EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32019D1954

Απόφαση (ΕΕ) 2019/1954 του Συμβουλίου της 18ης Νοεμβρίου 2019 για τη θέση που πρέπει να ληφθεί, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της επιτροπής ΣΟΕΣ που συστάθηκε με την ενδιάμεση συμφωνία ενόψει συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και του μέρους Κεντρική Αφρική, αφετέρου, όσον αφορά την έγκριση του εσωτερικού κανονισμού σχετικά με τη διαμεσολάβηση, του εσωτερικού κανονισμού σχετικά με τη διαιτησία και του κώδικα δεοντολογίας των διαιτητών

ST/12346/2019/INIT

ΕΕ L 306 της 27.11.2019, p. 5–19 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2019/1954/oj

27.11.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 306/5


ΑΠΟΦΑΣΗ(ΕΕ) 2019/1954 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 18ης Νοεμβρίου 2019

για τη θέση που πρέπει να ληφθεί, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της επιτροπής ΣΟΕΣ που συστάθηκε με την ενδιάμεση συμφωνία ενόψει συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και του μέρους «Κεντρική Αφρική», αφετέρου, όσον αφορά την έγκριση του εσωτερικού κανονισμού σχετικά με τη διαμεσολάβηση, του εσωτερικού κανονισμού σχετικά με τη διαιτησία και του κώδικα δεοντολογίας των διαιτητών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 9,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η συμφωνία ενόψει συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και του μέρους «Κεντρική Αφρική», αφετέρου (1) («συμφωνία») υπογράφτηκε εξ ονόματος της Ένωσης δυνάμει της απόφασης 2009/152/ΕΚ του Συμβουλίου (2). Εφαρμόζεται προσωρινά από τις 4 Αυγούστου 2014.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 80 παράγραφος 1 της συμφωνίας, η επιτροπή ΣΟΕΣ οφείλει να εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό και τον κώδικα δεοντολογίας που διέπουν τις διαδικασίες για τη διευθέτηση διαφορών.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 88 της συμφωνίας, η επιτροπή ΣΟΕΣ δύναται να αποφασίσει την τροποποίηση του τίτλου VI της συμφωνίας και των παραρτημάτων της.

(4)

Η επιτροπή ΣΟΕΣ, κατά την επόμενη ετήσια συνεδρίασή της, καλείται να εκδώσει απόφαση για την έγκριση του εσωτερικού κανονισμού σχετικά με τη διαμεσολάβηση, του εσωτερικού κανονισμού σχετικά με τη διαιτησία και του κώδικα δεοντολογίας των διαιτητών.

(5)

Ενδείκνυται να καθοριστεί η θέση που πρέπει να ληφθεί, εξ ονόματος της Ένωσης, στο πλαίσιο της επιτροπής ΣΟΕΣ όσον αφορά την έκδοση της προβλεπόμενης απόφασης καθώς αυτή θα είναι δεσμευτική για την Ένωση.

(6)

Η θέση της Ένωσης στο πλαίσιο της επιτροπής ΣΟΕΣ θα πρέπει, επομένως, να βασιστεί στο συνημμένο σχέδιο απόφασης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η θέση που πρέπει να ληφθεί, εξ ονόματος της Ένωσης, στο πλαίσιο της επιτροπής ΣΟΕΣ που συστάθηκε με την ενδιάμεση συμφωνία ενόψει συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και του μέρους «Κεντρική Αφρική», αφετέρου βασίζεται στο σχέδιο απόφασης της επιτροπής ΣΟΕΣ για την έγκριση του εσωτερικού κανονισμού σχετικά με τη διαμεσολάβηση, του εσωτερικού κανονισμού σχετικά με τη διαιτησία και του κώδικα δεοντολογίας των διαιτητών το οποίο επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 18 Νοεμβρίου 2019.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. LEPPÄ


(1)  ΕΕ L 57 της 28.2.2009, σ. 2.

(2)  Απόφαση 2009/152/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2008, για την υπογραφή και την προσωρινή εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας ενόψει συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και του μέρους «Κεντρική Αφρική», αφετέρου (ΕΕ L 57 της 28.2.2009, σ. 1).


ΣΧΕΔΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΑΡΙΘ. …./2019ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΟΕΣ

που συστάθηκε με την ενδιάμεση συμφωνία ενόψει συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και του μέρους «Κεντρική Αφρική», αφετέρου,

της ….

για την έγκριση του εσωτερικού κανονισμού σχετικά με τη διαμεσολάβηση, του εσωτερικού κανονισμού σχετικά με τη διαιτησία και του κώδικα δεοντολογίας των διαιτητών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΣΟΕΣ,

Έχοντας υπόψη την ενδιάμεση συμφωνία ενόψει συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και του μέρους «Κεντρική Αφρική», αφετέρου («συμφωνία»), η οποία υπογράφηκε στις 22 Ιανουαρίου 2009 στις Βρυξέλλες και εφαρμόζεται προσωρινά από τις 4 Αυγούστου 2014, και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 1 και το άρθρο 88,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Για τους σκοπούς της συμφωνίας και της παρούσας απόφασης, το μέρος «Κεντρική Αφρική» απαρτίζεται από τη Δημοκρατία του Καμερούν.

(2)

Το άρθρο 80 παράγραφος 1 της συμφωνίας προβλέπει ότι οι διαδικασίες διευθέτησης διαφορών που προβλέπονται στο κεφάλαιο 3 (Διαδικασίες διευθέτησης διαφορών) του τίτλου VI (Αποτροπή και διευθέτηση διαφορών) της συμφωνίας διέπονται από τον εσωτερικό κανονισμό και τον κώδικα δεοντολογίας που εγκρίνονται από την επιτροπή ΣΟΕΣ.

(3)

Το άρθρο 88 της συμφωνίας ορίζει ότι η επιτροπή ΣΟΕΣ δύναται να αποφασίζει την τροποποίηση του τίτλου VI (Αποτροπή και διευθέτηση διαφορών) της συμφωνίας και των παραρτημάτων της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Ο εσωτερικός κανονισμός σχετικά με τη διαμεσολάβηση όπως ορίζεται στο παράρτημα I της παρούσας απόφασης θεσπίζεται ως παράρτημα IV της συμφωνίας.

2.   Ο εσωτερικός κανονισμός σχετικά με τη διαιτησία όπως ορίζεται στο παράρτημα ΙI της παρούσας απόφασης θεσπίζεται ως παράρτημα V της συμφωνίας.

3.   Ο κώδικας δεοντολογίας των διαιτητών όπως ορίζεται στο παράρτημα III της παρούσας απόφασης θεσπίζεται ως παράρτημα VI της συμφωνίας.

4.   Ο εσωτερικός κανονισμός και ο κώδικας δεοντολογίας που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 3 του παρόντος άρθορυ θεσπίζονται χωρίς να θίγονται οι ειδικοί κανόνες που προβλέπονται στη συμφωνία ή που ενδέχεται να θεσπιστούν από την επιτροπή ΣΟΕΣ.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει από την ημέρα υπογραφής της.

…, …

Για τη Δημοκρατία του Καμερούν

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Οι διατάξεις του παρόντος εσωτερικού κανονισμού συμπληρώνουν και εξειδικεύουν την ενδιάμεση συμφωνία ενόψει συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και του μέρους «Κεντρική Αφρική», αφετέρου («συμφωνία»), ιδίως το άρθρο 69 (Διαμεσολάβηση).

