EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32002R0092

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 92/2002 του Συμβουλίου, της 17ης Ιανουαρίου 2002, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ουρίας, καταγωγής Λευκορωσίας, Βουλγαρίας, Κροατίας, Εσθονίας, Λιβύης, Λιθουανίας, Ρουμανίας και Ουκρανίας

ΕΕ L 17 της 19.1.2002, p. 1–17 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 18/03/2008; καταργήθηκε από 32008R0240

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2002/92/oj

32002R0092

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 92/2002 του Συμβουλίου, της 17ης Ιανουαρίου 2002, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ουρίας, καταγωγής Λευκορωσίας, Βουλγαρίας, Κροατίας, Εσθονίας, Λιβύης, Λιθουανίας, Ρουμανίας και Ουκρανίας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 017 της 19/01/2002 σ. 0001 - 0017


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 92/2002 του Συμβουλίου

της 17ης Ιανουαρίου 2002

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Λευκορωσίας, Βουλγαρίας, Κροατίας, Εσθονίας, Λιβύης, Λιθουανίας, Ρουμανίας και Ουκρανίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας(1), και ιδίως το άρθρο 9,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας ακόλουθα:

Α. ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ

(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1497/2001(2) ("προσωρινός κανονισμός") η Επιτροπή επέβαλε προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας, καταγωγής Λευκορωσίας, Βουλγαρίας, Κροατίας, Εσθονίας, Λιβύης, Λιθουανίας, Ρουμανίας και Ουκρανίας, που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 3102 10 10 και 3102 10 90.

(2) Με τον ίδιο κανονισμό αποφασίστηκε η περάτωση της διαδικασίας όσον αφορά τις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Αιγύπτου και Πολωνίας.

Β. ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(3) Μετά την κοινοποίηση των πραγματικών περιστατικών και των εκτιμήσεων βάσει των οποίων αποφασίστηκε να επιβληθούν προσωρινά μέτρα στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Λευκορωσίας, Βουλγαρίας, Κροατίας, Εσθονίας, Λιβύης, Λιθουανίας, Ρουμανίας και Ουκρανίας, ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν σχόλια εγγράφως. Επίσης, στα μέρη που το ζήτησαν, παραχωρήθηκε ακρόαση από την Επιτροπή.

(4) Η Επιτροπή συνέχισε να αναζητεί και να επαληθεύει όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για τα οριστικά της συμπεράσματα.

(5) Πραγματοποιήθηκαν επιπλέον επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

Κοινοτικοί παραγωγοί:

- Fertiberia, Mαδρίτη.

- Hydro Agri France, Παρίσι.

Χρήστες στην Κοινότητα:

- Libera Associazione Agricoltori Cremonesi, Κρεμόνα.

(6) Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν για τα κυριότερα πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις, βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθούν η επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ και η οριστική είσπραξη των ποσών που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινών δασμών. Στα ανωτέρω μέρη παραχωρήθηκε επίσης προθεσμία, εντός της οποίας μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την εν λόγω κοινοποίηση.

(7) Οι προφορικές και γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα μέρη ελήφθησαν υπόψη και, όπου κρίθηκε σκόπιμο, τα προσωρινά συμπεράσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

Γ. ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

(8) Επειδή δεν υποβλήθηκαν νέες παρατηρήσεις, επιβεβαιώνεται ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος και του ομοειδούς προϊόντος όπως περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 9 έως 12 του προσωρινού κανονισμού.

Δ. ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1. Χώρες οικονομίας αγοράς

Κανονική αξία

Εφαρμογή του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού

(9) Ο παραγωγός-εξαγωγέας στη Λιβύη ισχυρίστηκε ότι η αιτιολογική σκέψη 63 του προσωρινού κανονισμού δεν περιγράφει επακριβώς το επίπεδο της παρασχεθείσας συνεργασίας. Ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή είχε επίγνωση και αποδέχθηκε έμμεσα να μην υποβληθούν οι συνολικοί λογαριασμοί της εταιρείας που καλύπτουν όλες τις δραστηριότητες του ομίλου, για λόγους εμπιστευτικότητας. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι σύμφωνα με τις αρχές της λογιστικής που ισχύουν στη Λιβύη, δεν απαιτείται παροχή ηλεγμένων λογαριασμών και, επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή δεν θα έπρεπε να απορρίψει τους λογαριασμούς της εταιρείας για αυτούς τους λόγους.

(10) Όσον αφορά το επίπεδο συνεργασίας, η Επιτροπή ουδέποτε έδειξε ότι αποδέχεται την άρνηση της εταιρείας να παράσχει ουσιαστικά λογιστικά έγγραφα. Αντιθέτως, ενημέρωσε επανειλημμένα τον παραγωγό-εξαγωγέα για την πιθανή εφαρμογή του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού καθώς και για τη χρήση των καταλληλότερων διαθέσιμων στοιχείων, εξαιτίας του ανεπαρκούς επιπέδου συνεργασίας. Εντούτοις, η εταιρεία επέμεινε στη θέση της και δεν υπέβαλε ουσιαστικά στοιχεία απαραίτητα για να διαπιστωθεί η συμφωνία των εγχώριων πωλήσεων με το κόστος παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος. Υπό τις περιστάσεις αυτές, και προκειμένου να καθοριστεί η κανονική αξία για την ενδιαφερόμενη εταιρεία, οι υπηρεσίες της Επιτροπής δεν είχαν άλλη επιλογή από το να χρησιμοποιήσουν τα διαθέσιμα στοιχεία και, συγκεκριμένα, τις πληροφορίες που περιείχε η καταγγελία, σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού. Στο πλαίσιο των ανωτέρω, δεν είναι ορθό να θεωρηθεί, όπως στην περίπτωση της εταιρείας, ότι η απουσία δημοσίευσης ηλεγμένων λογαριασμών ήταν η αιτία να χρησιμοποιηθούν τα διαθέσιμα στοιχεία για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

(11) Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από το ότι τα αναφερόμενα στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν όποτε ήταν δυνατό για την επαλήθευση και τη συμφωνία τους με τους εσωτερικούς λογαριασμούς της εταιρείας, ιδίως κατά τον καθορισμό της τιμής εξαγωγής του Λίβυου παραγωγού-εξαγωγέα (βλέπε αιτιολογική σκέψη 67 έως 72 του προσωρινού κανονισμού).

(12) Ο ίδιος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι η κανονική του αξία θα έπρεπε να είχε καθοριστεί με βάση την τρέχουσα εγχώρια τιμή πώλησης ή, εναλλακτικά, να είχε κατασκευαστεί με βάση τα λογιστικά στοιχεία της ίδιας της εταιρείας, παρά με βάση τα στοιχεία που υπέβαλε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής στην καταγγελία. Ισχυρίστηκε ότι, για το σκοπό αυτό, παρασχέθηκαν όλα τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία και οι πληροφορίες για την παραγωγή και τις πωλήσεις ουρίας στην εγχώρια αγορά της Λιβύης.

(13) Η εταιρεία, απαντώντας στο ερωτηματολόγιο, αρνήθηκε συστηματικά να υποβάλει ουσιαστικά στοιχεία και να εξηγήσει με ικανοποιητικό τρόπο τις ασυνέπειες και τις αντιφάσεις που αποκαλύφθηκαν κατά την επίσκεψη επαλήθευσης, παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή τις είχε σαφώς επισημάνει σε επιστολές περί ανεπαρκών στοιχείων και επιτόπου. Επομένως, δεν ήταν δυνατόν να καθοριστεί η πληρότητα και η ορθότητα των στοιχείων που υποβλήθηκαν σχετικά με τις εγχώριες πωλήσεις ή με το κόστος παραγωγής. Κατά συνέπεια, όσον αφορά την υποβολή αποδεικτικών στοιχείων και πληροφοριών σχετικά με την παραγωγή και τις πωλήσεις ουρίας στην εγχώρια αγορά της Λιβύης, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων 64 και 65 του προσωρινού κανονισμού.

(14) Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 66 του προσωρινού κανονισμού, ελλείψει άλλων αξιόπιστων πληροφοριών, η κανονική αξία για τον παραγωγό-εξαγωγέα στη Λιβύη έπρεπε να καθοριστεί με βάση τα στοιχεία που υποβλήθηκαν στην καταγγελία σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού.

(15) Ο ίδιος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι, οπωσδήποτε, το περιθώριο κέρδους που χρησιμοποιήθηκε στην καταγγελία για την κατασκευή της κανονικής αξίας ήταν υπερβολικό. Υποστηρίζοντας τον ισχυρισμό του προσέθεσε ότι τα περιθώρια κέρδους στο εμπόριο ουρίας είναι συνήθως χαμηλά.

(16) Με βάση τα συμπεράσματα όσον αφορά άλλους παραγωγούς-εξαγωγείς που συνεργάζονται στη διαδικασία, η Επιτροπή θεώρησε σκόπιμο να επανεξετάσει το επίπεδο του περιθωρίου κέρδους που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της κανονικής αξίας του παραγωγού-εξαγωγέα στη Λιβύη.

(17) Όπως τονίστηκε στην αιτιολογική σκέψη 22 του προσωρινού κανονισμού, το μέσο περιθώριο κέρδους που πραγματοποίησαν οι συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς στην παρούσα διαδικασία κατά την πώληση του υπό εξέταση προϊόντος στην εγχώρια αγορά τους, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της κανονικής αξίας των παραγωγών-εξαγωγέων για τους οποίους το περιθώριο κέρδους δεν μπορούσε να καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού ή των στοιχείων α) και β) αυτής. Δεδομένου ότι δεν υπήρχε αποχρών λόγος που να δικαιολογεί την εφαρμογή διαφορετικού περιθωρίου κέρδους στο λίβυο παραγωγό-εξαγωγέα, και ελλείψει άλλων πληροφοριών, αποφασίστηκε να εφαρμοστεί στο οριστικό στάδιο το ίδιο περιθώριο κέρδους στο λίβυο παραγωγό για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

Κανονική αξία με βάση τις εγχώριες πωλήσεις

(18) Δύο παραγωγοί-εξαγωγείς στη Ρουμανία ισχυρίστηκαν ότι η κανονική αξία θα έπρεπε να καθοριστεί σε μηνιαία βάση εξαιτίας του πληθωρισμού στη Ρουμανία κατά την περίοδο έρευνας. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιήθηκε στο προσωρινό στάδιο για όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη Ρουμανία.

(19) Μετά την επιβολή των προσωρινών δασμών αντιντάμπινγκ ωστόσο, η προσέγγιση αυτή αποτέλεσε αντικείμενο επανεξέτασης. Η έρευνα έδειξε ότι οι επιπτώσεις του πληθωρισμού δεν δικαιολογούσαν τον υπολογισμό μηνιαίας κανονικής αξίας. Αποτελεί πάγια πρακτική των υπηρεσιών της Επιτροπής να καθορίζουν μέση κανονική αξία για την περίοδο έρευνας, εκτός εάν προκύψει κατάσταση υπερπληθωρισμού. Οι συνθήκες αυτές δεν ίσχυαν στην περίπτωση της Ρουμανίας.

(20) Κατά συνέπεια, θεωρήθηκε σκόπιμο να καθοριστεί η κανονική αξία στο οριστικό στάδιο για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα στη Ρουμανία με βάση τη μέση καταβληθείσα τιμή στην εγχώρια αγορά κατά την περίοδο έρευνας.

Κατασκευασμένη κανονική αξία

(21) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ισχυρίστηκε ότι για τον καθορισμό του περιθωρίου κέρδους που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της κανονικής αξίας για τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη Βουλγαρία, στην Εσθονία και στη Λιθουανία, θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί η ελάχιστη απόδοση χρησιμοποιηθέντος κεφαλαίου "που κανονικά απαιτείται για τη διατήρηση βιώσιμου εμπορίου ουρίας μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα". Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι τα περιθώρια κέρδους στις ως άνω χώρες δεν είναι γενικά αξιόπιστα λόγω των "παρεμβάσεων" των οικονομιών κεντρικού σχεδιασμού στις λογιστικές μεθόδους των ενδιαφερομένων εταιρειών.

