύτερη οικονομική απόδοση στην υπό εξέλιξη μεταρρύθμιση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας. Οι φραγμοί που έχουν εντοπισθεί είναι στις περισσότερες περιπτώσεις αστοχίες της αγοράς οι οποίες αποτρέπουν την επίτευξη του οικονομικώς βέλτιστου αποτελέσματος.

    Υπολογίζεται κατά προσέγγιση ότι σε πολλά κράτη μέλη το μέσο κόστος εξοικονόμησης μίας μονάδας ηλεκτρικής ενέργειας (εκτός ωρών αιχμής) για οικιακή κατανάλωση είναι περίπου 2,6 λεπτά ευρώ/kWh, έναντι μέσης τιμής χρέωσης (εκτός ωρών αιχμής) 3,9 λεπτά ευρώ/kWh [3]. Για τους άλλους ενεργειακούς φορείς είναι παρεμφερείς οι διαφορές μεταξύ του κόστους της εξοικονομούμενης ενέργειας και της τιμής χρέωσης της ενέργειας. Κατά συνέπεια, η μεταρρύθμιση της αγοράς ενεργείας πρέπει να προωθεί τον ανταγωνισμό όχι μόνο μεταξύ των διαφόρων ενεργειακών πηγών αλλά και μεταξύ των επενδύσεων σε ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση, αφενός, και των επενδύσεων στην προσφορά ενέργειας, αφετέρου.

    [3] Η μέση τιμή αιχμής είναι 10,2 λεπτά ευρώ/kWh. (Πηγή: OFFER και National Audit Office, ΗΒ 1998 και 2003).

    Τα κύρια εμπόδια που αποτρέπουν την πλήρη ενσωμάτωση των μέτρων ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση στην εσωτερική αγορά ενέργειας, σχετίζονται, μεταξύ άλλων, με την έλλειψη εναρμονισμένου και αξιόπιστου πλαισίου μέσων, μηχανισμών, ορισμών και πληροφοριών σχετικά με τις υπηρεσίες και τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, Επιπλέον, υπάρχουν άλλα εμπόδια, όπως θεσμικά και νομικά, ο κατακερματισμός της αγοράς ενεργειακής απόδοσης, η έλλειψη ενημέρωσης σχετικά με τις προοπτικές εξοικονόμησης ενέργειας, η περιορισμένη πρόσβαση σε κεφάλαια καθώς και η έλλειψη γνώσεων σχετικά με την οικονομική αποτελεσματικότητα, την απόδοση και τους κινδύνους των επενδύσεων σε ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση.

    Ένα άλλο σύνηθες εμπόδιο είναι το δίλημμα επενδυτή-χρήστη - που αναφέρεται επίσης ως «διχασμός κινήτρων» - που συμβαίνει για παράδειγμα όταν οι ιδιοκτήτες κτηρίων, κατοικιών και γραφείων προσπαθούν να ελαχιστοποιήσουν το κόστος επένδυσης σε ενεργειακώς αποδοτική τεχνολογία, δεδομένου ότι το υψηλότερο κόστος λειτουργίας και ενέργειας που συνεπάγεται η χρήση λιγότερο αποδοτικής τεχνολογίας δεν θα πρέπει να καταβληθεί από τους ιδίους αλλά από τους μισθωτές, εκμισθωτές ή άλλους χρήστες.

    Ένα άλλο εμπόδιο είναι οι διαφορές στα προεξοφλητικά επιτόκια, ή οι διαφορές απόσβεσης της επένδυσης, που προκύπτει όταν, για παράδειγμα, οι εταιρείες προσφοράς ενέργειας που υπολογίζουν με χαμηλές απαιτήσεις εσωτερικής απόδοσης των επενδύσεών τους μπορούν να κατασκευάσουν σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής και άλλες υποδομές, ενώ η αποπληρωμή των επενδύσεων σε ενεργειακή απόδοση για τους πελάτες τελικής χρήσης είναι σταθερά πολύ υψηλότερη. Αυτό συμβαίνει παρά τις μεγάλες δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας. Οφείλεται εν μέρει στη γενική αντίληψη περί υψηλού κινδύνου όσον αφορά τις καινούργιες και άγνωστες - παρ'ό,τι συχνά αποδοτικότερες - τεχνολογίες.

    Παρατηρούνται συχνά προβλήματα στη χρηματοδότηση μέτρων ενεργειακής απόδοσης από τα νοικοκυριά καθώς και τις μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις λόγω των υψηλότερων δαπανών για τις συναλλαγές και τη σχετικώς περιορισμένη πρόσβαση στην αγορά κεφαλαίων.

    Οι δημοσιονομικές διατάξεις σε πολλά κράτη μέλη διαχωρίζουν σήμερα τον προϋπολογισμό του δημοσίου σε, αφενός, απόλυτα χωριστό προϋπολογισμό για επενδύσεις σε τεχνολογία που χρησιμοποιεί ενέργεια και, αφετέρου, προϋπολογισμό για τη συντήρηση και τη λειτουργία αυτής της τεχνολογίας. Ο διαχωρισμός αυτός καθιστά συχνά δυσχερή την ανάπτυξη κινήτρων ώστε οι διαχειριστές να επενδύσουν σε ενεργειακώς αποδοτική τεχνολογία στον δημόσιο τομέα. Η εξάλειψη αυτού του εμποδίου θα απαιτήσει αλλαγές στις πρακτικές της δημόσιας διοίκησης.

    Το παραδοσιακό σύστημα υπολογισμού και σύναψης συμβάσεων για το μέγεθος των αμοιβών των προμηθευτών τεχνολογίας ενέργειας κατά την τελική χρήση, καθώς και των αμοιβών στους εγκαταστάτες, τους εργολάβους και τους αρχιτέκτονες, συχνά δρα ως εμπόδιο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι αμοιβές αυτές είναι κατά κανόνα ανάλογες προς το συνολικό επενδυτικό κόστος και ελάχιστα συσχετίζονται με τις επιδόσεις, όπου συμπεριλαμβάνονται οι ενεργειακές επιδόσεις. Για να διορθωθεί η κατάσταση αυτή θα ήταν αναγκαίο η αμοιβή να εξαρτάται εν μέρει από τις επιδόσεις.

    Οι ασταθείς ενεργειακές τιμές αποτρέπουν τις επενδύσεις σε ενεργειακή απόδοση επειδή επικρατεί αβεβαιότητα για τη χρονική διάρκεια αποπληρωμής των επενδύσεων. Καλύτερη γνώση των ενεργειακών τιμών και των διακυμάνσεών τους, καθώς και η βελτίωση της μέτρησης της κατανάλωσης θα προσφέρουν καλύτερες δυνατότητες αντιμετώπισης υπό τον όρο ότι προσφέρονται ενεργειακές υπηρεσίες και κατάλληλα μέτρα.

    1.2. Ποιος θα μπορούσε να ήταν ο ρόλος των ενεργειακών υπηρεσιών για την προώθηση της απόδοσης κατά την τελική χρήση;

    «Ενεργειακές υπηρεσίες κατά την τελική χρήση» ή «ενεργειακές υπηρεσίες για τους τελικούς χρήστες» είναι η έκφραση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει εκείνες τις υπηρεσίες ή φυσικές ανέσεις που προσφέρονται στον τελικό χρήστη ως ενιαία δέσμη υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της τεχνολογίας που απαιτείται για την παραγωγή αυτών των υπηρεσιών. Σχετικά παραδείγματα είναι: η θερμική άνεση στους εσωτερικούς χώρους, άνετος φωτισμός, το ζεστό νερό οικιακής χρήσης, οι μεταφορές, η μεταποίηση προϊόντων, κλπ. ζητήματα τα οποία είναι δυνατό να διέπονται από πρότυπα ποιότητας [4]. Οι ενεργειακές υπηρεσίες για τον τελικό χρήστη απαιτούν κατά συνέπεια συνδυασμό ενέργειας (είτε ενέργειας που διατίθενται σε εμπορική βάση, είτε παθητικής ενέργειας από το περιβάλλον) και εξοπλισμού ή τεχνολογίας που χρησιμοποιεί ενέργεια. Η χρέωση για ενεργειακές υπηρεσίες είναι ενιαία: περιλαμβάνει την ενέργεια που καταναλώθηκε και την τεχνολογία που εμπλέκεται. Συνήθως ο καταναλωτής πληρώνει απευθείας για την ενεργειακή υπηρεσία που του παρέχεται. Αυτή η ενιαία χρέωση διευκολύνει τη σύγκριση του πραγματικού κόστους των ενεργειακών υπηρεσιών. Για παράδειγμα, ο φωτισμός κτιρίου είναι δυνατόν να εξασφαλίζεται ως δέσμη υπηρεσιών η οποία περιλαμβάνει τον εξοπλισμό φωτισμού, τη συντήρηση και την ηλεκτρική ενέργεια, και παρέχεται ως προκαθορισμένης στάθμης και ποιότητας φωτισμός (lux) που χρεώνεται ως EUR/m2 ανά έτος. Εάν παρόμοιες υπηρεσίες φωτισμού προσφέρονταν από διάφόρες επιχειρήσεις, θα προκύψει ανταγωνισμός μεταξύ των βελτιώσεων απόδοσης κατά την τελική χρήση που περιλαμβάνονται και πληρώνονται κατά τον τρόπο αυτό, έτσι ώστε θα ελαχιστοποιηθεί το συνολικό κόστος της δέσμης υπηρεσιών χωρίς να υποβαθμιστεί η ποιότητα ή να μειωθεί η ποσότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας. Η θέρμανση που πληρώνεται σε EUR/m3 ανά έτος αποτελεί άλλο παράδειγμα αυτού του είδους ολοκλήρωσης υπηρεσιών η οποία μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερη ενεργειακή καθώς και οικονομική απόδοση. Παραδείγματα τέτοιων υπηρεσιών που λειτουργούν απαντούν ήδη σε πολλά κράτη μέλη (βλέπε παράρτημα Α).

    [4] Είναι επίσης δυνατόν να μετρηθεί η ποιότητα των υπηρεσιών αυτών. Η θερμική άνεση είναι δυνατόν να μετρηθεί, για παράδειγμα, με βάση τον δείκτη άνεσης Fanger, ενώ η άνεση φωτισμού είναι δυνατόν, για παράδειγμα, να μετρηθεί σε lux, λαμβάνοντας υπόψη την πιστότητα των χρωμάτων.

    Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο των ενεργειακών υπηρεσιών είναι ότι ο ανταγωνισμός τιμών μεταξύ παρόχων ενεργειακών υπηρεσιών οδηγεί σε μείωση της ποσότητας ενέργειας που καταναλώνεται για την παροχή της υπηρεσίας, επειδή το κόστος της ενέργειας που καταναλώνεται γι'αυτές τις υπηρεσίες μπορεί να αποτελέσει σημαντικό μερίδιο - ενίοτε το μεγαλύτερο - του συνολικού κόστους της υπηρεσίας. Η αριστοποίηση του συνολικού κόστους της υπηρεσίας επιτυγχάνεται με την ελαχιστοποίηση του κόστους κύκλου ζωής. Αυτή η ελαχιστοποίηση του κόστους παρέχει τη δυνατότητα στις δυνάμεις της αγοράς να αναλάβουν σημαντικό ρόλο για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των παρεχόμενων ενεργειακών υπηρεσιών.

    Οι ενεργειακές υπηρεσίες συνήθως συμπληρώνονται από ορισμένα είδη μέτρων ενεργειακής απόδοσης, όπως η παροχή πληροφοριών, καθοδήγηση ή αξιολόγηση. Στα μέτρα αυτά είναι επίσης δυνατόν να περιλαμβάνονται ενεργειακοί έλεγχοι, έκδοση αναλυτικών λογαριασμών, κλπ. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ο όρος «ενεργειακές υπηρεσίες» αφορά ως εκ τούτου μόνον τις ολοκληρωμένες ενεργειακές υπηρεσίες απόδοσης κατά την τελική χρήση, των οποίων σημαντικό στοιχείο αποτελούν οι ενεργειακώς αποδοτικές τεχνολογίες κατά την τελική χρήση, πέραν της απαραίτητης ενέργειας για τη λειτουργία των τεχνολογιών αυτών για την παροχή των υπηρεσιών. Άλλα μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, όπως αποδοτικές πηγές φωτισμού, συστήματα ελέγχου και αντικατάσταση λεβήτων, θα ήταν δυνατόν να θεωρηθούν επίσης ως ενεργειακές υπηρεσίες σε περίπτωση που σχετίζονται με την παροχή ενέργειας. Ακόμα και χωρίς να συμπεριληφθεί η αντίστοιχη ενέργεια, τα μέτρα αυτά είναι σημαντικότατα για την ανάπτυξη αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών.

    2. Σκοπός, πεδίο εφαρμογής και καίρια στοιχεία της προτεινόμενης οδηγίας

    Ο πρωταρχικός σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να εξασφαλισθεί η αποδοτικότερη τελική χρήση ενέργειας. Ένας από τους κύριους μηχανισμούς για την προώθηση του σκοπού αυτού είναι να υποστηριχθεί και να επιταχυνθεί η ανάπτυξη ομαλώς λειτουργούσας, εμπορικώς βιώσιμης και ανταγωνιστικής αγοράς για οικονομικώς αποδοτικά μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Επιπλέον, η επιδότηση της αγοράς και, σε κάποιο βαθμό, δημόσια προγράμματα απαιτούνται για να αρθούν ορισμένες από τις αστοχίες της αγοράς που περιγράφηκαν υπό το σημείο 1.1, χωρίς ωστόσο να νοθευτεί η ανταγωνιστική αγορά που αναπτύσσεται. Αυτές οι επιδοτήσεις και οι ενισχύσεις θα πρέπει να υποχωρήσουν σταδιακά ώστε να δώσουν τη θέση τους στην παροχή ενεργειακών υπηρεσιών, προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης και άλλων μέτρων ενεργειακής απόδοσης σε αμιγώς εμπορικό πλαίσιο. Η αγορακεντρική προσέγγιση επίσης να προβλεφθεί για την καθιέρωση των κανόνων «λευκών πιστοποιητικών», δηλαδή διαπραγματεύσιμων πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης. Η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι δυνατόν να αποτελέσουν το επόμενο βήμα αφού παρέλθουν μερικά έτη και ενδεχομένως να υποβάλει πρόταση με βάση την πείρα σε ορισμένα κράτη μέλη όπου αναπτύσσονται και εφαρμόζονται αυτά τα συστήματα πιστοποιητικών. Για να επιτευχθεί ο σκοπός της μεγαλύτερης ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση, καλούνται τα κράτη μέλη να πράξουν τα εξής.

    - να καταργήσουν τα εμπόδια και να προσφέρουν αξιόπιστες πληροφορίες, μηχανισμούς, εργαλεία και κίνητρα σε εταιρείες, όπως εταιρείες διανομής και λιανικής πώλησης ενέργειας, εταιρείες ενεργειακών υπηρεσιών, εγκαταστάτες εξοπλισμού, συμβούλους και άλλους δυνητικούς και εξειδικευμένους παρόχους ενεργειακών υπηρεσιών, για να προσφέρουν ενεργειακές υπηρεσίες καθώς και προγράμματα και μέτρα ενεργειακής απόδοσης για την εφαρμογή και τη χρηματοδότησή τους.

    - να θεσπίσουν γενικούς εθνικούς στόχους που θα συνίστανται στην ετήσια σωρευόμενη εξοικονόμηση ύψους 1% ώστε να προωθηθεί ή ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση και να εξασφαλιστεί η συνεχής ανάπτυξη και βιωσιμότητα της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών. Η υποχρέωση αυτή πρέπει να εκφράζεται ως ποσοστό της ενέργειας που πρέπει να εξοικονομείται ως αποτέλεσμα αυτών των μέτρων ενεργειακής απόδοσης. Ανεξαρτήτως από τη συνολική εξέλιξη της κατανάλωσης ενέργειας, που εξαρτάται επίσης από οικονομικές και διαρθρωτικές εξελίξεις, πρέπει να είναι επαληθεύσιμες οι ετήσιες σωρευόμενες εξοικονομήσεις ύψους μιας ποσοστιαίας μονάδας ανά έτος.

    - να εξασφαλίσουν ότι οι εταιρείες λιανικής πώλησης ή διανομής ενέργειας, φυσικού αερίου, πετρελαίου θέρμανσης και τηλεθέρμανσης προφέρουν και ωθούν δραστήρια ενεργειακές υπηρεσίες ή/και ενεργειακούς ελέγχους. Την προσφορά και παροχή αυτών των υπηρεσιών και μέτρων είναι δυνατόν να αναλαμβάνουν άλλοι ειδικευμένοι ή/και πιστοποιημένοι φορείς, αλλά η ενεργός συμμετοχή των παρόχων ενέργειας σε αυτή την προσπάθεια είναι σημαντικός παράγοντας για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Οι ενεργειακές υπηρεσίες και τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης πρέπει να προσφέρονται σε όλους τους κλάδους τελικής χρήσης, όπου περιλαμβάνονται τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, ο δημόσιος τομέας, οι μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, εξαιρουμένων όμως των περισσότερων ενεργειοβόρων βιομηχανιών, όπου υφίστανται ήδη κίνητρα για την ανάπτυξη μέτρων ενεργειακής απόδοσης. Πρέπει επίσης να προβλεφθούν συστήματα ειδίκευσης, πιστοποίησης και διαπίστευσης των παρόχων ενεργειακών υπηρεσιών.

    - να καθορίσουν φορέα ή οργανισμό που θα εποπτεύει τις υποχρεώσεις εξοικονόμησης ενέργειας, την υποχρέωσης παροχής ενεργειακών υπηρεσιών και θα έχει το καθήκον να παρακολουθεί και να επαληθεύει την εκπλήρωση αυτών των υποχρεώσεων.

    - να καθιερώσουν επιτηρούμενες από το Δημόσιο δυνατότητες χρηματοδότησης της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική κατανάλωση, ιδίως για επενδύσεις με σχετικώς μακροχρόνιες απαιτήσεις αποπληρωμής ή υψηλό κόστος συναλλαγών. Για την εφαρμογή από πιστοποιημένο ή ειδικευμένο πάροχο ενεργειακών υπηρεσιών τελικής χρήσης (όπου περιλαμβάνονται διανομείς ενέργειας ή/και λιανικοί προμηθευτές ενέργειας, εταιρείες ενεργειακών υπηρεσιών, εγκαταστάτες, κλπ.) σε ανταγωνιστική βάση, είναι δυνατό να παρέχονται δυνατότητες χρηματοδότησης όπως κυλιόμενα δάνεια, επιχορηγήσεις, επιδοτήσεις, κλπ.

    - να εξασφαλίσουν ότι ο δημόσιος τομέας σε κάθε κράτος μέλος αποτελεί πρότυπο προς μίμηση όσον αφορά τις επενδύσεις, τη συντήρηση και άλλες δαπάνες για εξοπλισμό που χρησιμοποιεί ενέργεια, ενεργειακές υπηρεσίες και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Για την εκπλήρωση του στόχου αυτού, τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν στόχο, εκφραζόμενο ως σωρευόμενη ετήσια βελτίωση της συνολικής απόδοσης ενέργειας στον δημόσιο τομέα 1,5% ανά έτος, που θα προέρχεται από την εφαρμογή ενεργειακών υπηρεσιών, προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης και άλλων μέτρων ενεργειακής απόδοσης στο δημόσιο τομέα. Προκειμένου να εκπληρωθεί ο στόχος αυτός ενδεχομένως να απαιτηθεί για μέρος όλων των νέων δαπανών επένδυσης και συντήρησης στον τομέα της ενέργειας και των σχετιζόμενων με την ενέργεια δαπανών να αγοράζονται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για την ενεργειακή απόδοση [5], όπως προβλέπονται στις γενικές διατάξεις για τις δημόσιες συμβάσεις που έχουν ορισθεί στην κοινοτική νομοθεσία.

    [5] Η αξιοποίηση των δημοσίων συμβάσεων ως τρόπος για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης συνίσταται επίσης σε ψήφισμα του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 1998.

    - να απαιτήσουν από τις ρυθμιστικές αρχές ή τους ισοδύναμους φορείς για τη διανομή και τις λιανικές πωλήσεις ενέργειας που διατίθεται μέσω δικτύου να λάβουν μέτρα για τη θέσπιση καινοτόμων τιμολογίων, ρυθμίσεων για την ανάκτηση του κόστους, ανωτάτων ορίων εσόδων και συναφών μέσων και υποχρεώσεων για την προώθηση των ενεργειακών υπηρεσιών, προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης και άλλων μέτρων ενεργειακής απόδοσης, ως μέσων για την αριστοποίηση των εσόδων.

