Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32023R2131

    Κανονισμός (ΕΕ) 2023/2131 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Οκτωβρίου 2023, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1727 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου, όσον αφορά την ψηφιακή ανταλλαγή πληροφοριών σε υποθέσεις τρομοκρατίας

    PE/74/2022/REV/1

    ΕΕ L, 2023/2131, 11.10.2023, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2023/2131/oj (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2023/2131/oj

    European flag

    Επίσημη Εφημερίδα
    της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    EL

    Σειρά L


    2023/2131

    11.10.2023

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2023/2131 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    της 4ης Οκτωβρίου 2023

    για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1727 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου, όσον αφορά την ψηφιακή ανταλλαγή πληροφοριών σε υποθέσεις τρομοκρατίας

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 85,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1727 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) ίδρυσε την Eurojust και καθορίζει τα καθήκοντά της, το πεδίο αρμοδιότητας και τις λειτουργίες της.

    (2)

    Η απόφαση 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (3) επισημαίνει ότι, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, είναι ουσιώδες για τις σχετικές υπηρεσίες να διαθέτουν όσο το δυνατόν πληρέστερες και πλέον επίκαιρες πληροφορίες. Η εν λόγω απόφαση απαιτεί οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να παρέχουν στην Eurojust πληροφορίες σχετικά με τις διώξεις και τις καταδίκες για τρομοκρατικά αδικήματα τα οποία θίγουν ή μπορούν να θίξουν δύο ή περισσότερα κράτη μέλη.

    (3)

    Λόγω ασυνεπειών στην ερμηνεία της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ, σε ορισμένες περιπτώσεις οι πληροφορίες δεν ανταλλάσσονται εγκαίρως, δεν ανταλλάσσονται καθόλου πληροφορίες ή δεν ανταλλάσσονται όλες οι σχετικές πληροφορίες. Η Eurojust είναι αναγκαίο να λαμβάνει επαρκείς πληροφορίες για τον εντοπισμό διασυνδέσεων μεταξύ διασυνοριακών ερευνών.

    (4)

    Η παροχή συνδρομής στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών για τη διασφάλιση του καλύτερου δυνατού συντονισμού των ερευνών και των διώξεων, συμπεριλαμβανομένου του εντοπισμού διασυνδέσεων μεταξύ τέτοιων ερευνών και διώξεων, αποτελεί σημαντικό καθήκον της Eurojust σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1727. Ο εν λόγω κανονισμός δίνει τη δυνατότητα στην Eurojust να ακολουθεί πιο προδραστική προσέγγιση και να παρέχει καλύτερες υπηρεσίες στα κράτη μέλη, για παράδειγμα προτείνοντας την έναρξη ερευνών και προσδιορίζοντας ανάγκες συντονισμού, περιπτώσεις που ενδεχομένως παραβιάζουν την αρχή ne bis in idem και κενά στην άσκηση διώξεων.

    (5)

    Τον Σεπτέμβριο του 2019 η Eurojust έθεσε σε λειτουργία το ευρωπαϊκό δικαστικό αντιτρομοκρατικό μητρώο βάσει της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ, με ειδικό στόχο τον εντοπισμό πιθανών διασυνδέσεων μεταξύ δικαστικών διαδικασιών κατά υπόπτων για τρομοκρατικά αδικήματα και πιθανών αναγκών συντονισμού που απορρέουν από τέτοιες διασυνδέσεις.

    (6)

    Το ευρωπαϊκό δικαστικό αντιτρομοκρατικό μητρώο δημιουργήθηκε μετά την έκδοση του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1727 και, κατά συνέπεια, δεν είναι καλά ενσωματωμένο στην τεχνική υποδομή της Eurojust, ούτε γίνεται αναφορά στον εν λόγω μητρώο στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1727. Ως εκ τούτου, η κατάσταση αυτή είναι αναγκαίο να διορθωθεί.

    (7)

    Για την αποτελεσματική καταπολέμηση της τρομοκρατίας, έχει ζωτική σημασία η αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών για την έρευνα ή τη δίωξη τρομοκρατικών αδικημάτων μεταξύ των αρμόδιων εθνικών αρχών και των οργανισμών της Ένωσης. Οι πληροφορίες αυτές είναι απαραίτητο να είναι όσο το δυνατόν πληρέστερες και πλέον επίκαιρες.

    (8)

    Οι τρομοκρατικές οργανώσεις εμπλέκονται όλο και περισσότερο σε άλλες μορφές σοβαρού εγκλήματος και συχνά αποτελούν μέρος οργανωμένων δικτύων. Η δράση αυτή αφορά σοβαρά εγκλήματα όπως η εμπορία ανθρώπων, η εμπορία ναρκωτικών, το οικονομικό έγκλημα και η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Είναι αναγκαίο να διασταυρώνονται τα στοιχεία από δικαστικές διαδικασίες για τέτοιου είδους σοβαρά εγκλήματα.

    (9)

    Προκειμένου να δοθεί στην Eurojust η δυνατότητα να εντοπίζει διασυνδέσεις μεταξύ διασυνοριακών δικαστικών διαδικασιών κατά υπόπτων για τρομοκρατικά αδικήματα, καθώς και διασυνδέσεις μεταξύ δικαστικών διαδικασιών κατά υπόπτων για τρομοκρατικά αδικήματα και πληροφοριών τις οποίες η ίδια επεξεργάζεται σχετικά με άλλες υποθέσεις σοβαρών εγκλημάτων, είναι ουσιώδες για την Eurojust να λαμβάνει από τις αρμόδιες εθνικές αρχές όσο το δυνατόν συντομότερα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού, τις απαραίτητες πληροφορίες που θα της επιτρέψουν να εντοπίσει τις εν λόγω διασυνδέσεις με διασταύρωση στοιχείων.

    (10)

    Προκειμένου να παρέχουν δεδομένα στην Eurojust, οι αρμόδιες εθνικές αρχές είναι ανάγκη να γνωρίζουν επακριβώς τι είδους πληροφορίες οφείλουν να διαβιβάζουν, σε ποιο στάδιο της εθνικής ποινικής διαδικασίας και σε ποιες περιπτώσεις. Οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να διαβιβάζουν πληροφορίες στην Eurojust με δομημένο, οργανωμένο, συστηματικό και ημιαυτοματοποιημένο τρόπο. Ημιαυτοματοποιημένος τρόπος σημαίνει ότι η διαβίβαση των πληροφοριών είναι εν μέρει αυτοματοποιημένη και εν μέρει ελεγχόμενη από άνθρωπο. Ο εν λόγω τρόπος διαβίβασης αναμένεται να αυξήσει σημαντικά την ποιότητα και τη συνάφεια των πληροφοριών που λαμβάνει η Eurojust.

    (11)

    Η ανταλλαγή, η αποθήκευση και η διασταύρωση δεδομένων θα αυξήσουν σημαντικά τον όγκο των δεδομένων που επεξεργάζεται η Eurojust. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό, στο πλαίσιο των υφιστάμενων διαδικασιών και πλαισίων, των οικονομικών, ανθρώπινων και τεχνικών πόρων που χρειάζεται η Eurojust.

    (12)

    Η οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), όπως έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο, αποτελεί το σημείο αναφοράς για τον ορισμό των τρομοκρατικών εγκλημάτων από τις αρμόδιες εθνικές αρχές.

