This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 51998AC0978
Opinion of the Economic and Social Committee on the 'Communication from the Commission to the Council, the European Parliament, the Economic and Social Committee and the Committee of the Regions - Implementing European Union strategy on defence-related industries'
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών - Υλοποίηση της στρατηγικής της Ένωσης στον τομέα των βιομηχανιών που συνδέονται με τον τομέα της άμυνας»
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών - Υλοποίηση της στρατηγικής της Ένωσης στον τομέα των βιομηχανιών που συνδέονται με τον τομέα της άμυνας»
ΕΕ C 284 της 14.9.1998, p. 115
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών - Υλοποίηση της στρατηγικής της Ένωσης στον τομέα των βιομηχανιών που συνδέονται με τον τομέα της άμυνας»
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 284 της 14/09/1998 σ. 0115
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών - Υλοποίηση της στρατηγικής της Ένωσης στον τομέα των βιομηχανιών που συνδέονται με τον τομέα της άμυνας» (98/C 284/18) Στις 4 Δεκεμβρίου 1997, και σύμφωνα με το άρθρο 198 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση. Το τμήμα βιομηχανίας, εμπορίου, βιοτεχνίας και υπηρεσιών, στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 3 Ιουνίου 1998 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. Mobbs. Κατά την 356η σύνοδο ολομέλειας της 1ης και 2ας Ιουλίου 1998 (συνεδρίαση της 2ας Ιουλίου), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 68 ψήφους υπέρ, 20 κατά και 17 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση. 1. Συμπεράσματα 1.1. Είναι απαραίτητο να εκφραστεί η πολιτική βούληση της Ευρώπης για τη χάραξη μιας Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) και για την αναγνώριση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας ως βασικού συντελεστή αυτής της πολιτικής. 1.2. Η εναρμόνιση των λειτουργικών απαιτήσεων αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της μελλοντικής εξέλιξης προς μία ευρωπαϊκή αγορά αμυντικού εξοπλισμού. Παράλληλα, απαιτείται η εναρμόνιση των διαδικασιών αγοράς, των κανονιστικών διατάξεων και των προδιαγραφών που ισχύουν για τον αμυντικό εξοπλισμό. Είναι προφανές ότι η ίδρυση μιας Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξοπλισμών που θα αναλάβει τη διαχείριση κοινών δράσεων θα προσφέρει επίσης πλεονεκτήματα. 1.3. Για να διατηρήσουν τη δυνατότητα αποτελεσματικής δράσης, οι ευρωπαϊκές ένοπλες δυνάμεις πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους υψηλή τεχνολογία, εξοπλισμό με καλή σχέση κόστους/απόδοσης το κόστος του οποίου μπορεί να καλυφθεί από τα έθνη. Η Ευρώπη δεν πρέπει να εξαρτάται από τρίτες χώρες όσον αφορά τον αμυντικό εξοπλισμό της και αυτό για πολιτικούς, τεχνικούς και οικονομικούς λόγους. Συνεπώς, είναι πάρα πολύ σημαντικό να διαθέτει μία σύγχρονη, αποδοτική και ανταγωνιστική αμυντική βιομηχανία, που θα αποτελεί νευραλγικό παράγοντα των προμηθειών της για την ασφάλειά της. 1.4. Προκειμένου να διατηρηθεί η ικανότητα της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας να υποστηρίζει τη μελλοντική ΚΕΠΠΑ της Ευρώπης, πρέπει να δημιουργηθεί μία ευρωπαϊκή αγορά αμυντικού εξοπλισμού. Αυτή θα είναι και η βάση στην οποία θα στηριχθεί η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία στην προσπάθειά της να προωθήσει τον υπερεθνικό εξορθολογισμό, προκειμένου να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά της στην παγκόσμια αγορά. 1.5. Η λειτουργία μιας ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού θα απαιτήσει την αποδοχή της βιομηχανικής/τεχνολογικής αλληλεξάρτησης των εθνών και την ασφάλεια του εφοδιασμού. 1.6. Μακροπρόθεσμα, η διατήρηση της βιομηχανικής και τεχνολογικής βάσης της ευρωπαϊκής άμυνας θα καταστήσει απαραίτητο τον εντοπισμό των τεχνολογιών «αιχμής» που είναι απαραίτητες για το σκοπό αυτό. Η προσπάθεια αυτή θα πρέπει να συμπληρωθεί από μία κεντρικώς διοικούμενη και χρηματοδοτούμενη πανευρωπαϊκή δράση στους τομείς της έρευνας και της τεχνολογίας. Ένα παράδειγμα του έργου που πρέπει να επιτελεστεί προσφέρει η πρώτη φάση της επιστημονικής και τεχνικής μελέτης μιας Δυτικοευρωπαϊκής Ομάδας Εξοπλισμού. 1.7. Οι κυβερνήσεις των κρατών μελών πρέπει να λάβουν εδώ και τώρα θετικά μέτρα για να καταδείξουν τη βούληση της Ευρώπης να προωθήσει της χάραξη μιας ΚΕΠΠΑ, να θέσει συγκεκριμένους στόχους και να επιτρέψει την αναδιάρθρωση και τον εξορθολογισμό της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Εάν δεν είναι διατεθειμένες ή δεν μπορούν να κάνουν τίποτε απ' όλα αυτά, οι κυβερνήσεις πρέπει να αναλάβουν πλήρως την ευθύνη για τη συνεχιζόμενη παρακμή του κλάδου και την αυξανόμενη εξάρτηση της Ευρώπης από εναλλακτικές πηγές προμήθειας αμυντικού εξοπλισμού. Υπάρχουν ενθαρρυντικές ενδείξεις ότι ορισμένες κυβερνήσεις αναγνωρίζουν τα προβλήματα του τομέα της αμυντικής βιομηχανίας και αρχίζουν να αναλαμβάνουν θετική δράση για να βοηθήσουν την αναδιάρθρωση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. 2. Ιστορικό 2.1. Μέχρι προσφάτως, η ΕΚ δεν είχε καμία ιδιαίτερη ανάμιξη στο χώρο της αμυντικής βιομηχανίας. Αιτία ήταν η άποψη επιμέρους κρατών μελών ότι θέματα που αφορούν την άμυνα και την εθνική ασφάλεια εμπίπτουν στα κυριαρχικά δικαιώματα των ενδιαφερόμενων κρατών, αν ληφθεί υπόψη μία αρκετά διασταλτική ερμηνεία του άρθρου 223 της Συνθήκης. 2.2. Τον Ιανουάριο του 1996, η Επιτροπή εξέδωσε την πρώτη ολοκληρωμένη ανακοίνωσή της για τις «προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία» (). Η ΟΚΕ υιοθέτησε σχετική γνωμοδότηση το Μάρτιο του 1997 (). 2.3. Παρά το ότι η παρούσα γνωμοδότηση δεν θα υπεισέλθει σε θέματα που καλύπτονται λεπτομερώς στο αρχικό έγγραφο της Επιτροπής, θα ήταν σκόπιμο να επαναληφθούν οι κύριες απόψεις της Επιτροπής και της ΟΚΕ. 2.3.1. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και η κατάρρευση του σοβιετικού συνασπισμού επέφερε μία σταδιακή αλλαγή στην φύση του αμυντικού περιβάλλοντος. Το βασικό σκεπτικό στο οποίο στηριζόταν η εκτίμηση των αμυντικών αναγκών άλλαξε και οι κυβερνήσεις ήταν υποχρεωμένες να προσαρμοσθούν στις συνέπειες της τόσο από λειτουργική άποψη, όσο και από την άποψη της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. 2.3.2. Η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία ευρίσκεται, επίσης, αντιμέτωπη με ένα πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον που μεταβάλλεται διαρκώς και απαιτεί εξορθολογισμό που υπερβαίνει τα εθνικά όρια. Λόγω των συνεχών περικοπών του αμυντικού προϋπολογισμού και του ανελέητου διεθνούς ανταγωνισμού, υπήρξαν μεμονωμένες επιχειρήσεις οι οποίες ανέλαβαν την πρωτοβουλία να αναδιαρθρώσουν - για εμπορικούς λόγους - τις δραστηριότητές τους με αποτέλεσμα την απώλεια θέσεων απασχόλησης. Πάνω από όλα, ο αποσπασματικός χαρακτήρας της ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού εμποδίζει σημαντικά την εφαρμογή μιας πραγματικά κοινής ευρωπαϊκής στρατηγικής στο χώρο της αμυντικής βιομηχανίας. 2.3.3. Ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κυβερνήσεις είναι η διατήρηση μιας ισορροπημένης σχέσης μεταξύ της πολιτικής αναγκαιότητας για την ύπαρξη μιας ισχυρής και τεχνολογικά εξελιγμένης και ανεξάρτητης βιομηχανίας, η οποία αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο μιας πραγματικά ανεξάρτητης ευρωπαϊκής κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) και της ανάγκης να επωφεληθούν από τον περιορισμό της απειλής στρατιωτικών συρράξεων και να εξοικονομήσουν πόρους από τις αμυντικές δαπάνες για να τους χρησιμοποιήσουν σε άλλους τομείς υψηλής προτεραιότητας που έχουν κοινωνικό και περιβαλλοντικό χαρακτήρα. 2.3.4. Στην προηγούμενη γνωμοδότησή της, η ΟΚΕ καλούσε την Επιτροπή να συνεκτιμήσει τις διασυνδέσεις του κλάδου με τις πολιτικές για την ασφάλεια και την άμυνα, τον τρόπο με τον οποίο είναι οργανωμένη η παραγωγή και η Ε& ΤΑ καθώς και την εξάρτηση από τα υπουργεία αμύνης για τη διατήρηση των αγορών του. Επιπροσθέτως, προκειμένου να διατηρηθεί το επίπεδο απασχόλησης και τεχνολογικής ανάπτυξης σε μία περίοδο που μειώνεται η ζήτηση στην αγορά αμυντικού εξοπλισμού, πρέπει να επιταχυνθεί η μετατροπή και η διαφοροποίηση επιχειρήσεων και να εξεταστούν οι δυνατότητες που προσφέρει η αξιοποίηση τεχνολογιών διπλής χρήσης. 2.4. Το Σεπτέμβριο του 1997, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση για την «Ευρωπαϊκή βιομηχανία αεροδιαστημικής» (). Αξίζει να σημειωθεί ότι, το Δεκέμβριο του 1996, η Επιτροπή είχε εκδώσει επίσης ανακοίνωση για το «Διάστημα» (). Οι γνωμοδοτήσεις της ΟΚΕ και για τις δύο ανακοινώσεις υιοθετήθηκαν τον Ιανουάριο του 1998 (). 2.5. Όλες αυτές οι ανακοινώσεις έχουν επίκαιρο χαρακτήρα επειδή: α) οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις είναι συχνά οι ίδιες, β) οι σχετικές τεχνολογίες έχουν πολλά κοινά σημεία και γ) τα προβλήματα ανταγωνισμού στην αγορά είναι σε πολλές περιπτώσεις παρόμοια, ακόμη και αν οι συνθήκες που επικρατούν στην καταναλωτική αγορά είναι διαφορετικές. 3. Η σημερινή κατάσταση 3.1. Η πρώτη ανακοίνωση της Επιτροπής για την αμυντική βιομηχανία (βλέπε υποσημείωση 1) δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 1996, δηλαδή πριν από τη Διακυβερνητική Διάσκεψη. Δυστυχώς, στη Συνθήκη του Άμστερνταμ, που υπογράφτηκε τον Ιούλιο του 1997, δεν περιλαμβάνονται σαφείς αποφάσεις όσον αφορά τα θέματα που σχετίζονται με την ΚΕΠΠΑ. Αυτός είναι και ο λόγος που η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία παραμένει, εν γένει, κατακερματισμένη σε μικρές ενότητες που δεν είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν με τον ενδεδειγμένο τρόπο στις απαιτούμενες διεργασίες εξορθολογισμού και συγκέντρωσης. Παρά την αναδιάρθρωση του κλάδου, η οποία πραγματοποιείται κατά κύριο λόγο σε εθνική κλίμακα (οι περιπτώσεις διασυνοριακής διαχείρισης είναι περιορισμένες) ο κλάδος δεν διαθέτει μία ενιαία πολιτική βάση για να στηρίξει τη συνολική αναδιάρθρωσή του, η οποία είναι, ωστόσο, απαραίτητη για να καταστεί ανταγωνιστικός στην παγκόσμια αγορά. Όλα αυτά έχουν ιδιαίτερη σημασία όσον αφορά τον ανταγωνισμό με την αμυντική βιομηχανία των ΗΠΑ, η οποία έχει αναδιαρθρωθεί με ταχείς ρυθμούς «χάρη στην εμφανή και έμπρακτη υποστήριξη της κυβέρνησης» (). 3.2. Οι πιέσεις που ασκούνται σήμερα στο εμπόριο και τις επιχειρήσεις, αποτέλεσμα της πτώσης που παρουσίασε η ζήτηση στρατιωτικού υλικού, επιβάλλουν τον εξορθολογισμό και την αναδιάρθρωση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η μελλοντική της ανταγωνιστικότητα. Σήμερα, η προσπάθεια εξορθολογισμού και αναδιάρθρωσης έχει αναληφθεί με αφορμή τις εν λόγω εμπορικές και επιχειρηματικές πιέσεις, χωρίς ωστόσο να λαμβάνονται υπόψη οι ευρύτερες μελλοντικές στρατηγικές ανάγκες της ΕΕ και των κρατών μελών της. 3.3. Τα τελευταία 25 χρόνια, οι κοινές επιχειρηματικές δραστηριότητες της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας αφορούσαν μεμονωμένα προγράμματα εκτέλεσης σχεδίων, στα πλαίσια των οποίων τα κράτη συμμετείχαν στις διαχειριστικές ευθύνες, τις δαπάνες, την ανάπτυξη και την παραγωγή προϊόντων. Ωστόσο, η κατάσταση αυτή οδήγησε στη δημιουργία διαρθρώσεων που ήταν ασύμφορες και δεν προσέφεραν μία ικανοποιητική σχέση κόστους/απόδοσης. Για παράδειγμα, ενώ επιδοκιμάζεται η γνωστοποίηση της πρόθεσης να προωθηθεί η παραγωγή του Eurofighter, πρέπει να αναγνωριστεί ότι το σχέδιο αυτό εκτελείται στα πλαίσια ενός προγράμματος συνεργασίας που καταρτίστηκε το 1980, δηλαδή πολύ καιρό πριν τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ασχοληθούν σοβαρά με το θέμα του μελλοντικού μεγέθους και της μορφής της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Οποιαδήποτε παρόμοια ευρωπαϊκά εγχειρήματα σοβαρού μεγέθους θα χρειαστούν ένα σύστημα κεντρικής διοίκησης σε εμπορική βάση. Η σύσταση του συνασπισμού «Airbus Military» με σκοπό να αναλάβει την κατασκευή του μελλοντικού μεγάλου ευρωπαϊκού στρατιωτικού αεροσκάφους αποτελεί το παράδειγμα των νέων βιομηχανικών διαρθρώσεων που θα είναι απαραίτητες. 