This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 31999D0184
1999/184/ECSC: Commission Decision of 29 July 1998 on aid granted by Germany to the companies Sophia Jacoba GmbH and Preussag Anthrazit GmbH for 1996 and 1997 (notified under document number C(1998) 2476) (Only the German text is authentic)
1999/184/ΕΚΑΧ: Απόφαση της Επιτροπής της 29ης Ιουλίου 1998 σχετικά με ενισχύσεις που χορήγησε η Γερμανία στις επιχειρήσεις Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH για τα έτη 1996 και 1997 [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 2476] (Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)
1999/184/ΕΚΑΧ: Απόφαση της Επιτροπής της 29ης Ιουλίου 1998 σχετικά με ενισχύσεις που χορήγησε η Γερμανία στις επιχειρήσεις Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH για τα έτη 1996 και 1997 [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 2476] (Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)
ΕΕ L 60 της 9.3.1999, p. 74–82
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
In force
1999/184/ΕΚΑΧ: Απόφαση της Επιτροπής της 29ης Ιουλίου 1998 σχετικά με ενισχύσεις που χορήγησε η Γερμανία στις επιχειρήσεις Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH για τα έτη 1996 και 1997 [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 2476] (Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 060 της 09/03/1999 σ. 0074 - 0082
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 29ης Ιουλίου 1998 σχετικά με ενισχύσεις που χορήγησε η Γερμανία στις επιχειρήσεις Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH για τα έτη 1996 και 1997 [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 2476] (Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (1999/184/ΕΚΑΧ) Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, και ιδίως το άρθρο 88, την απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ της Επιτροπής, της 28ης Δεκεμβρίου 1993, σχετικά με το κοινοτικό καθεστώς παρεμβάσεων των κρατών μελών υπέρ της βιομηχανίας άνθρακα (1), Εκτιμώντας τα ακόλουθα: I Στις 23 Οκτωβρίου και στις 5 Νοεμβρίου 1996, η βρετανική επιχείρηση Celtic Energy κατέθεσε δύο επίσημες καταγγελίες στην Επιτροπή μέσω της Μόνιμης Αντιπροσωπείας του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι καταγγελίες αυτές αφορούν τις γερμανικές εταιρείες εξόρυξης άνθρακα Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH. Με επιστολές της 5ης Οκτωβρίου 1995 και 30ής Σεπτεμβρίου 1996, η Γερμανία γνωστοποίησε τα χρηματοδοτικά μέτρα που είχε πρόθεση να λάβει για τα έτη 1996 και 1997, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ. Κατόπιν των ανωτέρω καταγγελιών και των διερευνήσεων που διεξήγαγε, η Επιτροπή απέστειλε στη γερμανική κυβέρνηση, στις 2 Αυγούστου 1997, προειδοποιητική επιστολή στην οποία της γνωστοποίησε επίσημα το περιεχόμενο των εν λόγω καταγγελιών και ζήτησε πληροφορίες για τις ενέργειες των εταιρειών και των γερμανικών αρχών. Στην προειδοποιητική επιστολή της, η Επιτροπή εξέθεσε τις αρχές του δικαίου που πιθανώς παραβίασαν η γερμανική κυβέρνηση, καθώς και οι εταιρείες Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH. Η Γερμανία απήντησε στην προειδοποιητική επιστολή της Επιτροπής με επιστολή από 6 Οκτωβρίου 1997. Η Επιτροπή, μέσω ανακοινώσεως που δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2), ζήτησε από τα άλλα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη να διατυπώσουν την αποψή τους. Στο πλαίσιο αυτό διατύπωσαν σχόλια το Ηνωμένο Βασίλειο (επιστολή της 23ης Σεπτεμβρίου 1997), καθώς και ορισμένες ανταγωνίστριες εταιρείες και οι γερμανοί ανθρακοπαραγωγοί, τα οποία διαβιβάστηκαν δεόντως στη γερμανική κυβέρνηση. Στις 13 Μαρτίου, 15 Μαΐου και 12 Ιουνίου 1998, αντίστοιχα, οι επιχειρήσεις Consolidated Coal Plc, Evans & Reid Coal Co. Ltd και Betws Anthracite Ltd κατέθεσαν επίσης καταγγελίες για την πώληση γερμανικού ανθρακίτη μεγέθους καρυδιού στην κοινοτική αγορά, και ειδικότερα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Από την πλευρά της, η εταιρεία Preussag Anthrazit GmbH απέστειλε στην Επιτροπή, μέσω δικηγορικού γραφείου, την επιχειρηματολογία της επί της προειδοποιητικής επιστολής. Επειδή οι ανωτέρω καταγγελίες και το έγγραφο με την επιχειρηματολογία διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή μετά την προθεσμία που είχε ταχθεί στην προειδοποιητική επιστολή, η δε Επιτροπή δεν χορήγησε στη Γερμανία περαιτέρω ακρόαση, τα ανωτέρω δεν ελήφθησαν υπόψη για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης. Οι επίμαχες καταγγελίες αφορούν την πώληση, κατά τα έτη 1996 και 1997, από τις επιχειρήσεις Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH, διαμετρημένου σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη που έχει επιδοτηθεί από την Κοινότητα. Οι εξαιρετικά συμφέρουσες τιμές, σε σύγκριση προς το κόστος παραγωγής, που προσφέρουν οι εν λόγω εταιρείες στην κοινοτική αγορά και κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο θεωρείται ότι κατέστησαν δυνατές μόνο με τη χρήση κρατικών ενισχύσεων που κατέβαλε η γερμανική κυβέρνηση με βάση την απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ. Οι ενισχύσεις αυτές, οι οποίες, σύμφωνα με την καταγγελία, καλύπτουν ουσιώδες τμήμα του κόστους παραγωγής των προαναφερθεισών επιχειρήσεων θεωρείται ότι χρησιμοποιήθηκαν για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονταν στην άδεια. Σύμφωνα με τον μηνυτή, αυτού του είδους οι πρακτικές οδηγούν σε στρέβλωση του ανταγωνισμού στην κοινοτική αγορά ανθρακίτη. Επιπλέον, το ίδιο προϊόν πωλείται σε άλλα κράτη μέλη από τις οικείες εταιρείες σε τιμές ανώτερες απ' ό,τι στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αφού εξέτασε την απάντηση της Γερμανίας στην προειδοποιητική επιστολή και τα σχόλια που διατύπωσαν τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη, η Επιτροπή ήταν της γνώμης ότι η απάντηση αυτή, για λόγους που επεξηγούνται περαιτέρω στην παρούσα απόφαση, δεν αρκούσε για να μην δώσει συνέχεια στην καταγγελία. Στο μεταξύ, πραγματοποιήθηκε πλήθος συσκέψεων και επαφών μεταξύ της Επιτροπής και εκπροσώπων των οικείων επιχειρήσεων και κρατών μελών προκειμένου να εκτιμηθεί βαθύτερα το σύνολο του προβλήματος. Η Επιτροπή έστειλε επίσης τους εκπροσώπους της στο Ηνωμένο Βασίλειο, 26 και 30 Ιανουαρίου 1998 και στη Γερμανία 10 και 11 Φεβρουαρίου 1998, για να συναντήσουν τους σημαντικότερους εκπροσώπους της αγοράς ανθρακίτη στη Γερμανία, στην