This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 51998IE0976
Opinion of the Economic and Social Committee on the 'Exploitation of children and sex tourism'
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την «Καταπολέμηση της εκμετάλλευσης των παιδιών και του σεξουαλικού τουρισμού»
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την «Καταπολέμηση της εκμετάλλευσης των παιδιών και του σεξουαλικού τουρισμού»
ΕΕ C 284 της 14.9.1998, p. 92
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την «Καταπολέμηση της εκμετάλλευσης των παιδιών και του σεξουαλικού τουρισμού»
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 284 της 14/09/1998 σ. 0092
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την «Καταπολέμηση της εκμετάλλευσης των παιδιών και του σεξουαλικού τουρισμού» (98/C 284/16) Κατά τη σύνοδο ολομέλειας της 19ης Μαρτίου 1997, και σύμφωνα με τα άρθρα 11(4) και 19(1) του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να συστήσει υποεπιτροπή με στόχο την προετοιμασία γνωμοδότησης σχετικά με την «Εκμετάλλευση των παιδιών και τον σεξουαλικό τουρισμό». Η εν λόγω υποεπιτροπή κατήρτισε σχέδιο γνωμοδότησης στις 8 Ιουνίου 1998, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Σκλαβούνου. Κατά την 356η σύνοδο ολομέλειάς της (συνεδρίαση της 2ας Ιουλίου 1998), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε, με 72 ψήφους υπέρ και 3 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση. ΣΥΝΟΨΗ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΝ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή εκτιμά ότι το ευρέως διαδεδομένο και ανησυχητικό πρόβλημα της κακοποίησης, της εκμετάλλευσης και της κακομεταχείρισης των παιδιών απαιτεί την εκ βάθρων επανατοποθέτηση και κινητοποίηση της κοινωνίας. Ο στόχος συνίσταται στο αναληφθεί δράση πέραν της δημόσιας κατακραυγής και της αντίδρασης «δια νόμου» ή των αποσπασματικών πολιτικών που βασίζονται στη μείωση των συνεπειών. Η κοινωνία θα πρέπει να αντιμετωπίσει τα γενεσιουργά αίτια της κακοποίησης των παιδιών και όχι να ενεργεί επί των συνεπειών της. Η ΟΚΕ ζητεί εμμόνως την υιοθέτηση ευρείας, προληπτικής και έγκαιρης προσέγγισης η οποία να δίδει στα παιδιά την «πρωτοκαθεδρία», στο πλαίσιο της καθημερινής χάραξης πολιτικών, της κοινωνικής δράσης και της πολιτισμικής ανάπτυξης. Α. Αντιμετώπιση των γενεσιουργών αιτιών της κακοποίησης, της κακομεταχείρισης και της εκμετάλλευσης των παιδιών σε διεθνή κλίμακα Α.1. Η ΕΕ μπορεί να πρωτοστατήσει στις προσπάθειες και να στηρίξει τα ΗΕ και άλλους φορείς διεθνούς ανάπτυξης να διαδραματίσουν ένα αποτελεσματικό ρόλο για την καταπολέμηση της φτώχειας και των πλέον απαράδεκτων μορφών κακοποίησης και εκμετάλλευσης των παιδιών χάρη σε μία αποτελεσματικότερη χρήση των πόρων τους, σε κοινοτικά και διεθνή νομικά μέσα για την ανάληψη δράσεων και στην ένταξη των δικαιωμάτων των παιδιών στις πολιτικές εξωτερικών σχέσεων της Κοινότητας. Α.2. Η ΟΚΕ μπορεί να αναλάβει την πρωτοβουλία, διαμέσου του διαρθρωμένου διαλόγου της και σε συνεργασία με τους διεθνείς ομολόγους της και τα συστατικά μέλη της, με σκοπό να ενθαρρύνει και να διευκολύνει τη δημιουργία φορέων συντονισμού προληπτικών και αποτελεσματικών πολιτικών σχετικά με τα παιδιά. Β. Προτάσεις για το συντονισμό μιας αποτελεσματικής πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο Β.1. Οι σημερινές παραδοσιακές πολιτικές για τη στήριξη της οικογένειας και των παιδιών, π.χ. παιδικοί σταθμοί, γονική άδεια και επιδόματα παιδιών, πρέπει να συνοδευτούν από νέες πολιτικές στον τομέα του πολεοδομικού σχεδιασμού και της αναμόρφωσης των πόλεων, φιλικές προς τα παιδιά και να συντονισθούν με αυτές. Β.2. Η ΟΚΕ απευθύνει, επίσης, έκκληση για πολιτικές αναμόρφωσης της «πόλης» ως αστικής, κοινωνικής και πολιτισμικής ενότητας στην οποία συμμετέχουν τα άτομα. Ειδικότερα, προτείνει την ανάπτυξη ενός δικτύου φιλικών προς τα παιδιά πόλεων ενθαρρύνοντας, για παράδειγμα: τις ευκαιρίες επανένταξης των ηλικιωμένων ατόμων στις κύριες κοινωνικές δραστηριότητες και αξιοποίησης των ικανοτήτων τους, χάρη σε εθελοντικά προγράμματα σε συνεργασία με παιδικούς σταθμούς, σχολεία, χώρους πρασίνου, κ.λπ. 7 τις δυνατότητες εθελοντικών οργανώσεων ηλικιωμένων και νέων για συνεργασία στα πλαίσια «κοινών επιχειρήσεων» 7 σχολεία-εργαστήρια στα οποία τα άτομα μπορούν να εξοικειωθούν με ευχάριστο τρόπο στις τέχνες και την τεχνολογία 7 μία συστηματική προσπάθεια αναβίωσης της «γειτονιάς» τη μετατροπή των γκέτο σε χώρους πολιτιστικής επικοινωνίας 7 τη διασύνδεση της πόλης με την ύπαιθρο 7 τις εναλλακτικές μορφές τουρισμού 7 τα συστήματα δημοσίων συγκοινωνιών που ανταποκρίνονται στις ανάγκες των παιδιών 7 ασφαλείς χώρους πρασίνου και δημόσιους χώρους, σταθμούς και πλατείες 7 χώρους αναψυχής για παιδιά και συνοικιακά σχολεία για την παροχή υπηρεσιών εκπαίδευσης και κατάρτισης. Β.3. Η ΕΕ οφείλει να ενθαρρύνει όλους τους ενδιαφερόμενους να μελετήσουν περαιτέρω τα θέματα των σχολείων στον 21ο αιώνα και του ανοίγματος των σχολείων στην κοινωνία ως ζητήματα προτεραιότητας. Το σχολείο του 21ου αιώνα θα πρέπει να αποτελέσει την οργανωμένη ώθηση και την κινητήρια δύναμη των πόλεων της Ευρώπης και της κοινωνικής ζωής, της ενσωμάτωσης και της επανένταξης στο μέλλον. Η ΟΚΕ, σε συνεργασία με τους εθνικούς και περιφερειακούς ομόλογούς της, μπορεί επίσης να συμβάλει και να προωθήσει το διάλογο για το «σχολείο και το μέλλον» στον οποίο θα πρέπει να συμμετάσχουν όλοι οι αρμόδιοι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες, οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, οι ενώσεις γονέων και οι αστικές αρχές. Γ. Ενθάρρυνση των νέων και των πολιτών προκειμένου να συμμετάσχουν άμεσα στις αστικές, κοινωνικές και πολιτιστικές δραστηριότητες σε κάθε επίπεδο. Γ.1. Μία δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα ενθαρρύνει ένα κλίμα συμμετοχής της νέας γενιάς και των ενώσεων νέων. Σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την UNICEF, την Επιτροπή των Περιφερειών και τις κεντρικές ευρωπαϊκές οργανώσεις νέων, η ΟΚΕ μπορεί να διοργανώσει μία πανευρωπαϊκή διάσκεψη με θέμα τη συμμετοχή των νέων στην Ευρώπη. Γ.2. Ένα πρόγραμμα «Νεολαία για την Ευρώπη 2000+», ενδεχομένως υπό την αιγίδα νέου Επιτρόπου για τους νέους, μπορεί να καλύπτει πολλά είδη δράσεων και πρότυπων προγραμμάτων, για παράδειγμα: ενδιαφέρουσες συμμετοχικές δραστηριότητες για νέους 7 μόνιμα διακρατικά βήματα θεματικού και πολιτισμικού διαλόγου και διαθρησκευτικού διαλόγου 7 κίνητρα μαζικών μέσων ενημέρωσης 7 ένα μόνιμο κέντρο διάδοσης ορθών πρακτικών, μία ευρωπαϊκή πολιτισμική πολιτική () για τα παιδιά η οποία περιλαμβάνει: - μία ευρωπαϊκή παιδική βιβλιοθήκη 7 - ένα ετήσιο φεστιβάλ ψυχαγωγίας παιδιών 7 - μία ευρωπαϊκή μουσική ακαδημία για τα παιδιά 7 - ένα ευρωπαϊκό φεστιβάλ θεάτρου και κινηματογράφου για τους νέους 7 - καλύτερη εφαρμογή των ισχυουσών οδηγιών που αφορούν την προστασία της σωματικής, διανοητικής και ηθικής ανάπτυξης των ανηλίκων στα τηλεοπτικά προγράμματα και τις τηλεοπτικές διαφημίσεις 7 - κοινοτικές αθλητικές εκδηλώσεις και συντονισμένες πολιτικές για την καταπολέμηση της βίας και των φυλετικών διακρίσεων στον αθλητισμό 7 - θετικά κοινοτικά προγράμματα υπέρ των παιδιών με ειδικές ανάγκες τα οποία θεωρούν τις «αδυναμίες» ως πιθανή πηγή απόκτησης ικανοτήτων και ευαισθησιών 7 - πολιτιστικός τουρισμός για νέους (διεθνικές ανταλλαγές οικογενειών, διεθνείς κατασκηνώσεις νέων και πολυπολιτισμικές δέσμες παιδικών διακοπών) 7 - προώθηση των αναγκών των παιδιών στα προγράμματα των Ευρωπαϊκών Πολιτιστικών Πρωτευουσών και παρόμοιες εκδηλώσεις 7 - επέκταση του προγράμματος Raphaλl για τη διασφάλιση και αξιοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, ιδιαίτερα σε νέους τομείς όπως εργαστήρια παραδοσιακής τέχνης, φολκλορικά μουσεία και σχολεία για λαϊκή και παραδοσιακή μουσική 7 - προγράμματα για την καταπολέμηση της πολιτικής απάθειας και την ενίσχυση της συμμετοχής στην πολιτική ζωή και για την προώθηση της ανοχής και της κατανόησης 7 - μία δυναμικότερη και επικεντρωμένη στα παιδιά συνεργασία των γονέων, των δημοσίων αρχών, των κοινωνικών οργανώσεων, των οικονομικών και κοινωνικοεπαγγελματικών κύκλων και των σχολείων 7 - νέες διατάξεις της Συνθήκης. Δ. Γενική κινητοποίηση της κοινωνίας και ο ρόλος της ΟΚΕ Δ.1. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή μπορεί να αναλάβει το έργο της δημιουργίας μιας μόνιμης επιτροπής η οποία θα είναι αρμόδια για την ανάλυση και παρουσίαση υποδειγμάτων, μέσων και μεθόδων ευαισθητοποίησης της κοινωνίας και κινητοποίησης των κοινωνικών ομάδων, των ομάδων συμφερόντων και των κοινωφελών οργανισμών για την καταπολέμηση της αλλοτρίωσης και της εκμετάλλευσης των παιδιών, με σκοπό την προώθηση ενός «Νέου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Συμβολαίου για τα παιδιά». Ε. Αντιμετώπιση του προβλήματος της σεξουαλικής κακομεταχείρισης των παιδιών και του παιδεραστικού τουρισμού Ε.1. Η κλίμακα της κακοποίησης των παιδιών στην Ευρώπη σήμερα δεν είναι αποκλειστικά αποτέλεσμα της φτώχειας και της ένδειας, αλλά σύμπτωμα κοινωνικής κρίσης, ματεριαλιστικής τάσης και ηθικής παρακμής. Η «σεξουαλική κουλτούρα», οι επικρατούσες αξίες και τα πρότυπα, καθώς και η ηθική συμπεριφορά στην Ευρώπη συμβάλλουν στο σύνολό τους μέχρι ενός ορισμένου σημείου και δεν είναι δυνατόν να τροποποιηθούν γρήγορα και δια διατάγματος. Μολονότι, χωρίς αμφιβολία, είναι δύσκολο να καταρτισθεί μία πολιτική σε περιφερειακό, εθνικό και κοινοτικό επίπεδο για να τεθεί τέρμα στην παιδική πορνεία και την κακοποίηση των παιδιών, εντούτοις αποτελεί θεμελιώδες μακροπρόθεσμο εγχείρημα στο οποίο σαφώς πρέπει να συμμετάσχουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και προϋποθέτει ένα σύστημα αξιών που δίδει προτεραιότητα στην ακεραιότητα και το απαραβίαστο της ανθρώπινης φύσης, σε συνδυασμό με την αλληλεγγύη η οποία νοείται ως θετική έκφραση της αδελφοσύνης και όχι ως «πολιτική υποχρέωση». Ε.2. Ο παιδεραστικός τουρισμός αποτελεί πτυχή και σύμπτωμα μιας γενικής κατάστασης που μπορεί, ωστόσο, να αντιμετωπισθεί αμεσότερα και πιο συγκεκριμένα. Πρέπει να καταρτιστούν κώδικες συμπεριφοράς χωρίς καθυστέρηση, έτσι ώστε να εκτεθούν οι διοργανωτές ταξιδιών στην Ευρώπη και το θέμα να συμπεριληφθεί στην ημερήσια διάταξη της διεύρυνσης της ΕΕ προς τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, του Ευρωμεσογειακού διαλόγου και (όπως στην περίπτωση της διάσκεψης ASEM στο Λονδίνο), του διαλόγου με την Άπω Ανατολή. ΣΤ. Παιδική εργασία ΣΤ.1. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υποστηρίζει το σχέδιο προτάσεων της διάσκεψης ΔΟΕ του Άμστερνταμ σχετικά με την παιδική εργασία και τις προπαρασκευαστικές εργασίες για μία σύμβαση σχετικά με την απάλειψη των πλέον απαράδεκτων μορφών εργασίας. Η ΟΚΕ επισημαίνει ειδικότερα το γεγονός ότι τα κορίτσια και οι νέες γυναίκες έχουν ιδιαίτερη δεκτικότητα έναντι του εν λόγω φαινομένου. Για το σκοπό αυτό, είναι επιτακτική ανάγκη να προωθηθεί μία συντονισμένη δράση κυβερνήσεων, κοινωνικών εταίρων και μη κυβερνητικών οργανισμών. 1. Εισαγωγή 1.1. Η εκμετάλλευση ή εμπορία, η κακοποίηση, η αναγκαστική εργασία και η διαφόρων μορφών δουλεία, ο παιδεραστικός τουρισμός, η χρησιμοποίηση παιδιών στην πορνογραφία, η διακίνηση ναρκωτικών, ο πόλεμος και ο βασανισμός παιδιών είναι φαινόμενα σε δραματική έξαρση σ'ολόκληρο τον πλανήτη. Το πρόβλημα δεν γνωρίζει σύνορα ανάμεσα στον αναπτυγμένο και μη κόσμο ή ανάμεσα σε θρησκευτικές ή πολιτικές παραδόσεις. 1.2. Οι μορφές εκμετάλλευσης, κακοποίησης αλλά και συγκάλυψης της εκμετάλλευσης και κακοποίησης διαφέρουν ανάλογα με το επίπεδο οικονομικής και οργανωτικής ανάπτυξης των διαφόρων κοινωνιών. Για παράδειγμα, στον τρίτο κόσμο η παιδική καταναγκαστική εργασία και η προσφορά παιδεραστικού τουρισμού είναι τα κύρια προβλήματα, ενώ στον αναπτυγμένο κόσμο υπάρχει έξαρση στην παραγωγή πορνό και στην οργανωμένη ζήτηση για παιδεραστικό τουρισμό. Τα παιδιά χρησιμοποιούνται, στον τρίτο κόσμο, για την παραγωγή και διακίνηση παραδοσιακών ναρκωτικών και, στον αναπτυγμένο κόσμο, για τη διακίνηση αυτών των ναρκωτικών και διαφόρων χημικών ουσιών. 