EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32013R0875

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 875/2013 του Συμβουλίου, της 2ας Σεπτεμβρίου 2013 , για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές παρασκευασμένου ή διατηρημένου γλυκού καλαμποκιού σε κόκκους, καταγωγής Ταϊλάνδης, μετά την έναρξη έρευνας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009

ΕΕ L 244 της 13.9.2013, p. 1–18 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 02/12/2019: This act has been changed. Current consolidated version: 28/03/2014

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2013/875/oj

13.9.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 244/1


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 875/2013 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 2ας Σεπτεμβρίου 2013

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές παρασκευασμένου ή διατηρημένου γλυκού καλαμποκιού σε κόκκους, καταγωγής Ταϊλάνδης, μετά την έναρξη έρευνας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 291 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (στο εξής «ο βασικός κανονισμός»), ιδίως τα άρθρα 9 και 11 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατόπιν διαβούλευσης με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

A.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Ισχύοντα μέτρα

(1)

Το Συμβούλιο, μετά από έρευνα αντιντάμπινγκ («αρχική έρευνα»), επέβαλε, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 682/2007 (2), οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές παρασκευασμένου ή διατηρημένου γλυκού καλαμποκιού σε κόκκους, που υπάγεται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ ex 2001 90 30 και ex 2005 80 00 καταγωγής Ταϊλάνδης («οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ»). Τα μέτρα αυτά έλαβαν τη μορφή ενός κατ’ αξία δασμού που κυμαινόταν μεταξύ του 3,1 % και του 12,9 %.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 954/2008 (3) τροποποίησε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 682/2007 όσον αφορά τον δασμό που επιβάλλεται σε μία εταιρεία και σε «όλες τις άλλες εταιρείες». Οι τροποποιημένοι δασμοί κυμαίνονται μεταξύ 3,1 % και 14,3 %. Οι εισαγωγές από δύο ταϊλανδούς παραγωγούς των οποίων οι αναλήψεις υποχρεώσεων είχαν γίνει δεκτές από την Επιτροπή με την απόφαση 2007/424/ΕΚ (4) είχαν απαλλαγεί από την καταβολή δασμού.

(3)

Το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 847/2009 (5), θεώρησε ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές με καθορισμένες ελάχιστες τιμές εισαγωγής δεν είναι πλέον κατάλληλες για να εξουδετερώσουν τις ζημιογόνες συνέπειες του ντάμπινγκ. Κατά συνέπεια, οι αποδεχθείσες επιχειρήσεις ανακλήθηκαν και οι προσφορές ανάληψης υποχρεώσεων από 10 άλλους ταϊλανδούς παραγωγούς-εξαγωγείς απορρίφθηκαν.

2.   Αίτηση επανεξέτασης ενόψει της λήξης της ισχύος των μέτρων

(4)

Μετά τη δημοσίευση ανακοίνωσης για την επικείμενη λήξη (6) των ισχυόντων οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ, η Επιτροπή έλαβε, στις 19 Μαρτίου 2012, αίτηση για την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξης της ισχύος των εν λόγω μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Η αίτηση υποβλήθηκε από την Association Européenne des Transformateurs de Maïs Doux (AETMD) («ο καταγγέλλων») για λογαριασμό των παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής ενωσιακής παραγωγής παρασκευασμένου ή διατηρημένου γλυκού καλαμποκιού και συγκεκριμένα στην παρούσα περίπτωση πάνω από το 50 %.

(5)

Η αίτηση βασίστηκε στο επιχείρημα ότι η λήξη της ισχύος των μέτρων είναι πιθανόν να οδηγήσει στη συνέχιση ή την επανάληψη του ντάμπινγκ και της ζημίας στον κλάδο παραγωγής της Ένωσης.

3.   Έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξης της ισχύος των μέτρων

(6)

Η Επιτροπή, αφού διαπίστωσε, έπειτα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή, ότι υφίστανται επαρκή στοιχεία για την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξης της ισχύος των μέτρων, ανήγγειλε, στις 19 Ιουνίου 2012, με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (7) («ανακοίνωση για την έναρξη»), την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξης της ισχύος των μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

4.   Έρευνα

4.1.   Περίοδος έρευνας επανεξέτασης και υπό εξέταση περίοδος

(7)

Η έρευνα με αντικείμενο τη συνέχιση του ντάμπινγκ κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2011 έως τις 31 Μαρτίου 2012 («περίοδος έρευνας για την επανεξέταση» ή «ΠΕΕ»). Η εξέταση των τάσεων σχετικά με την εκτίμηση του ενδεχομένου συνέχισης της ζημίας κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2008 έως το τέλος της περιόδου έρευνας επανεξέτασης («η υπό εξέταση περίοδος»).

4.2.   Μέρη που αφορά η διαδικασία

(8)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επισήμως τους αιτούντες παραγωγούς της Ένωσης, τους παραγωγούς-εξαγωγείς της Ταϊλάνδης, τους εισαγωγείς, τους χρήστες και τις γνωστές ως ενδιαφερόμενες ενώσεις, καθώς και τους αντιπροσώπους της χώρας εξαγωγής που αφορά η έναρξη της επανεξέτασης. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που αναφερόταν στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας.

(9)

Σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που το ζήτησαν και απέδειξαν ότι υπήρχαν ιδιαίτεροι λόγοι για τους οποίους θα πρέπει να γίνουν δεκτά σε ακρόαση δόθηκε η δυνατότητα ακρόασης.

(10)

Λόγω του, κατά τα φαινόμενα, μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων στην Ταϊλάνδη και τους μη συνδεδεμένους εισαγωγείς στην Ένωση που συμμετείχαν στην έρευνα, εξετάστηκε το ενδεχόμενο δειγματοληψίας στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού. Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει κατά πόσον είναι αναγκαία η δειγματοληψία και, εφόσον είναι αναγκαία, να επιλέξει ένα δείγμα, ζητήθηκε από τα προαναφερθέντα μέρη να αναγγελθούν, ερχόμενοι σε επαφή με την Επιτροπή εντός 15 ημερών από την έναρξη της επανεξέτασης και να παράσχουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που ζητούνται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας.

(11)

Σε ό,τι αφορά την επιλογή του δείγματος των παραγωγών-εξαγωγέων στην Ταϊλάνδη, η Επιτροπή έλαβε πλήρεις πληροφορίες από 17 παραγωγούς/εξαγωγείς, από τους οποίους οι 9 είχαν εξαγωγές στην Ένωση κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Αποφασίστηκε να επιλεγεί δείγμα 3 παραγωγών-εξαγωγέων των οποίων οι συνδυασμένες εξαγωγές αντιπροσώπευαν το 90 % των συνολικών ποσοτήτων που εξάχθηκαν στην Ένωση από τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ.

(12)

Δεδομένου ότι έχει ληφθεί μόνο μία απάντηση από έναν μη συνδεδεμένο εισαγωγέα, δεν έγινε δειγματοληψία αναφορικά με τους μη συνδεδεμένους εισαγωγείς.

(13)

Λόγω του μεγάλου αριθμού παραγωγών της Ένωσης που εμπλέκονται σε αυτές τις διαδικασίες, στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας η Επιτροπή ανήγγειλε ότι είχε επιλεγεί προσωρινά ένα δείγμα παραγωγών της Ένωσης για τον καθορισμό της ζημίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού. Η εν λόγω προεπιλογή είχε πραγματοποιηθεί με βάση τις πληροφορίες που είχε στη διάθεσή της η Επιτροπή κατά το στάδιο έναρξης και βασίζεται στον όγκο πωλήσεων των παραγωγών, του όγκου παραγωγής και τη γεωγραφική τους θέση στην Ένωση. Το προτεινόμενο δείγμα αντιστοιχεί στον μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο παραγωγής που μπορούσε λογικά να εξεταστεί εντός του διαθέσιμου χρόνου, αντιπροσωπεύοντας το 58 % της συνολικής παραγωγής της βιομηχανίας της Ένωσης. Επιπλέον, το προτεινόμενο δείγμα είναι αντιπροσωπευτικό από την άποψη της γεωγραφικής θέσης των εταιρειών, δεδομένου ότι καλύπτει τρία διαφορετικά κράτη μέλη. Ζητήθηκε η γνώμη των παραγωγών της ΕΕ σχετικά με το προτεινόμενο δείγμα κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της ανακοίνωσης για την έναρξη διαδικασίας. Δεδομένου ότι κανένας πρόσθετος παραγωγός δεν αναγγέλθηκε και δεν υποβλήθηκαν σχόλια ως προς το δείγμα, το προτεινόμενο δείγμα επικυρώθηκε.

(14)

Δύο ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι το δείγμα των παραγωγών της Ένωσης επιλέχθηκε μόνο μεταξύ αιτούντων και ότι θα έπρεπε να έχει καταβληθεί προσπάθεια να περιληφθούν στο δείγμα παραγωγοί εκτός της ομάδας των αιτούντων.

(15)

Ωστόσο, όλοι οι γνωστοί παραγωγοί της ΕΕ, τόσο αιτούντες όσο και μη, κλήθηκαν να συνεργαστούν. Δέκα παραγωγοί της Ένωσης, αιτούντες και μη αιτούντες, έχουν υποβάλει πληροφορίες για δειγματοληψία. Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 13, το επιλεγέν δείγμα αντιστοιχεί στον μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο παραγωγής που μπορούσε λογικά να εξεταστεί εντός του διαθέσιμου χρόνου, αντιπροσωπεύοντας το 58 % της συνολικής παραγωγής του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Η Επιτροπή εκτιμά ότι το επιλεγέν δείγμα είναι αντιπροσωπευτικό από την άποψη της γεωγραφικής θέσης, ανεξάρτητα από το αν οι παραγωγοί είναι αιτούντες ή όχι. Συνεπώς, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

(16)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλα τα στοιχεία που έκρινε απαραίτητα για τον προσδιορισμό της πιθανότητας συνέχισης ή επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ, της ζημίας που προέκυψε και του συμφέροντος της Ένωσης. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγια στους παραγωγούς-εξαγωγείς και στους παραγωγούς της Ένωσης που επιλέχθηκαν για το δείγμα και στους μη συνδεδεμένους εισαγωγείς. Πραγματοποιήθηκαν επισκέψεις επαλήθευσης στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

α)

Παραγωγοί στην Ένωση:

Bonduelle Conserve International SAS, Renescure, Γαλλία

Compagnie Générale de Conserve France SA, Theix, Γαλλία

Compagnie Générale de Conserve Hungary, Debrecen, Ουγγαρία

Conserve Italia SCA, San Lazzaro di Savena, Ιταλία·

β)

Παραγωγοί-εξαγωγείς της Ταϊλάνδης:

Agri Sol., Ltd, Pathumthani City

Lampang Food Products co, Ltd, Bangkok

Sun Sweet Co., Ltd, Chiang Mai City.

(17)

Σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που το ζήτησαν και απέδειξαν ότι υπήρχαν ιδιαίτεροι λόγοι για τους οποίους θα πρέπει να γίνουν δεκτά σε ακρόαση δόθηκε η δυνατότητα ακρόασης.

B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

1.   Υπό εξέταση προϊόν

(18)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι το γλυκό καλαμπόκι (Zea mays var. saccharata) σε κόκκους, παρασκευασμένο ή διατηρημένο με ξίδι ή οξικό οξύ, μη κατεψυγμένο, επί του παρόντος κατατασσόμενο στον κωδικό ΣΟ ex 2001 90 30, και το γλυκό καλαμπόκι (Zea mays var. saccharata) σε κόκκους, παρασκευασμένο ή διατηρημένο αλλιώς παρά με ξίδι ή οξικό οξύ, όχι κατεψυγμένο, άλλο από τα προϊόντα της κλάσης 2006, που κανονικά υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 2005 80 00, καταγωγής Ταϊλάνδης.

(19)

Από την έρευνα προέκυψε ότι, παρά τους διαφορετικούς τρόπους διατήρησης, όλοι οι διαφορετικοί τύποι του υπό εξέταση προϊόντος έχουν τα ίδια βιολογικά και χημικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται για τους ίδιους, κατά βάση, σκοπούς.

(20)

Δύο ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι οι κωδικοί ΣΟ για το γλυκό καλαμπόκι δεν αντιπροσωπεύουν μόνον το υπό εξέταση προϊόν, αλλά περιλαμβάνουν σημαντικές ποσότητες κονσερβοποιημένου πρώιμου καλαμποκιού (babycorn) που δεν παράγεται από την ΕΕ και δεν είναι ομοειδές προϊόν. Πιστεύουν ότι η Επιτροπή ενδέχεται να έχει συμπεριλάβει πρώιμο καλαμπόκι στα δεδομένα της.

