Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 51994AC0565

    Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 337/75 περί δημιουργίας ευρωπαϊκού κέντρου για την ανάπτυξη της επαγγελματικής κατάρτισης

    ΕΕ C 195 της 18.7.1994, p. 32–33 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

    51994AC0565

    Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 337/75 περί δημιουργίας ευρωπαϊκού κέντρου για την ανάπτυξη της επαγγελματικής κατάρτισης

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 195 της 18/07/1994 σ. 0032


    Γνωμοδότηση για την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/75 περί δημιουργίας ευρωπαϊκού κέντρου για την ανάπτυξη της επαγγελματικής κατάρτισης (1) (94/C 195/12)

    Στις 9 Μαρτίου 1994, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 198 της Συνθήκης ΕΟΚ, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και της Κοινωνικής Επιτροπής για την παραπάνω πρόταση.

    Το τμήμα κοινωνικών, οικογενειακών, εκπαιδευτικών και πολιτισμικών θεμάτων, στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 14 Απριλίου 1994. Εισηγητής ήταν ο κ. Nierhaus.

    Κατά τη διάρκεια της 315ης συνόδου ολομελείας (συνεδρίαση της 27ης Απριλίου 1994), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με πλειοψηφία και μια αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση.

    1. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή λαμβάνει γνώση του γεγονότος ότι λόγω μεταβολής των πολιτικών συνθηκών, το Συμβούλιο αποφάσισε στις 29 Οκτωβρίου 1993 να μεταφέρει την έδρα του Cedefop από το Βερολίνο στη Θεσσαλονίκη. Αντιλαμβάνεται ότι η Απόφαση αυτή ελήφθη ενόψει του γεγονότος ότι στην Ελλάδα δεν εδρεύει μέχρι τώρα κανένας ευρωπαϊκός οργανισμός και συνεπώς είχε σχετικό δικαίωμα.

    2. Για την ΟΚΕ όμως είναι εντελώς ακατανόητο ότι η προαναφερθείσα πολιτική απόφαση ήταν σαφέστατα μια «απόφαση της στιγμής», η οποία ελήφθη χωρίς προηγούμενη ανακοίνωση ή ενημέρωση και, ακόμη λιγότερο, χωρίς καμία διαβούλευση με τους συνεργάτες του Cedefop και με το διοικητικό συμβούλιο. Η ΟΚΕ επικρίνει αυστηρότατα μια τόσο αυταρχική στάση των υπευθύνων.

    3. Η ΟΚΕ κατανοεί ότι «είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί η συνοχή σε κοινοτικό επίπεδο όσον αφορά τη διαχείριση του προσωπικού των διαφόρων αποκεντρωμένων οργανισμών» (2). Ωστόσο, είναι της γνώμης ότι τα κοινοτικά όργανα της «πρώτης γενεάς» (το Cedefop και το «Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης» του Δουβλίνου), τα οποία λειτουργούν με επιτυχία για είκοσι περίπου έτη και στα οποία εξαρχής συμμετείχαν άμεσα οι κοινωνικοί εταίροι, δεν θα πρέπει να εξομοιωθούν πλήρως με τους οργανισμούς «δεύτερης γενεάς», οι οποίοι, σε γενικές γραμμές, δεν έχουν αρχίσει ακόμη τις εργασίες τους και θα λειτουργήσουν σε εντελώς διαφορετική βάση.

    4. Κατά συνέπεια, η ΟΚΕ ζητεί να ληφθούν υπόψη, κατά τρόπο αμερόληπτο, στην τροποποίηση του άρθρου 13 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/75 (3), τα γεγονότα που περιγράφονται ανωτέρω. Συγκεκριμένα, καλεί ρητώς την Επιτροπή να αναγνωρίσει τη μακροχρόνια καλή επαγγελματική απόδοση των συνεργατών του Cedefop και να διασαφηνίσει πλήρως ότι δεν υφίσταται καμμία πρόθεση να επιδεινωθούν ή να υποβαθμιστούν οι συνθήκες απασχόλησης και εργασίας τους.

