Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32009R0598

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 598/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009 , για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

    ΕΕ L 179 της 10.7.2009, p. 1–25 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2009/598/oj

    10.7.2009   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 179/1


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 598/2009 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 7ης Ιουλίου 2009

    για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) («βασικός κανονισμός») και ιδίως το άρθρο 15,

    την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή ύστερα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    1.1.   Προσωρινά μέτρα

    (1)

    Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 194/2009 (2) («προσωρινός κανονισμός»), η Επιτροπή επέβαλε προσωρινό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής («ΗΠΑ» ή «ενδιαφερόμενη χώρα»).

    (2)

    Στην παράλληλη διαδικασία αντιντάμπινγκ, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 193/2009 (3) η Επιτροπή επέβαλε προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

    1.2.   Επακόλουθη διαδικασία

    (3)

    Μετά τη γνωστοποίηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και των εκτιμήσεων βάσει των οποίων αποφασίστηκε η επιβολή προσωρινών αντισταθμιστικών μέτρων («κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων»), αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη γνωστοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους σχετικά με τα προσωρινά συμπεράσματα. Τα μέρη τα οποία το ζήτησαν, έγιναν δεκτά σε ακρόαση. Η Επιτροπή εξακολούθησε να αναζητεί και να επαληθεύει όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για τα οριστικά της συμπεράσματα. Οι προφορικές και γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη εξετάστηκαν και, όπου κρίθηκε σκόπιμο, τα προσωρινά συμπεράσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

    (4)

    Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η επιβολή οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής ΗΠΑ και η οριστική είσπραξη των ποσών που είχαν καταβληθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού («τελική γνωστοποίηση»). Επίσης, τους δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την εν λόγω κοινοποίηση.

    (5)

    Η κυβέρνηση των ΗΠΑ και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη εξέφρασαν την απογοήτευσή τους για την απόφαση να χορηγηθεί προθεσμία μόλις δεκαέξι ημερών για την υποβολή παρατηρήσεων επί της κοινοποίησης των προσωρινών συμπερασμάτων, καθώς και για την απόφαση να απορριφθούν οι αιτήσεις ορισμένων μερών για ουσιαστική παράταση της προθεσμίας υποβολής αυτών των παρατηρήσεων.

    (6)

    Το άρθρο 30 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού προβλέπει ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να ζητούν να ενημερωθούν λεπτομερώς σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και με τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων έχουν επιβληθεί προσωρινά μέτρα Στο πλαίσιο αυτό, η πρακτική που εφαρμόζει η Επιτροπή είναι να υποβάλλει κοινοποίηση σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη στο πλαίσιο μιας διαδικασίας μετά τη δημοσίευση κανονισμού με τον οποίο επιβάλλονται προσωρινά μέτρα στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να τάσσει προθεσμία στα ενδιαφερόμενα μέρη για την υποβολή παρατηρήσεων επί της κοινοποίησης. Η πρακτική αυτή εφαρμόστηκε στην παρούσα διαδικασία. Όσον αφορά την προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη έπρεπε να υποβάλουν παρατηρήσεις, ο βασικός κανονισμός δεν διευκρινίζει τη διάρκεια αυτής. Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, κρίθηκε σκόπιμο να οριστεί προθεσμία δεκαέξι ημερών (που παρατάθηκε στη συνέχεια σε δεκαεπτά ημέρες) λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα της διαδικασίας και την ανάγκη να τηρηθεί η απαίτηση του άρθρου 11 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, σύμφωνα με την οποία η έρευνα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός δεκατριών μηνών από την έναρξή της.

    (7)

    Όσον αφορά το συντελεστή του δασμού που καθορίστηκε για τις εταιρείες των ΗΠΑ που δεν αναγγέλθηκαν και δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα, ο συντελεστής του προσωρινού δασμού ορίστηκε στο επίπεδο του χαμηλότερου μεταξύ του υψηλότερου περιθωρίου επιδότησης ή περιθωρίου ζημίας που διαπιστώθηκε για τους συνεργαζόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς που περιλαμβάνονταν στο δείγμα. Ο δασμός που καθορίστηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο ανήλθε στο ποσό που ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του προσωρινού κανονισμού (δασμός για «όλες τις άλλες εταιρείες»: 237,0 ευρώ ανά τόνο). Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί ότι το ύψος αυτού του δασμού επιβάλλεται δίκην αντιποίνων και δεν υπολογίστηκε σωστά βάσει των διαθέσιμων στοιχείων. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί ότι, προκειμένου να γίνει επίκληση των διαθέσιμων στοιχείων βάσει του άρθρου 28 του βασικού κανονισμού, πρέπει προηγουμένως να έχει εξακριβωθεί ότι ένα ενδιαφερόμενο μέρος αρνήθηκε ή παρέλειψε να παράσχει «απαραίτητες πληροφορίες» (4). Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί ότι μάλλον θα έπρεπε να εφαρμοστεί ο σταθμισμένος μέσος όρος του συντελεστή που υπολογίζεται για τις μη συμπεριλαμβανόμενες στον δειγματοληπτικό έλεγχο επιχειρήσεις.

    (8)

    Σε απάντηση αυτού του ισχυρισμού πρέπει να σημειωθεί ότι κατά το στάδιο έναρξης της διαδικασίας η Επιτροπή απέστειλε το έντυπο δειγματοληψίας, την καταγγελία και την ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας στις εταιρείες που απαριθμούνταν στην καταγγελία (περισσότερες από 150 εταιρείες). Αντίγραφο του εντύπου δειγματοληψίας επισυνάφθηκε επίσης στη ρηματική διακοίνωση προς την Αποστολή των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες κατά την έναρξη της διαδικασίας, με την παράκληση να σταλεί στους εξαγωγείς/παραγωγούς των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Επιπλέον, το National Biodiesel Board (Εθνικό Συμβούλιο Βιοντίζελ), που ήταν ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη από την αρχή της εν λόγω διαδικασίας, εκπροσωπεί μεγάλο αριθμό εταιρειών του κλάδου του βιοντίζελ στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

    (9)

    Στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας, καθώς και στο διαβιβαστικό έγγραφο του εντύπου δειγματοληψίας εφιστάται η προσοχή στις συνέπειες της μη συνεργασίας. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (8) του προσωρινού κανονισμού, περισσότερες από 50 εταιρείες αναγγέλθηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας δειγματοληψίας και υπέβαλαν τις ζητούμενες πληροφορίες εντός της προθεσμίας των 15 ημερών. Οι εταιρείες αυτές καλύπτουν άνω του 80 % των συνολικών εισαγωγών βιοντίζελ από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής στην Κοινότητα.

    (10)

    Μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, ζητήθηκε από τις αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών να παράσχουν πρόσθετες πληροφορίες. Συγκεκριμένα από τις αρχές ζητήθηκε να καλέσουν άλλους τυχόν εξαγωγείς/παραγωγούς βιοντίζελ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, πέραν όσων απαριθμούνταν στο άρθρο 1 και το παράρτημα του προσωρινού κανονισμού, οι οποίοι δεν ήταν γνωστοί κατά το χρόνο έναρξης της διαδικασίας και δεν είχαν προηγουμένως αρνηθεί να συνεργαστούν (5), να αναγγελθούν.

    (11)

    Οι αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής υπέβαλαν κατάλογο με τις επωνυμίες άνω των 100 πρόσθετων εταιρειών (παραγωγών/εξαγωγέων) των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Εξετάστηκε αν κάποιες από αυτές τις εταιρείες είχαν κληθεί να συνεργαστούν στο στάδιο έναρξης της διαδικασίας. Η έρευνα έδειξε ότι σημαντικός αριθμός των εταιρειών αυτού του καταλόγου είχαν ήδη κληθεί να συνεργαστούν κατά τη διαδικασία δειγματοληψίας, αλλά τότε είχαν επιλέξει να μην το πράξουν. Με άλλα λόγια, οι εταιρείες αυτές γνώριζαν τις συνέπειες της μη συνεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού.

    (12)

    Εντούτοις, όσον αφορά τις εταιρείες (άνω των 40) του καταλόγου που δεν ήταν γνωστές στην Επιτροπή κατά το χρόνο έναρξης της διαδικασίας, σημειώθηκε ότι το αίτημα προς τις αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών για παροχή στοιχείων σχετικών με τις εν λόγω εταιρείες υποβλήθηκε μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων. Κατά συνέπεια αποφασίστηκε η προσθήκη των εν λόγω εταιρειών στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού και η εφαρμογή του ιδίου συντελεστή δασμού στις εν λόγω εταιρείες με εκείνες που ρητά συνεργάστηκαν αλλά δεν επελέγησαν στο δείγμα Οι εταιρείες αυτές έλαβαν γνώση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και των εκτιμήσεων βάσει των οποίων επρόκειτο να επιβληθούν οριστικά μέτρα και κλήθηκαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το γεγονός ότι σχεδιαζόταν να προστεθούν οι επωνυμίες τους στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

    (13)

    Κατόπιν της τελικής γνωστοποίησης, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών δέχθηκε ευνοϊκά την πρόταση εφαρμογής του μέσου σταθμισμένου δασμού σε πρόσθετες εταιρείες. Εντούτοις, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών θεωρεί ότι δεν δόθηκε καμία εξήγηση ως προς το γιατί άλλες εταιρείες υπόκεινται στο συντελεστή «όλων των λοιπών εταιρειών». Ως προς τούτο, σημειώνεται ότι για τις εταιρείες που κλήθηκαν να συνεργαστούν κατά τη διάρκεια της δειγματοληψίας, εξηγήσεις έχουν ήδη δοθεί ανωτέρω. Αναφορικά με πιθανούς εξαγωγείς/παραγωγούς των ΗΠΑ που δεν ενημερώθηκαν ατομικά για την έρευνα ούτε περιέχονται στον κατάλογο που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (11) σημειώνεται πρώτον ότι καταβλήθηκαν εκτεταμένες προσπάθειες κατά την έναρξη της διαδικασίας για να επιτευχθεί επαφή με εταιρείες στις ΗΠΑ που θα μπορούσαν να εμπίπτουν στην εν λόγω διαδικασία [βλ. αιτιολογικές σκέψεις (8) και (10)]. Περαιτέρω, επιπλέον προσπάθειες καταβλήθηκαν μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (10) για τον εντοπισμό άλλων εταιρειών, πράγμα που οδήγησε στην προσθήκη περισσότερων από 40 εταιρειών στον κατάλογο εκείνων επί των οποίων θα έπρεπε να εφαρμόζεται ο μέσος σταθμισμένος δασμός του συντελεστή. Εκτιμάται ότι αυτές οι εκτεταμένες προσπάθειες προσέφεραν κάθε δυνατότητα στις εταιρείες βιοντίζελ στις ΗΠΑ να αναγγελθούν. Ως προς τούτο σημειώνεται ότι η σχετική βιομηχανική ένωση συμμετείχε στη διαδικασία εξαρχής. Κατά συνέπεια εκτιμάται ότι ο συντελεστής δασμού «όλων των λοιπών εταιρειών» θα πρέπει να εφαρμοστεί σε όλες τις εταιρείες που επέλεξαν να μην αναγγελθούν.

    (14)

    Μία εταιρεία που υπέβαλε απάντηση στο έντυπο δειγματοληψίας και η οποία, κατά συνέπεια, περιλήφθηκε στο παράρτημα του προσωρινού κανονισμού ζήτησε να προστεθεί η μητρική της εταιρεία στο παράρτημα. Η εν λόγω εταιρεία ζήτησε επίσης να αλλάξει η πόλη εγκατάστασης των δύο εταιρειών στο παράρτημα, ώστε να αντικατοπτρίζεται σωστά η διεύθυνση που εμφανίζεται στα τιμολόγια των εταιρειών.

    (15)

    Αφού εξετάστηκε το αίτημα της εν λόγω εταιρείας, κρίθηκε ότι η μητρική εταιρεία έπρεπε επίσης να περιληφθεί στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, καθώς αναφέρθηκε στην απάντηση της εταιρείας στο έντυπο δειγματοληψίας ως η μόνη συνδεδεμένη εταιρεία που δραστηριοποιείται στον τομέα του βιοντίζελ. Τροποποιείται επίσης η πόλη εγκατάστασης των δύο εταιρειών.

    (16)

    Δύο άλλες συνεργασθείσες εταιρείες ζήτησαν να διαγραφεί η επωνυμία τους από το παράρτημα, υποστηρίζοντας ότι δεν είναι παραγωγοί-εξαγωγείς. Οι επωνυμίες των εταιρειών διεγράφησαν.

    (17)

    Υπενθυμίζεται ότι η έρευνα για την επιδότηση και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2007 μέχρι την 31η Μαρτίου 2008 («περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Όσον αφορά τις τάσεις που ασκούν επιρροή για την εκτίμηση της ζημίας, η Επιτροπή εξέτασε δεδομένα που καλύπτουν την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2004 μέχρι το τέλος της ΠΕ («υπό εξέταση περίοδος»).

    1.3.   Δειγματοληψία κοινοτικών παραγωγών και παραγωγών-εξαγωγέων των ΗΠΑ

    (18)

    Ελλείψει παρατηρήσεων σχετικά με τη δειγματοληψία παραγωγών-εξαγωγέων των ΗΠΑ, τα προσωρινά συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων (6) έως (10) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    (19)

    Ορισμένα μέρη υπέβαλαν παρατηρήσεις σχετικά με την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος κοινοτικών παραγωγών. Οι παρατηρήσεις αυτές εξετάζονται στη συνέχεια, στις αιτιολογικές σκέψεις (77) έως (81).

    2.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

    2.1.   Υπό εξέταση προϊόν

    (20)

    Υπενθυμίζεται ότι στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας, το προϊόν που κατά τους ισχυρισμούς λάμβανε επιδοτήσεις ορίστηκε ως μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) προερχόμενα από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης (κοινώς γνωστά ως «βιοντίζελ»), σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μείγματος.

    (21)

    Η καταγγελία περιείχε εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το βιοντίζελ και όλα τα μείγματα βιοντίζελ με πετρελαϊκό ντίζελ που παράγονταν και επιδοτούνταν στις ΗΠΑ και εξάγονταν στην Κοινότητα επηρέασαν την οικονομική κατάσταση των παραγωγών βιοντίζελ στην Κοινότητα. Ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος, συνεπής προς τα χαρακτηριστικά των σχετικών παραγωγών βιοντίζελ των ΗΠΑ και της εγχώριας αγοράς, είχε ως στόχο να καλύπτει το βιοντίζελ ακόμη και όταν αυτό είναι ενσωματωμένο στα σχετικά μείγματα βιοντίζελ. Ωστόσο, θεωρήθηκε ότι ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας και στην αιτιολογική σκέψη (20) ανωτέρω, θα μπορούσε να προκαλέσει ανησυχία ως προς το ποιοι παραγωγοί και ποιοι τύποι προϊόντων επρόκειτο να καλυφθούν από την έρευνα και ποιοι όχι.

    (22)

    Ομοίως, για την έρευνα της επιδότησης και της ζημίας, ιδίως προκειμένου να καθοριστούν τα περιθώρια επιδότησης και τα επίπεδα εξάλειψης της ζημίας, ήταν απαραίτητο να προσδιοριστούν σαφώς τα προϊόντα τα οποία αφορούσε η έρευνα.

    (23)

    Σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά της αγοράς των ΗΠΑ, το υπό εξέταση προϊόν ορίστηκε προσωρινά ως μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) προερχόμενα από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, κοινώς γνωστά ως «βιοντίζελ», σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μειγμάτων άνω του B20. Συνεπώς, το υπό εξέταση προϊόν κάλυπτε το καθαρό βιοντίζελ (B100) και όλα τα μείγματα που περιέχουν βιοντίζελ σε ποσοστό μεγαλύτερο του 20 % («το υπό εξέταση προϊόν»). Αυτό το όριο θεωρήθηκε επαρκές για τη σαφή διάκριση μεταξύ των διαφόρων τύπων μειγμάτων που προορίζονται για περαιτέρω ανάμειξη και εκείνων που προορίζονται για άμεση κατανάλωση στην αγορά των ΗΠΑ.

    (24)

    Η έρευνα έδειξε ότι όλοι οι τύποι βιοντίζελ και το βιοντίζελ στα μείγματα που καλύπτονται από την παρούσα έρευνα, παρά τις πιθανές διαφορές ως προς την πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τους ή τις διαφορές όσον αφορά την παραγωγική διαδικασία, έχουν τα ίδια ή παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς. Οι πιθανές διαφορές ως προς το υπό εξέταση προϊόν δεν αλλοιώνουν το βασικό ορισμό του, τα χαρακτηριστικά του ή την αντίληψη που έχουν γι’ αυτό τα διάφορα μέρη.

    (25)

    Ενδιαφερόμενα μέρη προέβαλαν ισχυρισμούς σχετικά με τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος και του ομοειδούς προϊόντος, με τους οποίους αμφισβήτησαν τόσο τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος όσο και τον ορισμό του ομοειδούς προϊόντος χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα τα ίδια επιχειρήματα, χωρίς να κάνουν καμία διάκριση μεταξύ της έννοιας του υπό εξέταση προϊόντος και της έννοιας του ομοειδούς προϊόντος στο πλαίσιο της διαδικασίας.

    (26)

    Υπενθυμίζεται ότι η έννοια του υπό εξέταση προϊόντος διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφοι 1 έως 4 του βασικού κανονισμού, ενώ η ερμηνεία του όρου «ομοειδές προϊόν» αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού. Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί αυτοί εξετάζονται χωριστά στη συνέχεια.

    (27)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος έθεσε το ερώτημα κατά πόσον τα μείγματα με χαμηλή αναλογία βιοντίζελ (π.χ. το B21) μπορούν να χαρακτηριστούν ως βιοντίζελ, εξομοιούμενα έτσι με το καθαρό βιοντίζελ (B100) ή με παρόμοια μείγματα που αποτελούνται κατά κύριο λόγο από βιοντίζελ και περιέχουν χαμηλότερο ποσοστό πετρελαϊκού ντίζελ (π.χ. B99). Ισχυρίστηκε ότι αντικείμενο της έρευνας αποτέλεσαν βασικά το B100 και το B99 και ότι όλοι οι υπολογισμοί του ντάμπινγκ και της ζημίας έγιναν βάσει αυτών των δύο τύπων προϊόντων. Κατά την άποψή του, ο καθορισμός του ορίου ακριβώς πάνω από το B20, δηλαδή το μείγμα χαμηλού επιπέδου που πωλείται απευθείας στους καταναλωτές των ΗΠΑ, οδηγεί σε τεχνητό ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος.