    (13)

    Έχει ζωτική σημασία να ανταλλάσσονται αξιόπιστα δεδομένα ταυτοποίησης ούτως ώστε η Eurojust να εντοπίζει διασυνδέσεις μεταξύ ερευνών και δικαστικών διαδικασιών για υποθέσεις τρομοκρατίας κατά υπόπτων για τρομοκρατικά αδικήματα. Έχει επίσης ζωτική σημασία η Eurojust να κατέχει και να αποθηκεύει ένα σύνολο δεδομένων που διασφαλίζει την αξιόπιστη ταυτοποίηση των προσώπων τα οποία υπόκεινται σε τέτοιες έρευνες ή δικαστικές διαδικασίες για υποθέσεις τρομοκρατίας. Επομένως, η χρήση βιομετρικών δεδομένων είναι σημαντική, αν ληφθούν υπόψη οι αβεβαιότητες όσον αφορά τα αλφαριθμητικά δεδομένα, ιδίως για τους υπηκόους τρίτων χωρών, το γεγονός ότι οι ύποπτοι ορισμένες φορές χρησιμοποιούν πλαστές ή διπλές ταυτότητες, καθώς και ότι, στο στάδιο της έρευνας, τα βιομετρικά δεδομένα αποτελούν συχνά το μόνο στοιχείο σύνδεσης με τους υπόπτους. Επομένως, όταν, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο για τις ποινικές διαδικασίες ή τα δικονομικά δικαιώματα στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, οι αρμόδιες εθνικές αρχές αποθηκεύουν και συλλέγουν βιομετρικά δεδομένα και τους επιτρέπεται να τα διαβιβάσουν, οι εν λόγω αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να ανταλλάσσουν τέτοια δεδομένα, όταν είναι διαθέσιμα, με την Eurojust. Λόγω του ευαίσθητου χαρακτήρα των βιομετρικών δεδομένων και των επιπτώσεων της επεξεργασίας βιομετρικών δεδομένων στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως κατοχυρώνονται στα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να διαβιβάζονται με τρόπο που συμμορφώνεται πλήρως με τις αρχές της αναγκαιότητας, της αναλογικότητας και του περιορισμού του σκοπού και μόνο για τον σκοπό της ταυτοποίησης προσώπων που υπόκεινται σε ποινικές διαδικασίες σχετικές με τρομοκρατικά αδικήματα.

    (14)

    Δεδομένου ότι οι πληροφορίες σχετικά με υφιστάμενες διασυνδέσεις με άλλες δικαστικές διαδικασίες είναι πιο χρήσιμες στα αρχικά στάδια της έρευνας, είναι αναγκαίο οι αρμόδιες εθνικές αρχές να παρέχουν πληροφορίες στην Eurojust μόλις η υπόθεση παραπεμφθεί σε δικαστική αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Μια υπόθεση θα πρέπει να θεωρείται ότι παραπέμφθηκε σε δικαστική αρχή όταν, για παράδειγμα, η δικαστική αρχή ενημερώνεται για εν εξελίξει έρευνα, εγκρίνει ή διατάσσει μέτρο έρευνας ή αποφασίζει να ασκήσει δίωξη, ανάλογα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο. Εάν μια αρμόδια εθνική αρχή γνωρίζει ήδη ότι υπάρχουν διασυνδέσεις μεταξύ ποινικής διαδικασίας στο κράτος μέλος της και ποινικής διαδικασίας σε άλλο κράτος μέλος, θα πρέπει να ενημερώνει σχετικά την Eurojust.

    (15)

    Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι στις νομικές παραδόσεις και τα νομικά συστήματα ορισμένων κρατών μελών μια δικαστική αρχή δεν εποπτεύει τις έρευνες και συμμετέχει μόνο σε μεταγενέστερα στάδια της διαδικασίας, ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να εμποδίζει τις αρμόδιες εθνικές αρχές να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με έρευνες για τρομοκρατία στα εθνικά μέλη τους σε προγενέστερο στάδιο, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο.

    (16)

    Για να διασφαλίζεται η ακρίβεια των δεδομένων στο ευρωπαϊκό δικαστικό αντιτρομοκρατικό μητρώο, να εντοπίζονται διασυνδέσεις ή να εξακριβώνεται η ταυτότητα υπόπτου το συντομότερο δυνατόν σε μια έρευνα, καθώς και να εξασφαλίζεται ότι τηρούνται οι προθεσμίες, οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να επικαιροποιούν τις πληροφορίες που έχουν παράσχει. Οι επικαιροποιήσεις αυτές θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν νέες πληροφορίες σχετικά με το υπό έρευνα πρόσωπο, δικαστικές αποφάσεις όπως αποφάσεις προσωρινής κράτησης, αποφάσεις έναρξης δικαστικών διαδικασιών, αθωώσεις και οριστικές αποφάσεις μη δίωξης, καθώς και αιτήσεις δικαστικής συνεργασίας ή εντοπισθείσες διασυνδέσεις με άλλες δικαιοδοσίες.

    (17)

    Οι αρμόδιες εθνικές αρχές δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τρομοκρατικά αδικήματα με την Eurojust κατά το πρώτο στάδιο, όταν κάτι τέτοιο θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο εν εξελίξει έρευνες ή την ασφάλεια προσώπου ή θα αντέβαινε στα βασικά συμφέροντα ασφάλειας του οικείου κράτους μέλους. Οι εν λόγω παρεκκλίσεις από την υποχρέωση παροχής πληροφοριών θα πρέπει να ισχύουν μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις και κατά περίπτωση. Όταν εξετάζουν εάν πρέπει ή όχι να παρεκκλίνουν από την υποχρέωση αυτή, οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη το γεγονός ότι η Eurojust χειρίζεται τις πληροφορίες που παρέχουν οι εν λόγω αρχές σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης για την προστασία των δεδομένων, καθώς και τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των δικαστικών διαδικασιών.

    (18)

    Για τους σκοπούς της ανταλλαγής ευαίσθητων δεδομένων μεταξύ των αρμόδιων εθνικών αρχών και της Eurojust και της επεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ασφαλείς δίαυλοι επικοινωνίας, όπως ένα αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ ή η ασφαλής τηλεπικοινωνιακή διασύνδεση που αναφέρεται στην απόφαση 2008/976/ΔΕΥ του Συμβουλίου (5), προκειμένου να προστατεύονται τα δεδομένα αυτά από τη χωρίς άδεια κοινολόγηση και τις κυβερνοεπιθέσεις. Η χρήση αυτή δεν θα πρέπει να θίγει τις μελλοντικές τεχνολογικές εξελίξεις.

    (19)

    Για την ασφαλή ανταλλαγή δεδομένων και την προστασία της ακεραιότητας της επικοινωνίας και της ανταλλαγής δεδομένων, το σύστημα διαχείρισης υποθέσεων θα πρέπει να είναι συνδεδεμένο με ασφαλείς διαύλους επικοινωνίας και να πληροί υψηλά πρότυπα κυβερνοασφάλειας. Οι εν λόγω ασφαλείς δίαυλοι επικοινωνίας μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται για τη σύνδεση του συστήματος διαχείρισης υποθέσεων με άλλα συστήματα πληροφοριών της Ένωσης, στον βαθμό που οι νομικές πράξεις για τη δημιουργία των εν λόγω συστημάτων προβλέπουν την πρόσβαση της Eurojust.