2.   Σκοπός του παρόντος εσωτερικού κανονισμού είναι να δώσει τη δυνατότητα στα μέρη να διευθετούν τις διαφορές που ενδέχεται να προκύψουν μεταξύ τους με την εξεύρεση αμοιβαία ικανοποιητικής λύσης στο πλαίσιο ολοκληρωμένης και ταχείας διαδικασίας διαμεσολάβησης.

3.   Στο πλάισιο του παρόντος εσωτερικού κανονισμού, ως «διαμεσολάβηση» νοείται κάθε διαδικασία, ανεξάρτητα από την ονομασία της, στο πλαίσιο της οποίας τα μέρη ζητούν τη βοήθεια διαμεσολαβητή για τη φιλική διευθέτηση της διαφοράς τους.

Άρθρο 2

Κίνηση της διαδικασίας

1.   Ανά πάσα στιγμή, ένα μέρος μπορεί να ζητήσει γραπτώς τη διεξαγωγή διαδικασίας διαμεσολάβησης μεταξύ των μερών. Η αίτηση πρέπει να είναι επαρκώς λεπτομερής, ώστε να εκθέτει με σαφήνεια την αίτηση του καταγγέλλοντος μέρους. Η αίτηση επίσης:

α)

προσδιορίζει το συγκεκριμένο επίμαχο μέτρο,

β)

παραθέτει τις εικαζόμενες αρνητικές συνέπειες που έχει ή θα έχει το μέτρο, σύμφωνα με το καταγγέλλον μέρος, στο εμπόριο μεταξύ των μερών,

γ)

εξηγεί τους λόγους για τους οποίους το καταγγέλλον μέρος θεωρεί ότι υφίσταται αιτιώδης σχέση μεταξύ του μέτρου και των εν λόγω επιπτώσεων.

2.   Η διαδικασία διαμεσολάβησης μπορεί να κινηθεί μόνο κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας των μερών. Όταν ένα μέρος ζητεί διαμεσολάβηση κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1, το άλλο μέρος εξετάζει την αίτηση και απαντά γραπτώς εντός πέντε ημερών από την παραλαβή της. Ελλείψει απάντησης, η αίτηση τεκμαίρεται απορριφθείσα.

Άρθρο 3

Επιλογή του διαμεσολαβητή

1.   Τα μέρη επιλέγουν τον διαμεσολαβητή με αμοιβαία συμφωνία αμέσως μόλις κινηθεί η διαδικασία διαμεσολάβησης και το αργότερο εντός δεκαπέντε ημερών από την παραλαβή της απάντησης στην αίτηση διαμεσολάβησης.

2.   Ο διαμεσολαβητής δεν είναι πολίτης κανενός εκ των μερών, εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.

3.   Ο διαμεσολαβητής βεβαιώνει με γραπτή δήλωση την ανεξαρτησία και την αμεροληψία του, καθώς και τη διαθεσιμότητά του να διασφαλίσει τη διεξαγωγή της διαδικασίας διαμεσολάβησης.

4.   Ο διαμεσολαβητής συμμορφώνεται με τον κώδικα δεοντολογίας των διαιτητών, με τις αναγκαίες προσαρμογές.

Άρθρο 4

Διεξαγωγή της διαδικασίας διαμεσολάβησης

1.   Ο διαμεσολαβητής επικουρεί, κατά τρόπο αμερόληπτο και διαφανή, τα μέρη στην προσπάθειά τους να αποσαφηνίσουν το επίμαχο μέτρο και τις πιθανές συνέπειές του στο εμπόριο μεταξύ των μερών και να επιτύχουν αμοιβαία ικανοποιητική λύση.

2.   Ο διαμεσολαβητής μπορεί να αποφασίσει την καταλληλότερη προσέγγιση για την αποσαφήνιση του σχετικού μέτρου και των πιθανών συνεπειών του στο εμπόριο μεταξύ των μερών. Ειδικότερα, μπορεί να οργανώνει συναντήσεις μεταξύ των μερών, να διαβουλεύεται με τα μέρη από κοινού ή μεμονωμένα, να ζητεί τη βοήθεια ή τη γνώμη εμπειρογνωμόνων και ενδιαφερόμενων μερών και να παρέχει κάθε συμπληρωματική βοήθεια που ζητούν τα μέρη. Ωστόσο, προτού ζητήσει τη βοήθεια ή τη γνώμη εμπειρογνωμόνων και ενδιαφερόμενων μερών, ο διαμεσολαβητής διαβουλεύεται με τα μέρη. Όταν ο διαμεσολαβητής επιθυμεί να συναντηθεί ή να συνομιλήσει με ένα από τα μέρη και/ή τον σύμβουλό του χωριστά, ενημερώνει το άλλο μέρος εκ των προτέρων ή το ταχύτερο δυνατόν μετά τη χωριστή συνάντηση ή επικοινωνία του με το πρώτο μέρος.

3.   Ο διαμεσολαβητής μπορεί να παρέχει συμβουλές και να προτείνει λύση που υποβάλλει προς τα μέρη, τα οποία μπορούν να την αποδεχθούν ή να την απορρίψουν ή ακόμη και να συμφωνήσουν σε διαφορετική λύση. Ωστόσο, ο διαμεσολαβητής δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να παρέχει συμβουλές ή να διατυπώνει παρατηρήσεις ως προς τη συμβατότητα του επίμαχου μέτρου με τη συμφωνία.

4.   Η διαδικασία διεξάγεται στο έδαφος του μέρους στο οποίο απευθύνθηκε η αίτηση ή, κατόπιν κοινής συμφωνίας μεταξύ των μερών, σε οποιονδήποτε άλλο τόπο ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο.

5.   Τα μέρη καταβάλλουν προσπάθεια προκειμένου να καταλήξουν σε αμοιβαία ικανοποιητική λύση εντός εξήντα ημερών από τον διορισμό του διαμεσολαβητή. Εν αναμονή οριστικής συμφωνίας, τα μέρη μπορούν να εξετάσουν πιθανές ενδιάμεσες λύσεις, ιδίως εάν το μέτρο αφορά ευπαθή εμπορεύματα.

6.   Η λύση μπορεί να εγκριθεί με απόφαση της επιτροπής ΣΟΕΣ. Οι αμοιβαία ικανοποιητικές λύσεις δημοσιοποιούνται, εκτός εάν τα μέρη αποφασίσουν διαφορετικά. Ωστόσο, η έκδοση που δημοσιοποιείται δεν μπορεί να περιέχει πληροφορίες που έχουν χαρακτηριστεί εμπιστευτικές από οποιοδήποτε μέρος.

7.   Κατόπιν αιτήματος των μερών, ο διαμεσολαβητής υποβάλλει στα μέρη γραπτώς σχέδιο έκθεσης των πραγματικών περιστατικών, στο οποίο αναφέρονται συνοπτικά το επίμαχο μέτρο στο πλαίσιο της ακολουθούμενης διαδικασίας και κάθε αμοιβαία ικανοποιητική λύση που συνιστά την τελική έκβαση της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν ενδιάμεσων λύσεων. Ο διαμεσολαβητής παρέχει στα μέρη προθεσμία δεκαπέντε ημερών για να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους επί του σχεδίου έκθεσης. Ο διαμεσολαβητής, μετά την εξέταση των παρατηρήσεων που υποβάλλονται από τα μέρη εντός της ως άνω προθεσμίας, υποβάλλει στα μέρη γραπτώς την τελική έκθεση για τα πραγματικά περιστατικά εντός των επόμενων δεκαπέντε ημερών. Η έκθεση των πραγματικών περιστατικών δεν περιλαμβάνει καμία ερμηνεία της συμφωνίας.