(21)

Ωστόσο, η έρευνα επικεντρώθηκε αποκλειστικά στο προϊόν που υπόκειται στα μέτρα, γεγονός που αποκλείει το πρώιμο καλαμπόκι (babycorn), με τη χρήση αντίστοιχων κωδικών TARIC ως βάσης για ανάλυση. Συνεπώς, το αίτημα απορρίπτεται ως ανακριβές.

2.   Ομοειδές προϊόν

(22)

Το γλυκό καλαμπόκι που παράγεται και πωλείται στην Ένωση από τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης και το γλυκό καλαμπόκι που παράγεται και πωλείται στην Ταϊλάνδη έχει τα ίδια, κατά βάση, φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά, καθώς και τις ίδιες βασικές χρήσεις του γλυκού καλαμποκιού που παράγεται στην Ταϊλάνδη και πωλείται για εξαγωγή στην Ένωση. Ως εκ τούτου, θεωρούνται ομοειδή προϊόντα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Γ.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ Ή ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(23)

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε αν η λήξη της ισχύος των μέτρων θα οδηγούσε ενδεχομένως στη συνέχιση ή στην επανάληψη του ντάμπινγκ.

1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

(24)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 10, λόγω του δυνητικά μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων που εξέφρασαν την προθυμία τους να συνεργαστούν, είχε προβλεφθεί δειγματοληψία κατά την ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας. Επιλέχθηκε ένα δείγμα τριών παραγωγών-εξαγωγέων, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν περίπου το 90 % του συνόλου των εξαγωγών, μεταξύ των παραγωγών-εξαγωγέων που εξέφρασαν προθυμία να συνεργαστούν, για τον προσδιορισμό της πιθανότητας συνέχισης ή επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ.

(25)

Δεδομένου ότι οι συνδυασμένες ποσότητες των εξαγωγών από τους τρεις παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος αντιπροσώπευαν περίπου το 25 % όλων των εξαγωγών από την Ταϊλάνδη στην Ένωση κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, πληροφορίες από άλλες πηγές, όπως το αίτημα για την επανεξέταση καθώς και διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία για τις εξαγωγές (από τα ταϊλανδικά τελωνεία) και τις εισαγωγές (από την Eurostat), χρειάστηκε να χρησιμοποιηθούν για την εκτίμηση της πιθανότητας συνέχισης ή επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ

(26)

Οι πωλήσεις σε εμπόρους στην Ταϊλάνδη, όπου τα εμπορεύματα προορίζονταν για άγνωστους εξαγωγικούς προορισμούς, δεν έχουν περιληφθεί στον προσδιορισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ.

(27)

Όπως και κατά την αρχική έρευνα, διαπιστώθηκε ότι ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς αντλούν μέρη των πωλήσεών τους του υπό εξέταση προϊόντος από εξωτερικούς προμηθευτές. Για τους σκοπούς της έρευνας, οι πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος που δεν έχουν παρασκευαστεί από τους ίδιους τους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν έχουν ληφθεί υπόψη κατά τον καθορισμό των αντίστοιχων περιθωρίων ντάμπινγκ.

2.   Ντάμπινγκ στις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ

2.1.   Καθορισμός της κανονικής αξίας

(28)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 πρώτη περίοδος του βασικού κανονισμού, για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, προσδιορίστηκε καταρχάς, για καθέναν από τους τρεις παραγωγούς-εξαγωγείς, κατά πόσον οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος κατά την ΠΕΕ ήταν αντιπροσωπευτικές σε σύγκριση με τις συνολικές τους εξαγωγικές πωλήσεις προς την Ένωση, δηλαδή εάν ο όγκος πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος που προορίζεται για εγχώρια κατανάλωση αντιπροσώπευε 5 % ή περισσότερο των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος προς την Ένωση.

(29)

Οι εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος διαπιστώθηκε ότι ήταν αντιπροσωπευτικές για μία από τις τρεις εταιρείες που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

(30)

Εξετάστηκε στη συνέχεια κατά πόσον οι τύποι του ομοειδούς προϊόντος που πωλούνταν από την εν λόγω εταιρεία και που προορίζονταν για εγχώρια κατανάλωση ήταν πανομοιότυποι ή άμεσα συγκρίσιμοι με τους τύπους του προοριζόμενου για εξαγωγή στην Ένωση. Για καθέναν από αυτούς τους τύπους, καθορίστηκε κατά πόσον οι πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος για εγχώρια κατανάλωση ήταν επαρκώς αντιπροσωπευτικές για τους σκοπούς του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Οι πωλήσεις που προορίζονταν για εγχώρια κατανάλωση ήταν επαρκώς αντιπροσωπευτικές, δεδομένου ότι οι εταιρείες αυτές αντιπροσώπευαν το 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου πωλήσεων του συγκρίσιμου τύπου που εξήχθη στην Ένωση.

(31)

Διαπιστώθηκε ότι, για την εν λόγω εταιρεία, μόνον ο ένας από τους τύπους του ομοειδούς προϊόντος, ήταν άμεσα συγκρίσιμος με τους τύπους που εξήχθησαν στην Ένωση. Επιπλέον, το συγκεκριμένο αυτό είδος πωλήθηκε επίσης σε επαρκώς αντιπροσωπευτικές ποσότητες στην εγχώρια αγορά.

(32)

Εξετάστηκε εν συνεχεία κατά πόσον ο τύπος προϊόντος για την εταιρεία που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 31 πωλήθηκε στο πλαίσιο των συνήθων εμπορικών πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Αυτό έγινε με τον καθορισμό του ποσοστού των επικερδών εγχώριων πωλήσεων προς ανεξάρτητους πελάτες του εν λόγω τύπου του προϊόντος.

(33)

Διαπιστώθηκε ότι άνω του 80 % του όγκου των πωλήσεων που προορίζονταν για εγχώρια κατανάλωση ήταν επικερδείς και, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4, όλες οι συναλλαγές για τη συγκεκριμένη κατηγορία χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

(34)

Για τον τύπο του υπό εξέταση προϊόντος εφόσον οι εγχώριες πωλήσεις ήταν αντιπροσωπευτικές και έγιναν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, καθορίστηκε η κανονική αξία με βάση την πραγματική εγχώρια τιμή, η οποία υπολογίστηκε ως σταθμισμένος μέσος όρος όλων των εγχώριων πωλήσεων αυτού του τύπου που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ.

(35)

Για τους υπόλοιπους δύο παραγωγούς-εξαγωγείς των οποίων οι πωλήσεις στην εγχώρια αγορά δεν θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικές (ένας από τους οποίους δεν πραγματοποίησε καθόλου πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος, για εγχώρια κατανάλωση) και για τον τρίτο παραγωγό εξαγωγέα, του οποίου οι συνολικές πωλήσεις θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικές αλλά για διάφορους τύπους του ομοειδούς προϊόντος οι ποσότητες που πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά δεν θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικές, η κανονική αξία έπρεπε να κατασκευαστεί σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

(36)

Η κανονική αξία κατασκευάστηκε με την πρόσθεση του κόστους παραγωγής για κάθε τύπο προϊόντος που εξήχθη στην Ένωση και ενός εύλογου ποσού για τις δαπάνες πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα (SG & A) και το κέρδος.

(37)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, για τους δύο παραγωγούς-εξαγωγείς που είχαν πωλήσεις που προορίζονταν για εγχώρια κατανάλωση —σε ποσότητες κάτω ή άνω του 5 % των αντίστοιχων ποσοτήτων πώλησης στην Ένωση— οι δαπάνες πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα (SG & A) και το κέρδος ελήφθησαν από τις αντίστοιχες πωλήσεις της εταιρείας κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις στην εγχώρια αγορά.

(38)

Για τον τρίτο παραγωγό εξαγωγέα που δεν πραγματοποίησε πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος για εγχώρια κατανάλωση, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, τα έξοδα πωλήσεων και τα γενικά και διοικητικά έξοδα (SG & A) και το κέρδος που χρησιμοποιήθηκαν για αυτόν τον τρίτο παραγωγό εξαγωγέα αποτελούσαν τον σταθμισμένο μέσο όρο των δαπανών πώλησης, των γενικών και διοικητικών εξόδων (SG & A) και του κέρδους των άλλων δύο παραγωγών-εξαγωγέων που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 37.

(39)

Δύο ενδιαφερόμενα μέρη αμφισβήτησαν τη μεθοδολογία που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 37, δηλαδή τη χρησιμοποίηση του κέρδους για τους σκοπούς της κατασκευής μιας κανονικής αξίας, όταν το κέρδος αυτό βασίζεται στις εγχώριες πωλήσεις σε ποσότητες μικρότερες του 5 % των ποσοτήτων των εξαγωγικών πωλήσεων προς την Ένωση. Θεωρούν ότι, όταν οι εγχώριες πωλήσεις δεν θεωρούνται ότι είναι σε επαρκείς ποσότητες για να είναι αντιπροσωπευτικές, τότε τα κέρδη από τις συναλλαγές αυτές δεν θα πρέπει και να χρησιμοποιούνται.

(40)

Ωστόσο, η ίδια μεθοδολογία χρησιμοποιήθηκε στην αρχική έρευνα και, ελλείψει μεταβολής των συνθηκών, η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτή η μεθοδολογία εξακολουθεί να ισχύει για τον σκοπό των διαδικασιών αυτών.

2.2.   Καθορισμός της τιμής εξαγωγής

(41)

Όλες οι πωλήσεις των εν λόγω παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος πραγματοποιήθηκαν άμεσα προς ανεξάρτητους πελάτες της Ένωσης. Για τις πωλήσεις αυτές, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, με βάση τις πληρωθείσες ή πληρωτέες τιμές από αυτούς τους ανεξάρτητους πελάτες της Ένωσης.

2.3.   Σύγκριση και διορθώσεις

(42)

Η σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής πραγματοποιήθηκε σε επίπεδο τιμών εκ του εργοστασίου. Για να διασφαλισθεί δίκαιη σύγκριση, ελήφθησαν υπόψη οι διαφορές που επηρεάζουν τη συγκρισιμότητα των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού.

(43)

Έγιναν προσαρμογές για τις διαφορές στο κόστος μεταφοράς, το κόστος ασφάλισης, διεκπεραίωσης και φόρτωσης, τις προμήθειες και τις τραπεζικές επιβαρύνσεις, κατά περίπτωση και όταν αιτιολογούνται δεόντως.

(44)

Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο δ) του βασικού κανονισμού και σύμφωνα με τη μεθοδολογία που εφαρμόστηκε στην αρχική έρευνα, έγιναν προσαρμογές για διαφορές στο επίπεδο του εμπορίου για τους παραγωγούς-εξαγωγείς των οποίων οι πωλήσεις στην εγχώρια αγορά γίνονται υπό ίδιον εμπορικό σήμα αλλά των οποίων οι πωλήσεις στην Ένωση γίνονται υπό το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή. Το επίπεδο της προσαρμογής —που υπολογίζεται με τη μορφή μείωσης του περιθωρίου κέρδους που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της κανονικής αξίας, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 33— υπολογίστηκε βάσει της σχέσης των περιθωρίων κέρδους που αποκόμισε ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης επί των προϊόντων με ίδιον εμπορικό σήμα και επί όλων των άλλων προϊόντων. Το περιθώριο κέρδους υπολογίστηκε ως εκ τούτου ότι μειώνεται κατά ένα ποσοστό που κυμαίνεται από 20 % έως 50 %.

(45)

Δύο ενδιαφερόμενα μέρη θεώρησαν ότι η εγχώρια αγορά στην Ταϊλάνδη και η αγορά της Ένωσης δεν μπορούν να συγκριθούν, δεδομένου ότι το μέγεθος της αγοράς διαφέρει και εξαιτίας του γεγονότος ότι οι ταϊλανδοί παραγωγοί πωλούν με δικό τους σήμα στην εγχώρια αγορά.

(46)

Καταρχάς, υπενθυμίζεται ότι στην αιτιολογική σκέψη 22 διαπιστώθηκε ότι το γλυκό καλαμπόκι που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά της Ταϊλάνδης και το γλυκό καλαμπόκι που πωλήθηκε για εξαγωγή στην αγορά της Ένωσης είναι ομοειδή κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(47)

Δεύτερον, λόγω των διαφορών στο επίπεδο εμπορίου, πραγματοποιήθηκε αναπροσαρμογή στο περιθώριο κέρδους — προσαρμογή προς τα κάτω κατά ποσοστό μεταξύ 20 % και 50 % του περιθωρίου κέρδους που παράγεται από εγχώριες πωλήσεις υπό ίδιον σήμα. Αυτό ακολουθεί επίσης τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε στην αρχική έρευνα.

