This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 51999IE0951
Opinion of the Economic and Social Committee on 'Sustainable urban development in the European Union: a framework for action'
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την «Αειφόρο αστική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση- Πλαίσιο δράσης»
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την «Αειφόρο αστική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση- Πλαίσιο δράσης»
ΕΕ C 368 της 20.12.1999, p. 62–68
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την «Αειφόρο αστική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση- Πλαίσιο δράσης»
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 368 της 20/12/1999 σ. 0062 - 0068
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την "Αειφόρο αστική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση- Πλαίσιο δράσης" (1999/C 368/19) Στις 25 Μαρτίου 1999 και σύμφωνα με το άρθρο 23, τρίτη παράγραφος, του Εσωτερικού Κανονισμού, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση με θέμα την "Αειφόρο αστική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση-Πλαίσιο δράσης". Το τμήμα "οικονομική και νομισματική ένωση - οικονομική και κοινωνική συνοχή", στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του με βάση την εισηγητική έκθεση του εισηγητή κ. Vinay στις 29 Σεπτεμβρίου 1999. Κατά την 367η σύνοδο ολομέλειας της 20ής και 21ης Οκτωβρίου 1999 (συνεδρίαση της 21ης Οκτωβρίου 1999), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 87 ψήφους υπέρ, και μία αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση. 1. Εισαγωγή 1.1. Η ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την "αειφόρο αστική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση - πλαίσιο δράσης" εμφανίζεται μετά από έντονο διάλογο που πραγματοποιήθηκε τα τελευταία χρόνια σχετικά με τις ολοένα και περισσότερο πολύπλοκες και σημαντικές προβληματικές για τα αστικά κέντρα στην επικράτεια της ΕΕ, λόγω των πολυάριθμων πρωτοβουλιών διαφόρων θεσμικών φορέων για την προβολή ορισμένων πτυχών που συνδέονται άμεσα με το θέμα αυτό. 1.2. Μία πρώτη σημαντική προσέγγιση της προβληματικής μιας ευρωπαϊκής πολιτικής που αφορά τα αστικά κέντρα γίνεται στην Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής για το αστικό περιβάλλον το 1990, ενώ από το 1996 υπάρχει η Έκθεση για την αειφορία των ευρωπαϊκών πόλεων, που εκπονήθηκε από την ομάδα εμπειρογνωμόνων για το αστικό περιβάλλον της ΕΕ. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έχει αντιμετωπίσει το θέμα από την πλευρά της είτε στο πλαίσιο της γνωμοδότησης με θέμα Ευρώπη 2000 + το 1995(1) είτε με μια ειδική γνωμοδότηση το 1996(2). 1.2.1. Το ίδιο έτος η Επιτροπή εφιστούσε την προσοχή όλων των θεσμικών οργάνων στο πολεοδομικό θέμα με την ανακοίνωση "Η πολεοδομική προβληματική: προσανατολισμοί για μια ευρωπαϊκή συζήτηση" που προκάλεσε έντονο ενδιαφέρον και για την οποία αποφάνθηκαν, καλώντας την Επιτροπή να αναπτύξει περαιτέρω την πρωτοβουλία της, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο(3), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή(4) και η Επιτροπή των Περιφερειών. 1.3. Οι προβληματισμοί που έθεσαν από την αρχή οι υποστηρικτές της απαίτησης ενός ευρωπαϊκού πλαισίου για την αστική πολιτική, κινούνται γύρω από τον οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό ρόλο που εξακολουθούν να διαδραματίζουν οι πόλεις, θεμελιώδεις ιστορικοί πυρήνες της πιο αστικοποιημένης ηπείρου του πλανήτη. 1.3.1. Σε αυτά τα επιχειρήματα προστέθηκαν μεταγενέστερες εξελίξεις είτε κοινωνικοοικονομικού χαρακτήρα είτε θεσμικού. Από τη μια πλευρά στις πόλεις συγκεντρώνονται, ταυτόχρονα και στο μέγιστο βαθμό, όλες οι πτυχές και οι συνέπειες της οικονομικής και κοινωνικής εξέλιξης: η ανάπτυξη της οικονομίας αλλά και η αύξηση της ανεργίας, η βελτίωση της ποιότητας ζωής αλλά και ο κοινωνικός αποκλεισμός. Από την άλλη πλευρά κάθε πολιτική πρωτοβουλία της Ένωσης στα αστικά κέντρα έχει τον μεγαλύτερο αντίκτυπο είτε άμεσα είτε ως αντίληψη και αξιολόγηση από την πλευρά των ευρωπαίων πολιτών. 1.4. Και τέλος στα αστικά κέντρα τίθεται και πρέπει να αντιμετωπιστεί η πρόκληση της αειφόρου ανάπτυξης, σε ό,τι αφορά τις περιβαλλοντικές της πτυχές καθώς και τις πτυχές κοινωνικής αξίας, πράγμα που συνεπάγεται ότι, είτε λόγω της ενσωμάτωσης των θεμάτων αυτών στη Συνθήκη του Άμστερνταμ είτε λόγω των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί από την ΕΕ έναντι των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τις δεσμεύσεις περιβαλλοντικού χαρακτήρα που καθορίστηκαν στη Σύμβαση του Κυότο, παρουσιάζεται η ευκαιρία να καθοριστούν οι άξονες δράσης που πρέπει να συνδέονται αναγκαστικά στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής αστικής πολιτικής. 