EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32010D0013

Απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Σεπτεμβρίου 2009 , σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 2/09 (πρώην N 221/08 και N 413/08), την οποία σκοπεύει να χορηγήσει η Γερμανία για τον εκσυγχρονισμό των γενικών όρων για επενδύσεις επιχειρηματικού κεφαλαίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 7387] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ L 6 της 9.1.2010, p. 32–45 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2010/13(1)/oj

9.1.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 6/32


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Σεπτεμβρίου 2009

σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 2/09 (πρώην N 221/08 και N 413/08), την οποία σκοπεύει να χορηγήσει η Γερμανία για τον εκσυγχρονισμό των γενικών όρων για επενδύσεις επιχειρηματικού κεφαλαίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 7387]

(Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2010/13/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις (1) και έλαβε υπόψη τις εν λόγω παρατηρήσεις,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με έγγραφο της 30ής Απριλίου 2008, που πρωτοκολλήθηκε από την Επιτροπή αυθημερόν, η Γερμανία κοινοποίησε στην Επιτροπή για λόγους ασφάλειας του δικαίου δύο μέτρα σχετικά με την επιβολή φόρων επιτηδεύματος και την απαλλαγή από τον περιορισμό της μεταφοράς ζημιών (N 221/08). Με έγγραφα της 26ης Ιουνίου και 23ης Οκτωβρίου 2008, η Επιτροπή ζήτησε πρόσθετες πληροφορίες. Η Γερμανία απάντησε με επιστολές της 24ης Ιουλίου και 21ης Νοεμβρίου 2008, οι οποίες πρωτοκολλήθηκαν αυθημερόν.

(2)

Με έγγραφο της 22ας Αυγούστου 2008, που πρωτοκολλήθηκε από την Επιτροπή αυθημερόν, η Γερμανία κοινοποίησε στην Επιτροπή, επίσης για λόγους ασφάλειας του δικαίου, ένα τρίτο μέτρο σχετικά με φορολογικές απαλλαγές προς ιδιώτες επενδυτές (N 413/08). Την 9η Οκτωβρίου 2008 πραγματοποιήθηκε συνάντηση μεταξύ των εκπροσώπων της Γερμανίας και της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού. Στη συνέχεια, η Γερμανία διαβίβασε πρόσθετες πληροφορίες με έγγραφο της 19ης Νοεμβρίου 2008, που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν.

(3)

Στις 28 Ιανουαρίου 2009 η Επιτροπή κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας και για τα τρία μέτρα. Περίληψη της απόφασης δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα στις 14 Μαρτίου 2009 (2). Η Γερμανία υπέβαλε τις παρατηρήσεις της για την εν λόγω απόφαση κίνησης της διαδικασίας με έγγραφο της 3ης Μαρτίου 2009 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν. Τρίτοι υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους με έγγραφα της 9ης και 14ης Απριλίου 2009 που πρωτοκολλήθηκαν αυθημερόν. Η Γερμανία ενημερώθηκε σχετικά με τις παρατηρήσεις αυτές στις 23 Απριλίου 2009 και απάντησε με έγγραφο της 22ας Μαΐου 2009 που πρωτοκολλήθηκε αυθημερόν.

2.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

2.1.   Σκοπός των μέτρων και προϋπολογισμός

(4)

Οι κοινοποιήσεις περιλαμβάνουν τρία φορολογικά μέτρα και δύο ορισμούς σε σχέση με τους δικαιούχους. Τα μέτρα έχουν ενταχθεί στο νόμο σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των γενικών όρων για τις επενδύσεις επιχειρηματικού κεφαλαίου (MoRaKG) και έχουν ως κοινό στόχο τη διευκόλυνση της χορήγησης επιχειρηματικών κεφαλαίων σε συγκεκριμένη ομάδα επιχειρήσεων που ορίζονται ως «επιχειρήσεις-στόχοι».

(5)

Το πρώτο μέτρο (που πρωτοκολλήθηκε με αριθμό N 221/08) έχει ως στόχο τη διευκόλυνση της χορήγησης επιχειρηματικών κεφαλαίων μέσω της θέσπισης ειδικών κριτήριων οριοθέτησης σε σχέση με την υποχρέωση καταβολής φόρου επιτηδεύματος εκ μέρους των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου. Η Γερμανία εκτιμά ότι η εφαρμογή του μέτρου θα οδηγήσει σε μείωση των φορολογικών εσόδων κατά 90 εκατ. ευρώ ετησίως.

(6)

Το δεύτερο μέτρο (που καταχωρήθηκε επίσης με αριθμό N 221/08) αποδυναμώνει τις αυστηρές διατάξεις για την προστασία από την κατάχρηση του δικαιώματος αφαίρεσης ζημιών, παρέχοντας στις εταιρείες-στόχους τη δυνατότητα να μεταφέρουν ζημίες σε περίπτωση που κάποια εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου αποκτήσει συμμετοχή σε αυτές. Η Γερμανία εκτιμά ότι το μέτρο αυτό θα οδηγήσει σε μείωση των φορολογικών εσόδων κατά 385 εκατ. ετησίως.

(7)

Το τρίτο μέτρο (που καταχωρήθηκε με αριθμό N 413/08) προβλέπει ότι τα φυσικά πρόσωπα που επενδύουν σε εταιρείες-στόχους (εφεξής θα αναφέρονται και ως «ιδιώτες επενδυτές») θα δικαιούνται απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος στην περίπτωση επίτευξης υπεραξίας κατά την εκποίηση. Παρότι η φορολογική απαλλαγή παρέχεται άμεσα στους ιδιώτες επενδυτές, οι εταιρείες-στόχοι ενδέχεται να ευνοηθούν έμμεσα από το μέτρο αυτό, καθώς θα λαμβάνουν μεγαλύτερες επενδύσεις. Η Γερμανία εκτιμά ότι το μέτρο αυτό θα οδηγήσει σε μείωση των φορολογικών εσόδων κατά 30 εκατ. ευρώ ετησίως.

2.2.   Δικαιούχοι των μέτρων

(8)

Τα τρία φορολογικά μέτρα που περιέχονται στον MoRaKG παρέχουν πλεονεκτήματα σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου και εταιρείες-στόχους υπό την έννοια του MoRaKG, καθώς και σε ιδιώτες επενδυτές που έχουν μεγάλη περιουσία (εφεξής «business angels»), κατά τον ακόλουθο τρόπο:

 

Απαλλαγή από τον φόρο επιτηδεύματος

Εξαίρεση από την απαγόρευση μεταφοράς ζημιών

Απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος

Εταιρίες επιχειρηματικού κεφαλαίου

Άμεσα

Έμμεσα

Όχι

Εταιρείες-στόχοι

Όχι

Άμεσα

Έμμεσα

Ιδιώτες επενδυτές

Όχι

Όχι

Άμεσα

(9)

Εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου είναι αυτές που αναγνωρίζονται από την Ομοσπονδιακή Εποπτική Αρχή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών (BaFin) και δεν έχουν συγχρόνως καταχωρηθεί ως εταιρείες επενδύσεων μετοχικού κεφαλαίου (3). Για την αναγνώριση μιας εταιρείας ως εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου θα πρέπει επίσης να συντρέχουν και οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

καταστατικός σκοπός της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου πρέπει να είναι η απόκτηση, η κατοχή, η διαχείριση και η πώληση συμμετοχών επιχειρηματικού κεφαλαίου. Το 70 % των περιουσιακών στοιχείων που διαχειρίζεται η εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου πρέπει να αποτελείται από συμμετοχές στο κεφάλαιο εταιρειών-στόχων,

η εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου πρέπει να έχει την έδρα και τη διοίκησή της στη Γερμανία,

το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου ή οι εισφορές των εταίρων της θα πρέπει να ανέρχονται σύμφωνα με το καταστατικό της σε τουλάχιστον 1 εκατ. ευρώ,

η εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου πρέπει να έχει τουλάχιστο δύο διαχειριστές οι οποίοι να είναι αξιόπιστοι και να διαθέτουν τις ειδικές επαγγελματικές γνώσεις που απαιτούνται για τη διοίκηση μιας εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου.

(10)

Οι εταιρείες-στόχοι πρέπει να έχουν τη μορφή κεφαλαιουχικής εταιρείας και επιπλέον να πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

να έχουν την έδρα και τη διοίκησή τους σε κράτος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου,

κατά τον χρόνο της απόκτησης της συμμετοχής εκ μέρους της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου, τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας-στόχου δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα 20 εκατ. ευρώ,

μεταξύ του χρόνου ίδρυσης της εταιρείας-στόχου και του χρόνου απόκτησης της συμμετοχής εκ μέρους της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου δεν πρέπει να έχουν παρέλθει περισσότερα από δέκα έτη,

κατά τον χρόνο της απόκτησης της συμμετοχής εκ μέρους της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου, η εταιρεία-στόχος δεν πρέπει να έχει κινητές αξίες εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή ισοδύναμη αγορά.

(11)

Το μέτρο, στον ορισμό της εταιρείας-στόχου, δεν περιέχει στοιχεία σχετικά με την προβληματική επιχείρηση (4).

2.3.   Φόρος επιτηδεύματος

2.3.1.   Ιστορικό

(12)

Ο φόρος επιτηδεύματος επιβάλλεται στη Γερμανία από τις τοπικές αρχές επί οικονομικών δραστηριοτήτων που ασκούνται από μία επιχειρηματική εγκατάσταση στην περιφέρεια ενός δήμου ή μιας κοινότητας. Το σκεπτικό είναι ότι οι επιχειρηματικές εγκαταστάσεις θα πρέπει να συμμετέχουν στο κόστος των υποδομών που χρησιμοποιούν. Ο φόρος επιτηδεύματος καταβάλλεται από όλες τις επιχειρήσεις που ασκούν εμπορική δραστηριότητα κατά την έννοια των διατάξεων της νομοθεσίας για τη φορολογία επιτηδεύματος και εισοδήματος, ανεξαρτήτως της εταιρικής τους μορφής. Οι κεφαλαιουχικές εταιρείες τεκμαίρεται κατά κανόνα ότι ασκούν εμπορική δραστηριότητα. Στις προσωπικές εταιρείες γίνεται η ακόλουθη διάκριση, ανάλογα με τη δραστηριότητά τους: οι επιχειρήσεις που έχουν τη μορφή της προσωπικής εταιρείας δεν είναι υπόχρεες φόρου επιτηδεύματος αν ασκούν δραστηριότητες διαχείρισης περιουσίας, ενώ αντιθέτως υπάγονται σε φορολογία επιτηδεύματος σε περίπτωση που η δραστηριότητά τους είναι εμπορική.

(13)

Το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομικών εξέδωσε έγγραφο (5) (εφεξής «έγγραφο του 2003») σχετικά με την οριοθέτηση των δραστηριοτήτων διαχείρισης περιουσίας και των εμπορικών δραστηριοτήτων που ασκούνται από εταιρείες κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών και ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια. Σύμφωνα με το έγγραφο αυτό, οι εταιρείες κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών και τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια υπόκεινται σε φορολογία επιτηδεύματος αν η δραστηριότητά τους χαρακτηριστεί ως εμπορική. Αντιθέτως, δεν υπόκεινται σε φορολογία επιτηδεύματος αν η δραστηριότητά τους περιορίζεται στη διαχείριση περιουσίας. Το έγγραφο του 2003 βασίζεται σε απόφαση του Bundesfinanzhof (Ομοσπονδιακού Φορολογικού Δικαστηρίου) της 25ης Ιουλίου 2001 (6). Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, η δραστηριότητα εταιρειών κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών ή ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων δεν θεωρείται εμπορική εφόσον πληρούνται τα ακόλουθα κριτήρια:

δεν χρησιμοποιούνται τραπεζικά δάνεια και δεν λαμβάνονται εξασφαλίσεις,

δεν υφίσταται πλήρης ιδία οργάνωση της διαχείρισης του ενεργητικού της εταιρείας και η γραμματειακή υποστήριξη δεν υπερβαίνει σε μέγεθος αυτήν που συνήθως απαιτείται για τη διαχείριση μιας μεγάλης ιδιωτικής περιουσίας (7),

δεν γίνεται εκμετάλλευση μιας αγοράς με τη χρήση επαγγελματικής πείρας,

δεν γίνεται προσφορά στο ευρύ κοινό και δεν γίνονται ενέργειες για ίδιο λογαριασμό,

δεν αποκτώνται βραχυπρόθεσμες συμμετοχές,

δεν γίνεται επανεπένδυση του προϊόντος εκποίησης,

δεν αναπτύσσεται ιδία επιχειρηματική δραστηριότητα σε εταιρείες χαρτοφυλακίου,

δεν υπάρχει εμπορική διάσταση ή εμπορική «μόλυνση» (8),

(14)

Τα παραπάνω κριτήρια χρησιμεύουν ιδίως στη διευκρίνιση της παραδοσιακής διάκρισης του γερμανικού φορολογικού δικαίου μεταξύ εμπορικών και μη εμπορικών δραστηριοτήτων των εταιρειών κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών και των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων. Η διαχείριση περιουσίας θεωρείται μη εμπορική δραστηριότητα. Η διάκριση μεταξύ εμπορικής και μη εμπορικής δραστηριότητας είναι εξαιρετικά λεπτή και έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών δικαστικών αποφάσεων, μεταξύ άλλων και του Bundesfinanzhof (Ομοσπονδιακού Φορολογικού Δικαστηρίου). Σε γενικές γραμμές θεωρείται ότι οι εταιρείες κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών και τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια ασκούν εμπορική δραστηριότητα όταν η αγοραπωλησία περιουσιακών στοιχείων (σύντομο χρονικό διάστημα μεταξύ αγοράς και πώλησης περιουσιακών στοιχείων όπως π.χ. κινητών αξιών) αποτελεί σημαντικό μέρος της δραστηριότητάς τους (9).