Άρθρο 5

Περάτωση της διαδικασίας διαμεσολάβησης

Η διαδικασία περατώνεται, κατά περίπτωση:

α)

κατά την ημερομηνία έγκρισης αμοιβαία ικανοποιητικής λύσης από τα μέρη,

β)

κατά την ημερομηνία της γραπτής δήλωσης του διαμεσολαβητή, κατόπιν διαβούλευσης με τα μέρη, στην οποία αναφέρεται ότι οποιαδήποτε συνέχιση της διαμεσολάβησης θα ήταν άσκοπη,

γ)

κατά την ημερομηνία της γραπτής δήλωσης ενός εκ των μερών, μετά την αναζήτηση αμοιβαία ικανοποιητικών λύσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας διαμεσολάβησης και μετά την εξέταση των τυχόν συμβουλών και προταθεισών λύσεων εκ μέρους του διαμεσολαβητή. Η εν λόγω δήλωση δεν μπορεί να υποβληθεί πριν από τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 του παρόντος εσωτερικού κανονισμού, ή

δ)

κατά την ημερομηνία συμφωνίας που συνήφθη μεταξύ των μερών σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.

Άρθρο 6

Εφαρμογή αμοιβαία ικανοποιητικής λύσης

1.   Όταν τα μέρη καταλήγουν σε αμοιβαία ικανοποιητική λύση, κάθε μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της εντός της καθορισμένης προθεσμίας.

2.   Το μέρος που εφαρμόζει την αμοιβαία ικανοποιητική λύση ενημερώνει γραπτώς το άλλο μέρος σχετικά με κάθε ενέργεια ή με κάθε μέτρο που λαμβάνεται για την εφαρμογή της, και τούτο εντός της καθορισμένης προθεσμίας.

Άρθρο 7

Εμπιστευτικότητα και σχέση με τη διαδικασία διευθέτησης διαφορών

1.   Όλες οι πληροφορίες που σχετίζονται με τη διαδικασία διαμεσολάβησης παραμένουν εμπιστευτικές, εκτός εάν η κοινοποίησή τους απαιτείται από τον νόμο ή καθίσταται αναγκαία για την εφαρμογή ή την εκτέλεση της συμφωνίας μεταξύ των μερών που προκύπτει από τη διαμεσολάβηση.

2.   Εάν τα μέρη δεν συμφωνήσουν διαφορετικά, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 6 του παρόντος εσωτερικού κανονισμού, όλα τα στάδια της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένης κάθε συμβουλής και κάθε προτεινόμενης λύσης, είναι εμπιστευτικά. Ωστόσο, οποιοδήποτε εκ των μερών μπορεί να δημοσιοποιήσει το γεγονός ότι διεξάγεται διαμεσολάβηση. Η υποχρέωση τήρησης της εμπιστευτικότητας δεν καταλαμβάνει ήδη δημοσιοποιημένα στοιχεία ως προς τα πραγματικά περιστατικά.

3.   Η διαδικασία διαμεσολάβησης δεν θίγει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών που απορρέουν από τις διατάξεις της συμφωνίας σχετικά με τη διευθέτηση διαφορών ή από οποιαδήποτε άλλη σχετική συμφωνία.

4.   Τα μέρη δεν υποχρεούνται να ξεκινήσουν διαβουλεύσεις πριν από την έναρξη της διαδικασίας διαμεσολάβησης. Ωστόσο, κατά κανόνα, ένα μέρος θα πρέπει να εφαρμόζει τις άλλες σχετικές διατάξεις της συμφωνίας σχετικά με τη συνεργασία ή τη διαβούλευση, προτού κινήσει τη διαδικασία διαμεσολάβησης.

5.   Ένα μέρος δεν βασίζεται στα ακόλουθα στοιχεία ούτε τα υποβάλλει ως αποδεικτικά στοιχεία στο πλαίσιο των άλλων διαδικασιών διευθέτησης διαφορών που προβλέπονται στη συμφωνία ή σε οποιαδήποτε άλλη σχετική συμφωνία, και η ειδική ομάδα διαιτησίας δεν λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τις θέσεις που έλαβε το άλλο μέρος κατά τη διαδικασία διαμεσολάβησης ή τις πληροφορίες που συλλέχθηκαν κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος εσωτερικού κανονισμού,

β)

το γεγονός ότι το άλλο μέρος έχει δηλώσει ότι είναι διατεθειμένο να αποδεχθεί λύση σχετικά με το μέτρο που αποτελεί αντικείμενο της διαμεσολάβησης,

γ)

τις συμβουλές ή τις προτάσεις του διαμεσολαβητή.

6.   Εάν δεν συμφωνηθεί διαφορετικά από τα μέρη, ο διαμεσολαβητής δεν μπορεί να είναι μέλος ειδικής ομάδας διαιτησίας στο πλαίσιο διαδικασίας διευθέτησης διαφορών που έχει κινηθεί βάσει της συμφωνίας ή της συμφωνίας για τη σύσταση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) και αφορά το ίδιο θέμα με εκείνο για το οποίο έχει ενεργήσει ως διαμεσολαβητής.

Άρθρο 8

Εφαρμογή του εσωτερικού κανονισμού σχετικά με τη διαιτησία

Εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, το άρθρο 3 (Κοινοποιήσεις), με την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 2 του παρόντος εσωτερικού κανονισμού, το άρθρο 15 (Έξοδα), το άρθρο 16 (Γλώσσα εργασίας για τη διαδικασία, μετάφραση και διερμηνεία) και το άρθρο 17 (Υπολογισμός των προθεσμιών) του εσωτερικού κανονισμού σχετικά με τη διαιτησία.

Άρθρο 9

Επανεξέταση

Πέντε έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας απόφασης, τα μέρη προβαίνουν σε διαβουλεύσεις σχετικά με την πιθανή αναγκαιότητα τροποποίησης του μηχανισμού διαμεσολάβησης με βάση την αποκτηθείσα πείρα και την ανάπτυξη τυχόν αντίστοιχου μηχανισμού στο πλαίσιο του ΠΟΕ.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για την εφαρμογή του παρόντος εσωτερικού κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

«σύμβουλος»: φυσικό πρόσωπο που έχει προσληφθεί από ένα μέρος για να του παρέχει συμβουλές ή συνδρομή στο πλαίσιο διαδικασίας διαιτησίας,

«ειδική ομάδα διαιτησίας»: ειδική ομάδα που έχει συσταθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 71 της συμφωνίας,

«διαιτητής»: μέλος ειδικής ομάδας διαιτησίας η οποία έχει συσταθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 71 της συμφωνίας,

«βοηθός»: φυσικό πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με τους όρους της εντολής διαιτητή, διεξάγει έρευνα ή επικουρεί τον εν λόγω διαιτητή στην εκτέλεση των καθηκόντων του,

«ημέρα»: μία ημερολογιακή ημέρα, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά,

«εκπρόσωπος μέρους»: υπάλληλος ή κάθε άλλο φυσικό πρόσωπο που έχει οριστεί από υπουργείο ή κυβερνητικό οργανισμό ή οποιονδήποτε άλλο δημόσιο φορέα ενός μέρους και που εκπροσωπεί αυτό το μέρος σε διαφορά που συνδέεται με την παρούσα συμφωνία,

«μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία»: το μέρος το οποίο υπάρχει ισχυρισμός ότι παραβίασε τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 67 της συμφωνίας,

«καταγγέλλον μέρος»: το μέρος που ζητεί τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 70 της συμφωνίας.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών εσωτερικός κανονισμός συμπληρώνει και εξειδικεύει την ενδιάμεση συμφωνία ενόψει συμφωνίας οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και του μέρους «Κεντρική Αφρική», αφετέρου («συμφωνία») και ιδίως τα άρθρα 70 και επόμενα σχετικά με τη διαιτησία.