2. Τα κύρια σημεία της πρότασης της Επιτροπής 2.1. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η ανάπτυξη ολοκληρωμένων στρατηγικών αστικής διαχείρισης είναι θεμελιώδης για την αντιμετώπιση πολύπλοκων και αναπόφευκτα συνδεδεμένων μεταξύ τους προβλημάτων, καθώς και για την πλήρη αξιοποίηση του δυναμικού των αστικών κέντρων, στόχοι που θα μπορούσαν να υπονομευθούν από τη διατήρηση παραδοσιακών τομεακών στρατηγικών και από τον κατακερματισμό των εξουσιών και των ευθυνών μεταξύ των διαφόρων βαθμίδων διοίκησης και λήψεως αποφάσεων. 2.1.1. Απαραίτητη προϋπόθεση για μια ολοκληρωμένη δράση αποτελεί ο προσδιορισμός των πρωταρχικών στόχων που πρέπει να επιτευχθούν. Στην πρόταση της Επιτροπής καθορίζονται τέσσερις διαρθρωμένοι αλλά αλληλοεξαρτώμενοι στόχοι, δεδομένου ότι οι 24 προτεινόμενες δράσεις, που κατανέμονται ανά στόχο, μπορούν, συμπληρωματικά, και μάλιστα οφείλουν να έχουν περισσότερο ή λιγότερο άμεσες συνέπειες και στους άλλους. Η απαρίθμηση των στόχων ανά τίτλο αποτελεί, κατά μία έννοια, ένα είδος κατάταξης των προβληματισμών - σημαντικών όμως όλων- που αποτελούν αντικείμενο του πλαισίου δράσης. 2.2. Ενδυνάμωση της οικονομικής ευημερίας και της απασχόλησης σε μικρά και μεγάλα αστικά κέντρα είναι ο πρώτος τίτλος. Όπως έχει αναφερθεί, το μεγαλύτερο μέρος των πολιτών της Ευρώπης κατοικεί σε αστικά κέντρα. Εκ τούτου συνεπάγεται ότι μεγάλο μέρος των πρωτοβουλιών προσανατολισμού για την απασχόληση, εντάσσεται στο πλαίσιο της οικονομικής ανάπτυξης των αστικών κέντρων. 2.2.1. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην επιλογή να γίνει σαφής αναφορά στην αστική διάσταση στα προγράμματα των διαρθρωτικών ταμείων, ακόμη και λόγω των θετικών αποτελεσμάτων της κοινοτικής πρωτοβουλίας Urban. Επισημαίνεται ότι μεταξύ των θετικών αποτελεσμάτων της απόφασης αυτής θα είναι οι σημαντικές και ποιοτικές συνέπειες ιδιαίτερα κατά την προετοιμασία και εφαρμογή των ολοκληρωμένων δράσεων της αστικής ανάπτυξης, καθώς και ο καλύτερος συντονισμός με την κοινοτική δράση στο πλαίσιο των διευρωπαϊκών δικτύων: πολλά αστικά κέντρα δεν αξιοποιούν το αναπτυξιακό δυναμικό τους λόγω της περιθωριοποίησης σε σχέση με το σύστημα υποδομών όσον αφορά την κυκλοφορία και τις μεταφορές. 2.3. Ο δεύτερο στόχος είναι η προώθηση της ισότητας, της κοινωνικής ένταξης και της αναζωογόνησης των υποβαθμισμένων αστικών ζωνών και συνδέεται άμεσα με την ενίσχυση των κοινοτικών πολιτικών για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και των διακρίσεων, καθώς και με θέματα ασφάλειας, που απορρέουν από τη Συνθήκη του Άμστερνταμ. Οι προβληματισμοί αυτοί που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν "κοινωνικής υποστήριξης" εκδηλώνονται εντονότερα στο αστικό πλαίσιο πράγμα που συνηγορεί υπέρ του άμεσου και αποτελεσματικού ελέγχου των πρωτοβουλιών που έχουν αναπτυχθεί για την καταπολέμησή τους. Η Επιτροπή υπενθυμίζοντας το πλαίσιο του νέου στόχου 2, αναφέρεται επίσης στα κριτήρια προσδιορισμού των "αστικών ζωνών που αντιμετωπίζουν δυσκολίες". 2.4. Ο τρίτος στόχος στηρίζεται περισσότερο σε θέματα παγκόσμιας σημασίας: θέματα που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος και του οικοσυστήματος. Προστασία και βελτίωση του αστικού περιβάλλοντος: τοπική και παγκόσμια αειφορία, αυτός είναι ο τίτλος και αυτός είναι ο στόχος για το μέλλον, όχι μόνο το οικονομικό αλλά το ζωτικό των αστικών κέντρων και ολοκλήρου του πλανήτη. Είναι σαφές ότι ιδιαίτερα στις αστικές περιοχές συγκεντρώνονται δραστηριότητες, συμπεριφορές και καταστάσεις που επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα του αέρα, των υδάτων, την φυσική οικολογική ισορροπία, πράγμα που είναι παραπάνω από εμφανές στον ιστό των αστικών κέντρων, στα οποία πρέπει να αναπτυχθούν όλες οι δυνατές πρωτοβουλίες για την μείωση στο ελάχιστο αυτών των επιπτώσεων που θα επιβαρύνουν τις μελλοντικές γενιές. 2.4.1. Οι προτεινόμενες δράσεις ξεκινούν από τη βελτίωση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας σε σχέση με τα αστικά κέντρα, και φθάνουν σε ειδικές παρεμβάσεις όσον αφορά την επεξεργασία των αποβλήτων, σε αλλαγή των συνηθειών μεταφοράς και των επιπτώσεων στο περιβάλλον των χρησιμοποιούμενων μέσων μέχρι και στην καθιέρωση για τα αστικά κέντρα ενός "σήματος οικολογικής ποιότητας και του συστήματος οικολογικής διαχείρισης". 