    (28)

    Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος έθεσε επίσης εν αμφιβόλω το κατά πόσον ένα μείγμα με 20 % βιοντίζελ μπορεί να χαρακτηριστεί ως βιοντίζελ αντί για πετρελαϊκό ντίζελ, το οποίο δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος συμπέρανε ότι η ΕΕ υποστηρίζει τη δημιουργία νέας δασμολογικής κλάσης (6) για το βιοντίζελ στο εναρμονισμένο σύστημα (ΕΣ) δασμολογικής κατάταξης. Κατά τη γνώμη του η Επιτροπή διεύρυνε τον ορισμό του προϊόντος στην παρούσα διαδικασία και επέκτεινε τους τύπους προϊόντων που θίγονται από την επιβολή των μέτρων.

    (29)

    Επιπλέον, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος θεωρεί ότι κατά το χρόνο της έρευνας δεν υπήρχε συγκεκριμένο όριο για να καθοριστεί τι συνιστά βιοντίζελ για τους σκοπούς της κατάταξης στον κωδικό 3824 90 91 της ΣΟ, ο οποίος κωδικός δημιουργήθηκε την 1η Ιανουαρίου 2008 για το βιοντίζελ από την ΕΕ. Το ενδιαφερόμενο μέρος αμφισβήτησε το κατά πόσον βάσει του κανόνα 3 β) των γενικών κανόνων για την ερμηνεία της συνδυασμένης ονοματολογίας (7) ένα μείγμα που περιέχει λιγότερο από 50 % βιοντίζελ μπορεί να χαρακτηριστεί ως βιοντίζελ. Ανέφερε επίσης ότι τα παραδείγματα μειγμάτων που αναφέρονταν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής είχαν υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ, υπαινισσόμενο έτσι ότι το υπό εξέταση προϊόν είναι μόνο το βιοντίζελ και τα μείγματα με πολύ υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ.

    (30)

    Το ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε επίσης ότι η ΕΕ δεν μπορεί να αλλάξει τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος διατηρώντας ταυτόχρονα διαφορετικό ομοειδές προϊόν. Αναφέρθηκε στο άρθρο 15.1 της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα του ΠΟΕ. Σύμφωνα με το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος, τα συμπεράσματα σχετικά με την επιδότηση και τη ζημία εξήχθησαν με βάση τα μείγματα B100 και B99 και οι κωδικοί του εναρμονισμένου δασμολογικού συστήματος των ΗΠΑ (HTS) (8) που χρησιμοποιήθηκαν στην έρευνα δεν φαίνεται να περιλαμβάνουν προϊόντα με χαμηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ που φθάνει μέχρι το 20 %. Αναφέρθηκε επίσης στην κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων στους αμερικανούς παραγωγούς βιοντίζελ του δείγματος, από την οποία προκύπτει ότι οι αμερικανοί παραγωγοί του δείγματος δείγμα πωλούσαν μείγματα που αποτελούνταν αποκλειστικά από διάφορους τύπους βιοντίζελ. Ως εκ τούτου, το υπό εξέταση προϊόν πρέπει να περιοριστεί στα προϊόντα που περιέχουν 100 % βιοντίζελ (B100), ακόμη και αν πρόκειται για βιοντίζελ προερχόμενο από διαφορετικές πρώτες ύλες, ή στα μείγματα που περιέχουν 99 % βιοντίζελ (B99).

    (31)

    Το ενδιαφερόμενο μέρος αναφέρθηκε σε πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου (9) σχετικά με εισαγωγές νιτρικού αμμωνίου και συμπέρανε ότι το σκεπτικό της εν λόγω απόφασης ισχύει και στην παρούσα διαδικασία, και ότι τα μείγματα που δεν έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της έρευνας και των μέτρων, καθώς δεν συνιστούν το ομοειδές προϊόν για το οποίο διατυπώθηκαν συμπεράσματα ως προς το ντάμπινγκ και τη ζημία, δηλαδή τα προϊόντα που περιέχουν μόνο βιοντίζελ (B100) ή τα μείγματα που περιέχουν βιοντίζελ σε ποσοστό 99 % (B99).

    (32)

    Τα μέρη δεν προσκόμισαν αποδεικτικά στοιχεία ούτε επικαλέστηκαν νομική αναφορά που θα έδειχναν ότι το υπό εξέταση προϊόν δεν ορίστηκε σωστά στην παρούσα έρευνα. Οι διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφοι 1 έως 4 του βασικού κανονισμού είναι καθοδηγητικές ως προς τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Το άρθρο 1 παράγραφος 1 ορίζει τα εξής: «Αντισταθμιστικός δασμός είναι δυνατό να επιβάλλεται με σκοπό την εξουδετέρωση των συνεπειών της επιδότησης που έχει ενδεχομένως χορηγηθεί, άμεσα ή έμμεσα, για την κατασκευή, την παραγωγή, την εξαγωγή ή τη μεταφορά οιουδήποτε προϊόντος του οποίου η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα προκαλεί ζημία».

    (33)

    Όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (21), η καταγγελία περιείχε εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το βιοντίζελ και όλα τα μείγματα βιοντίζελ με πετρελαϊκό ντίζελ που παράγονταν στις ΗΠΑ και εξάγονταν στην Κοινότητα σε επιδοτούμενες τιμές επηρέασαν την οικονομική κατάσταση των παραγωγών βιοντίζελ στην Κοινότητα.

    (34)

    Τα μέρη δεν προσκόμισαν αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι το όριο που καθορίστηκε στον προσωρινό κανονισμό για να χαραχτεί η διαχωριστική γραμμή μεταξύ του υπό εξέταση προϊόντος και του μη υπό εξέταση προϊόντος ήταν τεχνητή. Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (26) και (28) του προσωρινού κανονισμού, η έρευνα έδειξε ότι το B20, και ενδεχομένως τα μείγματα χαμηλότερου επιπέδου, πωλούνταν πράγματι απευθείας στους καταναλωτές των ΗΠΑ. Η έρευνα έδειξε επίσης ότι η αγορά ανάμειξης και η αγορά καταναλωτικών προϊόντων ήταν διαφορετικές αγορές με διαφορετικούς πελάτες: μία αγορά στην οποία το βιοντίζελ και τα μείγματα βιοντίζελ προορίζονται για περαιτέρω ανάμειξη από εμπόρους και αναμείκτες και μία αγορά στην οποία τα μείγματα προορίζονται για το δίκτυο διανομής και, ως εκ τούτου, για τους καταναλωτές. Ο καθορισμός του ορίου για το υπό εξέταση προϊόν πάνω από το B20 επέτρεψε να χαραχτεί μια σαφής διαχωριστική γραμμή και απέτρεψε τη σύγχυση μεταξύ των προϊόντων, των αγορών και των διαφόρων μερών στις ΗΠΑ. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

    (35)

    Σε όλες τις έρευνες κατά των επιδοτήσεων είναι σύνηθες να μην παράγουν ούτε να πωλούν οι επί μέρους εταιρείες για τις οποίες διεξήχθη έρευνα όλους τους τύπους προϊόντων που περιλαμβάνονται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Μερικές εταιρείες μπορεί να παράγουν πολύ περιορισμένο φάσμα τύπων προϊόντων, ενώ άλλες μπορεί να παράγουν ευρύτερο φάσμα. Ωστόσο, αυτό δεν επηρεάζει τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Συνεπώς, ο ισχυρισμός ότι το υπό εξέταση προϊόν πρέπει να καλύπτει μόνο τους τύπους προϊόντων που εξάγονταν από τους παραγωγούς των ΗΠΑ και οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς της επιδότησης και της ζημίας κρίνεται αβάσιμος.

    (36)

    Όπως αναφέρεται στον προσωρινό κανονισμό και στην αιτιολογική σκέψη (20) ανωτέρω, η έρευνα επικεντρώθηκε πρωτίστως στο βιοντίζελ, είτε σε καθαρή μορφή είτε ενσωματωμένο σε μείγματα. Τα αντισταθμιστικά μέτρα θα εφαρμοστούν στα σχετικά μείγματα που εξάγονται στην κοινοτική αγορά. Ως εκ τούτου, το ερώτημα εάν ένα μείγμα με 20 % βιοντίζελ χαρακτηρίζεται ως καύσιμο βιοντίζελ και όχι ως πετρελαϊκό ντίζελ, το οποίο δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος, θεωρείται άνευ σημασίας.

    (37)

    Πρέπει να διευκρινιστεί ότι τα συμπεράσματα σχετικά με την επιδότηση και τη ζημία για κάθε εταιρεία που περιλήφθηκε στην έρευνα βασίστηκαν αποκλειστικά στα σχετικά είδη προϊόντων που παρήγε και πωλούσε η οικεία εταιρεία κατά την ΠΕ. Ο ισχυρισμός ότι ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος έτσι ώστε να περιλαμβάνει τα μείγματα πάνω από το B20 θα έθιγε αδικαιολόγητα τους παραγωγούς των ΗΠΑ είναι αβάσιμος και δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι το υπό εξέταση προϊόν πρέπει να περιοριστεί στα προϊόντα που περιέχουν βιοντίζελ σε ποσοστό 100 % (B100), ακόμη και όταν αποτελούνται από βιοντίζελ προερχόμενο από διαφορετικές πρώτες ύλες, ή στα μείγματα που αποτελούνται κατά 99 % από βιοντίζελ (B99). Η κάλυψη των μειγμάτων άνω του B20 από τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος δεν είχε καμία απολύτως επίπτωση στα συμπεράσματα που εξήχθησαν για τις διερευνηθείσες εταιρείες οι οποίες δεν παράγουν και δεν εξάγουν αυτό το είδος προϊόντος.

    (38)

    Επίσης αβάσιμος είναι ισχυρισμός του ενδιαφερομένου κατά τον οποίο το σκεπτικό της απόφασης του Δικαστηρίου (10) ισχύει και στην παρούσα διαδικασία και ότι τα μείγματα που δεν έχουν πολύ υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ δεν μπορούν να υπαχθούν στο πεδίο της έρευνας. Ειδικότερα, για κάθε εταιρεία που περιλήφθηκε στην έρευνα, τα τυχόν περιθώρια ζημίας και επιδότησης θα αντιστοιχούν ακριβώς στο υπό εξέταση προϊόν και το ομοειδές προϊόν για τα οποία ορίστηκαν συμπεράσματα ως προς την επιδότηση και τη ζημία, συγκεκριμένα οι σχετικοί τύποι προϊόντων που περιέχουν βιοντίζελ τους οποίους η εκάστοτε εταιρεία πώλησε στην εγχώρια αγορά και εξήγαγε στην Κοινότητα. Επίσης, η απόφαση που επικαλείται ο ενδιαφερόμενος, αφορούσε επανεξέταση ισχυόντων μέτρων αντιντάμπιγκ που προέκυψαν από επέκτασή τους σε άλλα προϊόντα εκτός του υπό εξέταση προϊόντος, πράγμα που δεν ισχύει στην παρούσα έρευνα.

    (39)

    Παρόλο που τα παραδείγματα που παρέχονται σε ένα ερωτηματολόγιο σκοπός του οποίου είναι η συλλογή στοιχείων για τη διενέργεια έρευνας δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να διατυπωθούν υποθέσεις ως προς το συμπέρασμα της έρευνας, αξίζει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων, συγκεκριμένα πριν από τη διεξαγωγή της επιτόπιας έρευνας, ποιοι τύποι προϊόντων παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά και ποιοι εξάγονται από τις σχετικές εταιρείες κατά το χρόνο σύνταξης του ερωτηματολογίου. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του βασικού κανονισμού, οι σχετικοί τύποι προϊόντων που πρέπει να περιληφθούν στο πεδίο μιας έρευνας κατά των επιδοτήσεων είναι αυτοί που θεωρείται ότι επιδοτούνται με αντισταθμίσιμη επιδότηση. Σε τέτοια περίπτωση είναι δυνατό να επιβληθεί αντισταθμιστικός δασμός με σκοπό την εξουδετέρωση των συνεπειών της επιδότησης που έχει ενδεχομένως χορηγηθεί, άμεσα ή έμμεσα, για την κατασκευή, την παραγωγή, την εξαγωγή ή τη μεταφορά οιουδήποτε προϊόντος.

    (40)

    Θεωρείται επίσης ότι το B100 δεν πρέπει να εξαιρεθεί από τον ορισμό του προϊόντος. Πρώτον, επειδή το B100 ή καθαρό βιοντίζελ είναι το βασικό προϊόν για το οποίο αποδείχθηκαν οι επιδοτήσεις των ΗΠΑ. Όπως προκύπτει σαφώς από τον Κώδικα Εγχώριων Εσόδων των ΗΠΑ (US. CODE) και ειδικότερα τον τίτλο 26, $40A, στοιχείο δ), ο οποίος ορίζει σαφώς το βιοντίζελ, το όλο σύστημα επιδότησης εφαρμόστηκε για τη στήριξη της βιομηχανίας βιοντίζελ των ΗΠΑ. Δεύτερον, επειδή κατά την επιτόπια επαλήθευση στις εγκαταστάσεις της κυβέρνησης των ΗΠΑ, προέκυψε ότι το βιοντίζελ μπορεί να λάβει την ομοσπονδιακή πίστωση φόρου ύψους 1 USD ανά γαλόνι στις ΗΠΑ, ακόμη και όταν αναμειγνύεται εκτός των ΗΠΑ από εταιρεία με θυγατρική στις ΗΠΑ.

    (41)

    Η έρευνα έδειξε επίσης ότι η παραγωγή καθαρού βιοντίζελ από οποιονδήποτε παραγωγό στις ΗΠΑ συνοδεύεται από έκδοση πιστοποιητικού του παραγωγού, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (51) του προσωρινού κανονισμού. Αυτό το πιστοποιητικό είναι μεταβιβάσιμο και πρέπει να προσκομίζεται στην κυβέρνηση των ΗΠΑ όταν υποβάλλεται αίτηση για χορήγηση επιδότησης.

    (42)

    Βάσει των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών και εκτιμήσεων, επιβεβαιώνεται ότι όλοι οι τύποι βιοντίζελ και το βιοντίζελ σε μείγματα που καλύπτονται από την παρούσα έρευνα, δηλαδή το καθαρό βιοντίζελ (Β100) και τα μείγματα άνω του Β20, παρά τις πιθανές διαφορές ως προς την πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τους ή τις διαφορές όσον αφορά την παραγωγική διαδικασία, έχουν τα ίδια ή παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς. Οι πιθανές διαφορές ως προς το υπό εξέταση προϊόν δεν αλλοιώνουν το βασικό ορισμό του, τα χαρακτηριστικά του ή την αντίληψη που έχουν γι’ αυτό τα διάφορα μέρη.

    2.2.   Ομοειδές προϊόν

    (43)

    Εξήχθη το προσωρινό συμπέρασμα ότι τα προϊόντα που παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά των ΗΠΑ, τα οποία καλύπτονται από την παρούσα έρευνα, έχουν παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρήσεις με αυτά που εξάγονται από τη χώρα αυτή στην κοινοτική αγορά. Ομοίως, τα προϊόντα που παράγονται από την κοινοτική βιομηχανία και πωλούνται στην κοινοτική αγορά έχουν παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρήσεις σε σύγκριση με τα προϊόντα που εξάγονται στην Κοινότητα από την ενδιαφερόμενη χώρα.

    (44)

    Συνεπώς, δεν βρέθηκαν διαφορές μεταξύ των διαφόρων τύπων του υπό εξέταση προϊόντος και των κοινοτικών τύπων προϊόντων που πωλούνται στην κοινοτική αγορά οι οποίες θα οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι οι τύποι προϊόντων που παράγονται και πωλούνται στην κοινοτική αγορά δεν αποτελούν ομοειδή προϊόντα, με τα ίδια ή πολύ παραπλήσια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά με τους τύπους του υπό εξέταση προϊόντος που παράγονται στις ΗΠΑ και εξάγονται στην Κοινότητα. Ως εκ τούτου, εξήχθη το συμπέρασμα ότι όλοι οι τύποι βιοντίζελ που καλύπτονται από την παρούσα έρευνα θεωρούνται όμοιοι κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

    (45)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ταυτοποίηση του υπό εξέταση προϊόντος και πρέπει να καθοριστεί με βάση τα φυσικά χαρακτηριστικά και την τελική χρήση του προϊόντος. Κατ’ ουσίαν υποστήριξε ότι στην ΕΕ δεν χρησιμοποιείται για κατανάλωση το B20, αλλά ένα μείγμα με ακόμη χαμηλότερη περιεκτικότητα, το B5. Ως εκ τούτου, ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος είναι λανθασμένος. Ισχυρίστηκε επίσης ότι δεν είναι δυνατό να αλλάζει ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος, αλλά να διατηρείται ένα διαφορετικό ομοειδές προϊόν.

    (46)

    Όπως προκύπτει σαφώς από τις αιτιολογικές σκέψεις (31) έως (37) του προσωρινού κανονισμού, ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος συνδέεται με την ταυτοποίηση του υπό εξέταση προϊόντος και καθορίστηκε κυρίως με βάση τα φυσικά χαρακτηριστικά του προϊόντος. Η πραγματική τελική χρήση των προϊόντων λήφθηκε επίσης υπόψη και θεωρήθηκε ότι το όριο του B20 πρέπει επίσης να διατηρηθεί για τον ορισμό του ομοειδούς προϊόντος. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αριθμός των τύπων προϊόντων που καλύπτει ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος μειώθηκε επίσης ώστε να αντιστοιχεί στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος.

    (47)

    Συνεπώς, οι ισχυρισμοί των μερών ότι ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος είναι λανθασμένος πρέπει να απορριφθούν και ο προσωρινός ορισμός του ομοειδούς προϊόντος μπορεί να επιβεβαιωθεί.

    3.   ΕΠΙΔΟΤΗΣΗ

    3.1.   Γενικές παρατηρήσεις

    (48)

    Μία εταιρεία ισχυρίστηκε ότι οι λόγοι αποκλεισμού της από το δείγμα που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 9 του προσωρινού κανονισμού ήταν εξ αρχής γνωστοί στην Επιτροπή, όταν επέλεξε το δείγμα. Βάσει αυτού, η εταιρεία δεν θα έπρεπε να είχε αποκλειστεί από το δείγμα.