2.4.   Ντάμπινγκ κατά την ΠΕΕ

(48)

Με βάση τα ανωτέρω, τα περιθώρια ντάμπινγκ, εκφρασμένα ως εκατοστιαίο ποσοστό της τιμής «ελεύθερο στα σύνορα της Ένωσης», πριν από την επιβολή δασμού, διαπιστώθηκε ότι ήταν μεταξύ 8 % και 44 %.

3.   Εξέλιξη των εισαγωγών σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων

3.1.   Παραγωγική ικανότητα των παραγωγών-εξαγωγέων

(49)

Η παραγωγή γλυκού καλαμποκιού εξαρτάται από την πρόσβαση σε πρόσφατα συγκομισθέν καλαμπόκι που παραδίδεται στο εργοστάσιο κονσερβοποίησης αμέσως μετά τη συγκομιδή. Το καλαμπόκι πρόσφατης συγκομιδής πρέπει να κονσερβοποιείται εντός 24 ωρών από τη συγκομιδή και, κατά συνέπεια, η ικανότητα για την παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος σχετίζεται άμεσα με τη διαθεσιμότητα πρόσφατα συγκομισθέντος καλαμποκιού.

(50)

Στην Ταϊλάνδη, η περίοδος συγκομιδής είναι περίπου 9 έως 10 μήνες ανά έτος, που περιλαμβάνει 2 συγκομιδές ανά έτος. Κατά την αξιολόγηση της διαθέσιμης τεχνικής ικανότητας για παραγωγή, στην ανάλυση πρέπει να ληφθούν υπόψη εποχιακοί περιορισμοί.

(51)

Οι τρεις παραγωγοί-εξαγωγείς που είχαν περιληφθεί στο δείγμα είχαν συνδυασμένη τεχνική ικανότητα μεταξύ 130 000 και 150 000 τόνων. Το πραγματικό ποσοστό χρησιμοποίησης της διαθέσιμης τεχνικής ικανότητας κυμαινόταν μεταξύ 50 % και 80 %.

(52)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι, αν και αναγνωρίζουν τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για την περικοπή της τεχνικής ικανότητας με προσβασιμότητα στις πρώτες ύλες, η διαθέσιμη εφεδρική παραγωγική ικανότητα ήταν υπερτιμημένη.

(53)

Όπως έχει ήδη τονιστεί στην αιτιολογική σκέψη 50, η τεχνική ικανότητα δεν μπορεί να αξιοποιηθεί πλήρως, λόγω της εποχικής μη διαθεσιμότητας γλυκού καλαμποκιού πρόσφατης συγκομιδής. Ακόμη, από την έρευνα προέκυψε ότι τα αριθμητικά στοιχεία για τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας 80 % και πάνω έχουν επιτευχθεί από ορισμένους παραγωγούς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, ενώ για άλλους παραγωγούς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας ήταν πολύ χαμηλότερη. Δεδομένου ότι όλοι οι παραγωγοί έχουν συγκρίσιμη πρόσβαση σε πρώτες ύλες, η εν λόγω μειωμένη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας δεν εξηγείται μόνον μέσω της εποχικής μη διαθεσιμότητας γλυκού καλαμποκιού πρόσφατης συγκομιδής.

(54)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έδωσε η Ένωση Ταϊλανδών Μεταποιητών Τροφίμων, η συνολική ποσότητα εξαγωγών της Ταϊλάνδης προς τον υπόλοιπο κόσμο αυξήθηκε σταθερά κατά περίπου 20 % κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου, φτάνοντας σε όγκο τους 150 000-200 000 τόνους κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Αυτό δείχνει ότι οι ποσότητες του διαθέσιμου γλυκού καλαμποκιού μπορούν να αυξηθούν και όντως αυξάνονται σταθερά όταν απαιτούνται πρόσθετες ποσότητες από τους παραγωγούς- εξαγωγείς. Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνεται ότι η συνολική παραγωγή του κίτρινου καλαμποκιού κυμαινόταν από 4,1 εκατ. έως 4,5 εκατ. τόνους στην Ταϊλάνδη κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Παρότι αναγνωρίζεται ότι η παραγωγή δεν είναι δυνατόν να στραφεί από το κίτρινο καλαμπόκι στο γλυκό καλαμπόκι σε βάση 1: 1, η τεραστίου μεγέθους διαφορά των όγκων παραγωγής καθιστά σαφές ότι ακόμη και μια μικρή μετάβαση από την παραγωγή κίτρινου καλαμποκιού σε παραγωγή γλυκού καλαμποκιού μπορεί να έχει ουσιαστικό αντίκτυπο επί της συνολικής παραγωγής γλυκού καλαμποκιού στην Ταϊλάνδη.

(55)

Με βάση τα στοιχεία αυτά, διαπιστώθηκε ότι οι τρεις παραγωγοί του δείγματος θα μπορούσαν να παράγουν πρόσθετη ποσότητα περίπου 40 000-60 000 τόνων ανά έτος («πραγματική εφεδρική παραγωγική ικανότητα»), η οποία είναι περίπου 2 έως 3 φορές το σύνολο των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από την Ταϊλάνδη στην Ένωση.

(56)

Η πραγματική εφεδρική παραγωγική ικανότητα των παραγωγών του δείγματος μπορεί, ως εκ τούτου, από μόνη της να θεωρηθεί σημαντική. Επιπλέον, υπάρχουν άλλοι 15 γνωστοί παραγωγοί του υπό εξέταση προϊόντος στην Ταϊλάνδη που, ομοίως, έχουν πρόσβαση στην τεράστια παραγωγή γλυκού καλαμποκιού στην Ταϊλάνδη.

(57)

Από πληροφορίες που συλλέγονται από άλλες πηγές, δηλαδή

πληροφορίες που συλλέχθηκαν από παρουσιάσεις στο διαδίκτυο των παραγωγών-εξαγωγέων,

πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν σε σχέση με τη διαδικασία δειγματοληψίας, και

πληροφορίες που συλλέχθηκαν σύμφωνα με τη βάση δεδομένων που προβλέπεται στο άρθρο 14 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού,

μπορούμε να συμπεράνουμε ότι τουλάχιστον δύο κύριοι παραγωγοί-εξαγωγείς, ένας από τους οποίους συνεργάσθηκε στην έρευνα ενόψει επανεξέτασης, αλλά δεν είχε επιλεγεί για το δείγμα (και, ως εκ τούτου, δεν παρέσχε λεπτομερείς πληροφορίες σε σχέση με το θέμα), έχουν συνδυασμένη ικανότητα μεταξύ 50 000 και 100 000 τόνων.

(58)

Τέλος, δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το επίπεδο κατανάλωσης στην εγχώρια αγορά της Ταϊλάνδης ή σε αγορές τρίτων χωρών θα αυξηθεί, ώστε έτσι να απορροφήσει την αύξηση της παραγωγής εφόσον χρησιμοποιηθεί η εφεδρική παραγωγική ικανότητα των ταϊλανδών παραγωγών. Ειδικότερα, η εγχώρια αγορά της Ταϊλάνδης είναι υπερβολικά μικρή και κατά μέσο όρο αντιπροσωπεύει μόλις το 1-2 % των συνολικών πωλήσεων των ταϊλανδών παραγωγών που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα. Αυτό επιβεβαιώνει ότι τυχόν πρόσθετη παραγωγή γλυκού καλαμποκιού θα εξάγεται εκτός Ταϊλάνδης.

3.2.   Ελκυστικότητα της αγοράς της Ένωσης

(59)

Κατά τη σύγκριση των τιμών εξαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος στην Ένωση με τις τιμές που χρεώνονταν για το ομοειδές προϊόν στην εγχώρια αγορά, εμφανίζονται δύο πραγματικά περιστατικά: στην εγχώρια αγορά, οι τιμές είναι σχετικά υψηλές (λόγω των πωλήσεων υπό ίδιον σήμα) και οι ποσότητες είναι σχετικά μικρές σε σύγκριση με τις εξαγωγικές πωλήσεις. Στη βάση αυτή, δεν υπάρχει εμφανής κίνδυνος εκτροπής του εμπορίου από τις πωλήσεις στην εγχώρια αγορά σε πωλήσεις στην Ένωση, εάν καταργηθούν τα μέτρα.

(60)

Κατά τη σύγκριση των τιμών εξαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος στην Ένωση με τις τιμές που χρεώνονταν για το ομοειδές προϊόν στις αγορές τρίτων χωρών, προέκυψε ότι για τους τρεις παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος οι τιμές στην Ένωση είναι —κατά μέσον όρο— 14 % υψηλότερες.

(61)

Εμπορικές στατιστικές από τα ταϊλανδικά τελωνεία επίσης επιβεβαιώνουν αυτό το συμπέρασμα. Μετά από μετατροπή του αναφερόμενου λογιστικού βάρους (δοχείο + καλαμπόκι + υγρό) σε καθαρό βάρος (καλαμπόκι + υγρό) κονσερβοποιημένου προϊόντος σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ισχύει για την επανεξέταση, οι τιμές ανά χιλιόγραμμο που χρεώνονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι —κατά μέσο όρο— 5 % υψηλότερες απ’ ό,τι σε τρίτες χώρες.

(62)

Ενώ διάφορα μέρη έχουν εκφράσει αμφιβολίες για το κατά πόσον μια διαφορά τιμών 5 % ή 14 % είναι αρκετά σημαντική ώστε να οδηγήσει σε εκτροπή του εμπορίου προς την ΕΕ, η έρευνα κατέδειξε ότι αυτό είναι πράγματι πιθανόν στην αγορά γλυκού καλαμποκιού. Στην παρούσα διαδικασία, μία ταϊλανδική εταιρεία (Karn Corn) είχε προηγουμένως επιτύχει δασμό κατά 8 %-10 % χαμηλότερο από τους περισσότερους άλλους ταϊλανδούς εξαγωγείς. Το πλεονέκτημα αυτό του 8 %-10 % ήταν, ωστόσο, αρκετό για να επταπλασιάσει το μερίδιό της στις ταϊλανδικές εξαγωγές προς την Ένωση στο διάστημα από την ΠΕ της αρχικής έρευνας μέχρι την ΠΕΕ της τρέχουσας έρευνας.

(63)

Επιπλέον, παρά τον δασμό αντιντάμπινγκ της τάξης του 3,1 % που ισχύει, η Karn Corn έχει υπερδιπλασιάσει τις ποσότητες των εξαγωγών της προς την Ένωση, από την επιβολή των δασμών αντιντάμπινγκ. Αυτό δείχνει την ελκυστικότητα της αγοράς της ΕΕ σε σύγκριση με άλλες αγορές, ακόμα και στην περίπτωση μικρή διαφοράς τιμών.

(64)

Συμπερασματικά, ενώ ο κίνδυνος εκτροπής του εμπορίου από την εγχώρια αγορά προς την αγορά της Ένωσης είναι μάλλον περιορισμένος λόγω της ύπαρξης των πωλήσεων υπό ίδιον σήμα για την πρώτη, υπάρχει σημαντικός κίνδυνος εκτροπής του εμπορίου από τις πωλήσεις σε τρίτες χώρες προς την αγορά της Ένωσης λόγω των υψηλότερων τιμών που επικρατούν σε αυτήν.

(65)

Διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν ότι οι τιμές της ευρωπαϊκής αγοράς είναι συγκριτικά λιγότερο ελκυστικές σε σύγκριση με τις τιμές σε άλλες χώρες, όπως η Ιαπωνία. Έτσι, ο κίνδυνος εκτροπής του εμπορίου σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων είναι υπερτιμημένος.

(66)

Υπενθυμίζεται ότι οι πωλήσεις σε τρίτες χώρες αντιμετωπίζονται ομαδικά και το συμπέρασμα που συνάγεται στην αιτιολογική σκέψη 63 βασίζεται σε τιμές σε όλες τις τρίτες χώρες κατά μέσο όρο. Αναγνωρίζεται πλήρως ότι, στο πλαίσιο της εν λόγω ομάδας τρίτων χωρών, υπάρχουν χώρες στις οποίες οι τιμές εξαγωγής είναι υψηλότερες και υπάρχουν άλλες τρίτες χώρες οι οποίες παρουσιάζουν χαμηλότερες τιμές εξαγωγών. Προφανώς, όσο χαμηλότερη είναι η τιμή εξαγωγής, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος εκτροπής του εμπορίου σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων.