    (20)

    Το αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ θα πρέπει να καθιστά δυνατή τις ασφαλείς ανταλλαγές δεδομένων μεταξύ των αρμόδιων εθνικών αρχών και της Eurojust, χωρίς την ανάμειξη κάποιου θεσμικού ή λοιπού οργάνου ή οργανισμού της Ένωσης στην ουσία των εν λόγω ανταλλαγών. Το αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ θα πρέπει να αποτελείται από συστήματα υποστηρικτικών λειτουργιών ΤΠ των κρατών μελών και της Eurojust τα οποία διασυνδέονται με διαλειτουργικά σημεία πρόσβασης. Τα σημεία πρόσβασης του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ θα πρέπει να βασίζονται στο e-CODEX.

    (21)

    Για να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι εφαρμογής του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τη δημιουργία και τη χρήση του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ για τις περιπτώσεις που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

    (22)

    Η διαβίβαση μη δομημένων δεδομένων καθιστά αναγκαία τη χειρωνακτική παρέμβαση, δημιουργεί πρόσθετο διοικητικό φόρτο και μειώνει την ποιότητα των αποτελεσμάτων της διασταύρωσης στοιχείων. Ως εκ τούτου, οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να διαβιβάζουν τα δεδομένα με διαρθρωμένο τρόπο και παράλληλα να συμμορφώνονται με τις ελάχιστες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας που ορίζονται στο Ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας το οποίο αναφέρεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 23ης Μαρτίου 2017 με τίτλο «Ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας — Στρατηγική εφαρμογής». Επιπλέον, η μεταφορά δεδομένων θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο αυτοματοποιημένη, ώστε να μειώνεται ο διοικητικός φόρτος των αρμόδιων εθνικών αρχών και να διασφαλίζεται ότι τα απαραίτητα δεδομένα παρέχονται τακτικά και χωρίς καθυστέρηση.

    (23)

    Ένα εκσυγχρονισμένο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων είναι απαραίτητο προκειμένου η Eurojust να επεξεργάζεται με ασφάλεια τα ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Το νέο σύστημα χρειάζεται να ενσωματώσει και να ενεργοποιήσει τις λειτουργίες του ευρωπαϊκού δικαστικού αντιτρομοκρατικού μητρώου και να βελτιώσει την ικανότητα της Eurojust να εντοπίζει διασυνδέσεις, αξιοποιώντας παράλληλα, κατά κανόνα, πλήρως τους υφιστάμενους εθνικούς και ενωσιακούς μηχανισμούς για τη σύγκριση βιομετρικών δεδομένων.

    (24)

    Είναι σημαντικό να διατηρηθούν ο έλεγχος και η ευθύνη των εθνικών μελών όσον αφορά τα δεδομένα τα οποία λαμβάνουν από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Εξ ορισμού, τα επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν θα πρέπει να κοινοποιούνται σε άλλο κράτος μέλος. Επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να κοινοποιούνται μόνο εφόσον η ανταλλαγή δεδομένων επιτραπεί από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Προκειμένου να ψηφιοποιηθεί και να επιταχυνθεί η διαδικασία με την οποία δίνεται συνέχεια σε πιθανές διασυνδέσεις και παράλληλα να διασφαλιστεί ο πλήρης έλεγχος επί των δεδομένων, θα πρέπει να εισαχθούν κωδικοί χειρισμού.

    (25)

    Στις μέρες μας, η τρομοκρατία και το σοβαρό και οργανωμένο έγκλημα αποτελούν πολύ δυναμικά και παγκοσμιοποιημένα φαινόμενα, που συχνά πλήττουν δύο ή περισσότερα κράτη μέλη. Μολονότι η τρομοκρατία είχε από προηγουμένως ισχυρή διακρατική διάσταση, η χρήση και η διαθεσιμότητα μέσων ηλεκτρονικών επικοινωνιών σημαίνει ότι η διακρατική συνεργασία μεταξύ δραστών τρομοκρατικών ενεργειών έχει αυξηθεί σημαντικά. Ο διεθνικός χαρακτήρας ενός τρομοκρατικού αδικήματος μπορεί να μην είναι γνωστός όταν η υπόθεση παραπέμπεται σε δικαστική αρχή, αλλά μπορεί να αποκαλυφθεί κατά τη διασταύρωση δεδομένων από την Eurojust. Για τον λόγο αυτόν η έρευνα ή η δίωξη τρομοκρατικών αδικημάτων απαιτεί συντονισμό και συνεργασία μεταξύ διωκτικών αρχών ή δίωξη σε κοινές βάσεις, όπως προβλέπεται στο άρθρο 85 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Οι πληροφορίες σχετικά με υποθέσεις τρομοκρατίας θα πρέπει να ανταλλάσσονται εγκαίρως με την Eurojust, εκτός εάν προκύπτει σαφώς από τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης ότι ο χαρακτήρας της είναι αμιγώς εθνικός.

    (26)

    Οι έρευνες και οι διώξεις σε υποθέσεις τρομοκρατίας συχνά παρεμποδίζονται από την έλλειψη ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των εθνικών αρχών έρευνας και δίωξης. Για να καταστεί δυνατής η διασταύρωση στοιχείων από νέες έρευνες για υποθέσεις τρομοκρατίας με προηγούμενες έρευνες και ο εντοπισμός πιθανών διασυνδέσεων, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι η περίοδος διατήρησης των δεδομένων σχετικά με τυχόν προηγούμενη έρευνα και καταδίκη είναι επαρκής για επιχειρησιακές δραστηριότητες. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να παραταθούν οι προθεσμίες για την αποθήκευση δεδομένων στο ευρωπαϊκό δικαστικό αντιτρομοκρατικό μητρώο.

    (27)

    Η δυνατότητα διασταύρωσης στοιχείων από νέες έρευνες για υποθέσεις τρομοκρατίας με προηγούμενες έρευνες θα μπορούσε να οδηγήσει στον εντοπισμό πιθανών διασυνδέσεων και στην ανάγκη για συνεργασία. Η εν λόγω διασταύρωση στοιχείων ενδέχεται να αποκαλύψει ότι ένα ύποπτο ή διωκόμενο πρόσωπο σε υπό εξέλιξη υπόθεση σε ένα κράτος μέλος ήταν ύποπτο ή διωκόμενο σε υπόθεση που περατώθηκε σε άλλο κράτος μέλος. Ενδέχεται επίσης να εντοπιστεί η ύπαρξη διασυνδέσεων μεταξύ εν εξελίξει ερευνών ή διώξεων που διαφορετικά μπορεί να παρέμεναν κρυφές. Αυτό ισχύει ακόμη και όταν προηγούμενες έρευνες περατώθηκαν με αθώωση ή με οριστική απόφαση μη δίωξης. Είναι συνεπώς αναγκαίο να αποθηκεύονται τα δεδομένα σχετικά με τυχόν προηγούμενες έρευνες, όχι μόνο σχετικά με καταδίκες.

