EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31997Y0228(01)

Ανακοίνωση της Επιτροπής - Μέθοδος υπολογισμού της χρηματικής ποινής που προβλέπεται από το άρθρο 171 της συνθήκης ΕΚ

ΕΕ C 63 της 28.2.1997, p. 2–4 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

31997Y0228(01)

Ανακοίνωση της Επιτροπής - Μέθοδος υπολογισμού της χρηματικής ποινής που προβλέπεται από το άρθρο 171 της συνθήκης ΕΚ

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 063 της 28/02/1997 σ. 0002 - 0004


ΜΕΘΟΔΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΗΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 171 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ (97/C 63/02)

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το παρόν έγγραφο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ανακοίνωσης σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 171 της συνθήκης ΕΚ (1) που ενέκρινε η Επιτροπή στις 5 Ιουνίου 1996 (εφεξής «η ανακοίνωση») της οποίας αποτελεί συνέχεια και συμπλήρωση.

Οι χρηματικές κυρώσεις που προτείνει η Επιτροπή στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων θα πρέπει να είναι προβλέψιμες από τα κράτη μέλη και να υπολογίζονται σύμφωνα με μια μέθοδο η οποία θα τηρεί τόσο την αρχή της αναλογικότητας όσο και την αρχή της ίσης μεταχείρισης των κρατών μελών. Είναι επίσης σημαντικό να υπάρχει μια σαφής και ομοιόμορφη μέθοδος, εφόσον η Επιτροπή θα πρέπει να εξηγήσει στο Δικαστήριο πώς υπολόγισε το προτεινόμενο ποσό.

Η μέθοδος που παρουσιάζεται εδώ περιορίζεται στον υπολογισμό της χρηματικής ποινής, την οποία η Επιτροπή θεωρεί ως το πλέον κατάλληλο μέσο για να επιτύχει τη συμμόρφωση το συντομότερο δυνατό (2). Η Επιτροπή προτίθεται πράγματι να χρησιμοποιήσει το άρθρο 171 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο προκειμένου να αναγκάσει το κράτος μέλος να συμμορφωθεί. Αυτό δε σημαίνει βέβαια ότι εγκαταλείπει τη δυνατότητα να ζητήσει την επιβολή ενός κατ' αποκοπήν ποσού (²) ή, όταν αυτό δικαιολογείται, να μην ζητήσει την επιβολή καμίας κύρωσης (3).

Όπως η ανακοίνωση αποτελεί το «πρωτόλειο» (4) μιας θεωρίας την οποία η Επιτροπή προτίθεται να αναπτύξει σταδιακά, οσάκις εφαρμόζει το άρθρο 171 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, ομοίως και η μέθοδος που παρουσιάζεται εδώ αποτελεί το πρώτο στάδιο καθορισμού γενικών κριτηρίων όσον αφορά τον προσδιορισμό του ποσού της χρηματικής ποινής, κριτήρια τα οποία η Επιτροπή θα αποσαφηνίσει περαιτέρω ανάλογα με την περίπτωση.

Η χρηματική ποινή που καλείται να καταβάλει το κράτος μέλος είναι το ποσό που υπολογίζεται ανά ημέρα υπερημερίας, και επιβάλλεται ως κύρωση λόγω μη εκτέλεσης απόφασης του Δικαστηρίου, υπολογίζεται από την ημέρα που γνωστοποιήθηκε στο εν λόγω κράτος μέλος η δεύτερη απόφαση του Δικαστηρίου μέχρι την ημέρα που το κράτος αυτό θα παύσει την παράβαση.

Αποτελεί δε ένα πρόσθετο δευτερεύον και άτυπο έσοδο της Κοινότητας.