    (49)

    Σχετικά με τον ανωτέρω ισχυρισμό, σημειώνεται ότι το αν θα συμπεριληφθεί ή όχι μια εταιρεία στο δείγμα δεν έχει ουσιώδη αντίκτυπο στην εταιρεία όσον αφορά το αποτέλεσμα της έρευνας. Αν είχε συμπεριληφθεί στο δείγμα, θα είχε οριστεί ατομικός αντισταθμιστικός δασμός για την εταιρεία, όπως πράγματι έγινε στο προσωρινό στάδιο, παρόλο που η εταιρεία αποκλείστηκε από το δείγμα. Ο παρών κανονισμός ορίζει επίσης ατομικό αντισταθμιστικό δασμό για την εν λόγω εταιρεία. Μετά την τελική γνωστοποίηση των εν λόγω αποτελεσμάτων, η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι «ο εκ των πραγμάτων αποκλεισμός της» από τους συμπεριληφθέντες στο δείγμα εξαγωγείς την αποστέρησε ορισμένων βασικών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων δικαιωμάτων απορρεόντων από συγκεκριμένους υπολογισμούς όπως ισχύει για στοιχεία που παρέχονται από τους περιληφθέντες στο δείγμα εξαγωγείς. Ως απάντηση σ’ αυτό σημειώνεται ότι πραγματοποιήθηκε ειδικός υπολογισμός του επιπέδου επιδότησης της εν λόγω εταιρείας. Για ότι αφορά το βαθμό βλάβης της εν λόγω εταιρείας, αυτός διαπιστώθηκε όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (173) έως (175) παρακάτω, ήτοι στη βάση πραγματικών στοιχείων διαθέσιμων βάσει του άρθρου 28 του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι η εταιρεία δεν παρέσχε τις ζητηθείσες πληροφορίες αναφορικά με τις εξαγωγικές της πωλήσεις και μεταπωλήσεις στην Κοινότητα. Υπό τις περιστάσεις αυτές, ο ισχυρισμός της εταιρείας απορρίπτεται.

    (50)

    Μία εταιρεία ισχυρίστηκε ότι ο αντισταθμιστικός δασμός φαίνεται να έχει υπολογιστεί βάσει των εγχώριων πωλήσεων πλέον των εξαγωγικών πωλήσεων. Η εταιρεία ζήτησε να διορθωθούν ανάλογα οι υπολογισμοί.

    (51)

    Όσον αφορά τον ανωτέρω ισχυρισμό, σημειώνεται ότι όλα τα συστήματα επιδότησης που αντισταθμίζονται διαπιστώθηκε ότι αποτελούν συστήματα εγχώριας επιδότησης, δηλαδή ισχύουν τόσο για τις εγχώριες όσο και για τις εξαγωγικές πωλήσεις. Σύμφωνα με την πάγια εφαρμοζόμενη πρακτική, το ποσό που αντιστοιχεί στο όφελος από κάθε σύστημα κατά την ΠΕ καταμερίστηκε στο σύνολο των πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος (δηλαδή στις εγχώριες και τις εξαγωγικές πωλήσεις). Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός της εταιρείας απορρίφθηκε.

    (52)

    Η ίδια εταιρεία καθώς και άλλη μία επεσήμαναν επίσης ότι οι τιμές CIF που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό του αντισταθμιστικού δασμού δεν είναι οι ίδιες με αυτές που χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς της ζημίας και του ντάμπινγκ. Οι εταιρείες θεωρούν ότι για λόγους συνέπειας οι σωστές τιμές CIF που χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς του ντάμπινγκ και της ζημίας θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν και για τον υπολογισμό του αντισταθμιστικού δασμού.

    (53)

    Όσον αφορά τον ανωτέρω ισχυρισμό, πρέπει και πάλι να σημειωθεί, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (51) ανωτέρω, ότι όλα τα συστήματα επιδότησης που αντισταθμίζονται διαπιστώθηκε ότι αποτελούν συστήματα εγχώριας επιδότησης. Υπό τις περιστάσεις αυτές, ο παρονομαστής που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό του οφέλους κατά την ΠΕ είναι οι συνολικές πωλήσεις, σε αντίθεση με τη διαδικασία αντιντάμπινγκ, στην οποία παρονομαστής είναι μόνο οι εξαγωγικές πωλήσεις στην ΕΕ. Υπό τις περιστάσεις αυτές, ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

    (54)

    Ορισμένες εταιρείες και το Εθνικό Συμβούλιο Βιοντίζελ (NBB) υποστήριξαν ότι δεν πρέπει να επιβληθεί αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές B100 επειδή τα περιθώρια επιδότησης και ζημίας υπολογίστηκαν χωρίς να συμπεριληφθούν οι πωλήσεις B100. Όσον αφορά αυτό τον ισχυρισμό, σημειώνεται ότι οι πωλήσεις B100 παραγωγής των εταιρειών του δείγματος έχουν ληφθεί υπόψη στον υπολογισμό του ποσού των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, καθώς και στον υπολογισμό ου περιθωρίου ζημίας. Υπό τις περιστάσεις αυτές, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.

    3.2.   Πίστωση φόρου κατανάλωσης/φόρου εισοδήματος

    (55)

    Μια εταιρεία ισχυρίστηκε ότι το ύψος του οφέλους που αποκόμισε από την ομοσπονδιακή πίστωση φόρου κατανάλωσης/φόρου εισοδήματος κατά την περίοδο έρευνας (ΠΕ) είναι λιγότερο από 1 USD το γαλόνι, αν το όφελος υπολογιστεί επί του συνολικού όγκου των πωλήσεών της κατά την ΠΕ.

    (56)

    Όσον αφορά το όφελος που προέκυψε για την εταιρεία από το σύστημα πίστωσης φόρου κατανάλωσης/φόρου εισοδήματος, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (59) του προσωρινού κανονισμού, το όφελος αυτό υπολογίστηκε με βάση το 1 USD ανά γαλόνι αμιγούς βιοντίζελ που πωλήθηκε κατά την ΠΕ, είτε πωλήθηκε ως καθαρό βιοντίζελ (B100) είτε σε μείγμα. Το όφελος αυτό αντικατοπτρίζεται στο επίπεδο του προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού που επιβλήθηκε. Ο προσωρινός δασμός, αλλά και ο οριστικός δασμός που επιβάλλεται με τον παρόντα κανονισμό, προβλέπει ότι στα μείγματα ο αντισταθμιστικός δασμός εφαρμόζεται κατ’ αναλογία προς τη συνολική περιεκτικότητα του μείγματος σε βιοντίζελ. Υπό τις περιστάσεις αυτές, θεωρείται ότι ένας δασμός με βάση το 1 USD ανά γαλόνι αμιγούς βιοντίζελ αντικατοπτρίζει σωστά το όφελος κατά την ΠΕ, καθότι εφαρμόζεται χαμηλότερος δασμός, για παράδειγμα, στις εισαγωγές B99, δεδομένου ότι το τελευταίο περιέχει λιγότερο βιοντίζελ. Υπό τις περιστάσεις αυτές, ο ισχυρισμός της εταιρείας απορρίπτεται.

    (57)

    Ορισμένες εταιρείες και το NBB ισχυρίστηκαν ότι, εφόσον δεν υπάρχει ομοσπονδιακή πίστωση φόρου κατανάλωσης/φόρου εισοδήματος για τις πωλήσεις B100, δεν μπορεί βάσιμα να θεωρηθεί ότι οι πωλήσεις αυτές επωφελήθηκαν από την εν λόγω πίστωση φόρου. Μία από αυτές τις εταιρείες υποστήριξε ειδικότερα ότι δεν είχε αποδειχθεί ότι οι πωλήσεις B100 κατά την ΠΕ αποτελούσαν τον έμμεσο αποδέκτη της πίστωσης φόρου 1 USD ανά γαλόνι.

    (58)

    Σε απάντηση των ισχυρισμών αυτών, πρέπει να υπομνησθεί ότι ο αμερικανικός κώδικας προβλέπει ότι η πίστωση για τις μείξεις βιοντίζελ χορηγείται μόνον εφόσον η εταιρεία (ο αναμείκτης) που κάνει τη μείξη βιοντίζελ και πετρελαϊκού ντίζελ λάβει πιστοποιητικό («πιστοποιητικό για το βιοντίζελ») από τον παραγωγό βιοντίζελ, στο οποίο ο παραγωγός πιστοποιεί την ποσότητα βιοντίζελ που αναφέρεται στο πιστοποιητικό. Το πιστοποιητικό βιοντίζελ είναι μεταβιβάσιμο και παρέχει στον κάτοχο το δικαίωμα να λάβει φορολογική πίστωση 1 USD ανά γαλόνι, για τα γαλόνια βιοντίζελ που χρησιμοποίησε ο αιτών για την παραγωγή μείγματος βιοντίζελ. Όσον αφορά τις πωλήσεις B100 από τις εταιρείες για τις οποίες διεξήχθη έρευνα κατά την ΠΕ, προκύπτει όφελος για τις εταιρείες από το γεγονός ότι το πιστοποιητικό βιοντίζελ παρέχει δικαίωμα φορολογικής πίστωσης ύψους 1 USD ανά γαλόνι.

    (59)

    Κατόπιν της τελικής γνωστοποίησης, ορισμένες πλευρές ισχυρίστηκαν ότι το όφελος από τη φορολογική πίστωση του αναμείκτη κερδίζεται από τον αναμείκτη του βιοντίζελ και ότι δεν προσδιορίζεται ότι για πωλήσεις καθαρού βιοντίζελ (Β100), το όφελος θα πρέπει να το καρπώνεται ο παραγωγός/ πωλητής του Β100. Ως απάντηση σ’ αυτό, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως επεξηγήθηκε ανωτέρω, το πιστοποιητικό βιοντίζελ είναι μεταβιβάσιμο. ‘Οντως, ως συνέπεια τούτου, ο κάτοχος του πιστοποιητικού γνωρίζει ότι το πιστοποιητικό αντιπροσωπεύει αξία 1 USD ανά γαλόνι.

    (60)

    Η κυβέρνηση των ΗΠΑ εκτίμησε ότι, καθώς στην αιτιολογική σκέψη 44 του προσωρινού κανονισμού αναφέρεται ότι μια εταιρεία για να είναι επιλέξιμη για την πίστωση μείγματος βιοντίζελ θα πρέπει να δημιουργεί ένα μείγμα βιοντίζελ και πετρελαϊκού ντίζελ, το ποσό του οφέλους δεν θα πρέπει να υπολογίζεται στη βάση του καθαρού βιοντίζελ ή μείγματος όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (59) του προσωρινού κανονισμού. Σχετικά με αυτό, τονίζεται ότι, για τους λόγους που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη (58) ανωτέρω και όπως προβλέπεται στις αιτιολογικές σκέψεις (54) έως (55), εκτιμάται ότι όλα τα βιοντίζελ επιδοτούνται.

    (61)

    Υπό τις περιστάσεις αυτές, θεωρείται ότι οι πωλήσεις B100 διαπιστώθηκε ότι προσπορίζουν όφελος στους παραγωγούς αυτού του προϊόντος και, συνεπώς, οι ισχυρισμοί στις αιτιολογικές σκέψεις (51) έως (60) απορρίπτονται.

    (62)

    Ορισμένες εταιρείες και το NBB υποστήριξαν ότι δεν πρέπει να επιβληθεί αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές B100, διότι οι πωλήσεις Β100 στην ΕΕ δεν μπορούν να επωφεληθούν από τη φορολογική πίστωση για το βιοντίζελ. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (51) ανωτέρω, διαπιστώθηκε ότι όλο το βιοντίζελ επιδοτείτο μέσω του προγράμματος φορολογικής πίστωσης. Υπό τις συνθήκες αυτές, εκτιμάται ότι δύναται να επιβληθεί αντισταθμιστικός δασμός σε εισαγωγές καθαρού βιοντίζελ και βιοντίζελ σε μείγμα. Θα πρέπει περαιτέρω να σημειωθεί ότι οι πωλήσεις Β100 στην Κοινότητα είναι επίσης επιλέξιμες για οφέλη βάσει πίστωσης φόρου εισοδήματος των μικροπαραγωγών βιοντίζελ αγροτικής προέλευσης.

    (63)

    Κατά την ΠΕ, μερικές από τις εταιρείες του δείγματος είχαν εξαγάγει μικρές ποσότητες B100 στην Κοινότητα. Ωστόσο, η εξαγωγή B100 αντί B99 στην Κοινότητα δεν φαινόταν οικονομικά δικαιολογημένη, διότι μόνο η εξαγωγή Β99 θα απέφερε άμεσα ή έμμεσα την πίστωση για μείξη βιοντίζελ, εκτός αν ο εξαγωγέας ή ο αγοραστής δικαιούνταν την προαναφερθείσα πίστωση φόρου εισοδήματος. Σε τέτοια περίπτωση, ο παραγωγός των ΗΠΑ θα είχε το ίδιο όφελος με αυτό που προκύπτει από τις πωλήσεις B100 στην εγχώρια αγορά Μετά την τελική γνωστοποίηση, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δήλωσε ότι δεν αναφέρθηκαν στοιχεία που να τεκμηριώνουν τη διαπίστωση ότι δεν υφίσταται οικονομική αιτιολόγηση για την εξαγωγή Β100 αντί Β99 στην Κοινότητα. Οι λόγοι που οδηγούν στο συμπέρασμα αυτό εκτίθενται ανωτέρω.

    (64)

    Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι είναι απολύτως δυνατή η επιδότηση της εξαγωγής B100 και ότι δεν φαίνεται να δικαιολογείται οικονομικά η εξαγωγή στην Κοινότητα χωρίς επιδότηση, οι ανωτέρω ισχυρισμοί απορρίπτονται.

    (65)

    Σύμφωνα με τα ανωτέρω, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα σχετικά με το εν λόγω συστήματα, όπως αυτά παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις (41) έως (63) του προσωρινού κανονισμού.

    3.3.   Πίστωση φόρου εισοδήματος των μικροπαραγωγών βιοντίζελ αγροτικής προέλευσης

    (66)

    Ελλείψει παρατηρήσεων σχετικά με το εν λόγω σύστημα, οι αιτιολογικές σκέψεις 64 έως 72 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    3.4.   Το πρόγραμμα βιοενέργειας του αμερικανικού Υπουργείου Γεωργίας

    (67)

    Ελλείψει παρατηρήσεων σχετικά με το εν λόγω σύστημα, οι αιτιολογικές σκέψεις 73 έως 86 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    (68)

    Ελλείψει παρατηρήσεων σχετικά με τα κατωτέρω συστήματα, οι αιτιολογικές σκέψεις 87 έως 157 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    φορολογική απαλλαγή για το βιοντίζελ στο Ιλινόις

    ταμείο παροχής κινήτρων στους επιλέξιμους παραγωγούς βιοντίζελ στο Μιζούρι

    πρόγραμμα δανειοδότησης στο πλαίσιο του «biofuels partnership in assisting community expansion (PACE)» στη Βόρεια Ντακότα

    φορολογική πίστωση για εξοπλισμό παραγωγής βιοντίζελ στη Βόρεια Ντακότα

    πίστωση φόρου εισοδήματος για το βιοντίζελ στη Βόρεια Ντακότα

    φορολογική απαλλαγή για το μείγμα αιθανόλης και βιοντίζελ στο Τέξας

    πρόγραμμα κινήτρων του Τέξας για την παραγωγή καυσίμου αιθανόλης και βιοντίζελ

    φορολογική απαλλαγή για την παραγωγή βιοκαυσίμων στην Πολιτεία της Ουάσιγκτον

    3.5.   Ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων

    (69)

    Το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του βασικού κανονισμού, εκφραζόμενο κατ’ αξία, για τις εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας κυμαίνεται από 29,1 % έως 41,1 %. Δεδομένου ότι ανέρχονται στο ίδιο επίπεδο με αυτό που ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη (158) του προσωρινού κανονισμού, η εν λόγω αιτιολογική σκέψη επιβεβαιώνεται.

    ΣΥΣΤΗΜΑ→

    ΕΤΑΙΡΕΙΑ↓

    Πίστωση μείξης βιοντίζελ

    Πίστωση φόρου εισοδήματος για μικροπαρα-γωγούς βιοντίζελ αγροτικής προέλευσης

    Ταμείο παροχής κινήτρων στους επιλέξιμους παραγωγούς βιοντίζελ στο Μιζούρι

    Πρόγραμμα κινήτρων του Τέξας για την παραγωγή καυσίμου αιθανόλης και βιοντίζελ

    Φορολογική απαλλαγή για την παραγωγή βιοκαυσίμων στην Πολιτεία της Ουάσιγκτον

    Σύνολο

    %

    %

    %

    %

    %

    %

    Archer Daniels Midland Company

    31,3

     

    3,8

     

     

    35,1

    Cargill Inc.

    34,1

    0,4

     

     

     

    34,5

    Green Earth Fuels of Houston LLC

    38,7

     

     

    0,3

     

    39,0

    Imperium Renewables Inc.

    28,4

     

     

     

    0,7

    29,1

    Peter Cremer North America LP

    41,0

     

     

     

     

    41,0

    Vinmar Overseas Limited

    41,1

     

     

     

     

    41,1

    World Energy Alternatives LLC

    37,6

     

     

     

     

    37,6

    (70)

    Η μέθοδος καθορισμού του περιθωρίου επιδότησης για τις συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα παρατίθεται στην αιτιολογική σκέψη (159) του προσωρινού κανονισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, το περιθώριο επιδότησης για τις συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, υπολογιζόμενο βάσει του σταθμισμένου μέσου περιθωρίου επιδότησης που καθορίστηκε για τις συνεργασθείσες εταιρείες του δείγματος, είναι 36,0 %. Ως εκ τούτου, η αιτιολογική σκέψη (159) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

    (71)

    Η βάση για τον καθορισμό του περιθωρίου επιδότησης σε εθνικό επίπεδο ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη (160) του προσωρινού κανονισμού. Ελλείψει σχετικών παρατηρήσεων, η αιτιολογική σκέψη (160) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

    4.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

    4.1.   Κοινοτική παραγωγή και αντιπροσωπευτικότητα

    (72)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος αμφισβήτησε την εξαίρεση από την εκτίμηση της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομίλου παραγωγών που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (162) του προσωρινού κανονισμού, οι οποίοι συνδέονταν με παραγωγό-εξαγωγέα των ΗΠΑ, βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Υποστήριξε ότι ο σωστός παρονομαστής για να καθοριστεί η υποστήριξη της καταγγελίας έπρεπε να διατηρηθεί γύρω στους 5 400 χιλιάδες τόνους και όχι να μειωθεί σε 4 200 έως 4 600 χιλιάδες τόνους, όπως έγινε στον προσωρινό κανονισμό.