    - να καθιερώσουν προγράμματα ενεργειακής απόδοσης που να προωθούν και να διευκολύνουν την προσφορά ενεργειακών υπηρεσιών και μέτρων ενεργειακής απόδοσης, όπως: ενεργειακοί έλεγχοι, παροχή συμβουλών για την κατανάλωση ενέργειας και τα τιμολόγια, προσφορά χρηματοδοτικών μέσων για την εξοικονόμηση ενέργειας, κλπ.

    - να εξασφαλίσουν ότι στους τελικούς χρήστες παρέχονται σε ανταγωνιστικές τιμές ατομικές μετρήσεις και αναλυτικοί λογαριασμοί όπου αναγράφεται η πραγματική κατανάλωση ενέργειας και, ει δυνατόν και εφόσον ενδείκνυται, η πραγματική χρονική διάρκεια χρήσης ενέργειας. Οι μετρήσεις και οι λογαριασμοί πρέπει να περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τις τιμές και την κατανάλωση, καθώς και άλλες τεχνικά στοιχεία που παρέχουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να ρυθμίζουν και να κατευθύνουν την κατανάλωσή τους. Εν γένει, τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίσουν ότι οι μετρήσεις και οι λογαριασμοί έχουν σχεδιαστεί κατά τρόπο που επιτρέπουν στους καταναλωτές να αξιοποιούν πλήρως οποιεσδήποτε ενεργειακές υπηρεσίες, προγράμματα και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης που τους προσφέρονται.

    - να υποβάλλουν έκθεση σχετικά με τη διοικητική διαδικασία και εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

    Η προτεινόμενη οδηγία πρέπει να εφαρμοστεί λαμβάνοντας πλήρως υπόψη το πλαίσιο των οδηγιών σχετικά με τις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου [6], συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης καθολικής υπηρεσίας υπό την οποία εξασφαλίζεται το δικαίωμα των καταναλωτών να εφοδιάζονται με ενέργεια καθορισμένης ποιότητας εντός του εδάφους όπου διαμένουν, σε εύλογες, εύκολα και σαφώς συγκρίσιμες και διαφανείς τιμές.

    [6] Οδηγία 2003/54/ΕΚ και οδηγία 2003/55/ΕΚ.

    Τρία από τα έξι άρθρα για την εφαρμογή της οδηγίας 93/76/ΕOΚ αντικαταστάθηκαν από άρθρα της οδηγίας 2002/91/ΕΚ σχετικά με την ενεργειακή απόδοση στα κτίρια. Δεδομένου ότι η παρούσα πρόταση θα καλύπτει πλέον τα υπόλοιπα τρία στοιχεία της οδηγίας 93/96/ΕΚ, ιδίως όσον αφορά ατομικούς μετρητές και την έκδοση λογαριασμών για την κατανάλωση ενέργειας (άρθρο 3).τη χρηματοδότηση από τρίτο μέρος των επενδύσεων στην ενεργειακή απόδοση στον δημόσιο τομέα (άρθρο 4). και ενεργειακούς ελέγχους στη βιομηχανία (άρθρο 7), η έκδοση της παρούσας πρότασης οδηγίας θα καταστήσει δυνατή την κατάργηση της οδηγίας 93/76/ΕOΚ.

    3. Το δυναμικό, οι στόχοι, ο αντίκτυπος και η αγορά

    3.1. Το συνολικό δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας

    Εκτιμάται κατά προσέγγιση ότι σήμερα, λόγω των πολλών φραγμών στην αγορά και των ατελειών της αγοράς που εξακολουθούν να υφίστανται, είναι τεράστιες οι οικονομικές δυνατότητες των ανεκμετάλλευτων εξοικονομήσεων ενέργειας. Το δυναμικό αυτό στον τομέα της βιομηχανίας υπολογίζεται ότι ανέρχεται σε περίπου 17% της τρέχουσας τελικής κατανάλωσης, που θα μπορούσε να επιτευχθεί μέχρι το 2010. Το δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας στα νοικοκυριά και τον τριτογενή τομέα εκτιμάται κατά προσέγγιση σε 22% και στις μεταφορές 14%, εξαιρουμένης της στροφής σε άλλα μέσα μεταφορών [7].

    [7] Μοντέλο εκτίμησης MURE με βάση τις τρέχουσες ενεργειακές τιμές. Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2003.

    Η συνολική τελική κατανάλωση ενέργειας στην ΕΕ είναι κατά συνέπεια 20% υψηλότερη από εκείνη που αιτιολογείται με αμιγώς οικονομικά κριτήρια. Σύμφωνα με κατά προσέγγιση εκτιμήσεις μελέτης SAVE [8], τα τρία τέταρτα αυτών των εξοικονομήσεων κόστους είναι εύκολο να επιτευχθεί με μέτρα ενεργειακής απόδοσης και υπηρεσίες διαχείρισης της ζήτησης, δηλαδή 15% μεσοπροθέσμως (10-15 έτη). Η μελέτη αυτή καταλήγει επίσης στο συμπέρασμα ότι ο αθροιστικός στόχος του 1% ανά έτος για βελτιώσεις οφειλόμενες σε ενεργειακή απόδοση και ενεργειακές υπηρεσίες είναι, κατά συνέπεια, ένα ρεαλιστικό ελάχιστο μέγεθος για βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης στην ΕΕ, τόσο στο σύνολό της όσο και σε επίπεδο κρατών μελών. Το τεχνικό δυναμικό για εξοικονομήσεις είναι περίπου 40% [9] και, κατά συνέπεια, ακόμη υψηλότερο απ' ό,τι το οικονομικό (που επιδρά στο κόστος) δυναμικό εξοικονομήσεων.

    [8] Μελέτη SAVE με τίτλο «Completing the Market for Least-Cost Energy Services» (Ολοκλήρωση της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών χαμηλότερου κόστους). Ινστιτούτο Κλιματολογίας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας του Wuppertal, Γερμανία, 2000.

    [9] Πράσινη Βίβλος σχετικά με την ασφάλεια του εφοδιασμού, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2000.

    Η πείρα από διάφορα προγράμματα σε επίπεδο κρατών μελών της ΕΕ και χωρών εκτός ΕΕ αποδεικνύει ότι εξοικονομήσεις από 0,5 έως 1% ετησίως είναι εφικτές ιδίως στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, σε σύγκριση με τις τάσεις στην αγορά, επί τη βάσει ετησίων επενδύσεων ύψους 1 έως 2% των εσόδων από τις πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας [10]. Δεδομένου ότι ο υπολογισμός αυτός βασίζεται σε 8ετή μέση διάρκεια των μέτρων αυτών, ο λόγος οφέλους - κόστους είναι 4:1.

    [10] Μελέτη SAVE με τίτλο «Completing the Market for Least-Cost Energy Services» (Ολοκλήρωση της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών χαμηλότερου κόστους). Ινστιτούτο Κλιματολογίας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας του Wuppertal, Γερμανία, 2000.

    Το τεράστιο δυναμικό για ενεργειακή απόδοση επισημαίνεται επίσης σε άλλες μελέτες [11], [12] και εκθέσεις [13], οι οποίες θεμελιώνουν ότι είναι ρεαλιστικό το ποσοστό του 1% ως ετήσιος σωρευόμενος στόχος. Όχι μόνο μελέτες με βάση σενάρια και μοντέλα, αλλά και έργα που εκτελέστηκαν σε διάφορα κράτη μέλη δικαιολογούν ότι είναι βάσιμος αυτός ο στόχος. Από τις αξιολογήσεις αυτών των έργων, προκύπτει επίσης ότι οι τυπικές ενεργειακές επιδόσεις συχνά ενέχουν τη δυνατότητα εξοικονόμησης 15-35% (βλέπε επίσης παράρτημα Α της αιτιολογικής έκθεσης). Σύμφωνα με τη μελέτη SAVE προέκυψε καθαρό οικονομικό κέρδος 10 δισεκατομμυρίων EUR και μείωση των εκπομπών κατά 230 εκατ. ισοδυνάμου CO2 εντός περιόδου 10 ετών, με ετήσια εξοικονόμηση 1%.

    [11] Harmelink, Graus, Blok, "Low Carbon Electricity Systems, Methodology & Results for the EU" (Συστήματα ηλεκτρικής ενέργειας χαμηλής περιεκτικότητας άνθρακα, μεθοδολογία και αποτελέσματα στην ΕΕ), Μελέτη Ecofys, 2002.

    [12] Έκθεση σχετικά με το ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την αλλαγή του κλίματος, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2001.

    [13] Pagliano, Πολυτεχνείο του Μιλάνου, Πρακτικά της 1ης ευρωπαϊκής διάσκεψης των εταιρειών ενεργειακών υπηρεσιών, Μιλάνο, 2003.

    Χωρίς να υποβαθμιστεί η άνεση ή η ποιότητα ζωής, είναι κατά συνέπεια δυνατό να περιοριστεί η κατανάλωση ενέργειας κατά τουλάχιστον ένα πέμπτο χωρίς πρόσθετο καθαρό κόστος - και σε πολλές περιπτώσεις με αρνητικό κόστος - επειδή η αξία της εξοικονομούμενης ενέργειας επαρκεί για την αποπληρωμή του κόστους επένδυσης εντός εύλογης χρονικής διάρκειας - που υπερβαίνει σαφώς την τεχνική διάρκεια ζωής της επένδυσης - και να καλύψει τους τόκους [14]. Εάν ληφθούν υπόψη οι εξωτερικές δαπάνες τα οφέλη θα ήταν ακόμη μεγαλύτερα. Υπό τις σημερινές συνθήκες, εξοικονομήσεις κατά ένα πέμπτο υπολογιζόμενες με βάση την πρωτογενή κατανάλωση θα αντιστοιχούσαν σε άνω των 8 400 PJ/έτος, ή 200 εκατομμύρια τόνους πετρελαίου ετησίως.

    [14] Έχουν εκπονηθεί πολυάριθμες μελέτες για την εκτίμηση του δυναμικού εξοικονόμησης και των δυνατοτήτων μείωσης του CO2 στα κτίρια. Τα αποτελέσματα των μελετών αυτών παρουσιάζουν ορισμένες διαφορές, ανάλογα με τις παραδοχές ως προς τον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης, το βαθμό διάδοσης τεχνολογίας, και τη μορφή των καμπυλών κόστους, τιμής και μάθησης. Ποσοστό που ανέρχεται στο 50% του δυναμικού μείωσης της ενέργειας που καταναλώνεται στο σύνολο των κτιρίων, τομέας όπου καταναλώνεται το 40% της τελικής ενέργειας στην ΕΕ, θα μπορούσε να επιτευχθεί με λύσεις αρνητικού ή μηδενικού κόστους, με βάση πραγματική απόδοση των επενδύσεων ύψους 4%. Ως λύσεις μηδενικού ή αρνητικού κόστους ορίζονται οι επενδύσεις που επιφέρουν εξοικονομήσεις επαρκούς μεγέθους για την αποπληρωμή του κόστους κεφαλαίου, την κάλυψη της συντήρησης, του κόστους λειτουργίας και των τόκων υπό κανονική (μέσης διάρκειας) αποδεκτή τεχνική ζωή της αντίστοιχης τεχνολογίας. Πηγή: Μελέτη ECOFYS, «Οικονομική αξιολόγηση των κατά κλάδους στόχων μείωσης των εκπομπών για την κλιματική αλλαγή» (Economic Evaluation of Sectoral Emission Reduction Objectives for Climate Change), που ανατέθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ιανουάριος 2001.

    Η εξοικονόμηση αυτή θα είχε θετικό αντίκτυπο στη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα της ΕΕ, επειδή θα μείωνε το κόστος και βελτίωνε την αποτελεσματικότητα και την προστιθέμενη αξία των προϊόντων που παράγονται τόσο για τις εγχώριες αγορές όσο και για εξαγωγές. Επιπλέον, έχει υπολογισθεί ότι θα αυξανόταν αισθητά η απασχόληση. Θα βελτιωνόταν επίσης το εμπορικό ισοζύγιο λόγω του περιορισμού των εισαγωγών ενέργειας, πράγμα που θα αποτρέψει την αύξηση της εξάρτησης από τις εισαγωγές ενέργειας, που σήμερα ανέρχονται σε 50%. Επιπλέον, οι επενδύσεις σε ενεργειακή απόδοση θα έχουν θετικά αποτελέσματα στις περιφέρειες και τη σύγκλιση, επειδή είναι αποκεντρωτικού χαρακτήρα.

    Τέλος, η επίτευξη του στόχου του 1% υπολογίστηκε κατ' εκτίμηση ότι θα συμβάλει σε ποσοστό περίπου 50% στη μείωση των εκπομπών CO2, που είναι αναγκαία για την εκπλήρωση της δέσμευσης που ανέλαβε η ΕΕ με το πρωτόκολλο το Κυότο [15].

    [15] Ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Η ενεργειακή απόδοση στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα - Προς στρατηγική για ορθολογική χρήση της ενέργειας», COM(1998) 246 τελικό της 29.4.1998.

    Παρότι η νομοθεσία της ΕΕ και των κρατών μελών, καθώς και άλλα προαιρετικά και μη νομοθετικά μέτρα έχουν συμβάλει στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση, εξακολουθεί να είναι αναγκαία η εξάλειψη των εμποδίων που δεν έχουν παύσει να αποτελούν κώλυμα για την πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων εξοικονόμησης ενέργειας και πρέπει να καθιερωθεί πλαίσιο και μακροπρόθεσμα βιώσιμη αγορά για εμπορικές ενεργειακές υπηρεσίες, προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης.

    3.2 Το προτεινόμενο 1% ως γενικός στόχος εξοικονόμησης και το προτεινόμενο 1,5% ως στόχος για τον δημόσιο τομέα

    Η συνολική κατανάλωση ενέργειας στα κράτη μέλη κυμαίνεται από έτος σε έτος για διάφορους λόγους, όπου περιλαμβάνονται: οι μεταβολές της οικονομικής δραστηριότητας (ΑΕγχΠ). διαρθρωτικές αλλαγές, όπως η αντικατάσταση της ενεργειοβόρου βιομηχανίας από κλάδους υπηρεσιών που χρησιμοποιούν λιγότερη ενέργεια. κλιματικές διακυμάνσεις (βαθμοημέρες). και, τέλος, οι πραγματικές βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης.

    Ο τελευταίος από αυτούς τους παράγοντες, η πραγματική βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, αποτελεί το αντικείμενο αυτής της πρότασης που αποσκοπεί σε ποσοστό 1% ως γενικό στόχο [16] και σε 1,5% ως στόχο για το δημόσιο τομέα.

    [16] Για να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη, εξαιρούνται η κατανάλωση ενέργειας και τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης στις βιομηχανικές διεργασίες παραγωγής, που καλύπτονται από τις οδηγίες για την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπής και την οδηγία IPPC, πράγμα που σημαίνει ότι εξαιρείται περίπου 75% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας.

    Ο γενικός ή συνολικός στόχος εξοικονόμησης ενέργειας στην παρούσα πρόταση εκφράζεται ως ποσοστό της ενέργειας που πρέπει να εξοικονομηθεί και είναι δυνατόν να αποδοθεί σε μέτρα ενεργειακής απόδοσης για εκείνους τους τελικούς πελάτες που ορίζονται στην προτεινόμενη οδηγία.

    Η ποσότητα των επιδιωκόμενων εξοικονομήσεων αντιστοιχεί στο 1% της μέσης κατανάλωσης αυτών των τελικών πελατών κατά την πενταετία που προηγείται άμεσα της εφαρμογής της προτεινόμενης οδηγίας [17]. Αυτή η ετήσια ποσότητα ενέργειας προς εξοικονόμηση ως αποτέλεσμα των πολιτικών και μέτρων για την απόδοση προτείνεται να είναι σταθερή για περίοδο έξι ετών.

    [17] Αυτή η περίοδος αναφοράς και η αντίστοιχη ποσότητα εξοικονόμησης ενέργειας χρησιμοποιούνται για τη διάρκεια της περιόδου στόχου.

    Για να εφαρμοστεί και να εκπληρωθεί ο στόχος της προτεινόμενης οδηγίας τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενεργήσουν ως εξής:

    (1) να καθορίσουν, με βάση τις διαθέσιμες επίσημες στατιστικές των τελευταίων 5 ετών πριν από την εφαρμογή της προτεινόμενης οδηγίας, τη μέση συνολική κατανάλωση εκείνων των τελικών πελατών που ορίζονται στην προτεινόμενη οδηγία.

    (2) να υπολογίσουν το 1% της ανωτέρω αναφερόμενης μέσης ετήσιας κατανάλωσης ως ποσότητα τελικής ενέργειας (εκφραζόμενη σε PJ, εκατ. ΤΙΠ ή TWh) που πρέπει να εξοικονομείται ανά έτος, για περίοδο 6 ετών, ως αποτέλεσμα των μέτρων για την απόδοση.

    (3) να ποσοτικοποιήσουν και να επαληθεύσουν τα αποτελέσματα των μέτρων που λήφθηκαν ή πρόκειται να ληφθούν, εφαρμόζοντας τις κατευθυντήριες γραμμές που δίδονται στο παράρτημα IV της πρότασης. Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές θα καταστήσουν δυνατόν να αποδίδονται οι ποσοτικοποιημένες εξοικονομήσεις σε όλες τις ενεργειακές υπηρεσίες, προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα που έχουν ληφθεί, συμπεριλαμβανομένων μέτρων που λήφθηκαν ήδη το 1991. Περιλαμβάνονται επίσης μέτρα όπως ο ενεργειακός φόρος, οι κανονιστικές διατάξεις για τα κτίρια και εκστρατείες πληροφόρησης.

    Η διάρκεια του αντίκτυπου των μέτρων για την απόδοση είναι κατά μέσο όρο 8 έως 10 έτη, μερικά μέτρα όμως έχουν αντίκτυπο που διαρκεί ακόμη περισσότερο [18]. Εάν κάθε έτος δρομολογούνται νέα μέτρα που επαρκούν για να επιτευχθούν εξοικονομήσεις ενέργειας ύψους 1%, ο συνολικός αντίκτυπος των εξοικονομήσεων κατά το πρώτο έτος θα είναι η μείωση της κατανάλωσης το έτος αυτό κατά 1%. Λόγω του συνεχούς αντίκτυπου και της συσσώρευσης των εξοικονομήσεων, το δεύτερο έτος η μείωση θα είναι 2%, το τρίτο έτος θα είναι 3% και ούτω καθεξής. Το έκτο έτος η κατανάλωση ενέργειας στον κλάδο που καλύπτεται θα έχει μειωθεί κατά 6%.

    [18] Μελέτη SAVE με τίτλο «Completing the Market for Least-Cost Energy Services» (Ολοκλήρωση της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών χαμηλότερου κόστους). Ινστιτούτο Κλιματολογίας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας του Wuppertal, Γερμανία, 2000.

    Πρέπει να επισημανθεί ότι αυτός ο στόχος για εξοικονομήσεις ενέργειας δεν αποκλείει την πιθανότητα να αυξηθεί η κατανάλωση ενέργειας, λόγω, για παράδειγμα, υψηλού ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης ή διαρθρωτικών αλλαγών. Η ποσοτικοποίηση και επαλήθευση των εξοικονομήσεων θα αποσκοπεί στην περίπτωση αυτή να αποδείξει ότι η κατανάλωση ενέργειας θα ήταν ακόμη υψηλότερη χωρίς αυτά τα μέτρα.

    Για παράδειγμα, χώρα για την οποία υπολογίστηκε ότι η μέση τελική κατανάλωση την τελευταία πενταετία ήταν 100 μονάδες οφείλει να εξοικονομεί μια μονάδα ανά έτος για περίοδο 6 ετών. Είναι πολύ πιθανό τα επόμενα έτη η κατανάλωση στη χώρα αυτή να συνεχίσει να αυξάνεται, παρά το γεγονός ότι εφαρμόζονται επεκτεταμένα μέτρα εξοικονόμησης. Ο συνδυασμός του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης, διαρθρωτικών αλλαγών και των εφαρμοζόμενων μέτρων για την απόδοση θα μπορούσε για παράδειγμα να οδηγήσει σε αύξηση 102, 103, 104, 105,106,107 κατά την εξαετή αυτή περίοδο Για να επιτευχθεί ο ετήσιος στόχος του 1% με τη διαδικασία ποσοτικοποίησης και επαλήθευσης θα πρέπει στην περίπτωση αυτή να αποδειχθεί ότι, εάν δεν είχαν ληφθεί μέτρα για την απόδοση, η κατανάλωση θα ήταν 103,105,107,109,111,113. Το έκτο έτος η κατανάλωση θα ήταν κατά 6% χαμηλότερη από ό,τι θα ήταν ειδάλλως, και ως εκ τούτου θα είχε εκπληρωθεί ο στόχος στην προκειμένη περίπτωση.

    Πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι θα είναι σχετικά ευκολότερο να εκπληρώσουν την υποχρέωση αυτή οι χώρες εκείνες που δεν έχουν τώρα λάβει σημαντικά μέτρα για εξοικονομήσεις ενέργειας μέχρι τώρα - όπως για παράδειγμα οι υπό προσχώρηση χώρες. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι είναι πολύ μεγαλύτερο το δυναμικό για σχετικώς χαμηλού κόστους μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας [19]. Παρομοίως, στις χώρες που έχουν ήδη καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες για την εξοικονόμηση ενέργειας θα ληφθούν υπόψη τα μέτρα που έχουν ξεκινήσει ήδη από το 1991 (βλέπε παράρτημα Ι).

    [19] Εκθέσεις ανά χώρα για τον Χάρτη Ενέργειας, των ετών 2002 και 20003.

    Ο στόχος για τον δημόσιο τομέα εκφράζεται επίσης ως ποσότητα εξοικονόμησης ενέργειας η οποία είναι δυνατόν να αποδοθεί σε μέτρα για την ενεργειακή απόδοση στο δημόσιο τομέα. Ο στόχος αυτός είναι πιο φιλόδοξος από τον γενικό στόχο, δεδομένου ότι καθορίζεται σε 1,5% ανά έτος. Η ενεργειακή απόδοση είναι στρατηγική για την αντιμετώπιση της σπάνης των δημόσιων πόρων, ενώ παράλληλα πραγματεύεται τις σοβαρές προκλήσεις στο θέμα της ενέργειας και του κλίματος, αξιοποιώντας τη θεμελιώδη αρχή της «παραδειγματικής ηγεσίας».

    Τα κέρδη που θα προκύψουν από τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στο δημόσιο τομέα είναι σημαντικά. Το Δημόσιο (σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο) στα περισσότερα κράτη μέλη καταναλώνει περίπου 10% τα του συνόλου ενέργειας σε εθνικό επίπεδο. Εάν οι ετήσιες επενδύσεις σε ενεργειακή απόδοση αυξηθούν κατά το, σχετικά μικρό ποσό, των 80 εκατομμυρίων EUR στην ΕΕ - 15 για μια εικοσαετία, θεωρείται εφικτό να επιτευχθούν ετήσιες εξοικονομήσεις ενέργειας από 9 έως 13 δισεκατομμύρια EUR μέχρι το έτος 2020 [20].

    [20] "Harnessing the Power of the Public Purse, (Αξιοποίηση της ισχύος του δημόσιου χρήματος) Μελέτη PROUST σχετικά με την ενεργειακή απόδοση στο δημόσιο τομέα, πρόγραμμα SAVE, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Μάρτιος 2003.

    Στην Ιταλία, η δημόσια διοίκηση είναι υποχρεωμένη να εφαρμόζει λύσεις εξοικονόμησης ενέργειας εφόσον αποδειχθεί ότι είναι τεχνικώς και οικονομικώς εφικτές. Ειδικές κατευθυντήριες γραμμές για ενεργειακώς αποδοτικές κρατικές προμήθειες ισχύουν στην Αυστρία, τη Φινλανδία, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες, τη Σουηδία και το ΗΒ. Στο ΗΒ οι κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές προμήθειες από τις δημόσιες υπηρεσίες περιλαμβάνουν επίσης απαιτήσεις προς τους προμηθευτές σχετικά με την κατανάλωση ενέργειας. Ισχύει επίσης ως στόχος η ετήσια μείωση κατά 1% της ενεργειακής κατανάλωσης στην περιουσία του Δημοσίου. Εκτός ΕΕ παρόμοιες κατευθυντήριες γραμμές ισχύουν στην Ιαπωνία, την Ελβετία και τις ΗΠΑ. Ειδικές διατάξεις που εξασφαλίζουν την ενεργειακή απόδοση στα δημόσια κτίρια ισχύουν στην Αυστρία, τη Φινλανδία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ελβετία. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει θεσπίσει συνολικούς στόχους για εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και για τη μείωση των αντίστοιχων εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων. Περιλαμβάνονται εν προκειμένω ειδικές πολιτικές για την αγορά ενεργειακώς αποδοτικών προϊόντων στα οποία αποδίδεται η σήμανση Energy Star καθώς και (για κατηγορίες για τις οποίες δεν υφίσταται σήμα Energy Star) προϊόντων μεταξύ των 25 ενεργειακώς αποδοτικότερων μοντέλων που διατίθενται στην αγορά, όπως αυτό καθορίζεται από το Ομοσπονδιακό Πρόγραμμα Διαχείρισης Ενέργειας του Υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ (DOE/FEMP [21]).

    [21] Βλ. προηγούμενη υποσημείωση.

    Χαρακτηριστικό του δημόσιου τομέα σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ και υπό προσχώρηση χώρες είναι οι συλλογικές προμήθειες μέσω ενιαίων οργανισμών κρατικών προμηθειών. Τέτοιοι οργανισμοί υπάρχουν στην Αυστρία, τη Φινλανδία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ουγγαρία, την Ιρλανδία, την Ιταλία, τις Κάτω Χώρες, την Πολωνία, τη Σλοβακία, τη Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

    Ο λόγος για τον πιο φιλόδοξο στόχο εξοικονομήσεων στον δημόσιο τομέα είναι το πολύ μεγαλύτερης κλίμακας δυναμικό εξοικονομήσεων, καθώς και οι κατευθυντήριες γραμμές και οι μεγάλοι οργανισμοί κρατικών προμηθειών σε πολλά κράτη μέλη.

    3.3 Ο οικονομικός αντίκτυπος των στόχων εξοικονόμησης ενέργειας

    Τα κράτη μέλη είναι εκείνα που θα επιλέξουν τον καλύτερο τρόπο για την εκπλήρωση του γενικού στόχου και του στόχου για το δημόσιο τομέα. Ποιοι βιομηχανικοί κλάδοι, αλλά και ποιοι φορείς του δημόσιου τομέα θα επιλεχθούν αποτελεί φυσικά θέμα που έγκειται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών. Ο αντίκτυπος στους επιμέρους βιομηχανικούς κλάδους θα εξαρτηθεί κατά συνέπεια από τις αποφάσεις που θα λάβουν τα κράτη μέλη κατά την κατάστρωση σχεδίων για την υλοποίηση των πλέον πρόσφορων ως προς το κόστος δυνατοτήτων εξοικονόμησης ενέργειας. Ωστόσο, για πολλούς κλάδους ισχύουν εν γένει τα ακόλουθα:

    Διανομείς και λιανικοί προμηθευτές ενέργειας

    Η αύξηση της χρήσης (ολοκληρωμένων) ενεργειακών υπηρεσιών καθώς και η αύξηση των επενδύσεων στην ενεργειακή απόδοση που θα προκύψει από την προτεινόμενη οδηγία θα προσφέρουν προστιθέμενη αξία στον κλάδο της προσφοράς ενέργειας, θα καταστήσουν δυνατή τη μεγαλύτερη διαφοροποίηση των προϊόντων και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας για την προσφορά ενέργειας με βάση συντελεστές μη εξαρτώμενους από την τιμή (όπως η ποιότητα του προϊόντος). Με τον τρόπο αυτό θα αυξηθεί η παραγωγικότητα (προστιθέμενη αξία/ ανθρωποώρα) και θα πρέπει να αυξηθούν τα έσοδα και να προκύψουν υψηλότερα περιθώρια κέρδους. Ενδεχομένως να μειωθούν οι πωλήσεις ενέργειας σε μεμονωμένους πελάτες των εταιρειών λιανικής πώλησης και διανομής ενέργειας, τις οποίες θα υπερκαλύψουν όμως η αύξηση των εσόδων από τους καινούργιους και τους παλαιούς πελάτες, καθώς και η αύξηση των περιθωρίων κέρδους από την πώληση υπηρεσιών υψηλής αξίας αντί της πώλησης απλώς ενέργειας [22]. Οι στόχοι και οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στην πρόταση, καθώς και άλλα προτεινόμενα μέτρα, θα συμβάλλουν στη δημιουργία ισότιμων συνθηκών που θα καταστήσουν ευκολότερη την εισχώρηση των λιανικών προμηθευτών ενέργειας στην αγορά. Τούτο θα καταστεί όλο και σημαντικότερο με την πρόοδο της απελευθέρωσης της αγοράς. Εξάλλου, η προώθηση αυτού του ανταγωνισμού στην αγορά ενεργειακών υπηρεσιών θα προσφέρει πλέον σε μεγάλο αριθμό τοπικών πελατοκεντρικών εταιρειών λιανικής πώλησης ενέργειας να επιβιώσουν παρά των τάσεων συγκέντρωσης της αγοράς.

    [22] Το 10% της εργατικής δύναμης στον κλάδο του εφοδιασμού με ηλεκτρική ενέργεια που αναμένεται ότι θα μειωθεί ως αποτέλεσμα της απελευθέρωσης της αγοράς θα μπορούσε να απορροφηθεί από την ανάπτυξη της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών, αξιοποιώντας τα ίδια επαγγελματικά προσόντα. Πηγή: "Employment effects of future developments in the European Energy Market", (Αποτέλεσμα των μελλοντικών εξελίξεων στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας στην απασχόληση), A Technology Consultants, Χάγη, 1996.

    Η πρόταση αυξάνει επίσης τις δυνατότητες για τις εταιρείες διανομής ηλεκτρικής ενέργειας να επιλέξουν τη διαχείριση της ζήτησης αντί της διαχείρισης της προσφοράς, καθώς και επενδύσεις στο σύστημα διανομής ως μέσο για να ανταποκριθούν στην αναμενόμενη αύξηση της ζήτησης. Οι εταιρείες διανομής ενέργειας δύνανται να επιλέξουν να επενδύσουν στην ενεργειακή απόδοση και συναφή μέτρα διαχείρισης της ζήτησης ως μέσα για την αντιμετώπιση των φορτίων αιχμής και την αναβολή, τον συντονισμό και τον αναπρογραμματισμό δαπανηρών επενδύσεων στα συστήματα διανομής. Επειδή έχει αποδειχθεί ότι οι επενδύσεις στην ενεργειακή απόδοση είναι κατά περισσότερο από 30% φθηνότερες από την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας εκτός ωρών αιχμής - πόσο μάλλον ως προς τις τιμές αιχμής - καθώς και ότι είναι φθηνότερες και πλέον αποδεκτές από επενδύσεις σε υποδομή διανομής, η μεγαλύτερη αυτή ευελιξία έχει σαφή οικονομική αξία για τις εταιρείες διανομής (το εξωτερικό περιβαλλοντικό κόστος που δεν έχει συμπεριληφθεί εν προκειμένω συνεπάγεται πρόσθετα οφέλη για την κοινωνία, οφέλη τα οποία αποτελούν πρόκληση για τις ρυθμιστικές αρχές, δεδομένου ότι το σύστημα διανομής θα εξακολουθεί να αποτελεί υποκείμενη σε ρυθμίσεις λειτουργία του κλάδου προσφοράς ηλεκτρικής ενέργειας) [23].

    [23] Στις οδηγίες 2003/54/ΕΚ και 2003/55/ΕΚ σχετικά με κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργείας και φυσικού αερίου, οι οποίες καταργούν, αντιστοίχως, τις οδηγίες 96/92/ΕΚ και 98/30/ΕΚ, ορίζεται ότι η επιλογή της αξιοποίησης της διαχείρισης ενέργειας αποτελεί εναλλακτική λύση αντί νέου δυναμικού, δεδομένου ότι παρέχεται η δυνατότητα στις αρχές των κρατών μελών να προκηρύσσουν διαγωνισμούς για νέο δυναμικό ή εναλλακτικώς για μέτρα απόδοσης ενέργειας και διαχείρισης της ζήτησης. Εξάλλου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν βασισθεί σε αυτές τις οδηγίες για να εξασφαλίσουν ότι στα τιμολόγια μεταφοράς και διανομής ενέργειας λαμβάνονται υπόψη αυτά τα μέτρα διαχείρισης της ζήτησης, πράγμα που καθιστά δυνατή τη ανάκτηση του κόστους και εύλογα περιθώρια κέρδους κατά τον καθορισμό των τιμολογίων αυτών.

    Μεταποιητικές βιομηχανίες, κατασκευαστικός κλάδος και μικρομεσαίες επιχειρήσεις

    Οι ενεργειοβόρες βιομηχανίες και άλλοι κλάδοι υψηλών εκπομπών που καταλογογραφούνται στο παράρτημα 1 της οδηγίας για το εμπόριο δικαιωμάτων εκπομπών [24], καθώς και οι βιομηχανίες του παραρτήματος 1 της οδηγίας IPPC [25] εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Αυτό σημαίνει ότι περίπου 75% της βιομηχανίας της ΕΕ, και το αντίστοιχο δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας, καλύπτονται από την παρούσα πρόταση.

    [24] ΕΕ L 275, 25.10.2003, σ. 32-46.

    [25] ΕΕ L 257, 10.10.1996, σ. 26-40.

    Αυτοί οι μη ενεργειοβόροι μεταποιητικοί κλάδοι, όπως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ο κλάδος των τεχνολογικών προϊόντων, ο κατασκευαστικός κλάδος και ο κλάδος των υπηρεσιών, πρέπει, μαζί με τα νοικοκυριά και τον κλάδο των μεταφορών, να επιτύχουν τον στόχο εξοικονόμησης ενέργειας. Ωστόσο, επαφίεται στα κράτη μέλη να αποφασίσουν τον τρόπο με τον οποίο θα υλοποιηθεί ο στόχος της εξοικονόμησης και, ως εκ τούτου, είναι δύσκολο να προεκτιμηθεί ακριβώς ο αντίκτυπος σε κάθε κλάδο.

    Ωστόσο, όπως ήδη υποστηρίχθηκε ανωτέρω, τα μέτρα για την ενεργειακή απόδοση έχουν εν γένει πολύ θετικές επιπτώσεις στο κόστος και, εάν στα κράτη μέλη καταστρωθούν πολιτικές που να προβλέπουν να εφαρμοστούν σε πρώτη φάση τα μέτρα που έχουν τις πλέον θετικές επιπτώσεις στο κόστος και εν συνεχεία να επιστρέψουν τα κέρδη στους επενδυτές, ο αντίκτυπος θα είναι θετικός για όλους τους εμπλεκόμενους κλάδους.

    Επιπλέον, στους κλάδους οι οποίοι θα εμπλεχθούν άμεσα στην υλοποίηση των μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας ή στην προσφορά ενεργειακώς αποδοτικών προϊόντων, προφανώς θα είναι πολύ θετικός ο αντίκτυπος στην απασχόληση και τα κέρδη.

    Έχει αποδειχθεί ότι ο καθαρός αντίκτυπος στην απασχόληση στον κλάδο της μεταποίησης και των κατασκευών μιας κατά 1% ετήσιας βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης θα είναι πολύ θετικός, ακόμη και αν ληφθούν υπόψη όλοι οι άμεσοι και έμμεσοι μακροοικονομικοί συντελεστές, όπου περιλαμβάνεται η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, οι συνέπειες στις ενεργειακές τιμές, η μείωση του ΦΠΑ, κλπ. Οι εντονότερες συνέπειες, άλλωστε αναμενόμενες, αναμένονται στο πεδίο των εμπειροτεχνικών επαγγελμάτων του κατασκευαστικού κλάδου, στον οποίο παρατηρούνται επίσης οι εντονότερες συνέπειες της περιφερειακής πολιτικής [26].

    [26] "Employment Impacts of Energy Conservation Schemes" (Αντίκτυπος των προγραμμάτων διατήρησης των επιπέδων ενέργειας στην απασχόληση, ECN , Οκτώβριος, 1999.

    Ο αντίκτυπος της κατά 1% βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης στο μεταποιητικό κλάδο θα είναι αρχικώς η μείωση του κόστους της δευτερεύουσας τεχνολογίας που χρησιμοποιείται στην παραγωγή, όπως συμπιεσμένος αέρας, αντλίες, φωτισμός, εξαερισμός, κλπ. Η αύξηση της ζήτησης και η προστιθέμενη αξία των ενεργειακώς αποδοτικών μοντέλων θα καταστήσει τα μοντέλα αυτά ελκυστικά για τους παραγωγούς προϊόντων, επειδή τα προϊόντα αυτά κατά κανόνα προσφέρουν αρχικώς υψηλότερα περιθώρια κέρδους. Θα αυξηθούν τα μερίδια στις εγχώριες αγορές και τις αγορές του εξωτερικού. Το κόστος για την αναπροσαρμογή της παραγωγής ώστε να στραφεί σε αποδοτικότερα μοντέλα θα μειωθεί, ως αποτέλεσμα των οικονομιών κλίμακας και της πλέον προβλέψιμης εξέλιξης στην αγορά που θα προκύψει από την κατά 1% ετησίως βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης σε όλη την ΕΕ. Οι μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις θα ωφεληθούν ιδιαίτερα από τη μείωση του κόστους συναλλαγών και άλλων ειδών κόστους που προηγουμένως συνεπάγονταν οι επενδύσεις σε ενεργειακή απόδοση.

    Η αύξηση της απόδοσης αναμένεται επίσης στον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας, ως αποτέλεσμα της αύξησης της ζήτησης για ενεργειακώς αποδοτική τεχνολογία και υπηρεσίες. Αυτή η δυναμική προς την αύξηση της απόδοσης θα συνεχίσει να ανοίγει νέες αγορές, στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Στον κλάδο των καυσίμων κίνησης η προστιθέμενη αξία της ενεργειακής απόδοσης και των ενεργειακών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της στενής συσχέτισης μεταξύ αύξησης της απόδοσης και αύξησης της ασφάλειας (π.χ. διατήρηση της σωστής πίεσης στα ελαστικά επίσωτρα) θα οδηγήσει σε θετικά οφέλη για την κοινωνία, υπό μορφή μείωσης των θανατηφόρων ατυχημάτων και των τραυματισμών από ατυχήματα. Η στροφή σε άλλους τρόπους μεταφοράς λόγω της αυξημένης ενεργειακής απόδοσης θα προσφέρει επίσης οφέλη στην κοινωνία, υπό μορφή μείωσης της κυκλοφοριακής συμφόρησης και της ρύπανσης σε τοπικό επίπεδο.

    Τέλος, σημαντικά θα ωφεληθούν επίσης οι καταναλωτές από την κατά 1% βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης που επιδρά θετικά στο κόστος. Η αύξηση της παραγωγής και η προσφορά ενεργειακώς αποδοτικών μοντέλων θα μειώσει το μοναδιαίο κόστος παραγωγής και την τιμή τους. Η αύξηση του ανταγωνισμού σε αυτή την αγορά προϊόντων θα εξασφαλίσει τη βέλτιστη παραγωγή και το οριακό κόστος θα ισούται με την τιμή. Το κόστος για τους καταναλωτές, ιδιαιτέρως το κόστος του κύκλου ζωής, για φωτισμό, θέρμανση, ψύξη, κατάψυξη, κλπ. θα σημειώσει φθίνουσα πορεία, δεδομένου ότι θα σημειώσει άνοδο η προσφορά ενεργειακώς αποδοτικής τεχνολογίας και θα φθίνουν, αντιστοίχως, οι τιμές.

    3.4. Η αγορά για ενεργειακές υπηρεσίες και μέτρα ενεργειακής απόδοσης

    Μεγάλο μερίδιο του σήμερα ανεκμετάλλευτου δυναμικού εξοικονομήσεων ενέργειας είναι δυνατό να υλοποιηθεί μέσω αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών και άλλων μέτρων για την ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση. Υπό τις προϋποθέσεις ότι θα παρέχονται οι απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τις ενεργειακές υπηρεσίες, ότι θα συγκροτηθούν οι συμβατικοί, χρηματοδοτικοί και νομικοί μηχανισμοί, ότι θα εξασφαλιστεί η αξιοπιστία και θα παρέχονται εγγυήσεις επιδόσεων και εξοικονομήσεων, καθώς και ότι θα ανταποκριθούν εύλογα οι τελικοί χρήστες και οι χρηματοοικονομικές αγορές, θα μπορούσε να δημιουργηθεί αγορά ενεργειακής απόδοσης αξίας μεταξύ 5 και 10 δισεκατομμυρίων ευρώ ανά έτος [27]. Επιπλέον, η αγορά ενεργειακής απόδοσης θα δημιουργήσει σημαντική πραγματική προστιθέμενη αξία και χαρακτηρίζεται συχνά από υψηλές επενδύσεις έντασης εργασίας. Το στοιχείο αυτό επιφέρει θετικά αποτελέσματα σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, όπως για παράδειγμα σημαντική αύξηση της απασχόλησης όταν εκτελούνται μεγάλης κλίμακας έργα αντικατάστασης εξοπλισμού στον κατασκευαστικό κλάδο [28].