(67)

Επιπλέον, ένα ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι οι συμβατικοί δεσμοί με εισαγωγείς σε τρίτες χώρες δεν θα οδηγήσουν σε εύκολη μετάβαση μεταξύ πελατών σε διαφορετικές χώρες.

(68)

Ενώ ενδέχεται να υπάρχουν συμβατικές σχέσεις μεταξύ παραγωγών-εξαγωγέων στην Ταϊλάνδη και εισαγωγέων σε διάφορες τρίτες χώρες και διατηρούνται βραχυπρόθεσμα, δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι αυτές οι συμβατικές υποχρεώσεις δεν θα μπορούσε να καταργηθούν σταδιακά ώστε να καταστούν δυνατές οι πωλήσεις τους σε αγορές με υψηλότερες τιμές, όπως η αγορά της Ένωσης.

(69)

Τέλος, ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι οι εξαγωγές σε ορισμένες τρίτες χώρες όπως η Νότια Κορέα δεν μπορούν να συγκριθούν, δεδομένου ότι η σύνθεση του προϊόντος (π.χ. μέγεθος των κονσερβών) και οι συνθήκες πώλησης (π.χ. όροι μεταφοράς) μπορεί να διαφέρουν.

(70)

Υπενθυμίζεται ότι τα αποτελέσματα των συγκρίσεων στις αιτιολογικές σκέψεις 58, 59 και 60 είναι δείκτες διαφορών στις τιμές εξαγωγής σε όλες τις τρίτες χώρες. Ο αντίκτυπος κάθε ζητήματος που αφορά ταϊλανδικές εξαγωγές σε μικρό αριθμό αγορών για τη συνολική σύγκριση είναι, συνεπώς, από τη φύση του περιορισμένος. Επιπλέον, δεδομένου ότι οι ταϊλανδικές εξαγωγές καταγράφονται με βάση αξίες FOB, ο αντίκτυπος της τυχόν διαφοράς σε όρους μεταφοράς ή μεταφορικό κόστος περιορίζεται στο κόστος της εγχώριας μεταφοράς εντός της Ταϊλάνδης και, επομένως, δεν μπορεί να είναι παρά μόνον αμελητέα.

(71)

Καθώς δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι ο μέσος όρος τιμής σε όλες τις τρίτες χώρες δεν είναι συγκρίσιμος με την τιμή εξαγωγής στην Ένωση, το συμπέρασμα που συνάγεται στην αιτιολογική σκέψη 63 είναι έγκυρο.

4.   Συμπέρασμα όσον αφορά την πιθανότητα συνέχισης ή επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ

(72)

Φαίνεται πιθανό ότι, σε περίπτωση κατάργησης του μέτρου, το σχετικά υψηλότερο επίπεδο των τιμών στην αγορά της Ένωσης θα προσελκύσει σημαντικούς όγκους του υπό εξέταση προϊόντος, οι οποίοι σήμερα πωλούνται σε χαμηλότερες τιμές σε τρίτες χώρες.

(73)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς από την Ταϊλάνδη συνέχισαν τις πρακτικές ντάμπινγκ κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ.

(74)

Επιπλέον, η διαθέσιμη εφεδρική παραγωγική ικανότητα στην Ταϊλάνδη και το γεγονός ότι οι τιμές της αγοράς της Ένωσης είναι σημαντικά υψηλότερες από ό,τι στις αγορές τρίτων χωρών οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων, υπάρχει κίνδυνος για αύξηση των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος.

(75)

Συμπερασματικά, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα συνέχισης της πρακτικής ντάμπινγκ εάν καταργηθούν τα μέτρα.

Δ.   ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(76)

Κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, το ομοειδές προϊόν κατασκευαζόταν από 20 παραγωγούς στην Ένωση. Η παραγωγή των εν λόγω παραγωγών (που προσδιορίσθηκε βάσει των πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν από τους συνεργαζόμενους παραγωγούς και, για τους υπόλοιπους ενωσιακούς παραγωγούς, βάσει των στοιχείων της αίτησης επανεξέτασης) θεωρείται, επομένως, ότι αποτελεί την ενωσιακή παραγωγή κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

(77)

Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 13, λόγω του μεγάλου αριθμού των παραγωγών της Ένωσης, επελέγη ένα δείγμα. Για την ανάλυση της ζημίας, καθορίστηκαν δείκτες ζημίας στα ακόλουθα δύο επίπεδα:

Τα μακροοικονομικά στοιχεία (παραγωγή, ικανότητα, όγκος πωλήσεων, μερίδιο αγοράς, ανάπτυξη, απασχόληση, παραγωγικότητα, μέσες τιμές μονάδας, μέγεθος των περιθωρίων ντάμπινγκ και ανάκαμψη μετά τις συνέπειες από παλαιότερη πρακτική ντάμπινγκ) αξιολογήθηκαν στο επίπεδο της συνολικής παραγωγής της Ένωσης, βάσει των στοιχείων που συλλέχθηκαν από τους συνεργαζόμενους παραγωγούς, ενώ για τους άλλους ενωσιακούς παραγωγούς χρησιμοποιήθηκε εκτίμηση βάσει των στοιχείων του αιτήματος για επανεξέταση.

Η ανάλυση των μικροοικονομικών στοιχείων (αποθέματα, μισθοί, κερδοφορία, απόδοση των επενδύσεων, ταμειακή ροή, ικανότητα άντλησης κεφαλαίων και επενδύσεις) πραγματοποιήθηκε για τους ενωσιακούς παραγωγούς που συμμετείχαν στο δείγμα με βάση τις πληροφορίες που παρείχαν.

E.   ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

1.   Κατανάλωση της Ένωσης

(78)

Η κατανάλωση της Ένωσης εξακριβώθηκε βάσει των όγκων πωλήσεων της ίδιας παραγωγής της ενωσιακής βιομηχανίας με προορισμό την αγορά της Ένωσης, των στοιχείων για τους όγκους των εισαγωγών στην ενωσιακή αγορά που επιτεύχθηκαν από τη βάση δεδομένων 14.6 και, σε ό,τι αφορά τους άλλους ενωσιακούς παραγωγούς, βάσει των στοιχείων που προέκυψαν από το αίτημα επανεξέτασης.

(79)

Καθ’ όλη τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου, η κατανάλωση στην ΕΕ αυξήθηκε κατά 9 %. Ενώ από το 2008 έως το 2009 μειώθηκε κατά 5 %, κατά το 2010 και το 2011 αυξήθηκε αντίστοιχα κατά 6 και 9 ποσοστιαίες μονάδες (ήτοι σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος). Τότε κατά το μάλλον ή ήττον σταθεροποιήθηκε κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ σε επίπεδο περίπου 350 000 τόνων.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Συνολική κατανάλωση Ένωσης (τόνοι)

318 413

301 594

320 027

351 279

347 533

Δείκτης (2008 = 100)

100

95

101

110

109

2.   Εισαγωγές από την υπό εξέταση χώρα

α)   Όγκος

(80)

Ο όγκος εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από την οικεία χώρα προς την Ένωση αυξήθηκε κατά 43 %, από περίπου 38 000 τόνους το 2008 σε περίπου 22 000 τόνους κατά την ΠΕΕ. Μειώθηκε κατά 15 % το 2009, κατά περαιτέρω 20 ποσοστιαίες μονάδες το 2010 και κατά 11 ακόμη ποσοστιαίες μονάδες το 2011, πριν αυξηθεί ελαφρά πάλι κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες στη διάρκεια της ΠΕΕ.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Όγκος εισαγωγών από την Ταϊλάνδη

38 443

32 616

24 941

20 710

21 856

Δείκτης (2008 = 100)

100

85

65

54

57

Μερίδιο αγοράς εισαγωγών από την Ταϊλάνδη (%)

12

11

8

6

6

Τιμή εισαγωγών από την Ταϊλάνδη (ευρώ/τόνο)

835

887

806

775

807

Δείκτης (2008 = 100)

100

106

96

93

97

Πηγή:

Βάση δεδομένων: 14.6

β)   Μερίδιο αγοράς

(81)

Το μερίδιο αγοράς των ταϊλανδών εξαγωγέων στην αγορά της Ένωσης μειώθηκε βαθμιαία κατά περίπου 50 % ή κατά περίπου 6 ποσοστιαίες μονάδες κατά την υπό εξέταση περίοδο, φτάνοντας από 12 % το 2008 σε 6 % κατά την ΠΕΕ. Αναλυτικότερα, το μερίδιο στην ταϊλανδική αγορά μειώθηκε από 12 % το 2008, σε 11 % το 2009, σε 8 % το 2010 και σε 6 % το 2011/ΠΕΕ.

γ)   Τιμές

i)   Εξέλιξη των τιμών

(82)

Μεταξύ του 2008 και της ΠΕΕ, η μέση τιμή των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος, καταγωγής της οικείας χώρας, μειώθηκε κατά 3 %, από 835 ευρώ/τόνο το 2008 σε 807 ευρώ/τόνο κατά την ΠΕΕ. Ειδικότερα, η παραγωγή αυξήθηκε κατά 6 % το 2008 και εν συνεχεία μειώθηκε κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες το 2010 και κατά 3 επιπλέον ποσοστιαίες μονάδες το 2011. Από το 2011 έως την ΠΕΕ, οι τιμές αυτές αυξήθηκαν και πάλι κατά 4 εκατοστιαίες μονάδες.

ii)   Πωλήσεις σε χαμηλότερες τιμές

(83)

Έγινε σύγκριση τιμών για τύπους ομοειδούς προϊόντος μεταξύ των τιμών πώλησης στην Ένωση από τους παραγωγούς-εξαγωγείς και από την ενωσιακή βιομηχανία. Για τον σκοπό αυτό, συγκρίθηκαν οι τιμές της ενωσιακής βιομηχανίας εκ του εργοστασίου, χωρίς επιστροφές και φόρους, με τις τιμές CIF των παραγωγών-εξαγωγέων της οικείας χώρας στα σύνορα της Ένωσης μετά τις δέουσες διορθώσεις λόγω συμβατικών δασμών, εξόδων εκφόρτωσης και εκτελωνισμού. Η σύγκριση έδειξε ότι κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ οι τιμές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής της οικείας χώρας που πωλήθηκαν στην Ένωση ήταν γενικά υψηλότερες από τις τιμές της βιομηχανίας της Ένωσης. Επίσης, με βάση τα στατιστικά στοιχεία για τις εισαγωγές (βάση δεδομένων 14.6), δεν υπήρχε περιθώριο για υποτιμολόγηση για όλες τις εισαγωγές από την Ταϊλάνδη στην Ένωση (και για τους δύο συνεργασθέντες εξαγωγείς, καθώς και εταιρείες που δεν συνεργάστηκαν, ανεξάρτητα από το φάσμα προϊόντων).

3.   Κατάσταση της βιομηχανίας της Ένωσης

(84)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε όλους τους σχετικούς οικονομικούς παράγοντες και δείκτες που έχουν επίπτωση στην κατάσταση της βιομηχανίας της Ένωσης.

(85)

Η συγκεκριμένη αγορά χαρακτηρίζεται, μεταξύ άλλων, από δύο διαύλους πωλήσεων, δηλαδή πωλήσεις με το εμπορικό σήμα του παραγωγού και πωλήσεις με το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή. Ο πρώτος δίαυλος πωλήσεων, σε σύγκριση με τον δεύτερο, συνεπάγεται, συνήθως, μεγαλύτερα έξοδα διάθεσης προς πώληση, συγκεκριμένα για μάρκετινγκ και διαφήμιση, καθώς επίσης και υψηλότερες τιμές πώλησης.

(86)

Από την έρευνα προέκυψε ότι όλες οι εισαγωγές από τους συνεργαζόμενους ταϊλανδούς εξαγωγείς ενέπιπταν στον δεύτερο δίαυλο, ήτοι με το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή. Θεωρήθηκε, επομένως, σκόπιμο να γίνει διάκριση, όπου χρειάζεται, κατά την ανάλυση της ζημίας, μεταξύ των πωλήσεων της βιομηχανίας της Ένωσης με το δικό της εμπορικό σήμα και εκείνων με το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή, καθώς οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ανταγωνίζονται κατά πρώτον τα ομοειδή προϊόντα της βιομηχανίας που πωλούνται με το σήμα του λιανοπωλητή. Ειδικότερα, η διάκριση αυτή έγινε προκειμένου να καθοριστούν οι όγκοι των πωλήσεων, οι τιμές πώλησης και η κερδοφορία. Ωστόσο, προκειμένου να αποδοθεί η πλήρης εικόνα των πραγμάτων, παρατίθενται και σχολιάζονται στους παρακάτω πίνακες τα σύνολα (συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών σημάτων και των δύο κατηγοριών). Κατά την ΠΕΕ, οι πωλήσεις της ενωσιακής βιομηχανίας με το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή αντιπροσώπευαν περίπου το 70 % του όγκου των πωλήσεων της βιομηχανίας της Ένωσης και κατά περίπου 60 % της αξίας των πωλήσεών τους.

