EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52002AG0017

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 17/2002, της 19ης Δεκεμβρίου 2001, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και για την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Αεροπορίας (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ C 58E της 5.3.2002, p. 44–67 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

52002AG0017

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 17/2002, της 19ης Δεκεμβρίου 2001, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και για την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Αεροπορίας (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 058 E της 05/03/2002 σ. 0044 - 0067


ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ (ΕΚ) αριθ. 17/2002

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 19 Δεκεμβρίου 2001

για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. .../2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της ..., περί κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και για την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Αεροπορίας

(2002/C 58 E/05)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής(1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης(3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Στην πολιτική αεροπορία θα πρέπει πάντα να εξασφαλίζεται υψηλό και ομοιόμορφο επίπεδο προστασίας των ευρωπαίων πολιτών, μέσω της έκδοσης κοινών κανόνων ασφάλειας και μέτρων τα οποία θα εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των προϊόντων, των προσώπων και των φορέων στο πλαίσιο της Κοινότητας προς αυτούς τους κανόνες και προς τους κανόνες που εκδίδονται για την προστασία του περιβάλλοντος. Αυτό θα συντελέσει στη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των αγαθών, των προσώπων και των φορέων στην εσωτερική αγορά.

(2) Κατά συνέπεια, τα αεροναυτικά προϊόντα θα πρέπει να υπόκεινται σε πιστοποίηση προκειμένου να εξακριβώνεται ότι πληρούν βασικές απαιτήσεις αξιοπλοΐας και περιβαλλοντικής προστασίας σχετικά με την πολιτική αεροπορία. Εντός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να εκπονηθούν κατάλληλες βασικές απαιτήσεις που να καλύπτουν τη λειτουργία των αεροσκαφών και την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος των ιπτάμενων πληρωμάτων και, εφόσον δικαιολογείται, την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού σε αεροσκάφη τρίτων χωρών, εν συνεχεία δε, ανάλογα με τις ανάγκες, άλλα κεφάλαια του τομέα της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας.

(3) Ως ανταπόκριση στις αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με την υγεία και την ευεξία των επιβατών κατά την πτήση, είναι ανάγκη να αναπτυχθούν σχεδιασμοί αεροσκαφών που να προστατεύουν καλύτερα την ασφάλεια και την υγεία των επιβατών.

(4) Τα αποτελέσματα των διερευνήσεων των ατυχημάτων θα πρέπει να οδηγούν χωρίς καμία καθυστέρηση σε έμπρακτα μέτρα, ιδίως όταν αφορούν ελαττώματα σχεδιασμού αεροσκαφών ή/και επιχειρησιακά θέματα, ώστε να αποκαθίσταται η εμπιστοσύνη του καταναλωτή στις αεροπορικές μεταφορές.

(5) Η σύμβαση για τη Διεθνή Πολιτική Αεροπορία, που υπογράφηκε στο Σικάγο στις 7 Δεκεμβρίου 1944 ("σύμβαση του Σικάγου"), στην οποία όλα τα κράτη μέλη είναι μέρη, προβλέπει ήδη στοιχειώδη πρότυπα για να εξασφαλίζεται η ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας και η σχετική περιβαλλοντική προστασία. Οι κοινοτικές βασικές απαιτήσεις και οι κανόνες που θεσπίζονται για την εφαρμογή τους θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι τα κράτη μέλη πληρούν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση του Σικάγου, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων έναντι τρίτων χωρών.

(6) Τα αεροναυτικά προϊόντα, εξαρτήματα και εξοπλισμός θα πρέπει να πιστοποιούνται, εφόσον κρίνεται ότι πληρούν τις βασικές απαιτήσεις αξιοπλοΐας και περιβαλλοντικής προστασίας που καθορίζονται από την Κοινότητα σύμφωνα με τα πρότυπα που θεσπίζονται βάσει της σύμβασης του Σικάγου. Η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί για την κατάρτιση των απαραίτητων εκτελεστικών κανόνων.

(7) Προκειμένου να επιτευχθούν οι κοινοτικοί στόχοι όσον αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών, των προσώπων και των υπηρεσιών, καθώς και οι στόχοι της κοινής πολιτικής μεταφορών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποδέχονται, χωρίς άλλες απαιτήσεις ή αξιολόγηση, τα προϊόντα, τα εξαρτήματα και τον εξοπλισμό, τους φορείς και τα πρόσωπα που πιστοποιούνται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τους εκτελεστικούς κανόνες του.

(8) Θα πρέπει να παρέχεται επαρκής ευελιξία προκειμένου να αντιμετωπίζονται ειδικές περιπτώσεις, όπως επείγοντα μέτρα ασφάλειας και απρόβλεπτες ή περιορισμένης διάρκειας λειτουργικές ανάγκες, και θα πρέπει να προβλέπεται επίσης η δυνατότητα επίτευξης ισοδύναμου επιπέδου ασφάλειας με άλλα μέσα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να χορηγούν εξαιρέσεις από τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και των εκτελεστικών κανόνων του, εφόσον οι εν λόγω εξαιρέσεις περιορίζονται αυστηρά ως προς το πεδίο εφαρμογής τους και υπόκεινται σε κατάλληλο κοινοτικό έλεγχο.

(9) Η εκπλήρωση των στόχων του παρόντος κανονισμού μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά μέσω συνεργασίας με τρίτες χώρες. Στην περίπτωση αυτή, οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού και οι εκτελεστικοί κανόνες του μπορούν να προσαρμόζονται μέσω συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ της Κοινότητας και των χωρών αυτών. Ωστόσο, ελλείψει τέτοιων συμφωνιών, θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη, υπό τον κατάλληλο κοινοτικό έλεγχο, να αναγνωρίζουν τις εγκρίσεις που χορηγούνται από τρίτη χώρα σε αλλοδαπά προϊόντα, εξαρτήματα και εξοπλισμό, φορείς και προσωπικό.

(10) Είναι αναγκαίο να θεσπιστούν κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλιστεί, αφενός μεν, η απαιτούμενη προστασία ευαίσθητων δεδομένων ασφαλείας, αφετέρου δε, να παρέχονται στο κοινό κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με το επίπεδο ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας και της σχετικής περιβαλλοντικής προστασίας, λαμβανομένων υπόψη του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής(4), και της σχετικής εθνικής νομοθεσίας.

(11) Απαιτούνται καλύτερες ρυθμίσεις σε όλους τους τομείς που καλύπτει ο παρών κανονισμός, ούτως ώστε ορισμένα καθήκοντα που ασκούνται σήμερα σε κοινοτικό ή σε εθνικό επίπεδο να πρέπει να εκτελούνται από ενιαίο εξειδικευμένο φορέα που διαθέτει την κατάλληλη εμπειρογνωμοσύνη. Επομένως, χρειάζεται να συσταθεί, στο πλαίσιο της υφιστάμενης θεσμικής δομής και ισορροπίας εξουσιών της Κοινότητας, ένας Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας των Αεροπορίας, ανεξάρτητος ως προς τα τεχνικά ζητήματα και με νομική, διοικητική και δημοσιονομική αυτονομία. Για το σκοπό αυτό, είναι απαραίτητο και ενδεδειγμένο να είναι ο οργανισμός αυτός κοινοτικός φορέας που θα διαθέτει νομική προσωπικότητα και θα ασκεί τις εκτελεστικές εξουσίες που του ανατίθενται βάσει του παρόντος κανονισμού.

(12) Προκειμένου να επικουρεί δεόντως την Κοινότητα, ο οργανισμός θα πρέπει να μπορεί να αναπτύσσει την εμπειρογνωμοσύνη του σε όλες τις πτυχές της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας και της περιβαλλοντικής προστασίας που καλύπτει ο παρών κανονισμός. Θα πρέπει να επικουρεί, αφενός, την Επιτροπή κατά την εκπόνηση της απαιτούμενης νομοθεσίας και να βοηθά τα κράτη μέλη και τη βιομηχανία στην εφαρμογή της. Θα πρέπει να μπορεί να εκδίδει προδιαγραφές πιστοποίησης και υλικό καθοδήγησης, να μπορεί να καταρτίζει τεχνικές εκθέσεις και να εκδίδει πιστοποιητικά, ανάλογα με τις ανάγκες, να επικουρεί την Επιτροπή στην παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και των εκτελεστικών κανόνων του και να διαθέτει τις απαραίτητες εξουσίες για την εκπλήρωση του έργου του.

(13) Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να εκπροσωπούνται σε ένα διοικητικό συμβούλιο προκειμένου να ελέγχουν αποτελεσματικά το έργο του οργανισμού. Στο συμβούλιο αυτό θα πρέπει να ανατεθούν οι απαιτούμενες εξουσίες για την κατάρτιση του προϋπολογισμού, τον έλεγχο της εκτέλεσής του, την έκδοση των κατάλληλων δημοσιονομικών κανόνων, την κατάρτιση διαφανών διαδικασιών εργασίας για τη λήψη αποφάσεων από τον οργανισμό και τον διορισμό του εκτελεστικού διευθυντή. Ενδείκνυται επίσης ο οργανισμός να έχει το δικαίωμα να διεξάγει έρευνα και να οργανώνει τον κατάλληλο συντονισμό με την Επιτροπή και τα κράτη μέλη. Είναι επιθυμητό ο οργανισμός να επικουρεί την Κοινότητα και τα κράτη μέλη της όσον αφορά τις διεθνείς σχέσεις, συμπεριλαμβανομένης της εναρμόνισης των κανόνων, της αναγνώρισης των εγκρίσεων και της τεχνικής συνεργασίας, και να έχει το δικαίωμα να διαμορφώνει τις κατάλληλες σχέσεις με τις αεροναυτικές αρχές τρίτων χωρών και διεθνείς οργανισμούς που είναι αρμόδιοι για θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

(14) Για λόγους δημόσιου συμφέροντος, ο οργανισμός πρέπει να βασίζει τη δράση του στον τομέα της ασφάλειας αποκλειστικά σε ανεξάρτητη εμπειρογνωμοσύνη, με αυστηρή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και των κανόνων που θεσπίζει η Επιτροπή για την εφαρμογή του. Για τον σκοπό αυτόν, όλες οι αποφάσεις του οργανισμού όσον αφορά την ασφάλεια θα πρέπει να λαμβάνονται από τον εκτελεστικό διευθυντή του, ο οποίος θα πρέπει να διαθέτει μεγάλη ευελιξία για την αναζήτηση συμβουλών και την οργάνωση της εσωτερικής λειτουργίας του οργανισμού. Ωστόσο, όταν ο οργανισμός πρέπει να καταρτίσει σχέδια γενικών κανόνων προς εφαρμογή από τις εθνικές αρχές, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμμετέχουν στη διαδικασία διαμόρφωσης αποφάσεων.

(15) Είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί ότι τα μέρη που θίγονται από τις αποφάσεις του οργανισμού διαθέτουν τις αναγκαίες δυνατότητες προσφυγής, όπως αρμόζει στον ιδιαίτερο χαρακτήρα του τομέα της αεροπορίας. Θα πρέπει να προβλεφθεί η δημιουργία ενός κατάλληλου μηχανισμού προσφυγών, ούτως ώστε οι αποφάσεις του εκτελεστικού διευθυντή να μπορούν να αποτελούν αντικείμενο προσφυγής σε ειδικό τμήμα προσφυγών, οι αποφάσεις του οποίου μπορούν να προσβάλλονται, με τη σειρά τους, ενώπιον του Δικαστηρίου.

(16) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης αυτονομία και ανεξαρτησία του οργανισμού, θα πρέπει να του χορηγηθεί αυτόνομος προϋπολογισμός με έσοδα προερχόμενα κατά κύριο λόγο από κοινοτική εισφορά και από τέλη που θα καταβάλλουν οι χρήστες του συστήματος. Η κοινοτική δημοσιονομική διαδικασία θα πρέπει να εξακολουθεί να ισχύει όσον αφορά την κοινοτική εισφορά και τις τυχόν άλλες επιδοτήσεις που βαρύνουν το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι λογαριασμοί θα πρέπει να ελέγχονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

(17) Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(5).

(18) Δεδομένου ότι οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης, ήτοι η θέσπιση και η ομοιόμορφη εφαρμογή κοινών κανόνων στον τομέα της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας και της προστασίας του περιβάλλοντος, είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και, συνεπώς, μπορούν, λόγω του πανευρωπαϊκού πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας η οποία εκτίθεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως εκτίθεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(19) Έχει αναγνωριστεί ότι θα πρέπει να επιδιωχθεί η συμμετοχή ευρωπαϊκών χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να εξασφαλιστεί κατάλληλη πανευρωπαϊκή διάσταση, ούτως ώστε να διευκολυνθεί η βελτίωση της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οι ευρωπαϊκές χώρες που έχουν συνάψει συμφωνίες με την Κοινότητα για να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν το κοινοτικό κεκτημένο στο πεδίο που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να συμπράττουν στις εργασίες της βάσει όρων που θα συμφωνηθούν στο πλαίσιο αυτών των συμφωνιών.

(20) Είναι γενικός στόχος ότι η μεταβίβαση προς τον οργανισμό λειτουργιών και καθηκόντων από τα κράτη μέλη συμπεριλαμβανομένων εκείνων που απορρέουν από τη συνεργασία τους μέσω του συνδέσμου αρχών πολιτικής αεροπορίας, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί αποτελεσματικά, χωρίς μείωση των σημερινών υψηλών επιπέδων ασφάλειας και χωρίς αρνητικές επιπτώσεις στα χρονοδιαγράμματα πιστοποίησης. Είναι ανάγκη να θεσπισθούν κατάλληλα μέτρα για την απαιτούμενη μετάβαση.

(21) Ο παρών κανονισμός θεσπίζει ένα κατάλληλο και περιεκτικό πλαίσιο για την περιβαλλοντική πιστοποίηση των αεροναυτικών προϊόντων καθώς και για τον καθορισμό και την εφαρμογή κοινών τεχνικών απαιτήσεων και διοικητικών διαδικασιών στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να καταργηθούν, εν ευθέτω χρόνω, η οδηγία 80/51/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1979, περί περιορισμού του θορύβου που προκαλείται από υποηχητικά αεροσκάφη(6) και το παράρτημα II του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3922/91 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1991, για την εναρμόνιση τεχνικών κανόνων και διοικητικών διαδικασιών στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας(7), με την επιφύλαξη της πιστοποίησης προϊόντων, προσώπων και φορέων που έχει ήδη πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις νομοθετικές αυτές πράξεις.

(22) Ο παρών κανονισμός θα εφαρμοστεί σε οποιοδήποτε άλλο τομέα συναφή με την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας βάσει μελλοντικής πρότασης σύμφωνα με τη συνθήκη,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται:

α) στο σχεδιασμό, την παραγωγή, τη συντήρηση και τη λειτουργία των αεροναυτικών προϊόντων, εξαρτημάτων και εξοπλισμού, καθώς και στο προσωπικό και τους φορείς που ενέχονται στο σχεδιασμό, την παραγωγή και τη συντήρηση των εν λόγω αεροναυτικών προϊόντων, εξαρτημάτων και εξοπλισμού·

β) στο προσωπικό και τους φορείς που ενέχονται στη λειτουργία αεροσκάφους.

2. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται όταν τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 προϊόντα, εξαρτήματα, εξοπλισμός, προσωπικό και φορείς επιδίδονται σε στρατιωτικές, τελωνειακές, αστυνομικές ή παρόμοιες δραστηριότητες. Τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν να εξασφαλίσουν ότι οι σχετικές δραστηριότητες διεξάγονται, λαμβανομένων δεόντως υπόψη, στο μέτρο του εφικτού, των στόχων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Στόχοι

1. Ο κύριος στόχος του παρόντος κανονισμού είναι η εγκαθίδρυση και διατήρηση υψηλού και ομοιόμορφου επιπέδου ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας στην Ευρώπη.