Ουαλία, στην Αγγλία και στη Βόρεια Ιρλανδία. Οι συσκέψεις αυτές αποσκοπούσαν, αφενός, στο να επιβεβαιώσουν τα γεγονότα και ιδιαίτερα να εκτιμηθεί η κατάσταση στις πλέον θιγόμενες γεωγραφικώς διαχωρισμένες αγορές, όπως και ο τρόπος κατά τον οποίο χρησιμοποιούνται οι ενισχύσεις και, αφετέρου, να αναλυθούν οι αντίστοιχες πολιτικές τιμών και τα νομικά επιχειρήματα ώστε να προσδιοριστεί κατά πόσον οι γερμανικές ενισχύσεις συμβιβάζονται με την κοινή αγορά. ΙΙ Η κοινοτική αγορά ανθρακίτη αντανακλά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο κοινοτικός κλάδος άνθρακα: υποχώρηση της ζήτησης, ιδίως στην αγορά καυσίμων για νοικοκυριά, αυξημένος ανταγωνισμός από εισαγωγές προερχόμενες από τρίτες χώρες και υψηλότερο κόστος παραγωγής σε ορισμένους τομείς, με μεγάλες διακυμάνσεις κόστους μεταξύ των μεμονωμένων τομέων παραγωγής. Με βάση τις πληροφορίες που έδωσαν η Γερμανία και η Μεγάλη Βρετανία, το μέσο κόστος παραγωγής του μεγαλύτερου γερμανού παραγωγού ανθρακίτη, της εταιρείας Preussag Anthrazit GmbH, ανέρχεται σε 300 γερμανικά μάρκα ανά τόνο, δηλαδή 152 Ecu, σε σύγκριση με μέσο κόστος γύρω στις 30 λίρες στερλίνες δηλαδή 43 Ecu, για τον μεγαλύτερο βρετανό παραγωγό, την εταιρεία Celtic Energy Ltd. Η διαφορά αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις ευνοϊκές γεωλογικές συνθήκες υπό τις οποίες εκμεταλλεύεται το κοίτασμα ο βρετανός παραγωγός, ενώ η Preussag Anthrazit GmbH εξορύσσει άνθρακα από βάθη έως και 1500 μέτρα. Το κόστος παραγωγής της επιχείρησης Sophia Jacoba GmbH κατά το έτος 1996, στο ύψος των 373 γερμανικών μάρκων, δεν είναι αντιπροσωπευτικό, επειδή η επιχείρηση διέκοψε την παραγωγή της τον Μάρτιο του 1997. Το κόστος παραγωγής της τελευταίας αυτής εταιρείας ανερχόταν το 1995 σε 307 γερμανικά μάρκα ανά τόνο. Ο ανθρακίτης αποτελεί το είδος λιθάνθρακα με την υψηλότερη περιεκτικότητα οργανικής ύλης. Πρόκειται για άνθρακα ανώτερης ποιότητας, που κατά την καύση εκλύει ελάχιστο καπνό και περιέχει χαμηλό ποσοστό πτητικών συστατικών. Είναι σχετικώς δυσανάφλεκτος, αποδίδει όμως σταθερά μεγάλη ποσότητα θερμότητας. Λόγω των ιδιοτήτων αυτών, ανέκαθεν υπήρξε στο διαμέτρημα καρυδιού ιδιαίτερα κατάλληλος για χρήση στη βιομηχανία, και προπαντός ως οικιακό καύσιμο. Ο ανθρακίτης, στην κατάσταση που εξορύσσεται από το ανθρακωρυχείο, υποβάλλεται σε αρκετά στάδια επεξεργασίας για να διαχωριστούν τα λεπτομερισμένα συστατικά, προϊόν χαμηλής εμπορικής αξίας (60 έως 70 γερμανικά μάρκα ανά τόνο) μεγέθους κόκκου 0 έως 5 mm- που αντιπροσωπεύει γύρω στο 60 % της παραγωγής του ανθρακωρυχείου-, που ως επί το πλείστον πάντως διοχετεύεται στην αγορά των ατμοηλεκτρικών σταθμών, από τον διαμετρημένο σε μέγεθος καρυδιού άνθρακα, ο οποίος αντιπροσωπεύει ποσοστό 20 έως 30 % της παραγωγής του ανθρακωρυχείου, προϊόν υψηλής εμπορικής αξίας (190 γερμανικά μάρκα ανά τόνο), και πωλείται στη βιομηχανία και ως οικιακό καύσιμο. Κατά συνέπεια, η εμπορία του ανθρακίτη κατά παράδοση αφορούσε κατά κύριο λόγο το διαμετρημένο σε μέγεθος καρυδιού άνθρακα. Η αγορά του διαμετρημένου ανθρακίτη γεωγραφικώς είναι περιορισμένη στις παραδοσιακές κοινοτικές λεκάνες εξόρυξης άνθρακα στο Βέλγιο, στη Γαλλία, στη Γερμανία, στην Ισπανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο γερμανικός ανθρακίτης τυγχάνει καλής φήμης στην κοινοτική αγορά, λόγω τακτικότητας παραδόσεων, ποιότητας και ανταγωνιστικών τιμών. Οι παραδόσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο άρχισαν το 1971 στην περίπτωση της επιχείρησης Sophia Jacoba GmbH, ενώ στην περίπτωση της επιχείρησης Preussag Anthrazit GmbH στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Στο Ηνωμένο Βασίλειο η αγορά απορρόφησης των γερμανικών παραδόσεων περιλάμβανε το ανατολικό τμήμα της χώρας, από το Humber έως τη νότια ακτή, όπως και - στην περίπτωση της επιχείρησης Sophia Jacoba GmbH - τη Βόρεια Ιρλανδία. Οι δύο γερμανικές εταιρείες κατάφεραν να ανοίξουν την αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου επειδή η κρατική National Coal Board (αργότερα η British Coal) στις περιοχές αυτές είχε ελάχιστα διερευνήσει τις δυνατότητες της αγοράς, ενώ οι Γερμανοί προσέφεραν ελκυστικότατες τιμές. Κατόπιν της ιδιωτικοποιήσεως της επιχείρησης British Coal το 1994, η ιδιωτική εταιρεία Celtic Energy Ltd ανέλαβε αρκετά ανθρακωρυχεία στην Ουαλία, που τα περισσότερα από αυτά παρήγαγαν ανθρακίτη. Μετά την απόκτηση των υπαίθριων αυτών ανθρακωρυχείων, η Celtic Energy Ltd άσκησε εντελώς νέα πολιτική, αποφασίζοντας να επεκτείνει τις επιχειρηματικές της δραστηριότητες στην Αγγλία, άνοιξε δε κέντρο διανομής για τα προϊόντα της στο Hull, τον κυριότερο βρετανικό λιμένα εισαγωγής γερμανικού ανθρακίτη. Όπως προαναφέρθηκε, οι εταιρείες Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH κατά παράδοση κατελάμβαναν ισχυρή εμπορική θέση στο ανατολικό τμήμα της χώρας. Προκειμένου να κατακτήσει μερίδιο της αγγλικής αγοράς, η επιχείρηση Celtic Energy Ltd απεφάσισε να πωλεί τα προϊόντα της στην Αγγλία με τις ίδιες τιμές όπως στην Ουαλία, πράγμα που κατέστη δυνατό καλύπτοντας το κόστος μεταφοράς. Ως επακόλουθο, οι επιχειρήσεις Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH αποφάσισαν μείωση των τιμών τους, εγκαινιάζοντας κύκλο αμοιβαίας μεταξύ τους μειοδότησης τιμών που συνεχίστηκε έως τα τέλη του 1997. Με βάση τις διερευνήσεις, η Επιτροπή αντελήφθη ότι οι τιμές ανθρακίτη της επιχείρησης Preussag Anthrazit GmbH στο Ηνωμένο Βασίλειο ήσαν, τουλάχιστον στο διάστημα 1996-1997, κατά σύστημα χαμηλότερες από εκείνες των εταιρειών που διαδέχθηκαν τη National Coal Board ως παραγωγοί αναφοράς κατά την έννοια του άρθρου 2 της απόφασης 72/443/ΕΚΑΧ της Επιτροπής της 22ας Δεκεμβρίου 1972, περί ευθυγραμμίσεως των τιμών πωλήσεως άνθρακα στην κοινή αγορά (3), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τήν πράξη προσχώρησης της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας. Τον Ιανουάριο του 1996 η ποιότητα «beans» (καρύδι IV) διατίθετο προς πώληση στην ανατολική ακτή της Μεγάλης Βρετανίας από την επιχείρηση Preussag Anthrazit GmbH στην τιμή των 93 λιρών στερλινών και από την επιχείρηση Celtic Energy Ltd στην τιμή των 101 λιρών στερλινών ανά τόνο. Τον Οκτώβριο του 1997, οι τιμές για την ίδια ποιότητα άνθρακα είχαν διαμορφωθεί σε 94 λίρες στερλίνες και 103,4 λίρες στερλίνες αντιστοίχως. Για σκοπούς σύγκρισης, ο ανθρακίτης από το Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας επωλείτο τον Ιανουάριο του 196 στην τιμή