    [27] Πρακτικά από τη διάσκεψη SAVE που πραγματοποιήθηκε στο Graz, EWA 2000 και πρακτικά της ημερίδας ECEEE το καλοκαίρι 2003.

    [28] Μελέτη SAVE για την απασχόληση. Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2001.

    Η μεγαλύτερη αναξιοποίητη αγορά, για ενεργειακές υπηρεσίες και μέτρα ενεργειακής απόδοσης είναι στον κατασκευαστικό κλάδο. Το δυναμικό βελτίωσης της απόδοσης στις μεταφορές εκτιμάται επίσης ότι είναι πολύ μεγάλο, έστω και εάν υπολογισθεί χωρίς να ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα της στροφής σε άλλους τρόπους μεταφορών, οι οποίες είναι εξίσου μεγάλες όσο οι δυνατότητες ωφελειών από τη βελτίωση της απόδοσης κατά τη χρήση.

    Προκειμένου να αξιοποιηθεί η αγορά για ενεργειακή απόδοση είναι απαραίτητο οι επαγγελματίες ειδικοί να διαδραματίσουν το ρόλο του διαμεσολαβητή μεταξύ των προμηθευτών ενεργειακώς αποδοτικής τεχνολογίας, των παρόχων ενέργειας και του κατασκευαστικού κλάδου, αφενός, και των αγοραστών και χρηστών, αφετέρου. Σε πολλές περιπτώσεις πρέπει καταρχάς να ενημερωθούν και να πειστούν οι καταναλωτές σχετικά με τα οφέλη της ενεργειακής απόδοσης και να τους δοθεί η ευκαιρία να χρησιμοποιήσουν ενεργειακώς αποδοτικές τεχνολογίες και μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Σε πρώτη φάση είναι δυνατόν το πρόσθετο κόστος για την πληροφόρηση, τις επικοινωνίες, την απόκτηση και τη διοίκηση να υπερβαίνει τα άμεσα κέρδη από την πώληση της ενεργειακής απόδοσης και ενεργειακών υπηρεσιών. Στις περιπτώσεις αυτές είναι αναγκαίο να εξαπλωθούν τα συλλογικώς χρηματοδοτούμενα προγράμματα και να μειωθούν αυτά τα είδη κόστους.

    Πλήθος άλλων σημαντικών κριτηρίων καθορίζουν την κερδοφορία των ενεργειακών υπηρεσιών, των προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης και άλλων μέτρων για την ενεργειακή απόδοση. Περιλαμβάνονται εν προκειμένω το μέγεθος της κατανάλωσης ενέργειας σε κάθε συγκεκριμένο έργο, καθώς και η ενεργειακή απόδοση σε συγκεκριμένο έργο έναντι της αποτελεσματικότητας στο κόστος των νέων τεχνολογιών στο πλαίσιο των αντιστοίχων επενδύσεων. Επιπλέον, η γνώση σχετικά με τις εναλλακτικές τεχνολογίες και η προσφορά των χρηματοδοτικών μηχανισμών, όπου συμπεριλαμβάνονται τα ταμεία, οι συμβάσεις χρηματοδότησής από τρίτους και οι συμβάσεις ενεργειακών επιδόσεων, αποτελούν σημαντικά κριτήρια για να καθοριστεί η κερδοφορία των ενεργειακών υπηρεσιών.

    Οι συμβάσεις ενεργειακών επιδόσεων εξασφαλίζουν αποτελεσματικότητα του κόστους με βάση τον αριθμητικό υπολογισμό και την εξασφάλιση του εμπορικού δυναμικού. Το μακροπρόθεσμο δυναμικό της αγοράς συμβάσεων επιδόσεων ενεργειακών υπηρεσιών και μέτρων ενεργειακής απόδοσης στην ΕΕ έχει υπολογιστεί κατ' εκτίμηση ότι υπερβαίνει τα 25 δισεκατομμύρια ευρώ [29].

    [29] Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, Συμφωνία εφαρμογής DSM 2003.

    Σε διάφορες υπό προσχώρηση χώρες η ιδέα των ενεργειακών υπηρεσιών και της εμπορικής εφαρμογής μέτρων ενεργειακής απόδοσης έχει αναπτυχθεί στον ίδιο βαθμό όπως στα κράτη μέλη. Για το λόγο αυτό, η διεύρυνση της αγοράς για την ενεργειακή απόδοση σε αυτά τα νέα κράτη μέλη είναι δυνατό να επιτευχθεί κατά τον ίδίο τρόπο όπως στα σημερινά κράτη μέλη.

    4. Αιτιολόγηση της δράσης σε κοινοτικό επίπεδο

    4.1. Το σημερινό πολιτικό πλαίσιο

    Στην Πράσινη Βίβλο σχετικά με την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού η Επιτροπή επεσήμανε τα εξής σημεία:

    - Εάν δεν ληφθούν μέτρα προβλέπεται να αυξηθεί η εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τον εξωτερικό εφοδιασμό με ενέργεια, από το σημερινό επίπεδο του 50% σε 70% μέχρι το 2030, κυρίως λόγω της αύξησης της κατανάλωσης ενέργειας.

    - Είναι σχετικά περιορισμένες οι δυνατότητες να επηρεασθούν περαιτέρω οι συνθήκες προμήθειας και διανομής ενέργειας βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα, είτε με την κατασκευή νέου δυναμικού παραγωγής είτε με τη βελτίωση της μεταφοράς και διανομής ενέργειας. Ως εκ τούτου, οι προσπάθειες πρέπει πλέον να επικεντρωθούν στη βελτίωση της απόδοσης κατά την τελική χρήση και τη διαχείριση της ζήτησης ενέργειας, μεταξύ άλλων, με την αύξηση της προσφοράς και της ζήτησης ενεργειακώς αποδοτικών υπηρεσιών.

    - Επιπλέον, δεδομένου ότι στην ΕΕ εξακολουθούν να αυξάνονται οι εκπομπές CO2 και άλλων αερίων που προξενούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, καθίσταται δυσκολότερο για την ΕΕ να ανταποκριθεί επαρκώς στην πρόκληση εκπλήρωσης της δέσμευσης που ανέλαβε με το Πρωτόκολλο του Κυότο. Δεδομένου ότι το 94% των εκπομπών CO2 στην ΕΕ - το πλέον διαδεδομένο θερμοκηπιακό αέριο - είναι ανθρωπογενούς προέλευσης και αποδίδονται στη χρήση ενέργειας, ο κλάδος έχει μοναδική ευκαιρία και ευθύνη να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της ασφάλειας του εφοδιασμού και της αλλαγής του κλίματος καθώς και να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας και την απασχόληση.

    Προσφάτως, στην «Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ενεργοποίησή της πρώτης φάσης του ευρωπαϊκού προγράμματος για την αλλαγή του κλίματος (ΕΠΑΚ)» [30] προβλέφθηκε «οδηγία για τη διαχείριση της ζήτησης ενέργειας», που θα συνίσταται στον καθορισμό από τα κράτη μέλη στόχων βελτίωσης της απόδοσης [31] και που να συνοδεύονται από πλαίσια για την υλοποίηση και χρηματοδότηση αυτών των μέτρων.

    [30] COM(2001) 580 τελικό.

    [31] Τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο έχουν υποστηρίξει πρωτοβουλίες για ενεργειακές υπηρεσίες με ψηφίσματα του Κοινοβουλίου και συμπεράσματα του Συμβουλίου (Α5-0054/2001 και συμπεράσματα 8835/00 και 14000/00 του Συμβουλίου του 2000). Στο ψήφισμά του της 7ης Δεκεμβρίου 1998 (ΕΕ C 394, 17.12.1998, σ. 1) αποδέχθηκε ενδεικτικό στόχο να βελτιωθεί η ενεργειακή ένταση της τελικής κατανάλωσης κατά μία ποσοστιαία μονάδα ανά έτος μέχρι το έτος 2010, ως χρήσιμη καθοδήγηση για την αύξηση των προσπαθειών σε αυτό το πεδίο.

    4.2. Ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας

    Στις οδηγίες 2003/54/ΕΚ και 2003/55/ΕΚ σχετικά με κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργείας και φυσικού αερίου, οι οποίες καταργούν, αντιστοίχως, τις οδηγίες 96/92/ΕΚ και 98/30/ΕΚ, ορίζεται ότι η επιλογή της αξιοποίησης της διαχείρισης ενέργειας αποτελεί εναλλακτική λύση αντί νέου δυναμικού, δεδομένου ότι παρέχεται η δυνατότητα στις αρχές των κρατών μελών να προκηρύσσουν διαγωνισμούς για νέο δυναμικό ή, εναλλακτικώς, για μέτρα απόδοσης ενέργειας και διαχείρισης της ζήτησης [32]. Εξάλλου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν βασισθεί σε αυτές τις οδηγίες για να εξασφαλίσουν ότι στα τιμολόγια μεταφοράς και διανομής ενέργειας λαμβάνονται υπόψη αυτά τα μέτρα διαχείρισης της ζήτησης, πράγμα που καθιστά δυνατή τη ανάκτηση του κόστους και εύλογα περιθώρια κέρδους κατά τον καθορισμό των τιμολογίων αυτών [33]. Τα κράτη μέλη οφείλουν επίσης να εξασφαλίζουν ότι όλοι οι μικροί και ευάλωτοι πελάτες, συμπεριλαμβανομένων των μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεων, επωφελούνται από αυτή την αγορά, καθώς και ότι πληρούνται όλες οι απαιτήσεις δημόσιας υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας του περιβάλλοντος, σύμφωνα με τις εν λόγω οδηγίες.

    [32] Άρθρο 7 της οδηγίας 2003/54/ΕΚ.

    [33] Αιτιολογική σκέψη 18 της οδηγίας 2003/54/ΕΚ.

    Ενώ οι αγορές λιανικής για την παραγωγή και προσφορά ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου, άνθρακα, καυσίμων θέρμανσης και κίνησης και, σε ορισμένο βαθμό, τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, έχουν ήδη ανοίξει στον ανταγωνισμό, τα αποτελέσματα αυτών των δυνάμεων της αγοράς έγιναν, σχεδόν αποκλειστικά, αισθητά στη βελτίωση της απόδοσης στην προσφορά. Έχει βελτιωθεί η παραγωγή, ο εξευγενισμός, η μετατροπή και η διανομή ενέργειας. Ωστόσο, ο αυξημένος αυτός ανταγωνισμός δεν επέδρασε θετικά στη ζήτηση της αγοράς ενέργειας, ως βελτίωση της απόδοσης κατά την τελική χρήση. Βελτίωση στην αγορά ενέργειας ώστε να συμπεριληφθεί η πλευρά της ζήτησης με μεγαλύτερη εστίαση στην απόδοση ενέργειας κατά την τελική χρήση, είναι δυνατόν να επιτευχθεί με την κατάστρωση καλύτερα διαρθρωμένης, εναρμονισμένης και επισημοποιημένης αγοράς για ενεργειακή απόδοση, που θα βασιστεί στην ποσοτικοποίηση, πιστοποίηση και εξασφάλιση των αποτελεσμάτων επενδύσεων στην ενεργειακή απόδοση, ως βελτίωση του βαθμού ενεργειακής απόδοσης που παρέχουν. Τούτο θεωρείται ως αποτελεσματικός, κατευθυνόμενος από την αγορά τρόπος για την εκπλήρωση του στόχου ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, ενώ παράλληλα θα αποτελέσει σημαντική συμβολή για την εκπλήρωση των στόχων προστασίας του περιβάλλοντος και ασφάλειας του εφοδιασμού.

    4.3. Πρόσθετος αντίκτυπος από δράση σε κοινοτικό επίπεδο

    Ο πρώτος στόχος της προτεινόμενης οδηγίας είναι η βελτίωση της απόδοσης ενέργειας κατά την τελική χρήση. Ο δεύτερος στόχος είναι η δημιουργία αειφόρου, εμπορικώς βιώσιμης αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών για αποδοτική τελική χρήση, υπό πλήρη ανταγωνισμό. Η ανάπτυξη αυτής της αγοράς βραχυπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα, με την προώθηση και εναρμόνιση των ενεργειακών υπηρεσιών και των μέτρων ενεργειακής απόδοσης θα καταστήσει δυνατόν να επιτευχθεί το επαρκές μέγεθος, ή κρίσιμη μάζα, για να προκύψουν οικονομίες κλίμακας, καθώς και πολυάριθμα θετικά εξωτερικά αποτελέσματα. Αυτά δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν στις περιορισμένες και κατακερματισμένες αγορές μέτρων ενεργειακής απόδοσης που υπάρχουν ήδη σήμερα στα κράτη μέλη. Η μεγέθυνση αυτή δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη. Λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων των δράσεων αυτών καθώς και λόγω της ανάγκης για παρόμοιους ορισμούς, μηχανισμούς, προγράμματα, χρηματοδότηση, χρηματοδοτικές δομές και υπηρεσίες, κρίνεται σκόπιμο να επιτευχθεί ο στόχος αυτός σε κοινοτικό επίπεδο. Σημαντικοί λόγοι για να αναληφθεί δράση σε κοινοτικό επίπεδο είναι το ότι ενδεχομένως να προκύψουν εμπόδια ανισοτήτων σε περίπτωση που τα κράτη μέλη ενεργήσουν μεμονωμένα, καθώς και ο συναφής κίνδυνος να δημιουργηθούν από τα κράτη μέλη νέα εμπόδια στο εμπόριο υπό μορφή στρεβλώσεων στην αγορά σε περίπτωση που αναπτύξουν πλήρως ανεξάρτητες και χωριστές αγορές ενεργειακών υπηρεσιών. Εξάλλου, αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό στην περίπτωση που η παρούσα οδηγία συμπληρωθεί μελλοντικώς με την καθιέρωση διαπραγματεύσιμων και αμοιβαίως αναγνωρίσιμων πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης («λευκών πιστοποιητικών»). Η αύξηση των διασυνοριακών συναλλαγών ενέργειας αποτελεί σαφή ένδειξη της ανάγκης για εναρμόνιση σε κοινοτικό επίπεδο.

    Κατά συνέπεια, τα μέτρα αυτά προτείνονται σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Επιπλέον, σύμφωνα με την αρχή της αναλογίας που ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτού του στόχου.

    5. Η ΣΧέση μεταξύ των μέτρων ενεργειακής απόδοσησ και του συστήματοσ εμπορίασ δικαιωμάτων εκπομπών αερίων

    5.1. Βασικές αρχές των δικαιωμάτων εκπομπών αερίων

    Υπό την οδηγία 2003/87/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας [34] κάθε κράτος μέλος οφείλει να ορίσει ανώτατο όριο για τις συλλογικές εκπομπές CO2 σε επιλεγμένες βιομηχανικές δραστηριότητες, όπου περιλαμβάνεται η ηλεκτροπαραγωγή. Με αυτό το ανώτατο όριο σε όλη την ΕΕ καθιερώνεται η σπάνη ως κριτήριο για τις επιτρεπόμενες εκπομπές, αλλά με την «εμπορία» των δικαιωμάτων θεσπίζεται ευελιξία για την εκπλήρωση του συνολικού στόχου και μειώνεται το κόστος συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις, επιτρέποντας τις αγοραπωλησίες των δικαιωμάτων εκπομπών.

    [34] ΕΕ L 275, 25.10.2003, σ. 32-46.

    Σύμφωνα με την οδηγία για την εμπορία των δικαιωμάτων εκπομπών οι εγκαταστάσεις που καλύπτονται από την οδηγία αυτή (κατά την πρώτη φάση 2005-2007 το σύστημα θα καλύψει περίπου το 50% των συνολικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην ΕΕ - 25) θα υποχρεούνται να παραδίδουν δικαιώματα ίσα με τις πραγματικές εκπομπές τους CO2. Τα δικαιώματα CO2 κατανέμονται αρχικώς μέσω εθνικών σχεδίων κατανομής. Θα είναι ελεύθερη η αγορά ή η πώληση των δικαιωμάτων αυτών σε περίπτωση που ο αριθμός των δικαιωμάτων που κατέχει ο φορέας εκμετάλλευσης εγκατάστασης δεν αντιστοιχεί στην ποσότητα CO2 που παράγει πραγματικά.

    5.2. Αποτελέσματα της εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών στα μέτρα ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση

    Για μικρής κλίμακας τελική χρήση πρωτογενούς ενέργειας όπως φυσικού αερίου δεν υφίσταται άμεση σχέση με την οδηγία για την εμπορία των νέων δικαιωμάτων εκπομπής, δεδομένου ότι οι τελικοί χρήστες που προβλέπονται στην παρούσα πρόταση δεν καλύπτονται από το σύστημα αυτό. Ωστόσο, για τους τελικούς χρήστες ηλεκτρικής ενέργειας είναι άμεσες οι συνέπειες της οδηγίας για την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπής, δεδομένου ότι παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας επηρεάζονται ουσιαστικά.

    Πρώτον, ο καθαρός αντίκτυπος της εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών στην αγορά θα είναι μάλλον η αύξηση του κόστους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα. Η αύξηση της τιμής θα μπορούσε, καθαυτή, να αποτελέσει κίνητρο για μέτρα ενεργειακής απόδοσης.

    Το σύστημα για την εμπορία των δικαιωμάτων εκπομπών εσωτερικεύει το κόστος του CO2 στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας και ως εκ τούτου, θα πρέπει αφ' εαυτό να αποτελέσει επαρκές και αποτελεσματικό ως προς το κόστος σύστημα για να επηρεάσει τον προσφορά και τη ζήτηση ενέργειας. Ορισμένα κράτη μέλη ενδέχεται, κατά συνέπεια, να τείνουν να επαφεθούν αποκλειστικά στην εμπορία των δικαιωμάτων εκπομπών για να εξασφαλίσουν αποτελεσματικές ως προς το κόστος μειώσεις των εκπομπών στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, ο υποτιθέμενος αντίκτυπος στη ζήτηση βασίζεται σε (μη ρεαλιστική) κατάσταση, κατά την οποία τα μηνύματα από τις τιμές γίνονται αμέσως αντιληπτά από τους πελάτες και δεν υφίστανται πολλά από τα εμπόδια που παρατέθηκαν στην παράγραφο 1.1. Επειδή όμως αυτά τα εμπόδια υπάρχουν, ο βέλτιστος οικονομικός αντίκτυπος στη ζήτηση ενδεχομένως να μην επιτευχθεί. Είναι λοιπόν αναγκαίο να συμπληρωθεί το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών με συγκεκριμένα και στοχοθετημένα μέτρα που θα αντιμετωπίσουν τα εμπόδια που αποτρέπουν οικονομικώς ορθές βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης.

    5.3. Αποτέλεσμα των μέτρων ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση στην εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών

    Η μείωση της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ ως αποτέλεσμα της παρούσας οδηγίας θα οδηγήσει σε μειώσεις των εκπομπών CO2 από τους φορείς ηλεκτροπαραγωγής. Τούτο θα επέφερε μείωση των δικαιωμάτων εκπομπών που χρειάζονται οι φορείς ηλεκτροπαραγωγής και, ως εκ τούτου, μείωση των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπής. Ως εκ τούτου θα ωφελούνταν όλοι οι κλάδοι που καλύπτονται από το σύστημα εμπορίας των εκπομπών. Ο εναρμονισμένος υποχρεωτικός στόχος που προτείνεται με την παρούσα οδηγία θα εξασφαλίσει ισότιμες συνθήκες σε όλη την ΕΕ όσον αφορά τα οφέλη «των μετά την ηλεκτροπαραγωγή σταδίων» για τους φορείς ηλεκτροπαραγωγής. Επιπλέον, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ παράγραφος 4 της οδηγίας για την εμπορία των δικαιωμάτων εκπομπής, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τις μειώσεις του CO2 ως αποτέλεσμα της οδηγίας, όταν αποφασίζουν σχετικά με τον συνολικό αριθμό δικαιωμάτων που κατανέμονται υπό τα εθνικά σχέδια κατανομής.

    Για να εξασφαλιστεί η συμπληρωματικότητα μεταξύ του συστήματος εμπορίας των δικαιωμάτων εκπομπών και της παρούσας πρότασης, οι βιομηχανικοί κλάδοι που καλύπτονται από το παράρτημα Ι της οδηγίας για την εμπορία των δικαιωμάτων εκπομπών (καθώς και εκείνοι που καλύπτονται από το παράρτημα Ι της οδηγίας IPPC) δεν υπάγονται στην παρούσα πρόταση.