2.5. Στον τελευταίο στόχο προτείνεται η συμβολή στην αποτελεσματική διαχείριση των αστικών περιοχών και στην εκχώρηση εξουσιών σε τοπικό επίπεδο. Θεωρείται απαραίτητη η καλύτερη ολοκλήρωση, είτε κάθετη στις διάφορες διοικητικές βαθμίδες, είτε οριζόντια μεταξύ και εντός των διαφόρων οργανισμών, καθώς και η συμμετοχή των πολιτών και των φορέων που είναι αρμόδιοι για τις αστικές πολιτικές. Η δράση της ΕΕ δεν προτίθεται σε καμιά περίπτωση να αμφισβητήσει την αρχή της επικουρικότητας, αλλά προτείνει να συμβάλει είτε στη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των διαφόρων βαθμίδων, είτε στην ενθάρρυνση των εταιρικών σχέσεων για την αντιμετώπιση και την επίλυση των προβλημάτων των αστικών περιοχών. 2.5.1. Μια δράση, μέσω της χρησιμοποίησης και της ανάπτυξης ολοκληρωμένων δικτύων, έχει άμεσα αποτελέσματα στην ευαισθητοποίηση, στην ανταλλαγή εμπειριών και στην ενθάρρυνση των ικανοτήτων για μια αειφόρο αστική ανάπτυξη. Μεταγενέστερες δράσεις αποσκοπούν στη στήριξη καινοτόμων στρατηγικών, στην ασφάλεια και στην πρόληψη της εγκληματικότητας, στην διάδοση συγκριτικής πληροφόρησης για τις συνθήκες των αστικών περιοχών της ΕΕ. 3. Γενικές παρατηρήσεις 3.1. Η ΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την ανακοίνωση της Επιτροπής και ιδιαίτερα για την διάρθρωση του πλαισίου δράσης σε τέσσερις στόχους που συνοψίζουν σωστά τις απαντήσεις στις προκλήσεις που πρέπει να δώσουν άμεσα, έστω και σε διαφορετικό βαθμό, όλες οι αστικές δομές της ΕΕ: ανάπτυξη και απασχόληση, κοινωνική συνοχή και ολοκλήρωση, περιβάλλον και αειφόρος ανάπτυξη, αποτελεσματική διαχείριση με τη συμμετοχή όλων. 3.1.1. Είναι ιδιαίτερα θετικό το γεγονός ότι καθορίζονται οι κατευθυντήριες γραμμές της αστικής πολιτικής με τη συνειδητή γνώση ότι οι πολιτικές πρωτοβουλίες της ΕΕ πρέπει να βασίζονται σε μια ώριμη και προσεκτική αξιολόγηση της πραγματικότητας για να καθοριστούν στο τοπικό αστικό πλαίσιο που αποτελεί το θεμελιώδη ιστό της κοινωνικοοικονομικής ευρωπαϊκής οργάνωσης. 3.1.2. Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του πλαισίου δράσης είναι αυτό του ουσιαστικού ορισμού ενός πλαισίου για την ολοκληρωμένη ενσωμάτωση της αστικής πολιτικής, υποστηριζόμενης από τον προσδιορισμό των πρωταρχικών στόχων και πλαισιωμένης από ένα φάσμα παρεμβάσεων και μέσων, όπου περιλαμβάνονται τα διαρθρωτικά ταμεία και τα οποία, στο πλαίσιο της συνεργασίας τους, επιτυγχάνουν αποτελέσματα μεγαλύτερης εμβέλειας. 3.2. Η ΟΚΕ θεωρεί ωστόσο ότι πρέπει να συμβάλει στην πρόταση της Επιτροπής με παρατηρήσεις όσον αφορά την προσέγγιση του εγγράφου. 3.2.1. Η πρώτη και πιο άμεση παρατήρηση είναι ότι η Επιτροπή κατά τη διατύπωση της πρότασης χρειάσθηκε να προσαρμοσθεί σε ένα όσο το δυνατό πιο ρεαλιστικό νομικό και πολιτικό περιεχόμενο. Συνεπώς, το έγγραφο αναφέρεται σε ένα πεδίο λειτουργικότητας, το πεδίο των αστικών κέντρων, το οποίο εξετάζει αποκλειστικά στο παρόν. Ακόμη και το παράρτημα σχετικά τις "προκλήσεις για ευρωπαϊκά μικρά και μεγάλα αστικά κέντρα" παρά την αναζήτηση μιας προβολής στο μέλλον υφίσταται αυτό το όριο. 3.2.2. Τα αστικά κέντρα είναι ωστόσο κατά κάποιο τρόπο "ζωντανοί οργανισμοί" που αποτελούνται από το σύνολο των μονάδων που κατοικούν και εργάζονται σε αυτά, και υφίστανται σημαντικές μεταβολές και ενίοτε ριζικές. Τι επιπτώσεις θα έχει στο μέλλον πολλών και σημαντικών ευρωπαϊκών αστικών κέντρων η σημειούμενη σταδιακή γήρανση των κατοίκων τους; Ποια θα είναι η συνέπεια της αύξησης των οικογενειών ενός ατόμου ή με ένα μόνο γονέα στην εξέλιξη της ζήτησης υπηρεσιών σε όλους τους τομείς; Η αποβιομηχάνιση αποτελεί μια διαδικασία που έχει ολοκληρωθεί ή είναι ακόμη στο γίγνεσθαι, και μέχρι ποιο σημείο; Η τηλεργασία, με τα επακόλουθα που συνεπάγεται στη ζήτηση κινητικότητας, προορίζεται να καταστεί μια διαδεδομένη πραγματικότητα ή μόνο μερική; Αυτά τα ερωτήματα, στα οποία θα μπορούσαν να προστεθούν και άλλα δεν υπάρχουν στο έγγραφο ή αναφέρονται εντελώς στο περιθώριο. 3.2.3. Στις προτεινόμενες δράσεις της Επιτροπής επισημαίνεται σε πολλά σημεία η σημασία προώθησης και διατήρησης ενός ισορροπημένου και πολυκεντρικού συστήματος αστικής διακυβέρνησης. Αυτή η πρόταση, γενικά αποδεκτή, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τις αστικές πολιτικές. Στην κάθετη και οριζόντια ολοκλήρωση που σκοπεύει να προωθήσει η Επιτροπή θα πρέπει να προστεθεί η ολοκλήρωση από την άποψη του "χώρου" μεταξύ αστικών κέντρων, μικρότερων κέντρων και υπαίθρου, στην ίδια αστική περιοχή ή σε συναφή εδάφη. Ωστόσο, δεν προβλέπεται ένα μέσο που θα αναθέτει στην ΕΕ το ρόλο του καθοδηγητή σε αυτή τη διαδικασία ανάλυσης. Το σχέδιο ανάπτυξης του κοινοτικού χώρου (ΣΑΚΧ) έστω και εντός των ορίων της διακυβερνητικής συνεργασίας, αποτελεί προς το παρόν το μόνο πλαίσιο για την επίτευξη του αποτελέσματος που επιδιώκεται. 