    (73)

    Οι σχετικές διατάξεις του βασικού κανονισμού για την εκτίμηση της αντιπροσωπευτικότητας ή της στήριξης της έρευνας είναι το άρθρο 9 παράγραφος 1 και το άρθρο 10 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού. Πληροφοριακά, οι σχετικές διατάξεις της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα που αφορούν τον ορισμό της εγχώριας βιομηχανίας περιέχονται στη νομοθεσία της ΕΕ στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει σαφώς ότι ο ορισμός της εγχώριας παραγωγής για τον καθορισμό της αντιπροσωπευτικότητας πρέπει να γίνεται σε συνάρτηση με τον ορισμό της εγχώριας βιομηχανίας και υπόκειται στις ίδιες απαιτήσεις με αυτές που ισχύουν για τον ορισμό της εγχώριας βιομηχανίας. Σε κάθε περίπτωση ο εν λόγω ισχυρισμός δεν είναι ικανός να μεταβάλει το συμπέρασμα ότι η έρευνα υποστηρίχθηκε από το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής παραγωγής. Ακόμη και αν ο παρονομαστής διατηρούνταν στους 5 400 τόνους, η υποστήριξη της έρευνας θα υπερέβαινε το 50 %, θα ήταν, δηλαδή, πολύ υψηλότερη από τις απαιτήσεις του βασικού κανονισμού.

    (74)

    Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι λαμβάνοντας υπόψη τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος και του ομοειδούς προϊόντος, που είναι το βιοντίζελ σε καθαρή μορφή ή σε μείγματα που περιέχουν περισσότερο από 20 % βιοντίζελ (B20), ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και η κοινοτική παραγωγή πρέπει να αποτελούνται από όλες τις κοινοτικές εταιρείες που παράγουν βιοντίζελ και μείγματα πάνω από το B20. Ισχυρίστηκε ότι κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν δείχνει ότι ο καταγγέλλων ή η Επιτροπή επιδίωξαν να περιλάβουν αυτές τις εταιρείες στη συνολική παραγωγή ή ότι διαπιστώθηκε ότι αυτοί οι παραγωγοί υποστήριξαν την καταγγελία.

    (75)

    Επ’ αυτού σημειώνεται ότι η ποσότητα της συνολικής κοινοτικής παραγωγής που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (162) του προσωρινού κανονισμού έχει πράγματι διαμορφωθεί λαμβάνοντας υπόψη τον όγκο της παραγωγής βιοντίζελ σε μείγματα πάνω από το B20. Διευκρινίζεται επιπλέον ότι σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, η κοινοτική παραγωγή μειγμάτων με περιεκτικότητα σε βιοντίζελ από 21 % (B21) έως 99 % (B99) ήταν πολύ περιορισμένη κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Η μοναδική παραγωγή μειγμάτων με περιεκτικότητες που κυμαίνονται μεταξύ των ανωτέρω τιμών αφορά μείγματα B30 και δεν υπερέβη τους 60 000 τόνους όσον αφορά την περιεκτικότητα σε βιοντίζελ. Επιπλέον, η Επιτροπή ήλθε σε επαφή με γνωστούς παραγωγούς B30 μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων και οι απαντήσεις που έλαβε από δύο εξ αυτών δείχνουν ότι υποστηρίζουν την καταγγελία.

    (76)

    Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, επιβεβαιώνονται οι αιτιολογικές σκέψεις (161) έως (163) του προσωρινού κανονισμού σχετικά με τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής, του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και την αντιπροσωπευτικότητα.

    4.2.   Δειγματοληψία

    (77)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι οι επιδόσεις ενός κοινοτικού παραγωγού του δείγματος που δεν συνεργάστηκε στην έρευνα ήταν πολύ καλές και έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη στην εκτίμηση της ζημίας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Υποστηρίχθηκε ότι ο εν λόγω παραγωγός δεν υπέστη ζημία κατά την ΠΕ και ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν τα βέλτιστα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού. Στο πλαίσιο αυτό ο ενδιαφερόμενος πρότεινε να χρησιμοποιηθούν τα δημόσια διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία των ετών 2007 και 2008 για τον εν λόγω παραγωγό, προκειμένου να εξεταστεί η ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

    (78)

    Κοινή πρακτική της Επιτροπής στις έρευνες κατά των επιδοτήσεων είναι να εξαιρεί από τη διαδικασία εκτίμησης της ζημίας τους παραγωγούς που δεν συνεργάστηκαν και να μην χρησιμοποιεί τα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού. Τα δεδομένα σχετικά με τη ζημία καλύπτουν μια μακρά περίοδο τεσσάρων ετών και δεν είναι δυνατό να ληφθούν από δημόσιες πηγές όλες οι απαραίτητες πληροφορίες για τον καθορισμό όλων των δεικτών ζημίας καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση, ο εν λόγω κοινοτικός παραγωγός εξαιρέθηκε από την έρευνα διότι δεν παρέσχε ολοκληρωμένα και ουσιώδη πληροφοριακά στοιχεία για τα έτη 2004 έως 2006, ενώ παρέσχε ελλιπή στοιχεία για το 2007 και την ΠΕ. Η χρησιμοποίηση των δημόσια διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με τη δραστηριότητα του εν λόγω παραγωγού στον τομέα του βιοντίζελ για το 2007 και το 2008, δεν θα επέτρεπε να συγκεντρωθούν στοιχεία για όλους τους συντελεστές της ζημίας και για όλα τα έτη την υπό εξέταση περιόδου. Αυτό θα στρέβλωνε τις τάσεις που ασκούν επιρροή για την εκτίμηση της ζημίας.

    (79)

    Επιπλέον, εάν διατηρούνταν ο εν λόγω παραγωγός στο δείγμα, δεν θα ήταν δυνατό να εκτιμηθεί η πρακτική επιβολής τιμών χαμηλότερων από τις κοινοτικές για το σύνολο των πωλήσεων των παραγωγών του δείγματος, διότι η εν λόγω εταιρεία δεν υπέβαλε αναλυτικό κατάλογο των πωλήσεών της ανά τύπο προϊόντος κατά την ΠΕ. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του ενδιαφερόμενου μέρους, οι οικονομικές επιδόσεις του εν λόγω παραγωγού, όσον αφορά την κερδοφορία, όπως φαίνεται από τα δημοσίως διαθέσιμα στοιχεία του, ήταν σαφώς χαμηλότερες από τη μέση κερδοφορία που διαπιστώθηκε για τους κοινοτικούς παραγωγούς του δείγματος που συνεργάστηκαν, όπως προκύπτει από τον πίνακα 7 του προσωρινού κανονισμού. Βάσει των ανωτέρω, το αίτημα του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους απορρίφθηκε.

    (80)

    Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι το δείγμα των κοινοτικών παραγωγών δεν ήταν αντιπροσωπευτικό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, διότι βασίστηκε μόνο σε παραγωγούς καθαρού βιοντίζελ (B100) και, συνεπώς, δεν περιλάμβανε τους παραγωγούς μειγμάτων από το B99 μέχρι το B20, καθώς και αναμείκτες B100.

    (81)

    Υπενθυμίζεται σχετικά ότι, όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (75), η κοινοτική παραγωγή μειγμάτων βιοντίζελ από το B20 μέχρι το B99 ήταν πολύ περιορισμένη κατά την ΠΕ. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή την περιορισμένη ποσότητα, η οποία αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 2 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος κατά την ΠΕ, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η επιλογή του δείγματος, η οποία βασίστηκε κυρίως στον μεγαλύτερο όγκο της παραγωγής και των πωλήσεων στην Κοινότητα, ήταν αντιπροσωπευτική. Όσον αφορά τους αναμείκτες του B100, οι εταιρείες αυτές δεν μπορούν να θεωρηθούν ως παραγωγοί του ομοειδούς προϊόντος, διότι επεξεργάζονται μέσω μιας απλής διαδικασίας ανάμειξης ένα υφιστάμενο ομοειδές προϊόν. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

    (82)

    Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, οι αιτιολογικές σκέψεις (164) έως (166) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    5.   ZHMIA

    (83)

    Όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (17), η εξέταση των τάσεων σχετικά με την εκτίμηση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2004 μέχρι το τέλος της ΠΕ. Ωστόσο, η έρευνα έδειξε ότι το 2004 ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ουσιαστικά βρισκόταν σε στάδιο εκκίνησης. Έτσι, κρίθηκε καταλληλότερο να γίνει ανάλυση της πιθανής ζημίας και της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής βάσει των τάσεων της περιόδου από το 2005 μέχρι την ΠΕ («περίοδος ανάλυσης»). Δεδομένου ότι κανένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με αυτή την προσέγγιση, η αιτιολογική σκέψη (167) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

    5.1.   Κοινοτική κατανάλωση

    Πίνακας 1

    Κοινοτική κατανάλωση

    2004

    2005

    2006

    2007

    ΠΕ

    Τόνοι

    1 936 034

    3 204 504

    4 968 838

    6 644 042

    6 608 659

    Δείκτης 2005=100

    60

    100

    155

    207

    206

    (84)

    Ελλείψει παρατηρήσεων που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν αλλαγή της κοινοτικής κατανάλωσης, όπως αυτή παρουσιάζεται στον ανωτέρω πίνακα, οι αιτιολογικές σκέψεις (168) έως (173) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    5.2.   Όγκος των εισαγωγών από την ενδιαφερόμενη χώρα και μερίδιο αγοράς

    (85)

    Στον κατωτέρω πίνακα παρουσιάζονται οι συνολικές εισαγωγές στην κοινοτική αγορά από παραγωγούς-εξαγωγείς των ΗΠΑ κατά την υπό εξέταση περίοδο.

    Πίνακας 2

    Σύνολο εξαγωγών από τις ΗΠΑ

    2004

    2005

    2006

    2007

    ΠΕ

    Τόνοι

    2 634

    11 504

    50 838

    730 922

    1 137 152

    Δείκτης 2005=100

    23

    100

    442

    6 354

    9 885

    Μερίδιο αγοράς

    0,1 %

    0,4 %

    1,0 %

    11,0 %

    17,2 %

    Δείκτης 2005=100

    25

    100

    250

    2 750

    4 300

    Πηγή: στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές

    (86)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η εξέταση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας στο πλαίσιο της διαδικασίας κατά των επιδοτήσεων θα έπρεπε να βασιστεί σε διαφορετικά στοιχεία από αυτά στα οποία βασίστηκε η παράλληλη διαδικασία αντιντάμπινγκ. Υποστήριξε ότι τα συμπεράσματα σχετικά με τις επιδοτήσεις βασίζονται στις εξαγωγές βιοντίζελ στην Κοινότητα το οποίο i) είναι ιδίας παραγωγής, ii) έχει παραχθεί και αναμειχθεί και iii) έχει αγοραστεί και αναμειχθεί, ενώ τα συμπεράσματα σχετικά με το ντάμπινγκ και ειδικότερα τα συμπεράσματα σχετικά με τις εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα βασίζονται μόνο στο βιοντίζελ ιδίας παραγωγής των παραγωγών του δείγματος.

    (87)

    Ο ισχυρισμός αυτός φαίνεται να υποδηλώνει ότι η διαδικασία αντιντάμπινγκ θα έπρεπε πάντα να βασίζεται σε στενότερο φάσμα δεδομένων σε σχέση με τη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων. Ωστόσο, στο προσωρινό στάδιο και στο πλαίσιο της παράλληλης διαδικασίας αντιντάμπινγκ διαπιστώθηκε ότι όλες οι εξαγωγές βιοντίζελ ιδίας παραγωγής των εταιρειών που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα των παραγωγών των ΗΠΑ πραγματοποιήθηκαν σε τιμές ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά. Παρόμοιο συμπέρασμα εξήχθη και στην παρούσα διαδικασία κατά των επιδοτήσεων. Έτσι, και στις δύο έρευνες θεωρήθηκε ότι όλες οι εξαγωγές από τις ΗΠΑ αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και επιδότησης και, κατά συνέπεια, συμπεριλήφθηκαν όλες στην εξέταση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας.

    (88)

    Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι στο οριστικό στάδιο διαπιστώθηκε ότι μία εταιρεία των ΗΠΑ που περιλήφθηκε στο δείγμα δεν εφάρμοζε πρακτική ντάμπινγκ, γεγονός που οδήγησε σε διαφορά μεταξύ του όγκου των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και του όγκου των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδότησης οι οποίοι πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την εξέταση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας στο πλαίσιο των διαδικασιών. Στη διαδικασία αντιντάμπινγκ ο συνολικός όγκος των εισαγωγών από τις ΗΠΑ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ προσαρμόστηκε για να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι εισαγωγές ενός παραγωγού-εξαγωγέα του δείγματος διαπιστώθηκε ότι δεν αποτελούσαν αντικείμενο πρακτικής ντάμπινγκ. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν έχει καμία επίπτωση στη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων.

    (89)

    Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, ο ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί.

    (90)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η κλάση HTS 3824 90 των στατιστικών των ΗΠΑ για τις εξαγωγές που χρησιμοποιήθηκε στον προσωρινό κανονισμό για τον καθορισμό των εισαγωγών από την ενδιαφερόμενη χώρα καλύπτει και άλλα προϊόντα, εκτός από το βιοντίζελ, όπως οι «λιπαρές ουσίες ζωικής ή φυτικής προέλευσης και μείγματα αυτών». Για το λόγο αυτό η εξέταση του όγκου των εισαγωγών από τις ΗΠΑ ήταν ελλιπής. Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος πρότεινε να χρησιμοποιηθούν αντ’ αυτής οι τάσεις που καθορίστηκαν για τους παραγωγούς των ΗΠΑ για τους οποίους διεξήχθη έρευνα.

    (91)

    Ως προς αυτό, κατά πρώτον σημειώνεται ότι ο κωδικός των ΗΠΑ HTS 3824 90 4000 χρησιμοποιήθηκε για να υπολογιστούν οι εισαγόμενες ποσότητες καταγωγής ΗΠΑ και όχι η εξαψήφια κλάση που ισχυρίζεται η εν λόγω πλευρά.

    (92)

    Επιπλέον υπενθυμίζεται ότι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (170) του προσωρινού κανονισμού, τα στοιχεία της Eurostat δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την εκτίμηση των εισαγωγών βιοντίζελ από τις ΗΠΑ, διότι μέχρι το τέλος του 2007 δεν υπήρχε χωριστός κωδικός ΣΟ για τη δασμολογική ταξινόμηση του προϊόντος αυτού. Ειδικότερα, το βιοντίζελ θα μπορούσε να ταξινομηθεί κάτω από διάφορους κωδικούς ΣΟ οι οποίοι περιλάμβαναν και στοιχεία σχετικά με τις εισαγωγές άλλων προϊόντων. Ο λόγος για τον οποίο χρησιμοποιήθηκαν οι στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές ήταν ότι κάλυπταν τις εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος σε ένα μόνο κωδικό και ότι ο όγκος των άλλων προϊόντων που καλύπτονταν από τον ίδιο κωδικό θα ήταν αμελητέας σημασίας όσον αφορά τις εξαγωγές στην Κοινότητα.

    (93)

    Λαμβάνοντας υπόψη τους περιορισμούς στη χρήση των στοιχείων της Eurostat, μια άλλη εναλλακτική λύση αντί της χρήσης των στατιστικών των ΗΠΑ για τις εξαγωγές θα ήταν να χρησιμοποιηθούν τα στοιχεία για τις εισαγωγές που αναφέρονταν στην καταγγελία. Τα στοιχεία αυτά συγκεντρώθηκαν από τους καταγγέλλοντες από πηγές εμπιστευτικών πληροφοριών για την αγορά και, ως εκ τούτου, η χρήση αυτών των πληροφοριών θα υπέκειτο σε περιορισμούς. Ωστόσο, χάριν πληρότητας οι τάσεις του όγκου των εισαγωγών θα παρουσίαζαν την ακόλουθη εικόνα σε δεικτοποιημένη μορφή:

    Πίνακας 3

    Εισαγωγές από τις ΗΠΑ

    2004

    2005

    2006

    2007

    ΠΕ

    Δεικτοποιημένες 2005=100

    0

    100

    1 359

    15 059

    15 394

    (94)

    Από τη σύγκριση του πίνακα 3 με τον πίνακα 2 ανωτέρω προκύπτει ότι η εκτίμηση της Επιτροπής όσον αφορά τον όγκο των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος κατά την περίοδο ανάλυσης ήταν πιο συντηρητική από την εναλλακτική λύση που θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί. Επιπλέον, η όλη εικόνα του όγκου των εισαγωγών του πίνακα 3 έχει διαμορφωθεί βάσει εμπιστευτικών στοιχείων που δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν, ενώ οι στατιστικές των ΗΠΑ αποτελούν δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες.

    (95)

    Η μέθοδος που πρότεινε το ενδιαφερόμενο μέρος θα είχε δείξει την ακόλουθη εικόνα σχετικά με τις τάσεις του όγκου των εξαγωγών στη βάση των πληροφοριών που συλλέγονται από τους παραγωγούς-εξαγωγείς:

    Πίνακας 4

    Εισαγωγές από τις ΗΠΑ

    2004

    2005

    2006

    2007

    ΠΕ

    Δεικτοποιημένες 2005=100

    16

    100

    461

    6 180

    9 005

    (96)

    Η σύγκριση του πίνακα 4 με τον πίνακα 2 ανωτέρω θα μπορούσε να δείξει παρόμοιες τάσεις μεταξύ της μεθόδου που χρησιμοποιείται από την Επιτροπή και εκείνη που προτείνει η υπόψη πλευρά.

    (97)

    Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε επίσης ότι επειδή το υπό εξέταση προϊόν είναι το βιοντίζελ και τα μείγματα βιοντίζελ με περιεκτικότητα σε βιοντίζελ άνω του 20 %, ο όγκος των εισαγωγών όπως παρουσιάζεται στον πίνακα 2 ανωτέρω δεν μπορεί να συσχετιστεί με το σωστό όγκο των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος.

    (98)

    Επ’ αυτού σημειώνεται ότι από την έρευνα δεν προέκυψαν εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος με περιεκτικότητα σε βιοντίζελ υψηλότερη από B20 και χαμηλότερη από B99 κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Με άλλα λόγια η έρευνα δεν διαπίστωσε εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος, οι οποίες λόγω της χαμηλής τους περιεκτικότητας σε βιοντίζελ θα έπρεπε να ταξινομηθούν σε διαφορετικό κωδικό ΗΠΑ HTS.

    (99)

    Βάσει των ανωτέρω εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο όγκος των εισαγωγών που παρουσιάζεται στον πίνακα 2 του προσωρινού κανονισμού αποτελεί αξιόπιστη, αντικειμενική και συντηρητική εκτίμηση των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα.