    6. ΣΥΝΟΧΗ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΜΕ ΙΣΧΟΥΣΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

    Οι ενεργειακές υπηρεσίες, τα προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης βασίζονται και συμπληρώνουν πολλά από τα εργαλεία που συστάθηκαν με άλλα νομοθετικά κείμενα της ΕΕ και των κρατών μελών, όπως για παράδειγμα για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας των οικιακών συσκευών και εξοπλισμού [35]. Πολλοί πάροχοι ενεργειακών υπηρεσιών έχουν λοιπόν τη δυνατότητα να λαμβάνουν υπόψη τους το χαμηλότερο κόστος κύκλου ζωής κατά την αγορά ενεργειακώς αποδοτικού εξοπλισμού, με βάση τις πληροφορίες που παρέχονται με την υποχρεωτική σήμανση και στο φυλλάδιο. Πολλοί καταναλωτές, για διαφόρους λόγους, δεν λαμβάνουν υπόψη τους αυτούς τους παράγοντες και αγνοούν πλήρως την πτυχή της ενεργειακής απόδοσης. Οι πάροχοι ενεργειακών υπηρεσιών ενεργούν κατά τρόπο ώστε να ενσωματώσουν την πτυχή αυτή χρησιμοποιώντας, προς σημαντικό όφελος, τις πληροφορίες που παρέχονται από αυτές τις οδηγίες.

    [35] ΕΕ L 297, 13.10.1992, σ. 16.

    Ένα άλλο παράδειγμα είναι οι ενεργειακοί έλεγχοι που απαιτούνται για την πιστοποίηση σύμφωνα με την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων [36]. Οι έλεγχοι αυτοί απαιτούνται ως κριτήριο συμμόρφωσης προς την απαίτηση πιστοποίησης. Απαιτείται επίσης η παροχή συμβουλών σχετικά με τη βελτίωση του κτιρίου όταν διενεργείται η πιστοποίησή του. Η αύξηση της χρήσης ενεργειακών υπηρεσιών θα καταστήσει δυνατή την εφαρμογή πολλών μέτρων που προτείνονται υπό τους υποχρεωτικούς ελέγχους πιστοποίησης, λόγω του ότι παρουσιάζονται στον ιδιοκτήτη του κτιρίου υπό ευνοϊκούς και εύκολα κατανοητούς οικονομικούς και τεχνικούς όρους.

    [36] ΕΕ L 1, 4.1.2003, σ. 65.

    Οι ενεργειακές υπηρεσίες, τα προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης ενισχύουν συμπληρωματικώς τις τακτικές επιθεωρήσεις των λεβήτων και συστημάτων κλιματισμού, όπως ορίζονται στην οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων. Παρ' ό,τι οι επιθεωρήσεις είναι υποχρεωτικές, δεν παρέχονται άμεσα κίνητρα για τη βελτίωση ή την αντικατάσταση εγκαταστάσεων, παρά γίνεται μόνο γνωστό ότι ενδεχομένως να υπάρχουν οικονομικά οφέλη. Οι ενεργειακές υπηρεσίες παρέχουν ακριβέστερες πληροφορίες σχετικά με το κόστος και τα οφέλη από την εφαρμογή των προτεινόμενων μέτρων και μπορούν να προσφέρουν εγγυήσεις σχετικά με τα αποτελέσματα, συμβάσεις χρηματοδότησης από τρίτο και συμβάσεις επιδόσεων.

    Εν γένει, η αγορά ενεργειακών υπηρεσιών και άλλων μέτρων ενεργειακής απόδοσης θα ωθήσει επιπροσθέτως πολλές ισχύουσες οδηγίες της ΕΕ, ενώ παράλληλα οι οδηγίες αυτές θα ενισχύσουν και θα διευκολύνουν την παροχή ενεργειακών υπηρεσιών και άλλων μέτρων [37].

    [37] Για την προώθηση της ανάπτυξης ενεργειακών υπηρεσιών προβλέπεται ο συντονισμός με άλλη ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ, όπως οι οδηγίες 1994/2/ΕΚ, 1995/12/ΕΚ, 1995/13/ΕΚ, 1996/60/ΕΚ, 1997/17/ΕΚ, 1998/11/ΕΚ, και 2000/31/ΕΚ.

    7. NOMIKH ΒΑΣΗ

    Για να εξασφαλισθεί η συνετή αειφόρος και ορθολογική χρησιμοποίηση της ενέργειας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 174 της Συνθήκης, είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί ότι η ζήτηση στην αγορά ενέργειας λειτουργεί εξίσου όπως η προσφορά. Ως εκ τούτου, προτείνονται νομοθετικά μέτρα, όπου συμπεριλαμβάνονται στόχοι για τις δημόσιες αρχές των κρατών μελών, τα οποία μακροπρόθεσμα θα οδηγήσουν σε αειφόρο αγορά για την ενεργειακή απόδοση και, ιδίως, ενεργειακών υπηρεσιών.

    Σύμφωνα με το άρθρο 175 της συνθήκης, πρέπει να ληφθούν υπόψη τα δυνητικά οφέλη και κόστος που θα έχουν στη ζήτηση τα προτεινόμενα μέτρα.

    8. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

    Στο άρθρο 1 ορίζεται ο σκοπός της πρότασης και ο τρόπος με τον οποίο θα επιτευχθεί.

    Στο άρθρο 2 ορίζεται ότι η πρόταση καλύπτει τη διανομή και τη λιανική πώληση των κυρίων πηγών ενέργειας στους τελικούς πελάτες στους κυριότερους κλάδους τελικής χρήσης.

    Στο άρθρο 3 περιλαμβάνονται οι ορισμοί και οι βασικές αρχές που χρησιμοποιούνται στην πρόταση.

    Σύμφωνα με το άρθρο 4 υποχρεούνται τα κράτη μέλη να θεσπίζουν και να πληρούν ετήσιο στόχο εξοικονόμησης ενέργειας. Μέθοδος υπολογισμού ορίζεται στο παράρτημα Ι.

    Σύμφωνα με το άρθρο 5 απαιτείται από τα κράτη μέλη να προωθήσουν την ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση στο πλαίσιο των κρατικών προμηθειών και να καθιερώσουν και να εκπληρώσουν ετήσιο στόχο εξοικονόμησης ενέργειας ύψους 1,5%.

    Σύμφωνα με το άρθρο 6 απαιτείται από τα κράτη μέλη να καθορίσουν ορισμένες υποχρεώσεις σχετικά με τη συμμετοχή των εταιρειών διανομής και λιανικής πώλησης ενέργειας στην αγορά ενεργειακών υπηρεσιών, περιλαμβανομένης της προσφοράς ελαχίστου επιπέδου ενεργειακών υπηρεσιών ή ενεργειακών ελέγχων.

    Σύμφωνα με το άρθρο 7 απαιτείται από τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν την προσφορά ενεργειακών υπηρεσιών και μέτρων ενεργειακής απόδοσης στους επιλέγοντες πελάτες και να εξασφαλίσουν ότι οι υπηρεσίες και τα μέτρα αυτά είναι δυνατόν να παρέχονται από οποιονδήποτε ειδικευμένο παράγοντα της αγοράς.

    Σύμφωνα με το άρθρο 8 απαιτείται από τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν τα κατάλληλα συστήματα ειδίκευσης, διαπίστευσης ή/και πιστοποίησης των παρόχων ενεργειακών υπηρεσιών.

    Σύμφωνα με το άρθρο 9 απαιτείται από τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι προσφέρονται μέσα χρηματοδότησης για την εξοικονόμηση ενέργειας.

    Σύμφωνα με το άρθρο 10 υποχρεούνται τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι τα τιμολόγια δεν προωθούν την αύξηση της κατανάλωσης ενέργειας και ότι παρέχουν τη δυνατότητα ανάκτησης κόστους εάν είναι εύλογο και ανταγωνιστικό.

    Σύμφωνα με το άρθρο 11 παρέχεται στα κράτη μέλη η δυνατότητα να συγκροτήσουν ταμεία και χρηματοδοτικούς μηχανισμούς για προγράμματα και μέτρα ενεργειακής απόδοσης.

    Σύμφωνα με το άρθρο 12 τα κράτη μέλη οφείλουν να εξασφαλίσουν την προσφορά συστημάτων ενεργειακού ελέγχου.

    Σύμφωνα με το άρθρο 13 απαιτείται από τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ακριβείς και αναλυτικές μετρήσεις και λογαριασμούς για την κατανάλωση ενέργειας.

    Σύμφωνα με το άρθρο 14 καθιερώνεται η διαδικασία υποβολής έκθεσης από τα κράτη μέλη και από την Επιτροπή.

    Με το άρθρο 15 καταργείται η οδηγία 93/76/ΕOΚ. [38]

    [38] Οδηγία 93/76/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 1993 για περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα με τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης (SAVE).

    Τα άρθρα 16, 17 και 18 αφορούν τη μεταφορά στην εθνική νομοθεσία και τις διοικητικές διατάξεις της οδηγίας.

    Τα παραρτήματα της πρότασης (παραρτήματα I - IV) αφορούν πολλές πτυχές που πρέπει να ληφθούν υπόψη για τον καθορισμό και την επαλήθευση των στόχων των κρατών μελών, και περιλαμβάνουν πίνακες μετατροπής. Παρέχουν επίσης κατευθυντήριες γραμμές για επιλέξιμες ενεργειακές υπηρεσίες, προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, καθώς και για τη μέτρηση και την επαλήθευσή τους.

    Παράρτημα A:

    ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ, ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΜΕΤΡΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ

    Στην Ιταλία, η ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση προωθείται με διάφορους τρόπους, όπου περιλαμβάνονται διαρθρώσεις τιμολογίων που καθορίζονται από τις ρυθμιστικές αρχές για την ηλεκτρική ενέργεια. Πρώτον, τα συνολικά έσοδα από ορισμένες κατηγορίες πελατών δεν αναλογούν πλέον κατά 100% στις μονάδες ενέργειας που πωλούνται, αλλά εξαρτώνται εν μέρει από το πλήθος των πελατών. Δεύτερον, το κόστος των προγραμμάτων για την ενεργειακή απόδοση που προκύπτει για τις επιχειρήσεις κοινής ωφελείας είναι δυνατό να καλύπτονται από μικρή αύξηση στα τιμολόγια.

    Στη Σουηδία έχει επίσης καθιερωθεί νέο σύστημα για τα τιμολόγια διανομής ηλεκτρικής ενέργειας που αξιολογείται με τη βοήθεια μοντέλου το οποίο, μεταξύ άλλων, λαμβάνει υπόψη το μήκος του δικτύου, την αξία των εγκαταστάσεων και την ανάγκη νέων επενδύσεων.

    Από το 1992 οι εταιρείες διανομής στη Δανία είναι υποχρεωμένες να παρέχουν δωρεάν συμβουλές σχετικά με την ενέργεια στις βιομηχανίες και τις επιχειρήσεις τους καθώς και στα νοικοκυριά, π.χ. με δωρεάν παρεχόμενους ελέγχους της ενεργειακής απόδοσης στη βιομηχανία και τις επιχειρήσεις, προγράμματα προώθησης των συμπαγών φθοριζόντων λαμπτήρων, προγράμματα εκπτώσεων για επιλεγμένες τεχνολογίες, κλπ. Στις εταιρείες αυτές επιτρέπεται να ανακτούν το κόστος γι'αυτές τις δραστηριότητες μέσω των τιμολογίων.

    Από το έτος 2001, οι εξοικονομήσεις μέσω των άμεσα μετρήσιμων δράσεων για την ενεργειακή απόδοση από τις εταιρείες του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας έχει υπολογισθεί ότι ισούνται προς 0,5% της συνολικής κατανάλωσης (33 TWh/έτος), ενώ οι επενδύσεις των εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας (0,06 λεπτά ευρώ/πωληθείσα kWh) ανέρχονται σε περίπου 1% της τιμής ανά kWh χωρίς φόρους. Για τους πελάτες η μέση χρονική διάρκεια αποπληρωμής για αυτές τις πρωτοβουλίες είναι 4 έτη και η καθαρή αξία των εξοικονομήσεων για το σύνολο της διάρκειας ζωής έχει υπολογισθεί σε περίπου 32 εκατομμύρια ευρώ.

    Οι δραστηριότητες για την ενεργειακή απόδοση των εταιρειών διανομής της Δανίας κατά την περίοδο 2002-2004 θα ανέλθει σε περίπου 26 εκατομμύρια ευρώ, που αντιστοιχεί σε περίπου 0,08 λεπτά ευρώ ανά kWh.

    Μεταξύ 1991 και 1997, στις Κάτω Χώρες δαπανήθηκαν περίπου 600 εκατομμύρια ευρώ για ενεργειακές υπηρεσίες και προγράμματα που αφορούν την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο. Επρόκειτο για εκπτώσεις για υψηλής συχνότητας στραγγαλιστικά πηνία φωτισμού, συστήματα μετάδοσης κίνησης μεταβλητής ταχύτητας, συμπαγείς λαμπτήρες φθορισμού, ψυγεία κλάσης Α, λέβητες συμπύκνωσης. [39] Τα προγράμματα αυτά βασίστηκαν σε συμφωνίες κατόπιν διαπραγμάτευσης και ταμεία που συστάθηκαν με τη χρέωση περίπου 1,4 λεπτών ευρώ/kWh στην ενέργεια. [40]

    [39] DEA. E.piano 1999.

    [40] 154,5 PJ = 42,9 TWh, -> 600 000 000EUR/42 910 000 000 kWh = 0,01398 ευρώ.

    Στη Γερμανία, 80 εταιρείες κοινής ωφέλειας, κατόπιν συμφωνίας που ενισχύθηκε από την κυβέρνηση του ομόσπονδου κράτους της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, αύξησαν τον αριθμό των συμπαγών λαμπτήρων φθορισμού που χρησιμοποιούνται στα νοικοκυριά στα 1,4 εκατομμύρια, που συνεπάγεται εξοικονόμηση ενέργειας 550 GWh με κόστος 1,6 λεπτά ευρώ ανά εξοικονομηθείσα kWh. [41]

    [41] (Thomas et al. 1997).

    Η Γερμανία θέσπισε νέο νόμο για τις εξοικονομήσεις ενέργειας (Energieeinsparverordnung), ο οποίος αφορά σαφώς την πλευρά της ζήτησης. Αυτό το νέο νομοθέτημα αποσκοπεί στη μείωση των εκπομπών CO2 κατά 10 εκατομμύρια τόνους μέχρι το 2005. Η ενεργειακή απόδοση στα νεόδμητα κτίρια θα αυξηθεί κατά 30% σε σύγκριση προς τη σημερινή στάθμη.

    Το πρόγραμμα Energy Efficiency Commitment (EEC, Ανάληψη δέσμευσης για την ενεργειακή απόδοση) στο ΗΒ έχει επί του παρόντος στόχο εξοικονόμησης 62 TWh εντός τριετίας. Σύμφωνα με το EEC οι πάροχοι φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας υπέχουν τη νομική υποχρέωση να επιτύχουν στόχο εξοικονόμησης ενέργειας. Επαφίεται στους προμηθευτές αυτούς να αποφασίσουν τον τρόπο που θα καλύψουν το κόστος για την εκπλήρωση του στόχου υπό το EEC. Το πρόγραμμα EEC αποσκοπεί επί του παρόντος να πείσει τους παρόχους να ενσωματώσουν την ενεργειακή απόδοση στις δραστηριότητές τους.

    Το Λουξεμβούργο έχει καθιερώσει σύστημα επιδότησης για την ορθολογική χρήση ενέργειας και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι επιδοτήσεις καταβάλλονται για παντός τύπου κτίρια οικιστικής χρήσης.

    Σε διάφορα έργα στην Ουγγαρία οι τοπικές αρχές που συνεργάζονται με εταιρείες ενεργειακών υπηρεσιών έχουν επιτύχει πολύ υψηλότερη ενεργειακή απόδοση σε κτίρια της τοπικής αυτοδιοίκησης. Έχουν αναφερθεί εξοικονομήσεις του κόστους θέρμανσης που ανέρχονται μέχρι 70% [42].

    [42] Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, πρωτοβουλία για την ενεργειακή απόδοση - Μελέτες ανά χώρα και περιπτωσιολογικές, 1997.

    Στη Σλοβακία, μετά από τη θέσπιση νόμου το 1995, με τον οποίο επιτρέπεται η υπογραφή συμβάσεων για ενεργειακές επιδόσεις, η τοπική αυτοδιοίκηση αξιοποίησε την ιδέα αυτή για να βελτιώσει τις ενεργειακές επιδόσεις των εγκαταστάσεων τηλεθέρμανσης. Οι εξοικονομήσεις ενέργειας εκτιμάται κατά προσέγγιση ότι θα αποπληρώσουν τις επενδύσεις εντός εξαετίας [43].

    [43] Βλ. ανωτέρω υποσημείωση.

    Στη Σλοβενία έχουν αναληφθεί διάφορες πρωτοβουλίες τα τελευταία έτη για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στα κτίρια κατοικιών και τα νοικοκυριά. Οι πρωτοβουλίες περιλαμβάνουν σύστημα για την επιδότηση της μόνωσης ανακαινιζόμενων διαμερισμάτων κάτω από σοφίτες, για την στεγανοποίηση των κτιρίων και για ρυθμίσεις των λεβήτων, καθώς και δραστηριότητες δικτύου παροχών συμβουλών ενέργειας (ENSVET). Ο στόχος του δικτύου ENSVET είναι η ευαισθητοποίηση επί ενεργειακών θεμάτων και οι δραστηριότητές του αναμένεται ότι θα συμβάλουν στην εκπλήρωση του στόχου βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης κατά 2% ανά έτος [44].

    [44] Βλ. ανωτέρω υποσημείωση.

    Στη Νορβηγία έχει καθοριστεί από την ρυθμιστική αρχή ετήσιο ανώτατο όριο εσόδων για τις εταιρείες διανομής και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Το ανώτατο όριο εσόδων βασίζεται στο κόστος κατά το παρελθόν για την αντίστοιχη δραστηριότητα του δικτύου και προσαρμόζεται, μεταξύ άλλων, στην απόδοση.

    Οι εξοικονομήσεις ενέργειας που προκύπτουν από τις πρωτοβουλίες που λήφθηκαν το 2002 με κυβερνητικά προγράμματα για τη βιομηχανία, τα κτίρια, την υιοθέτηση νέας τεχνολογίας και την επαγγελματική κατάρτιση και εκπαίδευση επέφεραν εξοικονόμηση ενέργειας 450 GWh. Το ποσό που επενδύθηκε ήταν περίπου 4,6 εκατομμύρια ευρώ, δηλαδή 1 λεπτό ευρώ/kWh.

    Σύμφωνα με έκθεση από την κυβέρνηση, του 1998, το δυναμικό για εξοικονομήσεις ενέργειας με βάση τις επενδύσεις στα υπάρχοντα κτίρια είναι 14 TWh (έναντι 72 TWh συνολικώς), ενώ η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας είναι περίπου 5 λεπτά ευρώ/kWh ή η τιμή του πετρελαίου είναι περίπου 3,5 λεπτά ευρώ/kWh. Στους υπολογισμούς αυτούς δεν συμπεριλαμβάνεται η δυνατότητα αλλαγής της συμπεριφοράς των πελατών ως αποτέλεσμα της ενημέρωσης και της εκπαίδευσης.

    2003/0300 (COD)

    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ περί της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση και ενεργειακών υπηρεσιών

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 175 παράγραφος 1,

    την πρόταση της Επιτροπής, [45]

    [45] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, [46]

    [46] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

    τη γνώμη της Επιτροπής Περιφερειών, [47]

    [47] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

    αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης, [48]

    [48] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

    Εκτιμώντας τα εξής:

    (1) Στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα είναι απαραίτητη η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση και τη διαχείριση της ζήτησης ενέργειας, επειδή είναι σχετικώς περιορισμένες οι δυνατότητες για οποιαδήποτε περαιτέρω επενέργεια, βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα, στον ενεργειακό εφοδιασμό και τις συνθήκες διανομής, είτε με την αύξηση της δυναμικότητας είτε με τη βελτίωση της μεταφοράς και διανομής ενέργειας [49].

    [49] COM(2000) 769, Πράσινη Βίβλος «Προς ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού».

    (2) Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση θα συμβάλει επίσης στον περιορισμό των εκπομπών CO2 και άλλων αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Συνεχίζεται η αύξηση αυτών των εκπομπών, έτσι ώστε καθίσταται όλο και πιο δύσκολη η εκπλήρωση των δεσμεύσεων που αναλήφθηκαν στο Κυότο. Στις ανθρωπογενείς δραστηριότητες του ενεργειακού τομέα αποδίδεται το 78% των εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων της Κοινότητας. Στο έκτο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον προβλέπονται περαιτέρω μειώσεις που απαιτούνται για να επιτευχθεί ο μακροπρόθεσμος στόχος της UNFCCC [50] που συνίσταται στη σταθεροποίηση των συγκεντρώσεων θερμοκηπιακών αερίων στην ατμόσφαιρα σε επίπεδα τα οποία θα αποτρέψουν την επικίνδυνη ανθρωπογενή παρέμβαση στο κλίμα.

