Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31997D0320

97/320/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής 23ης Απριλίου 1997 που τροποποιεί τις αποφάσεις με τις οποίες εγκρίνονται τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης, τα ενιαία έγγραφα προγραμματισμού και οι κοινοτικές πρωτοβουλίες, οι οποίες λαμβάνονται αναφορικά με τις Κάτω Χώρες (Το κείμενο στην ολλανδική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

ΕΕ L 146 της 5.6.1997, p. 7–8 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/1997/320/oj

31997D0320

97/320/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής 23ης Απριλίου 1997 που τροποποιεί τις αποφάσεις με τις οποίες εγκρίνονται τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης, τα ενιαία έγγραφα προγραμματισμού και οι κοινοτικές πρωτοβουλίες, οι οποίες λαμβάνονται αναφορικά με τις Κάτω Χώρες (Το κείμενο στην ολλανδική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 146 της 05/06/1997 σ. 0007 - 0008


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 23hj Απριλίου 1997 που τροποποιεί τις αποφάσεις με τις οποίες εγκρίνονται τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης, τα ενιαία έγγραφα προγραμματισμού και οι κοινοτικές πρωτοβουλίες, οι οποίες λαμβάνονται αναφορικά με τις Κάτω Χώρες (Το κείμενο στην ολλανδική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (97/320/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2052/88 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1988, για την αποστολή των διαρθρωτικών ταμείων, την αποτελεσματικότητά τους και το συντονισμό των παρεμβάσεών τους μεταξύ τους, καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των άλλων υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων (1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3193/94 (2), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 5 τέταρτο εδάφιο, το άρθρο 9 παράγραφος 9 τρίτο εδάφιο, το άρθρο 10 παράγραφος 3.3 τρίτο εδάφιο, το άρθρο 11, και το άρθρο 11α παράγραφος 6 τρίτο εδάφιο,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 4253/88 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1988, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2052/88 όσον αφορά το συντονισμό των παρεμβάσεων των διαφόρων διαρθρωτικών ταμείων μεταξύ τους, καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των λοιπών υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων (3), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3193/94, και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 3, το άρθρο 10 παράγραφος 1 τελευταίο εδάφιο, το άρθρο 11, και το άρθρο 14 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας:

ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 4254/88 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1988, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2052/88 όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (4), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2083/93 (5), καθορίζει στο πρώτο άρθρο του τις ενέργειες στη χρηματοδότηση των οποίων μπορεί να συμμετέχει το ΕΤΠΑ 7

ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 4255/88 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1988, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2052/88 όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (6), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2084/93 (7), καθορίζει στο πρώτο άρθρο του τις ενέργειες στη χρηματοδότηση των οποίων μπορεί να συμμετέχει το ΕΚΤ και στο άρθρο 2 τις επιλέξιμες δαπάνες 7

ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 4256/88 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1988, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2052/88 όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), τμήμα Προσανατολισμού (8), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2085/93 (9), καθορίζει στο πρώτο άρθρο του τις ενέργειες στη χρηματοδότηση των οποίων μπορεί να συμμετέχει το ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού 7

ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2080/93 του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1993, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2052/88 όσον αφορά το χρηματοδοτικό μέσο προσανατολισμού της αλιείας (10), καθορίζει στο πρώτο άρθρο του τις ενέργειες στη χρηματοδότηση των οποίων μπορεί να συμμετέχει το ΧΜΠΑ και στο άρθρο 5, καθώς και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3699/93 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1993, περί καθορισμού των κριτηρίων και όρων των κοινοτικών παρεμβάσεων διαρθρωτικού χαρακτήρα στον τομέα της αλιείας, της υδατοκαλλιέργειας και της μεταποίησης και εμπορίας των προϊόντων τους (11), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 25/97 (12), τα κριτήρια και τους όρους των παρεμβάσεων 7

ότι το Συμβούλιο Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων (Ecofin) της 11ης Μαρτίου 1996, στις διαβουλεύσεις του όσον αφορά την απαλλαγή για τον προϋπολογισμό του 1994, ζήτησε στις αιτιολογικές σκέψεις του να εξαλειφθεί κάθε πηγή αβεβαιότητας όσον αφορά την επιλεξιμότητα των δαπανών, ώστε να διασφαλισθεί η βέλτιστη χρήση των κοινοτικών πόρων, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς (13) 7 ότι, με στόχο τη διευκρίνιση της κατάστασης όσον αφορά την επιλεξιμότητα των δαπανών, τόσο για τα κράτη μέλη όσο για τους δικαιούχους, πρέπει να ενσωματωθεί το επισυναπτόμενο παράρτημα, εκπονηθέν σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, στις διάφορες αποφάσεις για την έγκριση των κοινοτικών πλαισίων στήριξης, των ενιαίων εγγράφων προγραμματισμού και των προγραμμάτων κοινοτικών πρωτοβουλιών που εφαρμόζονται τώρα 7

ότι, προκειμένου να τηρηθεί η αρχή της θεμιτής εμπιστοσύνης, στα ήδη επιλεγέντα σχέδια μπορούν να εφαρμοστούν μόνο οι διατάξεις του παραρτήματος αυτού που δεν επιβάλλουν καμία νέα επιβάρυνση ή όρο στα κράτη μέλη ή στους δικαιούχους 7

ότι η Επιτροπή θα εφαρμόσει την παρούσα απόφαση σεβόμενη απολύτως τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις θεσμικές, νομικές και χρηματοοικονομικές αρμοδιότητες των κρατών μελών στο πλαίσιο της εταιρικής σχέσης 7

ότι η παρούσα απόφαση είναι σύμφωνη με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης των γεωργικών διαρθρώσεων και της ανάπτυξης της υπαίθρου και με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής των διαρθρώσεων αλιείας 7

Μετά από διαβούλευση της επιτροπής για την ανάπτυξη και τη μετατροπή των περιφερειών και της επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 124 της συνθήκης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1. Το παράρτημα της παρούσας απόφασης (14) αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των αποφάσεων για την έγκριση των κοινοτικών πλαισίων στήριξης, των ενιαίων εγγράφων προγραμματισμού και των προγραμμάτων κοινοτικών πρωτοβουλιών.

2. Στο μέτρο που οι διατάξεις αυτού του παραρτήματος επιβάλλουν νέες ή συμπληρωματικές επιβαρύνσεις ή όρους στα κράτη μέλη ή στους δικαιούχους, δεν εφαρμόζονται παρά στις επενδύσεις, στις ενέργειες, στα μέτρα και στα σχέδια που αποτελούν μέρος των παρεμβάσεων οι οποίες αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο και επιλέγονται μετά την 1η Μαΐου 1997.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών.

Βρυξέλλες, 23 Απριλίου 1997.

Για την Επιτροπή

Anita GRADIN

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ αριθ. L 185 της 15. 7. 1988, σ. 9.

(2) ΕΕ αριθ. L 337 της 24. 12. 1994, σ. 11.

(3) ΕΕ αριθ. L 374 της 31. 12. 1988, σ. 1.

(4) ΕΕ αριθ. L 374 της 31. 12. 1988, σ. 15.

(5) ΕΕ αριθ. L 193 της 31. 7. 1993, σ. 34.

(6) ΕΕ αριθ. L 374 της 31. 12. 1988, σ. 21.

(7) ΕΕ αριθ. L 193 της 31. 7. 1993, σ. 39.

(8) ΕΕ αριθ. L 374 της 31. 12. 1988, σ. 25.

(9) ΕΕ αριθ. L 193 της 31. 7. 1993, σ. 44.

(10) ΕΕ αριθ. L 193 της 31. 7. 1993, σ. 1.

(11) ΕΕ αριθ. L 346 της 31. 12. 1993, σ. 1.

(12) ΕΕ αριθ. L 6 της 10. 1. 1997, σ. 7.

(13) Σύσταση του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 1996 όσον αφορά την απαλλαγή 1994, σημείο 3 κεφάλαιο 4 (ΕΤΠΑ).

(14) Βλέπε σ. 31 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Δελτία σχετικά με την επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Δελτίο αριθ. 1

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ «ΤΕΛΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥ» ΤΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Οι «τελικοί δικαιούχοι» είναι:

- οι δημόσιοι ή ιδιωτικοί οργανισμοί ή επιχειρήσεις που είναι αρμόδιοι για την ανάθεση των έργων (εργολήπτες)

- για τα καθεστώτα ενισχύσεων και για τις χορηγήσεις ενισχύσεων που πραγματοποιούν οι οργανισμοί που ορίζονται από τα κράτη μέλη, οι οργανισμοί που χορηγούν τις ενισχύσεις.

Οι εν λόγω οργανισμοί προβαίνουν στη συλλογή των δημοσιονομικών πληροφοριών (κατάσταση εξοφληθέντων τιμολογίων ή λογιστικά έγγραφα ίσης αποδεικτικής αξίας).

(Σημείο 6 των χρηματοδοτικών διατάξεων για τις μορφές παρέμβασης).

Οι τελικοί δικαιούχοι ή οι κατηγορίες τελικών δικαιούχων στο πλαίσιο των κανονισμών και του σημείου 6 των διατάξεων δημοσιονομικής εκτέλεσης, θα πρέπει να προσδιορίζονται στο πλαίσιο του μέτρου ή, ενδεχομένως του υπομέτρου, σε όλα τα έγγραφα προγραμματισμού που υποβάλλονται στην Επιτροπή για λήψη απόφασης και έγκριση.

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ

1. Μέτρα που συνεπάγονται τη χορήγηση μεμονωμένων ποσών χαμηλού ύψους σε ένα μεγάλο αριθμό μικρών ιδιωτικών έργων

1.1. Κατά τη λειτουργική εφαρμογή, για πρακτικούς λόγους, όταν η δράση αφορά τη χορήγηση μεμονωμένων ποσών σε ένα μεγάλο αριθμό μικρών έργων (τα οποία δεν συμπεριλαμβάνονται σε ένα καθεστώς ενίσχυσης), η έννοια του τελικού δικαιούχου εφαρμόζεται στον τελευταίο οργανισμό ο οποίος είναι υπεύθυνος για την καταβολή των κονδυλίων στα εν λόγω έργα.

Για παράδειγμα:

- όσον αφορά το ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού: δράσεις οι οποίες συγχρηματοδοτούνται δυνάμει των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 και (ΕΟΚ) αριθ. 867/90 και παρόμοιες δράσεις,

- χρηματοδοτικό μέσο προσανατολισμού της αλιείας (ΧΜΠΑ): δράσεις οι οποίες συγχρηματοδοτούνται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3699/93 του Συμβουλίου και παρόμοιες δράσεις οι οποίες συγχρηματοδοτούνται δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 866/90.

1.2. Στην ειδική περίπτωση της κοινοτικής πρωτοβουλίας Leader, οι ομάδες τοπικής δράσης (ΟΤΔ) θεωρούνται ως οι τελικοί δικαιούχοι, αντί των αγροτικών φορέων οι οποίοι προωθούν τα χρηματοδοτούμενα έργα, και τούτο για την έννοια της ανάληψης υποχρεώσεων, η οποία πρέπει να ληφθεί υπόψη. Πάντως, οι δαπάνες οι οποίες λαμβάνονται υπόψη είναι εκείνες οι οποίες πράγματι βαρύνουν τους εν λόγω γεωργικούς φορείς οι οποίοι προωθούν τα συγχρηματοδοτούμενα έργα (και όχι οι πληρωμές των ΟΤΔ στα εν λόγω έργα).

2. Καθεστώτα ενίσχυσης (1) και ενισχύσεις οι οποίες χορηγούνται από τους ορισθέντες οργανισμούς

Σύμφωνα με το γενικό κανόνα, στην περίπτωση των καθεστώτων ενίσχυσης και των ενισχύσεων που χορηγούνται από τους οργανισμούς οι οποίοι έχουν ορισθεί από τα κράτη μέλη, τελικοί δικαιούχοι είναι οι οργανισμοί οι οποίοι χορηγούν τις ενισχύσεις, ανεξάρτητα από τις ενδεχόμενες χρηματοοικονομικές μεταφορές που πραγματοποιούν οι ενδιάμεσοι. Συνεπώς, οι «πραγματοποιηθείσες δαπάνες» είναι οι πληρωμές οι οποίες έχουν διενεργηθεί σε κάθε τελικό δέκτη της ενίσχυσης (τελικός αποδέκτης), ανεξάρτητα από τις χρηματοοικονομικές μεταφορές που αναφέρονται παραπάνω.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΚΤ

Στο πλαίσιο του ΕΚΤ, τελικός δικαιούχος είναι ο δημόσιος ή ιδιωτικός οργανισμός (ή επιχείρηση) που είναι επιφορτισμένος με την οργάνωση και την υλοποίηση των ενεργειών που περιγράφονται στο άρθρο 1 του κανονισμού ΕΚΤ.

Όταν οι ενέργειες δεν υλοποιούνται (εν μέρει ή συνολικά) άμεσα από τον τελικό δικαιούχο, αλλά ανατίθενται ως «υπεργολαβία» σε κατώτερο επίπεδο, ο δημόσιος ή ιδιωτικός οργανισμός που αναθέτει την «υπεργολαβία» παραμένει ο τελικός δικαιούχος και είναι επομένως υπεύθυνος για όλες τις δαπάνες τις σχετικές με την υλοποίηση των ενεργειών.

Πηγές

- Κανονισμός πλαίσιο [άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο γ)].

- Συντονιστικός κανονισμός (άρθρο 21 παράγραφος 3).

- Κανονισμός ΕΤΠΑ (άρθρο 6).

- Διατάξεις δημοσιονομικής εκτέλεσης (σημεία 6, 7, 10, 13, 14).

- Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 92).

Δελτίο αριθ. 2

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΕΠΙΛΕΞΙΜΟΤΗΤΑΣ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

1. Αρχικό χρονικό όριο επιλεξιμότητας

1.1. Η αρχική προθεσμία της επιλεξιμότητας καθορίζεται στις κανονιστικές ρυθμίσεις, αποκλειστικά όσον αφορά τις δαπάνες στις οποίες πράγματι προέβησαν οι τελικοί δικαιούχοι.

1.2. Δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 15 παράγραφος 2 του συντονιστικού κανονισμού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 33, αρχική ημερομηνία επιλεξιμότητας των δαπανών που βάρυναν πραγματικά τον τελικό δικαιούχο είναι η ημερομηνία παραλαβής της αντίστοιχης αίτησης συνδρομής του κράτους μέλους.

1.3. Η ρύθμιση δεν ορίζει αρχικό όριο όσον αφορά τις αναλήψεις υποχρεώσεων.

1.4. Όσον αφορά τα έργα για τα οποία αναλήφθηκαν υποχρεώσεις πριν την ημερομηνία έναρξης της μορφής παρέμβασης (ΜΠ), δηλαδή την ημερομηνία παραλαβής από την Επιτροπή της αντίστοιχης αίτησης συνδρομής του κράτους μέλους, η Επιτροπή θεωρεί ως επιλέξιμες τις δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για τα εν λόγω έργα/δράσεις, με τον όρο ότι:

- οι εν λόγω δαπάνες δεν πραγματοποιήθηκαν πριν την ημερομηνία παραλαβής από την Επιτροπή της αντίστοιχης αίτησης συνδρομής (άρθρο 15 παράγραφος 2 του συντονιστικού κανονισμού),

- τα εν λόγω έργα/δράσεις συμπεριλαμβάνονται νομότυπα (δηλαδή έχουν αποφασιστεί από την αρχή η οποία έχει ορισθεί για την εκτέλεση της ΜΠ) στη ΜΠ πριν την τελική ημερομηνία των αναλήψεων υποχρεώσεων.

1.5. Η έκτακτη αναδρομικότητα η οποία προβλέπεται στο άρθρο 33 του συντονιστικού κανονισμού εφαρμόζεται στις αιτήσεις συνδρομής οι οποίες παραλήφθηκαν μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 1994 και 30ής Απριλίου 1994 (μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 1995 και 30ής Απριλίου 1995 για τα νέα κράτη μέλη).

Η αναδρομικότητα προβλέπεται, επίσης, σε ειδική μεταβατική διάταξη του άρθρο 19 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 του Συμβουλίου. Η εν λόγω διάταξη ορίζει ότι οι διατάξεις του άρθρου 15 παράγραφος 2 του συντονιστικού κανονισμού δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση κατά την οποία ορισμένα μέτρα, τα οποία έχουν υποβληθεί χωρίς όμως να έχουν λάβει ενίσχυση κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου προγραμματισμού, συμπεριλαμβάνονται στα προγράμματα του 1994-1999.

Εξάλλου, παρόμοιες διατάξεις αναφορικά με την αναδρομικότητα εφαρμόζονται, επίσης, σε έργα τα οποία υποβλήθηκαν στο πλαίσιο των κανονισμών το Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 4028/86 και (ΕΟΚ) αριθ. 4042/89, σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2080/90 ΧΜΠΑ της Επιτροπής.

Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, εφαρμόζεται ο γενικός κανόνας, δηλαδή η επιλεξιμότητα αρχίζει την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης ενίσχυσης, έστω και εάν η ημερομηνία αυτή προηγείται της 1ης Ιανουαρίου 1994 (αρχή της τρέχουσας περιόδου προγραμματισμού), ή την 1η Ιανουαρίου 1997 (2η περίοδος του στόχου 2).