3.3. Από πολλές πλευρές τονίστηκε, ως θεμελιώδες στοιχείο για τη θετική αντιμετώπιση του προβλήματος της απασχόλησης, ο συντονισμός των πολιτικών σχετικά με τις επενδύσεις στα κράτη μέλη. Από αυτή την άποψη μια ολοκληρωμένη δράση όπως αυτή που προτείνεται στο έγγραφο είναι συνεπώς θετική, αλλά πρέπει να προβληθεί περισσότερο το δυναμικό απασχόλησης στο πλαίσιο των διαφόρων πρωτοβουλιών. 3.3.1. Βέβαια οι πολιτικές κοινωνικής ολοκλήρωσης καθίστανται ολοένα και περισσότερο απαραίτητες λόγω της αύξησης των θυλάκων αποκλεισμού, αλλά στο συνολικό αστικό πλαίσιο το φαινόμενο αυτό αποτελεί μια αυξανόμενη "κοινωνική διάσπαση", όπου τα μεσαία στρώματα συρρικνώνονται και υφίστανται ολοένα και περισσότερο την προσωρινότητα της κοινωνικής υπόστασης. Και αυτά τα θέματα πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την ανάληψη δράσεων προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα εργασιακά και οικονομικά ζητήματα των αστικών κέντρων. 3.3.2. Κατά την εξέταση των προβλημάτων των υποβαθμισμένων αστικών περιοχών και με υψηλό ποσοστό κοινωνικού αποκλεισμού, υπενθυμίζεται ότι η μακροχρόνια ανεργία είναι ένας παράγοντας που συμβάλει σημαντικά στην εδραίωση αυτών των αρνητικών φαινομένων. Για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού προβλέπεται μια δράση στο πλαίσιο των Σχολείων που παρέχουν δεύτερη ευκαιρία, αλλά δεν γίνεται μνεία στη "συνεχή κατάρτιση" που μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο για την επανένταξη στο χώρο εργασίας ή ακόμη καλύτερα για την αποφυγή της εξόδου από αυτόν. 3.3.3. Η Επιτροπή αφιερώνει μία ειδική δράση στην πρόληψη της αστικής εγκληματικότητας. Πρέπει ωστόσο να τονισθεί ότι το θέμα της ασφάλειας έχει αποκτήσει πρωταρχική σημασία για τις πόλεις, μικρές και μεγάλες. Είναι οπωσδήποτε σκόπιμο να καθορισθούν με ακρίβεια τα πρότυπα σχέδια, αλλά η όλο και στενότερη σχέση μεταξύ εγκληματικότητας σε μικρή και μεγαλύτερη έκταση επιβάλλει τη σύνδεση των πρωτοβουλιών σε τοπικό επίπεδο μέσω σύντονων στρατηγικών οι οποίες με τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης του Άμστερνταμ για την ασφάλεια, θα πρέπει να διαρθρωθούν καλύτερα και με μεγαλύτερη ακρίβεια. 3.4. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στο θέμα της μετανάστευσης που ωστόσο έχει σημαντικές επιπτώσεις στα ευρωπαϊκά αστικά κέντρα. Πράγματι, από τη μια πλευρά τροφοδοτεί την αύξηση των κατοίκων και συχνά το φαινόμενο της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Από την άλλη δημιουργεί προβλήματα δημιουργίας υποδομών ad hoc, όπως π.χ. οι τόποι λατρείας, καθώς και προβλήματα στη χάραξη πολιτικής που να αποτρέπει το σχηματισμό και την παγίωση εθνοτικών θυλάκων στον αστικό ιστό. 3.4.1. Η απόρριψη οποιασδήποτε διάκρισης όπως ρητά ορίζεται στη Συνθήκη του Άμστερνταμ παρέχει, σε αυτό το πλαίσιο, άμεση και απτή ευκαιρία ελέγχου. 3.4.2. Στις πολιτικές αστικής αναδιάρθρωσης πρέπει βέβαια να θεωρηθούν πρωταρχικές οι παρεμβάσεις που αφορούν τις "αστικές ζώνες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες" υπό το πρίσμα του κοινωνικοοικονομικού αποκλεισμού ή της σοβαρής περιβαλλοντικής υποβάθμισης, αλλά θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη και τα σχέδια που προορίζονται για αστικές ζώνες με έντονα φαινόμενα αποκλεισμού, όπως είναι οι περιοχές με υπερβολική παλαιότητα κτιρίων χωρίς αρχιτεκτονική αξία ή με υποδομές που δεν είναι πλέον αποτελεσματικές και κατάλληλες. Η ΟΚΕ(5) έχει ήδη επισημάνει ότι η εξυγίανση και ο εκσυγχρονισμός των παλαιών κτιρίων συμφωνεί απόλυτα με την έννοια της διατηρήσεως και οικοδόμησης κτιρίων, εμποδίζει την επέκταση της αστικοποίησης που "καταβροχθίζει" χώρους, και, ταυτόχρονα, έχει ευνοϊκές συνέπειες για την απασχόληση και, ακόμη, συμβάλλει στην εδραίωση της ταυτότητας μίας πόλης. 3.4.3. Η διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς δεν πρέπει να αποσκοπεί μόνο στο να καταστήσει πιο ελκυστικά τα αστικά κέντρα, όπως αναφέρεται στο έγγραφο της Επιτροπής. Εκτός από σημαντικό στοιχείο της ιστορικής και πολιτιστικής ταυτότητας, αποτελεί μια κληρονομιά που, είτε μεγάλη είναι είτε μικρή, διαθέτει σημαντικό δυναμικό για την παραγωγή πλούτου και απασχόλησης. Δεν υπάρχει ειδική αναφορά για δράσεις προς αυτή την κατεύθυνση. 3.5. Το θέμα της οικονομικής και οικολογικής αειφορίας της ανάπτυξης έχει απόλυτη προτεραιότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, πράγμα που στις πόλεις ιδίως γίνεται ολοφάνερο και αφορά εκ του σύνεγγυς τόσο την αστική οργάνωση (κινητικότητα, μεταφορές, διαχείριση αποβλήτων) όσο και την ποιότητα της ζωής των πολιτών (ηχητική και ατμοσφαιρική ρύπανση). Όσον αφορά την αειφόρο ανάπτυξη των αστικών κέντρων, ιδιαίτερα σε σχέση με το περιβαλλοντικό πρόβλημα, η ΟΚΕ αποδίδει, συνεπώς, ιδιαίτερη σημασία στο θέμα αυτό και έχει επανειλημμένα αποφανθεί επ' αυτού(6). Η πρόταση της Επιτροπής είναι αξιόλογη, αλλά θα πρέπει να εξεταστούν καλύτερα και να προσδιοριστούν επακριβώς οι επιπτώσεις επί της απασχόλησης των ενεργών περιβαλλοντικών πολιτικών(7). 