(87)

Δεδομένου ότι στην Ένωση η επεξεργασία του γλυκού καλαμποκιού γίνεται μόνο κατά τους θερινούς μήνες, ορισμένοι δείκτες ζημίας είναι σχεδόν πανομοιότυποι για το 2011 και την ΠΕΕ (από την 1η Απριλίου 2011 έως τις 30 Μαρτίου 2012).

3.1.   Μακροοικονομικά στοιχεία

α)   Παραγωγή

(88)

Από ένα επίπεδο περίπου 372 000 τόνων το 2008, η παραγωγή του ενωσιακού κλάδου μειώθηκε κατά 8 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Συγκεκριμένα, μειώθηκε κατά 25 % το 2009 και κατά 13 ποσοστιαίες μονάδες το 2010 πριν αυξηθεί εκ νέου κατά 31 ποσοστιαίες μονάδες κατά το 2011/ΠΕΕ.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Παραγωγή (τόνοι)

371 764

279 265

231 790

344 015

343 873

Δείκτης (2008 = 100)

100

75

62

93

92

β)   Παραγωγική ικανότητα και συντελεστές χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας

(89)

Η παραγωγική ικανότητα ήταν περίπου 488 000 τόνοι το 2008, το 2009 και το 2010 και μειώθηκε κατά 9 % το 2011/ΠΕΕ. Η μείωση οφειλόταν στο γεγονός ότι ένας από τους παραγωγούς της Ένωσης που συμμετείχαν στο δείγμα έκλεισε μία από τις μονάδες του.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Παραγωγική ικανότητα (τόνοι)

488 453

488 453

488 453

444 055

444 055

Δείκτης (2008 = 100)

100

100

100

91

91

Χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας (%)

76

57

47

77

77

Δείκτης (2008 = 100)

100

75

62

102

102

Πηγή:

Έρευνα

(90)

Το ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας το 2008 ήταν 76 %. Μειώθηκε στο 57 % το 2009 και περαιτέρω στο 47 % το 2010, πριν ανέλθει, φτάνοντας στο 77 %, κατά το 2011/ ΠΕΕ. Καθ’ όλη την υπό εξέταση περίοδο, η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας παρέμεινε σταθερή δεδομένου ότι η μειωθείσα παραγωγή συμβάδιζε με τη μείωση της παραγωγικής ικανότητας.

γ)   Όγκος πωλήσεων

(91)

Ο όγκος πωλήσεων της ίδιας παραγωγής της ενωσιακής βιομηχανίας προς ανεξάρτητους πελάτες της ενωσιακής αγοράς με το σήμα του λιανοπωλητή αρχικά μειώθηκε κατά 6 % το 2009 και κατόπιν αυξήθηκε κατά 17 ποσοστιαίες μονάδες το 2010 και περαιτέρω κατά 24 ποσοστιαίες μονάδες το 2011. Από το 2011 έως την ΠΕΕ, οι πωλήσεις αυτές μειώθηκαν και πάλι κατά 4 εκατοστιαίες μονάδες. Συνολικά, μεταξύ 2008 και ΠΕΕ, οι πωλήσεις αυτές αυξήθηκαν κατά περίπου 31 %.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Όγκος πωλήσεων Ένωσης (με το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή) προς τους ανεξάρτητους πελάτες (τόνοι)

161 544

151 058

179 562

218 876

212 425

Δείκτης (2008 = 100)

100

94

111

135

131

Όγκος πωλήσεων Ένωσης (με ίδιον σήμα και με το σήμα του λιανοπωλητή) προς τους ανεξάρτητους πελάτες (τόνοι)

262 902

248 995

280 586

318 237

312 623

Δείκτης (2008 = 100)

100

95

107

121

119

Πηγή:

Έρευνα

(92)

Το σύνολο των όγκων πωλήσεων της ίδιας παραγωγής της ενωσιακής βιομηχανίας (ίδιο εμπορικό σήμα και εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή) προς ανεξάρτητους πελάτες της ενωσιακής αγοράς κινήθηκε κατά τον ίδιο γενικά τρόπο, με ελαφρώς λιγότερο αισθητές αλλαγές. Ειδικότερα, η παραγωγή μειώθηκε κατά 5 % το 2009 και εν συνεχεία αυξήθηκε κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες το 2010 και κατά 14 επιπλέον ποσοστιαίες μονάδες το 2011. Από το 2011 έως την ΠΕΕ, οι πωλήσεις αυτές μειώθηκαν και πάλι κατά 2 εκατοστιαίες μονάδες. Συνολικά, μεταξύ 2008 και ΠΕΕ, οι πωλήσεις αυτές αυξήθηκαν κατά περίπου 19 %.

δ)   Μερίδιο αγοράς

(93)

Το μερίδιο αγοράς που κατείχε η βιομηχανία της Ένωσης ήταν 83 % το 2008 και το 2009. Αυξήθηκε στο 88 % το 2010 και περαιτέρω στο 91 % το 2011 πριν μειωθεί ελαφρά, φτάνοντας στο 90 %, κατά την ΠΕΕ. Συνολικά, το μερίδιο αγοράς της βιομηχανίας της Ένωσης κατά την υπό εξέταση περίοδο αυξήθηκε κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Μερίδιο αγοράς της ενωσιακής βιομηχανίας (ιδίου εμπορικού σήματος και εμπορικού σήματος του λιανοπωλητή) (%)

83

83

88

91

90

Δείκτης (2008 = 100)

100

100

106

110

109

Πηγή:

Έρευνα

ε)   Ανάπτυξη

(94)

Μεταξύ 2008 και ΠΕΕ, όταν η κατανάλωση στην ΕΕ αυξήθηκε κατά 9 %, ο όγκος των πωλήσεων στην αγορά της ΕΕ με το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή αυξήθηκε περίπου κατά 31 %, ενώ ο αντίστοιχος όγκος των πωλήσεων τόσο υπό το ίδιον εμπορικό σήμα της βιομηχανίας όσο και υπό το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή αυξήθηκε κατά περίπου 19 %. Μεταξύ του 2008 και της ΠΕΕ, ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης κέρδισε περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες μεριδίου αγοράς, ενώ οι εισαγωγές με ντάμπινγκ απώλεσαν περίπου 6 ποσοστιαίες μονάδες μεριδίου αγοράς. Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η βιομηχανία της Ένωσης ήταν σε θέση να επωφεληθεί από μια αναπτυσσόμενη αγορά.

στ)   Απασχόληση

(95)

Το επίπεδο απασχόλησης στον κλάδο παραγωγής της Ένωσης μειώθηκε αρχικά κατά 17 % μεταξύ 2008 και 2009, στη συνέχεια μειώθηκε κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες το 2010 και τέλος αυξήθηκε κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες κατά το 2011/ ΠΕΕ. Συνολικά, η απασχόληση στον κλάδο παραγωγής της Ένωσης μειώθηκε κατά 11 % στη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, δηλαδή από περίπου 2 300 άτομα σε περίπου 2 000 άτομα.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Απασχόληση (άτομα)

2 278

1 896

1 786

2 038

2 035

Δείκτης (2008 = 100)

100

83

78

89

89

Πηγή:

Έρευνα

ζ)   Παραγωγικότητα

(96)

Η παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού της βιομηχανίας της Ένωσης, μετρημένη ως η παραγωγή (σε τόνους) ανά εργαζόμενο και ανά έτος, ξεκινώντας από τους 163 τόνους ανά εργαζόμενο, αρχικά μειώθηκε κατά 10 % το 2009, και κατά 10 περαιτέρω ποσοστιαίες μονάδες το 2010, ενώ αυξήθηκε κατά 23 ποσοστιαίες μονάδες το 2011 και κατά 1 ποσοστιαία μονάδα κατά την ΠΕΕ. Συνολικά, η παραγωγική ικανότητα της βιομηχανίας της Ένωσης αυξήθηκε κατά 4 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Η εξέλιξη αυτή δείχνει ότι το εργατικό δυναμικό μειώθηκε περισσότερο από την παραγωγή.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Παραγωγικότητα (τόνοι ανά εργαζόμενο)

163

147

130

169

169

Δείκτης (2008 = 100)

100

90

80

103

104

Πηγή:

Έρευνα

η)   Παράγοντες που επηρεάζουν τις τιμές πώλησης

(97)

Οι τιμές μονάδας για πωλήσεις προϊόντων της ενωσιακής βιομηχανίας με το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή σε μη συνδεδεμένους πελάτες αυξήθηκαν κατά 7 % το 2009 και μειώθηκαν κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες το 2010 και κατά περαιτέρω 5 ποσοστιαίες μονάδες το 2011. Από το 2011 έως την ΠΕΕ, οι τιμές αυτές αυξήθηκαν και πάλι κατά 3 εκατοστιαίες μονάδες. Συνολικά, οι εν λόγω τιμές μειώθηκαν κατά 3 % κατά την υπόψη περίοδο από 1 073 ευρώ/τόνο σε 1 041/τόνο κατά την ΠΕΕ.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Μοναδιαία τιμή στην αγορά της Ένωσης (με το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή) (τιμή τόνου σε ευρώ)

1 073

1 152

1 057

1 008

1 041

Δείκτης (2008 = 100)

100

107

99

94

97

Μοναδιαία τιμή στην αγορά της Ένωσης (ιδίου εμπορικού σήματος και εμπορικού σήματος του λιανοπωλητή) (τιμή τόνου σε ευρώ)

1 248

1 305

1 219

1 182

1 215

Δείκτης (2008 = 100)

100

105

98

95

97

Πηγή:

Έρευνα

(98)

Το σύνολο (ίδιο εμπορικό σήμα και εμπορικό σήμα λιανοπωλητή) των τιμών πώλησης του κλάδου παραγωγής της Ένωσης στην αγορά της Ένωσης κινήθηκε κατά τον ίδιο, γενικά, τρόπο. Ειδικότερα, η παραγωγή αυξήθηκε κατά 5 % το 2009 και εν συνεχεία μειώθηκε κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες το 2010 και κατά 3 επιπλέον ποσοστιαίες μονάδες το 2011. Από το 2011 έως την ΠΕΕ, οι τιμές αυτές αυξήθηκαν και πάλι κατά 2 εκατοστιαίες μονάδες. Συνολικά, οι εν λόγω τιμές μειώθηκαν κατά 3 % κατά την υπόψη περίοδο από 1 248 ευρώ/τόνο σε 1 215/τόνο κατά την ΠΕΕ.

θ)   Εύρος του περιθωρίου ντάμπινγκ

(99)

Η έρευνα διαπίστωσε τη συνέχιση της πρακτικής ντάμπινγκ, και το εύρος των πραγματικών περιθωρίων του ντάμπινγκ (δηλαδή έως 44 %) δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέο.

ι)   Ανάκαμψη από παλαιότερες πρακτικές ντάμπινγκ

(100)

Οι μακροοικονομικοί δείκτες που εξετάζονται ανωτέρω και οι μικροοικονομικοί δείκτες που εξετάζονται κατωτέρω δείχνουν ότι, παρόλο που τα μέτρα αντιντάμπινγκ έχουν επιτύχει εν μέρει το προβλεπόμενο αποτέλεσμά τους της εξάλειψης της ζημίας που υπέστησαν οι ενωσιακοί παραγωγοί, ο κλάδος εξακολουθεί να είναι σε ευάλωτη και εύθραυστη κατάσταση. Πράγματι, οι επιδόσεις του τμήματος πώλησης υπό το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή το οποίο βρίσκεται σε άμεσο ανταγωνισμό με τις εισαγωγές από Ταϊλάνδη υστερούν από πλευράς κερδοφορίας. Οι τιμές πώλησης της βιομηχανίας της Ένωσης σε αυτό το τμήμα της αγοράς μειώθηκαν κατά 3 % κατά την υπό εξέταση περίοδο, ενώ το κόστος παραγωγής αυξήθηκε κατά 10 % περίπου κατά την ίδια περίοδο. Σαφώς, η βιομηχανία της Ένωσης δεν ήταν σε θέση να ανακτήσει το κόστος της, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα σημαντικές απώλειες. Δεδομένης της σημασίας του εμπορικού σήματος του λιανοπωλητή στον επιχειρηματικό τομέα του γλυκού καλαμποκιού της βιομηχανίας της Ένωσης (που αντιπροσωπεύει το 70 % του συνολικού όγκου πωλήσεων και το 60 % της συνολικής αξίας των πωλήσεών του), αυτό έχει βαρύνουσα θέση ως προς τη συνολική κερδοφορία. Επομένως, δεν διαπιστώθηκε ανάκαμψη από τις επιπτώσεις των προηγούμενων πρακτικών ντάμπινγκ και θεωρείται ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής παραμένει ευάλωτος στις ζημιογόνες επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στην ενωσιακή αγορά.

