Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52001DC0304

    Ανακοίνωση της Επιτροπής Η πρόκληση της περιβαλλοντικής χρηματοδότησης στις υποψήφιες χώρες

    /* COM/2001/0304 τελικό */

    52001DC0304

    Ανακοίνωση της Επιτροπής Η πρόκληση της περιβαλλοντικής χρηματοδότησης στις υποψήφιες χώρες /* COM/2001/0304 τελικό */


    ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟTHΣHΣ ΣΤΙΣ ΥΠΟΨΗΦΙΕΣ ΧΩΡΕΣ

    ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

    ΠΕΡΙΛΗΨΗ

    Εισαγωγη

    1. Η Επενδυτικη Προκληση για την Περιβαλλοντικη Υποδομη

    Βασικές οδηγίες «μεγάλου επενδυτικού βάρους»

    Περιβαλλοντική υποδομή

    Η επενδυτική πρόκληση

    2. Καθορισμόσ Προτεραιοτητων

    Απόδοση προτεραιοτήτων στο στρατηγικό επίπεδο

    Απόδοση προτεραιοτήτων σε επίπεδο σχεδίων

    Εθνικές και διασυνοριακές πιέσεις για προτεραιότητες περιβαλλοντικών επενδύσεων

    3. Αναπτυξη ενοσ Προγραμματοσ Περιβαλλοντικων Επενδυσεων

    Ο ρόλος ενός προγράμματος περιβαλλοντικών επενδύσεων

    Στρατηγικός προγραμματισμός επενδύσεων

    Αφετηρία

    4. Η προκληση του Εντοπισμου και τησ Εξασφαλισησ Χρηματοδοτησησ

    Εισόδημα και οικονομική προσιτότητα

    Συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα

    Ο ρόλος της χρηματοδότησης με επιχορηγήσεις

    Στρατηγικές χρηματοδότησης σχεδίων

    Δημιουργία δυναμικότητας

    5. Συμπερασμα

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 ΟΙ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΩΝ ΒΑΣΙΚΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ «ΜΕΓΑΛΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟΥ ΒΑΡΟΥΣ»

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2 ΚΑΤ' ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΑΝΑΓΚΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΣΤΙΣ ΥΠΟΨΗΦΙΕΣ ΧΩΡΕΣ

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3 ΣΧΕΔΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΟΔΗΓΙΑ

    ΠΕΡΙΛΗΨΗ

    Η ανακοίνωση της Επιτροπής του 1998 σχετικά με τις στρατηγικές προσχώρησης ως προς το περιβάλλον [1] καλούσε τις υποψήφιες χώρες να αναπτύξουν στρατηγικές επενδύσεων για την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου, παράλληλα με τις στρατηγικές τους για τη νομοθετική προσέγγιση. Αυτές οι επενδυτικές στρατηγικές ζητούνται από την Επιτροπή και το Συμβούλιο ως αναπόσπαστο μέρος των σχεδίων εφαρμογής που απαιτούνται για την υποστήριξη των αιτήσεων για μεταβατικές περιόδους. Οι επενδυτικές στρατηγικές είναι επίσης ουσιαστικής σημασίας εργαλεία για τις ίδιες τις χώρες για να παρέχεται στις κυβερνήσεις μια σαφής εικόνα της κλίμακας και του χρονοδιαγράμματος των δαπανών που χρειάζονται για την πρόσβαση όσον αφορά τη διοίκηση, το προσωπικό, τον εξοπλισμό παρακολούθησης καθώς και την υποδομή. Οι στρατηγικές αυτές είναι εξίσου σημαντικές για την περίοδο μετά την ένταξη, για να υποστηρίζονται οι μελλοντικές αιτήσεις για βοήθεια από τα Διαρθρωτικά Ταμεία / Ταμεία Συνοχής.

    [1] COM(1998)294.

    Η ανάπτυξη τέτοιων στρατηγικών επενδύσεων για την ένταξη είναι μεγάλης σημασίας έργο για τις υποψήφιες χώρες. Είναι σαφές ότι σε ορισμένες χώρες εξακολουθούν να μην είναι διαθέσιμες οι απαραίτητες πληροφορίες για τα κενά συμμόρφωσης και, επομένως, αποτελεί πρόβλημα η απόδοση προτεραιοτήτων όσον αφορά τις επενδυτικές ανάγκες για συγκεκριμένες οδηγίες.

    Οι εκτιμήσεις του κόστους συμμόρφωσης που είχαν υποβληθεί το 1998 υπέστησαν περαιτέρω επεξεργασία το 2000, αν και σήμερα καλύπτουν μικρότερο φάσμα από ότι πριν, τα λειτουργικά κόστη και τα κόστη συντήρησης είναι υψηλότερα από αυτά που είχαν προβλεφθεί. Το νέο κεκτημένο που θεσπίστηκε το 2000 και που αναμένεται για το 2001 θα αυξήσει τις επενδυτικές ανάγκες. Επομένως, τώρα είναι πιο σημαντική από ποτέ η αποτελεσματική χρήση των διαθέσιμων πηγών χρηματοδότησης, καθώς και η εξασφάλιση αποτελέσματος μόχλευσης της βοήθειας μέσω επιχορηγήσεων όσον αφορά τις άλλες πηγές, ασχέτως του αν αυτές είναι ιδιωτικές, δημόσιες ή εμπορικές.

    Το Προενταξιακό Πρόγραμμα Επενδύσεων Προτεραιότητας για το Περιβάλλον (ΠΠΠΠ) σχεδιάστηκε από την Επιτροπή για να παρέχει βοήθεια στις χώρες να αναπτύσσουν στρατηγικές περιβαλλοντικών επενδύσεων με απόδοση προτεραιοτήτων. Έχουν συνταχθεί έγγραφα καθοδήγησης όπου περιλαμβάνεται ένα μορφότυπο για ειδικό σχέδιο εφαρμογής για συγκεκριμένη οδηγία και ένας αναλυτικός κατάλογος ελέγχου για τις οδηγίες μεγάλου επενδυτικού βάρους. Αναπτύσσεται επίσης μια βάση δεδομένων για περιβαλλοντικά σχέδια στις υποψήφιες χώρες, για να τις βοηθήσει να εντοπίζουν και να συντάσσουν σχέδια προτεραιότητας μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.

    Η παρούσα ανακοίνωση ορίζει τους στρατηγικούς στόχους για αυτά τα επενδυτικά προγράμματα. Επανεξετάζει την επενδυτική πρόκληση στις υποψήφιες χώρες, εξετάζει τρόπους ενίσχυσης και μόχλευσης διαθέσιμης χρηματοδότησης, και παρέχει καθοδήγηση σχετικά με τον τρόπο ανάπτυξης ενός επενδυτικού προγράμματος για την ένταξη. Περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο η κοινοτική τεχνική βοήθεια θα εστιάζεται πλέον στα κενά, όπως τα σχέδια και οι οδηγίες για την ατμοσφαιρική ρύπανση που προϋποθέτουν δαπάνες του ιδιωτικού τομέα, και θα συνεργάζεται στενά με τις υποψήφιες χώρες όσον αφορά τα ειδικά σχέδια χρηματοδότησης για συγκεκριμένες οδηγίες που αφορούν προβληματικές περιοχές στα απόβλητα και την ατμοσφαιρική ρύπανση και την εκπαίδευση για τις τοπικές αρχές. Κατά την κατάρτιση του παρόντος εγγράφου, η Επιτροπή συμβουλεύθηκε τις αρχές τόσο των υποψηφίων χωρών όσο και των κρατών μελών (όπου περιλαμβάνονται η Ομάδα Επισκόπησης της Περιβαλλοντικής Πολιτικής και η Επιτροπή Διαχείρισης του ISPA). Στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, τα δεδομένα που περιέχονται στο παρόν έγγραφο ελέγχθηκαν και διορθώθηκαν από τις υποψήφιες χώρες.

    Τελικός στόχος της παρούσας ανακοίνωσης είναι να βοηθήσει τις υποψήφιες χώρες να ορίσουν σαφή και αξιόπιστα σχέδια χρηματοδότησης για τις ανάγκες που έχουν όσον αφορά την προσχώρηση, όπου περιλαμβάνεται ο εντοπισμός πιθανών πηγών χρηματοδότησης και η δημιουργία εσόδων για τις απαραίτητες περιβαλλοντικές επενδύσεις.

    Εισαγωγη

    Η προσέγγιση των περιβαλλοντικών απαιτήσεων της ΕΕ αποτελεί σημαντική πρόκληση για τις χώρες που ετοιμάζονται για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. [2] Το Πρόγραμμα Δράσης 2000 [3] και, στη συνέχεια, η Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τις στρατηγικές προσχώρησης ως προς το περιβάλλον [4] αναγνώρισαν ότι το κενό της προστασίας του περιβάλλοντος στην κεντρική και την ανατολική Ευρώπη, σε σύγκριση με τα κράτη μέλη, καθιστά το έργο της προετοιμασίας για την προσχώρηση στον τομέα του περιβάλλοντος διαφορετικό από τις προηγούμενες περιπτώσεις προσχώρησης. Οι αρχικές εκτιμήσεις του κόστους όλων των επενδύσεων που απαιτούνταν για συμμόρφωση με τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις της ΕΕ για την παροχή πόσιμου νερού, τη διαχείριση λυμάτων, τις μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης και τη διαχείριση αποβλήτων ήταν περίπου 120 δισ.. EUR, μόνο για τις δέκα χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης.

    [2] Η Κύπρος και η Μάλτα υπέβαλαν αίτηση να γίνουν μέλη της ΕΕ το 1990. Η Ουγγαρία και η Πολωνία υπέβαλαν τις αιτήσεις τους το 1994, και ακολούθησαν σύντομα η Δημοκρατία της Τσεχίας, η Ρουμανία, η Σλοβακία, η Λιθουανία, η Λετονία, η Εσθονία και η Βουλγαρία το 1995 και η Σλοβενία το 1996. Το 1999 έγινε επίσης δεκτή επισήμως η αίτηση της Τουρκίας.

    [3] COM (1997) 2000.

    [4] COM (1998) 294 τελικό.

    Επομένως, η Επιτροπή τόνισε την ανάγκη ρεαλιστικών εθνικών μακροπρόθεσμων στρατηγικών για την εφαρμογή του κεκτημένου και ενθάρρυνε τις χώρες να κινητοποιήσουν σημαντικούς εγχώριους και αλλοδαπούς χρηματοοικονομικούς πόρους - ιδιαιτέρως ιδιωτική χρηματοδότηση, για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση. Επιπλέον, το Πρόγραμμα Δράσης 2000 πρότεινε να διαθέσει η Ένωση σημαντική κοινοτική χρηματοοικονομική βοήθεια για περιβαλλοντικές επενδύσεις στις υποψήφιες χώρες, ιδίως μέσω του νέου Μέσου Προενταξιακών Διαρθρωτικών Πολιτικών (ΜΠΔΠ/ISPA) καθώς και του αναθεωρημένου προγράμματος Phare και του νέου προενταξιακού μέσου για τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη (SAPARD). Το ISPA, που άρχισε να λειτουργεί το 2000, θα χορηγήσει περισσότερο από 500 εκατ. EUR ανά έτος για περιβαλλοντικές επενδύσεις κατά την περίοδο 2000-06.