των 94 λιρών στερλινών ανά τόνο και τον Οκτώβριο του 1997 στην τιμή των 102,7 λιρών στερλινών ανά τόνο. Το 1995, ο διαμετρημένος σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτης επωλείτο και από τις δύο επιχειρήσεις Preussag Anthrazit GmbH και Celtic Energy Ltd στην ίδια τιμή των 105 λιρών στερλινών, ενώ ο αντίστοιχος από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας είχε τιμή 94 λίρες στερλίνες. Η επιχείρηση Preussag Anthrazit GmbH προσφέρει στα διάφορα κράτη μέλη μεγάλες εκπτώσεις έναντι των τιμών καταλόγου της. Μελέτη εκπονηθείσα από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα δείχνει ότι οι κατώτατες (στο ανθρακωρυχείο) τιμές που εφάρμοζε η εταιρεία για τις πωλήσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο το θέρος του 1996 κυμαίνονταν από 153 γερμανικά μάρκα ανά τόνο (καρύδι IV) έως 183 γερμανικά μάρκα ανά τόνο (καρύδι ΙΙ), σε σύγκριση με τιμές καταλόγου (στο ανθρακωρυχείο) ύψους 400 γερμανικών μάρκων για άνθρακα ποιότητας καρύδι IV (14/23) και καρύδι ΙΙ (37/55). Για να υπάρξει σύγκριση αναφέρεται ότι οι τιμές (στο ανθρακωρυχείο) για την ποιότητα καρύδι IV κυμαίνονται σε 248 γερμανικά μάρκα για παραδόσεις στη Γαλλία, σε 265 γερμανικά μάρκα για παραδόσεις στο Βέλγιο και σε 95 γερμανικά μάρκα για παραδόσεις στην Ισπανία. Στην περίπτωση της επιχείρησης Sophia Jacoba GmbH, η ποιότητα καρύδι V (6/14), που προσφερόταν με τιμή τιμοκαταλόγου από το ανθρακωρυχείο σε 361 γερμανικά μάρκα ανά τόνο, το χειμώνα του 1995/1996 επωλείτο για παραδόσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο σε τιμή (από το ανθρακωρυχείο) 160 γερμανικά μάρκα ανά τόνο, ενώ στη Γαλλία η ίδια ποιότητα είχε τιμή 202 γερμανικά μάρκα από το ανθρακωρυχείο (4). Οι ανησυχίες της επιχείρησης Preussag Anthrazit GmbH για τον ανταγωνισμό από τους ουαλούς παραγωγούς αναφαίνονται από την έκθεση της εταιρείας για το οικονομικό έτος 1995, στην οποία αναφέρεται ότι «ο ανθρακίτης από την Ουαλία -που ισχυροποιήθηκε μετά την ιδιωτικοποίηση της British Coal- προκαλούσε ανησυχία» (5). Η κατάσταση αξιολογείται κατά τον ίδιο τρόπο επίσης στην έκθεση της επιχείρησης Sophia Jacoba GmbH για το έτος 1995 (6). Επιπλέον, στην έκθεση της εταιρείας για το 1996 δηλώνεται ότι (η Preussag Anthrazit GmbH πέτυχε να αυξήσει το μερίδιό της στην εγχώρια αγορά και σε ορισμένες αγορές του εξωτερικού για καύσιμο οικιακής χρήσης, ασκώντας ελαστική πολιτική τιμών (7). Η πολιτική αυτή απεδείχθη αποτελεσματική στην πράξη, επειδή οι διαθέσιμες πληροφορίες δείχνουν ότι οι εξαγωγές της εταιρείας μεταξύ 1995 και 1996 αυξήθηκαν από 279 000 τόνους σε 358 000, δηλαδή κατά 20 %. Οι πωλήσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο φαίνεται ότι αυξήθηκαν κατά 49 %, από 66 000 τόνους σε 98 000, μεταξύ 1995 και 1996. Φαίνεται, πάντως, ότι οι αυξήσεις στη Γαλλία και στο Βέλγιο ήσαν αντίστοιχα 13 % και 8 %. Το έτος 1997, οι ποσότητες έπεσαν σε 68 000 τόνους και μηδενίστηκαν στις αρχές του 1998. Οι πωλήσεις της επιχείρησης Sophia Jacoba GmbH αυξήθηκαν το 1996 από 25 700 τόνους σε 37 500 τόνους. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας, δεν πραγματοποιήθηκαν καθόλου παραδόσεις το 1997, έτος κατά το οποίο έκλεισε το μοναδικό ανθρακωρυχείο της. Οι αυξήσεις αυτές στις εξαγωγές είναι ακόμη περισσότερο αξιοσημείωτες επειδή πραγματοποιήθηκαν υπό δυσχερείς συνθήκες αγοράς. Κατά πρώτο, αυξάνεται ο ανταγωνισμός εκ μέρους τρίτων χωρών, όπως το Βιετνάμ, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ή η Ρωσία, των οποίων τα προϊόντα από ποιοτικής απόψεως είναι πλήρως αποδεκτά για την κοινοτική αγορά. Εξάλλου, η κύρια αγορά για διαμετρημένο σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη, δηλαδή οι οικιακές χρήσεις, είναι πολύ απαιτητική. Μολονότι οι ιδιώτες καταναλωτές είναι πιστοί στους προμηθευτές τους, προσελκύονται από φθηνότερες, φιλικότερες για το χρήστη ενεργειακές πηγές, όπως το φυσικό αέριο ή το πετρέλαιο θέρμανσης. Από τα ανωτέρω συμπεραίνεται ότι οι προοπτικές για την κοινοτική αγορά διαμετρημένου σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη δεν είναι και πολύ ελπιδοφόρες, και ότι η αγορά ακολουθεί για δομικούς λόγους απότομη φθίνουσα πορεία. ΙΙΙ Στην προειδοποιητική της επιστολή προς τη Γερμανία, η Επιτροπή διατύπωσε την άποψη ότι η επιχειρηματική πολιτική των εταιρειών Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH ασκήθηκε στην αγορά διαμετρημένου σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη της Κοινότητας, και προπαντός του Ηνωμένου Βασιλείου, μέσω επιδοτήσεων που χρησιμοποιήθηκαν εμμέσως για σκοπούς μη προβλεπόμενους στην απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ και στην απόφαση αριθ. 96/560/ΕΚΑΧ της Επιτροπής, της 30ής Απριλίου 1996, σχετικά με τις γερμανικές ενισχύσεις υπέρ του κλάδου άνθρακα κατά τα έτη 1995 και 1996 (8). Στην προειδοποιητική επιστολή τονιζόταν ότι τα συμφέροντα της Celtic Energy Ltd, η παραγωγή της οποίας είναι σαφώς ανταγωνιστικότερη, μπορεί να βλαβούν από τον ανταγωνισμό που αναπτύσσουν οι επιχειρήσεις Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH. Η συμπεριφορά των δύο τελευταίων εταιρειών μπορεί να θεωρηθεί ότι παραβαίνει το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 2 της συνθήκης ΕΚΑΧ, σύμφωνα με την οποία η Κοινότητα «οφείλει να δημιουργήσει προοδευτικώς τις προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν μόνες τους την ορθολογικότερη κατανομή της παραγωγής στο υψηλότερο επίπεδο παραγωγικότητας». Η συμπεριφορά τους μπορεί να θεωρηθεί ότι παραβιάζει το άρθρο 3 στοιχείο β) και ζ) της συνθήκης ΕΚΑΧ. Επιπλέον, στο άρθρο 4 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚΑΧ αναφέρεται ότι απαγορεύεται η επιβολή εκ μέρους ενός πωλητή διαφορετικών όρων σε συγκρίσιμες εμπορικές συναλλαγές, κατ' εφαρμογή του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 60 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚΑΧ, ιδίως εάν οι αγοραστές υφίστανται διαφορετική μεταχείριση λόγω εθνικότητας. Η Επιτροπή απεφάνθη ότι η ενίσχυση, η οποία σύμφωνα με τη γερμανική κυβέρνηση ήταν ενίσχυση για την προώθηση άνθρακα στην αγορά ηλεκτροπαραγωγής, στην πραγματικότητα συντείνει στην εξασφάλιση της επιβίωσης των επιχειρήσεων αυτών καλύπτοντας ουσιώδες τμήμα του πάγιου κόστους παραγωγής των. Εξέφρασε επίσης την άποψη ότι η παρούσα ενίσχυση στην πραγματικότητα ωφέλησε ολόκληρο τον κύκλο παραγωγής. Στο σύνολό της παραγωγή δεν θα ήταν πλέον ανταγωνιστική εάν