2. Τελικό χρονικό όριο επιλεξιμότητας

2.1. Η ημερομηνία λήξης της προθεσμίας για τις δεσμεύσεις αναφέρεται ρητά στην απόφαση της Επιτροπής περί εγκρίσεως της ΜΠ και αναφέρεται στις νομικές δεσμεύσεις και τις αναλήψεις υποχρεώσεων για χρηματοδότηση (βλέπε το δελτίο σχετικά με την έννοια της δέσμευσης). Αυτή η προθεσμία όσον αφορά τις δεσμεύσεις μπορεί να παραταθεί από την Επιτροπή μετά από ρητή και δεόντως αιτιολογημένη αίτηση του κράτους μέλους.

2.2. Η ημερομηνία λήξης της προθεσμίας προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι δαπάνες ορίζεται σαφώς, επίσης, στην εν λόγω απόφαση και αναφέρεται στις πληρωμές τις οποίες πραγματοποίησαν οι τελικοί δικαιούχοι (σημείο 5 των διατάξεων δημοσιονομικής εκτέλεσης) και, κατά συνέπεια, δεν αφορά τη συμβολή των εθνικών αρχών στους τελικούς δικαιούχους. Η εν λόγω ημερομηνία λήξης της προθεσμίας διενέργειας των πληρωμών μπορεί να παραταθεί από την Επιτροπή μετά από ρητή και δεόντως αιτιολογημένη αίτηση του κράτους μέλους.

3. Αλλες πτυχές

3.1. Σύμφωνα με το άρθρο 15 και το άρθρο 21 παράγραφος 4 του συντονιστικού κανονισμού, το κράτος μέλος οφείλει, κατά τη δήλωση των δαπανών, να βεβαιώσει ότι οι εν λόγω προθεσμίες έχουν τηρηθεί.

3.2. Όταν η εκτέλεση ενός έργου επεκτείνεται σε δύο περιόδους προγραμματισμού, πρέπει να διενεργείται σαφής περιγραφή του έργου για κάθε μία από τις εν λόγω περιόδους και το έργο πρέπει να διαιρείται σε δύο σαφώς διακεκριμένα στάδια, όσον αφορά το φυσικό αντικείμενο, εάν είναι δυνατόν, και τη λογιστική, τα οποία να αντιστοιχούν στις δύο σχετικές ΜΠ, προκειμένου να διασφαλίζεται η διαφάνεια της εκτέλεσης και παρακολούθησης και να διευκολύνεται ο έλεγχος.

3.3. Η Επιτροπή μπορεί, στα πλαίσια της εταιρικής σχέσης, να ορίσει διατάξεις που αφορούν την περίοδο επιλεξιμότητας ειδικότερες από τις ανωτέρω προβλεπόμενες.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΚΤ:

Δάπανες οι οποίες δεν έχουν ακόμη πραγματοποιηθεί κατά το ετήσιο κλείσιμο της δόσης

Δεδομένου ότι το ΕΚΤ πραγματοποιεί ετήσιο κλείσιμο των δόσεων, μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι τα τιμολόγια τα οποία αντιστοιχούν σε ορισμένες τρέχουσες δαπάνες (για παράδειγμα, φωταέριο, ηλεκτρικό ρεύμα, τηλέφωνο, κ.λπ.) μπορεί να γίνουν δεκτά μετά τη λήξη του ημερολογιακού έτους για την πληρωμή του υπολοίπου, εάν τα εν λόγω τιμολόγια έχουν πράγματι εξοφληθεί από τον τελικό δικαιούχο πριν την επόμενη υποβολή της αίτησης τελικής πληρωμής από το κράτος μέλος (σε μια προθεσμία έξι μηνών).

Πηγές

- Δημοσιονομικός κανονισμός (άρθρο 1 παράγραφος 7).

- Συντονιστικός κανονισμός (ιδιαίτερα το άρθρο 15 παράγραφος 2, και το άρθρο 33 παράγραφος 2).

- Διατάξεις δημοσιονομικής εκτέλεσης.

- Αποφάσεις χορήγησης της ενίσχυσης της Επιτροπής.

Δελτίο αριθ. 3

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΙΣΧΥΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Οι «δεσμευτικές νομικές διατάξεις» και οι «δεσμεύσεις των απαραίτητων χρηματοδοτικών μέσων» είναι αποφάσεις οι οποίες λαμβάνονται από τους τελικούς δικαιούχους όσον αφορά την εκτέλεση των επιλέξιμων πράξεων και τη διάθεση των αντίστοιχων δημόσιων κονδυλίων (σημείο 4 των διατάξεων δημοσιονομικής εκτέλεσης).

Η ανάληψη υποχρέωσης σε επίπεδο κράτους μέλους πρέπει να ορισθεί ως υποχρέωση η οποία έχει αναληφθεί από τον τελικό δικαιούχο. Αυτή η ανάληψη υποχρέωσης πρέπει να είναι νομικά δεσμευτική και να συνοδεύεται από χρηματοδοτική ανάληψη υποχρέωσης, δηλαδή ανάληψη υποχρέωσης της απαραίτητης δημόσιας δαπάνης.

Στην περίπτωση καθεστώτων κρατικών ενισχύσεων (ή παρομοίων καταστάσεων, όπως για παράδειγμα, η χορήγηση ενίσχυσης σε ένα μεγάλο αριθμό μεμονωμένων ιδιωτικών μικροέργων), ή η χορήγηση ενισχύσεων οι οποίες διενεργούνται από οργανισμούς που έχουν ορισθεί από τα κράτη μέλη, η ημερομηνία νομικής δέσμευσης είναι η ημερομηνία έκδοσης της απόφασης από τον οργανισμό ο οποίος χορηγεί την ενίσχυση. Η απόφαση αυτή ορίζει τους διάφορους αποδέκτες της ενίσχυσης και το ποσό το οποίο χορηγείται σε καθένα.

Οι παραπάνω ορισμοί οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες των θεσμικών οργανισμών και των διοικητικών διαδικασιών κάθε κράτους μέλους, καθώς και τη φύση των ενεργειών.

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ

- ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού

α) Ανάληψη υποχρέωσης στις ειδικές περιπτώσεις των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 και (ΕΟΚ) αριθ. 867/90

Ο δημόσιος οργανισμός στον οποίο έχει ανατεθεί η καταβολή των κονδυλίων σε κάθε χωριστό έργο, όσον αφορά γενικά τις ΜΜΕ, θεωρείται ως ο τελικός δικαιούχος και οι αναλήψεις υποχρεώσεων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο επίπεδό του. Πράγματι, τα επιχειρησιακά προγράμματα τα οποία υιοθετούνται στο πλαίσιο των εν λόγω κανονισμών αφορούν τις ενισχύσεις που χορηγούνται σε επιχειρήσεις ή συνεταιρισμούς που, στην πλειοψηφία τους, είναι ΜΜΕ. Κατά γενικό κανόνα, τα μεμονωμένα ποσά είναι χαμηλού ύψους και ο ενδιάμεσος οργανισμός διαχείρισης στον οποίο ανατίθεται η διαχείρισή τους ορίζεται σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Κατά συνέπεια, θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο ο αρμόδιος οργανισμός να ελέγχει την ύπαρξη ή όχι της ανάληψης υποχρέωσης εκ μέρους των δικαιούχων του έναντι των προμηθευτών/κατασκευαστών τους. Αντίθετα, η χορήγηση των δημοσίων ενισχύσεων είναι επαληθεύσιμη.

β) Ελάχιστοι όροι για την αιτιολόγηση συγκεκριμένων περιπτώσεων εκτός εκείνων που προβλέπονται από τους κανονισμούς (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 και (ΕΟΚ) αριθ. 867/90

Αναφορικά με τις δράσεις που συγχρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού και το ΧΜΠΑ, όπως συμφωνήθηκε και για τους κανονισμούς (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 και (ΕΟΚ) αριθ. 867/90, η μοναδική υποχρέωση που αναλαμβάνεται έναντι ενός ενδιαμέσου οργανισμού διαχείρισης αποτελεί, επίσης, ανάληψη υποχρέωσης και για το σύνολο των μικρών τελικών δικαιούχων. Όμως, η μοναδική αυτή ανάληψη υποχρέωσης πρέπει να πληροί τους ακόλουθους ελάχιστους όρους προκειμένου να καταστεί δυνατό να προσδιοριστεί με σαφήνεια: ένδειξη λήψης τυπικής απόφασης με ημερομηνία και ρητή αναφορά στα έργα, τα ποσά, και τους συγκεκριμένους δικαιούχους οι οποίοι πρόκειται να χρηματοδοτηθούν.

- ΧΜΠΑ

Βλέπε παραπάνω τις λεπτομέρειες αναφορικά με το ΕΓΤΠΑ - τμήμα Προσανατολισμού, στοιχείο β).

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΤΠΑ

Στην περίπτωση κυρίων έργου οι οποίοι είναι ιδιωτικοί οργανισμοί ή επιχειρήσεις, ημερομηνία της νομικής δέσμευσης είναι η ημερομηνία δημιουργίας υποχρεωτικού νομικού δεσμού, ο οποίος καθορίζει την εκτέλεση των εργασιών (για παράδειγμα, ανάθεση εντολής).

Πηγές

- Αποφάσεις της Επιτροπής για τη χορήγηση συνδρομής (βλέπε άρθρο σχετικά με την ημερομηνία κλεισίματος της παρέμβασης).

- Διατάξεις δημοσιονομικής εκτέλεσης (σημεία 4 και 6).

Δελτίο αριθ. 4

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Οι «πραγματοποιηθείσες δαπάνες» πρέπει να αντιστοιχούν σε πληρωμές που πραγματοποίησαν οι τελικοί δικαιούχοι οι οποίες δικαιολογούνται με εξοφληθέντα τιμολόγια ή λογιστικά δικαιολογητικά ίσης αποδεικτικής αξίας (σημείο 5 των διατάξεων δημοσιονομικής εκτέλεσης).

1. Η επιλεξιμότητα μιας δαπάνης πρέπει να κρίνεται σε σχέση με το γενικό πλαίσιό της, τη φύση της, και το ποσό της, τον υλικό ή χρονικό προορισμό του αγαθού ή της υπηρεσίας, της συγχρηματοδοτούμενης δράσης.

2. Αποκλείονται δύο υποθέσεις:

- περισσότερα από δύο επίπεδα υπεργολαβίας ή αδικαιολόγητες υπεργολαβίες οι οποίες δεν προσφέρουν καμία προστιθέμενη αξία,

- συμβόλαια ενδιαμέσων/συμβούλων στα οποία το πληρωτέο ποσό ορίζεται ως ποσοστό του συγχρηματοδοτούμενου ποσού.

3. Ως «λογιστικό έγγραφο ισοδύναμης αποδεικτικής αξίας» νοείται, στην περίπτωση κατά την οποία η έκδοση τιμολογίου είναι λανθασμένη, σύμφωνα με τους εθνικούς φορολογικούς και λογιστικούς κανόνες, κάθε έγγραφο το οποίο υποβάλλεται προκειμένου να αποδείξει ότι το λογιστικό έγγραφο δίνει μία πιστή εικόνα της πραγματικότητας η οποία είναι σύμφωνη με το ισχύον λογιστικό δίκαιο.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΚΤ

α) Οι υπολογισθείσες δαπάνες, που είναι αποδεκτές κατά την έγκριση των προγραμμάτων/μέτρων στο πλαίσιο ενός προτεινόμενου προϋπολογισμού, πρέπει να αντικατοπτρίζουν το πραγματικό κόστος, το οποίο θα πρέπει να είναι δυνατόν να επαληθεύεται με μια ελέγξιμη μέθοδο, κατά την τελική δήλωση των δαπανών.

β) Σύμφωνα με ό,τι προβλέπεται στο δελτίο αριθ. 2, ορισμένα τιμολόγια που δεν έχουν ακόμα πληρωθεί κατά το κλείσιμο της ετήσιας δόσης, δύνανται να εγγραφούν λογιστικά στο πλαίσιο της εν λόγω δόσης, υπό τον όρο να έχουν πληρωθεί πριν από την υποβολή της αίτησης τελικής πληρωμής από το κράτος μέλος.

γ) Σύμφωνα με το σημείο 13 και τα επόμενα των διατάξεων δημοσιονομικής εκτέλεσης, υπενθυμίζεται ότι, στο στάδιο των προκαταβολών, «η απόδειξη των δαπανών που έχουν πραγματοποιηθεί δύναται να βασίζεται στα κατάλληλα στοιχεία που προκύπτουν από το σύστημα παρακολούθησης της παρέμβασης. Το κράτος μέλος πρέπει εξάλλου να πιστοποιεί ότι η πρόοδος υλοποίησης της ενέργειας είναι σύμφωνη με τον προγραμματισμό».

- ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού

Προκειμένου να καθοριστεί το κόστος ορισμένων εργασιών οι οποίες πραγματοποιήθηκαν για ίδιο λογαριασμό και αποτελούν τμήμα συγχρηματοδοτούμενων επενδύσεων, τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν εκ του νόμου προβλεπόμενους πίνακες τιμών για τις τιμές μονάδος. Οι εν λόγω πίνακες απαλλάσσουν τον τελικό δικαιούχο από την υποχρέωση παρουσίασης τιμολογίου για τις εν λόγω εργασίες.

Πηγές

- Δημοσιονομικός κανονισμός (άρθρο 2).

- Κανονισμός ΕΚΤ (άρθρο 21).

- Διατάξεις δημοσιονομικής εκτέλεσης (σημεία 3, 5 και 6).

Δελτίο αριθ. 5

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΜΜΕΣΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Οι έμμεσες δαπάνες πρέπει να καταλογίζονται κατά τρόπο δίκαιο σύμφωνα με τους γενικά αποδεκτούς κανόνες λογιστικής.

Για παράδειγμα, στο πλαίσιο δράσεων κατάρτισης οι οποίες συγχρηματοδοτούνται από το ΕΚΤ, οι έμμεσες δαπάνες πρέπει να καταλογίζονται με βάση κατ' αναλογία κατανομή η οποία αντιστοιχεί σε κατάρτιση κατά πλήρη παρακολούθηση, και η οποία προκύπτει από το λόγο ωρών/εκπαιδευόμενων που συγχρηματοδοτούνται προς ώρες/συνολικό αριθμό εκπαιδευόμενων, που προσφέρονται από τον οργανισμό κατάρτισης.

Πηγές

- Δημοσιονομικός κανονισμός (άρθρο 2).

- Κανονισμός ΕΚΤ (άρθρο 2 παράγραφος 1).

Δελτίο αριθ. 6

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΑΠΟΣΒΕΣΗ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Τα διαρθρωτικά ταμεία δεν δύνανται να χρηματοδοτούν ταυτόχρονα την αγορά ακινήτων περιουσιακών αγαθών ή παγίου εξοπλισμού - καινουργών ή μεταχειρισμένων - καθώς και τη σχετική απόσβεση. Κατά συνέπεια, εντός της επιλέξιμης περιόδου, η απόσβεση είναι επιλέξιμη ως εναλλακτική λύση έναντι της αγοράς σύμφωνα με τους εθνικούς φορολογικούς και λογιστικούς κανόνες ή με τις γενικά αποδεκτές λογιστικές πρακτικές.

Πάντως, αποκλείονται από την απόσβεση αγαθά τα οποία έχουν λάβει δημόσια συγχρηματοδότηση (εθνική ή κοινοτική) κατά την αγορά.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΚΤ

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 1 του κανονισμού ΕΚΤ, η απόσβεση ακινήτων (σε καμία περίπτωση, όμως, η αγορά) και υλικού, ως τμήμα του λειτουργικού κόστους ή των δαπανών που συνδέονται με την ενέργεια, τα οποία συνδέονται με την κατάρτιση ή με οποιαδήποτε άλλη επιλέξιμη ενέργεια, παραμένουν επιλέξιμα, με εξαίρεση, ενδεχομένως, του συνόλου των ποσών τα οποία ήδη έχουν λάβει συγχρηματοδότηση από τα διαρθρωτικά ταμεία, υπό τον όρο ότι η απόσβεση αυτή σχετίζεται με δράσεις οι οποίες προβλέπονται από το άρθρο 1 του κανονισμού ΕΚΤ και αποτελούν αντικείμενο πίνακα, ο οποίος βασίζεται σε μια μέθοδο η οποία τηρεί την εθνική νομοθεσία, και αντιστοιχούν σε επένδυση η οποία έχει καταχωρηθεί επίσημα στα λογιστικά βιβλία του τελικού δικαιούχου.

Πηγές

- Κανονισμός ΕΚΤ (άρθρο 2).

- Διατάξεις δημοσιονομικής εκτέλεσης.

Δελτίο αριθ. 7

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΓΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΣΕ ΕΙΔΟΣ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

1. Η κανονιστική ρύθμιση των διαρθρωτικών ταμείων (άρθρο 21 παράγραφος 1 του συντονιστικού κανονισμού) και οι διατάξεις δημοσιονομικής εκτέλεσης (σημείο 5) προβλέπουν ότι η πληρωμή της κοινοτικής ενίσχυσης πρέπει να αναφέρεται στις πραγματοποιηθείσες δαπάνες και ότι οι εν λόγω δαπάνες πρέπει να αντιστοιχούν σε πληρωμές που πραγματοποίησαν οι τελικοί δικαιούχοι οι οποίες δικαιολογούνται με εξοφληθέντα τιμολόγια ή λογιστικά δικαιολογητικά ίσης αποδεικτικής αξίας.

