This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 51995PC0712
Proposal for a EUROPEAN PARLIAMENT AND COUNCIL DIRECTIVE on injunctions for the protection of consumers' interests
Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τις αγωγές παραλείψεως στον τομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών (υποβληθείσα από την Επιτροπή)
Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τις αγωγές παραλείψεως στον τομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών (υποβληθείσα από την Επιτροπή)
/* COM/95/0712 τελικό - COD 96/0025 */
ΕΕ C 107 της 13.4.1996, p. 3–5
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τις αγωγές παραλείψεως στον τομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών (υποβληθείσα από την Επιτροπή) /* COM/95/0712 ΤΕΛΙΚΟ - COD 96/0025 */
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 107 της 13/04/1996 σ. 0003
Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις αγωγές παραλείψεως στον τομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών (96/C 107/03) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) COM(95) 712 τελικό - 96/025(COD) (Υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 16 Φεβρουαρίου 1996) ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 100Α, την πρόταση της Επιτροπής, τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 189Β της συνθήκης, Εκτιμώντας: ότι ορισμένες κοινοτικές οδηγίες που παρατίθενται στον κατάλογο ο οποίος επισυνάπτεται στην παρούσα οδηγία ορίζουν κανόνες στον τομέα της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών 7 ότι οι μηχανισμοί που υπάρχουν σήμερα, τόσο σε εθνικό όσο και κοινοτικό επίπεδο, για την εξασφάλιση της τήρησης αυτών των οδηγιών, δεν επιτρέπουν πάντοτε την επανόρθωση των συνεπειών των παραβάσεων των εν λόγω οδηγιών στο κατάλληλο για τα συμφέροντα των καταναλωτών στάδιο 7 ότι η αποτελεσματική εφαρμογή των εθνικών μέτρων που ενσωματώνουν τις προαναφερθείσες οδηγίες στο εθνικό δίκαιο, με στόχο την παύση παράνομων πρακτικών, παρακωλύεται όταν οι πρακτικές αυτές παράγουν αποτελέσματα σε κράτος άλλο από εκείνο της προέλευσής τους 7 ότι οι δυσκολίες αυτές βλάπτουν την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, καθώς έχουν ως συνέπεια να αρκεί να μετατεθεί το σημείο εκκίνησης μιας παράνομης πρακτικής για να εκφύγει κάθε μορφής προστασίας, και ότι το γεγονός αυτό συνιστά στρέβλωση του ανταγωνισμού εις βάρος της μεγάλης πλειονότητας των επιχειρήσεων που τηρούν τις διατάξεις του εθνικού δικαίου 7 ότι οι δυσκολίες αυτές μπορεί να επηρεάζουν την εμπιστοσύνη των καταναλωτών στην εσωτερική αγορά, και μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα την εισαγωγή διακρίσεων εις βάρος των οργανώσεων εκπροσώπησης των καταναλωτών που βλάπτονται από μια πρακτική την οποία το κοινοτικό δίκαιο χαρακτηρίζει παράνομη 7 ότι οι εν λόγω πρακτικές εκτείνονται πέραν των συνόρων των κρατών μελών, πράγμα στο οποίο, εξάλλου, οφείλεται η ανάγκη προσέγγισης των σχετικών διατάξεων ουσιαστικού δικαίου 7 ότι, συνεπώς, είναι απαραίτητο και επείγον να συντονιστούν σε ορισμένο βαθμό οι εθνικές διατάξεις που επιτρέπουν την επίτευξη παραλείψεως των παραπάνω παράνομων πρακτικών, προκειμένου τα υφιστάμενα μέσα προστασίας να μπορούν να παράγουν τα αποτελέσματά τους, ανεξάρτητα από την χώρα όπου η παράνομη πρακτική παράγει τα αποτελέσματά της 7 ότι ο στόχος της προτεινόμενης ενέργειας μπορεί να επιτευχθεί μόνο από τον κοινοτικό νομοθέτη και ότι εναπόκειται συνεπώς σε αυτόν να ενεργήσει 7 ότι το άρθρο 3Β τρίτο εδάφιο της συνθήκης επιβάλλει στον κοινοτικό νομοθέτη να μην υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων 7 ότι κατ' εφαρμογή της διάταξης αυτής είναι σημαντικό να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες ορισμένων εθνικών εννόμων τάξεων και ότι η προϋπόθεση αυτή μπορεί να ικανοποιηθεί με την παροχή στα κράτη μέλη της δυνατότητας να επιλέγουν μεταξύ διαφορετικών λύσεων που παρέχουν ισοδύναμα αποτελέσματα 7 ότι μία από τις επιλογές θα πρέπει να περιλαμβάνει τη δυνατότητα πρόβλεψης ότι ένας ανεξάρτητος δημόσιος οργανισμός, που θα είναι ειδικά επιφορτισμένος με την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών ή/και με τον ανταγωνισμό, ασκεί τα δικαιώματα που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία 7 ότι η άλλη επιλογή θα πρέπει να προβλέπει την άσκηση αυτών των δικαιωμάτων από τις οργανώσεις που έχουν έννομο συμφέρον να προστατεύουν τους καταναλωτές, καθώς και από τις οργανώσεις εκπροσώπησης