3.5.1. Ωστόσο είναι σημαντικό, κυρίως όσον αφορά το περιβάλλον, να τονωθεί η υπευθυνότητα των οικονομικών τομέων(8) και να υπάρξει η συνειδητοποίηση και η σύμφωνη γνώμη των πολιτών πράγμα που θα τους επιτρέψει ενδεχομένως να συμμετάσχουν κατά τη στιγμή της λήψεως των αποφάσεων. 3.6. Η συμμετοχή στο πλαίσιο των αστικών πολιτικών έχει δύο θεμελιώδεις πλευρές: θεωρούμενη ως εταιρική σχέση, είναι ένας τρόπος για την υποστήριξη της συμβολής πληθώρας φορέων, θεσμών, κοινωνικών εταίρων, δημόσιων και ιδιωτικών οικονομικών φορέων, και κάθε είδους, στην υλοποίηση των σχεδίων ή των παρεμβάσεων. Η συμβολή αυτή είναι πολύτιμη είτε από καθαρά οργανωτική άποψη είτε από οικονομική και κοινωνική άποψη: αυξάνει τους διαθέσιμους πόρους καθώς και τις προτάσεις. 3.6.1. Η συμμετοχή των πολιτών αυτή καθ'εαυτή έχει μεγάλη κοινωνική αξία και συμβάλλει στην περαιτέρω ενίσχυση της έννοιας της "κοινότητας", που τείνει ολοένα και περισσότερο στον κατακερματισμό στο πλαίσιο των αστικών μας πραγματικοτήτων. 3.6.2. Η ΟΚΕ διαπιστώνει ότι η πρόταση θα έπρεπε να εφιστά περισσότερο την προσοχή στη συμμετοχή και τις εταιρικές σχέσεις, που είναι περισσότερο παρούσες στις δηλώσεις προθέσεων παρά στις ειδικές δράσεις που αφορούν το θέμα. Ιδιαίτερα παρατηρείται η έλλειψη αξιοποίησης του ρόλου των επιχειρήσεων που προσφέρουν υπηρεσίες και των ΜΜΕ σε ό,τι αφορά τις εταιρικές σχέσεις, καθώς και η επισήμανση ότι η ελλιπής διοικητική διαφάνεια απομακρύνει τους πολίτες και τροφοδοτεί τη δυσπιστία τους. 3.7. Εκτιμάται ότι πρέπει να εμβαθυνθούν περισσότερο οι προβληματισμοί για το ειδικό θέμα της αστικής πολιτικής με τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες, οι οποίες παρουσιάζουν, μεταξύ άλλων, στις περισσότερες περιπτώσεις καταστάσεις ιδιαίτερα επιβαρυντικές από περιβαλλοντική και κοινωνικοοικονομική άποψη. Το θέμα της αειφορίας και αστικής ανάπτυξης θα έπρεπε να ενδιαφέρει τόσο τις χώρες της ΚΑΕ όσο και τις τρίτες μεσογειακές χώρες. 4. Διαρθρωτικά Ταμεία και Urban 4.1. Στην πρόταση της Επιτροπής γίνεται αναφορά στη μεταρρύθμιση των διαρθρωτικών ταμείων (2000-2006) όπου προσδιορίζονται ως πεδίο παρεμβάσεων οι αστικές ζώνες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Η ΟΚΕ έχει από καιρό εκφράσει την πεποίθηση ότι η χρησιμοποίηση των ταμείων στο πλαίσιο της αστικής πολιτικής είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση των κοινωνικών και οικονομικών δύσκολων καταστάσεων. Επιπλέον συμμερίζεται την ανάγκη ολοκληρωμένης παρέμβασης της αστικής πολιτικής με στόχο την αειφόρο ανάπτυξη. Ωστόσο, στην ίδια γνωμοδότηση, η ΟΚΕ είχε επισημάνει την ανάγκη μεγαλύτερης συνειδητοποίησης του βάρους και του πολιτικού ρόλου των αστικών κέντρων, που ακόμη δεν φαίνεται να έχει ωριμάσει εντελώς(9). 4.1.1. Στη γνωμοδότησή της για το νέο κανονισμό των διαρθρωτικών ταμείων και ειδικότερα τη σχέση του με τα προβλήματα των αστικών περιοχών, η ΟΚΕ, αν και εκτιμά την ενίσχυση της διαβούλευσης για τον προτεινόμενο κανονισμό, υπογράμμισε την απαίτηση ότι η αρχή της διαβούλευσης και της εταιρικής σχέσης πρέπει να τηρείται σε όλα τα επίπεδα των δράσεων των διαρθρωτικών ταμείων, θεωρώντας την στοιχείο καθοριστικής σημασίας για τη διατήρηση της προσέγγισης εκ των κάτω προς τα άνω που είναι σημαντική για την επιτυχία των δράσεων που έχουν αναληφθεί(10). Ακόμη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει αποφανθεί για τη μεταρρύθμιση των διαρθρωτικών ταμείων για να υπογραμμίσει ακόμη περισσότερο την εταιρική σχέση(11). 4.1.2. Οι σκέψεις αυτές διατηρούν την εγκυρότητά τους και τη σημασία τους και στην εξέταση της παρούσης πρότασης, με μια περαιτέρω επισήμανση: είναι σημαντικό τα προβλήματα των αστικών περιοχών να αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της μεταρρύθμισης των διαρθρωτικών ταμείων, αλλά είναι θεμελιώδες οι δράσεις που αφορούν τα αστικά κέντρα να ενταχθούν στα άλλα προγράμματα και, κυρίως να συνδεθούν με το θέμα της απασχόλησης και τις σχετικές πολιτικές. 4.2. Η ΟΚΕ(12), διαπιστώνει με ιδιαίτερη ευχαρίστηση ότι δεν εγκαταλείπεται η εμπειρία Urban, είτε λόγω της πολιτικής αξίας που απέκτησε, είτε λόγω της σφαιρικής προσέγγισης με την οποία αντιμετωπίστηκαν τα προβλήματα των αστικών ζωνών σε κρίση και συμμερίζεται συνεπώς την απόφαση του Συμβουλίου της ΕΕ να συνεχιστεί η πρωτοβουλία αυτή παράλληλα με τις πρωτοβουλίες Interreg, Equal και Leader. 