(22) Η έρευνα δεν αποκάλυψε στοιχεία ή πληροφορίες που να αποδεικνύουν ότι οι λογαριασμοί των ενδιαφερομένων εταιρειών δεν ήταν αξιόπιστοι και ως εκ τούτου δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό του περιθωρίου κέρδους. Επομένως, οι υπηρεσίες της Επιτροπής δεν είχαν άλλη εναλλακτική λύση από το να καθορίσουν την κανονική αξία σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 3 και 6 του βασικού κανονισμού. Κατ' αυτόν τον τρόπο, τα περιθώρια κέρδους καθορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχεία β) και γ) του βασικού κανονισμού, ήτοι, με βάση το κέρδος που πραγματοποιήθηκε για την ίδια γενική κατηγορία προϊόντων που παρήχθησαν και πωλήθηκαν από τον ενδιαφερόμενο παραγωγό-εξαγωγέα στην εγχώρια αγορά στην περίπτωση της Λιθουανίας. Και στην περίπτωση της Βουλγαρίας και της Εσθονίας, με οποιαδήποτε εύλογη βάση, ήτοι, με βάση το μέσο σταθμισμένο περιθώριο κέρδους που διαπιστώθηκε για τους άλλους παραγωγούς-εξαγωγείς που συνεργάστηκαν στη διαδικασία.

(23) Ωστόσο, επανεξετάστηκε το επίπεδο του περιθωρίου κέρδους που καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, με βάση τα μέσα σταθμισμένα περιθώρια κέρδους των συνεργαζόμενων παραγωγών-εξαγωγέων με επικερδείς εγχώριες πωλήσεις. Μετά την περάτωση της διαδικασίας όσον αφορά τις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Αιγύπτου, οι παραγωγοί-εξαγωγείς από την Αίγυπτο αποκλείστηκαν από τον υπολογισμό του μέσου περιθωρίου κέρδους.

(24) Μετά τις παρατηρήσεις που υπέβαλε ο εσθονός παραγωγός-εξαγωγέας, επανεκτιμήθηκε το περιθώριο κέρδους που χρησιμοποιήθηκε για την ανακατασκευή της κανονικής αξίας. Η επανεξέταση των προσωρινών συμπερασμάτων κατέστησε εμφανές ότι το περιθώριο κέρδους που χρησιμοποιήθηκε -με βάση τις πωλήσεις άλλων προϊόντων από την εταιρεία- έπρεπε να αναθεωρηθεί, δεδομένου ότι τα προϊόντα αυτά δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ότι ανήκουν στην ίδια γενική κατηγορία με το υπό εξέταση προϊόν (π.χ. λιπάσματα). Συνεπώς, ελλείψει επαρκών πωλήσεων κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, εκ μέρους άλλων εσθονών παραγωγών-εξαγωγέων του υπό εξέταση προϊόντος ή/και άλλων προϊόντων της ίδιας γενικής κατηγορίας, εκ μέρους της ενδιαφερόμενης εσθονικής εταιρείας, εφαρμόζεται οποιαδήποτε άλλη εύλογη μέθοδος στο οριστικό στάδιο σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού. Στο πλαίσιο αυτό, το περιθώριο κέρδους βασίστηκε στο μέσο σταθμισμένο περιθώριο κέρδους των άλλων συνεργαζόμενων παραγωγών-εξαγωγέων (για το βούλγαρο παραγωγό-εξαγωγέα, βλέπε ανωτέρω αιτιολογική σκέψη 22).

(25) Ο λιθουανός παραγωγός-εξαγωγέας διαφώνησε με τη χρήση των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων (ΕΠΓΔΕ) και του κέρδους του νιτρικού αμμωνίου (ΑΝ) για την κατασκευή της κανονικής αξίας. Ισχυρίστηκε ότι η ουρία και το νιτρικό αμμώνιο είναι διαφορετικά λιπάσματα, που πωλούνται σε διαφορετικές αγορές και σε διαφορετικές συνθήκες ανταγωνισμού, και παρουσιάζουν διαφορές όσον αφορά την τεχνολογία παρασκευής, τη ζήτηση της αγοράς, τις τιμές πώλησης και το κόστος.

(26) Δεδομένου ότι υπάρχει μόνο ένας παραγωγός ουρίας στη Λιθουανία, και ελλείψει αντιπροσωπευτικών εγχώριων πωλήσεων, το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού παρέχει μια δυνατότητα για τον καθορισμό των ΕΠΓΔΕ και του κέρδους. Επίσης, η ουρία και το νιτρικό αμμώνιο είναι αμφότερα αζωτούχα λιπάσματα και, αν και μέχρις ενός σημείου η τεχνολογία παραγωγής τους παρουσιάζει διαφορές, ανήκουν στην ίδια γενική κατηγορία προϊόντων, όπως απαιτείται από το βασικό κανονισμό. Οι αγορές και οι ανταγωνιστικές συνθήκες δεν είναι ανόμοιες (ένας παραγωγός, ανταγωνισμός των εισαγωγών). Με βάση τα ανωτέρω, αποφασίστηκε να διατηρηθεί ο προσωρινός καθορισμός.

Τιμή εξαγωγής

(27) Ελλείψει παρατηρήσεων εκ μέρους των ενδιαφερομένων μερών, ή άλλων συμπερασμάτων που θα μπορούσαν να αναιρέσουν τα προσωρινά συμπεράσματα, επιβεβαιώνονται οι τιμές εξαγωγής των ενδιαφερόμενων παραγωγών-εξαγωγέων όπως καθορίστηκαν στο προσωρινό στάδιο.

Σύγκριση

Κόστος διεκπεραίωσης και φόρτωσης

(28) Μετά τις παρατηρήσεις που έλαβε ο λίβυος παραγωγός-εξαγωγέας όσον αφορά τον υπολογισμό του κόστους διεκπεραίωσης και φόρτωσης κατά την εξαγωγή του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα, η Επιτροπή επανεξέτασε τους υπολογισμούς της και διαπίστωσε σφάλμα υπολογισμού το οποίο και διόρθωσε αναλόγως.

2. Χώρες χωρίς οικονομία αγοράς

(29) Ο παραγωγός-εξαγωγέας από τη Λευκορωσία αμφισβήτησε το γεγονός ότι η Επιτροπή τον μεταχειρίστηκε κατά τους ισχυρισμούς ως μη συνεργαζόμενο μέρος στη διαδικασία. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι παρείχε στην Επιτροπή όλες τις πληροφορίες που της ζητήθηκαν και θεώρησε ότι αντιμετωπίστηκε ως μη συνεργαζόμενο μέρος για να στερηθεί τα δικαιώματα του συνεργαζόμενου μέρους και, συγκεκριμένα, την ευκαιρία να προτείνει ανάληψη υποχρέωσης.

(30) Κατά την παρούσα έρευνα, το γεγονός ότι η εταιρεία δεν παρείχε τις αναγκαίες πληροφορίες για τον καθορισμό επαληθεύσιμης τιμής εξαγωγής είχε ως αποτέλεσμα την εφαρμογή του κανόνα που ορίζεται στο άρθρο 18 του βασικού κανονισμού για τα μη συνεργαζόμενα μέρη και συνεπώς τη μερική χρήση των "διαθέσιμων στοιχείων", στην προκειμένη περίπτωση, των στοιχείων για τις εξαγωγές που παρείχε η Eurostat.

(31) Σημειώνεται ωστόσο ότι, αντίθετα με τους ισχυρισμούς της εταιρείας, η μερική εφαρμογή του άρθρου 18 δεν στερεί την εταιρεία από οποιοδήποτε δικαίωμα ενδιαφερόμενου μέρους και, συγκεκριμένα, από το δικαίωμα ενημέρωσης, το δικαίωμα ακρόασης και υποβολής γραπτών παρατηρήσεων, το δικαίωμα πρόσβασης σε μη εμπιστευτικούς φακέλους και την ευκαιρία να προτείνει ανάληψη υποχρέωσης.

Καθεστώς οικονομίας αγοράς

(32) Όπως τονίστηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 118 έως 130 του προσωρινού κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, τρεις εταιρείες στην Ουκρανία υπέβαλαν αιτήσεις για την αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας αγοράς στην παρασκευή και την πώληση του υπό εξέταση ομοειδούς προϊόντος ("καθεστώς οικονομίας αγοράς"). Υπενθυμίζεται ότι δύο ουκρανικές εταιρείες έλαβαν το καθεστώς οικονομίας αγοράς. Ένας ουκρανός παραγωγός-εξαγωγέας, στον οποίο δεν αναγνωρίστηκε καθεστώς οικονομίας αγοράς, διαφώνησε με τα συμπεράσματα της Επιτροπής όσον αφορά ενδεχόμενο κρατικό παρεμβατισμό.

(33) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής επανέλαβε τον ισχυρισμό του ότι ουκρανικές εταιρείες παραγωγής και πώλησης αζωτούχων λιπασμάτων, περιλαμβανομένης της ουρίας, υφίστανται κρατική παρέμβαση σε μεγάλο βαθμό και επομένως, κατά κανόνα, δεν θα πρέπει να χορηγείται καθεστώς οικονομίας αγοράς. Ειδικότερα, ισχυρίστηκε ότι η ουκρανική αγορά λιπασμάτων χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη συμφωνιών υπεργολαβίας, συμφωνιών ανταλλαγής και κρατικό παρεμβατισμό όσον αφορά το κόστος ενέργειας, ηλεκτρισμού και μεταφοράς, και ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες δεν είναι συμβατοί με την οικονομία αγοράς.

(34) Τα επιχειρήματα των παραγωγών-εξαγωγέων και του κοινοτικού κλάδου παραγωγής έχουν ήδη εξεταστεί στις αιτιολογικές σκέψεις 118 έως 130 του προσωρινού κανονισμού. Προστίθεται ωστόσο, ότι όσον αφορά τις συμφωνίες υπεργολαβίας, θεωρήθηκε ότι δεν αντιτίθενται στο καθεστώς οικονομίας αγοράς, δεδομένου ότι δεν μπορούν απαραίτητα να θεωρηθούν ως τυπικό γνώρισμα κρατικού παρεμβατισμού. Όσον αφορά την κρατική παρέμβαση και το κόστος μεταφοράς, ελήφθησαν υπόψη με τη χρησιμοποίηση των συντελεστών μεταφοράς που ισχύουν στην ανάλογη χώρα. Όσον αφορά το κόστος ενέργειας και ηλεκτρισμού, δεν αποδείχθηκε ότι υπήρξε στρέβλωση του κόστους εξαιτίας κρατικής παρέμβασης και ότι δεν αντικατοπτρίζει την αξία αγοράς. Επιπλέον, σε σύγκριση με το φυσικό αέριο, το κόστος ενέργειας και ηλεκτρισμού δεν αποτελεί βασικό συντελεστή στην παραγωγή ουρίας.

Ατομική μεταχείριση

(35) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αποδοκίμασε την απόφαση να χορηγηθεί ατομική μεταχείριση σε ουκρανό παραγωγό-εξαγωγέα ισχυριζόμενος ότι η συμμετοχή του κράτους στην εταιρεία θα οδηγήσει σε σημαντική κρατική παρέμβαση.

(36) Ωστόσο, δεν υποβλήθηκαν νέες πληροφορίες ή στοιχεία από τον καταγγέλλοντα κοινοτικό κλάδο παραγωγής που να αποδεικνύουν ότι η υποτιθέμενη κρατική παρέμβαση θα ήταν τέτοια ώστε να επιτρέπεται η καταστρατήγηση των μέτρων και ως εκ τούτου ο ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί. Επιβεβαιώνονται συνεπώς τα συμπεράσματα του προσωρινού κανονισμού (αιτιολογική σκέψη 132).

Πωλήσεις στο πλαίσιο συμφωνιών υπεργολαβίας

(37) Όπως περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 133 έως 135 του προσωρινού κανονισμού, τρεις εταιρείες στην Ουκρανία είχαν συνάψει συμφωνίες υπεργολαβίας. Υπενθυμίζεται ότι, δυνάμει του ουκρανικού νόμου, ο προμηθευτής πρώτων υλών παραμένει ιδιοκτήτης του τελικού προϊόντος, ενώ η εταιρεία που πραγματοποιεί τη μεταποίηση δεν αποκτά δικαίωμα ιδιοκτησίας επί των προϊόντων.

(38) Η έρευνα αποκάλυψε ότι μία από τις εταιρείες στην οποία είχε χορηγηθεί καθεστώς οικονομίας αγοράς δεν μπορούσε να θεωρηθεί, από μόνη της, παραγωγός-εξαγωγέας του υπό εξέταση προϊόντος. Η εν λόγω εταιρεία είχε συνάψει μακροπρόθεσμη επιχειρηματική σχέση με άλλη εταιρεία με έδρα σε τρίτη χώρα. Δυνάμει της σχέσεως αυτής, η δεύτερη εταιρεία ήταν στην πραγματικότητα ο μοναδικός προμηθευτής στο πλαίσιο συμφωνιών υπεργολαβίας (και ιδιοκτήτης καθόλη τη διάρκεια της παραγωγικής διαδικασίας) της κύριας πρώτης ύλης. Η εν λόγω εταιρεία ενέχονταν επίσης ενεργά στις εξαγωγικές πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος. Τα στοιχεία αυτά καταδεικνύουν σαφώς ότι η σχέση των δύο εταιρειών δεν περιοριζόταν στη συνήθη σχέση αγοραστή-πωλητή.