    5. Για το λόγο αυτό, η ΟΚΕ θεωρεί ορθό και δίκαιο να μην εξομοιωθούν υποβαθμιζόμενες, οι συνθήκες εργασίας και να μην επιτραπεί καμία χειροτέρευση των όρων διορισμού των συνεργατών. Αντί τούτων πρέπει να εξευρεθούν λύσεις που να διασφαλίζουν ότι όλοι οι εργαζόμενοι απολαμβάνουν του ιδίου ή καλύτερου καθεστώτος, ως προς τις συνθήκες εργασίας, στο νέο τόπο άσκησης των δραστηριοτήτων τους, σύμφωνα με τις ισχύουσες για τους απασχολούμενους στην ΕΕ διατάξεις, συμπεριλαβανομένης της δυνατότητας, με την απόδειξη των επαγγελματικών τους ειδικών προσόντων, να υπαχθούν στο πλήρες καθεστώς υπαλλήλου των ΕΚ [βλ. άρθρ. 1 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων (4).

    6. Επιπλέον, η Επιτροπή πρέπει να εξασφαλίσει ότι, προς αποφυγή κοινωνικών αδικιών θα θεσπιστούν με συμφωνία δίκαιοι κανόνες για τη λήψη μέτρων υλικής βοήθειας. Πρέπει επίσης, όπου είναι απαραίτητο, να διατεθούν τα απαραίτητα μέσα για τις ρυθμίσεις όσον αφορά την πρόωρη συνταξιοδότηση καθώς και τη δυνατότητα οργανωτικών ανταλλαγών με άλλα κοινοτικά όργανα καθώς και κατάλληλες αυξήσεις προσωπικού.

    7. Ακόμη, πρέπει να εξασφαλιστεί ότι, όσοι από τους συνεργάτες καλύπτονται από διάφορους ασφαλιστικούς οργανισμούς, θα μπορέσουν να διασφαλίσουν τα δικαιώματα όχι μόνο τώρα αλλά και στο μέλλον.

    8. Η ΟΚΕ αναμένει τέλος, ότι στη νέα έδρα του Cedefop, θα δημιουργηθούν τέτοιες συνθήκες όσον αφορά τις κτιριακές εγκαταστάσεις, τον εξοπλισμό και λοιπά, ώστε οι συνεργάτες του - όπως και στο παρελθόν - να μπορούν και στο μέλλον να προσφέρουν την ειδικευμένη εργασία τους κάτω από κατάλληλες, ανθρώπινες και αξιοπρεπείς συνθήκες.

    9. Η ΟΚΕ συγκαταλέγει στα εξαιρετικά επιτεύγματα του Cedefop, και τις επιτυχημένες του προσπάθειες όσον αφορά την ανάληψη δραστηριοτήτων στις χώρες της Βορείου, Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης 7 συνεπώς, κρίνεται σκόπιμη για τη δημιουργία των κατάλληλων προϋποθέσεων να εντατικοποιηθούν οι σχέσεις μεταξύ των χωρών αυτών και της ΕΕ. Πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε οι τόσο σημαντικές και απαραίτητες δραστηριότητες - ενόψει της μελλοντικής εξέλιξης της Κοινότητας - να γίνει δυνατό να αναπτυχθούν με τον ίδιο τρόπο από ένα διαφορετικό τόπο εγκατάστασης.

    10. Η ΟΚΕ ελπίζει να βρεθεί μια θετική λύση για το πρόβλημα αυτό και να καταστεί δυνατή μια όσο το δυνατόν απρόσκοπτη μετεγκατάσταση, δεδομένου ότι δεν πρόκειται μόνο για τους 76 σημερινούς συνεργάτες του Cedefop αλλά και για τα 300 περίπου μέλη των οικογενειών τους.

    Βρυξέλλες, 27 Απριλίου 1994.

    Ο Πρόεδρος της

    Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Susanne TIEMANN

    (1) ΕΕ αριθ. C 74 της 12. 3. 1994, σ. 12.

    (2) Έγγρ. COM(94) 20 τελικό, σ. 3.

    (3) ΕΕ αριθ. L 39 της 13. 2. 1975.

    (4) ΕΕ αριθ. L 157 της 28. 6. 1977, σ. 1.

    Top