EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52000DC0316

Έκθεση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής περιοριστικών μέτρων από τη Δανία, τη Φινλανδία και τη Σουηδία όσον αφορά τις ποσότητες προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και που είναι δυνατό να εισαχθούν στην επικράτεια των χωρών αυτών από άλλα κράτη μέλη, από ταξιδιώτες για ιδία χρήση τους

/* COM/2000/0316 τελικό */

52000DC0316

Έκθεση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής περιοριστικών μέτρων από τη Δανία, τη Φινλανδία και τη Σουηδία όσον αφορά τις ποσότητες προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και που είναι δυνατό να εισαχθούν στην επικράτεια των χωρών αυτών από άλλα κράτη μέλη, από ταξιδιώτες για ιδία χρήση τους /* COM/2000/0316 τελικό */


ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής περιοριστικών μέτρων από τη Δανία, τη Φινλανδία και τη Σουηδία όσον αφορά τις ποσότητες προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και που είναι δυνατό να εισαχθούν στην επικράτεια των χωρών αυτών από άλλα κράτη μέλη, από ταξιδιώτες για ιδία χρήση τους

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1. Ιστορικό

Σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν την εσωτερική αγορά, οι ιδιώτες έχουν δικαίωμα να διακινούν αγαθά που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, χωρίς περιορισμούς, με τον όρο ότι τα αγαθά αποκτούνται για ιδία χρήση και μεταφέρονται από τους ιδίους. Οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης χρεώνονται στο κράτος μέλος αγοράς και κανένας περαιτέρω φόρος κατανάλωσης δεν χρεώνεται στο κράτος μέλος προορισμού. Στόχος του εν λόγω εναρμονισμένου κανόνα είναι να εξασφαλιστεί η καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Ένα δικαίωμα προσωρινής παρέκκλισης από αυτή τη βασική αρχή έχει χορηγηθεί στη Δανία, τη Φινλανδία και τη Σουηδία, οι οποίες εφάρμοζαν παραδοσιακά υψηλούς ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα οινοπνευματώδη ποτά και στα καπνά για να αντλούν σημαντικά φορολογικά εισοδήματα αφενός και για κοινωνικούς λόγους αφετέρου. Τα κράτη μέλη αυτά έχουν δικαίωμα να εφαρμόζουν περιορισμούς ως προς την ποσότητα των εισαγωγών προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης από ιδιώτες (στο Παράρτημα 1 εκτίθεται επισκόπηση των περιορισμών που εφαρμόζονται στην πράξη στις χώρες αυτές). Επιπλέον τα κράτη μέλη αυτά έχουν το δικαίωμα να πραγματοποιούν τους απαραίτητους ελέγχους σχετικά με τους εν λόγω περιορισμούς και να χρεώνουν τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης σε περίπτωση υπέρβασης των προαναφερομένων ορίων. Ωστόσο, οι έλεγχοι αυτοί δεν πραγματοποιούνται ενδεχομένως σε μεγάλη κλίμακα στα εσωτερικά σύνορα, ούτε είναι συστηματικοί. Παρόμοιες παρεκκλίσεις περιορίζουν την ελευθερία των πολιτών στην εσωτερική αγορά και οδηγούν ενδεχομένως σε διπλή φορολογία των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, τα οποία αποκτήθηκαν νόμιμα σε κάποιο κράτος μέλος και τα οποία εισήχθησαν στη συνέχεια σε κράτος μέλος όπου ισχύουν περιορισμοί. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή είναι πάντα της γνώμης ότι το πεδίο εφαρμογής και η διάρκεια ισχύος της παρέκκλισης πρέπει να περιορίζεται, όσο το δυνατό περισσότερο, έτσι ώστε τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να είναι σε θέση να προετοιμαστούν για μία κατάσταση χωρίς εφαρμογή περιορισμών.

Οι παρεκκλίσεις καθορίζονται στο άρθρο 26 της οδηγίας 92/12/EΟΚ [1]. Η παρέκκλιση για τη Δανία, που εφαρμόζεται στα οινοπνευματώδη και τα καπνά, βασίζεται στην εν λόγω διάταξη, από τότε που καταργήθηκαν οι φορολογικοί έλεγχοι στα σύνορα μεταξύ κρατών μελών, δηλαδή από 1ης Ιανουαρίου 1993 (πριν την ημερομηνία αυτή, η Δανία εφάρμοζε περιορισμούς βάσει ειδικής διάταξης που προβλέπεται στην οδηγία 69/169/EΟΚ [2] σχετικά με το επίπεδο ατελειών για τους ταξιδιώτες). Οι παρεκκλίσεις για τη Φινλανδία και τη Σουηδία αφορούν τα οινοπνευματώδη ποτά και τα καπνά και είχαν χορηγηθεί αρχικά μέχρι το τέλος του 1996, στο πλαίσιο της πράξης προσχώρησης των χωρών αυτών στην ΕΕ.

[1] Οδηγία 92/12/EΟΚ σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης (ΕΕ L 76, 23.3.1992, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 96/99/EΚ της 30ης Δεκεμβρίου 1996 (ΕΕ L 8, 11.1.1997, σ. 12-13).

[2] Οδηγία 69/169/EΟΚ του Συμβουλίου της 28ης Μαΐου 1969 περί εναρμόνισης των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν τις εκπτώσεις χώρου κύκλου εργασιών και τους δασμούς που καταβάλλονται κατά την εισαγωγή στα πλαίσια της διεθνούς διακίνησης επιβατών (ΕΕ L 133, 4.6.1969 σ. 6), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 94/4/EΚ του Συμβουλίου της 14ης Φεβρουαρίου 1994 (ΕΕ L 60, 3.3.1994, σ. 14-15).