4.2.1. Εν αναμονή του νέου κανονισμού εύχεται να μην αποδυναμωθούν ούτε οι λειτουργικές ούτε οι οικονομικές δυνατότητες που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Urban. 4.2.2. Ακριβώς λόγω της εμπειρίας της πρωτοβουλίας Urban συζητείται έντονα η σημασία της εταιρικής σχέσης και της διαβούλευσης ακόμη και με τη χρήση των διαρθρωτικών ταμείων, επειδή η πρωτοβουλία Urban κατέστησε όχι μόνο τις τοπικές διοικήσεις αλλά και τους κοινωνικούς εταίρους, τις ενώσεις και τους μεμονωμένους πολίτες συνεργούς και ενεργά μέλη των διαδικασιών και των σκοπιμοτήτων κάθε πρωτοβουλίας. 4.3. Όσον αφορά τον προσδιορισμό των ζωνών παρέμβασης των διαρθρωτικών ταμείων ενδείκνυται η ενίσχυση της Eurostat. Προς το παρόν υπάρχουν μόνο στοιχεία για την ανεργία και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της βιομηχανίας σχετικά με τις διάφορες χώρες, αλλά δεν υπάρχουν διαφοροποιημένα στατιστικά στοιχεία για τις υπηρεσίες, ούτε κατάλληλες στατιστικές για τις αστικές ζώνες: υπάρχουν ορισμένες, ελλιπείς ως επί το πλείστον, σε περιφερειακή βάση. Ενδείκνυται η συμπλήρωση των στοιχείων της Eurostat με πιο λεπτομερείς εδαφικές ταξινομήσεις και ορισμούς, ώστε να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες και να διευρυνθεί η κλίμακα των στατιστικών αναφορών για το αποδεκτό των παρεμβάσεων. 5. Αστική πολιτική και ολοκλήρωση σε τοπικό επίπεδο 5.1. Η ΟΚΕ έχει επισημάνει στο παρελθόν ότι η αστική πολιτική σε επίπεδο ΕΕ πρέπει να έχει ως σταθερά σημεία μια σφαιρική θεώρηση του ευρωπαϊκού αστικού συστήματος, ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης και επανεξισορρόπησης, μια στρατηγική ολοκλήρωσης των στόχων οικονομικής υπεροχής και κοινωνικής ισότητας, μια συνεχή προσοχή στην κοινωνική συνοχή στις πόλεις και στην επικράτεια, μια ικανότητα σύνδεσης ανταγωνισμού και συνεργασίας, μια αποφασιστική ευαισθησία για τη σύνδεση των προοπτικών ανάπτυξης, των οποίων τα αστικά κέντρα είναι προνομιούχοι φορείς, με την ποιότητα και τον τρόπο ζωής των ευρωπαίων πολιτών(13). 5.2. Η πρόταση της Επιτροπής, εξαιρέσει των θετικών δράσεων που επισημαίνει, χαρακτηρίζεται ωστόσο από έλλειψη προοπτικής για το μη άμεσο μέλλον. Τούτο εξαρτάται ωστόσο από ένα σαφές πρόβλημα: δεν είναι δυνατό να χαραχθεί μακρόπνοη αστική πολιτική ξεχωριστά από μια σφαιρική πολιτική σε τοπικό επίπεδο, που να μην αποτελεί απλή περίληψη των πολιτικών όλων των κρατών μελών της ΕΕ. 5.2.1. Το ΣΑΚΧ δημιουργήθηκε ακριβώς με στόχο την επεξεργασία αυτής της σφαιρικής πολιτικής και όχι τυχαία αφιέρωσε στο ευρωπαϊκό αστικό σύστημα δύο σεμινάρια, στη Λίλλη και στη Σαλαμάνκα, και μια τελική ανάλυση στο Φόρουμ των Βρυξελλών στις 2 και 3 Φεβρουαρίου 1999, για την πολυκεντρική αστική ανάπτυξη και την αναζωογόνηση της εταιρικής σχέσης μεταξύ αστικών κέντρων και υπαίθρου. Το τελικό κείμενο του ΣΑΚΧ, που συντάχθηκε και υπό το φως αυτών των σκέψεων, υιοθετήθηκε κατά τη διάρκεια του άτυπου Υπουργικού Συμβουλίου που συγκλήθηκε στο Πότσδαμ τον περασμένο Μάιο και το σχετικό επίπεδο δράσης που καθορίσθηκε στο μεταγενέστερο Συμβούλιο που πραγματοποιήθηκε στο Τάμπερε κατόπιν. 5.2.2. Η ΟΚΕ, που τάχθηκε υπέρ της πρωτοβουλίας, επεσήμανε ωστόσο, σε γνωμοδότησή της ορισμένα όρια όσον αφορά την αποτελεσματικότητα του ΣΑΚΧ, που παραμένει μια διακυβερνητική πρωτοβουλία και κατά συνέπεια δύσκολα συνδέεται αποτελεσματικά με το κοινοτικό επίπεδο(14). 5.2.3. Η συνειδητοποίηση της ανάγκης αυτής οφείλεται επίσης, στο σχέδιο δράσης του ΣΑΚΧ που υιοθετήθηκε στο Τάμπερε, η διάρθρωση του οποίου αποβλέπει στην παρότρυνση και προαγωγή μιας στενότερης σύνδεσης μεταξύ εδαφικών πολιτικών στο σύνολό τους και κατευθύνσεων της ανάπτυξης των αστικών, περιφερειακών και αγροτικών συστημάτων. 5.3. Όπως είναι φανερό, πολλά προβλήματα αστικής αειφορίας δημιουργούνται και πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο διαχείρισης σε ένα πεδίο ευρύτερο από αυτό του αστικού χώρου, και από την άλλη, τα αστικά κέντρα είναι συνδεδεμένα, όσον αφορά το πλαίσιο χώρου και την άμεση λειτουργικότητα, με εδάφη που υπερβαίνουν τις διαστάσεις τους. 5.3.1. Όσον αφορά τη στρατηγική λειτουργικότητα, είτε από οικονομικοκοινωνική άποψη είτε από την άποψη της συμβατής οικολογικής ανάπτυξης και του παγκόσμιου ανταγωνισμού, οι ευρωπαϊκές πόλεις πρέπει να θεωρούνται ως ένα δίκτυο που χρήζει σφαιρικής πολιτικής θεώρησης, συνεργασίας, πληροφόρησης, ισορροπημένης και αρμονικής ανάπτυξης. 6. Σκέψεις, προτάσεις, προοπτικές 6.1. Η πρόταση της Επιτροπής αποτελεί, κατά κάποιο τρόπο, την κατάληξη μίας σειράς στόχων, προτάσεων και πρωτοβουλιών των παρελθόντων ετών. Τώρα όμως, αποτελεί κυρίως ένα σημείο αναχώρησης που απαιτεί ακριβή μέσα και επαληθεύσεις προκειμένου να εδραιωθεί όλη του η αποτελεσματικότητα. 