1.3. Η ευρωπαϊκή και η παγκόσμια κοινωνία παρά τις μέχρι σήμερα προσπάθειες Διεθνών Οργανισμών (ΟΗΕ, UNESCO, UNICEF, Συμβούλιο της Ευρώπης, Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, ILO, κ.λπ.) δεν έχει, έως πολύ πρόσφατα, ανταποκριθεί επαρκώς με μία κοινωνική κινητοποίηση για την αντιμετώπιση του προβλήματος και υπάρχει μία τάση για μείωση των συνεπειών παρά για καταπολέμηση των γενεσιουργών αιτιών της εκμετάλλευσης και της κακομεταχείρισης των παιδιών. 1.4. Το πολύπλευρο αυτό πρόβλημα και η έκτασή του δεν αποτελούν απλά στίγμα για τον πολιτισμό στην εποχή μας, αποτελούν αδιάψευστη ζωντανή κριτική για την αποτυχημένη διαχείριση που άσκησαν οι μεταπολεμικές γενιές στο ανθρώπινο και το κοινωνικό κεφάλαιο και στον πολιτισμό της καθημερινής ζωής. 1.5. Η πολιτική της δημόσιας κατακραυγής και η ηθικολογική, νομικίστικη και αστυνομική αντιμετώπιση του προβλήματος, δεν είχαν ως αποτέλεσμα μεγαλύτερο σεβασμό των μηχανισμών του νόμου και της τάξης ή αποτελεσματικούς μηχανισμούς δράσης και λειτουργίες πρόληψης. 1.6. Το πρόβλημα δεν είναι μονοδιάστατα ηθικό, είναι πολυσύνθετο. Το πρόβλημα αφορά το σύνολο της ευρωπαϊκής και πανανθρώπινης κοινωνίας χωρίς ταξικές, εισοδηματικές, πολιτιστικές διακρίσεις. 1.7. Οι μορφές και η έκταση του προβλήματος αποκαλύπτουν μία προϊούσα απαξίωση της ιερότητας του ανθρωπίνου προσώπου, του απαραβίαστου της ανθρώπινης ζωής διαμέσου της χυδαίας εμπορευματοποίησης του ανθρωπίνου σώματος και των σεξουαλικών σχέσεων. 1.8. Οι επιπτώσεις αυτών των φαινομένων και ο εθισμός της κοινωνίας στην εκτεταμένη ύπαρξή τους, δοκιμάζει σκληρά και διαβρώνει τους βασικούς κώδικες και τα συστήματα αξιών επί των οποίων αναπτύχθηκε και στηρίζεται ο ευρωπαϊκός και πανανθρώπινος πολιτισμός. Η προϊούσα απαξίωση αυτών των αξιών και κωδίκων συμπεριφοράς διαποτίζει όλα τα κοινωνικά στρώματα. Πρόσφατα παραδείγματα σε ευρωπαϊκές χώρες αποδεικνύουν του λόγου το αληθές, καθώς και τη μεγαλύτερη επίγνωση του φαινομένου και την αντίδραση σ'αυτό. 1.9. Η καθολική σχεδόν αποδοχή της «Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού» () του ΟΗΕ, δεν απάλλαξε τη διεθνή κοινωνία από το πρόβλημα. Η UNESCO, το 1994 με τη διεθνή διάσκεψη στο Παρίσι, το Συμβούλιο της Ευρώπης, με συνεχείς αποφάσεις υπουργών και κοινοβουλευτικών ολομελειών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχαν θέσει το θέμα στην πολιτική ημερήσια διάταξη. Το Συνέδριο για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών, το 1997 στη Στοκχόλμη, η Διάσκεψη για την καταπολέμηση των πιο απαράδεκτων μορφών παιδικής εργασίας, στο Άμστερνταμ, υπήρξαν τα τελευταία διεθνή βήματα συζήτησης για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Αλλά και η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έχει επιστήσει την προσοχή στο πρόβλημα αυτό (). Ελπίζεται, επίσης, ότι η νέα σύμβαση του ΔΟΕ για την καταπολέμηση των πλέον απαράδεκτων μορφών παιδικής εργασίας θα υιοθετηθεί και θα κυρωθεί σύντομα. Η εμπορική εκμετάλλευση των παιδιών, επίσης, πρέπει να συμπεριληφθεί στην ημερήσια διάταξη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. 2. Μορφές και έκταση του προβλήματος 2.1. Παιδική εργασία 2.1.1. Σύμφωνα με στοιχεία της ΔΟΕ και της Επιτροπής υπάρχουν περίπου 400 εκατομμύρια παιδιά ηλικίας 10 έως 14 ετών (ο συνολικός αριθμός είναι πολύ υψηλότερος, εάν συμπεριληφθούν τα κορίτσια που πραγματοποιούν οικιακές εργασίες) που εργάζονται παγκοσμίως. Υπολογίζεται ότι 80 εκατομμύρια από τα παιδιά αυτά εργάζονται κάτω από επικίνδυνες συνθήκες και 15 εκατομμύρια σε προϊόντα που προορίζονται για εξαγωγή. Περισσότερα από 300 εκατομμύρια παιδιά δεν πηγαίνουν στο σχολείο, ενώ σχεδόν ένα δισεκατομμύριο ενήλικες είναι αναλφάβητοι, εκ των οποίων τα 600 εκατομμύρια είναι γυναίκες. Το ποσοστό των παιδιών που δεν παρακολουθούν μαθήματα σε ιδρύματα πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, γεγονός το οποίο αποτελεί μία από τις κυριότερες αιτίες για την εργασία των παιδιών, εκτιμάται ως ακολούθως: 47 % στις χώρες της Αφρικής - Νότια της Σαχάρας, 16 % στις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής, 34 % στις χώρες της Νότιας Ασίας, 6 % στις χώρες της Ανατολικής Ασίας και του Ειρηνικού, 12 % στις χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής και 13 % στις ΧΚΑΕ/ΚΑΚ και στις χώρες της Βαλτικής (). Σήμερα στην Ευρώπη εργάζονται τουλάχιστον 5 000 000 ανήλικα παιδιά. 2.1.2. Η παιδική εργασία είναι αποτέλεσμα και παράγοντας φτώχειας και ακατάλληλων πολιτικών για την απασχόληση. Αποτελεί παράδειγμα του χειρότερου είδους «κοινωνικού ντάμπινγκ» που οδηγεί στη διεθνή μετεγκατάσταση της εργασίας σε περιοχές όπου τα παιδιά εργάζονται στη μαύρη αγορά με λίγη ή καθόλου προστασία. Τούτο αποτελεί παραβίαση της σύμβασης αριθ. 138 της ΔΟΕ και υπονομεύει τις διατάξεις της ΓΣΔΕ. Τόσο η παιδική εργασία όσο και η εμπορική και σεξουαλική εκμετάλλευση των παιδιών ευδοκιμούν σε περιοχές όπου επικρατεί φτώχεια. 2.1.3. Κατά την Unicef (The State of World's Children/1997), η παιδική εργασία περιορίστηκε στις δυτικές χώρες ως αποτέλεσμα του συνδυασμού νομοθεσίας, καθιέρωσης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, καθώς και της αύξησης του οικογενειακού εισοδήματος και της τεχνολογικής προόδου που κατέστησε την παιδική εργασία λιγότερη χρήσιμη για τους εργοδότες. 2.2. Παιδιά του δρόμου 2.2.1. Με βάση στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών και με τη χρήση του ορισμού της Unicef για το πως ορίζεται το «παιδί του δρόμου», ο αριθμός των παιδιών του δρόμου στον κόσμο υπολογίζεται σε 100 000 000 που κατανέμονται ως εξής: - Λατινική Αμερική: 40 εκατομμύρια. - Ασία: 25-30 εκατομμύρια. - Αφρική: 10 εκατομμύρια. Τα υπόλοιπα 20-25 εκατομμύρια αντιστοιχούν στη Βόρειο Αμερική και την Ευρώπη. Η συντριπτική πλειονότητα αυτών των παιδιών είναι συγχρόνως χρήστες ναρκωτικών και θύματα πορνείας και κυκλωμάτων εγκληματικότητας. 2.2.2. Σχετικά, ένα γεγονός που πρέπει εξαρχής να επισημανθεί, είναι η σχεδόν ανυπέρβλητη δυσκολία εξεύρεσης στατιστικών στοιχείων για την εκμετάλλευση, την κακοποίηση, την κακομεταχείριση και την εγκατάλειψη των παιδιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς επίσης και σχετικά με το πόσα παιδιά της ΕΕ ζουν στους δρόμους ή σε οικοτροφεία ή εμπλέκονται στην πορνεία. Είναι δυσάρεστο οι υπηρεσίες και οι οργανισμοί μας να τεκμηριώνουν την έκταση του προβλήματος στον κόσμο και να αποσιωπούν την έκταση του προβλήματος στην ΕΕ. Οι Ευρωπαίοι πολίτες (αλλά και ο κόσμος που μας παρέχει τα δικά του στατιστικά στοιχεία) δικαιούνται να γνωρίζουν το μέγεθος του προβλήματος στην Ευρώπη. Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένα στατιστικά στοιχεία από πολλές και επίσημες πηγές, όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης ή η Unicef, τα υπάρχοντα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι το πρόβλημα αυτό είναι σοβαρό και εντεινόμενο στην Ευρώπη. Τα παιδιά του δρόμου και η παιδική πορνεία είναι και ευρωπαϊκό φαινόμενο. 2.3. Παιδιά στην πορνεία, πορνογραφία, διακίνηση και παιδεραστία 2.3.1. Τουλάχιστον 1 000 000 παιδιά προστίθενται κάθε χρόνο στον αριθμό των παιδιών που εμπλέκονται στην πορνεία (). 2.3.2. Η διακίνηση παιδιών στην Ευρώπη πέρα από την εσωτερική διάσταση (όπως αυτή αποκαλύφθηκε με τα πρόσφατα τραγικά περιστατικά σε ολόκληρη την Ευρώπη), επιδεινώνεται συνεχώς με αφετηρία την πτώση του «τείχους» του Βερολίνου και τις οικονομικές και κοινωνικές αναταραχές που επακολούθησαν 7 σήμερα θεωρείται ότι ένας πάρα πολύ μεγάλος αριθμός παιδιών από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης βρίσκονται παράνομα στην ΕΕ. Η παραμονή και επιβίωσή τους στηρίζονται κυρίως στην πορνεία, τη βιομηχανία του θεάματος του «σεξ». Οι επιπτώσεις άμεσες και έμμεσες σε θέματα δημόσιας υγείας, αύξησης εγκληματικότητας και διακίνησης ναρκωτικών είναι προφανείς. 2.4. Παιδιά στη φτώχεια 2.4.1. Βάση του «Information Newsline» της Unicef της 18ης Απριλίου 1997 (που βασίζεται σε μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας - World Bank) πάνω από 650 000 000 παιδιά ζουν με εισόδημα χαμηλότερο του 1 δολαρίου την ημέρα. Σύμφωνα, δε, με μελέτη της Επιτροπής, υπολογίζεται ότι 14 εκατομμύρια παιδιά πεθαίνουν κάθε χρόνο πριν να φτάσουν στην ηλικία των πέντε ετών (). 2.4.2. Περί το έτος 2000 - αντίθετα προς τις εξελίξεις στην Ευρώπη - το 50 % του παγκοσμίου πληθυσμού θα είναι κάτω των 25 ετών και η πλειοψηφία τους θα ζει κάτω από το επίπεδο της φτώχειας. Περί το έτος 2000 ο παιδικός πληθυσμός των πόλεων του κόσμου, ηλικίας μεταξύ 5 και 19 ετών, θα υπερβεί κατά 247 000 000 τον αντίστοιχο του 1980. 2.4.3. Με βάση στατιστικά στοιχεία της Ευρώπης των 12 του 1993 (Eurostat 1997 - 6) υπάρχουν 13 000 000 παιδιά ηλικίας κάτω των 16 χρόνων σε κατάσταση φτώχειας: ένα στα πέντε παιδιά της ΕΕ. Ιδιαίτερα προβλήματα φτώχειας αντιμετωπίζουν τα παιδιά των μονογονεακών οικογενειών, ανύπανδρων και ανήλικων μητέρων και τα παιδιά μειονοτήτων. 2.5. Άλλες μορφές κακοποίησης και κακομεταχείρισης - κοινωνική αποξένωση, φόβος, έγκλημα και βία 2.5.1. Ο φόβος και ο κίνδυνος της πόλης Το 80 % του πληθυσμού της Ευρώπης ζει σε αστικές περιοχές (263 300 000). Η πόλη σε πολλές περιοχές της Ευρώπης δεν είναι πια επιθυμητός τόπος για να μεγαλώσει κανείς τα παιδιά του. Πολλά παιδιά της Ευρώπης ζουν σήμερα με το φόβο του δημόσιου χώρου, με το φόβο και τον κίνδυνο από την επαφή τους με την κοινωνία, την πόλη, τον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο. Ο φόβος και ο κίνδυνος του δημόσιου χώρου οδηγεί στη μεγαλύτερη χρήση της τηλεόρασης και των ηλεκτρονικών παιχνιδιών. Τα παιδιά της Ευρώπης μεγαλώνουν σήμερα χωρίς ικανοποιητικές ευκαιρίες ανάπτυξης μιας υγιούς σχέσης με την κοινωνία. Το πρόβλημα επιτείνεται από την έλλειψη επαρκών χώρων αναψυχής για τα παιδιά, ιδιαίτερα σε υποβαθμισμένες περιοχές, με τον αυξανόμενο αριθμό μονογονεακών οικογενειών, με τον αυξανόμενο αριθμό μοναχικών, απογοητευμένων και φτωχών παιδιών στις πόλεις της Ευρώπης. 2.5.2. Αρνητική κοινωνικοποίηση (συμμορίες και εξτρεμιστικές ομάδες) Ιδιαίτερα στις υποβαθμισμένες αστικές περιοχές της Ευρώπης, σε πανευρωπαϊκή κλίμακα και μεγάλη έκταση, η συνοικιακή συμμορία είναι πια σύνηθες φαινόμενο. Η εγκληματικότητα που συνδυάζεται με την ομαδικά παραβατική αντικοινωνική συμπεριφορά, ο «χουλιγκανισμός», οι φθορές, οι κλοπές, η κακομεταχείριση και η ληστεία ατόμων τρίτης ηλικίας, αυξάνουν. Η ανάγκη για ουσιαστικά ανθρώπινη σχέση, επαφή, επικοινωνία, η αντιμετώπιση της μοναξιάς και η ικανοποίηση της ανάγκης του να ανήκει (the sense of belonging) το παιδί της Ευρώπης σήμερα, βρίσκει διέξοδο είτε στη συνοικιακή συμμορία, είτε στην εξτρεμιστική ομάδα. Το πρόβλημα καθίσταται καθημερινά οξύτερο σε μειονεκτικές μειονοτικές γειτονιές, που μετατρέπονται σε χώρους ανάπτυξης φυλετικού και θρησκευτικού μίσους και ρατσισμού. Η κοινωνικότητα της ανθρώπινης φύσης βρίσκει διέξοδο στην αντικοινωνική ομαδική δράση. Αυτή η πραγματικότητα οδηγεί σε οργανωμένη διασύνδεση της συνοικιακής συμμορίας με το οργανωμένο έγκλημα, την κλεπταποδοχή, τη διακίνηση, την πορνεία και την πολιτική εκμετάλλευση από φανατικούς «φονταμενταλιστές» και ρατσιστικές ομάδες. 2.5.3. Οικογένεια και σχολείο Ταυτόχρονα, οι «κοινωνικοί θεσμοί», οι οποίοι θα έπρεπε να αντισταθμίζουν αυτό το αίσθημα αποξένωσης και τις αντικοινωνικές δραστηριότητες, υπονομεύονται από τα ίδια σωρευτικά φαινόμενα. Η «οικογένεια» για παράδειγμα, είναι κύρια πηγή παραμέλησης των παιδιών, βίας και σεξουαλικής κακοποίησης. Παρόμοια, τα σχολεία εκφυλλίζονται ολοένα και περισσότερο σε χώρους κοινωνικής αλλοτρίωσης όπου η απείθεια, η έλλειψη σεβασμού, οι αδικαιολόγητες απουσίες και ο εκφοβισμός των αδυνατότερων αποτελούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, τον κανόνα. 