Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 51998AC0791

    Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως της οδηγίας 92/23/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα ελαστικά των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και με την τοποθέτησή τους»

    ΕΕ C 235 της 27.7.1998, p. 24 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    51998AC0791

    Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως της οδηγίας 92/23/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα ελαστικά των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και με την τοποθέτησή τους»

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 235 της 27/07/1998 σ. 0024


    Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως της οδηγίας 92/23/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα ελαστικά των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και με την τοποθέτησή τους» () (98/C 235/05)

    Στις 6 Ιανουαρίου 1998 και σύμφωνα με το άρθρο 100Α της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση.

    Το τμήμα βιομηχανίας, εμπορίου, βιοτεχνίας και υπηρεσιών, στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 6 Μαΐου 1998 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. Bagliano.

    Κατά την 355η σύνοδο ολομέλειάς της (συνεδρίαση της 27ης Μαΐου 1998), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 101 ψήφους υπέρ και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

    1. Εισαγωγή

    1.1. Το σχέδιο οδηγίας που προτείνει η Επιτροπή αποσκοπεί στην κάλυψη ενός κενού στα υφιστάμενα μέτρα για την καταπολέμηση του θορύβου που προκαλείται από την οδική κυκλοφορία.

    1.2. Η οδηγία 70/157/ΕΟΚ σχετικά με την αποδεκτή ηχοστάθμη των μηχανοκίνητων οχημάτων είναι στην ουσία διατυπωμένη κατά τέτοιο τρόπο ώστε να επικεντρώνεται - και επομένως να περιορίζεται - μόνο στο θόρυβο που προέρχεται από την εξάτμιση και τα μηχανικά μέρη των οχημάτων. Την εποχή της υιοθέτησής της αυτές ήταν, πράγματι, οι κυριότερες πηγές θορύβου.

    1.2.1. Οι αυστηρότερες τεχνικές απαιτήσεις που θεσπίσθηκαν με τις μετέπειτα τροποποιήσεις της ανωτέρω οδηγίας είχαν ως αποτέλεσμα την έντονη μείωση του θορύβου από αυτές τις πηγές, αλλά ταυτόχρονα έφεραν στο φως το πρόβλημα του θορύβου που προκαλείται από την επαφή των εν κινήσει ελαστικών με το οδόστρωμα.

    1.3. Το πρόβλημα αυτό επισημαίνεται στο άρθρο 4 της τελευταίας τροποποίησης της προαναφερόμενης οδηγίας 70/157/ΕΟΚ (οδηγία 92/97/ΕΟΚ της 19ης Δεκεμβρίου 1992), όπου το Συμβούλιο ζητεί από την Επιτροπή να παρουσιάσει πρόταση με στόχο τον περιορισμό του θορύβου ελαστικών/οδoστρώματος και συγκερασμό αυτής της ανάγκης με τις απαιτήσεις ασφαλείας. Η παρούσα πρόταση οδηγίας ανταποκρίνεται σ' αυτήν την εντολή.

    1.3.1. Πρόκειται ουσιαστικά για τροποποίηση της οδηγίας 92/23/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα ελαστικά των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και με την τοποθέτησή τους, η οποία όμως δεν είχε ως αντικείμενο τον θόρυβο. Προσδιορίζει τόσο τη μέθοδο μέτρησης της αριθμητικής τιμής του θορύβου κυλίσεως του ελαστικού όσο και τη μέγιστη αποδεκτή ηχοστάθμη για διάφορους τύπους ελαστικών.

    2. Γενικές παρατηρήσεις

    2.1. Το πεδίο εφαρμογής της εξεταζόμενης πρότασης οδηγίας καλύπτει όλους τους τύπους ελαστικών που είναι τοποθετημένα είτε σε επιβατικά αυτοκίνητα (οχήματα Μ1) είτε σε ελαφρά ή βαρέα εμπορικά οχήματα (οχήματα Μ2, Μ3, Ν1, Ν2 και Ν3) και στα ρυμουλκούμενά τους. Εξαιρούνται τα οχήματα που αποσκοπούν σε διάφορες μορφές μεταφοράς προσώπων ή εμπορευμάτων, τα οποία καθαρά περιστασιακά ενδέχεται να χρησιμοποιούν την οδική υποδομή (π.χ. οι γεωργικοί ελκυστήρες).