    Εν τούτοις, η υποστήριξη της ΕΕ και οι λοιπές εξωτερικές πηγές ενίσχυσης θα καλύψουν μικρό μόνο μέρος των συνολικών αναγκών. Τα Υπουργεία Περιβάλλοντος είναι συνήθως υπεύθυνα για την κατάρτιση των σχεδίων εφαρμογής που υποβάλλουν στη συνέχεια οι κυβερνήσεις των αντιστοίχων χωρών. Εν τούτοις, σε πολλές υποψήφιες χώρες, τα Υπουργεία Περιβάλλοντος δεν ήταν παραδοσιακά υπεύθυνα για την επισήμανση των κενών συμμόρφωσης και την κατάρτιση τόσο αναλυτικών επενδυτικών προγραμμάτων. Αυτό συνέβαλε στην εμφάνιση πρόσθετων δυσκολιών για τις υποψήφιες χώρες όσον αφορά την κατάρτιση συγκεκριμένων και ρεαλιστικών στρατηγικών εφαρμογής. Οι δαπάνες για την προστασία του περιβάλλοντος αυξήθηκαν στις περισσότερες υποψήφιες χώρες κατά τα τελευταία έτη ή είναι προγραμματισμένη η αύξησή τους. Εν τούτοις, οι δαπάνες αυτές, για τις περισσότερες χώρες, είναι μικρό μόνο τμήμα των απαραίτητων επενδύσεων. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής έχουν εκτιμήσει ότι οι υποψήφιες χώρες θα πρέπει να δαπανήσουν κατά μέσο όρο μεταξύ 2 και 3% του ΑΕγχΠ τους κατά τα επόμενα έτη για να εξασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή. Για ορισμένες χώρες αυτό δεν δημιουργεί σημαντικά προβλήματα, ιδιαιτέρως αν ληφθούν υπόψη οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης που αρχίζουν να εμφανίζονται. Όμως, οι επενδυτικές ανάγκες διαφέρουν σημαντικά από τη μια χώρα στην άλλη: μια πρόσφατη μελέτη εκτιμά ότι το απαιτούμενο ποσοστό του ΑΕγχΠ κυμαίνεται από 2% για την Δημοκρατία της Τσεχίας ως 11% για τη Βουλγαρία [5]. Σήμερα, οι επενδυτικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕγχΠ κυμαίνονται από 0.6 ως 3%. Στις πηγές χρηματοδότησης περιλαμβάνονται δάνεια από τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, διμερείς επιχορηγήσεις και πιστωτικά προγράμματα, δάνεια από εμπορικές τράπεζες, άμεσες επενδύσεις εξωτερικού και έσοδα που παράγονται από επιβαρύνσεις των καταναλωτών, τέλη ή φόρους.

    [5] 'Βουλγαρία: οι προκλήσεις της συμμόρφωσης με τις περιβαλλοντικές οδηγίες της ΕΕ', Παγκόσμια Τράπεζα, Οκτώβριος 2000, σ 8.

    Οι μεταβατικές περίοδοι μετά την ένταξη θα είναι απαραίτητες για τις οδηγίες μεγάλου επενδυτικού βάρους. Εν τούτοις, οι αιτήσεις για μεταβατική περίοδο θα πρέπει να υποστηρίζονται από προγράμματα εφαρμογής, τα οποία θα πρέπει να περιλαμβάνουν ενδιάμεσους στόχους και ορόσημα που θα μπορούν να παρακολουθούνται μετά την ημερομηνία προσχώρησης.

    Μέχρι σήμερα, αρκετές υποψήφιες χώρες έχουν καταρτίσει τα σχέδια χρηματοδότησης που είναι απαραίτητα για τις διαπραγματεύσεις για την ένταξη. Επιπλέον, τομεακά σχέδια σε συνδυασμό με τα Εθνικά Προγράμματα για την Υιοθέτηση του Κεκτημένου, απαρτίζουν τα συγκεκριμένα σχέδια για τις προενταξιακές προσπάθειες των χωρών. Επίσης, οι υποψήφιες χώρες που ωφελούνται από το ISPA έχουν καταρτίσει εθνικές στρατηγικές ISPA για την υποδομή στους τομείς του περιβάλλοντος και των μεταφορών. Αυτές οι στρατηγικές αντιπροσωπεύουν συχνά ένα πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση του σχεδιασμού εφαρμογής για το περιβαλλοντικό κεκτημένο.

    Παρόλα αυτά, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικά κενά στα προγράμματα των υποψηφίων χωρών για την εφαρμογή. Η διαδικασία επισήμανσης, κατάρτισης, χρηματοδότησης και εφαρμογής του μεγάλου αριθμού σχεδίων περιβαλλοντικών επενδύσεων που είναι απαραίτητα για την απόκτηση της ιδιότητας του μέλους της ΕΕ προχωρεί αργά. Επίσης, καθυστέρηση εμφανίζεται και όσον αφορά τη θέσπιση νέων οργάνων και διοικητικών συστημάτων για την εφαρμογή των μέτρων που είναι απαραίτητα για την επίτευξη της συμμόρφωσης με το περιβαλλοντικό κεκτημένο. Επομένως οι υποψήφιες χώρες θα πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την κατάρτιση αναλυτικών και ρεαλιστικών χρονοδιαγραμμάτων ευθυγράμμισης και επενδύσεων.

    Η τεχνική βοήθεια της Επιτροπής για την ανάπτυξη των στρατηγικών εφαρμογής και περιβαλλοντικής χρηματοδότησης περιλαμβάνει το λεγόμενο πρόγραμμα «ΠΠΠΠ»: «Προενταξιακό Πρόγραμμα Επενδύσεων Προτεραιότητας για το Περιβάλλον». Το πρόγραμμα αυτό, που ξεκίνησε το 1999, έχει ως κύριο ρόλο την υποστήριξη της ανάπτυξης των σχεδίων εφαρμογής για τις οδηγίες μεγάλου επενδυτικού βάρους και η εξασφάλιση ότι οι χώρες θα έχουν ένα κατάλογο σχεδίων, με καθορισμένες προτεραιότητες, που θα εφαρμοστούν κατά τα επόμενα έτη. Οι σχετικές οδηγίες παρατίθενται στον Πίνακα 1 παρακάτω. Το πρώτο έτος του προγράμματος ΠΠΠΠ έδωσε έμφαση στον σχεδιασμό των επενδύσεων, και κατά τα επόμενα έτη η έμφαση θα μετατοπιστεί προς την ανάπτυξη καταλόγων μακροπρόθεσμων σχεδίων προτεραιότητας. Αυτοί οι γενικοί στόχοι προσυπογράφηκαν από τους υπουργούς περιβάλλοντος των υποψηφίων χωρών κατά την ανεπίσημη συνεδρίασή τους με την επίτροπο Wallstrφm τον Νοέμβριο του 1999.

    Το παρόν έγγραφο εξετάζει την πρόοδο όσον αφορά την ανάπτυξη στρατηγικών χρηματοδότησης για περιβαλλοντικές επενδύσεις και παρουσιάζει ορισμένα βασικά βήματα που πρέπει να πραγματοποιήσουν οι χώρες και η Επιτροπή για να επιταχυνθούν οι εργασίες αυτές. Το τμήμα 1 παρουσιάζει συνοπτικά τα αποτελέσματα των τρεχουσών εργασιών για την επισήμανση και την αξιολόγηση των κενών συμμόρφωσης της περιβαλλοντικής υποδομής, όπου περιλαμβάνονται και οι επενδυτικές ανάγκες. Το τμήμα 2 καλύπτει την απόδοση προτεραιοτήτων όσον αφορά την ανάπτυξη επενδυτικών προγραμμάτων σε στρατηγικό επίπεδο και σε επίπεδο σχεδίων, όπου περιλαμβάνονται παραδείγματα από υποψήφιες χώρες. Το τμήμα 3 παρουσιάζει σχηματικά τη δομή ενός προγράμματος περιβαλλοντικών επενδύσεων. Το τμήμα 4 εξετάζει ζητήματα χρηματοδότησης και οικονομικής προσιτότητας, ενώ το τμήμα 5 παρουσιάζει τα συμπεράσματα και τα επόμενα στάδια.

    1. Η Επενδυτικη Προκληση για την Περιβαλλοντικη Υποδομη

    Βασικές οδηγίες «μεγάλου επενδυτικού βάρους»

    Ορισμένες περιβαλλοντικές οδηγίες θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο να εφαρμοστούν, δεδομένης της σημερινής κατάστασης της υποδομής στις υποψήφιες χώρες και των διαθέσιμων χρηματοδοτικών πόρων. Επιπλέον, η εμπειρία στα κράτη μέλη από την εφαρμογή αυτών των οδηγιών παρέχει πρόσθετα στοιχεία για το εύρος της πρόκλησης. Αυτές οι οδηγίες «μεγάλου επενδυτικού βάρους» παρατίθενται στον Πίνακα 1. Δεν είναι οι μόνες οδηγίες για τις οποίες θα χρειαστούν επενδύσεις, είναι όμως αυτές που προκαλούν τα μεγαλύτερα προβλήματα από την άποψη του αριθμού των απαιτούμενων σχεδίων και της κλίμακας των επενδύσεων.

    Πίνακας 1: Βασικές οδηγίες «μεγάλου επενδυτικού βάρους»

    Ύδρευση/Επεξεργασία λυμάτων

    Οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων

    Οδηγία για το πόσιμο νερό

    Οδηγίες για τις επικίνδυνες ουσίες στο νερό

    Οδηγίες για τις αζωτούχες ενώσεις // Διαχείριση αποβλήτων

    Οδηγία για την υγειονομική ταφή

    Οδηγία για την αποτέφρωση των αστικών αποβλήτων

    Οδηγία για την αποτέφρωση των επικίνδυνων αποβλήτων

    Οδηγία για τα απορρίμματα συσκευασιών

    Έλεγχος της ατμοσφαιρικής ρύπανσης

    Οδηγία για τις εγκαταστάσεις καύσης μεγάλων διαστάσεων

    Οδηγίες για την ποιότητα των καυσίμων

    Οδηγίες για την ποιότητα του αέρα // Έλεγχος της ρύπανσης από τη βιομηχανία

    Οδηγία ΟΠΕΡ/IPPC

    Οδηγία για τους διαλύτες VOC

    Στο Παράρτημα 1 παρουσιάζονται λεπτομερέστερα οι κυριότερες επενδυτικές συνέπειες των ανωτέρω οδηγιών και τα είδη των πιθανών επενδυτών.