2.3.2.   Διευκρινíσεις σχετικά με τον φόρο επιτηδεύματος στον MoRaKG

(15)

Σύμφωνα με την κοινοποίηση, το άρθρο 1 παράγραφος 19 του MoRaKG περιέχει «διευκρίνιση» του εγγράφου του 2003, χωρίς να υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ νόμου και εγγράφου 2003.

(16)

Σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση, οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που έχουν τη νομική μορφή της προσωπικής εταιρείας και δραστηριοποιούνται αποκλειστικά στην απόκτηση, κατοχή, διαχείριση και εκποίηση συμμετοχών επιχειρηματικού κεφαλαίου κατέχοντας αποκλειστικά συμμετοχές σε κεφαλαιουχικές εταιρείες, για την υπαγωγή τους στη φορολογία εισοδήματος θεωρούνται ως εταιρείες διαχείρισης περιουσίας. Ως εκ τούτου, μία εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου δεν δραστηριοποιείται στη διαχείριση περιουσίας, ειδικότερα όταν ασκεί τις ακόλουθες ή παρόμοιες δραστηριότητες:

βραχυπρόθεσμη πώληση συμμετοχών επιχειρηματικού κεφαλαίου και άλλων συμμετοχών σε εταιρείες με έδρα και διοίκηση σε κράτος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου,

συναλλαγές επί μέσων χρηματαγοράς (10), πράξεις επί τραπεζικών καταθέσεων σε πιστωτικά ιδρύματα με έδρα σε κράτος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, συναλλαγές με μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων (11),

παροχή συμβουλών σε εταιρείες-στόχους στις οποίες συμμετέχει η εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου, χορήγηση δανείων και εγγυήσεων υπέρ εταιρειών-στόχων στις οποίες συμμετέχει η εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου καθώς και λήψη δανείων και έκδοση προνομιακών δικαιωμάτων και ομολογιών,

επανεπένδυση του προϊόντος από την πώληση συμμετοχών επιχειρηματικού κεφαλαίου και άλλων συμμετοχών σε εταιρείες με έδρα και διοίκηση σε κράτος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου,

εκμετάλλευση μιας αγοράς με τη χρήση επαγγελματικής πείρας.

(17)

Περαιτέρω, σύμφωνα με τα παραπάνω η τυχόν απόκτηση και διατήρηση ιδίων γραφείων και επιχειρηματικής οργάνωσης δεν έχει σημασία για την κρίση περί ύπαρξης δραστηριότητας διαχείρισης περιουσίας. Ωστόσο, οι δραστηριότητες που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 16 μπορεί να ασκούνται από θυγατρική εταιρεία όλες οι μετοχές της οποίας ανήκουν στην εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου.

2.4.   Μεταφορά ζημιών

2.4.1.   Εισαγωγή

(18)

Κάθε επιχείρηση έχει κατά κανόνα τη δυνατότητα να μεταφέρει τις σημειωθείσες ζημίες μιας οικονομικής χρήσης, ήτοι να τις συμψηφίζει με κέρδη επόμενων οικονομικών χρήσεων. Μέσω της μεταφοράς ζημιών καθίσταται εφικτός ο συνυπολογισμός ζημιών καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής μιας επιχείρησης. Το γεγονός αυτό ενέχει τον κίνδυνο κατάχρησης υπό τη μορφή των λεγόμενων εικονικών εταιρειών, οι οποίες παρότι δεν ασκούν πλέον επιχειρηματική δραστηριότητα, αποτελούν αντικείμενα αγοραπωλησίας διότι οι μεταφερόμενες ζημίες τους αποτελούν πραγματική αξία: όποιος αποκτά μία τέτοια εικονική εταιρεία με μεταφερόμενες ζημίες επωφελείται από το γεγονός ότι τα μελλοντικά φορολογητέα κέρδη του θα συμψηφιστούν με τις ζημίες αυτές και ο ίδιος συνεπώς θα οφείλει λιγότερο φόρο, ανάλογα με τον εφαρμοστέο φορολογικό συντελεστή.

(19)

Η Γερμανία έχει εντάξει στον οικείο νόμο για τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων (KStG) μέτρα για την πρόληψη της κατάχρησης μέσω «αγοραπωλησίας ζημιών». Η «αγοραπωλησία ζημιών» υπό τη μορφή εικονικών εταιρειών απαγορεύτηκε με το νόμο για τη συνέχιση της μεταρρύθμισης της φορολογίας των επιχειρήσεων του 1997 (Gesetz zur Fortsetzung der Unternehmenssteuerreform von 1997). Με το νόμο για τη μεταρρύθμιση της φορολογίας των επιχειρήσεων του 2008 (Unternehmenssteuerreformgesetz 2008) η Γερμανία εντατικοποίησε τα μέτρα πρόληψης της κατάχρησης. Ο νόμος ισχύει για κάθε μεταβολή στην άμεση ή έμμεση κυριότητα μεριδίων σε ποσοστό μεγαλύτερο του 25 % εντός διαστήματος πέντε ετών. Ο KStG προβλέπει αναλογική μείωση της ζημίας αν εντός πέντε ετών μεταβιβαστεί άμεσα ή έμμεσα σε κάποιον αγοραστή ποσοστό μεγαλύτερο από το 25 % του καλυφθέντος κεφαλαίου, των δικαιωμάτων συμμετοχής ή των δικαιωμάτων ψήφου. Οι μη χρησιμοποιηθείσες ζημίες καθίστανται μη αφαιρέσιμες στο σύνολό τους, αν εντός πέντε ετών μεταβιβαστεί άμεσα ή έμμεσα σε κάποιον αγοραστή ποσοστό μεγαλύτερο από το 50 % του καλυφθέντος κεφαλαίου ή των προαναφερθέντων δικαιωμάτων.

2.4.2.   Ο MoRaKG

(20)

Ο MoRaKG έχει ως στόχο την ελαστικοποίηση των διατάξεων περί μεταφοράς ζημιών σε ό,τι αφορά τις εταιρείες-στόχους που αποκτώνται από εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, καθώς παρέχει σε εταιρείες-στόχους που έχουν υποστεί ουσιώδεις μεταβολές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς τη δυνατότητα να μεταφέρουν φορολογικά ζημίες οι οποίες, κατά τα κοινώς ισχύοντα δεν θα λαμβάνονταν υπόψη.

(21)

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του MoRaKG, σε περίπτωση απόκτησης εκ μέρους μιας εταιρείας επιχειρηματικού κινδύνου άμεσης συμμετοχής σε εταιρεία-στόχο, επιτρέπεται η συνέχιση της αφαίρεσης ζημιών της εταιρείας-στόχου εφόσον οι εν λόγω ζημίες αντιστοιχούν σε αφανή αποθεματικά της φορολογητέας εγχώριας περιουσίας της εταιρείας-στόχου. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση απόκτησης άμεσης συμμετοχής σε εταιρεία-στόχο, όταν αυτή μεταβιβάζεται από μία εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου σε αγοραστή που δεν είναι εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου, εφόσον

η εταιρεία-στόχος εμφανίζει κατά το χρόνο της απόκτησης της συμμετοχής ίδια κεφάλαια που δεν υπερβαίνουν τα 20 εκατ. ευρώ, ή

η εταιρεία-στόχος εμφανίζει κατά το χρόνο της απόκτησης της συμμετοχής ίδια κεφάλαια που δεν υπερβαίνουν τα 100 εκατ. ευρώ, ενώ η αύξηση του κεφαλαίου της κατά το ποσό πέραν των 20 εκατ. ευρώ προέρχεται από το ετήσιο πλεόνασμα των τελευταίων τεσσάρων οικονομικών χρήσεων πριν από την εκποίηση της συμμετοχής,

μεταξύ της κτήσης και της εκποίησης της συμμετοχής στην εταιρεία-στόχο εκ μέρους της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου μεσολάβησε χρονικό διάστημα τουλάχιστο τεσσάρων ετών.

(22)

Κατά το έτος της απόκτησης της συμμετοχής δύναται να μεταφερθεί το ένα πέμπτο των εκπιπτόμενων ζημιών στα πλαίσια μεταφοράς ζημιών σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου για το φόρο εισοδήματος. Κάθε επόμενο έτος και για διάρκεια τεσσάρων ετών, το ποσό αυτό αυξάνεται έναντι του εκάστοτε προηγούμενου έτους κατά ένα πέμπτο της εκπιπτόμενης ζημίας.

2.5.   Φορολογικές απαλλαγές προς ιδιώτες επενδυτές

2.5.1.   Εισαγωγή

(23)

Με την παροχή φορολογικών απαλλαγών για κέρδη από επενδύσεις, ο MoRaKG αποσκοπεί να συμβάλει στο να επενδύουν ιδιώτες επενδυτές, όπως οι Business Angels, σε εταιρείες-στόχους.

(24)

Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 20 του MoRaKG, τα κέρδη από την πώληση συμμετοχών σε εταιρείες-στόχους διανέμονται μεταξύ των επενδυτών κατ’ αναλογία της συμμετοχής τους. Το ποσό που προκύπτει λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό του φόρου εισοδήματος των ιδιωτών επενδυτών (business angels).

(25)

Η φορολογική απαλλαγή ισχύει μόνο στην περίπτωση που πραγματοποιήθηκαν κέρδη από την πώληση της συμμετοχής. Η συμμετοχή του ιδιώτη επενδυτή (business angel) σε εταιρεία-στόχο πρέπει να ανέρχονταν κατά την τελευταία πενταετία σε ποσοστό μεταξύ 3 % και 25 % και να μη διήρκησε περισσότερο από 10 χρόνια. Λαμβάνοντας υπόψη και τον περιορισμό της μέγιστης συμμετοχής σε ποσοστό 25 %, κάθε ιδιώτης επενδυτής (business angel) δικαιούται φορολογική απαλλαγή για κέρδη έως 50 000 ευρώ (200 000 ευρώ επί 0,25). Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Γερμανίας, η μέγιστη φορολογική απαλλαγή ανέρχεται σε 22 500 ευρώ ανά ιδιώτη επενδυτή (business angel) και επένδυση. Η φορολογική απαλλαγή μειώνεται αναλογικά για κέρδη που υπερβαίνουν τα 800 000 ευρώ ανά επένδυση και μηδενίζεται για συνολικά κέρδη άνω του 1 εκατ. ευρώ.

3.   ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΔΙΑΤΥΠΩΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΙΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(26)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 3, η Επιτροπή εξέδωσε στις 28 Ιανουαρίου 2009 απόφαση κίνησης της επίσημης διαδικασίας (εφεξής «απόφαση κίνησης της διαδικασίας»). Στην εν λόγω απόφασή της η Επιτροπή εξέφρασε την προσωρινή της γνώμη, σύμφωνα με την οποία και τα τρία μέτρα αποτελούν κρατικές ενισχύσεις.