    (100)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι οι ποσότητες που εξήχθησαν από τις ΗΠΑ με την πρακτική «splash and dash» θα έπρεπε να έχουν διαχωριστεί από τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΗΠΑ, διότι οι πρώτες δεν μπορούν να θεωρηθούν ως εισαγωγές καταγωγής ΗΠΑ.

    (101)

    Επιπλέον, το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος και η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι, σε αντίθεση με όσα αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις (179) και (182) του προσωρινού κανονισμού, όλες οι εξαγωγές από τις ΗΠΑ δεν θεωρούνται καταγωγής ΗΠΑ. Δεν υπάρχει αρχή στις ΗΠΑ η οποία να διατυπώνει εκτίμηση ή να αποφαίνεται ως προς τη χώρα καταγωγής ενός συγκεκριμένου προϊόντος προς εξαγωγή και δεν μπορεί να υποτεθεί ότι όλες οι ποσότητες βιοντίζελ που εξέρχονται από το έδαφος των ΗΠΑ έχουν καταγωγή ΗΠΑ.

    (102)

    Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος δήλωσε επίσης ότι οι κανονισμοί περί καταγωγής που έχει θεσπίσει η αμερικανική υπηρεσία απογραφών (US Census Bureau) σχετικά με τον καθορισμό της καταγωγής των εξαγόμενων προϊόντων δεν είναι ευρέως γνωστοί στη βιομηχανία βιοντίζελ και έτσι όταν οι εξαγωγείς βιοντίζελ συμπληρώνουν τη δήλωση εξαγωγής του φορτωτή («Shippers Export Declaration» - SED) κατά κανόνα δηλώνουν ότι τα εξαγόμενα προϊόντα έχουν εγχώρια καταγωγή.

    (103)

    Επανέλαβε επίσης των ισχυρισμό που διατύπωσε στο προσωρινό στάδιο κατά τον οποίο οι ποσότητες που εισήχθησαν στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash» θα αντιπροσώπευαν άνω του 40 % των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τις ΗΠΑ. Προς επίρρωση του ισχυρισμού του χρησιμοποίησε τα δεδομένα για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές των ΗΠΑ από τους κωδικούς HTS 3824 90 4020 και 3824 90 4000 και ουσιαστικά ισχυρίστηκε ότι όλες οι εισαγωγές βιοντίζελ στις ΗΠΑ επανεξάγονταν στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash».

    (104)

    Επί των ανωτέρω σημειώνεται ότι η διευκρίνιση που ζητήθηκε από τις αρχές των ΗΠΑ σχετικά με το γεγονός ότι καμία αρχή των ΗΠΑ δεν διατυπώνει εκτίμηση ή απόφαση ως προς την καταγωγή ορισμένου προϊόντος προς εξαγωγή μπορεί να γίνει δεκτή.

    (105)

    Ο ισχυρισμός ότι οι ποσότητες που εξήχθησαν με την πρακτική «splash and dash» θα αντιπροσώπευαν τουλάχιστον το 40 % των εξαγωγών των ΗΠΑ στην Κοινότητα βασίστηκε στην υπόθεση ότι όλες οι ποσότητες βιοντίζελ που εισήχθησαν στις ΗΠΑ επανεξάγονταν εν τέλει στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash», χωρίς να καταναλωθεί κανένα μέρος αυτών των ποσοτήτων στις ΗΠΑ ή χωρίς να αναμειχθούν περαιτέρω στις ΗΠΑ πριν από την εξαγωγή.

    (106)

    Ωστόσο, τα δεδομένα που παρέθεσε το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος δείχνουν ότι κατά τα έτη 2004 έως 2006 οι εισαγωγές ήταν μακράν υψηλότερες από τις εξαγωγές, γεγονός που υποδηλώνει ότι υπάρχει εγχώρια ζήτηση στις ΗΠΑ για βιοντίζελ από άλλες χώρες. Επιπλέον, η υπόθεση αυτή είναι μάλλον υπεραπλουστευμένη, καθότι δεν λαμβάνει υπόψη τις ποσότητες βιοντίζελ που αναμείχθηκαν στις ΗΠΑ και εξήχθησαν στην Κοινότητα στις οποίες i) τα χαρακτηριστικά του μείγματος είναι διαφορετικά εκείνων των πρώτων υλών που θα προσέδιδαν καταγωγή ΗΠΑ στο όλο αναμεμειγμένο προϊόν ή ii) ένα μείγμα στο οποίο η επικρατούσα αναλογία του βιοντίζελ καταγωγής ΗΠΑ θα προσέδιδε καταγωγή ΗΠΑ στο όλο αναμεμειγμένο προϊόν. Στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζεται ότι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (180) του προσωρινού κανονισμού, οι εταιρείες των ΗΠΑ που ερευνήθηκαν δήλωσαν ότι δεν ήταν δυνατό να καθοριστούν ποιες από τις ποσότητες που εξήχθησαν στην Κοινότητα ή πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά ήταν προϊόν ιδίας παραγωγής ή είχαν προέλευση τις ΗΠΑ και ποιες είχαν εισαχθεί. Σημειώνεται επίσης ότι η καταγωγή φαίνεται να έχει δηλωθεί σωστά από τις ενδιαφερόμενες εταιρείες των ΗΠΑ, καθότι σε όλες τις περιπτώσεις η περαιτέρω ανάμειξη βιοντίζελ που δεν είχε καταγωγή ΗΠΑ πραγματοποιούνταν στις ΗΠΑ. Μάλιστα, στις περισσότερες περιπτώσεις οι παραγωγοί-εξαγωγείς που ερευνήθηκαν ήταν πολύ μεγάλες εταιρείες ή όμιλοι εταιρειών με συνδεδεμένες εταιρείες στην Κοινότητα, για τις οποίες πολύ δύσκολα μπορεί να γίνει δεκτό ότι δεν γνώριζαν τους υφιστάμενους κανόνες των ΗΠΑ και της Κοινότητας σχετικά με τον καθορισμό της καταγωγής.

    (107)

    Βάσει όλων των ανωτέρω, εξάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει βάσιμος τρόπος σαφούς ταυτοποίησης των εισαγωγών που πραγματοποιήθηκαν στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash» κατά την υπό εξέταση περίοδο. Θεωρείται επίσης ότι δεν συντρέχει λόγος να θεωρηθούν αυτές οι εξαγωγές, εφόσον υπάρχουν, ως εισαγωγές που δεν έχουν καταγωγή ΗΠΑ.

    5.3.   Τιμές των επιδοτούμενων εισαγωγών και πώληση σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

    5.3.1.   Τιμή πώλησης μονάδας

    (108)

    Στον κατωτέρω πίνακα παρουσιάζεται η τιμή πώλησης μονάδας όλων των εισαγωγών καταγωγής ΗΠΑ στην κοινοτική αγορά κατά την υπό εξέταση περίοδο, όπως εξακριβώθηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις (183) και (184) του προσωρινού κανονισμού.

    Πίνακας 5

    Σύνολο εισαγωγών από τις ΗΠΑ

    2004

    2005

    2006

    2007

    ΠΕ

    Τιμές σε EUR/τόνο

    463

    575

    600

    596

    616

    Δείκτης 2005=100

    81

    100

    104

    104

    107

    Πηγή: στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές και απαντήσεις των αμερικανών εξαγωγέων του δείγματος στο ερωτηματολόγιο

    5.3.2.   Πώληση σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

    (109)

    Για τους σκοπούς της ανάλυσης της πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, οι σταθμισμένες μέσες τιμές πωλήσεων των κοινοτικών παραγωγών που περιλήφθηκαν στο δείγμα, όπως χρεώνονται σε ανεξάρτητους πελάτες στην κοινοτική αγορά, προσαρμοσμένες σε επίπεδο ex-works, συγκρίθηκε με τις αντίστοιχες σταθμισμένες μέσες τιμές πωλήσεων των εισαγωγών των με ντάμπινγκ από τις ΗΠΑ, υπολογισμένες σε βάση CIF για τους παραγωγούς/ εξαγωγείς του δείγματος στις ΗΠΑ για τους οποίους διαπιστώθηκε ότι ασκούσαν πρακτική ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά. Όπου ήταν ενδεδειγμένο, εφαρμόστηκε μια προσαρμογή λόγω τελωνειακών δασμών, κόστους μετά την εισαγωγή και λόγω διαφοράς κόστους πρώτης ύλης που χρησιμοποιείται για την παραγωγή βιοντίζελ όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη (186) του προσωρινού κανονισμού.

    (110)

    Ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η προσαρμογή με βάση τις διαφορές της πρώτης ύλης ήταν χαμηλότερη από τη δέουσα, καθώς δεν αντικατόπτριζε σωστά την τιμή αγοράς των διαφορών. Ισχυρίστηκαν επιπλέον ότι οι διαφορές θα έπρεπε να διαμορφωθούν βάσει των τιμών των διαφόρων τύπων βιοντίζελ στην κοινοτική αγορά και διατύπωσαν τον ισχυρισμό τους με ποσοτικούς όρους παραπέμποντας στις τιμές εκτελωνισμένων προϊόντων στην Αμβέρσα, όπως είχαν δημοσιευθεί σε μελέτη αναλυτή αγοράς.

    (111)

    Επ’ αυτού σημειώνεται ότι η προσαρμογή βασίστηκε στα συνολικά, επαληθευμένα δεδομένα που συλλέχθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος για τις δραστηριότητές τους στις ΗΠΑ και, επομένως, βασίστηκε στα συμπεράσματα της έρευνας, η οποία αποτελεί την πιο αξιόπιστη πηγή πληροφοριών. Επιπλέον, οι τιμές που δημοσιεύονται σε κοινοτικό επίπεδο δεν θα αποτελούσαν κατάλληλη βάση για την προσαρμογή, διότι αυτές οι τιμές θα είχαν επηρεαστεί από το ύψος των τιμών των επιδοτούμενων εισαγωγών καταγωγής ΗΠΑ. Βάσει των ανωτέρω ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε.

    (112)

    Οι ίδιοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η προσαρμογή για τις διαφορές της πρώτης ύλης θα έπρεπε να εφαρμοστεί μόνο στις πωλήσεις των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος και όχι στις πωλήσεις των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος, διότι οι τελευταίοι πωλούν μείγματα τα οποία πληρούν τα κοινοτικά πρότυπα.

    (113)

    Ο ισχυρισμός αυτός κρίθηκε άνευ σημασίας, καθώς σκοπός της προσαρμογής ήταν να ληφθούν υπόψη οι διαφορές της πρώτης ύλης και όχι τυχόν διαφορές στη συμμόρφωση με τα διαφορετικά πρότυπα που ισχύουν σε κοινοτικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

    (114)

    Ο καταγγέλλων αμφισβήτησε την ορθότητα αυτής της προσαρμογής ισχυριζόμενος ότι τόσο οι κοινοτικοί παραγωγοί όσο και οι εξαγωγείς των ΗΠΑ χρησιμοποιούν ποικίλες πρώτες ύλες και αμφότεροι παράγουν ποικίλα μείγματα που διατίθενται σε αμφότερες τις αγορές και, συνεπώς, έχουν το ίδιο φάσμα δυνατοτήτων όσον αφορά την επιλογή πρώτης ύλης.

    (115)

    Επ’ αυτού σημειώνεται ότι, παρόλο που είναι γεγονός ότι τόσο οι κοινοτικοί παραγωγοί όσο και οι παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ χρησιμοποιούν ποικίλα μείγματα που βασίζονται σε διάφορες πρώτες ύλες, η κατανομή πρώτων υλών στα μείγματα μπορεί να παρουσιάζει σημαντικές διαφορές από παραγωγό σε παραγωγό, ακόμη και από πελάτη σε πελάτη του ίδιου παραγωγού. Ειδικότερα, η έρευνα έδειξε ότι σε πολύ λίγες περιπτώσεις διαπιστώθηκε πλήρης ταύτιση των μειγμάτων που πωλούσαν οι κοινοτικοί παραγωγοί του δείγματος και των μειγμάτων που πωλούσαν στην κοινοτική αγορά οι παραγωγοί-εξαγωγείς του δείγματος. Ως εκ τούτου, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι διάφοροι τύποι προϊόντων βιοντίζελ στους υπολογισμούς σχετικά με τις πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, κρίθηκε πράγματι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί προσαρμογή για τις διαφορές στην πρώτη ύλη. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

    (116)

    Ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι οι τιμές που χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς του περιθωρίου ζημίας ήταν οι τιμές CIF στα σύνορα της Κοινότητας, αντί των τιμών μεταπώλησης στον πρώτο μη συνδεδεμένο πελάτη. Ισχυρίστηκαν ότι οι υπολογισμοί αυτοί πρέπει να διορθωθούν για να ληφθεί υπόψη η αξία και οι τιμές των πωλήσεων στον πρώτο μη συνδεδεμένο πελάτη.

    (117)

    Ο ισχυρισμός αυτός κρίθηκε ότι ασκεί επιρροή όσον αφορά δύο παραγωγούς-εξαγωγείς και οι υπολογισμοί σχετικά με τη ζημία διορθώθηκαν ανάλογα.

    (118)

    Βάσει των ανωτέρω, το μέσο περιθώριο πώλησης σε τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών κατά την ΠΕ, εκφρασμένο ως ποσοστό της μέσης σταθμισμένης τιμής εκ του εργοστασίου του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, διαπιστώθηκε ότι κυμάνθηκε από 18,9 % έως 31,9 %, αντί για 18,9 % έως 33,0 %, όπως είχε οριστεί στο προσωρινό στάδιο.

    5.4.   Οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

    (119)

    Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (209) έως (212) του προσωρινού κανονισμού, διαπιστώθηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

    (120)

    Ειδικότερα, από την προσωρινή ανάλυση προέκυψε ότι οι επιδόσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής βελτιώθηκαν όσον αφορά ορισμένους δείκτες όγκου, αλλά οι περισσότεροι δείκτες που αφορούσαν τη χρηματοοικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επιδεινώθηκαν σημαντικά κατά την υπό εξέταση περίοδο. Παρά την ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να αντλεί κεφάλαια για επενδύσεις, η απόδοση των επενδύσεων σημείωσε κατακόρυφη πτώση κατά τη διάρκεια της ΠΕ και η κερδοφορία σημείωσε σημαντική πτώση στη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου.

    (121)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η ανάλυση που περιέχεται στην αιτιολογική σκέψη (195) του προσωρινού κανονισμού σχετικά με τη μεγέθυνση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν εσφαλμένη. Ειδικότερα, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι ο προσωρινός κανονισμός υποδηλώνει ότι η έντονη αύξηση της ζήτησης βιοντίζελ στην κοινοτική αγορά έπρεπε να οδηγήσει σε ανάλογη αύξηση των μεριδίων αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ενώ δεν υπάρχει άμεση συσχέτιση μεταξύ της αύξησης της ζήτησης και του μεριδίου αγοράς.

    (122)

    Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε περαιτέρω ότι οι παράγοντες ζημίας που αναφέρονται στην ίδια αιτιολογική σκέψη (195) του προσωρινού κανονισμού, συγκεκριμένα δε η παραγωγή, η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, η παραγωγικότητα, οι πωλήσεις, η επενδυτική πολιτική και η απόδοση των επενδύσεων, δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι επηρεάστηκαν σημαντικά.

    (123)

    Το επιχείρημα σχετικά με τη μη συσχέτιση της ζήτησης και του μεριδίου αγοράς γίνεται δεκτό. Ωστόσο, το γεγονός παραμένει ότι μεταξύ του 2006 και της ΠΕ το μερίδιο αγοράς των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος πολλαπλασιάστηκε 1,2 φορές, ενώ κατά την ίδια περίοδο το μερίδιο αγοράς των επιδοτούμενων εισαγωγών πολλαπλασιάστηκε περίπου 17 φορές. Αυτή η συγκριτικά μεγάλη αύξηση του μεριδίου αγοράς των εισαγωγών από τις ΗΠΑ είναι αποτέλεσμα των πολύ χαμηλότερων τιμών πώλησης αυτών των εισαγωγών, όπως προκύπτει από τον πίνακα 5 και την αιτιολογική σκέψη (118) ανωτέρω.

    (124)

    Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί σφαιρικής εκτίμησης όλων των παραγόντων ζημίας, αναγνωρίζεται ότι δεν επιδεινώθηκαν όλοι αυτοί οι παράγοντες κατά την υπό εξέταση περίοδο. Ωστόσο, αναφέρεται ότι πράγματι επηρεάστηκαν σημαντικά οι παράγοντες που αφορούν τη χρηματοοικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και συγκεκριμένα η κερδοφορία και η απόδοση των επενδύσεων, ενώ σε μικρότερο βαθμό επλήγη η παραγωγικότητα. Αυτό απορρέει από το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έπρεπε να προσαρμοστεί στον ανταγωνισμό από τις επιδοτούμενες εισαγωγές από τις ΗΠΑ που καθόρισαν τις τιμές, επιλέγοντας να διατηρήσει την παρουσία του στην αγορά εις βάρος της κερδοφορίας του, αντί να διατηρήσει την κερδοφορία του, αλλά να χάσει μερίδια αγοράς.

    (125)

    Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη και η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι η κερδοφορία και η απόδοση των επενδύσεων των παραγωγών της ΕΕ που περιλήφθηκαν στο δείγμα διατηρήθηκαν σε καλά επίπεδα το 2007 και κατά την ΠΕ, σε απόλυτες τιμές, παρόλο που σημείωσαν έντονη μείωση σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη. Υποστήριξαν ότι τα επίπεδα κερδοφορίας και απόδοσης των επενδύσεων που επιτεύχθηκαν από το 2004 έως το 2006 δεν ήταν δυνατό να διατηρηθούν και ότι η βιομηχανία βιοντίζελ της ΕΕ, όπως όλες οι αναδυόμενες βιομηχανίες, γνώρισε το φυσιολογικό φαινόμενο ανόδου και πτώσης («boom and bust») κατά την υπό εξέταση περίοδο.

    (126)

    Επ’ αυτού υπενθυμίζεται ότι ορισμένες αμερικανικές εταιρείες του δείγματος πέτυχαν πολύ μεγαλύτερη κερδοφορία, υψηλότερη του 30 %, λειτουργώντας υπό παρόμοιες συνθήκες, δηλαδή στο πλαίσιο μιας αναπτυσσόμενης αγοράς, κατά την υπό εξέταση περίοδο. Επίσης, η μείωση της κερδοφορίας και της απόδοσης των επενδύσεων που έπληξε τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ήταν πολύ απότομη, καθώς συνέβη μεταξύ του 2006 και του 2007, και συνέπεσε ακριβώς με τη διόγκωση των εισαγωγών βιοντίζελ από τις ΗΠΑ.