3.2.   Μικροοικονομικά στοιχεία

α)   Αποθέματα

(101)

Το επίπεδο των τελικών αποθεμάτων της βιομηχανίας της Ένωσης ήταν συνεχώς μειούμενο κατά την υπό εξέταση περίοδο. Μειώθηκε κατά 2 % το 2009, κατά 27 ποσοστιαίες μονάδες το 2010, κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες το 2011 και κατά 24 ακόμη ποσοστιαίες μονάδες κατά την ΠΕΕ. Πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι το επίπεδο των αποθεμάτων δεν αποτελεί εύλογο δείκτη ζημίας για τον συγκεκριμένο βιομηχανικό κλάδο. Τα υψηλά επίπεδα αποθεμάτων στο τέλος κάθε έτους οφείλονται στο ότι η συγκομιδή και η κονσερβοποίηση ολοκληρώνονται κατά κανόνα τον Οκτώβριο. Κατά συνέπεια, απόθεμα συνιστούν τα προς αποστολή εμπορεύματα της περιόδου Νοεμβρίου-Ιουλίου.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Αποθέματα στο τέλος του οικονομικού έτους (τόνοι)

193 834

189 741

136 703

133 884

88 108

Δείκτης (2008 = 100)

100

98

71

69

45

Πηγή:

Έρευνα

β)   Μισθοί

(102)

Μεταξύ του 2008 και της ΠΕΕ, το κόστος εργασίας μειώθηκε κατά 7 %. Ειδικότερα, μειώθηκε κατά 16 % το 2009, κατά περαιτέρω 1 ποσοστιαία μονάδα το 2010, και αυξήθηκε κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες κατά το 2011/ ΠΕ. Η συνολική μείωση κατά την υπό εξέταση περίοδο οφείλεται στη μείωση της απασχόλησης.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Ετήσιο κόστος εργασίας (ευρώ)

34 343 788

28 850 250

28 370 188

31 952 596

31 923 505

Δείκτης (2008 = 100)

100

84

83

93

93

Πηγή:

Έρευνα

γ)   Κερδοφορία και απόδοση των επενδύσεων

(103)

Κατά την υπό εξέταση περίοδο η κερδοφορία των πωλήσεων προϊόντων της ενωσιακής βιομηχανίας με το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή εκφρασμένη ως ποσοστό των καθαρών πωλήσεων, μειώθηκε από κέρδος 5,6 % το 2008 σε ζημία 5,4 % κατά την ΠΕΕ.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Κερδοφορία της Ένωσης (υπό το σήμα του λιανοπωλητή) (% των καθαρών πωλήσεων)

5,6

9,6

–3,3

–8,2

–5,4

Δείκτης (2008 = 100)

100

169

–59

– 145

–95

Κερδοφορία της Ένωσης (ιδίου εμπορικού σήματος και εμπορικού σήματος του λιανοπωλητή) (% των καθαρών πωλήσεων)

8,5

10,8

0,7

–0,5

1,6

Δείκτης (2008 = 100)

100

127

8

–6

19

Αποδοτικότητα των επενδύσεων (ιδίου εμπορικού σήματος και εμπορικού σήματος του λιανοπωλητή) (κέρδος % της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων)

24,3

40,4

2,9

–3,0

4,4

Δείκτης (2008 = 100)

100

166

12

–13

18

Πηγή:

Έρευνα

(104)

Η κερδοφορία των πωλήσεων προϊόντων της ενωσιακής βιομηχανίας τόσο υπό ίδιον εμπορικό σήμα όσο και υπό αυτό του λιανοπωλητή σημείωσε επίσης μείωση από 8,5 % το 2008 σε 1,6 % κατά την ΠΕΕ. Η μείωση είναι λιγότερο έντονη από εκείνη των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν αποκλειστικά με το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή. Η μείωση στην αποδοτικότητα εξηγείται από το γεγονός ότι οι τιμές πώλησης κατά την εξεταζόμενη περίοδο μειώθηκαν κατά 3 % ενώ το κόστος παραγωγής (κυρίως μη μεταποιημένου γλυκού καλαμποκιού και κονσερβών) αυξήθηκε κατά 5 % κατά την ίδια περίοδο. Σαφώς, η ενωσιακή βιομηχανία δεν ήταν σε θέση να μετακυλήσει την αύξηση του κόστους παραγωγής στους πελάτες του.

(105)

Η αποδοτικότητα των επενδύσεων (ΑτΕ) («ROI»), ως ποσοστό κέρδους (τόσο υπό το ίδιον εμπορικό σήμα του παραγωγού όσο και υπό εκείνο του λιανοπωλητή) επί της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων, γενικά ακολούθησε τις τάσεις κερδοφορίας. Μειώθηκε από ένα επίπεδο περίπου 24,3 το 2008 σε 4,4 % κατά την ΠΕΕ, με αποτέλεσμα τη μείωση κατά 82 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

δ)   Ταμειακές ροές και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(106)

Η καθαρή ταμειακή ροή από τις δραστηριότητες λειτουργίας ανερχόταν σε σχεδόν 27 000 ευρώ το 2008. Αυξήθηκε σε περίπου 23 εκατ. ευρώ το 2009 και σε περίπου 58 εκατ. ευρώ το 2010, πριν μειωθεί εκ νέου σε περίπου 8 εκατ. ευρώ το 2011. Από το 2011 έως την ΠΕΕ, αυξήθηκε σε περίπου 11 εκατ. ευρώ. Κανείς από τους συνεργαζόμενους παραγωγούς της Ένωσης δεν ανέφερε δυσκολίες άντλησης κεφαλαίων.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Ταμειακή ροή (ιδίου εμπορικού σήματος και εμπορικού σήματος του λιανοπωλητή) (σε ευρώ)

26 698

23 239 572

58 654 064

7 845 330

11 077 815

Δείκτης (2008 = 100)

100

87 047

219 698

29 386

41 494

Πηγή:

Έρευνα

ε)   Επενδύσεις

(107)

Οι ετήσιες επενδύσεις της βιομηχανίας της Ένωσης για την παραγωγή του ομοειδούς προϊόντος αυξήθηκαν κατά 45 % από το 2008 έως το 2009, μειώθηκαν κατά 34 % από το 2009 έως το 2010, αυξήθηκαν κατά 57 % το 2011 και τέλος μειώθηκαν κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες από το 2011 έως την ΠΕΕ. Γενικά, κατά την υπό εξέταση περίοδο, οι επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 64 % και προορίζονταν για τη συντήρηση και την ανανέωση του υφιστάμενου εξοπλισμού και όχι για την αύξηση της παραγωγικής ικανότητας.

 

2008

2009

2010

2011

ΠΕΕ

Καθαρές επενδύσεις (ευρώ)

6 590 078

9 545 749

7 329 354

11 093 136

10 802 751

Δείκτης (2008 = 100)

100

145

111

168

164

Πηγή:

Έρευνα

4.   Συμπέρασμα σχετικά με τη ζημία

(108)

Ορισμένοι δείκτες κινήθηκαν αρνητικά μεταξύ 2008 και ΠΕΕ. Η αποδοτικότητα των επενδύσεων μειώθηκε, ο όγκος παραγωγής μειώθηκε κατά 8 %, η ικανότητα παραγωγής μειώθηκε κατά 9 % και η απασχόληση μειώθηκε κατά 11 %. Όσον αφορά τα χαμηλότερα επίπεδα παραγωγής, πρέπει να σημειωθεί ότι η απόδοση των καλλιεργειών το 2008 ήταν καλύτερη από την αναμενόμενη και οδήγησε σε μεγαλύτερη παραγωγή για την ενωσιακή βιομηχανία κατά το ίδιο έτος. Κατά την ίδια περίοδο, οι εισαγωγές από την Ταϊλάνδη (οι οποίες τιμολογούνται σε δολάρια ΗΠΑ) ήταν πιο ελκυστικές λόγω χαμηλότερης ισοτιμίας του δολαρίου ΗΠΑ. Η αύξηση αυτή της προσφοράς του (ευρωπαϊκού, καθώς και ταϊλανδικού) γλυκού καλαμποκιού συνέπεσε με την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση στην Ένωση, η οποία είχε αντίκτυπο στην κατανάλωση. Ως εκ τούτου, η αυξημένη παραγωγή της ΕΕ δεν θα μπορούσε να πωληθεί στο σύνολό της απόλυτα στην αγορά της Ένωσης. Αυτό οδήγησε σε μειωμένο επίπεδο παραγωγής και μείωση των αποθεμάτων κατά τα επόμενα έτη, αλλά δεν μπορεί να εξηγήσει πλήρως τη ζημία που επήλθε.

(109)

Η αποδοτικότητα των πωλήσεων της ενωσιακής βιομηχανίας του γλυκού καλαμποκιού (ιδίου εμπορικού σήματος και εμπορικού σήματος του λιανοπωλητή) μειώθηκε σημαντικά κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Το τμήμα της αγοράς που κατέχουν οι πωλήσεις υπό το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή, όπου η βιομηχανία της Ένωσης έχει να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό από τις ταϊλανδικές εισαγωγές, είναι σαφώς ζημιογόνο (η κερδοφορία μειώθηκε από κέρδη της τάξης του 5 % το 2008 σε ζημία άνω του 5 % κατά την ΠΕΕ). Οι παραγωγοί της Ένωσης μείωσαν τις τιμές πώλησής τους στην αγορά της Ένωσης κατά 3 % και κατόρθωσαν να ανακτήσουν μερίδιο αγοράς εις βάρος της κερδοφορίας τους. Ο κλάδος έχει ανάγκη τις πωλήσεις υπό το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή, διότι δεν υπάρχει επαρκής ζήτηση για το δικό του εμπορικό σήμα και, δεδομένου ότι οι πωλήσεις υπό το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή αντιπροσωπεύουν περίπου το 60 % της συνολικής αξίας των πωλήσεων, η γενική κερδοφορία μειώθηκε από 8,5 % σε 1,6 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(110)

Ορισμένοι δείκτες δείχνουν ότι, χάρη στα ισχύοντα μέτρα, η βιομηχανία ανέκτησε τη θέση της. Ο όγκος των εισαγωγών από την Ταϊλάνδη και το αντίστοιχο μερίδιο αγοράς τους μειώθηκε κατά το ήμισυ περίπου, από 12 % το 2008 σε 6 % μόνο κατά την ΠΕΕ. Το μερίδιο αγοράς της ενωσιακής βιομηχανίας αυξήθηκε από 83 % το 2008 σε 90 % κατά την ΠΕΕ. Και άλλοι δείκτες επίσης εξελίχθηκαν θετικά. Η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας αυξήθηκε κατά 2 % κατά την υπό εξέταση περίοδο και ήταν μάλλον υψηλή, φθάνοντας το 77 % κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Ο όγκος των πωλήσεων της ενωσιακής βιομηχανίας υπό το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή, που βρίσκονται σε άμεσο ανταγωνισμό με τις εισαγωγές από την Ταϊλάνδη, αυξήθηκε κατά 31 %, ενώ οι συνολικές πωλήσεις για τα δύο τμήματα συνδυασμένα αυξήθηκαν κατά 19 %. Οι επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 64 %. Οι παράγοντες αυτοί δείχνουν ότι ο κλάδος παραγωγής ήταν σε θέση να ανακάμψει. Ωστόσο, δεν ήταν σε θέση να επιτύχει ικανοποιητικά επίπεδα κερδοφορίας ώστε να διατηρήσει ένα σημαντικό μερίδιο σε μια αγορά όπου ανταγωνίζονται μόνο ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης και οι εισαγωγές από την Ταϊλάνδη (οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες είναι διάσπαρτες και ασήμαντες).