    Περιβαλλοντική υποδομή

    Το πρώτο βήμα για την ανάπτυξη ενός επενδυτικού προγράμματος θα πρέπει να είναι η αξιολόγηση της υπάρχουσας κατάστασης και των κενών. Σήμερα υπάρχουν διαθέσιμα περισσότερα δεδομένα για την περιβαλλοντική υποδομή στις υποψήφιες χώρες, αν και η εικόνα απέχει πολύ από το να είναι πλήρης. Ο Πίνακας 2 παρουσιάζει συνοπτικά την υπάρχουσα περιβαλλοντική υποδομή στις υποψήφιες χώρες και, όπου υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες, τη σημερινή κατάσταση συμμόρφωσης της υποδομής αυτής με τις σχετικές οδηγίες του ανωτέρω καταλόγου. Αυτή η καταγραφή παρέχει μια ιδέα σχετικά με το κενό συμμόρφωσης όσον αφορά την υπάρχουσα υποδομή, όπως οι εγκαταστάσεις IPPC, οι χώροι ταφής αποβλήτων και οι συνδέσεις ύδρευσης, που θα πρέπει να δημιουργηθούν κατά τα επόμενα έτη. Είναι αξιοσημείωτο το ευρύ φάσμα των προβλημάτων μεταξύ των διαφόρων χωρών. ενώ υπάρχουν 141 εγκαταστάσεις IPPC στην Εσθονία, υπάρχουν 4.000 στην Πολωνία. Υπάρχουν πέντε χώροι ταφής στην Κύπρο, αλλά περισσότεροι από χίλιοι μη συμμορφούμενενοι χώροι απόρριψης αποβλήτων στη Ρουμανία. Τα ποσοστά των λυμάτων που υφίστανται επεξεργασία κυμαίνονται από 30% έως 77%: ορισμένες χώρες που έχουν προχωρήσει όσον αφορά τη μεταφορά των οδηγιών και το γενικό σχεδιασμό παρουσιάζουν εκπληκτικά χαμηλά επίπεδα επενδύσεων στον τομέα αυτόν. Εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλα κενά μεταξύ των πόλεων και των αγροτικών περιοχών όσον αφορά τις εγκαταστάσεις αποχέτευσης και πόσιμου νερού.

    Η επενδυτική πρόκληση

    Τα δεδομένα για την χρηματοοικονομική πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι χώρες όσον αφορά την εφαρμογή αυτών των οδηγιών υπέστησαν λεπτομερή επεξεργασία το 2000 από ορισμένες μελέτες. Στο Παράρτημα 2 παρουσιάζονται εκτιμήσεις των αναγκών χρηματοδότησης για τη συμμόρφωση με το περιβαλλοντικό κεκτημένο. Συνολικά, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι εκτιμήσεις του 1997 εξακολουθούν να είναι έγκυρες. Το ευρέως αναφερόμενο μέγεθος των 120 δισ. EUR για τη συνολική συμμόρφωση με το περιβαλλοντικό κεκτημένο, που είχε δημοσιευθεί το 1997, είχε εκτιμηθεί χρησιμοποιώντας διάφορες τεχνικές, αλλά βασιζόταν κυρίως στα μοναδιαία κόστη και στα κατά κεφαλήν αναμενόμενα κόστη της υποδομής ανά τομέα. Οι επόμενες αξιολογήσεις, που εστιάστηκαν κυρίως στα κόστη των συγκεκριμένων οδηγιών, δείχνουν χαμηλότερες τιμές που κυμαίνονται μεταξύ 85 δισ. EUR και 110 δισ. EUR. Τα μοναδιαία κόστη είναι χαμηλότερα από ότι είχε προβλεφθεί, ενώ οι σημαντικές επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν σε ορισμένες υποψήφιες χώρες από το 1997 μείωσαν τα εκτιμώμενα κενά. Εξάλλου, το μέγεθος αυτό δεν περιλαμβάνει τις επενδυτικές ανάγκες για ορισμένα νέα ή αναμενόμενα στοιχεία νομοθεσίας, όπως η οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα και οι σχεδιαζόμενες αναθεωρήσεις της οδηγίας για τις εγκαταστάσεις καύσης μεγάλων διαστάσεων. Επιπλέον, ορισμένες από τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις δεν περιλάμβαναν τα κόστη λειτουργία και συντήρησης. Δεν περιλαμβάνονταν πάντα οι επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα. Αυτό αλλάζει σήμερα, και ένας αυξανόμενες αριθμός μελετών εξετάζει τα κόστη λειτουργίας και συντήρησης και την ανάκτηση των δαπανών. Μόνο με τον τρόπο αυτό είναι δυνατόν να αξιολογηθεί η βιωσιμότητα της χρηματοδότησης των επενδύσεων, δεδομένου ιδιαιτέρως του κρίσιμου ρόλου των νοικοκυριών και των καταναλωτών όσον αφορά τη χρηματοδότηση της λειτουργίας και της συντήρησης. Επομένως, πολλές από τις εκτιμήσεις για συγκεκριμένες οδηγίες αναθεωρήθηκαν και πάλι αντιστοίχως προς τα πάνω.

    2. Καθορισμόσ Προτεραιοτητων

    Απόδοση προτεραιοτήτων στο στρατηγικό επίπεδο

    Το ζήτημα της απόδοσης προτεραιοτήτων έχει κρίσιμη σημασία για την ανάπτυξη ενός προγράμματος περιβαλλοντικών επενδύσεων. Αν και βραχυπρόθεσμα έχει νόημα να υποβάλλονται για επιχορήγηση τα σχέδια χρηματοδότησης που είναι περισσότερο έτοιμα και οικονομικά βιώσιμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα οι υποψήφιες χώρες θα πρέπει να αποδίδουν συστηματικά προτεραιότητες στις επενδυτικές ανάγκες τους. Η ανάγκη αυτή θα συνεχίσει να υπάρχει για μεγάλο διάστημα μετά την ένταξη.

    Ο καθορισμός προτεραιοτήτων είναι μια πολύπλοκη διεργασία που περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα επιπτώσεων σε περιφερειακό/διεθνικό, εθνικό ή τοπικό επίπεδο. Σήμερα είναι απαραίτητα επενδυτικά προγράμματα με καθορισμένες προτεραιότητες για την υποστήριξη των αιτήσεων για μεταβατικές περιόδους και για να βοηθήσουν στην αύξηση της συνειδητοποίησης, εκ μέρους των κυβερνήσεων, όσον αφορά τις επενδυτικές ανάγκες της διαδικασίας προσχώρησης. Για παράδειγμα, το Μάιο του 2000 το τσεχικό Υπουργείο Περιβάλλοντος υπέβαλε στην κυβέρνηση ένα πρόγραμμα «κόστους εφαρμογής» που περιλάμβανε τις ανάγκες προσωπικού και τις διοικητικές ανάγκες, για την πλήρη συμμόρφωση με όλες τις οδηγίες. Το έγγραφο αυτό βασίστηκε στο Εγχειρίδιο Εφαρμογής, το οποίο εξέδωσε η Επιτροπή τον Απρίλιο του 2000. Το έγγραφο έπεισε την κυβέρνηση να ανταποκριθεί με ένα σημαντικό μέρος των απαιτούμενων ποσών. Θα ήταν χρήσιμο να προβούν όλες οι υποψήφιες χώρες σε παρόμοιες ενέργειες, για να εξασφαλιστεί ότι θα έχουν το απαραίτητο προσωπικό και τους απαραίτητους πόρους για τη διαχείριση και την επιβολή των νέων νόμων.

    Η ανάπτυξη προτεραιοτήτων δεν είναι μόνο ένα έργο που αφορά την ένταξη. Τα προγράμματα που αναπτύσσονται τώρα θα βοηθήσουν στην πληρέστερη δυνατή αξιοποίηση των κοινοτικών διαρθρωτικών ταμείων και των ταμείων συνοχής μετά την ένταξη. Η δεύτερη έκθεση της Επιτροπής για τη Συνοχή (COM(2001) 24) αναφέρει ότι η υποστήριξη των περιβαλλοντικών επενδύσεων μέσω των κοινοτικών διαρθρωτικών μέσων θα αποτελέσει σημαντικό θέμα προτεραιότητας για τα νέα κράτη μέλη. Επιπλέον, τα σχέδια εφαρμογής που υποβάλλουν οι υποψήφιες χώρες για να δικαιολογήσουν τις αιτήσεις για μεταβατικές περιόδους θα παρακολουθούνται μετά την ένταξη. Για όλους αυτούς τους λόγους απαιτείται μια στρατηγική απόδοσης προτεραιοτήτων έτσι ώστε οι επενδύσεις να έχουν το μέγιστο δυνατό αντίκτυπο.

    Η απόδοση προτεραιοτήτων είναι απαραίτητη σε διάφορες βαθμίδες της επενδυτικής στρατηγικής. Πρώτον, οι χώρες χρειάζεται να αποδίδουν προτεραιότητες μεταξύ των τομέων, και δεύτερον να επιλέγουν στο εσωτερικό ενός τομέα. Για παράδειγμα, η Λιθουανία επέλεξε να δώσει έμφαση στα ύδατα και τα απόβλητα για την χρηματοδοτική στρατηγική της [6] αλλά, για να γίνει πραγματικότητα η στρατηγική, θα πρέπει να γίνουν αυστηρές επιλογές για επενδύσεις προτεραιότητας στους τομείς αυτούς.

    [6] Βλέπε «Στρατηγική Χρηματοδότησης Περιβάλλοντος», Οκτώβριος 2000, με χρηματοδότηση της DANCEE. Στις αρχές της δεκαετίας του '90, η Λιθουανία έδωσε προτεραιότητα σε επενδύσεις για την κάλυψη των απαιτήσεων της σύμβασης του Ελσίνκι.

    Όπως η Λιθουανία, η Λετονία επέλεξε να δώσει προτεραιότητα στα ύδατα και τα απόβλητα, με το ευρείας βάσης πρόγραμμά της για τους δήμους. Το πρόγραμμα είναι σε λειτουργία, αλλά δεν είχε ένα πλαίσιο συνολικής διαχείρισης αποβλήτων. Η κυβέρνηση της Λετονίας αναπτύσσει τώρα μια στρατηγική διαχείρισης αποβλήτων που θα βοηθήσει στην επιλογή και τον συντονισμό των επιμέρους επενδύσεων.

    Για ορισμένες οδηγίες, οι επενδύσεις θα είναι αρμοδιότητα του ιδιωτικού τομέα (π.χ. πλαίσιο ποιότητας του αέρα): στους τομείς αυτούς, ο κρατικός σχεδιασμός και η απόδοση προτεραιοτήτων θα πρέπει να αφορά κυρίως την εξασφάλιση ότι θα υπάρχουν κατάλληλοι μηχανισμοί παρακολούθησης και επιβολής για την ενίσχυση των απαιτούμενων επενδύσεων. Θα πρέπει επίσης να υπάρχει η κανονιστική δομή που απαιτείται για την ενθάρρυνση των επενδύσεων. Ένα καλό παράδειγμα για αυτό αποτελεί η Σλοβακία, όπου η ανάπτυξη μιας σωστής κανονιστικής δομής για τη διαχείριση των στερεών αποβλήτων ενθάρρυνε τη γρήγορη ανάπτυξη των χώρων ταφής του ιδιωτικού τομέα, και όπου το σύστημα διαχείρισης στερεών αποβλήτων είναι σήμερα πλήρως ιδιωτικοποιημένο.