2. Οι επιπλέον στόχοι στους τομείς που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, είναι οι ακόλουθοι:

α) η εξασφάλιση υψηλού και ομοιόμορφου επίπεδου προστασίας του περιβάλλοντος·

β) η διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των αγαθών, των προσώπων και των υπηρεσιών·

γ) η βελτίωση της σχέσης κόστους-αποτελεσματικότητας στις κανονιστικές διαδικασίες και στις διαδικασίες πιστοποίησης και η αποφυγή των αλληλεπικαλύψεων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο·

δ) η επικούρηση των κρατών μελών στην εκπλήρωση των δυνάμει της σύμβασης του Σικάγου υποχρεώσεών τους, με την παροχή βάσης για κοινή ερμηνεία και ενιαία εφαρμογή των διατάξεών της και με την εξασφάλιση της δέουσας συνεκτίμησής τους στον παρόντα κανονισμό και στους κανόνες που θεσπίζονται για την εφαρμογή του·

ε) η ανά τον κόσμο προώθηση των κοινοτικών απόψεων επί των προτύπων και των κανόνων που αφορούν την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας, μέσω της καθιέρωσης κατάλληλης συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

α) "συνεχής επιτήρηση": τα καθήκοντα που πρέπει να επιτελούνται ώστε να επαληθεύεται ότι οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες έχει χορηγηθεί ένα πιστοποιητικό εξακολουθούν να πληρούνται ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια ισχύος του, καθώς και η λήψη όλων των μέτρων διασφάλισης·

β) "σύμβαση του Σικάγου": η σύμβαση για τη διεθνή πολιτική αεροπορία και τα παραρτήματά της, η οποία υπογράφηκε στο Σικάγο στις 7 Δεκεμβρίου 1944·

γ) "προϊόν": αεροσκάφος, κινητήρας ή έλικας·

δ) "εξαρτήματα και εξοπλισμός": κάθε όργανο, διάταξη, μηχανισμός, εξάρτημα, συσκευή, παρακολούθημα ή βοήθημα, συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού επικοινωνιών, που χρησιμοποιείται ή προτίθεται να χρησιμοποιηθεί για τη λειτουργία ή τον έλεγχο ενός αεροσκάφους εν πτήσει, και που εγκαθίσταται ή προσαρτάται στο αεροσκάφος. Συμπεριλαμβάνονται μέρη του κελύφους, του κινητήρα ή του έλικα·

ε) "πιστοποίηση": κάθε μορφή αναγνώρισης του γεγονότος ότι ένα προϊόν, εξάρτημα ή εξοπλισμός, φορέας ή πρόσωπο τηρεί τις εφαρμοστέες προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και των εκτελεστικών κανόνων του, καθώς και η έκδοση του σχετικού πιστοποιητικού που βεβαιώνει αυτή την τήρηση·

στ) "ειδικευμένος φορέας": φορέας που μπορεί να επιτελεί καθήκοντα πιστοποίησης υπό τον έλεγχο και υπ' ευθύνη του οργανισμού·

ζ) "πιστοποιητικό": έγκριση, άδεια ή άλλο έγγραφο που εκδίδεται ως αποτέλεσμα της πιστοποίησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΟΥΣΙΑΣ

Άρθρο 4

Βασικές αρχές και εφαρμοσιμότητα

1. Τα αεροσκάφη, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν εγκατεστημένων προϊόντων, εξαρτημάτων και εξοπλισμού, τα οποία είναι:

α) σχεδιασμένα ή κατασκευασμένα από φορέα για τον οποίο την εποπτεία της ασφάλειας εξασφαλίζει ο οργανισμός ή ένα κράτος μέλος, ή

β) νηολογημένα σε κράτος μέλος ή

γ) νηολογημένα σε τρίτη χώρα, αλλά χρησιμοποιούνται από φορέα εκμετάλλευσης για τον οποίο την εποπτεία της λειτουργίας εξασφαλίζει ένα κράτος μέλος,

πρέπει να συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό, εκτός αν η κανονιστική πλευρά της εποπτείας της ασφάλειάς τους έχει ανατεθεί σε τρίτη χώρα και δεν χρησιμοποιούνται από κοινοτικό φορέα εκμετάλλευσης.

2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στα αεροσκάφη που αναφέρονται στο παράρτημα II.

3. Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει τα δικαιώματα τρίτων χωρών, όπως προσδιορίζονται σε διεθνείς συμβάσεις, ιδίως στη σύμβαση του Σικάγου.

Άρθρο 5

Αξιοπλοΐα

1. Τα αεροσκάφη που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 πρέπει να τηρούν τις βασικές απαιτήσεις αξιοπλοΐας που ορίζονται στο παράρτημα I.

2. Η συμμόρφωση νηολογημένου σε κράτος μέλος αεροσκάφους και των εγκατεστημένων επ' αυτού προϊόντων, εξαρτημάτων και εξοπλισμού, επιτυγχάνεται σύμφωνα με τα ακόλουθα:

α) το προϊόν συνοδεύεται από πιστοποιητικό τύπου. Το πιστοποιητικό τύπου και οι πιστοποιήσεις των αλλαγών του συγκεκριμένου πιστοποιητικού τύπου, συμπεριλαμβανομένων των συμπληρωματικών πιστοποιητικών τύπου, εκδίδονται εφόσον ο αιτών έχει αποδείξει ότι το προϊόν συμμορφούται προς βάση πιστοποίησης τύπου, όπως ορίζεται στο άρθρο 15, η οποία καθορίζεται για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση προς τις βασικές απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, και εφόσον δεν υπάρχουν στοιχεία ή χαρακτηριστικά που να καθιστούν ανασφαλή τη λειτουργία του. Το πιστοποιητικό τύπου καλύπτει το προϊόν, συμπεριλαμβανομένων όλων των εγκατεστημένων επ' αυτού εξαρτημάτων και εξοπλισμού·

β) τα εξαρτήματα και ο εξοπλισμός μπορούν να συνοδεύονται από ειδικά πιστοποιητικά όταν αποδεικνύεται η συμμόρφωσή τους με λεπτομερείς προδιαγραφές αξιοπλοΐας, οι οποίες καθορίζονται για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση προς τις βασικές απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1·

γ) κάθε αεροσκάφος συνοδεύεται από ατομικό πιστοποιητικό αξιοπλοΐας, εφόσον αποδεικνύεται ότι είναι σύμφωνο με τον τύπο σχεδιασμού που έχει εγκριθεί στο πιστοποιητικό τύπου του και ότι από τα σχετικά έγγραφα, επιθεωρήσεις και δοκιμές καταδεικνύεται ότι είναι σε κατάσταση ασφαλούς λειτουργίας. Το πιστοποιητικό αξιοπλοΐας παραμένει σε ισχύ εφόσον δεν έχει ανασταλεί, ανακληθεί ή τερματιστεί και ενόσω το αεροσκάφος συντηρείται σύμφωνα με τις βασικές απαιτήσεις για τη διαρκή αξιοπλοΐα που περιέχονται στο σημείο 1 στοιχείο δ) του παραρτήματος Ι και τους εκτελεστικούς κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 4·

δ) οι φορείς που είναι υπεύθυνοι για το σχεδιασμό, την κατασκευή και τη συντήρηση των προϊόντων, εξαρτημάτων και εξοπλισμού οφείλουν να αποδεικνύουν τις ικανότητές τους καθώς και τα μέσα εκτέλεσης των καθηκόντων που συνδέονται με τα προνόμιά τους. Εκτός εάν γίνεται άλλως αποδεκτό, οι εν λόγω ικανότητες και μέσα αναγνωρίζονται μέσω της χορήγησης έγκρισης φορέα. Τα προνόμια που παρέχονται στον εγκεκριμένο φορέα και το πεδίο έγκρισης προσδιορίζονται στους όρους έγκρισης.

Επιπροσθέτως:

ε) το προσωπικό που είναι υπεύθυνο για τη θέση σε υπηρεσία προϊόντος, εξαρτήματος ή εξοπλισμού μετά από συντήρηση μπορεί να υποχρεούται να κατέχει κατάλληλο πιστοποιητικό ("πιστοποιητικό προσωπικού")·

στ) η ικανότητα των φορέων κατάρτισης στη συντήρηση να εκτελούν τα καθήκοντα που συνδέονται με τα προνόμιά τους όσον αφορά την έκδοση των αναφερομένων στο στοιχείο ε) πιστοποιητικών, μπορεί να αναγνωρίζεται με την έκδοση έγκρισης.

3. Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2:

α) μπορεί να χορηγείται πτητική άδεια, όταν αποδεικνύεται ότι το αεροσκάφος είναι ικανό να εκτελεί με ασφάλεια μια βασική πτήση. Η άδεια εκδίδεται με τους προσήκοντες περιορισμούς, ιδίως για την προστασία της ασφάλειας τρίτων·

β) μπορεί να χορηγείται περιορισμένο πιστοποιητικό αξιοπλοΐας σε αεροσκάφος για το οποίο δεν έχει εκδοθεί πιστοποιητικό τύπου σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α). Στην περίπτωση αυτή, το αεροσκάφος αποδεικνύεται ότι συμμορφούται προς τις συγκεκριμένες προδιαγραφές αξιοπλοΐας, και οι αποκλίσεις από τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 βασικές απαιτήσεις εξασφαλίζουν, παρ' όλα αυτά, επαρκή ασφάλεια για το συγκεκριμένο σκοπό. Το αεροσκάφος για το οποίο προορίζονται τα περιορισμένης ισχύος πιστοποιητικά και οι περιορισμοί χρήσης των αεροσκαφών αυτών, καθορίζονται σύμφωνα με τους εκτελεστικούς κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 4·

γ) όταν το δικαιολογεί ο αριθμός των αεροσκαφών ενός και του αυτού τύπου που μπορούν να καλύπτονται από περιορισμένο πιστοποιητικό αξιοπλοΐας, μπορεί να εκδίδεται περιορισμένο πιστοποιητικό τύπου και ορίζεται κατάλληλη βάση πιστοποίησης τύπου.

4. Η Επιτροπή θεσπίζει, με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 3, τους κανόνες για την εκτέλεση του παρόντος άρθρου, προσδιορίζοντας ιδίως:

α) τις προϋποθέσεις για τη σύσταση και την κοινοποίηση στον αιτούντα της βάσης της πιστοποίησης τύπου που εφαρμόζεται σε ένα προϊόν·

β) τις προϋποθέσεις για τον καθορισμό και την κοινοποίηση στον αιτούντα των λεπτομερών προδιαγραφών αξιοπλοΐας που εφαρμόζονται σε ένα εξάρτημα και σε εξοπλισμό·

γ) τις προϋποθέσεις για τον καθορισμό και την κοινοποίηση στον αιτούντα των λεπτομερών προδιαγραφών αξιοπλοΐας που εφαρμόζονται σε αεροσκάφος το οποίο μπορεί να καλύπτεται από περιορισμένο πιστοποιητικό αξιοπλοΐας·

δ) τις προϋποθέσεις για την έκδοση και τη διάδοση υποχρεωτικών πληροφοριών για τη διασφάλιση της διαρκούς αξιοπλοΐας των προϊόντων·

ε) τις προϋποθέσεις για την έκδοση, τη διατήρηση, την τροποποίηση, την αναστολή ή την ανάκληση πιστοποιητικών τύπου, των περιορισμένων πιστοποιητικών τύπου, την έγκριση των αλλαγών στα πιστοποιητικά τύπου, των ατομικών πιστοποιητικών αξιοπλοΐας, των περιορισμένων πιστοποιητικών αξιοπλοΐας, των πτητικών αδειών και των πιστοποιητικών για προϊόντα, εξαρτήματα ή εξοπλισμό, όπου συμπεριλαμβάνονται:

i) προϋποθέσεις για τη διάρκεια των πιστοποιητικών αυτών, και προϋποθέσεις ανανέωσης των πιστοποιητικών όταν καθορίζεται περιορισμένη διάρκεια·

ii) περιορισμοί που εφαρμόζονται για την έκδοση πτητικών αδειών. Οι περιορισμοί αυτοί πρέπει να αφορούν ιδίως τα ακόλουθα:

- σκοπός της πτήσης,

- εναέριος χώρος που χρησιμοποιείται για την πτήση,

- προσόντα του ιπταμένου πληρώματος,

- μεταφορά ατόμων εκτός του ιπταμένου πληρώματος·

iii) αεροσκάφη για τα οποία μπορούν να εκδίδονται περιορισμένα πιστοποιητικά αξιοπλοΐας, και συναφείς περιορισμοί.

στ) τις προϋποθέσεις για την έκδοση, τη διατήρηση, την τροποποίηση, την αναστολή ή την ανάκληση των εγκρίσεων φορέων που απαιτούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχεία δ) και στ), και τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες δεν χρειάζεται να ζητούνται τέτοιες εγκρίσεις·

ζ) τις προϋποθέσεις για την έκδοση, τη διατήρηση, την τροποποίηση, την αναστολή ή την ανάκληση των πιστοποιητικών προσωπικού που απαιτούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο ε)·

η) τις ευθύνες των κατόχων πιστοποιητικών·

θ) τον τρόπο με τον οποίο θα αποδεικνύεται η συμμόρφωση των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 αεροσκαφών, που δεν εμπίπτουν στις παραγράφους 2 ή 3, προς τις βασικές απαιτήσεις.

5. Κατά τη θέσπιση των εκτελεστικών κανόνων που αναφέρονται στην παράγραφο 4, η Επιτροπή φροντίζει δεόντως ώστε:

α) να αντικατοπτρίζουν την εξέλιξη της τεχνολογίας και τις άριστες πρακτικές στον τομέα της αξιοπλοΐας·

β) να λαμβάνουν υπόψη την πείρα από τα εν υπηρεσία αεροσκάφη παγκοσμίως, και την επιστημονική και τεχνική πρόοδο·

γ) να επιτρέπουν την άμεση αντίδραση σε αποδεδειγμένα αίτια ατυχημάτων και σοβαρών συμβάντων.

Άρθρο 6

Βασικές απαιτήσεις για την προστασία του περιβάλλοντος

1. Τα προϊόντα, τα εξαρτήματα και ο εξοπλισμός πρέπει να συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις περιβαλλοντικής προστασίας του παραρτήματος 16 της σύμβασης του Σικάγου, που εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 1999, πλην των προσαρτημάτων του.

2. Με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 3, η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου μπορεί να προσαρμόζεται προκειμένου να ευθυγραμμιστεί με τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις της σύμβασης του Σικάγου και των παραρτημάτων της, που αρχίζουν να ισχύουν μετά την έκδοση του παρόντος κανονισμού και εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη, στο βαθμό που οι εν λόγω προσαρμογές δεν διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

3. Η Επιτροπή θεσπίζει τους κανόνες για την εκτέλεση της παραγράφου 1, χρησιμοποιώντας, ανάλογα με την περίπτωση, το περιεχόμενο των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 προσαρτημάτων, με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 3.

Άρθρο 7

Αεροπορικές δραστηριότητες και άδειες άσκησης επαγγέλματος ιπτάμενου πληρώματος

Όσον αφορά τις βασικές αρχές, την εφαρμοσιμότητα και τις βασικές απαιτήσεις για τους τομείς που καλύπτονται από το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β), η Επιτροπή υποβάλλει, ανάλογα με την περίπτωση και το συντομότερο δυνατόν, σχετικές προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Άρθρο 8

Αναγνώριση πιστοποιητικών

1. Τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν, χωρίς περαιτέρω τεχνικές απαιτήσεις ή αξιολόγηση, τα πιστοποιητικά που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Εφόσον η αρχική αναγνώριση αφορά συγκεκριμένο σκοπό ή σκοπούς, κάθε μεταγενέστερη αναγνώριση καλύπτει μόνο τον ίδιο σκοπό ή σκοπούς.

2. Έως ότου θεσπισθούν οι εκτελεστικοί κανόνες οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4 και με την επιφύλαξη του άρθρου 57 παράγραφος 2, τα πιστοποιητικά που δεν μπορούν να εκδοθούν σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, μπορούν να εκδίδονται δυνάμει των εφαρμοστέων εθνικών κανονισμών.

Άρθρο 9

Αποδοχή εγκρίσεως τρίτης χώρας

1. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις των άρθρων 5, 6 και 15 και τους κανόνες εφαρμογής τους, τα κράτη μέλη ή ο οργανισμός μπορούν να εκδίδουν πιστοποιητικά βάσει πιστοποιητικών που εκδίδουν αεροναυτικές αρχές τρίτης χώρας, όπως προβλέπεται σε συμφωνία μεταξύ της Κοινότητας και της εν λόγω τρίτης χώρας.