    (28)

    Είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα από έρευνες που περατώθηκαν με αθώωση ή οριστική απόφαση μη δίωξης υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο για σκοπούς δίωξης. Τέτοια δεδομένα δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται για σκοπούς άλλους πέραν του εντοπισμού διασυνδέσεων με εν εξελίξει έρευνες και διώξεις και της στήριξης των εν λόγω ερευνών και διώξεων. Εκτός εάν η αρμόδια εθνική αρχή αποφασίσει κατά περίπτωση διαφορετικά, η Eurojust θα πρέπει να είναι σε θέση να συνεχίσει να επεξεργάζεται τέτοια επιχειρησιακά δεδομένα. Όπου, αφότου η αθωωτική απόφαση έχει καταστεί αμετάκλητη ή έχει εκδοθεί οριστική απόφαση μη δίωξης, η αρμόδια εθνική αρχή αποφασίζει ότι η επεξεργασία των δεδομένων αθωωθέντων ή μη διωκόμενων προσώπων δεν είναι απαραίτητη, μεταξύ άλλων εξαιτίας των ιδιαιτεροτήτων της υπόθεσης ή των λόγων αθώωσης ή μη δίωξης, τα εν λόγω δεδομένα θα πρέπει να διαγράφονται.

    (29)

    Η Eurojust έχει συνάψει δώδεκα συμφωνίες συνεργασίας με τρίτες χώρες, οι οποίες επιτρέπουν τη μεταφορά επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την απόσπαση εισαγγελέων-συνδέσμων από τρίτη χώρα στην Eurojust. Επιπλέον, η συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, αφενός, και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, αφετέρου (7) επιτρέπει την απόσπαση εισαγγελέα-συνδέσμου. Τον Μάρτιο του 2021 το Συμβούλιο έδωσε στην Επιτροπή εντολή να διαπραγματευθεί συμφωνίες συνεργασίας μεταξύ της Eurojust και δεκατριών επιπλέον τρίτων κρατών, τουτέστιν της Αιγύπτου, της Αλγερίας, της Αργεντινής, της Αρμενίας, της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, της Βραζιλίας, της Ιορδανίας, του Ισραήλ, της Κολομβίας, του Λιβάνου, του Μαρόκου, της Τουρκίας και της Τυνησίας.

    (30)

    Μολονότι ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1727 παρέχει νομική βάση για τη συνεργασία και την ανταλλαγή δεδομένων με τρίτες χώρες, δεν περιέχει κανόνες σχετικά με τις τυπικές και τεχνικές πτυχές της συνεργασίας με τους εισαγγελείς-συνδέσμους από τρίτες χώρες που είναι αποσπασμένοι στην Eurojust, ιδίως όσον αφορά την πρόσβασή τους στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων. Για λόγους ασφάλειας δικαίου, ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1727 θα πρέπει να παρέχει ρητή νομική βάση για τη συνεργασία μεταξύ της Eurojust και των εισαγγελέων-συνδέσμων από τρίτες χώρες και την πρόσβασή τους στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων. Η Eurojust θα πρέπει να εφαρμόζει επαρκείς εγγυήσεις και μέτρα ασφάλειας για την προστασία των δεδομένων και των θεμελιωδών δικαιωμάτων μέσω επικαιροποιημένης τεχνικής διάρθρωσης και αυστηρών εσωτερικών κανόνων.

    (31)

    Κατά την επεξεργασία επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η Eurojust θα πρέπει να διασφαλίζει υψηλό επίπεδο προστασίας των δεδομένων. Για την επεξεργασία επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Eurojust υπόκειται στο άρθρο 3 και στο κεφάλαιο IX του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), καθώς και στους ειδικούς κανόνες για την επεξεργασία επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1727, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2022/838 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) και με τον παρόντα κανονισμό. Οι εν λόγω διατάξεις εφαρμόζονται στην επεξεργασία όλων των επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζεται η Eurojust. Ειδικότερα, εφαρμόζονται σε όλα τα επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων, είτε υποβάλλονται σε επεξεργασία από εθνικά μέλη, εθνικούς ανταποκριτές ή εισαγγελείς-συνδέσμους είτε από άλλα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1727.

    (32)

    Οι αποφάσεις σχετικά με το κατά πόσον και με ποιον τρόπο η Eurojust θα πρέπει να υποστηρίζει τον συντονισμό και τη συνεργασία μεταξύ των αρχών έρευνας και δίωξης θα πρέπει να εναπόκεινται αποκλειστικά στις αρμόδιες αρχές των οικείων κρατών μελών, με την επιφύλαξη του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου, του ενωσιακού δικαίου ή του διεθνούς δικαίου, αποτελούμενου από συμβάσεις ή άλλες διεθνείς συμφωνίες για την αμοιβαία συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις.

    (33)

    Για λόγους ασφάλειας δικαίου, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί η σχέση μεταξύ της ανταλλαγής πληροφοριών ανάμεσα στις αρμόδιες εθνικές αρχές για υποθέσεις τρομοκρατίας και την Eurojust δυνάμει της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ και του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1727. Ως εκ τούτου, οι σχετικές διατάξεις θα πρέπει να διαγραφούν από την απόφαση 2005/671/ΔΕΥ και θα πρέπει να προστεθούν στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1727.

    (34)

    Αν και ορισμένες αρμόδιες εθνικές αρχές είναι ήδη συνδεδεμένες με την ασφαλή τηλεπικοινωνιακή σύνδεση που προβλέπεται στο άρθρο 9 της απόφασης 2008/976/ΔΕΥ, πολλές αρμόδιες εθνικές αρχές δεν έχουν ακόμη συνδεθεί με την εν λόγω ασφαλή τηλεπικοινωνιακή σύνδεση ή με ασφαλείς διαύλους επικοινωνίας. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη έχουν επαρκή χρόνο για την παροχή τέτοιας σύνδεσης στις αρμόδιες εθνικές αρχές, θα πρέπει να χορηγηθεί μεταβατική περίοδος εφαρμογής.

    (35)

    Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 και το άρθρο 4α παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και στη ΣΛΕΕ, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

    (36)

    Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

    (37)

    Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 42 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις 26 Ιανουαρίου 2022,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1727

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1727 τροποποιείται ως εξής:

    1)

    Στο άρθρο 3, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «5.   Η Eurojust μπορεί επίσης να παρέχει στήριξη σε έρευνες και διώξεις που αφορούν μόνο ένα κράτος μέλος και μια τρίτη χώρα ή ένα κράτος μέλος και έναν διεθνή οργανισμό, εφόσον έχει συναφθεί με την εν λόγω τρίτη χώρα ή τον εν λόγω διεθνή οργανισμό συμφωνία συνεργασίας ή ρύθμιση μέσω της οποίας θεσπίζεται συνεργασία δυνάμει του άρθρου 52 ή εφόσον, σε συγκεκριμένη περίπτωση, υπάρχει ουσιώδες συμφέρον που επιβάλλει την παροχή της στήριξης αυτής.

    Η απόφαση σχετικά με το κατά πόσον και με ποιον τρόπο τα κράτη μέλη παρέχουν δικαστική συνδρομή σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό εναπόκειται αποκλειστικά στην αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους, με την επιφύλαξη του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου, του ενωσιακού δικαίου ή του διεθνούς δικαίου.»

    .