3. Γενεσιουργά αίτια Η εκμετάλλευση και η κακομεταχείριση στις μορφές και την έκταση που εμφανίζονται δεν μπορεί να θεωρηθούν ως αποτέλεσμα ενός και μόνου συντελεστή, μιας και μοναδικής γενεσιουργού αιτίας. Προκύπτουν ως αποτέλεσμα των αθροιστικών και πολλαπλασιαστικών επενεργειών της συνύπαρξης όλων των προαναφερθέντων γενεσιουργών αιτίων. Είναι αποτέλεσμα της συνεργίας και της συνύπαρξης πολλών γενεσιουργών αιτίων και του τρόπου που επενεργούν: - στους γονείς και την οικογένεια 7 - στα παιδιά 7 - στην ευρύτερη κοινωνία. Ως συντελεστές θεωρούνται (): - η κρίση του θεσμού της οικογένειας 7 - η κρίση του σχολείου 7 - η κρίση και αποδιοργάνωση των πόλεων (urban crisis and disintegration) 7 - η πολιτιστική κρίση που εκφράζεται με κυριαρχία ενός κλίματος ατομικισμού, καταναλωτικού ευδαιμονισμού, ωφελιμισμού, που βρίσκεται σε αντίθεση με τα κύρια ρεύματα της ευρωπαϊκής πολιτιστικής παράδοσης 7 - η έλλειψη αποτελεσματικότητας και η κρίση αξιοπιστίας των θεσμών κοινωνικής νομιμότητας (δικαστήρια, αστυνομία, ...) 7 - η κρίση εμπιστοσύνης έναντι των παραδοσιακών θεσμών κοινωνικής συνοχής (εκκλησίας, πολιτικών και κοινωνικών οργανώσεων, συνδικάτων, ...) 7 - Ανεργία, κοινωνικό αποκλεισμό και φτώχεια. Η διαπίστωση αυτή είναι καθοριστική για τη χάραξη μιας αποτελεσματικής στρατηγικής αντιμετώπισης του προβλήματος. 3.1. Η κρίση του θεσμού της οικογένειας και η αντιμετώπισή της ως γενεσιουργού αιτίου 3.1.1. Η κρίση του θεσμού της οικογένειας, του μακροβιότερου θεσμού στην πανανθρώπινη κοινωνία, θεωρείται ένα από τα βασικότερα γενεσιουργά αίτια για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα παιδιά της Ευρώπης και του κόσμου. 3.1.2. Οι εξελίξεις στο θεσμό της οικογένειας αποτελούν συνισταμένη πολλών κυρίως οικονομικοκοινωνικών συνιστωσών, που αφορούν την οργάνωση της παραγωγής, την οργάνωση της εργασίας, την οργάνωση του χώρου κατοικίας των εργαζομένων και τη σχέση χώρου εργασίας και χώρου κατοικίας. 3.1.3. Η κυριαρχία του «εργοστασιακού μοντέλου» στην οργάνωση της παραγωγής, της εργασίας, της κατοικίας (και των οικογενειακών σχέσεων, τη μορφή της οικογένειας που το μοντέλο αυτό επιβάλλει) βρίσκεται στο τέλος του. Οι νέες μορφές οργάνωσης παραγωγής, εργασίας, και γενικότερα η οργάνωση της κοινωνίας «της γνώσης» και «της πληροφορικής», θα επηρεάσουν με τη σειρά τους το θεσμό της οικογένειας. 3.1.4. Ο διαχωρισμός του χώρου εργασίας από το χώρο κατοικίας, ο διαχωρισμός των ηλικιών, η κατάργηση του κοινωνικού και πολιτιστικού ενοποιητικού ρόλου της οικογένειας στη νέα ιστορική περίοδο, δεν προδιαγράφονται ως αναγκαστικά επακόλουθα των νέων μορφών οργάνωσης της παραγωγής και της εργασίας. Ο νέος ρόλος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ο νέος ρόλος της τηλεεργασίας προδιαγράφουν νέες προοπτικές για την οικογένεια. 3.1.5. Οι πολιτικές συμφιλίωσης της εργασίας με την οικογένεια, πρέπει να ειδωθούν όχι αποσπασματικά, αλλά στρατηγικά, συνθετικά, στις μεγάλες επιλογές της ΕΕ, σε στρατηγικές όπως αυτές για τις αειφόρες πόλεις, την Urban Agenda, σε πολιτικές αειφόρου κοινωνικής ανάπτυξης, κ.λπ. 3.1.6. Οι σημερινές παραδοσιακές πολιτικές στήριξης της οικογένειας και του παιδιού, όπως παιδικοί σταθμοί, γονικές άδειες, επιδόματα παιδιών, πρέπει να φαίνεται ότι συνδυάζονται και συντονίζονται με πολιτικές μιας νέας πολεοδομίας, ανάπλασης πόλεων, διασφάλισης ασφαλών χώρων παιδικής αναψυχής, την προσφορά γενικών προϋποθέσεων αναγέννησης της «γειτονιάς» ως χώρου και ως κοινωνικής λειτουργίας ώστε να αντισταθμιστεί η επικρατούσα ατμόσφαιρα φόβου και ανασφάλειας. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, τη ριζική αναμόρφωση του θεσμού του σχολείου, με βάση τις απαιτήσεις του μέλλοντος, δημογραφικά, εκπαιδευτικά κ.λπ., τη διαμόρφωση θεσμών τηλεεκπαίδευσης και μία στρατηγική επανένταξης της τρίτης ηλικίας στην κοινωνική ζωή. 3.1.7. Μία στρατηγική επανένταξης της τρίτης ηλικίας δεν θα περιοριζόταν και ασφαλώς δεν θα ήταν ανάγκη να σκοπεύει σε συγκατοίκηση με τα ενεργά μέλη της οικογένειας. Θα μπορούσε να προβλέπει συμβίωση, συνύπαρξη χωρίς συγκατοίκηση σε γειτονιές χωρίς ηλικιακούς αποκλεισμούς. 3.1.8. Επίσης η στήριξη όλων των οικογενειών για να αντιπαρέλθουν την εξάρτηση, μέσα από αναγεννημένο σύστημα νηπιακής, προσχολικής και σχολικής πολιτικής συμφιλίωσης των οικογενειών με την εργασία και τις ευθύνες ανατροφής παιδιών, θα μπορούσε να αφαιρέσει από την προοπτική του δρόμου ένα συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό. 3.1.9. Στις πολιτικές αντιμετώπισης των επιπτώσεων από την κρίση στην οικογένεια, την απουσία των γονέων από το σπίτι, πρέπει να ενταχθούν οι πολιτικές αναβάθμισης των παιδικών ζωνών, της τηλεόρασης και η πανευρωπαϊκή, εθνική και τοπική προσφορά κινήτρων. 3.1.10. Η πολιτική επαγγελματικής στέγης, η πολιτική στήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, πρέπει να εναρμονίζεται με τις πολιτικές βιώσιμων συστημάτων στις γειτονιές. 3.1.11. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι παρά την κρίση της ευρωπαϊκής οικογένειας, και πιθανότατα εξ αιτίας αυτής, για τους νέους της Ευρώπης η οικογένεια είναι η «αξία» την οποία θεωρούν υψίστης και πρώτης προτεραιότητας. Η οικογένεια και η φιλία, θεωρούνται από τους νέους της Ευρώπης, τα δύο κατεξοχήν ιδανικά τους, με τρίτη την εργασία. 3.1.12. Οι σχέσεις ουσιαστικής επικοινωνίας, ουσιαστικής ανθρώπινης σχέσης στον παραδοσιακό θεσμό της οικογένειας και τη φιλία, στηρίζονται από ένα αστικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από σταθερότητα και συνέχεια. Η κρίση του αστικού χώρου, σε συνδυασμό με την κρίση της οικογένειας, η έξοδος στα προάστια, ο κατακερματισμός της πόλης και η διάλυση της γειτονιάς, είχε καταλυτικές αθροιστικά και πολλαπλασιαστικά συνέπειες για τα προβλήματα των παιδιών της Ευρώπης. Η μοναξιά, η απόγνωση, η κατάχρηση της τηλεόρασης και η αναζήτηση ικανοποίησης στις ανθρώπινες σχέσεις που διαμορφώνει η εξτρεμιστική ομάδα, η συνοικιακή συμμορία, η συντροφιά των ναρκωτικών, είναι προβλήματα που μπορούν και πρέπει να αντιμετωπισθούν, δεν είναι αξεπέραστα προβλήματα. Ασφαλώς απαιτείται μία νέα συνολική, συνεκτική πολιτική που θα θέτει τα προβλήματα της οικογένειας στο πλαίσιο μιας αειφόρου αστικής ανάπτυξης. 3.2. Η κρίση του σχολείου 3.2.1. Μαζί με την κρίση που αντιμετωπίζει η οικογένεια, η κρίση στα σχολεία αποτελεί κύριο παράγοντα ο οποίος συμβάλλει στη νεανική εγκληματικότητα και στο έγκλημα, στην κακοποίηση και την εκμετάλλευση των παιδιών στην Ευρώπη. 3.2.2. Το δημόσιο σχολείο στην Ευρώπη αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. Τα προβλήματα θεωρούνται ένας από τους λόγους εγκατάλειψης του σχολείου από ένα μεγάλο μέρος των παιδιών της Ευρώπης και κατά συνέπεια ως αιτία αποξένωσης, περιθωριοποίησης, εκμετάλλευσης και κακοποίησης των παιδιών. 3.2.3. Ασφαλώς τα προβλήματα στα σχολεία της Ευρώπης ποικίλουν ανάλογα με τον κοινωνικό περίγυρο του σχολείου, όμως μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ορισμένα προβλήματα αποτελούν κοινά χαρακτηριστικά των ευρωπαϊκών σχολείων. 3.2.4. Η έλλειψη ενδιαφέροντος στη μαθησιακή διαδικασία και το προσφερόμενο αντικείμενο, η μεταφορά στο σχολείο των προβλημάτων της οικογένειας, της κουλτούρας της τηλεόρασης, η βία στο σχολείο, οι σχέσεις μαθητών - διδασκόντων, αποτελούν μερικά από τα βασικά προβλήματα - χαρακτηριστικά του σχολείου της Ευρώπης. 3.2.5. Γενικότερα, σήμερα το σχολείο ως χώρος, ως λειτουργία, η θέση του στη «γειτονιά», ο σκοπός του, τα μέσα που θα χρησιμοποιήσει, η διασύνδεσή του με την κοινωνία, αποτελούν αντικείμενο της ατζέντας για την παιδεία, την ανταγωνιστικότητα και την αποτελεσματικότητα των σχολείων της Ευρώπης, τη διαρκή εκπαίδευση και επιμόρφωση. 3.2.6. Αν το «εργοστάσιο» αποτέλεσε την κινητήρια μορφοποιητική δύναμη της βιομηχανικής Ευρώπης, οι λειτουργίες της παιδείας, της μόρφωσης, της δια βίου εκπαίδευσης και το σχολείο του επόμενου αιώνα με τη στήριξη των πολυμέσων, πρέπει να αποτελέσουν την οργανωτική κινητήρια και μορφοποιό δύναμη των πόλεων της Ευρώπης του μέλλοντος. 3.2.7. Είναι προφανές ότι, το σχολείο που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της μαζικής παραγωγής δεν θα είναι το σχολείο της κοινωνίας της γνώσης και της πληροφορικής. Είναι επίσης προφανές ότι το σχολείο του επερχόμενου αιώνα, ως μέσο δια βίου εκπαίδευσης και επιμόρφωσης μπορεί και πρέπει να είναι σχολείο κοινωνικής συνοχής, επανασύνδεσης των γενεών, αξιοποίησης της τρίτης ηλικίας, ένα σχολείο φίλος και όχι ένα σχολείο φυλακή ή αστυνόμος για τα παιδιά της Ευρώπης, ένας χώρος με λειτουργίες που θα συνδυάζουν την προσφορά παιδείας, μάθησης, επιμόρφωσης, παιδαγωγικής ψυχαγωγίας, αναβίωσης της πνευματικής και πολιτιστικής συνοχής. Ένας χώρος επανάκτησης και αναβίωσης του χαμένου «πνεύματος συμμετοχής» και της «αρετής του πολίτη» της ευρωπαϊκής πόλης. 3.3. Η κρίση του αστικού χώρου 3.3.1. Η Επιτροπή στο κείμενό της «Towards an Urban Agenda in the European Union» (), θεωρεί ότι το βασικότερο πρόβλημα στον ανοικτό διάλογο γύρω από τα προβλήματα του Αστικού Ευρωπαϊκού χώρου είναι το ακόλουθο: «Η πόλη σε πολλές περιοχές της Ευρώπης δεν είναι πια ένας επιθυμητός τόπος να μεγαλώσει κανείς τα παιδιά του, να χρησιμοποιήσει τον ελεύθερο χρόνο του ή να ζήσει. Αυτός ο μαρασμός, το σάπισμα του ρόλου της πόλης, είναι ίσως ο μέγιστος κίνδυνος του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και είναι κίνδυνος που απαιτεί τον πλατύτερο δυνατό διάλογο.» 3.3.2. Μερικά βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία της κρίσης: πληθυσμιακή υπερσυγκέντρωση, κατακερματισμός του αστικού χώρου με βάση τα οικονομικά, πολιτικά, θρησκευτικά, φυλετικά χαρακτηριστικά, ηλικιακός αποκλεισμός (αποκλεισμός της τρίτης ηλικίας και των νέων), γκετοποίηση, κρίση κοινωνικής συνοχής και πολιτιστικής ταυτότητας, κρίση συμμετοχικών θεσμών και διαδικασιών (τοπική εξουσία, συνδικάτο, κόμμα). 3.3.3. Οικολογική κρίση: στα 1995 (Έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Περιβάλλοντος) κατέδειξε ότι ένα ποσοστό μεταξύ 70 και 80 % των Ευρωπαϊκών πόλεων με πληθυσμό άνω των 500 000 κατοίκων, δεν ανταποκρίνονται στα πρότυπα που θέτει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. 3.3.4. Συγκοινωνιακή συμφόρηση: χαρακτηριστική έκφραση του συγκοινωνιακού προβλήματος των ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων, όπως η μελέτη στο Λονδίνο και το Παρίσι απέδειξε, είναι ότι η μέση ταχύτητα των ιδιωτικών αυτοκινήτων και φορτηγών έχει μειωθεί στα όρια της ταχύτητας που είχαν τα αυτοκίνητα στις αρχές του αιώνα. Οι δυνατότητες πρόσβασης και μετακίνησης στο χώρο των ευρωπαϊκών πόλεων έχει μειωθεί με αρνητικές συνέπειες για την επικοινωνία μεταξύ χώρων εργασίας και κατοικίας, μεταξύ σχολείου και κατοικίας, μεταξύ κατοικίας και χώρων αναψυχής, στις πόλεις που διαθέτουν κάποιους τέτοιους χώρους. 3.3.5. Πολιτικά προβλήματα: με την έξαρση εγκληματικών κινημάτων νεοφασισμού, ρατσισμού, ξενοφοβίας και αντίστοιχη άνοδο φανατικών και εξτρεμιστικών οργανώσεων στο χώρο των γκέτο, με ιδιαίτερη ανάμειξη των νέων και μάλιστα παιδιών μικρής ηλικίας. 3.3.6. Αποβιομηχανοποίηση, ανεργία και φτώχεια: φτώχεια που πλήττει ιδιαίτερα μονογονεακές οικογένειες, ανύπαντρες ή διαζευγμένες μητέρες, ανήλικες μητέρες και φυσικά τα παιδιά τους. Το φαινόμενο αυτό πλήττει επίσης τα παιδιά που «εγκαταλείπονται» επειδή και οι δύο γονείς τους είτε είναι υποχρεωμένοι είτε επιλέγουν να εργαστούν και προτιμούν να συνεχίσουν τη σταδιοδρομία τους. 3.3.7. Ανυπαρξία χώρων για παιδιά: ανυπαρξία επαρκών χώρων παιδικής αναψυχής, ανυπαρξία ασφαλών χώρων παιδικής αναψυχής, όπου τα παιδιά μπορούν να παίζουν χωρίς επίβλεψη ή συνοδεία. Πρόβλημα ιδιαίτερα σημαντικό για παιδιά μονογονεακών οικογενειών (ο αριθμός των οποίων καλπάζει στην Ευρώπη και για παιδιά οικογενειών των οποίων και οι δύο γονείς εργάζονται). 3.3.8. Σε ένα τέτοιο κλίμα είναι προφανές ότι τα βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία πάνω στα οποία δομήθηκε ο Αστικός Πολιτισμός, στα οποία δομήθηκε η πόλη και αναπτύχθηκε ο πολίτης ως βασικό συνθετικό στοιχείο του δυτικού πολιτισμού, βρίσκονται σε κίνδυνο εξαφάνισης από τις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις. 3.3.9. Τα χαρακτηριστικά στοιχεία «της μεσαιωνικής πόλης» που εξέθρεψε τις συντεχνίες, της πόλης της αναγέννησης και του διαφωτισμού, της πόλης που τροφοδότησε τη βιομηχανική επανάσταση, δεν αναπτύσσονται πια στις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις. 3.3.10. Η πόλη από συντελεστής έκφρασης και ανάπτυξης της κοινωνικότητας, της αλληλεγγύης, της συμμετοχικής δημοκρατίας, της κοινωνικής επικοινωνίας στους δημόσιους χώρους έχει καταστεί χώρος ιδιώτευσης. Ο δημόσιος χώρος (public space) καθίσταται καθημερινά επικίνδυνος χώρος. 