2. α) Ελλείψει συμφωνίας συναφθείσας από την Κοινότητα, ένα κράτος μέλος ή ο οργανισμός μπορεί να χορηγεί πιστοποιητικά βάσει πιστοποιήσεων που έχουν εκδώσει οι αρμόδιες αρχές τρίτης χώρας κατ' εφαρμογή συμφωνίας η οποία έχει συναφθεί μεταξύ του οικείου κράτους μέλους και της εν λόγω τρίτης χώρας πριν από την έναρξη ισχύος των σχετικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού και η οποία έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη. Ο οργανισμός μπορεί επίσης να χορηγεί τέτοια πιστοποιητικά εξ ονόματος κράτους μέλους κατ' εφαρμογή συμφωνίας που έχει συναφθεί μεταξύ ενός από τα κράτη μέλη και της εν λόγω τρίτης χώρας.

β) Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι:

- οι διατάξεις μιας συμφωνίας μεταξύ κράτους μέλους και τρίτης χώρας δεν παρέχουν επίπεδο ασφάλειας ισοδύναμο με το καθοριζόμενο από τον παρόντα κανονισμό και τους εκτελεστικούς κανόνες του ή/και

- οι συμφωνίες αυτές θα προσφέρουν αθέμιτο πλεονέκτημα σε τρίτη χώρα ή αντιβαίνουν στην κοινοτική πολιτική έναντι της τρίτης αυτής χώρας,

μπορεί, με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 2, να απαιτεί από το οικείο κράτος μέλος να τροποποιήσει τη συμφωνία ή να αναστείλει την εφαρμογή της ή να την καταγγείλει, σύμφωνα με το άρθρο 307 της συνθήκης.

γ) Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα για να καταγγείλουν τις συμφωνίες αυτές, το συντομότερο δυνατόν, μετά την έναρξη ισχύος συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας και της εν λόγω τρίτης χώρας, για τους τομείς που καλύπτει η τελευταία.

Άρθρο 10

Διατάξεις σχετικά με την ευελιξία

1. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού και των κανόνων που θεσπίζονται για την εκτέλεσή του δεν εμποδίζουν ένα κράτος μέλος να αντιδρά αμέσως σε πρόβλημα ασφάλειας το οποίο αφορά προϊόν, πρόσωπο ή φορέα, που υπόκεινται στις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Εάν το πρόβλημα ασφάλειας είναι αποτέλεσμα:

α) ανεπαρκούς επιπέδου ασφάλειας που προκύπτει από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή

β) ελλείψεων του παρόντος κανονισμού ή των εκτελεστικών κανόνων του,

το κράτος μέλος κοινοποιεί αμέσως στον οργανισμό, την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη τα μέτρα που λαμβάνει και την αιτιολόγησή τους.

2. Η Επιτροπή αποφασίζει, με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 3, κατά πόσον ένα ανεπαρκές επίπεδο ασφάλειας ή μια έλλειψη στον παρόντα κανονισμό ή στους εκτελεστικούς κανόνες του αιτιολογούν τη συνέχιση της εφαρμογής των μέτρων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή λαμβάνει επίσης τα απαιτούμενα μέτρα για την τροποποίηση του σχετικού κανόνα. Εάν τα μέτρα του κράτους μέλους κριθούν αδικαιολόγητα, το κράτος μέλος τα ανακαλεί ή τα τροποποιεί.

3. Ένα κράτος μέλος μπορεί να χορηγεί εξαιρέσεις από τις απαιτήσεις ουσίας που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και τους εκτελεστικούς κανόνες του, σε περίπτωση απρόβλεπτων επειγουσών λειτουργικών περιστάσεων ή λειτουργικών αναγκών περιορισμένης διάρκειας. Ο οργανισμός, η Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη ενημερώνονται για τις εξαιρέσεις αυτές μόλις καταστούν επαναληπτικές ή όταν χορηγούνται για διάστημα άνω των δύο μηνών.

4. Όταν τα μέτρα που αποφασίζονται από κράτος μέλος είναι λιγότερο περιοριστικά από τις εφαρμοστέες κοινοτικές διατάξεις, η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον οι εξαιρέσεις συνάδουν προς τον γενικό στόχο ασφάλειας του παρόντος κανονισμού ή προς άλλους κανόνες του κοινοτικού δικαίου. Εάν οι χορηγούμενες εξαιρέσεις δεν συνάδουν προς το γενικό στόχο ασφάλειας του παρόντος κανονισμού ή προς άλλους κανόνες του κοινοτικού δικαίου, η Επιτροπή αποφασίζει με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 4. Στην περίπτωση αυτή, το κράτος μέλος ανακαλεί την εξαίρεση.

5. Εάν, με άλλα μέσα, είναι δυνατόν να επιτευχθεί επίπεδο προστασίας ισοδύναμο με αυτό που επιτυγχάνεται μέσω της εφαρμογής των εκτελεστικών κανόνων των άρθρων 5 και 6, τα κράτη μέλη μπορούν, χωρίς διακρίσεις λόγω ιθαγένειας και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να μην προκληθούν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, να χορηγούν έγκριση που να παρεκκλίνει από τους εν λόγω εκτελεστικούς κανόνες. Στις περιπτώσεις αυτές, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή ότι προτίθεται να χορηγήσει αυτή την έγκριση και αιτιολογεί την ανάγκη παρέκκλισης από τον συγκεκριμένο κανόνα, καθώς και τις προϋποθέσεις που ορίζονται για την εξασφάλιση ισοδύναμου επιπέδου προστασίας.

6. Εντός τριών μηνών από την κοινοποίηση εκ μέρους κράτους μέλους σύμφωνα με την παράγραφο 5, η Επιτροπή κινεί τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 3, για να αποφασίσει κατά πόσον μια έγκριση που προτείνεται σύμφωνα με την παράγραφο 5 πληροί τις εκεί οριζόμενες προϋποθέσεις και μπορεί να χορηγηθεί. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή κοινοποιεί την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη που έχουν επίσης το δικαίωμα να εφαρμόσουν αυτό το μέτρο. Οι διατάξεις του άρθρου 8 εφαρμόζονται στο εν λόγω μέτρο. Οι σχετικοί εκτελεστικοί κανόνες μπορούν επίσης να τροποποιηθούν ώστε να ανταποκρίνονται στο εν λόγω μέτρο, με διαφανείς διαδικασίες σύμφωνα με το άρθρο 43.

Άρθρο 11

Δίκτυο πληροφοριών

1. Η Επιτροπή, ο οργανισμός και οι εθνικές αεροπορικές αρχές ανταλλάσσουν τις πληροφορίες που διαθέτουν σε συνάρτηση με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και των εκτελεστικών κανόνων του. Οι φορείς που είναι επιφορτισμένοι με τη διερεύνηση ατυχημάτων και συμβάντων πολιτικής αεροπορίας ή με την ανάλυση περιστατικών δικαιούνται πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες.

2. Με την επιφύλαξη του δικαιώματος πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα της Επιτροπής, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 3, μέτρα για την εξ ιδίας πρωτοβουλίας της Επιτροπής κοινολόγηση των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου στα ενδιαφερόμενα μέρη. Τα μέτρα αυτά, που μπορεί να είναι γενικά ή ατομικά, βασίζονται στην ανάγκη:

α) να παρέχονται σε πρόσωπα και οργανώσεις οι πληροφορίες που χρειάζονται για να βελτιώσουν την ασφάλεια της αεροπορίας·

β) να περιορίζεται η διάδοση των πληροφοριών στο απολύτως απαραίτητο για τους σκοπούς των χρηστών τους, ώστε να κατοχυρώνεται η πρέπουσα εμπιστευτικότητα των πληροφοριών αυτών.

3. Οι εθνικές αεροπορικές αρχές λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, ώστε να κατοχυρώνεται η πρέπουσα εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που τους διαβιβάζονται κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1.

4. Για να ενημερώνεται το κοινό για το γενικό επίπεδο ασφάλειας, ο οργανισμός δημοσιεύει ετησίως επισκόπηση της ασφάλειας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Ο ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ I

ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ

Άρθρο 12

Σύσταση και αρμοδιότητες του οργανισμού

1. Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ιδρύεται Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας, καλούμενος εφεξής "οργανισμός".

2. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ορθή λειτουργία και ανάπτυξη της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας, ο οργανισμός:

α) αναλαμβάνει όλα τα καθήκοντα και γνωμοδοτεί επί όλων των θεμάτων που καλύπτονται από το άρθρο 1 παράγραφος 1·

β) επικουρεί την Επιτροπή με την εκπόνηση μέτρων που πρέπει να ληφθούν για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και της παρέχει την απαραίτητη τεχνική, επιστημονική και διοικητική υποστήριξη για την άσκηση των καθηκόντων της·

γ) λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα εντός των εξουσιών που του παρέχονται από τον παρόντα κανονισμό ή άλλη κοινοτική νομοθεσία·

δ) διενεργεί επιθεωρήσεις και έρευνες, σύμφωνα με τις ανάγκες, για την εκπλήρωση των καθηκόντων του·

ε) στους τομείς της αρμοδιότητάς του, εκτελεί, για λογαριασμό των κρατών μελών, λειτουργίες και καθήκοντα που τους αναθέτουν οι οικείες διεθνείς συμβάσεις, ιδίως η σύμβαση του Σικάγου.

Άρθρο 13

Μέτρα του οργανισμού

Όπου ενδείκνυται, ο οργανισμός:

α) εκδίδει γνώμες απευθυνόμενες στην Επιτροπή·

β) εκδίδει προδιαγραφές πιστοποίησης, όπου συμπεριλαμβάνονται οι κώδικες αξιοπλοΐας και τα αποδεκτά μέσα συμμόρφωσης, καθώς και τυχόν υλικό καθοδήγησης για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και των εκτελεστικών κανόνων του·

γ) λαμβάνει τις κατάλληλες αποφάσεις για την εφαρμογή των άρθρων 15, 45 και 46.

Άρθρο 14

Γνώμες, προδιαγραφές πιστοποίησης και υλικό καθοδήγησης

1. Προκειμένου να επικουρεί την Επιτροπή στην εκπόνηση προτάσεων για βασικές αρχές, εφαρμοσιμότητα και βασικές απαιτήσεις, οι οποίες πρόκειται να υποβληθούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, καθώς και στη θέσπιση των εκτελεστικών κανόνων, ο οργανισμός καταρτίζει σχετικά σχέδια. Τα σχέδια αυτά υποβάλλονται από τον οργανισμό στην Επιτροπή υπό μορφή γνωμών.

2. Ο οργανισμός, σύμφωνα με το άρθρο 43 και τους εκτελεστικούς κανόνες που εκδίδονται από την Επιτροπή, εκπονεί:

α) προδιαγραφές πιστοποίησης, όπου συμπεριλαμβάνονται κώδικες αξιοπλοΐας και αποδεκτά μέσα συμμόρφωσης και

β) υλικό καθοδήγησης,

προς χρήση στη διαδικασία πιστοποίησης.

Τα εν λόγω έγγραφα αντικατοπτρίζουν την εξέλιξη της τεχνολογίας και τις βέλτιστες πρακτικές στους συγκεκριμένους τομείς, και επικαιροποιούνται λαμβάνοντας υπόψη την πείρα από τα εν υπηρεσία αεροσκάφη παγκοσμίως, και την επιστημονική και τεχνική πρόοδο.

Άρθρο 15

Πιστοποίηση αξιοπλοΐας και περιβαλλοντική πιστοποίηση

1. Όσον αφορά τα προϊόντα, τα εξαρτήματα και τον εξοπλισμό που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, ο οργανισμός εκτελεί, ανάλογα με την περίπτωση και όπως ορίζεται στη σύμβαση του Σικάγου ή τα παραρτήματά της, για λογαριασμό των κρατών μελών τις λειτουργίες και τα καθήκοντα του κράτους σχεδιασμού, κατασκευής ή καταχώρισης όσον αφορά την έγκριση σχεδιασμού. Προς τούτο ειδικότερα:

α) για κάθε προϊόν για το οποίο ζητείται πιστοποιητικό τύπου ή αλλαγή του πιστοποιητικού τύπου, καθορίζει και κοινοποιεί τη βάση πιστοποίησης τύπου. Η βάση πιστοποίησης τύπου αποτελείται από τον εφαρμοστέο κώδικα αξιοπλοΐας, τις διατάξεις για τις οποίες έχει γίνει δεκτό ισοδύναμο επίπεδο ασφάλειας και τις ειδικές λεπτομερείς τεχνικές προδιαγραφές οι οποίες είναι απαραίτητες όταν οι λεπτομέρειες του σχεδιασμού συγκεκριμένου προϊόντος ή η πείρα από τη λειτουργία του, καθιστούν κάποια διάταξη του κώδικα αξιοπλοΐας ανεπαρκή ή απρόσφορη για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις βασικές απαιτήσεις·

β) για κάθε προϊόν για το οποίο ζητείται περιορισμένο πιστοποιητικό αξιοπλοΐας, καθορίζει και κοινοποιεί τις ειδικές προδιαγραφές αξιοπλοΐας·

γ) για κάθε εξάρτημα ή εξοπλισμό για το οποίο ζητείται πιστοποιητικό, καθορίζει και κοινοποιεί τις λεπτομερείς προδιαγραφές αξιοπλοΐας·

δ) για κάθε προϊόν για το οποίο ζητείται περιβαλλοντική πιστοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 6, καθορίζει και κοινοποιεί τις πρέπουσες περιβαλλοντικές προδιαγραφές·

ε) διενεργεί ο ίδιος ή μέσω των εθνικών αεροπορικών αρχών ή ειδικευμένων φορέων, τις τεχνικές επιθεωρήσεις που συνδέονται με την πιστοποίηση προϊόντων, εξαρτημάτων και εξοπλισμού·

στ) εκδίδει τα κατάλληλα πιστοποιητικά τύπου ή συναφείς αλλαγές·

ζ) εκδίδει πιστοποιητικά για εξαρτήματα και εξοπλισμό·

η) εκδίδει τα κατάλληλα περιβαλλοντικά πιστοποιητικά·

θ) τροποποιεί, αναστέλλει ή ανακαλεί το σχετικό πιστοποιητικό, όταν δεν πληρούνται πλέον οι όροι βάσει των οποίων εκδόθηκε ή εάν το νομικό ή φυσικό πρόσωπο που κατέχει το πιστοποιητικό δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις οι οποίες του επιβάλλονται από τον παρόντα κανονισμό ή από τους εκτελεστικούς κανόνες του·

ι) εξασφαλίζει τις λειτουργίες διαρκούς αξιοπλοΐας που συνδέονται με τα προϊόντα, τα εξαρτήματα και τον εξοπλισμό για τα οποία έχει εκδώσει πιστοποιητικό· μεταξύ άλλων, αντιδρά χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στα προβλήματα ασφάλειας και εκδίδει και διαδίδει τις οικείες υποχρεωτικές πληροφορίες.

2. Έναντι των φορέων, ο οργανισμός:

α) διενεργεί, ο ίδιος ή μέσω των εθνικών αεροπορικών αρχών ή ειδικευμένων φορέων, επιθεωρήσεις και ελέγχους των φορέων που πιστοποιεί·

β) εκδίδει και ανανεώνει τα πιστοποιητικά:

i) των φορέων σχεδιασμού ή

ii) των φορέων παραγωγής που βρίσκονται εντός της επικράτειας των κρατών μελών, κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή

iii) των φορέων παραγωγής και συντήρησης που βρίσκονται εκτός της επικράτειας των κρατών μελών·

γ) τροποποιεί, αναστέλλει ή ανακαλεί το σχετικό πιστοποιητικό του φορέα όταν δεν πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων εκδόθηκε ή εάν ο συγκεκριμένος φορέας δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις οι οποίες του επιβάλλονται από τον παρόντα κανονισμό ή από τους εκτελεστικούς κανόνες του.

Άρθρο 16

Παρακολούθηση της εφαρμογής των κανόνων

1. Ο οργανισμός διενεργεί επιθεωρήσεις τυποποίησης στους τομείς που καλύπτονται από το άρθρο 1 παράγραφος 1, για να παρακολουθεί την εφαρμογή από τις εθνικές αεροπορικές αρχές του παρόντος κανονισμού και των εκτελεστικών κανόνων του, και υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή.