    [50] Σύμβαση πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος.

    (3) Στην ανακοίνωση σχετικά με την πρώτη φάση του ECCP [51] προβλεπόταν η έκδοση οδηγίας για τη διαχείριση της ζήτησης ενέργειας ως ένα από τα πρωτεύοντα μέτρα σχετικά με την αλλαγή του κλίματος που θα έπρεπε να ληφθεί σε κοινοτικό επίπεδο.

    [51] Ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την αλλαγή του κλίματος.

    (4) Στην οδηγία 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της οδηγίας 96/92/ΕΚ [52] και στην οδηγία 2003/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 98/30/EK [53] προβλέπεται η δυνατότητα της αξιοποίησης της ενεργειακής απόδοσης και της διαχείρισης της ζήτησης αντί αύξησης της προσφοράς και για την προστασία του περιβάλλοντος, δεδομένου ότι παρέχεται η δυνατότητα στα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων, να προκηρύσσουν διαγωνισμούς για νέα δυναμικότητα ή να επιλέγουν μέτρα ενεργειακής απόδοσης και στοχεύοντα στη ζήτηση, συμπεριλαμβανομένων συστημάτων για "λευκά πιστοποιητικά".

    [52] ΕΕ L 176, 15.7.200., σ. 37

    [53] ΕΕ L 176, 15.7.2003, σ. 57.

    (5) Η παρούσα οδηγία δεν θίγει το άρθρο 3 της οδηγίας 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της οδηγίας 96/92/ΕΚ [54], σύμφωνα με το οποίο απαιτείται από τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλοι οι οικιακοί πελάτες και, όπου κρίνεται σκόπιμο από τα κράτη μέλη, οι μικρές επιχειρήσεις απολαύουν της καθολικής υπηρεσίας, δηλαδή του δικαιώματος να προμηθεύονται ηλεκτρική ενέργεια συγκεκριμένης ποιότητας εντός του εδάφους τους σε λογικές, εύκολα και άμεσα συγκρίσιμες και διαφανείς τιμές.

    [54] ΕΕ L 176, 15.7.2003, σ. 37

    (6) Η απελευθέρωση των αγορών λιανικής για τους τελικούς πελάτες ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου, άνθρακα και λιγνίτη, θέρμανσης και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμα και τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης έχουν σχεδόν παντού επιφέρει βελτίωση της απόδοσης και χαμηλότερο κόστος στην παραγωγή, τη μετατροπή και τη διανομή της ενέργειας [55]. Η απελευθέρωση αυτή δεν επέφερε σημαντικό ανταγωνισμό που να βασίζεται σε προϊόντα και υπηρεσίες ώστε να προκύψει βελτιωμένη απόδοση από πλευράς ζήτησης.

    [55] Εφαρμογή της εσωτερικής αγοράς ενέργειας: πρώτη συγκριτική έκθεση. Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2002.

    (7) Στο ψήφισμά του της 7ης Δεκεμβρίου 1998 σχετικά με την ενεργειακή απόδοση στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα [56], το Συμβούλιο τάχθηκε υπέρ του στόχου να βελτιωθεί σε όλη την Κοινότητα η ενεργειακή ένταση της τελικής κατανάλωσης κατά μία επιπλέον ποσοστιαία μονάδα ετησίως μέχρι το έτος 2010.

    [56] ΕΕ C 394, 17.12.1998, σ. 1.

    (8) Τα κράτη μέλη πρέπει ως εκ τούτου να υιοθετήσουν εθνικούς στόχους για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση και να εξασφαλίσουν την περαιτέρω μεγέθυνση και τη βιωσιμότητα της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών.

    (9) Η βελτίωση της απόδοσης κατά την τελική χρήση είναι δυνατόν να επιτευχθεί με την αύξηση της διάθεσης και της ζήτησης ενεργειακών υπηρεσιών.

    (10) Στα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 5ης Δεκεμβρίου 2000 [57] συμπεριλαμβάνεται ως τομέας προτεραιότητας για δράση η προώθηση των ενεργειακών υπηρεσιών μέσω της κατάρτισης κοινοτικής στρατηγικής με σκοπό τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης.

    [57] Συμπεράσματα του Συμβουλίου: Δελτίο 5-2000, σημείο 1.4.41.

    (11) Οι εταιρείες διανομής και λιανικής πώλησης ενέργειας μπορούν να βελτιώσουν την ενεργειακή απόδοση στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα εφόσον προσφέρονται στην αγορά ενεργειακές υπηρεσίες που περιλαμβάνουν αποτελεσματική τελική χρήση, όπως αποτελεσματική θερμική άνεση, ζεστό νερό για οικιακή κατανάλωση, ψύξη, φωτισμό και κινητήρια ισχύ. Η μεγιστοποίηση του κέρδους γι'αυτές τις εταιρείες θα συσχετίζεται στενότερα με την πώληση ενεργειακών υπηρεσιών σε όσους το δυνατόν περισσότερους πελάτες αντί της πώλησης όσο το δυνατόν περισσότερης ενέργειας σε κάθε μεμονωμένο πελάτη.

    (12) Ο δημόσιος τομέας κάθε κράτους μέλους πρέπει να αποτελέσει υπόδειγμα όσον αφορά τις επενδύσεις, τη συντήρηση και άλλες δαπάνες για τον εξοπλισμό που καταναλώνει ενέργεια, τις ενεργειακές υπηρεσίες και άλλα μέτρα για την ενεργειακή απόδοση.

    (13) Οι ενεργειακές υπηρεσίες, τα προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και κάθε μέτρο ενεργειακής απόδοσης προς επίτευξη του στόχου της εξοικονόμησης ενέργειας είναι δυνατόν να υποστηρίζονται ή/και να εφαρμόζονται μέσω προαιρετικών συμφωνιών μεταξύ των άμεσα ενδιαφερομένων και ανεξαρτήτων φορέων του Δημοσίου που θα διορίζονται από τα κράτη μέλη.

    (14) Με την έκδοση της παρούσας οδηγίας όλες οι σημαντικές διατάξεις της οδηγίας 93/76/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 1993 για περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακος με τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης [58] καλύπτονται από άλλη κοινοτική νομοθεσία και, ως εκ τούτου, πρέπει να καταργηθεί η οδηγία 93/76/ΕOΚ.

    [58] ΕΕ L 237, 22.9.1993, σ. 28.

    (15) Δεδομένου ότι η προώθηση της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση και η ανάπτυξη αγοράς για ενεργειακές υπηρεσίες αποτελούν στόχους που δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και, συνεπώς, είναι δυνατόν να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να θεσπίζει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογίας, όπως ορίζεται στο άρθρο αυτό, η οδηγία δεν υπερβαίνει ό,τι είναι απολύτως αναγκαίο προκειμένου να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι.

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

    Άρθρο 1 Σκοπός

    Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να ενισχυθεί η οικονομικώς αποτελεσματική και αποδοτική τελική κατανάλωση ενέργειας στα κράτη μέλη με:

    - την εξασφάλιση των αναγκαίων στόχων, μηχανισμών, πρωτοβουλιών και θεσμικών, χρηματοδοτικών και νομικών πλαισίων για να εξαλειφθούν οι υπάρχοντες φραγμοί και ατέλειες της αγοράς στην αποδοτική τελική χρήση ενέργειας.

    - την ανάπτυξη αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών και την προσφορά προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης και άλλων μέτρων ενεργειακής απόδοσης στους τελικούς πελάτες.

    Άρθρο 2 Πεδίο εφαρμογής

    1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στη διανομή και τη λιανική πώληση ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές.

    2. Τα κράτη μέλη δύνανται να εξαιρούν μικρούς διανομείς ή εταιρείες λιανικής πώλησης ενέργειας από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

    3. Τα κράτη μέλη δύνανται να εξαιρούν από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας τα κτίρια που καταλογογραφούνται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της οδηγίας 2002/91/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων [59].

    [59] ΕΕ L 1, 4.1.2003, σ. 65.

    Άρθρο 3 Ορισμοί

    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

    (α) "Ενέργεια": ενέργεια υπό μορφή ηλεκτρισμού, φυσικού αερίου (όπου συμπεριλαμβάνεται το υγροποιημένο φυσικό αέριο και το υγραέριο), τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, καυσίμου θέρμανσης, άνθρακα και λιγνίτη, καυσίμων κίνησης (εξαιρουμένων των αεροπορικών καυσίμων και των καυσίμων πλοίων που έχουν αγορασθεί εκτός ΕΕ), καθώς και δασοκομικά και γεωργικά ενεργειακά προϊόντα και απόβλητα.

    (β) "Μέτρα ενεργειακής απόδοσης": όλες οι δράσεις, όπως ενεργειακές υπηρεσίες, προγράμματα και μηχανισμοί ή συναφείς δραστηριότητες για την ενεργειακή απόδοση που έχουν τεθεί σε εφαρμογή από οποιονδήποτε παράγοντα της αγοράς, όπου συμπεριλαμβάνονται οι κυβερνήσεις και οι δημόσιες αρχές, με σκοπό επαληθεύσιμες και μετρήσιμες βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση, και ως εκ τούτου εξοικονόμηση ενέργειας κατά την τελική χρήση, κατά την περίοδο μέτρησης.

    (γ) "Ενεργειακή υπηρεσία": οι υλικές συνθήκες άνεσης για τους τελικούς χρήστες ενέργειας οι οποίες προκύπτουν ως συνδυασμός ενέργειας και τεχνολογίας που χρησιμοποιεί ενέργεια καθώς και, σε ορισμένες περιπτώσεις, των λειτουργιών και της συντήρησης που απαιτούνται για την παροχή της υπηρεσίας (παραδείγματα: εσωτερική θέρμανση, φωτισμός, ζεστό νερό οικιακής χρήσης, ψύξη, μεταποίηση προϊόντων, κλπ.) και οι οποίες πληρούν υψηλές απαιτήσεις επιδόσεων και βελτιώνουν την ενεργειακή απόδοση, υπόκεινται σε σύμβαση καθορισμένης χρονικής διάρκειας και πληρώνονται απευθείας από τον πελάτη ή τον πράκτορα που επωφελείται από αυτές.

    (δ) "Προγράμματα ενεργειακής απόδοσης": μέτρα (π.χ. ενεργειακοί έλεγχοι, εκπτώσεις για ενεργειακώς αποδοτικό εξοπλισμό καθώς και πληροφορίες και άλλα μέτρα του είδους που αναφέρονται στο παράρτημα III) τα οποία απευθύνονται σε τελικούς χρήστες ενέργειας ή πράκτορες και έχουν σχεδιαστεί για να τους βοηθούν να λαμβάνουν μέτρα ενεργειακής απόδοσης, κατά κανόνα πληρώνονται συλλογικά και προσφέρονται από εθνικούς οργανισμούς, παρόχους λιανικής ενέργειας, διανομείς ενέργειας και άλλους παράγοντες της αγοράς.

    (ε) "Μηχανισμοί ενεργειακής απόδοσης": ειδικά μέτρα, όπως πιστοποίηση, τιμολόγια υπό ρύθμιση, φόροι, προγράμματα επιδότησης, ταμεία, κλπ., τα οποία λαμβάνουν οι κυβερνήσεις ή κρατικοί οργανισμοί για να δημιουργηθούν πλαίσιο στήριξης ή κίνητρα για τις ενεργειακές εταιρείες, τις εταιρείες ενεργειακών υπηρεσιών, τους εγκαταστάτες ή άλλους παράγοντες της αγοράς να προσφέρουν ενεργειακές υπηρεσίες και προγράμματα ενεργειακής απόδοσης, και τα οποία δεν απευθύνονται απευθείας στους τελικούς χρήστες.

    (στ) "Τελικός πελάτης": ο πελάτης τελικής χρήσης της ενέργειας στα νοικοκυριά, τη γεωργία, τις επιχειρήσεις, τον δημόσιο τομέα ή τη βιομηχανία (εξαιρουμένων των εγκαταστάσεων που καταλογογραφούνται στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ [60] και των βιομηχανικών δραστηριοτήτων που καταλογογραφούνται στο παράρτημα I της οδηγίας 1996/61/ΕΚ [61]) και στον τομέα των μεταφορών (εξαιρουμένων των μέσων αεροπορικών μεταφορών και της ναυτιλίας).

    [60] ΕΕ L 275, 25.10.2003, σ. 32-46.

    [61] ΕΕ L 257, 10.10.1996, σ. 26-40.

    (ζ) "Σύμβαση χρηματοδότησης από τρίτο μέρος": οικονομική συμφωνία όπου εμπλέκεται τρίτο μέρος - εκτός του παρόχου ενέργειας - το οποίο παρέχει ενεργειακές υπηρεσίες και χρηματοδοτεί την επένδυση. Η οικονομική αξία των εξοικονομήσεων που προκύπτουν από τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης καθορίζει τον ρυθμό ανάκτησης του κόστους, όπου περιλαμβάνεται το κέρδος για τον πάροχο της ενεργειακής υπηρεσίας.

    (η) "Σύμβαση ενεργειακών επιδόσεων ": οικονομική συμφωνία υπό την οποία παρέχεται η εγγύηση ότι θα επιτευχθεί το ποσοστό βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης που συμφωνήθηκε ως αποτέλεσμα της υλοποίησης ενεργειακής υπηρεσίας.

    (θ) "Χρηματοδοτικά μέσα για εξοικονόμηση ενέργειας": συμβάσεις χρηματοδότησης από τρίτο μέρος, συμβάσεις ενεργειακών επιδόσεων, συμβάσεις εγγύησης εξοικονόμησης ενέργειας, ανάθεση ενεργειακών υπηρεσιών σε τρίτους και άλλες συναφείς συμβάσεις που χρησιμοποιούνται στην αγορά ενεργειακών υπηρεσιών για να εξασφαλισθεί συγκεκριμένο επίπεδο εξοικονόμησης καθώς και επίπεδο και ποιότητα επιδόσεων.

    (ι) "Διανομέας ενέργειας": φυσικό ή νομικό πρόσωπο αρμόδιο για τη μεταφορά ενέργειας, είτε μέσω δικτύων και αγωγών ("δικτυοδιανομή"), όπως ηλεκτρισμού (μέσης και χαμηλής τάσεως), φυσικού αερίου και τηλεθέρμανσης, ή μέσω άλλων κυκλωμάτων μεταφοράς και διανομής που έχουν σχεδιαστεί για να προσφέρουν στους τελικούς καταναλωτές ενέργεια όπως καύσιμο θέρμανσης, άνθρακα, λιγνίτη και καύσιμα κίνησης.

    (ια) "Εταιρεία λιανικής πώλησης ενέργειας": εταιρεία, φυσικό ή νομικό πρόσωπο που πωλεί στον τελικό οικιακό καταναλωτή, σε επιχειρήσεις ή βιομηχανικούς πελάτες ενέργεια για ίδια χρήση τους.

    (ιβ) "Μικροί διανομείς και εταιρείες λιανικής πώλησης ενέργειας": διανομείς ή λιανικοί πάροχοι με ετήσιο κύκλο εργασιών χαμηλότερο του ισοδυνάμου των 50 GWh μετρηθείσας ηλεκτρικής ενέργειας για την κατανάλωση τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης ή το ισοδύναμο σε κυβικά μέτρα ή τόνους για τους λοιπούς ενεργειακούς φορείς.

    (ιγ) "Εταιρεία Ενεργειακής Υπηρεσίας (ΕΕΥ)": εταιρεία που παρέχει ενεργειακές υπηρεσίες, προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης σε εγκατάσταση χρήστη και, στο πλαίσιο αυτό, αποδέχεται κάποιο βαθμό τεχνικού και, ενίοτε, οικονομικού κινδύνου. Η πληρωμή των υπηρεσιών που παρέχονται βασίζεται (είτε εξ ολοκλήρου είτε εν μέρει) στην εκπλήρωση προτύπων ποιοτικών επιδόσεων ή/και βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης.

    (ιδ) "Ενεργειακοί έλεγχοι": συστηματική διαδικασία κατά την οποία προκύπτει επαρκής γνώση του συνόλου των χαρακτηριστικών κατανάλωσης ενέργειας συγκεκριμένου κτιρίου, βιομηχανικής δραστηριότητας, κλπ., διαπιστώνονται και ποσοτικοποιούνται οι οικονομικώς πρόσφορες δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας και συντάσσεται έκθεση πορισμάτων.

    (ιε) "Λευκά πιστοποιητικά": πιστοποιητικά που εκδίδονται από ανεξάρτητους φορείς πιστοποίησης που επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς των παραγόντων της αγοράς για εξοικονόμηση ενέργειας ως αποτέλεσμα μέτρων ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    ΣΤΟΧΟΙ ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

    Άρθρο 4 Γενικός στόχος

    1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και εκπληρώνουν υποχρεωτικό στόχο για τις σωρευόμενες ετήσιες εξοικονομήσεις ενέργειας που είναι δυνατόν να αποδοθούν σε ενεργειακές υπηρεσίες, προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, όπως τα καταλογογραφούμενα στο παράρτημα III.

    2. Ο στόχος συνίσταται σε ετήσια ποσότητα ενέργειας που πρέπει να εξοικονομηθεί ίση προς το 1% της ποσότητας ενέργειας που διανέμεται ή/και πωλείται στους τελικούς καταναλωτές όπως υπολογίζεται για το έτος αναφοράς σύμφωνα με το παράρτημα I. Το κόστος των μέτρων που υιοθετούνται για την επίτευξη του στόχου αυτού πρέπει να μην υπερβαίνει τα οφέλη.

    3. Οι πρώτες εξοικονομήσεις στη διανομή ή/και τις λιανικές πωλήσεις στους τελικούς καταναλωτές, σύμφωνα με τον εν λόγω στόχο, θα εφαρμοστούν το πρώτο ημερολογιακό έτος μετά το έτος μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στην εθνική νομοθεσία. Οι εξοικονομήσεις αυτές θα αυξηθούν με τη σωρευτική εφαρμογή των στόχων των επομένων ετών μέχρι και το έτος 2012, για μέγιστη χρονική διάρκεια 6 ετών.

    4. Το έτος αναφοράς της κατανάλωσης ενέργειας και οι άλλες προϋποθέσεις, όπως η συνεκτίμηση των αποτελεσμάτων μέτρων που εφαρμόστηκαν τα προηγούμενα έτη, υπολογίζονται σύμφωνα με τη μέθοδο που ορίζεται στο παράρτημα Ι, και οι εξοικονομήσεις μετρούνται και επαληθεύονται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο παράρτημα IV. Για λόγους σύγκρισης και μετατροπής σε συγκρίσιμες μονάδες ισχύουν οι συντελεστές μετατροπής που προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙ.

    5. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τον διορισμό ενός ή περισσοτέρων, νέων ή ήδη υφισταμένων ανεξάρτητων δημοσίων οργανισμών ή αρχών στους οποίους θα ανατεθεί ο συνολικός έλεγχος και η ευθύνη εποπτείας του πλαισίου για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, και, ως εκ τούτου, να επαληθεύουν τις εξοικονομήσεις που επιτεύχθηκαν από τις ενεργειακές υπηρεσίες, προγράμματα και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, και να συντάσσουν έκθεση αποτελεσμάτων.

    6. Όταν λήγει η χρονική περίοδος κατά την οποία εφαρμόζεται ο στόχος, η Επιτροπή επανεξετάζει το στόχο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και θα κρίνει κατά πόσον είναι σκόπιμο να υποβάλει πρόταση για παράταση ή τροποποίηση του εν λόγω στόχου.

    7. Μετά την πρώτη επανεξέταση και υποβολή έκθεσης σχετικά με τον εν λόγω στόχο, η Επιτροπή θα εξετάσει κατά πόσον είναι σκόπιμο να υποβάλει πρόταση για οδηγία σχετικά με την περαιτέρω ανάπτυξη της εμπορικής προσέγγισης της ενεργειακής απόδοσης μέσω "λευκών πιστοποιητικών".

    Άρθρο 5 Ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση από τον δημόσιο τομέα

    1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και εκπληρώνουν υποχρεωτικό στόχο ετήσιων εξοικονομήσεων ενέργειας στο δημόσιο τομέα μέσω προμηθειών ενεργειακών υπηρεσιών, προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης και άλλων μέτρων ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση. Ο στόχος αυτός επιτρέπεται να αποτελεί επιμέρους στόχο του συνολικού στόχου που ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, πράγμα που σημαίνει ότι η εκπλήρωση του στόχου του δημοσίου τομέα θα συμβάλει στην εκπλήρωση του συνολικού στόχου.

    2. Ο στόχος του δημοσίου τομέα συνίσταται σε ετήσιες εξοικονομήσεις κατά τουλάχιστον 1,5% της ενέργειας που διανέμεται ή/και πωλείται στον δημόσιο τομέα, που προσδιορίζονται και υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3 και τη μέθοδο του παραρτήματος Ι. Για τις συγκρίσεις και τη μετατροπή σε πρωτογενή ενέργεια εφαρμόζονται οι συντελεστές μετατροπής που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ.