(39) Εξαιτίας της άρνησης συνεργασίας του συνδεδεμένου προμηθευτή αερίου, ούτε το συνολικό κόστος παραγωγής ούτε η καταβληθείσα ή καταβλητέα τιμή επί των εξαγωγικών πωλήσεων ήταν δυνατόν να διαπιστωθεί, πόσο μάλλον να επαληθευτεί. Πρέπει ακόμη να σημειωθεί ότι αν και υπήρχαν ορισμένες πληροφορίες σχετικά με την τιμή εξαγωγής στον πρώτο ανεξάρτητο αγοραστή, οι πληροφορίες αυτές δεν ήταν επαληθεύσιμες και επομένως δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ. Χωρίς τη συνεργασία του συνδεδεμένου προμηθευτή (και νόμιμου ιδιοκτήτη τόσο της κύριας πρώτης ύλης όσο και του τελικού προϊόντος), ούτε η κανονική αξία ούτε η τιμή εξαγωγής της ενδιαφερόμενης ουκρανικής εταιρείας μπορούσε να καθοριστεί με βεβαιότητα. Επομένως, δεν ήταν δυνατός ο καθορισμός ατομικού περιθωρίου ντάμπινγκ για τη συγκεκριμένη εταιρεία.

(40) Άλλη ουκρανική εταιρεία, στην οποία δεν αναγνωρίστηκε καθεστώς οικονομίας αγοράς ούτε χορηγήθηκε ατομική μεταχείριση, πραγματοποίησε όλες τις εξαγωγικές πωλήσεις της στο πλαίσιο συμφωνιών υπεργολαβίας. Εξαιτίας της άρνησης συνεργασίας του προμηθευτή αερίου, και ελλείψει επαληθεύσιμων τιμών εξαγωγής στον πρώτο ανεξάρτητο αγοραστή, οι τιμές των συναλλαγών αυτών καθορίστηκαν όπως περιγράφεται στην κατωτέρω αιτιολογική σκέψη 66 για την εκτίμηση του περιθωρίου ντάμπινγκ στο σύνολο της χώρας.

(41) Τέλος, τρίτη εταιρεία πραγματοποίησε μέρος των εγχώριων και των εξαγωγικών πωλήσεών της στο πλαίσιο συμφωνιών υπεργολαβίας. Παρομοίως, ελλείψει συνεργασίας εκ μέρους των προμηθευτών της, και ελλείψει επαληθεύσιμων τιμών στον πρώτο ανεξάρτητο αγοραστή, οι υπηρεσίες της Επιτροπής δεν είχαν άλλη επιλογή από το να αγνοήσουν όλες τις πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο αυτών των συμφωνιών υπεργολαβίας. Οι υπόλοιπες εγχώριες πωλήσεις ήταν ακόμη αντιπροσωπευτικές, όπως καθορίστηκε στην αιτιολογική σκέψη 138 του κανονισμού προσωρινού δασμού.

(42) Δύο ακόμη ουκρανικές εταιρείες οι οποίες είχαν επίσης πραγματοποιήσει πωλήσεις με βάση συμφωνίες υπεργολαβίας και των οποίων οι προμηθευτές αερίου αρνήθηκαν και αυτοί να συνεργαστούν, ισχυρίστηκαν ότι τα στοιχεία που υποβλήθηκαν σχετικά με τις πωλήσεις ήταν ακριβή και αξιόπιστα και ότι είχαν υποβάλει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία έτσι ώστε οι εν λόγω συναλλαγές να ληφθούν υπόψη στον καθορισμό της κανονικής αξίας ή της τιμής εξαγωγής.

(43) Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης ελέγχου, καθορίστηκε ότι ούτε οι τιμές τιμολογίου ούτε οι πληρωμές ουρίας είχαν καταχωρηθεί στα λογιστικά βιβλία αυτών των εταιρειών. Εξαιτίας της άρνησης συνεργασίας των προμηθευτών αερίου, στα λογιστικά βιβλία των οποίων θα πρέπει κανονικά να έχουν καταχωρηθεί τα στοιχεία αυτά, ή της έλλειψης οιουδήποτε στοιχείου σχετικά με τις πραγματικές πληρωμές όσον αφορά τις εν λόγω συναλλαγές, οι πληροφορίες δεν ήταν δυνατόν να επαληθευτούν και ως εκ τούτου δεν έγιναν αποδεκτές.

Κανονική αξία

i) Ανάλογη χώρα

(44) Τρεις ουκρανοί παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η κανονική αξία τους δεν θα έπρεπε να είχε βασιστεί στις εγχώριες τιμές και στο κόστος ανάλογης χώρας, αλλά ότι θα έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί η κανονική αξία με βάση τις εγχώριες πωλήσεις ουκρανού παραγωγού-εξαγωγέα στον οποίο είχε χορηγηθεί καθεστώς οικονομίας αγοράς.

(45) Αποτελεί πάγια πρακτική των υπηρεσιών της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, να καθορίζεται η κανονική αξία με βάση τις παραγράφους 1 έως 6 του άρθρου 2 του βασικού κανονισμού μόνο για τους παραγωγούς εκείνους που μπορούν να αποδείξουν ότι δρουν σε συνθήκες οικονομίας αγοράς. Για όλους τους λοιπούς παραγωγούς στην ίδια χώρα, η κανονική αξία καθορίζεται με βάση το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α), ήτοι, με βάση την τιμή ή την κατασκευασμένη αξία σε τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς, ή με οποιαδήποτε άλλη εύλογη βάση που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α). Ως εκ τούτου, από την άποψη αυτή δεν δικαιολογούνται μεταβολές των προσωρινών συμπερασμάτων.

(46) Ο λευκορώσος παραγωγός-εξαγωγέας, τρεις ουκρανοί παραγωγοί-εξαγωγείς, η κυβέρνηση της Λευκορωσίας και η Ουκρανία καθώς και ένωση παραγωγών αποδοκίμασαν την επιλογή των ΗΠΑ ως ανάλογης χώρας με τον ισχυρισμό ότι η Λιθουανία είναι καταλληλότερη τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς.

(47) Τα εν λόγω μέρη ισχυρίστηκαν ότι οι ΗΠΑ δεν αποτελούν κατάλληλη επιλογή λόγω του υψηλού κόστους αερίου που μπορεί να οδηγήσει σε στρέβλωση των τιμών ουρίας, το διαφορετικό επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης σε σύγκριση με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία, και τις διαφορές ως προς το μέγεθος της αγοράς. Το γεγονός ότι μόνο ένας παραγωγός στις ΗΠΑ συνεργάστηκε, θεωρήθηκε πρόσθετο επιχείρημα να μην χρησιμοποιηθούν οι ΗΠΑ ως τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς. Προβλήθηκε ακόμη ο ισχυρισμός ότι η Λιθουανία ήταν η πλέον κατάλληλη ανάλογη χώρα. Υποστηρίχθηκε ότι ο όγκος της ουρίας που παρήχθη στη Λιθουανία είναι αντιπροσωπευτικός σε σύγκριση με τον όγκο των εξαγωγών ουρίας από την Ουκρανία και τη Λευκορωσία προς την Κοινότητα κατά την περίοδο έρευνας. Επίσης, υποστηρίχθηκε ότι η Λιθουανία είναι μια ανοικτή, ανταγωνιστική αγορά χωρίς εισαγωγικούς δασμούς, με παρόμοια πρόσβαση σε φυσικό αέριο και παρόμοια διαδικασία παραγωγής με εκείνη της Λευκορωσίας και της Ουκρανίας. Το γεγονός ότι στη Λιθουανία υπάρχει μόνο ένας παραγωγός ουρίας θεωρήθηκε άνευ σημασίας από τα μέρη, δεδομένου ότι η Λιθουανία και άλλες χώρες με έναν παραγωγό του υπό εξέταση προϊόντος έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί σε προηγούμενες έρευνες όσον αφορά προϊόντα της ίδιας κατηγορίας.

(48) Οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξέτασαν λεπτομερώς όλα τα ανωτέρω επιχειρήματα και κατέληξαν στα ακόλουθα συμπεράσματα:

(49) Ενώ στην αγορά των ΗΠΑ δρουν περισσότεροι από δέκα παραγωγοί ουρίας σε σύγκριση με τουλάχιστον πέντε στην Ουκρανία, στη Λιθουανία υπάρχει μόνο ένας παραγωγός. Παρά το γεγονός ότι στις ΗΠΑ επιβάλλονται δασμοί αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, υπήρξαν σημαντικές εισαγωγές (πάνω από 1 εκατ. τόνοι) ουρίας από ορισμένες άλλες τρίτες χώρες. Αν και λεπτομερέστερη έρευνα αποκάλυψε ότι στη Λιθουανία δεν εφαρμόζονται εισαγωγικοί δασμοί στις εισαγωγές ουρίας, οι εν λόγω εισαγωγές διατηρούνται παρόλα αυτά σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Οι ΗΠΑ διαθέτουν μεγάλη αγορά ουρίας (πάνω από 10 εκατ. τόνοι ετησίως), ενώ η λιθουανική αγορά ουρίας είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Ως εκ τούτου, οι πωλήσεις ουρίας κατά την περίοδο έρευνας στην αγορά της Λιθουανίας ήταν ελάχιστες και, σύμφωνα με τις πληροφορίες του λιθουανού παραγωγού, δεν πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις. Συνήχθη επομένως το συμπέρασμα ότι η αγορά ουρίας των ΗΠΑ είναι άκρως ανταγωνιστική, σε αντίθεση με τη λιθουανική αγορά. Τέλος, και αντίθετα με τη Λιθουανία, οι εγχώριες πωλήσεις στις ΗΠΑ είναι αντιπροσωπευτικές σε σύγκριση με τις εξαγωγές της Λευκορωσίας και της Ουκρανίας στην Κοινότητα.

(50) Το γεγονός ότι μόνο ένας παραγωγός των ΗΠΑ συνεργάστηκε στην παρούσα έρευνα δεν αναιρεί τα ανωτέρω συμπεράσματα. Στην πραγματικότητα, οι τιμές αυτού του παραγωγού, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας υπόκεινται στον προαναφερόμενο ανταγωνισμό. Οι ποσότητες που πωλήθηκαν από των εν λόγω παραγωγό ήταν αντιπροσωπευτικές ακόμη και σε σύγκριση με τις συνολικές ποσότητες που εξήχθησαν από τη Λευκορωσία και την Ουκρανία προς την Κοινότητα.

(51) Όσον αφορά τις ομοιότητες που υπάρχουν σχετικά με την πρόσβαση στο φυσικό αέριο, την κύρια πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ουρίας, οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξέτασαν επίσης τον εφοδιασμό των παραγωγών. Επιβεβαιώθηκε ότι ενώ ο αμερικανός παραγωγός προμηθευόταν φυσικό αέριο από περισσότερους από έναν προμηθευτές, όπως και στην περίπτωση της Ουκρανίας, ο λιθουανός παραγωγός είχε μόνο έναν και μοναδικό προμηθευτή χωρίς τη δυνατότητα άλλης πηγής εφοδιασμού. Επιπλέον, όπως και η Ουκρανία, οι ΗΠΑ είναι ταυτόχρονα παραγωγός και εισαγωγέας φυσικού αερίου, ενώ η Λιθουανία δεν διαθέτει δικές της πηγές φυσικού αερίου.

(52) Επίσης, η Επιτροπή συνέκρινε τις διαδικασίες παραγωγής στις ΗΠΑ, στη Λευκορωσία και στην Ουκρανία και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η τεχνολογία που χρησιμοποιεί ο αμερικανός παραγωγός είναι το ίδιο αποδοτική με εκείνη που χρησιμοποιούν οι παραγωγοί της Λευκορωσίας και της Ουκρανίας.

(53) Ακόμη, υποστηρίχθηκε ότι η Λιθουανία θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί ως ανάλογη χώρα δεδομένου ότι αποτέλεσε αντικείμενο της ίδιας έρευνας.

(54) Η Επιτροπή σημειώνει ότι το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού ορίζει ότι, όπου κρίνεται σκόπιμο, χρησιμοποιείται χώρα με οικονομία αγοράς που αποτελεί αντικείμενο της ίδιας έρευνας. Ωστόσο, για τους λόγους που υπογραμμίζονται παραπάνω στις αιτιολογικές σκέψεις 49 έως 51, η Λιθουανία δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως κατάλληλη ανάλογη χώρα στην παρούσα έρευνα.