3.4. Η έκκληση που απηύθυναν το Δεκέμβριο του 1997 οι ηγέτες της Γαλλίας, της Γερμανίας και του ΗΒ για την αναδιάρθρωση της ευρωπαϊκής αεροδιαστημικής και της ηλεκτρονικής αμυντικής βιομηχανίας ήταν η πρώτη πολιτική κίνηση για την κατάληψη μιας θέσης που θα επιτρέψει στις ευρωπαϊκές βιομηχανίες να αρχίσουν να υλοποιούν τις αναγκαίες αναδιαρθρώσεις. Ωστόσο, πρέπει να αναγνωριστεί ότι, εκτός και αν όλα τα κράτη μέλη αλλάξουν ριζικά τις πολιτικές τους και συμφωνήσουν στη χάραξη μιας ΚΕΠΠΑ και σε όλα όσα αυτή συνεπάγεται, πολλά από τα προβλήματα της αμυντικής βιομηχανίας θα παραμείνουν ανεπίλυτα και οι πρωτοβουλίες του κλάδου δεν θα έχουν παρά περιορισμένες δυνατότητες επιτυχίας. Ο χρόνος επείγει, προκειμένου η βιομηχανία να διατηρήσει τη σημερινή ανταγωνιστική της ικανότητα στην παγκόσμια αγορά αμυντικών εξοπλισμών. Όπως παρατηρεί η ΟΚΕ στην παράγραφο 3.15 της γνωμοδότησής της για την ευρωπαϊκή βιομηχανία αεροδιαστημικής (βλ. υποσημείωση 5) «ο μόνος τρόπος για να δοθεί μία νέα ώθηση στον κλάδο είναι να αναλάβουν τα κράτη μέλη σημαντικές κοινές δεσμεύσεις, να συμφωνήσουν επί κοινών οικονομικών στόχων και να διαθέσουν τα μέσα για την υλοποίηση αυτών». 3.5. Δεδομένου ότι, εκτός από το Συμβούλιο και την Επιτροπή (την ΕΕ), υπάρχουν πολλοί οργανισμοί, υφιστάμενοι ή προτεινόμενοι, που ενδιαφέρονται για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία. Στη συνέχεια του κειμένου θα παρατεθούν οι σημαντικότεροι από αυτούς με μία σύντομη περιγραφή του ρόλου που διαδραματίζουν. Περαιτέρω λεπτομέρειες παρατίθενται στα παραρτήματα 2 (συμμετοχή) και 3 (σχέση). 3.5.1. ΝΑΤΟ. Στα πλαίσια της παρούσας γνωμοδότησης, θεωρείται περιττή η περαιτέρω περιγραφή του οργανισμού. ΔΕΕ (Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση). Πρόκειται για ένα διεθνή οργανισμό που επιλαμβάνεται θεμάτων που αφορούν την ασφάλεια και την άμυνα. Ιδρύθηκε με τη συμφωνία του Παρισιού, που υπεγράφη τον Οκτώβριο του 1954, με την οποία τροποποιήθηκε η Συνθήκη των Βρυξελλών του 1948. Η ΔΕΕ διαδραματίζει έναν ιδιαιτέρως σημαντικό ρόλο μεταξύ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, επειδή είναι ο μοναδικός οργανισμός που είναι έτοιμος να αναλαμβάνει δράση για ανθρωπιστικούς λόγους, για τη διατήρηση της ειρήνης και για την αντιμετώπιση κρίσεων. ΔΕΟΕ (Δυτικοευρωπαϊκός όμιλος εξοπλισμών). Οργανισμός τα καθήκοντα του οποίου είναι να συντονίζει τις κοινές εξοπλιστικές δράσεις της ΔΕΕ. Οι στόχοι του ΔΕΟΕ είναι: - η αποτελεσματικότερη χρήση των πόρων, μεταξύ άλλων, με την καλύτερη εναρμόνιση των λειτουργικών απαιτήσεων, - το άνοιγμα των εθνικών αγορών αμυντικού εξοπλισμού στο διεθνή ανταγωνισμό, - την ενίσχυση της τεχνολογικής και βιομηχανικής βάσης της ευρωπαϊκής άμυνας, - τη συνεργασία στο χώρο της Ε& ΤΑ. ΔΕΟΕ (Δυτικοευρωπαϊκός οργανισμός εξοπλισμών). Ο ΔΕΟΕ είναι ένα νέο επικουρικό όργανο της ΔΕΕ, το οποίο συστάθηκε το Νοέμβριο του 1996. Πρόκειται για το πρώτο ευρωπαϊκό όργανο εξοπλισμών που διαθέτει διεθνή νομική προσωπικότητα και παρέχει ένα νομικό πλαίσιο για τις κοινές εξοπλιστικές δράσεις που του αναθέτουν οι υπουργοί του ΔΕΟΕ. ΚΟΣΤΕ (Κοινός οργανισμός συνεργασίας στον τομέα των εξοπλισμών). Επειδή δεν πληρούνται ακόμη οι προϋποθέσεις για τη σύσταση του ΕΟΕ (Ευρωπαϊκός Οργανισμός Εξοπλισμών), οι κυβερνήσεις της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας και του ΗΒ αποφάσισαν να δημιουργήσουν τον ΚΟΣΤΕ. Οι κυριότεροι στόχοι του οργανισμού είναι: - η καθιέρωση νέων και βελτιστοποιημένων διαδικασιών διαχείρισης προγραμμάτων, - η εναρμόνιση των λειτουργικών απαιτήσεων, - η τόνωση των προσπαθειών για την προαγωγή της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και της τεχνολογικής βάσης της, - η ενίσχυση της συνεργασίας στον κλάδο, - η εξασφάλιση της υποστήριξης των ενόπλων δυνάμεων βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. ΕΟΕ (Ευρωπαϊκός οργανισμός εξοπλισμών). Στη δήλωση για την Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση, που επισυνάπτεται στη Συνθήκη του Άμστερνταμ, προβλέπεται η σύσταση του ΕΟΕ ως μέσου για τη μελλοντική συνεργασία όσον αφορά τον εξοπλισμό της ΔΕΕ. 4. Η ανακοίνωση της Επιτροπής 4.1. Στην ανακοίνωση της Επιτροπής του Δεκεμβρίου 1997, επαναλαμβάνονται οι ανησυχίες που είχαν εκφραστεί αρχικώς στην ανακοίνωση του Ιανουαρίου του 1996 (βλ. υποσημείωση 1) και επισημαίνεται η επιδείνωση της κατάστασης που επικρατεί στον τομέα της απασχόλησης και το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου με τις ΗΠΑ. Η Επιτροπή κρίνει ότι πρέπει να αξιοποιηθεί κάθε διαθέσιμο μέσο για τη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικών εξοπλισμών και προτείνει μία γενική μέθοδο για την εφαρμογή της στρατηγικής αυτής που περιλαμβάνει: - πρόταση για την έκδοση κοινής θέσης για τη χάραξη μιας ευρωπαϊκής εξοπλιστικής πολιτικής με τη μορφή που προτείνει η Επιτροπή. Η πολιτική αυτή θα καλύπτει αρχικά τις ενδοκοινοτικές μεταφορές (αμυντικών εξοπλισμών), την προκήρυξη δημόσιων διαγωνισμών και κοινές τελωνειακές ρυθμίσεις, - ένα πρόγραμμα δράσεις για την αμυντική βιομηχανία. Στο σχέδιο περιγράφονται τομείς όπου θεωρείται απαραίτητο να αναληφθεί άμεση δράση. Επί του θέματος αυτού η Επιτροπή πρόκειται να καταρτίσει λεπτομερείς προτάσεις. 4.1.1. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι δύο αυτές δράσεις αλληλοσυμπληρώνονται και σκοπεύει να τις προωθήσει ταυτοχρόνως. 