This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52001DC0708
Report from the Commission to the European Parliament and the Council under Council Decision 93/389/EEC as amended by Decision 99/296/EC for a monitoring mechanism of Community greenhouse gas emissions
Έκθεση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο βάσει της απόφασης 93/389/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 99/296/ΕΚ, για ένα μηχανισμό παρακολούθησης των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας
Έκθεση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο βάσει της απόφασης 93/389/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 99/296/ΕΚ, για ένα μηχανισμό παρακολούθησης των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας
/* COM/2001/0708 τελικό */
Έκθεση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο βάσει της απόφασης 93/389/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 99/296/ΕΚ, για ένα μηχανισμό παρακολούθησης των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας /* COM/2001/0708 τελικό */
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ βάσει της απόφασης 93/389/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 99/296/EΚ, για ένα μηχανισμό παρακολούθησης των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Σύνοψη 2. Συμπεράσματα 2.1. Συμμόρφωση σε ό,τι αφορά την υποβολή εκθέσεων 2.2. Ήδη παρατηρούμενη πρόοδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση 2.3. Προβλεπόμενη πρόοδος στην ΕΕ 3. Ο Μηχανισμός Παρακολούθησης της ΕΚ και ο στοχος της εκθεσης 3.1. Ο μηχανισμός παρακολούθησης της ΕΚ 3.2. Στόχος της παρούσας έκθεσης 4. Συμμόρφωση των κρατων μελων προσ τις υποχρεωσεις υποβολής εκθέσεων 4.1. Συμμόρφωση προς τα χρονοδιαγράμματα για την υποβολή εκθέσεων 4.2. Συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων σχετικά με την επιτευχθείσα πρόοδο 4.2.1. Απογραφές των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου 4.2.2. Κενά στοιχείων σε ό,τι αφορά τα CO2, CH4 και N2O 4.2.3. Κενά στοιχείων σε ό,τι αφορά τα φθοριούχα αέρια 4.2.4. Κενά στοιχείων σε ό,τι αφορά τη μεταβολή της χρήσης γης και τη δασοκομία (LUCF) 4.3. Συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων σχετικά με την προβλεπόμενη πρόοδο 4.3.1. Απογραφές εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου 4.3.2. Πολιτικές και μέτρα 4.3.3. Προβλέψεις 5. Αξιολόγηση της επιτευχθεισας προόδου 5.1. Εισαγωγή 5.2. Πρόοδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση 5.2.1. Πρόοδος σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.2.2. Πρόοδος σε επίπεδο κράτους μέλους 6. Αξιολόγηση της προβλεπομένης προόδου 6.1. Σύγκριση των προβλέψεων των κρατών μελών προς τα προβλεπόμενα από τη συμφωνία επιμερισμού του φορτίου στην ΕΕ 6.2. Σύνοψη των συμπληρωματικών πολιτικών και μέτρων για τα κράτη μέλη 6.3. Προβλέψεις για ολόκληρη την Κοινότητα 6.4. Πρόσθετα μέτρα από τη μελέτη για ολόκληρη την Κοινότητα 6.5. Βασικές υποθέσεις εργασίας στα μοντέλα 6.6. Πολιτικές και μέτρα σε επίπεδο ΕΕ 6.6.1. Από το Κάρντιφ και το Γκέτεμποργκ στην Βαρκελώνη 6.6.2. Στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη και το 6ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον 6.6.3. Ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την αλλαγή του κλίματος (ΕΠΑΚ) 6.6.4. Η μελλοντική πορεία Γλωσσάριο, Συντομογραφίες και Μονάδες 1. Σύνοψη Η παρούσα έκθεση είναι η δεύτερη έκθεση που ασχολείται με την πρόοδο που έχει επιτευχθεί βάσει της απόφασης 93/389/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 99/296/ΕΚ, για έναν μηχανισμό παρακολούθησης των εκπομπών CO2 και άλλων αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στην Κοινότητα. Η έκθεση αξιολογεί την επιτευχθείσα και την προβλεπόμενη πρόοδο των κρατών μελών και της Κοινότητας όσον αφορά στην ανταπόκριση προς τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί σχετικά με τις εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου (GHG), βάσει της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές (UNFCCC) και του πρωτοκόλλου του Κιότο. Η σύμβαση αποσκοπούσε στη σταθεροποίηση των εκπομπών CO2 στο επίπεδο του 1990, ενώ με το πρωτόκολλο του Κιότο καθορίστηκε ως στόχος η μείωση των εκπομπών έξι αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά 8% από το επίπεδο του 1990 έως την περίοδο 2008-2012 για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η έκθεση καλύπτει στοιχεία σχετικά με τις ήδη παρατηρούμενες εκπομπές GHG από το 1990 έως και το 1999, καθώς και τις αντίστοιχες προβλέψεις για το 2010, ήτοι τα μέσα της πρώτης περιόδου δέσμευσης που προβλέπει το πρωτόκολλο του Κιότο. Κυριότερες διαπιστώσεις: * Οι εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου (εξαιρουμένης της αλλαγής της χρήσης γης και της δασοκομίας) στην ΕΕ το 1999 μειώθηκαν κατά 4% σε σχέση με το 1990 και η ΕΕ στο σύνολό της είναι ευθυγραμμισμένη προς τις διαδρομές-στόχους που έχουν προβλεφθεί τόσο για το 2000, όσο και για την περίοδο 2008-2012. Αυτή η θετική τάση οφείλεται κυρίως στις μειώσεις που σημειώθηκαν στη Γερμανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, τα περισσότερα κράτη μέλη υπερέβησαν κατά πολύ τους προβλεπόμενους στόχους τους και, περισσότερα από τα μισά, τείνουν να υπερβούν κατά πολύ τα συμπεφωνημένα μερίδιά τους στις εκπομπές της ΕΕ για το 2010. * Οι προβλέψεις των κρατών μελών υποδεικνύουν ότι οι υφιστάμενες πολιτικές και τα υφιστάμενα μέτρα δεν θα είναι επαρκή ώστε να συνεχιστούν σε ολόκληρη την ΕΕ οι μειώσεις των συνολικών εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στην ΕΕ (εξαιρουμένης της αλλαγής χρήσης της γης και της δασοκομίας). Αντιθέτως, η πρόοδος που έχει επιτευχθεί έως σήμερα θα αντισταθμιστεί από περαιτέρω αυξήσεις. Όλα τα κράτη μέλη, εκτός από το Ηνωμένο Βασίλειο, προβλέπουν ότι οι εκπομπές τους (έως το 2010) θα υπερβαίνουν τους στόχους που προβλέπονται στο πλαίσιο της συμφωνίας επιμερισμού του φορτίου. Οι προβλέψεις για ολόκληρη την Κοινότητα δείχνουν συγκρίσιμα αποτελέσματα. * Αυτό σημαίνει ότι, έως το 2010, στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα έχει επιτευχθεί σταθεροποίηση των εκπομπών στο επίπεδο του 1990. Ο στόχος του Κιότο για μείωση κατά 8% εξακολουθεί να ισχύει και για την επίτευξή του θα απαιτηθούν σημαντικές προσπάθειες από πλευράς των περισσοτέρων κρατών μελών. * Οι τάσεις των εκπομπών στον τομέα των μεταφορών προκαλούν ιδιαίτερες ανησυχίες. Αυτός ο τομέας ευθύνεται για τη μεγαλύτερη αύξηση των σημερινών εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, ειδικά CO2 και N2O. Συν τοις άλλοις, οι προβλέψεις για τις εκπομπές GHG από τον τομέα των μεταφορών δείχνουν αύξηση κατά περισσότερο από 30% έως το 2010. * Τα κράτη μέλη έχουν προσδιορίσει επιπλέον πολιτικές και μέτρα, τα οποία θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην κάλυψη αυτού του χάσματος με περίπου 210 Mt ισοδύναμων CO2, ή με μείωση των εκπομπών του 1990 κατά 5%. Το ελλείπον 3% των περίπου 110 Mt ισοδύναμων CO2 θα πρέπει να καλυφθεί με επιπλέον μέτρα τόσο σε επίπεδο κρατών μελών, όσο και σε επίπεδο ΕΕ. Η εξοικονόμηση περίπου 190 Mt ισοδύναμων CO2 που έχει σημειωθεί στην Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να θεωρηθεί ως "υπερ-εκπλήρωση" των μειώσεων, η οποία δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη από την υπόλοιπη Κοινότητα ως τρόπος συμβολής στην επίτευξη των στόχων του Κιότο. * Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την αλλαγή του κλίματος έχει προσδιορίσει πολιτικές και μέτρα για ολόκληρη την ΕΕ, ως συμπλήρωμα στη δράση που αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη. Εκτιμάται ότι τα μέτρα σε προχωρημένο στάδιο προετοιμασίας (π.χ., οι οδηγίες για την εμπορία εκπομπών, τα βιοκαύσιμα, την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων) θα παράσχουν μια οικονομικά αποδοτική δυνατότητα μείωσης, της τάξεως των 240 Mt ισοδύναμων CO2. Η υλοποίηση αυτής της τεχνικής δυνατότητας εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως η ακρίβεια των στοιχείων, η δυνατότητα πολιτικής αποδοχής και το χρονοδιάγραμμα εντός του οποίου εφαρμόζονται. Πρόσθετη εξοικονόμηση εντόπισε και το ΕΠΑΚ (ECCP), αλλά το πιθανότερο είναι να υλοποιηθεί εντός ευρύτερων χρονικών πλαισίων. [1] [1] Προτάσεις για επιπλέον μέτρα περιλαμβάνονται στην "κατηγορία 2" (11) και την "κατηγορία 3" (22) της έκθεσης του Ιουνίου του ΕΠΑΚ. Πρέπει να υπάρξει περαιτέρω επεξεργασία αυτών των μέτρων προτού ληφθεί πολιτική απόφαση σχετικά με την υλοποίησή τους. Το ΕΠΑΚ προσδιόρισε μια συνολική οικονομικά αποδοτική τεχνική δυνατότητα (< 20 EUR/t ισοδύναμων Co2) μεταξύ 664 - 765 Mt/ισοδύναμα CΟ2. * Η υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη για την επιτευχθείσα πρόοδο έχει βελτιωθεί σε σχέση με την πρώτη έκθεση προόδου. Η υποβολή εκθέσεων για τις προβλεπόμενες προόδους δεν έχει βελτιωθεί σημαντικά. Λόγω έλλειψης λεπτομερειών για τις χρησιμοποιούμενες μεθοδολογίες, το χρονοδιάγραμμα της εφαρμογής των πολιτικών και των μέτρων και λόγω της εγγενούς αβεβαιότητας της πρόβλεψης μελλοντικής συμπεριφοράς, όλες οι προβλέψεις πρέπει να αντιμετωπίζονται με μεγάλη επιφύλαξη. * Σε μελλοντική πρόταση για την αναθεώρηση του μηχανισμού παρακολούθησης, σύμφωνα με την οδηγία 99/296/ΕΚ του Συμβουλίου, όπως προβλέπεται στο έγγραφο COM (2001) 580 τελικό, θα χρειαστεί να υπάρχει πρόβλεψη για εκτεταμένες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων, βάσει του πρωτοκόλλου του Κιότο και προσεχούς συστήματος εμπορίας εκπομπών στην ΕΕ, καθώς ενισχυμένες διατάξεις όσον αφορά την υποβολή εκθέσεων σχετικά με εθνικές πολιτικές και μέτρα. 2. Συμπεράσματα Στην παρούσα δεύτερη έκθεση προόδου, βάσει της απόφασης 93/389/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 99/296/ΕΚ, παρατηρείται βελτίωση του μηχανισμού παρακολούθησης της ΕΚ ως προς την υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη για τις απογραφές των εκπομπών. Μικρή πρόοδος σε σχέση με την πρώτη έκθεση προόδου έχει σημειωθεί σε ό,τι αφορά την υποβολή εκθέσεων για τις εθνικές πολιτικές/μέτρα και προβλέψεις - μόνο εννέα κράτη μέλη ποσοτικοποίησαν τα πρόσθετα μέτρα τους. Η αξιολόγηση της επιτευχθείσας προόδου ήρθε εις πέρας επιτυχώς, καθώς ήταν διαθέσιμα τα βασικά στοιχεία για τις εκπομπές για όλα σχεδόν τα κράτη μέλη. Τα κενά στοιχείων σε ό,τι αφορά τα φθοριούχα αέρια ήταν σημαντικά μικρότερα σε σχέση με το περασμένο έτος. Τα στοιχεία για τη χρήση γης δεν περιλαμβάνονται ακόμη, αφού η έκθεση συντάχθηκε πριν από τη συμφωνία της Βόννης. Η αξιολόγηση της προβλεπόμενης προόδου ήταν δυσκολότερη, καθώς οι λεπτομέρειες που περιλαμβάνονταν στις εκθέσεις σχετικά με την ποσοτικοποίηση των πολιτικών και των μέτρων, τις χρησιμοποιούμενες μεθοδολογίες και τις βασικές υποθέσεις εργασίας εξακολουθούν να ποικίλλουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών. Οι προβλέψεις των κρατών μελών γενικά υποστηρίχθηκαν από τις προβλέψεις για το σύνολο της Κοινότητας σχετικά με τις μελλοντικές προόδους. Ωστόσο, όλες οι προβλέψεις πρέπει να προσεγγίζονται με επιφύλαξη, λόγω του μεγάλου βαθμού αβεβαιότητας που χαρακτηρίζει ορισμένες από τις βασικές εικασίες και της έλλειψης συγκρίσιμων μεθοδολογιών. Αυτές οι αβεβαιότητες αφήνουν να εννοηθεί ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη ένα "περιθώριο ασφαλείας" κατά τον προσδιορισμό των εισέτι υφισταμένων υποχρεώσεων για μείωση των εκπομπών στην ΕΕ, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος που προβλέπεται στο πρωτόκολλο του Κιότο. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η ανταπόκριση προς τις δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν στο Κιότο, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο περαιτέρω μειώσεων, για τις οποίες είναι απαραίτητο να αναπτυχθούν πρόσθετες πολιτικές. Τα κεφάλαια που ακολουθούν παρέχουν λεπτομερέστερα συμπεράσματα. 2.1. Συμμόρφωση σε ό,τι αφορά την υποβολή εκθέσεων * Η υποβολή εκθέσεων για την ήδη επιτευχθείσα πρόοδο (απογραφές εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου) έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς οι περισσότερες χώρες χρησιμοποιούν το κοινό πρότυπο υποβολής εκθέσεων, ένα τυποποιημένο εργαλείο που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές (UNFCCC). Ωστόσο, η Επιτροπή συναντά σημαντικά προβλήματα σε ό,τι αφορά την έγκαιρη παραλαβή των πληροφοριών από τα κράτη μέλη. * Τα κενά στοιχείων για τα φθοριούχα αέρα που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου (HFC, PFC, SF6) είναι σημαντικά μικρότερα σε σχέση με πέρυσι. Μόνο δύο κράτη μέλη δεν παρείχαν καθόλου στοιχεία και ένα άλλο κράτος μέλος παρείχε ατελή χρονολογική σειρά. * Η υποβολή εκθέσεων για τις πολιτικές, τα μέτρα και τις προβλέψεις δεν έχει βελτιωθεί σημαντικά για τα περισσότερα κράτη μέλη σε σχέση με την πρώτη έκθεση προόδου. Πολλά κράτη μέλη οφείλουν επειγόντως να βελτιώσουν τις ποσοτικές αξιολογήσεις των μέτρων, καθώς και την έγκαιρη παροχή των πληροφοριών. * Οι πληροφορίες παραμένουν ατελείς σε ό,τι αφορά τις πληροφορίες για τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν και τις υποθέσεις εργασίας πάνω στις οποίες στηρίχτηκαν οι προβλέψεις και πρέπει να βελτιωθούν όσον αφορά στη σαφήνεια των εγγράφων, για παράδειγμα, επιβάλλοντας κοινή μορφή για τους πίνακες που συνοψίζουν καθοριστικής σημασίας πληροφορίες. * Η συμμόρφωση προς τις κατευθυντήριες γραμμές του μηχανισμού παρακολούθησης είναι ανεπαρκής και πρέπει να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες για την πλήρη εφαρμογή τους. 2.2. Ήδη παρατηρούμενη πρόοδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση * Οι εκπομπές των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση μειώθηκαν κατά 4% σε σχέση με το 1990. Οι εκπομπές CO2 το 1999 ήταν ελαφρώς χαμηλότερες από τα επίπεδα του 1990 (-1,6%), ενώ οι εκπομπές CH4 και N2O μειώθηκαν κατά 17% και 14% αντιστοίχως. Από αυτά τα στοιχεία προκύπτει ότι, κατά το 1999, η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της ευθυγραμμίστηκε προς τις διαδρομές στόχους που είχαν προβλεφθεί τόσο για το 2000, όσο και για την περίοδο 2008-2012 [2]. Ωστόσο, η θετική αυτή κατάσταση ως επί το πλείστον οφείλεται σε μεγάλης κλίμακας μειώσεις των εκπομπών στη Γερμανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο που, από κοινού με το Λουξεμβούργο, ήταν τα μόνα κράτη των οποίων οι επιδόσεις κυμάνθηκαν σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από τους προβλεπόμενους στόχους του 1999. Η Γαλλία, η Φινλανδία και η Σουηδία βρέθηκαν κοντά στους στόχους αυτούς, αλλά όλα τα άλλα κράτη μέλη υπερέβησαν κατά πολύ τις διαδρομές για την επίτευξη των στόχων τους. Κατά συνέπεια, επιβάλλεται επιφυλακτική προσέγγιση κατά την ερμηνεία της προόδου που επετεύχθη στην ΕΕ συνολικά. [2] Η ανάλυση συγκρίνει τις επιτευχθείσες εκπομπές το 1999 με τις υποθετικές τιμές το 1999 σε μια ευθύγραμμη διαδρομή στόχο από το έτος βάση έως το 2000 και την περίοδο 2008-2012 αντίστοιχα. * Οι εκπομπές CO2 κατά κεφαλή για την ΕΕ των 15 μειώθηκαν ελαφρά μεταξύ 1990 και 1999, και πάλι ως επί το πλείστον λόγω των μειώσεων των εκπομπών στη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. * Σε όλα τα κράτη μέλη παρατηρήθηκαν σημαντικές αυξήσεις των εκπομπών στον τομέα των μεταφορών. 