3.3.11. Ασφαλώς σε ένα τέτοιο περιβάλλον δεν μπορεί να καλλιεργηθεί μία υγιής κοινωνικοποίηση των παιδιών. Όταν το 80 % του ευρωπαϊκού πληθυσμού ζει σε αστικές περιοχές η κρίση των αστικών περιοχών είναι κρίση της Ευρώπης. 3.3.12. Το βάθος ή έκταση και οι επιπτώσεις της κρίσης, οδήγησαν την Επιτροπή ν'αναγνωρίσει την ανάγκη για μία αστική προοπτική στις πολιτικές της κοινότητας τονίζοντας ότι: «Η αστική κοινωνία θα καταβάλει υψηλό τίμημα, από απόψεως εγκληματικότητας και αντικοινωνικής συμπεριφοράς εάν η ανάπτυξη συνοδεύεται από σημαντικές ανισότητες, όσον αφορά την πρόσβαση στους καρπούς της οικονομικής προόδου». «Η Ευρώπη στο σύνολό της, θα κληθεί να καταβάλει το τίμημα, λόγω της αποξένωσης των πολιτών της και της απόρριψης του ευρωπαϊκού προτύπου κοινωνίας». «Τέλος η ευρωπαϊκή οικονομία θα υποφέρει, επειδή η προσαρμογή στις ταχείες αλλαγές, προκειμένου να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα των πόλεων της Ευρώπης, είναι δυνατό να πετύχει μόνο εφόσον εξασφαλιστεί η ευρύτερη δυνατή συναίνεση.» 3.3.13. Επίσης η Επιτροπή στο έγγραφο εργασίας προς το «5ο πρόγραμμα-πλαίσιο: Επιστημονικοί και Τεχνολογικοί Στόχοι» () και στην πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το «5ο πρόγραμμα-πλαίσιο Ε& ΤΑ (1998-2000)» () τονίζει ότι: «Η δράση έχει στόχο την αρμονική ανάπτυξη του αστικού περιβάλλοντος για τους πολίτες, με βάση νεωτεριστικές προσεγγίσεις οι οποίες να εξοικονομούν πόρους, να είναι φιλικές προς το περιβάλλον .... να συνδυάζουν ιδίως τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, την αποκατάσταση των κοινωνικών ισορροπιών και την προστασία και αξιοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς.» 3.3.14. Κατά την Επιτροπή, το κόστος μόνο από τη φθορά της πολιτιστικής κληρονομιάς (κτίρια) υπολογίζεται ότι υπερβαίνει τα 14 δισεκατομμύρια Ecu ετησίως. 3.3.15. Παρά ταύτα, η ΟΚΕ κρίνει ότι επιβάλλεται να παρατηρήσουμε ότι στην Ατζέντα 2000, ο αστικός χώρος δεν τυγχάνει της προσοχής που αναλογεί στο αστικό πληθυσμιακό δυναμικό, τα προβλήματά του και την έκταση της κρίσης του. 3.4. Η πολιτιστική κρίση 3.4.1. Η εκμετάλλευση, η εμπορία, η κακοποίηση, η εκπόρνευση παιδιών, παρά την ύπαρξη νόμων η τήρηση των οποίων θα ήταν αρκετή για την αποφυγή ή την αποτροπή των φαινομένων, αποδεικνύει ότι το πρόβλημα δεν είναι πρόβλημα νομικού κενού, αλλά έλλειψης σεβασμού προς τους νόμους και τις αρχές που διέπουν την ιδιότητα του πολίτη στην καθημερινή ζωή. 3.4.2. Η ανοχή, η παραδοχή, η συνένοχος σιωπή, η ενεργός ανάμειξη στην εμπορία παιδιών, στην εμπορία προϊόντων παράνομης εργασίας παιδιών, στην παιδική πορνεία - πορνογραφία, επιτρέπει και επιβάλλει να συμφωνήσουμε στην άποψη ότι το πρόβλημα έχει και την πολιτιστική του διάσταση. 3.4.3. Πέρα των αιτίων της φτώχειας και της ανεργίας, τα φαινόμενα εκμετάλλευσης των παιδιών που καταγράφονται σήμερα ως μαζικά φαινόμενα και στην Ευρώπη, εκφράζουν εξαθλίωση, εξαχρείωση, παρακμή και κρίση σε μεγάλες ομάδες του πληθυσμού. 3.4.4. Από πολιτιστικής πλευράς, το φαινόμενο πρέπει να απασχολήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση, σε τρία επίπεδα: 3.4.4.1. Σε επίπεδο ενηλίκων πρέπει να μας απασχολήσουν οι κυρίαρχες αξίες, το κυρίαρχο ήθος, το αίσθημα ανθρώπινης και κοινωνικής ευθύνης των ομάδων της παραοικονομίας και της οικονομίας που εμπλέκονται και των υπευθύνων αρχών της κοινωνίας, που αδιαφορεί, ανέχεται ή «αδυνατεί» να παρέμβει. 3.4.4.2. Πρέπει να εξετάσουμε τις επιπτώσεις στο γενικότερο κοινωνικό κλίμα, από την ύπαρξη και λειτουργία τέτοιων κυκλωμάτων και της αδυναμίας ή της αδιαφορίας για την καταστολή τους. 3.4.4.3. Σε επίπεδο ανηλίκων: Οι κυρίαρχες αξίες, το ήθος, το αίσθημα κοινωνικής ευθύνης που αποκτούν και κοινωνούν στον περίγυρό τους τα παιδιά του δρόμου, τα παιδιά που πουλάνε το κορμί τους για να ζήσουν, τα παιδιά της διακίνησης των ναρκωτικών... 3.4.5. Το κυρίαρχο ήθος μιας κοινωνίας, η ιεράρχηση των αξιών, οι αισθητικές προτιμήσεις, η ευρωπαϊκή «σεξουαλική κουλτούρα», δεν διαμορφώνονται με κυβερνητικές εγκυκλίους, δεν μεταβάλλονται «από τη μία στιγμή στην άλλη», αποτελούν έκφραση μακρόχρονων και πολυεπίπεδων διαδικασιών. 3.4.6. Η χάραξη πολιτικών πολιτιστικής ανάπτυξης σ'αυτό τον τομέα σε τοπικό επίπεδο, σε επίπεδο κράτους μέλους και Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί απολύτως απαραίτητη επιταγή αλλά και δύσκολο εγχείρημα. 3.4.7. Παράλληλα, μία Ευρώπη απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση, την κακομεταχείριση, την εμπορία και την εκπόρνευση παιδιών, απαλλαγμένη από την προσφορά και ζήτηση παιδεραστικού τουρισμού, προϋποθέτει ένα σύστημα αξιών που θα σέβεται την ιερότητα της ανθρώπινης φύσης, της ανθρώπινης ζωής και θα καλλιεργεί το σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα ως ιερά και απαραβίαστα. 3.4.8. Μία Ευρώπη της οποίας οι πολίτες θα σέβονται τους νόμους και θα τους τηρούν, της οποίας η αστυνομία και τα δικαστήρια θα απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης και της εκτίμησης των πολιτών, ένα πολιτιστικό υπόβαθρο που θα στηρίζει τη νομιμότητα, το σεβασμό στους νόμους, την πολιτεία, το συνάνθρωπο. 3.4.9. Η αντιμετώπιση της αδιαφορίας και της ανοχής στο έγκλημα προϋποθέτει ένα σύστημα αξιών και ένα πολιτιστικό υπόβαθρο που θα στηρίζει την κοινωνική ευθύνη, τη συμμετοχή, την πολιτική ευθύνη με τη βαθύτερη έννοια του όρου, απαιτεί μία πολιτική κουλτούρα δημοκρατίας, ελευθερίας, νομιμότητας. 3.4.10. Η αποδοχή και η αξιοποίηση της αειφόρου ανάπτυξης ως αναπτυξιακού μοντέλου, η επιτυχία των στρατηγικών για τις αειφόρες πόλεις, προϋποθέτουν μία άλλη περισσότερο υπεύθυνη, λιγότερο αυθαίρετη, σχέση του ανθρώπου με τη φύση, μία άλλη φιλοσοφία management στη διαχείριση φυσικών και ανθρώπινων πόρων. 3.4.11. Τα φαινόμενα της κρίσης και της παρακμής δεν παρατηρούνται σε επίπεδο καλλιτεχνικής δημιουργίας και προσφοράς. 3.4.12. Ο χώρος όπου παρατηρείται η πολιτιστική παρακμή και βαρβαρότητα είναι ο πολιτισμός στο επίπεδο της καθημερινής ζωής στο χώρο της κατοικίας, στο χώρο της μαζικής αναψυχής (ποδόσφαιρο), στο χώρο της εργασίας, στο χώρο του σχολείου, στα ΜΜΕ και σε άλλα μέσα επιβολής και προβολής προτύπων ζωής, κατανάλωσης, συμπεριφοράς. 3.4.13. Πρέπει να ενθαρρυνθούν πολιτικές για την ενεργό υποστήριξη των τοπικών πολιτιστικών ιδιαιτεροτήτων, ως δικλείδα ασφαλείας με στόχο την καταπολέμηση, αφενός, αφηρημένων ιδεολογιών και, αφετέρου, σοβινιστικής ταυτότητας. Η δέσμευση της Ευρώπης στη διατήρηση και την ανάπτυξη των εθνικών πολιτισμών, η δέσμευση της Ευρώπης σ'ένα πολυπολιτιστικό μοντέλο πολιτιστικής ανάπτυξης και προοπτικής, δεν πρέπει να μεταφράζεται στην πράξη σε αδυναμία αντιμετώπισης των φαινομένων της κρίσης. Η ΟΚΕ κρίνει ότι η απουσία πολιτιστικής πολιτικής για την Ευρώπη στην Agenda 2000 είναι μία απαράδεκτη έλλειψη. 3.4.14. Η ΟΚΕ κρίνει αναγκαία την ενθάρρυνση, την ενίσχυση, την προβολή της συμμετοχής της νεολαίας της Ευρώπης στην «παραγωγή» πολιτιστικών αγαθών και προϊόντων, την ενθάρρυνση στην άμεση συμμετοχή των νέων και των λοιπών πολιτών σε πολιτιστικές δραστηριότητες σε τοπικό επίπεδο. 3.4.15. Οι διαδικασίες αυτές, εκτός από μύηση στις τέχνες και τον πολιτισμό, λειτουργούν καταλυτικά στην αναγέννηση του πνεύματος της συλλογικότητας, της συμμετοχής και της δημοκρατίας σε πρωτοβάθμιο επίπεδο. Οι διαδικασίες αυτές αναζωογονούν τους συνεκτικούς ιστούς της κοινωνίας, την κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη ως άμεσο βίωμα, ως ευχάριστη έκφραση κοινωνικότητας και όχι ως «πολιτικό χρέος». 3.5. Γιατί τα παιδιά της Ευρώπης προσελκύονται από τις συνοικιακές συμμορίες 3.5.1. Τα προβλήματα της Ευρώπης και του κόσμου, των ευρωπαϊκών πόλεων και της υπαίθρου, είναι τόσα που μπορούν να δώσουν στα παιδιά της Ευρώπης την ευκαιρία να ικανοποιήσουν τις ανάγκες που ικανοποιούν αντικοινωνικά οι συνοικιακές συμμορίες. 3.5.2. Η παρατήρηση του τρόπου λειτουργίας των συνοικιακών συμμοριών και η αναγνώριση των αναγκών που καλύπτουν οι συμμορίες αυτές στα παιδιά των αστικών κέντρων της Ευρώπης, θα μας επιτρέψει να αναγνωρίσουμε ποιές είναι οι αναγκαίες πολιτικές για να περιορίσουμε την εντεινόμενη αποξένωση των παιδιών στην Ευρώπη, και ακόμα, για να αποκαταστήσουμε μία γλώσσα επικοινωνίας με τα παιδιά που βρίσκονται καθ'οδόν προς τον «δρόμο» ή στον «δρόμο». 3.5.3. Οι συνοικιακές συμμορίες υποκαθιστούν, σε πολλές περιπτώσεις, την «χαμένη οικογένεια». Ικανοποιούν την αίσθηση και την ανάγκη της ένταξης σ'ένα ευρύτερο υπαρκτό αλλά και οριοθετημένο σύνολο (sense of belonging). Προσφέρουν την ευκαιρία για δράση, περιπέτεια, την αίσθηση του κινδύνου, την καταξίωση, την αξιοκρατική και αδιαμεσολάβητη αναγνώριση στο πλαίσιο της ομάδας, καθώς και την ουσιαστικά, άμεση, συναισθηματικά φορτισμένη επικοινωνία, το μοίρασμα του κινδύνου, της προσμονής, της χαράς. Οι συνοικιακές συμμορίες δίνουν την ευκαιρία στα μέλη τους να βιώσουν τη βίαιη συμμετοχή σε ομαδικές εμπειρίες. Σ'αυτήν την κατεύθυνση μπορεί και πρέπει να υπάρξει ενθάρρυνση σε τοπικό επίπεδο, σε επίπεδο κράτους μέλους, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης έτσι ώστε οι ευκαιρίες αυτές να προσφέρονται στους νέους της Ευρώπης όχι μόνο από τις συνοικιακές συμμορίες. 3.5.4. Σ'αυτήν την κατεύθυνση μπορούν να δραστηριοποιηθούν με νέα παραρτήματά τους, νέα μορφή οργάνωσης και δράσης, οι παραδοσιακές, μη κυβερνητικές οργανώσεις Νεολαίας, οι πολιτικές νεολαίες, οι οργανώσεις νέων των εκκλησιών. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μπορούν να ενθαρρυνθούν, σε τοπικό επίπεδο και σε επίπεδο κράτους μέλους, για την προβολή, την προώθηση τέτοιων πρωτοβουλιών που θα δώσουν στη νεολαία διεξόδους, πέρα από ένα στείρο καθωσπρεπισμό του χθες, αλλά και πέρα από την αντιηρωική παραίτηση και περιθωριοποίηση όσο και την «ηρωική περιθωριοποίηση της εγκληματικότητας». 3.5.5. Μία νέα κουλτούρα αγωνιστικής προσφοράς, υπεύθυνης και προκλητικής συμμετοχής (challenging participation) σε κλίμα δημοκρατικής συλλογικότητας, μπορεί να αποτελέσει διέξοδο για τη νεολαία μας. Μία τέτοια διέξοδος μπορεί να προσφέρεται αξιοποιώντας τις ιδιαιτερότητες των τοπικών και εθνικών πολιτισμών και παραδόσεων, τόσο ως προς τη μορφή των οργανώσεων όσο και ως προς τον τρόπο και τη στόχευση των δράσεων με τη βοήθεια κοινοτικών προγραμμάτων όπως το σχέδιο της εθελοντικής υπηρεσίας των νέων. 3.6. Φτώχεια και ανεργία 3.6.1. Πρέπει να επισημανθεί ότι από πολλές πλευρές αναγνωρίζεται το γεγονός ότι η φτώχεια αυτή καθεαυτή και από μόνη της δεν είναι (και δεν ήταν ιστορικά) συντελεστής ηθικής κατάρρευσης. Είναι μάλλον η μορφή της φτώχειας που προκύπτει από το συνδυασμό της με την έλλειψη ελπίδας για ένα καλύτερο μέλλον, με την αδυναμία συμμετοχής σε διαδικασίες που αλλάζουν την ατομική και κοινωνική κατάσταση. Είναι η φτώχεια σε συνδυασμό με τον αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση. 3.6.2. Επιπλέον, η παραδοσιακή αντίληψη ότι η ανεργία πλήττει άτομα που από τη φύση τους είναι επιρρεπή στην ανεργία ή κοινωνικές ομάδες των οποίων η «κουλτούρα» αποτελεί συντελεστή προδιάθεσης για φυγοπονία, τεμπελιά και αναζήτηση χρηματοδότησης της ανεργίας, δεν αντιμετωπίζονται πλέον σοβαρά. Πράγματι, η απουσία «πρότυπου ρόλου» εργαζόμενου μπορεί να εκληφθεί (αδίκως) ως πηγή αμηχανίας, ακόμη και ντροπής, μεταξύ των οικογενειών και των παιδιών των ανέργων μακράς διαρκείας. 3.6.3. Κατά τη σύνοδο κορυφής του Άμστερνταμ τέθηκαν, επιτέλους, τα θεμέλια για τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων με στόχο τη διαμόρφωση μιας κοινής ευρωπαϊκής στρατηγικής στον τομέα της απασχόλησης. Στη Συνθήκη, η απασχόληση καθίσταται σαφώς θέμα κοινού ενδιαφέροντος. Στο νέο κεφάλαιο για την απασχόληση ενισχύεται ο συντονισμός των πολιτικών στον τομέα της απασχόλησης, στο πλαίσιο κοινών κατευθυντήριων γραμμών. Στο εν λόγω κεφάλαιο αναφέρεται ευκρινώς ότι η Κοινότητα συμβάλλει στην επίτευξη υψηλού επιπέδου απασχόλησης ενθαρρύνοντας τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, υποστηρίζοντας και, εάν χρειάζεται, συμπληρώνοντας τη δράση τους. Τα κράτη μέλη δεσμεύθηκαν επίσης να λαμβάνουν υπόψη τους το στόχο της επίτευξης υψηλού επιπέδου απασχόλησης κατά τη διαμόρφωση και εφαρμογή όλων των κοινοτικών πολιτικών. 