6.1.1. Μεταξύ των μέσων έχει προτεραιότητα ο καθορισμός ενιαίων και συγκρίσιμων δεικτών. Η αναζήτηση των δεικτών αυτών ήδη ενυπάρχει στο πέμπτο πρόγραμμα πλαίσιο ΕΤΑ και αποτελεί επίσης αντικείμενο ειδικής δράσεως μεταξύ των προτάσεων. Στόχος είναι ο προσδιορισμός αποδεκτών κριτηρίων αξιολόγησης, που να βασίζονται σε ευρύ φάσμα καθορισμένων και συμφωνημένων δεικτών, που θα επιτρέψουν τόσο την πλήρη παρακολούθηση των επιμέρους αστικών συνθηκών, όσο και την λεπτομερή αξιολόγηση των επιπτώσεων των δράσεων που έχουν αναληφθεί. Πολύτιμη εμπειρία στον τομέα αυτό αποτελεί ο αστικός έλεγχος, πρότυπη δράση επισήμανσης και σύγκρισης δεικτών που αφορά προς το παρόν 58 ευρωπαϊκές πόλεις. 6.1.2. Η ΟΚΕ συμμερίζεται την πρόθεση της Επιτροπής να δημιουργήσει ένα "θετικό" κύκλωμα πληροφοριών όσον αφορά τις "καλές πρακτικές" και τις καινοτόμους δράσεις που θα αναπτυχθούν στα πλαίσια των αστικών πολιτικών στην Ένωση. Θεωρεί ωστόσο, εξίσου σκόπιμο να υπάρξει αναλυτική ενημέρωση για το τι θα μπορούσε, σε ορισμένες περιπτώσεις, να μειώσει την αποτελεσματικότητα ή τις θετικές επιπτώσεις των πρωτοβουλιών που θα αναπτυχθούν στα πλαίσια του σχεδίου δράσεως. 6.1.3. Η ομάδα εμπειρογνωμόνων που προτίθεται να συγκροτήσει η Επιτροπή, και στην οποία θεωρείται ότι θα πρέπει να εκπροσωπείται και η ΟΚΕ, θα πρέπει να λάβει υπόψη της το στοιχείο αυτό, κατά τους περιοδικούς ελέγχους για την υλοποίηση του σχεδίου δράσεως. Οι αναλύσεις και οι προτάσεις της ομάδας εμπειρογνωμόνων θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση ενός προβληματισμού για το αστικό φόρουμ που η Επιτροπή προτίθεται να συγκαλεί περιοδικώς. 6.1.4. Ιδιαίτερα σκόπιμη και σε συμφωνία με τους στόχους που έχει ήδη εκφράσει κατά το παρελθόν η ΟΚΕ, κρίνεται η συγκρότηση διϋπηρεσιακής ομάδας που θα επαληθεύει συνεχώς, παράλληλα με την πορεία του σχεδίου δράσεως τις επιπτώσεις των κοινοτικών πολιτικών στα αστικά κέντρα. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στην επαλήθευση των αποτελεσμάτων που θα προκύψουν από την ένταξη των αστικών πολιτικών στα διαρθρωτικά ταμεία. 6.1.5. Το κύκλωμα πληροφοριών, οι αξιολογήσεις της ομάδας εμπειρογνωμόνων, οι επαληθεύσεις της διϋπηρεσιακής ομάδας και - τέλος - η έκθεση που η Επιτροπή θα ενσωματώσει στην τριετή έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή, θα πρέπει να λάβουν ιδιαιτέρως υπόψη τη συνεκτική ανάπτυξη και των τεσσάρων στόχων που προβλέπονται από το πλαίσιο δράσης. 6.2. Κατά το στάδιο εφαρμογής του πλαισίου δράσης είναι πιθανό να προκύψουν περιορισμοί ή καθυστερήσεις στις διάφορες εμπλεκόμενες θεσμικές διαρθρώσεις. Και η Επιτροπή δηλώνει ότι γνωρίζει αυτό τον κίνδυνο. Σε περίπτωση που προκύψουν τα προβλήματα αυτά, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υιοθετήσουν τα κατάλληλα νομοθετικά μέσα για τη βέλτιστη εφαρμογή αυτής της στρατηγικής. 6.2.1. Η ΟΚΕ συμφωνεί ότι πρέπει να χρησιμοποιηθούν, μεταξύ άλλων, δημοσιονομικά μέσα για την υποστήριξη των στρατηγικών της περιβαλλοντικής αειφορίας και της αναδιοργάνωσης της ζήτησης κινητικότητας. Υπενθυμίζει ότι έχει ήδη εκφράσει την αμηχανία(15) της όσον αφορά τον καθορισμό τιμής για τη χρησιμοποίηση των αστικών δρόμων. Παρόμοια επιλογή, αν δεν στηρίζεται σε συγκεκριμένα κριτήρια που να συνδέονται με την περιβαλλοντική ποιότητα, θα όξυνε την κοινωνικοοικονομική διάσταση, την οποία το πλαίσιο δράσης έχει στόχο, αντιθέτως, να συρρικνώσει. 6.2.1.1. Σχετικά, η ΟΚΕ υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα των προηγμένων πολιτικών στον τομέα των δημόσιων μεταφορών όχι μόνο ως καθοριστικό παράγοντα για την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και ως μέσο για την υποστήριξη των πολιτικών κοινωνικής ολοκλήρωσης. 6.2.2. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, που έχει συμμετάσχει με την Επιτροπή και με τα κράτη μέλη στο πρόγραμμα "Habitat II", έχει ήδη αποδείξει ότι γνωρίζει και αποδίδει προσοχή στο σφαιρικό χαρακτήρα της έννοιας της αειφορίας. Είναι, συνεπώς, σκόπιμο και σε ό,τι αφορά το πλαίσιο πρωτοβουλίας, να ενταθούν οι ανταλλαγές πληροφοριών για την έρευνα και καινοτομία στα αστικά πλαίσια και να υποστηριχθούν σχέδια συνεργασίας με τρίτες χώρες, ιδιαίτερα αναπτυσσόμενες, προκειμένου να επιτευχθεί από κοινού η συγκράτηση και μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, καθώς και η αειφόρος ανάπτυξη. 6.3. Η πρώτη επαλήθευση της Επιτροπής σε ό,τι αφορά την πορεία του πλαισίου πρωτοβουλίας προβλέπεται για το 2002. Θα μπορούσε τότε να δοθεί η ευκαιρία για την επίτευξη ενός πραγματικού πλαισίου δράσεως διαρθρωμένου επί των ίδιων στόχων που έχουν ήδη επισημανθεί. 