2. Ο οργανισμός διενεργεί τεχνικές έρευνες για να παρακολουθεί την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και των εκτελεστικών κανόνων του, έχοντας υπόψη τους στόχους που ορίζονται στο άρθρο 2.

3. Ζητείται η γνώμη του οργανισμού. Ο οργανισμός δίνει τη γνώμη του στην Επιτροπή για την εφαρμογή του άρθρου 10.

4. Οι μέθοδοι εργασίας του οργανισμού για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 υπόκεινται σε απαιτήσεις που θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 2, λαμβανομένων υπόψη των αρχών που ορίζονται στα άρθρα 43 και 44.

Άρθρο 17

Έρευνα

1. Ο οργανισμός μπορεί να αναπτύσσει και να χρηματοδοτεί έρευνες, στο βαθμό που αφορούν αυστηρά τη βελτίωση των δραστηριοτήτων στο πεδίο των αρμοδιοτήτων του, με την επιφύλαξη του κοινοτικού δικαίου.

2. Ο οργανισμός συντονίζει τις δραστηριότητές του στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης με τις δραστηριότητες της Επιτροπής και των κρατών μελών, ούτως ώστε να εξασφαλίζει την αμοιβαία συνέπεια μεταξύ πολιτικών και δράσεων.

3. Τα αποτελέσματα των ερευνών που χρηματοδοτεί ο οργανισμός δημοσιεύονται, εφόσον δεν τα έχει χαρακτηρίσει εμπιστευτικά.

Άρθρο 18

Διεθνείς σχέσεις

1. Ο οργανισμός επικουρεί την Κοινότητα και τα κράτη μέλη της στις σχέσεις τους με τρίτες χώρες σύμφωνα με το σχετικό κοινοτικό δίκαιο. Βοηθεί, ιδίως, στην εναρμόνιση των κανόνων και στην αμοιβαία αναγνώριση των εγκρίσεων που βεβαιώνουν την ικανοποιητική εφαρμογή των κανόνων.

2. Ο οργανισμός μπορεί να συνεργάζεται με τις αεροναυτικές αρχές τρίτων χωρών και τους διεθνείς οργανισμούς που είναι αρμόδιοι για θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό στο πλαίσιο συμφωνιών εργασίας που συνάπτονται με αυτούς τους φορείς, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της συνθήκης.

3. Ο οργανισμός επικουρεί τα κράτη μέλη στην τήρηση των διεθνών τους υποχρεώσεων, ιδίως εκείνων που απορρέουν από τη σύμβαση του Σικάγου.

ΤΜΗΜΑ II

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ

Άρθρο 19

Νομικό καθεστώς, έδρα, τοπικά γραφεία

1. Ο οργανισμός είναι κοινοτικός φορέας και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

2. Σε κάθε κράτος μέλος, ο οργανισμός διαθέτει την ευρύτερη δυνατή νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται από τις εθνικές νομοθεσίες στα νομικά πρόσωπα. Δύναται ιδίως να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου.

3. Ο οργανισμός μπορεί να ιδρύει δικά του τοπικά γραφεία στα κράτη μέλη με τη συγκατάθεσή τους.

4. Ο οργανισμός εκπροσωπείται από τον εκτελεστικό διευθυντή του.

Άρθρο 20

Προσωπικό

1. Ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και οι διατάξεις εφαρμογής τους που θεσπίζονται από κοινού από τα όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για τους σκοπούς της εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του καθεστώτος, εφαρμόζονται στο προσωπικό του οργανισμού, υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 33 του παρόντος κανονισμού στα μέλη του τμήματος προσφυγών.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 30, ο οργανισμός ασκεί έναντι του προσωπικού του τις εξουσίες οι οποίες ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

3. Το προσωπικό του οργανισμού αποτελείται από αυστηρά περιορισμένο αριθμό υπαλλήλων τοποθετημένων ή αποσπασμένων από την Επιτροπή ή τα κράτη μέλη για να εκτελούν διοικητικά καθήκοντα. Το υπόλοιπο προσωπικό αποτελείται από άλλους υπαλλήλους που προσλαμβάνονται από τον οργανισμό, ανάλογα με τις ανάγκες, για την εκτέλεση των καθηκόντων του.

Άρθρο 21

Προνόμια και ασυλίες

Το πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εφαρμόζεται στον οργανισμό.

Άρθρο 22

Ευθύνη

1. Η συμβατική ευθύνη του οργανισμού διέπεται από το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σχετική σύμβαση.

2. Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι αρμόδιο να δικάζει δυνάμει ρήτρας διαιτησίας που περιέχεται σε σύμβαση που συνάπτει ο οργανισμός.

3. Σε περίπτωση εξωσυμβατικής ευθύνης ο οργανισμός υποχρεούται να αποκαθιστά, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών, τις ζημίες που προξενούν οι υπηρεσίες ή υπάλληλοι του οργανισμού κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

4. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδικάζει διαφορές σχετικά με την αποκατάσταση των ζημιών που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

5. Η προσωπική ευθύνη των υπαλλήλων έναντι του οργανισμού διέπεται από τις διατάξεις που καθορίζονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων ή στο καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

Άρθρο 23

Δημοσίευση εγγράφων

1. Με την επιφύλαξη τυχόν αποφάσεων οι οποίες λαμβάνονται βάσει του άρθρου 290 της συνθήκης, τα παρακάτω έγγραφα παράγονται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας:

α) η επιθεώρηση ασφαλείας που μνημονεύεται στο άρθρο 11 παράγραφος 4·

β) οι γνωμοδοτήσεις προς την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1·

γ) η γενική ετήσια έκθεση και το πρόγραμμα εργασίας που αναφέρονται στο άρθρο 24 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ), αντιστοίχως.

2. Οι μεταφραστικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του οργανισμού παρέχονται από το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 24

Εξουσίες του διοικητικού συμβουλίου

1. Ο οργανισμός έχει διοικητικό συμβούλιο.

2. Το διοικητικό συμβούλιο:

α) διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή και τους διευθυντές σύμφωνα με το άρθρο 30·

β) πριν από τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, εγκρίνει τη γενική έκθεση για τις δραστηριότητες του οργανισμού κατά το προηγούμενο έτος και τη διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη·

γ) πριν από τις 30 Σεπτεμβρίου κάθε έτους και αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής, εγκρίνει το πρόγραμμα εργασιών του οργανισμού για το επόμενο έτος και το διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη. Το εν λόγω πρόγραμμα εργασιών εγκρίνεται με την επιφύλαξη της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού της Κοινότητας και του νομοθετικού προγράμματος της Κοινότητας σε συναφείς τομείς ασφάλειας της αεροπορίας·

δ) εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την κατανομή των καθηκόντων πιστοποίησης σε εθνικές αεροπορικές αρχές ή ειδικευμένους φορείς μετά από έγκριση της Επιτροπής·

ε) ορίζει διαδικασίες για τη λήψη αποφάσεων από τον εκτελεστικό διευθυντή, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στα άρθρα 43 και 44·

στ) εκτελεί τα καθήκοντά του που αφορούν τον προϋπολογισμό του οργανισμού σύμφωνα με τα άρθρα 48, 49 και 52·

ζ) διορίζει τα μέλη του τμήματος προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 32·

η) ασκεί πειθαρχική εξουσία επί των υπαλλήλων που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφοι 1 και 3·

θ) γνωμοδοτεί ως προς τον κανονισμό περί τελών και δικαιωμάτων που αναφέρεται στο άρθρο 53 παράγραφος 1·

ι) θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό·

ια) αποφασίζει σχετικά με τα γλωσσικά θέματα όσον αφορά τον οργανισμό·

ιβ) συμπληρώνει, όποτε αρμόζει, τον αναφερόμενο, στο άρθρο 23 παράγραφος 1, κατάλογο εγγράφων·

ιγ) καταρτίζει το οργανόγραμμα του οργανισμού και καθορίζει την πολιτική προσωπικού του οργανισμού.

3. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να παρέχει συμβουλές στον εκτελεστικό διευθυντή για θέματα που άπτονται στενά της στρατηγικής εξέλιξης της ασφάλειας της αεροπορίας, συμπεριλαμβανομένης της έρευνας, όπως περιγράφεται στο άρθρο 17.

4. Το διοικητικό συμβούλιο συγκροτεί ένα συμβουλευτικό σώμα ενδιαφερομένων μερών, το οποίο συμβουλεύεται πριν λάβει αποφάσεις στους τομείς που αναφέρονται στα στοιχεία γ), ε), στ) και θ) της παραγράφου 2. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί επίσης να αποφασίζει να ζητεί τη γνώμη του συμβουλευτικού σώματος για άλλα θέματα που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3. Το διοικητικό συμβούλιο δεν δεσμεύεται από τη γνώμη του συμβουλευτικού σώματος.

Άρθρο 25

Σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου

1. Το διοικητικό συμβούλιο απαρτίζεται από έναν αντιπρόσωπο κάθε κράτους μέλους και έναν αντιπρόσωπο της Επιτροπής. Προς το σκοπό αυτόν, κάθε κράτος μέλος και η Επιτροπή διορίζουν από ένα μέλος στο διοικητικό συμβούλιο, καθώς και έναν αναπληρωτή, ο οποίος εκπροσωπεί το μέλος κατά την απουσία του. Η διάρκεια της θητείας τους είναι πενταετής, με δυνατότητα ανανέωσης.

2. Ανάλογα με την περίπτωση, οι ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 55 καθορίζουν τη συμμετοχή των αντιπροσώπων των ευρωπαϊκών τρίτων χωρών, καθώς και τους σχετικούς όρους.

Άρθρο 26

Προεδρία του διοικητικού συμβουλίου

1. Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει μεταξύ των μελών του έναν/μια πρόεδρο και έναν/μια αντιπρόεδρο. Ο/Η αντιπρόεδρος αντικαθιστά ex-officio τον/την πρόεδρο σε περίπτωση που κωλύεται να εκτελέσει τα καθήκοντά του/της.

2. Η θητεία του/της προέδρου και του/της αντιπροέδρου λήγει εφόσον πάψουν να είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου. Με την επιφύλαξη της παρούσας διάταξης, η διάρκεια της θητείας του/της προέδρου και του/της αντιπροέδρου είναι τριετής με δυνατότητα ανανέωσης.

Άρθρο 27

Συνεδριάσεις

1. Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται μετά από πρόσκληση του προέδρου του/της.

2. Ο εκτελεστικός διευθυντής του οργανισμού συμμετέχει στις συσκέψεις.

3. Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο. Συνέρχεται επίσης με πρωτοβουλία του/της προέδρου ή μετά από αίτηση του ενός τρίτου τουλάχιστον των μελών του.

4. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί οποιοδήποτε άτομο, η γνώμη του οποίου παρουσιάζει ενδιαφέρον, να συμμετέχει στις συνεδριάσεις του ως παρατηρητής.

5. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου δύνανται, στο πλαίσιο των διατάξεων του εσωτερικού του κανονισμού, να επικουρούνται από συμβούλους ή εμπειρογνώμονες.

6. Η γραμματεία του διοικητικού συμβουλίου εξασφαλίζεται από τον οργανισμό.

Άρθρο 28

Ψηφοφορία

1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 30 παράγραφος 1, το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει τις αποφάσεις του με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του. Εφόσον το ζητήσει μέλος του διοικητικού συμβουλίου, η αναφερόμενη στο άρθρο 24 παράγραφος 2 στοιχείο ι) απόφαση λαμβάνεται με ομοφωνία.

2. Κάθε μέλος έχει μία ψήφο. Ο εκτελεστικός διευθυντής δεν ψηφίζει. Κατά την απουσία μέλους, το δικαίωμα ψήφου του δικαιούται να το ασκεί ο/η αναπληρωτής του.

3. Στον εσωτερικό κανονισμό καθορίζονται οι λεπτομερέστερες ρυθμίσεις ψηφοφορίας, ιδίως οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέλος μπορεί να ενεργεί για λογαριασμό άλλου μέλους, καθώς και οι απαιτήσεις απαρτίας, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 29

Αρμοδιότητες και εξουσίες του εκτελεστικού διευθυντή

1. Ο οργανισμός διοικείται από τον εκτελεστικό διευθυντή του, ο οποίος είναι εντελώς ανεξάρτητος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του/της. Με την επιφύλαξη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων της επιτροπής και του διοικητικού συμβουλίου, ο εκτελεστικός διευθυντής ούτε επιζητεί ούτε λαμβάνει οδηγίες από κυβέρνηση ή από άλλο φορέα.

2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορεί να καλέσει τον εκτελεστικό διευθυντή του οργανισμού να δώσει αναφορά σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων του/της.

3. Ο εκτελεστικός διευθυντής έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες και εξουσίες:

α) εγκρίνει τα μέτρα του οργανισμού, όπως ορίζονται στα άρθρα 13 και 15, εντός των ορίων που καθορίζονται από τον παρόντα κανονισμό, καθώς και τους εκτελεστικούς κανόνες του και κάθε εφαρμοστέο δίκαιο·

β) λαμβάνει αποφάσεις επί των επιθεωρήσεων και των ερευνών, όπως προβλέπονται στα άρθρα 45 και 46·

γ) αναθέτει καθήκοντα πιστοποίησης στις εθνικές αεροπορικές αρχές ή σε ειδικευμένους φορείς σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζει το διοικητικό συμβούλιο·

δ) αναλαμβάνει τις αρμοδιότητες σε διεθνές επίπεδο και την τεχνική συνεργασία με τρίτες χώρες σύμφωνα με το άρθρο 18·

ε) λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης εσωτερικών διοικητικών εντολών και της δημοσίευσης ανακοινώσεων, για να εξασφαλίσει τη λειτουργία του οργανισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού·

στ) εκπονεί κάθε χρόνο σχέδιο γενικής έκθεσης και το υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο·

ζ) ασκεί έναντι του προσωπικού τις εξουσίες που προβλέπονται στο άρθρο 20 παράγραφος 2·

η) καταρτίζει την κατάσταση των προβλεπόμενων εσόδων και εξόδων του οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 48 και εκτελεί τον προϋπολογισμό σύμφωνα με το άρθρο 49·

θ) μπορεί να μεταβιβάζει τις εξουσίες του/της σε άλλα μέλη του προσωπικού του οργανισμού με την επιφύλαξη κανόνων που θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 2·

ι) με τη συγκατάθεση του διοικητικού συμβουλίου, μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με την ίδρυση τοπικών γραφείων στα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3.

Άρθρο 30

Διορισμός ανώτερων υπαλλήλων

1. Ο εκτελεστικός διευθυντής του οργανισμού διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο με βάση την αξία του και την τεκμηριωμένη του επάρκεια και πείρα σε θέματα με σημασία για την πολιτική αεροπορία. Το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει με πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών του, βάσει καταλόγου προσώπων που καταρτίζει η Επιτροπή. Με την ίδια πλειοψηφία των μελών του, το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να παύει τον εκτελεστικό διευθυντή.

2. Ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να επικουρείται από έναν ή περισσότερους διευθυντές. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του εκτελεστικού διευθυντή, τα καθήκοντά του/της ασκεί ένας από τους διευθυντές.

3. Οι διευθυντές του οργανισμού διορίζονται, με βάση την επαγγελματική ικανότητά τους σε θέματα με σημασία για την πολιτική αεροπορία, ή παύονται από το διοικητικό συμβούλιο, κατόπιν διαβουλεύσεως με τον εκτελεστικό διευθυντή.

4. Η θητεία του εκτελεστικού διευθυντή και των διευθυντών είναι πενταετής, με δυνατότητα ανανέωσης.

Άρθρο 31

Εξουσίες των τμημάτων προσφυγών

1. Εντός του οργανισμού, συστήνονται ένα ή περισσότερα τμήματα προσφυγών.

2. Το ή τα τμήματα προσφυγών είναι αρμόδια να αποφαίνονται επί των προσφυγών που ασκούνται κατά των αποφάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 35.

3. Το ή τα τμήματα προσφυγών συνέρχονται όποτε είναι απαραίτητο. Ο αριθμός των τμημάτων προσφυγών και η κατανομή της εργασίας αποφασίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 3.

Άρθρο 32

Σύνθεση των τμημάτων προσφυγών

1. Τα τμήματα προσφυγών απαρτίζονται από έναν πρόεδρο και δύο άλλα μέλη.