σταματούσαν οι ενισχύσεις, ανεξάρτητα απο την αγορά στην οποία πωλούνται τα μεμονωμένα προϊόντα. Η Επιτροπή θεώρησε ότι η διάκριση που διενεργεί η Γερμανία μεταξύ επιδοτούμενης και μη επιδοτούμενης παραγωγής, ανάλογα με την αγορά απορρόφησης του ανθρακίτη, είναι τεχνητή και στερούμενη ερεισμάτων, και ότι διευκόλυνε, μέσω των κρατικών ενισχύσεων, διαμόρφωση τιμών που δεν καλύπτουν το κόστος παραγωγής. Στην απάντησή της προς την προειδοποιητική επιστολή, η Γερμανία ασχολήθηκε με το επιχείρημα των διασταυρούμενων επιδοτήσεων, ισχυριζόμενη ότι οι κρατικές ενισχύσεις χορηγήθηκαν για την υποστήριξη των πωλήσεων άνθρακα προς τους θερμοηλεκτρικούς σταθμούς και τη χαλυβουργία, και ότι δεν επιδοτούντο καθόλου οι υπόλοιποι κλάδοι κατανάλωσης. Η Γερμανία υπογραμμίζει ότι οι επιδοτήσεις με βάση τον πέμπτο νόμο για τον άνθρακα που χρησιμοποιείται στην ηλεκτροπαραγωγή (9) προορίζονται να καλύψουν τη διαφορά μεταξύ κόστους παραγωγής και τιμής άνθρακα από τρίτες χώρες. Η Γερμανία δικαιολογεί τη συμπεριφορά των οικείων επιχειρήσεων, χωρίς να προσκομίζει σχετικά τεκμήρια, επιχειρηματολογώντας ότι μπορεί να υπάρχει οικονομική σκοπιμότητα στη διατήρηση ή επέκταση της παραγωγής σε προσωρινή βάση πλέον του όγκου που μπορεί να πωληθεί χωρίς αυτό να συνεπάγεται ζημία. Εφόσον, σύμφωνα με τη γερμανική κυβέρνηση, η προκύπτουσα πρόσθετη παραγωγή οδηγεί σε μείωση του μέσου κόστους της συνολικής παραγωγής, η πρόσθετη παραγόμενη ποσότητα μπορεί να αποφέρει βελτίωση στο μέσο κόστος. Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι τα αποτελέσματα από τη σύγκριση του μέσου κόστους της συνολικής παραγωγής με τα έσοδα από τις πωλήσεις στη βρετανική αγορά είναι παραπλανητικά, εφόσον δεν λαμβάνεται υπόψη η ανωτέρω παράμετρος. Με βάση τις πληροφορίες που διαβίβασε η Γερμανία, η Επιτροπή παρατηρεί ότι στην Κοινότητα πωλήθηκαν 1,1 εκατομμύρια τόνοι διαμετρημένου σε μέγεθος καρυδιού άνθρακα το 1996, και 770 000 τόνοι το 1997, σε τιμές που δεν κάλυπταν το μέσο κόστος παραγωγής. Η μέση τιμή του διαμετρημένου σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη που πώλησαν οι επιχειρήσεις Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH στην Κοινότητα υπολείπεται περίπου κατά 100 γερμανικά μάρκα ανά τόνο του μέσου κόστους της συνολικής παραγωγής. Σχετικά με το επιχείρημα, κατά το οποίο είναι προς το συμφέρον της επιχείρησης να παράγει, εφόσον οι τιμές καλύπτουν το μεταβλητό σκέλος του κόστους και πιθανώς επίσης ποσοστό - μολονότι μικρό - του πάγιου κόστους, η Επιτροπή θεωρεί ότι εφαρμόζοντας την αρχή αυτή του οριακού κόστους, η Γερμανία ρητώς αναγνωρίζει ότι το πλείστο, αν όχι το σύνολο, του πάγιου κόστους καλύπτεται από το τμήμα εκείνο της παραγόμενης ποσότητας, της οποίας οι πωλήσεις αποφέρουν έσοδα καλύπτοντα το κόστος παραγωγής, δηλαδή από τα λεπτομερίσματα ανθρακίτη (2,3 εκαττομύρια τόνοι το 1996 και 1,4 εκατομμύρια τόνοι το 1997), το οποίο σύμφωνα με τη Γερμανία αποτελεί τον μόνο τομέα παραγωγής που εισπράττει ενισχύσεις. Η Επιτροπή θεωρεί ότι χωρίς τις επιδοτήσεις, τα έσοδα από τις συνολικές πωλήσεις, είτε πρόκειται για λεπτομερισμένα προϊόντα είτε για διαμετρημένο σε μέγεθος καρυδιού άνθρακα, δεν θα κάλυπταν το κόστος παραγωγής. Λόγω του υψηλού επιπέδου του κόστους παραγωγής, επί αρκετά έτη, οι εταιρίες συνολικώς είναι ζημιογόνες. Ο ισχυρισμός εκ μέρους της γερμανικής κυβέρνησης οτι το κόστος παραγωγής καλύπτεται από τα έσοδα των πωλήσεων εξηγείται από το γεγονός ότι στους λογαριασμούς δεν διενεργείται σαφής διάκριση μεταξύ εσόδων των επιχειρήσεων και κρατικών ενισχύσεων. Με άλλα λόγια, οι εταιρείες χειρίζονται τις ενισχύσεις ως μέρος του κύκλου εργασιών τους και δεν κάνουν διάκριση μεταξύ των τομέων κατανάλωσης, ανεξάρτητα από του κατά πόσω οι τελευταίοι επιδοτούνται ή - όπως ισχυρίζεται η γερμανική κυβέρνηση στην περίπτωση του βιομηχανικού και οικιακού κλάδου - δεν επιδοτούνται. Ο λογαριασμός κερδών και ζημιών της Preussag Anthrit Gmb για το οικονομικό έτος 1997 δείχνει έσοδα από πωλήσεις ύψους 530,27 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα (10), στα οποία περιλαμβάνονται πάνω από 270 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα ενισχύσεις. Η έκθεση της εταιρείας για το 1996 δίνει κύκλο εργασιών ύψους 473,74 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα, η ανάλυση όμως των εσόδων από τις πωλήσεις στο σημείο 12 του προσαρτήματος του ισολογισμού δεν κάνει καμία νύξη, όπως για το οικονομικό έτος 1997, για τις εγκριθείσες εκ μέρους της Επιτροπής για το έτος 1996 συμποσούμενες σε 278 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα ενισχύσεις. Τα έσοδα από τις πωλήσεις της Preussag Anthrazit GmbH με βάση τον πραγματικό κύκλο εργασιών των ετών 1996 και 1997 ανέρχονται επομένως μόνο σε 200 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα και 260 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα, αντιστοίχως. Υπό το πρίσμα αυτό, η Επιτροπή παραπέμπει στο άρθρο 2 παράγραφος 3 της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ, σύμφωνα με το οποίο οποιαδήποτε ενίσχυση λαμβανόμενη από την επιχείρηση εμφαίνεται μαζί με το λογαριασμό κερδών και ζημιών ως έσοδο διακεκριμένο από τον κύκλο εργασιών. Η Γερμανία δεν ανταποκρίθηκε στην ανωτέρω απαίτηση και τοιουτοτρόπως παρεβίασε την αρχή της διαφάνειας και χρήσης των ενισχύσεων για το σκοπό που προορίζονταν. Το επιχείρημα του οριακού κόστους μπορεί να είναι αποφασιστικής σημασίας για μια εταιρεία που λειτουργεί υπό ανταγωνιστικές συνθήκες όμως, τούτο δεν ισχύει πλέον όταν η εταιρεία καλύπτει πάνω από το 50 % του κόστους της συνολικής παραγωγής της από κρατικές ενισχύσεις, και πρακτικώς το σύνολο του πάγιου κόστους καλύπτεται αποκλειστικώς από την παραγωγή η οποία, σύμφωνα με τη Γερμανία, επιδοτείται. Εάν αυτά ήσαν συνέπειες κλίμακας, όπως ισχυρίζεται η Γερμανία, θα καθίσταντο δυνατά μόνο λόγω των επιδοτήσεων. Κατά τα λοιπά, ο όγκος των επιδοτήσεων είναι τόσο μεγάλος ώστε η επιχείρηση θα έκλεινε αμέσως εάν αυτές σταματούσαν να καταβάλλονται. Το επιχείρημα που προβάλλει η Γερμανία, κατά το οποίο το πάγιο κόστος της - κατά τους ισχυρισμούς της - μη επιδοτούμενης παραγωγής της Preussag Anthrazit GmbH καλύπτεται με άλλα μέσα, που προκαλούν ουσιαστική ζημία στην επιχείρηση, είναι συνεπώς αβάσιμο και επίσης δύσκολο να συμβιβαστεί με τα κέρδη των ετών 1996 και 1997. Εξάλλου, ούτε θα ήταν εύλογο να έχει συμφέρον η επιχείρηση να εμπορεύεται ολόκληρη την παραγωγή της με ζημία. Επειδή η