Οι παρεκκλίσεις παρατάθηκαν τελευταία με την οδηγία 96/99/EΚ [3] που τροποποιεί το άρθρο 26 της οδηγίας 92/12/EΟΚ, από 1ης Ιανουαρίου 1997 [4]. Η Επιτροπή πρότεινε την παράταση αυτή το 1996 προκειμένου να δοθεί στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη περισσότερος χρόνος να προσαρμοστούν σε όλες τις επιπτώσεις της εσωτερικής αγοράς, έχοντας ωστόσο υπόψη της ότι η παράταση έπρεπε να έχει βραχυπρόθεσμο χαρακτήρα και να συνοδεύεται από σταδιακή ελευθέρωση των ποσοτικών περιορισμών.

[3] ΕΕ L 8, 11.1.1997, σ. 12-13.

[4] Το άρθρο 26 της οδηγίας 92/12/EΟΚ, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 96/99/EΚ έχει ως εξής:

Βάσει της πρότασης αυτής, το Συμβούλιο επέτρεψε στη Φινλανδία και τη Δανία να παρατείνουν τους περιορισμούς έως το τέλος του 2003, προβλέποντας παράλληλα τη σταδιακή κατάργηση των περιορισμών αυτών πριν την εν λόγω ημερομηνία. Η Σουηδία δεν ήταν σε θέση να υπογράψει την εποχή εκείνη συμφωνία με οριστική ημερομηνία λήξης της παρέκκλισης και το Συμβούλιο επέτρεψε παράταση της παρέκκλισης για τη χώρα αυτή έως το τέλος Ιουνίου 2000, με την προϋπόθεση ότι θα πραγματοποιείτο αναθεώρηση του μηχανισμού της παρέκκλισης.

Η Δανία και η Φινλανδία μπορούν επίσης να εφαρμόσουν αυστηρότερους κανόνες σε αγαθά που εισάγονται από άτομα εγκατεστημένα στην επικράτειά τους και τα οποία δεν έχουν απουσιάσει από την επικράτειά τους πλέον των 24 ωρών, αλλά μόνον η Δανία έκανε χρήση της δυνατότητας αυτής.

1.2. Πεδίο ενδιαφέροντος της έκθεσης

Βάσει του άρθρου 26 παράγραφος 2 της οδηγίας 92/12/EΟΚ, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή των παρεκκλίσεων που έχουν ζητήσει η Δανία και η Φινλανδία πριν τις 30 Ιουνίου 2000 [5].

[5] Η έκθεση υποβάλλεται επίσης στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, η οποία, όταν της ζητήθηκε η γνώμη της σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής που είχε ως αποτέλεσμα την παράταση των περιορισμών για τις βόρειες χώρες, εξέφρασε την επιθυμία της να συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις γύρω από την έκθεση.

Το άρθρο 26, παράγραφος 3 της οδηγίας 92/12/EΟΚ προβλέπει ότι η παρέκκλιση για τη Σουηδία λήγει στις 30 Ιουνίου 2000. Ωστόσο, η διάταξη αυτή περιλαμβάνει ρήτρα αναθεώρησης, η οποία αναφέρεται στο μηχανισμό που προβλέπεται στο άρθρο 281 της οδηγίας ΦΠΑ [6]. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η ρήτρα αυτή σημαίνει το πολύ ότι η Επιτροπή πρέπει επίσης να υποβάλει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρέκκλισης της Σουηδίας. Για το λόγο αυτό, και εφόσον η Σουηδία ζήτησε άδεια να παρατείνει την παρέκκλισή της μέχρι την ημερομηνία λήξεως των παρεκκλίσεων για τη Δανία και τη Φινλανδία, η Επιτροπή θεωρεί σωστό να περιλάβει την εφαρμογή της σουηδικής παρέκκλισης στην παρούσα έκθεση.

[6] Έκτη οδηγία 77/388/EΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1997 για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ L 145, 13.6.1977, σ.1), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 1999/85/EΚCτου Συμβουλίου της 22ας Oκτωβρίου 1999 (ΕΕ L 277, 28.10.1999, σ. 34-36).

Δεδομένου ότι με το άρθρο 26 παράγραφος 2 της οδηγίας 92/12/EΟΚ, η Δανία και η Φινλανδία είχαν το δικαίωμα να αποφασίσουν τις λεπτομέρειες όσον αφορά τη διαδικασία ελευθέρωσης, πρωταρχικός στόχος της παρούσας έκθεσης είναι η παρακολούθηση των μέτρων που έλαβαν έως τώρα τα κράτη μέλη προκειμένου να αρθούν σταδιακά οι περιορισμοί κατά την προβλεπόμενη ημερομηνία λήξεως (βλέπε κεφάλαιο 4). Επιπλέον, η έκθεση εξετάζει αφενός, κατά πόσο η Δανία, η Φινλανδία και η Σουηδία επιβάλλουν την εφαρμογή των ισχυόντων περιορισμών και την πραγματοποίηση ελέγχων (κεφάλαιο 2) και αφετέρου εκτιμά κατά πόσο οι εφαρμοζόμενοι περιορισμοί ανταποκρίνονται στους στόχους, βάσει των αποτελεσμάτων των ελέγχων που εκτελούνται σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 4 της οδηγίας 92/12 και των στατιστικών στοιχείων σχετικά με τις ποσότητες προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και σε περιορισμούς και οι οποίες εισέρχονται στη χώρα από άλλα κράτη μέλη σε σχέση με τη συνολική ιδιωτική κατανάλωση των εν λόγω προϊόντων (κεφάλαιο 3).

Η περιγραφή της κατάστασης σε κάθε υπό εξέταση κράτος μέλος και τα χρησιμοποιούμενα στατιστικά στοιχεία αντλούνται από απαντήσεις σε ερωτηματολόγιο με το οποίο ζητούνται πληροφορίες σχετικά με τα προαναφερόμενα θέματα.

2. EΠΙΒΟΛΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΣΧΕΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ

Στα τρία ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, οι ταξιδιώτες που εισέρχονται από άλλο κράτος μέλος και οι οποίοι μεταφέρουν οινοπνευματώδη ποτά και προϊόντα καπνού που υπερβαίνουν τις προβλεπόμενες ατέλειες πρέπει να δηλώσουν από μόνοι τους τα προϊόντα αυτά στα τελωνεία ή τις φορολογικές αρχές.