2. Υπό ορισμένους όρους μπορεί να θεωρηθεί ως επιλέξιμη, στα πλαίσια εθνικής χρηματοδότησης (δημόσιας ή ιδιωτικής), η συμβολή σε είδος με τη μορφή:

- αγορά οικοπέδων, ακινήτων περιουσιακών στοιχείων εξ ολοκλήρου ή τμήματος αυτών, διαρκούς εξοπλισμού,

- αγορά πρώτων υλών,

- εθελοντική εργασία, μη αμειβόμενη, από ιδιώτη (φυσικό ή νομικό πρόσωπο).

3. Όροι οι οποίοι πρέπει να τηρούνται

α) Οι εισφορές σε είδος πρέπει να εγκριθούν εκ των προτέρων από το δημόσιο οργανισμό ο οποίος είναι υπεύθυνος για το μέτρο.

β) Η εισφορά αυτή πρέπει να συμμορφώνεται προς τις γενικές διατάξεις επιλεξιμότητας και, ιδιαίτερα, προς τις διατάξεις οι οποίες αναφέρονται στην αγορά οικοπέδων και κτιρίων και τις δαπάνες των δημοσίων διοικήσεων.

γ) Το ποσό το οποίο δηλώνει ο τελικός δικαιούχος στο πλαίσιο των εισφορών σε είδος πρέπει να εκτιμάται και να πιστοποιείται είτε με βάση επίσημους πίνακες που καταρτίζονται από ανεξάρτητη αρχή, είτε από τρίτο και ανεξάρτητο επαγγελματία.

δ) Το ανώτατο όριο της κοινοτικής συνδρομής φθάνει στο επίπεδο των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν (δηλαδή στο συνολικό καθαρό επιλέξιμο κόστος των αγορών σε είδος).

Παράδειγμα: εάν υποτεθεί ότι το ποσοστό κοινοτικής συγχρηματοδότησης είναι 50 %, το συνολικό επιλέξιμο κόστος θα είναι 100, από το οποίο 40 αντιπροσωπεύουν οι πραγματοποιηθείσες δαπάνες και 60 οι παροχές σε είδος. Η κοινοτική συνδρομή, που ανέρχεται θεωρητικά σε 50 (50 % Χ 100), περιορίζεται στην περίπτωση αυτή σε 40.

ε) Η εκτίμηση του κόστους της εθελοντικής ιδιωτικής εργασίας πρέπει να πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες όσον αφορά τον υπολογισμό του ωριαίου, ημερήσιου, ή εβδομαδιαίου κόστους εργασίας (για παράδειγμα, νόμιμες μισθολογικές κλίμακες), εάν υπαρχουν παρόμοιοι κανόνες.

ΣΗΜ.: Η ιδιωτική σε είδος εισφορά αποκλείεται στο πλαίσιο της χρηματοοικονομικής τεχνικής (ταμεία εγγυήσεων και ταμεία κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου).

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού

Η συνολική δαπάνη ενός συγχρηματοδοτούμενου έργου μπορεί να συμπεριλαμβάνει ως επιλέξιμες δαπάνες, σύμφωνα με τους όρους που αναφέρονται παραπάνω σχετικά με την εκτίμηση και τον έλεγχο, το κόστος της εργασίας ενός γεωργού ο οποίος απασχολείται για ίδιο λογαριασμό, υπολογιζόμενο σύμφωνα με τις νόμιμες μισθολογικές κλίμακες ισχύουν στο κράτος μέλος (βλέπε δελτίο σχετικά με τις «διευκρινίσεις όσον αφορά την έννοια του πραγματικού κόστους»). Όταν η εκτίμηση του εν λόγω κόστους συμφωνεί με τους νόμιμους πίνακες οι οποίοι καθορίζονται και εγκρίνονται από το κράτος μέλος, το κόστος της εργασίας του γεωργού ο οποίος απασχολείται για ίδιο λογαριασμό εξομοιώνεται με την πραγματοποιηθείσα δαπάνη η οποία αποδεικνύεται με λογιστικό έγγραφο ισοδύναμης αποδεικτικής αξίας. Κατά συνέπεια, είναι επιλέξιμο για κοινοτική ενίσχυση.

- ΕΚΤ

Στο πλαίσιο των ενεργειών επιμόρφωσης, που συγχρηματοδοτούνται από το ΕΚΤ, οι παροχές σε είδος δύνανται επίσης να έχουν τη μορφή διδακτικού υλικού.

Πηγές

- Συντονιστικός κανονισμός (άρθρο 21).

- Κανονισμός πλαίσιο (άρθρο 13 παράγραφος 3).

- Απάντηση της κ. Wulf-Mathies στην κοινοβουλευτική ερώτηση αριθ. 3178/95 (ΕΕ αριθ. C 109 της 15. 4. 1996).

Δελτίο αριθ. 8

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΤΟΚΩΝ ΠΟΥ ΠΑΡΑΓΟΥΝ ΟΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΕΣ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Ο τρόπος συγχρηματοδότησης των δράσεων από τα διαρθρωτικά ταμεία ενδέχεται να έχει ως αποτέλεσμα οι καταβληθείσες κοινοτικές προκαταβολές να παράγουν τραπεζικούς τόκους.

1. Μεταφορά των κοινοτικών κονδυλίων διαμέσου μιας δημόσιας αρχής

Πιθανόν να πρόκειται για τόκους οι οποίοι παράγονται από κοινοτικές προκαταβολές οι οποίες μεταφέρονται στα κράτη μέλη διαμέσου των δημοσίων διοικήσεων. Στην περίπτωση αυτή, η Κοινότητα δεν είναι πλέον ιδιοκητήτης των κονδυλίων από τη στιγμή κατά την οποία τα εν λόγω κονδύλια μεταφέρονται στα κράτη μέλη (απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου της 14ης Ιουλίου 1994 σχετικά με την υπόθεση C-186/93).

Η Επιτροπή μεριμνά προκειμένου να επαληθεύσει την τήρηση των διατάξεων του άρθρου 21 παράγραφος 5 του κανονισμού, αναφερόμενη, κατά γενικό κανόνα, στην προθεσμία τριών μηνών για τη μεταφορά των εν λόγω κονδυλίων προς τους τελικούς δικαιούχους (2).

2. Επιδοτήσεις οι οποίες καταβάλλονται άμεσα από την Επιτροπή σε έναν τελικό δικαιούχο

Μπορεί να πρόκειται, επίσης, για τόκους τους οποίους εισπράττουν οι τελικοί δικαιούχοι στην περίπτωση ενισχύσεων που συνεπάγονται τη χορήγηση άμεσων επιδοτήσεων από την Επιτροπή στους εν λόγω τελικούς δικαιούχους (για παράδειγμα, ορισμένες συνολικές επιχορηγήσεις ή πρότυπα σχέδια δυνάμει του άρθρου 10 του κανονισμού ΕΤΠΑ).

Στην περίπτωση αυτή, μια ρήτρα της σύμβασης η οποία συνάπτεται μεταξύ της Επιτροπής και του τελικού δικαιούχου δύναται να προβλέπει ότι οι τόκοι που παράγονται από το χορηγούμενο συνολικό κοινοτικό κονδύλιο θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τους στόχους της παρέμβασης και ότι ο τελικός δικαιούχος υποχρεούται να λογοδοτήσει σχετικά με τη χρήση των τόκων την οποία κάνει. Εξάλλου, εάν η ενίσχυση αφορά έργο το οποίο έχει εντοπισθεί σαφώς και είναι γνωστό από τις υπηρεσίες, ο κανόνας περί κατακράτησης των εισπραχθέντων τόκων του συνολικού κοινοτικού ποσού είναι δυνατό να εφαρμοστεί κατά την εκκαθάριση της παρέμβασης (3*).

Πηγές

- Απάντηση της κ. Gradin στη γραπτή κοινοβουλευτική ερώτηση αριθ. 2847/94 (ΕΕ αριθ. C 145 της 12. 6. 1995).

- Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, απόφαση της 14ης Ιουλίου 1994 σχετικά με την υπόθεση C-186/93.

Δελτίο αριθ. 9

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

ΟΡΙΣΜΟΣ

Κάθε ενέργεια που συγχρηματοδοτείται από ένα διαρθρωτικό ταμείο ενδέχεται να δημιουργήσει ή να ενισχυθεί από έσοδα κατά τη συγχρηματοδότησή της. Είναι δυνατόν να πρόκειται για έσοδα που προκύπτουν από πωλήσεις, μισθώσεις ή διάθεση προϊόντων ή υπηρεσιών, μεμονωμένων τελών εγγραφής ή άλλων εξόδων ή κρατήσεων επί μισθών, που δύνανται να εξομοιωθούν με τέλη εγγραφής και καταβάλλονται από τους ασκούμενους στο πλαίσιο των ενεργειών επιμόρφωσης.

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Μπορεί να παρουσιαστούν δύο περιπτώσεις:

α) Υπόθεση Α:

Το σύνολο των εσόδων έχει άμεσο δεσμό με τις συγχρηματοδοτούμενες πράξεις. Πρέπει να καταλογισθούν πλήρως στη δράση, δηλαδή να μειώσουν τις επιλέξιμες δαπάνες.

β) Υπόθεση Β:

Τα έσοδα έχουν μερική μόνο σχέση με τις συγχρηματοδοτούμενες πράξεις. Πρέπει να μειώσουν τις επιλέξιμες δαπάνες διαμέσου ενός κατάλληλου συντελεστή καταλογισμού (κατ' αναλογία).

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΗ

Τα έσοδα που μπορούν να προκύπτουν στις ακόλουθες περιπτώσεις δεν πρέπει να θεωρούνται έσοδα που αφαιρούνται από τις συνολικές επιλέξιμες δαπάνες βάσει του δελτίου αυτού:

α) τα έσοδα που προκύπτουν καθόλη τη διάρκεια της οικονομικής ζωής των συγχρηματοδοτούμενων επενδύσεων και αποτελούν αντικείμενο ειδικών διατάξεων του άρθρου 17 του συντονιστικού κανονισμού 7

β) τα έσοδα που επιφέρουν τα μέτρα χρηματοοικονομικής τεχνικής, για τα οποία ορίζονται ειδικές διατάξεις στα αντίστοιχα δελτία (αριθ. 18, 19 και 21) 7

γ) οι συμμετοχές του ιδιωτικού τομέα για τη συγχρηματοδότηση ενεργειών, επενδύσεων ή σχεδίων και οι οποίες προβλέπονται ενδεχομένως στους δημοσιονομικούς πίνακες δίπλα στην κρατική συμμετοχή.

Πηγές

- Δημοσιονομικός κανονισμός (άρθρο 2).

- Συντονιστικός κανονισμός (άρθρο 17 παράγραφος 3).

- Κανονισμός ΕΚΤ (άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερη περίπτωση).

Δελτίο αριθ. 10

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΕΣ, ΤΡΑΠΕΖΙΚΕΣ, ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Μόνο οι δαπάνες οι οποίες συνδέονται άμεσα με την προετοιμασία και εκτέλεση του έργου είναι επιλέξιμες για συγχρηματοδότηση. Λόγω της φύσης τους, ορισμένα είδη δαπανών αποκλείονται από τη συγχρηματοδότηση.

1. Χρηματοπιστωτικές δαπάνες: Οι χρεωστικοί τόκοι (εκτός των επιδοτήσεων επιτοκίων που έχουν εγκριθεί στο πλαίσιο των μορφών ενίσχυσης ή επιτοκίων που καλύπτονται από ένα εγκεκριμένο από την Επιτροπή πρόγραμμα κρατικών ενισχύσεων), οι προμήθειες, τα έξοδα συναλλάγματος, και άλλες καθαρά χρηματοπιστωτικές δαπάνες δεν είναι επιλέξιμες για συγχρηματοδότηση.

2. Δαπάνες ανοίγματος και διατήρησης τραπεζικών λογαριασμών, μεταφορών και άλλων διοικητικών δαπανών: Όταν η συγχρηματοδότηση απαιτεί άνοιγμα χωριστών τραπεζικών λογαριασμών ανά έργο, οι δαπάνες ανοίγματος και, στη συνέχεια διατήρησης, που προκύπτουν, αποτελούν τμήμα των διοικητικών δαπανών οι οποίες συνδέονται με το έργο και, κατά συνέπεια, είναι επιλέξιμες εκτός των χρεωστικών επιτοκίων (βλέπε σημείο 1 παραπάνω).

Λεπτομέρειες αναφορικά με το ΕΚΤ: ένας τραπεζικός λογαριασμός μπορεί να χρησιμεύσει για την υλοποίηση πολλών διαδοχικών δράσεων κατάρτισης. Το τμήμα των δαπανών που συνδέονται με τον εν λόγω λογαριασμό, και είναι επιλέξιμες στο πλαίσιο κάθε δράσης κατάρτισης, καθορίζεται σύμφωνα με ένα κατάλληλο συντελεστή καταλογισμού (βλέπε δελτίο αριθ. 5 «καταλογισμός των εμμέσων δαπανών».

3. Πρόστιμα, χρηματοοικονομικές ποινές και δαπάνες δικαστικών διαδικασιών: αυτό το είδος δαπανών δεν είναι επιλέξιμο δεδομένου ότι πρόκειται για δαπάνες οι οποίες δεν συμβάλλουν άμεσα στην υλοποίηση του επιδιωκόμενου στόχου.

4. Δαπάνες νομικών συμβούλων, αμοιβές συμβολαιογράφων, και αμοιβές τεχνικών ή χρηματοοικονομικών εμπειρογνωμόνων για την προετοιμασία ή/και την εκτέλεση ενός έργου: οι εν λόγω δαπάνες είναι επιλέξιμες εάν συνδέονται άμεσα με το έργο και είναι απαραίτητες για την καλή προετοιμασία ή εκτέλεση του έργου.

Πηγές

- Δημοσιονομικός κανονισμός (άρθρο 2).

- Κανονισμός πλαίσιο (άρθρο 3).

- Κανονισμός ΕΤΠΑ (άρθρο 1).

- Κανονισμός ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού (άρθρα 5 και 6).

Δελτίο αριθ. 11

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΔΑΠΑΝΕΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Οι δαπάνες οι οποίες συνδέονται με τις τραπεζικές εγγυήσεις δεν είναι επιλέξιμες για συγχρηματοδότηση στις ακόλουθες περιπτώσεις:

- όλες τις μορφές παρέμβασης (τιμές προσανατολισμού, ενιαία έγγραφα προγραμματισμού, προγράμματα κοινοτικής πρωτοβουλίας, κ.λπ.), εκτός των συνολικών επιχορηγήσεων, καθώς και όσον αφορά- κάθε είδος κινδύνου ο οποίος πρέπει να ασφαλισθεί από οποιοδήποτε φορέα (για παράδειγμα, τραπεζική εγγύηση καλής εκτέλεσης «performance bond» ή οποιαδήποτε άλλη τραπεζική εγγύηση η οποία απαιτείται από έναν κύριο έργου για την υποβολή πρότασης ή την εκτέλεση ενός έργου), και ανεξάρτητα από την εξεταζόμενη μορφή παρέμβασης.

ΕΞΑΙΡΕΣΗ: ΟΙ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΝΟΛΙΚΩΝ ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΩΝ

Οι δαπάνες τραπεζικής εγγύησης είναι επιλέξιμες απόκλειστικά στο πλαίσιο των συνολικών επιχορηγήσεων. Στην περίπτωση αυτή, η επιλεξιμότητα περιορίζεται στις δαπάνες της τραπεζικής εγγύησης ή κάθε άλλης ασφάλειας την οποία μπορεί να συνάψει ο ενδιάμεσος ο οποίος ορίζεται από το κράτος μέλος προκειμένου να καλύψει τον κίνδυνο καταχρήσεων ή αμελειών, όσον αφορά τη χρησιμοποίηση των κοινοτικών κονδυλίων, οι οποίες δεν είναι καταλογιστέες σ' αυτόν (σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23, παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση του συντονιστικού κανονισμού).

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ

Πρόγραμμα κοινοτικής πρωτοβουλίας LEADER

Στο πλαίσιο της κοινοτικής πρωτοβουλίας LEADER, οι ομάδες τοπικής δράσης, οι οποίες αποτελούν ενδιάμεσους διαχειριστές εγκεκριμένους από τον ορισθέντα ενδιάμεσο, είναι δυνατό να υποχρεωθούν να συνάψουν επιστολές τραπεζικής εγγύησης. Οι δαπάνες οι οποίες προκύπτουν αποκλειστικά από τις επιστολές τραπεζικής εγγύησης, και οι οποίες υποβάλλονται από τις ομάδες τοπικής δράσης (ενδιάμεσοι οργανισμοί), θεωρούνται επιλέξιμες για συγχρηματοδότηση.

Η περίπτωση των προτύπων έργων

Σε περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή απαιτεί επιστολές τραπεζικής εγγύησης, πέραν των απαιτήσεων οι οποίες προβλέπονται στο πλαίσιο των λεπτομερειών εκτέλεσης του δημοσιονομικού κανονισμού, οι δαπάνες οι οποίες προκύπτουν αποκλειστικά από τις επιστολές τραπεζικής εγγύησης είναι επιλέξιμες. Οι εν λόγω δαπάνες δεν είναι επιλέξιμες στις άλλες περιπτώσεις.

Πηγές

- Συντονιστικός κανονισμός (άρθρο 23 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση).

- Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με το άρθρο 21 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4253/88 του Συμβουλίου, όπως αυτός τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2082/93, περιληφθείσα στα πρακτικά θέσπισης από το Συμβούλιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2082/93.