ζημιογόνος πώληση ανθρακίτη, που η Γερμανία διατείνεται ότι δεν επιδοτεί, αφορά σχετικώς μεγάλο όγκο παραγωγής και διενεργείται επί αρκετά έτη, είναι δε απίθανο να βελτιωθεί στο μέλλον η σχέση μεταξύ αγοραίων τιμών και κόστους παραγωγής, η Επιτροπή θεωρεί ότι η πρακτική αυτή καθίσταται δυνατή μόνο, επειδή η γερμανική κυβέρνηση διατηρεί την επιχείρηση Preussag Anthrazit GmbH σε ζωή μέσω κρατικών ενισχύσεων. Η άποψη αυτή συνδυάζεται με το γεγονός ότι η Γερμανία γνωστοποιεί τις παρεχόμενες στη Preussag Anthrazit GmbH ενισχύσεις με βάση το άρθρο 3 της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ. Κατ' αντίθεση προς το άρθρο 4, που αφορά ενισχύσεις για την περιστολή δραστηριότητας, το άρθρο 3 διασφαλίζει τη συνέχιση της παραγωγής για απροσδιόριστο χρόνο, με βάση τη βελτίωση της οικονομικής βιωσιμότητας λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών που επικρατούν στην παγκόσμια αγορά. Εάν, όπως διατείνεται η Γερμανία, οι εταιρείες απέφευγαν να λάβουν κάθε επιτρεπτό μέτρο για να διατηρήσουν άθικτο το ενεργητικό τους, πράγμα που σύμφωνα με τα προαναφερθέντα σημαίνει πολιτική ισοδυναμούσα με το κλείσιμο των επιχειρήσεων, τούτο θα ερχόταν σε αντίθεση με το χαρακτηρισμό των ενισχύσεων προς την επιχείρηση Preussag Anthrazit GmbH για τα έτη 1996 και 1997, κατά τη γνωστοποίησή τους, από της Γερμανία, ως ενίσχυσης λειτουργίας κατ' εφαρμογή του άρθρου 3 της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ. Όπως ήδη έχει αναφερθεί, εξετάζοντας το λογαριασμό κερδών και ζημιών της επιχείρησης Preussag Anthrazit GmbH για τα οικονομικά έτη 1996 και 1997, η Επιτροπή διαπίστωσε ετήσιο πλεόνασμα ύψους 12,59 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα και 39,72 εκατομμύρια αντιστοίχως, παρά τις ζημίες από τις κατά τους ισχυρισμούς μη επιδοτούμενες πωλήσεις ύψους 65 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα το 1997 και 56,6 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα το 1996. Η Γερμανία ισχυρίζεται επίσης ότι οι ενισχύσεις συμβιβάζονται προς την απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ, επειδή εντάσσονται σε εθνικό πρόγραμμα κατοχύρωσης ενεργειακών προμηθειών, που συμβάλει στη βελτίωση της ασφάλειας του εφοδιασμού της Γερμανίας και της Κοινότητας, και η απόφαση ρητώς επιτρέπει τέτοια μέτρα. Επ' αυτού η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι στην εν λόγω απόφαση δεν προβλέπεται τέτοιος σκοπός και ως εκ τούτου αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει κριτήριο για να επιτραπούν οι ενισχύσεις. Η επίκληση ενός τέτοιου κριτηρίου έρχεται επίσης σε αντίθεση με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚΑΧ. Από τα ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι οι κρατικές ενισχύσεις που χορηγήθηκαν με βάση την απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ, καθώς και την απόφαση 96/560/ΕΚΑΧ, κατέστησαν ικανές τις δικαιούχες εταιρείες να πωλούν διαμετρημένο σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη σε τιμές που δεν καλύπτουν το κόστος παραγωγής, και ότι οι πωλήσεις αυτές εν μέρει έρχονται σε αντίθεση προς τις διατάξεις του άρθρου 2 και του άρθρου 4 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚΑΧ. Η Γερμανία αναφέρει ότι οι ενισχύσεις υπολογίζονται με βάση το μέσο κόστος της συνολικής παραγωγής, προσδιοριζόμενο σύμφωνα με τις οδηγίες για τους λογαριασμούς των εταιρειών στον κλάδο άνθρακα (RBS) (11). Η Γερμανία δικαιολογεί την εκτίμηση αυτή με το επιχείρημα ότι τα διάφορα είδη και ποιότητες άνθρακα παράγονται οπωσδήποτε ταυτοχρόνως (συμπαραγωγή) και κατά συνέπεια το κόστος δεν μπορεί να υπολογιστεί ανά τομέα διάθεσης του προϊόντος (αγορά ηλεκτροπαραγωγής και θέρμανσης), οπότε οποιοσδήποτε καταλογισμός κόστους (π.χ. σύμφωνα με τεχνικά κριτήρια ή κριτήρια οικονομικής απόδοσης) εντέλει θα ήσαν αυθαίρετα. Κατά τη γερμανική κυβέρνηση, στο πλαίσιο του συστήματος αυτού δεν είναι δυνατή η μετατόπιση των στοιχείων κόστους μεταξύ των διαφόρων τομέων αγοράς. Αφετηρία υπολογισμού των ενισχύσεων αποτελεί το μέσο κόστος της συνολικής παραγωγής. Έναντι αυτών, η Επιτροπή έχει την άποψη ότι λόγω της ομοιογενούς φύσης των ακατέργαστων προϊόντων και του μη διαφοροποιημένου κόστους παραγωγής τα λεπτομερίσματα ανθρακίτη όπως και ο διαμετρημένος σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτης συμπαράγονται. Η μεγάλη διαφορά στην εμπορική αξία των δύο προϊόντων, που μπορεί να φθάσει έως και 500 % θα έπρεπε βασικώς να συνηγορεί για μέθοδο καταλογισμού του κόστους όπου λαμβάνονται υπόψη όχι μόνον οι παραγόμενες ποσότητες, αλλά επίσης η αξία στην αγορά προϊόντων που διαφέρουν τόσο σε ποιότητα όπως τα λεπτομερίσματα και ο διαμετρημένος σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτης. Στην πράξη, οι μέσες τιμές παράδοσης στο ανθρακωρυχείο που εφαρμόζουν οι δύο επίμαχες γερμανικές επιχειρήσεις είναι 60 έως 70 γερμανικά μάρκα ανά τόνο για τα λεπτομερίσματα και 190 γερμανικά μάρκα ανά τόνο για το διαμετρημένο σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη. Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο καταλογισμός του κόστους καθαρά με βάση τον όγκο, χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ των δύο προϊόντων, που συνεπάγεται μέσο κόστος άνω των 300 γερμανικών μάρκων ανά τόνο, δίνει δυσανάλογα μεγάλο βάρος στο λογιστικό κόστος των (κατώτερης αξίας) λεπτομερισμάτων ανθρακίτη, επειδή δεν συνεκτιμάται η εμπορική αξία των προϊόντων με βάση τις φυσικές τους ιδιότητες. Συνεπεία τούτου, έχει τεθεί υπέρμετρα υψηλό ποσό ενισχύσεων. Από αυτά μπορεί να συναχθεί ότι ένα σύστημα καταλογισμού του κόστους με βάση την αντίστοιχη συμβολή των προϊόντων στον κύκλο εργασιών, με υπολογισμό ακολουθώντας τις αγοραίες τιμές, στο οποίο θα λαμβανόταν υπόψη η μοναδιαία αξία του προϊόντος και όχι μόνοι η ποσότητα, θα διαμόρφωνε λογικότερη σχέση μεταξύ μοναδιαίου κόστους, εμπορικής αξίας των προϊόντων και των αναγκαίων επιδοτήσεων. Το επιχείρημα της Γερμανίας όσον αφορά την προστασία των θεμιτών προσδοκιών δεν ισχύει στην περίπτωσή μας, επειδή οι αποφάσεις της Επιτροπής επιβάλλουν στο κράτος μέλος να διασφαλίσει την τήρηση των δεσμεύσεών του, χωρίς να προσδιορίζεται ο τρόπος επίτευξής του. Η Επιτροπή ποτέ δεν υπαινίχθηκε ότι το σύστημα καταλογισμού του κόστους που χρησιμοποιείται στη Γερμανία αποτελεί επαρκή απόδειξη της χρησιμοποίησης των ενισχύσεων για τον σκοπό που προορίζονταν. Κατά συνέπεια, σε περίπτωση πλημμελούς χρησιμοποίησης