    3. Τα κράτη μέλη διορίζουν νέο ή ήδη υφιστάμενο οργανισμό ή οργανισμούς που αναλαμβάνει(ουν) τη διοικητική, διαχειριστική και εκτελεστική ευθύνη για την εκπλήρωση του στόχου σχετικά με τις κρατικές προμήθειες και για την παροχή συμβουλών και κατευθυντήριων γραμμών για τις προμήθειες χάριν της ενεργειακής απόδοσης. Ο οργανισμός (οι οργανισμοί) επιτρέπεται να είναι οι ίδιες ανεξάρτητες δημόσιες αρχές ή οργανισμοί που περιγράφονται στο άρθρο 4 παράγραφος 5.

    4. Για την επίτευξη του στόχου που θεσπίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη δύνανται, συγκεκριμένα, να χρησιμοποιούν κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές προμήθειες που να καθιστούν δυνατόν στις δημόσιες διοικήσεις να ενσωματώνουν τις πτυχές της ενεργειακής απόδοσης στις επενδύσεις τους και στους λειτουργικούς προϋπολογισμούς και δραστηριότητες μέσω της χρήσης ενεργειακών υπηρεσιών, προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης και άλλων μέτρων ενεργειακής απόδοσης. Εφόσον τηρούν τις διαδικασίες που προβλέπονται στην εθνική και την κοινοτική νομοθεσία για τις κρατικές προμήθειες, οι κατευθυντήριες γραμμές είναι δυνατόν να καλύπτουν τα εξής:

    (α) απαιτήσεις σχετικά με τη χρήση χρηματοδοτικών μέσων για την εξοικονόμηση ενέργειας, όπως συμβάσεις χρηματοδότησης από τρίτο μέρος και συμβάσεις ενεργειακών επιδόσεων, όπου να ορίζεται η παροχή μετρήσιμων και προκαθορισμένων εξοικονομήσεων ενέργειας (συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων όπου οι δημόσιες διοικήσεις έχουν αναθέσει την ευθύνη σε τρίτους) κατά την αγορά ενεργειακών υπηρεσιών καθώς και μέτρων ενεργειακής απόδοσης.

    (β) απαιτήσεις ανά κατηγορία εξοπλισμού και οχημάτων για την αγορά ενεργειακώς αποδοτικών εξοπλισμού και οχημάτων, οι οποίες να βασίζονται, κατά περίπτωση, σε ανάλυση ελαχιστοποίησης του κόστους κύκλου ζωής ή συναφείς μεθόδους που εξασφαλίζουν την αποτελεσματικότητα του κόστους.

    (γ) απαιτήσεις να αγοράζονται προϊόντα που καταναλώνουν χαμηλή ποσότητα ενέργειας στην κατάσταση εφεδρείας, οι οποίες να βασίζονται, κατά περίπτωση, σε ανάλυση ελαχιστοποίησης του κόστους κύκλου ζωής ή συναφείς μεθόδους που εξασφαλίζουν την αποτελεσματικότητα του κόστους.

    5. Όταν λήγει η χρονική περίοδος κατά την οποία εφαρμόζεται ο στόχος, η Επιτροπή επανεξετάζει το στόχο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και θα κρίνει κατά πόσον είναι σκόπιμο να υποβάλει πρόταση για παράταση ή τροποποίηση του εν λόγω στόχου.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΛΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

    Άρθρο 6 Εταιρείες διανομής ενέργειας και λιανικής πώλησης ενέργειας

    Τα κράτη μέλη καταργούν τα εμπόδια στη ζήτηση ενεργειακών υπηρεσιών και εξασφαλίζουν ότι οι εταιρείες διανομής ή/και λιανικής πώλησης ενέργειας που πωλούν ηλεκτρική ενέργεια, φυσικό αέριο, τηλεθέρμανση ή/και πετρέλαιο θέρμανσης:

    (α) προσφέρουν και προωθούν δραστήρια ενεργειακές υπηρεσίες ως αναπόσπαστο μέρος της διανομής ή/και των πωλήσεων ενέργειας στους πελάτες, είτε άμεσα είτε μέσω άλλων παρόχων ενεργειακών υπηρεσιών. Οι ενεργειακοί έλεγχοι παρέχονται δωρεάν στους πελάτες εφόσον το 5% από αυτούς δεν καλύπτεται από ενεργειακές υπηρεσίες.

    (β) απέχουν από οποιαδήποτε δραστηριότητα ενδέχεται να παρακωλύσει την παροχή ενεργειακών υπηρεσιών, προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης και άλλων μέτρων ενεργειακής απόδοσης ή να παρεμποδίσει την ανάπτυξη της αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών και μέτρων ενεργειακής απόδοσης εν γένει. Οι δημόσιες αρχές ή οι οργανισμοί που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να θέσουν τέλος σε αυτού του είδους δραστηριότητες οποτεδήποτε διαπιστώνονται.

    (γ) παρέχουν τις πληροφορίες σχετικά με τους πελάτες τους τελικής χρήσης οι οποίες είναι απαραίτητες για τις διορισμένες αρχές ή οργανισμούς σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 ώστε να καταστρώσουν ορθώς και να εφαρμόσουν προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και να προωθήσουν ενεργειακές υπηρεσίες και μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να περιλαμβάνουν πληροφορίες του παρελθόντος και τρέχουσες σχετικά με την κατανάλωση κατά την τελική χρήση, τα χαρακτηριστικά φορτίου, την κατηγοριοποίηση των πελατών και τη γεωγραφική θέση "ων πελατών, κατά περίπτωση, ενώ παράλληλα να τηρείται η ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα των εμπορικώς ευαίσθητων πληροφοριών.

    Άρθρο 7 Υλοποίηση των εξοικονομήσεων ενέργειας

    1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ενεργειακές υπηρεσίες, τα προγράμματα ενεργειακής απόδοσης ή άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης προσφέρονται σε όλους τους επιλέγοντες πελάτες, όπου συμπεριλαμβάνονται μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, καταναλωτές και προαιρετικές ενώσεις μικρότερων πελατών, καθώς και ότι αυτές οι ενεργειακές υπηρεσίες, προγράμματα και άλλα μέτρα είναι δυνατόν να παρέχονται και να υλοποιούνται, κατά περίπτωση, από ειδικευμένους φορείς, όπου συμπεριλαμβάνονται εγκαταστάτες εξοπλισμού, εταιρείες ενεργειακών υπηρεσιών, σύμβουλοι για ενεργειακά θέματα.

    Άρθρο 8 Ειδίκευση, πιστοποίηση και διαπίστευση παρόχων ενεργειακών υπηρεσιών

    1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη συγκρότηση κατάλληλων συστημάτων για την ειδίκευση, την πιστοποίηση ή/και τη διαπίστευση των παραγόντων της αγοράς που παρέχουν ενεργειακές υπηρεσίες, με σκοπό να διατηρηθεί υψηλό επίπεδο τεχνικής κατάρτισης του προσωπικού και υψηλή ποιότητα και αξιοπιστία των παρεχόμενων ενεργειακών υπηρεσιών. Τα αποδεικτικά ειδίκευσης, πιστοποίησης και διαπίστευσης για τον σκοπό αυτό που παρέχονται από τις αρχές των κρατών μελών αναγνωρίζονται αμοιβαίως, εάν απαιτηθούν από άλλο κράτος μέλος.

    2. Σύμφωνα με το άρθρο 14 τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν στην έκθεσή τους στην Επιτροπή αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των εθνικών τους συστημάτων για την ειδίκευση, την πιστοποίηση ή/και τη διαπίστευση και σχετικά με την ενδεχόμενη ανάγκη εναρμόνισης στην ΕΕ.

    Άρθρο 9 Χρηματοδοτικά μέσα για εξοικονόμηση ενέργειας

    1. Τα κράτη μέλη καταργούν ή τροποποιούν την εθνική νομοθεσία και τις κανονιστικές διατάξεις που παρεμποδίζουν ή περιορίζουν τη χρήση χρηματοδοτικών μέσων και συμβάσεων για εξοικονόμηση ενέργειας στην αγορά ενεργειακών υπηρεσιών, όπως για παράδειγμα συμβάσεις χρηματοδότησης από τρίτο μέρος και συμβάσεις ενεργειακών επιδόσεων.

    2. Τα κράτη μέλη καθιστούν διαθέσιμα τα χρηματοδοτικά μέσα και τις συμβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, υπό μορφή υποδειγμάτων συμβάσεων, στους δημόσιους και ιδιωτικούς αγοραστές ενεργειακών υπηρεσιών και μέτρων ενεργειακής απόδοσης.

    Άρθρο 10 Τιμολόγια και άλλες διατάξεις για ενέργεια παρεχόμενη μέσω δικτύου

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι:

    (α) καταργούνται τα κίνητρα για την αύξηση του όγκου της μεταφερόμενης ενέργειας ή των πωλήσεων ενέργειας που υπάγονται σε συστήματα τιμολόγησης των μονοπωλιακών τμημάτων της διανομής ενέργειας μέσω δικτύου. Προς τούτο είναι δυνατόν να καθιερωθούν διαρθρώσεις τιμολογίων για τη μεταφορά και διανομή ενέργειας που να λαμβάνουν υπόψη, πέραν του όγκου των πωλήσεων, παράγοντες όπως ο αριθμός των πελατών που εξυπηρετούνται, με τη χρήση ανωτάτου ορίου εσόδων ή οποιουδήποτε άλλου μέτρου είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι έχει το ίδιο αποτέλεσμα.

    (β) το κόστος των επενδύσεων από τις εταιρείες διανομής για την τελική χρήση ενέργειας είναι δυνατόν να ανακτηθεί με την ένταξη του κόστους αυτού στα τιμολόγια διανομής, κατά περίπτωση, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστεί θεμιτός ανταγωνισμός και ισότιμες συνθήκες για όλους τους παρόχους ενεργειακών υπηρεσιών. Ανάκτηση είναι δυνατόν να επιτρέπεται για το κόστος που προκύπτει για την εκπλήρωση υποχρεώσεων ενεργειακών υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 6 στοιχείο α), υπό τον όρο ότι το κόστος αυτό θεωρείται εύλογο και ανταγωνιστικό από την αρμόδια αρχή.

    Άρθρο 11 Ταμεία και χρηματοδοτικοί μηχανισμοί

    1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 87 και 88 της Συνθήκης, τα κράτη μέλη δύνανται να συστήσουν ταμείο ή ταμεία για την επιδότηση της εκτέλεσης προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης και άλλων μέτρων ενεργειακής απόδοσης και την προώθηση της ανάπτυξης αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών, όπου περιλαμβάνεται η προώθηση των ενεργειακών ελέγχων, των χρηματοδοτικών μέσων για εξοικονόμηση ενέργειας και, κατά περίπτωση, η βελτίωση της μέτρησης και της ανάλυσης των λογαριασμών σχετικά με τη χρέωση. Σκοπός των ταμείων αυτών πρέπει να είναι τομείς υψηλού κόστους συναλλαγής ή υψηλού κινδύνου και η προώθηση της ανάπτυξης Εταιρειών Ενεργειακών Υπηρεσιών (ΕΕΥ) και άλλων παρόχων ενεργειακών υπηρεσιών, όπου περιλαμβάνονται οι ανεξάρτητοι ενεργειακοί σύμβουλοι και οι εγκαταστάτες εξοπλισμού.

    2. Τα ταμεία πρέπει να παρέχουν επιδοτήσεις, δάνεια, χρηματοδοτικές εγγυήσεις ή/και άλλους τύπους χρηματοδότησης που εξασφαλίζουν τη χρηματοδότηση.

    3. Στα ταμεία πρέπει να έχουν πρόσβαση παντός είδους εξειδικευμένοι πάροχοι ενεργειακών υπηρεσιών, προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά ενεργειακών υπηρεσιών, όπως ΕΕΥ, ανεξάρτητοι ενεργειακοί σύμβουλοι και εγκαταστάτες εξοπλισμού. Πρέπει να διενεργούνται διαγωνισμοί οι οποίοι να τηρούν πλήρως τις ισχύουσες διατάξεις για τις δημόσιες συμβάσεις, και να εξασφαλίζεται επίσης ότι τα ταμεία συμπληρώνουν και δεν ανταγωνίζονται τις εμπορικώς χρηματοδοτούμενες ενεργειακές υπηρεσίες, προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης.

    Άρθρο 12 Ενεργειακοί έλεγχοι

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι υφίστανται ανεξάρτητα, υψηλής ποιότητας συστήματα ενεργειακών ελέγχων που έχουν σχεδιαστεί για τον εντοπισμό δυνητικών μέτρων ενεργειακής απόδοσης και αναγκών ενεργειακών υπηρεσιών και προετοιμάζουν το έδαφος για την υλοποίησή τους. Οι έλεγχοι αυτοί πρέπει να προσφέρονται σε μικρότερους οικιακούς χρήστες και επιχειρήσεις και σε μικρού και μεσαίου μεγέθους βιομηχανικές εγκαταστάσεις και επιχειρήσεις με σχετικώς υψηλό κόστος συναλλαγών.

    Άρθρο 13 Μέτρηση και αναλυτικοί λογαριασμοί σχετικά με την κατανάλωση ενέργειας

    1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι:

    όλοι οι τελικοί χρήστες ενέργειας που είναι πελάτες εταιρειών διανομής ή/και λιανικής πώλησης ενέργειας εφοδιάζονται με ατομικούς μετρητές σε ανταγωνιστικές τιμές, οι οποίοι αποδίδουν ακριβώς την πραγματική ενεργειακή κατανάλωση του πελάτη και την πραγματική διάρκεια χρήσης.

    2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι:

    στους λογαριασμούς που εκδίδονται αναγράφεται με κατανοητό τρόπο η πραγματική κατανάλωση και η έκδοση λογαριασμών είναι επαρκώς συχνή ούτως ώστε οι πελάτες να έχουν τη δυνατότητα να ρυθμίζουν την κατανάλωση ενέργειας. Για την ενέργεια που διατίθεται μέσω δικτύου, καθώς και όπου χρειάζεται, οι χρεώσεις για τη διανομή και για την ενέργεια πρέπει να αναγράφονται στον ίδιο λογαριασμό.

    3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι:

    στους ή μαζί με τους λογαριασμούς, τις συμβάσεις, τις συναλλαγές, τις αποδείξεις σε σταθμούς διανομής και σε διαφημιστικό υλικό, όλοι οι διανομείς ή/και εταιρείες λιανικής πώλησης διαθέτουν στους τελικούς καταναλωτές τις ακόλουθες πληροφορίες:

    (α) τις τρέχουσες πραγματικές τιμές και, κατά περίπτωση, την πραγματική κατανάλωση.

    (β) κατά περίπτωση, συγκρίσεις της τρέχουσας κατανάλωσης ενέργειας από τον καταναλωτή με την κατανάλωση κατά την ίδια περίοδο του προηγουμένου έτους, υπό μορφή γραφήματος.

    (γ) συγκρίσεις σχετικά με τον μέσο κανονικό ή συγκρίσιμο χρήστη ενέργειας της ιδίας κατηγορίας.

    (δ) τις περιβαλλοντικές συνέπειες, όπως π.χ. CO2, της ενέργειας που διανέμεται ή πωλείται για κατανάλωση.

    (ε) πληροφορίες σχετικά με τους αρμόδιους, όπου περιλαμβάνονται ιστότοποι, για την αναζήτηση πληροφοριών σχετικά με τις προσφερόμενες ενεργειακές υπηρεσίες, προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, καθώς και τεχνικές προδιαγραφές για τον εξοπλισμό που καταναλώνει ενέργεια.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

    ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 14 Έκθεση

    1. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τη συνολική διοικητική διαδικασία και εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Στην έκθεση περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με τα ληφθέντα ή προγραμματιζόμενα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της εξειδίκευσης, της πιστοποίησης ή/και της διαπίστευσης των παρόχων ενεργειακών υπηρεσιών. Πρέπει επίσης να συμπεριλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με συστήματα ενεργειακών ελέγχων, την αξιοποίηση χρηματοδοτικών μέσων για την εξοικονόμηση ενέργειας, τη βελτίωση της μέτρησης της κατανάλωσης καθώς και την έκδοση αναλυτικών λογαριασμών. Πρέπει επίσης να περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με τον αναμενόμενο αντίκτυπο και τη χρηματοδότηση των μέτρων.

    2. Το αργότερο δύο έτη μετά την έκδοση της παρούσας οδηγίας και εν συνεχεία ανά τριετία μέχρι και το 2012, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την επίτευξη του εθνικού ετήσιου στόχου εξοικονόμησης ενέργειας, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, σχετικά με τον στόχο του δημοσίου τομέα, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, καθώς και την ανάπτυξη των ενεργειακών υπηρεσιών, όπως ορίζεται στο άρθρο 6 στοιχείο α). Τα αποτελέσματα των μέτρων που έχουν ληφθεί υπόψη κατά τον υπολογισμό των εξοικονομήσεων πρέπει να προσδιορίζονται δεόντως και να ποσοτικοποιούνται. Αυτό πρέπει να συνεχίζεται μέχρι το τελευταίο έτος για το οποίο υποβάλλεται έκθεση σχετικά με στόχο που ορίζεται στα άρθρα 4 και 5.

    3. Με βάση τις εκθέσεις των κρατών μελών η Επιτροπή αξιολογεί το κατά πόσον στα κράτη μέλη σημειώθηκε πρόοδος για την επίτευξη των εθνικών στόχων τους. Η Επιτροπή δημοσιεύει τα συμπεράσματά της σε έκθεση, για πρώτη φορά εντός 3 ετών μετά την έκδοση της παρούσας οδηγίας και εν συνεχεία ανά τριετία. Η έκθεση αυτή συνοδεύεται, ενδεχομένως και όταν χρειάζεται, από προτάσεις προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για τη λήψη πρόσθετων μέτρων.

    Άρθρο 15 Κατάργηση

    Καταργείται η οδηγία 93/76/ΕΟΚ του Συμβουλίου από την ημερομηνία έναρξης ισχύος που αναφέρεται στο άρθρο 17.

    Άρθρο 16 Μεταφορά στη εθνική νομοθεσία

    1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από την 1η Ιουνίου 2006. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και τον πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

    Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

    2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 17 Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 18 Παραλήπτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες, [...]

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

    [...] [...]

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

    Μέθοδος υπολογισμού των στόχων για την απόδοση κατά την τελική χρήση

    Η μέθοδος που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό των εθνικών στόχων που ορίζονται στα άρθρα 4 και 5 είναι η ακόλουθη:

    1. Τα κράτη μέλη υπολογίζουν τον αριθμητικό μέσο της συνολικής τελικής εγχώριας κατανάλωσης ενέργειας για τη χρονική περίοδο των τελευταίων πέντε ημερολογιακών ετών πριν από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας για τα οποία είναι διαθέσιμα επίσημα δεδομένα, ούτως ώστε να αποτελέσει την περίοδο αναφοράς για τη συνολική διάρκεια ισχύος της παρούσας οδηγίας. Τα δεδομένα αυτά είναι η ποσότητα ενέργειας που διανεμήθηκε ή πωλήθηκε στους τελικούς πελάτες κατά τη διάρκεια της περιόδου, χωρίς προσαρμογές για βαθμοημέρες, διαρθρωτικές μεταβολές ή μεταβολές της παραγωγής.

    2. Οι ετήσιοι στόχοι εξοικονόμησης ενέργειας υπολογίζονται ως προς την περίοδο αναφοράς και εκφράζονται σε απόλυτες τιμές σε GWh, ή σε ισοδύναμες μονάδες, χρησιμοποιώντας τους συντελεστές μετατροπής του παραρτήματος ΙΙ.

    3. Η εξοικονόμηση ενέργειας σε συγκεκριμένο έτος που προκύπτει από μέτρα ενεργειακής απόδοσης τα οποία άρχισαν να εφαρμόζονται σε προγενέστερο έτος όχι όμως πριν από το 1991 επιτρέπεται να λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό των ετησίων εξοικονομήσεων ενέργειας. Αυτές οι εξοικονομήσεις ενέργειας πρέπει να είναι μετρήσιμες και επαληθεύσιμες, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του παραρτήματος IV της παρούσας οδηγίας.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II.