(111)

Η κατάσταση του ανταγωνισμού στην αγορά της Ένωσης είναι πράγματι λεπτή. Αφενός, για ένα μέρος της αγοράς —το τμήμα ιδίου εμπορικού σήματος— η βιομηχανία της Ένωσης δεν αντιμετωπίζει εξωτερικό ανταγωνισμό. Η διαπραγματευτική ισχύς των κατόχων εμπορικών σημάτων έναντι των λιανοπωλητών είναι ισχυρή. Όντως, είναι αυτοί που καθορίζουν τις τιμές. Η αγορά είναι επίσης ενοποιημένη με τους τέσσερις δειγματοληπτικά επιλεγμένους παραγωγούς που κατέχουν το 54 % του μεριδίου αγοράς. Από την άλλη πλευρά, οι λιανοπωλητές είναι ισχυρότεροι στο τμήμα των ιδιωτικών εμπορικών σημάτων. Εξαιτίας του εξωτερικού ανταγωνισμού και του ανταγωνισμού εντός της Ένωσης, οι τιμές βρίσκονται συνεχώς υπό πίεση. Ως αποτέλεσμα αυτού, είναι πιο δύσκολο για τους παραγωγούς της Ένωσης να μετακυλίσουν τις αυξήσεις του κόστους παραγωγής (κυρίως το γλυκό καλαμπόκι ή τα δοχεία) στους πελάτες τους (το κόστος παραγωγής του κλάδου παραγωγής της Ένωσης αυξήθηκε κατά 5 % κατά την υπό εξέταση περίοδο), λόγω της πίεσης επί των τιμών που ασκείται από τις ταϊλανδικές εισαγωγές.

(112)

Σαφώς, η βιομηχανία της Ένωσης μπόρεσε να αυξήσει το μερίδιό της στην αγορά ευνοώντας την ποσότητα έναντι της τιμής. Ωστόσο, δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι, στην πλειονότητά του, ο επιχειρηματικός της τομέας του γλυκού καλαμποκιού (υπό το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή) δεν ήταν σε θέση να ανακτήσει το κόστος του. Ως εκ τούτου, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η κατάσταση της βιομηχανίας της Ένωσης παραμένει ευάλωτη.

(113)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη σχολίασαν ότι ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης ανέκαμψε, δεδομένου ότι μια σειρά από δείκτες βελτιώθηκαν και ιδίως λόγω του υψηλού μεριδίου αγοράς του κλάδου παραγωγής της Ένωσης και της αρνητικής υποτιμολόγησης.

(114)

Αναγνωρίζεται ότι η εικόνα της ζημίας του κλάδου παραγωγής της Ένωσης είναι μεικτή. Τα μέτρα αντιντάμπινγκ έχουν μερικώς επιτύχει τον στόχο τους με την άρση μέρους της ζημίας που υπέστη ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης ως συνέπεια των εισαγωγών από την Ταϊλάνδη με καθεστώς ντάμπινγκ. Εντούτοις, σταθμίζοντας τους διάφορους παράγοντες, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη τη χαμηλή και μειούμενη κερδοφορία, η κατάσταση του κλάδου παραγωγής της Ένωσης είναι ακόμη ευαίσθητη.

(115)

Η αρνητική υποτιμολόγηση και το ισχυρό μερίδιο αγοράς του κλάδου παραγωγής της Ένωσης σημαίνουν αυτομάτως έλλειψη ζημίας. Η κατάσταση των συνεχιζόμενων εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την Ταϊλάνδη (με περιθώρια ντάμπινγκ έως 44 %) οδήγησε σε συμπίεση των τιμών στην αγορά της ΕΕ. Ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης, σε μια προσπάθεια να ανακτήσει το απολεσθέν μερίδιο αγοράς, διατήρησε τις τιμές χαμηλά, πράγμα που οδήγησε σε επιδείνωση της κερδοφορίας.

(116)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η εκτίμηση της ζημίας πρέπει να βασίζεται στις συνολικές επιδόσεις του κλάδου παραγωγής της Ένωσης και όχι στην επίδοση ενός τμήματος της αγοράς.

(117)

Σύμφωνα με την αρχική έρευνα, η εκτίμηση της ζημίας βασίστηκε στις συνολικές επιδόσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής (υπό ίδιον εμπορικό σήμα + υπό το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή), καθώς και, για ορισμένους δείκτες ζημίας (κερδοφορία, όγκος πωλήσεων και τιμές πωλήσεων) υπό το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή. Δεν υπάρχει καμία μεταβολή των περιστάσεων που θα μπορούσε να αιτιολογήσει παρέκκλιση από τη μεθοδολογία αυτή, η οποία παραμένει σε ισχύ για την αξιολόγηση της κατάστασης του κλάδου παραγωγής της ΕΕ. Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 84 και 85, η αγορά γλυκού καλαμποκιού εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από δύο διαύλους πωλήσεων και όλες οι εισαγωγές από τους συνεργαζόμενους ταϊλανδούς εξαγωγείς ήταν με το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή. Επιπλέον, ακόμη και αν λάβουμε υπόψη μόνο τις συνολικές επιδόσεις του κλάδου παραγωγής της Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη τη χαμηλή και μειούμενη κερδοφορία, δεν θα μεταβαλλόταν το συμπέρασμα ότι ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης βρίσκεται σε ευάλωτη κατάσταση. Βάσει των ανωτέρω εκτιμήσεων, ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

(118)

Δύο ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η αδυναμία του κλάδου παραγωγής της Ένωσης είναι πολύ πιθανό να οφείλεται στον ανταγωνισμό εντός της ΕΕ.

(119)

Ωστόσο, η κατάσταση της αγοράς της Ένωσης, όσον αφορά τον ανταγωνισμό, δεν διαφέρει ριζικά από την κατάσταση κατά την περίοδο που εξετάστηκε στην αρχική έρευνα (ύπαρξη δύο διαύλων πωλήσεων, περίπου 20 παραγωγοί της Ένωσης). Εντούτοις, το 2002, πριν αρχίσουν οι ταϊλανδικές εξαγωγές να εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης σε τιμές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης είχε επιτύχει επίπεδο κέρδους συνολικά υψηλότερο του 20 % (υπό ίδιον εμπορικό σήμα + υπό το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή) και 17 % υπό το εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή. Αυτό δείχνει ότι ο ανταγωνισμός στην Ένωση δεν εμποδίζει τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής να επιτύχει υγιή περιθώρια κέρδους. Είναι μάλλον η συνεχής παρουσία εισαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ και η επακόλουθη συμπίεση των τιμών που εμποδίζει τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής να αυξήσει τις τιμές του.

ΣΤ.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

(120)

Με βάση τις προαναφερθείσες τάσεις, φαίνεται ότι τα μέτρα αντιντάμπινγκ έχουν επιτύχει εν μέρει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, ήτοι την εξάλειψη της ζημίας που υπέστησαν οι ενωσιακοί παραγωγοί. Από την άλλη πλευρά, όπως αποδεικνύεται από την αρνητική εξέλιξη ορισμένων δεικτών ζημίας, ο κλάδος παραγωγής εξακολουθεί να βρίσκεται σε ευάλωτη κατάσταση.

(121)

Όπως προαναφέρθηκε, οι ταϊλανδοί εξαγωγείς δεν διαθέτουν εφεδρική ικανότητα παραγωγής για πολύ ταχεία αύξηση των εξαγωγών τους. Επιπλέον, οι ταϊλανδικές εμπορικές στατιστικές επιβεβαιώνουν ότι η Ταϊλάνδη έχει εξαγάγει περίπου 140 000 τόνους σε τρίτες χώρες το 2011, που ισοδυναμεί περίπου στο επταπλάσιο του όγκου των ταϊλανδικών εξαγωγών προς την Ένωση. Δεδομένων των πιο επικερδών τιμών στην αγορά της Ένωσης σε σύγκριση με ορισμένες αγορές τρίτων χωρών, είναι πιθανό σημαντικές ποσότητες που σήμερα εξάγονται προς τις χώρες αυτές να κατευθυνθούν εκ νέου στην αγορά της Ένωσης σε περίπτωση που τα μέτρα αντιντάμπινγκ παύσουν να ισχύουν. Αυτή η αιφνίδια εξέλιξη έχει ήδη παρατηρηθεί στην αρχική έρευνα, όταν το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών της ΕΕ από την Ταϊλάνδη σχεδόν διπλασιάστηκε μόνο σε τρία έτη, ήτοι από 6,8 % το 2002 σε 12,7 % το 2005.

(122)

Ως εκ τούτου, βάσει των ανωτέρω, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχει πιθανότητα επανάληψης της ζημίας σε περίπτωση που καταργηθούν τα μέτρα.

(123)

Πολλά από τα ενδιαφερόμενα μέρη εξέφρασαν αμφιβολίες σχετικά με το συμπέρασμα της πιθανότητας επανάληψης της ζημίας. Υποστηρίχθηκε ειδικότερα ότι μια διαφορά τιμής 5 % μεταξύ των αγορών της Ένωσης και τρίτων χωρών είναι πολύ μικρή για να κατευθύνει εκ νέου τις εξαγωγές γλυκού καλαμποκιού στην αγορά της Ένωσης. Αυτό το επιχείρημα εξετάστηκε ήδη στην αιτιολογική σκέψη 61. Επιπλέον, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι το γλυκό καλαμπόκι δεν είναι εμπόρευμα που θα μπορούσε εύκολα να εναλλάσσεται μεταξύ των αγορών. Αυτό το επιχείρημα όμως δεν έχει τεκμηριωθεί και δεν αντιστοιχεί στα πορίσματα της παρούσας έρευνας.

(124)

Μολονότι η πιθανότητα επανάληψης της ζημίας προκύπτει βάσει αξιολόγησης προοπτικών, βασίζεται σε πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 121. Συνεπώς, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

Ζ.   ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(125)

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε κατά πόσον η διατήρηση των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ θα ήταν αντίθετη προς το συμφέρον της Ένωσης ως συνόλου. Ο καθορισμός του συμφέροντος της Ένωσης βασίστηκε σε εκτίμηση όλων των διαφόρων εμπλεκόμενων συμφερόντων. Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους δυνάμει του άρθρου 21 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

1.   Συμφέρον του κλάδου παραγωγής της Ένωσης

(126)

Όπως αναφέρεται ανωτέρω, η βιομηχανία της Ένωσης εξακολουθεί να βρίσκεται σε κάπως ευαίσθητη και ευάλωτη κατάσταση. Θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τη διευκόλυνση από την παράταση των μέτρων για να αυξήσει τις τιμές πώλησής της (ιδίως υπό τον εμπορικό σήμα του λιανοπωλητή) ώστε να ανακτήσει την αύξηση του κόστους παραγωγής του. Αυτό θα επέτρεπε στη βιομηχανία να βελτιώσει την οικονομική της κατάσταση.

2.   Συμφέρον των εμπόρων λιανικής πώλησης και των καταναλωτών

(127)

Έχει ζητηθεί συνεργασία από περισσότερους των 40 εισαγωγείς/λιανοπωλητές και δύο οργανώσεις καταναλωτών/εμπόρων. Μόνο ένας λιανοπωλητής συνεργάστηκε. Οι εισαγωγές του αντιπροσώπευαν μικρό μόνο μέρος των συνολικών εισαγωγών από την Ταϊλάνδη κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Το μερίδιο του συνδεόμενου με το γλυκό καλαμπόκι κύκλου εργασιών του ήταν αμελητέο σε σύγκριση με τον συνολικό κύκλο εργασιών του. Επιπλέον, η μεταπώληση του γλυκού καλαμποκιού παρήγε πολύ υψηλό κέρδος κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Οι παράγοντες αυτοί δείχνουν ότι οι έμποροι λιανικής πώλησης δεν θα πλήττονταν δυσανάλογα, ακόμη και αν τα μέτρα παραταθούν.

(128)

Ταυτόχρονα, ορισμένες εμπορικές ενώσεις διατύπωσαν παρατηρήσεις και συμμετείχαν σε ακρόαση. Ισχυρίσθηκαν ότι τα μέτρα αντιντάμπινγκ θα πρέπει να καταργηθούν λόγω του χαμηλού και μειούμενου μεριδίου αγοράς των εισαγωγών από την Ταϊλάνδη που συμπίπτουν με το υψηλό και αυξανόμενο μερίδιο αγοράς της βιομηχανίας της Ένωσης.

(129)

Όσον αφορά τους καταναλωτές, ο μέσος όρος δαπάνης για γλυκό καλαμπόκι ανά νοικοκυριό είναι πολύ περιορισμένη, μέχρι 5 ευρώ ανά έτος. Λαμβάνοντας υπόψη το περιορισμένο επίπεδο των ισχυόντων μέτρων, οι επιπτώσεις από τη συνέχιση της επιβολής των μέτρων θα ήταν αμελητέα για τους καταναλωτές.