    Πίνακας 2 Σημερινή κατάσταση της περιβαλλοντικής υποδομής στις υποψήφιες για ένταξη χώρες: πληροφορίες από τις υποψήφιες χώρες

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    Απόδοση προτεραιοτήτων σε επίπεδο σχεδίων

    Μια αρχική αξιολόγηση των επενδύσεων "από πάνω προς τα κάτω" μπορεί να προκύψει από μια ανάλυση των τομέων όπου απουσιάζει η συμμόρφωση - ανάλυση κενών. Εντούτοις, ο ορισμός των σχεδίων θα προέλθει κατά πάσα πιθανότητα "από κάτω", από τους δήμους και άλλους φορείς που είναι υπεύθυνοι για τις τελικές επενδύσεις. Στο στάδιο αυτό, ο καθορισμός προτεραιοτήτων πρέπει να αφορά τόσο το εθνικό όσο και το τοπικό επίπεδο, για να εξασφαλιστεί ότι οι στόχοι πολιτικής που ορίζονται σε εθνικό επίπεδο θα ανταποκρίνονται στις επενδυτικές ανάγκες σε τοπικό επίπεδο. Επιπλέον, η καλή επικοινωνία στο θέμα αυτό βοηθά να εξασφαλιστεί η ρεαλιστική συμμόρφωση των επενδυτικών σχεδίων με τις οικονομικές δυνατότητες και τη δανειοληψία της χώρας. Εκτός από τη σύνδεση με την ένταξη και το περιβαλλοντικό όφελος, θα πρέπει να περιλαμβάνονται κριτήρια όπως η οικονομική βιωσιμότητα και η αποτελεσματικότητα ως προς το κόστος. Ορισμένα κριτήρια προτείνονται παρακάτω.

    Πίνακας 3: Κριτήρια για την απόδοση προτεραιοτήτων σε στρατηγικό επίπεδο και σε επίπεδο σχεδίων

    Ζητήματα ένταξης

    * Προτεραιότητα που αποδίδεται στην οδηγία στο πλαίσιο της ένταξης, π.χ. αν ζητείται μεταβατική περίοδος

    * Κατάσταση όσον αφορά την μεταφορά και την επιβολή της σχετικής νομοθεσίας

    * Προτεραιότητα του τομέα στις εθνικές περιβαλλοντικές στρατηγικές / προγράμματα (π.χ. ΕΠΥΚ, εταιρικές σχέσεις ένταξης, τομεακές στρατηγικές)

    // Περιβαλλοντικά ζητήματα

    * Σοβαρότητα του προβλήματος

    * Επιπτώσεις για την υγεία

    * Διασυνοριακές επιπτώσεις

    * Επείγον χαρακτήρας του προβλήματος

    * Αποτελεσματικότητα ως προς το κόστος της προτεινόμενης λύσης

    * Μέρος μακροπρόθεσμης στρατηγικής, π.χ. βιωσιμότητα,

    Χρηματοοικονομικά ζητήματα

    * Διαθεσιμότητα και πηγές χρηματοδότησης

    * Κόστη λειτουργίας και συντήρησης

    * Προσδοκώμενο επίπεδο εισοδήματος (π.χ. από τέλη) // Οικονομικά ζητήματα

    * Οικονομική προσιτότητα των προτεινόμενων τελών

    * Οικονομική προσιτότητα της προτεινόμενης επένδυσης

    * Ευρύτερα οικονομικά οφέλη (και κόστη) του σχεδίου

    Τεχνικά ζητήματα

    * Πολυπλοκότητα σχεδίου και χρησιμοποιούμενη τεχνολογία

    * Σημερινή κατάσταση ανάπτυξης του σχεδίου

    * Διαθέσιμοι πόροι για την ανάπτυξη του σχεδίου // Θεσμικά ζητήματα

    * Αξιολόγηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, αν χρειάζεται

    * Απαραίτητες άδειες για κατασκευή / λειτουργία

    Εμπορικά ζητήματα

    * Σαφής καθορισμός αρμοδιοτήτων για την ανάπτυξη και την εφαρμογή

    * Δημιουργία εμπορικού πλαισίου (π.χ. σύμβαση για εταιρική σχέση δημόσιου - ιδιωτικού τομέα) // Χρονικά ζητήματα

    * Χρονοδιάγραμμα της χρηματοδότησης (θυρίδες επιχορηγήσεων κτλ.)

    Εθνικές και διασυνοριακές πιέσεις για προτεραιότητες περιβαλλοντικών επενδύσεων

    Κατά τη δεκαετία του 1990, όλες σχεδόν οι υποψήφιες χώρες ανέλαβαν κάποιου είδους δραστηριότητα εθνικού περιβαλλοντικού σχεδιασμού και καθορισμού προτεραιοτήτων, με αποτέλεσμα Εθνικές Περιβαλλοντικές Στρατηγικές ή Εθνικά Περιβαλλοντικά Προγράμματα Δράσης. Τα έγγραφα αυτά συνοδεύονταν κατά κανόνα από μακροσκελείς καταλόγους δράσεων, όπου περιλαμβάνονταν επενδυτικά σχέδια. Πολλά από αυτά ξεκίνησαν ως ανταπόκριση σε επείγοντα τοπικά προβλήματα, όπως ο καθαρισμός τοξικών "καυτών σημείων". Οι κατευθυντήριες γραμμές για τα Περιβαλλοντικά Προγράμματα Δράσης που παρουσιάστηκαν στην υπουργική διάσκεψη στη Λουκέρνη το 1993 συνιστούσαν μια προσέγγιση αποτελεσματική ως προς το κόστος για τον καθαρισμό της βιομηχανικής ρύπανσης. Με τα προγράμματα ιδιωτικοποίησης, η άμεση ευθύνη για τέτοιες επενδύσεις μεταφέρθηκε στον ιδιωτικό τομέα, και εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών που είναι αρμόδιες για κανονιστικά ζητήματα και για την επιβολή. Η κινητήρια δύναμη για αυτή την δραστηριότητα ιδιωτικοποίησης ήταν ότι τα εθνικά συμφέροντα θα πρέπει να είναι πρώτα, και ότι η ορθολογική εξέταση της σχέσης κόστους - οφέλους στη ρύπανση θα πρέπει να έχει μεγαλύτερη σημασία από τις διεθνείς πιέσεις.

    Εντούτοις, σε ορισμένες περιπτώσεις χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης συμμετείχαν οικονομικά σε περιφερειακά, διασυνοριακά προγράμματα και διέθεσαν σημαντικά ποσά για αυτά. Η περιφέρεια της σύμβασης του Ελσίνκι και η περιφέρεια του Μαύρου Τριγώνου, για παράδειγμα, προσέλκυσαν σημαντικές επενδύσεις από τις συμμετέχουσες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Η προσέγγιση της λεκάνης απορροής που περιλαμβάνεται στην οδηγία πλαίσια για τα ύδατα ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να δημιουργούν διασυνοριακούς φορείς διαχείρισης για τους διεθνείς ποταμούς. Αυτό θα πρέπει να εξασφαλίσει υψηλότερη προτεραιότητα για τα προγράμματα του Δούναβη και του Εύξεινου Πόντου, τα οποία σήμερα εφαρμόζονται στο πλαίσιο συμβάσεων [7]. Ο καθορισμός προτεραιοτήτων θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη αυτές τις διασυνοριακές συμβάσεις και προγράμματα. Για παράδειγμα, ο αντίκτυπος των εθνικών περιβαλλοντικών προγραμμάτων δράσης που εφαρμόζονται τόσο στη Σλοβακία όσο και στη Ρουμανία, σήμαινε ικανοποιητικό επίπεδο συνειδητοποίησης των τοπικών περιβαλλοντικών προβλημάτων. όμως, η εξεύρεση χρηματοδότησης για τα επενδυτικά σχέδια αποδείχθηκε δυσκολότερη.

    [7] Η Ένωση έχει υπογράψει τη σύμβαση του Δούναβη (1994), αλλά όχι τη σύμβαση του Βουκουρεστίου για τον Εύξεινο Πόντο (1992).

    3. Αναπτυξη ενοσ Προγραμματοσ Περιβαλλοντικων Επενδυσεων

    Ο ρόλος ενός προγράμματος περιβαλλοντικών επενδύσεων

    Ένα πρόγραμμα περιβαλλοντικών επενδύσεων για την ένταξη διαδραματίζει ορισμένους σημαντικούς ρόλους. Πρώτον, θα πρέπει να καθορίζει τα σχέδια που είναι απαραίτητα για να επιτευχθεί η συμμόρφωση με συγκεκριμένες οδηγίες. Το πρόγραμμα θα πρέπει να επιχειρεί την αξιολόγηση του συνολικού επιπέδου των επενδύσεων που απαιτούνται καθώς και τις εκτιμήσεις κόστους για χαρακτηριστικά ή ειδικά σχέδια. Δεύτερον, εξετάζει τα επίπεδα οικονομικής προσιτότητας, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και για συγκεκριμένα σχέδια. Τρίτον, θα πρέπει να προτείνει ένα αξιόπιστο χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή.

    Η ανάπτυξη ενός εθνικού προγράμματος περιβαλλοντικών επενδύσεων για την ένταξη είναι μια δυναμική διεργασία, που απαιτεί τακτική ανασκόπηση και ενημέρωση. Ορισμένες επενδύσεις θα συμπεριλαμβάνονται σε περιπτώσεις όπου υπάρχει πίεση για ανάληψη δράσης λόγω υποχρεώσεων έναντι της ΕΕ ή άλλων διεθνών υποχρεώσεων, ή λόγω τοπικών κινδύνων για την υγεία ή το περιβάλλον. Εξάλλου, ένα επενδυτικό πρόγραμμα χρειάζεται μια μακροπρόθεσμη προοπτική έτσι ώστε να περιλαμβάνει, για παράδειγμα, τις επενδυτικές ανάγκες που θα απορρέουν από νέες οδηγίες της ΕΕ.

    Στρατηγικός προγραμματισμός επενδύσεων

    Το πρόγραμμα περιβαλλοντικών επενδύσεων πρέπει να οδηγείται από τη διεργασία ένταξης και να είναι περιεκτικό ως προς την κάλυψή του. Θα πρέπει να είναι συντονισμένο με τις άλλες εργασίες που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της διεργασίας που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της προσέγγισης, όπου περιλαμβάνεται η μεταφορά και η εφαρμογή της νομοθεσίας. Θα πρέπει να καλύπτει όλα τα στάδια της διαδικασίας από το στρατηγικό σχεδιασμό και την επισήμανση των σχεδίων, προς το σχεδιασμό των επενδύσεων και την κατάρτιση των σχεδίων μέχρι την εφαρμογή και την παρακολούθηση των σχεδίων. Μια συνοπτική παρουσίαση προγράμματος εφαρμογής και χρηματοδότησης για συγκεκριμένη οδηγία περιλαμβάνεται στο Παράρτημα 3, και κυκλοφόρησε στις υποψήφιες χώρες το 2000. Αυτή η συνοπτική παρουσίαση δεν έχει το ρόλο προδιαγραφών, αλλά βασίζεται σε σχέδια εφαρμογής και δράσης που υποβλήθηκαν από υποψήφιες χώρες.