3.1.   Ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης στην περίπτωση του μέτρου που αφορά το φόρο επιτηδεύματος

(27)

Συγκρίνοντας το έγγραφο του 2003 με τη «διευκρίνιση» που περιέχεται στον MoRaKG, η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες αναφορικά με τον ισχυρισμό της Γερμανίας ότι ο MoRaKG απλώς συγκεκριμενοποιεί το έγγραφο του 2003 στο πλαίσιο νομοθετικής ρύθμισης, καθώς ο νόμος φαίνεται ότι προβλέπει ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση μιας νέας ειδικής κατηγορίας εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, όπως ορίζονται στον εν λόγω νόμο. Η Επιτροπή έκρινε ότι η «διευκρίνιση» παρεκκλίνει από το έγγραφο του 2003, προβλέποντας για ορισμένες εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου λιγότερο αυστηρά κριτήρια για την απαλλαγή τους από το φόρο επιτηδεύματος.

(28)

Ενόψει των εν λόγω αμφιβολιών, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το μέτρο που αφορά το φόρο επιτηδεύματος ευνοεί ορισμένες εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου έναντι άλλων εταιρειών επενδύσεων οι οποίες ενδέχεται να ασκούν τις ίδιες ή παρόμοιες δραστηριότητες. Επίσης, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι από την περιγραφείσα απαλλαγή από φόρο επιτηδεύματος θα μειωθούν τα ετήσια φορολογικά έσοδα κατά περίπου 90 εκατ. ευρώ, γεγονός που μπορεί να καταδεικνύει ότι ο MoRaKG δεν αποτελεί απλή «διευκρίνιση» του εγγράφου του 2003.

3.2.   Ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης στην περίπτωση του μέτρου για τη μεταφορά ζημιών

(29)

Η Γερμανία δεν αποκλείει καταρχήν ότι το μέτρο για τη μεταφορά ζημιών είναι επιλεκτικό και ότι συνεπώς, ευνοεί τις εταιρείες-στόχους και τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου. Αναφέρει ωστόσο ότι αυτό δικαιολογείται από τη φύση και τη λογική του γερμανικού φορολογικού συστήματος. Επειδή, σύμφωνα με την άποψη της Γερμανίας, η καθιέρωση των γενικών περιορισμών στη χρήση ζημιών το 2008 αποτελεί ιδιαίτερα σκληρό μέτρο για την αγορά του επιχειρηματικού κεφαλαίου, πρέπει να διατηρηθεί η δυνατότητα χρήσης ζημιών για την εν λόγω αγορά. Κατά συνέπεια, το μέτρο πληροί τα κριτήρια της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις στα μέτρα που σχετίζονται με την άμεση φορολογία των επιχειρήσεων (12) (εφεξής «ανακοίνωση της επιτροπής σχετικά με τη φορολογία των επιχειρήσεων»).

(30)

Η Επιτροπή αντέτεινε ότι εφόσον το μέτρο δικαιολογείται από τη φύση και τη λογική του γερμανικού φορολογικού συστήματος δεν θα πρέπει να αποκλείονται άλλες εταιρείες επενδύσεων (π.χ. εταιρείες που δεν εμπίπτουν στον ορισμό των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου), διότι ενδέχεται να μπορούν και αυτές να επενδύουν σε εταιρείες-στόχους, οπότε πρέπει να δικαιούνται και χρήσης των ζημιών. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, καθώς οι εταιρείες-στόχοι στις οποίες συμμετέχουν άλλες εταιρείες επενδύσεων δύνανται να μεταφέρουν ζημίες μόνον στην περίπτωση που οι εταιρείες αυτές απέκτησαν τη συμμετοχή τους από εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου σύμφωνα με τους όρους που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 21.

(31)

Περαιτέρω, η Γερμανία ισχυρίζεται ότι το εν λόγω μέτρο δεν επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, διότι επιδιώκει έναν «εσωτερικό σκοπό» που είναι σύμφωνος με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη φορολογία των επιχειρήσεων. Κατά την άποψη της Γερμανίας, το μέτρο αποτελεί απλώς εξαίρεση από έναν υποχρεωτικό κανόνα, ισοδύναμος του οποίου δεν συναντάται σε άλλα κράτη μέλη και συνεπώς, δεν είναι πιθανό να έχει διασυνοριακές επιδράσεις στον ανταγωνισμό ή στις συναλλαγές.

(32)

Η Επιτροπή σημείωσε ωστόσο ότι είναι πολύ πιθανόν οι δικαιούχοι του εν λόγω μέτρου να δραστηριοποιούνται σε συναλλαγές με άλλα κράτη μέλη, με αποτέλεσμα το μέτρο να επιδρά στις συναλλαγές. Εξάλλου, η εξέταση του κατά πόσο ένα φορολογικό μέτρο ευνοεί επιλεκτικά ορισμένες επιχειρήσεις θα πρέπει να γίνει με βάση το γενικό σύστημα που ισχύει στο οικείο κράτος μέλος, ενώ καταρχήν είναι αδιάφορες οι διατάξεις που εφαρμόζονται σε άλλα κράτη μέλη.

3.3.   Ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης στο πλαίσιο της παροχής φορολογικών απαλλαγών σε ιδιώτες επενδυτές

(33)

Η Γερμανία δήλωσε ότι το μέτρο δεν συνιστά κρατική ενίσχυση επειδή οι δικαιούχοι του είναι φυσικά πρόσωπα. Επειδή όμως χάριν του μέτρου καθίστανται περισσότερο ελκυστικές οι επενδύσεις σε ορισμένες επιχειρήσεις, ήτοι σε εταιρείες-στόχους, ενδέχεται οι επιχειρήσεις αυτές να επωφελούνται εμμέσως (13).

(34)

Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πληρούνται τα κριτήρια του «πλεονεκτήματος» και της «επιλεκτικής μεταχείρισης». Επίσης σημείωσε ότι η εφαρμογή του μέτρου συνεπάγεται μείωση των ετήσιων φορολογικών εσόδων κατά περίπου 30 εκατ. ευρώ.

3.4.   Συμβατότητα προς τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται για την προώθηση των επενδύσεων επιχειρηματικών κεφαλαίων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις

(35)

Η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες σχετικά με τη συμβατότητα των μέτρων προς τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται για την προώθηση των επενδύσεων επιχειρηματικών κεφαλαίων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις (εφεξής «κατευθυντήριες γραμμές για επιχειρηματικά κεφάλαια») (14) καθώς, σύμφωνα με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές, απαγορεύεται η χορήγηση κρατικών ενισχύσεων σε μεγάλες επιχειρήσεις (15), προβληματικές επιχειρήσεις και επιχειρήσεις που ανήκουν στον τομέα της ναυπηγίας, του άνθρακα και του χάλυβα. Επειδή στην προκείμενη περίπτωση δύνανται να επωφεληθούν από τα μέτρα και επιχειρήσεις που ανήκουν στις παραπάνω ομάδες, ο ορισμός του πεδίου εφαρμογής των μέτρων (σε ό,τι αφορά τους δικαιούχους) δεν είναι σύμφωνος με τις κατευθυντήριες γραμμές για επιχειρηματικά κεφάλαια.

(36)

Εξάλλου, σύμφωνα με το τμήμα 4.3 των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια, στόχος μιας κρατικής ενίσχυσης πρέπει να είναι η αντιμετώπιση συγκεκριμένης ανεπάρκειας της αγοράς η ύπαρξη της οποίας τεκμηριώνεται επαρκώς. Τέτοια τεκμηρίωση δεν υποβλήθηκε εκ μέρους της Γερμανίας.

(37)

Περαιτέρω, η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες και σχετικά με το αν πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις που ορίζονται στο τμήμα 4 των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια. Επίσης, σημείωσε ότι ο περιορισμός της εφαρμογής της φορολογικής απαλλαγής μόνο σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που επενδύουν σε κεφαλαιουχικές εταιρείες φαίνεται να μην ανταποκρίνεται στον δεδηλωμένο σκοπό του μέτρου, ο οποίος συνίσταται στην υποστήριξη της χορήγησης επιχειρηματικού κεφαλαίου σε επιχειρήσεις που το έχουν ανάγκη, και τούτο διότι παρότι οι νέες, καινοτόμες επιχειρήσεις που έχουν ανάγκη από επιχειρηματικό κεφάλαιο ενδέχεται να επιλέγουν νομική μορφή διαφορετική από αυτήν της κεφαλαιουχικής εταιρείας, δεν θα ευνοηθούν από το μέτρο αν έχουν συσταθεί ως προσωπική εταιρεία.

3.5.   Συμβατότητα με την κοινή αγορά

(38)

Η Επιτροπή εξέφρασε επιφυλάξεις σχετικά με τη συμβατότητα των μέτρων προς τις διατάξεις της κοινής αγοράς. Ενόψει του γεγονότος ότι ως εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου δύνανται να χαρακτηριστούν μόνο οι επιχειρήσεις που έχουν την έδρα και τη διοίκησή τους στη Γερμανία, προκύπτει ότι ορισμένες επιχειρήσεις, και ιδίως εργοστάσια, υποκαταστήματα και θυγατρικές εταιρειών της Κοινότητας και του ΕΟΧ, που όμως έχουν την έδρα τους εκτός Γερμανίας, δεν είναι επιλέξιμες. Ο όρος αυτός ενδέχεται να περιορίζει το δικαίωμα της ελεύθερης εγκατάστασης σύμφωνα με το άρθρο 43 της συνθήκης.

(39)

Η Γερμανία αναφέρει ότι οι επιχειρήσεις με έδρα εκτός Γερμανίας δεν είναι δυνατόν να ελεγχθούν από την BaFin, απολαμβάνοντας ως εκ τούτου αδικαιολόγητο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των γερμανικών εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου. Ωστόσο, η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες σχετικά με το αν πράγματι δεν υπάρχουν δυνατότητες εποπτείας των επιχειρήσεων που ανήκουν σε αλλοδαπές εταιρείες, οι οποίες είναι καταχωρημένες στη Γερμανία και βρίσκονται εν τοις πράγμασι σε ανταγωνισμό με τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή είχε καταλήξει τότε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει δικαιολογία για τον αποκλεισμό των επιχειρήσεων αυτών από την εν λόγω ρύθμιση. Για το λόγο αυτό άλλωστε η Επιτροπή είχε εκφράσει επιφυλάξεις ως προς το ότι τα εξεταζόμενα μέτρα είναι συμβατά με την κοινή αγορά.

4.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΙΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(40)

Με έγγραφο της 3ης Μαρτίου 2009 η Γερμανία υπέβαλε τις παρατηρήσεις της σχετικά με την απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης. Οι παρατηρήσεις αφορούν το σύνολο των τριών μέτρων. Εν προκειμένω, η Γερμανία εμμένει στην άποψή της ότι τα μέτρα δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις.

4.1.   Μέτρο που αφορά το φόρο επιτηδεύματος

(41)

Η Γερμανία υπογράμμισε την άποψή της ότι το μέτρο που αφορά το φόρο επιτηδεύματος δεν προβλέπει απαλλαγή από το φόρο αυτό, αλλά χρησιμεύει απλώς στην οριοθέτηση μεταξύ εμπορικών δραστηριοτήτων και δραστηριοτήτων διαχείρισης περιουσίας, έχοντας συνεπώς δηλωτική μόνο σημασία. Σημειώνει ότι η κρίση περί του αν μία εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου ασκεί εμπορική δραστηριότητα ή δραστηριοποιείται στη διαχείριση περιουσίας βασίζεται τελικά στη νομολογία των ανωτάτων γερμανικών δικαστηρίων, η οποία συνοψίζεται στο έγγραφο του 2003.

(42)

Σε ό,τι αφορά την εκτιμώμενη μείωση των φορολογικών εσόδων κατά 90 εκατ. ευρώ, η Γερμανία δήλωσε ότι χάρη στις διευκρινίσεις που περιλαμβάνονται στον MoRaKG θα υπάρξουν λιγότερες «ατυχείς» συμβατικές διατυπώσεις εξαιτίας των οποίων οφείλονται φόροι μόνο και μόνο λόγω «ατυχών» διατυπώσεων.

4.2.   Μέτρο που αφορά τη μεταφορά ζημιών

(43)

Η Γερμανία υπογράμμισε την άποψη σύμφωνα με την οποία οι διατάξεις για τη μεταφορά ζημιών σε επίπεδο εταιρείας-στόχου δικαιολογούνται από τη φύση και τη λογική του οικείου φορολογικού συστήματος, ακόμη και όταν η επένδυση σε εταιρείες-στόχους γίνεται από επενδυτική εταιρεία που δεν υπάγεται στον ορισμό του MoRaKG.