2. Ο πρόεδρος και τα δύο μέλη έχουν αναπληρωτές, οι οποίοι τους αντικαθιστούν όταν απουσιάζουν.

3. Ο/Η πρόεδρος, τα άλλα μέλη και οι αναπληρωτές τους διορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο από πίνακα υποψηφίων με τα κατάλληλα προσόντα καταρτιζόμενο από την Επιτροπή.

4. Το τμήμα προσφυγών μπορεί να ζητεί τη συμμετοχή δύο ακόμα μελών από τον προαναφερόμενο κατάλογο, εφόσον κρίνει ότι το απαιτεί η φύση της προσφυγής.

5. Τα απαιτούμενα προσόντα των μελών κάθε τμήματος προσφυγών, οι εξουσίες των επιμέρους μελών κατά τη φάση προετοιμασίας των αποφάσεων και οι όροι ψηφοφορίας καθορίζονται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 3.

Άρθρο 33

Μέλη των τμημάτων προσφυγών

1. Η θητεία των μελών των τμημάτων προσφυγών, συμπεριλαμβανομένων των προέδρων τους και των αντίστοιχων αναπληρωτών τους είναι πενταετής. Η θητεία αυτή είναι ανανεώσιμη.

2. Τα μέλη των τμημάτων προσφυγών είναι ανεξάρτητα. Κατά τη λήψη των αποφάσεών τους δεν δεσμεύονται από οδηγίες.

3. Τα μέλη των τμημάτων προσφυγών δεν επιτρέπεται να ασκούν άλλα καθήκοντα στο πλαίσιο του οργανισμού. Τα καθήκοντα των μελών των τμημάτων προσφυγών μπορεί να είναι μερικής απασχόλησης.

4. Τα μέλη των τμημάτων προσφυγών δεν μπορούν να απαλλάσσονται των καθηκόντων τους ούτε να διαγράφονται από τον κατάλογο κατά τη διάρκεια της θητείας τους, εκτός αν συντρέχουν σοβαροί λόγοι προς τούτο, και η Επιτροπή, μετά από γνωμοδότηση του διοικητικού συμβουλίου, λάβει σχετική απόφαση.

Άρθρο 34

Αποκλεισμός και εξαίρεση

1. Τα μέλη των τμημάτων προσφυγών δεν μπορούν να συμμετέχουν στην εκδίκαση προσφυγής στην οποία έχουν προσωπικό συμφέρον ή στην οποία είχαν προηγουμένως παρέμβει ως αντιπρόσωποι ενός διαδίκου ή εάν συνέπραξαν στην απόφαση κατά της οποίας στρέφεται η προσφυγή.

2. Εάν μέλος τμήματος προσφυγών κρίνει ότι δεν θα πρέπει να συμμετάσχει στην εκδίκαση προσφυγής για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο, ενημερώνει σχετικά το τμήμα προσφυγών.

3. Οιοσδήποτε διάδικος στη διαδικασία προσφυγής μπορεί να ζητεί την εξαίρεση μελών των τμημάτων προσφυγών για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή αν εγείρουν υπόνοια μεροληψίας. Η αίτηση εξαίρεσης είναι απαράδεκτη εάν ο συγκεκριμένος διάδικος προχώρησε σε διαδικαστικές πράξεις μολονότι γνώριζε ήδη τον λόγο εξαίρεσης. Η αίτηση εξαίρεσης δεν είναι δυνατόν να βασίζεται στην ιθαγένεια των μελών.

4. Τα τμήματα προσφυγών αποφασίζουν για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν στις περιπτώσεις των παραγράφων 2 και 3, χωρίς τη συμμετοχή του ενδιαφερόμενου μέλους. Για τη λήψη της απόφασης αυτής, το οικείο μέλος αντικαθίσταται στο τμήμα προσφυγών από τον αναπληρωτή ή την αναπληρώτριά του.

Άρθρο 35

Αποφάσεις που υπόκεινται σε προσφυγή

1. Σε προσφυγή υπόκεινται οι αποφάσεις του οργανισμού οι οποίες λαμβάνονται σύμφωνα με τα άρθρα 15, 46 ή 53.

2. Προσφυγή που ασκείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, ο οργανισμός μπορεί να αναστέλλει την εφαρμογή της προσβαλλόμενης απόφασης, εάν κρίνει ότι το επιτρέπουν οι περιστάσεις.

3. Προσφυγή κατ' αποφάσεως η οποία δεν περαιώνει διαδικασία όσον αφορά ένα από τα μέρη μπορεί να ασκείται μόνον σε συνδυασμό με προσφυγή κατά της τελικής αποφάσεως, εκτός εάν η απόφαση επιτρέπει χωριστή προσφυγή.

Άρθρο 36

Πρόσωπα που νομιμοποιούνται να ασκήσουν προσφυγή

Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί να ασκεί προσφυγή εναντίον απόφασης που απευθύνεται στο ίδιο ή εναντίον απόφασης η οποία, μολονότι απευθύνεται σε άλλο πρόσωπο, αφορά άμεσα και ατομικά το πρώτο. Οι διάδικοι στη διαδικασία μπορούν να καθίστανται διάδικοι στη διαδικασία προσφυγής.

Άρθρο 37

Προθεσμία και τύπος

Η προσφυγή, μαζί με το υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους της, υποβάλλεται εγγράφως στον οργανισμό εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση του μέτρου στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή, ελλείψει αυτής, από την ημέρα που το εν λόγω πρόσωπο έλαβε γνώση του εν λόγω μέτρου, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 38

Προδικαστική αναθεώρηση

1. Αν ο εκτελεστικός διευθυντής κρίνει την προσφυγή παραδεκτή και βάσιμη, διορθώνει την απόφαση. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται όταν, κατά τη διαδικασία προσφυγής, υφίσταται αντιδικία.

2. Αν η απόφαση δεν διορθωθεί εντός ενός μηνός από την παραλαβή του υπομνήματος που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής, ο οργανισμός αποφασίζει αμέσως κατά πόσον θα αναστείλει την εφαρμογή της απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 2 δεύτερη φράση και παραπέμπει την προσφυγή στο τμήμα προσφυγών.

Άρθρο 39

Εξέταση των προσφυγών

1. Εφόσον η προσφυγή είναι παραδεκτή, το τμήμα προσφυγών εξετάζει αν είναι βάσιμη.

2. Κατά την εξέταση της προσφυγής το τμήμα προσφυγών ενεργεί ταχέως. Καλεί τους διαδίκους, όποτε είναι αναγκαίο, να υποβάλουν, εντός καθορισμένης προθεσμίας, παρατηρήσεις επί των κοινοποιήσεων που τους έχει απευθύνει ή επί των ανακοινώσεων που προέρχονται από τους λοιπούς διαδίκους. Οι διάδικοι στη διαδικασία προσφυγής μπορούν να ακούγονται προφορικά.

Άρθρο 40

Αποφάσεις επί της προσφυγής

Το τμήμα προσφυγών μπορεί να ασκεί τις εξουσίες που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του οργανισμού ή να αναπέμπει την υπόθεση στο αρμόδιο τμήμα του οργανισμού, το οποίο δεσμεύεται από την απόφαση του τμήματος προσφυγών.

Άρθρο 41

Προσφυγές στο Δικαστήριο

1. Μπορεί να ασκείται προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου κατά των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών, υπό τις συνθήκες και προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 230 της συνθήκης.

2. Εάν ο οργανισμός δεν λάβει απόφαση, μπορεί να κινηθεί διαδικασία επί παραλείψει ενώπιον του Δικαστηρίου, υπό τις συνθήκες και προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 232 της συνθήκης.

3. Ο οργανισμός υποχρεούται να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Άρθρο 42

Απευθείας προσφυγή

Τα κράτη μέλη και τα όργανα της Κοινότητας μπορούν να καταθέτουν απευθείας προσφυγή στο Δικαστήριο κατά αποφάσεων του οργανισμού.

ΤΜΗΜΑ III

ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Άρθρο 43

Διαδικασίες για την κατάρτιση γνωμών, προδιαγραφών πιστοποίησης και υλικού καθοδήγησης

1. Το συντομότερο δυνατόν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει διαφανείς διαδικασίες για την κατάρτιση γνωμών, προδιαγραφών πιστοποίησης και υλικού καθοδήγησης, όπως αναφέρονται στο άρθρο 13 στοιχεία α) και β).

Στις διαδικασίες αυτές:

α) χρησιμοποιείται η εμπειρογνωμοσύνη που διαθέτουν οι ρυθμιστικές αρχές πολιτικής αεροπορίας των κρατών μελών·

β) συμμετέχουν, όποτε απαιτείται, κατάλληλοι εμπειρογνώμονες από σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη·

γ) εξασφαλίζεται ότι ο οργανισμός δημοσιεύει έγγραφα και διαβουλεύεται ευρέως με τους ενδιαφερομένους, σύμφωνα με χρονοδιάγραμμα και διαδικασία όπου περιλαμβάνεται υποχρέωση του οργανισμού να απαντά εγγράφως στη διαδικασία διαβούλευσης.

2. Όταν ο οργανισμός καταρτίζει, σύμφωνα με το άρθρο 14, γνώμες, προδιαγραφές πιστοποίησης και υλικό καθοδήγησης προς εφαρμογή από τα κράτη μέλη, θεσπίζει διαδικασία για τη διαβούλευση με τα κράτη μέλη. Προς το σκοπό αυτόν, μπορεί να συγκροτεί ομάδα εργασίας στην οποία κάθε κράτος μέλος έχει δικαίωμα να ορίζει έναν εμπειρογνώμονα.

3. Τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 13 στοιχεία α) και β), και οι διαδικασίες που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, δημοσιεύονται σε επίσημη έκδοση του οργανισμού.

4. Θεσπίζονται ειδικές διαδικασίες για την ανάληψη άμεσης δράσης εκ μέρους του οργανισμού, προκειμένου να αντιμετωπίζεται ένα πρόβλημα ασφάλειας και να ενημερώνονται τα ενδιαφερόμενα μέρη ως προς τα μέτρα που πρέπει να λάβουν.

Άρθρο 44

Διαδικασίες λήψης αποφάσεων

1. Το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει διαφανείς διαδικασίες για τη λήψη ατομικών αποφάσεων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 13 στοιχείο γ).

Οι διαδικασίες αυτές:

α) εξασφαλίζουν την ακρόαση του φυσικού ή νομικού προσώπου στο οποίο απευθύνεται η απόφαση, καθώς και οποιουδήποτε άλλου προσώπου το οποίο αφορά άμεσα και ατομικά·

β) προβλέπουν την κοινοποίηση μιας απόφασης σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο και τη δημοσίευσή της·

γ) εξασφαλίζουν την ενημέρωση του φυσικού ή νομικού προσώπου στο οποίο απευθύνεται μια απόφαση καθώς και οποιοδήποτε άλλου μέρους ενεχομένου στη διαδικασία για τα ένδικα μέσα που έχει στη διάθεσή του το εν λόγω πρόσωπο στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού·

δ) εξασφαλίζουν ότι η απόφαση είναι αιτιολογημένη.

2. Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει επίσης διαδικασίες που καθορίζουν τους όρους υπό τους οποίους κοινοποιούνται οι αποφάσεις, λαμβάνοντας παράλληλα δεόντως υπόψη τη διαδικασία προσφυγής.

3. Θεσπίζονται ειδικές διαδικασίες για την ανάληψη άμεσης δράσης εκ μέρους του οργανισμού προκειμένου να αντιμετωπιστεί ένα πρόβλημα ασφάλειας και να ενημερωθούν τα ενδιαφερόμενα μέρη ως προς τα μέτρα που πρέπει να λάβουν.

Άρθρο 45

Επιθεωρήσεις των κρατών μελών

1. Με την επιφύλαξη των εκτελεστικών εξουσιών που παρέχει η συνθήκη στην Επιτροπή, ο οργανισμός επικουρεί την Επιτροπή στον έλεγχο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και των εκτελεστικών κανόνων του, με τη διεξαγωγή επιθεωρήσεων τυποποίησης στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, όπως ορίζεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1.

2. Οι υπάλληλοι του οργανισμού που έχουν εξουσιοδοτηθεί για τη διενέργεια αυτών των επιθεωρήσεων ασκούν τις εξουσίες τους επιδεικνύοντας έγγραφη εξουσιοδότηση που ορίζει το αντικείμενο και το σκοπό της επιθεώρησης, καθώς και την προγραμματισμένη ημερομηνία έναρξής της. Εγκαίρως πριν από την επιθεώρηση, ο οργανισμός ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος για την επιθεώρηση και για την ταυτότητα των εξουσιοδοτημένων υπαλλήλων.

3. Το οικείο κράτος μέλος συγκατατίθεται να υποβληθεί σε αυτές τις επιθεωρήσεις και εξασφαλίζει ότι οι ενεχόμενοι φορείς ή πρόσωπα συγκατατίθενται επίσης να υποβληθούν σε επιθεωρήσεις.

4. Όταν, για μια επιθεώρηση που διενεργείται υπό τους όρους του παρόντος άρθρου, απαιτείται επιθεώρηση μιας επιχείρησης ή ένωσης επιχειρήσεων, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 46. Όταν μια επιχείρηση αντιτίθεται σε αυτή την επιθεώρηση, το οικείο κράτος μέλος παρέχει την απαραίτητη βοήθεια στους εξουσιοδοτημένους από τον οργανισμό υπαλλήλους, ώστε να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν την επιθεώρησή τους.

5. Οι εκθέσεις που καταρτίζονται κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου διατίθενται στην επίσημη γλώσσα ή γλώσσες του κράτους μέλους, όπου διενεργήθηκε η επιθεώρηση.

Άρθρο 46

Έρευνα επιχειρήσεων

1. Για την εφαρμογή του άρθρου 15, ο οργανισμός μπορεί να διενεργεί ο ίδιος ή αναθέτει στις εθνικές αεροπορικές αρχές ή σε ειδικευμένους φορείς να διενεργούν όλες τις απαραίτητες έρευνες επιχειρήσεων. Οι έρευνες διεξάγονται τηρουμένων των νομικών διατάξεων των κρατών μελών όπου πρόκειται να λάβουν χώρα. Για το σκοπό αυτό, τα εξουσιοδοτημένα δυνάμει του παρόντος κανονισμού πρόσωπα μπορούν:

α) να εξετάζουν τα σχετικά αρχεία, δεδομένα, διαδικασίες και κάθε άλλο υλικό που αφορά την εκτέλεση των καθηκόντων του οργανισμού·

β) να λαμβάνουν αντίγραφα ή αποσπάσματα από αυτά τα αρχεία, τα δεδομένα, τις διαδικασίες και το λοιπό υλικό·

γ) να ζητούν επιτόπου προφορικές εξηγήσεις·

δ) να έχουν πρόσβαση σε όλες τις σχετικές εγκαταστάσεις, χώρους και μεταφορικά μέσα των επιχειρήσεων.

2. Τα πρόσωπα που έχουν εξουσιοδοτηθεί για τη διενέργεια αυτών των ερευνών ασκούν τις εξουσίες τους επιδεικνύοντας έγγραφη εξουσιοδότηση που ορίζει το αντικείμενο και το σκοπό της έρευνας.

3. Εγκαίρως πριν από την έρευνα, ο οργανισμός ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να πραγματοποιηθεί η έρευνα, για την έρευνα και για την ταυτότητα των εξουσιοδοτημένων προσώπων. Υπάλληλοι του οικείου κράτους μέλους επικουρούν, κατόπιν αιτήματος του οργανισμού, τα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 47

Διαφάνεια και επικοινωνία

1. Κατά τη διεκπεραίωση αιτήσεων πρόσβασης σε έγγραφα που κατέχει, ο οργανισμός υπόκειται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

2. Ο οργανισμός μπορεί να προβαίνει εξ ιδίας πρωτοβουλίας σε ανακοινώσεις σε τομείς που εμπίπτουν στη σφαίρα των καθηκόντων του. Εξασφαλίζει ιδίως ότι, επιπλέον της δημοσίευσης που προβλέπεται στο άρθρο 43 παράγραφος 3, το κοινό και κάθε ενδιαφερόμενος λαμβάνει γρήγορα αντικειμενικές, αξιόπιστες και κατανοητές πληροφορίες σχετικά με το έργο του οργανισμού.

3. Οι πρακτικές ρυθμίσεις για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 καθορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο.

4. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δικαιούται να απευθύνεται εγγράφως στον οργανισμό σε οποιαδήποτε από τις γλώσσες που μνημονεύονται στο άρθρο 314 της συνθήκης, και να λαμβάνει απάντηση στην ίδια γλώσσα.

ΤΜΗΜΑ IV

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Άρθρο 48

Προϋπολογισμός

1. Τα έσοδα του οργανισμού συνίστανται:

α) σε εισφορά της Κοινότητας και κάθε ευρωπαϊκής τρίτης χώρας με την οποία η Κοινότητα έχει συνάψει τις συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 55·

β) στα τέλη που καταβάλλουν οι αιτούντες και οι κάτοχοι πιστοποιητικών και εγκρίσεων που εκδίδει ο οργανισμός και

γ) στα δικαιώματα για τις δημοσιεύσεις, την κατάρτιση και κάθε άλλη υπηρεσία που παρέχει ο οργανισμός.

2. Οι δαπάνες του οργανισμού περιλαμβάνουν τις δαπάνες για το προσωπικό, τις διοικητικές δαπάνες, καθώς και τις δαπάνες υποδομής και λειτουργίας.

3. Ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει μια κατάσταση προβλεπόμενων εσόδων και εξόδων του οργανισμού για το επόμενο οικονομικό έτος και την υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο, μαζί με ένα οργανόγραμμα.

4. Τα έσοδα και οι δαπάνες πρέπει να ισοσκελίζονται.

5. Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει, το αργότερο ως τις 31 Μαρτίου, το σχέδιο προβλέψεων, όπου συμπεριλαμβάνεται το σχέδιο προσωρινής εγκατάστασης μαζί με το προκαταρκτικό πρόγραμμα εργασιών, και το διαβιβάζει στην Επιτροπή και στα κράτη με τα οποία η Κοινότητα έχει συνάψει τις συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 55.

Βάσει του σχεδίου προϋπολογισμού η Επιτροπή καθορίζει τις σχετικές προβλέψεις στο προσχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που υποβάλλεται στο Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 272 της συνθήκης. Το πεδίο εφαρμογής των εγκεκριμένων δημοσιονομικών προοπτικών της Κοινότητας για τα επόμενα έτη πρέπει τα τηρείται.

Τα κράτη που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, αφού λάβουν το σχέδιο προϋπολογισμού, καταρτίζουν το δικό τους προσχέδιο προϋπολογισμού.

6. Μετά την έγκριση του γενικού προϋπολογισμού από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει τον οριστικό προϋπολογισμό του οργανισμού και το πρόγραμμα των εργασιών του, προσαρμόζοντάς τα, εφόσον απαιτείται, στην κοινοτική εισφορά, και τα διαβιβάζει αμελλητί στην Επιτροπή και στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

7. Για κάθε τροποποίηση του προϋπολογισμού, συμπεριλαμβανομένου του οργανογράμματος, ακολουθείται η διαδικασία της παραγράφου 5.

Άρθρο 49

Εκτέλεση και έλεγχος του προϋπολογισμού

1. Ο προϋπολογισμός του οργανισμού εκτελείται από τον εκτελεστικό διευθυντή.

2. Ο έλεγχος της ανάληψης υποχρεώσεων και της πληρωμής όλων των δαπανών καθώς και ο έλεγχος της βεβαίωσης και της είσπραξης όλων των εσόδων του οργανισμού ασκούνται από τον δημοσιονομικό ελεγκτή της Επιτροπής.

3. Το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει στην Επιτροπή, το διοικητικό συμβούλιο και το Ελεγκτικό Συνέδριο τους λεπτομερείς λογαριασμούς όλων των εσόδων και δαπανών του προηγούμενου οικονομικού έτους.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο εξετάζει αυτούς τους λογαριασμούς σύμφωνα με το άρθρο 248 της συνθήκης και δημοσιεύει κάθε χρόνο έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες του οργανισμού.

4. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατόπιν συστάσεως του Συμβουλίου, χορηγεί στον εκτελεστικό διευθυντή του οργανισμού απαλλαγή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

Άρθρο 50

Καταπολέμηση της απάτης

1. Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πράξεων, εφαρμόζονται, χωρίς κανένα περιορισμό, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)(8).

2. Ο οργανισμός προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)(9) και θεσπίζει αμελλητί τις κατάλληλες διατάξεις, οι οποίες ισχύουν για όλους τους υπαλλήλους του οργανισμού.

3. Οι αποφάσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση, καθώς και οι συμφωνίες και τα μέσα εφαρμογής που απορρέουν από αυτές, προβλέπουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF μπορούν να διεξάγουν, εφόσον είναι αναγκαίο, επιτόπιους ελέγχους μεταξύ των αποδεκτών των πόρων του οργανισμού και των υπαλλήλων που είναι αρμόδιοι για τη διανομή τους.

Άρθρο 51

Αξιολόγηση

1. Εντός τριών ετών από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του οργανισμού, και κατόπιν ανά πενταετία, το διοικητικό συμβούλιο αναθέτει τη διεξαγωγή ανεξάρτητης εξωτερικής αξιολόγησης της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

2. Η αξιολόγηση εξετάζει πόσο αποτελεσματικά εκτελεί ο οργανισμός την αποστολή του. Αποτιμά επίσης τη συμβολή του παρόντος κανονισμού, του οργανισμού και των μεθόδων εργασίας του στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας. Η αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη τις γνώμες των ενδιαφερόμενων μερών, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο.

3. Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει τα πορίσματα της αξιολόγησης και εκδίδει συστάσεις σχετικά με αλλαγές στον παρόντα κανονισμό, στον οργανισμό και τις μεθόδους εργασίας του προς την Επιτροπή, η οποία μπορεί να τις διαβιβάζει προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, μαζί με τη δική της γνώμη και τις κατάλληλες προτάσεις. Εφόσον κρίνεται απαραίτητο, περιλαμβάνεται σε αυτές σχέδιο δράσης με χρονοδιάγραμμα. Τόσο τα πορίσματα της αξιολόγησης όσο και οι συστάσεις δημοσιοποιούνται.

Άρθρο 52

Δημοσιονομικές διατάξεις

Το διοικητικό συμβούλιο, αφού λάβει τη συγκατάθεση της Επιτροπής και τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου, θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό του οργανισμού, ο οποίος καθορίζει, μεταξύ άλλων, τη διαδικασία κατάρτισης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού του οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 142 του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 53

Κανονισμός περί τελών και δικαιωμάτων

1. Ο κανονισμός περί τελών και δικαιωμάτων εκδίδεται από την Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 3 και μετά από διαβούλευση με το διοικητικό συμβούλιο.

2. Ο κανονισμός περί τελών και δικαιωμάτων καθορίζει ιδίως τα θέματα για τα οποία οφείλονται τέλη και δικαιώματα δυνάμει του άρθρου 48 παράγραφος 1, το ύψος των τελών και δικαιωμάτων και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να καταβάλλονται.

3. Επιβάλλονται τέλη και δικαιώματα για:

α) την έκδοση και την ανανέωση πιστοποιητικών, καθώς και για τα σχετικά καθήκοντα συνεχούς επιτήρησης·

β) την παροχή υπηρεσιών, οπότε οφείλουν να αντικατοπτρίζουν το πραγματικό κόστος της συγκεκριμένης παρεχόμενης υπηρεσίας·

γ) τη διαδικασία προσφυγής.

Όλα τα τέλη και δικαιώματα εκφράζονται και καταβάλλονται σε ευρώ.

4. Τα τέλη και τα δικαιώματα πρέπει να καθορίζονται σε επίπεδο που να διασφαλίζει ότι τα σχετικά έσοδα επαρκούν κατ' αρχήν για την κάλυψη του συνολικού κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Η εισφορά που αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 1 μπορεί να καλύπτει, για μεταβατική περίοδο που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου του τέταρτου έτους μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, τις δαπάνες για το αρχικό στάδιο λειτουργίας του οργανισμού. Η περίοδος αυτή είναι δυνατόν να παραταθεί, εν ανάγκη, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 54 παράγραφος 3, αλλά όχι για περισσότερο από ένα έτος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 54

Επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένου του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

3. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένου του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, καθορίζεται σε ένα μήνα.

4. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Πριν λάβει την απόφασή της, η Επιτροπή συμβουλεύεται την επιτροπή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 6 στοιχείο β) της απόφασης 1999/468/ΕΚ, καθορίζεται σε τρεις μήνες.

Όταν η απόφαση της Επιτροπής φέρεται ενώπιον του Συμβουλίου από κράτος μέλος, το Συμβούλιο, ενεργώντας με ειδική πλειοψηφία, μπορεί να λάβει διαφορετική απόφαση εντός τριμήνου.

5. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 55

Συμμετοχή ευρωπαϊκών τρίτων χωρών

Στον οργανισμό μπορούν να συμμετέχουν οι ευρωπαϊκές τρίτες χώρες οι οποίες είναι συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης του Σικάγου και οι οποίες έχουν συνάψει συμφωνίες με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα στο πλαίσιο των οποίων έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν το κοινοτικό δίκαιο στο πεδίο που καλύπτει ο παρών κανονισμός και οι εκτελεστικοί κανόνες του.

Βάσει των σχετικών διατάξεων αυτών των συμφωνιών, θεσπίζονται ρυθμίσεις που καθορίζουν, μεταξύ άλλων, τη φύση και τον βαθμό καθώς και τους λεπτομερείς κανόνες συμμετοχής αυτών των χωρών στις εργασίες του οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων σχετικά με τις οικονομικές εισφορές και το προσωπικό.

Άρθρο 56

Έναρξη λειτουργίας του οργανισμού

1. Ο οργανισμός αναλαμβάνει τα καθήκοντα πιστοποίησης που του ανατίθενται σύμφωνα με το άρθρο 15 από τις [...](10). Μέχρι την ημερομηνία αυτή, τα κράτη μέλη εξακολουθούν να εφαρμόζουν τους ισχύοντες νόμους και κανονισμούς.

2. Κατά τη διάρκεια πρόσθετης μεταβατικής περιόδου πέντε ετών, από την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίσουν την έκδοση πιστοποιητικών και εγκρίσεων κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις των άρθρων 5, 6, 9 και 15, υπό τους όρους που ορίζει η Επιτροπή στους εκτελεστικούς κανόνες που θεσπίζει για την εφαρμογή τους. Όταν τα κράτη μέλη εκδίδουν, εν προκειμένω, πιστοποιητικά βάσει πιστοποιητικών εκδοθέντων από τρίτες χώρες, στους εκτελεστικούς κανόνες της Επιτροπής λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι αρχές που τίθενται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ).

3. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του άρθρου 43 και μέχρις ότου θεσπιστούν οι βασικές απαιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 7, η άσκηση των αντίστοιχων καθηκόντων από τον οργανισμό μπορεί να υπόκειται σε διαδικασίες εργασίας που έχουν συμφωνηθεί με το σύνδεσμο αρχών πολιτικής αεροπορίας.

Άρθρο 57

Κατάργηση

1. Η οδηγία 80/51/ΕΟΚ και το παράρτημα II του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3922/91 καταργούνται από τις [...](11).

2. Οι διατάξεις του άρθρου 8 εφαρμόζονται στα προϊόντα, τα εξαρτήματα, τον εξοπλισμό, τους φορείς και τα πρόσωπα που έχουν πιστοποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 58

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Τα άρθρα 5 και 6 εφαρμόζονται από τις ημερομηνίες που αναφέρονται στους εκτελεστικούς κανόνες.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

...,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Η Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

(1) ΕΕ C 154 Ε της 29.5.2001, σ. 1.

(2) ΕΕ C 221 της 7.8.2001, σ. 38.

(3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Σεπτεμβρίου 2001 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 2001 και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της ... (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4) ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.

(5) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(6) ΕΕ L 18 της 24.1.1980, σ. 26· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 83/206/ΕΟΚ (ΕΕ L 117 της 4.5.1983, σ. 15).

(7) ΕΕ L 373 της 31.12.1991, σ. 4· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2871/2000 (ΕΕ L 333 της 29.12.2000, σ. 47).

(8) ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1.

(9) ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 15.

(10) Δώδεκα μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(11) Ένα έτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΑΞΙΟΠΛΟΪΑΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 5

1. Ακεραιότητα προϊόντος

Η ακεραιότητα του προϊόντος πρέπει να εξασφαλίζεται για το σύνολο των προβλεπόμενων συνθηκών πτήσης για την επιχειρησιακή ζωή του αεροσκάφους. Η συμμόρφωση με όλες τις απαιτήσεις πρέπει να καταδεικνύεται με εκτιμήσεις ή αναλύσεις, επιβεβαιωνόμενες, όπου χρειάζεται, με δοκιμές.

1.α. Δομικά στοιχεία και υλικά

Πρέπει να εξασφαλίζεται η ακεραιότητα της δομής για το σύνολο, και επαρκώς πέραν αυτού, του επιχειρησιακού φακέλου πτήσης του αεροσκάφους, συμπεριλαμβανομένου του προωστικού του συστήματος, και η διατήρησή της για ολόκληρη την επιχειρησιακή ζωή του.

1.α.1. Όλα τα μέρη του αεροσκάφους, τυχόν αστοχία των οποίων μπορεί να μειώσει τη δομική ακεραιότητα, πρέπει να συμμορφούνται προς τους ακόλουθους όρους χωρίς βλαπτική παραμόρφωση ή αστοχία. Περιλαμβάνονται όλα τα τμήματα αξιόλογης μάζας, καθώς και τα μέσα συγκράτησής τους.

1.α.1.α. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι συνδυασμοί φορτίου που ευλόγως αναμένεται να προκύψουν εντός των βαρών, του εύρους του κέντρου βάρους, του επιχειρησιακού φακέλου πτήσης και της ζωής ενός αεροσκάφους. Αυτό περιλαμβάνει φορτία που οφείλονται σε ριπές ανέμου, ελιγμούς, συμπίεση, κινητές επιφάνειες, συστήματα ελέγχου και πρόωσης τόσο εν πτήσει όσο και στο έδαφος.

1.α.1.β. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα φορτία και οι πιθανές αστοχίες που οφείλονται σε αναγκαστικές προσγειώσεις ή προσθαλασσώσεις.

1.α.1.γ. Τα δυναμικά φαινόμενα πρέπει να καλύπτονται στη δομική ανταπόκριση προς αυτά τα φορτία.

1.α.2. Το αεροσκάφος δεν πρέπει να πάσχει από αεροελαστική αστάθεια και υπερβολικούς κραδασμούς.

1.α.3. Η κατασκευή, οι διαδικασίες και τα υλικά που χρησιμοποιούνται για τη συναρμολόγηση του αεροσκάφους πρέπει να καταλήγουν σε γνωστές και αναπαραγώγιμες δομικές ιδιότητες. Οποιαδήποτε αλλαγή των επιδόσεων που αφορά το επιχειρησιακό περιβάλλον πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.

1.α.4. Τα αποτελέσματα της κυκλικής φόρτωσης, η περιβαλλοντική υποβάθμιση, οι φθορές από τυχαίες και διακριτές πηγές και άλλες ευλόγως πιθανές αστοχίες δεν πρέπει να περιορίζουν τη δομική ακεραιότητα κάτω από ένα αποδεκτό επίπεδο υπολειπόμενης ισχύος. Πρέπει να κοινοποιούνται σχετικά όλες οι εν προκειμένω απαραίτητες οδηγίες για τη διασφάλιση της διαρκούς αξιοπλοΐας.

1.β. Πρόωση

Η ακεραιότητα του προωστικού συστήματος (δηλαδή του κινητήρα και, αν υπάρχουν, των ελίκων) πρέπει να αποδεικνύεται σε ολόκληρο τον επιχειρησιακό φάκελό του και αρκετά πέραν αυτού και να διατηρείται για το σύνολο της επιχειρησιακής ζωής του προωστικού συστήματος.

1.β.1. Το προωστικό σύστημα πρέπει να παράγει, εντός των ορίων των προδιαγραφών του, την ώση ή ισχύ που του ζητείται υπό όλες τις απαιτούμενες συνθήκες πτήσης, λαμβάνοντας υπόψη τις περιβαλλοντικές συνέπειες και συνθήκες.