    Αφετηρία

    Το σημείο εκκίνησης είναι η αξιολόγηση των απαιτήσεων της κάθε οδηγίας, για να προσδιοριστεί η σημερινή κατάσταση συμμόρφωσης και να επισημανθούν τα κενά όπου απαιτούνται επενδυτικά σχέδια για την επίτευξη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις έναντι της ΕΕ. Η Δημοκρατία της Τσεχίας πραγματοποίησε λεπτομερή αξιολόγηση των κενών συμμόρφωσης για όλες τις περιβαλλοντικές οδηγίες, και υπολόγισε τα πρόσθετα κόστη, από άποψη διοίκησης και προσωπικού καθώς και υποδομής. Προέβη επίσης σε κατανομή του κόστους στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Αυτό το σχέδιο εφαρμογής αποτέλεσε μια ικανοποιητική βάση για την κατάρτιση των επενδυτικών σχεδίων για συγκεκριμένες οδηγίες όπου απαιτείται μεταβατική περίοδος. Για την οδηγία ΟΠΕΡ, η Σλοβενία κατέγραψε όλες τις εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στα παραρτήματα της οδηγίας, και δεσμεύτηκε να εξασφαλίσει ότι θα επιτευχθούν επίπεδα Βέλτιστης Διαθέσιμης Τεχνολογίας για τον κάθε βιομηχανικό τομέα σε μια συγκεκριμένη προθεσμία. εκτίμησε επίσης το κόστος της συμμόρφωσης για τη βιομηχανία.

    Η διαδικασία αξιολόγησης των κενών θα πρέπει να συνδέεται με τη μεταφορά και την εφαρμογή / επιβολή. Είναι πιο εύκολο να αναπτυχθούν επενδύσεις σε τοπικό επίπεδο όταν υπάρχει η απαραίτητη νομοθεσία και τα απαραίτητα πρότυπα, ενώ οι κυβερνήσεις των υποψήφιων χωρών πρέπει να γνωρίζουν τα πρόσθετα κόστη για την παρακολούθηση, τη διοίκηση και την επιβολή, καθώς και τα κόστη λειτουργίας και συντήρησης.

    Αυτή η αξιολόγηση κενών θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα ένα κατάλογο των επενδύσεων που απαιτούνται για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με την κάθε οδηγία. Αυτό σημαίνει τη μετάβαση από μια αξιολόγηση "από πάνω προς τα κάτω" των κενών πολιτικής προς μια προσέγγιση "από κάτω προς τα πάνω" που θα βασίζεται στον εντοπισμό της ανάγκης για επιμέρους μονάδες σε πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά. Για ορισμένες οδηγίες, ο ιδιωτικός τομέας είναι υπεύθυνος για επενδύσεις. Αυτό ισχύει όχι μόνο για την ενέργεια ή την ποιότητα του αέρα, αλλά και για τα απόβλητα και για την ύδρευση, τα οποία σε ορισμένες υποψήφιες χώρες έχουν ιδιωτικοποιηθεί. Στις περιπτώσεις αυτές, ο ρόλος των κυβερνήσεων είναι να επιβάλλουν και να παρακολουθούν τις απαιτήσεις. Η εξεύρεση των επενδυτικών αναγκών που υπάρχουν σε τοπικό επίπεδο θα πρέπει να πραγματοποιείται ενεργά και σε σύνδεση με τα πρότυπα και τις απαιτήσεις των οδηγιών.

    Για ορισμένες οδηγίες, οι επενδυτικές απαιτήσεις δεν ήταν γνωστές παρά μόνο αφού πραγματοποιήθηκε μια αρχική αξιολόγηση ή άσκηση προγραμματισμού, όπως π.χ. ένα εθνικό πρόγραμμα διαχείρισης αποβλήτων που θεσπίζει μια στρατηγική για περιφερειακούς χώρους ταφής ή μια καταγραφή των μη συμμορφούμενων εκπομπών από εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων. Στην περίπτωση της οδηγίας πλαισίου για την ποιότητα του αέρα και των θυγατρικών οδηγιών της, οι επενδυτικές ανάγκες θα καταστούν σαφείς μόνο αφού οι προκαταρκτικές αξιολογήσεις θα έχουν καθορίσει ζώνες στις οποίες υπερβαίνονται οι οριακές τιμές για συγκεκριμένους ρύπους. Το επόμενο βήμα είναι η κατάρτιση προγραμμάτων δράσης που εντοπίζουν πηγές ρυπογόνων εκπομπών καθώς και επιλογές ελάχιστου κόστους για την επίτευξη μειώσεων των εκπομπών. Για παράδειγμα, ένα υψηλό επίπεδο μικρών σωματιδίων μπορεί να συνδεθεί με κινητήρες ντίζελ σε λεωφορεία, πράγμα που απαιτεί επενδύσεις σε νέο εξοπλισμό δημοσίων συγκοινωνιών, ή με τη χρήση άνθρακα σε οικιακές εγκαταστάσεις θέρμανσης, πράγμα που απαιτεί μετατροπή για χρήση φυσικού αερίου.

    Κεντρικός άξονας ενός επενδυτικού προγράμματος για τις ανάγκες της ένταξης θα είναι τα σχέδια περιβαλλοντικών επενδύσεων έντασης κεφαλαίου που απαιτούνται υπό τις οδηγίες μεγάλου επενδυτικού βάρους. Εντούτοις, θα πρέπει επίσης να αξιολογηθούν επενδύσεις μικρότερης κλίμακας που απαιτούνται για τη συμμόρφωση, όπως συστήματα παρακολούθησης και εργαστήρια. Για την αποτελεσματική εφαρμογή και επιβολή, θα χρειαστεί συμπληρωματικός αριθμός επιθεωρητών περιβάλλοντος, καθώς και νέα συστήματα διαχείρισης πληροφοριών, εξοπλισμός επικοινωνιών και μηχανοκίνητα οχήματα. Αν δεν υπάρχουν αυτοί οι μηχανισμοί, θα αυξηθεί η δυσκολία της εφαρμογής των οδηγιών μεγάλου επενδυτικού βάρους, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις όπου συμμετέχει και ο ιδιωτικός τομέας [8].

    [8] Οι επενδυτικές συνέπειες των απαιτήσεων της ΕΕ στους τομείς του ύδατος, της διαχείρισης αποβλήτων, της ποιότητας του αέρα και του ελέγχου της βιομηχανικής ρύπανσης παρουσιάζονται συνοπτικά στο Παράρτημα 1. Το Εγχειρίδιο για την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της ΕΚ (έγγραφο εργασίας της Επιτροπής, Απρίλιος 2000) είναι μια χρήσιμη πηγή πληροφοριών για όλα τα βήματα που απαιτούνται για την κάλυψη των απαιτήσεων των οδηγιών.

    Πλαίσιο 1 Σχεδιασμός εφαρμογής στην Δημοκρατία της Τσεχίας και της Σλοβενίας

    Για τις διαπραγματεύσεις για το κεφάλαιο του περιβάλλοντος, το τσεχικό υπουργείο περιβάλλοντος συνέταξε λεπτομερή σχέδια εφαρμογής για κάθε περιβαλλοντική νομοθετική πράξη της ΕΕ. Τα σχέδια επισημαίνουν τα όργανα που είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή του κάθε νόμου της ΕΕ, τις απαιτήσεις του νόμου, τις βαθμίδες εφαρμογής, όπου περιλαμβάνονται οι προθεσμίες για συγκεκριμένες απαιτήσεις, τους κύριους περιορισμούς για την εφαρμογή και προτάσεις για λύσεις, χρηματοοικονομικές ανάγκες (θεσμική ενίσχυση, επενδύσεις του δημόσιου τομέα, ανάγκες του ιδιωτικού τομέα), καθώς και κατάλογο συγκεκριμένων σχεδίων για την εφαρμογή.

    Το υπουργείο περιβάλλοντος της Σλοβενίας συνέταξε λεπτομερή σχέδια εφαρμογής για τις διαπραγματεύσεις για την ένταξη, και στη συνέχεια προγράμματα δράσης και εκτιμήσεις για τα επενδυτικά κόστη, ως δικαιολογητικά για τις αιτήσεις για μεταβατικές περιόδους. Αυτά τα προγράμματα δράσης, και τα χρονικά πλαίσιά τους, έγιναν αποδεκτά από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Τα στοιχεία αυτά εμφανίζονται στην ιστοσελίδα της κυβέρνησης της Σλοβενίας.

    Το σχέδιο εφαρμογής πρέπει να επισημαίνει ποιος θα είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση του ίδιου του επενδυτικού σχεδίου και ποιος θα είναι υπεύθυνος για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της ΕΕ. Οι "ιδιοκτήτες" των σχεδίων καλύπτουν όλο το φάσμα από εταιρείες κοινής ωφέλειας μέχρι αγρότες, και από ιδιωτικές εταιρείες μέχρι υπηρεσίες περιβάλλοντος. Ορισμένοι προτείνοντες θα είναι υπεύθυνοι για σχέδια σχετικά με περισσότερες από μια οδηγίες. Για παράδειγμα, οι δήμοι θα είναι συχνά υπεύθυνοι για τη συμμόρφωση με τα πρότυπα της ΕΕ για δημοτικές υπηρεσίες όπως η παροχή πόσιμου νερού, η επεξεργασία αστικών λυμάτων και η διαχείριση αποβλήτων. Θα χρειάζεται αξιολόγηση και προγραμματισμός σε δημοτικό επίπεδο για να προσδιοριστεί η πρόσθετη υποδομή που απαιτείται για τη συμμόρφωση με αυτές τις πολλαπλές απαιτήσεις.

    Θα πρέπει να καταρτίζονται προκαταρκτικές εκτιμήσεις κόστους για την προτεινόμενη υποδομή, όπου θα περιλαμβάνονται τα κόστη λειτουργίας και συντήρησης. Αν και οι περισσότερες υποψήφιες χώρες έχουν εκτελέσει ορισμένες πράξεις εκτίμησης κόστους, μπορεί να απαιτούνται πρόσθετες πληροφορίες και ανάλυση για να προσδιοριστούν οι πιο αποτελεσματικές ως προς το κόστος στρατηγικές για τη συμμόρφωση ή για να εξεταστεί η οικονομική προσιτότητα σε εθνικό ή δημοτικό επίπεδο ή σε επίπεδο νοικοκυριών. Στο στάδιο αυτό θα πρέπει επίσης να εντοπίζονται οι δυνητικές πηγές χρηματοδότησης - όπου περιλαμβάνονται οι κρατικοί προϋπολογισμοί, οι επιχορηγήσεις, τα διεθνή και τα εμπορικά δάνεια. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν στη συνέχεια να αποτελέσουν το θεμέλιο για μια περιεκτική στρατηγική χρηματοδότησης που θα καθορίζει τις επενδυτικές ανάγκες, τις πηγές χρηματοδότησης και το χρονοδιάγραμμα των επιμέρους σχεδίων που είναι απαραίτητα για την επίτευξη της συμμόρφωσης.

    Η διαδικασία αυτή θα διαφέρει στις μεγάλες χώρες σε σχέση με αυτό που θα είναι δυνατό να γίνει στις μικρές χώρες. Προφανώς, το επίπεδο λεπτομέρειας που μπορεί να αναπτυχθεί σε μια χώρα με πληθυσμό σχεδόν 40 εκατομμυρίων είναι μικρότερο από αυτό που μπορεί να επιτευχθεί για τη Σλοβενία. Εξάλλου, ο σχεδιασμός της ένταξης και η συμμόρφωση καθώς και οι πληροφορίες και τα σχέδια θα πρέπει να συνδέονται σε κάποιο επίπεδο: στις μεγάλες χώρες, χρειάζεται να ενισχυθεί η ροή πληροφοριών από και προς το επίπεδο της περιφέρειας. Σε κάθε περίπτωση, το επίπεδο λεπτομέρειας είναι λιγότερο σημαντικό από την εξασφάλιση ότι ο σχεδιασμός των επενδύσεων βασίζεται σαφώς σε συγκεντρωτικά μεγέθη πληροφοριών, και είναι αξιόπιστος ως προς τις προβλέψεις του.