    2)

    Το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

    «2α.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια αρμόδια εθνική αρχή ως εθνικό ανταποκριτή της Eurojust για θέματα τρομοκρατίας. Ο εν λόγω εθνικός ανταποκριτής για θέματα τρομοκρατίας είναι δικαστική ή άλλη αρμόδια αρχή. Αν απαιτείται από το εθνικό νομικό σύστημα, ένα κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να ορίσει περισσότερες από μία αρμόδιες εθνικές αρχές ως εθνικό ανταποκριτή της Eurojust για θέματα τρομοκρατίας. Ο εθνικός ανταποκριτής για θέματα τρομοκρατίας έχει πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 21α παράγραφος 1. Είναι αρμόδιος για τη συλλογή αυτών των πληροφοριών και την αποστολή τους στην Eurojust σύμφωνα με το εθνικό και το ενωσιακό δίκαιο, ιδίως το εθνικό ποινικό δικονομικό δίκαιο και τους εφαρμοστέους κανόνες για την προστασία των δεδομένων.»·

    β)

    η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «8.   Για την εκπλήρωση των στόχων που αναφέρονται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, τα πρόσωπα που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου συνδέονται με το σύστημα διαχείρισης υποθέσεων σύμφωνα με το παρόν άρθρο και τα άρθρα 23, 24, 25 και 34. Η δαπάνη σύνδεσης με το σύστημα διαχείρισης υποθέσεων επιβαρύνει τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης.»

    .

    3)

    Το άρθρο 21 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «9.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει τις λοιπές υποχρεώσεις όσον αφορά τη διαβίβαση πληροφοριών στην Eurojust.»·

    β)

    η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «10.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές δεν υποχρεούνται να παράσχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, εάν οι εν λόγω πληροφορίες έχουν ήδη διαβιβαστεί στην Eurojust σύμφωνα με άλλες διατάξεις του παρόντος κανονισμού.»

    .

    4)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 21α

    Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με υποθέσεις τρομοκρατίας

    1.   Όσον αφορά τα τρομοκρατικά αδικήματα, οι αρμόδιες εθνικές αρχές ενημερώνουν τα εθνικά μέλη τους για τυχόν εν εξελίξει ή περατωθείσες ποινικές έρευνες που εποπτεύονται από δικαστικές αρχές μόλις η υπόθεση παραπεμφθεί στις δικαστικές αρχές σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, ιδίως το εθνικό ποινικό δικονομικό δίκαιο, για τυχόν εν εξελίξει ή περατωθείσες διώξεις και δικαστικές διαδικασίες και για τυχόν δικαστικές αποφάσεις επί τρομοκρατικών αδικημάτων. Η εν λόγω υποχρέωση εφαρμόζεται σε όλες τις ποινικές έρευνες που αφορούν τρομοκρατικά αδικήματα, ανεξάρτητα από την ύπαρξη γνωστής διασύνδεσης με άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα, εκτός εάν η ποινική έρευνα, λόγω των ιδιαίτερων περιστάσεών της, επηρεάζει σαφώς μόνο ένα κράτος μέλος.

    2.   Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται όταν:

    α)

    η ανταλλαγή πληροφοριών θα έθετε σε κίνδυνο εν εξελίξει έρευνα ή την ασφάλεια ενός προσώπου ή

    β)

    η ανταλλαγή πληροφοριών θα ήταν αντίθετη προς τα ουσιώδη συμφέροντα ασφάλειας του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

    3.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τρομοκρατικά αδικήματα είναι τα εγκλήματα που αναφέρονται στην οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1).

    4.   Οι πληροφορίες που διαβιβάζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 περιλαμβάνουν τα επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και τα δεδομένα μη προσωπικού χαρακτήρα που παρατίθενται στο παράρτημα III. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το παράρτημα III στοιχείο δ), αλλά μόνο εάν τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα βρίσκονται στην κατοχή των αρμόδιων εθνικών αρχών ή μπορούν να κοινοποιηθούν σε αυτές σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και εάν η διαβίβαση των δεδομένων αυτών είναι απαραίτητη για την αξιόπιστη ταυτοποίηση ενός υποκειμένου των δεδομένων δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 5.

    5.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, οι αρμόδιες εθνικές αρχές ενημερώνουν τα εθνικά μέλη τους σχετικά με τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες που διαβιβάζονται δυνάμει της παραγράφου 1 χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και, ει δυνατόν, το αργότερο εντός 10 εργάσιμων ημερών από τις εν λόγω αλλαγές.

    6.   Η αρμόδια εθνική αρχή δεν υποχρεούται να παράσχει τις εν λόγω πληροφορίες εάν έχουν ήδη διαβιβαστεί στην Eurojust.

    7.   Η εθνική αρμόδια αρχή μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να ζητήσει την υποστήριξη της Eurojust κατά τη συνέχεια που δίνεται στις διασυνδέσεις οι οποίες προσδιορίζονται βάσει των πληροφοριών που παρέχονται δυνάμει του παρόντος άρθρου.

    (*1)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6).»."

    5)

    Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

    «Άρθρο 22α

    Ασφαλής ψηφιακή επικοινωνία και ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των αρμόδιων εθνικών αρχών και της Eurojust

    1.   Η επικοινωνία μεταξύ των αρμόδιων εθνικών αρχών και της Eurojust βάσει του παρόντος κανονισμού πραγματοποιείται μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ. Το σύστημα διαχείρισης υποθέσεων που αναφέρεται στο άρθρο 23 συνδέεται με δίκτυο συστημάτων ΤΠ και διαλειτουργικών σημείων πρόσβασης e-CODEX, τα οποία σημεία λειτουργούν υπό την ατομική ευθύνη και διαχείριση κάθε κράτους μέλους και της Eurojust, το οποίο δίκτυο επιτρέπει την ασφαλή και αξιόπιστη διασυνοριακή ανταλλαγή πληροφοριών (“αποκεντρωμένο σύστημα ΤΟ”).

    2.   Όταν η ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεν είναι δυνατή λόγω μη διαθεσιμότητας του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ ή λόγω εξαιρετικών περιστάσεων, η ανταλλαγή πραγματοποιείται με τα ταχύτερα, πλέον πρόσφορα εναλλακτικά μέσα. Τα κράτη μέλη και η Eurojust διασφαλίζουν ότι τα εναλλακτικά μέσα επικοινωνίας είναι αξιόπιστα και παρέχουν ισοδύναμο επίπεδο ασφάλειας και προστασίας των δεδομένων.

    3.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές διαβιβάζουν στην Eurojust τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 21 και 21α του παρόντος κανονισμού με ημιαυτόματο και διαρθρωμένο τρόπο από τα εθνικά μητρώα. Οι ρυθμίσεις για την εν λόγω διαβίβαση καθορίζονται από την Επιτροπή, σε συνεννόηση με την Eurojust, σε εκτελεστική πράξη, σύμφωνα με το άρθρο 22β του παρόντος κανονισμού. Ειδικότερα, η εν λόγω εκτελεστική πράξη καθορίζει τον μορφότυπο των δεδομένων που διαβιβάζονται σύμφωνα με το παράρτημα III στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού και τα αναγκαία τεχνικά πρότυπα όσον αφορά τη διαβίβαση των εν λόγω δεδομένων και περιλαμβάνει τα ψηφιακά διαδικαστικά πρότυπα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 9) του κανονισμού (ΕΕ) 2022/850 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2).