2.   Σκοπός του παρόντος εσωτερικού κανονισμού είναι να δώσει τη δυνατότητα στα μέρη να διευθετούν τις διαφορές που ενδέχεται να προκύψουν μεταξύ τους με την εξεύρεση αμοιβαία ικανοποιητικής λύσης στο πλαίσιο του μηχανισμού διαιτησίας.

Άρθρο 3

Κοινοποιήσεις

1.   Ως «κοινοποίηση», στο πλαίσιο του παρόντος εσωτερικού κανονισμού, νοείται κάθε αίτηση, ανακοίνωση, γραπτό υπόμνημα ή άλλο έγγραφο τα οποία συνδέονται με τη διαδικασία διαμεσολάβησης, υπό τον όρο ότι:

α)

κάθε κοινοποίηση της ειδικής ομάδας διαιτησίας διαβιβάζεται ταυτόχρονα σε αμφότερα τα μέρη,

β)

κάθε κοινοποίηση ενός μέρους που απευθύνεται στην ειδική ομάδα διαιτησίας διαβιβάζεται ταυτόχρονα σε αντίγραφο στο άλλο μέρος και

γ)

κάθε κοινοποίηση ενός μέρους που απευθύνεται στο άλλο μέρος διαβιβάζεται ταυτόχρονα σε αντίγραφο στην ειδική ομάδα διαιτησίας, κατά περίπτωση.

2.   Κάθε κοινοποίηση γίνεται με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή, κατά περίπτωση, με οποιονδήποτε άλλον τρόπο τηλεπικοινωνίας παρέχει απόδειξη της αποστολής. Εάν δεν υπάρχουν αποδείξεις για το αντίθετο, η κοινοποίηση θεωρείται ότι διαβιβάζεται κατά την ημερομηνία αποστολής της.

3.   Όλες οι κοινοποιήσεις απευθύνονται, αντίστοιχα, στη Γενική Διεύθυνση Εμπορίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο υπουργείο του Καμερούν που είναι αρμόδιο για την εφαρμογή της συμφωνίας.

4.   Τυπογραφικά σφάλματα ήσσονος σημασίας στις κοινοποιήσεις μπορούν να διορθώνονται με την αποστολή νέας κοινοποίησης στην οποία επισημαίνονται σαφώς οι αλλαγές που έχουν γίνει σε αυτές.

5.   Εάν η τελευταία ημέρα για την παράδοση κοινοποίησης αντιστοιχεί σε επίσημη αργία στο μέρος «Κεντρική Αφρική» ή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η κοινοποίηση μπορεί να παραδίδεται την επόμενη εργάσιμη ημέρα. Καμία κοινοποίηση, οποιονδήποτε χαρακτήρα και αν έχει, δεν θεωρείται ότι έχει παραληφθεί σε μη εργάσιμη ημέρα.

6.   Σύμφωνα με τη φύση των επίμαχων ερωτημάτων, αντίγραφα όλων των κοινοποιήσεων που απευθύνονται στην επιτροπή ΣΟΕΣ σύμφωνα με τον παρόντα εσωτερικό κανονισμό αποστέλλονται επίσης στα άλλα ενδιαφερόμενα θεσμικά όργανα.

Άρθρο 4

Διορισμός διαιτητών

1.   Εάν, σύμφωνα με το άρθρο 71 της συμφωνίας, διαιτητής πρόκειται να επιλεγεί με κλήρωση, ο πρόεδρος της επιτροπής ΣΟΕΣ ή ο αντιπρόσωπός του ενημερώνει αμελλητί τα μέρη σχετικά με την ημερομηνία, την ώρα και τον τόπο της κλήρωσης.

2.   Τα μέρη είναι παρόντα στην κλήρωση.

3.   Ο πρόεδρος της επιτροπής ΣΟΕΣ ή ο αντιπρόσωπός του ενημερώνει γραπτώς κάθε επιλεγμένο πρόσωπο για τον διορισμό του ως διαιτητή. Κάθε πρόσωπο επιβεβαιώνει τη διαθεσιμότητά του σε αμφότερα τα μέρη εντός πέντε ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία ενημερώθηκε για τον διορισμό του.

4.   Εάν ο κατάλογος διαιτητών που αναφέρεται στο άρθρο 85 της συμφωνίας δεν έχει καταρτιστεί ή δεν περιέχει επαρκή ονόματα κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης βάσει του άρθρου 71 παράγραφος 2 της συμφωνίας, οι διαιτητές επιλέγονται με κλήρωση από τον πρόεδρο της επιτροπής ΣΟΕΣ μεταξύ των προσώπων που έχουν προταθεί επισήμως από το ένα ή και τα δύο μέρη και τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 85 παράγραφος 2 της συμφωνίας.

Άρθρο 5

Διαβουλεύσεις μεταξύ των μερών και της ειδικής ομάδας διαιτησίας

1.   Τα μέρη, εάν δεν συμφωνήσουν διαφορετικά, συνεδριάζουν με την ειδική ομάδα διαιτησίας εντός επτά ημερών από τη σύστασή της, προκειμένου να καθοριστούν τα ζητήματα που τα μέρη ή η ειδική ομάδα διαιτησίας θεωρούν σκόπιμο να εξεταστούν, μεταξύ των οποίων:

α)

την αμοιβή και τις δαπάνες που θα καταβληθούν στους διαιτητές, οι οποίες είναι σύμφωνες με τα πρότυπα του ΠΟΕ,

β)

την αμοιβή κάθε βοηθού διαιτητή, το συνολικό ποσό της οποίας δεν υπερβαίνει το 50 τοις εκατό της συνολικής αμοιβής του εν λόγω διαιτητή,

γ)

το χρονοδιάγραμμα της διαδικασίας.

Οι διαιτητές και οι εκπρόσωποι των μερών μπορούν να συμμετάσχουν στην εν λόγω συνεδρίαση τηλεφωνικά ή μέσω τηλεδιάσκεψης.

2.   Εάν τα μέρη δεν συμφωνήσουν διαφορετικά εντός πέντε ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας, η εντολή της ειδικής ομάδας διαιτησίας είναι η εξής:

«Να εξετάσει, με βάση τις οικείες διατάξεις της συμφωνίας, το ζήτημα που προσδιορίζεται στην αίτηση για σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας, να αποφανθεί ως προς τη συμβατότητα του επίμαχου μέτρου με το άρθρο 67 της συμφωνίας και να εκδώσει απόφαση σύμφωνα με τα άρθρα 73, 83 και 84 της συμφωνίας.».

3.   Τα μέρη κοινοποιούν τη συμφωνηθείσα εντολή στην ειδική ομάδα διαιτησίας εντός τριών ημερών από τη συμφωνία τους σχετικά με την εντολή.

Άρθρο 6

Γραπτά υπομνήματα

Το καταγγέλλον μέρος υποβάλλει το αρχικό γραπτό υπόμνημά του το αργότερο εντός είκοσι ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία υποβάλλει το γραπτό υπόμνημά του προς αντίκρουση των ισχυρισμών του καταγγέλλοντος μέρους το αργότερο εντός είκοσι ημερών από την ημερομηνία υποβολής του αρχικού γραπτού υπομνήματος.