(44)

Κατά την άποψη της Γερμανίας, ο νομοθέτης έχει την ευχέρεια να διακρίνει μεταξύ εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου και λοιπών επενδυτικών εταιρειών, εφόσον μεταξύ των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου και των λοιπών επενδυτικών εταιρειών υφίστανται αντικειμενικές διαφορές. Για το λόγο αυτό, η Γερμανία θεωρεί ότι μία διακριτική μεταχείριση είναι δικαιολογημένη σύμφωνα με το σημείο 24 της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με τη φορολογία των επιχειρήσεων.

(45)

Επίσης, η Γερμανία θεωρεί ότι οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου αποτελούν ιδιαίτερη περίπτωση. Επειδή για τις εταιρείες αυτές είναι χαρακτηριστικό ότι επενδύουν σε εταιρείες-στόχους που μεταφέρουν ζημίες, το δεύτερο μέτρο δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση αλλά συνιστά μια ρύθμιση προς αντιστάθμιση των μειονεκτημάτων που ενέχει το σημερινό καθεστώς στην αγορά του επιχειρηματικού κεφαλαίου.

4.3.   Φορολογικές απαλλαγές σε ιδιώτες επενδυτές

(46)

Σύμφωνα με την άποψη της Γερμανίας, το μέτρο που αφορά φορολογικές απαλλαγές δεν θα έχει σημαντικές επιδράσεις στις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, ιδίως λόγω του γεγονότος ότι η φορολογική απαλλαγή περιορίζεται στο ποσό των 22 500 ευρώ για κάθε ιδιώτη επενδυτή. Άλλωστε, το μέτρο ισχύει εξίσου και για εταιρείες-στόχους που έχουν έδρα σε άλλα κράτη μέλη και δεν γίνεται διάκριση μεταξύ γερμανικών εταιρειών στόχων και εταιρειών στόχων-άλλων κρατών μελών.

(47)

Πέραν τούτου, η Γερμανία δήλωσε ότι άμεσα δικαιούχοι του μέτρου θα είναι φυσικά πρόσωπα, τα οποία δεν υπάγονται στις διατάξεις για τις κρατικές ενισχύσεις. Επίσης δήλωσε ότι ο χαρακτηρισμός του μέτρου ως κρατικής ενίσχυσης αποκλείεται και λόγω του ότι βάσει της δομής του μέτρου δεν παρέχεται στις εταιρείες-στόχους κάποιο ποσοτικά προσδιορίσιμο πλεονέκτημα.

(48)

Κατά τις δηλώσεις της Γερμανίας, το φορολογικό όφελος δεν συναρτάται άμεσα με την επένδυση αλλά με την πώληση της συμμετοχής στην εταιρεία-στόχο.

4.4.   Παραβίαση της αρχής της ελεύθερης εγκατάστασης

(49)

Σύμφωνα με την άποψη της Γερμανίας, ο MoRaKG δεν παραβιάζει την αρχή της ελεύθερης εγκατάστασης κατά το άρθρο 43 της συνθήκης, καθώς ο ενδεχόμενος περιορισμός της ελευθερίας εγκατάστασης θα δικαιολογούνταν από το γεγονός ότι η απαίτηση σχετικά με την έδρα αποτελεί τη μοναδική δυνατότητα για τη διασφάλιση της τήρησης των προϋποθέσεων που θέτει ο νόμος.

5.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΡΙΤΩΝ

(50)

Με έγγραφα της 9ης Απριλίου 2009 [Bundesverband Deutscher Kapitalbeteilungsgesellschaften — German Private Equity and Venture Capital Association e. V. (BVK)] και της 14ης Απριλίου 2009 [Biotechnologie-Industrie-Organisation Deutschland eV (BIO) και Business Angels Network Deutschland e. V. (BAND)], υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την απόφαση κίνησης της διαδικασίας τρεις ακόμη ενδιαφερόμενοι.

5.1.   Παρατηρήσεις τρίτων σχετικά με το φόρο επιτηδεύματος

(51)

Σύμφωνα με την άποψη του BVK, η θέσπιση νομοθετικών κριτηρίων μέσω του MoRaKG για την κατάταξη μιας εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου στο πλαίσιο της φορολογικής της μεταχείρισης ως δραστηριοποιούμενης στη διαχείριση περιουσίας δεν συνεπάγεται την παροχή φορολογικών πλεονεκτημάτων προς τις εταιρείες αυτές. Αντιθέτως, ο BVK θεωρεί ότι ο MoRaKG συμβάλλει στη δημιουργία μεγαλύτερης ανασφάλειας στον κλάδο.

(52)

Κατά τη γνώμη του BVK, η «διευκρίνιση» δεν είναι λιγότερο αυστηρή από το έγγραφο του 2003, αφού η δημοσιονομική επιτροπή του γερμανικού κοινοβουλίου έχει εκφράσει την άποψη ότι το έγγραφο του 2003 θα εξακολουθήσει να ισχύει παράλληλα και συμπληρωματικά με τον MoRaKG (16). Συνεπώς, οι γενικές διατυπώσεις του άρθρου 1 παράγραφος 19 του MoRaKG θα συγκεκριμενοποιούνται βάσει του εγγράφου του 2003. Με αυτήν τη μη ικανοποιητική τεχνική ρύθμισης θα εξακολουθήσουν να ισχύουν τα κριτήρια του εγγράφου του 2003 και για τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου. Για το λόγο αυτό ο BVK δεν μπορεί να κατανοήσει τους υπολογισμούς της ομοσπονδιακής κυβέρνησης που εκτιμά τη μείωση των φορολογικών εσόδων σε 90 εκατ. ευρώ.

(53)

Ο BVK τάσσεται ρητά υπέρ της θέσπισης ενιαίων γενικών όρων για ημεδαπές και αλλοδαπές εταιρείες ιδιωτικού επενδυτικού κεφαλαίου, και ιδίως για αυτές των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και για τους ημεδαπούς και αλλοδαπούς επενδυτές τους στη Γερμανία.

(54)

Σύμφωνα με την άποψη της BIO, ο MoRaKG δεν προβλέπει κάποιο πλεονέκτημα για τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου ως προς την απαλλαγή από τον φόρο επιτηδεύματος, αλλά κατοχυρώνει νομοθετικά την πρακτική που ακολουθείται ήδη δυνάμει του εγγράφου του 2003, σύμφωνα με την οποία τα κεφάλαια διαχείρισης περιουσίας απαλλάσσονται από φόρο επιτηδεύματος.

5.2.   Παρατηρήσεις τρίτων σχετικά με τη μεταφορά ζημιών

(55)

Κατά την άποψη του BVK, ο γερμανός νομοθέτης θα πρέπει να μεταχειρίζεται τις εγχώριες και αλλοδαπές εταιρείες ιδιωτικού μετοχικού και επιχειρηματικού κεφαλαίου κατά τον ίδιο τρόπο που μεταχειρίζεται τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου υπό την έννοια του MoRaKG. Ο BVK θεωρεί ότι ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μόνον μέσω της θέσπισης κοινών νομικών και φορολογικών όρων για όλες τις μορφές ιδιωτικού κεφαλαίου και προτείνει να δοθεί και στις εταιρείες μετοχικού κεφαλαίου που δεν εντάσσονται στον ορισμό του MoRaKG η δυνατότητα να επωφελούνται της αφαίρεσης ζημιών χωρίς καμία διάκριση. Περαιτέρω, ο BVK επαναλαμβάνει την άποψή του ότι η απαγόρευση της αφαίρεσης των ζημιών που περιέχεται στο γερμανικό νόμο για το φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων παρακωλύει μακροπρόθεσμα την επενδυτική δραστηριότητα εταιρειών ιδιωτικού μετοχικού και επιχειρηματικού κεφαλαίου.

(56)

Η BIO Deutschland χαρακτηρίζει τον MoRaKG ως πρόοδο σε σχέση με το υφιστάμενο ισχύον καθεστώς για τη μεταφορά ζημιών. Εστιάζοντας ιδίως στο θέμα της μεταφοράς ζημιών, η BIO εκφράζει την άποψη ότι η επακριβώς προσδιορισμένη εξομάλυνση μιας διακριτικής μεταχείρισης δεν αποτελεί ενίσχυση. Κατά τη γνώμη της, ο MoRaKG θα πρέπει να θεωρηθεί ότι περιέχει ρυθμίσεις για την εξομάλυνση της δυσμενούς διακριτικής φορολογικής μεταχείρισης εις βάρος ιδίως καινοτόμων ΜΜΕ, οι οποίες την υφίστανται βάσει των κανόνων που ισχύουν επί του παρόντος σε σχέση με την αφαίρεση ζημιών. Η ΒΙΟ θεωρεί ότι η διαφοροποίηση που εισάγει ο MoRaKG για τις εταιρείες συμμετοχών κεφαλαίου οι οποίες παρέχουν κεφάλαια σε μία επιχείρηση είναι ορθή και αναγκαία.

5.3.   Παρατηρήσεις τρίτων σχετικά με τις φορολογικές απαλλαγές σε ιδιώτες επενδυτές

(57)

Ο BVK εκφράζει την ικανοποίησή του για τον γενικότερο στόχο των φορολογικών απαλλαγών που προβλέπεται από τον MoRaKG. Κατά την άποψή του, το εν λόγω φοροαπαλλακτικό μέτρο συνιστά εύλογη ενίσχυση των ιδιωτών που επενδύουν στον υψηλού κινδύνου τομέα της προλειτουργικής χρηματοδότησης, στον οποίο στοχεύει ο MoRaKG.

(58)

Το BAND επισημαίνει ότι τέτοιου είδους φορολογικές απαλλαγές προς ιδιώτες που επενδύουν σε νέες επιχειρήσεις είναι συνήθεις σε άλλα κράτη μέλη, όπου μάλιστα είναι και διαδεδομένες. Το BAND τάσσεται υπέρ της θέσπισης φορολογικών απαλλαγών για ιδιώτες επενδυτές, εκφράζοντας την ικανοποίησή του για τον MoRaKG. Συγχρόνως, το BAND διατηρεί αμφιβολίες για το κατά πόσον ο MoRaKG θα γίνει αντιληπτός από τους «business angels» ως κίνητρο, καθότι τα φορολογικά πλεονεκτήματα που παρέχει περιορίζονται στην περίπτωση επιτυχούς εξόδου από την επένδυση. Λαμβάνοντας υπόψη το ισχύον σύστημα φορολογίας επί του ποσοστού του εισοδήματος (Teileinkünfteverfahren), το BAND υπολογίζει τη μέγιστη φορολογική έκπτωση ανά επενδυτή σε περίπου 14 210 ευρώ έναντι των 22 500 ευρώ που αναφέρει η Γερμανία. Σύμφωνα με το BAND, η έμμεση ενίσχυση των εταιρειών στόχων δεν θα ξεπερνά ποτέ στην πράξη τα 200 000 ευρώ που είναι το όριο de minimis, ενώ το πλεονέκτημα, αν υπάρχει, θα γεννάται κατά το χρόνο της εξόδου του επενδυτή.

(59)

Σύμφωνα με την άποψη της BIO, η μέγιστη απαλλαγή που παρέχεται σε έναν ιδιώτη επενδυτή υπό πολύ συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ανέρχεται σε 22 500 ευρώ. Η BIO θεωρεί ότι το ποσό αυτό είναι εξαιρετικά χαμηλό, δεν συναρτάται με την επένδυση (αλλά με την πώληση της συμμετοχής) και, συνεπώς, δεν μεταφέρεται στις εταιρείες-στόχους.

6.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΤΡΙΤΩΝ

(60)

Η Γερμανία απάντησε στις παρατηρήσεις των τρίτων με έγγραφο της 22ας Μαΐου 2009.

6.1.   Μέτρο που αφορά τον φόρο επιτηδεύματος

(61)

Η Γερμανία παρατηρεί ότι ο BVK παρά την κριτική που ασκεί στον MoRaKG, επιβεβαιώνει ότι ο MoRaKG δεν εισάγει παρέκκλιση από το ισχύον νομικό καθεστώς σε ό,τι αφορά τη διάκριση μεταξύ δραστηριότητας διαχείρισης περιουσίας και εμπορικής δραστηριότητας.

6.2.   Μέτρο που αφορά τη μεταφορά ζημιών

(62)

Η Γερμανία επισημαίνει ότι η πρόταση του BVK για επέκταση του μέτρου στο σύνολο του κλάδου των ιδιωτικών κεφαλαίων θα οδηγούσε σε ανεπιθύμητη εκμετάλλευσή του. Σχετικά, αναφέρει ότι η απόφαση για την εισαγωγή μιας αναγκαίας διαφοροποίησης είχε ως στόχο την όσο το δυνατόν ακριβέστερη εστίαση στο σκοπό του μέτρου.