    4. Η προκληση του Εντοπισμου και τησ Εξασφαλισησ Χρηματοδοτησησ

    Εισόδημα και οικονομική προσιτότητα

    Η οικονομική προσιτότητα είναι ένα σημαντικό ζήτημα σε επίπεδο προγράμματος σε σχέση με τη συνολική εθνική δαπάνη. Σε επίπεδο σχεδίου, θα πρέπει να εντοπίζονται οι ροές εισοδήματος που θα συμβάλλουν στην οικονομική βιωσιμότητα και διατηρησιμότητα του σχεδίου. Αυτές θα έχουν γενικά τη μορφή τελών για περιβαλλοντικές υπηρεσίες, όπως η ύδρευση ή η διάθεση αποβλήτων. Μια "ανάλυση οικονομικής προσιτότητας" του σχεδίου θα βοηθήσει στην αξιολόγηση της ικανότητας των καταναλωτών να καταβάλουν ένα μέρος τουλάχιστον των προτεινόμενων τελών και να συμβάλουν στις λειτουργικές δαπάνες και τις δαπάνες συντήρησης, καθώς και στην αξιολόγηση του αποτελέσματος των τελών για τη ζήτηση. Υπάρχουν ελάχιστες γενικές κατευθύνσεις που μπορούν να δοθούν σχετικά με το τι αποτελεί οικονομικά προσιτό επίπεδο, αλλά μια πολωνική μελέτη εκτίμησε ότι το 4% του εισοδήματος των οικογενειών για τη χρήση είναι το ανώτατο όριο οικονομικής προσιτότητας για τους καταναλωτές, ενώ η ΕΤΑΑ έχει εσωτερικές σημειώσεις καθοδήγησης για το θέμα αυτό. Η αύξηση του επιπέδου των τελών και των φόρων μπορεί επίσης να οδηγήσει σε σημαντικές μειώσεις από την πλευρά των πόρων, και να μειώσει επομένως την ανάγκη για νέες επενδύσεις. Για παράδειγμα, η χρέωση του νερού στις υποψήφιες χώρες μείωσε τη ζήτηση κατά 40% κατά μέσο όρο, έτσι ώστε οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων που είχαν σχεδιαστεί κατά τη δεκαετία του 1980 έχουν τώρα πλεονάζουσα δυναμικότητα και περιττά υψηλά κόστη λειτουργίας.

    Μια προκαταρκτική χρηματοδοτική ανάλυση που θα περιλαμβάνει τις πληροφορίες αυτές θα καθορίσει τις ευρείες χρηματοοικονομικές παραμέτρους του σχεδίου, όπως την απαιτούμενη επένδυση και την απόδοση της επένδυσης. Όλες οι υποψήφιες χώρες της ΚΑΕ έχουν δημιουργήσει περιβαλλοντικά ταμεία, των οποίων η βάση εσόδων προέρχεται από φόρους περιβαλλοντικών πόρων, τέλη και πρόστιμα για υπερβολική ρύπανση. Τα μέσα αυτά αποτελούν ένα οικονομικό κίνητρο για να μειώσουν οι χρήστες τα επίπεδα ρύπανσης ή τη χρήση φυσικών πόρων και μπορούν επομένως να ενθαρρύνουν τις περιβαλλοντικές επενδύσεις, αν και θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα να αποφεύγονται οι παραβιάσεις των κοινοτικών κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις. Τα έσοδα που συγκεντρώνονται από τις πηγές αυτές, και ιδιαίτερα από τα τέλη και τους φόρους, εφόσον είναι σχετικά προβλέψιμα, παρέχουν μια πολύτιμη ροή εσόδων για πολλές περιβαλλοντικές επενδύσεις. Στην ιδανική περίπτωση τα επίπεδα των τελών και των φόρων θα πρέπει να κινούνται προς την κατεύθυνση της συμμόρφωσης με την αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει". Τα τέλη για τη χρήση πόρων και η πλήρης ανάκτηση του κόστους για τη χρήση περιβαλλοντικών υποδομών (όπως η ύδρευση, η επεξεργασία λυμάτων και τα αποχετευτικά δίκτυα, καθώς και τα απόβλητα), θα πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της χρηματοδότησης των σχεδίων.

    Συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα

    Σύμφωνα με την αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει", το οικονομικό βάρος πρέπει να το φέρει όσο το δυνατόν περισσότερο ο επενδυτής και ο ρυπαίνων. Η σημασία των ιδιωτικών επενδύσεων φαίνεται από τη μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας για τη Βουλγαρία που αναφέρεται παραπάνω. Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, το 46% της ευθύνης για τις περιβαλλοντικές επενδύσεις ανήκει στον ιδιωτικό τομέα, ενώ το 43% ανήκει στους δήμους, και μόνο 11% ανήκει στις κεντρικές διοικήσεις. Επιπλέον, τα εθνικά προγράμματα περιβαλλοντικής δράσης της Σλοβακίας και της Ρουμανίας εκτίμησαν, ανεξάρτητα, ότι σχεδόν 70% της απαιτούμενης χρηματοδότησης για τη ρύπανση θα αφορά τον ιδιωτικό τομέα. Υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί τρόποι συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα σε επενδύσεις για περιβαλλοντική υποδομή σε τομείς οι οποίοι, ιστορικά, στα περισσότερα κράτη μέλη, ήταν αρμοδιότητα του δημόσιου τομέα. Στη Σλοβακία η διάθεση αποβλήτων ιδιωτικοποιήθηκε το 1995, με ένα αυστηρό νομικό πλαίσιο για τον έλεγχο των προτύπων για τους χώρους ταφής αποβλήτων, και χρηματοδοτείται από δημοτικούς φόρους των κατοίκων. Στις περισσότερες υποψήφιες χώρες, οι δημοτικές υπηρεσίες ύδρευσης είναι κατά ένα μέρος ιδιωτικοποιημένες, συνήθως με μια εταιρεία μετοχικού κεφαλαίου που ανήκει πλήρως στο δήμο, αλλά στο κεφάλαιο συμμετέχουν επενδυτές ή / και εμπορικές τράπεζες.

    Τα επίπεδα της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα κυμαίνονται από την ανάθεση της κατάρτισης σχεδίων ως την πλήρη "ιδιωτικοποίηση" της περιβαλλοντικής υπηρεσίας, όπου περιλαμβάνεται η ευθύνη για την είσπραξη τελών. Τα μοντέλα συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα που δεν φθάνουν στην πλήρη ιδιωτικοποίηση περιλαμβάνουν τα σχέδια "κατασκευής, λειτουργίας και μεταβίβασης", "κατασκευής, ιδιοκτησίας και λειτουργίας" και "κατασκευής, ιδιοκτησίας, λειτουργίας και μεταβίβασης". Τα μοντέλα αυτά πρέπει να κατανέμουν τις ευθύνες (τόσο νομικές όσο και οικονομικές) με σαφή και θεμιτό τρόπο. μια ανακοίνωση της Επιτροπής που εκδόθηκε το 2000 παρουσιάζει συνοπτικά τις αρχές των εταιρικών σχέσεων δημόσιου - ιδιωτικού τομέα ως εξής: διαφάνεια, ίση μεταχείριση και ανταγωνισμό [9].

    [9] Ερμηνευτική Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τις συμβάσεις παραχώρησης στο κοινοτικό δίκαιο, ΕΕ C 121, 29.4.2000.

    Μια τράπεζα ή ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα μπορεί να είναι σε θέση να προσφέρει βοήθεια σχετικά με την κατάρτιση του σχεδίου στο πλαίσιο ενός πακέτου δανειοδότησης, και οι εμπορικές τράπεζες έχουν εφαρμόσει σχέδια για λογαριασμό διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών και προγραμμάτων επιχορηγήσεων [10]. Ένας ανάδοχος υπεύθυνος για το σύνολο του σχεδίου (συμφωνία "με το κλειδί στο χέρι") μπορεί να είναι σε θέση να προσφέρει χρηματοδότηση για την εφαρμογή του σχεδίου. Ο προμηθευτής μπορεί να προσφέρει εξοπλισμό στο πλαίσιο χρηματοδοτικής μίσθωσης. Οι επενδύσεις σε μετοχικό κεφάλαιο γίνονται πιο συνηθισμένες, εφόσον ορισμένα ταμεία επιχειρηματικού κεφαλαίου επιδιώκουν συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο δημοτικών επενδύσεων στον τομέα των αποβλήτων και των λυμάτων.

    [10] Εδώ, τα δάνεια σημαίνουν εμπορικά δάνεια και όχι συνδεδεμένες πιστώσεις ενισχύσεων, οι οποίες, βάσει μιας απόφασης του ΟΟΣΑ (θέμα 'Softban') του 1991, θα πρέπει να αποφεύγονται για τις χώρες που είναι σε μεταβατική περίοδο.

    Ο ρόλος της χρηματοδότησης με επιχορηγήσεις

    Η συζήτηση για τις χρηματοδοτικές τεχνικές για τα περιβαλλοντικά σχέδια του ιδιωτικού τομεά στις υποψήφιες χώρες επικεντρώθηκε κυρίως στη χρηματοδότηση με επιχορηγήσεις. Εντούτοις, εθνικά περιβαλλοντικά ταμεία εκτός από τις επιχορηγήσεις παρέχουν επίσης δάνεια με ευνοϊκό επιτόκιο, και υπάρχουν επιχειρήματα για την υιοθέτηση μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής απομάκρυνσης από τις επιχορηγήσεις, με κατεύθυνση προς τα δάνεια. Αν και οι επιχορηγήσεις δεν είναι πάντοτε συνεπείς με τις αρχές "ο ρυπαίνων πληρώνει", "ο χρήστης πληρώνει" και "πλήρης ανάκτηση του κόστους", επιτρέπουν την αντιμετώπιση κενών όσον αφορά την πλήρη οικονομική προσιτότητα, παρέχοντας τη δυνατότητα να εφαρμόζονται περισσότερα σχέδια με μεγαλύτερη ταχύτητα από ότι θα ήταν δυνατόν σε αντίθετη περίπτωση. Οι επιχορηγήσεις διαδραμάτισαν επίσης πολύτιμο ρόλο για την κεφαλαιοποίηση των ανανεώσιμων ταμείων, δηλαδή των ταμείων που δανείζουν με επιδοτούμενο επιτόκιο και επαναδανείζουν τα εξοφλούμενα δάνεια. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, με μια υπανάπτυκτη κεφαλαιαγορά στις υποψήφιες χώρες, μια αγορά εμπορικής δανειοδότησης που αντιμετώπιζε εμπόδια λόγω του πληθωρισμού και του κακού κανονιστικού πλαισίου, οι επιχορηγήσεις διαδραματάτισαν κρίσιμο ρόλο ως καταλύτες και συντελεστές μόχλευσης για συγκεκριμένες επενδύσεις. Στο πλαίσιο των αναγκών της ένταξης, οι σωστά στοχοθετημένες επιχορηγήσεις μπορούν να βοηθήσουν στη συντόμευση της περιόδου εφαρμογής, ωφελώντας έτσι το περιβάλλον και την υγεία στην Ευρώπη. Οι επιχορηγήσεις θα χρειαστούν για την "συνοχή" μετά την ένταξη, βοηθώντας να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ των λιγότερο ανεπτυγμένων περιφερειών και των λοιπών περιφερειών, όπου η Κοινότητα έχει εντολή να λάβει υπόψη την "κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της Κοινότητας και την ισόρροπη ανάπτυξη των περιφερειών της". Έχει επίσης εντολή να χρησιμοποιήσει το Ταμείο Συνοχής για οικονομική υποστήριξη για το περιβάλλον [11]. Πιο μακροπρόθεσμα, οι επιχορηγήσεις μπορούν να διατηρηθούν αποκλειστικά για συγκεκριμένες, σαφώς καθορισμένες καταστάσεις όπου θα ενεργούν ως καταλύτες, με βάση αυστηρά κριτήρια, και δεν θα αντικαθιστούν την χρηματοδότηση μετοχικού κεφαλαίου ή τη δανειακή χρηματοδότηση. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να τηρούνται οι κοινοτικοί κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις [12].