Το ποσό της ημερήσιας χρηματικής ποινής υπολογίζεται κατά τον ακόλουθο τρόπο:

- ένα σταθερό βασικό ομοιόμορφο ποσό πολλαπλασιάζεται με έναν συντελεστή σοβαρότητας και έναν συντελεστή διάρκειας,

- το αποτέλεσμα που προκύπτει πολλαπλασιάζεται με έναν σταθερό συντελεστή ανά χώρα (τον συντελεστή n), ο οποίος υπολογίζεται με βάση τη δυνατότητα πληρωμής του κράτους μέλους και τον αριθμό των ψήφων που διαθέτει στο Συμβούλιο.

2. Ο ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΤΑΘΕΡΟΥ ΒΑΣΙΚΟΥ ΟΜΟΙΟΜΟΡΦΟΥ ΠΟΣΟΥ

Το σταθερό βασικό ομοιόμορφο ποσό είναι το κατ' αποκοπήν βασικό ποσό στο οποίο εφαρμόζονται οι πολλαπλασιαστικοί συντελεστές. Επιβάλλεται ως κύρωση λόγω παραβίασης της αρχής της νομιμότητας και της αποκλειστικής δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου που απαντάται σε όλες τις περιπτώσεις εφαρμογής του άρθρου 171. Προσδιορίζεται δε κατά τέτοιο τρόπο ώστε:

- η Επιτροπή να διαθέτει μεγάλα περιθώρια εκτίμησης κατά την εφαρμογή των πολλαπλασιαστικών συντελεστών,

- το ποσό να είναι λογικό και να μπορούν να το πληρώσουν όλα τα κράτη μέλη,

- το ποσό να είναι αρκετά υψηλό ώστε να διατηρείται επαρκής η πίεση στο κράτος μέλος, όποιο και αν είναι.

Το ποσό αυτό καθορίζεται σε 500 Ecu ημερησίως.

3. Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΩΝ

Οι πολλαπλασιαστικοί συντελεστές μπορούν να καταταγούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες (5): η σοβαρότητα της παράβασης (σημείο 3.1) και η διάρκεια της παράβασης (σημείο 3.2). Στο σημείο 4 γίνεται λόγος για την ανάγκη να έχει αποτρεπτικό χαρακτήρα η κύρωση να λαμβάνεται υπόψη η δυνατότητα πληρωμής του κράτους μέλους.

3.1. Η σοβαρότητα της παράβασης

Ασφαλώς, από αυστηρά νομική άποψη, η παράβαση είναι πάντα της ίδιας φύσεως: πρόκειται για μη συμμόρφωση με την απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία διαπιστώνεται παράβαση και παραβίαση του άρθρου 171 παράγραφος 1.

Εντούτοις, όσον αφορά τον καθορισμό του ποσού της χρηματικής κύρωσης η ανακοίνωση προβλέπει ότι η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη την σημασία των παραβιασθέντων κοινοτικών κανόνων που αποτέλεσε αντικείμενο της πρώτης απόφασης του Δικαστηρίου περί παραβάσεως (3.1.1) και τις επιπτώσεις της παράβασης στα γενικά και ατομικά συμφέροντα (3.1.2).

Προς το παρόν, η εκτίμηση της σοβαρότητας δεν αφορά συνεπώς την μη εκτέλεση της ίδιας της απόφασης η οποία «έχει πάντοτε μια ορισμένη βαρύτητα» (6) και η οποία έχει ήδη ληφθεί υπόψη κατά τον προσδιορισμό του σταθερού βασικού ομοιόμορφου ποσού.

3.1.1. Η σημασία των παραβιασθέντων κοινοτικών κανόνων

Είναι σαφές ότι, για να εκτιμηθεί η σοβαρότητα της αρχικής παράβασης, πρέπει να αξιολογηθεί η σημασία των κοινοτικών διατάξεων που απετέλεσαν αντικείμενο της παράβασης. Προς το σκοπό αυτό, η Επιτροπή θα λαμβάνει υπόψη περισσότερο το χαρακτήρα και τη σπουδαιότητα αυτών των διατάξεων από την ιεραρχική θέση του κανόνα ο οποίος απετέλεσε αντικείμενο της παράβασης (7).