    Πρωτογενές ενεργειακό περιεχόμενο επιλεγμένων καυσίμων για τελική χρήση - πίνακας μετατροπής

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

    Επιλέξιμα προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης

    Στο παρόν παράρτημα παρέχονται παραδείγματα περιπτώσεων όπου είναι δυνατόν να καταρτισθούν και να εφαρμοσθούν προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Προκειμένου να ληφθούν υπόψη για την εκπλήρωση των στόχων εξοικονόμησης ενέργειας που ορίζονται στα άρθρα 4 και 5, οι ενεργειακές υπηρεσίες, τα προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης πρέπει να περιλαμβάνουν δραστηριότητες που έχουν ως αποτέλεσμα επαληθεύσιμες και μετρήσιμες εξοικονομήσεις οι οποίες περιορίζουν τη χρησιμοποίηση ενέργειας χωρίς να αυξάνουν τον αντίκτυπο στο περιβάλλον. Οι ενεργειακές υπηρεσίες, τα προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης πρέπει να είναι οικονομικώς αποτελεσματικά και στην προσφορά και εφαρμογή τους να έχουν πρόσβαση όλοι οι εξειδικευμένοι, πιστοποιημένοι, ή/και διαπιστευμένοι πάροχοι ενεργειακών υπηρεσιών, προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης και άλλων μέτρων ενεργειακής απόδοσης. Ο κατάλογος δεν είναι διεξοδικός, σκοπός είναι να προσφέρει κατευθύνσεις.

    1. Επιλέξιμα πεδία όπου είναι δυνατόν να καθορισθούν και να εφαρμοσθούν προγράμματα ενεργειακής απόδοσης και άλλα μέτρα ενεργειακής απόδοσης:

    α) θέρμανση και ψύξη (π.χ. νέοι αποδοτικοί λέβητες, εγκατάσταση/αποδοτικότερη ανακαίνιση συστημάτων τηλεθέρμανσης/τηλεψύξης, κλπ.).

    β) μόνωση και αερισμός (π.χ. διάκενα τοίχων και μόνωση στεγών, διπλοί/τριπλοί υαλοπίνακες παραθύρων, κλπ.).

    γ) ζεστό νερό (π.χ. εγκατάσταση νέων συστημάτων, άμεση και αποτελεσματική χρήση θέρμανσης χώρων, πλυντηρίων ρούχων, κλπ.).

    δ) φωτισμός (π.χ. νέοι αποδοτικοί λαμπτήρες και στραγγαλιστικά πηνία, ψηφιακά συστήματα ελέγχου, κλπ.).

    ε) μαγείρεμα και κατάψυξη (π.χ. νέες αποδοτικές συσκευές, συστήματα ανάκτησης θέρμανσης, κλπ.).

    στ) άλλος εξοπλισμός και συσκευές (π.χ. νέες αποδοτικές συσκευές, χρονική ρύθμιση για βελτιστοποιημένη αξιοποίηση της ενέργειας, έλεγχος απωλειών σε κατάσταση εφεδρείας, κλπ.).

    ζ) διεργασίες μεταποίησης προϊόντων (π.χ. αποτελεσματικότερη αξιοποίηση συμπιεσμένου αέρα, συμπυκνωμάτων και διακοπτών και βαλβίδων, χρήση αυτομάτων και ολοκληρωμένων συστημάτων, αποτελεσματικές καταστάσεις εφεδρείας, κλπ.).

    η) κινητήρες και συστήματα μετάδοσης κίνησης (π.χ. αύξηση της χρήσης ηλεκτρονικών διατάξεων ελέγχου, συστήματα μετάδοσης μεταβλητής ταχύτητας, ολοκληρωμένος προγραμματισμός εφαρμογών, μετατροπή συχνότητας, κλπ.).

    θ) ανεμιστήρες, συστήματα μετάδοσης μεταβλητής ταχύτητας και αερισμός (π.χ. νέες συσκευές/συστήματα, χρησιμοποίηση φυσικού αερισμού, κλπ.).

    ι) διαχείριση ανταποκρινόμενη στη ζήτηση (π.χ. διαχείριση φορτίου, συστήματα ελέγχου αποφυγής αιχμών, κλπ.).

    ια) χρησιμοποιούμενοι τρόποι μετακίνησης, π.χ.

    - επιδοτούμενη χρηματοδότηση της αγοράς/χρηματοδοτικής μίσθωσης ενεργειακώς αποδοτικών οχημάτων.

    - κίνητρα για τους οδηγούς στόλων οχημάτων μεταφοράς να μειώσουν το καύσιμο που καταναλώνουν ανά ταξίδι/ημέρα/εβδομάδα/μήνα, κλπ..

    - ενεργειακώς αποδοτικές προσθήκες σε οχήματα, παραδείγματος χάρη αεροδυναμικές τομές σε φορτηγά οχήματα, ηλεκτρονικοί υπολογιστές ελέγχου καυσίμου, συσκευές παρακολούθησης της πίεσης των ελαστικών επισώτρων.

    - μαθήματα οικολογικής οδήγησης με μετρήσιμες επακόλουθες δραστηριότητες.

    - έλεγχοι της ενεργειακής απόδοσης των οχημάτων, π.χ. των ελαστικών επισώτρων, των εκπομπών, των σχαρών στην οροφή των οχημάτων, κλπ..

    - χρηματοδοτούμενα από τρίτους προγράμματα που αφορούν τον στόλο μεταφορικών εταιρειών με στόχο τη μείωση της ποσότητας ενέργειας που χρησιμοποιείται.

    ιβ) στροφή σε άλλους τρόπους μετακίνησης, προγράμματα που αφορούν για παράδειγμα:

    - την υποχρέωση μετακίνησης σπίτι/γραφείο χωρίς αυτοκίνητο, την εφαρμογή εγγυήσεων κινητικότητας για κατοίκους/εργαζόμενους, π.χ. μετακίνηση με ποδήλατο, κάρτες διαρκείας για δημόσιες συγκοινωνίες, εύκολη πρόσβαση στην ενοικίαση αυτοκινήτων, κλπ..

    - ημέρες για τη μεταφορά των παιδιών στα σχολεία και τα νηπιαγωγεία χωρίς τη χρήση αυτοκινήτου.

    - αποεπένδυση: χρήστες αυτοκινήτων που απαλλάσσονται από το αυτοκίνητό τους με αντάλλαγμα τη μετακίνηση με μειωμένο κόστος, π.χ. ποδήλατα, κάρτες διαρκείας για δημόσιες συγκοινωνίες, εύκολη πρόσβαση στην ενοικίαση αυτοκινήτων.

    - χώροι στάθμευσης κοντά σε στάσεις δημοσίων συγκοινωνιών (συστήματα στάθμευσης και μετεπιβίβασης σε δημόσιες συγκοινωνίες).

    2. Επιλέξιμα οριζόντια μέτρα

    Εστιασμένα οριζόντια μέτρα είναι δυνατόν να θεωρηθούν ως επιλέξιμα εάν οι εξοικονομήσεις ενέργειας είναι σαφώς μετρήσιμες και επαληθεύσιμες σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο παράρτημα IV της παρούσας οδηγίας. Περιλαμβάνονται εν προκειμένω τα εξής (μη διεξοδική απαρίθμηση):

    -κανονιστικές διατάξεις, φόροι, κλπ. που αποσκοπούν κυρίως στη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά την τελική χρήση.

    - πρότυπα και προδιαγραφές που αποσκοπούν κυρίως στην αύξηση της ενεργειακής απόδοσης των προϊόντων και των υπηρεσιών.

    -εκστρατείες προώθησης της ενεργειακής απόδοσης και των μέτρων ενεργειακής απόδοσης.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

    Κατευθυντήριες γραμμές για τη μέτρηση και την επαλήθευση της εξοικονόμησης ενέργειας

    1. Πώς πρέπει να μετράται η εξοικονόμηση ενέργειας

    Η εξοικονόμηση ενέργειας καθορίζεται με την εκτίμηση ή/και τη μέτρηση προτού και μετά την εφαρμογή του μέτρου, ενώ πρέπει παράλληλα να εξασφαλίζονται η προσαρμογή και η κανονικοποίηση των εξωτερικών συνθηκών που συνήθως αφορούν τη χρήση της ενέργειας. Είναι πιθανές χρονικές διακυμάνσεις των συνθηκών που κατά κανόνα επηρεάζουν τη χρήση ενέργειας. Οι συνθήκες αυτές είναι δυνατόν να είναι αποτέλεσμα ενός ή περισσοτέρων προφανών συντελεστών (μη διεξοδική απαρίθμηση):

    -μετεωρολογικές συνθήκες, όπως π.χ. βαθμοημέρες.

    -βαθμός πληρότητας.

    -ωράρια λειτουργίας κτιρίων μη οικιστική χρήσης.

    -εγκατεστημένη ισχύς εξοπλισμού (ονομαστική ισχύς μονάδας).

    -προγραμματισμένη χρήση εγκαταστάσεων και οχημάτων.

    -σχέσεις με άλλες μονάδες.

    Για τη μέτρηση της εξοικονόμησης ενέργειας που ορίζεται στο άρθρο 4 πρέπει να χρησιμοποιείται μοντέλο από το ειδικό στο γενικό. Τούτο σημαίνει ότι οι εξοικονομήσεις ενέργειας που προκύπτουν από συγκεκριμένη ενεργειακή υπηρεσία, ή υπό συγκεκριμένο πρόγραμμα, μέτρο ή έργο ενεργειακής απόδοσης, πρέπει να μετρούνται σε κιλοβατώρες (kWh), σε τζάουλ (J) ή σε χιλιόγραμμα ισοδυνάμου πετρελαίου (kgoe, χλγ.ΙΠ) και να προστίθενται με αποτελέσματα εξοικονόμησης ενέργειας από άλλες συγκεκριμένες υπηρεσίες, προγράμματα, μέτρα ή έργα. Οι διορισμένες δημόσιες αρχές ή οργανισμοί όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 θα εξασφαλίζουν ότι αποφεύγεται η διπλή καταμέτρηση εξοικονόμησης ενέργειας, η οποία προκύπτει από συνδυασμό μέτρων ενεργειακής απόδοσης.

    Η επιτευχθείσα εξοικονόμηση ενέργειας που πρέπει να δηλώνεται στην έκθεση σύμφωνα με το άρθρο 14 της παρούσας οδηγίας πρέπει να βασίζεται στα ακόλουθα:

    (1) Εάν η υπηρεσία ή το πρόγραμμα/έργο έχει ολοκληρωθεί και είναι διαθέσιμα επαρκή στοιχεία κατά τη στιγμή της σύνταξης της έκθεσης, τα αποτελέσματα μετρούνται σύμφωνα με το σημείο 2.1 του παρόντος παραρτήματος.

    (2) Εάν η υπηρεσία ή το πρόγραμμα/έργο δεν έχει ολοκληρωθεί ή δεν είναι διαθέσιμα επαρκή στοιχεία κατά τη στιγμή της σύνταξης της έκθεσης, τα αποτελέσματα μετρούνται σύμφωνα με το σημείο 2.2 του παρόντος παραρτήματος.

    Ο τρόπος υπολογισμού της κατανάλωσης ενέργειας το έτος αναφοράς περιγράφεται στο παράρτημα Ι, πίνακας μετατροπής περιέχεται στο παράρτημα ΙΙ, και παραδείγματα ενεργειακών υπηρεσιών, προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης και άλλων μέτρων ενεργειακής απόδοσης καταλογογραφούνται στο παράρτημα ΙΙΙ.

    2. Δεδομένα και μέθοδοι που είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται (Μετρησιμότητα)

    Προσφέρονται διάφοροι μέθοδοι για τη συλλογή δεδομένων μέτρησης και εκτίμησης της εξοικονόμησης ενέργειας. Η αξιολόγηση ενεργειακής υπηρεσίας, προγράμματος, μέτρου ή έργου ενεργειακής απόδοσης δεν είναι πάντοτε δυνατόν να στηριχθεί αυστηρά σε μετρήσεις. Ως εκ τούτου γίνεται διάκριση μεταξύ μεθόδων μέτρησης των εξοικονομήσεων ενέργειας και των μεθόδων υπολογισμού των εξοικονομήσεων ενέργειας.

    2.1 Δεδομένα και μέθοδοι που βασίζονται σε μετρήσεις

    Λογαριασμοί από εταιρείες διανομής ή λιανικής πώλησης ενέργειας

    Λογαριασμοί από επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας που καλύπτουν κατάλληλης και επαρκώς μακράς περιόδου πριν από την καθιέρωση ενεργειακής υπηρεσίας, μέτρου ή προγράμματος ενεργειακής απόδοσης είναι δυνατόν να αποτελέσουν τη βάση μέτρησης. Εν συνεχεία οι λογαριασμοί αυτοί θα πρέπει να συγκριθούν με λογαριασμούς της περιόδου μετά την καθιέρωση και χρήση του μέτρου, που να αφορούν επίσης κατάλληλη και επαρκώς μακρά χρονική περίοδο. Τα πορίσματα πρέπει επίσης να συγκριθούν, ει δυνατόν, με ομάδα ελέγχου (ομάδα που δεν συμπεριλήφθηκε στις μετρήσεις).

    Δεδομένα πωλήσεων ενεργειακών προϊόντων

    Η κατανάλωση διαφόρων ενεργειακών προϊόντων (π.χ. πετρελαίου, άνθρακα, ξύλου, κλπ.) είναι δυνατόν να μετρηθεί με τη σύγκριση των δεδομένων πωλήσεων της εταιρείας λιανικής πώλησης ή διανομής ενέργειας πριν από την καθιέρωση των ενεργειακών υπηρεσιών, προγραμμάτων άλλων μέτρων ενεργειακής απόδοσης, με τα δεδομένα πωλήσεων μετά την καθιέρωση των μέτρων. Πρέπει να χρησιμοποιείται ομάδα ελέγχου.

    Δεδομένα πωλήσεων εξοπλισμού και συσκευών

    Οι επιδόσεις εξοπλισμού και συσκευών είναι δυνατόν να υπολογιστούν με βάση τις πληροφορίες που προέρχονται άμεσα από τους κατασκευαστές. Δεδομένα σχετικά με τις πωλήσεις εξοπλισμού και συσκευών είναι εν γένει διαθέσιμα από τα καταστήματα λιανικής πώλησης. Σε ορισμένες περιπτώσεις είναι δυνατόν επίσης να διενεργηθούν ειδικές έρευνες και μετρήσεις για να προκύψουν ακριβέστερα δεδομένα από τον κατασκευαστή ή το κατάστημα λιανικής πώλησης. Τα διαθέσιμα δεδομένα είναι δυνατόν να ελεγχθούν με τα αριθμητικά στοιχεία των πωλήσεων, ώστε να καθοριστεί το μέγεθος των εξοικονομήσεων ενέργειας.

    Δεδομένα φορτίου κατά την τελική χρήση

    Η χρήση ενέργειας σε κτίριο ή εγκατάσταση είναι δυνατόν να παρακολουθείται πλήρως ώστε να καταγραφεί η ζήτηση ενέργειας προτού και μετά την καθιέρωση ενεργειακής υπηρεσίας, προγράμματος ή άλλου μέτρου ενεργειακής απόδοσης. Είναι δυνατόν να μετρηθούν ακριβέστερα σημαντικοί σχετικοί συντελεστές (π.χ. διαδικασία παραγωγής, ειδικός εξοπλισμός, εγκαταστάσεις θέρμανσης, κλπ.). Σε μικροκλίμακα είναι επίσης δυνατόν να παρακολουθούνται ειδικά κυκλώματα ή εξοπλισμός που επηρεάζονται από την καθιέρωση του νέου μέτρου, ώστε να καταγράφεται η ζήτηση ενέργειας προτού και μετά από την καθιέρωση του μέτρου.

    2.2 Δεδομένα και μέθοδοι με βάση υπολογισμούς

    Δεδομένα υπολογιζόμενα με βάση βελτιωμένες μεθόδους τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης: επιθεώρηση

    Τα ενεργειακά δεδομένα είναι δυνατόν να υπολογιστούν με βάση πληροφορίες που συλλέγει εξωτερικός εμπειρογνώμονας κατά τον έλεγχο ή άλλο είδος επίσκεψης σε έναν ή περισσότερους κατάλληλα επιλεγμένους χώρους. Σε αυτή τη βάση είναι δυνατόν να καταρτισθούν και να εφαρμοσθούν πιο εξελιγμένοι αλγόριθμοι/μοντέλα προσομοίωσης σε μεγαλύτερο πλήθος (π.χ. κτιρίων, εγκαταστάσεων, οχημάτων κλπ.). Με τη μέθοδο αυτή είναι δυνατόν μόνον να διαπιστωθούν όχι να ελεγχθούν εξοικονομήσεις ενέργειας.

    Δεδομένα υπολογιζόμενα με βάση απλές μεθόδους τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης: χωρίς επιθεώρηση

    Είναι δυνατόν να υπολογιστούν δεδομένα με τη χρήση θεμελιωδών αρχών τεχνικών μελετών, χωρίς να χρησιμοποιούνται δεδομένα από επιτόπιες επιθεωρήσεις, αλλά υποθέσεις εργασίας βασιζόμενες σε προδιαγραφές για τον εξοπλισμό, χαρακτηριστικά μεγέθη επιδόσεων, κατατομή λειτουργίας των μέτρων που έχουν εφαρμοστεί και όρων με βάση στατιστικά στοιχεία.

    3. Τρόπος αντιμετώπισης της αβεβαιότητας

    Όλες οι μέθοδοι που καταλογογραφούνται στο κεφάλαιο 2 του παρόντος παραρτήματος είναι δυνατόν να περιέχουν κάποιο βαθμό αβεβαιότητας. Η αβεβαιότητα είναι δυνατόν να οφείλεται σε: [62]

    [62] Υπόδειγμα για τη διαπίστωση της ποσοτικοποιήσιμης αβεβαιότητας που βασίζεται στα τρία αυτά είδη σφαλμάτων δίδεται στο προσάρτημα Β του Διεθνούς Πρωτοκόλλου Μέτρησης και Επαλήθευσης Επιδόσεων (International Performance Measurement & Verification Protocol - IPMVP).

    - σφάλματα οργάνων: τα οποία κατά κανόνα συμβαίνουν λόγω σφαλμάτων στις προδιαγραφές που δίδει ο κατασκευαστής του προϊόντος.

    - σφάλματα μοντέλων: κατά κανόνα πρόκειται για σφάλματα του μοντέλου που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό των παραμέτρων κατά τη συλλογή των δεδομένων.

    - σφάλματα δειγματοληψίας: κατά κανόνα πρόκειται για σφάλματα που οφείλονται στο γεγονός ότι παρατηρήθηκε δείγμα και όχι το πλήρες σύνολο του πληθυσμού υπό μελέτη.

    Αβεβαιότητα είναι επίσης δυνατόν να προκύπτει από προγραμματισμένες και μη προγραμματισμένες παραδοχές που κατά κανόνα συνδέονται με υπολογισμούς, προδιαγραφές ή/και τη χρήση τεχνικών δεδομένων. Η εμφάνιση σφαλμάτων σχετίζεται με το επιλεχθέν σύστημα συλλογής δεδομένων που περιγράφεται σε αδρές γραμμές στο κεφάλαιο 2 του παρόντος παραρτήματος. Συνιστάται περαιτέρω καθορισμός της αβεβαιότητας.

    Τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν τη χρήση συστήματος ποσοτικοποιημένης αβεβαιότητας όταν υποβάλλουν έκθεση σχετικά με τους στόχους που ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Η ποσοτικοποιημένη αβεβαιότητα πρέπει να εκφράζεται κατά στατικώς εύλογο τρόπο, να δηλώνεται δηλαδή η ακρίβεια και η αξιοπιστία. Για παράδειγμα, "το ποσοτικό σφάλμα είναι ± 20% με αξιοπιστία 90%".

    Σε περίπτωση που χρησιμοποιείται η μέθοδος της ποσοτικοποιημένης αβεβαιότητας, τα κράτη μέλη πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη το γεγονός ότι το αποδεκτό επίπεδο αβεβαιότητας που απαιτείται για τον υπολογισμό των εξοικονομήσεων είναι συνάρτηση του επιπέδου των εξοικονομήσεων και των οικονομικών συνεπειών της φθίνουσας αβεβαιότητας.

    4. Τρόπος επαλήθευσης των εξοικονομήσεων ενέργειας

    Στο βαθμό που είναι οικονομικώς εφικτό, οι εξοικονομήσεις ενέργειας που προκύπτουν από συγκεκριμένη ενεργειακή υπηρεσία, πρόγραμμα ή μέτρο ενεργειακής απόδοσης επαληθεύονται από τρίτο. Η επαλήθευση αυτή διενεργείται από πιστοποιημένους εμπειρογνώμονες, ΕΕΥ ή άλλους παράγοντες της αγοράς. Οι αρμόδιες αρχές ή οργανισμοί των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 4 δύνανται να δίνουν περαιτέρω οδηγίες εν προκειμένω.

    Πηγές: A European Ex-post Evaluation Guidebook for DSM and EE Service Programmes. Βάση δεδομένων INDEEP του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA), . IPMVP, Τόμος 1 (Έκδοση Μαρτίου 2002).

    Top