των ενισχύσεων, ούτε η Γερμανία ούτε οι οικίες εταιρείες μπορούν να επικαλεσθούν την προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης ως προς την απαίτηση επιστροφής των ενισχύσεων για το λόγο ότι δεν ενήργησε η Επιτροπή. IV Η Επιτροπή επεσήμανε στην προειδοποιητική επιστολή της ότι απαγορεύεται με βάση το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 60 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚΑΧ η εφαρμογή εκ μέρους ενός πωλητού άνισων όρων σε συγκρίσιμες πράξεις, ιδίως εάν γίνεται διαφορετική μεταχείριση αγοραστών λόγω εθνικότητας, οπότε παραβιάζεται το άρθρο 4 στοιχείο β). Ως προς το μηχανισμό ευθυγράμμισης που προβλέπεται στο άρθρο 60 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚΑΧ, η Επιτροπή καθόρισε στην προειδοποιητική επιστολή της ότι η άμεση ή έμμεση χρήση των κρατικών ενισχύσεων για σκοπούς συστηματικής ευθυγράμμισης μιας τιμής προϊόντος στις τιμές παραγωγών που δεν λαμβάνουν ενισχύσεις δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συμβιβάζεται με τη συνθήκη ΕΚΑΧ. Όπως ήδη κατεδείχθη, οι επιχειρήσεις Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH δεν θα μπορούσαν μακροχρόνια να διατηρήσουν την πολιτική τιμών τους, που συνίσταται στην πώληση, στο Ηνωμένο Βασίλειο, διαμετρημένου σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη σε διαφορετικές τιμές απ' ό,τι σε άλλα κράτη μέλη και σε τιμές κατώτερες από εκείνες των βρετανών παραγωγών διαμετρημένου ανθρακίτη, χωρίς τις χορηγούμενες ενισχύσεις βάσει της αποφάσεως αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ. Η Γερμανία διατείνεται ότι η απόφαση της Ανωτάτης Αρχής αριθ. 30/-53, της 2ας Μαΐου 1953, σχετικά με πρακτικές απαγορευόμενες από το άρθρο 60 παράγραφος 1 της συνθήκης στην κοινή αγορά άνθρακα και χάλυβα (12), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση αριθ. 1834/81/ΕΚΑX της Επιτροπής (13), και η απόφαση 72/443/ΕΚΑΧ δεν εξαρτούν την έγκριση της ευθυγράμμισης των τιμών από τη λήψη τυχόν ενισχύσεων εκ μέρους των επιχειρήσεων. Η Γερμανία διατείνεται περαιτέρω ότι θα έπρεπε να είχε διαφυλαχθεί στις ανωτέρω αποφάσεις μια γενική απαγόρευση ευθυγράμμισης τιμών από εταιρείες που λαμβάνουν κρατικές ενισχύσεις. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η χρησιμοποίηση ενισχύσεων χορηγούμενων κατ' εφαρμογή της αποφάσεως αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ για να ευθυγραμμίζονται οι τιμές σε εκείνες των ανταγωνιστών, κατά την έννοια του άρθρου 60, παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚΑΧ δεν προβλέπεται στην απόφαση και δεν συμβάλει στην επίτευξη κανενός από τους στόχους που καθορίζονται στο άρθρο 2 πρώτο εδάφιο της απόφασης. Στο τμήμα ΙΙΙ, στις αιτιολογικές σκέψεις της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ, αναφέρεται ότι οι στόχοι της απόφασης πρέπει να επιτυγχάνονται με αυστηρή τήρηση των κανόνων περί ανταγωνισμού, ώστε να αποφεύγονται στρέβλωση του ανταγωνισμού και διακρίσεις μεταξύ παραγωγών, αγοραστών ή καταναλωτών άνθρακα στην Κοινότητα, συνεπεία των ενισχύσεων. Υπό το ίδιο πρίσμα, στο τέταρτο εδάφιο του τμήματος Ι των αιτιολογικών σκέψεων τονίζεται ότι οι κανόνες για τις ενισχύσεις πρέπει να αποβαίνουν προς το κοινό συμφέρον και κατ' ουδένα τρόπο να επηρεάζουν την εύρυθμη λειτουργία της κοινής αγοράς. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συνθήκη ΕΚΑΧ προβλέπει ως θεμελιώδη αρχή απόλυτη απαγόρευση των κρατικών ενισχύσεων, μολονότι επιτρέπεται ευθυγράμμιση τιμών (άρθρο 60 και επόμενα). Επιπλέον, οι αποφάσεις της Επιτροπής για τις κρατικές ενισχύσεις προς τη βιομηχανία εξόρυξης άνθρακα σχετίζονται αποκλειστικώς με την αρχή της μη εισαγωγής διακρίσεων μεταξύ αγοραστών [άρθρο 4 στοιχείο β)] και όχι με το άρθρο 60 και επ. και τους κανόνες ευθυγράμμισης των τιμών. Αποτελεί συνήθη πρακτική για την Επιτροπή, στις αποφάσεις της σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις, να επιβάλλει όρους που αφορούν τη συμπεριφορά των αποδεκτών των ενισχύσεων ώστε να περιορίζονται τυχόν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Τέλος, αντίθετα προς τη θέση της Επιτροπής, η Γερμανία θεωρεί ότι το άρθρο 4 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚΑΧ δεν μπορεί να εφαρμοστεί ταυτόχρονα με το άρθρο 60 παράγραφος 2 της συνθήκης. Σχετικώς με αυτό η Γερμανία παραπέμπει στην απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην υπόθεση C-128/92 (τράπεζες (14). Αληθεύει ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 4 στοιχείο β) μπορεί να εφαρμοστεί ανεξάρτητα μόνον εφόσον απουσιάζουν ιδιαίτεροι κανόνες εάν οι κανόνες αυτοί δεν έχουν ενσωματωθεί σε άλλες διατάξεις της συνθήκης ή εάν καθορίζονται αναλυτικότερα εκεί, τα κείμενα που αφορούν τον ίδιο ακριβώς κανόνα πρέπει να θεωρούνται ως αποτελούντα σύνολο και να εφαρμόζονται ταυτοχρόνως. Οι «ιδιαίτεροι κανόνες» στην περίπτωση αυτή αφορούν αποφάσεις για κρατικές ενισχύσεις προς τη βιομηχανία εξόρυξης άνθρακα, που αναφέρονται μόνο στο άρθρο 4 στοιχείο β) και συγκεκριμένα αποκλείουν τυχόν εισαγωγή διακρίσεων μεταξύ αγοραστών και καταναλωτών, προκειμένου να ελαχιστοποιείται τυχόν στρέβλωση του ανταγωνισμού λόγω των ενισχύσεων, οι οποίες όμως με το σκεπτικό αυτό δεν επιτρέπουν τη χρήση των ενισχύσεων για ευθυγράμμιση τιμών. Εξάλλου, ο μηχανισμός ευθυγράμμισης των τιμών συνδέεται στενά με την πώληση της παραγωγής στην κοινοτική αγορά. Επειδή η απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ δεν προβλέπει ενισχύσεις για την προώθηση στην αγορά, δεν μπορεί να γίνει επίκλησή της υπέρ της ευθυγραμμίσεως των τιμών με εκείνες των κοινοτικών ανταγωνιστών. Πέραν τούτου, ένας κανόνας που δημιουργήθηκε για να εξασφαλίσει διαφάνεια στην αγορά και συμμόρφωση προς τις καταστατικές διατάξεις της συνθήκης ΕΚΑΧ δεν μπορεί να χρησιμοποιείται για να παραβιάζονται οι αρχές ακριβώς εκείνες που επιζητεί να προστατεύει. Τέλος, η άποψη της Επιτροπής ότι οι αποδέκτες των ενισχύσεων δεν μπορούν να στηρίζονται στους κανόνες περί ευθυγράμμισης των τιμών δεν βασίζεται μόνο στις ανωτέρω νομικές σκέψεις. Επισημαίνεται επίσης ότι ως προς το κύριο σημείο της καταγγελίας, τουλάχιστον η επιχείρηση Preussag Anthrazit GmbH δεν ακολούθησε τους κανόνες ευθυγράμμισης. Μολονότι η εταιρεία θα μπορούσε τουλάχιστον θεωρητικά να επικαλεστεί προς υπεράσπισή της τους κανόνες αυτούς, η πραγματική της συμπεριφορά ως προς τον τρόπο χρησιμοποίησης των κρατικών ενισχύσεων δεν ήταν σύμφωνη με την κοινή αγορά. Στην