    [11] Άρθρο 174, ρήτρα 3 και Άρθρο 175, ρήτρα 4, Συνθήκη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    [12] Βλέπε συγκεκριμένα τις Κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις για προστασία του περιβάλλοντος (ΕΕ C 37/3 3.2.2001)

    Υπάρχουν, εντούτοις, προβλήματα σχετικά με την εξάρτηση από επιχορηγήσεις. Πρώτον, χωρίς την πειθαρχία των πιέσεων της αγοράς που θα ενεργεί ως στοιχείο ελέγχου και εξισορρόπησης, πρέπει να ληφθεί ειδική μέριμνα για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα της επένδυσης ως προς το κόστος. Δεύτερον, ορισμένες μορφές χρηματοδότησης με επιχορηγήσεις συνδέονται με προθεσμίες για την υποβολή προτάσεων, που μπορούν να οδηγήσουν στην δημιουργία μιας ιδιαίτερα ασταθούς "κυκλικής" αγοράς για τις εταιρείες που παρέχουν αγαθά και υπηρεσίες. Τρίτον, η χρηματοδότηση με επιχορηγήσεις δεν είναι "δωρεάν", αλλά μπορεί να επιβάλει σημαντικές χρηματοοικονομικές και διαχειριστικές υποχρεώσεις για τον δικαιούχο της χρηματοδότησης. Τέταρτον, ένα χαμηλότερο ποσοστό χρηματοδότησης με επιχορηγήσεις έχει αποτέλεσμα μόχλευσης υψηλότερου ποσοστού χρηματοδότησης από άλλες πηγές. Εντούτοις, δεν θα πρέπει να δοθεί υπερβολική έμφαση στο τελευταίο σημείο. Είναι σημαντικό να μην εκτοπίζεται η χρηματοδότηση από άλλες πηγές με την παροχή υπερβολικά υψηλού ποσοστού χρηματοδότησης με επιχορηγήσεις. Ο βασικός παράγοντας στο ζήτημα αυτό είναι η οικονομική προσιτότητα του χρηματοδοτικού πακέτου. Μπορούν πάντοτε να βρεθούν κεφάλαια για σχέδια στα οποία υπάρχει επαρκής δυνατότητα ανταμοιβής ή ανάπτυξης του κεφαλαίου διαχρονικά.

    Στρατηγικές χρηματοδότησης σχεδίων

    Θα υπάρξουν περιπτώσεις όπου θα ενδείκνυται η λήψη δανείων από τον τομέα των εμπορικών τραπεζών. Ορισμένες τράπεζες σε κράτη μέλη της ΕΕ ειδικεύονται στη χρηματοδότηση σχεδίων περιβαλλοντικής υποδομής σε υποψήφιες χώρες. Σε πολλές περιπτώσεις, η χρηματοδότηση μέσω χρέους (επιχορηγήσεις, δάνεια ή ομολογίες) μπορεί να συμπληρώνεται από συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο. Το όφελος στην περίπτωση αυτή είναι ότι ο ιδιοκτήτης του μετοχικού κεφαλαίου επιδιώκει κυρίως κέρδη κεφαλαίου και όχι ετήσιο εισόδημα. Γενικά, αυτό είναι δυνατό μόνο όταν υπάρχει μια συγκεκριμένη εταιρεία ή επιχείρηση στην οποία μπορεί να επενδύσει ο δότης. Ορισμένοι δήμοι έχουν ιδρύσει ιδιόκτητες εταιρείες μετοχικού κεφαλαίου οι οποίες μπορούν να προσελκύσουν συμμετοχή τέτοιου είδους. Εν τούτοις, συνολικά, η επιλογή αυτή είναι πιο εύκολη για σχέδια που αποτελούν επιχειρηματικές κινήσεις του ιδιωτικού τομέα (όπου περιλαμβάνονται οι ιδιωτικοποιημένες υπηρεσίες κοινής ωφέλειας) ή εταιρικές σχέσεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα.

    Η συνολική επενδυτική στρατηγική για ένα σχέδιο έχει σημαντικές συνέπειες για την κατάρτιση του σχεδίου. Ο κάθε επενδυτής θα χρειαστεί συγκεκριμένες πληροφορίες, και θα αναμένει πιθανώς να του παρουσιαστούν με συγκεκριμένο τρόπο οι πληροφορίες αυτές. Αυτή είναι μια δύσκολη και χρονοβόρα εργασία, ιδιαιτέρως όταν συμμετέχουν πολλοί χρηματοδοτικοί οργανισμοί. Αυτό τονίζει επίσης ότι είναι επιθυμητή η ανάπτυξη μιας μακροπρόθεσμης σχέσης με ορισμένους βασικούς χρηματοδοτικούς οργανισμούς που όχι μόνο γνωρίζουν την κατάσταση στη χώρα αλλά χρησιμοποιούν επίσης γνωστές διαδικασίες υποβολής αιτήσεων. Δεδομένου ότι μπορεί να είναι δύσκολο να εντοπιστούν κατάλληλες πηγές χρηματοδότησης χωρίς να διερευνηθούν πολλές πηγές που αποδεικνύονται ακατάλληλες, αναπτύχθηκε ένα Δελτίο Χρηματοδότησης ΠΠΠ που θα βοηθήσει τους «ιδιοκτήτες» σχεδίων στις υποψήφιες χώρες. Τα δελτία αυτά εξηγούν τους διαφορετικούς στόχους και τις μεθόδους λειτουργίας των κυριότερων διεθνών χρηματοδοτικών οργανισμών.

    Δημιουργία δυναμικότητας

    Η ανάπτυξη μιας επιτυχημένης χρηματοδοτικής στρατηγικής αφορά όχι μόνο την πρόσβαση σε χρηματοδότηση αλλά και τη βελτιωμένη διαχείριση και άλλα «ήπια» στοιχεία. Η δικτύωση, η κατάρτιση και η ανταλλαγή ορθών πρακτικών μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην επιτυχία. Το πρόγραμμα ΠΠΠ συγκέντρωσε εκπροσώπους των υπουργείων περιβάλλοντος και των δήμων και διοικητικά στελέχη τεχνικών περιβαλλοντικών ταμείων της περιφέρειας, και δημοσίευσε ιστορίες επιτυχίας. Στο επόμενο στάδιό του, οι τοπικές και περιφερειακές αρχές θα ενθαρρυνθούν να αναπτύξουν χρηματοδοτικές στρατηγικές που θα συνδέονται με τις πολιτικές για την ένταξη. Το πρόγραμμα Phare έχει ήδη συμβάλλει σημαντικά στη δημιουργία δυναμικότητας σε αναπτυσσόμενα σχέδια για τα προγράμματα ISPA και Phare για τα προδιαρθρωτικά ταμεία. Ορισμένες υποψήφιες χώρες συμμετέχουν στο πρόγραμμα LIFE που μπορεί να βοηθήσει τα πιλοτικά σχέδια. Η κυβέρνηση της Δανίας υποστήριξε μια αναλυτική χρηματοδοτική στρατηγική για τη Λιθουανία, που αναλύει την οικονομική προσιτότητα από μια έρευνα όλων των δημοτικών επενδυτικών μέσων. Δεδομένου του μεγάλου αριθμού των «παραγόντων» που συμμετέχουν, παροτρύνονται οι διμερείς δότες να προσφέρουν περαιτέρω ενίσχυση, μέσω «αδελφοποιήσεων» ή με άλλα μέσα.

    5. Συμπερασμα

    Μια ανάλυση των επενδυτικών σχεδίων και των αιτήσεων για μεταβατικές περιόδους που υπέβαλαν οι υποψήφιες χώρες δείχνει ότι, αν και ορισμένες χώρες έχουν σήμερα αναπτύξει σχέδια εφαρμογής και χρηματοδότησης, και σχεδιάζονται και άλλα για τους επόμενους μήνες, ιδιαίτερα για να συμπληρωθούν τα σχέδια εαρμογής με πραγματικά σχέδια έργων και δράσεις. Επί πλέον, πρέπει να δοθεί προσοχή στην προετοιμασία των στρατηγικών χρηματοδότησης για την περίοδο μετά την ένταξη, οποτε τα κοινοτικά διαρθρωτικά μέσα θα είναι διαθέσιμα.

    Οι μεγαλύτερες χώρες με διαφορετικά επίπεδα διοίκησης αρμόδια για την υλοποίηση επενδύσεων σε περιβαλλοντική υποδομή δυσκολεύονται περισσότερο να αναπτύξουν επενδυτικά σχέδια. Υπάρχει, εν τούτοις, άφθονος χώρος για την κατάρτιση σαφών και διεξοδικών στρατηγικών χωρίς να καλύπτεται απαραίτητα το επίπεδο λεπτομέρειας που μπορεί να επιτύχει μια μικρή χώρα σε κεντρικό επίπεδο. Αντίθετα, οι πληροφορίες από τις περιφέρειες θα πρέπει να ομαδοποιούνται ως βάση για πολιτικές και χρηματοδοτικά σχέδια που έχουν αναπτυχθεί κεντρικά ή σε εθνική βάση. Η βελτίωση των επικοινωνιών και του διαλόγου με τις περιφέρειες είναι απαραίτητη για να εξασφαλιστούν ουσιαστικά αποτελέσματα.

