Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32001E0443

    Κοινή θέση του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2001, για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο

    ΕΕ L 155 της 12.6.2001, p. 19–20 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 15/06/2003; καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από 32003E0444

    ELI: http://data.europa.eu/eli/compos/2001/443/oj

    32001E0443

    Κοινή θέση του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2001, για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 155 της 12/06/2001 σ. 0019 - 0020


    Κοινή θέση του Συμβουλίου

    της 11ης Ιουνίου 2001

    για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο

    (2001/443/ΚΕΠΠΑ)

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 15,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Η εδραίωση του κράτους δικαίου και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς και η διατήρηση της ειρήνης και η ενίσχυση της διεθνούς ασφάλειας, σύμφωνα με τον χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και όπως ορίζεται στο άρθρο 11 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν θεμελιώδη σημασία και αποτελούν προτεραιότητα για την Ένωση.

    (2) Το καταστατικό του διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, που θεσπίστηκε από τη διάσκεψη πληρεξουσίων της Ρώμης, έχει υπογραφεί από 139 κράτη και το έχουν επικυρώσει ή προσχωρήσει σ' αυτό 32 κράτη, και θα αρχίσει να ισχύει μετά την κατάθεση του εξηκοστού εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης.

    (3) Οι αρχές του καταστατικού του διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου της Ρώμης, καθώς και οι αρχές που διέπουν τη λειτουργία του, ευθυγραμμίζονται πλήρως με τις αρχές και τους στόχους της Ένωσης.

    (4) Τα σοβαρά εγκλήματα που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου ανησυχούν όλα τα κράτη μέλη, τα οποία είναι αποφασισμένα να συνεργασθούν για την πρόληψη των εγκλημάτων αυτών, και για να τερματιστεί η ατιμωρησία των δραστών τους.

    (5) Η Ένωση είναι πεπεισμένη ότι η συμμόρφωση με τους κανόνες του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι αναγκαία για τη διατήρηση της ειρήνης και την εδραίωση του κράτους δικαίου.

    (6) Κατόπιν τούτου, είναι επιθυμητό να τεθεί σε ισχύ το καταστατικό, σε σύντομο χρονικό διάστημα, και η Ένωση έχει δεσμευτεί να καταβάλλει κάθε προσπάθεια προκειμένου να συγκεντρωθεί ο απαιτούμενος αριθμός εγγράφων επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, καθώς και να συμβάλλει στην πλήρη εφαρμογή του καταστατικού της Ρώμης.

    (7) Στις 19 Νοεμβρίου 1998, στις 6 Μαΐου 1999 και στις 18 Ιανουαρίου 2001, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε ψηφίσματα σχετικά με την επικύρωση της συνθήκης της Ρώμης για την ίδρυση μόνιμου διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου και, στις 8 Μαΐου 2001, η Επιτροπή υπέβαλε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο την ανακοίνωσή της σχετικά με το ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του εκδημοκρατισμού σε τρίτες χώρες.

    (8) Με την τελική πράξη της διάσκεψης της Ρώμης, συστήθηκε προπαρασκευαστική επιτροπή η οποία εξουσιοδοτήθηκε να εκπονήσει προτάσεις προς θέσπιση από τη συνέλευση των κρατών μερών, συμπεριλαμβανομένων των πράξεων που απαιτούνται για την πρακτική λειτουργία του Δικαστηρίου.

    (9) Η συμφωνία που επιτεύχθηκε σχετικά με το καταστατικό της Ρώμης αντιπροσωπεύει μια λεπτή ισορροπία μεταξύ διαφορετικών νομικών συστημάτων και συμφερόντων και η επιτυχής τελική διατύπωση του πρώτου σχεδίου πράξεων σχετικά με τα στοιχεία του εγκλήματος και τους δικονομικούς και αποδεικτικούς κανόνες, η οποία ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου 2000 από την προπαρασκευαστική επιτροπή, επιτεύχθηκε με πλήρη τήρηση της ακεραιότητας του καταστατικού, σχετικά με το οποίο έχουν δεσμευτεί όλα τα κράτη μέλη.

    (10) Η Ένωση αναγνωρίζει ότι οι αρχές και οι κανόνες του διεθνούς ποινικού δικαίου που ενσωματώθηκαν στο καταστατικό της Ρώμης, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε άλλες διεθνείς νομικές πράξεις.

    (11) Η Ένωση είναι πεπεισμένη ότι, για την πλήρη αποτελεσματικότητα του διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, απαιτείται η καθολική προσχώρηση στο καταστατικό της Ρώμης, και, για το σκοπό αυτό, πιστεύει ότι πρέπει να ενθαρρυνθούν οι πρωτοβουλίες που ενισχύουν την αποδοχή του καταστατικού, εφόσον βεβαίως είναι σύμφωνες με το γράμμα και το πνεύμα του.