Στη Δανία, πρέπει να συμπληρώσουν δήλωση και να την καταθέσουν σ´ένα "γραμματοκιβώτιο Told-Skat". Σε περίπτωση που υπάρχει κόκκινη γραμμή στο σημείο εισόδου (στα αεροδρόμια), η δήλωση πραγματοποιείται εκεί. Εντός ενός μηνός από την κατάθεση της δήλωσης, ο ταξιδιώτης λαμβάνει λογαριασμό με το ποσό που πρέπει να πληρώσει. Οι αρχές της χώρας δεν κρατούν στοιχεία σχετικά με τα ποσά που πληρώθηκαν κάθε έτος κατά τον τρόπο αυτό αλλά στα σχόλιά τους επεσήμαναν ότι λίγοι είναι οι ταξιδιώτες οι οποίοι χρησιμοποιούν το μέσο αυτό για να δηλώσουν τα προϊόντα στα σύνορα ή που τα δηλώνουν εγγράφως. Προσέθεσαν επίσης ότι ο έλεγχος των περιορισμών στα εσωτερικά σύνορα δεν είναι σχετικά αυστηρός δεδομένου ότι σήμερα τα περισσότερα σημεία διέλευσης των συνόρων δεν είναι επανδρωμένα. Οι αποσκευές των ταξιδιωτών ελέγχονται μόνο δειγματοληπτικά.

Κατά την άφιξή τους στη Φινλανδία, από άλλο κράτος μέλος, οι ταξιδιώτες καλούνται να επιλέξουν την κατάλληλη γραμμή, όταν η επιλογή αυτή προσφέρεται. Οι ταξιδιώτες που μεταφέρουν προϊόντα που υπερβαίνουν το όριο το οποίο μπορεί να εισαχθεί στη χώρα χωρίς πληρωμή ειδικού φόρου κατανάλωσης καλούνται να επιλέξουν την κόκκινη γραμμή. Οι ταξιδιώτες που καταφθάνουν με όχημα από άλλο κράτος μέλος σε σημείο εισόδου που δεν διαθέτει κόκκινη γραμμή πρέπει να αναρτούν μία κόκκινη ή πράσινη κάρτα σε εμφανές σημείο στο μπροστινό τζάμι του οχήματος.

Οι φινλανδικές οδηγίες σχετικά με τις αρμοδιότητες, την εξουσιοδότηση και τις υποχρεώσεις των τελωνειακών αρχών για τον έλεγχο των ταξιδιωτών που φθάνουν στη Φινλανδία από άλλα κράτη μέλη, προβλέπουν ότι η εντολή των αρχών στο πλαίσιο του τελωνειακού νόμου καλύπτει επίσης και τον έλεγχο της ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας. Ωστόσο, σε παρόμοιες περιπτώσεις, οι έλεγχοι πρέπει να πραγματοποιούνται για ειδικούς και αιτιολογημένους λόγους, βάσει υποψίας η οποία προέκυψε μετά από γενική εξέταση της επιμέρους κατάστασης από τις αρχές. Τα ακόλουθα αποτελούν ενδεχομένως αιτιολογημένους λόγους: η διάρκεια ή ο σκοπός του ταξιδιού, η έλλειψη αποσκευών, η ασάφεια όσον αφορά το σκοπό του ταξιδιού, το ιστορικό του ταξιδιώτη, κτλ.

Στη Σουηδία οι ποσότητες που εισέρχονται στη χώρα κατ´υπέρβαση των ατελειών πρέπει να δηλώνονται στα τελωνεία σε περίπτωση που τα αγαθά εισάγονται από επανδρωμένο τελωνείο. Ο ταξιδιώτης δύναται να επιλέξει την άμεση πληρωμή του φόρου στο τελωνείο ή την πληρωμή μετά δύο εβδομάδες στην τελωνειακή αρχή στη Gδvle. Όταν τα αγαθά δεν εισάγονται από επανδρωμένο τελωνείο, η δήλωση πρέπει να κατατεθεί στην τελωνειακή αρχή της Gδvle και να παραληφθεί το αργότερο πέντε ημέρες μετά την εισαγωγή. Ο φόρος πρέπει να πληρωθεί το αργότερο δύο εβδομάδες μετά την απόφαση σχετικά με τη χρέωση του φόρου.

Είναι προφανές από την παραπάνω σύντομη περιγραφή των διαδικασιών ότι η επιβολή των περιορισμών στους ταξιδιώτες εξαρτάται, κατά κύριο λόγο, από την εθελοντική συμμόρφωση του ταξιδιώτη. Η Δανία, η Σουηδία και η Φινλανδία επισημαίνουν ότι οι έλεγχοι στους ταξιδιώτες δεν είναι γενικά αυστηροί και πραγματοποιούνται μόνο δειγματοληπτικά ή για πλήρως αιτιολογημένους λόγους (υποψία απάτης). Πρέπει να σημειωθεί ότι, ανεξάρτητα από τους χαμηλούς τόνους των ελέγχων, οι έλεγχοι αυτοί και οι σχετικές διοικητικές διατυπώσεις αποτελούν πάντα εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των ατόμων και των αγαθών.

Το επόμενο κεφάλαιο εξετάζει τα αποτελέσματα των ελέγχων από τη σκοπιά των ειδικών φόρων κατανάλωσης που καταβάλλονται στις αρχές και τον αριθμό των ελέγχων που πραγματοποιούνται από κάθε κράτος μέλος ξεχωριστά. Επιπλέον, γίνεται μία προσπάθεια εκτίμησης της αποτελεσματικότητας των ελέγχων όσον αφορά τους περιορισμούς καθώς και της εφαρμογής των ίδιων των περιορισμών, βάσει στατιστικών στοιχεία σχετικά με τη συνολική κατανάλωση και το εκτιμώμενο ποσοστό της συνολικής κατανάλωσης που "εισάγεται" από άλλα κράτη μέλη.

3. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ

3.1. Δανία

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω οι αρχές της Δανίας δεν κρατούν δεδομένα σχετικά με το ποσό που καταβάλλεται κάθε έτος στο πλαίσιο δηλώσεων που κατατίθενται στο γραμματοκιβώτιο "Told-Skat", εξήγησαν όμως ότι λίγοι είναι οι ταξιδιώτες που χρησιμοποιούν το μέσο αυτό.

Όσον αφορά τον αριθμό των ελέγχων που πραγματοποιούνται και την εκτίμηση του επιπέδου του λαθρεμπορίου τσιγάρων και οινοπνευματωδών ποτών, βάσει των εν λόγω ελέγχων, οι αρχές της Δανίας παρείχαν τα ακόλουθα δεδομένα (ξεχωριστά δεδομένα για τα αποτελέσματα των ελέγχων που πραγματοποιούνται στα εσωτερικά σύνορα θα είναι διαθέσιμα από το 1998 και στο εξής):

Πίνακας 1: Αποτελέσματα των ελέγχων των τελωνειακών αρχών της Δανίας για ενδοκοινοτικούς ταξιδιώτες

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Η εκτίμηση του λαθρεμπορίου τσιγάρων αντιπροσώπευε περίπου 2,9% των πωλήσεων τσιγάρων στο πλαίσιο των οποίων καταβλήθηκαν φόροι το 1999. Για τα οινοπνευματώδη ποτά η εκτίμηση του λαθρεμπορίου αυξήθηκε σημαντικά το 1999, παρά το γεγονός ότι ο αριθμός των ελέγχων μειώθηκε και αντιπροσώπευε περίπου 8,4% των πωλήσεων οινοπνευματωδών ποτών στο πλαίσιο των οποίων καταβλήθηκαν φόροι το ίδιο έτος.

Tο επίπεδο του λαθρεμπορίου είναι σημαντικό, αλλά δεν αντιπροσωπεύει παρά μικρό ποσοστό της κατανάλωσης των προϊόντων αυτών στη Δανία χωρίς πληρωμή ειδικών φόρων κατανάλωσης. Οι αρχές της Δανίας σημειώνουν ότι ένα σχετικά μεγάλο ποσοστό της κατανάλωσης αντιστοιχεί στα οινοπνευματώδη ποτά και τα καπνά που παρασκευάζονται λαθραία αλλά ότι είναι δύσκολο να εκτιμηθούν οι εν λόγω ποσότητες. Εκτιμούν ότι η κατανάλωση χωρίς την πληρωμή ειδικών φόρων κατανάλωσης στη Δανία ανέρχεται περίπου σε 50% της κατανάλωσης οινοπνευματωδών με πληρωμή φόρων και περίπου σε 20% της κατανάλωσης τσιγάρων με πληρωμή φόρων (ο αριθμός για τα τσιγάρα είναι συγκρίσιμος με τους αριθμούς για την μπύρα και τα κρασιά, προϊόντα για τα οποία δεν ισχύουν περιορισμοί. Ο αριθμός αυτός για την μπύρα και τα κρασιά ήταν συνήθως μεγαλύτερος αλλά μειώθηκε πιθανώς λόγω της μείωσης του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα αυτά). Δεδομένου ότι τα τσιγάρα και τα οινοπνευματώδη ποτά, τα οποία υπόκεινται στον κανόνα των 24 ωρών, εισέρχονται συνήθως από εκδρομείς και επιχειρηματίες που ταξιδεύουν, κτλ, οι αριθμοί αυτοί μάλλον μειώθηκαν λόγω της κατάργησης των αφορολόγητων πωλήσεων (duty free) την 1η Ιουλίου 1999, αλλά τα προϊόντα αυτά παραμένουν πολύ φθηνότερα στα άλλα κράτη μέλη.

Συμπέρασμα

Έστω και εάν οι ποσότητες που εισάγονται λαθραία και ανακαλύπτονται είναι σημαντικές, δεν αποτελούν παρά μέρος και μόνο της κατανάλωσης με ατέλεια. Το ποσοστό της ατελούς κατανάλωσης οινοπνευματωδών ποτών είναι πολύ μεγάλο, πολύ μεγαλύτερο ακόμα και από το αντίστοιχο για την μπύρα και τα κρασιά, ποτά τα οποία δεν υπόκεινται σε περιορισμούς. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι οι περιορισμοί δεν επιβάλλονται εύκολα εντός της εσωτερικής αγοράς και ότι δεν είναι αποτελεσματικοί για την καταπολέμηση των λαθραίων διακινήσεων. Η κυβέρνηση της Δανίας προβάλλει το επιχείρημα ότι οι περιορισμοί δεν μπορούν να αρθούν χωρίς σημαντικότατη προσαρμογή των δασμών και ότι εάν αυτό δεν συμβεί οι διασυνοριακές αγορές θα ανέλθουν σε πολύ επικίνδυνο επίπεδο. Ωστόσο, ακόμα και σήμερα, η εισαγωγή οινοπνευματωδών ποτών από ιδιώτες χωρίς καταβολή ειδικών φόρων αποτελεί πλέον του ημίσεος των συνολικών φόρων που καταβάλλονται για ιδιωτική κατανάλωση οινοπνευματωδών, παρά την εφαρμογή περιορισμών.

3.2. Φινλανδία

Στη Φινλανδία δεν υπάρχουν ξεχωριστά στοιχεία σχετικά με το συνολικό ποσό των ειδικών φόρων κατανάλωσης, πέρα από τις απαλλαγές, σε προϊόντα που εισάγονται στη χώρα από τουρίστες. Ξεχωριστά δεδομένα υπάρχουν μόνο στο τελωνείο της Τουρκού, που αποτελεί το κυριότερο σημείο επιβίβασης/αποβίβασης για την ενδοκοινοτική κυκλοφορία. Ο αριθμός ελέγχων που πραγματοποιείται εκεί είναι ελάχιστος (περίπου 1000 ανά έτος) με αποτέλεσμα το συνολικό ποσό των εισπραχθέντων ειδικών φόρων κατανάλωσης ανά έτος να είναι επίσης αντίστοιχο (47.440 FIM το 1999). Δεν εισπράχθηκαν σημαντικά ποσά ειδικών φόρων κατανάλωσης στο πλαίσιο των αερομεταφορών.