    (127)

    Αρκετοί κοινοτικοί παραγωγοί ισχυρίστηκαν ότι για την εκτίμηση της ζημίας θα έπρεπε να συνεκτιμηθεί πλήρως η κατάσταση των κοινοτικών εταιρειών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, ιδίως έχοντας υπόψη τις πολυάριθμες περιπτώσεις μείωσης του προσωπικού, κλεισίματος επιχειρήσεων ή αναβολής νέων σχεδίων που παρατηρήθηκαν μεταξύ αυτών των εταιρειών κατά την υπό εξέταση περίοδο.

    (128)

    Από την άλλη πλευρά, ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η αναφορά του προσωρινού κανονισμού στους παραγωγούς της Κοινότητας που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα είναι άνευ σημασίας, καθώς για την απόδειξη της ζημίας δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν μη επαληθευμένα στοιχεία για παραγωγούς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα. Το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος επικαλείται επίσης δημόσια στοιχεία που δείχνουν ότι ορισμένοι από τους παραγωγούς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα είχαν κερδοφόρες δραστηριότητες.

    (129)

    Σχετικά με τους δύο ανωτέρω ισχυρισμούς, υπενθυμίζεται ότι η κατάσταση των κοινοτικών παραγωγών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (205) έως (208) του προσωρινού κανονισμού ως συμπληρωματική ένδειξη της ζημίας, χωρίς να επηρεάζει τους υπολογισμούς των δεικτών ζημίας και του περιθωρίου ζημίας, για τους οποίους χρησιμοποιήθηκαν πράγματι επαληθευμένα στοιχεία. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός του εν λόγω μέρους απορρίπτεται. Από την άλλη πλευρά, ελλείψει διαθέσιμων επαληθευμένων στατιστικών ή ατομικών πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση όλων των παραγωγών της ΕΕ που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, δεν είναι δυνατό να διατυπωθεί ακριβής κρίση για τους κοινοτικούς παραγωγούς στο σύνολό τους, όπως ζήτησαν οι κοινοτικοί παραγωγοί. Συνεπώς, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε επίσης.

    (130)

    Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων επί των προσωρινών συμπερασμάτων σχετικά με την οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, οι αιτιολογικές σκέψεις (188) έως (194) και (196) έως (208) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    (131)

    Το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία, όπως παρατίθεται στις αιτιολογικές σκέψεις (209) έως (212) του προσωρινού κανονισμού, επιβεβαιώνεται επίσης.

    6.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

    6.1.   Συνέπειες των επιδοτούμενων εισαγωγών

    (132)

    Υπενθυμίζεται ότι ο όγκος των επιδοτούμενων εισαγωγών από τις ΗΠΑ αυξήθηκε σημαντικά κατά την περίοδο ανάλυσης. Είναι επίσης σαφές ότι η διόγκωση των επιδοτούμενων εισαγωγών συνέπεσε χρονικά με την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να καθορίσει τις τιμές του σύμφωνα με τους όρους της αγοράς και τις αυξήσεις του κόστους, καθώς οι τιμές των επιδοτούμενων εισαγωγών ήταν χαμηλότερες από τις κοινοτικές κατά την ΠΕ.

    (133)

    Ως εκ τούτου, επιβεβαιώνεται ότι η αύξηση των επιδοτούμενων εισαγωγών από τις ΗΠΑ σε χαμηλές τιμές είχαν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την ΠΕ.

    6.2.   Συνέπειες άλλων παραγόντων

    6.2.1.   Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

    (134)

    Ελλείψει παρατηρήσεων που θα δικαιολογούσαν την τροποποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, επιβεβαιώνεται ότι οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες δεν είναι δυνατό παρά να είχαν αμελητέα συμβολή στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

    6.2.2.   Εξέλιξη της ζήτησης

    (135)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι η κάμψη της ζήτησης μεταξύ του 2007 και της ΠΕ, ακόμη και αν υπήρξε αμελητέα (0,5 %), προκάλεσε ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι μια υποθετική αύξηση της ζήτησης κατά 10 % θα απέφερε πρόσθετο όγκο πωλήσεων ύψους 205 733 τόνων, αν ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είχε διατηρήσει το ίδιο μερίδιο αγοράς (29,8 %) που είχε σημειωθεί κατά την ΠΕ.

    (136)

    Επ’ αυτού σημειώνεται ότι οι ισχυρισμοί του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους βασίστηκαν σε γενικές και ατεκμηρίωτες υποθέσεις. Επιπλέον, το γεγονός ότι μεταξύ του 2007 και της ΠΕ το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε κατά 2,8 εκατοστιαίες μονάδες ενισχύει το συμπέρασμα που διατυπώνεται στην αιτιολογική σκέψη (223) του προσωρινού κανονισμού ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν μπορεί να αποδοθεί σε αυτή τη μικρή κάμψη της ζήτησης μεταξύ του 2007 και της ΠΕ. Συνεπώς, ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την εξέλιξη της ζήτησης στην κοινοτική αγορά, η αιτιολογική σκέψη (223) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

    6.2.3.   Αποφάσεις δημόσιας πολιτικής

    (137)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος επανέλαβε τον ισχυρισμό του ότι η επαναφορά του ενεργειακού φόρου στη Γερμανία επηρέασε αρνητικά την οικονομική κατάσταση των κοινοτικών παραγωγών που εφοδίαζαν την εν λόγω αγορά, διότι λόγω των μέτρων η ζήτηση για βιοντίζελ B100, που αντιστοιχεί σε 1,5 εκατ. τόνους τουλάχιστον, κατέρρευσε. Σε απάντηση των συμπερασμάτων της έρευνας που παρουσιάζονται στην αιτιολογική σκέψη (225) του προσωρινού κανονισμού, υποστήριξε επίσης ότι ακόμη και αν η θέσπιση υποχρέωσης ανάμειξης σε ποσοστό 4,4 % του ντίζελ που διατίθεται στη γερμανική αγορά για τον τομέα των μεταφορών (B5) αντιστάθμιζε τις εικαζόμενες απώλειες στις πωλήσεις B100, τα επίπεδα τιμών του B100 θα ήταν διαφορετικά από τα επίπεδα τιμών του βιοντίζελ που προορίζεται για τα μείγματα B5. Ισχυρίστηκε ότι το B100 παράγεται μόνο από την ακριβότερη πρώτη ύλη, την ελαιοκράμβη, ενώ το βιοντίζελ B5 παράγεται από ποικίλες πρώτες ύλες, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά τις μέσες τιμές των κοινοτικών παραγωγών.

    (138)

    Επ’ αυτού υπενθυμίζεται ότι, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους, η έρευνα έδειξε ότι ο όγκος των πωλήσεων των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος που εφοδιάζουν τη γερμανική αγορά αυξήθηκε κατά 68 % μεταξύ του 2006 και της ΠΕ, γεγονός που στην πραγματικότητα επιβεβαιώνει το προσωρινό συμπέρασμα ότι τυχόν απώλειες στις πωλήσεις B100 αντισταθμίστηκαν από την απαίτηση υποχρεωτικής ανάμειξης. Σημειώνεται επίσης ότι η θέσπιση φόρου 0,09 ευρώ ανά λίτρο βιοντίζελ από την 1η Αυγούστου 2006 δεν οδήγησε σε κατάρρευση της αγοράς, όπως ισχυρίστηκε το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος, αλλά πράγματι οι πωλήσεις B100 μειώθηκαν σημαντικά το τελευταίο τρίμηνο της ΠΕ, όταν ο φόρος αυτός αυξήθηκε περαιτέρω σε 0,15 ευρώ ανά λίτρο από την 1η Ιανουαρίου 2008. Όσον αφορά τις συνέπειες στις τιμές, οι ισχυρισμοί του εν λόγω μέρους ήταν αβάσιμοι, διότι το βιοντίζελ που χρησιμοποιείται και για τους δύο τύπους προϊόντος πρέπει να πληροί τα ίδια πρότυπα, γεγονός που σημαίνει ότι και στα δύο καύσιμα βιοντίζελ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί το ίδιο μείγμα πρώτων υλών και, κατά συνέπεια, δεν υπάρχει καμία αποδεδειγμένη διαφοροποίηση της τιμής των δύο τύπων βιοντίζελ. Βάσει των ανωτέρω ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε.

    (139)

    Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τις αποφάσεις δημόσιας πολιτικής, η αιτιολογική σκέψη (226) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

    6.2.4.   Αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών

    (140)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος δέχθηκε μεν ότι το ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος παρέμεινε αρκετά υψηλό, αλλά ισχυρίστηκε ότι η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος θα εξακολουθούσε να αποτελεί αιτία ζημίας λόγω του ότι οδηγεί σε υψηλότερα πάγια έξοδα τα οποία επηρεάζουν δυσμενώς την κερδοφορία. Ισχυρίστηκε επίσης ότι η αύξηση της καθαρής αξίας του ενεργητικού των εν λόγω παραγωγών οδήγησε σε αυξήσεις των πάγιων εξόδων, διότι οι δαπάνες απόσβεσης και οι χρηματοοικονομικές δαπάνες ήταν υψηλότερες.

    (141)

    Επ’αυτού υπενθυμίζεται ότι η εμπεριστατωμένη εξέταση της κατανομής των μεταβλητών και των πάγιων εξόδων στη διάρθρωση κόστους του κοινοτικού κλάδου παραγωγής έδειξε ότι τα πάγια έξοδα αντιστοιχούν μόλις στο 6 % των συνολικών δαπανών (αιτιολογική σκέψη 228 του προσωρινού κανονισμού). Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι η εξέταση έδειξε ότι οι διακυμάνσεις αυτού του ποσοστού κατά την περίοδο ανάλυσης ήταν ασήμαντες. Όσον αφορά τον ισχυρισμό σχετικά με την επίδραση που είχε στην κερδοφορία η αύξηση της καθαρής αξίας του ενεργητικού, πρέπει να σημειωθεί ότι η αύξηση των δαπανών σε απόλυτες τιμές δεν οδηγεί αυτόματα σε αύξηση του μοναδιαίου κόστους παραγωγής, καθότι το τελευταίο εξαρτάται από τον όγκο της παραγωγής, ο οποίος, όπως φαίνεται στον πίνακα 4 του προσωρινού κανονισμού, παρουσίασε σταθερή αύξηση κατά την περίοδο ανάλυσης. Ως εκ τούτου, τα υψηλότερα πάγια έξοδα σε απόλυτες τιμές αποδόθηκαν στον υψηλότερο όγκο της παραγωγής που οδήγησε στην κατά τα ανωτέρω κατανομή των πάγιων εξόδων σε σχέση με τις συνολικές δαπάνες. Βάσει των ανωτέρω, οι ισχυρισμοί του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους έπρεπε να απορριφθούν.

    (142)

    Το ίδιο μέρος ισχυρίστηκε ότι η συνολική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών έχει άμεση επίπτωση στις τιμές, διότι δημιουργεί οξύ ανταγωνισμό μεταξύ των παραγωγών για την απόκτηση νέων συμβάσεων με σκοπό την κάλυψη του οριακού κόστους και, κατά συνέπεια, οι παραγωγοί με υψηλά ποσοστά χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας θα εφάρμοζαν επιθετικότερη πολιτική πωλήσεων, ώστε να προσφέρουν χαμηλότερη τιμή από τους ανταγωνιστές τους. Προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού υπέβαλε ανακοίνωση που επισύναψε μία από τις εταιρείες του δείγματος στις οικονομικές της καταστάσεις για το 2007.

    (143)

    Ωστόσο, οι ισχυρισμοί του εν λόγω μέρους δεν επιβεβαιώνονται από αποδεικτικά στοιχεία, καθώς στην ανωτέρω ανακοίνωση δεν γίνεται καμία αναφορά στον προβαλλόμενο ανταγωνισμό τιμών λόγω πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας. Αντίθετα, στην ανακοίνωση γίνεται λόγος για την αύξηση που επέβαλε η γερμανική κυβέρνηση στον ενεργειακό φόρο επί του βιοντίζελ B100 από την 1η Ιανουαρίου 2008, η οποία ενίσχυσε τον ανταγωνισμό στην αγορά βιοντίζελ για τον τύπο B5. Βάσει των ανωτέρω, ο ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί.

    (144)

    Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών, οι αιτιολογικές σκέψεις (227) έως (230) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    6.2.5.   Αυξημένη ζήτηση πρώτων υλών και αύξηση των τιμών

    (145)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος και η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι κανένα από τα επιχειρήματα των αιτιολογικών σκέψεων (231) έως (235) του προσωρινού κανονισμού δεν θίγει το γεγονός ότι οι τιμές του σογιέλαιου, του φοινικέλαιου και του ελαίου αγριοκράμβης στις ΗΠΑ μετά το 2004 παρέμειναν σταθερά σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κραμβέλαιου στην Κοινότητα, με αποτέλεσμα να προκύπτει σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τις εισαγωγές βιοντίζελ από τις ΗΠΑ.

    (146)

    Υπενθυμίζεται ότι η έρευνα πρέπει να καθορίσει αν οι επιδοτούμενες εισαγωγές (από άποψη τιμών και όγκου) προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ή αν αυτή η σημαντική ζημία οφείλεται σε άλλους παράγοντες. Το άρθρο 8 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού προβλέπει σχετικά ότι πρέπει να αποδειχθεί ότι το επίπεδο των τιμών των επιδοτούμενων εισαγωγών προκαλεί ζημία. Συνεπώς, στη διάταξη αυτή γίνεται απλή αναφορά σε διαφορά μεταξύ των επιπέδων των τιμών, ενώ δεν απαιτείται η εξέταση των παραγόντων που επηρεάζουν το επίπεδο αυτών των τιμών.

    (147)

    Στην πράξη, οι επιπτώσεις των επιδοτούμενων εισαγωγών στις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εξετάζονται ουσιαστικά με την απόδειξη της εφαρμογής τιμών χαμηλότερων από τις κοινοτικές, της ύφεσης των τιμών και της συμπίεσης των τιμών. Για το σκοπό αυτό, οι επιδοτούμενες τιμές εξαγωγής συγκρίνονται με τις τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και οι τιμές εξαγωγής που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό της ζημίας ενδέχεται κάποιες φορές να χρειάζονται προσαρμογή, ώστε να υπάρξει κοινή βάση σύγκρισης. Συνεπώς, η χρήση προσαρμογών σ’ αυτό το πλαίσιο διασφαλίζει μόνο ότι η διαφορά στις τιμές αποδεικνύεται με σύγκριση στην ίδια βάση. Ως εκ τούτου, καθίσταται σαφές ότι οι τιμές των πρώτων υλών στη χώρα εξαγωγής δεν μπορούν κατ’ αρχήν να αποτελούν παράγοντα ζημίας.

    (148)

    Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται επίσης από τη διατύπωση του άρθρου 8 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, όπου γίνεται αναφορά σε άλλους γνωστούς παράγοντες, εκτός από τις επιδοτούμενες εισαγωγές. Μεταξύ των άλλων γνωστών παραγόντων που απαριθμούνται στο εν λόγω άρθρο δεν περιλαμβάνεται κανένας παράγοντας που επηρεάζει το επίπεδο τιμών των επιδοτούμενων εισαγωγών. Συνοψίζοντας, αν οι εισαγωγές επιδοτούνται, ακόμη και όταν έχουν επωφεληθεί από ευνοϊκή εξέλιξη των τιμών των πρώτων υλών, η εξέλιξη αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως άλλος παράγοντας πρόκλησης ζημίας.

    (149)

    Συνεπώς, η ανάλυση των παραγόντων οι οποίοι επηρεάζουν το επίπεδο των τιμών των επιδοτούμενων εισαγωγών, όπως το προβαλλόμενο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα λόγω των χαμηλότερων τιμών των πρώτων υλών, δεν μπορεί να οδηγήσει σε οριστικά συμπεράσματα και μια τέτοια ανάλυση θα υπερέβαινε τις απαιτήσεις του βασικού κανονισμού.

    (150)

    Σε κάθε περίπτωση και με την επιφύλαξη των ανωτέρω, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι κατά την ΠΕ σημειώθηκε γενική αύξηση των τιμών των γεωργικών προϊόντων σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ η αύξηση της τιμής του σογιέλαιου (κύριας πρώτης ύλης που χρησιμοποιούν οι παραγωγοί της ενδιαφερόμενης χώρας) ήταν εντονότερη από την αύξηση της τιμής του κραμβέλαιου κατά την ίδια περίοδο. Ωστόσο, αυτή η αύξηση του κόστους στις ΗΠΑ δεν αντικατοπτρίστηκε στις τιμές των επιδοτούμενων εισαγωγών στην κοινοτική αγορά, οι οποίες ήταν σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

    (151)

    Κατόπιν των ανωτέρω, ο ισχυρισμός των εν λόγω μερών έπρεπε να απορριφθεί.

    (152)

    Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την αυξημένη ζήτηση πρώτων υλών και την αύξηση των τιμών, οι αιτιολογικές σκέψεις (231) έως (238) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    6.2.6.   Εξέλιξη της τιμής του πετρελαϊκού ντίζελ

    (153)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος επανέλαβε τον ισχυρισμό του (βλ. αιτιολογική σκέψη 236 του προσωρινού κανονισμού) υποστηρίζοντας περαιτέρω ότι οι τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ έθεταν ένα ανώτατο όριο πέραν του οποίου δεν θα ήταν δυνατή η αύξηση των τιμών του βιοντίζελ κατ’ αναλογία με τις αυξήσεις της τιμής των πρώτων υλών.

    (154)

    Επ’ αυτού σημειώνεται ότι όλοι οι κοινοτικοί παραγωγοί διέθεταν τα προϊόντα τους σε αγορές στις οποίες ίσχυαν υποχρεωτικοί στόχοι ανάμειξης. Επιπλέον, το βιοντίζελ ήταν αντικείμενο αποφορολόγησης στα περισσότερα κράτη μέλη, γεγονός που σημαίνει ότι η τιμή του ήταν ανάλογη με την τιμή του πετρελαϊκού ντίζελ αυξημένη με εφαρμογή ενός συντελεστή για να ληφθεί υπόψη ο ενεργειακός φόρος που επιβάλλεται στο τελευταίο. Συνεπώς, παρόλο που μπορεί να γίνει δεκτός ως ένα βαθμό ο συσχετισμός με τις τιμές του πετρελαίου, η έρευνα απέδειξε ότι για τους ανωτέρω λόγους το βιοντίζελ μπορεί πράγματι να πωλείται σε τιμές υψηλότερες από το πετρελαϊκό ντίζελ. Επιπλέον, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε πειστικά αποδεικτικά στοιχεία τα οποία να δείχνουν ότι οι τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ, που είχαν φθάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα κατά το δεύτερο ήμισυ της ΠΕ, άσκησαν πίεση στις τιμές του βιοντίζελ των κοινοτικών παραγωγών κατά την ΠΕ.