6.3.1. Όταν γίνεται λόγος για τις αστικές πολιτικές, υπογραμμίζεται συνήθως ότι το 80 % των ευρωπαίων πολιτών ζει σε αστικά κέντρα. Παράλληλα, όμως, θα πρέπει να επισημανθεί ότι τα 4/5 του εδάφους της Ένωσης είναι αγροτικοί χώροι. Η ανάπτυξη, η ανταγωνιστικότητα, η συνύπαρξη, η ύπαρξη υπηρεσιών και η συμβατή εξισορρόπηση των δύο αυτών εννοιών θα πρέπει να επιδιωχθούν μόνο εάν εντάσσονται σε ένα συνολικό πλαίσιο διαχείρισης του εδάφους. Το σημείο αυτό θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο εμπεριστατωμένης εξέτασης από τη νέα Επιτροπή. 6.3.2. Θα ήταν επιθυμητό όπως η κοινή θεώρηση των εξελίξεων των διακυβερνητικών συναντήσεων για το ΣΑΚΧ, των εμπειριών από το πλαίσιο πρωτοβουλίας, των πορισμάτων από τον καθορισμό των δεικτών, καθώς και των εμπειριών από την υλοποίηση των προγραμμάτων LIFE, Inetreg και Urban καταλήξει στην κατάρτιση Λευκής Βίβλου η οποία να καθορίζει τις αστικές και εδαφικές στρατηγικές που απαιτεί το δημογραφικό, οικονομικό και κοινωνικό μέλλον της Ένωσης. 6.3.3. Πολεοδόμοι και αρχιτέκτονες διεθνούς φήμης υποθέτουν ότι κατά την τρίτη χιλιετία θα εμφανισθεί η "ελλιπής πόλη" χωρίς πραγματικό κέντρο, που θα μοιάζει με τις κηλίδες της λεοπάρδαλης. Υποθέτουν επίσης ότι σε 30-40 υπερμεγέθεις μητροπόλεις θα αποφασίζονται οι τύχες του κόσμου. Για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και ευαισθησία κάτι τέτοιο θα έμοιαζε περισσότερο με εφιάλτη παρά με προοπτική. Για την ΕΕ μία τέτοια πρόβλεψη αποτελεί περαιτέρω πρόκληση για εναλλακτική διαχείριση που θα είναι ανταγωνιστική και συμβατή με την ανάπτυξη των πόλεων και του εδάφους. Στα κύρια σημεία της η πρωτοβουλία αυτή θα πρέπει πάντα να περιλαμβάνει απαραίτητα την ποιότητα της ζωής όλων των πολιτών της Ένωσης. Αυτή είναι η τέλεια σύνοψη των προκλήσεων που μας επιφυλάσσει το μέλλον. Βρυξέλλες, 21 Οκτωβρίου 1999. Η Πρόεδρος της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Beatrice RANGONI MACHIAVELLI (1) Γνωμοδότηση σχετικά με την "Ευρώπη 2000+ Χωροταξική συνεργασία για την Ευρώπη"(πρόσθετη γνωμοδότηση) ΕΕ C 133 της 31.5.1995, σ. 4, § 2.6. (2) Γνωμοδότηση για το "Ρόλο της ΕΕ στον πολεοδομικό τομέα", ΕΕ C 30 της 30.1.1997. (3) Ψήφισμα για την ανακοίνωση της Επιτροπής "Η πολεοδομική προβληματική: προσανατολισμοί για μια ευρωπαϊκή συζήτηση" (COM(97) 197 - C4 - 235/97) Α4 - 172/98. (4) Γνωμοδότηση σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής "Η πολεοδομική προβληματική: προσανατολισμοί για μια ευρωπαϊκή συζήτηση", ΕΕ C 95 της 30.3.1998. (5) Γνωμοδότηση με θέμα "Αειφόρος ανάπτυξη: οικοδόμηση κατοικιών στην Ευρώπη", ΕΕ C 355 της 21.11.1997. (6) Γνωμοδότηση για την "Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που αφορά τις οριακές τιμές της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα για το διοξείδιο του θείου, τα οξείδια του αζώτου, τα σωματίδια και το μόλυβδο", ΕΕ C 214 της 10.7.1998. Γνωμοδότηση για την "Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που αφορά τις οριακές τιμές του βενζολίου και του μονοξειδίου του άνθρακα στον ατμοσφαιρικό αέρα", ΕΕ C 138 της 18.5.1998. (7) Γνωμοδότηση για την "Ανακοίνωση της Επιτροπής για το περιβάλλον και την απασχόληση" (Οικοδόμηση μίας βιώσιμης Ευρώπης), ΕΕ C 235 της 27.7.1998. (8) Γνωμοδότηση για την "Πρόταση κανονισμού (ΕΕ) του Συμβουλίου για την εθελοντική προσχώρηση των οργανώσεων σε ένα κοινοτικό σύστημα οικοδόμησης και ελέγχου", ΕΕ C 209 της 22.7.1999. (9) Γνωμοδότηση σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής "Η πολεοδομική προβληματική: προσανατολισμοί για μια ευρωπαϊκή συζήτηση", ΕΕ C 95 της 30.3.1998. (10) Γνωμοδότηση σχετικά με την "Πρόταση κανονισμού (ΕΚ) του Συμβουλίου περί γενικών διατάξεων όσον αφορά τα διαρθρωτικά ταμεία", ΕΕ C 407 της 28.12.1998. (11) Ψήφισμα για την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί γενικών διατάξεων όσον αφορά τα διαρθρωτικά ταμεία COM(98) 131 -C4- 0285/98/0090 (AVC). (12) Γνωμοδότηση σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής "Η πολεοδομική προβληματική: προσανατολισμοί για μια ευρωπαϊκή συζήτηση", ΕΕ C 95 της 30.3.1998. (13) Γνωμοδότηση για το "Ρόλο της ΕΕ στον πολεοδομικό τομέα", ΕΕ C 30 της 30.1.1997. (14) Γνωμοδότηση σχετικά με το "Σχέδιο ανάπτυξης του κοινοτικού χώρου (ΣΑΚΧ)", ΕΕ C 407 της 28.12.1998. (15) Γνωμοδότηση για την "Ανακοίνωση της Επιτροπής - Η ανάπτυξη του δικτύου των πληροφοριών - Γιατί οι καλές τοπικές και περιφερειακές επιβατικές μεταφορές είναι σημαντικές και πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμβάλλει στην ανάπτυξή τους", ΕΕ C 138 της 18.5.1999, σ. 7.