Ο συνολικός αριθμός ελέγχων σε ταξιδιώτες που εισέρχονται στη χώρα από άλλα κράτη μέλη είναι πολύ μικρός. Το 1997 και το 1999 κυμάνθηκε μεταξύ 6000 και 8000 ετησίως. Ο αριθμός ελέγχων που είχαν ως αποτέλεσμα τη λήψη μέτρων κυμάνθηκε από περίπου 300 έως 400 ετησίως. Τα δεδομένα του 1995 και του 1996 δεν είναι διαθέσιμα.

Ο εν λόγω ασήμαντος αριθμός ελέγχων εξηγείται ενδεχομένως από το γεγονός ότι οι ενδοκοινοτικές εισαγωγές από ταξιδιώτες αποτελούν μικρό μόνο ποσοστό των συνολικών εισαγωγών καπνών και οινοπνευματωδών από τους ταξιδιώτες. Ο ακόλουθος πίνακας δείχνει τις συνολικές εισαγωγές οινοπνευματωδών ποτών και τσιγάρων χωρίς περαιτέρω καταβολή ειδικών φόρων κατανάλωσης και το ποσοστό των εν λόγω εισαγωγών ανά χώρα καταγωγής.

Πίνακας 2: συνολικές εισαγωγές των ταξιδιωτών το 1998 και 1999 χωρίς πληρωμή πρόσθετων ειδικών φόρων κατανάλωσης (από τρίτη χώρα ή εντός των ενδοκοινοτικών ορίων ή πέρα από τα όρια αυτά αλλά χωρίς δήλωση) και ποσοστό των εισαγωγών αυτών ανάλογα με την καταγωγή τους [7].

[7] Σύμφωνα με σφυγμομετρήσεις που πραγματοποίησε η Statistics Finland τα έτη 1996 έως 1999.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Από τον παραπάνω πίνακα διαφαίνεται ότι η πλειονότητα των οινοπνευματωδών ποτών και τσιγάρων που εισάγονται στη Φινλανδία από ταξιδιώτες προέρχονται από τρίτες χώρες. Οι εισαγωγές από τη Σουηδία είναι δυνατό να αγνοηθούν στο πλαίσιο της παρούσας έκθεσης δεδομένου ότι πραγματοποιούνται γενικά ατελώς στο φέρρυ μεταξύ Σουηδίας και Φινλανδίας, μέσω των Νήσων Εland. Οι εισαγωγές μπύρας από τρίτες χώρες αποτελούν μείζον θέμα για τη Φινλανδία. Οι εισαγωγές αυτές αντιπροσωπεύουν τις μεγαλύτερες ποσότητες και οι εισαγωγές από τρίτες χώρες ανέρχονται σε 75% των συνολικών εισαγωγών μπύρας.

Ο ακόλουθος πίνακας παρέχει σύγκριση των συνολικών εισαγωγών και των εισαγωγών από άλλες χώρες αφενός και της συνολικής κατανάλωσης στη Φινλανδία το 1998, αφετέρου.

Πίνακας 3: Εισαγωγές από τα κράτη μέλη εκτός από τη Σουηδία, καθώς και από τρίτες χώρες, εκτός από Ρωσία και Εσθονία το 1998, ως ποσοστό των συνολικών εισαγωγών

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Ο πίνακας αυτός δείχνει καθαρά ότι οι εισαγωγές από κράτη μέλη εκτός από τη Σουηδία, δεν αντιπροσωπεύουν παρά μικρό μερίδιο της συνολικής ιδιωτικής κατανάλωσης (βλέπε τελευταία στήλη του πίνακα). Στα δεδομένα περιλαμβάνονται επίσης εισαγωγές από τρίτες χώρες εκτός από Εσθονία και Ρωσία (χώρες για τις οποίες δεν υπάρχουν ξεχωριστά δεδομένα). Επιπλέον, ένα μεγάλο ποσοστό των αγαθών αυτών έχουν αγοραστεί σε αφορολόγητα μαγαζιά έως την 30η Ιουνίου 1999. Ένα υπόμνημα του Εθνικού Κέντρου Ερευνών και Ανάπτυξης για την Πρόνοια και την Υγεία γύρω από το εν λόγω ζήτημα, αναφέρει ότι οι ποσότητες οινοπνευματωδών ποτών και τσιγάρων που φέρουν μαζί τους οι ταξιδιώτες κατά την επιστροφή τους από άλλα κράτη μέλη μειώθηκαν πιθανώς από το δεύτερο έως το τρίτο τρίμηνο του 1999 κατά 20% έως 30%. Γενικό συμπέρασμα του παραπάνω Κέντρου είναι ότι οι ποσότητες οινοπνευματωδών ποτών και τσιγάρων που εισάγονται στη Φινλανδία από άλλα κράτη της ΕΕ από ταξιδιώτες που τα αγόρασαν με τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης ήδη πληρωμένους σε άλλα κράτη μέλη, είναι σχετικά μικρές και αυξήθηκαν ανεπαίσθητα από το 1995. Είναι αδύνατο να παρασχεθεί ο ακριβής αριθμός των εν λόγω προϊόντων αλλά μία πιθανή εκτίμηση είναι ότι λιγότερο από 10% του συνόλου των αλκοολούχων ποτών και των καπνών που εισέρχονται στη Φινλανδία από ταξιδιώτες είναι προϊόντα από άλλα κράτη μέλη, για τα οποία έχουν καταβληθεί ειδικοί φόροι κατανάλωσης.