(63)

Η Γερμανία υπογραμμίζει ότι η BIO ενισχύει την άποψη της Γερμανίας ότι ο MoRaKG αποτελεί όχημα για μια συνεκτική διαφοροποίηση, βασιζόμενη σε αντικειμενικά κριτήρια, προκειμένου να αποτραπεί η καταχρηστική μεταφορά ζημιών.

6.3.   Φορολογικές απαλλαγές σε ιδιώτες

(64)

Η Γερμανία θεωρεί ότι οι παρατηρήσεις των τρίτων επιβεβαιώνουν την άποψή της, σύμφωνα με την οποία το μέτρο, λόγω του επουσιώδους και έμμεσου χαρακτήρα του καθώς και της συνάρτησής του με την πραγματοποίηση κερδών και τον προσανατολισμό του σε εταιρείες-στόχους οποιουδήποτε κράτος μέλους, δεν συνιστά ενίσχυση.

7.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

7.1.   Ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης

7.1.1.   Μέτρο που αφορά τον φόρο επιτηδεύματος

(65)

Οι επιφυλάξεις της Επιτροπής σε σχέση με την υποτιθέμενη νομοθετική «διευκρίνιση» του εγγράφου του 2003 μέσω του MoRaKG ως προς τη φορολογία επιτηδεύματος δεν εξαλείφθηκαν κατά τη διάρκεια της επίσημης διαδικασίας.

(66)

Η Γερμανία εκτιμά ότι το εν λόγω μέτρο θα οδηγήσει σε μείωση των φορολογικών εσόδων κατά 90 εκατ. ευρώ ετησίως. Η μείωση αυτή θα προκύψει λόγω του ότι θα υπάρξουν λιγότερο «ατυχείς συμβατικές διατυπώσεις». Η δικαιολογία αυτή δεν είναι πειστική για την Επιτροπή, καθώς είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου είναι τόσο κακοί γνώστες του φορολογικού δικαίου ώστε να μην είναι σε θέση να αποφύγουν τέτοιου είδους «ατυχείς συμβατικές διατυπώσεις» και τις συνεπαγόμενες εξ αυτών φορολογικές υποχρεώσεις. Η άποψη της Επιτροπής φαίνεται εξάλλου να επιβεβαιώνεται και από τρίτους, καθώς και ο BVK θεωρεί ότι ο MoRaKG θα συμβάλλει στη δημιουργία περαιτέρω ανασφάλειας στον κλάδο.

(67)

Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή κρίνει ότι το μέτρο θα οδηγήσει σαφώς σε απώλεια κρατικών πόρων οι οποίοι, σε αντίθετη περίπτωση (υπό το προηγούμενο καθεστώς) θα εισέρεαν στα ταμεία του κράτους. Για το λόγο αυτό η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το μέτρο χορηγείται από κρατικούς πόρους.

(68)

Ανεξαρτήτως από τη συμβατότητα ή μη του εγγράφου του 2003 με τη φύση και τη λογική του γερμανικού συστήματος, η Επιτροπή διαπίστωσε στην απόφασή της για κίνηση της επίσημης διαδικασίας ότι ο MoRaKG φαίνεται να παρεκκλίνει από το Έγγραφο, καθώς:

οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου δύνανται να αναζητούν επενδυτές με προσφορές απευθυνόμενες στο ευρύ κοινό, κάτι που απαγορεύεται με το έγγραφο του 2003,

σύμφωνα με τον MoRaKG, οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου δύνανται να διατηρούν γραφεία και επιχειρηματική οργάνωση και δραστηριότητα, ενώ το έγγραφο του 2003 απαγορεύει την «πλήρη ιδία οργάνωση» και περιορίζει τον αριθμό των εργαζομένων και το κόστος λειτουργίας των γραφείων σε αυτό που συνήθως απαιτείται για μία «μεγάλη ιδιωτική περιουσία»,

ο MoRaKG δεν απαγορεύει ρητά την επιχειρηματική δραστηριοποίηση των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου σε εταιρείες χαρτοφυλακίου, ενώ το έγγραφο του 2003 δεν επιτρέπει την επιχειρηματική δραστηριοποίηση σε εταιρείες χαρτοφυλακίου, όπως αναφέρεται και στην αιτιολογική σκέψη 13.

(69)

Τις ως άνω επιφυλάξεις δεν μπόρεσαν να άρουν οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της επίσημης διαδικασίας. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι ο MoRaKG διευρύνει τον κύκλο των δυνάμει δικαιούχων, καθώς είναι πιθανό ορισμένες εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που, σύμφωνα με το έγγραφο του 2003, θα υπόκειντο σε φόρο επιτηδεύματος να ταξινομούνται ως μη υποκείμενες στο φόρο αυτόν. Συνεπώς, το εν λόγω μέτρο παρέχει σε ορισμένες εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου φορολογικό πλεονέκτημα στον βαθμό που τους επιτρέπει να ασκούν ορισμένες δραστηριότητες και παρ’ όλα αυτά να εξαιρούνται από τη φορολογία, σε αντίθεση με τα ιδιωτικά μετοχικά και τα επιχειρηματικά κεφάλαια, τα οποία υπάγονται μόνο στο έγγραφο του 2003, με συνέπεια να καθίστανται υπόχρεα φόρου επιτηδεύματος σε περίπτωση που ασκήσουν δραστηριότητες τέτοιου είδους.

(70)

Πέραν αυτού, το εν λόγω μέτρο παρέχει στις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του MoRaKG ένα επιλεκτικό πλεονέκτημα έναντι των επιχειρηματικών κεφαλαίων και των ιδιωτικών μετοχικών κεφαλαίων. Αυτό συμβαίνει επειδή προϋπόθεση για να επωφεληθεί μία εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου από το εν λόγω μέτρο είναι να υπάγεται στο ορισμό του MoRaKG. Συνεπώς, τα επιχειρηματικά κεφάλαια και τα ιδιωτικά μετοχικά κεφάλαια που επενδύουν λιγότερο από το 70 % του συνολικού ενεργητικού τους σε συμμετοχές ιδίων κεφαλαίων εταιρειών-στόχων δεν δύνανται να επωφεληθούν από το μέτρο ακόμη και αν κατ’ ουσία ασκούν την ίδια δραστηριότητα. Το ίδιο ισχύει και για τα επιχειρηματικά κεφάλαια και τα ιδιωτικά μετοχικά κεφάλαια που δεν έχουν την έδρα τους και τη διοίκησή τους στη Γερμανία. Αυτό σημαίνει ότι τα επιχειρηματικά κεφάλαια και τα ιδιωτικά μετοχικά κεφάλαια που διατηρούν απλώς εγκαταστάσεις στη Γερμανία δεν είναι δικαιούχοι κατά τον MoRaKG, ακόμη και αν ασκούν ακριβώς τις ίδιες δραστηριότητες όπως οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου.

(71)

Κατά συνέπεια, μόνον οι επιχειρήσεις που ανήκουν σε αυτόν τον στενό κύκλο απαλλάσσονται με κρατικά μέσα από ένα μέρος των λειτουργικών τους εξόδων (συγκεκριμένα από ορισμένη φορολογική υποχρέωση), τα οποία κανονικά βαρύνουν τις ίδιες σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό καθεστώς. Οι δικαιούχοι του συγκεκριμένου μέτρου δραστηριοποιούνται κατά κύριο λόγο στην παροχή ιδιωτικών κεφαλαίων συμμετοχής και επιχειρηματικών κεφαλαίων, βρίσκονται δε σε ανταγωνισμό με άλλες εταιρείες συμμετοχών στη Γερμανία ή σε άλλα κράτη μέλη. Αυξάνοντας τα οικονομικά μέσα που διαθέτουν οι δικαιούχοι για την άσκηση της δραστηριότητάς τους, το εν λόγω μέτρο ενισχύει τη θέση των δικαιούχων έναντι των ανταγωνιστών τους εντός της Κοινότητας. Για τον λόγο αυτό, η ενίσχυση αυτή θα μπορούσε να επηρεάσει τον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών.

(72)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι το κοινοποιηθέν μέτρο που αφορά το φόρο επιτηδεύματος συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, η οποία χορηγείται υπέρ ορισμένων εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου.

7.1.2.   Αφαίρεση ζημιών

(73)

Όπως αναφέρεται στο τμήμα 4.2, η Γερμανία παραδέχεται καταρχήν ότι η επανεισαγωγή της μεταφοράς ζημιών για εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που επενδύουν σε εταιρείες-στόχους είναι επιλεκτική και ευνοεί τόσο την εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου όσο και την εταιρεία-στόχο. Ωστόσο, η Γερμανία υποστηρίζει ότι είναι θεμιτό οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου και οι εταιρείες-στόχοι να διακρίνονται κατά τρόπο εύλογο και πρακτικά εφαρμόσιμο και ότι η διάκριση, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο σημείο 24 της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με τη φορολογία των επιχειρήσεων (όπου αναφέρεται ότι ορισμένες διαφοροποιήσεις μπορούν να δικαιολογούνται από αντικειμενικές διαφορές μεταξύ των φορολογουμένων) δικαιολογείται από αντικειμενικά κριτήρια μεταξύ των φορολογουμένων, καθώς ο γενικός περιορισμός της χρήσης ζημιών που θεσπίστηκε το 2008 είναι ιδιαίτερα επαχθής για την αγορά επιχειρηματικού κεφαλαίου.

(74)

Πρώτον, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι το μέτρο συνδέεται σαφώς με την απώλεια κρατικών εσόδων εις βάρος του κράτους και, συνεπώς, χορηγείται από κρατικούς πόρους. Οι απώλειες φορολογικών εσόδων είναι προς όφελος των εταιρειών στόχων και των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που είναι δικαιούχοι του μέτρου. Οι λιγότερο αυστηρές διατάξεις που ισχύουν για τη μεταφορά ζημιών από εταιρείες-στόχους, στις οποίες συμμετέχουν εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, ενέχουν οικονομικά πλεονεκτήματα για τις δύο αυτές κατηγορίες επιχειρήσεων και τους παρέχουν τη δυνατότητα εξοικονόμησης φόρων. Η μεν εταιρεία-στόχος επωφελείται από τη μεταφορά ζημιών, καθώς της επιτρέπει να συμψηφίζει ζημίες και έτσι να πληρώνει λιγότερο φόρο, πράγμα που διαφορετικά θα αποκλειόταν βάσει των διατάξεων για την πρόληψη της κατάχρησης, η δε εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου επωφελείται σχεδόν άμεσα στο βαθμό που άλλοι αγοραστές συμμετοχών δεν μπορούν να εκμεταλλευτούν το συμψηφισμό.

(75)

Επειδή η εξοικονόμηση φόρων καθίσταται κατ’ ουσία δυνατή μόνο στην περίπτωση που μία εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου επενδύσει σε εταιρεία-στόχο, οι εταιρείες-στόχοι ευνοούνται και με έμμεσο τρόπο διότι το μέτρο παρέχει στις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου κίνητρο να επενδύουν σε εταιρείες-στόχους και όχι σε άλλες επιχειρήσεις οι οποίες θα αποτελούσαν επιλογή για έναν επενδυτή επιχειρηματικού κεφαλαίου βάσει αμιγώς οικονομικών κριτηρίων. Με τον τρόπο αυτό, οι εταιρείες-στόχοι μπορούν να λαμβάνουν επιχειρηματικό κεφάλαιο σε μέγεθος και υπό όρους διαφορετικούς από αυτούς που θα ίσχυαν χωρίς το μέτρο. Συνεπώς, το μέτρο ενδέχεται να ενισχύει έμμεσα την κεφαλαιουχική βάση των εταιρειών-στόχων.