Εξάλλου, πρέπει να ληφθεί υπόψη ενδεχομένως και το γεγονός ότι η απόφαση του Δικαστηρίου, προς την οποία δεν συμμορφώθηκε το κράτος μέλος εντάσσεται σε μια πάγια νομολογία (π.χ. όταν αυτή η απόφαση με την οποία διαπιστώνεται η παράλειψη αποτελεί συνέχεια μιας απόφασης για το ίδιο θέμα που εκδόθηκε στα πλαίσια ενός προδικαστικού ερωτήματος). Η σαφήνεια (ή ο αμφίβολος χαρακτήρας) του παραβιασθέντος κανόνα ενδέχεται να έχει καθοριστική σημασία (8).

Τέλος, πρέπει ενδεχομένως να ληφθεί υπόψη η περίπτωση που το κράτος μέλος, προκειμένου να συμμορφωθεί προς την απόφαση, έλαβε μέτρα που αυτό θεωρεί επαρκή ενώ η Επιτροπή τα θεωρεί ως μη ικανοποιητικά, περίπτωση διαφορετική από αυτή κατά την οποία ένα κράτος μέλος δε λαμβάνει κανένα μέτρο. Πράγματι, στη δεύτερη περίπτωση δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το κράτος μέλος έχει παραβιάσει το άρθρο 171 παράγραφος 1.

3.1.2. Οι επιπτώσεις της παράβασης στα γενικά και ατομικά συμφέροντα

Οι επιπτώσεις αυτές θα αξιολογηθούν ανάλογα με την περίπτωση (9). Τα ακόλουθα στοιχεία θα μπορούσε κανείς να τα αναφέρει ως παραδείγματα:

- η απώλεια ίδιων πόρων για την Κοινότητα,

- η επίπτωση της παράβασης στην λειτουργία της Κοινότητας,

- η σοβαρή ή ανεπανόρθωτη βλάβη της ανθρώπινης υγείας ή του περιβάλλοντος,

- η οικονομική ή μη οικονομική ζημία που υφίστανται οι ιδιώτες ή οι οικονομικοί φορείς, περιλαμβανομένης και της μη υλικής διάστασής της, όπως η προσβολή της προσωπικότητας,

- τα ποσά που έχουν σχέση με την παράβαση,

- το τυχόν οικονομικό όφελος που αντλεί το κράτος μέλος από τη μη συμμόρφωση προς την απόφαση του Δικαστηρίου,

- η σχετική σημασία της παράβασης, λαμβάνοντας υπόψη τον κύκλο εργασιών ή την προστιθέμενη αξία του ενδιαφερόμενου οικονομικού τομέα στο εν λόγω κράτος μέλος,

- ο αριθμός των ατόμων που εθίγησαν από αυτήν την παράβαση (η σοβαρότητα θα μπορούσε να θεωρηθεί μικρότερη εάν η παράβαση δεν αφορά το σύνολο του εν λόγω κράτους μέλους),

- η ευθύνη της Κοινότητας έναντι τρίτων χωρών,

- το γεγονός ότι πρόκειται για μεμονωμένη παράβαση ή, αντιθέτως, για υποτροπή (π.χ. συστηματική καθυστέρηση όσον αφορά την ενσωμάτωση των οδηγιών στο εσωτερικό δίκαιο σε έναν ορισμένο τομέα).

Το σταθερό βασικό ομοιόμορφο ποσό εξαρτάται από τη σοβαρότητα της παράβασης και για τον λόγο αυτό εφαρμόζεται συντελεστής από 1 μέχρι 20.

3.2. Η διάρκεια της παράβασης

Ως προς τη διάρκεια της παράβασης δεν περιλαμβάνεται η χρονική περίοδος μετά την δεύτερη απόφαση του δικαστηρίου, την οποία δεν μπορούν προφανώς να γνωρίζουν ούτε η Επιτροπή ούτε το Δικαστηρίο και η οποία λαμβάνεται υπόψη λόγω του γεγονότος ότι η χρηματική ποινή θα επιβάλλεται επί όσο διάστημα συνεχίζεται και η παράβαση εκ μέρους του κράτους μέλους.