3.6.4. Στην έκτακτη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την Απασχόληση, που πραγματοποιήθηκε στο Λουξεμβούργο τον περασμένο Νοέμβριο, αποφασίσθηκε ορθώς να τεθούν άμεσα σε ισχύ οι διατάξεις της Συνθήκης και να εφαρμοσθούν οι διατάξεις που άπτονται του συντονισμού των πολιτικών των κρατών μελών για την απασχόληση νωρίτερα, ήδη από το 1998, δεδομένου ότι το ζητούμενο - όσον αφορά τόσο την απασχόληση όσο και την οικονομική πολιτική - είναι να επιτευχθεί η ίδια αποφασιστικότητα προκειμένου να επέλθει σύγκλιση προς κοινούς, εξακριβώσιμους και τακτικά επαναπροσδιοριζόμενους στόχους. 3.6.5. Όσον αφορά τα προαναφερθέντα - όπως η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έχει συχνά καταστήσει σαφές - δεν υφίσταται η ψευδαίσθηση ότι είναι δυνατόν να δημιουργηθούν θέσεις απασχόλησης απλώς και μόνον «δια νόμου». Το σημείο εκκίνησης για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης συνίσταται στη διαρκή ανάπτυξη μιας ορθής και συντονισμένης μακροοικονομικής πολιτικής, με την υποστήριξη μιας αποτελεσματικής εσωτερικής αγοράς, γεγονός το οποίο θα θέσει τα θεμέλια για την επίτευξη αειφόρου ανάπτυξης, νέου δυναμισμού και κλίματος εμπιστοσύνης που συμβάλουν στην προαγωγή της απασχόλησης. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής του Λουξεμβούργου για την Απασχόληση, ο στόχος συνίσταται στο να προαχθούν οι δυνατότητες για την επίδειξη δυναμισμού και επιχειρηματικού πνεύματος στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικονομίας. 3.6.6. Παρότι ένα ευνοϊκό οικονομικό περιβάλλον, βασισμένο σε υγιή οικονομία, εστιασμένο στις ανάγκες της αγοράς και στη διαρθρωτική μεταρρύθμιση και ικανό να ανθίσταται στην αισχροκερδή συναλλαγματική κερδοσκοπία, αναμένεται να συμβάλει στην επίτευξη σταθερής ανάπτυξης και απασχόλησης, ωστόσο δεν είναι από μόνο του αρκετό για την ενεργό προαγωγή και διατήρηση των θέσεων απασχόλησης και των δεξιοτήτων που αυτές συνεπάγονται. Οι θέσεις εργασίας δεν μπορούν να αποφασισθούν απλώς «δια νόμου» εκ των άνω, αλλά ούτε και να «εμφανισθούν ως δια μαγείας» εάν εναποθέσουμε όλες μας τις ελπίδες στην «αγορά». Ούτε ο παρεμβατισμός («dirigisme») ούτε η απόλυτη ελευθερία («laissez-faire») αποτελούν «ίαση εκ θαύματος». Για την προαγωγή της αειφόρου ανάπτυξης και της απασχόλησης απαιτείται μία σύνθετη μεικτή πολιτική, σε συνδυασμό με συνεργασία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, ευελιξία και ασφάλεια, κινητοποίηση των κοινωνικοοικονομικών φορέων σε όλα τα επίπεδα, καθώς και μία αίσθηση αλληλεγγύης που εκφράζεται κατά τον καλύτερο τρόπο με τον όρο: Ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο. Αναγνωρίζεται ότι η συνοχή και τα έμπρακτα σχέδια που απαιτούνται για να ενεργοποιηθεί ένα τέτοιο σενάριο αειφόρου ανάπτυξης και απασχόλησης θα πρέπει να υποστηρίζονται και να έχουν ως συνεκτικό ιστό τις βασικές αξίες που χαρακτηρίζουν και συνενώνουν τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες. Η πρόκληση την οποία καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε συνίσταται στο εξής: κατά ποιόν τρόπο θα συνδυάσουμε όλα τα διαθέσιμα μέσα για την καταπολέμηση της ανεργίας και την επίτευξη απτής και έμπρακτης προόδου στον τομέα της δημιουργίας πραγματικών θέσεων εργασίας και δυνατοτήτων απασχόλησης. 4. Αξιολόγηση των υφιστάμενων πολιτικών 4.1. Η ΟΚΕ παρατηρεί ότι οι μέχρι σήμερα πολιτικές προσπάθειες για την αντιμετώπιση του τεραστίου αυτού προβλήματος αποδεικνύονται ανεπαρκείς και αναποτελεσματικές με συνέπεια το πρόβλημα να εντείνεται καταλαμβάνοντας απειλητικές διαστάσεις σε πλανητική κλίμακα. 4.2. Οι συνεχιζόμενες σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο διακηρύξεις, συνέδρια, καμπάνιες, κινητοποιήσεις, που αποκαλύπτουν την έκταση και την τραγικότητα του προβλήματος, χωρίς να συνοδεύονται από χειροπιαστά μέτρα και αποτελέσματα στην καταστολή και στην πρόληψη, έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην κοινή γνώμη. 4.3. Η κοινή γνώμη διατρέχει τον κίνδυνο είτε να εθιστεί στην ύπαρξη του προβλήματος και να αποδεχθεί να ζει με το πρόβλημα, είτε να αποδεχθεί ότι η κοινωνία αδυνατεί να το αντιμετωπίσει. 4.3.1. Το ερώτημα που απασχολεί τον μέσο Ευρωπαίο για ζητήματα όπως η εμπορία και διακίνηση παιδιών, η βιομηχανική παραγωγή πορνό με τη χρησιμοποίηση παιδιών, όπως με τη διακίνηση ναρκωτικών, είναι αν η κοινωνία μας πραγματικά μπορεί να διασφαλίσει τους απαραίτητους αμυντικούς και προστατευτικούς μηχανισμούς ή αν τα ηγετικά τους κλιμάκια είναι τόσο ανίκανα ώστε να εξουδετερώνεται κάθε ουσιαστική προσπάθεια πρόληψης ή καταστολής. 4.4. Η αξιοπιστία των αρχών και των θεσμών τίθεται υπό αμφισβήτηση, η ιδιώτευση, η παραίτηση από την ενεργό ανάμιξη στα κοινά, επιτείνεται σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. 4.5. Οι μέχρι σήμερα πολιτικές και δράσεις ήταν κυρίως προσανατολισμένες στην καταστολή των εκδηλώσεων του προβλήματος, στον περιορισμό των αρνητικών αποτελεσμάτων από την ύπαρξη του προβλήματος (damage reduction). Επίσης ανεπαρκείς προσπάθειες καταβάλλονται για τη διαμόρφωση πολιτικής, σχετικής με την περίθαλψη των θυμάτων και την τιμωρία των δραστών. 4.6. Το κυρίαρχο μεθοδολογικό μοντέλο σκέψης στηριζόταν ευρέως στη λογική της αστυνόμευσης και των παροχών στον τομέα της υγείας, της πρόνοιας και των κοινωφελών υπηρεσιών. Το λειτουργικό πλαίσιο περιλαμβάνει «θύματα» και «ενόχους». Όταν παραβιάζεται η κείμενη νομοθεσία, καταβάλλεται προσπάθεια να εντοπισθεί ο δράστης και ει δυνατόν να αποζημιωθεί το θύμα. Στο πλαίσιο μιας υγιούς κοινωνίας, υπάρχουν άτομα ή ομάδες ασθενείς. Παρά το γεγονός ότι η υγεία του καθενός είναι δική του ατομική ευθύνη, η κοινωνία προσπαθεί να συμπαρασταθεί. Από πολιτικής πλευράς η αντιπαράθεση και ο προβληματισμός παραδοσιακά κινούνται μεταξύ των διλημμάτων: - περισσότερη ή λιγότερη αυταρχικότητα 7 - περισσότερη ή λιγότερη ανεκτικότητα 7 - περισσότερη ή λιγότερη περίθαλψη θυμάτων. 4.7. Αναμφισβήτητα και οι τρεις προσεγγίσεις ή και ο καλύτερος κατά περίπτωση συνδυασμός τους, δεν συνιστά προληπτική πολιτική. Οι ως άνω προσεγγίσεις δεν εντάσσονται σε μία στρατηγική αντιμετώπισης των γενεσιουργών αιτίων του προβλήματος, παραμένουν προσκολλημένες στον περιορισμό των αρνητικών αποτελεσμάτων (damage reduction) από την ύπαρξη του προβλήματος. 4.8. Παρά το γεγονός ότι η διεθνής κοινότητα συμφωνεί ως προς τα γενεσιουργά αίτια του προβλήματος, τόσο από τις χρησιμοποιούμενες πολιτικές όσο και εκ του αποτελέσματος, είναι προφανές ότι τα αίτια του προβλήματος δεν αντιμετωπίζονται. 4.9. Το κόστος αντιμετώπισης του προβλήματος (οικονομικό, κοινωνικό), άμεσο, έμμεσο, συνολικό, διαρκώς διογκούται. 4.10. Η κοινωνία και η πολιτεία τείνουν να μετακυλίσουν τις ευθύνες τους με την ανάθεση της επίλυσης, ενός κατ'εξοχήν κοινωνικού προβλήματος, σε μη Κυβερνητικούς οργανισμούς. 4.11. Η περαιτέρω περιθωριοποίηση - παθητικοποίηση της κοινωνίας και η ανάπτυξη νέων κρατικοδίαιτων γραφειοκρατικών μηχανισμών με διεθνή δικτύωση, στις περισσότερες περιπτώσεις ανεξέλεγκτων, δεν φαίνεται να αποτελεί την καλύτερη μέθοδο για την αντιμετώπιση του προβλήματος ή παρόμοιων προβλημάτων. 4.12. Η δημιουργία ολόκληρων κλάδων της οικονομίας, που στηρίζονται στην ύπαρξη του εγκλήματος ή του φόβου του εγκλήματος, όπως, για παράδειγμα, η ιδιωτική αστυνομία, η ηλεκτρονική καταγραφή και παρακολούθηση ιδιωτικών και δημόσιων χώρων, καταστημάτων, κ.λπ., αποτελεί σημαντικό μη παραγωγικό συντελεστή κόστους καθώς και συνέπεια και αίτιο μιας διηρημένης κοινωνίας. 5. Προς ένα «Νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο για τα παιδιά» 5.1. Βασικές αρχές 5.1.1. Η φύση, οι μορφές, η έκταση του προβλήματος και οι επιπτώσεις του, είναι λογικό να επηρεάζουν τις επιλογές για τις πολιτικές αντιμετώπισής του. 5.1.2. Η στρατηγική και οι επιλογές πολιτικής πρέπει να εναρμονίζονται με τους γενικότερους στόχους πολιτικής της ΕΕ. 5.1.3. Η πολιτική της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη, η αστική στρατηγική (urban strategy), η πολιτική για τη δια βίου εκπαίδευσης, η πολιτική για την αποτελεσματικότητα των Σχολείων της Ευρώπης είναι όλες συναφείς, πρέπει να εναρμονίζονται και να υπηρετούν την αειφόρο ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου, του κοινωνικού κεφαλαίου. 5.1.3.1. Χωρίς αειφορία στην ανάπτυξη του ανθρώπινου και κοινωνικού κεφαλαίου η Ευρωπαϊκή κοινωνία και οικονομία δεν θα μπορέσει να διατηρήσει το σημερινό της μερίδιο πλούτου, γνώσης και επιρροής, δεν θα μπορέσει να σταθεί ισότιμα απέναντι στις ανερχόμενες δυνάμεις της Ασίας. 5.1.4. Η Ευρώπη έχει άμεσο και έμμεσο συμφέρον υψίστης σημασίας να αντιμετωπίσει αποφασιστικά και αποτελεσματικά το πρόβλημα στο εσωτερικό μέτωπο, αλλά και να καταστεί η πρωτοπόρος ηθική, πολιτική και η οργανωτική κινητήριος δύναμη, για την αντιμετώπιση του προβλήματος σε διεθνές επίπεδο. 5.1.5. Το ευρωπαϊκό δημογραφικό πρόβλημα, η γήρανση του ευρωπαϊκού πληθυσμού σε συνδυασμό με τον άμεσο κίνδυνο περιθωριοποίησης του 30 % του νεανικού ανθρώπινου κεφαλαίου της Ευρώπης (ποσοστό νεολαίας αναμεμειγμένο στην παιδική εγκληματικότητα και τα ναρκωτικά) αποτελεί έναν σοβαρότατο εν εξελίξει κίνδυνο για την κοινωνική συνοχή, την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής κοινωνίας και οικονομίας. 5.1.6. Η οικονομική επιβάρυνση της ευρωπαϊκής κοινωνίας και του προϋπολογισμού των επί μέρους κρατών για την καταστολή της αντικοινωνικής και εγκληματικής δράσης από τα εγκαταλελειμμένα παιδιά, η επιβάρυνση της κοινωνίας από τη χρησιμοποίηση των παιδιών από το οργανωμένο έγκλημα καταλήγει σε τεράστια οικονομική ζημία. 5.1.6.1. Αντίθετα η επένδυση στην πρόληψη, την ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων, στην ανάπτυξη ανθρώπινου και κοινωνικού κεφαλαίου, στην ανάπτυξη κοινωνικής συνοχής είναι σαφέστερα αποδοτικότερη και μεσο-μακροπρόθεσμα η οικονομικότερη λύση. 5.1.7. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος σε περιφερειακό, διακρατικό, σε κρατικό αλλά και διεθνές επίπεδο, απαιτείται η διαμόρφωση του Αναγκαίου Νομικού πλαισίου, του Αναγκαίου Θεσμικού πλαισίου που θα επιτρέπει την αποτελεσματική χάραξη, την άσκηση πολιτικής, την εφαρμογή μέτρων, μέσα σε πλαίσιο αποδεκτής διεθνούς νομιμότητας, με διεθνώς αποδεκτές κυρώσεις: - Για παράδειγμα, για την καταπολέμηση των πλέον απαράδεκτων μορφών παιδικής εργασίας ποιος και με ποια αδιάβλητα κριτήρια θέτει σε προτεραιότητα παρέμβασης τη χώρα Α αντί της χώρας Β; - Στην περίπτωση δράσης κατά του παιδεραστικού τουρισμού θα δοθεί προτεραιότητα στις χώρες «ζήτησης» ή στις χώρες «προσφοράς», ποιος θα αποφασίσει, με ποια εξουσία και ποια διεθνή αποδοχή και συμπαράσταση; Για την αντιμετώπιση του προβλήματος και των διαφόρων μορφών του απαιτούνται συγκεκριμένα συνεκτικά προγράμματα, συγκεκριμένη προγραμματισμένη συνεργασία με σαφείς ιεραρχημένους στόχους κατά χώρα και κατά αντικείμενο. 5.1.8. Η διαμόρφωση και η εφαρμογή ολοκληρωμένων συνεκτικών προγραμμάτων είναι προϋπόθεση για την αποτελεσματικότητα κάθε παρέμβασης. 5.1.8.1. Για παράδειγμα ο διορισμός αδέκαστων επιθεωρητών για τον έλεγχο παράνομης παιδικής εργασίας δεν θα αποδώσει χωρίς τη διασφάλιση αδέκαστων ανεπηρέαστων μηχανισμών που θα επιβάλλουν κυρώσεις σε εθνικό επίπεδο, κ.λπ, χωρίς ανεξάρτητη δικαιοσύνη, χωρίς αδιάβλητη αστυνομία. 5.2. Νέο πλαίσιο σε διεθνές επίπεδο 5.2.1. Η ΟΚΕ αξιοποιώντας τους νέους στόχους της ΕΕ όπως αυτοί εμφανίζονται στην Agenda 2000 () μπορεί να πάρει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για τον συντονισμό των προσπαθειών των φορέων και των δράσεων για την αντιμετώπιση των γενεσιουργών αιτίων της παιδικής εκμετάλλευσης (πάσης μορφής): - σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, - σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και - σε παγκόσμιο επίπεδο. 5.2.2. Η ΕΕ μπορεί να ηγηθεί προσπαθειών σε επίπεδο παγκοσμίου κοινότητος με στόχο την ανάπτυξη συγκεκριμένων και επαρκών προγραμμάτων για την οικονομική ανάπτυξη των αναπτυσσόμενων περιοχών του πλανήτη, στη Λατινική Αμερική, την Αφρική, την Ασία. 5.2.3. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή κρίνει ότι η ΕΕ μπορεί και πρέπει να πάρει πρωτοβουλίες: - για τον εκσυγχρονισμό του ΟΗΕ και των οργανισμών του για έναν αποτελεσματικό ρόλο, στην αντιμετώπιση της φτώχειας στην πρώτη πεντηκονταετία του επερχόμενου αιώνα 7 - για τη διασφάλιση πόρων προς το σκοπό αυτό στον ΟΗΕ και στους ειδικούς οργανισμούς του (UNDP, ΔΟΕ, UNICEF, UNESCO, ΠΟΥ, FAO) 7 - για τον εκσυγχρονισμό των διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (π.χ. Παγκόσμια Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο), προκειμένου να συμπεριλάβουν στις πολιτικές και τα προγράμματά τους τόσο τις κοινωνικές ανάγκες όσο και τις ανάγκες στον τομέα της απασχόλησης, της εκπαίδευσης και της υγείας 7 - για την εμπέδωση μιας νέας αναπτυξιακής πορείας στις σχέσεις Βορρά-Νότου 7 - για την προώθηση των αποφάσεων του Παγκοσμίου Συνεδρίου όσον αφορά την κοινωνική ανάπτυξη και για την ενεργό συμβολή τους στην εφαρμογή των αποφάσεων αυτών σε παγκόσμια κλίμακα 7 - «για την προαγωγή της κοινωνικής διάστασης στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες». 5.2.4. Τα κράτη μέλη της ΕΕ θα πρέπει να συνεχίσουν να εντείνουν τη συμβολή τους στα προγράμματα του IPEC (International Programme on the Elimination of Child Labour - Διεθνές Πρόγραμμα για την εξάλειψη της παιδικής εργασίας), να συμμετάσχουν ενεργά, μαζί με τους κοινωνικούς εταίρους, στην κατάρτιση και έγκριση μιας νέας πλήρους Σύμβασης της ΔΟΕ για την καταπολέμηση των πλέον απαράδεκτων μορφών εκμετάλλευσης των παιδιών, καθώς και να συνεισφέρουν περαιτέρω για την προώθηση της κύρωσης και της αποτελεσματικής εφαρμογή της σύμβασης αυτής σε διεθνή κλίμακα. Η εν λόγω συνεισφορά θα πρέπει να περιλαμβάνει και την παροχή ενδεδειγμένης υποστήριξης προς τις αναπτυσσόμενες χώρες που επιθυμούν να εφαρμόσουν τις συμβάσεις της ΔΟΕ οι οποίες άπτονται της προστασίας των παιδιών έναντι της εκμετάλλευσης. 5.2.5. Η ΟΚΕ κρίνει ότι επιβάλλεται χωρίς καθυστέρηση, η εκ μέρους της ΕΕ διασφάλιση των απαραίτητων νομικών εργαλείων δράσης, είτε ως Ε.Ε είτε ως ομάδα συνεργαζομένων εθνικών αντιπροσωπειών στο πλαίσιο του ΟΗΕ. 5.2.6. Επιβάλλεται μία ευρωπαϊκή πρωτοβουλία τόσο για τη διασφάλιση διαφανούς, αποτελεσματικής αξιοποίησης των πόρων των οργανισμών του ΟΗΕ και των Διεθνών Οργανισμών, αλλά και για τη διασφάλιση της επάρκειας πόρων, την αξιοποίηση και καλή συνεργασία των κρατών μελών με τους οργανισμούς του ΟΗΕ 5.2.7. Σε επίπεδο Διεθνών Οργανισμών και συντονισμού προσπαθειών η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή μπορεί να αναλάβει πρωτοβουλία όσον αφορά τα εξής: - τη δημιουργία ενός συντονιστικού οργάνου γα τις πολιτικές που αφορούν το παιδί στην Ανατολική και Δυτική Ευρώπη, από κοινού με τις συνεργαζόμενες οργανώσεις της - λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη διαδικασία διεύρυνσης - και, όποτε κρίνεται σκόπιμο, σε συνεργασία με το Συμβούλιο της Ευρώπης, την ΔΟΕ,, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, την UNICEF, το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και με άλλες συναφείς οργανώσεις 7 - τη σύσταση περιφερειακών συντονιστικών οργάνων σε επίπεδο Αφρικανικής Ηπείρου, Αμερικής και Ασίας, στο πλαίσιο του διαλόγου της με τους κοινωνικούς και οικονομικούς φορείς 7 - την ευθύνη για την καταγραφή του έργου των διεθνών αναπτυξιακών οργανισμών και για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων που αφορούν την καταπολέμηση της φτώχειας, ανά διετία. 5.2.7.1. Η ΟΚΕ κρίνει, επίσης, επίκαιρες τις προτάσεις της για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ. 5.2.7.2. Η ΟΚΕ εκτιμά ότι πρέπει να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ της Interpol, της Europol και των εθνικών αστυνομιών των κρατών μελών. 5.3. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο 5.3.1. Για τη χάραξη και την υλοποίηση μιας αποτελεσματικής πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο, απαιτείται: - συντονισμός προσπαθειών πολιτικών και αρμοδίων φορέων, σε επίπεδο κράτους μέλους 7 - συντονισμός σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ευρώπης γενικότερα. 5.3.2. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή μπορεί να αναλάβει την ευθύνη της συγκρότησης μιας μόνιμης επιτροπής που θα αναλάβει τη μελέτη και την παρουσίαση μοντέλων, τρόπων, μεθόδων καθολικής κοινωνικής κινητοποίησης, ενεργοποίηση κοινωνικών ομάδων, ομάδων συμφερόντων και ενδιαφερόντων στην καταπολέμηση της εκμετάλλευσης των παιδιών. 5.3.3. Από τη στιγμή κατά την οποία το πρόβλημα παύει να θεωρείται στενά οικονομικό ή πρόβλημα δικαιοσύνης, ή πρόβλημα πρόνοιας, τότε ο απαιτούμενος συντονισμός παίρνει διαφορετικές διαστάσεις. 5.3.4. Εφόσον το πρόβλημα θεωρείται πρόβλημα κοινωνικής ανάπτυξης, πρόβλημα διάσωσης κινδυνεύοντος ανθρωπίνου και κοινωνικού κεφαλαίου, εφόσον οι πολιτικές πρόκειται να προσαρμοσθούν στην αντιμετώπιση των γενεσιουργών αιτίων και όχι μόνον στον περιορισμό των αποτελεσμάτων, τότε ο ενεργός και αποτελεσματικός συντονισμός σε εθνικό επίπεδο πρέπει να περιλαμβάνει τις αρχές, τους θεσμούς, Κυβερνητικούς και μη οργανισμούς που ασχολούνται: - με την προσχολική, τη σχολική εκπαίδευση και τον μακροχρόνιο προγραμματισμό τους 7 - τη δια βίου εκπαίδευση, την κατάρτιση και την επιμόρφωση 7 - τον επαγγελματικό προσανατολισμό και την απασχόληση 7 - τον πολιτισμό, τον αθλητισμό και τον ελεύθερο χρόνο 7 - το πολεοδομικό σχεδιασμό, την ανάπλαση των πόλεων, τη διασφάλιση ελευθέρων και ασφαλών χώρων σε επίπεδο συνοικίας και πόλης για παιδική αναψυχή, παιδικό παιχνίδι 7 - τη συμφιλίωση ανάμεσα στην οικογενειακή και την εργασιακή ζωή 7 - τον επαναπροσδιορισμό των σχέσεων ανάμεσα στο χώρο κατοικίας και εργασίας 7 - τη συνεργασία του Δημόσιου και του Ιδιωτικού Τομέα στις κατευθύνσεις που αφορούν: το παιδικό παιχνίδι (ατομικό, συλλογικό) 7 το παιδικό θέαμα 7 την παιδική τηλεόραση 7 το παιδικό βιβλίο 7 τις παραδοσιακές μορφές προσφοράς κοινωνικού έργου, φιλανθρωπικές οργανώσεις, εκκλησία, επαγγελματικές οργανώσεις, αδελφότητες 7 τη δικαιοσύνη, την αστυνομία, τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Πρόνοιας 7 την τοπική αυτοδιοίκηση. 6. Προτεινόμενες πολιτικές 6.1. Αστικές πολιτικές 6.1.1. Εκτός των πολιτικών που προτείνονται στην εξέταση των επί μέρους γενεσιουργών αιτίων η ΟΚΕ κρίνει ότι η διαμόρφωση αστικών - πολιτικών φιλικών προς τα παιδιά, κατά συνέπεια δεν αποτελεί αύξηση κονδυλίων κοινωνικής πολιτικής, αποτελεί επένδυση στην κατεύθυνση βελτίωσης των ανθρώπινων πόρων, στην κατεύθυνση αειφόρου ανάπτυξης του ανθρώπινου και κοινωνικού κεφαλαίου, στην κατεύθυνση της συνεχούς βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών πόλεων. 6.1.2. Η αναγκαιότητα μιας αστικής πολιτικής που θα αντιμετωπίσει τα τεράστια προβλήματα των ευρωπαϊκών πόλεων αναγνωρίζεται σε πλήθος κειμένων της Επιτροπής. Μία επιπλέον προσπάθεια για προσεγγίσεις ολοκληρωμένες, για πολιτικές συνεκτικές και συμπληρωματικές, που θα καλύπτουν και τις ανάγκες των παιδιών της Ευρώπης, πρέπει να θεωρηθεί ως μικρή επένδυση τεράστιας αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας. 6.2. Δίκτυο πόλεων φιλικών για τα παιδιά 6.2.1. Η δημιουργία ενός δικτύου πόλεων φιλικών για τα παιδιά, μπορεί να αποτελέσει τη ζύμη μιας μακρόπνοης πολιτικής, οι καλές και δοκιμασμένες πρακτικές της οποίας μπορούν να αξιοποιηθούν από την ευρύτερη κοινότητα (ο πολεοδομικός σχεδιασμός, οι αναμορφώσεις των πόλεων, η διαμόρφωση ιστορικών κέντρων πόλεων). 6.2.2. Ο σχεδιασμός από τα δημόσια - μαζικά συστήματα μετακίνησης, οι σταθμοί τρένων και λεωφορείων (σε επίπεδο σχεδιασμού ή αναμόρφωσης) μπορούν και πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τις ανάγκες του παιδιού. 6.2.3. Οι ελεύθεροι χώροι, οι δημόσιοι χώροι, οι σταθμοί, τα πάρκα και οι πλατείες, πρέπει να συνδυάζουν λειτουργίες που θα τους καθιστούν ασφαλείς μέσα από την ίδια τη λειτουργικότητά τους. 6.2.4. Η διασφάλιση επαρκών χώρων παιδικής αναψυχής και η προαγωγή της δημιουργίας ομίλων, όπου να απασχολούνται τα παιδιά μετά το σχολείο, και συνοικιακών σχολείων προκειμένου να παρέχονται δυνατότητες παιδαγωγικής και μορφωτικής αναψυχής, αποτελούν μέτρα που υπηρετούν ανάγκες των παιδιών, των γονέων γενικά και των μονογοενεακών οικογενειών ειδικότερα. 6.2.5. Η προσφορά ευκαιριών επανένταξης των ηλικιωμένων ατόμων στις κύριες κοινωνικές δραστηριότητες και αξιοποίησης των ικανοτήτων τους, μέσω θεσμών εθελοντικής προσφοράς, σε συνεργασία με παιδικούς σταθμούς, με σχολεία, με δημόσια πάρκα, κ.λπ. 6.2.6. Η αξιοποίηση των μη χρησιμοποιούμενων σχολείων που θα προκύψουν στην Ευρώπη, λόγω μείωσης του παιδικού πληθυσμού, ως χώρων πολλαπλών χρήσεων, ως εργαστηρίων ευχάριστης μύησης στην τέχνη και την τεχνική. 6.2.7. Η προγραμματισμένη μετατροπή των γκέτο σε χώρους πολιτιστικής επικοινωνίας όπως, παραδείγματος χάρη, σε τουριστικά γραφεία, πρεσβείες, εκθεσιακούς χώρους, κέντρα εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης. 6.2.8. Προγραμματισμένη προσπάθεια αναβίωσης «της γειτονιάς», σε συνεργασία με τις τοπικές εκκλησίες, τα τοπικά σχολεία, τις τοπικές επιχειρήσεις και τους φορείς τους, τις τοπικές οργανώσεις συλλόγων, συνδικάτων, κομμάτων. 6.2.9. Προσπάθεια οργανικής διασύνδεσης της πόλης με την ύπαιθρο (για παράδειγμα, οργανώσεις παραγωγών, οργανώσεις καταναλωτών, οργανώσεις προστασίας του περιβάλλοντος). 6.2.10. Χάραξη πολιτικής μαθητικών διακοπών (χαμηλού κόστους) στην ευρωπαϊκή φύση, σε συνδυασμό με προγράμματα οικολογικής εκπαίδευσης και την προσφορά ευκαιριών για την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού, ιστορικού, πολιτιστικού, με βάση δίκτυα πόλεων όπως οι πόλεις της βιομηχανικής επανάστασης, οι πόλεις της Μεταρρύθμισης και οι διατηρητέες πόλεις της Ευρώπης που παρουσιάζουν ιστορικό και πολιτισμικό ενδιαφέρον. 6.3. Καθολική κοινωνική κινητοποίηση 6.3.1. Η ΟΚΕ και τα μέλη της, συμπεριλαμβανομένων των εργοδοτών, των συνδικαλιστικών οργανώσεων και των εκπροσώπων διαφόρων κοινωνικοοικονομικών συμφερόντων, μπορούν να αναλάβουν ορισμένες πρωτοβουλίες με στόχο την προαγωγή της καθολικής κοινωνικής κινητοποίησης για την αντιμετώπιση της παντοειδούς εκμετάλλευσης, κακομεταχείρισης και της καταστροφής ενός τεράστιου ανθρώπινου και κοινωνικού κεφαλαίου της ΕΕ. 6.3.2. Η ΟΚΕ κρίνει ότι η δημιουργία ενός κλίματος καθολικής κοινωνικής κινητοποίησης που θα ανατρέψει την ιδιώτευση, την παραίτηση, την παθητικοποίηση μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων, απαιτεί νέες προσεγγίσεις και μορφές δράσης πολύ πιο ολοκληρωμένες και συνεκτικές από τις συνήθεις «καμπάνιες ευαισθητοποίησης». 6.3.3. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, οι κοινωνικοί εταίροι και ο ευρωπαϊκός κοινωνικός διάλογος μπορούν να διαδραματίσουν ουσιαστικότατο ρόλο. 6.3.4. Απαιτούνται, επίσης, νέες μορφές δράσης τόσο από παραδοσιακούς φορείς κοινωνικής συνοχής, όσο και από νέους φορείς ή θεσμούς, μη κυβερνητικές οργανώσεις, τοπική αυτοδιοίκηση, κ.λπ. Επιβάλλεται η αναπροσαρμογή της δράσης των μη κυβερνητικών οργανώσεων, ή η δημιουργία μιας νέας γενιάς μη κυβερνητικών οργανώσεων. Η μέχρι σήμερα δράση των περισσοτέρων μη κυβερνητικών οργανώσεων υπήρξε δράση επ'ονόματι και για λογαριασμό της κοινωνίας. Οι νέου τύπου προτεινόμενες Μ.Κ.Ο. δεν θα αναλαμβάνουν να αντιμετωπίσουν κοινωνικά προβλήματα, δεν θα υποκαθιστούν την κοινωνία ή την πολιτεία. Αντίθετα θα έχουν ως στόχο να βελτιώσουν τις οργανωτικές δυνατότητες της κοινωνίας για την αντιμετώπιση των προβλημάτων. Θα αποσκοπούν στο να βοηθούν τις τοπικές κοινωνίες, να μετατρέπουν, να αξιοποιούν το όποιο πρόβλημα, ως αιτία για την απόκτηση των οργανωτικών ικανοτήτων, της γνώσης των πόρων για τη λύση του προβλήματος. Δεν θα υποκαθιστούν παραδοσιακούς κοινωνικούς θεσμούς, αντίθετα, θα τους βοηθούν στον εκσυγχρονισμό των μηχανισμών των μέσων, των μεθόδων δράσης και κοινωνικής παρέμβασης. Τέτοιου τύπου Μ.Κ.Ο. θα είναι από τη φύση των σκοπών τους, μικρές, ευέλικτες, ολιγοέξοδες, που θα αναπτύσσονται αλυσιδωτά, με τη μορφή network, ικανών να ριζώνουν και να ανταποκρίνονται εύκολα στις τοπικές ιδιαιτερότητες, αποφεύγοντας τα πυραμιδικά γραφειοκρατικά πρότυπα πολυεθνικών. Μία τέτοια προσπάθεια μπορεί να ενθαρρυνθεί περισσότερο σε ευρωπαϊκό επίπεδο και σε επίπεδο κράτους μέλους. 