(76)

Πέραν αυτού, δεν μπορεί να γίνει δεκτό το επιχείρημα της Γερμανίας ότι το συγκεκριμένο μέτρο, παρότι δεν αποκλείεται να περιλαμβάνει στον ορισμό της εταιρείας-στόχου και προβληματικές επιχειρήσεις, δεν μπορεί να αποτελεί πλεονέκτημα για τις επιχειρήσεις αυτές. Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία της Γερμανίας, μία εταιρεία-στόχος που είναι προβληματική δεν μπορεί να έχει κέρδη τα οποία θα μπορούσαν να συμψηφιστούν με ζημίες και να φορολογηθούν και, συνεπώς, η δυνατότητα χρήσης ζημιών προηγούμενων χρήσεων είναι αδιάφορη για την επιχείρηση αυτή. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με την επιχειρηματολογία της Γερμανίας, ο MoRaKG δεν εισάγει πλεονέκτημα για τις προβληματικές επιχειρήσεις όπως αυτές ορίζονται από την κοινοτική νομοθεσία. Κατά την άποψη της Επιτροπής, η παραπάνω επιχειρηματολογία δεν είναι βάσιμη, καθώς ο αγοραστής μιας προβληματικής επιχείρησης ή μιας «εικονικής εταιρείας» ενδέχεται να ενδιαφέρεται εν τοις πράγμασι, για φορολογικούς λόγους, ιδίως για τις μεταφερόμενες ζημίες της.

(77)

Τα πλεονεκτήματα που αναφέρονται παραπάνω ενδέχεται να επηρεάσουν τις συναλλαγές και τον ανταγωνισμό. Σε ό,τι αφορά τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, η Επιτροπή εξέτασε το κριτήριο αυτό στην αιτιολογική σκέψη 71 αναφορικά με τη ρύθμιση για τον φόρο επιτηδεύματος. Σε ό,τι αφορά τις εταιρείες-στόχους, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι αυτές μπορεί να δραστηριοποιούνται σε οποιονδήποτε οικονομικό κλάδο και, συνεπώς, σε κλάδους όπου διενεργούνται ή ενδέχεται να διενεργηθούν και ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Ως εκ τούτου, το χορηγούμενο σε αυτές οικονομικό πλεονέκτημα ενδέχεται να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών.

(78)

Δεύτερον, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι δεν αμφισβητείται η επιλεκτικότητα του μέτρου.

(79)

Τρίτον, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η Γερμανία δεν κατάφερε να αποδείξει τη συμβατότητα του μέτρου με τη φύση και τη λογική του γερμανικού φορολογικού συστήματος. Ακόμη και αν υποτεθεί ότι πράγματι ο περιορισμός ως προς την αφαίρεση ζημιών είναι ιδιαίτερα επαχθής για την αγορά επιχειρηματικού κεφαλαίου και συνεπώς δικαιολογείται η θέσπιση ειδικής μεταχείρισης, κατά την άποψη της Επιτροπής αυτό δεν δικαιολογεί τη διαφοροποίηση των φορολογουμένων που επιχειρεί η Γερμανία, καθώς δεν εξαιρείται το σύνολο της αγοράς από την απαγόρευση μεταφοράς ζημιών. Αν οι ισχυρισμοί της Γερμανίας ήταν ορθοί, δεν θα υπήρχε αντικειμενικός λόγος να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής του μέτρου οι επιχειρήσεις που δεν είναι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, επενδύουν όμως στις ίδιες εταιρείες-στόχους. Ωστόσο, οι επιχειρήσεις που δεν είναι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου δύνανται να επωφεληθούν από το μέτρο μόνο στη σπάνια περίπτωση που θα αποκτήσουν συμμετοχή σε εταιρεία-στόχο αγοράζοντάς την από εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου. Η άποψη αυτή επιβεβαιώνεται και από τις παρατηρήσεις του BVK που εκτίθενται στο τμήμα 5.2.

(80)

Περαιτέρω, το μέτρο δεν φαίνεται να είναι συμβατό με τη φύση και τη λογική του γερμανικού φορολογικού συστήματος καθώς δεν προκύπτει ότι ο περιορισμός ως προς τη χρήση ζημιών αποτελεί ιδιαίτερα επαχθές μέτρο για τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου όταν επενδύουν σε εταιρείες-στόχους, όχι όμως όταν ασκούν τις ίδιες δραστηριότητες επενδύοντας σε άλλες επιχειρήσεις, όπως προσωπικές εταιρείες οι οποίες ενδέχεται και αυτές να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξεύρεση επιχειρηματικών κεφαλαίων, ιδίως όταν είναι νέες και καινοτόμες.

(81)

Εξάλλου, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η Γερμανία, στο πλαίσιο της εντατικοποίησης των μέτρων για την πρόληψη της κατάχρησης της μεταφοράς ζημιών μέσω του νόμου για τη μεταρρύθμιση της φορολογίας των επιχειρήσεων του 2008, όπως περιγράφεται ήδη στο τμήμα 2.4.1, θέσπισε μία νέα γενική φορολογική διάταξη στο πεδίο αυτό. Το γεγονός ότι τα εν λόγω μέτρα για την πρόληψη της κατάχρησης καταργούνται εν μέρει με τη θέσπιση λιγότερο αυστηρών διατάξεων για τη μεταφορά ζημιών, τα οποία ισχύουν μόνο για επιλεγμένη ομάδα επιχειρήσεων, δεν φαίνεται να δικαιολογείται από τη φύση και τη λογική του ισχύοντος από το 2008 φορολογικού συστήματος.

(82)

Βάσει των προαναφερθέντων, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι το κοινοποιηθέν μέτρο που αφορά τη μεταφορά ζημιών αποτελεί κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, η οποία χορηγείται σε εταιρείες-στόχους και εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου.

7.1.3.   Φορολογικές απαλλαγές σε ιδιώτες επενδυτές

(83)

Όπως αναφέρεται στο τμήμα 4.3, η Γερμανία υποστηρίζει ότι το μέτρο αυτό δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση καθώς οι δικαιούχοι είναι φυσικά πρόσωπα. Συγχρόνως, ισχυρίζεται ότι το μέτρο δεν δημιουργεί κάποιο επαληθεύσιμο και ποσοτικά προσδιορίσιμο πλεονέκτημα υπέρ των εταιρειών-στόχων και των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου και, συνεπώς, δεν ασκεί καμία επιρροή στην τιμή των συμμετοχών, καθώς και ότι η φορολογική ελάφρυνση των φυσικών προσώπων είναι σχετικά μικρή και επέρχεται μόνο στην περίπτωση που ο επενδυτής πωλήσει τη συμμετοχή με κέρδος. Για το λόγο αυτό, η Γερμανία θεωρεί ότι το μέτρο θα είναι ήσσονος σημασίας ως κίνητρο για την επένδυση ιδιωτών σε εταιρείες-στόχους, ενώ ελάχιστης σημασίας θα είναι αντίστοιχα και η νόθευση του ανταγωνισμού μεταξύ εταιρειών στόχων και λοιπών επιχειρήσεων λόγω της εισαγωγής του μέτρου αυτού.

(84)

Όπως αναφέρεται στο τμήμα 2.1, η Γερμανία θα απολέσει λόγω του μέτρου κρατικά έσοδα ύψους 30 εκατ. ευρώ ετησίως. Αυτό σημαίνει ότι το μέτρο χρηματοδοτείται από κρατικούς πόρους.

(85)

Με το εν λόγω μέτρο επιδιώκεται η παροχή φορολογικών κινήτρων σε ιδιώτες ώστε να επενδύσουν σε επιλεγμένη ομάδα επιχειρήσεων (π.χ. εταιρείες-στόχους) και όχι σε άλλες επιχειρήσεις που θα επιλέγονταν από επενδυτές επιχειρηματικού κεφαλαίου βάσει αμιγώς οικονομικών κριτηρίων. Με τον τρόπο αυτό, οι εταιρείες-στόχοι μπορούν να λαμβάνουν επιχειρηματικό κεφάλαιο σε μέγεθος και υπό όρους διαφορετικούς από αυτούς που θα ίσχυαν χωρίς το μέτρο. Συνεπώς, το μέτρο ενδέχεται να ενισχύει έμμεσα την κεφαλαιουχική βάση των εταιρειών-στόχων. Το συμπέρασμα αυτό ισχύει και στην περίπτωση που το χορηγούμενο φορολογικό πλεονέκτημα εξαρτάται από μελλοντικά κέρδη και, όπως τονίζουν η Γερμανία και τρίτοι, το ποσό είναι σχετικά χαμηλό. Λόγω της φύσης του μέτρου, η εκ των προτέρων ακριβής εκτίμηση του ύψους του πλεονεκτήματος που θα χορηγηθεί στις εταιρείες-στόχους εξαιτίας του μέτρου, είναι εξαιρετικά δύσκολη (17). Συνεπώς δεν μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η ενίσχυση προς τις εταιρείες-στόχους θα συνίσταται σε κάθε περίπτωση σε ποσά de minimis. Άλλωστε, η άποψη ότι φορολογικές απαλλαγές προς φυσικά πρόσωπα που επενδύουν σε ορισμένες επιχειρήσεις ενδέχεται να συνιστούν κρατική ενίσχυση υπέρ των επιχειρήσεων αυτών, ανεξαρτήτως της έκτασης του χορηγούμενου στο φυσικό πρόσωπο πλεονεκτήματος, έχει επικυρωθεί και από το Δικαστήριο (18).

(86)

Βάσει των προαναφερθέντων η Επιτροπή συμπεραίνει ότι το μέτρο που αφορά τις απαλλαγές από το φόρο εισοδήματος είναι επιλεκτικό και ευνοεί περιορισμένο αριθμό επιχειρήσεων, καθώς παρέχεται σε αυτές καλύτερη πρόσβαση σε επιχειρηματικά κεφάλαια σε σχέση με τους συνήθεις όρους της αγοράς. Το πλεονέκτημα χορηγείται από κρατικούς πόρους διότι τα κίνητρα προς τα φυσικά πρόσωπα να διαθέσουν κεφάλαιο σε εταιρείες-στόχους και όχι σε άλλες επιχειρήσεις, οι οποίες υπό κανονικές συνθήκες θα αποτελούσαν πιθανή επιλογή του χρηματοδότη λόγω των περιθωρίων κέρδους που του προσφέρουν, παρέχονται ουσιαστικά εις βάρος των φορολογικών εσόδων.

(87)

Ο βαθμός στον οποίο το εν λόγω μέτρο ενδέχεται να επηρεάσει τον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών αναλύεται στην αιτιολογική σκέψη 77.

(88)

Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η Επιτροπή είναι ότι το τροποποιηθέν μέτρο απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, η οποία χορηγείται στις εταιρείες στόχους.

7.2.   Συμβατότητα με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις

7.2.1.   Κοινοποίηση του μέτρου

(89)

Η Γερμανία τήρησε τις υποχρεώσεις της σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, καθώς κοινοποίησε τον MoRaKG πριν από την εφαρμογή του. Επειδή όλα τα μέτρα που προβλέπονται από τον MoRaKG έχουν ως κοινό στόχο την ενίσχυση της διάθεσης ιδιωτικού επιχειρηματικού κεφαλαίου σε επιχειρήσεις, η Επιτροπή εξέτασε τη συμβατότητά τους με την κοινή αγορά βάσει των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια.

(90)

Επίσης, η Επιτροπή έλεγξε αν και άλλα πλαίσια ενισχύσεων ή κανονισμοί όπως είναι το κοινοτικό πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων για την έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία (19), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 800/08 της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2008, για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την κοινή αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης (γενικός κανονισμός για την απαλλαγή κατά κατηγορία) (20) (εφεξής «AGVO») και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1998/2006 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2006, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (21) εφαρμόζονται βάσει των υπό εξέταση μέτρων. Σε αντίθεση με ό,τι προβλέπουν τα υπό εξέταση μέτρα, βάσει των ως άνω κοινοτικών πλαισίων και κανονισμών οι προβληματικές επιχειρήσεις καθώς και οι επιχειρήσεις που ανήκουν στον τομέα της ναυπηγίας, του άνθρακα και του χάλυβα είτε εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής τους είτε ενισχύονται μόνον εφόσον πρόκειται για ΜΜΕ. Για τους λόγους αυτούς, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα πεδία εφαρμογής των εν λόγω κοινοτικών πλαισίων και κανονισμών αποκλείουν την εφαρμογή των κοινοποιηθέντων μέτρων.

7.2.2.   Μέτρο που αφορά το φόρο επιτηδεύματος

(91)

Όπως αναφέρεται στο τμήμα 7.1.1, το μέτρο που αφορά το φόρο επιτηδεύματος συνιστά κρατική ενίσχυση παρεχόμενη σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου. Εντούτοις, το εν λόγω μέτρο δεν παρέχει ρητά στις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου κίνητρα για την πραγματοποίηση επενδύσεων κεφαλαίου, αλλά απλώς παρέχει προς αυτές τη δυνατότητα να διαθέτουν μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά αποθέματα, για τη διάθεση των οποίων αποφασίζουν ελεύθερα (δηλαδή διανομή περισσότερων κερδών προς τους εταίρους τους).