των επιχειρήσεων, σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζει η εθνική νομοθεσία 7 ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να εφαρμόσουν συγχρόνως τις δύο αυτές επιλογές 7 ότι τα κράτη μέλη είναι αρμόδια να ορίζουν σε εθνικό επίπεδο τους οργανισμούς ή/και τις οργανώσεις που νομιμοποιούνται προς άσκηση αγωγής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας 7 ότι είναι σκόπιμο να εφαρμόζεται η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης αυτών των νομιμοποιούμενων φορέων από τα κράτη μέλη 7 ότι τα κράτη μέλη είναι αρμόδια να διαβιβάζουν στην Επιτροπή τον κατάλογο των νομιμοποιούμενων οργανισμών ή/και οργανώσεων, καθώς και κάθε τροποποίηση αυτών των εθνικών καταλόγων που καταρτίζονται κατά τον τρόπο αυτό 7 ότι η Επιτροπή οφείλει να εξασφαλίζει τη δημοσίευσή τους στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 7 ότι η παρούσα οδηγία δεν πρέπει να θίγει τους κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου ή τις ισχύουσες συμφωνίες μεταξύ των κρατών μελών 7 ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προβλέπουν υποχρέωση προηγούμενης προειδοποίησης η οποία βαρύνει το μέρος που σκοπεύει να ασκήσει αγωγή παραλείψεως, προκειμένου να παρέχεται η δυνατότητα στον εναγόμενο να παύει την εν λόγω παράβαση 7 ότι η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να θίγει ουδόλως την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων περί ανταγωνισμού, ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 1. Η παρούσα οδηγία έχει ως αντικείμενο το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά τα μέσα προστασίας που επιτρέπουν την εξασφάλιση της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών, ώστε να υπάρχει εγγύηση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. 2. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως παράβαση νοείται κάθε ενέργεια αντίθετη στις διατάξεις των οδηγιών που περιέχονται στο παράρτημα και που έχουν ενσωματωθεί στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών μελών, η οποία βλάπτει τα συμφέροντα των καταναλωτών. Άρθρο 2 Περί της αγωγής παραλείψεως 1. Τα κράτη μέλη ορίζουν το δικαστήριο ή την αρχή που είναι αρμόδια να αποφαίνεται επί των αιτήσεων έννομης προστασίας που ασκούνται από τους νομιμοποιούμενους δυνάμει του άρθρου 3 φορείς. Το δικαστήριο ή αρχή δύναται: α) να διατάσσει, εντός σύντομης προθεσμίας και, κατά περίπτωση, με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, την παύση ή την απαγόρευση κάθε πράξης που συνιστά παράβαση 7 β) ενδεχομένως, να λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα για την επανόρθωση των συνεπειών της παράβασης, συμπεριλαμβανόμενης της δημοσίευσης της απόφασης 7 γ) να καταδικάζει τον εναγόμενο στην καταβολή προς τον ενάγοντα, σε περίπτωση μη εκτέλεσης της απόφασης μετά τη λήξη της προθεσμίας που ορίζει, συγκεκριμένου ποσού ανά ημέρα καθυστέρησης ή κάθε άλλου ποσού που προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία για την εξασφάλιση της εκτέλεσης των αποφάσεων 7 2. Όταν η αγωγή δύναται, βάσει ισχυουσών συμφωνιών, να ασκείται σε κράτος μέλος διαφορετικό εκείνου του οποίου η νομοθεσία παραβιάστηκε, η αρμόδια αρχή που έχει επιληφθεί της υπόθεσης λαμβάνει τα ίδια μέτρα που προβλέπονται σε περίπτωση παραβίασης της οικείας εθνικής νομοθεσίας. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς άσκηση αγωγής 1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως «νομιμοποιούμενος φορέας» προς άσκηση αγωγής νοείται κάθε οργανισμός ή οργάνωση που έχει, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, έννομο συμφέρον να επιβάλλει την τήρηση των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 και συγκεκριμένα: α) ένας ανεξάρτητος δημόσιος οργανισμός, επιφορτισμένος ειδικά με την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών, στα κράτη όπου υπάρχει τέτοιος οργανισμός ή/και β) οι οργανώσεις που έχουν έννομο συμφέρον να προστατεύουν τα συμφέροντα των καταναλωτών καθώς και οι οργανώσεις εκπροσώπησης επιχειρήσεων ή επιχειρηματικές ομοσπονδίες, σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται από την εθνική νομοθεσία. 2. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, και με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων που η εθνική νομοθεσία αναγνωρίζει σε άλλους φορείς, κάθε κράτος μέλος καταρτίζει σε εθνικό επίπεδο κατάλογο των νομιμοποιούμενων φορέων προς άσκηση της αγωγής που προβλέπεται στο άρθρο 2. Οι οργανισμοί και οι οργανώσεις που περιλαμβάνονται στον κατάλογο αυτό λαμβάνουν έγγραφο που πιστοποιεί την ιδιότητά τους ενώπιον των αρμόδιων δικαστικών ή άλλων αρχών. 