6.3.5. Οι στόχοι της καθολικής κοινωνικής κινητοποίησης δεν πρέπει να περιορίζονται στις λεγόμενες ομάδες «υψηλού κινδύνου» για οποιοδήποτε πρόβλημα ή στα άτομα που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα. 6.3.5.1. Στόχος της καθολικής κοινωνικής κινητοποίησης μπορεί και πρέπει να είναι η ευρύτατη «γκρίζα ζώνη» των κοινωνικών στρωμάτων και της νεολαίας που υφίστανται τις πιέσεις της κρίσης στην οικογένεια, στην πόλη, μεταξύ των ανέργων, κ.λπ. 6.3.5.2. Οι δράσεις σ'αυτό το χώρο μπορούν να είναι έμμεσες, αλλά συγχρόνως συμπληρωματικές, συνθετικές. Για παράδειγμα, σε βάθος μόνιμη πανευρωπαϊκή προσπάθεια ενίσχυσης, ενθάρρυνσης, αναβάθμισης των μη πολιτικών οργανώσεων νεολαίας (πρόσκοποι, οδηγοί), προσπάθεια αναβάθμισης των πολιτικών οργανώσεων νεολαίας όλων των πολιτικών χώρων σε μια πανευρωπαϊκή προσπάθεια αναγέννησης μιας αποφασιστικά συμμετοχικής κουλτούρας της νέας γενιάς, σε αντίθεση με την παραίτηση, τη φυγή και τον εξτρεμισμό, του σήμερα. 6.3.5.3. Προσπάθεια απαλλαγής των πολιτικών και μη οργανώσεων της νεολαίας από την επαγγελματοποίηση, γραφειο-κρατικοποίηση και την ενθάρρυνση του ανοίγματός τους στην κοινωνία. 6.3.5.4. Σ'αυτή τη προσπάθεια μπορεί και πρέπει να συμμετάσχουν όλες οι πτέρυγες του Ευρωκοινοβουλίου. 6.3.5.5. Το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών μπορεί να αναλάβει και να ενισχυθεί σε μία δικιά του εκστρατεία αναγέννησης - αναζωογόνησης του ρόλου των εκκλησιαστικών οργανώσεων νεολαίας. Η πρόσφατη κινητοποίηση της καθολικής νεολαίας στο Παρίσι απέδειξε, επίσης, ότι η νεολαία όταν καλείται να συμμετέχει, ανταποκρίνεται. 6.3.5.6. Προσπάθεια θεσμοθέτησης σε πανευρωπαϊκή κλίμακα βραβείων, επάθλων, για τα προγράμματα και τις δράσεις οργανώσεων νεολαίας που στοχεύουν στην αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων. 6.3.5.7. Η καθιέρωση αυτή μπορεί να θεσπιστεί σε επίπεδο πολιτικών νεολαιών από το Ευρωκοινοβούλιο και να ενθαρρυνθεί στα εθνικά κοινοβούλια. Σε εκκλησιαστικό επίπεδο, από το παγκόσμιο συμβούλιο εκκλησιών και να ενθαρρυνθεί στο επίπεδο των τοπικών εκκλησιών. 6.3.5.8. Η ΟΚΕ σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής, τη Unicef, την Επιτροπή των Περιφερειών και τις κεντρικές οργανώσεις Ευρωπαϊκών Νεολαιών, μπορεί να οργανώσει ένα Πανευρωπαϊκό συνέδριο με θέμα «Ευρώπη - Νεολαία - Συμμετοχή». 6.3.5.9. Σ'ένα «Youth for Europe 2000+», ενδεχομένως υπό την εποπτεία ενός νέου Ευρωπαίου Επιτρόπου για τη νεολαία, μπορούν να υπαχθούν διάφορες κατηγορίες πρότυπων σχεδίων, δυναμικής βαθμονόμησης και δράσεων επίδειξης για τη νεολαία, με στόχο τη σωστή ψυχοσωματική και πολιτιστική ανάπτυξη των νέων γενεών της Ευρώπης: Για παράδειγμα: - προγράμματα προκλητικού (challenging) νεανικού τουρισμού, διαπολιτιστικής οικολογικής εκπαίδευσης και επικοινωνίας, μπορούν να οργανωθούν με βάση τα ιστορικά και μεγάλα ποτάμια της Ευρώπης. Για παράδειγμα, μία αλυσίδα camping στο Δούναβη και ένα multi-country πρόγραμμα μεταξύ των χωρών που διαπερνάει ο Δούναβης: «Ταξιδεύοντας στους πολιτισμούς του Δούναβη» 7 - παρόμοια προγράμματα μπορούν να οργανωθούν στο χώρο των Άλπεων ή μεταξύ των χωρών που ενώνει η Αδριατική και το Ιόνιο 7 - για παράδειγμα, οι Πανεπιστημιακές σχολές Καλών Τεχνών της Ευρώπης μπορούν να έχουν ένα μόνιμο Forum πολιτιστικού διαλόγου, τον χώρο του οποίου μπορεί να προσφέρει μία ευρωπαϊκή πόλη και τη διοργάνωση να την αναλάβουν 2-3 πανεπιστημιακές σχολές, στο πλαίσιο μιας multi- country δράσης 7 - ένα μόνιμο Forum διαθρησκευτικού διαλόγου, μπορεί να οργανωθεί επίσης στο πλαίσιο μιας πολυκρατικής δράσης, με τη συμμετοχή θεολογικών σχολών, διαφόρων εκπροσώπων εκκλησιών και με στόχο την καλλιέργεια μιας κουλτούρας αλληλεγγύης, αποδοχής, γιατί όχι και συνεργασίας ανάμεσα σε νέους και νεολαίες διαφόρων εκκλησιών και δογμάτων, στην αντιμετώπιση προβλημάτων της νεολαίας. 6.3.5.10. Προσπάθεια ενεργοποίησης των τοπικών κυβερνήσεων, των κυβερνήσεων σε επίπεδο κράτους μέλους για την παροχή κινήτρων στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και επικοινωνίας, για τη δημιουργία ζωνών, εκπομπών και προγραμμάτων που θα προβάλλουν μία υπεύθυνη συμμετοχική, δημοκρατική κουλτούρα ισοτιμίας λαών και πολιτισμών, ζώνες προβολής προτύπων δράσεων νεολαίας, προτύπων οργανωτικών μορφών, υγιών προτύπων ζωής και δημοκρατικών προτύπων κοινωνικής επαφής, δραστηριοποίησης και αποτελεσματικής προσφοράς των νέων. 6.3.5.11. Προσπάθεια δημιουργίας ενός μόνιμου κέντρου διακίνησης, διάχυσης, καλλίτερων πρακτικών για προγράμματα που αφορούν δράσεις οργανώσεων νεολαίας σε τοπική ή πανευρωπαϊκή κλίμακα. 6.3.5.12. Η ΟΚΕ κρίνει ότι αναγκαίες προϋποθέσεις για την ενεργοποίηση της κοινωνίας, την αύξηση της συμμετοχής της στην αντιμετώπιση προβλημάτων και την καταπολέμηση παράνομων συμφερόντων σε βάρος παιδιών είναι: - μία πανευρωπαϊκή εκστρατεία για την αποκατάσταση του κύρους και της αποτελεσματικής δράσης των δικαστηρίων 7 - μία πανευρωπαϊκή εκστρατεία με ευθύνη των κρατών μελών, για την εξάλειψη της διαφθοράς στον χώρο της Αστυνομίας 7 - μία πανευρωπαϊκή εκστρατεία με ευθύνη των κρατών μελών για την καταπολέμηση των εγκληματικών δραστηριοτήτων στις φυλακές 7 - ένας χώρος ιδιαίτερης φροντίδας που απαιτεί πανευρωπαϊκή και εθνική κινητοποίηση, τόσο σε επίπεδο Δυτικής όσο και Ανατολικής Ευρώπης είναι ο χώρος των ορφανοτροφείων. Κατά τη γνώμη της ΟΚΕ γι'αυτό το θέμα απαιτείται μία ειδική συμπληρωματική γνωμοδότηση. 6.3.5.13. Η ανάγκη να περάσει η Ευρώπη από τις ανταλλαγές μικρών αριθμών νέων της Ευρώπης και να δημιουργήσει μόνιμους θεσμούς επαφής, μόνιμους θεσμούς επικοινωνίας, διαδικασίες κοινού προβληματισμού ενεργοποίησης και δράσης σε ευρύτατα τμήματα της Ευρωπαϊκής νεολαίας είναι αδήριτη ανάγκη. Μία ανάγκη η ικανοποίηση της οποίας θα οδηγήσει στην εδραίωση μόνιμων δεσμών και στη δημιουργία κοινών παρονομαστών μεταξύ των νέων της Ευρώπης. 6.3.5.14. Το αυξανόμενο κόστος καταπολέμησης των φαινομένων του ρατσισμού, της ξενοφοβίας, της ρατσιστικής βίας, της παιδικής εγκληματικότητας μπορεί να μετατραπεί σε επένδυση κοινωνικής συνοχής με μία νέα πολιτική για τους νέους της Ευρώπης. Μία πολιτική που θα ανταποκρίνεται στις παρακαταθήκες και τα οράματα των ευρωπαϊκών λαών. 6.4. Ανεργία και φτώχεια 6.4.1. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έχει επικεντρώσει το ενδιαφέρον της στο ζήτημα προτεραιότητας που συνιστά η απασχόληση, ως τμήμα ενός μοντέλου αειφόρου οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης. Έχει προσδώσει μεγάλη σημασία στην έγκαιρη επίτευξη της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, κατά τρόπο ώστε να ενισχυθεί η επίδειξη εμπιστοσύνης και η απασχόληση. Έχει υποστηρίξει την ιδέα περί συγκριτικών κριτηρίων όσον αφορά τις επιδόσεις στον τομέα της απασχόλησης, ένα πολυετές σχέδιο με συγκεκριμένα μέτρα και δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα, καθώς και μέσα και μηχανισμούς παρακολούθησης έναντι των οποίων δεσμεύονται τα κράτη μέλη. Έχει ενθαρρύνει δυναμικές διαδικασίες «ελέγχου των επιδόσεων» («benchmarking» procedures), συμπεριλαμβανομένου και ευρωπαϊκού «ελέγχου των συνεπειών της απασχόλησης» («employment impact check»). Έχει εμμόνως καλέσει την Επιτροπή να ενισχύσει τη διαμόρφωση στοχοθετημένων στρατηγικών πλαίσιο ανά συγκεκριμένο τομέα και κλάδο για την ανάπτυξη και την απασχόληση, γεγονός το οποίο προϋποθέτει την ενεργό συνεργασία και δέσμευση των ενδιαφερομένων φορέων και από τις δύο πλευρές του εν λόγω τομέα. Έχει ζητήσει την «εκ βάθρων και ανά κλάδο αναδιάρθρωση» («root-and-branch revamping») των διαρθρωτικών ταμείων προς όφελος μόνιμων «πρόσθετων» θέσεων απασχόλησης. Έχει υποστηρίξει ιδιαίτερα το στόχο της παροχής σε όλους τους νέους ανά την Ευρώπη της εγγύησης ότι, εντός ενός έτους από την περάτωση των σπουδών τους, θα έχουν πρόσβαση σε θέση απασχόλησης, επαγγελματική πείρα ή περαιτέρω κατάρτιση και έχει ζητήσει τον καθορισμό σαφέστερων ποσοτικών και ποιοτικών στόχων στον τομέα της εκπαίδευσης και κατάρτισης. Η ΟΚΕ έχει επίσης υποστηρίξει, αφενός, ότι η φορολογική πολιτική χρήζει επαναξιολόγησης υπό το πρίσμα των συνεπειών της απασχόλησης και, αφετέρου, ότι μία συντονισμένη δημοσιονομική στρατηγική θα πρέπει να συμβάλει σε γενικευμένες διαπραγματεύσιμες απαλλαγές για τις έμμεσες μισθολογικές επιβαρύνσεις. Έχει αιτηθεί χαμηλότερους συντελεστές ΦΠΑ για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες υψηλής έντασης εργατικού δυναμικού (labour intensive) που παρέχουν μείζονες ευκαιρίες για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Έχει εκφράσει τη σθεναρή υποστήριξή της όσον αφορά την ανάληψη επιχειρηματικής δράσης και την πραγματοποίηση επενδύσεων σε ΜΜΕ και σε μικρές επιχειρήσεις που συμβάλλουν στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης. Η ΟΚΕ έχει εκφέρει ευνοϊκή γνώμη για το «Πρόγραμμα Ειδικής Δράσης του Άμστερνταμ» της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕ) και έχει καλέσει την ΕΤΕ να προβεί στην υιοθέτηση μιας πιο διακινδυνευμένης στάσης και μιας περισσότερο στοχοθετημένης προσέγγισης έναντι σχεδίων τα οποία δύνανται να επιτείνουν τις δυνατότητες απασχόλησης και την ποιότητα των θέσεων εργασίας, συνυπολογίζοντας δεόντως τη βιωσιμότητά τους από εμπορικής πλευράς. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έχει επίσης ζητήσει τη διενέργεια διαπραγματεύσεων για τη λειτουργική αναδιοργάνωση και τη μείωση των ωρών εργασίας, γεγονός το οποίο - σε συνδυασμό με ευελιξία, ελκυστικές δυνατότητες μερικής απασχόλησης και περισσότερες ώρες λειτουργίας - δύναται να έχει ευεργετικό αντίκτυπο επί της απασχόλησης, στο πλαίσιο των συλλογικών συμφωνιών. 6.4.2. Φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός 6.4.3. Η ΟΚΕ έχει προτείνει ανά τακτά χρονικά διαστήματα πολιτικές για τη στήριξη του εισοδήματος και την πρόληψη της φτώχειας, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο. 7. Αντιμετώπιση του προβλήματος του παιδεραστικού σεξουαλικού τουρισμού Η ανακοίνωση της Επιτροπής (). 7.1. Γενικές Παρατηρήσεις 7.1.1. Το κείμενο της Επιτροπής θεωρείται ως μία επί μέρους συμβολή στη γενικότερη προσφορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης να καταπολεμήσει τη σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευση των παιδιών. 7.1.2. Το κείμενο αξιοποιεί τα πορίσματα του Συνεδρίου της Στοκχόλμης (Αύγουστος 1996) εναντίον της εμπορικής και σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών και ιδιαίτερα επιχειρεί την αξιοποίηση προγράμματος Δράσης στο οποίο κατέληξε το Συνέδριο της Στοκχόλμης. 7.1.3. Η βασική κατεύθυνση του κειμένου της Επιτροπής μπορεί να θεωρηθεί ως μία ισορροπημένη προσέγγιση ανάμεσα στα προβλήματα που θέτει η «ζήτηση» παιδεραστικού σεξουαλικού τουρισμού και η αντίστοιχη προσφορά. 7.1.4. Οι βασικές προτάσεις της Επιτροπής αρθρώνονται σε τρεις άξονες: - αποθάρρυνση και τιμωρία των παιδεραστών 7 - ανάληψη συγκεκριμένης δράσης καταστολής, τόσο των διαδικασιών προσφοράς, όσο και των διαδικασιών τουριστικής ζήτησης παιδεραστικού σεξουαλικού τουρισμού 7 - ενθάρρυνση των κρατών μελών να λάβουν κοινή στάση εναντίον αυτής της μάστιγας. Για την αποθάρρυνση και τιμωρία των παιδεραστών 7.1.5. Για την εξυπηρέτηση του πρώτου στόχου η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι υπάρχει ανάγκη δικαστικής συνεργασίας και εναρμόνισης σε επίπεδο δικαίου και νομοθεσίας. Αναμφισβήτητα οι διαδικασίες για την εναρμόνιση του δικαίου από το επίπεδο των ορισμών μέχρι το επίπεδο των ποινών, είναι επιβεβλημένο να επιταχυνθούν. 7.1.6. Εφόσον οι χώρες και οι περιοχές υποδοχής παιδεραστικού τουρισμού είναι συγκεκριμένες, η αποθάρρυνση των παιδεραστών θα μπορούσε να ενισχυθεί από παρατηρητήρια σωστά επανδρωμένα με ειδικευμένο προσωπικό από τις χώρες αποστολής και υποδοχής, επιφορτισμένα με την ευθύνη της καταγραφής, της αποκάλυψης και της δημοσιοποίησης περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. 7.1.7. Οι κίνδυνοι δημοσιοποίησης στη χώρα αποστολής ίσως αποτελεί έναν από τους πλέον αποτρεπτικούς συντελεστές. 