2.3. Προβλεπόμενη πρόοδος στην ΕΕ Πρόοδος βάσει των προβλέψεων των κρατών μελών * Βάσει των υφισταμένων πολιτικών και μέτρων, από τις προβλέψεις των κρατών μελών προκύπτει ότι το 2010 οι συνολικές εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου (εξαιρουμένης της αλλαγής της χρήσης γης και της δασοκομίας) θα βρίσκονται στα επίπεδα του 1990. Σε σύγκριση με τα στοιχεία του 1999, αυτό σημαίνει ότι οι συνολικές εκπομπές θα αυξηθούν. Προβλέπεται αύξηση των εκπομπών CO2 κατά 3,1 % (κυρίως λόγω αυξήσεων στον τομέα των μεταφορών) και των εκπομπών φθοριούχων αερίων κατά 66%. Για το CH4 και το N2O, προβλέπονται μειώσεις της τάξης του 31% και του 17% αντιστοίχως κατά την περίοδο 1990-2010. Η σταθεροποίηση των συνολικών εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου το 2010 στα επίπεδα του 1990 σημαίνει ότι ο στόχος μείωσης των εκπομπών παραμένει στο -7,5% περίπου. Σε σύγκριση με τις περσινές προβλέψεις, αυτό αντιπροσωπεύει αύξηση της τάξης του 0,9% στο κενό μεταξύ των δεσμεύσεων και των καταβαλλομένων προσπαθειών. Λόγω της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας που σχετίζεται με την εφαρμογή των πολιτικών και των χρησιμοποιούμενων μεθόδων, εκφράζονται προβληματισμοί σχετικά με την ακρίβεια του εν λόγω υπολογισμού. * Επιπλέον πολιτικές και μέτρα που προσδιόρισαν τα κράτη μέλη υπολογίζεται ότι θα μειώσουν το κενό κατά περίπου 210 Mt ισοδύναμα CO2 ή κατά 5% (εφόσον η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο επιτύχουν αλλά δεν υπερβούν τους στόχους που προβλέπονται από τη συμφωνία επιμερισμού του φορτίου). Και πάλι, η εν λόγω πρόβλεψη είναι χαμηλότερη από τις περσινές προβλέψεις που ανέρχονταν σε 270 Mt ισοδύναμα CO2/έτος. Ωστόσο, έξι κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη δεόντως προσδιορίσει ή αξιολογήσει επιπλέον πολιτικές και μέτρα. Επίσης, οι επιπτώσεις των εν λόγω πολιτικών και μέτρων θεωρούνται αντικείμενο σοβαρού βαθμού αβεβαιότητας, ως εκ φύσεως (επειδή πρόκειται για πολιτικές που βρίσκονται σε αρχικό στάδιο της ανάπτυξής τους), αλλά και λόγω των χρησιμοποιουμένων μεθοδολογιών. * Εάν η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο αποδώσουν τις εξοικονομήσεις που προσδιορίζονται ως επιπλέον μέτρα στις εθνικές τους στρατηγικές, η ΕΕ συνολικά θα μπορούσε να επιτύχει και να υπερβεί τη δέσμευση του Κιότο (επίτευξη μείωσης των επιπέδων του 1990 κατά 10%). Ωστόσο, η "υπεραπόδοση" ορισμένων κρατών μελών δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη από τα άλλα κράτη μέλη ως τρόπος που βοηθά να επιτευχθεί ο συνολικός στόχος της ΕΕ, βάσει του πρωτοκόλλου του Κιότο. Εξάλλου, η ΕΕ οφείλει να προετοιμαστεί για σημαντικότερες μειώσεις εκπομπών βάσει της 2ης περιόδου δέσμευσης, για τις οποίες θα απαιτηθούν σημαντικές και συνεχείς προσπάθειες από πλευράς όλων των κρατών μελών. Σύγκριση μεταξύ των προβλέψεων των κρατών μελών και των προβλέψεων για ολόκληρη την Κοινότητα * Καθώς τα κράτη μέλη προβλέπουν κάποιες αυξήσεις στις εκπομπές, έχουν πλησιάσει τις προβλέψεις για ολόκληρη την Κοινότητα, βάσει των οποίων αναμένεται ότι οι εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου θα αυξηθούν κατά περίπου 1% (σε σύγκριση με τις εκπομπές του 1990). Το κενό που εντοπίζεται από τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή βρίσκεται μεταξύ του -8% και του -9% συγκριτικά με τις εκπομπές του 1990. * Ωστόσο, σε ό,τι αφορά το CO2, η μελέτη για ολόκληρη την Κοινότητα προβλέπει αύξηση της τάξης του 4% σε σύγκριση με το 3% που προβλέπουν τα κράτη μέλη. Υπάρχει μεγαλύτερη διαφορά για το μεθάνιο με -18%, σύμφωνα με την πρόβλεψη για ολόκληρη την Κοινότητα, και -31%, σύμφωνα με τα κράτη μέλη. Σε ό,τι αφορά το πρωτοξείδιο του αζώτου οι δύο προβλέψεις είναι παρεμφερείς. Κοινές και συντονισμένες πολιτικές και μέτρα * Ενόψει των δυσχερειών που αντιμετωπίζουν πολλά από τα κράτη μέλη σε ό,τι αφορά την επίτευξη των στόχων που προβλέπονται γι' αυτά από τη συμφωνία επιμερισμού του φορτίου, αναμένεται ότι οι κοινές και συντονισμένες πολιτικές και μέτρα θα αποτελέσουν σοβαρό συμπλήρωμα για την ενίσχυση της εκάστοτε ακολουθούμενης εθνικής στρατηγικής σχετικά με την αλλαγή του κλίματος. * Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την αλλαγή του κλίματος (ΕΠΑΚ) έχει προσδιορίσει κοινά και συντονισμένα μέτρα με μια υπολογιζόμενη οικονομικά αποδοτική δυνατότητα μείωσης των εκπομπών για εκείνα που βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο προετοιμασίας, της τάξεως των 240 Mt ισοδύναμων CO2. Εάν τα προχωρημένα αυτά μέτρα υλοποιούνταν πριν από το 2010, θα συνέβαλλαν περίπου το 5% του στόχου του Κιότο του 8% για τη μείωση των εκπομπών, στηρίζοντας έτσι αποτελεσματικά τις πολιτικές και τα μέτρα των κρατών μελών. Συνολικά, το ΕΠΑΚ μπόρεσε να εντοπίσει οικονομικά αποδοτικές επιλογές που κοστίζουν λιγότερο από 20 EUR/ισοδύναμο t CO2, φτάνοντας σε σύνολο τα 664 - 765 ισοδύναμα Mt CO2. Ωστόσο, η υλοποίηση της τεχνικής αυτής δυνατότητας εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως η ακρίβεια των στοιχείων, η αλληλεπικάλυψη με τις πολιτικές και τα μέτρα των κρατών μελών, το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής των μέτρων και η δημόσια αποδοχή. Προκειμένου να παρουσιαστεί καλύτερα η δυνατότητα των οικονομικά αποδοτικών μέτρων σε επίπεδο ΕΕ για την πρώτη περίοδο δέσμευσης του Κιότο, η έκθεση κάνει τη διάκριση μεταξύ εκείνων που βρίσκονται "σε προχωρημένο στάδιο προετοιμασίας" και εκείνων για τα οποία "απαιτείται περισσότερη επεξεργασία". 3. Ο Μηχανισμός Παρακολούθησης της ΕΚ και ο στοχος της εκθεσης 3.1. Ο μηχανισμός παρακολούθησης της ΕΚ Ο μηχανισμός παρακολούθησης για το ανθρωπογενές CO2 και άλλα αέρια τα οποία συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου καθιερώθηκε τον Ιούνιο του 1993, κατόπιν της έγκρισης της απόφασης 93/389/ΕΟΚ του Συμβουλίου, από το Συμβούλιο των Υπουργών Περιβάλλοντος. Η απόφαση αυτή αναθεωρήθηκε τον Απρίλιο του 1999 (απόφαση 99/296/ΕΚ του Συμβουλίου), προκειμένου να καταστεί δυνατή η ενημέρωση της διαδικασίας παρακολούθησης, σύμφωνα με τις απαιτήσεις περί απογραφής που επέβαλε το πρωτόκολλο του Κιότο. Ο μηχανισμός παρακολούθησης αποτελεί μέσο επακριβούς και τακτικής αποτίμησης του βαθμού της συντελουμένης προόδου για την επίτευξη των στόχων που έχει δεσμευθεί να επιτύχει η Κοινότητα, βάσει της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές (UNFCCC) και του πρωτοκόλλου του Κιότο. Η πρόοδος αξιολογείται από την Επιτροπή, κατόπιν διαβουλεύσεων με τα κράτη μέλη, και βασίζεται σε εθνικά προγράμματα (συμπεριλαμβανομένων των ενημερώσεων), τα οποία παρέχονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 και το άρθρο 2 παράγραφος 2 της απόφασης 1999/296/ΕΚ του Συμβουλίου, και άλλες σχετικές πληροφορίες. Τα εθνικά προγράμματα πρέπει να περιλαμβάνουν (α) πληροφορίες σχετικά με τη συντελούμενη πρόοδο και (β) πληροφορίες σχετικά με την προβλεπόμενη πρόοδο. Τα κράτη μέλη απαιτείται, έως τις 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους, να υποβάλλουν απογραφή των στοιχείων για τα δύο προηγούμενα έτη [3] και οιεσδήποτε τυχόν ενημερώσεις για τα προηγούμενα έτη (συμπεριλαμβανομένου του έτους αναφοράς 1990 [4]), καθώς και τις πλέον πρόσφατες προβλεπόμενες εκπομπές για τα έτη 2005, 2010, 2015 και 2020 [5]. Οιεσδήποτε ενημερώσεις των εθνικών προγραμμάτων, π.χ. νέα μέτρα πολιτικής, επιβάλλεται να αναφέρονται επίσης στην Επιτροπή έως τις 31 Δεκεμβρίου. Εάν δεν έχει προκύψει αλλαγή, αυτό πρέπει επίσης να κοινοποιείται επισήμως στην Επιτροπή. [3] Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να υποβάλλουν έκθεση των απογραφομένων ετησίως στοιχείων στην Επιτροπή έως τις 31 Δεκεμβρίου του έτους ν: για τις ανθρωπογενείς εκπομπές CO2 και τη δέσμευση CO2 από καταβόθρες για το έτος ν-1. για τις εκπομπές ανά πηγή και τη δέσμευση από καταβόθρες των άλλων αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, τα τελικά στοιχεία για το έτος ν-2 και τα προσωρινά στοιχεία για το έτος ν-1. [4] Έτος αναφοράς είναι το 1990 για όλες τις ουσίες εκτός των HFC, PFC, SF6, για τις οποίες ως έτος αναφοράς δύναται να επιλεγεί από το ενδιαφερόμενο μέρος το 1990 ή το 1995 [5] Η απόφαση 99/296/ΕΚ επιβάλλει την υποβολή εκθέσεων για τις προβλεπόμενες εκπομπές και απορροφήσεις για την περίοδο 2008 έως 2012 και, στο μέτρο του δυνατού, για το 2005. Ωστόσο, επιπλέον, οι "Κατευθυντήριες γραμμές για τη μεθοδολογία της αξιολόγησης της προόδου σχετικά με τους στόχους του πρωτοκόλλου του Κιότο και για την υποβολή εκθέσεων σε ό,τι αφορά τα εθνικά προγράμματα" του μηχανισμού παρακολούθησης απαιτούν την υποβολή εκθέσεων για τις προβλεπόμενες εκπομπές και δεσμεύσεις επίσης για τα έτη 2015 και 2020. Προκειμένου να διευκολυνθεί και να εναρμονιστεί η συλλογή, η αναφορά και η αξιολόγηση των στοιχείων, η επιτροπή παρακολούθησης, που έχει συγκροτηθεί δυνάμει της απόφασης 1999/296/EΚ του Συμβουλίου, συγκρότησε δύο ομάδες εργασίας. Οι εν λόγω ομάδες εργασίας ανέπτυξαν δέσμη κατευθυντήριων γραμμών [6], που καλύπτουν τόσο τη συλλογή, όσο και την αξιολόγηση των απογραφικών στοιχείων εκπομπής και των εθνικών προγραμμάτων. Η επιτροπή παρακολούθησης ενέκρινε τις κατευθυντήριες γραμμές την 1η Σεπτεμβρίου 2000. Τα στοιχεία που διαβίβασαν τα κράτη μέλη για την παρούσα έκθεση περιλαμβάνουν ήδη πολλά από τα στοιχεία των κατευθυντήριων γραμμών, αν και συχνά σε περιορισμένη κλίμακα. [6] Κατευθυντήριες γραμμές: Μέρος 1: Κατευθυντήριες γραμμές για τις ετήσιες απογραφές των κρατών μελών και της ΕΚ. Μέρος 2: Μεθοδολογία για την αξιολόγηση της διαδικασίας και για τα περιεχόμενα των Εθνικών Προγραμμάτων, Βρυξέλλες, 1 Σεπτεμβρίου 2000 3.2. Στόχος της παρούσας έκθεσης Η παρούσα έκθεση συνοψίζει τα αποτελέσματα της διαδικασίας αξιολόγησης βάσει του μηχανισμού παρακολούθησης της ΕΚ και αποτιμά την επιτευχθείσα και την προβλεπόμενη πρόοδο των κρατών μελών όσον αφορά στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Κοινότητας δυνάμει της UNFCCC και του πρωτοκόλλου του Κιότο. Βάσει του άρθρου 4 της UNFCCC, που εγκρίθηκε στο Ρίο Ιανέιρο τον Ιούνιο του 1992, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα συμφώνησε να εγκρίνει πολιτικές και μέτρα με στόχο να περιοριστούν οι ανθρωπογενείς εκπομπές CO2 και οι εκπομπές άλλων αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενου του θερμοκηπίου, χωριστά ή από κοινού στα επίπεδα του 1990, έως το έτος 2000. Κατά την τρίτη διάσκεψη των συμβαλλομένων μερών (COP3) της UNFCCC, που πραγματοποιήθηκε στο Κιότο τον Δεκέμβριο του 1997, τα συμβαλλόμενα μέρη ενέκριναν το πρωτόκολλο του Κιότο που επισυνάφθηκε στην UNFCCC και καθορίζει διάφορους δεσμευτικούς στόχους όσον αφορά στις εκπομπές για ορισμένα εκ των συμβαλλομένων μερών, συμπεριλαμβανομένης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΚ). Βάσει της απόφασης αυτής, η ΕΚ συμφώνησε να περιορίσει τις εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά 8% έως το 2008-2012, συγκριτικά προς τα επίπεδα του 1990. Οι κανόνες εφαρμογής για το πρωτόκολλο του Κιότο συμφωνήθηκαν κατά την έκτη διάσκεψη των συμβαλλομένων μερών στη Βόννη τον Ιούλιο του 2001 ("Συμφωνία της Βόννης") και η ΕΕ και τα κράτη μέλη ετοιμάζονται τώρα για την κύρωση. Ο συνολικός αυτός στόχος της μείωσης κατά 8% κατανεμήθηκε εν συνεχεία διαφοροποιημένα στα επιμέρους κράτη, βάσει του μηχανισμού επιμερισμού του φορτίου για την ΕΕ, όπως αυτός ενεκρίθη από το Συμβούλιο των Υπουργών τον Ιούνιο του 1998. Οι εγκεκριμένοι στόχοι συνοψίζονται στον κάτωθι πίνακα 3.2.1. Πίνακας 3.2.1 Οι δεσμεύσεις των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 4 του πρωτοκόλλου του Κιότο, όπως εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο των Υπουργών (επιμερισμός του φορτίου στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ιούνιος 1998) Κράτος μέλος // Δέσμευση (επί τοις % μεταβολή των εκπομπών των έξι GHG για την περίοδο 2008 - 2012 συγκριτικά προς τα επίπεδα του 1990, το οποίο λογίζεται ως έτος αναφοράς) Αυστρία // -13 Βέλγιο // -7,5 Γαλλία // 0 Γερμανία // -21 Δανία [7] // -21 [7] Σε ό,τι αφορά τη συμφωνία, η Δανία έκανε την ακόλουθη δήλωση: "Η Δανία είναι σε θέση να μειώσει τις εκπομπές