προειδοποιητική επιστολή της προς τη Γερμανία, η Επιτροπή εξήγησε τους λόγους πού υπαγορεύουν την παραδοχή ότι η επιχειρηματική πολιτική των επιχειρήσεων Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH θα μπορούσε να οδηγήσει σε εφαρμογή άνισων όρων σε συγκρίσιμες συναλλαγές. Η Γερμανία απήντησε ότι οι συνθήκες της αγοράς και του ανταγωνισμού στην κοινή αγορά ποικίλουν με το χρόνο και ανάλογα με την περιοχή. Πέραν τούτου, η προσφορά αφορούσε προϊόντα διαφορετικής ποιότητας. Η Γερμανία θεώρησε ως εκ τούτου ότι οι πωλήσεις ανθρακίτη από τις επιχειρήσεις Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH στα διάφορα κράτη μέλη δεν ήσαν συγκρίσιμες. Το άρθρο 2 παράγραφος 1 της απόφασης αριθ. 30-53 αναφέρει ότι η εφαρμογή από πωλητή άνισων όρων σε συγκρίσιμες συναλλαγές στην κοινή αγορά συνιστά απηγορευμένη πρακτική κατά την έννοια του άρθρου 60, παράγραφος 1 της συνθήκης. Στον πρόλογο της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ δηλώνεται πάντως ότι οι κρατικές ενισχύσεις δεν επιτρέπεται να προκαλούν τυχόν διακρίσεις μεταξύ αγοραστών ή καταναλωτών άνθρακα στην Κοινότητα. Στο πλαίσιο των διερευνήσεών της, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι μεταξύ προϊόντων της ίδιας ποιότητας και παρόμοιων χρόνων παράδοσης των επιχειρήσεων Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH υφίστανται μεγάλες διαφορές τιμών στα διάφορα κράτη μέλη. Το μέγεθος των διαφορών αυτών τιμής δεν μπορεί να εξηγηθεί από διαφορές μόνο στο κόστος μεταφοράς. Σύμφωνα με το άρθρο 3 της απόφασης αριθ. 30-53, θεωρούνται συγκρίσιμες κατά την έννοια του άρθρου 60 παράγραφος 1 οι συναλλαγές οι οποίες συνάπτονται με αγοραστές που πληρούν την ίδια εμπορική λειτουργία, αφορούν όμοια ή ομοειδή προϊόντα και δεν διαφέρουν αισθητά κατά τα λοιπά ουσιώδη εμπορικά τους χαρακτηριστικά. Η Γερμανία διατείνεται επίσης ότι η επιχείρηση Sophia Jacoba GmbH και οι πωλητές διαμετρημένου σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη της επιχείρησης Preussag Anthrazit GmbH ασκούν εδώ και πολλά έτη ευθυγράμμιση τιμών για τις εξαγωγές τους στη βρετανική αγορά, χωρίς όμως να μειοδοτούν έναντι των ανταγωνιστών τους, ώστε να μην έχει ποτέ παρατηρηθεί στρέβλωση της αγοράς. Η Επιτροπή επισημαίνει επ' αυτού ότι όσες επιχειρήσεις επιθυμούν να χρησιμοποιούν το μηχανισμό ευθυγράμμισης των τιμών απαιτείται να το γνωστοποιούν προς την Επιτροπή κατά τον τρόπο που προδιαγράφεται στο άρθρο 60 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚΑΧ και στην εξ αυτής προερχόμενη νομοθεσία, πράγμα που δεν έπραξε η μία τουλάχιστον από τις δύο εταιρείες, η Preussag Anthrazit GmbH. Όσον αφορά τη συμπεριφορά των πωλητών του διαμετρημένου σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη που παράγει η επιχείρηση Preussag Anthrazit GmbN, στην οποία αναφέρεται η Γερμανία, στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της απόφασης αριθ. 30-53 δηλώνεται ότι οι επιχειρήσεις θα καθίστανται υπεύθυνες για τις παραβάσεις που διαπράττονται εκ μέρους των αμέσων εκπροσώπων τους, των οργανώσεων πωλήσεων ή των παραγγελιοδόχων τους. Επομένως, η ευθύνη για την ευθυγράμμιση τιμών που ανέφερε η Γερμανία ως προς τις πωλήσεις της επιχείρησης Preussag Anthrazit GmbH βαρύνει πλήρως και αποκλειστικώς την υπόψη εταιρεία. Όπως ήδη εξηγήθηκε, από τις πληροφορίες που διαθέτει η Επιτροπή συμπεραίνεται ότι η επιχείρηση αυτή μειοδοτούσε ως προς τις τιμές των ανταγωνιστών της. Επιπλέον, επειδή δεν γνωστοποιήθηκε η ευθυγράμμιση τιμών που ανέφερε η επιχείρηση προς υπεράσπισή της, δεν κατέστη δυνατό στην Επιτροπή να λάβει τα μέτρα που προβλέπονται στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου 60 παράγραφος 2. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι διακρίσεις που κυρίως διαπιστώνονται μπορούν να υπαχθούν στο άρθρο 4 της συνθήκης ΕΚΑΧ και δεν δικαιολογούνται από τους κανόνες για την ευθυγράμμιση των τιμών. Χρησιμοποιώντας τις ενισχύσεις για τους σκοπούς που περιγράφησαν, οι επιχειρήσεις παρεβίασαν τους ειδικούς όρους των αποφάσεων αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ και 96/560/ΕΚΑΧ, με αποτέλεσμα οι ενισχύσεις να μην θεωρούνται ότι συμβιβάζονται προς την κοινή αγορά. V Η απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-364/90 (Ιταλία κατά Επιτροπής) (15) καθιέρωσε την αρχή ότι το βάρος της απόδειξης της συγκρισιμότητας των ενισχύσεων εναπόκειται στο κράτος μέλος που επιζητεί να εφαρμόσει την παρέκκλιση. Με βάση τα επιχειρήματα που πρόβαλαν η Γερμανία και οι αποδέκτες των ενισχύσεων, καθώς τη διαπίστωση της Επιτροπής ότι οι εταιρείες δεν κατάφεραν να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι οι ενισχύσεις χρησιμοποιήθηκαν νομοτύπως, καθώς και τη συμπεριφορά των επιχειρήσεων ως προς τις τιμές, δεν κατέστη δυνατό στην Επιτροπή να άρει τις αμφιβολίες που αναλύθηκαν στην προειδοποιητική επιστολή όσον αφορά το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων, και να συμπεράνει ότι οι ενισχύσεις συμβιβάζονται με την κοινή αγορά και δεν χρησιμοποιήθηκαν πλημμελώς. Η Επιτροπή θεωρεί επομένως ότι οι ενισχύσεις που ανήλθαν στο ποσό των 99,5 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων, που ενέκρινε για το 1996 με την απόφαση αριθ. 96/560/ΕΚΑΧ, από τα οποία τα 42,9 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα εισέπραξε η Sophia Jacoba GmbH και τα 56,6 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα η Preussag Anthrazit GmbH, χρησιμοποιήθηκαν για τη στήριξη της παραγωγής και την πώληση ανθρακίτη στο βιομηχανικό και οικιακό κλάδο, και ότι τα προϊόντα διατίθενται σε τιμές που δεν καλύπτουν το κόστος παραγωγής. Από τις διερευνήσεις της Επιτροπής, τις πωληθείσες ποσότητες ανθρακίτη και τις εφαρμοσθείσες τιμές συνάγεται ότι τμήμα των ανωτέρω ενισχύσεων - 13,55 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα, δηλαδή 3,75 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα για την επιχείρηση Sophia Jacoba GmbH και 9,8 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα για τη Preussag Anthrazit GmbH - προκάλεσε μη συμβιβαζόμενη με την κοινή αγορά στρέβλωση του ανταγωνισμού στην κοινοτική αγορά διαμετρημένου σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη που διατίθεται στο βιομηχανικό και οικιακό κλάδο, κατά παράβαση της αποφάσεως αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ. Οι επίμαχες επιχειρήσεις οφείλουν, κατά συνέπεια να επιστρέψουν τα ανωτέρω ποσά στη