(55) Όπως ήδη αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 107 του προσωρινού κανονισμού, έγινε προσαρμογή για να ληφθεί υπόψη το υψηλό κόστος φυσικού αερίου στις ΗΠΑ κατά την περίοδο έρευνας. Το υψηλό κόστος φυσικού αερίου ήταν το αποτέλεσμα μιας ειδικής κατάστασης που επικρατούσε στην αγορά των ΗΠΑ κατά την περίοδο έρευνας. Η προσαρμογή μείωσε το κόστος φυσικού αερίου σε επίπεδο συγκρίσιμο με εκείνο άλλων εταιρειών που συνεργάζονται στην ίδια διαδικασία.

(56) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υποστήριξε την επιλογή των ΗΠΑ ως ανάλογης χώρας. Ωστόσο, ισχυρίστηκε ότι οι τιμές αερίου στις ΗΠΑ σημείωσαν μικρή μόνο αύξηση και ως εκ τούτου δεν θα έπρεπε να γίνει προσαρμογή. Αν και αληθεύει ότι η μεγαλύτερη αύξηση των τιμών αερίου σημειώθηκε μόλις το δεύτερο εξάμηνο του 2000, δηλαδή, μετά την περίοδο έρευνας, διαπιστώθηκε ότι κατά το δεύτερο ήμισυ της περιόδου έρευνας, υπήρχε ήδη μια ασυνήθιστη και σαφής αύξηση του κόστους του φυσικού αερίου. Επομένως, η προσαρμογή που έγινε θεωρήθηκε δικαιολογημένη.

(57) Για όλους τους ως άνω λόγους, συμπεραίνεται ότι οι ΗΠΑ είναι κατάλληλη ανάλογη χώρα οικονομίας αγοράς και ότι η επιλογή της ήταν εύλογη. Η κανονική αξία με βάση τις εγχώριες πωλήσεις στις ΗΠΑ κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, η οποία περιλαμβάνει εύλογο και μη υπερβολικό περιθώριο κέρδους, είναι επομένως απολύτως σύμφωνη με τις απαιτήσεις του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

ii) Κανονική αξία για εταιρείες στις οποίες αναγνωρίσθηκε καθεστώς οικονομίας αγοράς

(58) Η ουκρανική εταιρεία, η οποία πραγματοποίησε σχεδόν όλες τις πωλήσεις της στο πλαίσιο συμφωνιών υπεργολαβίας, ισχυρίστηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις της θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν ως βάση για τον καθορισμό της κανονικής της αξίας. Εναλλακτικά, η εταιρεία πρότεινε στην Επιτροπή να χρησιμοποιήσει την κανονική αξία ουκρανού παραγωγού-εξαγωγέα στον οποίο αναγνωρίστηκε καθεστώς οικονομίας αγοράς ή να κατασκευάσει την κανονική αξία με βάση τα στοιχεία της ίδιας της εταιρείας.

(59) Ως αποτέλεσμα της άρνησης συνεργασίας εκ μέρους του συνδεδεμένου προμηθευτή αερίου, συνήχθη το συμπέρασμα ότι η εν λόγω ουκρανική εταιρεία δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί από μόνη της παραγωγός-εξαγωγέας ουρίας (βλέπε λεπτομέρειες στις αιτιολογικές σκέψεις 38 και 39). Συνεπώς, δεν καθορίστηκε κανονική αξία.

(60) Όπως ανακοινώθηκε στην αιτιολογική σκέψη 138 του προσωρινού κανονισμού, εξετάστηκε περαιτέρω αν ήταν αναγκαίο να γίνουν προσαρμογές άλλων παραγόντων του κόστους, όπως η απόσβεση που έκανε ο παραγωγός-εξαγωγέας της Ουκρανίας για τον οποίο η κανονική αξία βασίστηκε στα δικά του στοιχεία.

(61) Η σύγκριση του κόστους απόσβεσης που περιλαμβάνεται στο κόστος παραγωγής στις διάφορες μονάδες παραγωγής του συνεργαζόμενου παραγωγού στην ανάλογη χώρα με την απόσβεση που έγινε από τον ουκρανό παραγωγό αποκάλυψε ορισμένες διαφορές. Ωστόσο, οι διαφορές αυτές θα μπορούσαν να οφείλονται σε πολλούς παράγοντες και οπωσδήποτε δεν δικαιολογούσαν προσαρμογή του κόστους του ουκρανού παραγωγού. Επίσης, δεδομένου ότι η κανονική αξία για τον συγκεκριμένο ουκρανό παραγωγό βασίστηκε στις εγχώριες πωλήσεις, οποιαδήποτε μεταβολή στο κόστος, ακόμη και αν είχε κάποια επίδραση, θα ήταν αμελητέα. Ως εκ τούτου, δεν έγιναν προσαρμογές.

Τιμή εξαγωγής

(62) Δύο εταιρείες στην Ουκρανία, οι εξαγωγικές πωλήσεις των οποίων πραγματοποιήθηκαν με βάση συμφωνίες υπεργολαβίας και επομένως αποκλείστηκαν από τον υπολογισμό του ντάμπινγκ, ισχυρίστηκαν ότι η τιμή εξαγωγής τους θα έπρεπε να κατασκευαστεί με βάση την αμοιβή για τη μεταποίηση, που χρεώνεται στους πελάτες της εξαγωγικής αγοράς, συν το κόστος αερίου που καταβάλλεται από τις ίδιες ή άλλον παραγωγό-εξαγωγέα στην Ουκρανία, στο οποίο προστίθεται εύλογο ποσοστό κέρδους.

(63) Όσον αφορά μία από τις εταιρείες, ως αποτέλεσμα της άρνησης συνεργασίας του συνδεδεμένου προμηθευτή αερίου, εκτός από το ότι οι τιμές των εξαγωγικών πωλήσεών της δεν ήταν επαληθεύσιμες, η εν λόγω εταιρεία δεν μπορούσε, αφεαυτής, να θεωρηθεί παραγωγός-εξαγωγέας ουρίας (βλέπε λεπτομέρειες στις αιτιολογικές σκέψεις 38 και 39). Επομένως, δεν καθορίστηκε ατομικό περιθώριο ντάμπινγκ για την εν λόγω εταιρεία.

(64) Όσον αφορά την άλλη εταιρεία, η προτεινόμενη μέθοδος δεν συμφωνεί με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού. Στόχος του άρθρου αυτού δεν είναι να προταθούν εναλλακτικές μέθοδοι για τον καθορισμό των τιμών εξαγωγής σε περιπτώσεις άρνησης συνεργασίας, αλλά αντίθετα, να ληφθεί υπόψη η συμμετοχή, στις εξαγωγικές πωλήσεις, εισαγωγέα στην Κοινότητα συνδεδεμένου με τον παραγωγό-εξαγωγέα. Η μέθοδος κατασκευής που προτείνουν οι ουκρανικές εταιρείες, αντίθετα με τα όσα ορίζει το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, δεν βασίζεται σε τιμές πώλησης σε ανεξάρτητο μέρος. Αντίθετα, χρησιμοποιεί ως αφετηρία το κόστος παραγωγής (μέθοδο που χρησιμοποιείται για την κατασκευή κανονικής αξίας, όχι τιμών εξαγωγής). Συνεπώς ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(65) Τρίτη ουκρανική εταιρεία, η οποία είχε επίσης πραγματοποιήσει εξαγωγικές πωλήσεις στο πλαίσιο συμφωνιών υπεργολαβίας, ισχυρίστηκε ότι αντί να λαμβάνεται υπόψη χαμηλότερη τιμή εξαγωγής, θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί η μέση τιμή εξαγωγής άλλων ουκρανών παραγωγών-εξαγωγέων.

(66) Ωστόσο, τίποτε δεν οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι η μέση τιμή εξαγωγής άλλων ουκρανών παραγωγών-εξαγωγέων ήταν ακριβέστερη. Αποτελεί πάγια πρακτική των υπηρεσιών της Επιτροπής, σε περιπτώσεις άρνησης συνεργασίας, να χρησιμοποιείται η μέση σταθμισμένη τιμή εξαγωγής των συναλλαγών με τις χαμηλότερες τιμές εξαγωγής, που αντιπροσωπεύουν παράλληλα σημαντικό ποσοστό των εξαγωγών με επαληθεύσιμες τιμές.

Σύγκριση

(67) Δύο ουκρανικές εταιρείες και μία εταιρεία της Λευκορωσίας ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να τους παράσχει βασικά στοιχεία που θα τους επέτρεπαν να επικαλεστούν φυσικά συγκριτικά πλεονεκτήματα.

(68) Δεδομένου ότι μόνο μία εταιρεία των ΗΠΑ συνεργάστηκε στη διαδικασία, δεν θα ήταν δυνατή η κοινοποίηση συγκεκριμένων στοιχείων σχετικά με την παραγωγή και τις πωλήσεις της εν λόγω εταιρείας χωρίς να παραβιαστούν οι κανόνες περί εμπιστευτικότητας. Άλλα βασικά στοιχεία (γεωγραφική θέση, πρόσβαση σε πρώτες ύλες, κ.λπ.) είναι διαθέσιμα. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ανέλυσαν τα διαθέσιμα στοιχεία και προέβησαν, με δική τους πρωτοβουλία, στις απαραίτητες προσαρμογές. Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, διαπιστώθηκε στις ΗΠΑ ασυνήθιστα υψηλό κόστος φυσικού αερίου και, ως εκ τούτου, η προσαρμογή που έγινε στο κόστος αερίου που χρησιμοποιήθηκε για τη συνεργαζόμενη αμερικανική εταιρεία μείωσε το κόστος αερίου σε επίπεδο συγκρίσιμο με εκείνο άλλων εταιρειών που συνεργάστηκαν στην ίδια διαδικασία.

(69) Τρεις ουκρανικές εταιρείες και η εταιρεία της Λευκορωσίας διαφώνησαν με το γεγονός ότι η Επιτροπή προέβη σε προσαρμογή της τιμής εξαγωγής για τις εσωτερικές μεταφορές με βάση τους σιδηροδρομικούς ναύλους στην ανάλογη χώρα. Υποστηρίχθηκε ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν οι ναύλοι της Ουκρανίας ή, εναλλακτικά, της Λιθουανίας.

(70) Οι σιδηροδρομικοί ναύλοι στην Ουκρανία και τη Λευκορωσία, χώρες που επί του παρόντος δεν λειτουργούν με συνθήκες οικονομίας αγοράς, καθορίζονται από το κράτος και, επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθούν ότι αντικατοπτρίζουν τις κανονικές τιμές της αγοράς. Αποτελεί καθιερωμένη μακρόχρονη πρακτική των υπηρεσιών της Επιτροπής να βασίζουν τις προσαρμογές για αυτόν τον τύπο εσωτερικής μεταφοράς για τις χώρες που καλύπτονται από το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, σε ελεγμένα στοιχεία από την ανάλογη χώρα, όταν είναι διαθέσιμα. Επίσης, αναφέρθηκε ρητώς κατά την αναγνώριση του καθεστώτος οικονομίας αγοράς σε ορισμένες εταιρείες της Ουκρανίας, ότι ορισμένοι παράγοντες κόστους ενδεχομένως να διορθωθούν για να εναρμονιστούν με την κανονική αξία της αγοράς. Επομένως, δεν δικαιολογείται μεταβολή των προσωρινών συμπερασμάτων.

(71) Επίσης, υποστηρίχθηκε ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν κατώτεροι ναύλοι δεδομένου ότι οι ουκρανοί παραγωγοί-εξαγωγείς χρησιμοποίησαν δικά τους βαγόνια για την αποστολή μεγάλων ποσοτήτων του προϊόντος και ανέλαβαν το κόστος της επιστροφής των άδειων βαγονιών.

(72) Πληροφορίες από τον παραγωγό της ανάλογης χώρας αποκάλυψαν ότι η χρήση ιδίων βαγονιών δικαιολογούσε προσαρμογή. Ως εκ τούτου, οι υπολογισμοί αναθεωρήθηκαν αναλόγως.

(73) Οι εταιρείες της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας ισχυρίστηκαν ότι η προσαρμογή που έγινε για να ληφθούν υπόψη οι φυσικές διαφορές μεταξύ της ουρίας σε κόκκους, που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά της ανάλογης χώρας, και της ουρίας σε βώλους που εξήχθη από τις χώρες αυτές θα έπρεπε να βασίζονται στη διαφορά τιμής στην ευρωπαϊκή αγορά.