Άρθρο 7

Λειτουργία των ειδικών ομάδων διαιτησίας

1.   Ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας προεδρεύει σε όλες τις συνεδριάσεις της. Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να εξουσιοδοτήσει τον πρόεδρό της να λαμβάνει διοικητικές και διαδικαστικές αποφάσεις στον εκάστοτε οικείο τομέα.

2.   Σύμφωνα με το άρθρο 9 του παρόντος εσωτερικού κανονισμού, στις ακροάσεις παρευρίσκονται οι διαιτητές και τα πρόσωπα που έχουν κληθεί. Εάν δεν προβλέπεται διαφορετικά στη συμφωνία ή στον παρόντα εσωτερικό κανονισμό, η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να διεξάγει τις δραστηριότητές της με οποιοδήποτε μέσο, μεταξύ άλλων τηλεφωνικώς, με φαξ ή με όλα τα μέσα πληροφορικής.

3.   Στις διασκέψεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας μπορούν να συμμετέχουν μόνο οι διαιτητές, αλλά η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να επιτρέψει στους βοηθούς τους να παρίστανται κατά τις διασκέψεις της.

4.   Η σύνταξη κάθε απόφασης αποτελεί αποκλειστική ευθύνη της ειδικής ομάδας διαιτησίας και δεν μπορεί να ανατεθεί σε άλλους.

5.   Εάν προκύψει διαδικαστικό ζήτημα που δεν καλύπτεται από τις διατάξεις του τίτλου VI (Αποτροπή και διευθέτηση διαφορών) της συμφωνίας, η ειδική ομάδα διαιτησίας, κατόπιν διαβούλευσης με τα μέρη, μπορεί να ακολουθήσει κατάλληλη διαδικασία που να είναι συμβατή με τις εν λόγω διατάξεις και η οποία να διασφαλίζει ίση μεταχείριση των μερών.

6.   Εάν η ειδική ομάδα διαιτησίας κρίνει ότι είναι αναγκαίο να τροποποιηθεί κάποια διαδικαστική προθεσμία, εκτός από τις προθεσμίες που ορίζονται στον τίτλο VI (Αποτροπή και διευθέτηση διαφορών) της συμφωνίας, ή να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε άλλη διαδικαστική ή διοικητική προσαρμογή, ενημερώνει γραπτώς τα μέρη σχετικά με τους λόγους αυτής της τροποποίησης ή προσαρμογής, καθώς και σχετικά με την αναγκαία προθεσμία ή προσαρμογή. Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να εγκρίνει τις τροποποιήσεις ή τις προσαρμογές κατόπιν διαβούλευσης με τα μέρη.

7.   Κατόπιν αίτησης ενός μέρους, η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να τροποποιεί τις προθεσμίες που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της διαδικασίας, επιδιώκοντας παράλληλα τη διατήρηση της ίσης μεταχείρισης των μερών.

8.   Κατόπιν κοινής αίτησης των μερών, η ειδική ομάδα διαιτησίας αναστέλλει τη διαδικασία ανά πάσα στιγμή για χρονικό διάστημα που συμφωνείται από τα μέρη και δεν υπερβαίνει τους δώδεκα συναπτούς μήνες. Η ειδική ομάδα διαιτησίας συνεχίζει τη διαδικασία ανά πάσα στιγμή κατόπιν κοινής γραπτής αίτησης των μερών ή στο τέλος του συμφωνηθέντος διαστήματος αναστολής, κατόπιν γραπτής αίτησης ενός εκ των μερών. Η αίτηση κοινοποιείται στον πρόεδρο της ειδικής ομάδας, καθώς και στο άλλο μέρος, κατά περίπτωση. Εάν η διαδικασία της ειδικής ομάδας διαιτησίας έχει ανασταλεί για περισσότερους από δώδεκα συναπτούς μήνες, η εξουσία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας παύει να ισχύει και η διαδικασία ενώπιον της ειδικής ομάδας διαιτησίας περατώνεται. Τα μέρη μπορούν ανά πάσα στιγμή να συμφωνήσουν την περάτωση της διαδικασίας ενώπιον της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Τα μέρη κοινοποιούν από κοινού την εν λόγω συμφωνία στον πρόεδρο της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Σε περίπτωση αναστολής της διαδικασίας, οι σχετικές προθεσμίες παρατείνονται κατά το χρονικό διάστημα που αντιστοιχεί στο διάστημα αναστολής της διαδικασίας της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

9.   Το πέρας των εργασιών της ειδικής ομάδας διαιτησίας δεν θίγει τα δικαιώματα των μερών στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας για το ίδιο θέμα κατ’ εφαρμογή του τίτλου VI (Αποτροπή και διευθέτηση διαφορών) της συμφωνίας.

Άρθρο 8

Αντικατάσταση

1.   Εάν ένας διαιτητής δεν είναι σε θέση να συμμετάσχει στη διαδικασία, εάν αποσυρθεί ή εάν πρέπει να αντικατασταθεί, ο αντικαταστάτης του επιλέγεται σύμφωνα με το άρθρο 71 της συμφωνίας.

2.   Εάν ένα μέρος θεωρεί ότι ένας διαιτητής δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας των διαιτητών και, για τον λόγο αυτόν, πρέπει να αντικατασταθεί, το κοινοποιεί στο άλλο μέρος εντός δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε γνώση των περιστάσεων που τεκμηριώνουν την εικαζόμενη μη συμμόρφωση του διαιτητή με τον εν λόγω κώδικα δεοντολογίας.

3.   Τα μέρη διαβουλεύονται μεταξύ τους εντός δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Τα μέρη ενημερώνουν τον διαιτητή για την εικαζόμενη μη συμμόρφωσή του και μπορούν να του ζητήσουν να λάβει τα αναγκαία μέτρα για τη θεραπεία της. Επίσης, εάν συμφωνήσουν, μπορούν να παύσουν τον διαιτητή και να επιλέξουν νέο διαιτητή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 71 παράγραφος 2 της συμφωνίας.

4.   Εάν τα μέρη δεν καταφέρουν να συμφωνήσουν ως προς την αναγκαιότητα αντικατάστασης ενός διαιτητή, άλλου από τον πρόεδρο, κάθε μέρος μπορεί να ζητήσει την παραπομπή του θέματος αυτού στον πρόεδρο της ειδικής ομάδας διαιτησίας, κατά της απόφασης του οποίου δεν επιτρέπεται προσφυγή.

Εάν, κατόπιν της αίτησης, ο πρόεδρος καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ένας διαιτητής δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας των διαιτητών, επιλέγεται νέος διαιτητής σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 3 της συμφωνίας.

5.   Εάν τα μέρη δεν καταφέρουν να συμφωνήσουν ως προς την αναγκαιότητα αντικατάστασης του προέδρου, κάθε μέρος μπορεί να ζητήσει την παραπομπή του εν λόγω ζητήματος σε ένα από τα πρόσωπα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των προσώπων που έχουν επιλεγεί να ενεργούν ως πρόεδροι της ειδικής ομάδας διαιτησίας η οποία έχει καταρτιστεί βάσει του άρθρου 85 της συμφωνίας. Το όνομά του επιλέγεται με κλήρωση από τον πρόεδρο της επιτροπής ΣΟΕΣ. Το πρόσωπο που επιλέγεται με αυτόν τον τρόπο αποφασίζει κατά πόσον ο πρόεδρος συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας των διαιτητών. Κατά της απόφασής του δεν επιτρέπεται προσφυγή.