    2.1.1. Για να καλύψει αυτό το τεράστιο πεδίο εφαρμογής, η Επιτροπή ανέπτυξε μια κοινή μέθοδο μέτρησης, προτείνοντας ωστόσο διαφορετικές μέγιστες αποδεκτές ηχοστάθμες για κάθε κατηγορία οχημάτων. Στο εσωτερικό κάθε κατηγορίας, αυτές οι ηχοστάθμες συνδέονται στη συνέχεια:

    - για τα επιβατικά αυτοκίνητα: με το ονομαστικό πλάτος διατομής του ελαστικού (λαμβάνοντας έτσι υπόψη τους περιορισμούς που επιβάλλονται από τον συνυπολογισμό της σταθερότητας του οχήματος εν κινήσει και των ειδικών χρήσεων),

    - για τα εμπορικά οχήματα: τη συγκεκριμένη χρήση του ελαστικού (κανονική, σε χιόνι, ειδική).

    2.1.2. Κατ' αυτόν τον τρόπο επιζητείται ο προσδιορισμός συγκεκριμένων απαιτήσεων για τον περιορισμό του θορύβου κυλίσεως που παράγεται από την επαφή του ελαστικού με το οδόστρωμα και, παράλληλα, η τήρηση των όρων ασφαλείας.

    2.1.3. Οι ηχοστάθμες που προκαλούνται από το ίδιο ελαστικό ανάλογα με το υλικό επίστρωσης του οδοστρώματος (ή, επίσης, ανάλογα με τις ατμοσφαιρικές συνθήκες) δεν εμπίπτουν στο πεδίο της προτεινόμενης οδηγίας. Η ΟΚΕ υπενθυμίζει σχετικά ότι στην οδηγία 92/97/ΕΟΚ της 19.12.1992, στην 12η αιτιολογική σκέψη αναφέρεται ρητώς ότι «είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθούν μελέτες προκειμένου να καθοριστούν αριθμητικοί δείκτες για τον προσδιορισμό αντικειμενικών κριτηρίων συμμορφώσεως των οδών».

    3. Χρονοδιάγραμμα

    3.1. Η πρόταση οδηγίας προβλέπει την έναρξη ισχύος των νέων προδιαγραφών από 1ης Οκτωβρίου 2001, τόσο για τους νέους τύπους ελαστικών που θα διατίθενται στην αγορά όσο και για τα νέα οχήματα, τα οποία θα πρέπει να είναι εφοδιασμένα αποκλειστικά με ελαστικά που πληρούν αυτές τις προδιαγραφές.

    3.2. Από την 1η Οκτωβρίου 2005 όλα τα ελαστικά που θα διατίθενται στην αγορά θα πρέπει να πληρούν τις προδιαγραφές της προτεινόμενης οδηγίας.

    3.3. Αποκλείονται από τις προδιαγραφές της πρότασης οδηγίας:

    - τα ελαστικά που πρόκειται να τοποθετηθούν σε οχήματα των οποίων η πρώτη εγγραφή στα μητρώα οχημάτων έγινε πριν από την 1η Οκτωβρίου 1980,

    - τα εφεδρικά ελαστικά προσωρινής χρήσης και τα ελαστικά κατηγοριών ταχύτητας κάτω των 80 km/h ή με ονομαστική διάμετρο του σώτρου μικρότερη ή ίση με 254 mm.

    4. Παρατηρήσεις

    4.1. Η μέθοδος μέτρησης ορίζει ότι η στάθμη του θορύβου κυλίσεως των ελαστικών εξακριβώνεται σε κανονική ταχύτητα 80 km/h, ενώ το όχημα κινείται ελεύθερα και με τον κινητήρα σβηστό, επί τυποποιημένου οδοστρώματος.

    4.1.1. Τα μέτρα που θα υιοθετηθούν για τη συμμόρφωση με αυτές τις προδιαγραφές θα έχουν, επομένως, το βέλτιστο αποτέλεσμα για τη μείωση του θορύβου της οδικής κυκλοφορίας σε μη αστικές ζώνες και σε συνθήκες ομαλής ροής.

    4.1.2. Δεν εξακριβώνεται, αντίθετα, ο θόρυβος του ελαστικού κατά την επιτάχυνση ή την πέδηση, συνθήκες οι οποίες εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα στην αστική κυκλοφορία ή σε περίπτωση συμφόρησης. Η ΟΚΕ αναγνωρίζει, άλλωστε, ότι δεν υπάρχει σήμερα παγιωμένη διαδικασία ελέγχου που να μπορεί να αντιμετωπίσει αυτό το σημαντικό ωστόσο πρόβλημα.

    4.2. Οι τεχνικές λύσεις που απαιτούνται για τη διασφάλιση των επιδόσεων των ελαστικών σε ειδικές χρήσεις, όπως η χρήση τους σε χιονισμένους ή σε ανώμαλους δρόμους, δικαιολογούν τις υψηλότερες οριακές τιμές θορύβου που προβλέπει η πρόταση.