(130)

Δεδομένων των παραπάνω και του γενικά μικρού βαθμού συνεργασίας, θεωρείται απίθανο τα προτεινόμενα μέτρα να έχουν ουσιαστικές συνέπειες στην κατάσταση των λιανοπωλητών και των καταναλωτών στην Ένωση.

3.   Κίνδυνος έλλειψης προσφοράς/ανταγωνισμού στην αγορά της Ένωσης

(131)

Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι στόχος των μέτρων αντιντάμπινγκ δεν είναι να εμποδίσουν την πρόσβαση στην Ένωση για τις εισαγωγές επί των οποίων επιβάλλονται τα μέτρα, αλλά να εξουδετερώσουν τις επιπτώσεις από τη στρέβλωση των όρων της αγοράς που προκύπτουν από τη συνεχή παρουσία εισαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ.

(132)

Η κατανάλωση στην Ένωση αυξήθηκε κατά 9 % κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, φθάνοντας περίπου τους 350 000 τόνους. Η παραγωγική ικανότητα της βιομηχανίας της Ένωσης ήταν συνεχώς πάνω από το επίπεδο της ζήτησης σε επίπεδο Ένωσης κατά την εξεταζόμενη περίοδο, φθάνοντας το επίπεδο των 440 000 τόνων περίπου κατά την ΠΕΕ. Υφίσταται επαρκής ανταγωνισμός μεταξύ των παραγωγών της ΕΕ. Λειτουργώντας με ποσοστό αξιοποίησης της παραγωγικής ικανότητας της τάξης του 77 % κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, κρίνεται ότι η βιομηχανία της Ένωσης διαθέτει την εφεδρική ικανότητα για να αυξήσει την παραγωγή περαιτέρω σε περίπτωση αυξημένης ζήτησης. Οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες, κυρίως τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, μπορούν επίσης να ικανοποιήσουν μέρος της ζήτησης. Όπως προαναφέρθηκε, θα πρέπει να τονιστεί ότι ο σκοπός των μέτρων αντιντάμπινγκ δεν είναι να σταματήσουν οι εισαγωγές από την Ταϊλάνδη στην Ένωση. Λαμβάνοντας υπόψη το χαμηλό επίπεδο των μέτρων, αναμένεται ότι οι εισαγωγές από την Ταϊλάνδη θα εξακολουθήσουν να αντιπροσωπεύουν ένα ορισμένο μερίδιο στην αγορά της ΕΕ.

(133)

Με βάση τα ανωτέρω, δεν μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η διατήρηση των μέτρων αντιντάμπινγκ θα μπορούσε να οδηγήσει σε έλλειψη προσφοράς στην αγορά της ΕΕ ή σε περιορισμό του ανταγωνισμού στην αγορά της ΕΕ.

4.   Συμπέρασμα σχετικά με το συμφέρον της Ένωσης

(134)

Με βάση τα ανωτέρω, φαίνεται ότι οι αρνητικές επιπτώσεις της συνέχισης των μέτρων θα είναι περιορισμένες και, σε κάθε περίπτωση, όχι δυσανάλογες σε σχέση με τα οφέλη από την παράταση των μέτρων για τη βιομηχανία της Ένωσης.

H.   ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(135)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων πρόκειται να προταθεί η διατήρηση της ισχύος των υφιστάμενων μέτρων. Επίσης, τους δόθηκε χρόνος για να υποβάλουν παρατηρήσεις μετά την εν λόγω γνωστοποίηση. Οι παρατηρήσεις και τα σχόλια ελήφθησαν δεόντως υπόψη, εφόσον κρίθηκαν δικαιολογημένα.

(136)

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, όπως προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, τα μέτρα αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές παρασκευασμένου ή διατηρημένου γλυκού καλαμποκιού σε κόκκους, καταγωγής Ταϊλάνδης, θα πρέπει να διατηρηθούν. Υπενθυμίζεται ότι αυτά τα μέτρα συνίστανται σε δασμούς κατ’ αξίαν με συντελεστές που ποικίλλουν.

(137)

Οι ατομικοί συντελεστές δασμού αντιντάμπινγκ των εταιρειών που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό εφαρμόζονται αποκλειστικά και μόνο στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος, το οποίο παράγεται από τις εν λόγω εταιρείες και, συνεπώς, από τα αναφερόμενα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα. Στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος που παράγεται από οποιαδήποτε άλλη εταιρεία, η οποία δεν κατονομάζεται ρητώς στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού με την επωνυμία και τη διεύθυνσή της, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που συνδέονται με τις εταιρείες που κατονομάζονται ρητώς, δεν μπορούν να εφαρμοστούν οι εν λόγω συντελεστές αλλά ο δασμολογικός συντελεστής που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

(138)

Οποιαδήποτε αίτηση για την εφαρμογή των ως άνω ατομικών συντελεστών δασμού αντιντάμπινγκ των εταιρειών (π.χ. λόγω αλλαγής επωνυμίας της οντότητας ή μετά τη σύσταση νέων οντοτήτων παραγωγής ή πωλήσεων) υποβάλλεται αμέσως στην Επιτροπή (8) μαζί με όλα τα σχετικά στοιχεία, ιδίως με κάθε τροποποίηση των δραστηριοτήτων της εταιρείας που έχουν σχέση με την παραγωγή και τις εγχώριες και εξαγωγικές πωλήσεις, η οποία συνδέεται, για παράδειγμα, με αυτή την αλλαγή επωνυμίας ή τη σύσταση των νέων οντοτήτων παραγωγής και πωλήσεων. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, ο κανονισμός θα τροποποιηθεί στη συνέχεια αναλόγως, με την ενημέρωση του καταλόγου των εταιρειών στις οποίες εφαρμόζεται ατομικός συντελεστής δασμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές γλυκού καλαμποκιού (Zea mays var. saccharata) σε κόκκους, παρασκευασμένου ή διατηρημένου με ξίδι ή οξικό οξύ, μη κατεψυγμένου, το οποίο υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 2001 90 30 (κωδικός TARIC 2001903010) και γλυκού καλαμποκιού (Zea mays var. saccharata) σε κόκκους, παρασκευασμένου ή διατηρημένου αλλιώς και όχι με ξίδι ή οξικό οξύ, μη κατεψυγμένου, άλλου από τα προϊόντα της κλάσης 2006, το οποίο υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 2005 80 00 (κωδικός TARIC 2005800010), καταγωγής Ταϊλάνδης.

2.   Ο συντελεστής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται στην καθαρή τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Ένωσης», πριν από την επιβολή δασμού, για τα προϊόντα που περιγράφονται στην παράγραφο 1 και παράγονται από τις εταιρείες που απαριθμούνται κατωτέρω, καθορίζεται ως εξής:

Εταιρεία

Δασμός αντιντάμπινγκ (%)

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Karn Corn Co Ltd, 68 Moo 7 Tambol Saentor, Thamaka, Kanchanaburi 71130, Thailand

3,1

A789

Kuiburi Fruit Canning Co., Ltd, 236 Krung Thon Muang Kaew Building, Sirindhorn Rd., Bangplad, Bangkok 10700, Thailand

14,3

A890

Malee Sampran Public Co., Ltd, Abico Bldg. 401/1 Phaholyothin Rd., Lumlookka, Pathumthani 12130, Thailand

12,8

A790

River Kwai International Food Industry Co., Ltd, 52 Thaniya Plaza, 21st Floor, Silom Rd., Bangrak, Bangkok 10500, Thailand

12,8

A791

Sun Sweet Co., Ltd, 9 M. 1, Sanpatong, Chiang Mai 50120, Thailand

11,1

A792

Συνεργαζόμενοι παραγωγοί του παραρτήματος

12,9

A793

Όλες οι άλλες εταιρείες

14,3

A999

3.   Πλην αντιθέτων διατάξεων, εφαρμόζονται οι ισχύουσες διατάξεις για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

Το άρθρο 1 παράγραφος 2 δύναται να τροποποιηθεί ώστε να προστεθεί ο νέος παραγωγός-εξαγωγέας στις συνεργασθείσες εταιρείες που δεν περιλαμβάνονται στο δείγμα και οι οποίες υπόκεινται, συνεπώς, στον σταθμισμένο μέσο δασμολογικό συντελεστή 12,9 % αν οποιοσδήποτε νέος παραγωγός-εξαγωγέας από την Ταϊλάνδη προσκομίσει στην Επιτροπή επαρκή αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι:

α)

δεν πραγματοποίησε στην Ένωση εξαγωγές του προϊόντος που περιγράφεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 κατά την περίοδο της έρευνας (1η Απριλίου 2011 έως 30 Μαρτίου 2012)·

β)

δεν είναι συνδεδεμένος με κανέναν από τους εξαγωγείς ή παραγωγούς στην Ταϊλάνδη στους οποίους έχουν επιβληθεί τα μέτρα του παρόντος κανονισμού· και

γ)

έχει πράγματι εξαγάγει τα εν λόγω αγαθά στην Ένωση μετά την περίοδο της έρευνας ή έχει συνάψει ανέκκλητο συμβατική υποχρέωση να εξάγει σημαντικές ποσότητες στην Ένωση.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Σεπτεμβρίου 2013.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. LINKEVIČIUS


(1)  ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 682/2007 του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2007, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές παρασκευασμένου ή διατηρημένου γλυκού καλαμποκιού σε κόκκους, καταγωγής Ταϊλάνδης (ΕΕ L 159 της 20.6.2007, σ. 14).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 954/2008 του Συμβουλίου, της 25ης Σεπτεμβρίου 2008, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 682/2007 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του επιβληθέντος προσωρινού δασμού στις εισαγωγές ορισμένου παρασκευασμένου ή διατηρημένου γλυκού καλαμποκιού σε κόκκους, καταγωγής Ταϊλάνδης (ΕΕ L 260 της 30.9.2008, σ. 1).

(4)  Απόφαση 2007/424/ΕΚ της Επιτροπής, της 18ης Ιουνίου 2007, για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων που προτάθηκαν όσον αφορά τη διαδικασία αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές παρασκευασμένου ή διατηρημένου γλυκού καλαμποκιού σε κόκκους, καταγωγής Ταϊλάνδης (ΕΕ L 159 της 20.6.2007, σ. 42).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 847/2009 του Συμβουλίου, της 15ης Σεπτεμβρίου 2009, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 682/2007 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές παρασκευασμένου ή διατηρημένου γλυκού καλαμποκιού σε κόκκους, καταγωγής Ταϊλάνδης (ΕΕ L 246 της 18.9.2009, σ. 1).

(6)  ΕΕ C 258 της 2.9.2011, σ. 11.

(7)  ΕΕ C 175 της 19.6.2012, σ. 22.

(8)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση Εμπορίου, Διεύθυνση Η, 1049 Βρυξέλλες.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατάλογος των συνεργαζόμενων παραγωγών που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2, υπό τον πρόσθετο κωδικό Taric A793

Επωνυμία

Διεύθυνση

Agro-On (Thailand) Co., Ltd

50/499-500 Moo 6 Baan Mai, Pakkret, Monthaburi 11120, Thailand

B.N.H. Canning Co., Ltd

425/6-7 Sathorn Place Bldg., Klongtonsai, Kongsan Bangkok 10600, Thailand

Boonsith Enterprise Co., Ltd

7/4 M.2, Soi Chomthong 13, Chomthong Rd., Chomthong, Bangkok 10150, Thailand

Erawan Food Public Company Limited

Panjathani Tower 16th floor, 127/21 Nonsee Rd., Chongnonsee, Yannawa, Bangkok 10120, Thailand

Great Oriental Food Products Co., Ltd

888/127 Panuch Village Soi Thanaphol 2, Samsen-Nok, Huaykwang, Bangkok 10310, Thailand

Lampang Food Products Co., Ltd

22K Building, Soi Sukhumvit 35, Klongton Nua, Wattana, Bangkok 10110, Thailand

O.V. International Import-Export Co., Ltd

121/320 Soi Ekachai 66/6, Bangborn, Bangkok 10500, Thailand

Pan Inter Foods Co., Ltd

400 Sunphavuth Rd, Bangna, Bangkok 10260, Thailand

Siam Food Products Public Co., Ltd

3195/14 Rama IV Road, Vibulthani Tower 1, 9th Fl., Klong Toey, Bangkok, 10110 Thailand

Viriyah Food Processing Co., Ltd

100/48 Vongvanij B Bldg, 18th Fl, Praram 9 Rd., Huay Kwang, Bangkok 10310 Thailand

Vita Food Factory (1989) Ltd

89 Arunammarin Rd., Banyikhan, Bangplad, Bangkok 10700, Thailand


Top