της κατά 17% την πρώτη περίοδο δέσμευσης σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, τα οποία ανέρχονταν σε 80 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμων διορθωμένου CO2 μέσω εθνικών πολιτικών και μέτρων και υφισταμένων μέτρων που εγκρίθηκαν από την Κοινότητα. Καθιστώντας νομική δέσμευση τη μείωση της τάξεως του 21%, όπως ορίζεται στην συμφωνία, η Δανία έχει αναλάβει την περαιτέρω επεξεργασία και έγκριση κοινών και συντονισμένων πολιτικών και μέτρων (CCPMS) πριν από την κύρωση του πρωτοκόλλου του Κιότο". Ελλάδα // +25 Ηνωμένο Βασίλειο // -12,5 Ιρλανδία // +13 Ισπανία // +15 Ιταλία // -6,5 Κάτω Χώρες // -6 Λουξεμβούργο // -28 Πορτογαλία // +27 Σουηδία // +4 Φινλανδία // 0 Η αξιολόγηση της προόδου για την επίτευξη των στόχων αυτών έχει δύο κύρια συστατικά στοιχεία: * Αξιολόγηση της επιτευχθείσας προόδου Η αξιολόγηση της επιτευχθείσας προόδου βασίζεται στις απογραφές των εκπομπών από πλευράς των κρατών μελών και της Κοινότητας και περιλαμβάνει τη σύγκριση των απογραφών που επιχειρήθηκαν κατά το έτος αναφοράς προς τις πλέον πρόσφατες διαθέσιμες απογραφές, προκειμένου να διαπιστωθούν οι υφιστάμενες τάσεις των εκπομπών, ενώ παράλληλα επιχειρείται σύγκριση προς τους στόχους εκπομπής σε επίπεδο κρατών μελών και Κοινότητας. [8] [8] Οι πληροφορίες βασίζονται στην έκθεση του ΕΟΠ "Τάσεις των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενου του θερμοκηπίου στην ΕΕ και τα κράτη μέλη 1990-1999" ("EC and Member States Greenhouse Gas Emission Trends 1990-1999", ΕΟΠ, 2001). Τα στοιχεία δεν περιλαμβάνουν τις εκπομπές και τις δεσμεύσεις από την αλλαγή χρήσης της γης και τη δασοκομία (LUCF). * Αξιολόγηση της προβλεπομένης προόδου Η προβλεπόμενη πρόοδος αξιολογείται μέσω της συλλογής και της αξιολόγησης εγκεκριμένων και περαιτέρω (προγραμματισμένων ή υπό εξέταση) πολιτικών και μέτρων τόσο σε εθνικό, όσο και σε κοινοτικό επίπεδο. Η αξιολόγηση αυτή βασίζεται στις προβλέψεις εκπομπών των κρατών μελών και της Κοινότητας. Περιλαμβάνει αξιολόγηση της συνέπειας και της ορθότητας των εν λόγω προβλέψεων και συνοψίζει τις καθοριστικής σημασίας υποθέσεις εργασίας και παραμέτρους στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων. Η αξιολόγηση βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε έγγραφα που παρέχουν τα κράτη μέλη. Σε αυτά περιλαμβάνονται έγγραφα τα οποία εκπονούνται ειδικά προς υποβολή στο πλαίσιο του μηχανισμού παρακολούθησης και άλλα έγγραφα, όπως οι εθνικές στρατηγικές για την αλλαγή του κλίματος και οι εθνικές ανακοινώσεις προς την UNFCCC. Κατά την αξιολόγηση των προβλεπόμενων προόδων, λαμβάνονται επίσης υπόψη τα αποτελέσματα των προβλέψεων που έχουν διατυπωθεί για ολόκληρη την Κοινότητα σε ό,τι αφορά τις εκπομπές των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Τα κεφάλαια που ακολουθούν στην παρούσα έκθεση αξιολογούν τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων. Αυτό επιχειρείται με τη σύγκριση των πλέον πρόσφατων πληροφοριών που διατίθενται από τα κράτη μέλη προς τις απαιτήσεις που προβλέπει ο μηχανισμός παρακολούθησης και τις κατευθυντήριες γραμμές για την υποβολή εκθέσεων που εγκρίθηκαν από την επιτροπή μηχανισμού παρακολούθησης την 1η Σεπτεμβρίου 2000 (κεφάλαιο 4). Η έκθεση εν συνεχεία συνοψίζει τα αποτελέσματα της αξιολόγησης της ήδη επιτευχθείσας προόδου, βάσει των εργασιών που έφερε εις πέρας ο ΕΟΠ (κεφάλαιο 5), ενώ παράλληλα επιχειρείται αξιολόγηση της προβλεπομένης προόδου, βάσει των πληροφοριών που περιγράφονται ανωτέρω, εφόσον ήταν διαθέσιμες έως τον Ιούλιο του 2001 (κεφάλαιο 6). 4. Συμμόρφωση των κρατων μελων προσ τις υποχρεωσεις υποβολής εκθέσεων 4.1. Συμμόρφωση προς τα χρονοδιαγράμματα για την υποβολή εκθέσεων Τα περισσότερα κράτη μέλη δεν συμμορφώνονται προς τα χρονοδιαγράμματα για την υποβολή εκθέσεων (31η Δεκεμβρίου εκάστου έτους) σύμφωνα με τον μηχανισμό παρακολούθησης. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όσον αφορά στην υποβολή εκθέσεων για την προβλεπόμενη πρόοδο. Τα περισσότερα κράτη μέλη είχαν υποβάλλει εκθέσεις για τις απογραφές του 1999 έως τον Απρίλιο του 2001, ενώ στοιχεία για τις εθνικές πολιτικές και τα εθνικά μέτρα υποβλήθηκαν και μετά την ημερομηνία αυτή. 4.2. Συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων σχετικά με την επιτευχθείσα πρόοδο [9] [9] Οι πληροφορίες του παρόντος τμήματος ελήφθησαν από την "Ετήσια Απογραφή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με τα αέρια που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου για την περίοδο 1990-1999, Μάιος 2001", που εκπόνησε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος και το Ευρωπαϊκό Θεματικό Κέντρο για την Ατμόσφαιρα και την Αλλαγή του Κλίματος και την έκθεση του ΕΟΠ "Τάσεις των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενου του θερμοκηπίου στην ΕΕ και τα κράτη μέλη 1990-1999" (ΕΟΠ, 2001). 4.2.1. Απογραφές των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου Η αξιολόγηση της επιτευχθείσας προόδου εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα των αντίστοιχων εθνικών απογραφών, από τις οποίες συντίθεται η πλήρης απογραφή για την ΕΕ, ώστε να καλύπτονται και τα 15 κράτη μέλη. Έως την 1η Απριλίου 2001, σχεδόν όλα τα κράτη μέλη (εκτός από το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο) είχαν διαβιβάσει στοιχεία για το 1999. Κάνοντας χρήση μιας διαδικασίας πλήρωσης κενού στοιχείων για το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπόρεσε να πραγματοποιήσει πλήρη απογραφή για τις εκπομπές CO2, CH4 και N2O για ολόκληρη την περίοδο 1990 - 1999. Τα στοιχεία διαβιβάστηκαν σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της διακυβερνητικής ομάδας για την αλλαγή του κλίματος (IPCC) του 1996 και, για τα περισσότερα κράτη μέλη, σύμφωνα με τα άρτι καθιερωθέντα κοινά πρότυπα υποβολής εκθέσεων (CRF) που ενέκρινε η 5η διάσκεψη των μελών (COP 5) το 1999. Πρέπει να αποφεύγεται κάθε κενό στοιχείων, προκειμένου να καταρτίζονται πλήρως συνεπείς απογραφές, και απαιτείται περαιτέρω πρόοδος για να επιτευχθεί αυτό. 4.2.2. Κενά στοιχείων σε ό,τι αφορά τα CO2, CH4 και N2O Σε ό,τι αφορά τις εκπομπές CO2, CH4 και N2O χρησιμοποιήθηκε διαδικασία πλήρωσης των κενών στοιχείων για το Λουξεμβούργο (1991-1993, 1999) και το Βέλγιο (1999) [10]. [10] Κατά τη διαδικασία για την πλήρωση των κενών των δεδομένων, ως πρώτοι υπολογισμοί θεωρήθηκαν οι εκπομπές που είχαν αναφερθεί για το προηγούμενο έτος. Ωστόσο, για τις εκπομπές CO2 από την καύση ορυκτών καυσίμων, χρησιμοποιήθηκαν οι πλέον πρόσφατοι υπολογισμοί που ανέφεραν τα κράτη μέλη, σε συνδυασμό με τις πληροφορίες σχετικά με τις παρατηρούμενες τάσεις για τα πρόσφατα έτη, βάσει των τελευταίων υπολογισμών που πραγματοποιήθηκαν για τις εκπομπές CO2 που οφείλονται στα ορυκτά καύσιμα από τη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Τον Ιούνιο του 2001, το Βέλγιο υπέβαλε στοιχεία για το 1998 και το 1999, από τα οποία προκύπτει ότι οι εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου του Βελγίου κατά το 1998 και το 1999, όπως συγκεντρώθηκαν στην απογραφή της ΕΕ, είχαν υποεκτιμηθεί σε κάποιο βαθμό. Μετά την προθεσμία της 1ης Απριλίου, το Λουξεμβούργο υπέβαλε στοιχεία για το 1999, αλλά ακόμη εκκρεμούν τα στοιχεία για την περίοδο 1991-1993. Από τα στοιχεία που υπέβαλε το Λουξεμβούργο, προκύπτει ότι οι εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενου του θερμοκηπίου του Λουξεμβούργου, όπως συγκεντρώθηκαν στην απογραφή της ΕΕ, είναι ελαφρώς υπερεκτιμημένες. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του μηχανισμού παρακολούθησης (όπως συμφωνήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2000), τα πλέον πρόσφατα στοιχεία από το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο θα περιληφθούν στην επόμενη ετήσια απογραφή της ΕΕ των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί στις 15 Απριλίου 2002. 4.2.3. Κενά στοιχείων σε ό,τι αφορά τα φθοριούχα αέρια Τα κενά στοιχείων σε ό,τι αφορά τα φθοριούχα αέρια που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου (HFC, PFC, SF6), όπως αυτά διαβιβάστηκαν από τα κράτη μέλη έως την 1η Απριλίου 2001, είναι σημαντικά μικρότερα σε σχέση με τα προηγούμενα έτη. Μόνο για την Ιρλανδία και το Λουξεμβούργο δεν υπήρχαν στοιχεία έως τον Απρίλιο του 2001. Για το Βέλγιο, χρειάστηκε να χρησιμοποιηθεί μια διαδικασία πλήρωσης των κενών στοιχείων για τα ελλείποντα έτη9. 4.2.4. Κενά στοιχείων σε ό,τι αφορά τη μεταβολή της χρήσης γης και τη δασοκομία (LUCF) Τα στοιχεία σχετικά με τις εκπομπές CO2, CH4 και N2O που χρησιμοποιήθηκαν στην παρούσα έκθεση δεν καλύπτουν τις εκπομπές και τις απορροφήσεις λόγω της μεταβολής χρήσης γης και της δασοκομίας. Η συμφωνία για τις εκκρεμούσες αποφάσεις σχετικά με τη μεθοδολογία όσον αφορά στις διεργασίες απορρόφησης του CO2, βάσει του πρωτοκόλλου του Κιότο, επιτεύχθηκε πολύ πρόσφατα (πολιτική απόφαση στην επανάληψη της COP 6, Βόννη, Ιούλιος 2001, η οποία θα επιβεβαιωθεί επισήμως στην COP7, στο Μαρακές). Οι απαιτήσεις για την υποβολή εκθέσεων για τις διεργασίες απορρόφησης βρίσκονται σήμερα υπό επεξεργασία από το IPCC, ωστόσο θα είναι διαθέσιμες αργότερα. Ως εκ τούτου, δεν είναι διαθέσιμα για την παρούσα έκθεση τα στοιχεία για τις διεργασίες απορρόφησης άνθρακα. 4.3. Συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων σχετικά με την προβλεπόμενη πρόοδο 4.3.1. Απογραφές εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου Η αξιολόγηση της προβλεπομένης προόδου απαιτεί πληροφορίες σχετικά με όλες τις πολιτικές και τα μέτρα που τελούν υπό εξέταση, καθώς και σχετικά με τις προβλέψεις των εκπομπών από πλευράς κρατών μελών. Οι υπό εξέταση πολιτικές και μέτρα περιλαμβάνουν τις ήδη υφιστάμενες (ήτοι τις ευρισκόμενες στο στάδιο της εφαρμογής) και τις συμπληρωματικές προς αυτές (ήτοι τις προβλεπόμενες για μελλοντική υλοποίηση). Οι προβλέψεις περιλαμβάνουν εκτιμήσεις των επιπτώσεων της μείωσης των εκπομπών λόγω των ήδη υφιστάμενων μέτρων (υπόθεση εργασίας υπό τις ήδη επικρατούσες συνθήκες), καθώς και προβλέψεις σχετικά με τις επιπτώσεις των συμπληρωματικών μέτρων. Για τα περισσότερα κράτη μέλη, παρασχέθηκαν ελάχιστες πρόσθετες πληροφορίες κατά τη διάρκεια του 2001 και η ποιότητα της υποβολής εκθέσεων δεν σημείωσε αξιοσημείωτη βελτίωση σε σχέση με την πρώτη έκθεση προόδου. Για ορισμένα κράτη μέλη, οι πληροφορίες που είχαν παρασχεθεί κατά τη διάρκεια του 2000 ήταν ήδη σχετικά πλήρεις (παραδείγματος χάρη, από εκείνα τα κράτη μέλη με στρατηγικές για την αλλαγή του κλίματος). Ως εκ τούτου, η έλλειψη πρόσθετων πληροφοριών πιθανώς σχετίζεται με την έλλειψη νέων στοιχείων που θα μπορούσαν να προστεθούν στην έκθεση. Για τη βελτίωση της κατάστασης, καθώς και τη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών και της σύγκρισης μεταξύ των προβλέψεων, απεστάλη ερωτηματολόγιο στα κράτη μέλη. Στόχος του ερωτηματολογίου ήταν η συλλογή πληροφοριών σχετικά με τη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για τις προβλέψεις. Οι πρόσθετες πληροφορίες που συλλέχθηκαν ήταν περιορισμένες για τα περισσότερα κράτη μέλη. Δέκα κράτη μέλη περιέλαβαν στις απαντήσεις τους κάποιες πρόσθετες πληροφορίες, πέντε κράτη μέλη (Ισπανία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο και Αυστρία [11]) δεν επέστρεψαν το ερωτηματολόγιο. [11] Η Αυστρία αναπτύσσει νέες προβλέψεις για την 3η Εθνική Ανακοίνωσή της και παρείχε κάποιες πληροφορίες σχετικά με αυτές τις προβλέψεις στον μηχανισμό παρακολούθησης. 4.3.2. Πολιτικές και μέτρα * Η Φινλανδία και η Ιρλανδία έχουν καταρτίσει εθνικές στρατηγικές για την αλλαγή του κλίματος, αφότου υπέβαλαν την πρώτη έκθεση προόδου, και η υποβολή εκθέσεων για τις πολιτικές και τα μέτρα τους έχει βελτιωθεί. * Η Ισπανία, η Ελλάδα, η Σουηδία και η Ιταλία έχουν παράσχει πρόσθετες πληροφορίες μετά την υποβολή της πρώτης έκθεσης προόδου. Στην περίπτωση της Ισπανίας και της Ελλάδας, αυτές οι πληροφορίες είναι περιορισμένες και δεν βελτιώνουν την ποιότητα της υποβολής εκθέσεών τους σε σύγκριση με το 2000. * Οι περισσότερες χώρες παρέχουν επαρκή στοιχεία σε ό,τι αφορά τους στόχους των πολιτικών και των μέτρων, καθώς και το στάδιο υλοποίησής τους. * Η ποσοτικοποίηση (σε ό,τι αφορά τις εξοικονομήσεις εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου σε εκατομμύρια τόνους) των πολιτικών και των μέτρων (συμπεριλαμβανομένων των υφισταμένων μέτρων, καθώς και των πρόσθετων μέτρων) είναι λίαν περιορισμένη για τα περισσότερα από τα κράτη μέλη. Η παρατήρηση αυτή ισχύει και για τις πληροφορίες σχετικά με το κόστος συμμόρφωσης που σχετίζεται με τις εν λόγω πολιτικές και μέτρα. 4.3.3. Προβλέψεις * Διαφέρουν σημαντικά οι πηγές πληροφοριών σχετικά με τις προβλέψεις: τα εθνικά προγράμματα για την αλλαγή του κλίματος αποτελούν την πληρέστερη δέσμη ληφθέντων στοιχείων και είναι διαθέσιμα για εννέα κράτη μέλη (Αυστρία, Γαλλία, Γερμανία, Δανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία, Κάτω Χώρες, Λουξεμβούργο, Φινλανδία). Έως τον Νοέμβριο του 2001, όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταρτίσουν την 3η εθνική ανακοίνωση δυνάμει του UNFCCC, η οποία θα μπορέσει να συμπεριληφθεί στην έκθεση προόδου του επόμενου έτους και αναμένεται ότι πολλά κράτη μέλη θα παρουσιάσουν νέες προβλέψεις σε αυτή την ανακοίνωση. * Δύο ακόμη κράτη μέλη (Φινλανδία και Ιρλανδία) παρέχουν ποσοτικοποίηση των επιπλέον μέτρων, σε σύγκριση με την πρώτη έκθεση προόδου. * Ορισμένα κράτη μέλη έχουν παράσχει πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τις παραμέτρους και τις πρότυπες υποθέσεις εργασίας που χρησιμοποιήθηκαν για τις προβλέψεις στις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο. Ωστόσο, θα απαιτηθεί σημαντική προσπάθεια ώστε να αποκτηθούν επαρκείς πληροφορίες για τη σύγκριση διαφόρων προβλέψεων. * Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για την υποβολή εκθέσεων FCCC/CP/1999/L.3/Add.1, παράγραφος 35) τα συμβαλλόμενα μέρη οφείλουν να παρουσιάζουν προβλέψεις κατά αέριο. Κάποιες χώρες παρείχαν ταξινόμηση των προβλέψεων κατά αέριο και κατά τομέα, αλλά, αντίθετα με τις απογραφές, δεν υπάρχει κάποια λεπτομερής κοινή μορφή για την υποβολή εκθέσεων ή κοινός ορισμός του τομέα. Αυτό καθιστά επίσης δυσχερή τη σύγκριση των προβλέψεων. Εν γένει, οι προβλέψεις θεωρείται ότι χαρακτηρίζονται από ελλιπή ποσοτικοποίηση των επιμέρους πολιτικών και μέτρων, όπως έχει ήδη αναφερθεί. Αυτό δημιουργεί ιδιαίτερο προβληματισμό, καθώς δυσχεραίνει την εκτίμηση της προβλεπομένης προόδου. 