    Η χρησιμοποίηση των κριτηρίων που προτείνονται για τον καθορισμό προτεραιοτήτων, τα οποία παρουσιάζονται στο τμήμα 2, μπορεί να βοηθήσει στη βελτίωση της ποιότητας των επενδυτικών σχεδίων. Η ανταλλαγή εμπειριών μπορεί να βοηθήσει στην επιτάχυνση της διαδικασίας. Οι υποψήφιες χώρες είναι όλο και περισσότερο πρόθυμες να μοιραστούν τα μακροπρόθεσμα επενδυτικά σχέδια με άλλες χώρες, όπως έκαναν η Δημοκρατία της Τσεχίας, η Σλοβενία και η Λιθουανία. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα ορθών πρακτικών που μπορούν να διαδοθούν. Τα επενδυτικά σχέδια που έχουν γίνει δεκτά μπορούν να κυκλοφορούν στους αρμόδιους για επαφές των εθνικών Υπουργείων Περιβάλλοντος των υποψηφίων χωρών. Στο θέμα αυτό, το πρόγραμμα ΠΠΠΠ μπορεί να ενισχύσει το ρόλο του ως καταλύτη και παράγοντα διευκόλυνσης για την ανταλλαγή εμπειρίας, με την ανάδειξη των υπαρχουσών πληροφοριών και την παρουσίασή τους με τρόπο που τις καθιστά περισσότερο προσπελάσιμες.

    Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να δώσουν περισσότερη έμφαση στη διμερή τεχνική βοήθειά τους στις υποψήφιες χώρες, όσον αφορά την ανάπτυξη χρηματοδοτικών στρατηγικών και τη χρήση της δικής τους εμπειρίας. Μπορεί να δοθεί περισσότερη υποστήριξη (μέσω κοινοτικών προγραμμάτων τεχνικής βοήθειας) για δραστηριότητες που συνδέουν την προενταξιακή πολιτική «από πάνω προς τα κάτω» με την επισήμανση σχεδίων «από κάτω προς τα πάνω». Απαιτείται κατάρτιση για στελέχη της περιφερειακής και της τοπικής διοίκησης.

    Η Επιτροπή θα συνεχίσει να συλλέγει και να επεξεργάζεται πληροφορίες για τις ανάγκες επενδύσεων και υποδομής, καθώς και πληροφορίες για σχέδια: η βάση δεδομένων ΠΠΠ περιέχει ήδη περισσότερα από 1.000 σχέδια, που καλύπτουν όλο το φάσμα από τα κενά συμμόρφωσης και τις ιδέες για σχέδια ως τα ώριμα σχέδια. Η κοινοτική τεχνική βοήθεια θα δώσει έμφαση σε ορισμένα από τα ζητήματα που παρουσιάζονται ανωτέρω: ανάπτυξη σχεδίων για την κάλυψη κενών που έχουν εντοπιστεί στις οδηγίες μεγάλου επενδυτικού βάρους και παροχή συμβουλών για σχέδια προτεραιότητας. Θα ενισχυθεί η βοήθεια για την ανάπτυξη σχεδίων εφαρμογής για συγκεκριμένες οδηγίες.

    Εν τούτοις, σε τελική ανάλυση, οι υποψήφιες χώρες φέρουν το βάρος της κατάρτισης και της παρουσίασης χρηματοδοτικών στρατηγικών. Με δεδομένο το χρονοδιάγραμμα για την ένταξη [13] υπάρχει τώρα ακόμα πιο επείγουσα ανάγκη.

    [13] COM(2000)700

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 ΟΙ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΩΝ ΒΑΣΙΚΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ «ΜΕΓΑΛΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟΥ ΒΑΡΟΥΣ»

    1. ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΟΜΕΑ ΤΟΥ ΥΔΑΤΟΣ

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    * Οδηγία 98/83/EΚ του Συμβουλίου της 3 Νοεμβρίου 1998 σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης

    * Οδηγία 91/271/EΟΚ του Συμβουλίου της 21 Mαΐου 1991 για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων

    * Οδηγία 76/464/EΟΚ του Συμβουλίου της 4 Maΐου 1976 για τη ρύπανση που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον της Κοινότητας, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 91/692/EΟΚ του Συμβουλίου και τις «θυγατρικές» οδηγίες της

    * Οδηγία 91/676/EΟΚ του Συμβουλίου της 12 Δεκεμβρίου 1991 σχετικά με την προστασία από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης

    * Οδηγία 2000/60/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της υδατικής πολιτικής

    * Οδηγία 76/160/EΟΚ του Συμβουλίου της 8 Δεκεμβρίου 1975 σχετικά με την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης

    2. ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΟΜΕΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    * Οδηγία 1999/31/EΚ του Συμβουλίου για την υγειονομική ταφή αποβλήτων

    * Οδηγία 89/369/EΟΚ του Συμβουλίου της 8 Ιουνίου 1989 σχετικά με την πρόληψη της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προκαλείται από τις νέες εγκαταστάσεις καύσης αστικών απορριμμάτων

    * Οδηγία 94/67/EΚ του Συμβουλίου της 16 Δεκεμβρίου 1994 για την αποτέφρωση των επικίνδυνων αποβλήτων

    * Κοινή θέση (EΚ) αριθ. 7/2000 που εκδόθηκε από το Συμβούλιο στις 25 Νοεμβρίου 1999 με σκοπό την έκδοση της οδηγίας 2000/.../ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ......... για την αποτέφρωση των αποβλήτων

    * Οδηγία 75/442/EΟΚ του Συμβουλίου της 15 Ιουλίου 1975 για τα απόβλητα (όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 91/156/EΟΚ του Συμβουλίου)

    * Οδηγία 91/689/EΟΚ του Συμβουλίου της 12 Δεκεμβρίου 1991 για τα επικίνδυνα απόβλητα (όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 94/31/EΚ του Συμβουλίου)

    * Οδηγία 86/278/EΟΚ του Συμβουλίου της 12 Ιουνίου 1986 σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος, και ιδίως του εδάφους, κατά τη χρησιμοποίηση της ιλύος καθαρισμού λυμάτων στη γεωργία

    3. ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΑΕΡΑ

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    * Οδηγία 96/62/EΚ του Συμβουλίου της 27 Σεπτεμβρίου 1996 για την εκτίμηση και τη διαχείριση της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος

    * Οδηγία 99/30/EΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις οριακές τιμές διοξειδίου του θείου, διοξειδίου του αζώτου και οξειδίων του αζώτου, σωματιδίων και μολύβδου στο αέρα του περιβάλλοντος

    * Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13 Oκτωβρίου 1998 σχετικά με την ποιότητα της βενζίνης και του καυσίμου ντίζελ και σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/EΟΚ του Συμβουλίου (98/70/EΚ)

    * Οδηγία 1999/32/EΚ του Συμβουλίου της 26 Aπριλίου 1999 σχετικά με τη μείωση της περιεκτικότητας ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο και για την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/EΟΚ

    * Οδηγία 94/63/EΚ του Συμβουλίου της 20 Δεκεμβρίου 1994 για τον έλεγχο των εκπομπών πτητικών οργανικών ουσιών (VOC) που προέρχονται από την αποθήκευση βενζίνης και τη διάθεσή της από τις τερματικές εγκαταστάσεις στους σταθμούς διανομής καυσίμων

    4. ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΟΜΕΑ ΕΛΕΓΧΟΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    * Οδηγία 96/61/EΚ του Συμβουλίου της 24 Σεπτεμβρίου 1996 για την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης (ΟΠΕΡ/IPPC)

    * Οδηγία 88/609/EΟΚ του Συμβουλίου της 24 Noεμβρίου 1988 για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων από μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης (όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 94/66/EΚ του Συμβουλίου)

    * Οδηγία 1999/13/EΚ του Συμβουλίου της 11 Maρτίου 1999 για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε ορισμένες δραστηριότητες και εγκαταστάσεις

    * Οδηγία 96/82/EΚ του Συμβουλίου της 9 Δεκεμβρίου 1996 για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2 ΚΑΤ' ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΑΝΑΓΚΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΣΤΙΣ ΥΠΟΨΗΦΙΕΣ ΧΩΡΕΣ

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3 ΣΧΕΔΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΟΔΗΓΙΑ

    Οι υποψήφιες χώρες είναι υποχρεωμένες να συντάξουν σχέδια εφαρμογής και χρηματοδότησης για συγκεκριμένη οδηγία, για όλες τις οδηγίες για τις οποίες ζητούν μεταβατικές περιόδους κατά τις διαπραγματεύσεις τους για την ένταξη. Τα σχέδια εφαρμογής και χρηματοδότησης για συγκεκριμένες οδηγίες μπορούν επίσης να είναι χρήσιμα για το σχεδιασμό της εφαρμογής άλλων οδηγιών. Για την υποστήριξη μιας αίτησης για μεταβατική περίοδο, το σχέδιο θα πρέπει να παρουσιάζει μια τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία για την συμπληρωματική χρονική περίοδο για την εφαρμογή. Οι υποψήφιες χώρες θα αναπτύξουν δικές τους δομές για σχέδια εφαρμογής και υλοποίησης για συγκεκριμένες οδηγίες. Μια πιθανή δομή παρουσιάζεται παρακάτω.

    Περίληψη

    Περίληψη των κυρίων βαθμίδων και του χρονοδιαγράμματος εφαρμογής, καθώς και της αιτιολόγησης του πρόσθετου χρόνου που ζητείται για την εφαρμογή.

    1. Εισαγωγή

    * Απαιτήσεις της οδηγίας

    * Συνοπτική παρουσίαση της απαιτούμενης μεταβατικής περιόδου

    2. Απαιτούμενες βαθμίδες για την πλήρη εφαρμογή

    * Σημερινή κατάσταση της πρακτικής συμμόρφωσης, νομοθετικές και θεσμικές πτυχές, κενά εφαρμογής

    * Για την ολοκλήρωση της μεταφοράς της νομοθεσίας

    * Για την ολοκλήρωση των θεσμικών διευθετήσεων για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της οδηγίας

    * "Ευρύς κατάλογος" σχεδίων που απαιτούνται για την πλήρη εφαρμογή της οδηγίας

    * Αναλογία δημόσιων-ιδιωτικών επενδύσεων που απαιτούνται

    3. Στρατηγική εφαρμογή

    * Πλαίσιο της στρατηγικής: κοινωνικοοικονομικά ζητήματα και θεσμικοί παράγοντες

    * Προτεινόμενο(α) σενάριο(α) για την πλήρη υλοποίηση, και υποθέσεις

    * Ρόλοι των διαφόρων παραγόντων και αρμοδιότητες για επενδύσεις

    * Σχέδιο θεσμικής ανάπτυξης

    * Προσέγγιση για την απόδοση προτεραιοτήτων και την εφαρμογή του σχεδίου

    4. Χρηματοδότηση του κόστους εφαρμογής

    * Κατ' εκτίμηση κόστος εφαρμογής υπό το σενάριο που έχει επιλεγεί

    * Χρονοδιάγραμμα εφαρμογής

    * Ετήσια κόστη κατά την προτεινόμενη περίοδο εφαρμογής του επενδυτικού κεφαλαίου, κόστη λειτουργίας και συντήρησης

    * Πηγές χρηματοδότησης

    * Ανάλυση οικονομικής προσιτότητας σε εθνικό και δημοτικό επίπεδο και σε επίπεδο νοικοκυριών

    5. Σχέδιο υλοποίησης

    * Βασικές βαθμίδες και υποθέσεις

    * Βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες πρωτοβουλίες (όπου περιλαμβάνεται κατάλογος προεπιλογής σχεδίων προτεραιότητας)

    * Χρονοδιάγραμμα για πλήρη εφαρμογή (προθεσμία-στόχος και ορόσημα)

    * Μέτρα εποπτείας και παρακολούθησης της εφαρμογής

    Top