    4.   Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για τη δημιουργία, τη συντήρηση και την ανάπτυξη λογισμικού εφαρμογής αναφοράς, το οποίο τα κράτη μέλη και η Eurojust μπορούν να επιλέξουν να εφαρμόζουν ως οικείο σύστημα υποστηρικτικών λειτουργιών. Το εν λόγω λογισμικό εφαρμογής αναφοράς βασίζεται σε αρθρωτή δομή, πράγμα που σημαίνει ότι το λογισμικό χωρίζεται σε πακέτα και παραδίδεται χωριστά από τα δομικά στοιχεία του e-CODEX που απαιτούνται για τη σύνδεσή του με το αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ. Η εν λόγω δομή επιτρέπει στα κράτη μέλη να επαναχρησιμοποιούν ή να βελτιώνουν τις υφιστάμενες εθνικές υποδομές δικαστικής επικοινωνίας τους με σκοπό τη διασυνοριακή χρήση και να επιτρέπει στην Eurojust να συνδέει το σύστημά της διαχείρισης υποθέσεων με το αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ.

    5.   Η Επιτροπή παρέχει, συντηρεί και υποστηρίζει δωρεάν το λογισμικό εφαρμογής αναφοράς. Η δημιουργία, η συντήρηση και η ανάπτυξη λογισμικού εφαρμογής αναφοράς χρηματοδοτούνται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης.

    6.   Τα κράτη μέλη και η Eurojust αναλαμβάνουν τις αντίστοιχες δαπάνες τους για τη δημιουργία και τη λειτουργία εγκεκριμένου σημείου πρόσβασης e-CODEX, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 3) του κανονισμού (ΕΕ) 2022/850, και για τη δημιουργία και την προσαρμογή των οικείων συστημάτων ΤΠ ώστε να καταστούν διαλειτουργικά με τα σημεία πρόσβασης.

    Άρθρο 22β

    Έκδοση εκτελεστικών πράξεων από την Επιτροπή

    1.   Η Επιτροπή εκδίδει τις εκτελεστικές πράξεις που απαιτούνται για τη δημιουργία και τη χρήση του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ για την επικοινωνία βάσει του παρόντος κανονισμού, καθορίζοντας τα εξής:

    α)

    τις τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζουν τις μεθόδους επικοινωνίας με ηλεκτρονικά μέσα για τους σκοπούς του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ·

    β)

    τις τεχνικές προδιαγραφές των πρωτοκόλλων επικοινωνίας·

    γ)

    τους στόχους ασφάλειας των πληροφοριών και τα σχετικά τεχνικά μέτρα για τη διασφάλιση των ελάχιστων προτύπων ασφάλειας των πληροφοριών και υψηλού επιπέδου προτύπων κυβερνοασφάλειας για την επεξεργασία και την κοινοποίηση πληροφοριών στο πλαίσιο του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ·

    δ)

    τους στόχους ελάχιστης διαθεσιμότητας και τις ενδεχόμενες σχετικές τεχνικές απαιτήσεις για τις υπηρεσίες που παρέχει το αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ·

    ε)

    τη σύσταση διευθύνουσας επιτροπής απαρτιζόμενης από αντιπροσώπους των κρατών μελών για τη διασφάλιση της λειτουργίας και της συντήρησης του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι του παρόντος κανονισμού.

    2.   Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου εκδίδονται έως την 1η Νοεμβρίου 2025 σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 22γ παράγραφος 2.

    Άρθρο 22γ

    Διαδικασία επιτροπής

    1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3).

    2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    Εάν η επιτροπή δεν διατυπώσει γνώμη, η Επιτροπή δεν εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    (*2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2022/850 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2022, σχετικά με ένα μηχανοργανωμένο σύστημα για τη διασυνοριακή ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές και ποινικές υποθέσεις (σύστημα e-CODEX), και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1726 (ΕΕ L 150 της 1.6.2022, σ. 1)."

    (*3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»."

    6)

    Τα άρθρα 23, 24 και 25 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 23

    Σύστημα διαχείρισης υποθέσεων

    1.   Η Eurojust δημιουργεί σύστημα διαχείρισης υποθέσεων για την επεξεργασία των επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που παρατίθενται στο παράρτημα II, των δεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα III και των δεδομένων μη προσωπικού χαρακτήρα.

    2.   Σκοποί του συστήματος διαχείρισης υποθέσεων είναι:

    α)

    να υποστηρίζει τη διαχείριση και τον συντονισμό των ερευνών και διώξεων στις οποίες παρέχει συνδρομή η Eurojust·

    β)

    να εγγυάται την ασφαλή πρόσβαση σε πληροφορίες και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με εν εξελίξει έρευνες και διώξεις·

    γ)

    να καθιστά δυνατή τη διασταύρωση στοιχείων και τον εντοπισμό διασυνδέσεων·

    δ)

    να καθιστά δυνατή την εξαγωγή δεδομένων για επιχειρησιακούς και στατιστικούς σκοπούς·

    ε)

    να διευκολύνει την παρακολούθηση, ώστε να διασφαλίζεται η σύννομη επεξεργασία των επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τους ισχύοντες κανόνες για την προστασία των δεδομένων.

    3.   Το σύστημα διαχείρισης υποθέσεων μπορεί να συνδεθεί με την ασφαλή τηλεπικοινωνιακή σύνδεση που προβλέπεται στο άρθρο 9 της απόφασης 2008/976/ΔΕΥ του Συμβουλίου (*4) και με άλλους ασφαλείς διαύλους επικοινωνίας σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο της Ένωσης.

    4.   Όταν έχει χορηγηθεί στην Eurojust πρόσβαση σε δεδομένα σε άλλα ή από άλλα συστήματα πληροφοριών της Ένωσης που έχουν δημιουργηθεί βάσει άλλων νομικών πράξεων της Ένωσης, η Eurojust μπορεί να χρησιμοποιεί το σύστημα διαχείρισης υποθέσεων για να έχει πρόσβαση στα δεδομένα ή για να συνδέεται με τα εν λόγω συστήματα πληροφοριών με σκοπό την ανάκτηση και την επεξεργασία πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό είναι αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων της και ότι συνάδει με τις νομικές πράξεις της Ένωσης για τη δημιουργία αυτών των συστημάτων πληροφοριών.

    5.   Οι παράγραφοι 3 και 4 δεν επεκτείνουν τα δικαιώματα πρόσβασης που χορηγούνται στην Eurojust σε άλλα συστήματα πληροφοριών της Ένωσης δυνάμει των νομικών πράξεων της Ένωσης για τη δημιουργία των εν λόγω συστημάτων.

    6.   Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τα εθνικά μέλη μπορούν να επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με τις συγκεκριμένες υποθέσεις που χειρίζονται, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό ή άλλες εφαρμοστέες πράξεις. Επιτρέπουν στον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων να έχει πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων.

    7.   Για την επεξεργασία επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Eurojust δεν δημιουργεί κανένα αυτοματοποιημένο αρχείο πλην του συστήματος διαχείρισης υποθέσεων.

    Τα εθνικά μέλη δύνανται να αποθηκεύουν προσωρινώς και να αναλύουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για να καθοριστεί εάν αυτά τα δεδομένα είναι σχετικά με τα καθήκοντα της Eurojust και μπορούν να περιληφθούν στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων. Τα εν λόγω δεδομένα μπορούν να διατηρούνται έως τρεις μήνες.

    Άρθρο 24

    Διαχείριση των πληροφοριών στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων

    1.   Το εθνικό μέλος αποθηκεύει τις πληροφορίες που του διαβιβάζονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό ή άλλες εφαρμοστέες πράξεις στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων.

    Το εθνικό μέλος είναι υπεύθυνο για τη διαχείριση των δεδομένων τα οποία επεξεργάζεται το εν λόγω εθνικό μέλος.