Δελτίο αριθ. 12

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΑΓΟΡΑ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

1. Η αγορά μεταχειρισμένου υλικού μπορεί να θεωρηθεί ως επιλέξιμη δαπάνη σε περιπτώσεις δεόντος δικαιολογημένες και εγκεκριμένες στα πλαίσια της εταιρικής σχέσης, υπό την επιφύλαξη των εθνικών διατάξεων, οι οποίες δυνατόν να είναι πιο αυστηρές, όταν πληρούνται ταυτόχρονα οι κάτωθι τέσσερεις όροι:

- υπάρχει δήλωση του πωλητή η οποία πιστοποιεί την ακριβή προέλευση του υλικού και βεβαιώνει ότι το εν λόγω υλικό δεν έχει ήδη λάβει εθνική ή κοινοτική ενίσχυση,

- η αγορά του υλικού αποτελεί ιδιαίτερο πλεονέκτημα για το πρόγραμμα ή το έργο ή επιβάλλεται από έκτακτες καταστάσεις (δεν υπάρχει διαθέσιμο υλικό στις απαιτούμενες προθεσμίες ώστε να απειλείται η καλή υλοποίηση του έργου),

- μειώνεται το κόστος (και κατά συνέπεια, η κοινοτική συνδρομή) σε σχέση με το κόστος του ιδίου υλικού σε καινουργή κατάσταση, ενώ διασφαλίζεται, ταυτόχρονα, καλή σχέση κόστους/οφέλους του εγχειρήματος,

- τα τεχνικά ή/και τεχνολογικά χαρακτηριστικά του μεταχειρισμένου υλικού το οποίο αγοράζεται θα πρέπει να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του έργου.

Σε περίπτωση έγκρισης, ο υπολογισμός των επιλέξιμων δαπανών των σχετικών με την αγορά του μεταχειρισμένου υλικού βασίζεται στην τρέχουσα αξία του.

2. Η απόσβεση του μεταχειρισμένου υλικού, ως εναλλακτική λύση σε σχέση με την αγορά, προβλέπεται στο δελτίο αριθ. 6.

Ειδικός κανόνας

3. Η εξαγορά επιχειρήσεων που έχουν κλείσει ή που θα είχαν κλείσει εάν δεν εξαγοράζονταν, στο πλαίσιο εγκεκριμένων από την Επιτροπή καθεστώτων χορήγησης ενίσχυσης, δύναται να θεωρηθεί ως επιλέξιμη.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΚΤ

Η αγορά μεταχειρισμένου υλικού αποκλείεται στο πλαίσιο των ενεργειών που συγχρηματοδοτούνται από το ΕΚΤ. Αντίθετα, η απόσβεση υλικού που είχε αγοραστεί μεταχειρισμένο είναι επιλέξιμη για τη διάρκεια της ενέργειας (βλέπε δελτίο αριθ. 6: «αποσβέσεις».

- ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού

Οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 και (ΕΟΚ) αριθ. 867/90 ορίζουν ρητά ότι η αγορά μεταχειρισμένου υλικού είναι σαφώς μη επιλέξιμη.

- ΧΜΠΑ

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3699/93 του Συμβουλίου, δεν προβλέπει την αγορά μεταχειρισμένου υλικού στο πλαίσιο των δράσεων οι οποίες συγχρηματοδοτούνται από το ΧΜΠΑ.

Πηγές

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91 του Συμβουλίου (άρθρα 6 έως 11, 13 έως 16, και 20).

- Κανονισμοί του Συμβούλιου (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 (άρθρο 11) και (ΕΟΚ) αριθ. 867/90.

Δελτίο αριθ. 13

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΑΓΟΡΑ ΟΙΚΟΠΕΔΩΝ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Η αγορά μη οικοδομημένων οικοπέδων πρέπει να εντάσσεται σε μια δράση η οποία συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη και θεωρείται επιλέξιμη δαπάνη αποκλειστικά και μόνο όταν υπάρχει άμεσος δεσμός με μια παραγωγική επένδυση ή μια επένδυση σε υποδομές.

Η αγορά οικοπέδων, που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα μιας επένδυσης που δεν εντάσσεται στο καθεστώς χορήγησης ενισχύσεων, δύναται να υπερβαίνει το όριο του 10 % του επιλέξιμου κόστους για το σχέδιο, υπό τον όρο ότι τηρούνται οι εθνικές διατάξεις για την πρόληψη της κερδοσκοπίας (ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, ΡΗΤΡΑ ΠΟΥ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ ΤΗ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΤΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΕΛΑΧΙΣΤΗΣ ΧΡΟΝΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ).

Η περίπτωση των έργων για τη διατήρηση του περιβάλλοντος

Η αγορά εκτάσεων μπορεί να θεωρηθεί επιλέξιμη ως βασικός στόχος επενδύσεων οι οποίες αποβλέπουν στη διατήρηση του περιβάλλοντος όταν πληρούνται οι ακόλουθοι όροι οι οποίοι έχουν ως στόχο, μεταξύ άλλων, την καταπολέμηση της κερδοσκοπίας:

α) το εν λόγω έργο αποτελεί αντικείμενο απόφασης η οποία λήφθηκε στα πλαίσια σύμπραξης 7

β) η έκταση θα χρησιμοποιηθεί για τον προορισμό ο οποίος προβλέπεται εντός χρονικής περιόδου η οποία συμφωνήθηκε στο πλαίσιο σύμπραξης. Κάθε αλλαγή όσον αφορά τον προορισμό του ακινήτου, κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου η οποία έχει συμφωνηθεί στο πλαίσιο σύμπραξης, η οποία ενδέχεται να επηρεάσει τη φύση ή τις συνθήκες της εκτέλεσης της δράσης και για την οποία δεν ζητήθηκε έγκριση της Επιτροπής ή της επιτροπής παρακολούθησης, υποβάλλεται σε εξέταση σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στο άρθρο 24 του συντονιστικού κανονισμού 7

γ) ο προορισμός της έκτασης δεν είναι γεωργικός (δύνανται να αποφασισθούν εξαιρέσεις, στο πλαίσιο της εταιρικής σχέσης, σε περίπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες) 7

δ) η αγορά υπάγεται στην ευθύνη δημοσίου οργανισμού ή οργανισμού που διέπεται από το δημόσιο δίκαιο.

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΗ

Στην περίπτωση συγχρηματοδοτούμενων καθεστώτων ενίσχυσης, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες θεσπίστηκαν από την Επιτροπή και σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακής πολιτικής, η αγορά οικοπέδων εισέρχεται σε μια βάση υπολογισμού η οποία επιτρέπει τον καθορισμό της αξίας μιας αρχικής επένδυσης (επένδυση σε πάγιο κεφάλαιο), παράλληλα προς την αγορά του κτιρίου και του εξοπλισμού. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής εκτιμούν την επιλεξιμότητα της αγοράς του οικοπέδου, στην περίπτωση αυτή, σε επίπεδο του συνόλου του καθεστώτος ενίσχυσης.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΚΤ

Η δαπάνη αυτή αποκλείεται από τη συγχρηματοδότηση του ΕΚΤ (άρθρο 2 του κανονισμού ΕΚΤ).

- ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού

Στο πλαίσιο των συγχρηματοδοτούμενων δράσεων δυνάμει των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91 (άρθρο 7) και (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 (άρθρο 11).

Η αγορά οικοπέδων είναι επιλέξιμη στο πλαίσιο του αναδασμού δυνάμει του άρθρου 5 στοιχείο δ) του κανονισμού ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού.

- ΧΜΠΑ

Σύμφωνα με το παράρτημα III σημείο 2.0 στοιχείο γ), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3699/93 του Συμβουλίου, οι επενδύσεις οι οποίες αποβλέπουν στην αγορά γηπέδων θεωρούνται αυστηρά ως μη επιλέξιμες.

Πηγές

- Κανονισμός ΕΤΠΑ (άρθρο 1).

- Αποφάσεις χορήγησης ενισχύσεων σε έργα «εκτός ποσοστώσεων» (ΕΤΠΑ).

- Κανονισμός ΕΚΤ (άρθρο 2).

- Κανονισμός ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού (άρθρο 2, 5 και 6).

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 (άρθρο 11).

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91 (άρθρο 7 παράγραφος 1).

- Κανονισμός εφαρμογής του κανονισμού ΧΜΠΑ αριθ. 3699/93 [παράρτημα III σημείο 2.0 στοιχείο γ)].

Δελτίο αριθ. 14

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΑΓΟΡΑ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Η αγορά ακινήτου (ήδη οικοδομημένο κτίριο και οικόπεδο επί του οποίου έχει οικοδομηθεί) είναι επιλέξιμη σύμφωνα με τους όρους που αναφέρονται παρακάτω (εκτός από αντίθετη ειδική ρυθμιστική διάταξη).

Η αγορά αυτή πρέπει να εντάσσεται στο πλαίσιο δράσης η οποία συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη. Η εκτίμηση της επιλεξιμότητάς της πραγματοποιείται στο πλαίσιο της συνολικής δράσης η οποία συγχρηματοδοτείται. Κατά γενικό κανόνα, η αγορά ακινήτου αποτελεί μέρος μόνο του συγχρηματοδοτούμενου έργου.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αγορά μπορεί, εντούτοις, να αποτελέσει το βασικό στόχο του συγχρηματοδοτούμενου έργου (για παράδειγμα: αγορά κτιρίου από μια δημόσια αρχή με σκοπό τη διάθεσή του σε ΜΜΕ, χρηματοδότηση σχεδίου επέκτασης επιχειρήσεων ή υποστήριξης της διαφοροποίησης της αγροτικής απασχόλησης της οποίας η βασική δαπάνη συνίσταται στην αγορά εργαστηρίου).

Η αγορά του οικοπέδου το οποίο περιβάλλει το κτίριο που αποτελεί αντικείμενο της συγχρηματοδότησης είναι επιλέξιμη σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις που προβλέπονται για την αγορά του κτιρίου (δελτίο αριθ. 13 «αγορά οικοπέδων»).

Οι δαπάνες και οι φόροι που συνδέονται με την αγορά ακινήτου θεωρούνται επιλέξιμες εάν βαρύνουν πραγματικά και οριστικά τους τελικούς δικαιούχους (βλέπε δελτίο «ΦΠΑ και λοιποί φόροι»).

ΟΡΟΙ ΕΠΙΛΕΞΙΜΟΤΗΤΑΣ

Πάντως, η επιλεξιμότητα της αγοράς ακινήτων εξαρτάται από τις ακόλουθες πτυχές, οι οποίες σκοπό έχουν να αποτραπεί κάθε κερδοσκοπία και να διασφαλισθεί μια καλή σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας της δράσης:

α) πρέπει να παρασχεθεί, ύστερα από αίτηση, πιστοποίηση η οποία βεβαιώνει την ορθή τιμή αγοράς του ακινήτου σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία 7

β) οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους ή ο πωλητής πρέπει να δηλώσουν ότι το ακίνητο δεν έλαβε προηγούμενη εθνική ή κοινοτική ενίσχυση η οποία είχε το ίδιο αντικείμενο 7

γ) οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αναλαμβάνουν τη δέσμευση ότι το ακίνητο θα διατεθεί για την προβλεπόμενη χρήση κατά τη διάρκεια της περιόδου η οποία συμφωνήθηκε στο πλαίσιο της σύμπραξης. Κάθε μεταβολή όσον αφορά τον προορισμό του ακινήτου, κατά τη διάρκεια της περιόδου η οποία συμφωνήθηκε στο πλαίσιο της σύμπραξης, και η οποία ενδέχεται να επηρεάσει τη φύση ή τις συνθήκες εκτέλεσης της δράσης, και για την οποία δεν ζητήθηκε έγκριση των υπηρεσιών της Επιτροπής ή της επιτροπής παρακολούθησης, θα υποβάλλεται σε εξέταση σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στο άρθρο 24 του συντονιστικού κανονισμού 7

δ) το κτίριο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη στέγαση υπηρεσιών της δημόσιας διοίκησης.

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΗ

Στην περίπτωση συγχρηματοδοτούμενων καθεστώτων ενίσχυσης, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες θεσπίστηκαν από την Επιτροπή σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακής πολιτικής, η αγορά κτιρίων εισέρχεται σε μια βάση υπολογισμού η οποία επιτρέπει τον καθορισμό της αξίας μιας αρχικής επένδυσης (επένδυση παγίου κεφαλαίου) παράλληλα προς την αγορά του οικοπέδου και του εξοπλισμού. Στην περίπτωση αυτή, οι υπηρεσίες της Επιτροπής εκτιμούν την επιλεξιμότητα της αγοράς των ακινήτων σε επίπεδο του συνόλου του καθεστώτος ενίσχυσης.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΚΤ

Το ΕΚΤ δεν συγχρηματοδοτεί σε καμία περίπτωση την αγορά ακινήτων (μπορεί να ληφθεί υπόψη μόνο η απόσβεση ακινήτων για τη διάρκεια των δράσεων κατάρτισης: βλέπε δελτίο αριθ. 6 «απόσβεση»).

- ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού

Οι κανονισμοί του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 (άρθρο 11 παράγραφος 3) και (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91 (άρθρο 7) προβλέπουν ρητά την κατασκευή ή αγορά ακινήτων, εξαιρουμένης της αξίας του οικοπέδου, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται σχετικά με τις συγχρηματοδοτούμενες επενδύσεις.

Αντίθετα, οι κανονισμοί του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1035/72, (ΕΟΚ) αριθ. 1360/78, (ΕΟΚ) αριθ. 389/82 και (ΕΟΚ) αριθ. 1696/71 θεωρούν ως επιλέξιμες δαπάνες, στο πλαίσιο της ενίσχυσης της έναρξης της λειτουργίας οργανώσεων παραγωγών, μόνο τους τόκους οι οποίοι καταβάλλονται για την αγορά κτιρίων.

Συνεπώς, οι διατάξεις του δελτίου εφαρμόζονται όσον αφορά το ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού εκτός από την περίπτωση κατά την οποία ο σχετικός κανονισμός προβλέπει ρητά άλλες διατάξεις.

- ΧΜΠΑ

Η επιλεξιμότητα της αγοράς ακινήτων, εκτός της αξίας του οικοπέδου, προβλέπεται ρητά στους τομείς της υδατοκαλλιέργειας και της μεταποίησης και εμπορίας των προϊόντων της αλιείας [βλέπε κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3699/93 του Συμβουλίου].

- ΕΤΠΕ

Καταρχήν, πρέπει να αποφεύγεται η αγορά νέων κτιρίων από τις δημόσιες αρχές προκειμένου να αποκλεισθεί κάθε δυνατότητα παράκαμψης των κανόνων περί αναθέσεως δημοσίων συμβάσεων. Κάθε εξαίρεση από τον κανόνα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο αιτιολογημένης έγκρισης της επιτροπής παρακολούθησης.

Πηγές

- Κανονισμός ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού (άρθρα 2, 5 και 6).

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 (άρθρο 11).

- Κανονισμός εφαρμογής του ΧΜΠΑ αριθ. 3699/93 (παράρτημα II).

Δελτίο αριθ. 15

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΦΠΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΟΙ ΦΟΡΟΙ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Ο ΦΠΑ που μπορεί να ανακτηθεί με επιστροφή ή συμψηφισμό ή οποιοδήποτε άλλο τρόπο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιλέξιμος και, κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατό να συγχρηματοδοτηθεί από τα διαρθρωτικά ταμεία. Επομένως, το κόστος το οποίο συνδέεται με τον ΦΠΑ είναι εξ ολοκλήρου επιλέξιμο μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το εν λόγω κόστος βάρυνε πραγματικά και οριστικά τον τελικό δικαιούχο.

Κατά τον ίδιο τρόπο, όπως και για τον ΦΠΑ, οι άλλες κατηγορίες φόρων ή επιβαρύνσεων (ιδίως οι άμεσοι φόροι, κοινωνικές επιβαρύνσεις επί των μισθών) που μπορεί να προκύψουν από κοινοτική χρηματοδότηση συνιστούν επιλέξιμο κόστος εάν βαρύνουν πραγματικά και οριστικά τους τελικούς δικαιούχους (και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι συμβάλλουν στην τροφοδότηση του προϋπολογισμού του κράτους μέλους).

Ανήκει στην αρμοδιότητα των αρχών που ορίζουν τα κράτη μέλη και των υπηρεσιών της Επιτροπής, κατά τη διενέργεια επιτοπίων ελέγχων, να επαληθεύσουν το βάσιμο της επιλεξιμότητας των δαπανών που δηλώνονται από τους δικαιούχους.

Σε περίπτωση αμφιβολίας όσον αφορά την επιστροφή του ΦΠΑ, λόγω ιδίως ειδικών καταστάσεων οι οποίες συνδέονται με το νομικό καθεστώς του τελικού δικαιούχου ή τις ιδιαιτερότητες του φορολογικού συστήματος του κράτους μέλους, το τμήμα της δηλωθείσας δαπάνης το οποίο αντιστοιχεί στον ΦΠΑ επιδοτείται από τα ταμεία μόνο μετά από ανάλυση κάθε περίπτωσης.

Το δημόσιο ή ιδιωτικό καθεστώς του τελικού δικαιούχου δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την ανάλυση της επιλεξιμότητας. Τα μόνο γεγονός το οποίο πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι εάν ο τελικός δικαιούχος υπόκειται στον ΦΠΑ.

Πηγές

- Εσωτερική οδηγία σχετικά με το χειρισμό του ΦΠΑ στο πλαίσιο της ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων από τις Γενικές Διευθύνσεις και τις υπηρεσίες της Επιτροπής, έγγραφο SEC(95) 715 της 28ης Απριλίου 1995.