Για τον υπολογισμό της χρηματικής ποινής λαμβάνεται υπόψη η διάρκεια της παράβασης από την ημερομηνία της έκδοσης της πρώτης απόφασης του Δικαστηρίου. Πράγματι, το άρθρο 171 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο προβλέπει ότι πρέπει να επιβάλλονται κυρώσεις στο κράτος μέλος το οποίο «δεν έλαβε τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της απόφασης του Δικαστηρίου εντός της προθεσμίας που όρισε η Επιτροπή . . .».

Μεταξύ της πρώτης απόφασης και της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 171 παράγραφος 2 ενδέχεται να περάσουν πολλά χρόνια (10). Η Επιτροπή θα μπορούσε να λάβει υπόψη της, στην πρότασή της για την επιβολή χρηματικής ποινής, το γεγονός ότι δεν έλαβε απάντηση ή έλαβε καθυστερημένα απάντηση με άλλα λόγια την καθυστέρηση της διαδικασίας που προκάλεσε το κράτος μέλος. Η καθυστέρηση αυτή θα ληφθεί υπόψη υπό την μορφή πολλαπλασιαστικού συντελεστή που θα εφαρμοστεί στο σταθερό βασικό ομοιόμορφο ποσό.

Το σταθερό βασικό ομοιόμορφο ποσό επηρεάζεται από τη διάρκεια της παράβασης και, για το λόγο αυτό, εφαρμόζεται πολλαπλασιαστικός συντελεστής από 1 μέχρι 3.

4. ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΥΠΟΨΗ Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΤΟΥ ΕΝ ΛΟΓΩ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ

Το ύψος της ποινής θα πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να προσδίδει στην κύρωση ταυτόχρονα ανάλογο και αποτρεπτικό χαρακτήρα.

Ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της κύρωσης έχει διττό σκοπό. Η χρηματική ποινή θα πρέπει να είναι αρκετά μεγάλη ώστε:

- να αναγκαστεί το κράτος μέλος να συμμορφωθεί και να παύσει την παράβαση (κατά συνέπεια θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη από το όφελος που αντλεί το κράτος μέλος από την παράβαση),

- να αποτραπεί το ενδεχόμενο υποτροπής εκ μέρους του κράτους μέλους.

Η ανάγκη εξασφάλισης αποτρεπτικού χαρακτήρα στην κύρωση αποκλείει οποιαδήποτε κύρωση με καθαρά συμβολικό χαρακτήρα (11). Η χρηματική ποινή θα πρέπει να αποτελεί επαρκή πίεση για το κράτος μέλος ώστε να το εξαναγκάσει να συμμορφωθεί. Η κύρωση πρέπει να έχει «πρακτική αποτελεσματικότητα» (11).

Το αποτρεπτικό αποτέλεσμα εκφράζεται με την εφαρμογή ενός συντελεστή n ο οποίος είναι ίσος με την γεωμετρική μέση τιμή που υπολογίζεται με βάση το ακαθάριστο εθνικό προϊόν (ΑΕΠ) του εν λόγω κράτους μέλους και με τη στάθμιση των ψήφων στο Συμβούλιο (12). Διαπιστώνουμε ότι ο συντελεστής n συνδυάζει τη δυνατότητα πληρωμής κάθε κράτους -που εκφράζεται με το ΑΕΠ του κράτους αυτού- με τον αριθμό των ψήφων που διαθέτει στο Συμβούλιο. Ο τύπος που προκύπτει μας δίνει λογική απόκλιση (από 1,0 μέχρι 26,4) μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών.