    (155)

    Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την εξέλιξη των τιμών του πετρελαϊκού ντίζελ, εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο εν λόγω παράγοντας δεν προκάλεσε ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

    6.2.7.   Σημασία της γεωγραφικής θέσης των εργοστασίων βιοντίζελ στην Κοινότητα

    (156)

    Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τη θέση των εργοστασίων βιοντίζελ στην Κοινότητα, οι αιτιολογικές σκέψεις (239) έως (241) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    6.2.8.   Παραγωγοί συνδεδεμένοι με αμερικανούς εξαγωγείς

    (157)

    Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τις επιπτώσεις των εισαγωγών που πραγματοποίησαν από τις ΗΠΑ οι παραγωγοί που συνδέονται με αμερικανούς εξαγωγείς, η αιτιολογική σκέψη (242) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

    6.2.9.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

    (158)

    Κατόπιν των ανωτέρω και ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, οι αιτιολογικές σκέψεις (243) έως (245) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    7.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

    7.1.   Κοινοτικός κλάδος παραγωγής

    (159)

    Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, οι παραγωγοί του κοινοτικού κλάδου παραγωγής υποστήριξαν τα συμπεράσματα της Επιτροπής και επιβεβαίωσαν ότι τα μέτρα θα ήταν προς το συμφέρον τους.

    (160)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι τα μέτρα δεν θα ήταν προς το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, διότι θα οδηγούσαν σε μετατόπιση των εμπορικών ροών, ήτοι μια μετακίνηση προς εισαγωγές από χώρες που δεν καλύπτονται από τα μέτρα επειδή i) οι φορείς της κοινοτικής αγοράς θα εξακολουθούσαν να ζητούν φθηνότερο βιοντίζελ από σογιέλαιο και φοινικέλαιο ως συμπλήρωμα του ακριβότερου βιοντίζελ από κραμβέλαιο που παράγει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και ii) επειδή το βιοντίζελ από κραμβέλαιο δεν θα αρκεί για την κάλυψη της ζήτησης.

    (161)

    Επ’ αυτού σημειώνεται ότι, παρόλο που είναι γεγονός ότι η κύρια πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται από τους παραγωγούς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής είναι η ελαιοκράμβη, οι κοινοτικοί παραγωγοί δεν βασίζονται μόνο στην εν λόγω πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοντίζελ, αλλά χρησιμοποιούν και άλλες πρώτες ύλες, όπως το σογιέλαιο και το φοινικέλαιο. Ωστόσο, λόγω του ότι πολύ συχνά η τιμή άλλων πρώτων υλών ήταν υψηλότερη από την τιμή των επιδοτούμενων εισαγωγών βιοντίζελ από άλλες πρώτες ύλες, οι παραγωγοί του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν το σογιέλαιο και το φοινικέλαιο σε ευρύτερη κλίμακα. Ως εκ τούτου, αναμένεται ότι η επιβολή μέτρων θα αποκαταστήσει κανονικές συνθήκες στην αγορά από την άποψη αυτή, γεγονός που θα επιτρέψει στους παραγωγούς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να προσαρμόσουν πιο αποτελεσματικά την παραγωγή τους στους διάφορους τύπους βιοντίζελ που έχει ανάγκη η κοινοτική αγορά. Βάσει των ανωτέρω, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

    (162)

    Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, οι αιτιολογικές σκέψεις (247) έως (249) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    7.2.   Μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς/έμποροι της Κοινότητας

    (163)

    Ελλείψει οποιασδήποτε αντίδρασης από εισαγωγείς μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, εξάγεται το συμπέρασμα ότι τα μέτρα κατά πάσα πιθανότητα δεν θα επηρεάσουν σημαντικά στους εισαγωγείς/εμπόρους.

    7.3.   Χρήστες στην Κοινότητα

    (164)

    Ελλείψει οποιασδήποτε αντίδρασης από χρήστες μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι αντισταθμιστικοί δασμοί κατά πάσα πιθανότητα δεν θα επηρεάσουν σημαντικά τους χρήστες.

    7.4.   Προμηθευτές πρώτων υλών στην Κοινότητα

    (165)

    Ελλείψει οποιασδήποτε αντίδρασης από προμηθευτές μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, οι αιτιολογικές σκέψεις (256) έως (258) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    7.5.   Άλλα συμφέροντα

    (166)

    Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι οι αυτοκινητοβιομηχανίες που έχουν επενδύσει στην παραγωγή οχημάτων τα οποία μπορούν να κινηθούν με βιοντίζελ ενδέχεται να μην είναι σε θέση να δρέψουν τους καρπούς της επένδυσής τους πωλώντας τέτοια οχήματα, σε περίπτωση αύξησης των τιμών βιοντίζελ στην Κοινότητα λόγω των μέτρων σε επίπεδα μη ανταγωνιστικά με τις τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ.

    (167)

    Επ’ αυτού σημειώνεται ότι το ενδεχόμενο που προβάλλει το εν λόγω μέρος θα μπορούσε να προκύψει ακόμη και απουσία μέτρων, δηλαδή θα ήταν δυνατό οι τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ (που εξαρτώνται από τις τιμές του αργού πετρελαίου) να πέσουν σε επίπεδα πιο ανταγωνιστικά σε σχέση με το βιοντίζελ. Συνεπώς, θα ήταν παράλογο να υποστηριχθεί ότι η αυτοκινητοβιομηχανία έχει προβεί σε επενδύσεις χωρίς να λάβει υπόψη αυτή την παράμετρο. Κατά συνέπεια, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.

    (168)

    Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, μια ένωση αγροτών της ΕΕ εξέφρασε τη συμφωνία της και ανέφερε ότι οι εισαγωγές βιοντίζελ από τις ΗΠΑ έχουν στερήσει από τους παραγωγούς ελαιούχων σπόρων της ΕΕ μια αγορά για τη διάθεση περίπου 6 εκατ. τόνων ελαιούχων σπόρων, ποσό που αντιστοιχεί στο 11 % περίπου της παραγωγής ελαιούχων σπόρων της ΕΕ το 2007 και το 2008, και οδήγησε σε πτώση της δυνητικής αξίας της ελαιοκράμβης που χρησιμοποιείται για μη διατροφικούς σκοπούς κατά 90 ευρώ ανά τόνο. Ωστόσο, αυτές οι παρατηρήσεις ελήφθησαν με καθυστέρηση και δεν ήταν δυνατό να επαληθευτούν.

    7.6.   Ανταγωνισμός και στρεβλωτικές επιπτώσεις στο εμπόριο

    (169)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος επανέλαβε τις παρατηρήσεις του περί ασυνέπειας των αντισταθμιστικών μέτρων με την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προώθηση των βιοκαυσίμων. Προσέθεσε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να βασίζεται μόνο στο βιοντίζελ από ελαιοκράμβη που παράγεται στην Κοινότητα για να αναπτύξει την αγορά της βιοντίζελ.

    (170)

    Η παρατήρηση αυτή εξετάζεται στην ενότητα 7.6 του προσωρινού κανονισμού. Όσον αφορά το θέμα του βιοντίζελ ελαιοκράμβης που θίγει το εν λόγω μέρος, συναφής είναι η αιτιολογική σκέψη (161) ανωτέρω.

    (171)

    Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τον ανταγωνισμό και τις στρεβλωτικές επιπτώσεις στο εμπόριο, οι αιτιολογικές σκέψεις (259) έως (261) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

    7.7.   Συμπέρασμα σχετικά με το κοινοτικό συμφέρον

    (172)

    Βάσει των ανωτέρω, εξάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι για τους οποίους δεν θα πρέπει να επιβληθούν αντισταθμιστικοί δασμοί στην παρούσα υπόθεση.

    8.   ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

    8.1.   Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

    (173)

    Μια εταιρεία ισχυρίστηκε ότι, σχετικά με τον καθορισμό του περιθωρίου ζημίας της στο επίπεδο του υψηλότερου περιθωρίου ζημίας που είχε διαπιστωθεί για τις εταιρείες του δείγματος (βλ. αιτιολογικές σκέψεις (268) έως (270) του προσωρινού κανονισμού, προσφέρθηκε να παράσχει τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε να υπολογιστεί το δικό της περιθώριο. Η εταιρεία ήταν επίσης διατεθειμένη να επιτρέψει επίσκεψη στις εγκαταστάσεις της θυγατρικής της εταιρείας. Η εταιρεία δήλωσε ότι η πρόσκληση αυτή εξακολουθεί να ισχύει.

    (174)

    Όταν παρελήφθη η απάντηση της εν λόγω εταιρείας στο ερωτηματολόγιο μετά την έναρξη της διαδικασίας, διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν ορισμένες ελλείψεις στα στοιχεία σχετικά με τις εξαγωγικές πωλήσεις της στην Κοινότητα και τις μεταπωλήσεις του συνδεδεμένου εισαγωγέα της στην Κοινότητα. Η εταιρεία κλήθηκε να υποβάλει τα σχετικά πληροφοριακά στοιχεία εντός ορισμένης προθεσμίας, αλλά η εταιρεία δεν απάντησε σε αυτό το αίτημα. Στη συνέχεια η εταιρεία ενημερώθηκε, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (268) του προσωρινού κανονισμού, ότι εάν δεν παρείχε τις πληροφορίες που της ζητήθηκαν, σύμφωνα με το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού, οι ελλιπείς πληροφορίες που είχε παράσχει με το ερωτηματολόγιο θα αγνοούνταν. Η εταιρεία ενημερώθηκε σχετικά με τις συνέπειες της μερικής συνεργασίας της και της δόθηκε η δυνατότητα να υποβάλει παρατηρήσεις. Η εταιρεία απάντησε σχεδόν δύο εβδομάδες μετά την ορισθείσα προθεσμία δηλώνοντας, μεταξύ άλλων, ότι η εταιρεία «θα υποβάλει επειγόντως τις πληροφορίες που ζητήθηκαν». Ωστόσο, η εταιρεία δεν υπέβαλε ποτέ τις πληροφορίες που της ζητήθηκαν.

    (175)

    Βάσει των ανωτέρω, επιβεβαιώνεται ότι το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας για την εν λόγω εταιρεία ορίζεται στο επίπεδο του υψηλότερου περιθωρίου ζημίας που διαπιστώθηκε για τις εταιρείες οι οποίες περιλήφθηκαν στο δείγμα.

    (176)

    Αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη και η κυβέρνηση των ΗΠΑ αμφισβήτησαν το προσωρινό συμπέρασμα ότι το περιθώριο κέρδους που θα μπορούσε εύλογα να επιτευχθεί από μια βιομηχανία αυτού του τύπου υπό κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού θα ανερχόταν σε 15 %.

    (177)

    Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι το περιθώριο κέρδους του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας θα έπρεπε να ήταν το κέρδος που πραγματοποίησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατά την ΠΕ, δηλαδή 5,7 %, διότι τα εμπορεύματα όπως το βιοντίζελ αποφέρουν κέρδη αυτής της τάξεως. Προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού επικαλέστηκε τα κέρδη που απέφεραν σε αμερικανούς παραγωγούς η αιθανόλη, τα φυτικά έλαια και τα διυλιστήρια πετρελαίου.

    (178)

    Σημειώνεται ότι το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας πρέπει να βασίζεται σε αξιολόγηση του κέρδους που μπορεί εύλογα να προσδοκά ότι θα επιτύχει μια βιομηχανία ελλείψει επιδοτούμενων εισαγωγών από τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην κοινοτική αγορά. Για μια δεδομένη έρευνα, το κέρδος που πραγματοποιείται στην αρχή της εξεταζόμενης περιόδου μπορεί εύλογα να θεωρηθεί ως το κέρδος που πραγματοποιείται ελλείψει επιδοτούμενων εισαγωγών. Ειδικότερα, στην παρούσα υπόθεση τα πρώτα χρόνια της υπό εξέταση περιόδου (2004 έως 2006) το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τις ΗΠΑ δεν ξεπέρασε ποτέ το 1 % και, συνεπώς, εύλογα προκύπτει το συμπέρασμα ότι κατά τη διάρκεια των ετών αυτών δεν σημειώθηκαν επιδοτούμενες εισαγωγές. Ως εκ τούτου, το μέσο κέρδος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά τα έτη αυτά θεωρήθηκε εύλογη βάση για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστεί η παραγωγική επένδυση αυτής της νεοσύστατης βιομηχανίας. Επιπλέον, και σε σχέση με τον ισχυρισμό του ενδιαφερόμενου μέρους, η έρευνα έδειξε ότι τα κέρδη που πραγματοποίησαν οι μεγάλοι παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ από τις εγχώριες δραστηριότητές τους στον τομέα του βιοντίζελ ήταν πολύ υψηλότερα από τα κέρδη που χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας. Βάσει των ανωτέρω, ο εν λόγω ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί.

    (179)

    Ορισμένοι ισχυρισμοί αμερικανικών εταιρειών σχετικά με τη μετατροπή των κατ’αξία δασμών σε δασμούς σταθερού ποσού, οι οποίοι παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη (185) κατωτέρω, αποκάλυψαν ότι το κατ’αξία ποσό της πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από την κοινοτική υπολογίστηκε διαιρώντας το σύνολο των πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες από την κοινοτική με την προσαρμοσμένη τιμή CIF, (βλ. προσαρμογή που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (109)) ενώ έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί η μη προσαρμοσμένη τιμή CIF, όπως έγινε για τον υπολογισμό του κατ’ αξία περιθωρίου ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, όλα τα κατ’αξία επίπεδα εξάλειψης της ζημίας υπολογίστηκαν εκ νέου για όλες τις αμερικανικές εταιρείες του δείγματος.

    (180)

    Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, οι μη ζημιογόνες τιμές καθορίστηκαν χρησιμοποιώντας την ίδια μεθοδολογία με εκείνη που αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (266) και (267) του προσωρινού κανονισμού. Το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας υπολογίστηκε ως ποσοστό της συνολικής μη προσαρμοσμένης αξίας CIF των εισαγωγών.

    8.2.   Μορφή και επίπεδο των δασμών

    (181)

    Με βάση τα προαναφερθέντα και σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, πρέπει να επιβληθεί οριστικός αντισταθμιστικός δασμός σε επίπεδο επαρκές για την εξάλειψη της ζημίας από τις επιδοτούμενες εισαγωγές, χωρίς αυτός να υπερβαίνει το περιθώριο επιδότησης που διαπιστώθηκε.

    (182)

    Λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν από ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων και κατόπιν των αναθεωρήσεων που περιγράφονται στον παρόντα κανονισμό, ορισμένα περιθώρια τροποποιήθηκαν.

    (183)

    Βάσει των ανωτέρω, καθορίστηκαν οι συντελεστές του αντισταθμιστικού δασμού με βάση τη σύγκριση των περιθωρίων εξάλειψης της ζημίας και των περιθωρίων επιδότησης. Κατά συνέπεια, οι προτεινόμενοι αντισταθμιστικοί δασμοί είναι οι ακόλουθοι:

    Εταιρεία

    Περιθώριο ζημίας

    Περιθώριο επιδότησης

    Συντελεστής αντισταθμιστικού δασμού

    Archer Daniels Midland Company

    54,5 %

    35,1 %

    35,1 %

    Cargill Inc.

    64,4 %

    34,5 %

    34,5 %

    Green Earth Fuels of Houston LLC

    51,3 %

    39,0 %

    39,0 %

    Imperium Renewables Inc.

    41,6 %

    29,1 %

    29,1 %

    Peter Cremer North America LP

    77,2 %

    41,0 %

    41,0 %

    Vinmar Overseas Limited

    76,4 %

    41,1 %

    41,1 %

    World Energy Alternatives LLC

    46,1 %

    37,6 %

    37,6 %

    Συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

    56,2 %

    36,0 %

    36,0 %

    (184)

    Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ο αντισταθμιστικός δασμός θα εφαρμοστεί σε μείγματα που περιέχουν βιοντίζελ άνω του 20 % κατά βάρος, κατ’ αναλογία της περιεκτικότητάς τους σε βιοντίζελ, κρίνεται πρόσφορο για την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων από τις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών να οριστούν οι δασμοί ως σταθερά ποσά βάσει της περιεκτικότητας σε βιοντίζελ.

    (185)

    Ορισμένα μέρη αμφισβήτησαν τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για τη μετατροπή των κατ’ αξία δασμών σε δασμούς υπό μορφή σταθερών ποσών. Ισχυρίστηκαν ότι οι τιμές CIF που θα έπρεπε να είχαν χρησιμοποιηθεί για τη μετατροπή του κατ’ αξία δασμού σε σταθερό ποσό έπρεπε να ήταν οι πραγματικές τιμές CIF και όχι οι τιμές CIF όπως προσαρμόστηκαν για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές σε επίπεδο πρώτης ύλης που περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις (185) και (186) του προσωρινού κανονισμού.

    (186)

    Ο ισχυρισμός αυτός εξετάστηκε και πράγματι διαπιστώθηκε ότι χρησιμοποιήθηκαν οι προσαρμοσμένες τιμές CIF για τη μετατροπή των κατ’ αξία δασμών σε δασμούς σταθερού ποσού. Ωστόσο, διαπιστώθηκε επίσης ότι οι ίδιες τιμές χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για να εκφραστεί το ποσό πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές ως κατ’ αξία δασμός. Συνεπώς, έπρεπε κατ’ αρχάς να διορθωθεί η έκφραση του ποσού πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές ως ποσοστού της συνολικής πραγματικής αξίας των εισαγωγών σε τιμές CIF. Επ’ αυτής της βάσης τα περιθώρια ζημίας αναθεωρήθηκαν ανάλογα. Ωστόσο, υπολογίζοντας στη συνέχεια το δασμό υπό μορφή σταθερού ποσού δεν προέκυψε καμία διαφορά από τους δασμούς που εμφανίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του προσωρινού κανονισμού, διότι ο υψηλότερος κατ’ αξία δασμός αντισταθμίστηκε ακριβώς από τη μείωση των τιμών CIF (λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές τιμές CIF αντί των προσαρμοσμένων) που χρησιμοποιήθηκαν για την έκφραση του πρώτου υπό μορφή κατ’ σταθερού ποσού.