5. Αξιολόγηση της επιτευχθεισας προόδου 5.1. Εισαγωγή Σκοπός του παρόντος τμήματος είναι να συμβάλλει στην αξιολόγηση της προόδου της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της σε ό,τι αφορά την ανταπόκριση προς τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει για τη μείωση των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στο πλαίσιο της UNFCCC και του πρωτοκόλλου του Κιότο, βάσει πληροφοριών που συγκέντρωσε ο ΕΟΠ6. Στόχο αποτελεί η συνεπής και συγκρίσιμη αξιολόγηση της συμβολής εκάστου των κρατών μελών στην επίτευξη των στόχων σε σχέση με τα αέρια που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα συνολικά. Η ανάλυση δεν αποσκοπεί στην αξιολόγηση του κατά πόσον τα κράτη μέλη συμμορφώνονται προς τους στόχους τους, αλλά περισσότερο της συμβολής τους στις εκπομπές αερίων που οφείλονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα κατά το 1999. Η εκτίμηση της επιτευχθείσας προόδου πραγματοποιείται βάσει συγκρίσεων των στοιχείων σχετικά με τις εκπομπές αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά την περίοδο 1990-1999 στην ΕΚ και τα κράτη μέλη με δύο (υποθετικές) ευθύγραμμες πορείες για την επίτευξη των στόχων αυτών: (1) την πορεία στόχο της UNFCCC για το 2000. και (2) την πορεία στόχο του Κιότο για την περίοδο 2008-2012. Υπολογίζοντας τις αποκλίσεις από τις ως άνω πορείες στόχους κατά το 1999, επιτυγχάνεται η μέτρηση της ήδη επιτευχθείσας προόδου στην ΕΚ και τα κράτη μέλη της κατά το 1999. 5.2. Πρόοδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση 5.2.1. Πρόοδος σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης Οι συνολικές εκπομπές των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου μειώθηκαν κατά 4 % από το 1990 έως το 1999 (Σχήμα 5.2.1), αλλά οι τάσεις για τα διάφορα αέρια ποίκιλλαν σημαντικά. Η ανάληψη μιας ευθύγραμμης πορείας στόχου για την περίοδο από το 1990 έως το 2000 (για το CO2) και από το 1990 έως το 2010 (τα μέσα της περιόδου στόχου που προβλέπει το πρωτόκολλο του Κιότο) για όλα τα αέρια που αναφέρονται στο πρωτόκολλο του Κιότο, Σχήμα5.2.1 δείχνει ότι η ΕΕ, το 1999, ευθυγραμμίστηκε προς τις δύο πορείες στόχους (σε ό,τι αφορά τη σταθεροποίηση έως το 2000 και μια μείωση της τάξης του 8% έως την περίοδο 2008-2012). Σχήμα 5.2.1 Οι εκπομπές των αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου στην ΕΕ των 15 συγκριτικά με τους στόχους που έχουν θεσπιστεί για το 2000 και την περίοδο 2008-2012 (εξαιρουμένων των LUCF) >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Σημείωση: Η ευθύγραμμη πορεία στόχος δεν θεωρείται κατά προσέγγιση απεικόνιση των μελλοντικών τάσεων της ΕΕ σε ό,τι αφορά τις εκπομπές, αλλά χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση των εκπομπών των αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου στην ΕΕ κατά το 1999, συγκριτικά με τους στόχους της ΕΕ. Το 1999, οι συνολικές εκπομπές των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στην ΕΕ των 15 ανήλθαν σε 4.030 Mt ισοδυνάμων CO2, που ήταν 2% κάτω από τα επίπεδα του 1998 και 4% κάτω από τα επίπεδα του 1990. Οι σημαντικότεροι λόγοι για τις μειώσεις που σημειώθηκαν το 1999 σε σύγκριση με το 1998 ήταν η συνεχής αλλαγή καυσίμου - μετάβαση από τον άνθρακα στο φυσικό αέριο - στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, ένας σχετικά ήπιος χειμώνας και επομένως η μικρότερη ανάγκη για θέρμανση, και άπαξ μέτρα στη χημική βιομηχανία. Οι τάσεις για τα διαφορετικά αέρια ποίκιλλαν σημαντικά. Το Σχήμα 5.2.2 δείχνει ότι η συμμετοχή του CO2 και των φθοριούχων αερίων στις συνολικές εκπομπές των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου αυξήθηκε, ενώ η σημασία του CH4 και του N2O μειώθηκε. Το CO2 είναι, με μεγάλη διαφορά, το αέριο που ευθύνεται περισσότερο για το φαινόμενο του θερμοκηπίου, αποτελώντας το 81% του συνόλου των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου το 1999. Όμως, οι εκπομπές το 1999 ήταν ελαφρώς κάτω από τα επίπεδα του 1990 (-1,6 %). Οι μεγάλες αυξήσεις εκπομπών CO2 από τις μεταφορές αντισταθμίστηκαν από μειώσεις στην καύση ορυκτών καυσίμων στους κλάδους της ενέργειας και της βιομηχανίας. Οι εκπομπές CH4 ανέρχονται στο 9% των συνολικών εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στην ΕΚ και μειώθηκαν κατά 17% από το 1990 έως το 1999. Οι βασικοί λόγοι για τη μείωση των εκπομπών του CH4 ήταν οι μειώσεις της διάθεσης στερεών αποβλήτων στην ξηρά, η παρακμή του τομέα εξόρυξης άνθρακος και οι πτωτικοί αριθμοί των βοοειδών. Οι εκπομπές N2O μειώθηκαν κατά 14% και ευθύνονται για το 8% του συνόλου των εκπομπών των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ο βασικός λόγος των περικοπών των εκπομπών N2O ήταν τα μέτρα μείωσης στη χημική βιομηχανία (παραγωγή αδιπικού οξέος) κατά τα τελευταία έτη. Οι εκπομπές φθοριούχων αερίων δείχνουν αντίθετες τάσεις: παρότι οι εκπομπές HFC και SF6 αυξήθηκαν απότομα από το 1990 έως το 1999 (+66% και +34% αντίστοιχα), οι εκπομπές PFC μειώθηκαν κατά 38%. Παρά την απότομη αύξηση των εκπομπών των φθοριούχων αερίων από το 1992 (+31 %), τα αέρια αυτά αντιπροσωπεύουν μόνο το 2% των συνολικών εκπομπών αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η μείωση των εκπομπών των φθοριούχων αερίων κατά το 1999, συγκριτικά με το 1998, οφείλεται σε μεγάλες μειώσεις εκπομπών HFC στο Ηνωμένο Βασίλειο. Σχήμα 5.2.2. Οι εκπομπές των αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου ανάλογα με τα αέρια (εξαιρουμένων των LUCF ) >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Τα φθοριούχα αέρια περιλαμβάνουν εκπομπές HFC, PFC και SF6. Πηγή: ΕΟΠ (2001) Τα κύρια αίτια: Το 1999, η ουσιαστική αύξηση του ΑΕγχΠ ήταν της τάξης του 2,5% στην ΕΕ, η χρήση της ενέργειας αυξήθηκε κατά 0,9%, συγκριτικά με το 1998 (Σχήμα 5.2.3.). Αυτό συγκρίνεται με τις μειώσεις των εκπομπών αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά 2% και των εκπομπών CO2 κατά 1,4%. Επομένως, το 1999, οι εκπομπές αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου αποσυνδέθηκαν από την οικονομική ανάπτυξη και τη χρήση ενέργειας. Καθ' όλη την περίοδο από το 1990 έως το 1999, οι απόλυτες (συνολικές) εκπομπές αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου αποσυνδέθηκαν από την ανάπτυξη του ΑΕγχΠ κατά 24 μονάδες του δείκτη (επί τοις εκατό ποσοστό, βλέπε Σχήμα 5.2.3), και από τη χρήση ενέργειας κατά 14 μονάδες του δείκτη (επί τοις εκατό ποσοστό). Καθώς ο πληθυσμός της ΕΕ αυξήθηκε κατά 3,2% από το 1990 έως το 1999, οι κατά κεφαλήν εκπομπές αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου στην ΕΕ μειώθηκαν από 11,5 τόνους το 1990 σε 10,7 τόνους το 1999. Σχήμα 5.2.3 Οι εκπομπές αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου στην ΕΚ και τα κύρια αίτια (πραγματικό ΑΕγχΠ, βαθμοημέρες θέρμανσης [12], μικτή εσωτερική κατανάλωση ενέργειας, πληθυσμός) και κατά κεφαλήν εκπομπές αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου [12] Οι μεταβολές των θερμοκρασιών μπορούν να μετρηθούν χρησιμοποιώντας τις λεγόμενες βαθμοημέρες θέρμανσης. Οι βαθμοημέρες θέρμανσης είναι το άθροισμα των διαφορών θερμοκρασίας μεταξύ μιας ορισμένης σταθερής εσωτερικής θερμοκρασίας και του ημερήσιου μέσου όρου της εξωτερικής θερμοκρασίας. Επομένως, ο χαμηλότερος μέσος όρος εξωτερικών θερμοκρασιών οδηγεί σε υψηλότερες βαθμοημέρες θέρμανσης. >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Πηγή: ΕΟΠ (2001) και Eurostat Τομεακή ανάλυση: Προκειμένου να γίνει λεπτομερέστερη ανάλυση των τομεακών τάσεων των αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου και εστίαση στις πλέον σημαντικές πηγές, οι δείκτες των βασικών πηγών προσδιορίζονται βάσει της μεθόδου Tier 1 της IPCC [13]. Ο στόχος της ανάλυσης των βασικών πηγών είναι ο προσδιορισμός των κατηγοριών των πηγών που καλύπτουν το 95% των GHG ή/και δείχνουν τις ουσιαστικές αλλαγές στις εκπομπές από το 1990 έως το 1999. Ως ένα πρώτο βήμα, έχουν προσδιοριστεί 14 κατηγορίες βασικών πηγών που καλύπτουν το 95% των εκπομπών GHG στην ΕΚ. Σε ένα δεύτερο στάδιο, προστέθηκαν τέσσερις κατηγορίες, λόγω της αξιοσημείωτης επίδοσης που παρουσίαζαν. Επομένως, στην ανάλυση προσδιορίστηκαν 18 κατηγορίες βασικών πηγών για την ΕΕ που κάλυπταν το 96% του συνόλου των εκπομπών GHG στην ΕΚ. [13] Η μέθοδος Tier 1 της IPCC είναι μια βασική προσέγγιση, προκειμένου να επισημανθούν κατηγορίες βασικών πηγών, ήτοι κατηγορίες πηγών που επηρεάζουν σημαντικά την απογραφή των συνολικών εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου μιας χώρας, από την άποψη του απολύτου επιπέδου εκπομπών, των τάσεων που παρουσιάζουν οι εκπομπές ή και τα δύο. (βλέπε κεφάλαιο 7 του εγγράφου IPCC (2000) Good Practice Guidance and Uncertainty Management in National Greenhouse Gas Inventories. Intergovernmental Panel on Climate Change). Οι τάσεις των εκπομπών των κατηγοριών βασικών πηγών ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό. Το Σχήμα 5.2.4 δείχνει την κατάταξη των κατηγοριών βασικών πηγών σύμφωνα με τις απόλυτες μεταβολές που σημειώθηκαν από το 1990 έως το 1999. Σχήμα 5.2.4: Απόλυτες τάσεις εκπομπών GHG κατά την περίοδο 1990-1999 στις κατηγορίες βασικών πηγών της ΕΚ (εκατομμύρια τόνοι ισοδύναμων CO2) >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Πηγή: ΕΟΠ (2001) Τομείς που παρουσιάζουν αυξήσεις εκπομπών: Οι εκπομπές CO2 από τις μεταφορές είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή εκπομπών των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στην ΕΕ, καθώς ευθύνονται για το 20,5% των συνολικών εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά το 1999. Επίσης, έχουν αυξηθεί ραγδαία οι εκπομπές CO2 του τομέα των μεταφορών: από το 1990 έως το 1999, οι εκπομπές αυξήθηκαν κατά 18 % ή κατά 127 εκατομμύρια τόνους στην ΕΕ των 15 (κυρίως εκπομπές CO2, αλλά και N2O). Στις εκπομπές του τομέα των μεταφορών περιλαμβάνονται εκπομπές από καύση ορυκτών καυσίμων στις οδικές μεταφορές, την εθνική πολιτική αεροπορία, το σιδηροδρομικό δίκτυο, την εθνική ναυτιλία, και από άλλα είδη μεταφορών. Ο βασικός λόγος για τη μεγάλη αύξηση των εκπομπών CO2 από τις μεταφορές είναι η αύξηση του όγκου οδικών μεταφορών και - σε σχέση με αυτό - η αυξανόμενη κατανάλωση καυσίμων κίνησης. Αυτό συμβαίνει σε όλα σχεδόν τα κράτη μέλη, αλλά ιδιαίτερα στην Ιρλανδία, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, στην Ελλάδα, στην Αυστρία και στο Λουξεμβούργο. Οι αυξήσεις των εκπομπών N2O από τις μεταφορές οφείλονται κυρίως στην αυξημένη χρήση καταλυτών [14]. [14] Οι καταλύτες μειώνουν τους ατμοσφαιρικούς ρύπους, αλλά παράγουν N2O ως υποπροϊόν (λόγω χημικής αλληλεπίδρασης με το θείο στη βενζίνη). Στο μέλλον, οι βελτιωμένοι καταλύτες και τα καύσιμα με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο αναμένεται να μειώσουν αυτές τις εκπομπές N2O. Η δεύτερη κατηγορία βασικών πηγών με ουσιαστικά αυξανόμενες εκπομπές είναι οι εκπομπές HFC από τις βιομηχανικές διαδικασίες. Μερικοί HFC χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα των CFC που καταστρέφουν το όζον και οι οποίοι αποσύρθηκαν σταδιακά κατά τη δεκαετία του 1990. Τομείς που παρουσιάζουν μειώσεις εκπομπών: Οι μεγαλύτερες μειώσεις σε απόλυτους αριθμούς πραγματοποιήθηκαν στον ενεργειακό κλάδο (παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θέρμανσης), κυρίως λόγω των αλλαγών καυσίμων - μετάβαση από τον άνθρακα στο φυσικό αέριο - που έγιναν σε διάφορα κράτη μέλη και των βελτιώσεων αποδοτικότητας (κυρίως στη Γερμανία). Οι δεύτερες μεγαλύτερες μειώσεις ήταν οι μειώσεις N2O στη χημική βιομηχανία, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Γερμανία και στη Γαλλία, κυρίως λόγω των ειδικών μέτρων στην παραγωγή αδιπικού οξέος σε αυτές τις χώρες. Οι τρίτες μεγαλύτερες μειώσεις ήταν μειώσεις εκπομπών CO2 από καύση ορυκτών καυσίμων στον μεταποιητικό κλάδο, κυρίως λόγω της οικονομικής αναδιάρθρωσης και των βελτιώσεων της αποδοτικότητας στον μεταποιητικό κλάδο της Γερμανίας, μετά την επανένωση της Γερμανίας. Ουσιαστικές μειώσεις εκπομπών CH4 επιτεύχθηκαν από τη διάθεση στερεών αποβλήτων στην ξηρά (υγειονομική ταφή αποβλήτων) και συμπτωματικών εκπομπών από στερεά καύσιμα. Αυτές οι μειώσεις οφείλονται κυρίως στην εφαρμογή της οδηγίας για την υγειονομική ταφή αποβλήτων και της σχετικής νομοθεσίας, καθώς και στην παρακμή του τομέα εξόρυξης άνθρακος. Ο πίνακας 5.2.1 παρέχει περισσότερες ποσοτικές πληροφορίες όσον αφορά στην αύξηση ή τη μείωση των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου για διάφορους τομείς, όπως οι ενεργειακές βιομηχανίες. >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Πίνακας 5.2.1 Διακυμάνσεις των εκπομπών των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά την περίοδο 1990-1999 στην ΕΕ των 15 και τα κράτη μέλη ως ποσοστό Σημείωση (1): "-" σημαίνει ότι οι εκπομπές κατά το 1990 ήταν μηδενικές ή ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία. Σημείωση (2): Για τη Δανία και τις Κάτω Χώρες, τα στοιχεία που απεικονίζουν προσαρμογές προς τις διακυμάνσεις στην εμπορία ηλεκτρικής ενέργειας και τις μεταβολές των θερμοκρασιών αντίστοιχα δίδονται σε παρενθέσεις. 