    (12) Η αποτελεσματική σύσταση του Δικαστηρίου και η εφαρμογή του καταστατικού απαιτεί πρακτικά μέτρα που θα πρέπει να υποστηριχθούν πλήρως από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της,

    ΥΙΟΘΕΤΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ:

    Άρθρο 1

    1. Η ίδρυση του διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, με σκοπό την πρόληψη και την καταστολή της διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του, αποτελεί ουσιαστικό μέτρο για την προώθηση του σεβασμού του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμβάλλοντας, με τον τρόπο αυτό, στην ελευθερία, την ασφάλεια, τη δικαιοσύνη και το κράτος δικαίου, καθώς και στη διατήρηση της ειρήνης και την ενίσχυση της διεθνούς ασφάλειας, σύμφωνα με τους στόχους και τις αρχές του χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.

    2. Στόχος της παρούσας κοινής θέσης είναι να επιδιωχθεί και να υποστηριχθεί η έναρξη ισχύος του καταστατικού της Ρώμης και η σύσταση του Δικαστηρίου, σε σύντομο χρονικό διάστημα.

    Άρθρο 2

    1. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της, προκειμένου να συμβάλλουν στο στόχο της έναρξης ισχύος του καταστατικού, σε σύντομο χρονικό διάστημα, πρέπει να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να προωθήσουν τη διαδικασία αυτή, θέτοντας το ζήτημα της ευρύτερης δυνατής επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης στο καταστατικό της Ρώμης και της εφαρμογής του καταστατικού, στις διαπραγματεύσεις ή στον πολιτικό διάλογο με τρίτα κράτη, ομάδες κρατών ή με τους οικείους περιφερειακούς οργανισμούς, κατά περίπτωση.

    2. Η Ένωση και τα κράτη μέλη της πρέπει να συμβάλλουν στην έναρξη ισχύος και την εφαρμογή του καταστατικού, σε σύντομο χρονικό διάστημα, και με άλλους τρόπους, όπως με την ανάληψη πρωτοβουλιών για την προώθηση της διάδοσης των αξιών, των αρχών και των διατάξεων του καταστατικού της Ρώμης και των συναφών πράξεων.

    3. Τα κράτη μέλη πρέπει να μοιράζονται, με όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη, τις εμπειρίες τους όσον αφορά τα θέματα που σχετίζονται με την εφαρμογή του καταστατικού και, κατά περίπτωση, να παρέχουν άλλες μορφές υποστήριξης προς τον στόχο αυτό.

    Άρθρο 3

    Η Ένωση και τα κράτη μέλη της πρέπει να υποστηρίξουν και με πρακτικούς τρόπους, την ίδρυση και την καλή λειτουργία του Δικαστηρίου, σε σύντομο χρονικό διάστημα. Πρέπει να υποστηρίξουν τη δημιουργία κατάλληλου μηχανισμού σχεδιασμού, σε σύντομο χρονικό διάστημα, προκειμένου να προετοιμαστεί η αποτελεσματική σύσταση του Δικαστηρίου.

    Άρθρο 4

    Το Συμβούλιο πρέπει να συντονίζει, κατά περίπτωση, τα μέτρα που λαμβάνουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη για την εφαρμογή των άρθρων 2 και 3.

    Άρθρο 5

    Το Συμβούλιο σημειώνει ότι η Επιτροπή προτίθεται να κατευθύνει τη δράση της στην επίτευξη των στόχων και προτεραιοτήτων της παρούσας κοινής θέσης, οσάκις ενδείκνυται με τα κατάλληλα κοινοτικά μέτρα.

    Άρθρο 6

    Κατά τις διαπραγματεύσεις των πράξεων και τη διεξαγωγή των εργασιών που προβλέπονται στο ψήφισμα ΣΤ της τελικής πράξης της διπλωματικής διάσκεψης των πληρεξουσίων της Ρώμης, τα κράτη μέλη πρέπει να συμβάλλουν στην οριστική διατύπωση αυτών των πράξεων, σε σύντομο χρονικό διάστημα, και να υποστηρίξουν λύσεις συνεπείς με το γράμμα και το πνεύμα του καταστατικού της Ρώμης, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστεί η ευρύτερη δυνατή συμμετοχή σ' αυτό.

    Άρθρο 7

    Το Συμβούλιο επανεξετάζει την παρούσα κοινή θέση, κάθε έξι μήνες.

    Άρθρο 8

    Η παρούσα κοινή θέση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία που υιοθετείται.

    Άρθρο 9

    Η παρούσα κοινή θέση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα.

    Λουξεμβούργο, 11 Ιουνίου 2001.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    A. Lindh

    Top