    (187)

    Οι ατομικοί συντελεστές αντισταθμιστικού δασμού σε επίπεδο εταιρείας που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό καθορίστηκαν βάσει των πορισμάτων της παρούσας έρευνας. Επομένως, οι δασμοί αυτοί αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά την εν λόγω έρευνα όσον αφορά τις συγκεκριμένες εταιρείες. Αυτοί οι συντελεστές δασμού (σε αντίθεση με το δασμό σε επίπεδο χώρας που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες») ισχύουν, κατά συνέπεια, αποκλειστικά για τις εισαγωγές προϊόντων που προέρχονται από την εξεταζόμενη χώρα και παράγονται από τις εταιρείες, και ως εκ τούτου, από τις αναφερόμενες συγκεκριμένες νομικές οντότητες. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από οποιαδήποτε άλλη εταιρεία η οποία δεν αναφέρεται ρητώς στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού με την επωνυμία και τη διεύθυνσή της, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που συνδέονται με τις εταιρείες που αναφέρονται ρητώς, δεν μπορούν να επωφεληθούν από αυτούς τους συντελεστές και υπόκεινται στο δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

    (188)

    Οποιοδήποτε αίτημα για την εφαρμογή ατομικού συντελεστή αντισταθμιστικού δασμού σε εταιρείες (π.χ. μετά από αλλαγή της επωνυμίας της επιχείρησης ή μετά τη δημιουργία νέας επιχείρησης παραγωγής ή πωλήσεων) θα πρέπει να απευθύνεται πάραυτα στην Επιτροπή (11) μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες και, ιδίως, οποιαδήποτε αλλαγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που σχετίζεται με την παραγωγή, τις εγχώριες και τις εξαγωγικές πωλήσεις και που συνδέεται, για παράδειγμα, με αυτήν την αλλαγή της επωνυμίας ή την αλλαγή των εν λόγω επιχειρήσεων παραγωγής και πωλήσεων. Αν κριθεί σκόπιμο, ο κανονισμός θα τροποποιηθεί στη συνέχεια ανάλογα, με επικαιροποίηση του καταλόγου των εταιρειών για τις οποίες ισχύουν ατομικοί συντελεστές δασμών.

    (189)

    Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η επιβολή οριστικών αντισταθμιστικών δασμών. Επίσης, τους δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την εν λόγω κοινοποίηση. Οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη εξετάστηκαν δεόντως και, όπου κρίθηκε σκόπιμο, τα πορίσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

    8.3.   Ανάληψη δεσμεύσεων

    (190)

    Ορισμένοι συνεργαζόμενοι παραγωγοί/εξαγωγείς των ΗΠΑ πρότειναν αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Σημειώνεται ότι λόγω των σημαντικών διακυμάνσεων τιμών της πρώτης ύλης, το προϊόν δεν θεωρείται κατάλληλο για αναλήψεις υποχρεώσεων σταθερής τιμής. Στο πλαίσιο αυτό, οι εταιρείες πρότειναν οι κατώτατες τιμές εισαγωγής (ΚΤΕ) να αναπροσαρμόζονται σε τακτική βάση, σύμφωνα με δείκτη συνδεδεμένο με τις διακυμάνσεις τιμών του κραμβελαίου. Επιπλέον, πρόσφεραν ΚΤΕ για τρεις τύπους ποικιλιών του προϊόντος που θα λαμβάνονται υπόψη κατά την εισαγωγή (βιοντίζελ παραγόμενο από σογιέλαιο, φοινικέλαιο ή έλαιο αγριοκράμβης) με βάση τους συντελεστές πρώτης ύλης που ορίστηκαν κατά την ΠΕ.

    (191)

    Σχετικά με τις προσφορές των συνεργαζόμενων παραγωγών/ εξαγωγέων σημειώνεται ότι η βάση προσδιορισμού μιας ΚΤΕ βάσει δείκτη ήταν κατά μέσο όρο μεταξύ 7-8 % χαμηλότερη από τη μη ζημιογόνο τιμή που προσδιορίστηκε κατά την ΠΕ. Επιπλέον, οι προτεινόμενοι συντελεστές για την επίτευξη των προσαρμοσμένων ΚΤΕ για τους προαναφερθέντες τύπους ήταν ακατάλληλοι καθώς συνδέονται με την ΠΕ. Όντως, λόγω του γεγονότος ότι οι εν λόγω συντελεστές, οι οποίοι εξαρτώνται από τη διαφορά τιμών μεταξύ των πρώτων υλών, κυμαίνονται διαρκώς, θα μπορούσαν να έχουν πράγματι σημαντικά μεταβληθεί σε σχέση με την κατάσταση που παρατηρείται κατά την ΠΕ. Κατά συνέπεια, η προτεινόμενη αναπροσαρμογή των ΚΤΕ βάσει δείκτη τιμών για βιοντίζελ από σογιέλαιο ή φοινικέλαιο στη βάση των διακυμάνσεων τιμής του κραμβελαίου θεωρήθηκε μη ενδεδειγμένη καθόσον θα βασιζόταν στην εξέλιξη τιμών πρώτης ύλης διαφορετικής από εκείνη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του υπόψη εξαγόμενου προϊόντος.

    (192)

    Βάσει των ανωτέρω και χωρίς αναφορά σε οιαδήποτε περαιτέρω πρακτικά θέματα σχετιζόμενα με συγκεκριμένη επιχείρηση όσον αφορά την αποδοχή τους, εκτιμήθηκε ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων θα έπρεπε να απορριφθούν καθώς η μέθοδος προσδιορισμού των ΚΤΕ δεν ήταν ενδεδειγμένη και οι προσφερόμενες ΚΤΕ δεν ήταν στα επίπεδα που θα βοηθούσαν να εξαλειφθεί ο επιζήμιος χαρακτήρας της επιδότησης.

    8.4.   Οριστική είσπραξη των προσωρινών δασμών και ειδική παρακολούθηση

    (193)

    Μετά τη γνωστοποίηση των τελικών αποτελεσμάτων, ο καταγγέλλων ζήτησε τη λήψη ειδικών μέτρων για την πρόληψη ενδεχόμενης καταστρατήγησης των μέτρων λόγω του γεγονότος ότι η υπό εξέταση αγορά είναι μια παγκόσμια αγορά αγαθών με ένα ανταλλάξιμο προϊόν που διατίθεται στο εμπόριο μέσω διαφόρων διαύλων πώλησης.

    (194)

    Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, κρίνεται πραγματικά ενδεδειγμένη η στενή παρακολούθηση των εισαγωγών βιοντίζελ κάθε καταγωγής, με σκοπό τη διευκόλυνση της ανάληψης της κατάλληλης δράσης, εφόσον η κατάσταση το απαιτήσει.

    (195)

    Δεδομένου του μεγέθους των διαπιστωθέντων περιθωρίων επιδότησης και λαμβανομένου υπόψη του επιπέδου της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, θεωρείται απαραίτητο τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού, που επιβλήθηκε με τον προσωρινό κανονισμό, να εισπραχθούν οριστικά στο ύψος του οριστικά επιβληθέντος δασμού. Εάν οι οριστικοί δασμοί είναι χαμηλότεροι από τους προσωρινούς δασμούς, τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση πέραν του οριστικού συντελεστή των αντισταθμιστικών δασμών αποδεσμεύονται. Στην περίπτωση που οι οριστικοί δασμοί είναι υψηλότεροι από τους προσωρινούς δασμούς, εισπράττονται οριστικά μόνον τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση στο επίπεδο των προσωρινών δασμών,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    1.   Επιβάλλεται οριστικός αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές μονοαλκυλεστέρων λιπαρών οξέων ή/και παραφινικών πετρελαίων εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, κοινώς γνωστά ως «βιοντίζελ», σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μείγματος με περιεκτικότητα κατά βάρος πάνω από 20 % σε μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, τα οποία υπάγονται τώρα στους κωδικούς ΣΟ ex15162098 (κωδικός TARIC 1516209820), ex15180091 (κωδικός TARIC 1518009120), ex15180099 (κωδικός TARIC 1518009920), ex27101941 (κωδικός TARIC 2710194120), 3824 90 91, ex38249097 (κωδικός TARIC 3824909787), καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

    2.   Ο συντελεστής του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού που εφαρμόζεται στα προϊόντα τα οποία περιγράφονται στην παράγραφο 1 και παράγονται από τις κατωτέρω εταιρείες είναι:

    Εταιρεία

    Συντελεστής αντισταθμιστικού δασμού Ευρώ ανά καθαρό τόνο

    Πρόσθετος κωδικός TARIC

    Archer Daniels Midland Company, Decatur

    237,0

    A933

    Cargill Inc., Wayzata

    213,8

    A934

    Green Earth Fuels of Houston LLC, Houston

    213,4

    A935

    Imperium Renewables Inc., Seattle

    216,8

    A936

    Peter Cremer North America LP, Cincinnati

    211,2

    A937

    Vinmar Overseas Limited, Houston

    211,2

    A938

    World Energy Alternatives LLC, Boston

    211,2

    A939

    Εταιρείες που απαριθμούνται στο παράρτημα

    219,4

    βλ. παράρτημα

    Όλες οι άλλες εταιρείες

    237,0

    A999

    Ο αντισταθμιστικός δασμός στα μείγματα εφαρμόζεται κατ’ αναλογία προς τη συνολική περιεκτικότητα του μείγματος, κατά βάρος, σε μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης (περιεκτικότητα σε βιοντίζελ).

    3.   Αν δεν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

    Άρθρο 2

    Τα ποσά που έχουν καταβληθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 194/2009 της Επιτροπής, στις εισαγωγές βιοντίζελ που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex15162098 (κωδικός TARIC 1516209820), ex15180091 (κωδικός TARIC 1518009120), ex15180099 (κωδικός TARIC 1518009920), ex27101941 (κωδικός TARIC 2710194120), 3824 90 91, ex38249097 (κωδικός TARIC 3824909787), καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, εισπράττονται οριστικά. Τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση πέραν του ποσού του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού αποδεσμεύονται. Στην περίπτωση που οι οριστικοί δασμοί είναι υψηλότεροι από τους προσωρινούς δασμούς, εισπράττονται οριστικά μόνον τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση στο επίπεδο των προσωρινών δασμών.

    Άρθρο 3

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 7 Ιουλίου 2009.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    A. BORG


    (1)  ΕΕ L 288 της 21.10.1997, σ. 1.

    (2)  ΕΕ L 67 της 12.3.2009, σ. 50.

    (3)  ΕΕ L 67 της 12.3.2009, σ. 22.

    (4)  Το άρθρο 28 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού ορίζει τα εξής: «Όταν ένα ενδιαφερόμενο μέρος αρνείται την πρόσβαση στις απαραίτητες πληροφορίες ή δεν τις παρέχει εντός της προθεσμίας που προβλέπει ο παρών κανονισμός ή παρεμποδίζει σημαντικά την έρευνα, επιτρέπεται να συνάγονται προσωρινά ή τελικά συμπεράσματα, είτε καταφατικά είτε αποφατικά, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία […]».

    (5)  Σε αντίθεση με εκείνες τις επιχειρήσεις που έλαβαν το έντυπο δειγματοληψίας αλλά δεν το επέστρεψαν.

    (6)  Κλάση 3826 00 για την κάλυψη του «βιοντίζελ και των μειγμάτων αυτού, τα οποία δεν περιέχουν ή περιέχουν λιγότερο από 70 % κατά βάρος λάδια πετρελαίου και ασφαλτούχων ορυκτών».

    (7)  «Τα αναμεμειγμένα προϊόντα, τα τεχνουργήματα και τα είδη που αποτελούνται από διάφορες ύλες ή προκύπτουν από τη συναρμολόγηση διαφόρων αντικειμένων, καθώς και τα εμπορεύματα που παρουσιάζονται σε σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στα οποία η κατάταξη δεν μπορεί να γίνει με εφαρμογή του κανόνα 3 α), κατατάσσονται σύμφωνα με την ύλη ή το είδος που δίνει σ’ αυτά τον ουσιώδη τους χαρακτήρα, όταν είναι δυνατός αυτός ο καθορισμός.»

    (8)  Κλάσεις HTS (εναρμονισμένου δασμολογίου ΗΠΑ) 38 24 90 40 00 και 38 24 90 40 20.

    (9)  Υπόθεση T-348/05: JSC Kirovo-Chepetsky Khimichesky Kombinat κατά Συμβουλίου, 10 Σεπτεμβρίου 2008, σκέψεις 61-63.

    (10)  Case T-348/05: JSC Kirovo-Chepetsky Khimichesky Kombinat v Council, 10 September 2008, paras 61-63.

    (11)  European Commission, Directorate-General for Trade, Directorate H, Office N105 04/092, 1049 Brussels, Belgium


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    Συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

    Επωνυμία Εταιρείας

    Πόλη

    Πρόσθετος κωδικός TARIC

    AC & S Inc.

    Nitro

    A941

    Alabama Clean Fuels Coalition Inc.

    Birmingham

    A940

    American Made Fuels, Inc.

    Canton

    A940

    Arkansas SoyEnergy Group

    DeWitt

    A940

    Arlington Energy, LLC

    Mansfield

    A940

    Athens Biodiesel, LLC

    Athens

    A940

    Beacon Energy

    Cleburne

    A940

    Biodiesel of Texas, Inc.

    Denton

    A940

    BioDiesel One Ltd

    Southington

    A940

    BioPur Inc.

    Bethlehem

    A941

    Buffalo Biodiesel, Inc

    Tonawanda

    A940

    BullDog BioDiesel

    Ellenwood

    A940

    Carbon Neutral Solutions, LLC

    Mauldin

    A940

    Central Iowa Energy LLC

    Newton

    A940

    Chesapeake Custom Chemical Corp.

    Ridgeway

    A940

    Community Fuels

    Stockton

    A940

    Delta BioFuels Inc.

    Natchez

    A940

    Diamond Biofuels

    Mazon

    A940

    Direct Fuels

    Euless

    A940

    Eagle Creek Fuel Services, LLC

    Baltimore

    A940

    Earl Fisher Bio Fuels

    Chester

    A940

    East Fork Biodiesel LLC

    Algona

    A940

    ECO Solutions, LLC

    Chatsworth

    A940

    Ecogy Biofuels LLC

    Tulsa

    A940

    ED&F Man Biofuels Inc.

    New Orleans

    A940

    Freedom Biofuels Inc.

    Madison

    A940

    Freedom Fuels LLC

    Mason City

    A941

    Fuel & Lube, LLC

    Richmond

    A940

    Fuel Bio

    Elizabeth

    A940

    FUMPA Bio Fuels

    Redwood Falls

    A940

    Galveston Bay Biodiesel LP (BioSelect Fuels)

    Houston

    A940

    GeoGreen Fuels LLC

    Houston

    A940

    Georgia Biofuels Corp.

    Loganville

    A940

    Green River Biodiesel, Inc.

    Moundville

    A940

    Griffin Industries Inc.

    Cold Spring

    A940

    High Plains Bioenergy

    Guymon

    A940

    Huish Detergents Inc.

    Salt Lake City

    A940

    Incobrasa Industries Ltd.

    Gilman

    A940

    Independence Renewable Energy Corp.

    Perdue Hill

    A940

    Indiana Flex Fuels

    LaPorte

    A940

    Innovation Fuels Inc.

    Newark

    A940

    Integrity Biofuels

    Morristown

    A941

    Iowa Renewable Energy LLC

    Washington

    A940

    Johann Haltermann Ltd.

    Houston

    A940

    Lake Erie Biofuels LLC

    Erie

    A940

    Leland Organic Corporation

    Leland

    A940

    Louis Dreyfus Agricultural Industries LLC

    Claypool

    A940

    Louis Dreyfus Claypool Holdings LLC

    Claypool

    A940

    Middle Georgia Biofuels

    East Dublin

    A940

    Middletown Biofuels LLC

    Blairsville

    A940

    Musket Corporation

    Oklahoma City

    A940

    Natural Biodiesel Plant LLC

    Hayti

    A941

    New Fuel Company

    Dallas

    A940

    North Mississippi Biodiesel

    New Albany

    A940

    Northern Biodiesel, Inc.

    Ontario

    A940

    Northwest Missouri Biofuels, LLC

    St. Joseph

    A940

    Nova Biofuels Clinton County LLC

    Clinton

    A940

    Nova Biosource

    Senaca

    A940

    Organic Fuels Ltd.

    Houston

    A940

    Owensboro Grain Company LLC

    Owensboro

    A940

    Paseo Cargill Energy, LLC

    Kansas City

    A940

    Peach State Labs Inc.

    Rome

    A940

    Perihelion Global, Inc.

    Opp

    A940

    Philadelphia Fry-O-Diesel Inc.

    Philadelphia

    A940

    Piedmont Biofuels Industrial LLC

    Pittsboro

    A941

    Pinnacle Biofuels, Inc.

    Crossett

    A940

    PK Biodiesel

    Woodstock

    A940

    Pleasant Valley Biofuels, LLC

    American Falls

    A940

    Prairie Pride

    Deerfield

    A941

    RBF Port Neches LLC

    Houston

    A940

    Red Birch Energy, Inc.

    Bassett

    A940

    Red River Biodiesel Ltd.

    New Boston

    A940

    REG Ralston LLC

    Ralston

    A940

    Renewable Energy Products, LLC

    Santa Fe Springs

    A940

    Riksch BioFuels LLC

    Crawfordsville

    A940

    Safe Renewable Corp.

    Conroe

    A940

    Sanimax Energy Inc.

    DeForest

    A940

    Seminole Biodiesel

    Bainbridge

    A940

    Southeast BioDiesel LLC

    Charlotte

    A941

    Soy Solutions

    Milford

    A940

    SoyMor Biodiesel LLC

    Albert Lea

    A940

    Stepan Company

    Northfield

    A941

    Sunshine BioFuels, LLC

    Camilla

    A940

    TPA Inc.

    Warren

    A940

    Trafigura AG

    Stamford

    A940

    U.S. Biofuels Inc.

    Rome

    A940

    United Oil Company

    Pittsburgh

    A940

    Valco Bioenergy

    Harlingen

    A940

    Vanguard Synfuels, LLC

    Pollock

    A940

    Vitol Inc.

    Houston

    A940

    Walsh Bio Diesel, LLC

    Mauston

    A940

    Western Dubque Biodiesel LLC

    Farley

    A940

    Western Iowa Energy LLC

    Wall Lake

    A940

    Western Petroleum Company

    Eden Prairie

    A940

    Yokaya Biofuels Inc.

    Ukiah

    A941


    Top