Ο συντελεστής η ανά κράτος μέλος έχει την ακόλουθη τιμή:

Βέλγιο: 6,2

Δανία: 3,9

Γερμανία: 26,4

Ελλάδα: 4,1

Ισπανία: 11,4

Γαλλία: 21,1

Ιρλανδία: 2,4

Ιταλία: 17,7

Λουξεμβούργο: 1,0

Κάτω Χώρες: 7,6

Αυστρία: 5,1

Πορτογαλία: 3,9

Φινλανδία: 3,3

Σουηδία: 5,2

Ηνωμένο Βασίλειο: 17,8.

Για τον υπολογισμό του ποσού της ημερήσιας χρηματικής ποινής που πρέπει να επιβληθεί σε ένα κράτος μέλος, πολλαπλασιάζεται το αποτέλεσμα που προέκυψε από την εφαρμογή των συντελεστών σοβαρότητας και διάρκειας στο σταθερό βασικό ομοιόμορφο ποσό με τον συντελεστή n (αμετάβλητος) του εν λόγω κράτους μέλους. Η Επιτροπή επιφυλάσσεται εντούτοις του δικαιώματος να προσαρμόσει αυτόν τον συντελεστή, εάν προκύψουν σημαντικές διαφορές σε σχέση με τη πραγματική κατάσταση ή εάν τροποποιηθεί η στάθμιση των ψήφων στο Συμβούλιο.

Η μέθοδος υπολογισμού που καθορίζεται κατ' αυτό τον τρόπο συνοψίζεται στον ακόλουθο γενικό τύπο:

Ηχπ = (Σβπ Χ Σσ Χ Σδ) Χ n

όπου: Ηχπ: ημερήσια χρηματική ποινή 7 Σβπ: σταθερό βασικό ομοιόμορφο ποσό 7 Σσ: συντελεστής σοβαρότητας 7 Σδ: συντελεστής διάρκειας 7 n: συντελεστής που λαμβάνει υπόψη τη δυνατότητα πληρωμής του εν λόγω κράτους μέλους.

(1) ΕΕ αριθ. C 242 της 21. 8. 1996, σ. 6.

(2) Ανακοίνωση, σημείο 4.

(3) Ανακοίνωση, σημείο 3.

(4) Ανακοίνωση, σημείο 2.

(5) Ανακοίνωση, σημείο 5.

(6) Ανακοίνωση, σημείο 6.

(7) Ανακοίνωση, σημείο 6.1.

(8) Το κράτος μέλος που παραβιάζει έναν σαφή κανόνα ή την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου διαπράττει σοβαρότερη παράβαση από αυτό που εφαρμόζει έναν ασαφή ή περίπλοκο κοινοτικό κανόνα ο οποίος δεν υπεβλήθη ποτέ στο Δικαστήριο για ερμηνεία ή για την αξιολόγηση του κύρους του. Βλέπε σχετικά τη νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με την ευθύνη των κρατών μελών λόγω παραβίασης του κοινοτικού δικαίου και ειδικά την απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Μαρτίου 1996, υπόθεση C-392/93, British Telecommunications, Συλλογή 1996, Ι-1631.

(9) Ανακοίνωση, σημείο 6.2.

(10) Ανακοίνωση, σημείο 7.

(11) Ανακοίνωση, σημείο 8.

(12) Αυτή η μέση τιμή υπολογίζεται ως εξής: ο συντελεστής n είναι μια γεωμετρική μέση τιμή η οποία προκύπτει από τον ακόλουθο τύπο:

>ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

&raΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

όπου:

ΑΕΠ n = Το ΑΕΠ του εν λόγω κράτους μέλους σε εκατομμύρια Ecu.

ΑΕΠ ελάχιστο = Το μικρότερο ΑΕΠ μεταξύ των 15 κρατών μελών.

Ψήφοι n = Αριθμός των ψήφων που διαθέτει κάθε κράτος μέλος στο Συμβούλιο σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο άρθρο 148 της συνθήκης ΕΚ.

Ελάχιστοι ψήφοι = Ο μικρότερος αριθμός ψήφων μεταξύ των 15 κρατών μελών.

Top