(92)

Σε αντίθεση με ό,τι ισχύει στα προκείμενα μέτρα, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για επιχειρηματικά κεφάλαια απαγορεύεται η χορήγηση κρατικών ενισχύσεων υπό μορφή επιχειρηματικού κεφαλαίου σε μεγάλες επιχειρήσεις, προβληματικές επιχειρήσεις καθώς και σε επιχειρήσεις που ανήκουν στον τομέα της ναυπηγίας, του άνθρακα και του χάλυβα. Το μέτρο που αφορά το φόρο επιτηδεύματος θα μπορούσε εντούτοις να ευνοήσει τέτοιου είδους επιχειρήσεις, και ιδίως μεγάλες επιχειρήσεις. Για το λόγο αυτό, το πεδίο εφαρμογής του μέτρου δεν είναι συμβιβάσιμο με τις κατευθυντήριες γραμμές για επιχειρηματικά κεφάλαια.

(93)

Το μέτρο δεν συμβιβάζεται με το τμήμα 4 των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια διότι δεν πληρούνται οι ειδικότεροι όροι της εφαρμογής του τμήματος αυτού. Ειδικότερα, ενώ σύμφωνα με το τμήμα 4 των κατευθυντήριων γραμμών το συνολικό ανώτατο επίπεδο των τμημάτων επενδύσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό του 1,5 εκατ. ευρώ ανά δικαιούχο και ανά δωδεκάμηνο, το εξεταζόμενο μέτρο δεν προβλέπει τέτοιο όριο. Επίσης, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες, η επιτρεπτή χρηματοδότηση στα πλαίσια μέτρων κρατικής ενίσχυσης περιορίζεται για τις μικρού μεγέθους επιχειρήσεις στο στάδιο επέκτασης και για τις μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις στο στάδιο της αρχικής ανάπτυξης. Οι προϋποθέσεις αυτές δεν πληρούνται αφού εταιρεία-στόχος ενδέχεται να είναι και μια μεγάλη επιχείρηση.

(94)

Το μέτρο δεν είναι σύμφωνο με τις διατάξεις περί σώρευσης και ελέγχου των τμημάτων 6 και 7.1 των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια.

(95)

Τέλος, η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι είναι σε θέση να εξετάσει το μέτρο αναφορικά με τη συμβατότητά του προς τις διατάξεις που περιέχονται στο τμήμα 5 των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια. Σύμφωνα με αυτές, στόχος μιας κρατικής ενίσχυσης πρέπει να είναι η αντιμετώπιση συγκεκριμένης ανεπάρκειας της αγοράς η ύπαρξη της οποίας τεκμηριώνεται επαρκώς. Η Γερμανία δεν προσκόμισε στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι οι εταιρείες-στόχοι επηρεάζονται από συγκεκριμένη ανεπάρκεια της αγοράς.

(96)

Ενόψει των παραπάνω, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το μέτρο που αφορά το φόρο επιτηδεύματος είναι ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά.

7.2.3.   Αφαίρεση ζημιών

(97)

Όπως αναφέρεται στο τμήμα 7.1.2, το μέτρο που αφορά τη μεταφορά ζημιών συνιστά κρατική ενίσχυση σε επίπεδο εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου και εταιρειών στόχων. Η ενίσχυση αυτή παρέχεται με τη μορφή φορολογικών κινήτρων κατά την έννοια του τμήματος 4.2 στοιχείο δ) των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια.

(98)

Για τους λόγους που αναφέρθηκαν ήδη παραπάνω στις αιτιολογικές σκέψεις 92, 93, 94 και 95, η Επιτροπή δεν μπορεί να θεωρήσει ότι το παρόν μέτρο είναι συμβιβάσιμο με την κοινή αγορά διότι αφενός δεν είναι σύμφωνο ούτε με τα κριτήρια εξαίρεσης του τμήματος 2.1 ούτε με τις διατάξεις σώρευσης και ελέγχου των τμημάτων 6 και 7.1 των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια και αφετέρου, δεν αποδεικνύεται ότι συντρέχει περίπτωση ανεπάρκειας της αγοράς από την οποία να επηρεάζονται οι εταιρείες-στόχοι και οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν έχει λόγο να προβεί σε λεπτομερέστερη αξιολόγηση του εν λόγω μέτρου σύμφωνα με το τμήμα 5 των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια.

(99)

Η απόκτηση υφιστάμενων συμμετοχών (κεφάλαια αντικατάστασης) σε εταιρεία-στόχο δεν αποκλείεται από το εν λόγω μέτρο. Ωστόσο, τα κεφάλαια αντικατάστασης δεν επιτρέπονται σύμφωνα με τον ορισμό του όρου «κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών» που περιέχεται στις κατευθυντήριες οδηγίες για επιχειρηματικά κεφάλαια.

(100)

Περαιτέρω, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι ο περιορισμός του φορολογικού πλεονεκτήματος σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που επενδύουν σε κεφαλαιουχικές εταιρείες φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με τον δεδηλωμένο σκοπό του μέτρου, ο οποίος είναι η ενίσχυση των επενδύσεων επιχειρηματικού κεφαλαίου, διότι παρότι οι νέες, καινοτόμες επιχειρήσεις που έχουν ανάγκη από επιχειρηματικό κεφάλαιο ενδέχεται να μην επιλέξουν τη μορφή της κεφαλαιουχικής εταιρείας. Το μέτρο όμως δεν εφαρμόζεται στις εταιρείες αυτές αν έχουν τη μορφή προσωπικής εταιρείας.

(101)

Βάσει των προαναφερθέντων, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το μέτρο που αφορά τη μεταφορά ζημιών είναι ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά.

7.2.4.   Φορολογικές απαλλαγές σε ιδιώτες επενδυτές

(102)

Όπως παρατίθεται στο τμήμα 7.1.3., το μέτρο που αφορά τη χορήγηση φορολογικών απαλλαγών σε ιδιώτες επενδυτές, η μεταφορά ζημιών συνιστά κρατική ενίσχυση για τις εταιρείες-στόχους. Επειδή το εν λόγω μέτρο αφορά ιδιώτες που επενδύουν σε εταιρείες-στόχους, ενδέχεται να ευνοεί επενδύσεις επιχειρηματικού κεφαλαίου κατά την έννοια του τμήματος 4.2 εδάφιο δ) των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια.

(103)

Για τους λόγους που αναφέρθηκαν ήδη παραπάνω στις αιτιολογικές σκέψεις 92, 93, 94 και 95, η Επιτροπή δεν μπορεί να θεωρήσει ότι το παρόν μέτρο είναι συμβιβάσιμο με την κοινή αγορά διότι αφενός δεν είναι σύμφωνο ούτε με τα κριτήρια εξαίρεσης του τμήματος 2.1 ούτε με τις διατάξεις σώρευσης και ελέγχου των τμημάτων 6 και 7.1 των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια και αφετέρου, δεν αποδεικνύεται ότι συντρέχει περίπτωση ανεπάρκειας της αγοράς από την οποία να επηρεάζονται οι εταιρείες-στόχοι και οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν έχει λόγο να προβεί σε λεπτομερέστερη αξιολόγηση του εν λόγω μέτρου σύμφωνα με το τμήμα 5 των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια.

(104)

Βάσει των προαναφερθέντων, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το μέτρο που αφορά την απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος είναι, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για επιχειρηματικά κεφάλαια, ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά, στη σημερινή του τουλάχιστον μορφή. Επειδή όμως στους ιδιώτες παρέχονται ήσσονος σημασίας κίνητρα για επένδυση σε εταιρείες-στόχους και, συνεπώς, το πλεονέκτημα για τις εταιρείες-στόχους θα ήταν επίσης ήσσονος σημασίας, το μέτρο πιθανολογείται ότι θα επηρεάσει σε ελάχιστο μόνο βαθμό τον ανταγωνισμό μεταξύ των εταιρειών στόχων και των υπολοίπων εταιρειών που δεν κατατάσσονται ως εταιρείες-στόχοι. Επίσης, το μέτρο ενδέχεται να έχει γενικά θετική επίδραση, στον βαθμό που μπορεί να συμβάλλει στην υπό υγιή οικονομικά κριτήρια διάθεση επιχειρηματικού κεφαλαίου σε επιχειρήσεις που το χρειάζονται, διότι είναι γεγονός ότι οι ιδιώτες επενδυτές επιλέγουν τις υποψήφιες εταιρείες-στόχους με βάση τις προοπτικές απόδοσης της επένδυσης κεφαλαίου. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή κρίνει ότι το μέτρο μπορεί να καταστεί συμβιβάσιμο με τις κατευθυντήριες γραμμές για επιχειρηματικά κεφάλαια εφόσον τηρηθούν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 της παρούσας απόφασης.

7.3.   Συμβατότητα με την κοινή αγορά

(105)

Τόσο το μέτρο που αφορά το φόρο επιτηδεύματος όσο και αυτό που αφορά τη μεταφορά ζημιών, τα οποία ενδέχεται να ευνοούν τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, παραβιάζουν τους κανόνες της κοινής αγοράς, ιδίως σε σχέση με την ελευθερία εγκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 43 της συνθήκης (βλέπε τμήμα 3.5).

(106)

Σύμφωνα με όσα αναφέρει η Γερμανία, ο MoRaKG περιλαμβάνει λεπτομερείς διατάξεις σε σχέση με τη δομή και τη δραστηριότητα των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, και ιδίως σε σχέση με το είδος των συναλλαγών και την επενδυτική πολιτική των εταιρειών αυτών, το ζήτημα της ένταξής τους σε ομίλους και την ελάχιστη αξία των μεριδίων τους. Οι διατάξεις αυτές ισχύουν για όλες τις εταιρείες επιχειρηματικού κινδύνου. Σε ό,τι αφορά τις εγκαταστάσεις αλλοδαπών εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου στη Γερμανία, δεν δύναται να διασφαλιστεί γι αυτές ότι θα τηρούνται οι προϋποθέσεις από την εταιρεία στο σύνολό της. Συνεπώς, μια ενδεχομένως περιορισμένη μόνο αναγνώριση της εγκατάστασης στη Γερμανία θα άνοιγε το δρόμο για την καταστρατήγηση και, κατά συνέπεια, την de facto απενεργοποίηση των διατάξεων. Οι οικονομικές εποπτικές αρχές εποπτεύουν τις επιχειρήσεις που βρίσκονται στην περιοχή της αρμοδιότητάς τους σύμφωνα με την εκάστοτε εθνική νομοθεσία, ενώ σημαντικό μέρος των σχετικών νομοθεσιών είναι εναρμονισμένο σε κοινοτικό επίπεδο. Ωστόσο, στο πεδίο της χρηματοδότησης επιχειρηματικού κεφαλαίου δεν έχει γίνει εναρμόνιση των περί εποπτείας διατάξεων σε κοινοτικό επίπεδο.

(107)

Οι επιφυλάξεις της Επιτροπής σχετικά με τον ανταγωνισμό δεν εξαλείφθηκαν. Πρώτον, θα πρέπει να δικαιούνται καταρχήν ενίσχυση οι επιχειρήσεις της ΕΕ ή του ΕΟΧ που έχουν την έδρα τους εκτός Γερμανίας και διατηρούν εγκαταστάσεις στη Γερμανία, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα αποδεικνύουν ότι πληρούν τις προϋποθέσεις και τους όρους σχετικά με τη δομή και τη δραστηριότητα των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου (στο βαθμό που είναι συμβιβάσιμα με τη συνθήκη). Το επιχείρημα ότι η BaFin δεν είναι σε θέση να εποπτεύει τις εταιρείες αυτές δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι οι τελευταίες απολαμβάνουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των εταιρειών που έχουν την έδρα τους στη Γερμανία, ούτε ότι δεν πληρούν de facto τις προϋποθέσεις και τους όρους που περιέχονται στις ρυθμίσεις για τις ενισχύσεις σχετικά με τη δομή και τη δραστηριότητα των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου. Για το λόγο αυτό, το προαναφερθέν επιχείρημα δεν αρκεί από μόνο του για να δικαιολογήσει παρέκκλιση από θεμελιώδη κανόνα της συνθήκης.