    2.   Το εθνικό μέλος αποφασίζει, κατά περίπτωση, αν θα περιορίσει την πρόσβαση στις πληροφορίες ή αν θα παράσχει πρόσβαση σε αυτές, εν όλω ή εν μέρει, σε άλλα εθνικά μέλη, σε εισαγγελείς-συνδέσμους που είναι αποσπασμένοι στην Eurojust, σε εξουσιοδοτημένα μέλη του προσωπικού της Eurojust ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο το οποίο εργάζεται για λογαριασμό της Eurojust και έχει εξασφαλίσει την απαραίτητη εξουσιοδότηση από τον διοικητικό διευθυντή.

    3.   Το εθνικό μέλος υποδεικνύει, σε διαβούλευση με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, με γενικούς ή ειδικούς όρους, τους τυχόν περιορισμούς όσον αφορά τον περαιτέρω χειρισμό, την πρόσβαση και τη μεταφορά των πληροφοριών, εάν έχει εντοπιστεί διασύνδεση κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 23 παράγραφος 2 στοιχείο γ).

    Άρθρο 25

    Πρόσβαση στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων σε εθνικό επίπεδο

    1.   Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 3 στοιχεία α), β) και γ) έχουν πρόσβαση μόνο στα ακόλουθα δεδομένα:

    α)

    στα δεδομένα που ελέγχονται από το εθνικό μέλος του κράτους μέλους τους·

    β)

    στα δεδομένα που ελέγχονται από εθνικά μέλη άλλων κρατών μελών και στα οποία έχει αποκτήσει πρόσβαση το εθνικό μέλος του κράτους μέλους τους, εκτός εάν το εθνικό μέλος το οποίο ελέγχει τα δεδομένα έχει αρνηθεί την πρόσβαση αυτή.

    2.   Το εθνικό μέλος, εντός των ορίων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, αποφασίζει σχετικά με τον βαθμό στον οποίο παρέχεται πρόσβαση στο κράτος μέλος τους στα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 3 στοιχεία α), β) και γ).

    3.   Η πρόσβαση σε δεδομένα που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 21α είναι δυνατή σε εθνικό επίπεδο μόνο από εθνικούς ανταποκριτές για την Eurojust σε θέματα τρομοκρατίας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

    4.   Κάθε κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει, κατόπιν διαβούλευσης με το εθνικό μέλος του, ότι τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 3 στοιχεία α), β) και γ) μπορούν, εντός των ορίων που προβλέπονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου, να εισάγουν πληροφορίες στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων που αφορούν το κράτος μέλος τους. Η συμβολή αυτή υπόκειται σε επικύρωση από το αντίστοιχο εθνικό μέλος. Το συλλογικό όργανο καθορίζει τις λεπτομέρειες της πρακτικής εφαρμογής της παρούσας παραγράφου. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Eurojust και στην Επιτροπή την απόφασή τους όσον αφορά την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. Η Επιτροπή πληροφορεί τα άλλα κράτη μέλη σχετικά.

    (*4)  Απόφαση 2008/976/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το ευρωπαϊκό δικαστικό δίκτυο (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 130).»."

    7)

    Το άρθρο 27 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4.   Η Eurojust δύναται να επεξεργάζεται ειδικές κατηγορίες επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 76 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725. Αν τα δεδομένα αυτά αφορούν μάρτυρες ή θύματα κατά την έννοια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, η απόφαση για την επεξεργασία τους λαμβάνεται από τα οικεία εθνικά μέλη.»·

    β)

    προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

    «5.   Όταν διαβιβάζονται επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 21α, η Eurojust μπορεί να επεξεργάζεται τα επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που παρατίθενται στο παράρτημα III τα οποία αφορούν τα ακόλουθα πρόσωπα:

    α)

    πρόσωπα για τα οποία, κατά το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους, υπάρχουν σοβαροί λόγοι από τους οποίους συνάγεται ότι έχουν διαπράξει ή είναι έτοιμα να διαπράξουν ποινικό αδίκημα για το οποίο είναι αρμόδια η Eurojust·

    β)

    πρόσωπα που έχουν καταδικαστεί για τέτοιο αδίκημα.

    Εάν η αρμόδια εθνική αρχή δεν αποφασίσει διαφορετικά, κατά περίπτωση, η Eurojust μπορεί να συνεχίσει την επεξεργασία των επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α) και μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους, ακόμη και σε περίπτωση αθώωσης ή οριστικής απόφασης μη δίωξης. Στις περιπτώσεις στις οποίες η διαδικασία δεν κατέληξε σε καταδίκη, η επεξεργασία των επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πραγματοποιείται μόνο για τον εντοπισμό διασυνδέσεων μεταξύ εν εξελίξει, μελλοντικών ή περατωθεισών ερευνών και διώξεων κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 23 παράγραφος 2 στοιχείο γ).».

    8)

    Το άρθρο 29 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

    «1α.   Η Eurojust δεν αποθηκεύει επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 21α πέραν της πρώτης από τις ακόλουθες ημερομηνίες:

    α)

    την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας παραγραφής της δίωξης σε όλα τα κράτη μέλη τα οποία αφορά η έρευνα ή η δίωξη·

    β)

    πέντε έτη μετά την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη αμετάκλητη η δικαστική απόφαση του τελευταίου των κρατών μελών το οποίο αφορά η έρευνα ή η δίωξη ή δύο έτη σε περίπτωση αθώωσης ή οριστικής απόφασης μη δίωξης·

    γ)

    την ημερομηνία κατά την οποία η Eurojust ενημερώνεται για την απόφαση της αρμόδιας εθνικής αρχής σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 5.»·

    β)

    οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2.   Η τήρηση των προθεσμιών αποθήκευσης που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 1α ελέγχεται μονίμως με κατάλληλη αυτοματοποιημένη επεξεργασία που διενεργείται από την Eurojust, ιδίως από τη στιγμή που η Eurojust παύει να παρέχει στήριξη.

    Διενεργείται επίσης έλεγχος της ανάγκης αποθήκευσης των δεδομένων ανά τριετία μετά την εισαγωγή τους.

    Εάν επιχειρησιακά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 4 αποθηκευτούν για περίοδο μεγαλύτερη των πέντε ετών, ενημερώνεται σχετικά ο ΕΕΠΔ.

    3.   Προτού λήξει μία από τις προθεσμίες αποθήκευσης που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 1α, η Eurojust ελέγχει αν είναι ανάγκη να συνεχιστεί η αποθήκευση των επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όταν και για όσο αυτό είναι αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων της.

    Μπορεί να αποφασίσει να αποθηκεύσει, κατά παρέκκλιση, τα εν λόγω δεδομένα έως τον επόμενο έλεγχο. Παρέχονται και καταγράφονται οι λόγοι για τη συνέχιση της αποθήκευσης. Εάν δεν ληφθεί απόφαση για συνέχιση της αποθήκευσης των επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τη στιγμή του ελέγχου, τα εν λόγω δεδομένα διαγράφονται αυτομάτως.»

    .