7.1.8. Μία αποφασιστική δράση θα μπορέσει να διασφαλίσει ότι δεν υπάρχουν οργανωμένα γραφεία προσφοράς τέτοιων υπηρεσιών στις χώρες ζήτησης. Η καταδίκη των επιχειρήσεων προβολής, διοργάνωσης ή προώθησης παιδεραστικού τουρισμού, η δημοσιοποίηση των καταδικασμένων επιχειρηματιών, αλλά και των εργαζομένων σε επιχειρήσεις προώθησης παιδεραστικού τουρισμού, θα αποτελούσαν ισχυρούς αποθαρρυντικούς συντελεστές. 7.2. Περιορισμός της ροής παιδεραστικού τουρισμού από τα κράτη μέλη 7.2.1. Σ'αυτό το κεφάλαιο η Επιτροπή δίνει έμφαση σε μία πολιτική ευαισθητοποίησης και διαμόρφωσης κωδίκων καλής συμπεριφοράς. 7.2.2. Η ΟΚΕ κρίνει αξιόλογες τις προτάσεις ευαισθητοποίησης, αρκεί να διασφαλίζεται το γεγονός ότι οι καμπάνιες αυτού του είδους δεν εθίζουν την κοινή γνώμη στην ύπαρξη και την έκταση του φαινομένου και δεν έχουν ως αποτέλεσμα την αδιαφορία ή την ανοχή έναντι του φαινομένου αυτού. 7.2.3. Στο δεύτερο σκέλος, το σκέλος της ενθάρρυνσης κωδίκων συμπεριφοράς και αυτοέλεγχου στην τουριστική βιομηχανία, η ΟΚΕ κρίνει ότι 7 οι κώδικες καλής συμπεριφοράς πρέπει να διαμορφωθούν όσο το δυνατόν συντομότερα και να ενθαρρυνθεί ο σεβασμός και η τήρησή τους με τιμητικές διακρίσεις, σε τοπικό, κρατικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Διακρίσεις που θα μπορούν ν'αξιοποιηθούν διαφημιστικά από την τουριστική βιομηχανία. 7.2.4. Η ΟΚΕ κρίνει ότι οι διαστάσεις και η σημασία του φαινομένου επιβάλλουν τη διαμόρφωση μιας πλήρους κατασταλτικής πολιτικής που θα καλύπτει ποινικοποίηση, από το επίπεδο του marketing στις χώρες ζήτησης, μέχρι το επίπεδο της μεταφοράς και της προσφοράς υπηρεσιών παιδεραστικού τουρισμού. 7.2.5. Η αποδοχή διακηρύξεων δεν συνιστά αποτρεπτική πολιτική. 7.2.6. Το παράδειγμα των Γερμανών Tour Operators είναι ένα παράδειγμα στη σωστή κατεύθυνση. Η κατεύθυνση αυτή αποκαλύπτει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι Tour Operators στην όλη τουριστική βιομηχανία και, κατά συνέπεια, αποκαλύπτει την ανάγκη διαμόρφωσης σαφέστατης πολιτικής που θα τους αφορά, σε όλα τα επίπεδα, από το επίπεδο των κωδίκων συμπεριφοράς μέχρι το ποινικό. 7.2.7. Η εξέταση της δυνατότητας ή της χρησιμότητας της δημιουργίας ειδικευμένων τουριστικών αστυνομικών μονάδων στα κράτη μέλη, όπου δεν υπάρχουν, του συντονισμού τους σε επίπεδο Europol και Interpοl και της κατάλληλης προετοιμασίας της ενίσχυσης και «εξοπλισμού» τους με την απαραίτητη υποδομή, θα αποτελούσε ένα θαρραλέο βήμα στη σωστή κατεύθυνση. 7.3. Η καταπολέμηση του παιδεραστικού σεξουαλικού τουρισμού σε τρίτες χώρες 7.3.1. Η ΟΚΕ κρίνει τις προτάσεις της Επιτροπής ως σημαντική συνεισφορά στην αντιμετώπιση του προβλήματος. 7.3.1.1. Σε σχέση με το ως άνω κεφάλαιο η ΟΚΕ κρίνει ότι οι τρίτες χώρες δεν είναι ένας ενιαίος ομοιογενής χώρος. Οι διαφοροποιήσεις, πολιτικές, οικονομικές, θρησκευτικές, πολιτιστικές, επιβάλλουν και επιτρέπουν την ανάπτυξη διαφορετικών πολιτικών, δράσεων, συνεργασιών. 7.3.2. Η ΟΚΕ προτείνει την ένταξη του θέματος στην ατζέντα διαλόγου με τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, στην ατζέντα του Ευρωμεσογειακού διαλόγου και στην ατζέντα του διαλόγου με τις χώρες ΑΣΕΑΝ. 7.3.3. Ειδική φροντίδα πρέπει να καταβληθεί ώστε στο διάλογο για τη διεύρυνση της ΕΕ να γίνει απόλυτα κατανοητό, σε κάθε κατεύθυνση, ότι ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα και ιδιαίτερα τα δικαιώματα του παιδιού, η εναρμόνιση δικαιακών κανόνων αλλά και η τήρησή τους, σε ό,τι αφορά τη διακίνηση παιδιών στον παιδεραστικό τουρισμό, είναι ζήτημα ύψιστης σημασίας για την ΕΕ. 7.4. Ο ρόλος της ΟΚΕ 7.4.1. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή μπορεί να αναλάβει την πρωτοβουλία και την ευθύνη της αξιοποίησης του διαλόγου της με τις ΟΚΕ κάθε μιας «κατηγορίας» ομάδας κρατών των περιοχών που αναφέραμε, για τη συζήτηση και την αντιμετώπιση του θέματος. 7.5. Γενικότερες πολιτικές 7.5.1. H OKE κρίνει ότι στο πλαίσιο του Διεθνούς ρόλου της η ΕΕ μπορεί να αναδείξει το θέμα ως θέμα προτεραιότητας στο πλαίσιο της διεθνούς κοινωνίας. 7.5.2. Στο διάλογο των Διεθνών Οργανισμών όπως ο ΟΗΕ, η UNESCO, η UNICEF, στο διάλογο Βορρά-Νότου, στο πλαίσιο του Διεθνούς Οργανισμού Εμπορίου, κ.λπ., η ΕΕ πρέπει να προωθήσει συγκεκριμένες σε χρόνο και χώρο πολιτικές. Πολιτικές με σαφή στόχευση καταπολέμησης των συγκεκριμένων γενεσιουργών αιτίων του προβλήματος. 7.5.3. Οι προτάσεις της ΟΚΕ που αφορούν την αντιμετώπιση της εκμετάλλευσης των παιδιών σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο ασφαλώς αναφέρονται και στην αντιμετώπιση των γενεσιουργών αιτίων του παιδεραστικού σεξουαλικού τουρισμού. 7.5.4. Η πρόταση σχετικά με τη δημιουργία περιφερειακών συντονιστικών οργάνωνγια την αντιμετώπιση της παιδικής εκμετάλλευσης (με πρωτοβουλία της ΟΚΕ) ασφαλώς αφορά και την αντιμετώπιση του παιδεραστικού σεξουαλικού τουρισμού. Βρυξέλλες, 2 Ιουλίου 1998. Ο Πρόεδρος της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Tom JENKINS () Βλέπε γνωμοδότηση της ΟΚΕ, (ΕΕ αριθ. C 153 της 28.5.1996). () «Τα μέρη αναγνωρίζουν το δικαίωμα του παιδιού να τυγχάνει προστασίας έναντι της οικονομικής εκμετάλλευσης και της άσκησης οποιασδήποτε εργασίας ενδέχεται να ζημιώσει ή να παρέμβει στη διαπεδαγώγησή του ή να αποβεί επιβλαβής για την υγεία του ή για τη φυσική, πνευματική, ηθική ή κοινωνική του ανάπτυξη». «Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού», ΟΗΕ, 1989, άρθρο 32.1. () Βλέπε γνωμοδότηση της ΟΚΕ σχετικά με την «Ευρωπαϊκή πολιτιστική πολιτική για τα παιδιά», ό.π. () The state of the world's children 1997/Unicef. () COM(96) 547 τελικό. () «The future of North-South Relations: towards sustainable economic and social development», «Cahiers» of the Forwards Studies Unit, 1997 No 1. () Unesco, Unicef, Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, Συμβούλιο της Ευρώπης, μη κυβερνητικοί οργανισμοί. () COM(97) 0197 τελικό - Βρυξέλλες, 6.5.1997. () COM(97) 47 τελικό της 10.2.1997. () COM(97) 142 τελικό της 30.4.1997. () Making the European Union a global actor, Ensuring complementarity between internal and external policies, Developing a strategy for human resources. () COM(96) 547 τελικό, της 27.11.1996. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι στη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Η ανάγκη κοινής ορολογίας Η εννοιολογική αποσαφήνιση των όρων αποτελεί χρήσιμο εργαλείο για αποτελεσματική επικοινωνία, χάραξη πολιτικής, εφαρμογή οδηγιών και εναρμόνιση πολιτικής. Ο μεγάλος αριθμός των διεθνών οργανισμών των ΜΚΟ, των φορέων που ασχολούνται με το πρόβλημα, επιβάλλει την καθιέρωση και τη χρήση κοινής ορολογίας. Βασικοί όροι και ορισμοί Ο ορισμός της έννοιας του όρου «παιδί». Με βάση τη διακήρυξη των δικαιωμάτων του παιδιού του ΟΗΕ, ως «παιδί» χαρακτηρίζεται κάθε άνθρωπος ηλικίας μέχρι και 18 ετών. Με βάση τη Διάσκεψη αριθ. 138 της ΔΟΕ, το ελάχιστο όριο ηλικίας για νόμιμη απασχόληση είναι η ηλικία των 15 ετών. Το όριο αυτό υπολογίζεται με βάση την αναγκαία ηλικία για την ολοκλήρωση της αναγκαστικής εκπαίδευσης (6 + 9 = 15). Διάφορα νομοθετικά συστήματα προσδιορίζουν κατά διαφορετικό τρόπο τις επιτρεπόμενες εργασίες για παιδιά ηλικίας μεταξύ 15 και 18. Ο γερμανικός νόμος περί προστασίας των παιδιών στην εργασία και ο νόμος για την παροχή βοήθειας στα παιδιά και τους νέους ανθρώπους όριζε ως παιδί τον νέο που δεν έχει συμπληρώσει τα 14 χρόνια ή και κάθε νέο άτομο που υπόκειται στη νομοθεσία σχετικά με την υποχρεωτική εκπαίδευση, δηλαδή νέους μέχρι 15 ετών. Νέοι ηλικίας μεταξύ 14-18 που έχουν απαλλαγεί από την υποχρεωτική εκπαίδευση θεωρούνται έφηβοι. Η υποχρεωτική εκπαίδευση διαρκεί μέχρι το 15ο έτος στη Γερμανία και την Αυστρία, ενώ μέχρι το 16ο στη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Κάτω Χώρες. Κατά κανόνα ο ορισμός της ηλικίας για νόμιμη απασχόληση συμπίπτει με το πέρας της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Νόμιμη ηλικία για τη σύναψη σεξουαλικών σχέσεων Η ΟΚΕ εκτιμά ότι η δυνητική εναρμόνιση σε επίπεδο ΕΕ όσον αφορά τη νόμιμη ηλικία για τη σύναψη σεξουαλικών σχέσεων συνιστά ζήτημα που χρήζει εξέτασης εκ μέρους των ενδεδειγμένων αρμοδίων αρχών. Εκμετάλλευση των παιδιών (exploitation of children) Ως εκμετάλλευση των παιδιών ορίζουμε: α) τη χρησιμοποίηση των παιδιών από οποιονδήπότε τρίτο δι'ίδιον όφελος και κατά τρόπο, ή με αποτέλεσμα, επιβλαβή για τη σωματική ψυχική και πνευματική υγεία του παιδιού 7 β) κατά τρόπο αντιβαίνοντα προς τα δικαιώματα του παιδιού, όπως αυτά περιγράφονται στη διακήρυξη του ΟΗΕ 7 γ) κατά τρόπο αντίθετο με τα χρηστά ήθη της κοινωνίας, τόσο του ασκούντος την εκμετάλλευση όσο και του υφιστάμενου. Κακοποίηση παιδιών Η ΟΚΕ θεωρεί ότι η άσκηση επί του παιδιού σωματικής/ψυχικής/πνευματικής βίας δι'οιονδήποτε σκοπόν νοείται ως κακοποίηση. Η δι'ίδιον όφελος ή ικανοποίησιν άσκηση βίας επί παιδιών ορίζεται ως κακοποίηση. Ο εξαναγκασμός του παιδιού, άμεσος ή έμμεσος, να ενεργεί προς όφελος ή προς ικανοποίηση τρίτου είναι κακοποίηση και κακομεταχείριση. Ως κακοποίηση ορίζεται, επίσης, η δια λόγους «κοινωνικού συμφέροντος», «οικογενειακού συμφέροντος», «εθνικού συμφέροντος», άσκηση βίας ψυχικής, πνευματικής, φυσικής σε παιδιά. Ως κακοποίηση (σωματική, ψυχική, πνευματική) και εκμετάλλευση παιδιού ορίζεται και η χρησιμοποίησή του για ερωτική/σεξουαλική ικανοποίηση-απόλαυση από ενήλικο. Αδιαφορία και κακομεταχείριση Η αδιαφορία προς τις φυσικές, ψυχικές, πνευματικές ανάγκες των παιδιών και η κακομεταχείρισή τους είναι φαινόμενα που επιδέχονται μία ελαστικότητα ορισμών ανάλογα με την κυρίαρχη ηθική στις διάφορες κοινωνικές ομάδες και κοινωνίες. Όμως, και σε αυτές τις περιπτώσεις, σχεδόν σε κάθε χώρα υπάρχουν ανεκτά όρια και όρια παρέμβασης από πλευράς της πολιτείας. Επειδή αυτή η κατηγορία παιδιών αφορά παιδιά, σε μεγάλο αριθμό, που βρίσκονται στα όρια ή και στο κρίσιμο στάδιο να καταλήξουν στο δρόμο ή να παραμείνουν στο σπίτι, αλλά σε προβληματική κατάσταση, απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Είναι η κατηγορία «εν δυνάμει τροφοδότης» των «παιδιών του δρόμου». Όμως, η παρέμβαση της κοινωνίας ή της πολιτείας είναι μέχρι ενός ορίου αδύνατη. Είναι, ωστόσο, και η κατηγορία στην οποία η πρόληψη μπορεί να αποφέρει καρπούς. Η εγκατάλειψη Η εγκατάλειψη (abandonment) παιδιών Ως εγκατάλειψη παιδιών η ΟΚΕ ορίζει την αποκοπή κάθε ενδιαφέροντος φροντίδας και επαφής των γονέων ή των οικείων προς τα παιδιά. Η εγκατάλειψη οικίας και οικογένειας από τα παιδιά Ως εγκατάλειψη της οικογένειας και της οικίας - προσωρινή, επαναλαμβανόμενη ή μόνιμη - ορίζουμε την αποξένωση του παιδιού από την οικογενειακή σχέση και το χώρο κατοικίας. Με τους ως άνω ορισμούς καθίσταται σαφές ότι η εκμετάλλευση και η κακομεταχείριση των παιδιών είναι μία δυναμική, πολυεπίπεδη, πολυσύνθετη και εξελικτική διαδικασία. Κατά συνέπεια η αντιμετώπισή τους ως στιγμιαίων αδικημάτων αφήνει αναπάντητα, ανερεύνητα και χωρίς αντιμετώπιση τα γενεσιουργά αίτια του προβλήματος. Η εκμετάλλευση των παιδιών οιασδήποτε μορφής και βαθμού είναι πρωτίστως κοινωνικό πρόβλημα, πρόβλημα κοινωνικής παθολογίας. Είναι επίσης αδίκημα κατά τη διάπραξη του οποίου το κοινωνικό πρόβλημα προσωποποιείται σε αδικούντα και αδικούμενο. Ο περιορισμός ενός κοινωνικού προβλήματος σε αδίκημα προκαθορίζει τις επιλεγόμενες πολιτικές αντιμετώπισης του προβλήματος και του αδικήματος. Παιδεραστικός σεξουαλικός τουρισμός Ως παιδεραστικό σεξουαλικό τουρισμό ορίζουμε είτε τον οργανωμένο τουρισμό που έχει ως κύριο σκοπό την προσφορά σεξουαλικών «υπηρεσιών» από παιδιά στους καταναλωτές τουρίστες είτε οργανωμένα ταξίδια που περιλαμβάνουν μέσα στο πρόγραμμά τους την οργανωμένη προσφορά τέτοιων υπηρεσιών είτε τη διασύνδεση με «κυκλώματα» που θα φροντίσουν την ικανοποίηση τέτοιου είδους αναγκών. Σχετικά με το πορτραίτο και τον ορισμό των ειδικών κατηγοριών τουριστών που επιδίδονται σε παιδεραστικό σεξουαλικό τουρισμό η ΟΚΕ αποδέχεται τους ορισμούς της Επιτροπής(). () COM(96) 547 τελικό. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ στη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Δράσεις της Επιτροπής για την αντιμετώπιση της εκμετάλλευσης των παιδιών (). () SEC(97) 1265 της 27.6.1997.