(74) Ωστόσο, εφόσον ο στόχος συνίσταται στον καθορισμό κανονικής αξίας για την ουρία σε βώλους στην αγορά ανάλογης χώρας, η προσαρμογή πρέπει να βασίζεται στη διαφορά τιμής στη συγκεκριμένη αγορά. Η προσαρμογή που έγινε βασίστηκε επομένως στις διαφορές των τιμών στην αγορά των ΗΠΑ. Δεν θεωρείται σκόπιμο να χρησιμοποιηθεί η αγορά της Κοινότητας διότι οι διαφορές τιμών στη συγκεκριμένη αγορά αναμένεται να επηρεαστούν από την πρακτική ντάμπινγκ. Συνεπώς, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(75) Δύο ουκρανικές εταιρείες και η εταιρεία της Λευκορωσίας ζήτησαν ακόμη προσαρμογή για να ληφθεί υπόψη το επίπεδο εμπορίου εφόσον κατά τους ισχυρισμούς πραγματοποιούσαν πωλήσεις μόνο σε εμπόρους.

(76) Οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας εξήγαγαν το υπό εξέταση προϊόν σε εμπόρους. Ο συνεργαζόμενος παραγωγός της ανάλογης χώρας επίσης πωλούσε το προϊόν σε εμπόρους. Μέρος των εγχώριων πωλήσεων του παραγωγού της ανάλογης χώρας πραγματοποιήθηκε σε παρασκευαστές μειγμάτων προϊόντος. Λεπτομερής ανάλυση των λειτουργιών και των τιμών αποκάλυψε ότι ο ισχυρισμός δεν ήταν δικαιολογημένος.

3. Περιθώριο ντάμπινγκ των επιχειρήσεων που αποτελούν αντικείμενο έρευνας

Εφαρμογή του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού

(77) Μετά την επιβολή προσωρινών δασμών, η Επιτροπή εξέτασε περαιτέρω αν το κόστος μεταφοράς που ανέφερε ο λιθουανός παραγωγός-εξαγωγέας, αλλά κατεβλήθη από τους εισαγωγείς, ήταν ακριβές. Διαπιστώθηκε ότι το εν λόγω κόστος είχε υπερεκτιμηθεί, σε σύγκριση με τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από τους εισαγωγείς και με τις τιμές που ισχύουν για τα ίδια δρομολόγια. Το κόστος μεταφοράς επανεξετάστηκε αναλόγως και χρησιμοποιήθηκε το πραγματικό κόστος.

(78) Μετά τις παρατηρήσεις που διατύπωσε ο εσθονός παραγωγός-εξαγωγέας σχετικά με το μη σκόπιμο χαρακτήρα της προσαρμογής, στο προσωρινό στάδιο, της αξίας cif των πωλήσεων που δεν είχαν δηλωθεί, η οποία χρησιμοποιήθηκε για να εκφραστεί το περιθώριο ντάμπινγκ των πωλήσεων αυτών, η Επιτροπή ανέλυσε λεπτομερέστερα το θέμα και αποφάσισε να επανεξετάσει τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε. Η προσαρμογή που έγινε στο προσωρινό στάδιο ακυρώθηκε. Ωστόσο, ελλείψει αξιόπιστων στοιχείων εκ μέρους της εταιρείας, η Επιτροπή αποφάσισε να βασίσει τα συμπεράσματά της στα στοιχεία της Eurostat, δεδομένου ότι αποτελούν τα πλέον αξιόπιστα διαθέσιμα στοιχεία.

(79) Η Επιτροπή προέβη προσωρινά σε προσαρμογή της αξίας cif του λευκορώσου παραγωγού-εξαγωγέα που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ. Δεδομένου ότι η εν λόγω προσαρμογή ήταν εσφαλμένη, ακυρώθηκε.

Περιθώρια ντάμπινγκ

(80) Τα οριστικά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής CIF στα σύνορα της Κοινότητας είναι τα εξής:

Λευκορωσία

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Boυλγαρία

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Κροατία

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Εσθονία

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Λιβύη

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Λιθουανία

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Ρουμανία

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Ουκρανία

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Ε. ΖΗΜΙΑ

1. Ορισμός του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(81) Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη επανέλαβαν τον ισχυρισμό τους, ότι, οι κοινοτικοί παραγωγοί που αγόραζαν και πωλούσαν ουρία από χώρες που καλύπτει η παρούσα διαδικασία θα πρέπει να αποκλειστούν από τον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(82) Όπως υπογραμμίζεται στην αιτιολογική σκέψη 156 του προσωρινού δασμού, οι εν λόγω αγορές ήταν περιορισμένες σε όγκο και πραγματοποιήθηκαν για να καλύψουν τις ελλείψεις στην παραγωγή εξαιτίας των εργασιών συντήρησης. Η μοναδική εταιρεία που πραγματοποίησε σημαντικότερες πωλήσεις, ίσες με το 20 % περίπου της παραγωγής της κατά την περίοδο έρευνας, το έπραξε για να συμπληρώσει το φάσμα των προϊόντων της. Η έρευνα έδειξε ότι η εταιρεία αυτή είναι κυρίως παραγωγός όχι εισαγωγέας ουρίας, και ότι επομένως δεν υπάρχουν αποχρώντες λόγοι για να αποκλειστεί από τον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Οπωσδήποτε, παρόμοιος αποκλεισμός δεν αναμένεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στα συμπεράσματα της υπόθεσης ούτε στο επίπεδο των επιβαλλόμενων δασμών.

(83) Ως εκ τούτου, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα της αιτιολογικής σκέψης 157 του προσωρινού κανονισμού.

2. Κοινοτική κατανάλωση

(84) Ελλείψει νέων πληροφοριών, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα για την κοινοτική κατανάλωση, όπως περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 158 και 159 του προσωρινού κανονισμού.

3. Εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες

Σωρευτική αξιολόγηση των επιπτώσεων των σχετικών εισαγωγών

(85) Υποστηρίχθηκε ότι οι εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρουμανίας δεν πρέπει να εξεταστούν σωρευτικά με τις εισαγωγές από τις άλλες χώρες που καλύπτει η παρούσα διαδικασία. Ο ισχυρισμός βασίστηκε στο επιχείρημα ότι ο όγκος των εισαγωγών και τα μερίδια αγοράς εξελίχθηκαν διαφορετικά την εξεταζόμενη περίοδο.

(86) Στην αιτιολογική σκέψη 162 του προσωρινού κανονισμού, καθορίζονται τα εξής:

- Οι όγκοι των εισαγωγών από όλες τις ενδιαφερόμενες χώρες ήταν σημαντικοί και πολύ πάνω από τα επίπεδα που καθορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού.

- Τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν είναι πάνω από τα ελάχιστα και όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς εφήρμοσαν τιμές πώλησης χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

- Οι τιμές τόσο της εισαγόμενης όσο και της κοινοτικής ουρίας μειώθηκαν σημαντικά κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(87) Ο όγκος των εισαγωγών ουρίας από τη Ρουμανία ακολούθησε τις τάσεις των τιμών ουρίας στην κοινοτική αγορά, δηλαδή υπήρξε κάποια σχέση μεταξύ των τιμών και του όγκου των εισαγωγών από τη Ρουμανία κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Το 1999, έτος με τις χαμηλότερες τιμές, οι εισαγωγές από τη Ρουμανία ήταν σχεδόν ανύπαρκτες. Αυτό αποτελεί ένδειξη διαφάνειας των τιμών στην κοινοτική αγορά ουρίας. Επίσης, αποτελεί ένδειξη ότι οι ρουμάνοι εξαγωγείς θα αποσυρθούν από την αγορά όταν οι τιμές μειωθούν υπερβολικά. Εντούτοις, με τη μερική ανάκαμψη των τιμών μεταξύ του 1999 και της περιόδου έρευνας (αιτιολογική σκέψη 164 του προσωρινού κανονισμού), οι ρουμανικές εισαγωγές αυξήθηκαν σημαντικά σε σημείο να κατέχουν μερίδιο αγοράς 2,3 % κατά την περίοδο έρευνας. Από τις ενδιαφερόμενες χώρες, η Ρουμανία ήταν ο τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας στην Κοινότητα κατά την περίοδο έρευνας.

(88) Ακόμη, αυτή η τάση των εισαγωγών δεν ήταν χαρακτηριστική της Ρουμανίας. Και οι εισαγωγές από ορισμένες ενδιαφερόμενες χώρες έχουν να επιδείξουν μια αξιοσημείωτα αντίστοιχη πορεία μείωσης μεταξύ του 1996 και του 1999 ακολουθούμενη από σημαντική επάνοδο στην κοινοτική αγορά κατά την περίοδο έρευνας. Η πορεία αυτή πραγματοποιήθηκε σε ένα πλαίσιο αύξησης ανά έτος του συνολικού όγκου των εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Το μοναδικό στοιχείο που άλλαζε ήταν το μερίδιο αυτών των εισαγωγών μεταξύ των ενδιαφερομένων χωρών ανάλογα με τις τιμές. Το γεγονός αυτό αποτελεί επιπλέον αποδεικτικό στοιχείο ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων και δεν αποτελεί λόγο μη σωρευτικής εξέτασης των εισαγωγών από τη Ρουμανία, ή οποιαδήποτε άλλη ενδιαφερόμενη χώρα.

(89) Για όλους τους ανωτέρω λόγους, συμπεραίνεται ότι πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Επομένως, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα της αιτιολογικής σκέψης 162 του προσωρινού κανονισμού.

Όγκος, μερίδια αγοράς και τιμές των οικείων εισαγωγών

(90) Ελλείψει νέων πληροφοριών όσον αφορά τον όγκο και τις τιμές των εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες, επιβεβαιώνονται τα προσωρινά συμπεράσματα.

Εφαρμογή χαμηλότερων τιμών

(91) Για τα προσωρινά συμπεράσματα, η πώληση σε χαμηλότερες τιμές υπολογίστηκε με τη σύγκριση της τιμής του εξαγωγέα στο στάδιο παραδοτέο-εκτελωνισμένο στην αποβάθρα στα σύνορα της Κοινότητας, με τις επαληθευμένες τιμές εκ του εργοστασίου των κοινοτικών παραγωγών. Η σύγκριση των τιμών έγινε χωριστά για κάθε ποιότητα του προϊόντος, σε βώλους, σε κόκκους, χύδην, και σε σάκους.

(92) Ορισμένα μέρη, περιλαμβανομένων ορισμένων παραγωγών-εξαγωγέων, ισχυρίστηκαν ότι ως τιμή των κοινοτικών παραγωγών για τη σύγκριση της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές έπρεπε να ληφθεί η μέση σταθμισμένη τιμή σε επίπεδο κοινοτικού κλάδου παραγωγής και όχι η τιμή σε επίπεδο μεμονωμένου παραγωγού. Υποστηρίχθηκε ότι η μέθοδος αυτή χρησιμεύει για την τεχνητή διόγκωση του περιθωρίου με άσκηση μηδενισμού σε επίπεδο κοινοτικού παραγωγού.

(93) Θα πρέπει κατ' αρχήν να σημειωθεί ότι η πώληση σε χαμηλότερες από τις κοινοτικές τιμές ή η διαδικασία σύγκρισης των τιμών αποτελεί δείκτη ζημίας που, στο πλαίσιο του άρθρου 3 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, αποσκοπεί στο να εξετάσει "κατά πόσον έχουν πραγματοποιηθεί εισαγωγές με πρακτικές ντάμπινγκ σε τιμές αισθητά κατώτερες από τις τιμές που εφαρμόζει για τα ομοειδή προϊόντα η κοινοτική βιομηχανία ή κατά πόσον εισαγωγές αυτού του είδους προκαλούν με οποιονδήποτε τρόπο τη συμπίεση των τιμών σε σημαντικό βαθμό".

(94) Είναι αλήθεια ότι οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες δεν εφαρμόζουν όλες χαμηλότερες τιμές από κάθε κοινοτικό παραγωγό. Ωστόσο, σημαντικός όγκος εξαγωγικών πωλήσεων πραγματοποιήθηκαν σε τιμές κατώτερες των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Σημειώνεται επίσης ότι η κοινοτική αγορά ουρίας είναι τόσο διαφανής όσο και ευαίσθητη στις αλλαγές τιμών.

(95) Κατόπιν περαιτέρω ανάλυσης διαπιστώθηκε ότι, όσον αφορά τις ενδιαφερόμενες χώρες, το ποσοστό εισαγωγών, ανά εταιρεία, σε τιμές κατώτερες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, κυμαίνεται από 0 % έως 56 %, με συνολικό μέσο όρο 46 % για όλες τις εισαγωγές. Το επίπεδο πώλησης σε κατώτερες τιμές έφθασε στο 17 %. Στην ανάλυση αυτή δεν χρησιμοποιήθηκε μηδενισμός. Εξαιτίας προβλημάτων συνεργασίας με τον παραγωγό-εξαγωγέα της Λευκορωσίας (αιτιολογική σκέψη 113 του προσωρινού κανονισμού) και της Εσθονίας (αιτιολογική σκέψη 58 του προσωρινού κανονισμού), δεν ήταν δυνατή η σύγκριση των τιμών των εν λόγω εταιρειών. Ωστόσο, δεν υπάρχουν λόγοι που να υποδεικνύουν ότι τα αποτελέσματα των εταιρειών αυτών θα ήταν διαφορετικά.