Συμπέρασμα

Ο έλεγχος στους ενδοκοινοτικούς ταξιδιώτες φαίνεται να είναι ελάχιστος στη Φινλανδία αλλά παρόλα αυτά, η ποσότητα των προϊόντων με ειδικούς φόρους κατανάλωσης που εισέρχονται στη Φινλανδία από ταξιδιώτες που έρχονται από άλλα κράτη μέλη είναι πολύ μικρή ενώ φαίνεται επιπλέον ότι η εν λόγω ποσότητα μειώνεται. Το γεγονός αυτό οφείλεται στη γεωγραφική θέση της Φινλανδίας η οποία καθιστά τις διασυνοριακές αγορές λιγότερο ελκυστικές, αλλά επίσης και διότι η εφαρμογή των περιορισμών και οι αυστηρές κυρώσεις για κάθε παράβαση δρουν ανασταλτικά. Η πλειονότητα των εισαγωγών, αποτελείτο είτε από αφορολόγητα αγαθά που εισάγονται αεροπορικώς (έως την 1η Ιουλίου 1999), είτε από αγαθά που αγοράζονται αφορολόγητα στο φέρρυ μεταξύ Σουηδίας και Φινλανδίας ή από αγαθά που εισάγονται από τρίτες χώρες.

3.3. Σουηδία

Οι σουηδικές αρχές κρατούν στοιχεία όσον αφορά τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης που εισπράχθηκαν από το τελωνείο του Gδvle. Τα τέλη αυτά αφορούν δηλώσεις που κατατέθηκαν στα τελωνεία χωρίς άμεση πληρωμή και δηλώσεις που κατατέθηκαν αυθόρμητα από ταξιδιώτες που εισήλθαν στη Σουηδία από μη επανδρωμένο συνοριακό τελωνείο ή από είσοδο χωρίς τελωνείο. Το συνολικό εισπραχθέν ποσό ήταν 8,7 εκατ. SEK το 1997, 20,9 εκατ. SEK το 1998 και 8,1 εκατ. SEK το 1999. Οι σουηδικές αρχές εξηγούν την απότομη αύξηση το 1998 με το γεγονός ότι το 1998 τα τελωνεία εξουσιοδοτήθηκαν να κατάσχουν αγαθά σε περίπτωση που υπάρχει κάποια πιθανότητα να μην έχει καταβληθεί φόρος. Το μέτρο αυτό έθεσε τέρμα σε μεγάλο βαθμό στην πρακτική η οποία είχε γενικευτεί να μη δηλώνονται τα αγαθά καθ´υπέρβαση των ατελειών ή να παρέχονται εσφαλμένα προσωπικά στοιχεία κατά την κατάθεση των εν λόγω δηλώσεων. Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα του μέτρου αυτού φαίνεται να ήταν προσωρινή εφόσον το επίπεδο των εισπράξεων κατά το 1997 ήταν και πάλι στο ίδιο επίπεδο με αυτό του 1997.

Οι σουηδικές αρχές δεν κρατούν γενικά στατιστικές σχετικά με τον αριθμό των ελέγχων που πραγματοποιούνται σε ταξιδιώτες οι οποίοι εισέρχονται από άλλα κράτη μέλη. Ορισμένα δεδομένα είναι διαθέσιμα όσον αφορά τους ελέγχους που πραγματοποιήθηκαν στο Helsingborg σε τουριστικά λεωφορεία (η διέλευση από το λιμάνι αυτό στη Δανία διαρκεί μόνο περίπου 20 λεπτά). Το 1999, πραγματοποιήθηκε έλεγχος σε 431 λεωφορεία. Αποτέλεσμα ήταν να κατασχεθούν 64.000 λίτρα οινοπνευματωδών ποτών και 9.453 λίτρων κρασιού, 13.029 λίτρων μπύρας και 31.900 τσιγάρα. Το μεγαλύτερο μέρος των κατασχεθέντων αγαθών αποτελείτο από αζήτητα αγαθά, δεδομένου ότι γενικά κανείς δεν παραδέχεται ότι του ανήκουν ποσότητες καθ´υπέρβαση των προβλεπομένων ορίων με ατέλεια. Υπάρχουν ενδείξεις ότι οι εν λόγω τουριστικές διαδρομές χρησιμοποιούνται τακτικά για την εισαγωγή αλκοολούχων ποτών για περαιτέρω πώληση.

Περισσότερες πληροφορίες είναι διαθέσιμες όσον αφορά τα συνολικά ποσά αλκοολούχων ποτών και προϊόντων καπνού που κατασχέθησαν στα τελωνεία από το 1992. ´Εστω και εάν οι κατασχεθείσες ποσότητες αυξήθηκαν σημαντικά από το 1996, ο αριθμός των κατασχέσεων μειώθηκε, γεγονός που οφείλεται στην αύξηση των ποσοτήτων στο πλαίσιο της κάθε κατάσχεσης. Για τα οινοπνευματώδη και τα αλκοολούχα ποτά, π.χ., οι κατασχεθείσες ποσότητες αυξήθηκαν από 80.462 λίτρα το 1995 σε 507.581 λίτρα το 1998 και οι ποσότητες ανά κατάσχεση αυξήθηκαν από 16 έως περίπου 120 λίτρα ανά κατάσχεση. Αυτό μαρτυρεί ότι το λαθρεμπόριο αλκοολούχων ποτών έχει καταστεί ολοένα και περισσότερο αντικείμενο οργανωμένης απάτης και ότι πραγματοποιείται από το οργανωμένο έγκλημα και ότι οφείλεται ολοένα λιγότερο σε υπέρβαση ή παραβίαση των περιορισμών από μεμονωμένους ταξιδιώτες.

Σύμφωνα με την έκθεση KALK "Κατανάλωση αλκοολούχων ποτών στη Σουηδία στη δεκαετία του 90", η συνολική κατανάλωση αλκοολούχων ποτών αυξήθηκε από 7,8 λίτρα (καθαρής 100% αλκοόλης) το 1995 σε 8,2 λίτρα ανά άτομο το 1997.