5.2.2. Πρόοδος σε επίπεδο κράτους μέλους Ο πίνακας 5.2.2 (βλέπε επίσης σχήμα 5.2.5) δείχνει τις τάσεις των εκπομπών των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και την απόσταση από τον δείκτη στόχο για τα κράτη μέλη. Ο δείκτης της απόστασης από τον στόχο (DTI) αποτελεί μονάδα μέτρησης της απόκλισης των πραγματικών εκπομπών κατά το 1999 από μια ευθύγραμμη πορεία προς τον στόχο (όπως εξετάστηκε στο Τμήμα 5.1). Εννέα κράτη μέλη μείωσαν τις εκπομπές τους συγκριτικά με το 1998, αλλά το 1999 μόνο πέντε κράτη μέλη ήταν κάτω από τα επίπεδα του έτους αναφοράς. Η συνολική τάση των εκπομπών των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στην ΕΚ διέπεται από τους δύο μεγαλύτερους παραγωγούς εκπομπών, τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, που ευθύνονται για το 40% περίπου των εκπομπών των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στην ΕΕ. Αυτά τα δύο κράτη μέλη πραγματοποίησαν συνολικές μειώσεις εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου της τάξης των 330 εκατομμυρίων τόνων ισοδυνάμων CO2 (συγκριτικά με το 1990). Οι βασικοί λόγοι για την ευνοϊκή τάση στη Γερμανία είναι η αύξηση της αποδοτικότητας στη γερμανική παραγωγή θερμικής ηλεκτρικής ενέργειας και η οικονομική αναδιάρθρωση στα πέντε νέα ομοσπονδιακά κράτη μετά την επανένωση της Γερμανίας. Άρα, οι εκπομπές CO2 της Γερμανίας από τον ενεργειακό και τον μεταποιητικό κλάδο μειώθηκαν κατά 83 και 57 εκατομμύρια τόνους αντιστοίχως, από το 1990 έως το 1999. Η μείωση των εκπομπών GHG στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν πρωτίστως απόρροια της ελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας και των επακόλουθων αλλαγών των καυσίμων, μετάβαση από τον άνθρακα στο φυσικό αέριο, που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι εκπομπές CO2 από τις βιομηχανίες ενέργειας μειώθηκαν κατά 49 εκατομμύρια τόνους από το 1990 έως το 1999. Επιπλέον, ουσιαστικές μειώσεις εκπομπών N2O επιτεύχθηκαν στη χημική βιομηχανία (-26 εκατομμύρια τόνοι ισοδύναμων CO2). Μια πρόσφατη μελέτη [15] ανέλυσε ακριβώς το ζήτημα σχετικά με το ποια θα ήταν η απόδοση ως προς τη μείωση των GHG και των δύο κρατών (Γερμανία και Ηνωμένο Βασίλειο), εάν οι εν λόγω χώρες δεν είχαν αυτές τις άπαξ μειώσεις. Ένα διαφορετικό σύνολο περιβαλλοντικών πολιτικών, οι οποίες θεσπίζονταν προοδευτικά κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας και στις δύο χώρες, είχε σημαντική επίπτωση και ευθύνεται για το 50% τουλάχιστον της μείωσης των εκπομπών από το 1990. Οι μειώσεις των εκπομπών, λόγω των ειδικών συνθηκών σε αυτές τις δύο χώρες, αντιπροσωπεύουν περίπου το 34% [16] των μειώσεων στην ΕΕ από το 1990. [15] Μειώσεις των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στη Γερμανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο - Σύμπτωση ή απόρροια πολιτικής; Μια ανάλυση για την διεθνή κλιματική πολιτική (Fraunhofer Institut fόr Systemtechnik und Innovationsforschung (ISI), Science Policy and Technology Policy Research (SPRU) Deutsches Institut fόr Wirtschaftsforschung (DIW) Καρλσρούη, Μπράιτον, Βερολίνο. Ιούνιος 2001) [16] Εκτίμηση εργασίας βασιζόμενη σε στοιχεία από την προαναφερθείσα μελέτη Ο τρίτος και ο τέταρτος μεγαλύτερος παραγωγός εκπομπών, η Γαλλία (14 %) και η Ιταλία (13 %), εμφανίζουν αντίθετες τάσεις. Ενώ η Γαλλία το 1999 ήταν ελαφρώς κάτω από τα επίπεδα του 1990, οι εκπομπές GHG της Ιταλίας ήταν υψηλότερες το 1999 συγκριτικά με το 1990. Στη Γαλλία, σημειώθηκαν μειώσεις μεγάλης κλίμακας στις εκπομπές N2O από τη χημική βιομηχανία, αλλά οι εκπομπές CO2 από τις μεταφορές αυξήθηκαν σημαντικά. Οι ιταλικές εκπομπές GHG αυξήθηκαν από το 1990 έως το 1999, κυρίως στον τομέα των μεταφορών και στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Η Ισπανία, ως ο πέμπτος μεγαλύτερος παραγωγός εκπομπών στην ΕΕ, ευθύνεται για το 9% των συνολικών εκπομπών GHG στην ΕΚ και αύξησε τις εκπομπές της κατά περισσότερο από 20%, από το 1990 έως το 1999. Οι βασικές πηγές που συνέβαλαν στην αύξηση είναι οι ίδιες με εκείνες στην Ιταλία, δηλαδή οι μεταφορές και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Κατά το 1999, η Γερμανία, το Λουξεμβούργο και το Ηνωμένο Βασίλειο πέτυχαν επιδόσεις χαμηλότερες των ελαχίστων που προβλέπουν οι πορείες στόχοι του Κιότο. Η Γαλλία, η Φινλανδία και η Σουηδία προσέγγισαν τις ευθύγραμμες πορείες στόχους που πρόβλεπε το Κιότο. Όλα τα άλλα κράτη μέλη υπερέβησαν κατά πολύ τις πορείες στόχους του Κιότο (η Δανία, η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία τις υπερέβησαν τουλάχιστον κατά 10 σημεία του δείκτη = επί τοις εκατό ποσοστό). [17] [17] Ο δανικός δείκτης της απόστασης από τον στόχο είναι 13,5 σημεία του δείκτη (ποσοστό) για τα μη προσαρμοσμένα στοιχεία και 4,9 σημεία του δείκτη (ποσοστό), εάν οι δανικές εκπομπές των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, όπως απαιτείται από τη Δανία, προσαρμοστούν λόγω εμπορίου της ηλεκτρικής ενέργειας κατά το 1990. Πίνακας 5.2.2 Οι εκπομπές των αερίων που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου σε ισοδύναμα CO2 (εξαιρουμένης της μεταβολής της χρήσης της γης και της δασοκομίας) και οι στόχοι του πρωτοκόλλου του Κιότο για την περίοδο 2008-2012 >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> 1) Για τα φθοριούχα αέρια, τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν επιλέξει έτος αναφοράς άλλο από το 1990 (συγκεκριμένα το 1995), όπως επιτρέπεται δυνάμει του πρωτοκόλλου του Κιότο. Ωστόσο, για την ανάλυση των τάσεων εκπομπών στην ΕΕ στην παρούσα έκθεση, έχουν χρησιμοποιηθεί τα στοιχεία για τις εκπομπές του 1990 για το έτος αναφοράς για όλα τα αέρια, για λόγους συνοχής. 2) Σε ό,τι αφορά τη Δανία, τα στοιχεία που απεικονίζουν τις προσαρμογές λόγω ανταλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας κατά το 1990 δίδονται σε παρενθέσεις. Αυτά τα στοιχεία χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση της προόδου που πραγματοποιείται προς τον εθνικό στόχο της Δανίας, σύμφωνα με τη συμφωνία επιμερισμού του φορτίου στην ΕΕ. Σε ό,τι αφορά το σύνολο της ΕΕ, έχουν χρησιμοποιηθεί μη προσαρμοσμένα στοιχεία των εκπομπών της Δανίας, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της UNFCCC σχετικά με την υποβολή εκθέσεων και την επισκόπηση που εγκρίθηκαν το 1999 στην απόφαση 3 που λήφθηκε στην πέμπτη διάσκεψη των συμβαλλομένων μερών ((FCCC/CP/1999/7) Πηγή: ΕΟΠ (2001) Η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και το Λουξεμβούργο πέτυχαν επιδόσεις χαμηλότερες των ελαχίστων που προβλέπουν οι στόχοι όσον αφορά στο CO2 για το 2000 (Πίνακας 5.2.3). Όλα τα άλλα κράτη μέλη υπερέβησαν κατά πολύ τις πορείες στόχους όσον αφορά στο CO2 για το 2000. Η Δανία, η Ιρλανδία, η Ισπανία και οι Κάτω Χώρες υπερέβησαν κατά 10 σημεία του δείκτη (ποσοστό) ή και περισσότερα τις πορείες στόχους για τις εκπομπές CO2 για το 1999. [18] Τέσσερα κράτη μέλη δεν έχουν στόχους για το CO2 για το 2000. [18] Η Δανία θα πλησιάσει την πορεία στόχο της σε ό,τι αφορά τις εκπομπές CO2 για το 2000 μόνον εάν εφαρμοστούν οι προσαρμογές προς την εμπορία ηλεκτρικής ενέργειας (που απαιτεί η Δανία). Για τα περισσότερα κράτη μέλη, οι εκπομπές CO2 μειώθηκαν από το 1998 έως το 1999, αλλά η γενική τάση είναι η αύξηση των εκπομπών συγκριτικά με το 1990. Πίνακας 5.2.3 Εκπομπές CO2 σε εκατομμύρια τόνους (εξαιρουμένων των LUCF) >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> 1) Βλέπε σημείωση 2 στον πίνακα 5.2.1 2) Σε ό,τι αφορά τις Κάτω Χώρες, τα στοιχεία που απεικονίζουν τις προσαρμογές λόγω μεταβολών της θερμοκρασίας κατά την περίοδο 1990-1999 δίδονται σε παρενθέσεις. Ο ολλανδικός εθνικός στόχος λαμβάνει υπόψη αυτές τις προσαρμογές. Πηγή: ΕΟΠ (2001) Ο πίνακας 5.2.4 παρουσιάζει τον βαθμό στον οποίο τα περισσότερα κράτη μέλη μείωσαν τις εκπομπές CH4 από το 1990 έως το 1999 (όπως υποδεικνύεται, λόγω της μικρότερης διάθεσης στερεών αποβλήτων στην ξηρά, της μειωμένης εξόρυξης άνθρακος και των πτωτικών αριθμών βοοειδών). Μόνο τα κράτη συνοχής (Ελλάδα, Ιρλανδία και Ισπανία) και η Ιταλία αύξησαν τις εκπομπές CH4. Και πάλι, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο πέτυχαν τις μεγαλύτερες μειώσεις σε απόλυτους αριθμούς (-70 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμων CO2) από το 1990 έως το 1999. Σε σχετικούς αριθμούς, η Φινλανδία, οι Κάτω Χώρες και η Αυστρία πέτυχαν ουσιαστικές περικοπές εκπομπών CH4 (εκτός από τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο), κυρίως στον τομέα των αποβλήτων (χώροι υγειονομικής ταφής αποβλήτων). Πίνακας 5.2.4 Εκπομπές CH4 και N2O σε εκατομμύρια τόνους ισοδύναμων CO2 >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Πηγή: ΕΟΠ (2001) Η Ισπανία αύξησε τις εκπομπές CH4 κατά 30% από το 1990 έως το 1999 (+10 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμων CO2). οι εκπομπές CH4 από τη διάθεση στερεών αποβλήτων στην ξηρά αυξήθηκαν πάνω από τον μέσο όρο (+76 %). Στην Ελλάδα και την Ιταλία, οι αυξήσεις των εκπομπών CH4 του τομέα των αποβλήτων διαδραμάτισαν κυρίαρχο ρόλο, ενώ, στην Ιρλανδία, οι αυξημένες εκπομπές CH4 οφείλονταν κυρίως στη ζύμωση οργανικών αποβλήτων. Στα περισσότερα κράτη μέλη, οι εκπομπές N2O αυξήθηκαν από το 1990 έως το 1999, κυρίως στον τομέα των μεταφορών. Ο βασικός λόγος ήταν η αυξανόμενη ενσωμάτωση καταλυτών στα βενζινοκίνητα αυτοκίνητα. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις των εκπομπών N2O σε απόλυτες τιμές σημειώθηκαν στις Κάτω Χώρες και στην Ισπανία (+3 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμων CO2 έκαστη). Στις Κάτω Χώρες, οι εκπομπές αυξήθηκαν κυρίως στις χημικές βιομηχανίες και από τα γεωργικά εδάφη, ενώ οι εκπομπές N2O της Ισπανίας οφείλονταν κυρίως στις μεταφορές και στη διαχείριση της κόπρου. Οι μεγαλύτερες περικοπές εκπομπών N2O επιτεύχθηκαν στη Γερμανία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στη Γαλλία, κυρίως λόγω των μέτρων μείωσης των εκπομπών στον τομέα της παραγωγής αδιπικού οξέος. Η Δανία και η Φινλανδία κοινοποίησαν μειωμένες εκπομπές N2O, κυρίως στον γεωργικό τομέα (γεωργικά εδάφη). Οι εκπομπές φθοριούχων αερίων αυξήθηκαν σε όλα τα κράτη μέλη, εκτός από το Ηνωμένο Βασίλειο (πίνακας 5.2.5). Ο βασικός λόγος για τις ραγδαία αυξανόμενες εκπομπές φθοριούχων αερίων στην ΕΕ είναι η απόσυρση των ουσιών που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος, όπως οι χλωροφθοράνθρακες, σύμφωνα με το πρωτόκολλο του Μόντρεαλ και η αντικατάσταση αυτών των ουσιών με HFC (κυρίως στην ψύξη, στον κλιματισμό, στην παραγωγή αφρωδών προϊόντων και ως προωθητικά αερολυμάτων). Οι εκπομπές PFC παρατηρούνται κυρίως στην παραγωγή πρωτογενούς αλουμινίου και στην παραγωγή ημιαγωγών, αλλά έχουν μειωθεί από το 1990 έως το 1999 στα περισσότερα κράτη μέλη. Οι βασικές πηγές εκπομπών SF6, οι οποίες αυξήθηκαν στα περισσότερα κράτη μέλη, είναι η χύτευση και η παραγωγή πρωτογενούς και δευτερογενούς μαγνησίου και η παρασκευή και χρήση ηλεκτρικού πίνακα μόνωσης αερίου στον ενεργειακό τομέα. Πίνακας 5.2.5 Οι εκπομπές HFC, PFC και SF6 όπως κοινοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη μέχρι την 1η Απριλίου 2001 σε Gg (=χιλιάδες τόνοι) ισοδύναμων CO2 >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Σημείωση (1): Όσον αφορά το Βέλγιο, οι τιμές δίδονται με πλάγιους αριθμούς όπου οι υπολογισμοί εκπομπών έχουν ληφθεί από τον πιο πρόσφατο προηγούμενο χρόνο Πηγή: ΕΟΠ (2001) Πάνω από το 80 % των φθοριούχων αερίων στην ΕΕ εκπέμπεται από πέντε κράτη μέλη (Κάτω Χώρες, Γερμανία, Ισπανία, Γαλλία και Ηνωμένο Βασίλειο). Σημειώθηκαν μεγάλες αυξήσεις σε απόλυτους αριθμούς στην Ισπανία (+6 εκατομμύρια τόνοι ισοδύναμων CO2) και στις Κάτω Χώρες (+4 εκατομμύρια τόνοι ισοδύναμων CO2), ενώ μεγάλης κλίμακας μειώσεις επιτεύχθηκαν από το Ηνωμένο Βασίλειο (-6 εκατομμύρια τόνοι ισοδύναμων CO2), χάρη στα μέτρα μείωσης των εκπομπών στην παραγωγή HCFC κατά το 1999. Το σχήμα 5.2.5 συνοψίζει τα αποτελέσματα της σύγκρισης των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου των κρατών μελών προς τη γραμμική πορεία στόχο που έθεσαν για την περίοδο 2008-2012 [19]. [19] Ορισμένα κράτη μέλη έχουν τονίσει ότι, κατά τη διάρκεια της περιόδου δέσμευσης του Κιότο, μπορούν να χρησιμοποιηθούν όχι μόνο εγχώριες πολιτικές και εγχώρια μέτρα, αλλά και ένας ευέλικτος μηχανισμός, προκειμένου να εκπληρωθεί η δέσμευση. Σε ορισμένα κράτη μέλη, έχουν ήδη αρχίσει οι δραστηριότητες στο πλαίσιο των ευέλικτων μηχανισμών, αλλά δεν θα εμφανιστούν στις απογραφές των κρατών μελών. Σχήμα 5.2.5 Δείκτες απόστασης από τον στόχο (σε σημεία του δείκτη = επί τοις εκατό ποσοστό) για τους στόχους των κρατών μελών της ΕΕ που τέθηκαν στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου του Κιότο και του επιμερισμού του φορτίου στην ΕΕ [20] [20] Απόσταση από την πορεία στόχο σε ποσοστό, η πορεία στόχος είναι μια ευθεία γραμμή από το επίπεδο εκπομπών του έτους αναφοράς (1990) προς τα επίπεδα στόχους του 2010. τα αριθμητικά στοιχεία DTI σε ποσοστό (οι ράβδοι) δείχνουν τις αποκλίσεις μεταξύ αυτού που έπρεπε να είχε επιτευχθεί και αυτού που έχει επιτευχθεί, στο πλαίσιο της υπόθεσης ότι οι ποσοστιαίες μειώσεις των επιπέδων του 1990 θα γίνονται με ευθύγραμμο τρόπο. >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> 1) Ο δανικός DTI είναι 4,9 σημεία του δείκτη (ποσοστό επί τοις εκατό), σε περίπτωση που οι εκπομπές των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου της Δανίας προσαρμόζονται λόγω εμπορίου ηλεκτρικής ενέργειας κατά το 1990. Πηγή: ΕΟΠ (2001) 6. Αξιολόγηση της προβλεπομένης προόδου 6.1. Σύγκριση των προβλέψεων των κρατών μελών προς τα προβλεπόμενα από τη συμφωνία επιμερισμού του φορτίου στην ΕΕ Το παρόν τμήμα συγκρίνει τις πλέον πρόσφατες προβλέψεις "με μέτρα" των κρατών μελών για το έτος 2010 προς τις δεσμεύσεις για τον επιμερισμό του αντίστοιχου φορτίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η σύγκριση αυτή είναι χρήσιμη, διότι αποκαλύπτει το "χάσμα" μεταξύ του τι αναμένεται να προσφέρουν οι τρέχουσες πολιτικές και μέτρα, αφενός, και των δεσμεύσεων των κρατών μελών και της ΕΕ δυνάμει του πρωτοκόλλου του Κιότο, αφετέρου. Ωστόσο, επιβάλλεται να σημειωθεί ότι τα σενάρια "με μέτρα" για τα επιμέρους κράτη μέλη δεν είναι τις περισσότερες φορές συγκρίσιμα, επειδή διαφέρουν οι προθεσμίες για την συμπερίληψη των πολιτικών. Το κεφάλαιο 6.3 συγκρίνει τις προβλέψεις αυτές, όπως έχουν προπαρασκευαστεί από τα κράτη μέλη, με τα αποτελέσματα της πλέον πρόσφατης ανάλυσης των προβλέψεων για τις εκπομπές σε ολόκληρη την Κοινότητα. Ο πίνακας 6.1.1 συνοψίζει την υφιστάμενη κατάσταση, αναφέροντας τις δεσμεύσεις των επιμέρους κρατών μελών και τις πλέον πρόσφατες προβλέψεις "με μέτρα" για το 2010. Επίσης, εμφαίνεται η διαφορά μεταξύ των προβλέψεων "με υφιστάμενα μέτρα" και των δεσμεύσεων δυνάμει της συμφωνίας για τον επιμερισμό του φορτίου. Οι προβλέψεις των κρατών μελών αφήνουν να εννοηθεί ότι, για την ΕΕ στο σύνολό της, τα αέρια που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου θα σταθεροποιηθούν κατά προσέγγιση (-0,5%) στο επίπεδο του 1990 έως το 2010 με τα ήδη εφαρμοζόμενα μέτρα. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα απόκλιση της τάξης του 8% (πραγματικό αριθμητικό στοιχείο 7,5%) μεταξύ των επιπτώσεων των ήδη υφιστάμενων πολιτικών και μέτρων και του στόχου του Κιότο (318 Mt ισοδύναμων CO2 το 2010 σε απόλυτες τιμές). Αυτό συγκρίνει τις συνολικές προβλέψεις της πρώτης έκθεσης προόδου, σύμφωνα με τις οποίες αναμενόταν μείωση της τάξης του 1% στις εκπομπές και επομένως χάσμα της τάξης περίπου του 7% (πραγματικό αριθμητικό στοιχείο 6,6%) από τον στόχο του Κιότο. Ωστόσο, λεπτομερέστερη ανάλυση αποδεικνύει ότι η συμβολή των υφιστάμενων πολιτικών και μέτρων στους εθνικούς στόχους ποικίλλει σημαντικά ανάλογα με τα κράτη μέλη, απηχώντας τον διαφορετικό βαθμό ανάπτυξης των αντιστοίχων πολιτικών από πλευράς των κρατών. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στις συνολικές εξοικονομήσεις [21], με το Ηνωμένο Βασίλειο να αναμένεται να υπερκαλύψει τους στόχους που έχουν θεσπιστεί γι' αυτό, χάρη στα μέτρα που έχουν εισαχθεί από τότε που συμφωνήθηκε το πρωτόκολλο του Κιότο (1997), ωστόσο, άλλες χώρες, όπως η Αυστρία, η Ιρλανδία, η Ισπανία ή η Πορτογαλία πρέπει ακόμη να καταβάλουν σημαντικές προσπάθειες προκειμένου να επιτύχουν τους στόχους τους. [21] Για ανάλυση αυτών των εξοικονομήσεων βλέπε " Μειώσεις των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο - Σύμπτωση ή απόρροια πολιτικής; Μια ανάλυση για την διεθνή κλιματική πολιτική" (Fraunhofer Institut fόr Systemtechnik und Innovationsforschung (ISI), Science Policy and TechnologyPolicy Research (SPRU) Deutsches Institut fόr Wirtschaftsforschung (DIW) Καρλσρούη, Μπράιτον, Βερολίνο. Απρίλιος 2001) Αυτές οι προβλέψεις είναι αντικείμενο σοβαρής αβεβαιότητας των υποθέσεων που διατυπώνονται για τη διαμόρφωση των προβλέψεων και τον βαθμό στον οποίο οι διαθέσιμες πολιτικές και τα μέτρα θα αποδώσουν τελικά τις αναμενόμενες μειώσεις. Για ορισμένα κράτη μέλη, η αβεβαιότητα αυτή συζητήθηκε στα εθνικά προγράμματα και την αντίστοιχη ενημέρωση, αλλά ως επί το πλείστον οι πληροφορίες είναι ανεπαρκείς και δεν επιτρέπουν την ποσοτικοποίηση της αβεβαιότητας. Συνολικά η άνιση κατανομή κατά κράτος μέλος σε ό,τι αφορά τις δεσμεύσεις για τον επιμερισμό του φορτίου και ο συνακόλουθος βαθμός αβεβαιότητας σχετικά με τις προβλέψεις έχει ως αποτέλεσμα να αμφισβητείται η ακρίβεια του χάσματος του 8% μεταξύ των προβλεπόμενων εκπομπών και του στόχου του Κιότο. Πίνακας 6.1.1 Σύγκριση των προβλέψεων για τις συνολικές εκπομπές "με μέτρα" (εξαιρουμένων των LUCF) των κρατών μελών προς τις αντίστοιχες δεσμεύσεις του Κιότο >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> Ο πίνακας 6.1.2 συνοψίζει τα αποτελέσματα της πρόβλεψης "με υφιστάμενα μέτρα" όπως αυτά αναλύονται ανά αέριο που συμβάλλει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Αυτό αποκαλύπτει ότι, στο σύνολο της ΕΕ, οι εκπομπές CO2 αναμένεται να αυξηθούν κατά 3,1 % μεταξύ 1990 και 2010, ενώ οι εκπομπές μεθανίου και υποξειδίου του αζώτου αναμένεται να μειωθούν ουσιαστικά, κατά -31 % και -17% αντιστοίχως. Οι πληροφορίες σχετικά με τα φθοριούχα αέρια είναι λιγότερο πλήρεις και ως εκ τούτου είναι δυσκολότερο να διατυπωθούν οριστικά συμπεράσματα. Ωστόσο, για τις χώρες που δεν έχουν παράσχει στοιχεία, προβλέπεται για το 2010 και συγκριτικά προς το έτος αναφοράς [22] αύξηση 37 Mt ισοδυνάμων CO2 ή 66%. [22] Οι προβλέψεις περί φθοριούχων αερίων για ολόκληρη την Κοινότητα εξετάζονται στο κεφάλαιο 6.3. Πίνακας 6.1.2 Προβλέψεις για τα κράτη μέλη "με μέτρα" ανά αέριο που συμβάλλει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> 6.2. Σύνοψη των συμπληρωματικών πολιτικών και μέτρων για τα κράτη μέλη Από το προηγούμενο τμήμα προέκυπτε ότι τα προσδιορισμένα από τα κράτη μέλη υφιστάμενα μέτρα θα σταθεροποιήσουν τις εκπομπές στα επίπεδα του 1990, γεγονός που αφήνει ένα χάσμα της τάξεως σχεδόν του 8% με τους στόχους για την ΕΕ, δυνάμει του πρωτοκόλλου του Κιότο. Στόχος των υφισταμένων προγραμμάτων των κρατών μελών για την αλλαγή του κλίματος είναι να εξαλειφθεί το χάσμα αυτό, μέσω της ανάπτυξης και της μελλοντικής εφαρμογής συμπληρωματικών πολιτικών και μέτρων. Στον πίνακα 6.2.1 γίνεται σύγκριση των απαιτουμένων μειώσεων εκπομπών, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του Κιότο, προς τις εξοικονομήσεις που αναμένονται, λόγω των συμπληρωματικών πολιτικών και μέτρων (στις περιπτώσεις που έχει επιτευχθεί ανάλογη ποσοτικοποίηση). Από τον πίνακα προκύπτει ότι μόνον εννέα κράτη μέλη ποσοτικοποίησαν τα πρόσθετα μέτρα τους. Έξι κράτη μέλη (Βέλγιο, Ελλάδα, Λουξεμβούργο, Πορτογαλία, Ισπανία και Σουηδία) δεν έχουν παράσχει ποσοτικοποίηση για τα μέτρα αυτά. Σε όλα τα κράτη μέλη, η εξοικονόμηση από τα πρόσθετα μέτρα αναμένεται να ανέλθει σε περίπου 402 Mt ισοδύναμων CO2. Σε αυτό συνέβαλε, σε αξιοσημείωτο βαθμό, η Γερμανία. Εάν η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο πετύχαιναν, δίχως όμως να υπερβούν, όπως αναμενόταν, τους στόχους που έχουν θεσπίσει προκειμένου να ανταποκριθούν στις δεσμεύσεις που απορρέουν από τη συμφωνία για τον επιμερισμό του φορτίου στην ΕΕ, η εξοικονόμηση από τα πρόσθετα μέτρα θα ανήρχετο μόλις σε 209 εκατομμύρια τόνους CO2 [23]. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα ένα έλλειμμα της τάξης των 111 Mt ισοδύναμων CO2 μεταξύ της "με πρόσθετα μέτρα" πρόβλεψης για το 2010 και των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η ΕΕ στο Κιότο, που θα έπρεπε να πραγματοποιηθούν αργότερα, ως μη ποσοτικοποιημένα ακόμη πρόσθετα μέτρα στα περισσότερα κράτη μέλη ή/και για την ΕΕ ως σύνολο. [23] Η υπόθεση αυτή γίνεται με τη χρήση μιας αξίας για εξοικονομήσεις ισοδύναμης με το χάσμα που θα κάλυπταν τα πρόσθετα μέτρα της Γερμανίας και μιας μηδενικής αξίας για το Ηνωμένο Βασίλειο, δεδομένου ότι το τελευταίο αναμένεται να υπερβεί την υποχρέωσή του δυνάμει της συμφωνίας επιμερισμού του φορτίου, βάσει των υφισταμένων μέτρων και μόνο. Για τις χώρες που έχουν επισημάνει πρόσθετες εξοικονομήσεις αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, οι περισσότερες από τις εξοικονομήσεις αυτές αναμένεται να προέλθουν από περαιτέρω μείωση των εκπομπών CO2. Σε πολλές χώρες, οι πρόσθετες πολιτικές και τα πρόσθετα μέτρα βρίσκονται στα αρχικά στάδια ανάπτυξής τους και αποτελούν αντικείμενο μεγαλύτερου βαθμού αβεβαιότητας από τις πολιτικές και τα μέτρα που εξετάστηκαν στο προηγούμενο τμήμα (όπου οι πολιτικές και τα μέτρα που εξετάστηκαν έχουν ήδη εγκριθεί ή/και εφαρμοστεί). Πίνακας 6.2.1 Σύγκριση του χάσματος μεταξύ των προβλέψεων των κρατών μελών [24] "με μέτρα" και των αντιστοίχων δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί και των ήδη επισημανθέντων πρόσθετων μέτρων [24] Μόνο τα εννέα κράτη μέλη που παρουσιάζονται στον πίνακα έχουν παράσχει ποσοτικοποίηση των πρόσθετων μέτρων τους. >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> 6.3. Προβλέψεις για ολόκληρη την Κοινότητα Κατά την προηγούμενη ανάλυση στην παρούσα έκθεση, χρησιμοποιήθηκαν σενάρια και προβλέψεις περί των εκπομπών, που εκπόνησαν και υπέβαλαν τα κράτη μέλη, προκειμένου να αξιολογηθεί η προβλεπόμενη πρόοδος των κρατών μελών και της ΕΕ ως προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεων δυνάμει του πρωτοκόλλου του Κιότο. Μια εναλλακτική προσέγγιση είναι η χρήση προβλέψεων για ολόκληρη την Κοινότητα, οι οποίες παρέχουν μια κοινή βάση για όλες τις χώρες και μπορούν να καταγράψουν τις διαστάσεις που καλύπτουν την ΕΕ, καθώς και τις διεθνείς διαστάσεις των ενεργειακών συστημάτων και αγορών. Το παρόν τμήμα εξετάζει την προβλεπόμενη πρόοδο με στόχο την ανταπόκριση στις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί στο Κιότο σε ό,τι αφορά τις εκπομπές, χρησιμοποιώντας τις πλέον πρόσφατες προβλέψεις για τις εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου σε ολόκληρη την Κοινότητα όπως αναφέρονται στη μελέτη Η οικονομική αξιολόγηση των κατά τομείς στόχων για τη μείωση των εκπομπών που επηρεάζουν την αλλαγή του κλίματος [25]. Οι σχετικές με την ενέργεια εκπομπές CO2 προβλέφθηκαν με τη χρήση του ενεργειακού μοντέλου PRIMES [26], ενώ άλλες εκπομπές προβλέπονται βάσει παραγόντων δραστηριότητας και εκπομπών. [25] "Economic Evaluation of Sectoral Emission Reduction Objectives for Climate Change: Summary Report for Policy Makers", K Blok, D de Jager και Chris Hendriks, Μάρτιος 2001 http://europa.eu.int/comm/environment/enveco/climate_change/sectoral_objectives.htm [26] Χρησιμοποιείται για την από κοινού ανάλυση για τις υποθέσεις της ΕΕ ως προς την ενέργεια για το 2020 (ΓΔ Μεταφορών και Ενέργειας, 1999) (http://www.shared-analysis.fhg.de), αναπτύσσεται και διατηρείται στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο της Αθήνας, Ελλάδα. Ο πίνακας 6.3.1 κάτωθι παρουσιάζει τις εκπομπές κατά την περίοδο 1990/1995, την πρόβλεψη για ολόκληρη την ΕΕ για το 2010 και την επί τοις εκατό μεταβολή. Πίνακας 6.3.1 Εκπομπές έτους αναφοράς και εκπομπές για το 2010 για την πρόβλεψη για ολόκληρη την ΕΕ >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> α Οι εκπομπές είναι για το 1990 για όλα τα αέρια εκτός των φθοριούχων αερίων, για τα οποία το έτος αναφοράς είναι το 1995. Τα αριθμητικά στοιχεία που αναφέρονται προέρχονται από τη μελέτη και διαφέρουν ελαφρώς από εκείνους που παρουσιάζονται στην παρούσα ανακοίνωση. β Εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, εκτός του CO2, προερχόμενες από την εξόρυξη ορυκτών καυσίμων, τις μεταφορές και τη διανομή γ Στο σύνολο αυτό, περιλαμβάνονται στοιχεία σχετικά με τις εκπομπές από τις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές, καθώς δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία για να εξεταστούν ξεχωριστά. Οι εν λόγω εκπομπές δεν περιλαμβάνονται στα στοιχεία των εθνικών απογραφών και προβλέψεων σε κανένα άλλο σημείο στην παρούσα έκθεση, επειδή οι εκπομπές από τις διεθνείς μεταφορές δεν περιλαμβάνονται στους στόχους του πρωτοκόλλου του Κιότο. Πηγή: Μελέτη τομεακών στόχων 2001 Οι συνολικές εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου στην ΕΕ υπολογίζεται ότι θα αυξηθούν κατά 1% σε σχέση με το έτος αναφοράς. Αυτό οφείλεται κυρίως στον αυξημένο ενεργειακό εφοδιασμό για την κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης στους τομείς των μεταφορών και των υπηρεσιών. Οι εκπομπές μειώνονται στους άλλους τομείς. Οι εκπομπές από τις μεταφορές αναμένεται να αυξηθούν κατά 31% μεταξύ του έτους αναφοράς και του 2010, ακόμη και με την ενσωμάτωση της συμφωνίας ACEA [27], λόγω μεγάλης αύξησης τόσο στις οδικές, όσο και στις αεροπορικές μεταφορές. Οι εκπομπές από τον τομέα των υπηρεσιών αυξάνονται επίσης, λόγω μεγάλης αύξησης του κτιριακού όγκου. Στον τομέα της βιομηχανίας, αναμένεται ότι οι συνολικές εκπομπές θα μειωθούν κατά 15%, λόγω της μείωσης του CO2 που είναι εν μέρει απόρροια των αλλαγών στα χρησιμοποιούμενα καύσιμα από τη βιομηχανία και της μείωσης του N2O από εκπομπές από τις βιομηχανικές διαδικασίες (το οποίο έχει ήδη μειωθεί σημαντικά από το 1990). Αναμένεται ελαφρά αύξηση των φθοριούχων αερίων. [27] Η ένωση ευρωπαίων κατασκευαστών αυτοκινήτων (ACEA) και οι Ιάπωνες και Κορεάτες ομόλογοί τους, Jama και Kama, έχουν συνάψει συμφωνία με την ΕΕ για τη μείωση των μέσων εκπομπών CO2 από τα νέα αυτοκίνητα σε 140 g/km έως το 2008/9. Οι εκπομπές αναμένεται να διατηρηθούν σε σταθερά επίπεδα στον τομέα των νοικοκυριών, παρά την κάποια αύξηση του κτιριακού όγκου, λόγω βελτιώσεων στην ενεργειακή αποδοτικότητα. Στους τομείς της γεωργίας και των αποβλήτων, οι εκπομπές αναμένεται να παρουσιάσουν τάσεις μείωσης, λόγω της επίπτωσης των υφιστάμενων πολιτικών, όπως η Agenda 2000 για τη γεωργία και η οδηγία περί υγειονομικής ταφής για τα απόβλητα. Η πρόβλεψη για ολόκληρη την Κοινότητα είναι κοντά στα αποτελέσματα της άθροισης των προβλέψεων για τα κράτη μέλη, παρόλο που μια σύγκριση σε επίπεδο μεμονωμένων κρατών μελών θα έδειχνε μερικές σημαντικές διαφορές (Σχήμα 6.3.1). Οι διαφορές κυμαίνονται από υπερεκτίμηση (επί παραδείγματι: Δανία, αύξηση 27 τοις εκατό σε σημεία) έως υποεκτίμηση (επί παραδείγματι: Πορτογαλία, μείωση 16 τοις εκατό σε σημεία) της μελέτης τομεακών στόχων σε σύγκριση με τις προβλέψεις για τα κράτη μέλη. Σχήμα 6.3.1 Σύγκριση των προβλέψεων για τα κράτη μέλη προς συγκεντρωτικές προβλέψεις της μελέτης τομεακών στόχων