    4.2.1. Δικαιολογούνται, επίσης, τα διαφορετικά όρια για τα ελαστικά (των επιβατικών αυτοκινήτων), τα οποία πρέπει να έχουν χαρακτηριστικά συμβατά με τις επιδόσεις των αυτοκινήτων στα οποία τοποθετούνται, προκειμένου να εξασφαλισθεί η μέγιστη δυνατή ασφάλεια κατά την οδήγηση. Η ΟΚΕ συμφωνεί με αυτήν την προσέγγιση.

    4.3. Οι προτεινόμενες ηχοστάθμες είναι ισορροπημένες, από την άποψη ότι, χωρίς να επιβάλουν σημαντική προσπάθεια στη βιομηχανία ελαστικών, είναι βιομηχανικά εφικτές εντός των προβλεπόμενων χρονοδιαγραμμάτων.

    4.3.1. Οι εν λόγω «στάθμες» ανταποκρίνονται, εξάλλου, στις προσδοκίες των πολιτών, οι οποίοι περιμένουν παρεμβάσεις που να περιορίζουν τον θόρυβο της οδικής κυκλοφορίας και να παρέχουν μια επιπλέον συμβολή στις βελτιώσεις που έχουν ήδη επιτευχθεί από την αυτοκινητοβιομηχανία σ' αυτόν τον τομέα.

    4.4. Οι ημερομηνίες έναρξης ισχύος των προδιαγραφών που προβλέπονται στην παρούσα πρόταση συμφωνούν με το απαιτούμενο χρονοδιάγραμμα για την προσαρμογή της βιομηχανίας ελαστικών.

    4.4.1. Το Συμβούλιο θα πρέπει, ωστόσο, να διαβουλευθεί με τη βιομηχανία για να εξακριβώσει τη διαθεσιμότητα συμμορφούμενων με τις προδιαγραφές τύπων ελαστικών για όλα τα μοντέλα οχημάτων που θα παραχθούν το 2001, χρονολογία κατά την οποία θα πρέπει πλέον να τοποθετούνται αποκλειστικά ελαστικά που ανταποκρίνονται στις προτεινόμενες οριακές τιμές.

    4.4.2. Η ΟΚΕ θεωρεί ρεαλιστική τη μετάθεση αυτής της προθεσμίας κατά δύο έτη (ήτοι το 2003) για τα οχήματα νέας καταχώρησης αριθμού κυκλοφορίας (παλαιά μοντέλα) και τη διατήρηση του 2001 ως χρονολογίας αναφοράς μόνο για τις νέες εγκρίσεις τύπου (νέα μοντέλα).

    4.5. Είναι σημαντική η δήλωση της Επιτροπής ότι οι προτεινόμενες προδιαγραφές είναι μόνο ένα πρώτο βήμα για την καταπολέμηση του θορύβου που προκαλείται από την επαφή των ελαστικών με το οδόστρωμα και ότι μελλοντικώς θα πρέπει να επανεξετασθούν με βάση τα αποτελέσματά τους τόσο στην αγορά όσο και στο περιβάλλον.

    4.5.1. Η δήλωση αυτή, στην «Αιτιολογική έκθεση», θα πρέπει ωστόσο να επαναληφθεί στο κυρίως κείμενο της πρότασης οδηγίας ως έκτη «αιτιολογική σκέψη»:

    «[Εκτιμώντας:] ότι οι προδιαγραφές που αποβλέπουν στη μείωση των θορύβων εξαιτίας της επαφής των ελαστικών με το οδόστρωμα είναι μόνο ένα πρώτο βήμα για την καταπολέμηση της συγκεκριμένης πηγής θορύβου και ότι μελλοντικώς θα πρέπει να επανεξετασθούν με βάση τα αποτελέσματά τους τόσο στην αγορά όσο και στο περιβάλλον, και λαμβάνοντας υπόψη την ολοένα και μεγαλύτερη σημασία που θα λάβει ο τύπος του οδοστρώματος ως πηγή θορύβου.»

    Αυτή η αιτιολογική σκέψη συνδέεται, και συμπληρώνει, με την 12η αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 92/97/ΕΟΚ που προαναφέρθηκε στο σημείο 2.1.3.

    5. Συμπέρασμα

    Η ΟΚΕ συμφωνεί με τον στόχο της οδηγίας και συνιστά ιδιαίτερα:

    - να ληφθεί υπόψη η παρατήρηση που διατυπώνει ανωτέρω στο σημείο 4.4 και

    - να τονισθεί περισσότερο, σε μια πρόσθετη «αιτιολογική σκέψη», η ανάγκη μελλοντικής επανεξέτασης της αποτελεσματικότητας των μέτρων που θα υιοθετηθούν.

    Βρυξέλλες, 27 Μαΐου 1998.

    Ο Πρόεδρος

    της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Tom JENKINS

    () ΕΕ C 30 της 28.1.1998, σ. 8.

    Top