    9)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 54α

    Εισαγγελείς-σύνδεσμοι από τρίτες χώρες

    1.   Είναι δυνατή η απόσπαση εισαγγελέα-συνδέσμου από τρίτη χώρα στην Eurojust βάσει συμφωνίας συνεργασίας που έχει συναφθεί πριν από τις 12 Δεκεμβρίου 2019 μεταξύ της Eurojust και της εν λόγω τρίτης χώρας ή βάσει διεθνούς συμφωνίας που έχει συναφθεί μεταξύ της Ένωσης και της τρίτης χώρας σύμφωνα με το άρθρο 218 ΣΛΕΕ η οποία επιτρέπει την απόσπαση εισαγγελέα-συνδέσμου.

    2.   Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του εισαγγελέα-συνδέσμου καθορίζονται στη συμφωνία συνεργασίας ή στη διεθνή συμφωνία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή σε συμφωνία συνεργασίας που συνάπτεται σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 3.

    3.   Στους εισαγγελείς-συνδέσμους που είναι αποσπασμένοι στην Eurojust παρέχεται πρόσβαση στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων για την ασφαλή ανταλλαγή δεδομένων. Σύμφωνα με τα άρθρα 45 και 46, η Eurojust εξακολουθεί να είναι υπεύθυνη για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τους εισαγγελείς-συνδέσμους στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων.

    Μεταφορές επιχειρησιακών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε εισαγγελείς-συνδέσμους από τρίτες χώρες μέσω του συστήματος διαχείρισης υποθέσεων μπορούν να πραγματοποιούνται μόνο σύμφωνα με τους κανόνες και τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, στη συμφωνία με την αντίστοιχη χώρα ή σε άλλες εφαρμοστέες νομικές πράξεις.

    Το άρθρο 24 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 24 παράγραφος 2 εφαρμόζονται αναλογικά στους εισαγγελείς-συνδέσμους.

    Το συλλογικό όργανο καθορίζει τους λεπτομερείς όρους πρόσβασης.».

    10)

    Στο άρθρο 80, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

    «9.   Η Eurojust μπορεί να συνεχίσει να χρησιμοποιεί το σύστημα διαχείρισης υποθέσεων που αποτελείται από προσωρινά αρχεία εργασίας και πίνακα έως την 1η Δεκεμβρίου 2025, εάν το νέο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων δεν έχει τεθεί ακόμη σε εφαρμογή.

    10.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές και η Eurojust μπορούν να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν άλλους διαύλους επικοινωνίας πέραν εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 22α παράγραφος 1 έως την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την περίοδο των δύο ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στο άρθρο 22β του παρόντος κανονισμού, εάν οι δίαυλοι επικοινωνίας που αναφέρονται στο άρθρο 22α παράγραφος 1 δεν είναι ακόμη διαθέσιμοι για άμεση ανταλλαγή μεταξύ τους.

    11.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές μπορούν να συνεχίσουν να παρέχουν πληροφορίες με άλλους τρόπους πέραν του ημιαυτόματου τρόπου σύμφωνα με το άρθρο 22α παράγραφος 3 έως την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την περίοδο των δύο ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στο άρθρο 22β του παρόντος κανονισμού, εάν δεν έχουν θεσπιστεί ακόμη οι τεχνικές απαιτήσεις.»

    .

    11)

    Προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα:

    «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

    α)

    πληροφορίες για την ταυτοποίηση του ύποπτου, του κατηγορούμενου, του καταδικασθέντος ή του αθωωθέντος προσώπου:

    Για φυσικό πρόσωπο:

    επώνυμο,

    όνομα (ονόματα),

    τυχόν ψευδώνυμα,

    ημερομηνία γέννησης,

    τόπος γέννησης (πόλη και χώρα),

    ιθαγένεια ή ιθαγένειες,

    έγγραφο ταυτοποίησης (είδος και αριθμός εγγράφου),

    φύλο,

    τόπος διαμονής.

    Για νομικό πρόσωπο:

    εταιρική επωνυμία,

    νομική μορφή,

    τόπος της εταιρικής έδρας.

    Για φυσικά και νομικά πρόσωπα:

    αριθμοί τηλεφώνου,

    διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου,

    στοιχεία λογαριασμών σε τράπεζες ή άλλα χρηματοοικονομικά ιδρύματα·

    β)

    πληροφορίες σχετικά με το τρομοκρατικό αδίκημα:

    πληροφορίες σχετικά με νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην προετοιμασία ή στην τέλεση τρομοκρατικού αδικήματος,

    νομικός χαρακτηρισμός του αδικήματος σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο,

    σχετική μορφή σοβαρού εγκλήματος από τον κατάλογο που αναφέρεται στο παράρτημα I,

    τυχόν συμμετοχή σε τρομοκρατική ομάδα,

    είδος τρομοκρατίας, όπως τζιχαντιστική, αυτονομιστική, ακροαριστερή ή ακροδεξιά,

    σύντομη περίληψη της υπόθεσης·

    γ)

    πληροφορίες σχετικά με τις εθνικές διαδικασίες:

    στάδιο των εν λόγω διαδικασιών,

    αρμόδια εισαγγελία,

    αριθμός υπόθεσης,

    ημερομηνία έναρξης επίσημης δικαστικής διαδικασίας,

    διασυνδέσεις με άλλες συναφείς υποθέσεις·

    δ)

    πρόσθετες πληροφορίες για την ταυτοποίηση του υπόπτου:

    δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων που έχουν συλλεχθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο κατά τις ποινικές διαδικασίες,

    φωτογραφίες.

    .

    Άρθρο 2

    Τροποποιήσεις της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ

    Η απόφαση 2005/671/ΔΕΥ τροποποιείται ως εξής:

    1)

    Στο άρθρο 1, το στοιχείο γ) διαγράφεται.

    2)

    Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    η παράγραφος 2 διαγράφεται·

    β)

    η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσει ότι τουλάχιστον οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 σχετικά με ποινικές έρευνες για τρομοκρατικά αδικήματα τα οποία θίγουν ή μπορούν να θίξουν δύο ή περισσότερα κράτη μέλη και οι οποίες συλλέγονται από την αρμόδια αρχή διαβιβάζονται στην Ευρωπόλ, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5).

    (*5)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).»·"

    γ)

    η παράγραφος 5 διαγράφεται.

    Άρθρο 3

    Έναρξη ισχύος

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

    Στρασβούργο, 4 Οκτωβρίου 2023.

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    H Πρόεδρος

    R. METSOLA

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    J. M. ALBARES BUENO


    (1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Ιουλίου 2023 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου 18ης Σεπτεμβρίου 2023.

    (2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1727 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με τον οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης (Eurojust) και την αντικατάσταση και την κατάργηση της απόφασης 2002/187/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 138).

    (3)  Απόφαση 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συνεργασία όσον αφορά τα τρομοκρατικά αδικήματα (ΕΕ L 253 της 29.9.2005, σ. 22).

    (4)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6).

    (5)  Απόφαση 2008/976/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το ευρωπαϊκό δικαστικό δίκτυο (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 130).

    (6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

    (7)   ΕΕ L 149 της 30.4.2021, σ. 10.

    (8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

    (9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2022/838 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2022, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1727 όσον αφορά τη διατήρηση, την ανάλυση και την αποθήκευση, στη Eurojust, αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με γενοκτονίες, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, εγκλήματα πολέμου και συναφείς αξιόποινες πράξεις (ΕΕ L 148 της 31.5.2022, σ. 1).


    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2023/2131/oj

    ISSN 1977-0669 (electronic edition)


    Top