4.2. Όσον αφορά το πρόγραμμα δράσης, η Επιτροπή προτείνει να αναληφθεί άμεση δράση πριν από την καθιέρωση ενός νέου θεσμικού πλαισίου, για να προστατευθεί το τεχνολογικό και βιομηχανικό υπόβαθρο του αμυντικού τομέα. Έχει δε την πρόθεση να καταρτίσει λεπτομερέστερες προτάσεις δράσης στους τομείς αυτούς και καλεί την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να προσφέρουν τη συνεργασία τους για την υλοποίηση του προγράμματος δράσης. 4.3. Στην ανακοίνωση της Επιτροπής επισυνάπτεται παράρτημα Ι «Σχέδιο κοινής θέσης σχετικά με την κατάρτιση ευρωπαϊκής πολιτικής εξοπλισμών (που υιοθετήθηκε βάσει του άρθρου Ι.2 της συνθήκης για την ΕΕ)». 4.3.1. Ορισμένα από τα βασικότερα σημεία της προτεινόμενης κοινής θέσης είναι τα ακόλουθα: - θα συνεκτιμηθούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εξοπλιστικού τομέα, - η χάραξη μιας αποτελεσματικής ευρωπαϊκής εξοπλιστικής πολιτικής προϋποθέτει τη χρήση υφιστάμενων μέσων της Κοινότητας και της ΚΕΠΠΑ, - η εξοπλιστική πολιτική διασυνδέεται με ευρωπαϊκές πολιτικές, ιδιαιτέρως στους τομείς της βιομηχανίας, του εμπορίου, των τελωνειακών υπηρεσιών, των περιφερειών, του ανταγωνισμού, της καινοτομίας και της έρευνας, - το πρόγραμμα δράσης πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την ανάπτυξη μιας ευρωπαϊκής εξοπλιστικής πολιτικής, - η κοινή θέση θα επανεξεταστεί μετά από 18 μήνες. 4.3.2. Στην προσθήκη του παραρτήματος Ι περιλαμβάνεται «καθορισμός των χαρακτηριστικών του τομέα που συνδέεται με την άμυνα», που συνέταξε η ομάδα εργασίας για την ευρωπαϊκή πολιτική εξοπλισμών και εγκρίθηκε από την Επιτροπή Μονίμων Αντιπροσώπων (ΕΜΑ) στις 10 Δεκεμβρίου 1996. 4.3.3. Ορισμένα από τα βασικότερα σημεία της προσθήκης είναι τα ακόλουθα: - Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εξοπλιστικού τομέα, τα οποία έχουν αναγνωριστεί από την ίδρυση της Κοινότητας, καλύπτονται από τις διατάξεις του άρθρου 223 της Συνθήκης της Ρώμης. - Το 90 % της παραγωγής αμυντικού εξοπλισμού στην ΕΕ είναι συγκεντρωμένο σε ορισμένα κράτη μέλη και συγκεκριμένα στη Γαλλία, το ΗΒ, τη Γερμανία, την Ιταλία και τη Σουηδία. - Επειδή οι κυβερνήσεις είναι οι μοναδικοί πελάτες - και σε ορισμένες περιπτώσεις οι κυριότεροι μέτοχοι - της αμυντικής βιομηχανίας, η αγορά αυτή διαφέρει από τους περισσότερους τομείς της οικονομίας. - Η παραγωγή και το εμπόριο όπλων υπόκειται στην έγκριση των κυβερνήσεων. - Η σχέση ποιότητας/κόστους δεν είναι το μοναδικό κριτήριο της πολιτικής κρατικών προμηθειών. Παράγοντες που μπορούν να την επηρεάσουν είναι επίσης η προσφορά αντισταθμισμάτων, συμπεριλαμβανομένων και συμφωνιών βιομηχανικής συνεργασίας, καθώς και η συνεκτίμηση στρατηγικών, πολιτικών και οικονομικών παραγόντων ή παραγόντων που αφορούν την ασφάλεια. 4.4. Το σχέδιο δράσης της Επιτροπής περιλαμβάνει δράσεις στους ακόλουθους τομείς: - την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, - την προστασία της τεχνολογικής και βιομηχανικής βάσης του αμυντικού κλάδου, - την προώθηση της ενσωμάτωσης της τεχνολογικής και βιομηχανικής βάσης της ευρωπαϊκής άμυνας στο γενικό οικονομικό σύστημα, προκειμένου να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη των προσπαθειών που καταβάλλονται στον πολιτικό και στον στρατιωτικό τομέα, - τη δημιουργία των αναγκαίων προϋποθέσεων για την προαγωγή της ευρωπαϊκής ταυτότητας στους τομείς της ασφάλειας και της άμυνας. 4.4.1. Το σχέδιο της Επιτροπής περιλαμβάνει δράσεις στους ακόλουθους τομείς: 1. Απλούστευση της ενδοκοινοτικής διακίνησης. 2. Καθεστώς Ευρωπαϊκής Επιχείρησης. 3. Κρατικές Προμήθειες. 4. Ε& ΤΑ (Έρευνα και Τεχνολογική Ανάπτυξη). 5. Τυποποίηση. 6. Τελωνειακοί δασμοί. 7. Καινοτομία, μεταφορά τεχνολογίας και ΜΜΕ. 8. Πολιτική ανταγωνισμού. 9. Εξαγωγές. 10. Διαρθρωτικά Ταμεία. 11. Φορολογικά. 12. Αρχές πρόσβασης στην αγορά. 13. Προδιαγραφή επιδόσεων. 14. Διεύρυνση. 4.4.2. Τέλος, στην ανακοίνωση της Επιτροπής περιλαμβάνεται αναλυτικό χρονοδιάγραμμα εφαρμογής του προτεινόμενου σχεδίου δράσης που αρχίζει το πρώτο εξάμηνο του 1998 και συνεχίζεται έως το 2000. 5. Γενικές παρατηρήσεις 5.1. Η ΟΚΕ αισθάνεται ικανοποίηση που της προσφέρεται η δυνατότητα να εκφράσει την άποψή της για την υπό εξέταση ανακοίνωση της Επιτροπής ως φυσιολογική συνέχεια των προηγουμένων ανακοινώσεών της «Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία» (στο ίδιο, υποσημείωση 1) και «Η ευρωπαϊκή βιομηχανία αεροδιαστημικής απαντά στην παγκόσμια πρόκληση» (στο ίδιο, υποσημείωση 3). 5.2. Η ΟΚΕ επιδοκιμάζει σε γενικές γραμμές το σχέδιο δράσης και σημειώνει ότι η Επιτροπή εξετάζει ξεχωριστά το προτεινόμενο σχέδιο κοινής θέσης και το προτεινόμενο σχέδιο δράσης (παρόλο που περιλαμβάνονται στην ίδια ανακοίνωση). Παράλληλα, ενώ σημειώνει τις προθέσεις της Επιτροπής, επιθυμεί να τονίσει ότι η διασύνδεση του σχεδίου κοινής θέσης με το σχέδιο δράσης δεν είναι αρκετά σαφής στην ανακοίνωση και ότι θα ήθελε να της παρασχεθούν περισσότερα στοιχεία για αυτήν. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι η έλλειψη πολιτικής βούλησης και η μη ανάληψη δεσμεύσεων σχετικά με τη σύγκληση περιορίζουν τα περιθώρια κινήσεων που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, παρά το γεγονός ότι η τελευταία κρίνει ότι τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο προτεινόμενο σχέδιο δράσης πρέπει να εφαρμοστούν ούτως ή άλλως. 5.2.1. Εν τω μεταξύ, η ΟΚΕ ανησυχεί ότι για την υλοποίηση πολλών από της προτάσεις της Επιτροπής θα χρειαστεί να ληφθούν σημαντικές αποφάσεις και να αναληφθούν θετικές δράσεις από τα κράτη μέλη. Μέχρι σήμερα, όλα δείχνουν ότι οι αποφάσεις και οι δράσεις αυτές «λάμπουν δια της απουσίας τους». Εκτός εάν και έως ότου οι αρχηγοί των κυβερνήσεων των κρατών μελών λάβουν πραγματικά τις αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν όσον αφορά τους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας, η πρόοδος που θα σημειωθεί θα είναι μικρή. Ακόμη και η ανακοίνωση που εξέδωσαν το Δεκέμβριο του 1997 οι αρχηγοί των κυβερνήσεων της Γαλλίας, της Γερμανίας και του ΗΒ (βλ. σημείο 3.4 προηγουμένως), παρότι επιδοκιμάζεται, αποτελούσε στην καλύτερη περίπτωση μόνο μία πρώτη ένδειξη ενεργού ρεαλισμού εκ μέρους αυτών των τριών χωρών. 