Εάν αποφασιστεί ότι ο πρόεδρος δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας των διαιτητών, ο νέος πρόεδρος επιλέγεται σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 3 της συμφωνίας.

Άρθρο 9

Ακροάσεις

1.   Βάσει του χρονοδιαγράμματος που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 και έπειτα από διαβούλευση με τα μέρη και τους άλλους διαιτητές, ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας γνωστοποιεί στα μέρη την ημερομηνία, την ώρα και τον τόπο διεξαγωγής της ακρόασης. Το μέρος που είναι υπεύθυνο για την υλικοτεχνική διαχείριση της διαδικασίας δημοσιοποιεί τις πληροφορίες αυτές, με την επιφύλαξη του άρθρου 11.

2.   Εάν τα μέρη δεν συμφωνήσουν διαφορετικά, η ακρόαση πραγματοποιείται στις Βρυξέλλες, εάν το καταγγέλλον μέρος είναι το μέρος «Κεντρική Αφρική», και στο Γιαουντέ, εάν το καταγγέλλον μέρος είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση.

3.   Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να συγκαλεί συμπληρωματικές ακροάσεις, εάν συμφωνούν τα μέρη.

4.   Όλοι οι διαιτητές είναι παρόντες καθ’ όλη τη διάρκεια της ακρόασης.

5.   Στην ακρόαση, ανεξάρτητα από το αν η διαδικασία είναι δημόσια ή όχι, δύνανται να παρευρίσκονται τα ακόλουθα πρόσωπα:

α)

οι εκπρόσωποι των μερών,

β)

οι σύμβουλοι των μερών,

γ)

το διοικητικό προσωπικό, οι διερμηνείς, οι μεταφραστές και οι πρακτικογράφοι,

δ)

οι βοηθοί των διαιτητών,

ε)

οι εμπειρογνώμονες που επιλέγονται από την ειδική ομάδα διαιτησίας βάσει του άρθρου 81 της συμφωνίας.

6.   Το αργότερο πέντε ημέρες πριν από την ημερομηνία της ακρόασης, κάθε μέρος παραδίδει στην ειδική ομάδα διαιτησίας και στο άλλο μέρος κατάλογο με τα ονόματα, αφενός, των φυσικών προσώπων που θα αναπτύξουν επιχειρήματα ή παρατηρήσεις προφορικά κατά τη διάρκεια της ακρόασης εξ ονόματος του εν λόγω μέρους και, αφετέρου, των άλλων εκπροσώπων ή συμβούλων που θα παρίστανται στην ακρόαση.

7.   Η ειδική ομάδα διαιτησίας μεριμνά ώστε το καταγγέλλον μέρος και το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία να έχουν τον ίδιο χρόνο ομιλίας. Διευθύνει την ακρόαση με τον ακόλουθο τρόπο:

 

Επιχειρηματολόγηση

α)

επιχειρηματολόγηση του καταγγέλλοντος μέρους,

β)

επιχειρηματολόγηση του μέρους κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία,

 

Αντεπιχειρηματολόγηση

α)

απάντηση του καταγγέλλοντος μέρους,

β)

ανταπάντηση του μέρους κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία.

8.   Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να υποβάλει ερωτήσεις σε οποιοδήποτε μέρος ανά πάσα στιγμή κατά την ακρόαση.

9.   Η ειδική ομάδα διαιτησίας προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για την τήρηση των πρακτικών της ακρόασης και για τη διαβίβασή τους στα μέρη εντός εύλογου χρονικού διαστήματος μετά την ακρόαση. Τα μέρη μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τα πρακτικά, τις οποίες η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να λάβει υπόψη της.

10.   Εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της ακρόασης, κάθε μέρος μπορεί να υποβάλει στους διαιτητές και στο άλλο μέρος συμπληρωματικό γραπτό υπόμνημα για οποιοδήποτε ζήτημα τέθηκε κατά τη διάρκεια της ακρόασης.

Άρθρο 10

Γραπτές ερωτήσεις

1.   Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί, ανά πάσα στιγμή κατά τη διαδικασία, να απευθύνει γραπτές ερωτήσεις σε ένα μέρος ή και στα δύο μέρη. Κάθε μέρος λαμβάνει αντίγραφο των ερωτήσεων που υποβάλλονται από την ειδική ομάδα διαιτησίας.

2.   Κάθε μέρος διαβιβάζει επίσης στο άλλο μέρος αντίγραφο των γραπτών απαντήσεών του στις ερωτήσεις που υπέβαλε η ειδική ομάδα διαιτησίας. Κάθε μέρος έχει τη δυνατότητα να σχολιάσει γραπτώς την απάντηση του άλλου μέρους εντός πέντε ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω απάντησης.

Άρθρο 11

Διαφάνεια και εμπιστευτικότητα

1.   Κάθε μέρος και η ειδική ομάδα διαιτησίας μεριμνούν ώστε να διασφαλίσουν την εμπιστευτικότητα κάθε πληροφορίας που υποβάλλεται στην ειδική ομάδα διαιτησίας από το άλλο μέρος και αυτό το τελευταίο έχει χαρακτηρίσει εμπιστευτικές. Το μέρος που υποβάλλει στην ειδική ομάδα διαιτησίας υπόμνημα το οποίο περιέχει εμπιστευτικές πληροφορίες παρέχει επίσης, εντός δεκαπέντε ημερών από την υποβολή του εν λόγω υπομνήματος, μη εμπιστευτική εκδοχή του υπομνήματος, η οποία μπορεί να δημοσιοποιηθεί.

2.   Ο παρών εσωτερικός κανονισμός δεν εμποδίζει ένα μέρος να δημοσιοποιήσει τις δικές του θέσεις, υπό την προϋπόθεση ότι, όταν αναφέρεται σε πληροφορίες που υποβλήθηκαν από το άλλο μέρος, δεν αποκαλύπτει πληροφορίες που έχουν χαρακτηριστεί από το άλλο μέρος εμπιστευτικές.

3.   Η ειδική ομάδα διαιτησίας συνεδριάζει κεκλεισμένων των θυρών, αν τα υπομνήματα και τα επιχειρήματα ενός μέρους περιέχουν εμπιστευτικές εμπορικές πληροφορίες. Τα μέρη σέβονται τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των ακροάσεων της ειδικής ομάδας διαιτησίας, όταν αυτές πραγματοποιούνται κεκλεισμένων των θυρών.

Άρθρο 12

Μονομερείς επαφές

1.   Η ειδική ομάδα διαιτησίας δεν πραγματοποιεί συναντήσεις ή επαφές με ένα εκ των μερών αν δεν παρίσταται και το άλλο μέρος.

2.   Κανένας διαιτητής δεν συζητά πτυχές του αντικειμένου της διαδικασίας με ένα ή και τα δύο μέρη, αν απουσιάζουν οι άλλοι διαιτητές.

Άρθρο 13

Φιλικά υπομνήματα

1.   Μη κυβερνητικά πρόσωπα εγκατεστημένα στο έδαφος ενός μέρους μπορούν να υποβάλουν φιλικά υπομνήματα στην ειδική ομάδα διαιτησίας σύμφωνα με τις παραγράφους 2 έως 5.