- Απάντηση της κ. Gradin στη γραπτή κοινοβουλευτική ερώτηση αριθ. 2837/94 (ΕΕ αριθ. C 103 της 24. 4. 1995).

Δελτίο αριθ. 16

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΓΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΕΡΓΩΝ

ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ

Η εναλλακτική χρηματοδότηση ή πληρωμή αποτελεί διευκόλυνση της διαχείρισης η οποία σκοπό έχει την όσο το δυνατό αποτελεσματικότερη χρήση της ταμειακής ροής, η οποία διατίθεται σε διαφορετικές ημερομηνίες από το σύνολο των δημοσίων, εθνικών, και κοινοτικών χρηματοοικονομικών εταίρων. Δεδομένου ότι τα ποσοστά συγχρηματοδότησης καθορίζονται σε επίπεδο μέτρου, αυτή η λογιστική πρακτική έχει ως αποτέλεσμα τη συνολική χρηματοδότηση ορισμένων έργων με εθνικά κονδύλια, τη συνολική χρηματοδότηση ορισμένων άλλων έργων με κοινοτικά κονδύλια, με σφαιρική τήρηση του μέσου ποσοστού συγχρηματοδότησης για κάθε συγκεκριμένο μέτρο. Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται στην πράξη:

- εκ των πραγμάτων, μεταξύ της ημερομηνία εκκίνησης μιας συγχρηματοδοτούμενης παρέμβασης και της πρώτης κοινοτικής προκαταβολής,

- εκ των πραγμάτων, στο τέλος μιας περιόδου προγραμματισμού, πριν την καταβολή του κοινοτικού υπολοίπου,

- προκειμένου να αποφευχθεί η ματαίωση της υλοποίησης οποιουδήποτε μέτρου λόγω καθυστερήσεων όσον αφορά τη διάθεση των διαφόρων συγχρηματοδοτήσεων των συγκεκριμένων έργων και, ειδικότερα, στην περίπτωση κατά την οποία οι εθνικοί λογιστικοί κανόνες προβλέπουν την εγγραφή των πηγών συγχρηματοδότησης σε χωριστά άρθρα του προϋπολογισμού.

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Σύμφωνα με τις εθνικές δημοσιονομικές διατάξεις, και προκειμένου να αποτραπούν ορισμένες ματαιώσεις πληρωμών από τη διαχείριση της διαθέσιμης ρευστότητας, οι υπηρεσίες διαχείρισης των κρατών μελών μπορούν να προσφύγουν στην εναλλακτική χρηματοδότηση κατά μη συστηματικό τρόπο. Η χρήση αυτής της διευκόλυνσης στη διαχείριση συνοδεύεται, πάντως, από τους ακόλουθους αυστηρούς όρους προκειμένου να διασφαλισθεί η διαφάνεια.

Όροι επιλεξιμότητας

Το σύνολο των όρων που αναφέρονται παρακάτω βασίζονται στη βασική αρχή σύμφωνα με την οποία όλα τα έργα τα οποία συμπεριλαμβάνονται στη μορφή παρέμβασης οφείλουν να τηρούν τις διατάξεις των πάγιων όρων που επισυνάπτονται σε κάθε απόφαση της Επιτροπής για την έγκριση των εν λόγω μορφών παρέμβασης και τούτο ανεξάρτητα από την προέλευση των κονδυλίων που χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότησή τους:

α) Μη γενικευμένη πρακτική

Θα πρέπει να πρόκειται για μία διευκόλυνση της διαχείρισης της ρευστότητας και όχι για γενικευμένη πρακτική.

β) Τήρηση του προγραμματισμού

Ανά πάσα στιγμή είναι σαφώς διακεκριμένα τα έργα για τα οποία υπάρχει και εθνική συμμετοχή, από τα έργα τα οποία χρηματοδοτούνται κατά 100 % με κοινοτικούς πόρους, και ενσωματώνονται στη μορφή παρέμβασης σύμφωνα με τις ισχύουσες διαδικασίες. Εξάλλου, όλα τα έργα τα οποία συμπεριλαμβάνονται σε ένα μέτρο, ανεξάρτητα από την πηγή χρηματοδότησης, επιλέγονται σύμφωνα με τα ίδια κριτήρια τα οποία καθορίζονται για το σύνολο του μέτρου.

γ) Τήρηση της δημοσιότητας της κοινοτικής ενίσχυσης

Οι τελικοί δικαιούχοι ενημερώνονται κατάλληλα όσον αφορά την ένταξη του έργου τους σε μια παρέμβαση η οποία συγχρηματοδοτείται από τα διαρθρωτικά ταμεία. Η αρχή αυτή ισχύει για όλα τα έργα στο πλαίσιο κάθε μέτρου οποιαδήποτε και εάν είναι η πηγή της εναλλακτικής χρηματοδότησης. Στην περίπτωση δράσεων κατάρτισης, οι οποίες συγχρηματοδοτούνται από το ΕΚΤ, είναι επιλέξιμες μόνο οι συμβάσεις οι οποίες έχουν συναφθεί από τους φορείς εκτέλεσης και αναφέρουν ρητά τη συγχρηματοδότηση του ΕΚΤ (ανεξάρτητα από την πηγή της εναλλακτικής πληρωμής).

δ) Ισοδύναμοι όροι ελέγχου

Οι κοινοτικές υπηρεσίες μπορούν να ελέγχουν το σύνολο των έργων που υπάγονται σε ένα μέτρο, ανεξάρτητα από την πηγή της εναλλακτικής χρηματοδότησης, σύμφωνα με τους ίδιους όρους και τις ίδιες κανονιστικές υποχρεώσεις.

ε) Κοινή διαχείριση του συνόλου των έργων

Η επιλογή όσον αφορά την προέλευση των κονδυλίων που χρηματοδοτούν ένα έργο πραγματοποιείται σε συνάρτηση με τη διαθέσιμη ρευστότητα τη στιγμή της πληρωμής της δημοσίας ενίσχυσης. Αυτό αποκλείει κάθε διάκριση κατά τη διαχείριση ή κάθε προτεραιότητα στα διάφορα έργα με βάση την προέλευση της εναλλακτικής χρηματοδότησης.

στ) Τήρηση των ποσοστών συγχρηματοδότησης σε επίπεδο μέτρου

Η τήρηση της συγχρηματοδότησης σε επίπεδο μέτρου πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο παρακολούθησης και ανάλυσης όσον αφορά τη συμμόρφωση προς το συνολικό ποσοστό της δημόσιας ενίσχυσης, μετά από κάθε μεμονωμένη απόφαση χρηματοδότησης.

Δελτίο αριθ. 17

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΤΡΕΧΟΥΣΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ/ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Ορισμένες τεχνικές χρηματοδότησης, οι οποίες συνδέονται με την τρέχουσα δραστηριότητα ή την αναδιάρθρωση του ισολογισμού των επιχειρήσεων και οι οποίες δεν αποτελούν παραγωγική επένδυση, αποκλείονται από τη συγχρηματοδότηση στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων εκτός και εάν οι εν λόγω τεχνικές εντάσσονται στο πλαίσιο ενός εγκεκριμένου από την Επιτροπή καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων.

Πρόκειται για τις ακόλουθες πράξεις

1. Χρηματοδότηση του κεφαλαίου κίνησης των επιχειρήσεων: το κεφάλαιο κίνησης των επιχειρήσεων χρηματοδοτείται συνήθως με υπεραναλήψεις ή άλλες μορφές βραχυπρόθεσμου δανεισμού. Δεδομένου ότι αποτελεί τμήμα των στοιχείων του ενεργητικού, το κεφάλαιο κίνησης δεν συμβάλλει στη χρηματοδότηση παραγωγικών επενδύσεων που επιτρέπουν τη δημιουργία ή τη διατήρηση βιώσιμων θέσεων εργασίας. Η χρηματοδότηση του κεφαλαίου κίνησης και των πράξεων ρευστότητας δεν είναι επιλέξιμες.

2. Πρακτόρευση (Factoring): η πρακτόρευση χρησιμεύει για τη χρηματοδότηση του κεφαλαίου κίνησης των επιχειρήσεων. Επιτρέπει τη χρηματοδότηση του κεφαλαίου κίνησης απελευθερώνοντας επί των λογαριασμών πελάτη ποσά τα οποία κανονικά είναι δεσμευμένα μέχρι τη στιγμή της πληρωμής. Ένα σημαντικό τμήμα, συνήθως έως 80 % των οφειλών, μπορεί να προκαταβληθεί από τον «πράκτορα» πράγμα το οποίο επιτρέπει τη βελτίωση της ροής ρευστότητας βραχυπροθέσμως. Οι δαπάνες οι οποίες βαρύνουν τις επιχειρήσεις και οι οποίες προκύπτουν από προσφυγή σε υπηρεσίες πρακτόρευσης δεν είναι επιλέξιμες.

Ειδικές διατάξεις όσον αφορά το ΕΤΠΑ: σύμφωνα με το άρθρο 1 στοιχείο γ) πρώτη περίπτωση του κανονισμού ΕΤΠΑ, η στήριξη των δραστηριοτήτων των ΜΜΕ που συνιστούν ενίσχυση επιχειρήσεων είναι επιλέξιμες. Εάν πρόκειται για μια ενίσχυση σε επιχείρηση η οποία προσφέρει υπηρεσίες - συμπεριλαμβανομένης, π.χ., της πρακτόρευσης - σε ΜΜΕ, οι δαπάνες οι οποίες συνδέονται με τη δημιουργία ή τη διατήρηση κατά τη διάρκεια μιας καθορισμένης περιόδου μιας παρόμοιας επιχείρησης, η οποία προσφέρει υπηρεσίες πρακτόρευσης, είναι επιλέξιμες.

3. Κεφαλαιοποίηση ζημιών: οι ζημίες μιας οικονομικής δραστηριότητας δεν είναι επιλέξιμες για συγχρηματοδότηση. Η απλή αναδιάρθρωση του παθητικού του ισολογισμού δεν συνεπάγεται άμεσες συνέπειες όσον αφορά μελλοντικές επενδύσεις.

Πηγές

- Κανονισμός πλαίσιο (άρθρο 3).

- Κανονισμός ΕΤΠΑ (άρθρο 1).

- Κανονισμός ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού (άρθρα 5 και 6).

Δελτίο αριθ. 18

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ: ΤΑΜΕΙΑ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Τα διαρθρωτικά ταμεία μπορούν να συγχρηματοδοτήσουν τη συμμετοχή των κρατών μελών στη δημιουργία ή ενίσχυση ταμείων εγγυήσεων (στη συνέχεια αποκαλούνται ΤΕ).

Στην περίπτωση συγχρηματοδότησης μέτρων χρηματοοικονομικής τεχνικής, και ιδιαίτερα ΤΕ, πρέπει να εφαρμόζονται οι ακόλουθες γενικές αρχές:

α) η συμμετοχή της Κοινότητας σε χρηματοοικονομικής τεχνικές θα πρέπει να είναι περιορισμένη και, οπωσδήποτε, θα πρέπει να αποφεύγεται η υποκατάσταση ή επικάλυψη του χρηματοοικονομικού συστήματος εκτός και εάν αποδεικνύεται ότι τούτο δεν είναι προσαρμοσμένο στις αναπτυξιακές ανάγκες της στοχευόμενης περιφέρειας 7

β) η Κοινότητα συγχρηματοδοτεί τη δημόσια συμμετοχή στο εταιρικό κεφάλαιο του ταμείου, δεν συμμετέχει στη διαχείριση του ταμείου και δεν συμβάλλει στις δαπάνες διαχείρισής του. Μόνο το κράτος μέλος και οι ιδιωτικοί ή οι δημόσιοι εταίροι του, και όχι η Επιτροπή, αποτελούν τους συμμετέχοντες/μετόχους των εν λόγω ταμείων 7

γ) το ποσοστό της κοινοτικής συγχρηματοδότησης πρέπει να διαμορφώνεται ούτως ώστε να λαμβάνει υπόψη τα έσοδα τα οποία παράγονται από το ταμείο σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 3 πρώτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4253/88 του Συμβουλίου, όπως αυτός τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2082/93 7

δ) αρχή της σύμπραξης δημοσίου/ιδιωτικού τομέα: είναι προτιμότερο στα ΤΕ να συμμετέχουν, ταυτόχρονα, μέτοχοι του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα, με ουσιαστική συμβολή του ιδιωτικού τομέα (για παράδειγμα, 30 % του κεφαλαίου του ταμείου) προκειμένου να διασφαλισθεί η επενέργεια μοχλού 7

ε) σε περίπτωση κατά την οποία μία εξαίρεση από τον προηγούμενο κανόνα αφορά την έλλειψη δημοσίας εθνικής χρηματοδότησης, το κράτος μέλος οφείλει να διατηρήσει μια δευτερεύουσα ευθύνη στο πλαίσιο της εταιρικής σχέσης που έχει συμφωνηθεί για τα διαρθρωτικά ταμεία (άρθρο 23 του συντονιστικού κανονισμού) 7

στ) η διαχείριση των ΤΕ πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες και τις πρακτικές που ισχύουν στις συγκεκριμένες αγορές 7

ζ) οι κανόνες λειτουργίας των εν λόγω ταμείων πρέπει να προσαρμόζονται στις διατάξεις δημοσιονομικής εκτέλεσης των παρεμβάσεων ιδιαίτερα όσον αφορά την έννοια της δέσμευσης και των πραγματοποιηθεισών δαπανών καθώς και το κλείσιμο της παρέμβασης 7

η) τα ΤΕ πραγματοποιούν παρεμβάσεις υπέρ επιχειρήσεων οι οποίες είναι χρηματοοικονομικά και οικονομικά βιώσιμες. Οι παρεμβάσεις τους δεν πρέπει να αφορούν πράξεις απλής επαναχρηματοδότησης του παθητικού των επιχειρήσεων 7

θ) οι δραστηριότητες των ΤΕ παρουσιάζονται σε έκθεση η οποία υποβάλλεται κάθε ημερολογιακό έτος στην Επιτροπή μετά από γνωμοδότηση της επιτροπής παρακολούθησης 7

ι) η Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο έχουν δικαίωμα ελέγχου των δραστηριοτήτων των ΤΕ, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος διεξαγωγής λογιστικού ελέγχου των επιχειρήσεων τις οποίες εγγυώνται τα ΤΕ, ή ανάθεσης του εν λόγω ελέγχου σε τρίτους 7

ια) τα ΤΕ δημιουργούνται για μια επαρκή χρονική περίοδο σε συνάρτηση προς τους επιδιωκόμενους στόχους. Η ελάχιστη διάρκειά τους είναι η διάρκεια της μορφής παρέμβασης 7

ια) κάθε παρέκκλιση από τις συμφωνηθείσες αρχές στο παρόν δελτίο, πρέπει να υποβάλλεται, κατά περίπτωση, για έγκριση στις υπηρεσίες της Επιτροπής.

ΣΗΜ.: Οι διατάξεις του στοιχείου α) θεωρούνται ότι πληρούνται αυτομάτως σε περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή (ΓΔ IV) χορηγεί την έγκρισή της όσον αφορά τη συμμόρφωση του καθεστώτος κρατικής ενίσχυσης δυνάμει του άρθρου 92 παράγραφος 3 της συνθήκης.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΤΑΜΕΙΑ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ

1. Οι ειδικές διατάξεις εφαρμόζονται στους οργανισμούς οι οποίοι εγγυώνται στα χρηματοοικονομικά ιδρύματα τμήμα των εναπομενόντων δανείων που χορηγούν στις επιχειρήσεις προκειμένου να μερισθούν με τα εν λόγω χρηματοοικονομικά ιδρύματα τον κίνδυνο επί των επενδύσεων των δικαιούχων επιχειρήσεων. Συνεπώς, στοχεύουν ειδικότερα τρία είδη ταμείων εγγυήσεων:

- τα ταμεία εγγυήσεων κλασικών τραπεζικών δανείων,

- τις εταιρείες αμοιβαίας εγγύησης 7 οι εν λόγω εταιρείες κατά γενικό κανόνα δίνουν εγγυήσεις στους μετόχους τους αποκλειστικά (συχνά βιοτέχνες ή μικροεπιχειρήσεις),

- τα εγγυητικά ταμεία συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο (τα οποία εγγυώνται τμήμα του κινδύνου τον οποίο αναλαμβάνουν τα ταμεία κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου).

2. Εδώ πρόκειται για επιχορήγηση η οποία καταβάλλεται σε μια υπεύθυνη δημόσια αρχή (κράτος μέλος, περιφέρεια, οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης . . .) ή σε ενδιάμεσο ο οποίος έχει ορισθεί σε συμφωνία με το κράτος μέλος (για παράδειγμα, στην περίπτωση συνολικής επιχορήγησης) με σκοπό τη δημιουργία ή ενίσχυση του κεφαλαίου ταμείου εγγυήσεων (στη συνέχεια, αποκαλείται ΤΕ).

Α. Δημιουργία ή ενίσχυση κεφαλαίου ταμείου εγγυήσεων

1. Η δημιουργία ενός ταμείου εγγυήσεων πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο κατάλληλης εκ των προτέρων εκτίμησης. Η αξιολόγηση αυτή ενδεχομένως υποβάλλεται στην επιτροπή παρακολούθησης της σχετικής παρέμβασης (εάν το εν λόγω ΤΕ συμπεριλαμβάνεται σε μία μορφή παρέμβασης).