(108)

Συνοψίζοντας πρέπει να αναφερθεί ότι δημιουργείται η εντύπωση πως η Γερμανία θα μπορούσε να πετύχει τον ίδιο σκοπό χρησιμοποιώντας μέσα που εισάγουν λιγότερες διακρίσεις (22). Έτσι, για παράδειγμα, η τήρηση των όρων που αναφέρονται στις ρυθμίσεις για τις ενισχύσεις θα μπορούσαν να επαληθευθούν μέσω εκούσιας υποβολής στην BaFin για σκοπούς ελέγχου, βεβαίωσης εκ μέρους της αλλοδαπής εποπτικής αρχής ή εκθέσεων ανεξάρτητου ελέγχου. Για το λόγο αυτό, η Γερμανία θα πρέπει να παρέχει σε αλλοδαπές εταιρείες που διατηρούν εγκαταστάσεις στη Γερμανία τη δυνατότητα να αποδεικνύουν ότι πληρούν τις προϋποθέσεις για την ενίσχυση και τους όρους των διατάξεων σχετικά με τη δομή και τη δραστηριότητα των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου.

(109)

Βάσει των προαναφερθέντων, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα μέτρα που αφορούν το φόρο επιτηδεύματος και τη μεταφορά ζημιών είναι ασυμβίβαστα με την κοινή αγορά διότι παραβιάζουν τη θεμελιώδη αρχή της ελευθερίας εγκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 43 της συνθήκης.

8.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(110)

Η Επιτροπή κρίνει ότι το μέτρο ενίσχυσης που αφορά την υπαγωγή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου στη φορολογία επιτηδεύματος είναι ασυμβίβαστο με τη συνθήκη.

(111)

Επίσης, η Επιτροπή κρίνει ότι το μέτρο ενίσχυσης που αφορά τη μεταφορά ζημιών από εταιρείες-στόχους οι οποίες αποκτώνται από εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου είναι ασυμβίβαστο με τη συνθήκη.

(112)

Τέλος, η Επιτροπή κρίνει ότι η συμβατότητα του μέτρου που αφορά τη χορήγηση φοροαπαλλαγής προς ιδιώτες επενδυτές με τη συνθήκη μπορεί να διασφαλιστεί εφόσον τηρούνται οι όροι που αναφέρονται στο άρθρο 3 της παρούσας απόφασης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Οι κρατικές ενισχύσεις που σχεδιάζει να χορηγήσει η Γερμανία σύμφωνα με τα άρθρ. 1 παράγραφος 19 και άρθρο 4 του νόμου σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των γενικών όρων για τις επενδύσεις επιχειρηματικού κεφαλαίου (MoRaKG) είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά.

Απαγορεύεται η εφαρμογή των εν λόγω ενισχύσεων.

Άρθρο 2

Η κρατική ενίσχυση που σχεδιάζει να χορηγήσει η Γερμανία σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 20 του MoRaKG συμβιβάζεται με την κοινή αγορά υπό την προϋπόθεση της πλήρωσης των όρων που αναφέρονται στο άρθρο 3.

Άρθρο 3

Η κρατική ενίσχυση κατά το άρθρο 1 παράγραφος 20 του MoRaKG πρέπει να αναπροσαρμοστεί κατά τρόπο ώστε να πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

ο ορισμός της έννοιας «εταιρείες-στόχοι» περιορίζεται σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) κατά την έννοια του ορισμού που περιέχεται στο Παράρτημα Ι του γενικού κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία (23),

από τον ορισμό της έννοιας «εταιρείες-στόχοι» αποκλείονται οι προβληματικές επιχειρήσεις καθώς και οι επιχειρήσεις που ανήκουν στον τομέα της ναυπηγίας, του άνθρακα και του χάλυβα,

το ανώτατο ύψος της επένδυσης ανέρχεται σε 1,5 εκατ. ευρώ ανά στοχευόμενη ΜΜΕ και ανά δωδεκάμηνη περίοδο και περιορίζεται στο προλειτουργικό στάδιο, στο στάδιο εκκίνησης και στο στάδιο της επέκτασης,

η Γερμανία θα αναπτύξει μηχανισμό ο οποίος θα διασφαλίζει ότι το μέτρο είναι σύμφωνο με τις περί σώρευσης και ελέγχου διατάξεις των τμημάτων 6 και 7.1 των κατευθυντήριων γραμμών για επιχειρηματικά κεφάλαια,

αποκλείεται η απόκτηση υφιστάμενων συμμετοχών (κεφάλαια αντικατάστασης) στοχευόμενης ΜΜΕ,

δεν προβλέπονται ειδικές προϋποθέσεις σχετικά με τη νομική μορφή της εταιρείας-στόχου.

Άρθρο 4

Η Γερμανία θα γνωστοποιήσει στην Επιτροπή εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης τα μέτρα που έλαβε σε συμμόρφωση προς την παρούσα απόφαση.

Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.

Βρυξέλλες, 30 Σεπτεμβρίου 2009.

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 60 της 14.3.2009, σ. 9.

(2)  Βλέπε υποσημείωση 1.

(3)  Οι εταιρείες επενδύσεων μετοχικού κεφαλαίου καταχωρούνται στην αρμόδια ανώτερη περιφερειακή αρχή. Η καταχώρηση επιτρέπεται σε όλα τα είδη ιδιωτικών συμμετοχών κεφαλαίου.

(4)  Κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2).

(5)  «Einkommensteuerliche Behandlung von Venture Capital und Private Equity Fonds; Abgrenzung der privaten Vermögensverwaltung vom Gewerbebetrieb», έγγραφο του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Οικονομικών της 20ής Νοεμβρίου 2003, Bundessteuerblatt 2004 μέρος I αριθ. 1, σ. 40.

(6)  Bundessteuerblatt II 2001, σ. 809.

(7)  Το κεφάλαιο δεν επιτρέπεται να διατηρεί πλήρη ιδία οργάνωση για τη διαχείριση της περιουσίας του. Εφόσον διατηρεί δικά του γραφεία, το λειτουργικό κόστος αυτών δεν θα πρέπει να υπερβαίνει αυτό που συνήθως απαιτείται για τη διαχείριση μιας μεγάλης ιδιωτικής περιουσίας.

(8)  Εμπορική μόλυνση, καλούμενη και «θεωρία χρωματισμού» (Abfärbetheorie), υφίσταται π.χ. όταν ένας οργανισμός μη υποκείμενος σε φόρο επιτηδεύματος μετέρχεται μιας πρόσθετης εμπορικής δραστηριότητας. Η δραστηριότητα αυτή «χρωματίζει» στη συνέχεια ολόκληρο τον οργανισμό, καθώς αυτός καθίσταται υπόχρεος φόρου επιτηδεύματος ακόμη και αν η εμπορική δραστηριότητα αποτελεί ελάχιστο μόνο μέρος των δραστηριοτήτων του.

(9)  Ως εμπορική δραστηριότητα ορίζεται η διαρκής αυτόνομη δραστηριότητα που ασκείται με σκοπό την επίτευξη κέρδους (όχι ερασιτεχνικά), εκδηλώνεται ως συμμετοχή στις γενικές οικονομικές συναλλαγές (υπερβαίνοντας την παροχή υπηρεσιών σε συγγενείς και φίλους) και δεν δύναται να θεωρηθεί ως άσκηση γεωργικής δραστηριότητας ή ελεύθερου επαγγέλματος (όπως δικηγόρου, ιατρού, καλλιτέχνη ή λέκτορα). Η διαχείριση περιουσίας ορίζεται ως δραστηριότητα που περιορίζεται στην εκμετάλλευση περιουσίας υπό την έννοια της άντλησης καρπών από τη διατηρητέα εσωτερική της αξία, χωρίς η εκμετάλλευση σημαντικών περιουσιακών στοιχείων μέσω της αναδιάρθρωσης αυτών να κατέχει πρωταρχικό ρόλο. Ιδιαίτερη σημασία έχει η κατάταξη μιας δραστηριότητας ως εμπορικής ή ως διαχείρισης περιουσίας όταν πρόκειται για επενδύσεις σε κινητές αξίες ή ακίνητα. Εφόσον προκύπτουν εμπορικά έσοδα, το σύνολο του προϊόντος εκποίησης είναι φορολογητέο και υπόκειται συγχρόνως σε φόρο επιτηδεύματος. Αν πρόκειται για αμιγή διαχείριση περιουσίας, υπόκειται μεν σε φορολογία το σύνολο των εσόδων, ανεξαρτήτως πηγής, ωστόσο η τυχόν εκποίηση των υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων δεν υπόκειται σε καμία περίπτωση σε φορολογία υπεραξίας (ούτε και σε φόρο επιτηδεύματος).

(10)  Υπό την έννοια του άρθρου 48 του γερμανικού νόμου περί επενδύσεων (Investmentgesetz).

(11)  Υπό την έννοια του άρθρου 50 του γερμανικού νόμου περί επενδύσεων (Investmentgesetz).

(12)  ΕΕ C 384 της 10.12.1998, σ. 3.

(13)  Το Δικαστήριο έχει επιβεβαιώσει ότι η χορήγηση φορολογικών απαλλαγών σε ιδιώτες που επενδύουν σε ορισμένες επιχειρήσεις ενδέχεται να συνιστά κρατική ενίσχυση προς τις επιχειρήσεις αυτές (βλέπε υπόθεση C-156/98, Γερμανία κατά Επιτροπής, συλλογή 2000, I-6857).

(14)  ΕΕ C 194 της 18.8.2006, σ. 2.

(15)  Ο ορισμός της εταιρείας-στόχου κατά τον MoRaKG δεν αντιστοιχεί σε αυτόν της ΜΜΕ κατά την ΕΕ. Έτσι για παράδειγμα, σε ό,τι αφορά τον όρο ότι μία εταιρεία-στόχος δεν πρέπει να εμφανίζει κατά το χρόνο της απόκτησης της συμμετοχής εκ μέρους μιας εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου ίδια κεφάλαια άνω των 20 εκατ. ευρώ, η Επιτροπή σημειώνει: Ο συνολικός ισολογισμός αποτελείται από το άθροισμα των ιδίων κεφαλαίων και των υποχρεώσεων. Το ύψος των υποχρεώσεων είναι κατά κανόνα σημαντικά μεγαλύτερο από αυτό των ιδίων κεφαλαίων. Συνεπώς, το όριο των 43 εκατ. ευρώ που ισχύει για τον συνολικό ισολογισμό των εταιρειών στόχων είναι εύκολο να ξεπεραστεί. Επίσης, στον ορισμό των εταιρειών στόχων δεν περιλαμβάνονται τα όρια των 250 εργαζομένων για το προσωπικό και των 50 εκατ. ευρώ για τον κύκλο εργασιών.

(16)  Βλέπε τις παρατηρήσεις της δημοσιονομικής επιτροπής του γερμανικού κοινοβουλίου - BT-Drucks, 16/9829, σ. 5 επ.: «συνεπώς, σε ό,τι αφορά την ερμηνεία της νομοθετικής ρύθμισης θα εξακολουθεί να εφαρμόζεται συμπληρωματικά η ισχύουσα διοικητική απόφαση».

(17)  Η εκ των προτέρων εκτίμηση της διαφοράς μεταξύ του ύψους του κεφαλαίου που θα χορηγούνταν χωρίς το μέτρο και τους όρους χορήγησης αυτού έναντι του αντίστοιχου ύψους και των όρων του κεφαλαίου που θα χορηγηθεί βάσει του μέτρου είναι εξαιρετικά δύσκολη.

(18)  Υπόθεση C-156/98, Γερμανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2000, I-6857, σκέψη 64: «Επιβάλλεται εκ προοιμίου η υπόμνηση ότι, όπως έχει ήδη επισημανθεί στη σκέψη 30 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει να θεωρηθεί ότι το επίδικο καθεστώς ενισχύσεων συνιστά λειτουργική ενίσχυση για τις δικαιούχες επιχειρήσεις […].»

(19)  ΕΕ C 323 της 30.12.2006, σ. 1.

(20)  ΕΕ L 214 της 9.8.2008, σ. 3.

(21)  ΕΕ L 379 της 28.12.2006, σ. 5.

(22)  Για παράδειγμα, στο πλαίσιο της κρατικής ενίσχυσης N 629/07 (ΕΕ C 206 της 1.9.2009, σ. 1), η Γαλλία προέβλεψε τη δυνατότητα χορήγησης κρατικής ενίσχυσης και σε αλλοδαπά επενδυτικά σχήματα τα οποία είναι συγκρίσιμα με σχήματα εγκατεστημένα στη Γαλλία, προς τα οποία απευθύνεται η εξεταζόμενη ενίσχυση. Άλλο παράδειγμα αποτελεί η κρατική ενίσχυση N 36/09 (ΕΕ C 186 της 8.8.2009, σ. 3).

(23)  Βλέπε υποσημείωση 20.


Top