2.   Εάν τα μέρη δεν συμφωνήσουν διαφορετικά εντός πέντε ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας, αυτή μπορεί να λάβει γραπτά υπομνήματα που δεν έχει ζητήσει, υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλονται εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας, ότι σχετίζονται άμεσα με το υπό εξέταση θέμα από την ειδική ομάδα διαιτησίας και ότι σε καμία περίπτωση τα εν λόγω υπομνήματα, συμπεριλαμβανομένων των παραρτημάτων τους, δεν υπερβαίνουν τις δεκαπέντε δακτυλογραφημένες σελίδες.

3.   Κάθε υπόμνημα περιλαμβάνει περιγραφή του προσώπου που τα υποβάλλει,, είτε είναι φυσικό είτε είναι νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων της φύσης των δραστηριοτήτων του και της πηγής χρηματοδότησής του, και προσδιορίζει τη φύση των συμφερόντων που έχει το εν λόγω πρόσωπο στο πλαίσιο της διαδικασίας διαιτησίας. Το υπόμνημα συντάσσεται στις γλώσσες που επιλέγουν τα μέρη, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος εσωτερικού κανονισμού.

4.   Τα υπομνήματα κοινοποιούνται στα μέρη προκειμένου αυτά να μπορέσουν να διαβιβάσουν τις παρατηρήσεις τους. Τα μέρη μπορούν να εκθέσουν τις παρατηρήσεις τους στην ειδική ομάδα διαιτησίας εντός δέκα ημερών από τη διαβίβαση του υπομνήματος.

5.   Η ειδική ομάδα διαιτησίας παραθέτει στην απόφασή της όλα τα υπομνήματα που έχει λάβει και τα οποία συμμορφώνονται με τον παρόντα εσωτερικό κανονισμό. Η ειδική ομάδα διαιτησίας δεν υποχρεούται να εξετάσει στην απόφασή της τα επιχειρήματα που αναπτύσσονται στα εν λόγω υπομνήματα. Η ειδική ομάδα διαιτησίας υποβάλλει στα μέρη, προς διατύπωση σχολίων, κάθε υπόμνημα που λαμβάνει.

Άρθρο 14

Επείγουσες περιπτώσεις

Στις επείγουσες περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 73 παράγραφος 2 της συμφωνίας, η ειδική ομάδα διαιτησίας, έπειτα από διαβούλευση με τα μέρη, προσαρμόζει τις προθεσμίες που καθορίζονται στον παρόντα εσωτερικό κανονισμό κατά την κρίση της και κοινοποιεί τις προσαρμογές αυτές στα μέρη.

Άρθρο 15

Έξοδα

1.   Κάθε μέρος βαρύνεται με τα έξοδα συμμετοχής του στη διαδικασία διαιτησίας.

2.   Το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία είναι υπεύθυνο για την υλικοτεχνική διαχείριση της διαδικασίας διαιτησίας, ιδίως για τη διοργάνωση των ακροάσεων, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετικά, και βαρύνεται με όλα τα έξοδα που προκύπτουν από την υλικοτεχνική διαχείριση της ακρόασης. Ωστόσο, τα μέρη βαρύνονται από κοινού και εξίσου με τις άλλες διοικητικές δαπάνες της διαδικασίας διαιτησίας, καθώς και με τις αμοιβές και τις δαπάνες των διαιτητών και των βοηθών τους.

Άρθρο 16

Γλώσσα εργασίας για τη διαδικασία, μετάφραση και διερμηνεία

1.   Κατά τις διαβουλεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 71 παράγραφος 2 της συμφωνίας και το αργότερο κατά τη συνεδρίαση που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του παρόντος εσωτερικού κανονισμού, τα μέρη καταβάλλουν προσπάθειες προκειμένου να συμφωνήσουν σε κοινή γλώσσα εργασίας για τη διαδικασία ενώπιον της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

2.   Εάν τα μέρη δεν καταφέρουν να συμφωνήσουν σε κοινή γλώσσα εργασίας, κάθε μέρος αναλαμβάνει τη μετάφραση των γραπτών υπομνημάτων του στη γλώσσα που έχει επιλέξει το άλλο μέρος, εκτός εάν τα υπομνήματα έχουν συνταχθεί σε μία από τις επίσημες γλώσσες που είναι κοινές για τα μέρη της συμφωνίας. Η διερμηνεία των προφορικών παρατηρήσεων στις γλώσσες που έχουν επιλέξει τα μέρη βαρύνει το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία, στον βαθμό που τα μέρη έχει επιλέξει μία από τις επίσημες γλώσσες που είναι κοινές για αυτά. Εάν η επιλογή ενός από τα μέρη αφορά γλώσσα διαφορετική από τις κοινές επίσημες γλώσσες, η διερμηνεία των προφορικών υπομνημάτων βαρύνει εξ ολοκλήρου το εν λόγω μέρος.

3.   Οι εκθέσεις και οι αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας καταρτίζονται στη γλώσσα ή στις γλώσσες επιλογής των μερών. Εάν τα μέρη δεν συμφωνήσουν σε κοινή γλώσσα εργασίας, η ενδιάμεση έκθεση, η τελική έκθεση και οι αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας υποβάλλονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες που είναι κοινές για τα μέρη.

4.   Όλα τα έξοδα σχετικά με τη μετάφραση απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας προς τη γλώσσα ή τις γλώσσες που επιλέγουν τα μέρη καλύπτονται εξίσου από τα μέρη.

5.   Κάθε μέρος μπορεί να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του σχετικά με την ακρίβεια της μετάφρασης οποιουδήποτε μεταφρασμένου εγγράφου έχει συνταχθεί σύμφωνα με τον παρόντα εσωτερικό κανονισμό.

6.   Κάθε μέρος βαρύνεται με το κόστος της μετάφρασης των γραπτών υπομνημάτων του.

Άρθρο 17

Υπολογισμός των προθεσμιών

Όλες οι προθεσμίες που καθορίζονται στον τίτλο VI (Αποτροπή και διευθέτηση διαφορών) της συμφωνίας και στον παρόντα εσωτερικό κανονισμό, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιών που επιβάλλονται στις ειδικές ομάδες διαιτησίας για την κοινοποίηση των αποφάσεών τους, μπορούν να τροποποιούνται με αμοιβαία συμφωνία των μερών και υπολογίζονται σε ημερολογιακές ημέρες από την ημέρα που έπεται της πράξης ή του γεγονότος που σηματοδοτεί την αφετηρία τους, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά.

Άρθρο 18

Άλλες διαδικασίες

Οι προθεσμίες που καθορίζονται στον παρόντα εσωτερικό κανονισμό προσαρμόζονται σύμφωνα με τις ειδικές προθεσμίες που προβλέπονται για την έκδοση απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας στο πλαίσιο των διαδικασιών δυνάμει των άρθρων 74 έως 78 της συμφωνίας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΑΙΤΗΤΩΝ

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για την εφαρμογή του παρόντος κώδικα δεοντολογίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

«διαιτητής»: μέλος ειδικής ομάδας διαιτησίας η οποία έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 71 της συμφωνίας,

«βοηθός»: φυσικό πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με τους όρους της εντολής διαιτητή, διεξάγει έρευνα για τον εν λόγω διαιτητή ή τον επικουρεί στην εκτέλεση των καθηκόντων του,

«υποψήφιος»: πρόσωπο το όνομα του οποίου περιλαμβάνεται στον κατάλογο διαιτητών που αναφέρεται στο άρθρο 85 της συμφωνίας και του οποίου η επιλογή ως διαιτητή προβλέπεται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 71 της συμφωνίας,

«διαμεσολαβητής»: φυσικό πρόσωπο που διευθύνει τη διαμεσολάβηση σύμφωνα με το άρθρο 69 της συμφωνίας,

«προσωπικό»: σε σχέση με έναν διαιτητή, τα υπό τη διεύθυνση και τον έλεγχο του διαιτητή φυσικά πρόσωπα, εξαιρουμένων των βοηθών.