Πίνακας 4: Συνολική κατανάλωση αλκοόλης σε λίτρα 100% αλκοόλης ανά κάτοικο ηλικίας 15 ετών και άνω (βάσει στοιχείων KALK [8])

[8] KALK: πρόκειται για έργο που αφορά τις σουηδικές στατιστικές για το αλκοόλ. Το έργο αυτό υποστηρίζεται από σημαντικούς ιδιωτικούς και δημόσιους παράγοντες του τομέα των αλκοολούχων ποτών.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Ο πίνακας δείχνει ότι το ποσοστό συνολικής κατανάλωσης αλκοόλ που προέρχεται από αλκοολούχα ποτά που εισάγουν ιδιώτες από άλλα κράτη της ΕΕ αυξήθηκε εντυπωσιακά από το 1995. Το ποσοστό αυτό ήταν περίπου 9-10% μεταξύ 1990 και 1995 αλλά αυξήθηκε απότομα έως περίπου 14% το 1996 και 18% το 1997. (Στις ποσότητες περιλαμβάνονται αγαθά που αγοράστηκαν αφορολόγητα σε ενδοκοινοτικά ταξίδια. Δεν υπάρχουν στοιχεία για το μερίδιο καθ´υπέρβαση της προβλεπόμενης ποσότητας με ατέλεια.

Για τα τσιγάρα, οι στατιστικές είναι πιο περιορισμένες. Βάσει εκτιμήσεων του "συμβουλίου πρόληψης του εγκλήματος", η συνολική κατανάλωση για το 1998 ήταν 9,2 δισεκατ. τσιγάρα. Από αυτά, περίπου 2 δισεκατ. αγοράστηκαν αφορολόγητα και 0,2 δισεκατ. αγοράστηκαν στη Δανία. Η κατανάλωση που έχει καταγραφεί μειώθηκε από περίπου 8 δισεκατ. τσιγάρα το 1995 και 1996 σε 6 δισεκατ. το 1997 και 1998. Μέρος της μείωσης αυτής δύναται να αποδοθεί στην αύξηση του λαθρεμπορίου τσιγάρων, το οποίο, κατά το συμβούλιο πρόληψης του εγκλήματος, ανήλθε σε 500 εκατ. τσιγάρα το 1998.

Συμπέρασμα

Από τα προαναφερόμενα δεδομένα, φαίνεται κατά πρώτο λόγο, ότι, από τα τρία υπό εξέταση κράτη μέλη, η Σουηδία ελέγχει τους ενδοκοινοτικούς περιορισμούς με εντατικότερο τρόπο. Αντίθετα με τη Δανία, η Σουηδία επιβάλλει περιορισμούς σε όλα τα αλκοολούχα ποτά και προϊόντα καπνού. Σε αντίθεση με τη Φινλανδία, η γεωγραφική θέση της Σουηδίας διευκολύνει τις διασυνοριακές αγορές σε κράτη μέλη με χαμηλότερους φόρους. Παράλληλα, τα στατιστικά δεδομένα όσον αφορά τις εισαγωγές ιδιωτών δείχνουν ότι στη Σουηδία ένα σημαντικό τμήμα της ιδιωτικής κατανάλωσης προέρχεται από προϊόντα που εισάγονται σε ιδιωτική βάση από άλλα κράτη μέλη χωρίς πληρωμή φόρου και ότι το ποσοστό αυτό αυξάνεται. Παρά τα αυστηρότερα ισχύοντα μέτρα, η απάτη φαίνεται να συνεχίζει και ακόμα να αυξάνεται ενώ η κατανάλωση αλκοολούχων ποτών ανά άτομο δεν μειώνεται.

4. MΕΤΡΑ ΠΟΥ ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ

Το άρθρο 26 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/12/EΟΚ υποχρεώνει τη Δανία και τη Φινλανδία να καταργήσουν σταδιακά τους περιορισμούς από 1ης Ιανουαρίου 1997 έως το τέλος του 2003, αφήνοντάς τους ωστόσο τη δυνατότητα να αποφασίσουν τις λεπτομέρειες ρύθμισης της διαδικασίας ελευθέρωσης.

Η Δανία επέβαλε περιορισμούς για τα οινοπνευματώδη ποτά και τα καπνά μετά την κατάργηση των φορολογικών συνόρων μεταξύ κρατών μελών την 1η Ιανουαρίου 1993 (πριν την ημερομηνία αυτή, η Δανία εφάρμοζε παρόμοιους περιορισμούς βάσει ειδικής διάταξης που προβλέπεται στην οδηγία 69/169/EΟΚ για τις ατέλειες των ταξιδιωτών). Από την ημερομηνία αυτή και παρά τη δια νόμου υποχρέωση που προβλέπεται στην οδηγία, η Δανία δεν αύξησε την ποσότητα οινοπνευματωδών ποτών και προϊόντων καπνού που έχουν δικαίωμα να εισάγουν οι ταξιδιώτες. Ένα μικρό βήμα πραγματοποιήθηκε την εποχή κατά την οποία η παρέκκλιση παρατάθηκε από 1ης Ιανουαρίου 1997, με την αντικατάσταση του κανόνα των 36 ωρών από τον κανόνα των 24 ωρών.

Η Φινλανδία μείωσε μερικώς τους περιορισμούς για τα οινοπνευματώδη ποτά και τα ενδιάμεσα προϊόντα από 1ης Ιανουαρίου 1998, όταν χορήγησε το δικαίωμα εισαγωγής ενός λίτρου οινοπνευματωδών ΚΑΙ (αντί για Η) 3 λίτρων ενδιάμεσων προϊόντων. Προς το παρόν έχει υποβληθεί πρόταση στο Συμβούλιο για τη σταδιακή αύξηση των ενδοκοινοτικών περιορισμών στη μπύρα από τα μέσα του 2000 και τη σταδιακή τους κατάργηση στις 31 Δεκεμβρίου 2003. Για τα άλλα προϊόντα (κρασιά, ενδιάμεσα προϊόντα, προϊόντα καπνών) δεν έχουν ληφθεί μέτρα έως τώρα.