(96) Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη ζημία κατά τη περίοδο έρευνας (αιτιολογική σκέψη 175 του προσωρινού κανονισμού), με τη μείωση των τιμών του. Ακόμη και στην περίπτωση της εταιρείας που δεν εφήρμοσε κατώτερες τιμές, διαπιστώθηκε απόκλιση τιμών.

(97) Καθορίζεται επομένως οριστικά ότι υπήρξε σημαντική εφαρμογή κατώτερων τιμών εκ μέρους των παραγωγών-εξαγωγέων στις ενδιαφερόμενες χώρες, καθώς και συμπίεση των τιμών στην κοινοτική αγορά κατά την περίοδο έρευνας.

(98) Όσον αφορά τον υπολογισμό εξάλειψης της ζημίας, προβλήθηκαν ορισμένοι ισχυρισμοί, οι οποίοι εξετάζονται λεπτομερώς στις κατωτέρω αιτιολογικές σκέψεις 114 έως 116 και 121 έως 123. Ωστόσο, στις περιπτώσεις όπου έγιναν προσαρμογές, επιβεβαιώνεται ότι ελήφθησαν υπόψη στη διαδικασία προσδιορισμού των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν σε κατώτερες τιμές.

4. Κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(99) Κατόπιν περαιτέρω ελέγχου δύο κοινοτικών παραγωγών, ορισμένοι δείκτες ζημίας μεταβλήθηκαν σε απόλυτες τιμές. Ωστόσο, οι μεταβολές αυτές δεν ήταν αρκετές για να επηρεάσουν ουσιαστικά τις τάσεις των δεικτών ζημίας κατά την περίοδο που εξετάζεται ή να μεταβάλουν τα προσωρινά συμπεράσματα. Με βάση τα ανωτέρω, επιβεβαιώνονται τα προσωρινά συμπεράσματα για τη σημαντική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

ΣΤ. ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

(100) Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη επανέλαβαν τον ισχυρισμό τους ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν οφείλεται στις εισαγωγές με ντάμπινγκ αλλά στην υπερπροσφορά ουρίας στην παγκόσμια αγορά. Το γεγονός αυτό συνδέεται με τον ισχυρισμό ορισμένων μερών ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είναι αποτέλεσμα της μείωσης των εξαγωγικών τους πωλήσεων, η οποία στη συνέχεια επηρέασε τις πωλήσεις τους στην κοινοτική αγορά.

(101) Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να σημειωθεί ότι η εκτίμηση της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής βασίστηκε σε στοιχεία όσον αφορά τις πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος στην κοινοτική αγορά. Επομένως, η ανωτέρω ανάλυση της ζημίας αποκλείει την ενδεχόμενη αρνητική επίδραση της μείωσης των εξαγωγικών πωλήσεων.

(102) Επιπλέον, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, οι εξαγωγικές πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκαν κατά 337000 τόνους, ενώ οι πωλήσεις του στην κοινοτική αγορά αυξήθηκαν κατά 172000 τόνους. Ως εκ τούτου, ενόψει των δυσχερών συνθηκών στις εξαγωγές, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπόρεσε να στρέψει το ήμισυ των εξαγωγικών πωλήσεών του προς την κοινοτική αγορά.

(103) Ταυτόχρονα, η κοινοτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 1,25 εκατ. τόνους, οι εισαγωγές με ντάμπινγκ σε χαμηλότερες τιμές αυξήθηκαν κατά 867000 τόνους (αιτιολογική σκέψη 163 του προσωρινού κανονισμού), και ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής απώλεσε ποσοστό 10,3 % της κοινοτικής αγοράς (αιτιολογική σκέψη 173 του προσωρινού κανονισμού). Αν και δεν αποτέλεσε το αίτιο, η αδυναμία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να ωφεληθεί από την ανάπτυξη της εγχώριας αγοράς όταν μειώθηκαν οι εξαγωγικές πωλήσεις, αποτελεί ένδειξη της ζημίας που προκάλεσαν οι εισαγωγές με ντάμπινγκ.

(104) Αναλόγως, η υπερπροσφορά και η απώλεια εξαγωγικών πωλήσεων δεν μπορούσαν παρά να είχαν σημαντικές επιπτώσεις στην κοινοτική βιομηχανία παραγωγής (περιορισμένη απώλεια οικονομιών κλίμακας) διότι οι εισαγωγές με ντάμπινγκ τον εμπόδισαν να επωφεληθεί πλήρως από την ανάπτυξη της κοινοτικής αγοράς. Επομένως, συμπεραίνεται ότι οι επιπτώσεις στη μείωση των εξαγωγικών πωλήσεων που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και η υποτιθέμενη υπερπροσφορά, αν εξεταστούν χωριστά, δεν επαρκούν για να διασπάσουν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της επίδρασης των εισαγωγών με ντάμπινγκ και της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων 197 και 198 του προσωρινού κανονισμού.

Ζ. ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

1. Εισαγωγείς/έμποροι

(105) Μετά τη δημοσίευση του προσωρινού κανονισμού, δεν υποβλήθηκαν παρατηρήσεις από τους συνεργαζόμενους εισαγωγείς. Ωστόσο, μία ένωση εισαγωγέων υποστήριξε ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ είναι αντίθετη προς το συμφέρον των εισαγωγέων ουρίας και ότι γι αυτούς προέχει η ύπαρξη ευημερούντος γεωργικού τομέα.

(106) Όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 206 του προσωρινού κανονισμού, θα υπάρχουν συνεχώς ανάγκες για εισαγωγές. Ακόμη και αν οι δασμοί μετακυλίσουν εντελώς, στη χειρότερη περίπτωση, θα υπάρξει αύξηση 0,6 % κατ' ανώτατο όριο του κόστους των αγροτών. Αν και η αύξηση αυτή θα οδηγήσει ενδεχομένως σε ορισμένες αλλαγές στον τρόπο εφοδιασμού των αγροτών σε ουρία, δεν υπάρχουν ενδείξεις που να αμφισβητούν τα συμπεράσματα της αιτιολογικής σκέψης 206 του προσωρινού κανονισμού.

2. Χρήστες

Αγρότες

(107) Μετά τη δημοσίευση του προσωρινού κανονισμού, υποβλήθηκαν παρατηρήσεις από ενώσεις αγροτών στην Αυστρία, στην Ιταλία, στην Ισπανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Κανένα από τα μέρη αυτά δεν αμφισβήτησε το προσωρινό συμπέρασμα ότι οι δασμοί, στη χειρότερη περίπτωση, θα οδηγήσουν σε αύξηση του κόστους των αγροτών της τάξεως του 0,6 %. Ωστόσο, εξέφρασαν την αντίθεσή τους στη επιβολή μέτρων και στο συμπέρασμα ότι οι αυξήσεις των τιμών δεν θα μετακυλίσουν στο σύνολό τους.

(108) Μετά τη διεξαγωγή ελέγχου στις εγκαταστάσεις αγροτικού συνεταιρισμού, επιβεβαιώνεται στο συμπέρασμα σχετικά με τις επιπτώσεις των προτεινόμενων μέτρων στο κόστος. Η θέση ότι οι επιπτώσεις των μέτρων δεν θα μετακυλίσουν στο σύνολό τους βασίζεται στην πείρα που έχει αποκτηθεί από πολλές άλλες διαδικασίες αντιντάμπινγκ. Δεν υπάρχουν ενδείξεις που να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτό δεν θα επαναληφθεί στην παρούσα διαδικασία.

(109) Αν και επιβεβαιώνεται η δυσχερής κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι αγρότες, δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι επιπτώσεις των δασμών θα είναι τέτοιες ώστε να καταστήσουν την επιβολή μέτρων αντίθετη προς το συμφέρον της Κοινότητας.

Βιομηχανικοί χρήστες

(110) Δεν ελήφθησαν γραπτές παρατηρήσεις απευθείας από συνεργαζόμενους βιομηχανικούς χρήστες ουρίας. Η αντίδραση αυτή σημαίνει ότι τα μέτρα πιθανόν να μην έχουν τόσο σημαντικές επιπτώσεις σ' αυτούς τους χρήστες ουρίας.

(111) Ένας βιομηχανικός χρήστης, ο οποίος επίσης πραγματοποιεί εισαγωγές και πωλήσεις ουρίας, υπέβαλε παρατηρήσεις μέσω ένωσης εισαγωγέων. Η εν λόγω εταιρεία δηλώνει ότι η επιβολή μέτρων ενδέχεται να την αναγκάσει να διακόψει τη λειτουργία της μονάδας της με επακόλουθη απώλεια 380 θέσεων εργασίας. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν προήλθε απευθείας από την εταιρεία, και ότι δεν υποστηρίζεται από αποδεικτικά στοιχεία, δεν έγινε αποδεκτός.

3. Συμπέρασμα για το συμφέρον της Κοινότητας

(112) Ελλείψει νέων πληροφοριών σχετικά με το συμφέρον της Κοινότητας, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα της αιτιολογικής σκέψης 219 του προσωρινού κανονισμού.

Η. ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1. Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

(113) Για τα προσωρινά συμπεράσματα, η περικοπή των τιμών υπολογίστηκε με τη σύγκριση της τιμής του εξαγωγέα στο στάδιο παραδοτέο-εκτελωνισμένο στην αποβάθρα στα σύνορα της Κοινότητας, με τις επαληθευμένες τιμές-στόχους εκ του εργοστασίου των κοινοτικών παραγωγών. Η σύγκριση των τιμών έγινε χωριστά για κάθε ποιότητα του προϊόντος, σε βώλους, σε κόκκους, χύδην, και σε σάκους.

(114) Πολλοί παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η προσαρμογή που έγινε για να ληφθεί υπόψη το κόστος εκφόρτωσης στον υπολογισμό της τιμής στο στάδιο παραδοτέο-εκτελωνισμένο στην αποβάθρα ήταν ανεπαρκής. Προβλήθηκε επίσης ο ισχυρισμός ότι θα έπρεπε να συμπεριληφθεί περιθώριο του εισαγωγέα (κυρίως εμπόρου), σύμφωνα με άλλες πρόσφατες περιπτώσεις όσον αφορά λιπάσματα.

(115) Περαιτέρω στοιχεία σχετικά με το πραγματικό κόστος εκφόρτωσης παρείχαν ορισμένες πηγές, συγκεκριμένα, οι παραγωγοί-εξαγωγείς, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και ανεξάρτητοι εισαγωγείς. Με βάση τα στοιχεία αυτά, πραγματοποιήθηκε η κατάλληλη προσαρμογή για να ληφθεί υπόψη το κόστος εκφόρτωσης.

(116) Το θέμα της πραγματοποίησης προσαρμογής για να ληφθεί υπόψη το περιθώριο των εισαγωγέων εξετάστηκε στο πλαίσιο της ιδιαίτερης αυτής έρευνας. Διαπιστώθηκε ότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς πωλούσαν ουρία στην κοινοτική αγορά μέσω ορισμένων δικτύων, καθώς και απευθείας στον τελικό χρήστη. Δεν αποδείχθηκε ότι οι τιμές διέφεραν αναλόγως του χρησιμοποιούμενου δικτύου. Αντ' αυτού, διαπιστώθηκε ότι γενικά, οι τιμές πώλησης δεν εξαρτώνται από το είδος του πελάτη. Επίσης, δεν διαπιστώθηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των δικτύων πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και των δικτύων που χρησιμοποιούσαν οι παραγωγοί-εξαγωγείς. Ως εκ τούτου, η αίτηση προσαρμογής για να ληφθεί υπόψη το περιθώριο του εισαγωγέα απορρίφθηκε.

(117) Ορισμένα μέρη, περιλαμβανομένης της πλειονότητας των παραγωγών-εξαγωγέων, ισχυρίστηκαν ότι ως τιμή των κοινοτικών παραγωγών για τον υπολογισμό της απόκλισης των τιμών έπρεπε να ληφθεί η μέση σταθμισμένη τιμή σε επίπεδο κοινοτικού κλάδου παραγωγής και όχι η τιμή σε επίπεδο μεμονωμένου παραγωγού. Υποστηρίχθηκε ότι η μέθοδος αυτή χρησιμεύει για την τεχνητή διόγκωση του περιθωρίου και δεν λαμβάνει υπόψη τα ενδεχόμενα αρνητικά ποσοστά μεταξύ των τιμών εισαγωγής και των τιμών-στόχων σε επίπεδο κοινοτικού παραγωγού. Επιπλέον, υποστηρίχθηκε ότι η στήριξη των δασμών αντιντάμπινγκ σε μέθοδο υπολογισμού που οδηγεί σε μηδενισμό είναι αντίθετη με πρόσφατη απόφαση του ΠΟΕ(3).