5.3. Το μέγεθος των προβλημάτων που πρέπει να επιλυθούν σε κυβερνητικό επίπεδο μπορεί να επιδειχθεί. Υπάρχουν κυβερνήσεις/επιχειρήσεις που διάκεινται ευνοϊκά απέναντι στη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού πολιτικο-στρατιωτικού συγκροτήματος το οποίο θα είχε επαρκή εθνικά χαρακτηριστικά ώστε να του αναθέτουν οι κυβερνήσεις των κρατών μελών παραγγελίες όπλων. Ωστόσο, υπάρχουν κυβερνήσεις που δεν φαίνονται διατεθειμένες - για εθνικούς πολιτικούς λόγους - να αγοράσουν εξοπλισμό από ξένες επιχειρήσεις ή να εναρμονίσουν την πολιτική που εφαρμόζουν όσον αφορά τις δημόσιες προμήθειες. Επιπλέον, το διαφορετικό νομικό καθεστώς της αμυντικής βιομηχανίας στην Ευρώπη μπορεί να καταστήσει δυσχερή τη σύσταση συγκροτήματος επιχειρήσεων που να προσελκύει το ενδιαφέρον των ιδιωτικών επενδυτών. 5.3.1. Ορισμένες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έχουν σήμερα σημαντικά επιχειρησιακά συμφέροντα στις ΗΠΑ (π.χ. θυγατρικές). Συνεπώς, μπορεί να υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες οι επιχειρήσεις αυτές δεν θα συμμερισθούν τον ενθουσιασμό για έναν μεγάλης κλίμακας μελλοντικό εξορθολογισμό της κατάστασης που επικρατεί στην Ευρώπη, επειδή κάτι τέτοιο θα μπορούσε να υπονομεύσει τις μελλοντικές προοπτικές στις συναλλαγές με τις ΗΠΑ. 5.4. Προκειμένου να σημειωθεί πρόοδος, πρέπει να χαραχθούν μία ΚΕΠΠΑ και μία κοινή αμυντική πολιτική. Διαφορετικά, κάθε πρόταση της Επιτροπής κινδυνεύει να προσλάβει χαρακτήρα προχειρότητας χωρίς να λαμβάνονται πλήρως υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αμυντικής βιομηχανίας που αναφέρονται στο παράρτημα του σχεδίου κοινής θέσης. 5.4.1. Η ΟΚΕ συνειδητοποιεί ότι ορισμένα κράτη μέλη μπορεί να αισθάνονται υποχρεωμένα να διατηρήσουν ορισμένους αμυντικούς κλάδους υπό τον αποκλειστικό τους έλεγχο. Ωστόσο, η διατήρηση της ανεξαρτησίας της αμυντικής βιομηχανίας της Ευρώπης δεν είναι εφικτή χωρίς ορισμένες σημαντικές αλλαγές όπως: - η υιοθέτηση πολιτικών οι οποίες αναγνωρίζουν τον παγκόσμιο και διεθνή χαρακτήρα της αγοράς 7 - η θέσπιση μέτρων για τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας 7 - η μείωση του αριθμού των μεγάλων εθνικών επιχειρήσεων σύμφωνα με τις απαιτήσεις της αγοράς 7 - η αντικατάσταση της έννοιας «δίκαιη επιστροφή» από άλλη καταλληλότερη. 5.5. Η ΟΚΕ υποστηρίζει το στόχο της Επιτροπής για τη διόρθωση του αποσπασματικού χαρακτήρα που έχει σήμερα η ευρωπαϊκή αγορά αμυντικού εξοπλισμού. Πολλά κράτη μέλη εξακολουθούν να είναι αυτάρκη, αυτό όμως δεν πρέπει να θεωρείται ότι μπορεί να συνεχιστεί μακροπρόθεσμα. Ωστόσο, η στενότερη συνεργασία και η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού θα επηρεαστούν απόλυτα από το πολιτικό και θεσμικό πλαίσιο που θα συμφωνήσουν να θεσπίσουν οι κυβερνήσεις των κρατών μελών. Μία πραγματική ευρωπαϊκή αγορά αμυντικού εξοπλισμού προϋποθέτει την ύπαρξη ενός ευρωπαϊκού οργάνου που θα είναι αρμόδιο για την εναρμόνιση των λειτουργικών προϋποθέσεων στις διάφορες χώρες, για τον καθορισμό και τη σύναψη συμφωνίας για την εφαρμογή ενιαίων κανόνων για τις προμήθειες και τις αγορές, για τη θέσπιση διαδικασιών εντός ενός διαρθρωτικού περιγράμματος με τις οποίες θα διασφαλίζεται ο ανταγωνισμός και μία πραγματική οικονομική απόδοση, ενώ παράλληλα θα αποφεύγονται οι άσκοπες αλληλεπικαλύψεις ως προς τη δυναμικότητα. Το όργανο αυτό θα καλέσει τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να ορίσουν κοινούς οικονομικούς και στρατιωτικούς στόχους. Την αποστολή αυτή θα μπορούσε να εκπληρώσει ένας αποτελεσματικός Δυτικοευρωπαϊκός Οργανισμός Εξοπλισμών (ΔΕΟΕ). 5.6. Η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού θα επιτρέψει στον αντίστοιχο κλάδο της ευρωπαϊκής βιομηχανίας να διατηρήσει τα τεχνολογικά πρότυπα που είναι απαραίτητα για την αντιμετώπιση του ανταγωνισμού στην παγκόσμια αγορά και - πράγμα ακόμη σημαντικότερο - να προμηθεύει τις ένοπλες δυνάμεις των κρατών μελών με υψηλής τεχνολογίας εξοπλισμό σε συμφέρουσες τιμές, επιτρέποντάς τους να εκπληρώσουν τα καθήκοντα που έχουν αναλάβει. Εάν δεν έχει τη δυνατότητα αυτή, η Ευρώπη θα μπορούσε να αρχίσει να εξαρτάται από τρίτες χώρες για την προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού, γεγονός το οποίο θα περιόριζε τα περιθώρια των πολιτικών ελιγμών της. Για το λόγο αυτό, η διατήρηση μιας σύγχρονης, αποτελεσματικής και ανταγωνιστικής ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας αποτελεί ουσιαστικό παράγοντα για την ασφάλεια της ΕΕ. 5.7. Από την εξέταση των δύο σχετικών ανακοινώσεων της Επιτροπής, του Ιανουαρίου του 1996 και του Νοεμβρίου του 1997, φαίνεται πόσο λίγη πρόοδος έχει σημειωθεί για την εποικοδομητική επίλυση θεμάτων που προέκυψαν αρχικά στις αρχές του 1996. Με την πάροδο του χρόνου, ορισμένα από τα προβλήματα που επισημάνθηκαν επιτάθηκαν. Παρά τις ορισμένες επιφυλάξεις που έχει η ΟΚΕ όσον αφορά τις προτάσεις της Επιτροπής, πολλές από τις τελευταίες περιλαμβάνουν εποικοδομητικές συστάσεις για την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία - κατακερματισμός της ευρωπαϊκής αγοράς εξοπλισμού, πτώση της ζήτησης, διαρκώς εντεινόμενος ανταγωνισμός για εξαγωγικές παραγγελίες και συνεχής απώλεια θέσεων εργασίας. Ωστόσο, εάν τα κράτη μέλη δεν εξουσιοδοτήσουν πραγματικά την Επιτροπή να αναλάβει την προώθηση των πραγμάτων, οι προσπάθειες του οργάνου αυτού μπορεί να αποτύχουν παντελώς. 5.8. Η αναδιάρθρωση του κλάδου της αμυντικής βιομηχανίας θα περιορίσει τον αριθμό των μεγάλων (ευρωπαϊκών) συγκροτημάτων, γεγονός το οποίο σε λειτουργικό επίπεδο θα έχει ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση στη διαχείριση έργων, στην ολοκλήρωση συστημάτων και στη συναρμολόγηση. 