2. Το ΤΕ πρέπει να συγκροτηθεί ως ανεξάρτητο ταμείο το οποίο διέπεται από καταστατικό ή/και συμφωνία ή σύμβαση μεταξύ των διαφόρων εταίρων που διευκρινίζει ειδικότερα το εγκεκριμένο ποσοστό δανειοδότησης (4) του ταμείου κατά τη διάρκεια της κοινοτικής παρέμβασης. Το ΤΕ μπορεί να συγκροτηθεί στο πλαίσιο ενός ήδη υφιστάμενου οργανισμού με τον όρο ότι θα αποτελέσει αντικείμενο ειδικής σύμβασης εφαρμογής η οποία θα απαιτεί τη δημιουργία μίας ανεξάρτητης και διακεκριμένης λογιστικής των κεφαλαίων του ΤΕ (εθνικών, δημοσίων, κοινοτικών, κ.λπ.).

3. Η διαχείριση του ΤΕ ανατίθεται σε οργανισμό εγκεκριμένο σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία για τη διενέργεια των σχετικών πράξεων και ο οποίος διαθέτει την απαραίτητη ικανότητα διαχείρισης προκειμένου να διασφαλίσει την χρηστή διαχείριση των καταβεβλημένων κεφαλαίων.

4. Οι συμβάσεις, τα καταστατικά, και οι σχετικές τροποποιήσεις τους πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο προηγούμενης συμφωνίας με τις αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής.

5. Οι καταβολές (αρχικές και μεταγενέστερες) όλων των συμμετεχόντων πρέπει να πραγματοποιηθούν σε μετρητά εκτός από τις εισφορές σε είδος.

Β. Λεπτομέρειες λειτουργίας του ΤΕ

1. Τα ΤΕ οφείλουν να τηρούν τις εθνικές διατάξεις οι οποίες πλαισιώνουν τις πράξεις χορήγησης εγγυήσεων του κράτους μέλους στο οποίο λειτουργούν.

2. Συντελεστής κάλυψης των τραπεζικών δανείων

Τα συγχρηματοδοτούμενα ΤΕ λειτουργούν σύμφωνα με τους συνήθεις εθνικούς κανόνες οι οποίοι εφαρμόζονται σε ταμεία του είδους αυτού.

Ελλείψει παρομοίων κανόνων, η λειτουργία των ΤΕ τηρεί τις ακόλουθες αρχές: το σύνολο της σχετικής επένδυσης που πραγματοποίησε η επιχείρηση η οποία απολαύει της εγγύησης του ΤΕ δεν θα πρέπει να χρηματοδοτείται διαμέσου τραπεζικού δανείου. Το ποσοστό κάλυψης το οποίο χορηγείται σε ένα δάνειο από το ΤΕ περιορίζεται σε ένα μέγιστο ποσοστό του χορηγηθέντος δανείου, για παράδειγμα 75 %. Αυτό το ποσοστό εγγύησης θα πρέπει να μειώνεται κατ' αναλογία της αύξησης του τμήματος του δανείου στο συνολικό κόστος της επενδύσεως της δικαιούχου επιχείρησης. Σε περίπτωση κλήτευσης της εγγύησης, η επιστροφή περιορίζεται σε ένα ποσοστό της παραμένουσας ζημίας μετά την εκδίκαση της δικαστικής διαφοράς όσον αφορά τα μεμονωμένα δάνεια, για παράδειγμα μεταξύ 50 % και 75 %. Η εγγύηση μπορεί να καλύπτει την επιστροφή του κεφαλαίου και την πληρωμή των σωρευμένων τόκων που δεν έχουν καταβληθεί.

3. Ποσοστό κάλυψης των εγγυήσεων για τη συμμετοχή σε κεφάλαιο

Τα συγχρηματοδοτούμενα ΤΕ λειτουργούν σύμφωνα με τους συνήθεις εθνικούς κανόνες που εφαρμόζονται σε αυτό το είδος ταμείων.

Ελλείψει παρομοίων κανόνων, η λειτουργία των ΤΕ τηρεί τις ακόλουθες αρχές. Η εγγύηση καλύπτει ένα περιορισμένο ποσοστό της ζημίες που υφίστανται οι επενδυτές, για παράδειγμα 50 %, μετά την έκπτωση των μερισμάτων τα οποία οι επενδυτές έχουν ήδη εισπράξει.

4. Τα ΤΕ παρεμβαίνουν υπέρ χρηματοοικονομικά και οικονομικά βιώσιμων επιχειρήσεων. Τα δάνεια τα οποία απολαύουν εγγυήσεως ΤΕ δεν είναι δυνατό να αφορούν πράξεις απλής αναχρηματοδότησης του παθητικού των επιχειρήσεων. Πρέπει να αφορούν πράξεις επέκτασης υφισταμένων δραστηριοτήτων, την ανάπτυξη νέων δραστηριοτήτων, ή την εφαρμογή καινοτομιών/νέων τεχνολογιών, μεθόδων ή συστημάτων παραγωγής.

5. Οι παρεμβάσεις των ΤΕ υπέρ επιχειρήσεων οι οποίες λειτουργούν στον τομέα ο οποίος στοχεύεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 του Συμβουλίου για τη βελτίωση των συνθηκών μεταποίησης των γεωργικών προϊόντων, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2843/94 (ΕΕ αριθ. L 302 της 25. 11. 1994, σ. 1), πρέπει να τηρούν τα κριτήρια επιλογής που θεσπίζονται με την απόφαση 94/173/ΕΟΚ της Επιτροπής (ΕΕ αριθ. L 79 της 23. 3. 1994, σ. 29).

6. Κατά τη διάρκεια της κοινοτικής παρέμβασης, τα έσοδα των ΤΕ (ιδιαίτερα τα ασφάλιστρα και το προϊόν τόκων από επενδύσεις) πρέπει να επανατροφοδοτούν τα ταμεία.

7. Η δραστηριότητα του ΤΕ παρουσιάζεται σε έκθεση η οποία υποβάλλεται ετησίως στην Επιτροπή μετά τη γνωμοδότηση της επιτροπής παρακολούθησης. Η εν λόγω έκθεση συμπεριλαμβάνει απολογισμό και ανάλυση των εσόδων και των ζημιών του ΤΑ, λεπτομερή παρουσίαση των πραγματοποιηθεισών δαπανών διαχείρισης, λεπτομερή κατάλογο των εγγυήσεων που χορηγήθηκαν (πραγματοποιηθείσες επενδύσεις, χορηγηθέντα δάνεια, χορηγηθείσες εγγυήσεις ανά επιχείρηση και ανά τομέα, σύμφωνα με τις αρχές της εμπιστευτικότητας), τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίστηκαν και οι ενδεχόμενες λύσεις οι οποίες προτάθηκαν ή υιοθετήθηκαν.

8. Η Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο έχουν δικαίωμα ελέγχου των δραστηριοτήτων των ΤΕ, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος διεξαγωγής λογιστικού ελέγχου των επιχειρήσεων τις οποίες εγγυώνται τα ΤΕ ή της ανάθεσης του εν λόγω ελέγχου σε τρίτους.

9. Σε περίπτωση χρησιμοποίησης του ταμείου για πράξεις οι οποίες δεν συμφωνούν με τη σύμβαση και τα καταστατικά, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει ανά πάσα στιγμή από ένα κράτος μέλος να επιστρέψει μέρος ή το σύνολο της κοινοτικής ενίσχυσης που καταβλήθηκε για την ίδρυση ενός ΤΕ.

10. Το ποσό των δαπανών διαχείρισης ενός ΤΕ πρέπει να είναι σαφώς καθορισμένο και να περιορίζεται εκ των προτέρων σε ένα ανώτατο ετήσιο ποσοστό του καταβεβλημένου κεφαλαίου. Το εν λόγω ποσοστό πρέπει να παραμείνει ετησίως σε ένα κατάλληλο όριο σε συνάρτηση με τις δραστηριότητες του ταμείου. Κατά γενικό κανόνα, το όριο αυτό είναι 5 % περίπου. Οι δαπάνες διαχείρισης δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό της χρήσης του κεφαλαίου κατά το κλείσιμο της λειτουργίας προκειμένου να διασφαλισθεί μία χρησιμοποίηση κατά 100 % του κεφαλαίου ενός ΤΕ για τη χορήγηση εγγυήσεων.

11. Δεν θεωρείται σκόπιμο ένα ΤΕ να χορηγεί εγγύηση σε συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο ταμείων κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου τα οποία ήδη χρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία.

Γ. Οι έννοιες της «νομικής και δημοσιονομικής δέσμευσης» και των «πραγματοποιηθεισών δαπανών» στην περίπτωση ενός ΤΕ

1. Δέσμευση σε εθνικό επίπεδο

Η νομική πράξη συγκρότησης του κεφαλαίου ή της αύξησης του αρχικού κεφαλαίου ενός ΤΕ θεωρείται ως νομική και δημοσιονομική δέσμευση κατά την έννοια των διατάξεων δημοσιονομικής εκτέλεσης για την εφαρμογή των παρεμβάσεων.

2. Πραγματοποιηθείσες δαπάνες

Οι πραγματοποιηθείσες δαπάνες συνιστώνται από την καταβολή σε ρευστό των τμημάτων του καταβεβλημένου κεφαλαίου του ΤΕ από τους συμμετέχοντες, σε άμεση σχέση με τις εκθέσεις εκτέλεσης που αναφέρουν τις χορηγήσεις εγγυήσεων που αποτελούν την αιτιολόγηση της καλής λειτουργίας του μέτρου.

Οι μεταγενέστερες εισφορές σε κεφάλαιο στο ΤΕ εκτελούνται από τους εταίρους εάν η επιτροπή παρακολούθησης, με βάση τις εκθέσεις εκτέλεσης, θεωρεί ότι το ΤΕ χορήγησε επαρκείς εγγυήσεις σε σχέση με τα ποσά τα οποία διατέθηκαν προηγουμένως.

Οι δράσεις χρηματοοικονομικής τεχνικής ενσωματώνονται στον τρόπο συγχρηματοδότησης των μορφών παρέμβασης. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη οφείλουν να αποδεχθούν να προχρηματοδοτήσουν, ενδεχομένως, τις εισφορές κεφαλαίου στα ΤΕ, εάν οι καταβολές κοινοτικών κονδυλίων καθυστερούν σε επίπεδο της μορφής παρέμβασης στην οποία συμπεριλαμβάνεται το ΤΕ.

3. Οι εισφορές κεφαλαίου σε ένα ΤΕ πρέπει να πραγματοποιούνται σύμφωνα με το ίδιο χρονοδιάγραμμα για τους δημόσιους και ιδιωτικούς εταίρους ανάλογα προς τα ποσοστά συμμετοχής στο κεφάλαιο.

Δ. Κλείσιμο της παρέμβασης (βλέπε αριθμητικό παράδειγμα στο παράρτημα 1)

1. Η επιτροπή παρακολούθησης είναι υπεύθυνη, καθόλη τη διάρκεια εκτέλεσης του μέτρου και σε συνάρτηση με τις εκθέσεις λειτουργίας του ΤΕ το οποίο εξετάζει, να αποφασίζει έγκαιρα, εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων της, τον επαναπρογραμματισμό των ποσών που χορηγούνται στο ΤΕ τα οποία εμφανώς δεν χρησιμοποιούνται ή υποχρησιμοποιούνται.

2. Κατά το κλείσιμο της κοινοτικής παρέμβασης (μετά τη λήξη της προθεσμίας για την καταχώρηση των πληρωμών), πρέπει να κλείσει η καθαρή δημοσιονομική θέση του ΤΕ μετά από σύγκριση του συνολικού καταβεβλημένου κεφαλαίου σε συνάρτηση με το αθροιστικό σύνολο των εγγυήσεων που χορηγήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου.

α) Θεωρείται ότι το μέτρο έχει εκτελεσθεί πλήρως εάν η πραγματική αναλογία εκτέλεσης (σωρευτικό σύνολο των χορηγηθεισών εγγυήσεων/καταβεβλημένο κεφάλαιο) είναι κατώτερη του 75 % του ποσοστού δανειοδότησης το οποίο εγκρίνεται από το καταστατικό του ταμείου.

β) Εάν, παρά την εποπτεία της επιτροπής παρακολούθησης, κατά τη στιγμή του κλεισίματος, η πραγματική αναλογία εκτέλεσης (το σωρευτικό σύνολο των χορηγηθεισών εγγυήσεων/καταβεβλημένο κεφάλαιο) είναι κατώτερο του 75 % του εγκεκριμένου ποσοστού δανειοδότησης, οι επιλέξιμες δαπάνες του ταμείου μειώνονται κατ' αναλογία και το τελικό υπόλοιπο το οποίο καταβάλλεται στο κράτος μέλος από την Κοινότητα επί της σχετικής μορφής παρέμβασης μειώνεται κατά το ποσό το οποίο αντιστοιχεί στο ποσό υπέρβασης.

3. Μετά την πληρωμή του τελικού υπολοίπου της μορφής παρέμβασης, η Επιτροπή δεν παρεμβαίνει πλέον στην εκτέλεση ή στην παρακολούθηση της δράσης εκτός και εάν στην αρχική σύμβαση η οποία αναφέρεται παραπάνω υπάρχουν ειδικές διατάξεις σχετικά με το θέμα και ανεξάρτητα από άλλες γενικές ρυθμιστικές διατάξεις όσον αφορά, ειδικότερα, τον έλεγχο.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΤΠΑ

Οι παρεμβάσεις του ΤΕ διενεργούνται αποκλειστικά υπέρ των ΜΜΕ σύμφωνα με το άρθρο 1 στοιχείο γ) τρίτη περίπτωση του κανονισμού ΕΤΠΑ.

Ο ορισμός των ΜΜΕ θα πρέπει να γίνεται με αναφορά στη σύσταση της Επιτροπής της 3ης Απριλίου 1996 σχετικά με τον ορισμό των ΜΜΕ (αριθ. L 107 της 30. 4. 1996, σ. 4).

Πηγές

- Κανονισμός ΕΤΠΑ [άρθρο 1 στοιχείο γ), τρίτη περίπτωση]

- Κανονισμός (ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού [άρθρο 5 στοιχείο ια) και άρθρο 6].

- Ανακοίνωση της Επιτροπής στα κράτη μέλη αριθ. 94/C 180/03, ΕΕ αριθ. C 180 της 1. 7. 1994 (κοινοτική πρωτοβουλία υπέρ των ΜΜΕ), ιδιαίτερα το σημείο 7.9.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ στο δελτίο αριθ. 18 «Χρηματοοικονομική τεχνική: ταμεία εγγυήσεων»

Κλείσιμο της παρέμβασης: αριθμητικό παράδειγμα του μηχανισμού για το κλείσιμο

1. Ένα ταμείο εγγυήσεων λειτουργεί με κοινοτική συμμετοχή ίση προς 30 %.

Το καταβεβλημένο κεφάλαιο του ταμείου ανέρχεται σε 100.

Η αναλογία δανειοδότησης, η οποία ορίζεται στο καταστατικό του ταμείου, ανέρχεται σε 6, δηλαδή: η συνολική αξία των εγγυήσεων τις οποίες χορηγεί το ταμείο μία δεδομένη στιγμή ανέρχεται, κατά μέγιστο όρο, στο εξαπλάσιο της αξίας του καταβεβλημένου κεφαλαίου του, δηλαδή κατά ανώτατο όριο σε 600.

2. Κατά το κλείσιμο της παρέμβασης, εξακριβώνεται εάν το συνολικό σωρευτικό ποσό των εγγυήσεων τις οποίες χορήγησε το ΤΕ είναι ανώτερο ή ίσο προς το 75 % της αναλογίας δανειοδότησης, δηλαδή το 75 % του 6 Χ 100 = 450 (στη συνέχεια αποκαλείται «κατώφλι»).

Υπόθεση Α

Ο όγκος των χορηγηθεισών εγγυήσεων είναι ίσος ή ανώτερος προς 450. Το μέτρο λογίζεται ότι έχει εκτελεσθεί πλήρως (η καταβληθείσα κοινοτική ενίσχυση θεωρείται ότι έχει αναλωθεί πλήρως).

Υπόθεση Β

Ο όγκος των καταβληθεισών εγγυήσεων είναι κατώτερος προς 450 και ανέρχεται, για παράδειγμα, σε 400.

Η δράση έχει εκτελεσθεί εν μέρει μόνο. Το ποσοστό εκτέλεσης της δράσης είναι ίσο προς: (όγκος των χορηγηθεισών εγγυήσεων/κατώφλι), δηλαδή 400/450 = 88,89 %. Το κεφάλαιο του ταμείου θεωρείται ως επιλέξιμο για συγχρηματοδότηση κατά 88,89 %, και η κοινοτική συμβολή πρέπει να προσαρμοστεί κατ' αναλογία προς το ποσοστό κοινοτικής συμμετοχής για το 11,11 % του κεφαλαίου του ΕΤ το οποίο κρίθηκε ότι δεν χρησιμοποιήθηκε, δηλαδή 30 % (11,11 % του 100) = 3,33. Το τελικό υπόλοιπο το οποίο πληρώνεται στο κράτος μέλος από την Κοινότητα επί της σχετικής μορφής παρέμβασης μειώνεται κατά 3,33.