(118) Σημειωτέον ότι ο υπολογισμός της απόκλισης των τιμών αποσκοπεί στην εξέταση της πραγματικής έκτασης της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εξαιτίας των εισαγωγών με ντάμπινγκ. Για να αποκαλύψει την πραγματική εικόνα, οποιαδήποτε σύγκριση τιμών πρέπει να αντικατοπτρίζει την οικονομική πραγματικότητα. Η έρευνα έδειξε ότι ο ανταγωνισμός στην κοινοτική αγορά πραγματοποιείται μεταξύ κάθε παραγωγού-εξαγωγέα χωριστά και κάθε παραγωγού που αποτελεί μέρος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Στο πλαίσιο αυτό σημειώνεται, μεταξύ άλλων, ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές τιμών μεταξύ των κοινοτικών παραγωγών αναλόγως της γεωγραφικής θέσης τους. Επομένως, η έκταση του ζημιογόνου ντάμπινγκ που προκαλείται από παραγωγό-εξαγωγέα στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής πρέπει να αξιολογηθεί με βάση την τρέχουσα κατάσταση της αγοράς και με βάση συγκεκριμένα ελεγμένα στοιχεία για κάθε εταιρεία.

(119) Η σύγκριση των τιμών ανά εταιρεία οδηγεί σε ακριβή εκτίμηση όλων των επιπτώσεων του ζημιογόνου ντάμπινγκ που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, και δεν διογκώνει τεχνητά το επίπεδο εφαρμογής των τιμών απόκλισης από τις τιμές-στόχους στην προκειμένη περίπτωση. Συνεπώς, το αίτημα απορρίπτεται.

(120) Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ισχυρίστηκε ότι ορισμένη ποσότητα ουρίας που εισήχθη στην Κοινότητα ήταν υπό μορφή μεγάλων βόλων, και θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί ως χωριστός τύπος ουρίας. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι, για τον υπολογισμό της εφαρμογής των τιμών απόκλισης από τις τιμές-στόχους, ο τύπος αυτός θα έπρεπε να συγκριθεί με την τιμή των αντίστοιχων βόλων ουρίας κοινοτικής παραγωγής.

(121) Διαπιστώθηκε ότι υπήρχε όντως παραγωγή ουρίας σε βώλους μεγάλης διαμέτρου από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής καθώς και εξαγωγή αυτής στην Κοινότητα από ορισμένες από τις ενδιαφερόμενες χώρες. Ωστόσο, οι βώλοι αυτοί διαφέρουν από τους υπόλοιπους μόνο ως προς τη διάμετρο. Δεν υπάρχουν επίσης στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το κόστος παραγωγής είναι υψηλότερο ή ότι οι βώλοι μεγάλης διαμέτρου πωλούντο με πριμοδότηση κατά την περίοδο έρευνας. Συνεπώς, συμπεραίνεται ότι δεν υπάρχουν λόγοι που να δικαιολογούν την εξέταση των βώλων μεγάλης διαμέτρου ως διαφορετικού προϊόντος.

(122) Ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς επανέλαβαν το αίτημά τους για προσαρμογή ώστε να ληφθεί υπόψη η ποιότητα του προϊόντος τους. Ωστόσο, δεν παρασχέθηκε κανένα σχετικό αποδεικτικό στοιχείο. Ούτε κατά την αντίληψη της αγοράς διαπιστώθηκαν ποιοτικά προβλήματα στην ουρία καταγωγής Ρουμανίας. Επομένως, το αίτημα απορρίπτεται.

(123) Σημειωτέον ότι για τον υπολογισμό των μη ζημιογόνων τιμών στο προσωρινό στάδιο, χρησιμοποιήθηκε περιθώριο κέρδους 8 % επί του κόστους και όχι 8 % επί του κύκλου εργασιών όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 222 του προσωρινού κανονισμού. Ορισμένα συνεργαζόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι το περιθώριο κέρδους θα έπρεπε να περιοριστεί στο 5 %, όπως και σε προηγούμενες διαδικασίες αντιντάμπινγκ σχετικά με τα αζωτούχα λιπάσματα καθώς και στη διαδικασία σχετικά με την ουρία καταγωγής Ρωσίας(4). Από την πλευρά του, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής επανέλαβε τον ισχυρισμό του ότι θα ήταν καταλληλότερο ένα περιθώριο κέρδους 15 % απόδοσης του χρησιμοποιηθέντος κεφαλαίου (ROCE).

(124) Επιβεβαιώνεται ότι ο καθορισμός του περιθωρίου κέρδους στην παρούσα διαδικασία βασίζεται σε εκτίμηση του περιθωρίου κέρδους το οποίο ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα είχε εύλογα επιτύχει υπό κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού, και ελλείψει εισαγωγών με ντάμπινγκ. Επομένως, βασίζεται σε εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών αυτής της υπόθεσης και όχι σε εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών άλλων διαδικασιών σχετικά με άλλα προϊόντα ή/και άλλες περιόδους έρευνας.

(125) Για τους λόγους που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 223 του προσωρινού κανονισμού, απορρίπτεται ο ισχυρισμός κατά τον οποίο η αποδοτικότητα πρέπει να βασιστεί στην απόδοση του χρησιμοποιηθέντος κεφαλαίου.

(126) Με βάση τα ανωτέρω, και ελλείψει στοιχείων ότι ο καθορισμός περιθωρίου κέρδους 8 % είναι αβάσιμος, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων 221 έως 227 του προσωρινού κανονισμού.

(127) Τέλος, για τους υπολογισμούς ελήφθησαν υπόψη, όπου κρίθηκε σκόπιμο, οι πληροφορίες που ελήφθησαν και τα στοιχεία που επαληθεύτηκαν μετά τη δημοσίευση του προσωρινού κανονισμού, καθώς και τα επαληθευμένα στοιχεία που παρείχαν δύο ακόμη κοινοτικοί παραγωγοί.

2. Μορφή και επίπεδο των δασμών

(128) Υπό το πρίσμα των ανωτέρω και σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, θεωρείται ότι πρέπει να επιβληθούν οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ, στο επίπεδο των περιθωρίων ζημίας ή των περιθωρίων ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν, στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Λευκορωσίας, Βουλγαρίας, Κροατίας, Εσθονίας, Λιβύης, Λιθουανίας, Ρουμανίας και Ουκρανίας, ανάλογα με το πιο είναι χαμηλότερο.

(129) Όσον αφορά τον υπολειπόμενο δασμό που θα εφαρμοστεί στους μη συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς, ο υπολειπόμενος δασμός ορίστηκε με βάση τον υψηλότερο δασμό που καθορίστηκε για τους συνεργαζόμενους εξαγωγείς σε κάθε χώρα.

(130) Ένας παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι, για να υπάρξει συμφωνία με προηγούμενη διαδικασία, οι δασμοί πρέπει να λάβουν τη μορφή ελάχιστης τιμής εισαγωγής, όπως και στην περίπτωση της ουρίας καταγωγής Ρωσίας.

(131) Ωστόσο, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 231 του προσωρινού κανονισμού, για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των μέτρων και να αποθαρρυνθεί ο αθέμιτος χειρισμός των τιμών που είχε παρατηρηθεί σε ορισμένες προηγούμενες διαδικασίες που αφορούσαν την ίδια γενική κατηγορία προϊόντων, δηλαδή τα λιπάσματα, προτείνεται οι οριστικοί δασμοί να λάβουν τη μορφή συγκεκριμένου ποσού ανά τόνο. Επομένως, το αίτημα απορρίπτεται.

(132) Με βάση τα ανωτέρω, τα ποσά του οριστικού δασμού είναι τα ακόλουθα:

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(133) Οι ατομικοί συντελεστές δασμού αντιντάμπινγκ για τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, καθορίστηκαν με βάση τα συμπεράσματα της παρούσας έρευνας. Επομένως, αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που επικρατούσε κατά την έρευνα όσον αφορά αυτές τις εταιρείες. Αυτοί οι συντελεστές δασμού (σε αντίθεση με το δασμό σε επίπεδο χώρας που εφαρμόζεται σε "όλες τις άλλες εταιρείες") εφαρμόζονται επομένως αποκλειστικά στις εισαγωγές του προϊόντος καταγωγής των εν λόγω χωρών και που παράγονται από τις εταιρείες και επομένως από τις ειδικές νομικές οντότητες που αναφέρονται. Το εισαγόμενο προϊόν που παράγεται από όλες τις άλλες εταιρείες, οι οποίες δεν αναφέρονται ειδικά στον παρόντα κανονισμό με την επωνυμία και τη διεύθυνσή τους, συμπεριλαμβανομένων οντοτήτων που συνδέονται με τις ειδικά αναφερόμενες εταιρείες, δεν μπορεί να υποβληθεί σ' αυτούς τους συντελεστές και υπόκειται στον δασμό που εφαρμόζεται σε "όλες τις άλλες εταιρείες".

(134) Κάθε αίτηση για την εφαρμογή των εν λόγω ατομικών εταιρικών δασμών αντιντάμπινγκ (π.χ. λόγω αλλαγής της επωνυμίας της οντότητας ή της δημιουργίας νέας οντότητας παραγωγής ή πωλήσεων) υποβάλλεται αμέσως στην Επιτροπή(5) μαζί με όλα τα σχετικά στοιχεία, και ιδίως κάθε μεταβολή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που αφορά την παραγωγή, τις εγχώριες και τις εξαγωγικές πωλήσεις, η οποία προκύπτει για παράδειγμα από αυτήν την αλλαγή της επωνυμίας ή την αλλαγή των εν λόγω οντοτήτων παραγωγής και πωλήσεων. Η Επιτροπή, εάν το κρίνει σκόπιμο, μετά από διαβουλεύσεις με τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τροποποιεί τον κανονισμό ανάλογα, με ενημέρωση του καταλόγου των εταιρειών που επωφελούνται από μεμονωμένο δασμό.

3. Είσπραξη προσωρινών δασμών

(135) Δεδομένου του μεγέθους των διαπιστωθέντων περιθωρίων ντάμπινγκ και λαμβανομένου υπόψη του επιπέδου ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, θεωρείται απαραίτητο τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ, που επιβλήθηκε με τον προσωρινό κανονισμό, να εισπραχθούν οριστικά στο ποσοστό του οριστικά επιβληθέντος δασμού. Όταν οι οριστικοί δασμοί είναι υψηλότεροι από τους προσωρινούς, εισπράττονται οριστικά μόνο τα ποσά που έχουν καταβληθεί ως εγγύηση στο επίπεδο των προσωρινών δασμών.

4. Αναλήψεις υποχρεώσεων

(136) Μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, οι παραγωγοί-εξαγωγείς στη Λευκορωσία, στην Κροατία, στη Λιβύη, στη Ρουμανία και στην Ουκρανία πρότειναν αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Οι παραγωγοί-εξαγωγείς στην Εσθονία και στη Λιθουανία ανανέωσαν τις προτάσεις τους για αναλήψεις υποχρεώσεων που είχαν υποβάλει στο προσωρινό στάδιο, αλλά οι οποίες είχαν απορριφθεί για τους λόγους που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 236 και 237 του προσωρινού κανονισμού.

(137) Υπενθυμίζεται ότι η Επιτροπή είχε ήδη αποδεχθεί ανάληψη υποχρέωσης εκ μέρους του βούλγαρου παραγωγού-εξαγωγέα στο προσωρινό στάδιο της παρούσας διαδικασίας (βλέπε αιτιολογική σκέψη 236 του προσωρινού κανονισμού). Όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 128, ο συνυπολογισμός νέων στοιχείων στον υπολογισμό του οριστικού περιθωρίου ζημίας επηρέασε το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας που διαπιστώθηκε. Ως εκ τούτου, η ελάχιστη τιμή της ανάληψης υποχρέωσης προσαρμόστηκε ανάλογα.