5.8.1. Το είδος των υπεργολαβιών αλλάζει, ενώ παράλληλα προωθούνται η εξειδίκευση και ο «επιμερισμός των κινδύνων» (συνεργασίες). Η τάση αυτή φαίνεται ότι θα συνεχιστεί, αν και πρέπει να θεωρείται πιθανό ότι ο «επιμερισμός των βιομηχανικών κινδύνων» θα περιοριστεί στην πρώτη σειρά των σημαντικότερων επιχειρήσεων που αναλαμβάνουν υπεργολαβίες. Ωστόσο, είναι αναπόφευκτο να υπάρξουν «οικονομικές συνέπειες» οι οποίες θα επηρεάσουν την αλυσίδα προσφοράς, συμπεριλαμβανoμένων και των ΜΜΕ. 5.8.2. Παρ'ότι αναγνωρίζει ότι οι αλλαγές είναι αναπόφευκτες, η ΟΚΕ είναι της άποψης ότι αυτές δεν θα πρέπει να έχουν επιπτώσεις για τις ενδιαφερόμενες πλευρές, ιδιαιτέρως για τις ΜΜΕ. Η ΟΚΕ συνιστά να αναλάβει η Επιτροπή πρωτοβουλίες σε ό,τι αφορά τα πιθανά αποτελέσματα επί της καινοτομίας, της περιφερειακής ανάπτυξης, του σχεδιασμού, της χρηματοδότησης, κ.λπ. 5.8.3. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως (σημείο 2.3.2), μεγάλος αριθμός θέσεων απασχόλησης έχουν ήδη απολεσθεί λόγω της βιομηχανικής αναδιάρθρωσης. Το ζήτημα των ανθρώπινων πόρων που προκύπτει από τη μείωση της λειτουργίας των ευρωπαϊκών βιομηχανιών που συνδέονται με τον τομέα της άμυνας απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή όσον αφορά τη δημιουργία εναλλακτικών δυνατοτήτων απασχόλησης και (επανα)κατάρτισης προκειμένου να διατηρηθεί υψηλό επίπεδο τεχνολογικής εμπειρογνωμοσύνης. Η Επιτροπή θα πρέπει να ερευνήσει το θέμα αυτό. 5.9. Όλες οι μεγάλες χώρες που παράγουν αμυντικό εξοπλισμό προσπαθούν να εξάγουν τα προϊόντα τους. Ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη σημειώνουν αρκετή επιτυχία στην προσπάθεια αυτή και, κατ' αυτόν τον τρόπο, εξασφαλίζουν ένα σημαντικό αριθμό θέσεων απασχόλησης και καταβάλουν τα έξοδα για την προμήθεια και την αγορά νέου εξοπλισμού που χρησιμοποιούν οι ίδιες. Η ΟΚΕ πιστεύει ότι μία κοινή εμπορική πολιτική, που θα χαραχθεί σύμφωνα με τα επτά κριτήρια που εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο το 1991 στο Λουξεμβούργο και επιβεβαιώθηκαν κατόπιν το 1992 στη Λισσαβώνα, μπορεί να συμβάλει στην αύξηση των ευρωπαϊκών εξαγωγών. 6. Ειδικές παρατηρήσεις 6.1. Η ΟΚΕ σημειώνει τους «14» τομείς για την ανάληψη ειδικών δράσεων που αναφέρονται στο έγγραφο της Επιτροπής, καθώς και την άποψη αυτής ότι οι εν λόγω δράσεις μπορούν να αναληφθούν χωρίς να έχει επιτευχθεί ακόμη συμφωνία επί του σχεδίου κοινής θέσης (βλ. σημεία 4.1.1 και 5.2.1 προηγουμένως). Επειδή πολλά από τα σημεία αυτά ενδιαφέρουν επιχειρηματικούς τομείς εκτός της βιομηχανίας αμυντικού εξοπλισμού, η ΟΚΕ επιδοκιμάζει πολλές από τις δράσεις που προτείνονται. Στην παρούσα γνωμοδότηση, η ΟΚΕ σχολιάζει τα σημεία του σχεδίου δράσης μόνο στις περιπτώσεις που το θεωρεί απαραίτητο επειδή οι προτάσεις της Επιτροπής αφορούν τη βιομηχανία αμυντικού εξοπλισμού. 6.2. Σχέδιο δράσης V.2 Καθεστώς Ευρωπαϊκής Επιχείρησης Η επίτευξη συμφωνίας επί του θέματος αυτού ενδέχεται να διευκολύνει κατά κάποιο τρόπο την αναδιάρθρωση της αμυντικής βιομηχανίας και υποστηρίχθηκε με θέρμη από την ΟΚΕ στο παρελθόν. 6.3. Σχέδιο δράσης V.3 Κρατικές Προμήθειες Η ασφάλεια του εφοδιασμού αποτελεί το βασικό στοιχείο του θέματος αυτού. Η υποδιαίρεση σε τρεις κατηγορίες δεν φαίνεται να αποτελεί μία πρακτική και ρεαλιστική προσέγγιση. Η ΟΚΕ συνιστά να πραγματοποιηθεί κοινή επισκόπηση από την Επιτροπή και το ΔΕΟΕ. 6.3.1. Τουλάχιστον αρχικά, κάθε δράση για το άνοιγμα της αγοράς στην Ευρώπη θα πρέπει να καθορίζεται νομικώς, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να ερμηνευθεί από χώρες και βιομηχανίες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως μέσο για το άνοιγμα της ευρωπαϊκής αγοράς σε προμηθευτές από τρίτες χώρες. Οι δράσεις που αποσκοπούν να ανοίξουν την ευρωπαϊκή αγορά στον «παγκόσμιο» ανταγωνισμό πρέπει να ελέγχονται, ώστε να εξασφαλισθεί η ύπαρξη μιας πραγματικής ισότητας ευκαιριών στην παγκόσμια αγορά (αμοιβαιότητα). 6.3.2. Ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη εφαρμόσει πλήρως τις υπάρχουσες οδηγίες για τις κρατικές προμήθειες. Συνεπώς, μπορεί να μην είναι σκόπιμο να γίνουν πάρα πολύ μεγάλα βήματα και/ή να επισπευσθεί η πλήρης εφαρμογή τους σε πολύ συγκεκριμένους τομείς της αγοράς αμυντικών εξοπλισμών. Ίσως μία επιφυλακτική προσέγγιση αποδειχθεί περισσότερο επιτυχής, ιδιαίτερα εάν ληφθεί υπόψη η ανάγκη να εξασφαλίζεται η ασφάλεια της προσφοράς. 6.4. Σχέδιο V.4 Έρευνα και Τεχνολογική Ανάπτυξη Η προσέγγιση που εφαρμόζεται στον τομέα αυτό στην Ευρώπη πάσχει από μία σημαντική αδυναμία. Η αυθαίρετη διάκριση που γίνεται σήμερα μεταξύ «στρατιωτικών» και «πολιτικών» διαδικασιών και χρηματοδότησης οδηγεί σε σπατάλες και είναι αναποτελεσματική, ιδιαιτέρως, λόγω της αυξανόμενης επίδρασης των αποκαλούμενων τεχνολογιών «διπλής χρήσης». 6.4.1. Παρόλο που οι μηχανισμοί χρηματοδότησης για το στρατιωτικό και για τον πολιτικό τομέα δεν είναι ίδιοι, δεδομένου ότι ένας συντελεστής της Ε& ΤΑ στον αμυντικό τομέα είναι η ανάπτυξη προϊόντων, η Ευρώπη δεν μπορεί να συνεχίσει να εφαρμόζει τις σημερινές μεθόδους χρηματοδότησης. Ενώ ενδέχεται να πρέπει να διατηρηθούν ορισμένα ειδικά κονδύλια έρευνας και ανάπτυξης για τον αμυντικό τομέα σε εθνικό επίπεδο, χρειάζονται περισσότερες προσπάθειες για το συντονισμό των ευρωπαϊκών δαπανών στον τομέα αυτό, προκειμένου να εξασφαλισθούν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα και να περιοριστεί στο ελάχιστο η αλληλοεπικάλυψη ευρωπαϊκών και εθνικών προγραμμάτων έρευνας. 6.4.2. Είναι πιθανό τα ποσά που διατίθενται για Ε& ΤΑ να καθορίσουν το είδος του στρατιωτικού εξοπλισμού που θα κατασκευάζεται στο μέλλον. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο ΔΕΟΕ θα πρέπει να εξετάσουν από κοινού νέες ρυθμίσεις για το συντονισμό της έρευνας για πολιτικούς και στρατιωτικούς σκοπούς, ώστε να περιοριστούν στο ελάχιστο οι αλληλοεπικαλύψεις μεταξύ των δράσεων των δύο αυτών οργανισμών και να επιτευχθεί η μέγιστη απόδοση από τις επενδύσεις των κρατών μελών. 6.5. Σχέδιο V.5 Τυποποίηση Η ΟΚΕ συμφωνεί με τις προθέσεις της Επιτροπής να εξορθολογήσει οπουδήποτε αυτό είναι δυνατό τα υφιστάμενα πρότυπα προς όφελος της οικονομίας, είτε αυτό αφορά τα ευρωπαϊκά υπουργεία αμύνης, τις πολιτικές και στρατιωτικές εφαρμογές, είτε την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Παρόλα αυτά, όταν η ΟΚΕ εξέτασε τα προβλήματα των προτύπων (), προέκυψε ότι υπάρχουν πολλά προβλήματα στο «χώρο του εμπορίου» και ότι η νομοθεσία, η εφαρμογή και η τήρηση των διατάξεων στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ανεπαρκής. Συνεπώς, οι δράσεις που θα αναληφθούν στο χώρο αυτό, όσο καλές και αν είναι οι σχετικές προθέσεις, θα αργήσουν να αποφέρουν υλικά οφέλη. Η μελέτη που άρχισε προσφάτως η Επιτροπή με αντικείμενο τα πρότυπα που ισχύουν σήμερα στην ΕΕ και τις ΗΠΑ αναμένεται να διασαφηνίσει τη συγκεχυμένη εικόνα που υπάρχει και να προωθήσει μία περισσότερο συντονισμένη προσέγγιση των προτύπων τόσο στην ΕΕ όσο και στις ΗΠΑ. 6.5.1. Η ΟΚΕ επισημαίνει ότι δεν γίνεται αναφορά στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Λαμβανομένων υπόψη των συμφερόντων της ΕΕ στις χώρες αυτές, χρειάζεται να διεξαχθούν περαιτέρω μελέτες σχετικά με την επίδραση που θα έχει για τις βιομηχανίες των χωρών αυτών η καθιέρωση δυτικών προτύπων. 6.6. Σχέδιο V.7 Καινοτομία, μεταφορά τεχνολογίας και ΜΜΕ 6.6.1. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα πρέπει να υποστηρίζονται όχι μόνο με τα αμυντικά προγράμματα, αλλά και από μία ευρύτερη αγορά. «Η κάλυψη των δαπανών/δίκαιη επιστροφή ή η ανεύρεση μιας κατάλληλης εναλλακτικής λύσης (οικονομική απόδοση)» θα μπορούσε να επιτευχθεί σε τομείς της αγοράς άλλους από αυτόν των αμυντικών εξοπλισμών. 6.6.2. «Στις δράσεις υπέρ των ΜΜΕ πρέπει να ληφθεί υπόψη η σημασία του τομέα της υπεργολαβίας στον οποίο δραστηριοποιούνται, σε μεγάλο βαθμό, οι μικρές και οι βιοτεχνικές επιχειρήσεις. Για να προσαρμοσθούν στις εξελίξεις που σημειώνονται στην αγορά του τομέα της άμυνας και στα προϊόντα διπλής χρήσης οι επιχειρήσεις πρέπει να αντιμετωπίσουν κυρίως την ταχεία παλαίωση του εξοπλισμού τους και να επενδύσουν στους τομείς της ποιότητας, της κατάρτισης και της επικοινωνίας.» 6.6.3. «Κατόπιν των ανωτέρω, η ΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να αναλάβει τρεις δράσεις που είναι συμπληρωματικές εκείνων που αφορούν την πρόσβαση στις αγορές 7 οι δράσεις αυτές είναι οι εξής: - η προώθηση των επενδύσεων, χάρη σε συστήματα ταχείας χορήγησης των χρηματοδοτήσεων, χωρίς να περιορίζονται στις ζώνες στόχους των περιφερειακών ταμείων, - ενίσχυση και προσαρμογή της τεχνολογικής κατάρτισης και διευκόλυνση της μεταφοράς τεχνογνωσίας, - ενθάρρυνση για προσφυγή στις συμβουλές τεχνικών συμβούλων οι οποίοι είναι ειδικοί σε θέματα τεχνολογίας, παροχής συμβουλών όσον αφορά την ποιότητα, τη χρηματοδότηση, και την κατάρτιση.» 6.7. Δράση V.8 Πολιτική ανταγωνισμού Το θέμα αυτό πρέπει να εξεταστεί παράλληλα με τις «κρατικές προμήθειες». Επειδή ο ανταγωνισμός στην ευρωπαϊκή αγορά αμυντικού εξοπλισμού είναι περιορισμένος, η εξέλιξή του θα είναι αργή και θα απαιτήσει σειρά ετών. Στα πλαίσια της πολιτικής ανταγωνισμού ενδέχεται να πρέπει να αναγνωρισθεί και να γίνει αποδεκτή η ύπαρξη ενός ή περισσοτέρων ευρωπαίων «πρωταθλητών» σε ορισμένους κλάδους (για παράδειγμα, στο χώρο της κατασκευής αεροσκαφών, κινητήρων, και εξοπλισμού) ως προϋπόθεση για μία επιτυχή από ανταγωνιστική άποψη παρουσία στην παγκόσμια αγορά. 6.8. Σχέδιο V.9 Εξαγωγές 6.8.1. Διπλή χρήση. Αναμένονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα αποτελέσματα της αξιολόγησης που πραγματοποιεί η Επιτροπή με αντικείμενο τη λειτουργία των σημερινών κανόνων και διατάξεων και τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να απλοποιηθεί χωρίς τη θέσπιση νέας νομοθεσίας. 6.8.2. Συμβατικοί εξοπλισμοί. Η ΟΚΕ γνωρίζει ότι η Επιτροπή είναι έτοιμη να εκδώσει Λευκή Βίβλο για αυτόν τον τομέα της πολιτικής εξαγωγών αμυντικού εξοπλισμού, αλλά αναμένει προηγουμένως τα αποτελέσματα της πρωτοβουλίας που αναλήφθηκε κατά τη διάρκεια της βρετανικής Προεδρίας για την κατάρτιση ενός «Ευρωπαϊκού Κώδικα Δεοντολογίας». Η ΟΚΕ σημειώνει με ευχαρίστηση ότι το Συμβούλιο υιοθέτησε τυπικά (8/9 Ιουνίου 1998) τον κώδικα με θέμα την εξαγωγή όπλων. Η ΟΚΕ θεωρεί θετική τη δήλωση ότι τα κράτη μέλη θα καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να ενθαρρύνουν τις άλλες χώρες που εξάγουν όπλα να αποδεχθούν τις αρχές του κώδικα 6.8.3. «Καθώς η συνεργατική ανάπτυξη του αμυντικού κλάδου καθιερώνεται ολοένα και περισσότερο, πρέπει να διευθετηθεί το θέμα των εξαγωγών σε χώρες εκτός ΕΕ αμυντικού εξοπλισμού που έχει παραχθεί κατ' αυτόν τον τρόπο. Πρέπει να εξεταστεί με ιδιαίτερη προσοχή η πρόταση σύμφωνα με την οποία θα πρέπει να υπερισχύουν οι κανονισμοί που εφαρμόζονται στη χώρα του βασικού αναδόχου και, άρα, στην "τελική χώρα-εξαγωγέα". Οι αυστηρότεροι έλεγχοι των εξαγωγών που διενεργούνται σε ορισμένα κράτη μέλη δεν πρέπει να τεθούν σε κίνδυνο στο πλαίσιο του κώδικα συμπεριφοράς.» 6.8.4. Η λήψη μερικών σημαντικών παραγγελιών όπλων υπόκειται συχνά σε πολιτική πίεση σε πελατειακές χώρες από κυβερνητικές αρχές στις χώρες προμηθευτές. Τούτο ενδέχεται να περιλαμβάνει απευθείας παρέμβαση από τους αρχηγούς κρατών. Το Συμβούλιο και η Επιτροπή οφείλουν να αναγνωρίσουν ότι η ενίσχυση των εξαγωγών αποτελεί κοινό συμφέρον και ότι επιβάλλεται, συνεπώς, να επωφελείται της υποστήριξης της. 6.8.5. Η ΟΚΕ με ευχαρίστηση θα συμμετάσχει στη διαρκή γενική συζήτηση που διεξάγεται επί όλων αυτών των θεμάτων. 