Δεδομένου ότι το δικαίωμα παρέκκλισης που είχε χορηγηθεί στη Σουηδία λήγει στο τέλος Ιουνίου 2000, δεν προβλέπεται υποχρέωση για άρση των περιορισμών πριν την ημερομηνία αυτή στο άρθρο 26. Από την προσχώρησή της στην ΕΕ, η Σουηδία δεν έλαβε μέτρα για αύξηση των ατελειών, γεγονός το οποίο εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την αίτησή της για περαιτέρω παράταση σύμφωνα με τις παρεκκλίσεις που έχουν ήδη χορηγηθεί στη Δανία και τη Φινλανδία.

Συνοπτικά, έχουν ληφθεί λίγα εάν όχι καθόλου μέτρα από την παράταση των παρεκκλίσεων το 1997 έως σήμερα. Η Φινλανδία αποφάσισε τη σταδιακή κατάργηση των περιορισμών για την μπύρα από τον Ιούλιο 2000 και μετά, αλλά δεν προέβλεψε μέτρα για τα άλλα προϊόντα, όπως εξάλλου και η Δανία για τα προϊόντα στα οποία εφαρμόζει περιορισμούς. Η Επιτροπή εφιστά την προσοχή στη δια νόμου υποχρέωση που έχουν τα εν λόγω κράτη μέλη και τα καλεί να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να καταστεί δυνατή μία ομαλή μετάβαση προς την εφαρμογή των κανονικών κοινοτικών κανόνων. Όσον αφορά τη Σουηδία, οποιαδήποτε παράταση που ενδεχομένως θα εξεταστεί πρέπει να περιλαμβάνει τα ακριβή μέτρα της διαδικασίας ελευθέρωσης μεταξύ Ιουλίου 2000 και τέλους 2003.

5. ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Όπως αναφέρθηκε στην εισαγωγή, οι περιορισμοί που επιβάλλουν η Δανία, η Φινλανδία και η Σουηδία στα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία εισέρχονται στην επικράτεια των χωρών αυτών από ταξιδιώτες που τα αγοράζουν για ιδία χρήση τους σε άλλα κράτη μέλη, αποτελούν παρέκκλιση από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας εντός της εσωτερικής αγοράς. Είναι προφανές ότι το δικαίωμα παρέκκλισης χορηγήθηκε και παρατάθηκε το 1997 προκειμένου να προσαρμόσουν σταδιακά τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη την πολιτική τους στο σύνολο των απαιτήσεων της εσωτερικής αγοράς. Αυτό συνεπαγόταν, ρητά ή άρρητα, ότι τα εν λόγω κράτη μέλη έπρεπε να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για τη σταδιακή άρση των περιορισμών.

Η έκθεση αυτή "έδειξε ότι η τήρηση των περιορισμών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την καλή θέληση των ταξιδιωτών και ότι οι περιορισμοί αυτοί είναι δύσκολο να ελεγχθούν αποτελεσματικά στο πλαίσιο εσωτερικής αγοράς η οποία βασίζεται στην αρχή της ελεύθερης διακίνησης των αγαθών και κυκλοφορίας των ατόμων. Η συχνότητα των ελέγχων που πραγματοποιούνται διαφέρει από τη μία χώρα στην άλλη, κυρίως λόγω των διαφορετικών τους γεωγραφικών καταστάσεων. Από τα στατιστικά στοιχεία της συνολικής κατανάλωσης προϊόντων που υπόκεινται σε περιορισμούς και από το ποσοστό της συνολικής κατανάλωσης που προέρχεται από προϊόντα καταγωγής άλλων κρατών μελών, φαίνεται ότι το δεύτερο ποσοστό είναι γενικά μεγάλο (ιδίως στη Δανία και τη Σουηδία) και ότι αυξάνεται, παρά την εφαρμογή περιοριστικών μέτρων. Έτσι φαίνεται ότι η επιβολή περιορισμών δεν είναι αποτελεσματική για την καταπολέμηση της εισαγωγής από τους ταξιδιώτες ποσοτήτων καθ´υπέρβαση των επιτρεπομένων ορίων και μάλιστα φαίνεται να οδηγεί στην ανάπτυξη παράνομων δραστηριοτήτων και οργανωμένου λαθρεμπορίου. Παρόμοιες δραστηριότητες πρέπει και είναι δυνατόν να καταπολεμούνται από τα κράτη μέλη, ακόμα και όταν δεν επιβάλλεται κανένας περιορισμός στους ταξιδιώτες που σέβονται το νόμο.

Γενικά, φαίνεται ότι η επιβολή περιοριστικών μέτρων στους ενδοκοινοτικούς ταξιδιώτες δεν είναι δυνατό να εφαρμοστεί αποτελεσματικά εντός της εσωτερικής αγοράς, ιδίως δεδομένου ότι η κοινοτική νομοθεσία απαγορεύει τους συστηματικούς ελέγχους εντός των εσωτερικών συνόρων. Συνεπώς, η Επιτροπή καλεί όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για να προετοιμάσουν την αρμονική μετάβασή τους στην εφαρμογή του γενικού καθεστώτος το οποίο θα ισχύσει το αργότερο την ημερομηνία λήξεως της παρέκκλισης που τους έχει χορηγηθεί. Στο σημείο αυτό, και παρά τη δια νόμου υποχρέωση για τη Δανία και τη Φινλανδία, ουδεμία ουσιαστική αλλαγή δεν σημειώθηκε όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής των περιοριστικών μέτρων από την παράτασή τους το 1997. Η Φινλανδία μόνο πρόσφατα εισήγαγε ορισμένα μέτρα ελευθέρωσης των περιορισμών για την μπύρα, στο πλαίσιο της ενίσχυσης των περιορισμών που εφαρμόζονται στις εισαγωγές μπύρας από τρίτες χώρες.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

Άρθρο 26 παρεκκλίσεις (Ενδοκοινοτικοί ποσοτικοί περιορισμοί για ταξιδιώτες)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Top