Άρθρο 2

Βασικές αρχές

1.   Για να διαφυλάσσεται η ακεραιότητα και η αμεροληψία του μηχανισμού διευθέτησης διαφορών, κάθε υποψήφιος διαιτητής ενημερώνεται σχετικά με τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας. Ο υποψήφιος οφείλει:

α)

να είναι ανεξάρτητος και ουδέτερος,

β)

να αποφεύγει οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση σύγκρουση συμφερόντων,

γ)

να αποφεύγει οποιαδήποτε έλλειψη συμμόρφωσης προς τη δεοντολογία και οποιαδήποτε ενέργεια που επιτρέπει την εικασία έλλειψης συμμόρφωσης προς τη δεοντολογία ή προς την υποχρέωση αμεροληψίας,

δ)

να τηρεί αυστηρά τους κανόνες δεοντολογίας,

ε)

να μην επηρεάζεται από ίδιο συμφέρον, έξωθεν πιέσεις, πολιτικές πεποιθήσεις, δημόσιες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, προσήλωση σε ένα μέρος ή τον φόβο κριτικής.

2.   Ο διαιτητής δεν μπορεί να αναλαμβάνει, άμεσα ή έμμεσα, υποχρεώσεις ούτε να δέχεται οφέλη που θα επηρέαζαν ή θα φαίνονταν ότι επηρεάζουν με οποιονδήποτε τρόπο την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων του.

3.   Ο διαιτητής δεν κάνει χρήση των καθηκόντων που εκτελεί στο πλαίσιο της ειδικής ομάδας διαιτησίας για να εξυπηρετήσει προσωπικά ή ιδιωτικά συμφέροντα. Ο διαιτητής απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια ικανή να επιτρέψει την εικασία ότι κάποια πρόσωπα είναι σε θέση να τον επηρεάζουν.

4.   Ο διαιτητής μεριμνά ώστε να μην επηρεάζονται η συμπεριφορά του και η κρίση του από προηγούμενες ή υφιστάμενες σχέσεις ή ευθύνες οικονομικού, επιχειρηματικού, επαγγελματικού, προσωπικού ή κοινωνικού χαρακτήρα.

5.   Ο διαιτητής αποφεύγει να συνάπτει σχέσεις ή να αποκτά οικονομικά οφέλη που ενδέχεται να επηρεάσουν την αμεροληψία του ή που θα μπορούσαν εύλογα να επιτρέψουν την εικασία έλλειψης συμμόρφωσης προς τη δεοντολογία ή προς την υποχρέωση αμεροληψίας.

Άρθρο 3

Υποχρεώσεις δήλωσης

1.   Ο υποψήφιος, πριν από την επιβεβαίωση της επιλογής του ως διαιτητή βάσει του άρθρου 71 της συμφωνίας, δηλώνει κάθε συμφέρον, κάθε σχέση ή κάθε ζήτημα που ενδέχεται να επηρεάσει την ανεξαρτησία του ή την αμεροληψία του ή που μπορεί εύλογα να επιτρέψει την εικασία έλλειψης συμμόρφωσης προς τη δεοντολογία ή προς την υποχρέωση αμεροληψίας κατά τη διαδικασία. Για τον σκοπό αυτόν, ο υποψήφιος προσπαθεί, στο πλαίσιο του δυνατού, να ενημερωθεί για την τυχόν ύπαρξη τέτοιου είδους συμφερόντων, σχέσεων και ζητημάτων, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών, των επαγγελματικών ή των συνδεόμενων με την εργασία του ή την οικογένειά του.

2.   Καθώς η υποχρέωση δήλωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 συνιστά διαρκές καθήκον, κάθε διαιτητής υποχρεούται να δηλώνει τέτοιου είδους συμφέροντα, σχέσεις ή ζητήματα που ενδέχεται να ανακύψουν σε κάθε στάδιο της διαδικασίας.

3.   Ο υποψήφιος ή ο διαιτητής κοινοποιεί στην επιτροπή ΣΟΕΣ, προς εξέταση από τα μέρη, όλα τα θέματα σχετικά με πραγματικές ή πιθανές παραβάσεις του παρόντος κώδικα δεοντολογίας, το νωρίτερο δυνατόν αφού λάβει γνώση αυτών.

Άρθρο 4

Καθήκοντα των διαιτητών

1.   Ο διαιτητής, μετά την αποδοχή του διορισμού του, είναι σε θέση να αναλάβει τα καθήκοντά του και τα ασκεί ενδελεχώς και αποτελεσματικά καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, επιδεικνύοντας δικαιοκρισία και επιμέλεια.

2.   Ο διαιτητής εξετάζει μόνο τα θέματα που εγείρονται κατά τη διαδικασία και τα οποία είναι απαραίτητα για τη λήψη απόφασης και δεν αναθέτει σε κανένα άλλο πρόσωπο αυτό το καθήκον.

3.   Ο διαιτητής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι ο βοηθός του και το προσωπικό του γνωρίζουν τα άρθρα 2, 3 και 6 του παρόντος κώδικα δεοντολογίας και συμμορφώνονται με αυτά.

Άρθρο 5

Υποχρεώσεις πρώην διαιτητών

Όλοι οι πρώην διαιτητές αποφεύγουν να ενεργούν κατά τρόπο που μπορεί να επιτρέψει την εικασία ότι επέδειξαν μεροληψία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή ότι αποκόμισαν όφελος από την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

Άρθρο 6

Εμπιστευτικότητα

1.   Κανείς διαιτητής ή πρώην διαιτητής, σε καμία χρονική στιγμή, δεν αποκαλύπτει ούτε κάνει χρήση οποιασδήποτε μη δημόσιας πληροφορίας που αφορά διαδικασία ή της οποίας έλαβε γνώση στο πλαίσιο διαδικασίας, παρά εκτός για τους σκοπούς της εν λόγω διαδικασίας, και σε καμία περίπτωση δεν αποκαλύπτει ή κάνει χρήση οποιασδήποτε τέτοιας πληροφορίας για να αποκομίσει προσωπικά οφέλη ή να προσκομίσει οφέλη σε άλλους ή για να βλάψει τα συμφέροντα άλλων.

2.   Οι διαιτητές δεν αποκαλύπτουν την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας, εν όλω ή εν μέρει, πριν από τη δημοσίευσή της σύμφωνα με το άρθρο 84 παράγραφος 2 της συμφωνίας.

3.   Κανείς διαιτητής ή πρώην διαιτητής, σε καμία χρονική στιγμή, δεν αποκαλύπτει το περιεχόμενο των διασκέψεων μιας ειδικής ομάδας διαιτησίας ή τις απόψεις ενός από τα μέλη της.

Άρθρο 7

Δαπάνες

Κάθε διαιτητής καταγράφει τον χρόνο που διέθεσε για τη διαδικασία και τις δαπάνες που πραγματοποίησε, καθώς και τον χρόνο και τις δαπάνες του βοηθού του, και αποδίδει τελικό λογαριασμό στα μέρη.

Άρθρο 8

Διαμεσολαβητές

Ο παρών κώδικας δεοντολογίας ισχύει, τηρουμένων των αναλογιών, και για τους διαμεσολαβητές.


Top