3. Οι κατάλογοι που καταρτίζονται βάσει της παραγράφου 2, καθώς και κάθε ενδεχόμενη τροποποίησή τους, κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σειρά C. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε κάθε νομιμοποιούμενος φορέας, όταν τα συμφέροντα τα οποία εκπροσωπεί θίγονται από μια παράβαση που άρχισε από άλλο κράτος μέλος, να μπορεί να προσφεύγει στο δικαστήριο ή στην αρχή που προβλέπεται στο άρθρο 2, επιδεικνύοντας το έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2. 2. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν ότι η άμεση προσφυγή που προβλέπεται στην παράγραφο 1 θα είναι δυνατή ύστερα από προηγούμενη προσφυγή σε νομιμοποιούμενο προς άσκηση αγωγής φορέα του εδαφικά αρμόδιου κράτους μέλους, με στόχο ο εν λόγω φορέας να ασκήσει την αγωγή που προβλέπεται στο άρθρο 2 7 στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη προβλέπουν εύλογη προθεσμία απάντησης από μέρους των εθνικών νομιμοποιούμενων φορέων. Άρθρο 5 Περί οχλήσεως 1. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ή να διατηρούν υποχρέωση οχλήσεως του εναγομένου η οποία βαρύνει το μέρος που σκοπεύει να ασκήσει αγωγή παραλείψεως 7 τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση της δυνατότητας αυτής λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε οι ρυθμίσεις που διέπουν την όχληση να επιτρέπουν την άσκηση της αγωγής παραλείψεως εντός εύλογης προθεσμίας. 2. Οι ρυθμίσεις περί οχλήσεως που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη κοινοποιούνται στην Επιτροπή και αποτελούν το αντικείμενο δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σειρά C. 3. Η όχληση αναστέλλει την παραγραφή. Άρθρο 6 Εκθέσεις Κάθε τρία χρόνια και για πρώτη φορά έως τις 30 Δεκεμβρίου 2000, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Άρθρο 7 Δυνατότητα ευρύτερης δράσης Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τη διατήρηση ή τη θέσπιση από τα κράτη μέλη διατάξεων που αποσκοπούν στην εξασφάλιση, σε εθνικό επίπεδο, ευρύτερης ικανότητας δράσης, στους οργανισμούς εκπροσώπησης καταναλωτών ή επαγγελματιών ή/και στους δημόσιους οργανισμούς, καθώς και σε οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο. Άρθρο 8 Εφαρμογή 1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία έως τις 31 Δεκεμβρίου 1997. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής καθορίζεται από τα κράτη μέλη. 2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία. Άρθρο 9 Έναρξη ισχύος Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από την δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Άρθρο 10 Αποδέκτες Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 - οδηγία 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Σεπτεμβρίου 1984, (παραπλανητική διαφήμιση), ΕΕ αριθ. L 250 της 19. 9. 1984, σ. 17, - οδηγία 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, (συμβάσεις που συνάπτονται εκτός των εμπορικών καταστημάτων), ΕΕ αριθ. L 372 της 31. 12. 1985, σ. 3, - οδηγία 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1987, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 90/88/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Φεβρουαρίου 1990, (καταναλωτική πίστη), ΕΕ αριθ. L 42 της 12. 2. 1987, σ. 48, ΕΕ αριθ. L 61 της 10. 3. 1990, σ. 14, - οδηγία 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, (άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων): άρθρα 10 έως 23, ΕΕ αριθ. L 298 της 17. 10. 1989, σ. 23, - οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1990, (οργανωμένα ταξίδια και οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις), ΕΕ αριθ. L 158 της 23. 6. 1990, σ. 59, - οδηγία 92/28/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 1992, (διαφήμιση των φαρμάκων που προορίζονται για ανθρώπους), ΕΕ αριθ. L 113 της 30. 4. 1992, σ. 13, - οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, (καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές), ΕΕ αριθ. L 95 της 21. 4. 1993, σ. 29, - οδηγία 94/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 1994, (προστασία των αγοραστών ως προς ορισμένες πλευρές των συμβάσεων που αφορούν την απόκτηση δικαιώματος χρήσης ακινήτων υπό καθεστώς χρονομεριστικής μίσθωσης), ΕΕ αριθ. L 280 της 29. 10. 1994, σ. 83, - οδηγία . . . του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της . . . (συμβάσεις διαπραγματευόμενες από απόσταση).