1.β.2. Η διαδικασία κατασκευής και τα υλικά που χρησιμοποιούνται για τη συναρμολόγηση του προωστικού συστήματος πρέπει να οδηγούν σε γνωστή και αναπαραγώγιμη δομική συμπεριφορά. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οποιεσδήποτε αλλαγές στις επιδόσεις των υλικών που αφορούν το επιχειρησιακό περιβάλλον.

1.β.3. Τα αποτελέσματα της κυκλικής φόρτωσης, η περιβαλλοντική και η επιχειρησιακή υποβάθμιση και οι ενδεχόμενες επακόλουθες αστοχίες εξαρτημάτων δεν πρέπει να μειώνουν την ακεραιότητα του προωστικού συστήματος κάτω από τα αποδεκτά επίπεδα. Πρέπει να κοινοποιούνται σχετικά όλες οι απαραίτητες οδηγίες για τη διασφάλιση της διαρκούς αξιοπλοΐας.

1.β.4. Πρέπει να κοινοποιούνται όλες οι απαραίτητες οδηγίες, πληροφορίες και προδιαγραφές για την ασφαλή και ορθή διασύνδεση μεταξύ του προωστικού συστήματος και του αεροσκάφους.

1.γ. Συστήματα και εξοπλισμός

1.γ.1. Το αεροσκάφος δεν πρέπει να περιλαμβάνει σχεδιαστικά στοιχεία ή λεπτομέρειες που η πείρα έχει αποδείξει ότι είναι επικίνδυνα ή αναξιόπιστα.

1.γ.2. Το αεροσκάφος, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων, των εξαρτημάτων και του εξοπλισμού του που απαιτούνται για την πιστοποίηση τύπου, ή από τους επιχειρησιακούς κανόνες, πρέπει να λειτουργεί όπως προβλέπεται υπό οποιεσδήποτε προβλεπτές επιχειρησιακές συνθήκες σε όλο το φάσμα και επαρκώς πέραν του επιχειρησιακού φακέλου πτήσης του αεροσκάφους, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το επιχειρησιακό περιβάλλον του συστήματος, εξαρτήματος ή εξοπλισμού. Τα λοιπά συστήματα, εξαρτήματα και εξοπλισμός που δεν απαιτούνται για την πιστοποίηση τύπου, ή από τους επιχειρησιακούς κανόνες, είτε λειτουργούν ορθά ή όχι, δεν πρέπει να περιορίζουν την ασφάλεια, ούτε να επηρεάζουν αρνητικά την ορθή λειτουργία των υπόλοιπων συστημάτων, εξαρτημάτων ή εξοπλισμού. Η χρήση των συστημάτων, εξαρτημάτων και εξοπλισμού πρέπει να είναι δυνατή χωρίς ασυνήθιστη επιδεξιότητα ή δύναμη.

1.γ.3. Τα συστήματα, τα εξαρτήματα και ο εξοπλισμός του αεροσκάφους, εξεταζόμενα μεμονωμένα και σε συνδυασμό μεταξύ τους, πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε από μια και μόνη αστοχία, (η οποία δεν έχει αποδειχθεί τελείως απίθανη), να μην προκύπτουν προϋποθέσεις καταστροφικής αστοχίας, πρέπει δε να υφίσταται αντίστροφη σχέση μεταξύ της πιθανότητας συνθηκών αστοχίας και της σοβαρότητας των συνεπειών της στο αεροσκάφος και τους επιβαίνοντες αυτού. Σε σχέση με το παραπάνω κριτήριο της μιας και μόνης αστοχίας, πρέπει να γίνεται δεκτό ότι πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη το μέγεθος και ο βασικός διασχηματισμός του αεροσκάφους, και ότι αυτά μπορούν να οδηγούν στη μη τήρηση του κριτηρίου της μιας και μόνης αστοχίας για ορισμένα μέρη και συστήματα ελικοπτέρων και μικρών αεροπλάνων.

1.γ.4. Πρέπει να παρέχονται, κατά περίπτωση, στο πλήρωμα ή το προσωπικό συντήρησης οι πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την ασφαλή διεξαγωγή της πτήσης, καθώς και πληροφορίες για ανασφαλείς συνθήκες, με σαφή, συνεπή και μη διφορούμενο τρόπο. Τα συστήματα, ο εξοπλισμός και τα χειριστήρια, συμπεριλαμβανομένων των ενδείξεων και των αγγελιών, πρέπει να σχεδιάζονται και να τοποθετούνται κατά τρόπο ώστε να ελαχιστοποιούνται τα σφάλματα που μπορούν να οδηγήσουν στην πρόκληση κινδύνων.

1.γ.5. Πρέπει να λαμβάνονται προφυλάξεις κατά το σχεδιασμό για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων για το αεροσκάφος και τους επιβαίνοντες από ευλόγως πιθανές απειλές, τόσο από ενδογενείς όσο και από εξωγενείς προς το αεροσκάφος αιτίες, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας από την πιθανότητα σημαντικής αστοχίας ή δυσλειτουργίας οποιουδήποτε εξοπλισμού του αεροσκάφους.

1.δ. Διαρκής αξιοπλοΐα

1.δ.1. Πρέπει να καταρτίζονται οδηγίες διαρκούς αξιοπλοΐας για να εξασφαλίζεται ότι το επίπεδο αξιοπλοΐας του πιστοποιητικού τύπου του αεροσκάφους διατηρείται καθόλη τη διάρκεια ζωής του αεροσκάφους.

1.δ.2. Πρέπει να παρέχονται μέσα για τη διεξαγωγή επιθεωρήσεων, προσαρμογών, λίπανσης, αφαίρεσης ή αντικατάστασης εξαρτημάτων και εξοπλισμού, εφόσον απαιτούνται για τη διαρκή αξιοπλοΐα.

1.δ.3. Οι οδηγίες διαρκούς αξιοπλοΐας πρέπει να έχουν τη μορφή εγχειριδίου ή εγχειριδίων, ανάλογα με την ποσότητα των παρασχετέων στοιχείων. Τα εγχειρίδια πρέπει να καλύπτουν τις οδηγίες συντήρησης και επισκευής, πληροφορίες για την τακτική συντήρηση, διαδικασίες εντοπισμού προβλημάτων και επιθεώρησης, σε μορφή που να επιτρέπει εύχρηστη διάταξη.

1.δ.4. Οι οδηγίες διαρκούς αξιοπλοΐας πρέπει να περιέχουν περιορισμούς αξιοπλοΐας όπου να δίνονται όλοι οι χρόνοι υποχρεωτικής αντικατάστασης, τα διαστήματα επιθεώρησης και οι συναφείς διαδικασίες επιθεώρησης.

2. Πτυχές αξιοπλοΐας της λειτουργίας αεροσκάφους ή προϊόντος

2.α. Πρέπει να αποδεικνύεται ότι έχουν εξεταστεί τα κατωτέρω για τη διασφάλιση ικανοποιητικού επιπέδου ασφάλειας για τους επιβαίνοντες καθώς και για τα άτομα στο έδαφος κατά τη λειτουργία του προϊόντος:

2.α.1. Πρέπει να καθορίζονται οι τρόποι λειτουργίας για τους οποίους έχει λάβει έγκριση το αεροσκάφος, καθώς και οι περιορισμοί και οι πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την ασφαλή λειτουργία, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών περιορισμών και επιδόσεων.

2.α.2. Το αεροσκάφος πρέπει να μπορεί να ελέγχεται και να ελίσσεται με ασφάλεια υπό όλες τις προσδοκώμενες επιχειρησιακές συνθήκες, ακόμα και μετά από αστοχία ενός ή, ενδεχομένως, περισσότερων προωστικών συστημάτων. Πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη η δύναμη των πιλότων, το περιβάλλον του θαλάμου διακυβέρνησης, ο φόρτος εργασίας των πιλότων και ο ανθρώπινος παράγοντας και η φάση της πτήσης και η διάρκειά της.

2.α.3. Πρέπει να είναι δυνατή η ομαλή μετάβαση από τη μία φάση της πτήσης στην άλλη χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη κυβερνητική επιδεξιότητα, αυτοσυγκέντρωση, δύναμη ή φόρτος εργασίας υπό οποιεσδήποτε πιθανές επιχειρησιακές συνθήκες.

2.α.4. Το αεροσκάφος πρέπει να παρουσιάζει σταθερότητα σε βαθμό που να εξασφαλίζει ότι οι απαιτήσεις από τον κυβερνήτη δεν είναι υπερβολικές λαμβάνοντας υπόψη τη φάση της πτήσης και τη διάρκειά της.

2.α.5. Πρέπει να θεσπίζονται διαδικασίες για τις κανονικές ενέργειες, την αστοχία και τις καταστάσεις επείγουσας ανάγκης.

2.α.6. Πρέπει να εγκαθίστανται προειδοποιητικά ή άλλα αποτρεπτικά συστήματα, ανάλογα με τον τύπο, για την πρόληψη της υπέρβασης του κανονικού φακέλου πτήσης.

2.α.7. Τα χαρακτηριστικά του αεροσκάφους και των συστημάτων του πρέπει να επιτρέπουν την ασφαλή επάνοδό του από τις ακραίες καταστάσεις του φακέλου πτήσης που μπορεί να συναντήσει το αεροσκάφος.

2.β. Οι επιχειρησιακοί περιορισμοί και οι λοιπές πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την ασφαλή λειτουργία πρέπει να παρέχονται στο πλήρωμα με οδηγίες χρήσης, εγχειρίδια, σήματα και πινακίδες ανάλογα με την περίπτωση.

2.γ. Η λειτουργία των προϊόντων πρέπει να προστατεύεται από κινδύνους που προκύπτουν από δυσμενείς εξωτερικές και εσωτερικές συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών συνθηκών.

2.γ.1. Ιδιαίτερα, δεν πρέπει να προκύπτουν ανασφαλείς συνθήκες από έκθεση σε φαινόμενα όπως (αλλά όχι μόνο) δυσμενείς καιρικές συνθήκες, αστραπές, πρόσκρουση πτηνών, πεδία ακτινοβολίας υψηλής συχνότητας, όζον κ.λπ.

2.γ.2. Τα διαμερίσματα των επιβατών πρέπει να εξασφαλίζουν στους επιβάτες κατάλληλες συνθήκες μεταφοράς και επαρκή προστασία από κάθε αναμενόμενο κίνδυνο που προκύπτει από τους χειρισμούς της πτήσης ή τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως πυρκαϊά, καπνό, τοξικά αέρια και κινδύνους ταχείας αποσυμπίεσης. Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα ώστε να παρέχεται στους επιβαίνοντες κάθε εύλογη πιθανότητα αποφυγής σοβαρού τραυματισμού και ταχείας εγκατάλειψης του αεροσκάφους καθώς και προστασία από τα αποτελέσματα των δυνάμεων επιβράδυνσης σε περίπτωση αναγκαστικής προσγείωσης ή προσθαλάσσωσης. Πρέπει να παρέχονται σαφή και μη διφορούμενα σήματα ή αγγελίες, ανάλογα με την περίπτωση, για να ενημερώνονται οι επιβαίνοντες για την κατάλληλη συμπεριφορά ασφαλείας και τη θέση και την ορθή χρήση του εξοπλισμού ασφαλείας. Ο απαιτούμενος εξοπλισμός ασφαλείας πρέπει να είναι άμεσα προσιτός.

2.γ.3. Τα διαμερίσματα του πληρώματος πρέπει να είναι διαρρυθμισμένα κατά τρόπον ώστε να διευκολύνονται οι χειρισμοί της πτήσης, με μέσα που να επιτρέπουν επίγνωση των καταστάσεων, καθώς και η αντιμετώπιση κάθε αναμενόμενης κατάστασης και κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Το περιβάλλον των διαμερισμάτων του πληρώματος δεν πρέπει να θέτει σε κίνδυνο την ικανότητα του πληρώματος να εκτελεί τα καθήκοντά του, και ο σχεδιασμός του πρέπει να είναι τέτοιος ώστε να μην προκαλεί περισπασμούς κατά τη λειτουργία ούτε να επιτρέπει την κακή χρήση των οργάνων ελέγχου.

3. Φορείς, συμπεριλαμβανομένων φυσικών προσώπων που επιδίδονται σε δραστηριότητες σχεδιασμού, κατασκευής ή συντήρησης

3.α. Οι εγκρίσεις φορέων εκδίδονται εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

3.α.1. Ο φορέας πρέπει να διαθέτει όλα τα απαραίτητα μέσα για το εύρος των εργασιών του. Τα μέσα αυτά περιλαμβάνουν, χωρίς η απαρίθμηση να είναι εξαντλητική, εγκαταστάσεις, προσωπικό, εξοπλισμό, εργαλεία και υλικά, τεκμηρίωση εκτελεστέων εργασιών, ευθυνών και διαδικασιών, πρόσβαση σε δεδομένα με σημασία και καταγραφή στοιχείων.

3.α.2. Ο φορέας πρέπει να εφαρμόζει και να διατηρεί σύστημα διαχείρισης για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις παρούσες βασικές απαιτήσεις αξιοπλοΐας, και να επιδιώκει τη συνεχή βελτίωση του συστήματος αυτού.

3.α.3. Ο φορέας πρέπει να καθορίζει διακανονισμούς με άλλους οικείους φορείς, εφόσον απαιτείται, για τη διασφάλιση της διαρκούς συμμόρφωσης προς τις παρούσες βασικές απαιτήσεις αξιοπλοΐας.

3.α.4. Ο φορέας πρέπει να εφαρμόζει σύστημα αναφοράς και/ή χειρισμού συμβάντων, που εξαρτάται από το σύστημα διαχείρισης του σημείου 3.α.2. και τους διακανονισμούς του σημείου 3.α.3. προκειμένου να συμβάλλει στο στόχο της διαρκούς βελτίωσης της ασφάλειας των προϊόντων.

3.β. Οι προϋποθέσεις των σημείων 3.α.3 και 3.α.4 δεν ισχύουν για τους φορείς κατάρτισης συντήρησης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΑΕΡΟΣΚΑΦΟΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 4 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Τα αεροσκάφη στα οποία δεν εφαρμόζεται το άρθρο 4 παράγραφος 1 είναι τα αεροσκάφη για τα οποία δεν έχει εκδοθεί πιστοποιητικό τύπου ή πιστοποιητικό αξιοπλοΐας βάσει του παρόντος κανονισμού και των εκτελεστικών κανόνων του, και τα οποία υπάγονται σε μία από τις παρακάτω κατηγορίες:

α) αεροσκάφη με σαφή ιστορική σημασία, η οποία σχετίζεται με:

i) συμμετοχή σε αξιοσημείωτο ιστορικό συμβάν ή

ii) σημαντικό βήμα στην εξέλιξη της αεροπορίας ή

iii) σημαντικό ρόλο στις ένοπλες δυνάμεις ενός κράτους μέλους,

και τα οποία πληρούν ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω κριτήρια:

i) Είναι γνωστό ότι ο αρχικός σχεδιασμός του είναι άνω των 40 ετών·

ii) η παραγωγή του έπαυσε πριν από περισσότερα από 25 έτη·

iii) λιγότερα από 50 αεροσκάφη του ίδιου βασικού σχεδιασμού είναι ακόμη νηολογημένα στα κράτη μέλη·

β) αεροσκάφη τα οποία έχουν σχεδιαστεί ή τροποποιηθεί ειδικά για ερευνητικούς, πειραματικούς ή επιστημονικούς σκοπούς, και εάν είναι πιθανόν να παράγονται σε πολύ περιορισμένο αριθμό·

γ) αεροσκάφη των οποίων το 51 % τουλάχιστον έχει κατασκευαστεί από ερασιτέχνη ή μη κερδοσκοπικό σύλλογο ερασιτεχνών, για το δικό τους σκοπό και χωρίς εμπορικό στόχο·

δ) αεροσκάφη των οποίων ο αρχικός σχεδιασμός προοριζόταν μόνον για στρατιωτικούς σκοπούς·

ε) αεροπλάνα με το πολύ δύο θέσεις, του οποίου η ταχύτητα απώλειας στήριξης ή η κατώτατη ταχύτητα σταθερής πτήσης σε διαμόρφωση προσγείωσης δεν υπερβαίνει τους 35 κόμβους διορθωμένης ταχύτητας αέρος (CAS), και του οποίου η μέγιστη μάζα κατά την απογείωση (ΜΤΟΜ) δεν υπερβαίνει:

i) τα 300 kg για μονοθέσιο αεροσκάφος ξηράς ή

ii) τα 450 kg για διθέσιο αεροσκάφος ξηράς ή

iii) τα 330 kg για μονοθέσιο αμφίβιο αεροσκάφος ή υδροπλάνο ή

iv) τα 495 kg για διθέσιο αμφίβιο αεροσκάφος ή υδροπλάνο με πλωτήρες, υπό την προϋπόθεση ότι, όταν λειτουργεί ταυτόχρονα ως υδροπλάνο με πλωτήρες και ως αεροσκάφος ξηράς, δεν υπερβαίνει κανένα από τα όρια ΜΤΟΜ, ανάλογα με την περίπτωση·

στ) ανεμόπτερα με δομική μάζα μικρότερη των 80 kg για τα μονοθέσια και των 100 kg για τα διθέσια, συμπεριλαμβανομένων εκείνων τον οποίων η απογείωση γίνεται με τα πόδια·

ζ) αεροσκάφη χωρίς πλήρωμα με μάζα λειτουργίας κατώτερη των 150 kg·

η) κάθε άλλο αεροσκάφος του οποίου η ολική μάζα, χωρίς κυβερνήτη, δεν υπερβαίνει τα 70 kg.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

I. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στις 5 Δεκεμβρίου 2000, η Επιτροπή υπέβαλε στο Συμβούλιο την πρότασή της για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια των Αερομεταφορών(1). Η εν λόγω πρόταση, η οποία βασίζεται στο άρθρο 80 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ, εμπίπτει στη διαδικασία συναπόφασης που προβλέπεται στο άρθρο 251 της συνθήκης.

Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έδωσε τη γνώμη της στις 30 Μαΐου 2001(2).

Ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, η οποία όμως αποφάσισε να μην γνωμοδοτήσει σχετικά.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έδωσε τη γνώμη του στις 5 Σεπτεμβρίου 2001(3).

Στις 19 Δεκεμβρίου 2001, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή του θέση κατ' εφαρμογή του άρθρου 251 παράγραφος 2 της συνθήκης.

II. ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, οι συζητήσεις μεταξύ των μερών που ενδιαφέρονται για την ασφάλεια της αεροπορίας, ήτοι των παραγωγών αεροσκαφών, αφενός, και των αεροπορικών εταιρειών, αφετέρου, κατέδειξαν το ενδιαφέρον για την ύπαρξη αυστηρών μηχανισμών πιστοποίησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σε όλους τους τομείς που άπτονται της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας. Πράγματι, από τις συζητήσεις αυτές είχε προκύψει ότι ορισμένα καθήκοντα που επιτελούνται με επιτυχία σε εθνικό επίπεδο, θα μπορούσαν να καταστούν αποτελεσματικότερα σε ευρωπαϊκή κλίμακα.

Έχοντας ως στόχο να υπάρξει ανταπόκριση σε αυτές τις απαιτήσεις, η κατεύθυνση που δόθηκε, σε ένα πρώτο στάδιο, ήταν η διαπραγμάτευση μιας πανευρωπαϊκής σύμβασης για τη σύσταση μιας αρχής για την ασφάλεια των αερομεταφορών, ως διεθνούς οργανισμού.

Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των συζητήσεων διεφάνη ότι μια τέτοια κατεύθυνση ενείχε τον κίνδυνο να δημιουργήσει προβλήματα τόσο σε επίπεδο κρατών μελών όσο και σε επίπεδο Κοινότητας. Επρόκειτο κυρίως για τις διατάξεις με τις οποίες ανετίθετο στην αρχή η εξουσία να θεσπίζει κανόνες δεσμευτικούς για τα συμβαλλόμενα μέρη, καθώς και για το σχέδιο δημιουργίας δικαστηρίου. Εξάλλου, οι πολύ μακρές προθεσμίες επικύρωσης δεν έδιναν την εντύπωση ότι ανταποκρίνονται στις προσδοκίες της αεροναυπηγικής βιομηχανίας, η οποία επιθυμεί τη δημιουργία ενός μέσου πιστοποίησης των αεροναυτικών προϊόντων σε ευρωπαϊκό επίπεδο το συντομότερο δυνατό. Για τους λόγους αυτούς προσανατολισθήκαμε στη συνέχεια προς τη σύσταση ενός κοινοτικού οργανισμού: του ΕΟΑΑ.

Μετά από έντονο προβληματισμό το Συμβούλιο, στη σύνοδό του στις 26 Ιουνίου 2000, εκτίμησε ότι για να επιτευχθούν οι στόχοι της ταχείας λήψεως αποφάσεων, της αποτελεσματικότητας και του πανευρωπαϊκού χαρακτήρα της δράσης, η δημιουργία ενός κοινοτικού οργανισμού θα αποτελούσε τη βέλτιστη επιλογή.

2. Μετά από σχετική πρόσκληση του Συμβουλίου, η Επιτροπή υπέβαλε πάλι το 2000 πρόταση κανονισμού για τη σύσταση ενός τέτοιου οργανισμού.

Κύριος στόχος υπήρξε η δημιουργία και διατήρηση ενός υψηλού και ομοιόμορφου επιπέδου ασφάλειας των αερομεταφορών στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας στην Ευρώπη, με τη σύσταση ενός ευρωπαϊκού οργανισμού ο οποίος θα είναι υπεύθυνος για την πιστοποίηση των αεροναυτικών προϊόντων, διασφαλίζοντας την τήρηση βασικών απαιτήσεων ασφάλειας και αξιοπλοΐας, με βάση κοινά πρότυπα και διαδικασίες. Στο πλαίσιο της λειτουργίας του, ο εν λόγω οργανισμός θα κληθεί επίσης να εγγυάται την εφαρμογή των προτύπων που έχουν οριστεί για το αεροναυπηγικό υλικό στο πεδίο του σεβασμού του περιβάλλοντος, τη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας, καθώς και να επικουρεί τα κράτη μέλη στην εκπλήρωση των δυνάμει της σύμβασης του Σικάγου υποχρεώσεών τους, με βάση κοινή ερμηνεία της. Θα μπορεί επίσης να συμβάλει στην ανά τον κόσμο προώθηση των κοινοτικών απόψεων επί των προτύπων και των κανόνων ασφάλειας των αερομεταφορών στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας μέσω της καθιέρωσης κατάλληλων μορφών συνεργασίας με τις τρίτες χώρες και τους διεθνείς οργανισμούς.

3. Ο μηχανισμός που καθιστά δυνατή την υλοποίηση αυτών των στόχων διαρθρώνεται με βάση τους ακόλουθους άξονες:

- οι βασικές απαιτήσεις ασφαλείας όσον αφορά την αξιοπλοΐα τις οποίες ο νομοθέτης επιθυμεί να τηρούνται στην Ένωση, καθορίζονται στον ίδιο τον κανονισμό,

- οι διαδικαστικοί κανόνες που ακολουθεί ο οργανισμός κατά την εκτέλεση της αποστολής πιστοποίησης που του ανατίθεται, θα αποφασισθούν από την Επιτροπή στο πλαίσιο διαδικασίας επιτροπολογίας,

- ο οργανισμός διαθέτει εξουσία να εκδίδει πιστοποιητικά τύπου τα οποία εγγυώνται τη συμμόρφωση, σε σχέση προς τις βασικές απαιτήσεις, του μοντέλου αεροσκάφους και των εγκατεστημένων επ' αυτού προϊόντων, εξαρτημάτων και εξοπλισμού και να εγκρίνει τους οργανισμούς που συμμετέχουν σε αυτά τα καθήκοντα. Τα εν λόγω πιστοποιητικά και εγκρίσεις - για τα οποία θα εισπράττονται τέλη - ισχύουν σε όλα τα κράτη μέλη. Ο οργανισμός μπορεί επίσης να πραγματοποιεί επιθεωρήσεις στα κράτη μέλη και να διενεργεί έρευνες στις επιχειρήσεις,

- το πιστοποιητικό αξιοπλοΐας για έκαστο αεροσκάφος είναι δυνατό να χορηγείται από τις εθνικές αρχές όταν καταδεικνύεται ότι το συγκεκριμένο αεροσκάφος είναι σύμφωνο προς τον εγκεκριμένο τύπο.

4. Εξετάζοντας την πρόταση της Επιτροπής, το Συμβούλιο προσπάθησε να λάβει όσο το δυνατό περισσότερο υπόψη τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, καθώς και τις τροπολογίες που επέφερε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην πρώτη ανάγνωση. Όσον αφορά τις τροπολογίες αυτές, το Συμβούλιο δέχθηκε, εξ ολοκλήρου ή επί της ουσίας, τις τροπολογίες αριθ. 1, 2, 5, 6, 7, 8, 9, 13, 14, 16, 20, 22, 23, 26, 27, 30, 31, 34, 35, 36 και 68/αναθ., 39, 40, 46, 50, 51, 72/αναθ., 52, 53, 56, 57, 58, 59 και 61. Ωστόσο, δεν κατέστη δυνατό να γίνει δεκτό το σύνολο των τροπολογιών του Κοινοβουλίου. Άλλωστε, το αρχικό κείμενο υπέστη σημαντική τροποποίηση.

5. Στη συνέχεια υπενθυμίζονται τα σημαντικότερα σημεία του σκεπτικού του Συμβουλίου:

- όσον αφορά τις βασικές απαιτήσεις για την αξιοπλοΐα, το Συμβούλιο έκρινε σκόπιμο να μην περιορισθεί σε αναφορά των απαιτήσεων της σύμβασης του Σικάγου (ΔΟΠΑ), αλλά να θεσπίσει δικές του απαιτήσεις για τις ανάγκες του κανονισμού. Συντάσσοντας τις απαιτήσεις αυτές, το Συμβούλιο επεδίωξε να επιτύχει ένα βαθμό λεπτομέρειας τέτοιο, ώστε να εξισορροπείται η επίτευξη ενός σαφούς κανονιστικού πλαισίου, το οποίο όμως θα είναι παράλληλα επαρκώς γενικό ώστε να παρέχεται στον οργανισμό η δυνατότητα να εργάζεται αποτελεσματικά,

- όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, το Συμβούλιο εξέφρασε την άποψη ο παρών κανονισμός να εφαρμόζεται σε ολόκληρη τη διαδικασία σχεδιασμού, παραγωγής, συντήρησης και εκμετάλλευσης αεροναυτικών προϊόντων, εξαρτημάτων και εξοπλισμού, καθώς και στο προσωπικό και στους οργανισμούς που συμμετέχουν σε αυτές τις δραστηριότητες. Εν ολίγοις, ο κανονισμός αποσκοπεί να επιτρέπεται μόνο η πιστοποίηση των αεροσκαφών και των αεροναυτικών προϊόντων καθώς και η έγκριση των οργανισμών που συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία. Η δυνατότητα επέκτασης του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού σε άλλες δραστηριότητες στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας, είναι θέμα το οποίο θα τεθεί ενδεχομένως στο μέλλον,

- τα αεροσκάφη που πρέπει να ανταποκρίνονται στους κανόνες του κανονισμού είναι, κατά κύριο λόγο, εκείνα που κατασκευάζονται στην Ένωση, εκείνα που νηολογούνται σε κράτος μέλος και εκείνα που - παρότι έχουν νηολογηθεί σε τρίτη χώρα - τα εκμεταλλεύεται κοινοτικός φορέας εκμετάλλευσης. Όσον αφορά τα αεροσκάφη που έχουν νηολογηθεί σε τρίτη χώρα και τα εκμεταλλεύεται εξωκοινοτικός φορέας εκμετάλλευσης, ο κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διεθνών συμβάσεων και κυρίως της σύμβασης του Σικάγου,

- παράλληλα, προβλέπεται ότι ορισμένα αεροσκάφη αποκλείονται από την εφαρμογή αυτών των κανόνων. Πρόκειται, για παράδειγμα, για τα αεροσκάφη που παρουσιάζουν έκδηλο ιστορικό ενδιαφέρον, τα αεροσκάφη που κατασκευάζονται από ερασιτέχνες ή για πειραματικούς σκοπούς, τα αεροσκάφη που έχουν αρχικά σχεδιασθεί αποκλειστικά για στρατιωτικούς σκοπούς, τα πολύ μικρά αεροσκάφη, τα ανεμόπτερα και τα δελταπλάνα,

- το προσωπικό του οργανισμού αποτελείται από αυστηρά περιορισμένο αριθμό υπαλλήλων τοποθετημένων ή αποσπασμένων από την Επιτροπή ή τα κράτη μέλη για να εκτελούν διοικητικά καθήκοντα. Το υπόλοιπο προσωπικό αποτελείται από άλλους υπαλλήλους που προσλαμβάνονται από τον οργανισμό, ανάλογα με τις ανάγκες, για την εκτέλεση των καθηκόντων του. Ο οργανισμός διαθέτει διοικητικό συμβούλιο, αποτελούμενο από έναν αντιπρόσωπο για κάθε κράτος μέλος και για την Επιτροπή, τα καθήκοντα του οποίου περιγράφονται στο άρθρο 24. Ειδικότερα, το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει τις ακολουθητέες από τον εκτελεστικό διευθυντή κατευθυντήριες γραμμές και διαδικασίες όσον αφορά την πιστοποίηση. Ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται επίσης από το διοικητικό συμβούλιο και οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες του απαριθμούνται στο άρθρο 29,

- στο πλαίσιο του συστήματος προσφυγών κατά των αποφάσεων του οργανισμού, έχει προβλεφθεί η σύσταση τμημάτων προσφυγών κατ' αντιστοιχία των τμημάτων που έχουν δημιουργηθεί για το Γραφείο Εναρμόνισης στην Εσωτερική Αγορά (σήματα, σχέδια και υποδείγματα) στο Αλικάντε (άρθρο 31 κ.ε.). Εξυπακούεται ότι πρόκειται για ένα λεπτό σημείο του κοινοτικού δικαίου το οποίο θα ήταν σκόπιμο να επανεξετασθεί σε συνάρτηση με τη μελλοντική εξέλιξη των βασικών του κανόνων,

- όσον αφορά το γλωσσικό καθεστώς, το Συμβούλιο συμφώνησε να μην προβλέπεται στον κανονισμό γλώσσα εργασίας του οργανισμού. Αντίθετα, υπό τον τίτλο "Δημοσίευση εγγράφων" παρατίθεται κατάλογος εγγράφων τα οποία παράγονται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας (άρθρο 23). Το διοικητικό συμβούλιο έχει την εξουσία, εφόσον προκύπτει σχετική ανάγκη, να συμπληρώνει αυτόν τον κατάλογο,

- προκειμένου ο μηχανισμός πιστοποίησης να μπορέσει λάβει πανευρωπαϊκό χαρακτήρα, ειδική διάταξη θα επιτρέπει τη συμμετοχή τρίτων ευρωπαϊκών χωρών στον οργανισμό. Στόχος είναι να διασφαλισθεί υψηλό και ομοιόμορφο επίπεδο ασφάλειας στον τομέα των αερομεταφορών της πολιτικής αεροπορίας στην Ευρώπη. Εξυπακούεται ότι για τον σκοπό αυτόν πρέπει να ενταθούν οι επαφές με τις χώρες αυτές ούτως ώστε να συμφωνηθούν, όταν έρθει η στιγμή, οι όροι σύνδεσής τους,

- Ο οργανισμός προβλέπεται να αναλάβει την αποστολή πιστοποίησης που του ανατίθεται δώδεκα μήνες μετά από την έναρξη ισχύος του κανονισμού. Εξάλλου, και με σκοπό να υπάρξουν εγγυήσεις για την ομαλή μετάβαση, έχει επίσης προβλεφθεί ότι για πρόσθετο διάστημα πέντε ετών τα κράτη μέλη θα εξακολουθήσουν να εκδίδουν - υπό τους όρους που θα θέσει η Επιτροπή στους εκτελεστικούς κανόνες - ορισμένα από τα πιστοποιητικά και τις εγκρίσεις που θα υπάγονται κανονικά στην ευθύνη του οργανισμού και τα οποία θα αναγνωρίζονται σε όλα τα κράτη μέλη.

(1) ΕΕ C 154 Ε της 29.5.2001, σ. 1.

(2) ΕΕ C 221 της 7.8.2001, σ. 38.

(3) ΕΕ C ... (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

Top