(138) Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, ο καταγγέλλων κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντιτάχθηκε στην απόφαση της Επιτροπής να αποδεχθεί ανάληψη υποχρέωσης από το βούλγαρο παραγωγό-εξαγωγέα. Στο πλαίσιο αυτό, υποστηρίχθηκε ότι η ενδιαφερόμενη εταιρεία ήταν συνδεδεμένη -ή είχε στενούς τεχνικούς και βιομηχανικούς δεσμούς- με άλλους εξαγωγείς και/ή παραγωγούς αζωτούχων λιπασμάτων περιλαμβανομένης της ουρίας, εγκατεστημένους στη Βουλγαρία, στη Λευκορωσία και στην Ουκρανία και, ως εκ τούτου, το ενδεχόμενο σύναψης από την εν λόγω εταιρεία συμψηφιστικών διακανονισμών ήταν πολύ ισχυρό. Επιπλέον, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εξέφρασε ανησυχίες ως προς την ικανότητα του εν λόγω παραγωγού-εξαγωγέα να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του στο πλαίσιο ανάληψης υποχρέωσης.

(139) Γενικότερα, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ισχυρίστηκε ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων και, επομένως, οι ελάχιστες τιμές, δεν συνιστούν κατάλληλο μέτρο στην περίπτωση των αζωτούχων λιπασμάτων περιλαμβανομένης της ουρίας.

(140) Σημειωτέον ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν υποστήριξε με επαρκή στοιχεία τους ισχυρισμούς σχετικά με τον παραγωγό-εξαγωγέα της Βουλγαρίας. Επιπλέον, η έρευνα της Επιτροπής δεν επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς αυτούς και ως εκ τούτου, έπρεπε να απορριφθούν. Όσον αφορά την καταλληλότητα της ανάληψης υποχρέωσης, πρέπει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να βασίζεται απλά στη γενική κατάσταση της αγοράς αλλά πρέπει να διερευνά την ιδιαίτερη κατάσταση της εταιρείας. Κατ' αυτόν τον τρόπο, διαπιστώθηκε ότι η ενδιαφερόμενη εταιρεία παράγει και εξάγει μόνον ουρία και ότι, στην προκειμένη περίπτωση, είναι δυνατή η αποτελεσματική παρακολούθηση της ανάληψης υποχρέωσης.

(141) Σε κάθε περίπτωση, όταν υπάρχουν υπόνοιες περί παραβίασης ή σε περίπτωση παραβίασης ή ανάκλησης της ανάληψης υποχρέωσης, μπορεί να επιβληθεί δασμός αντιντάμπινγκ, δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφοι 9 και 10 του βασικού κανονισμού.

(142) Οι λοιπές προσφορές για ανάληψη υποχρεώσεων που ελήφθησαν εξετάστηκαν αναλυτικά. Δύο είναι τα βασικά εμπόδια για το παραδεκτό των προσφορών αυτών όπως προέκυψαν από την εξέταση:

(143) Οι ενδιαφερόμενοι εξαγωγείς παραγωγοί στη Λιθουανία, Ρουμανία, Κροατία, Ουκρανία και Λιβύη είναι παραγωγοί διαφόρων τύπων λιπασμάτων ή/και άλλων χημικών προϊόντων και συστηματικά στο παρελθόν εξήγαγαν αυτά τα προϊόντα σε κοινούς πελάτες (κυρίως εμπόρους) στην Κοινότητα. Αυτή η πρακτική δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο διασταυρούμενης αντιστάθμισης δηλαδή ότι επισήμως οι τιμές ανάληψης υποχρέωσης θα γίνονταν σεβαστές αλλά οι τιμές για τα μη εξεταζόμενα προϊόντα θα μειώνονταν. Αυτό θα οδηγούσε σε εύκολη καταστρατήγηση της δέσμευσης για το σεβασμό μιας ελάχιστης τιμής για την ουρία και σε εξαιρετικά δύσκολη και ουσιαστική παρακολούθηση της ίδιας δέσμευσης.

(144) Επίσης, ορισμένοι παραγωγοί (π.χ. Εσθονία, Ουκρανία, Λευκορωσία) ισχυρίσθηκαν ότι δεν είχαν έλεγχο ή γνώση του προορισμού καθώς και των συνθηκών πώλησης των εξαγωγών ουρίας, ενώ από τις επίσημες στατιστικές ήταν προφανές ότι μεγάλες ποσότητες του προϊόντος αυτού είχαν εξαχθεί στη Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας. Υπενθυμίζεται ότι καθώς οι εταιρείες αυτές δεν υπέβαλαν επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τις εξαγωγές τους, η Επιτροπή δεν είχε άλλη επιλογή από το να χρησιμοποιήσει τα διαθέσιμα πραγματικά στοιχεία για να προσδιορίσει τις τιμές εξαγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού. Επί πλέον ορισμένοι εξαγωγείς (Λιβύη, Εσθονία) παρείχαν συνολικά ένα ελλιπές επίπεδο συνεργασίας κατά τη διάρκεια της έρευνας. Θεωρήθηκε ότι αυτά τα γεγονότα καθιστούν ιδιαίτερα υψηλό τον κίνδυνο για την αποδοχή ανάληψης υποχρεώσεων και ότι δεν παρέχουν ικανοποιητικές εγγυήσεις για τη κατάλληλη παρακολούθηση τέτοιων υποχρεώσεων.

(145) Για τους παραπάνω λόγους κατέληξε ότι καμία ανάληψη υποχρέωσης που προσφέρθηκε μετά από την αποκάλυψη των οριστικών ευρημάτων της έρευνας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

(146) Τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά και κατά την αποκάλυψη των οριστικών ευρημάτων της έρευνας παρουσιάστηκαν οι λόγοι για τους οποίους οι αναλήψεις υποχρεώσεων δεν έγιναν δεκτές. Έγινε διαβούλευση με τη Συμβουλευτική Επιτροπή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας, είτε σε υδάτινο διάλυμα ή όχι, που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 3102 10 10 και 3102 10 90, καταγωγής Λευκορωσίας, Βουλγαρίας, Κροατίας, Εσθονίας, Λιβύης, Λιθουανίας, Ρουμανίας και Ουκρανίας.

2. Ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή "ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας", πριν από τον δασμό, του προϊόντος που περιγράφεται στην παράγραφο 1, έχει ως εξής:

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

3. Σε περίπτωση ζημίας των εμπορευμάτων πριν από τη θέση τους σε ελεύθερη κυκλοφορία και, επομένως, όταν η καταβληθείσα ή καταβλητέα τιμή υπολογίζεται κατ' αναλογία για τον προσδιορισμό της δασμολογητέας αξίας σύμφωνα με το άρθρο 145 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής, της 22ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα(6), το ποσό του δασμού αντιντάμπινγκ, υπολογιζόμενο με βάση την ανωτέρω παράγραφο 2, μειώνεται κατά ένα ποσοστό που αντιστοιχεί στην αναλογική κατανομή της πράγματι καταβληθείσας ή καταβλητέας τιμής.

4. Εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους δασμούς, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά.

Άρθρο 2

1. Οι δασμοί αντιντάμπινγκ που επιβάλλονται με το άρθρο 1 δεν εφαρμόζονται στις εισαγωγές όταν τα προϊόντα παράγονται και εξάγονται άμεσα (τιμολόγηση και αποστολή) στον πρώτο ανεξάρτητο πελάτη στην Κοινότητα που ενεργεί ως εισαγωγέας, από την εταιρεία που παρατίθεται στη συνέχεια η οποία έχει προτείνει αναλήψεις υποχρεώσεων που έχουν γίνει αποδεκτές από την Επιτροπή, όταν οι εν λόγω εισαγωγές πληρούν τους όρους της παραγράφου 2.

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

2. α) Όταν υποβάλλεται διασάφηση για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία δυνάμει ανάληψης υποχρέωσης, η απαλλαγή από το δασμό εξαρτάται από την υποβολή στις αντίστοιχες τελωνειακές υπηρεσίες των κρατών μελών έγκυρου εμπορικού τιμολογίου που εκδίδεται από μία από τις εταιρείες που απαριθμούνται στην παράγραφο 1.

β) Το τιμολόγιο της ανάληψης υποχρέωσης πρέπει να είναι σύμφωνο με τις προδιαγραφές για τέτοια τιμολόγια που καθορίζονται στην ανάληψη υποχρέωσης την οποία αποδέχτηκε η Επιτροπή, τα βασικά στοιχεία της οποίας απαριθμούνται στο παράρτημα.

γ) Η απαλλαγή από το δασμό υπόκειται επίσης στη διασάφηση και προσκόμιση στα τελωνεία προϊόντων που αντιστοιχούν επακριβώς στην περιγραφή του εμπορικού τιμολογίου.

3. Οι εισαγωγές που συνοδεύονται από τιμολόγιο ανάληψης υποχρέωσης δηλώνονται με τον πρόσθετο κωδικό Taric που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 3

Τα ποσά που έχουν καταβληθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1497/2001 εισπράττονται οριστικά στο επίπεδο των οριστικώς επιβληθέντων δασμών στις εισαγωγές ουρίας, είτε σε υδάτινο διάλυμα ή όχι, που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 3102 10 10 και 3102 10 90, καταγωγής Λευκορωσίας, Βουλγαρίας, Κροατίας, Εσθονίας, Λιβύης, Λιθουανίας, Ρουμανίας και Ουκρανίας, όπως προβλέπεται στον προσωρινό κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1497/2001.

Τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση πέραν του οριστικού ύψους του δασμού αντιντάμπινγκ αποδεσμεύονται.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 17 Ιανουαρίου 2002.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. Piqué I Camps

(1) ΕΕ L 56 της 6. 3. 1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2238/2000, ΕΕ L 257 της 11.10.2000, σ. 2.

(2) ΕΕ L 197 της 21.7.2001, σ. 4.

(3) Ευρωπαϊκές Κοινότητες - Δασμοί αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βαμβακερών πανικών κρεβατιού καταγωγής Ινδίας -ΑΒ-2000-13- Έκθεση Δευτεροβάθμιου Δικαιοδοτικού Οργάνου 1.3.2001.

(4) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 901/2001 του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 2001, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρωσίας (ΕΕ L 127 της 9.5.2001, σ. 11).

(5) Commission of the European Communities Γενική Διεύθυνση Εμπορίου

TERV 00/13

Rue de la Loi/Wetstraat 200 B - 1049 Βρυξέλλες.

(6) ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 993/2001 (ΕΕ L 141 της 28.5.2001, σ. 1).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τα ακόλουθα στοιχεία αναφέρονται στο εμπορικό τιμολόγιο που συνοδεύει τις πωλήσεις ουρίας της εταιρείας στην Κοινότητα, η οποία αποτελεί αντικείμενο ανάληψης υποχρέωσης:

1. Ο τίτλος "ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΠΟΥ ΣΥΝΟΔΕΥΕΙ ΤΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ".

2. Η επωνυμία της εταιρείας που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 η οποία εκδίδει το εμπορικό τιμολόγιο.

3. Ο αριθμός του εμπορικού τιμολογίου.

4. Η ημερομηνία έκδοσης του εμπορικού τιμολογίου.

5. Ο πρόσθετος κωδικός Taric βάσει του οποίου γίνεται ο εκτελωνισμός των εμπορευμάτων που αναγράφονται στο τιμολόγιο, στα σύνορα της Κοινότητας.

6. Η ακριβής περιγραφή των εμπορευμάτων, στην οποία περιλαμβάνονται τα εξής:

- ο κωδικός αναφοράς του προϊόντος (PCN),

- η περιγραφή των εμπορευμάτων όπως αντιστοιχούν στον PCN (π.χ., "PCN 1 ουρία χύδην", "PCN 2 ουρία σε σάκους"),

- ο εταιρικός κωδικός προϊόντος (CPC) (εάν ισχύει),

- ο κωδικός ΣΟ,

- η ποσότητα (σε τόνους).

7. Η περιγραφή των όρων πώλησης, στην οποία περιλαμβάνονται τα εξής:

- τιμή ανά τόνο,

- οι όροι πληρωμής,

- οι όροι παράδοσης,

- οι συνολικές εκπτώσεις και μειώσεις.

8. Η επωνυμία της εταιρείας που ενεργεί ως εισαγωγέας για την οποία εκδίδεται το τιμολόγιο απευθείας από την εταιρεία.

9. Το ονοματεπώνυμο του υπαλλήλου της εταιρείας που εξέδωσε το τιμολόγιο που αντιστοιχεί στην ανάληψη υποχρέωσης και η ακόλουθη δήλωση υπογεγραμμένη: "Ο υπογεγραμμένος, πιστοποιώ ότι η πώληση για άμεση εξαγωγή από ... (εταιρεία) στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα των εμπορευμάτων που καλύπτονται από το παρόν τιμολόγιο, πραγματοποιείται στο πλαίσιο και με τους όρους της ανάληψης υποχρέωσης που προτάθηκε από ... (εταιρεία), και έγινε αποδεκτή από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1497/2001. Δηλώνω ότι τα στοιχεία που αναγράφονται στο παρόν τιμολόγιο είναι πλήρη και ακριβή."

Top