3. Είναι προφανές ότι η αναλογία δανειοδότησης ποικίλλει μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των ταμείων σε συνάρτηση με κινδύνους που αποτελούν αντικείμενο εγγύησης. Αυτό συνεπάγεται ότι, θεωρητικά, αναφορικά με δύο ΤΕ με παρόμοια χαρακτηριστικά και ίδια ακριβώς εκτέλεση, με διαφορετική όμως αναλογία δανειοδότησης, το κλείσιμο μπορεί να είναι διαφορετικό.

Δελτίο αριθ. 19

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ: ΤΑΜΕΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Τα διαρθρωτικά ταμεία μπορούν να συγχρηματοδοτήσουν τη συμμετοχή των κρατών μελών στη δημιουργία ή την ενίσχυση των ταμείων κεφαλαίων κινδύνου (στη συνέχεια, αποκαλούνται ΤΚΚ).

Οι ακόλουθες γενικές αρχές πρέπει να εφαρμόζονται στο πλαίσιο της συγχρηματοδότησης των μέτρων χρηματοοικονομικής τεχνικής, ιδιαίτερα των ΤΚΚ:

α) η συμμετοχή της Κοινότητας στις χρηματοοικονομικές τεχνικές θα πρέπει να είναι περιορισμένη και, οπωσδήποτε, πρέπει να αποφεύγεται η υποκατάσταση ή επικάλυψη του χρηματοοικονομικού συστήματος εκτός και εάν έχει αποδειχθεί ότι το εν λόγω σύστημα δεν είναι προσαρμοσμένο στις αναπτυξιακές ανάγκες της στοχευόμενης περιφέρειας 7

β) η Κοινότητα συγχρηματοδοτεί τη δημόσια συμβολή στο εταιρικό κεφάλαιο του ταμείου. Δεν συμμετέχει, όμως, στη διαχείριση του ταμείου και δεν συμβάλλει στις δαπάνες διαχείρισής του. Μόνο τα κράτη μέλη και οι ιδιωτικοί ή οι δημόσιοι εταίροι τους, και όχι η Επιτροπή, αποτελούν τους συμμετέχοντες/μετόχους των εν λόγω ταμείων 7

γ) το ποσοστό της κοινοτικής συγχρηματοδότησης οφείλει να λαμβάνει υπόψη τους περιορισμούς οι οποίοι επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 3 δεύτερη περίπτωση του κανονισμού αριθ. 4253/88 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2082/93 7

δ) αρχή της σύμπραξης δημοσίου/ιδιωτικού τομέα: είναι προτιμότερο στα ΤΚΚ να συμμετέχουν, ταυτόχρονα, μέτοχοι του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα με ουσιαστική συμβολή του ιδιωτικού τομέα (για παράδειγμα, 30 % του εταιρικού κεφαλαίου) προκειμένου να διασφαλισθεί επενέργεια μοχλού 7

ε) σε περίπτωση κατά την οποία μια εξαίρεση από τον προηγούμενο κανόνα αφορά την έλλειψη δημόσιας εθνικής χρηματοδότησης, το κράτος μέλος οφείλει να διατηρήσει μια δευτερεύουσα ευθύνη στα διαρθρωτικά ταμεία στο πλαίσιο της σύμπραξης η οποία έχει συμφωνηθεί (βλέπε άρθρο 23 του συντονιστικού κανονισμού) 7

στ) η διαχείριση των ΤΚΚ πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες και τις πρακτικές που ισχύουν στις συγκεκριμένες αγορές 7

ζ) οι κανόνες λειτουργίας των εν λόγω ταμείων πρέπει να προσαρμόζονται στις διατάξεις δημοσιονομικής εκτέλεσης των παρεμβάσεων ιδιαίτερα όσον αφορά την έννοια της δέσμευσης και των πραγματοποιηθεισών δαπανών καθώς και το κλείσιμο της παρέμβασης 7

η) τα ΤΚΚ πραγματοποιούν παρεμβάσεις υπέρ χρηματοοικονομικά και οικονομικά βιώσιμων επιχειρήσεων. Οι παρεμβάσεις τους δεν είναι δυνατό να αφορούν πράξεις απλής αναχρηματοδότησης του παθητικού των επιχειρήσεων 7

θ) οι δραστηριότητες των ΤΚΚ παρουσιάζονται σε έκθεση η οποία υποβάλλεται ετησίως στην Επιτροπή μετά από γνωμοδότηση της επιτροπής παρακολούθησης 7

ι) η Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο έχουν δικαίωμα ελέγχου των δραστηριοτήτων των ΤΚΚ, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος διενέργειας λογιστικού ελέγχου των επιχειρήσεων υπέρ των οποίων παρεμβαίνουν τα ΤΚΚ, ή ανάθεση του εν λόγω ελέγχου σε τρίτους 7

ια) τα ΤΚΚ δημιουργούνται για μια επαρκή χρονική περίοδο, σε συνάρτηση με τους επιδιωκόμενους στόχους. Η ελάχιστη διάρκειά τους είναι η περίοδος της μορφής παρέμβασης 7

ιβ) κάθε παρέκκλιση από τις συμφωνηθείσες αρχές στο παρόν δελτίο, πρέπει να υποβάλλεται, κατά περίπτωση, για έγκριση στις υπηρεσίες της Επιτροπής.

ΣΗΜ.: Οι διατάξεις του στοιχείου α) θεωρείται ότι πληρούνται αυτομάτως όταν η Επιτροπή (ΓΔ IV) χορηγήσει την έγκρισή της σχετικά με τη συμβατότητα του καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων προς τις διατάξεις του άρθρου 92 παράγραφος 3 της συνθήκης.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΤΑΜΕΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Φύση ή είδος της δαπάνης

- Οι δράσεις χρηματοοικονομικής τεχνικής οι οποίες προβλέπονται στη ρύθμιση ενσωματώνονται στον τρόπο συγχρηματοδότησης των μορφών παρέμβασης. Στην πράξη, τα διαρθρωτικά ταμεία, διαμέσου των παρεμβάσεων τους, συγχρηματοδοτούν τη συμμετοχή των κρατών μελών στα ταμεία κεφαλαίων κινδύνου (ΤΚΚ). Μόνο τα κράτη μέλη και οι ιδιωτικοί ή οι δημόσιοι εταίροι τους αποτελούν τους συμμετέχοντες/μετόχους των ΤΚΚ και όχι η Επιτροπή.

- Συνεπώς, το παρόν δελτίο αναφέρεται στην παρέμβαση η οποία καταβάλλεται σε μια υπεύθυνη δημόσια αρχή κράτος μέλος, περιφέρεια, οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης . . .) ή σε έναν ενδιάμεσο ο οποίος έχει ορισθεί σε συμφωνία με το κράτος μέλος (στην περίπτωση μιας συνολικής επιχορήγησης) με σκοπό τη συμμετοχή στη δημιουργία ή την ενίσχυση ενός ταμείου κεφαλαίων κινδύνου (στη συνέχεια αποκαλείται ΤΚΚ).

Α. Δημιουργία ή ενίσχυση ενός ταμείου κεφαλαίων κινδύνου (ΤΚΚ)

1. Η δημιουργία ή η ενίσχυση ενός ΤΚΚ πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο κατάλληλης εκ των προτέρων εκτίμησης η οποία υποβάλλεται στην επιτροπή παρακολούθησης της σχετικής παρέμβασης (ΕΑΝ ΤΟ ΕΝ ΛΟΓΩ ΤΚΚ ΣΥΜΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΣΕ ΜΙΑ ΜΟΡΦΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ).

2. Ένα ΤΚΚ πρέπει να συγκροτηθεί ως ανεξάρτητο ταμείο το οποίο διέπεται από ένα κατασταστικό ή/και μια συμφωνία ή σύμβαση μεταξύ των διαφόρων εταίρων. Το ΤΚΚ μπορεί να δημιουργηθεί στο πλαίσιο ήδη υπάρχοντος οργανισμού υπό τον όρο ότι αποτελεί αντικείμενο ειδικής συμφωνίας εφαρμογής, η οποία προβλέπει ειδικότερα χωριστή και διακεκριμένη λογιστική των καταβεβλημένων πόρων (εθνικών δημοσίων και κοινοτικών ή άλλων) με, σκοπό τη διαφοροποίηση της χρήσης των αρχικών κεφαλαίων (οι οποίες δεν είναι κατανάγκη εν μέρει κοινοτικής προέλευσης) και των κεφαλαίων που επενδύονται μεταγενέστερα στο πλαίσιο της κοινοτικής παρέμβασης.

3. Η διαχείριση των ΤΚΚ ανατίθεται σε οργανισμό εγκεκριμένο από την εθνική νομοθεσία για τη διενέργεια των απαραίτητων πράξεων και ο οποίος διαθέτει την απαραίτητη ικανότητα για μια καλή διαχείριση των κεφαλαίων που δεσμεύονται. Τούτο σημαίνει ότι η τρέχουσα διαχείριση των ταμείων - οδηγίες και παρακολούθηση των ατομικών φακέλων, επενδυτικές αποφάσεις - θα πρέπει να ανατεθεί σε μια αρμόδια επαγγελματική ομάδα η οποία θα λειτουργεί σύμφωνα με τα κριτήρια του ιδιωτικού τομέα.

4. Οι συμφωνίες και τα καταστατικά και οι τροποποιήσεις τους θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο προηγούμενης έγκρισης των αρμοδίων υπηρεσιών της Επιτροπής.

5. Αρχή της σύμπραξης δημοσίου/ιδιωτικού τομέα

Προκειμένου να διασφαλισθεί η επενέργεια μοχλού όσον αφορά τους ιδιώτες επενδυτές, είναι προτιμότερο ένα σημαντικό τμήμα του κεφαλαίου ενός ΤΚΚ (για παράδειγμα 30 %) να προέρχεται από τον ιδιωτικό τομέα.

Κάθε εξαίρεση από το εν λόγω βασικό πρότυπο πρέπει να υποβάλλεται κατά περίπτωση στην έγκριση των αρμοδίων υπηρεσιών της Επιτροπής.

6. Συμμετοχή του κράτους μέλους στο κεφάλαιο ενός ΤΚΚ

Είναι προτιμότερο τα κράτη μέλη να συμμετέχουν διαμέσου κατάλληλης δημόσιας συμβολής, επιπλέον της κοινοτικής συμβολής, στα κεφάλαια των ΤΚΚ.

Κάθε εξαίρεση από το εν λόγω βασικό υπόδειγμα πρέπει να υποβάλλεται, κατά περίπτωση, στην έγκριση των αρμοδίων υπηρεσιών της Επιτροπής. Σε περίπτωση απόκλισης από την εν λόγω αρχή, το κράτος μέλος παραμένει αλληλέγγυα υπεύθυνο όσον αφορά την καλή εκτέλεση της δράσης, λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των υφισταμένων ρυθμιστικών διατάξεων, και συμμετέχει στη δημιουργία του ΤΚΚ με βάση αποκλειστικά την κοινοτική ενίσχυη.

7. Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4253/88 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3193/94, το ποσοστό κοινοτικής συγχρηματοδότησης των κεφαλαίων των ΤΚΚ δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50 % του συνολικού κόστους στις περιφέρειες του στόχου 1 και το 30 % του συνολικού κόστους στις άλλες περιφέρειες.

8. Οι συμβολές (αρχικές και μεταγενέστερες) όλων των συμμετεχόντων πρέπει να πραγματοποιηθούν σε ρευστά, αποκλειόμενης κάθε εισφοράς σε είδος.

Β. Λεπτομέρειες λειτουργίας των ΤΚΚ

1. Τα ΤΚΚ οφείλουν να τηρούν τις εθνικές διατάξεις οι οποίες πλαισιώνουν τις πράξεις κεφαλαίων κινδύνου στο κράτος μέλος στο οποίο λειτουργούν.

2. Οι παρεμβάσεις των ΤΚΚ συνίστανται σε συμμετοχές σε μετοχικά κεφάλαια, δηλαδή μεταξύ άλλων: εγγραφές σε μετοχικά κεφάλαια (μετοχές ή τίτλοι ιδιοκτησίας) στις ενισχυόμενες επιχειρήσεις, δάνεια (ενδεχομένως, συμμετοχικά), υποχρεώσεις (ενδεχομένως, μετατρέψιμες) . . . Αποβλέπουν σε μια συμβολή κεφαλαίων στην επιχείρηση με την εγγραφή σε ένα τμήμα του αρχικού κεφαλαίου (δημιουργία επιχειρήσεων) ή με την αύξηση της διαθέσιμης ρευστότητας της επιχείρησης. Η συμμετοχή αυτή σε μετοχικά κεφάλαια, οποιαδήποτε μορφή και εάν λάβει, πρέπει να καταβληθεί πλήρως σε ρευστά.

3. Εάν στις δραστηριότητες ενός ΤΚΚ συμπεριλαμβάνεται και ένα στοιχείο ενίσχυσης το οποίο δεν καλύπτεται από τον κανόνα περί αμελητέου ποσού, απαιτείται προηγούμενη έγκριση δυνάμει των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης.

4. Οι παρεμβάσεις ενός ΤΚΚ υπέρ επιχειρήσεων οι οποίες λειτουργούν στον τομέα ο οποίος αναφέρεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 866/90 του Συμβουλίου για τη βελτίωση των όρων μεταποίησης των γεωργικών προϊόντων, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2843/94 (ΕΕ αριθ. L 302 της 25. 11. 1994, σ. 1) πρέπει να τηρούν τα κριτήρια επιλογής τα οποία ορίζονται από την απόφαση 94/173/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 79 της 23. 3. 1994, σ. 29).

5. Τα ΤΚΚ πραγματοποιούν παρεμβάσεις υπέρ επιχειρήσεων οι οποίες είναι χρηματοοικονομικά και οικονομικά βιώσιμες. Οι παρεμβάσεις των ΤΚΚ δεν είναι δυνατό να αναφέρονται σε πράξεις απλής αναχρηματοδότησης του παθητικού των επιχειρήσεων. Πρέπει να αφορούν πράξεις επέκτασης υφισταμένων δραστηριοτήτων, ανάπτυξης νέων δραστηριοτήτων, ή την εφαρμογή καινοτομιών/νέων τεχνολογιών όσον αφορά τη μέθοδο ή το σύστημα παραγωγής.

6. Η παρέμβαση ενός ΤΚΚ σε επιχειρήσεις θα πρέπει να συνιστούν μειοψηφική και προσωρινή συμμετοχή.

7. Οι παρεμβάσεις των ΤΚΚ πρέπει να πραγματοποιούνται σε κοινοπραξία με τα άλλα ΤΚΚ τα οποία λειτουργούν στην αγορά.

8. Κατά την περίοδο της κοινοτικής παρέμβασης, τα έσοδα ενός ΤΚΚ (ιδιαίτερα τα ενδεχόμενα μερίσματα, τα κεφαλαιουχικά κέρδη και το προϊόν των τόκων επενδύσεων) πρέπει να επανατροφοδοτούν το ταμείο και να χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση της συμμετοχής σε μετοχικά κεφάλαια καθώς και για τις δαπάνες διαχείρισης εντός των ορίων που ορίζονται παρακάτω.

9. Όσον αφορά τις επιχειρήσεις στις οποίες ένα ΤΚΚ πραγματοποιεί συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο, θα ήταν ίσως σκόπιμο, σε ορισμένες περιπτώσεις, να θεσπίζεται ρήτρα περί μη διανομής στο ΤΚΚ των μερισμάτων προκειμένου να κρατώνται ως αποθεματικό στις επιχειρήσεις (για το σύνολο της συμμετοχής του ταμείου ή, τουλάχιστον, κατ' αναλογία της κοινοτικής συγχρηματοδότησης).

10. Οι δραστηριότητες των ΤΚΚ παρουσιάζονται σε εκθέσεις οι οποίες υποβάλλονται ετησίως στην Επιτροπή μετά γνωμοδότηση της επιτροπής παρακολούθησης. Η εν λόγω έκθεση οφείλει να συμπεριλαμβάνει απολογισμό και ανάλυση των εσόδων και ζημιών του ΤΚΚ, λεπτομερή παρουσίαση των πραγματοποιηθεισών δαπανών διαχείρισης, ανάλυση των πραγματοποιηθεισών καταβολών προς το ταμείο, λεπτομερή κατάλογο των συμμετοχών που πραγματοποιήθηκαν (επενδύσεις, χορηγηθέντα δάνεια, κ.λπ., ανά επιχείρηση και ανά τομέα, με την επιφύλαξη των αρχών της εμπιστευτικότητας) και τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίστηκαν και τις λύσεις οι οποίες ενδεχομένως προτάθηκαν ή υιοθετήθηκαν

11. Η Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο έχουν δικαίωμα ελέγχου των δραστηριοτήτων των ΤΚΚ, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος λογιστικού ελέγχου των επιχειρήσεων στις οποίες τα ΤΚΚ έχουν συμμετάσχει ή συμμετέχουν, ή ανάθεσης του εν λόγω ελέγχου σε τρίτους.

12. Σε περίπτωση χρησιμοποίησης των ταμείων για πράξεις οι οποίες δεν συμμορφώνονται με τη συναφθείσα συμφωνία εφαρμογής, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει ανά πάσα στιγμή από ένα κράτος μέλος την επιστροφή του συνόλου ή μέρους της κοινοτικής ενίσχυσης που καταβλήθηκε με τη δημιουργία ενός ΤΚΚ.