για τις συνολικές εκπομπές GHG για το 2010 >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Δεν είναι δυνατή μια ολοκληρωμένη τομεακή σύγκριση προς τις προβλέψεις των κρατών μελών, επειδή δεν παρουσιάζουν όλα τα κράτη μέλη τις προβλέψεις σε τομεακό επίπεδο και επειδή ποικίλλουν οι τομεακοί ορισμοί που χρησιμοποιούνται. Γίνεται σύγκριση ως μέρος του έργου του ΕΟΠ (από το θεματικό κέντρο για την ατμόσφαιρα και την αλλαγή του κλίματος) [28] για τους τομείς για τους οποίους παρέχονται οι περισσότερες πληροφορίες από τα κράτη μέλη. Οι συνολικές προβλέψεις από τα κράτη μέλη που διαθέτουν πληροφορίες είναι μείωση της τάξεως του 17% στις ενεργειακές βιομηχανίες (εν συγκρίσει με αύξηση της τάξεως του 1% στην πρόβλεψη για ολόκληρη την Κοινότητα), 8% στον τομέα της γεωργίας (εν συγκρίσει με μείωση της τάξεως του 5% στην πρόβλεψη για ολόκληρη την ΕΕ), 38% στον τομέα των αποβλήτων (εν συγκρίσει με το 17% για ολόκληρη την ΕΕ) και αύξηση της τάξεως του 25% στον τομέα των μεταφορών (εν συγκρίσει με το 31% για ολόκληρη την ΕΕ). Οι προβλέψεις των κρατών μελών περιλαμβάνουν την επίπτωση των δικών τους πολιτικών και μέτρων και, επιπροσθέτως, μερικών από τις κοινές και συντονισμένες πολιτικές και μέτρα που περιλαμβάνονται στη μελέτη τομεακών στόχων. [28] Ανάλυση και σύγκριση των εθνικών προβλέψεων και των προβλέψεων για ολόκληρη την ΕΕ των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, Έκθεση ΕΟΠ, Σχέδιο, Ιούλιος 2001 Από τη συνεχιζόμενη ανάλυση των διαφορών μεθοδολογίας μεταξύ προβλέψεων για τα κράτη μέλη και προβλέψεων για ολόκληρη την Κοινότητα φαίνεται ότι χρειάζεται περισσότερη δουλειά για τον "εκσυγχρονισμό" των μεθόδων προβλέψεων. Η ανάλυση κατά αέριο για τις προβλέψεις για ολόκληρη την ΕΕ παρουσιάζεται στον Πίνακας 6.3.2. Το διοξείδιο του άνθρακα και τα φθοριούχα αέρια αναμένεται να αυξηθούν, ενώ το μεθάνιο και το υποξείδιο του αζώτου να μειωθούν. Πίνακας 6.3.2 Έτος αναφοράς, προβλέψεις για ολόκληρη την ΕΕ για το 2010 κατά αέριο και επί τοις εκατό μεταβολή από τις συνολικές προβλέψεις για τα κράτη μέλη >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> Πηγή: Μελέτη Τομεακών Στόχων 2001 α Για εκπομπές CO2 από τον τομέα της ενέργειας και άλλες εκπομπές CO2 Συγκρίνοντας την ανάλυση μεταξύ των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου (Σχήμα 6.3.2), η μελέτη τομεακών στόχων προβλέπει ότι οι εκπομπές CO2 θα αυξηθούν κατά 4,1% [29], ενώ τα κράτη μέλη προβλέπουν ελαφρά χαμηλότερη αύξηση της τάξεως του 3%. Για το CH4, τα κράτη μέλη προβλέπουν μείωση των εκπομπών της τάξεως του 31%, η οποία είναι μεγαλύτερη εκείνης που αναμένεται από την μελέτη τομεακών στόχων. Οι προβλέψεις για τις εκπομπές N2O είναι παρόμοιες και από τις δύο πηγές. [29] Το αριθμητικό αυτό στοιχείο περιλαμβάνει την επίπτωση της συμφωνίας για το περιβάλλον που συνάφθηκε με τους κατασκευαστές οχημάτων. οι εκπομπές CO2 το 2010 αναμένονταν να είναι κατά 6,7% υψηλότερες από τα επίπεδα του 1990 εάν δεν υπήρχε η συμφωνία. Σχήμα 6.3.2 Σύγκριση των εκπομπών GHG για την ΕΕ των 15 για το 2010 αθροισμένη από τις προβλέψεις των κρατών μελών και από τις προβλέψεις της μελέτης τομεακών στόχων >ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ> Και οι δύο δέσμες προβλέψεων αναμένουν επίσης σημαντική αύξηση των εκπομπών φθοριούχων αερίων από το 1990 έως το 2010 (κατά 73% στην περίπτωση της μελέτης τομεακών στόχων και κατά 66% σύμφωνα με τα κράτη μέλη), παρόλο που, όπως σημειώνεται στο κεφάλαιο 6.1, τα στοιχεία για τα αέρια αυτά από τα κράτη μέλη είναι ανεπαρκή. 6.4. Πρόσθετα μέτρα από τη μελέτη για ολόκληρη την Κοινότητα Η μελέτη τομεακών στόχων προσδιόρισε κυρίως τεχνικά μέτρα για τη μείωση των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου με τη δυνατότητά τους (Mt ισοδύναμων CO2 ) και το κόστος τους (ευρώ/τόνο μείωσης ισοδύναμων CO2). Τότε χρησιμοποιήθηκε μια μεθοδολογία ελαχίστου κόστους για τον υπολογισμό του συνόλου των μέτρων, που θα μπορούσε να εφαρμοστεί για την επίτευξη του στόχου του Κιότο για μείωση κατά 8% με το μικρότερο δυνατό κόστος. Η μελέτη κατέληξε ότι ο στόχος του Κιότο θα μπορούσε να επιτευχθεί με ένα οριακό κόστος της τάξεως των 20 ευρώ/τόνο μείωσης ισοδύναμων CO2, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ενός συστήματος εμπορίας εκπομπών για ολόκληρη την ΕΕ. Το κόστος συμμόρφωσης μιας τέτοιας προσέγγισης ελάχιστου δυνατού κόστους θα ανήρχετο σε 3,7 δισεκατομμύρια ευρώ τον χρόνο για την περίοδο 2008-2012 (0,06% του ΑΕγχΠ της ΕΕ το 2010). Πρόκειται για μια εκτίμηση ανωτάτων ορίων και δεν περιλαμβάνει οικονομικά οφέλη που προκύπτουν από τη διεθνή χρήση ευέλικτων μηχανισμών (πρωτόκολλο του Κιότο) ή τον συνυπολογισμό των καταβοθρών σύμφωνα με την επαναληπτική έκτη διάσκεψη των συμβαλλομένων μερών (COP 6) στη Βόννη. Η εφαρμογή των τεχνικών αυτών μέτρων θα ενθαρρυνθεί εν μέρει από τις πολιτικές και τα μέτρα που επιλέχθηκαν στο πλαίσιο του ΕΠΑΚ (τμήμα 6.6). Για τα πρόσθετα μέτρα που αναγνωρίστηκαν από το ΕΠΑΚ ως ευρισκόμενα σε προχωρημένο στάδιο προετοιμασίας, η τεχνική δυνατότητά τους για μειώσεις είναι παρόμοια με τη δυνατότητα που προσδιορίστηκε στη μελέτη τομεακών στόχων γι' αυτούς τους τομείς. Επομένως, οι δύο προσεγγίσεις παρουσιάζουν λογική συνέπεια. 6.5. Βασικές υποθέσεις εργασίας στα μοντέλα Οι διαφορές μεταξύ των προβλέψεων των κρατών μελών και για ολόκληρη την ΕΕ οφείλονται εν μέρει σε διαφορετικές υποθέσεις σε ό,τι αφορά τις ισχύουσες πολιτικές και τα ισχύοντα μέτρα και εν μέρει σε διαφορετικές υποθέσεις παραμέτρων και μεθοδολογιών κατάρτισης μοντέλων. Ο Πίνακας 6.5.1 παρουσιάζει βασικές παραμέτρους για τις προβλέψεις των κρατών μελών και ο Πίνακας 6.5.2 συγκρίνει την αύξηση του ΑΕγχΠ και την αύξηση του πληθυσμού, βάσει των υποθέσεων εργασίας των κρατών μελών και των προβλέψεων για ολόκληρη την ΕΕ. Οι υποθέσεις αύξησης του ΑΕγχΠ είναι ελάχιστα συνεκτικές, αναμένοντας υψηλότερη αύξηση σε μερικές χώρες, αλλά γύρω στο 2% ανά έτος για τις περισσότερες από αυτές. Η αύξηση του πληθυσμού είναι επίσης παρόμοια, αλλά οι υποθέσεις σχετικά με τις διεθνείς τιμές του πετρελαίου είναι αξιοσημείωτα διαφορετικές. Αυτό εν μέρει σχετίζεται με τον χρόνο κατά τον οποίο έγιναν οι προβλέψεις, καθώς υπήρξε σημαντική αστάθεια στην τιμή του πετρελαίου τελευταία. Πίνακας 6.5.1 Βασικές παράμετροι για τις προβλέψεις μερικών κρατών μελών >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> αΑπό το 1995 έως το 2010 βΑπό το 1990 έως το 2010 γΑπό 1997 έως το 2010 Οι διαφορές οφείλονται σε ορισμένους παράγοντες, στους οποίους περιλαμβάνονται υποθέσεις για την παγκόσμια ανάπτυξη της οικονομίας. Οι επιπτώσεις του ΑΕγχΠ στις προβλέψεις εξαρτώνται από τα κράτη μέλη και θα μπορούσαν να είναι σημαντικές για την εξήγηση των διαφορών που υπάρχουν στις προβλέψεις, αλλά είναι απίθανο να αποτελούν την μοναδική αιτία. Πίνακας 6.5.2 Σύγκριση των βασικών υποθέσεων παραμέτρων στις προβλέψεις των κρατών μελών και για ολόκληρη την ΕΕ >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ> Για το 2002, σχεδιάζεται λεπτομερέστερη σύγκριση των προβλέψεων στον μηχανισμό παρακολούθησης, χρησιμοποιώντας πληροφορίες σχετικά με τις προβλέψεις των κρατών μελών στην 3η Εθνική Ανακοίνωσή τους. 6.6. Πολιτικές και μέτρα σε επίπεδο ΕΕ Τα ακόλουθα τμήματα περιγράφουν το πλαίσιο πολιτικών και την στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αειφόρο ανάπτυξη και τις επιπτώσεις της στην αλλαγή του κλίματος. Επίσης παρέχουν μια επισκόπηση των συγκεκριμένων πολιτικών και μέτρων που θα ξεκινήσουν κατά την έναρξη της πρώτης περιόδου δέσμευσης 2008-2012. Δεν δίδονται εδώ λεπτομερείς περιγραφές εφόσον υπάρχουν στην 3η Εθνική Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας προς την UNFCCC [30]. [30] Οι 3ες Εθνικές Ανακοινώσεις θα υποβληθούν από τα μέρη (συμπεριλ. της ΕΕ) τον Νοέμβριο του 2001 στη γραμματεία της UNFCCC και θα δημοσιευθούν στην ιστοθέση: http://www.unfccc.de/index.html 6.6.1. Από το Κάρντιφ και το Γκέτεμποργκ στην Βαρκελώνη Το 1998, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο Κάρντιφ ξεκίνησε μια νέα πρωτοβουλία για την αποτελεσματικότερη ενσωμάτωση των συνιστωσών του περιβάλλοντος και της αειφόρου ανάπτυξης στις τομεακές πολιτικές. Η αρχική ιδέα έγκειτο στη μετατόπιση των αρμοδιοτήτων και του ελέγχου από τις περιβαλλοντικές αρχές στις διάφορες τομεακές πολιτικές που προετοιμάζουν και εφαρμόζουν τα μέτρα. Στόχοι, χρονοδιαγράμματα και διαδικασίες παρακολούθησης με δείκτες θα έπρεπε να διασφαλίσουν καλύτερη θέση προτεραιοτήτων, διαφάνεια και παροχή πρόσθετων πολιτικών ωθήσεων. Η πρωτοβουλία ενσωμάτωσης ("η διαδικασία του Κάρντιφ") έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο. Το Συμβούλιο έχει μέχρι στιγμής εγκρίνει στρατηγικές περιβαλλοντικής ενσωμάτωσης στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών και της γεωργίας. Έχουν εγκριθεί εκθέσεις του Συμβουλίου στους τομείς της βιομηχανίας, της εσωτερικής αγοράς, της ανάπτυξης, και της οικονομίας/οικονομικών. Επιπλέον, σήμερα βρίσκονται σε στάδιο ανάπτυξης στρατηγικές του Συμβουλίου σχετικά με την αλιεία και στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων. Το Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ, τον Ιούνιο του 2001, τόνισε την ανάγκη συνέχισης της διαδικασίας ενσωμάτωσης. Επίσης, το Συμβούλιο ενέκρινε την στρατηγική της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη (SDS), ενισχύοντας έτσι αμοιβαία την οικονομική, την κοινωνική και την περιβαλλοντική πολιτική. Στο Συμβούλιο της Βαρκελώνης, την άνοιξη του 2002, η πρόοδος που θα έχει σημειωθεί για την επίτευξη της SDS θα αποτελέσει τη βάση για την αξιολόγηση της αειφόρου ανάπτυξης. Θα αποτελέσει επίσης μέρος των προετοιμασιών της ΕΕ για την Παγκόσμια Σύνοδο Κορυφής για την αειφόρο ανάπτυξη του 2002. Αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων επιβεβαίωσαν στη σύνοδο κορυφής του Γκέτεμποργκ ότι η καταπολέμηση του φαινομένου της αλλαγής του κλίματος θα αποτελεί προτεραιότητα της στρατηγικής της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη και επιβεβαίωσαν την αποφασιστικότητα της ΕΕ να ανταποκριθεί στη δέσμευση που ανέλαβε δυνάμει του πρωτοκόλλου του Κιότο. 6.6.2. Στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη [31] και το 6ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον [31] http://europa.eu.int/comm/environment/eussd/index.htm Η στρατηγική της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη βασίζεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής "Αειφόρος ανάπτυξη της Ευρώπης για έναν καλύτερο κόσμο: στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αειφόρο ανάπτυξη" (SDS). Εστιάζεται σε περιορισμένο αριθμό προβλημάτων, τα οποία θέτουν σοβαρές και μη αναστρέψιμες απειλές για τη μελλοντική ευημερία της ευρωπαϊκής κοινωνίας. Η αλλαγή του κλίματος είναι ένας από τους τομείς που χρήζουν άμεσης δράσης. Το 6ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον [32] (6ο EAP) θέτει μακροπρόθεσμους περιβαλλοντικούς στόχους και προτεραιότητες ως αναπόσπαστο τμήμα της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Η αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος υπογραμμίζεται ως ένας από τους τέσσερις βασικούς στόχους. Τόσο το 6ο EAP, όσο και η SDS τονίζουν τη σημασία της γρήγορης διαδικασίας κύρωσης και έναρξης εφαρμογής του πρωτοκόλλου του Κιότο έως το 2002 (Ρίο+10). Αναγνωρίζουν επίσης την ανάγκη δράσης πέρα από το Κιότο, προτείνοντας μια μεσοπρόθεσμη περικοπή, της τάξεως του 20-40%, των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, έως το 2020. [32] Το έκτο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Κοινότητας - "Περιβάλλον 2010: Το μέλλον μας, η επιλογή μας" ανακοίνωση COM (2001) 31 τελικό, 2001 Οι τομείς για πολιτική δράση σε επίπεδο ΕΕ και κρατών μελών περιλαμβάνουν: * Τον καθορισμό πιο φιλόδοξων περιβαλλοντικών στόχων για τη φορολόγηση της ενέργειας, με στόχο την πλήρη ενσωμάτωση του εξωτερικού κόστους. * Ενθάρρυνση της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης κινήτρων, με σκοπό την επίτευξη του ενδεικτικού στόχου του 12% της συνολικής χρήσης ενέργειας έως το 2010. * Εισαγωγή κινήτρων για την αύξηση της συνδυασμένης παραγωγής θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας και εφαρμογή μέτρων που αποσκοπούν στον διπλασιασμό του συνολικού μεριδίου συνδυασμένης παραγωγής θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας στο σύνολο της Κοινότητας στο 18% της συνολικής μικτής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. * Πρόληψη και μείωση των εκπομπών μεθανίου από την παραγωγή και τη διανομή ενέργειας. * Προσδιορισμό και ανάληψη συγκεκριμένων δράσεων για τη μείωση των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου από τις αεροπορικές μεταφορές, εάν δεν συμφωνηθεί παρόμοια δράση στο πλαίσιο της Διεθνούς Οργάνωσης Πολιτικής Αεροπορίας έως το 2002. * Ενθάρρυνση μιας αλλαγής προς αποδοτικότερες και καθαρότερες μορφές μεταφορών, συμπεριλαμβανομένης καλύτερης οργάνωσης και διακίνησης. * Προώθηση της ανάπτυξης και της χρήσης εναλλακτικών καυσίμων, με σκοπό την ουσιαστική και συνεχή αύξηση του μεριδίου τους, καθώς και οχημάτων που καταναλώνουν μικρή ποσότητα καυσίμων. * Προώθηση μέτρων που θα ενσωματώνουν πλήρως το περιβαλλοντικό κόστος στην τιμή των μεταφορών. * Ενθάρρυνση της ανάπτυξης περισσοτέρων περιβαλλοντικά ορθών και τεχνικά εφικτών εναλλακτικών λύσεων, που θα αποσκοπούν στη μείωση των εκπομπών, την κατάργηση της παραγωγής, όπου κρίνεται κατάλληλο και εφικτό, και τη μείωση της χρήσης βιομηχανικών φθοριούχων αερίων HFC (υδροφθοράνθρακες), PFC (υπερφθοριωμένοι υδρογονάνθρακες) και SF6 (εξαφθοριούχο θείο). * Θέσπιση ενός κοινοτικού πλαισίου για την ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού συστήματος εμπορίας εκπομπών CO2. * Βελτίωση της παρακολούθησης των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και της προόδου προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεων των κρατών μελών δυνάμει της εσωτερικής συμφωνίας επιμερισμού του φορτίου. * Την κατά το δυνατόν γρηγορότερη έναρξη μιας απογραφής και αναθεώρησης των επιχορηγήσεων που αντενεργούν σε μια αποτελεσματική και αειφόρο χρήση της ενέργειας με σκοπό τη σταδιακή εξάλειψή τους. 6.6.3. Ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την αλλαγή του κλίματος (ΕΠΑΚ) Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την αλλαγή του κλίματος (ΕΠΑΚ) θεσπίστηκε για να βοηθήσει στον προσδιορισμό των πλέον αποτελεσματικών περιβαλλοντικά και οικονομικά αποδοτικών μέτρων για την επίτευξη του στόχου της ΕΕ. Το ΕΠΑΚ έχει δημιουργηθεί ως διαδικασία διαβούλευσης μεταξύ πολλών συντελεστών, που εστιάζεται στην ενέργεια, τις μεταφορές, τη βιομηχανία, την έρευνα και τη γεωργία και το ζήτημα της εμπορίας εκπομπών εντός της ΕΕ. Ένα μεγάλο μέρος του ΕΠΑΚ έχει σήμερα λάβει τελική μορφή (έκθεση σχετικά με το ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την αλλαγή του κλίματος, Ιούνιος 2001) [33]. Το πρόγραμμα συνδυάζεται με το 6ο EAP και τη στρατηγική της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη. [33] http://europa.eu.int/comm/environment/climat/eccp.htm Το ΕΠΑΚ εξέτασε περισσότερα από 40 μέτρα συνολικά, χρησιμοποιώντας κριτήρια επιλογής όπως η αποδοτικότητα ως προς το κόστος και ο χρόνος εφαρμογής τους. Οκτώ μέτρα προσδιορίστηκαν ως μέτρα που βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο προετοιμασίας: * Οδηγία-πλαίσιο για ένα κοινοτικό σύστημα εμπορίας των αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου * Οδηγία για τα βιοκαύσιμα * Οδηγία για την προώθηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, RES-E * Οδηγία σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων * Οδηγία σχετικά με ενεργειακά αποδοτικές δημόσιες συμβάσεις * Τροποποιημένη οδηγία Save 93/76/ΕΟΚ * Εκστρατεία έναρξης και εκστρατεία ενημέρωσης του κοινού σχετικά με την ενεργειακή απόδοση * Οδηγία-πλαίσιο σχετικά με τα φθοριούχα αέρια. Όλα αυτά τα μέτρα μαζί έχουν μια εκτιμούμενη δυνατότητα οικονομικά αποτελεσματικής μείωσης των εκπομπών της τάξης των 240 Mt ισοδυνάμων CO2 περίπου, που θα μπορούσε να υλοποιηθεί μέχρι το 2010. Η υλοποίηση της δυνατότητας του ΕΠΑΚ εξαρτάται από έναν αριθμό παραγόντων, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται μια πολιτική συμφωνία για το μέτρο, το χρονοδιάγραμμα εντός του οποίου εφαρμόζονται τα μέτρα, η δημόσια αποδοχή και αλληλεπικαλύψεις μεταξύ των μέτρων αυτών και πολιτικών των κρατών μελών. Για ορισμένα από τα άλλα μέτρα, τα οποία βρίσκονται σε πιο πρώιμο στάδιο ανάπτυξης, οι περισσότερες από τις τεχνικές δυνατότητες είναι πιθανό να υλοποιηθούν κατά τη διάρκεια ελαφρώς μεγαλύτερων χρονικών διαστημάτων. Εάν η δυνατότητα για τα οκτώ μέτρα υλοποιηθεί πριν από το 2010, θα συνεισφέρει κατά το 5% περίπου του στόχου του Κιότο του 8%, στηρίζοντας έτσι τις εθνικές πολιτικές και τα εθνικά μέτρα των κρατών μελών. Ο εν λόγω κατάλογος πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο των προσπαθειών που καταβάλλει σήμερα η Κοινότητα για την ενσωμάτωση της συνιστώσας του περιβάλλοντος σε άλλους τομείς πολιτικών. Πρόσφατες πρωτοβουλίες περιλαμβάνουν: οδηγία σχετικά με την περαιτέρω ελευθέρωση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου στην ΕΕ [34], σχέδιο δράσης για βελτιωμένη ενεργειακή απόδοση στην Κοινότητα [35], μια Πράσινη Βίβλο σχετικά με την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού [36], την αναθεώρηση των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος [37] και μια Λευκή Βίβλο σχετικά με μια Κοινή Πολιτική Μεταφορών [38]. Η Πράσινη Βίβλος της Επιτροπής σχετικά με την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού δίδει υψηλή προτεραιότητα στον αγώνα για την αντιμετώπιση της ανόδου της θερμοκρασίας του πλανήτη. Επισημαίνονται δέσμες μέτρων, με σκοπό να αυξηθεί η ενεργειακή απόδοση από την πλευρά τόσο της προσφοράς, όσο και της ζήτησης και να αναπτυχθούν νέες και ανανεώσιμες ενεργειακές πηγές. Στη Λευκή Βίβλο της Επιτροπής σχετικά με μια Κοινή Πολιτική Μεταφορών προβάλλεται η ανάγκη ενσωμάτωσης των μεταφορών στην αειφόρο ανάπτυξη. Απαριθμούνται δέσμες μέτρων, με σκοπό να υπάρξει μεταστροφή μεταξύ των τρόπων μεταφοράς, ιδίως από τις οδικές και αεροπορικές μεταφορές προς τις σιδηροδρομικές και εσωτερικές πλωτές μεταφορές, που βλάπτουν λιγότερο το περιβάλλον. Με τον τρόπο αυτόν, θα καταστεί δυνατή η κάμψη την αύξησης των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, οι οποίες προέρχονται από τους σημαντικότερους συντελεστές αύξησης στον τομέα των μεταφορών. Μια παλαιότερη, αλλά ακόμη πολύ σχετική, πρόταση σχετικά με τη φορολογία ενεργειακών προϊόντων έχει επανέλθει στο Συμβούλιο, και η Επιτροπή εξακολουθεί να ακολουθεί την προσέγγιση που παρουσιάζεται σε αυτή. [34] Ανακοίνωση της Επιτροπής Ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας [35] Πρόγραμμα δράσης για τη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, COM(2000)247 τελικό [36] Πράσινη Βίβλος Προς μια ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, COM(2000)769 τελικό [37] Κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, 2001/C37/03, ΕΕ C 37, 03/02/2001, σ. 3. [38] Ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών για το 2010 (COM (2001)370). Η πρωτοβουλία της Επιτροπής για τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Χώρου της Έρευνας και το νέο πρόγραμμα-πλαίσιο έχουν δώσει προέχουσα θέση στην έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη που αφορά την αλλαγή του κλίματος. Επιπλέον, η πρωτοβουλία "Παγκόσμια παρακολούθηση για το περιβάλλον και την ασφάλεια" (Global Monitoring for Environment and Security (GMES)) μπορεί να συμβάλει, μεταξύ άλλων, στην ορθή εφαρμογή των πολιτικών για την αλλαγή του κλίματος στην Ευρώπη. 6.6.4. Η μελλοντική πορεία Η επανάληψη της 6ης συνόδου της διάσκεψης των συμβαλλομένων μερών στην σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές (COP-6), τον Ιούλιο του 2001, σημείωσε σημαντικότατη επιτυχία σε ό,τι αφορά την επίτευξη μιας πολιτικής συμφωνίας σχετικά με τα εκκρεμούντα ζητήματα που αφορούν την εφαρμογή του πρωτοκόλλου του Κιότο. Προβλέπεται ότι η 7η διάσκεψη στο Μαρακές, τον Νοέμβριο του 2001, θα ολοκληρώσει την μετατροπή της επιτυχούς αυτής συμφωνίας σε νομική πράξη. Ο ηγετικός ρόλος της ΕΕ στην επανάληψη της COP-6 ήταν καθοριστικός παράγοντας για το επιτυχές αποτέλεσμα. Η επιτυχία επιβεβαίωσε την πολυμερή προσέγγιση των παγκόσμιων περιβαλλοντικών απειλών. Η διατήρηση της ώθησης αυτής είναι υπέρτατης σημασίας, όπως και η εκδήλωση αποφασιστικότητας, σύμφωνα με τις γραμμές που τέθηκαν από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων στο Γκέτεμποργκ. Η Επιτροπή ενέκρινε πρόσφατα μια δέσμης μέτρων, που προορίζεται να διατηρήσει αυτή τη δυναμική και τον ηγετικό ρόλο. Αυτά είναι: (1) Μια πρόταση για απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με την κύρωση, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, του πρωτοκόλλου του Κιότο. COM (2001)579. (2) Μια πρόταση για οδηγία σχετικά με την εμπορία εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου εντός της ΕΕ. COM (2001)581. (3) Μια ανακοίνωση που θα παρέχει τις γενικές γραμμές της συγκεκριμένης δέσμης μέτρων εφαρμογής που θα εξεταστούν στους 24 επόμενους μήνες και αποτελούν τη βάση για την ανταπόκριση στις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Κοινότητα δυνάμει του πρωτοκόλλου του Κιότο, COM (2001)580. Σημαντικό στοιχείο αυτής της δέσμης μέτρων εφαρμογής αποτελεί μια πρόταση για αναθεώρηση του μηχανισμού παρακολούθησης δυνάμει της απόφασης 93/389/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση αριθ. 99/296/ΕΚ. Αυτή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την πρόοδο που έχει επιτευχθεί, με την εκτίμηση των πολιτικών και των μέτρων που υπάρχουν στο σημερινό σύστημα και ορισμένα νέα στοιχεία που προβλέπονται δυνάμει του πρωτοκόλλου του Κιότο, για τα οποία αναπτύσσονται σήμερα οι κανόνες και οι διαδικασίες. Τα ζητήματα που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν σε μια μελλοντική αναθεώρηση σχετίζονται με επιπλέον απαιτήσεις παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων, ειδικότερα αυτές που σχετίζονται με ένα σύστημα εμπορίας εκπομπών στην ΕΕ. Έχουν δρομολογηθεί συζητήσεις σχετικά με τα θέματα αυτά στην επιτροπή μηχανισμού παρακολούθησης. Γλωσσάριο, Συντομογραφίες και Μονάδες Επιτευχθείσα πρόοδος // Η επιτευχθείσα πρόοδος βασίζεται στις απογραφές εκπομπών που πραγματοποίησαν τα κράτη μέλη και η Κοινότητα και περιλαμβάνει τη σύγκριση των απογραφών που πραγματοποιήθηκαν κατά τα έτη αναφοράς προς τις πλέον πρόσφατες απογραφές, προκειμένου να διαπιστωθούν οι τάσεις των εκπομπών, καθώς και σύγκριση προς τους στόχους εκπομπής σε επίπεδο κράτους μέλους και Κοινότητας Προβλεπόμενη πρόοδος // Η προβλεπόμενη πρόοδος αποτιμάται με τη συλλογή και την αξιολόγηση των εγκριθεισών και περαιτέρω εξεταζομένων (προγραμματισθεισών ή υπό συζήτηση) πολιτικών και μέτρων τόσο σε εθνικό, όσο και σε κοινοτικό επίπεδο. Η αξιολόγηση αυτή βασίζεται στις εκπομπές που προβλέπουν τα κράτη μέλη και η Κοινότητα ECCP (ΕΠΑΚ) // Ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την αλλαγή του κλίματος, ένα πρόγραμμα που αποσκοπεί στον προσδιορισμό και την ανάπτυξη όλων των αναγκαίων στοιχείων μιας στρατηγικής της ΕΕ για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου του Κιότο Εκπομπές // Σημαίνει την ελευθέρωση αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου ή/και των προδρόμων αυτών των ουσιών στην ατμόσφαιρα πάνω από συγκεκριμένη περιοχή και για συγκεκριμένη χρονική περίοδο Επιμερισμός του φορτίου στη Ευρωπαϊκή Ένωση // Το πρωτόκολλο του Κιότο στην UNFCCC καθορίζει διάφορους δεσμευτικούς στόχους για σειρά συμβαλλομένων μερών μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΚ). Η ΕΚ συμφώνησε να μειώσει τις εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά 8% έως το 2008-2012, πάντα συγκριτικά προς τα επίπεδα του 1990. Ο συνολικός αυτός στόχος στη συνέχεια αναλύθηκε σε διαφοροποιημένη βάση στα επιμέρους κράτη μέλη βάσει ενός μηχανισμού για τον επιμερισμό του φορτίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση που ενέκρινε το Συμβούλιο των Υπουργών τον Ιούνιο του 1998 Αέρια που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου // Τα αέρια στοιχεία της ατμόσφαιρας, τόσο φυσικά όσο και ανθρωπογενή, που απορροφούν και επανεκπέμπουν υπέρυθρη ακτινοβολία Βιομηχανικά φθοριούχα αέρια // HFC, PFC, SF6 Μέθοδος Tier 1 της IPCC // Η μέθοδος Tier 1 της IPCC είναι μια βασική προσέγγιση, προκειμένου να επισημανθούν κατηγορίες βασικών πηγών, ήτοι κατηγορίες πηγών που επηρεάζουν σημαντικά την απογραφή των συνολικών εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου μιας χώρας, από την άποψη του απολύτου επιπέδου εκπομπών, των τάσεων που παρουσιάζουν οι εκπομπές ή και τα δύο. (βλέπε κεφάλαιο 7 του εγγράφου IPCC (2000) Good Practice Guidance and Uncertainty Management in National Greenhouse Gas Inventories. Intergovernmental Panel on Climate Change). Πρωτόκολλο του Κιότο // βλέπε: Επιμερισμός του φορτίου στη Ευρωπαϊκή Ένωση Μηχανισμός παρακολούθησης // Ο μηχανισμός παρακολούθησης αποτελεί ένα μέσο για την ακριβή και τακτική αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο έχουν επιτευχθεί πρόοδοι σχετικά με την ανταπόκριση προς τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Κοινότητα δυνάμει της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος (UNFCCC) και το Πρωτόκολλο του Κιότο Καταβόθρα // Σημαίνει οιαδήποτε διαδικασία, δραστηριότητα ή μηχανισμό που οδηγεί στην εξάλειψη από την ατμόσφαιρα αερίου που συμβάλλει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, αερολύματος ή προδρόμου ουσίας αερίου που συμβάλλει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου Πηγή // Σημαίνει οιαδήποτε διαδικασία ή δραστηριότητα που έχει ως αποτέλεσμα την έκλυση στην ατμόσφαιρα αερίου που συμβάλλει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, αερολύματος ή προδρόμου ουσίας αερίου που συμβάλλει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου CCPM // Κοινές και συντονισμένες πολιτικές και μέτρα σε κοινοτικό επίπεδο CH4 // Μεθάνιο CHP // Συνδυασμένη παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας CO2 // Διοξείδιο του άνθρακα COP // Διάσκεψη των Μερών CRF // Κοινό Πρότυπο Έκθεσης DTI // Απόσταση από τη διαδρομή στόχο σε ποσοστό. η διαδρομή στόχος είναι μια ευθεία γραμμή από το επίπεδο εκπομπών του έτους αναφοράς (1990) έως τα επίπεδα στόχους το 2010. τα αριθμητικά στοιχεία DTI σε ποσοστά απεικονίζουν τις αποκλίσεις μεταξύ αυτού που έπρεπε να είχε επιτευχθεί και αυτού που έχει επιτευχθεί, στο πλαίσιο της υπόθεσης εργασίας ότι οι ποσοστιαίες μειώσεις των επιπέδων του 1990 θα γίνονται με ευθύγραμμο τρόπο. ΕΟΠ // Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος GDP // Ακαθάριστο εγχώριο προϊόν GHG // Αέριο που συμβάλλει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου HFC // Υδροφθοράνθρακες IPCC // Διακυβερνητική ομάδα για την αλλαγή του κλίματος LUCF // Μεταβολή της χρήσης γης και της δασοκομίας N2 O // Υποξείδιο του Αζώτου PFC // Υπερφθοράνθρακες P&M // Πολιτικές και Μέτρα SF6 // Εξαφθοριούχο θείο UNFCCC // Σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές t 1 τόνος (μετρικός) = 1 μεγαγραμμάριο (Mg) = 106 g Mg 1 μεγαγραμμάριο = 106 g = 1 τόνος (t) Mt 1 μεγατόνος (Mt) = 1012 g = 1 τεραγραμμάριο