6.9. Σχέδιο V.12 Πρόσβαση στην Αγορά Πρέπει να δοθεί περισσότερη έμφαση στην αμοιβαία πρόσβαση στην αγορά. Πρόκειται για ένα βασικό στοιχείο του ανοίγματος των διαδικασιών για τις κρατικές προμήθειες (σημείο 6.3) προκειμένου να αποφευχθεί μία ανισόρροπη κατάσταση στην οποία η Ευρωπαϊκή αγορά αμυντικού εξοπλισμού θα προσφέρει δυνατότητες σε τρίτες χώρες τις οποίες δεν διαθέτουν οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες (στην περίπτωση αυτή, η αμοιβαιότητα πρέπει να συμπεριλαμβάνει και επενδυτικές ευκαιρίες για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και την άρση των εμποδίων τα οποία περιορίζουν το ποσοστό ξένης ιδιοκτησίας, τη δυνατότητα απόλυτης ξένης κυριότητας, ή περιορισμούς ασφαλείας). 6.10. Σχέδιο V.13 Προδιαγραφή επιδόσεων Η ΟΚΕ ασχολήθηκε με το θέμα της «προδιαγραφής επιδόσεων» σε άλλες περιπτώσεις και εξέδωσε γνωμοδοτήσεις που περιλαμβάνουν παρατηρήσεις επί του θέματος. Ωστόσο, θεωρεί ότι η Επιτροπή πρέπει να λάβει σαφέστερη θέση έναντι της αμυντικής βιομηχανίας και να διευκρινίσει επακριβώς τις υφιστάμενες προσδοκίες. 6.11. Σχέδιο V.14 Διεύρυνση Η διεύρυνση ενδέχεται να προσφέρει δυνατότητες, αλλά να δημιουργήσει και προβλήματα. Το πρόγραμμα δράσης της Επιτροπής πρέπει να αναγνωρίζει ότι η πολεμική και η μη πολεμική αγορά μπορούν να συνεπάγονται διαφορετικές επιδράσεις και ότι οι γενικοί οικονομικοί παράγοντες μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στις πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται. 6.12. Το Ευρώ Το πρόγραμμα δράσης της Επιτροπής δεν αναφέρει το Ευρώ (που υιοθετήθηκε από το Μάιο 1998). Η ΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή να μελετήσει: α) ενδεχόμενες επιπτώσεις του ευρώ στις δραστηριότητες της αμυντικής βιομηχανίας και β) την ενδεχόμενη χρήση του ευρώ ως διεθνή εναλλακτική λύση στο δολάριο ΗΠΑ. Βρυξέλλες, 2 Ιουλίου 1998. Ο Πρόεδρος της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Tom JENKINS () Ανακοίνωση της Επιτροπής - Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, μία εισήγηση για ανάληψη δράσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο [COM(96) 10 τελικό]. () ΕΕ C 158 της 26.5.1997, σ. 32. () Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών - Η ευρωπαϊκή βιομηχανία αεροδιαστημικής απαντά στην παγκόσμια πρόκληση [COM(97) 466 τελικό]. () Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - η Ευρωπαϊκή Ένωση και το διάστημα: προώθηση των εφαρμογών, των αγορών και της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας [COM(96) 617 τελικό]. () ΕΕ C 95 της 30.3.1998, σ. 6 και 11. () COM(97) 583 τελικό, σημείο 1 (πλαίσιο), 3η παράγραφος. () Γνωμοδότηση της ΟΚΕ για τα Τεχνικά Πρότυπα και την Αμοιβαία Αναγνώριση, ΕΕ C 212 της 22.7.1996. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I στη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 1. Στο τέλος του Μαρτίου 1998, οι τέσσερις εταίροι της Airbus Industries (ΑΙ) (η Aιrospatiale της Γαλλίας, η British Aerospace του ΗΒ, η CASA της Ισπανίας και η Daimler Benz της Γερμανίας) παρουσίασαν την απάντησή τους στη δήλωση των αρχηγών των κρατών του Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με την αναδιάρθρωση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας αεροναυπηγικής και ηλεκτρονικού αμυντικού εξοπλισμού. 1.1. Στην έκθεσή τους, οι εταίροι της ΑΙ συμφωνούν με τις κυβερνήσεις ως προς το στρατηγικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει η δημιουργία μιας ισχυρής ευρωπαϊκής βιομηχανίας αεροναυπηγικής και αμυντικού εξοπλισμού. Η έκθεση αντανακλά την, κατ' αρχήν, ευρεία συμφωνία απόψεων των εταίρων όσον αφορά τη δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής εταιρείας αεροναυπηγικής και αμυντικού εξοπλισμού (ΕΕΑΑΕ). Ταυτόχρονα όμως, αναγνωρίζει ότι πρέπει να καταβληθούν ακόμη πολλές προσπάθειες, ιδιαιτέρως όσον αφορά το θέμα της ιδιοκτησίας. Για το λόγο αυτό, δεν έχει ορισθεί χρονοδιάγραμμα και οι εταιρικές μελέτες θα συνεχιστούν. 1.2. Η έκθεση αναγνωρίζει, επίσης, τη σημασία που έχουν άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες αεροναυπηγικής και αμυντικού εξοπλισμού για την προσπάθεια αναδιάρθρωσης, ιδιαιτέρως οι εταιρείες της Ιταλίας και της Σουηδίας. 1.3. Πρόσφατα γεγονότα επιβεβαιώνουν ότι η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία αναμένεται να αναλάβει την πρωταρχική ευθύνη για την αναδιάρθρωσή της. Ωστόσο, είναι προφανές ότι οι κυβερνήσεις των κρατών μελών διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο στην ανάπτυξη οποιασδήποτε αγοράς αμυντικού εξοπλισμού καθώς και στον καθορισμό των αναγκών της ευρωπαϊκής άμυνας. Πρέπει συνεπώς να αναλάβουν τις ευθύνες τους από την άποψη αυτή, δεδομένου ότι υπάρχουν όρια σε αυτά που μπορεί να πράξει από μόνη της η ευρωπαϊκή βιομηχανία. 2. Η δήλωση που εκδόθηκε στις 20 Απριλίου 1998 από τους αρχηγούς των κυβερνήσεων της Γαλλίας, της Γερμανίας, του ΗΒ, της Ιταλίας και της Ισπανίας, στην οποία τονίζουν για άλλη μία φορά τη βούλησή τους να επισπεύσουν την εγκαθίδρυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και την πρόθεσή τους να εγκρίνουν, τον Ιούνιο, επιστολή στην οποία θα εκφράζονται οι προθέσεις τους να άρουν «ορισμένα εμπόδια στα οποία προσκρούει η αναδιάρθρωση της βιομηχανίας» αποτελεί πρόσθετη απόδειξη της επιθυμίας ορισμένων κυβερνήσεων να σημειωθεί πρόοδος στον τομέα. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II στη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ> ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III στη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Οργανωτικό διάγραμμα για την περίγραφη των διασυνδέσεων τών διαφορών οργανισμών που αναφέρονται στη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΣΗΜ.: Το παρόν διάγραμμα δεν αποτελεί επίσημο έγγραφο. Καταρτίστηκε από τον εισηγητή ως βοήθημα)