Γερμανία. Κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 της απόφασης 98/687/ΕΚΑΧ της Επιτροπής, της 10ης Ιουνίου 1998, σχετικά με τις γερμανικές ενισχύσεις υπέρ της βιομηχανίας εξόρυξης άνθρακα για το 1997 (16) η Επιτροπή ανέβαλε τη λήψη της απόφασής της για ενισχύσεις λειτουργίας ύψους 65 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων προς την επιχείρηση Preussag Anthrazit GmbH δυνάμει του άρθρου 3 της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ και για ενισχύσεις περιστολής δραστηριότητας ύψους 12 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων προς την επιχείρηση Sophia Jacoba GmbH δυνάμει του άρθρου 4 της ανωτέρω απόφασης δηλαδή ενισχύσεις συνολικού ύψους 77 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων. Επιφυλασσόμενη να αποφανθεί για τις εν λόγω καταβολές ενισχύσεων, η Επιτροπή έδειξε σαφώς ότι πιστεύει ότι με τα ποσά αυτά στηρίζεται η παραγωγή ανθρακίτη για το βιομηχανικό και οικιακό κλάδο στην Κοινότητα και ότι ο άνθρακας αυτός πωλείται σε τιμές που δεν καλύπτουν το κόστος παραγωγής. Με τις διερευνήσεις της Επιτροπής εδείχθη ότι τμήμα των ενισχύσεων αυτών, δηλαδή ποσό 6,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων προς την επιχείρηση Preussag Anthrazit GmbH, προκάλεσε μη συμβιβαζόμενη προς την κοινή αγορά στρέβλωση του ανταγωνισμού στην κοινοτική αγορά διαμετρημένου σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη που προορίζεται για το βιομηχανικό και οικιακό κλάδο, κατά παράβαση της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ. της Επιτροπής, η Γερμανία οφείλει να υποχρεώσει την επίμαχη εταιρεία να επιστρέψει το ποσό των 6,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων κατ' εφαρμογή του άρθρου 9 παράγραφος 5 της απόφασης. Το υπόλοιπο των ενισχύσεων που προορίζονταν για τις επιχειρήσεις Sophia Jacoba GmbH και Preussag Anthrazit GmbH για το έτος 1997 - 70,2 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα - μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν συμβιβάζεται προς τους στόχους της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ, και ιδίως τα άρθρα 3 και 4 της απόφασης, συνεκτιμώντας την αιτιολόγηση με βάση τα ανωτέρω άρθρα που δόθηκε στις ετήσιες αποφάσεις με τις οποίες εγκρίθηκαν τα χρηματοδοτικά μέτρα της Γερμανίας υπέρ του κλάδου εξόρυξης άνθρακα. Η Γερμανία υποστηρίζει την αρχή ότι οι καταβολές ενισχύσεων πρέπει να περιορίζονται στον παραγόμενο άνθρακα που προορίζεται για την ηλεκτροπαραγωγή και την κοινοτική χαλυβουργία, και αναλαμβάνει να διασφαλίσει ότι οι πωλήσεις διαμετρημένου σε μέγεθος καρυδιού ανθρακίτη στο βιομηχανικό και οικιακό κλάδο θα διενεργούνται σε τιμές που καλύπτουν το κόστος παραγωγής, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ: Άρθρο 1 Η ανερχόμενη στο ποσό των 3,75 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων ενίσχυση προς την επιχείρηση Sophia Jacoba GmbH και η ύψους 9,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων προς την επιχείρηση Preussag Anthrazit GmbH, που χορηγήθηκαν από τη Γερμανία δυνάμει της απόφασης αριθ. 96/560/ΕΚΑΧ χρησιμοποιήθηκαν αντικανονικά κατά παράβαση της ανωτέρω απόφασης. Άρθρο 2 Με την παρούσα εγκρίνεται η ενίσχύση ύψους 70,2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων που κατεβλήθη στον κλάδο εξόρυξης άνθρακα εκ μέρους της Γερμανίας για το έτος 1997 εν αναμονή απόφασης της Επιτροπής κατ' εφαρμογή των άρθρων 3 και 4 της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ, δηλαδή ενίσχυση για τη λειτουργία ύψους 58,2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων προς την επιχείρηση Preussag Anthrazit GmbH κατ' εφαρμογή του άρθρου 3 της απόφασης και ενίσχύση ύψους 12 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων προς την επιχείρηση Sophia Jacoba GmbH κατ' εφαρμογή του άρθρου 4 της απόφασης. Η καταβληθείσα από τη Γερμανία ενίσχυση ύψους 6,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων προς την επιχείρηση Preussag Anthrazit GmbH, εν αναμονή απόφασης της Επιτροπής, χρησιμοποιήθηκε αντικανονικά κατά παράβαση της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ. Άρθρο 3 Η Γερμανία αξιώνει από τις αποδέκτριες εταιρείες τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 και στο άρθρο 2 δεύτερo εδάφιο ποσά. Το ποσό της ενίσχυσης θα επιστραφεί σύμφωνα με τις διαδικασίες και τις διατάξεις της γερμανικής νομοθεσίας, ιδίως όσον αφορά τους τόκους υπερημερίας για οφειλές προς το Δημόσιο υπολογιζόμενους με βάση το επιτόκιο αναφοράς που χρησιμοποιείται κατά την εκτίμηση των περιφερειακών ενισχύσεων, από το χρόνο καταβολής της ενίσχυσης έως την πλήρη επιστροφή της. Άρθρο 4 Η Γερμανία θα γνωστοποιήσει στην Επιτροπή τα μέτρα που έλαβε για να συμμορφωθεί προς την παρούσα απόφαση, εντός δύο μηνών από την ημέρα δημοσίευσής της. Άρθρο 5 Κατά την ετήσια ανακοίνωση των πράγματι καταβληθεισών ενισχύσεων σύμφωνα με την παρούσα απόφαση, η Γερμανία διαβιβάζει το σύνολο των πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3 της απόφασης αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ, οι οποίες είναι αναγκαίες για να εξακριβωθούν τα κριτήρια των άρθρων 3 και 4 της απόφασης και η συμμόρφωση προς αυτήν. Άρθρο 6 Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Βρυξέλλες, 29 Ιουλίου 1998. Για την Επιτροπή Monika WULF-MATHIES Μέλος της Επιτροπής (1) ΕΕ L 329 της 30. 12. 1993, σ. 12. (2) ΕΕ C 258 της 23. 8. 1997, σ. 2. (3) ΕΕ L 297 της 30. 12. 1972, σ. 45. (4) Η κατάταξη του διαμετρημένου ανθρακίτη κυμαίνεται από μέγεθος κόκου 5/12 mm (καρύδι V, «σπειριά») έως μέγεθος κόκου 45/74 mm («μεγάλα καρύδια»). Η κατηγορία καρύδι IV αντιστοιχεί σε μέγεθος κόκου από 10/15 έως 14/22 mm. Ο χαρακτηρισμός καρύδι ΙΙ αφορά μέγεθος κόκου από 30/50 mm έως 35/55 mm. (5) Preussag Anthrazit GmbH, έκθεση της εταιρείας για το διάστημα Οκτώβριος 1994/Σεπτέμβριος 1995, σ. 13. (6) Sophia Jacoba GmbH, έκθεση της εταιρείας για το 1995, σ. 5. (7) Preussag Anthrazit GmbH, έκθεση της εταιρείας για το διάστημα Οκτώβριος 1995/Σεπτέμβριος 1996, σ. 13. (8) ΕΕ L 244 της 25. 9. 1996, σ. 15. (9) BGBI.1995 I, σ. 1638. (10) Ετήσιοι λογαριασμοί και κοινοποιήσεις κατάθεσης, παράρτημα στο ομοσπονδιακό ΦΕΚ αριθ. 85 της 8ης Μαΐου 1998. (11) Που έχει εκδόσει η κεντρική ένωση της γερμανικής βιομηχανίας εξόρυξης άνθρακα. (12) ΕΕ 6 της 4. 5. 1953, σ. 109/53. (13) ΕΕ L 184 της 4. 7. 1981, σ. 7. (14) Συλλογή 1994, σ. Ι-1209. (15) Συλλογή 1993, σελ. Ι-2097. (16) ΕΕ L 324 της 2. 12. 1998, σ. 30.