13. Προκειμένου να διασφαλισθεί η 100 % χρησιμοποίηση του κεφαλαίου των ΤΚΚ κατά τις παρεμβάσεις, η ανάληψη από το ΤΚΚ των δαπανών διαχείρισης του ταμείου (συμπεριλαμβανομένων των μελετών της αγοράς, κ.λπ.) πρέπει να είναι σαφώς περιορισμένη εκ των προτέρων σε ένα μέγιστο ετήσιο ποσοστό του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου. Το εν λόγω ποσοστό πρέπει να μην υπερβαίνει ετησίως το 5 % του κεφαλαίου. Οι δαπάνες διαχείρισης δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό της χρησιμοποίησης του μετοχικού κεφαλαίου κατά το κλείσιμο της λειτουργίας.

Γ. Οι έννοιες της «νομικής και δημοσιονομικής δέσμευσης» και των «πραγματοποιηθεισών δαπανών»

1. Δέσμευση σε εθνικό επίπεδο

Η νομική πράξη της σύστασης ή αύξησης του αρχικού κεφαλαίου ενός ΤΚΚ θεωρείται ως νομική και δημοσιονομική δέσμευση, κατά την έννοια των διατάξεων δημοσιονομικής εκτέλεσης, για την εφαρμογή των παρεμβάσεων.

2. Πραγματοποιηθείσες δαπάνες

Οι πραγματοποιηθείσες δαπάνες συνίστανται στην καταβολή σε ρευστά των τμημάτων του καταβεβλημένου κεφαλαίου του ΤΚΚ από τους συμμετέχοντες σε στενή σχέση με τις εκθέσεις εκτέλεσης οι οποίες αναφέρουν τις πραγματοποιηθείσες συμμετοχές σε μετοχικά κεφάλαια οι οποίες αποτελούν την αιτιολόγηση της καλής εφαρμογής του μέτρου.

Οι μεταγενέστερες εισφορές κεφαλαίου σε ένα ΤΚΚ εκτελούνται από τους εταίρους, εάν η επιτροπή παρακολούθησης, με βάση τις εκθέσεις εκτέλεσης θεωρεί ότι το ΤΚΚ χρησιμοποίησε ικανοποιητικά τα προηγουμένως διατεθέντα ποσά.

Οι δράσεις χρηματοοικονομικής τεχνικής ενσωματώνονται στον τρόπο χρηματοδότησης των μορφών παρέμβασης. Εξάλλου, τα διαρθρωτικά ταμεία, διαμέσου των επιχορηγήσεών τους, συγχρηματοδοτούν τη συμμετοχή των κρατών μελών στα ΤΚΚ. Όμως, μόνο τα κράτη μέλη και οι εταίροι τους του ιδιωτικού ή δημοσίου τομέα αποτελούν τους συμμετέχοντες/μετόχους των εν λόγω ΤΚΚ. Συνεπώς, αυτό σημαίνει ότι η χρηματοδότηση των ΤΚΚ πρέπει να συμφωνεί με τις διατάξεις δημοσιονομικής εκτέλεσης των μορφών παρεμβάσεων των διαρθρωτικών ταμείων. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη οφείλουν να αποδεχθούν να προχρηματοδοτήσουν, ενδεχομένως, τις εισφορές κεφαλαίων στα ΤΚΚ, εάν τα κοινοτικά κονδύλια καθυστερούν σε επίπεδο μορφής παρέμβασης.

3. Οι εισφορές κεφαλαίου στα ΤΚΚ πρέπει να πραγματοποιούνται σύμφωνα με το ίδιο χρονοδιάγραμμα για τους εταίρους του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα λαμβανομένων υπόψη των ποσοστών συμμετοχής στο κεφάλαιο.

Δ. Κλείσιμο της παρέμβασης

1. Τα ΤΚΚ πρέπει να συγκροτούνται για μια επαρκή διάρκεια σε συνάρτηση προς τους επιδιωκόμενους στόχους. Η ελάχιστη διάρκεια ενός ΤΚΚ είναι ίση προς τη διάρκεια της μορφής παρέμβασης.

2. Κατά το κλείσιμο της κοινοτικής παρέμβασης (μετά τη λήξη της προθεσμίας για τις πληρωμές) πρέπει να κλείσει η καθαρή χρηματοοικονομική θέση των ΤΚΚ μετά από σύγκριση της χρησιμοποίησης του συνολικού καταβεβλημένου κεφαλαίου προς το συνολικό ποσό των παρεμβάσεων στις επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου.

- Εάν διαπιστωθεί ότι το ποσό το οποίο προκύπτει από το σωρευτικό σύνολο των παρεμβάσεων στις επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου καλύπτει τουλάχιστον το 100 % του καταβεβλημένου κεφαλαίου, θεωρείται ότι το μέτρο εκτελέστηκε πλήρως.

- Πραγματι, η επιτροπή παρακολούθησης είναι υπεύθυνη, καθόλη τη διάρκεια εκτέλεσης του μέτρου, και σε συνάρτηση με τις εκθέσεις λειτουργίας του ΤΚΚ το οποίο εξετάζει, να αποφασίζει έγκαιρα, εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων της, τον επαναπρογραμματισμό των ποσών που διατέθηκαν στο ΤΚΚ και παρέμειναν αισθητά αχρησιμοποίητα ή υποχρησιμοποίηθηκαν.

- Εάν παρά την εποπτεία της επιτροπής παρακολούθησης, κατά τη στιγμή του κλεισίματος, το συνολικό ποσό των παρεμβάσεων στις επιχειρήσεις κατά την περίοδο ήταν κατώτερο του συνολικού καταβεβλημένου κεφαλαίου, το τελικό υπόλοιπο το οποίο θα καταβληθεί στο κράτος μέλος από την Κοινότητα επί της σχετικής μορφής παρέμβασης μειώνεται κατά ποσό το οποίο αντιστοιχεί στο υπερβάλλον ποσό.

3. Μετά την πληρωμή του τελικού υπολοίπου της μορφής παρέμβασης, η Επιτροπή δεν παρεμβαίνει πλέον στην εκτέλεση ή την παρακολούθηση της δράσεως εκτός και εάν υπάρχουν ειδικές διατάξεις σχετικά με το θέμα οι οποίες διευκρινίζονται στην προαναφερόμενη αρχική συμφωνία και ανεξάρτητα από άλλες γενικές ρυθμιστικές διατάξεις οι οποίες αφορούν ειδικότερα τον έλεγχο.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΤΠΑ

Οι παρεμβάσεις των ΤΚΚ πραγματοποιούνται αποκλειστικά υπέρ των ΜΜΕ, σύμφωνα με το άρθρο 1 στοιχείο γ) τρίτη περίπτωση του κανονισμού ΕΤΠΑ.

Ο ορισμός των ΜΜΕ πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τη σύσταση της Επιτροπής της 3ης Απριλίου 1996 σχετικά με τον ορισμό των ΜΜΕ (ΕΕ αριθ. L 107 της 30. 4. 1996, σ. 4).

Πηγές

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 4254/88 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2083/93 [άρθρο 1 στοιχείο γ) τρίτη περίπτωση (κανονισμός ΕΤΠΕ)].

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 4256/88 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2085/93 [άρθρο 5 στοιχείο ια) και άρθρο 6 (κανονισμός ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού)].

- Ανακοίνωση της Επιτροπής στα κράτη μέλη 94/C 180/03, ΕΕ αριθ. C 180 της 1. 7. 1994 (Κοινοτική πρωτοβουλία υπέρ των ΜΜΕ), ιδιαίτερα το σημείο 7.9.

Δελτίο αριθ. 20

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΗ ΜΙΣΘΩΣΗ (LEASING)

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

Οι πράξεις χρηματοδοτικής μίσθωσης είναι επιλέξιμες σύμφωνα με τους ακόλουθους όρους (5)

Απαραίτητες προϋποθέσεις επιλεξιμότητας

Α. Άμεση χρηματοδοτική μίσθωση

(Η εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, ή εταιρεία leasing, είναι ο πρώτος δικαιούχος της κοινοτικής ενίσχυσης που χορηγείται με βάση τα αγαθά τα οποία αγοράζει και τα οποία αποτελούν αντικείμενο συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης)

1. Οι συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης οι οποίες αποτελούν αντικείμενο παρέμβασης οφείλουν να συμπεριλαμβάνουν ρήτρα επαναγοράς ή να προβλέπουν μια περίοδο χρηματοδοτικής μίσθωσης η οποία αντιστοιχεί στη διάρκεια της ωφέλιμης ζωής του αγαθού που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης.

Σε περίπτωση πρόωρης λήξης της σύμβασης η οποία δεν έλαβε έγκριση των αρμοδίων αρχών, η εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης αναλαμβάνει να επιστρέψει στις αρμόδιες εθνικές αρχές (για λογαριασμό του σχετικού ταμείου), το τμήμα της κοινοτικης ενίσχυσης το οποίο αντιστοιχεί στο εναπομένον διάστημα της σύμβασης.

2. Η αγορά του αγαθού από την εταιρεία της χρηματοδοτικής μίσθωσης, η οποία αποδεικνύεται από εξοφλημένο τιμολόγιο ή λογιστικό έγγραφο ισοδύναμης αποδεικτικής αξίας, αποτελεί την επιλέξιμη δαπάνη για συγχρηματοδότηση.

Η κοινοτική ενίσχυση καταβάλλεται στην εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης η οποία είναι υπεύθυνη προκειμένου να μετακυλήσει την κοινοτική ενίσχυση στο δικαιούχο της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης (μισθωτή).

3. Το μέγιστο επιλέξιμο ποσό για κοινοτική συγχρηματοδότηση δεν πρέπει να υπερβαίνει την καθαρή εμπορική αξία του εκμισθούμενου αγαθού.

Το όριο αυτό καθορίζεται προκειμένου να αποτραπεί η συγχρηματοδότηση μη επιλέξιμων δαπανών οι οποίες συνδέονται με τη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης (φόροι, τόκοι, δαπάνες αναχρηματοδότησης, διοικητικές δαπάνες της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, ασφάλιστρα. κ.λπ.). Συνεπώς, η σύμβαση πρέπει να προβλέπει την ανάλυση του ενοικίου σε δύο τμήματα, αφενός, το τμήμα το οποίο αντιστοιχεί στην αγορά καθαρά και, αφετέρου, τις δαπάνες οι οποίες προκύπτουν από τις πράξεις που αναφέρονται παραπάνω.

4. Η κοινοτική ενίσχυση η οποία καταβάλλεται στην εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης πρέπει να χρησιμοποιηθεί εξ ολοκλήρου προς όφελος του δικαιούχου της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης

διαμέσου ενιαίας μείωσης του ποσού όλων των ενοικίων και των αντίστοιχων τόκων καθόλη τη διάρκεια της σύμβασης.

Β. Έμμεση χρηματοδοτική μίσθωση

(Ο μισθωτής μιας σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης είναι ο δικαιούχος της κοινοτικής ενίσχυσης)

1. Οι συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης οι οποίες λαμβάνουν κοινοτική ενίσχυση πρέπει να συμπεριλαμβάνουν ρήτρα εξαγοράς ή να προβλέπουν μια περίοδο χρηματοδοτικής μίσθωσης η οποία αντιστοιχεί στη διάρκεια ζωής του αγαθού το οποίο αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης.

2. Τα ενοίκια τα οποία καταβάλλονται από το μισθωτή στην εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης και αποδεικνύονται με εξοφλημένο τιμολόγιο ή λογιστικό έγγραφο ισοδύναμης αποδεικτικής αξίας αποτελούν επιλέξιμη δαπάνη για συγχρηματοδότηση.

Η κοινοτική ενίσχυση καταβάλλεται στο μισθωτή με βάση κάθε πράγματι πληρωθέν ενοίκιο ή σε μια μόνο δόση, βάσει του αναπροσαρμοσμένου ποσού των μισθωμάτων που αντιστοιχούν στην περίοδο επιλεξιμότητας, εφόσον το αναπροσαρμοσμένο αυτό ποσό αντιστοιχεί σε «πραγματοποιηθείσες δαπάνες» στις οποίες προέβη ο τελικός δικαιούχος κατά την αρχή της ενέργειας.

3. Εάν η συνολική διάρκεια της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης υπερβαίνει τη διάρκεια της κοινοτικής παρέμβασης είναι επιλέξιμα μόνο τα ενοίκια τα οποία έχουν καταβληθεί από το μισθωτή μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας για την καταχώρηση των πληρωμών (ημερομηνία μετά την παρέλευση της οποίας οι πληρωμές δεν λαμβάνονται υπόψη).

Ο όρος αυτός αποτελεί συνέπεια του γεγονότος ότι μόνο το πραγματικό κόστος που έχει πράγματι προκύψει είναι επιλέξιμο για συγχρηματοδότηση ενώ οι δαπάνες οι οποίες πρόκειται να προκύψουν στο μέλλον (δηλαδή τα μελλοντικά ενοίκια), δεν είναι επιλέξιμες. Προκειμένου να επιτευχθεί καλύτερη σύμπτωση της διάρκειας της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης με τη χρηματοδοτική μίσθωση, η αρχική αξία του αγαθού μπορεί να μειωθεί κατά την αρχή της περιόδου με μία πληρωμή επιλέξιμη για χρηματοδότηση.

4. Το μέγιστο επιλέξιμο ποσό για κοινοτική χρηματοδότηση δεν μπορεί να υπερβεί την καθαρή εμπορική αξία του μισθώμενου αγαθού.

Το όριο αυτό ορίζεται προκειμένου να αποκλεισθεί η συγχρηματοδότηση μη επιλέξιμων δαπανών οι οποίες συνδέονται με τη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης (φόροι, τόκοι, δαπάνες αναχρηματοδότησης, διοικητικές δαπάνες της εταιρείας χρηματοδοτικής μίσθωσης, ασφάλιστρα, κ.λπ.). Κατά συνέπεια, η σύμβαση οφείλει να προβλέπει την ανάλυση του ενοικίου σε δύο τμήματα, αφενός, το ποσό το οποίο αντιστοιχεί στην καθαρά αγορά και, αφετέρου, οι δαπάνες οι οποίες συνδέονται με τη σύμβαση οι οποίες αναφέρονται παραπάνω.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΚΤ

α) Το ΕΚΤ δεν συγχρηματοδοτεί την αγορά αγαθών. Χρηματοδοτεί αποκλειστικά τη μίσθωσή τους ή την απόσβεσή τους για τη διάρκεια της δράσης (βλέπε δελτίο αριθ. 6 «απόσβεση»). Ο όρος της ρήτρας αγοράς δεν είναι, κατά συνέπεια, δεσμευτικός για το εν λόγω ταμείο και, πάντως, το ΕΚΤ χρηματοδοτεί μέρος μόνο των ενοικίων τα οποία κατέβαλε ο δικαιούχος της τελικής σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης δυνάμει του συμβολαίου μίσθωσης κατ' αναλογία της διάρκειας της δράσης κατάρτισης ή κάθε άλλης επιλέξιμης δράσης.

β) Εξάλλου, προκειμένου να διασφαλισθεί μια καλή σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας, πρέπει να διαπιστωθεί ότι η δαπάνη η οποία βαρύνει τον τελικό δικαιούχο βάσει της σύμβασης μίσθωσης δεν υπερβαίνει το κόστος το οποίο θα προέκυπτε από τη μίσθωση του ιδίου υλικού υπό τον όρο ότι προσφέρεται αυτή η δυνατότητα μίσθωσης. Σε αντίθετη περίπτωση, η επιπλέον δαπάνη η οποία προκύπτει πό την προσφυγή στη χρηματοδοτική μίσθωση σε σύγκριση προς την απλή μίσθωση πρέπει να αφαιρεθεί από το ποσό των επιλέξιμων δαπανών.

- ΕΤΠΑ

Η ενδογενής ανάπτυξη η οποία συγχρηματοδοτείται από το ΕΤΠΑ επιτρέπει την απόκτηση, διαμέσου της χρηματοδοτικής μίσθωσης, των αγαθών τα οποία είναι απαραίτητα για τη συγκρότηση και λειτουργία μιας επιχείρησης η οποία προσφέρει υπηρεσίες στις ΜΜΕ. Οι λεπτομέρειες οι οποίες αναφέρονται παραπάνω, όσον αφορά το ΕΚΤ, εφαρμόζονται επίσης στις τρέχουσες δαπάνες οι οποίες χρηματοδοτούνται βάσει του ταμείου αυτού.

- Η περίπτωση των προτύπων σχεδίων

Δεδομένου ότι, από τη φύση τους, οι δράσεις αυτές είναι βραχείας διάρκειας, οι ειδικές διατάξεις οι οποίες ορίζονται παραπάνω όσον αφορά το ΕΚΤ στα στοιχεία α) και β) εφαρμόζονται, επίσης, στα πρότυπα σχέδια και στις καινοτόμες δράσεις στο πλαίσιο των τριών διαρθρωτικών ταμείων και του ΧΜΠΑ.

Πηγές

- Λεπτομερείς κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με το χειρισμό της χρηματοδοτικής μίσθωσης στο πλαίσιο των κοινοτικών χρηματοδοτικών μέσων των διαρθρωτικών ταμείων (ΕΕ αριθ. C 250 της 14. 9. 1993).

Δελτίο αριθ. 21

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

ΟΡΙΣΜΟΣ

1. Με τον όρο «επιστρεφόμενη ενίσχυση» νοείται η χορήγηση μιας ενδεχομένως προσωρινής/μη οριστικής ενίσχυσης, εκ μέρους μιας υπεύθυνης δημόσιας αρχής ή ενός ενδιαμέσου, ο οποίος έχει ορισθεί από το κράτος μέλος, σε επιχειρήσεις ή σε άτομα στο πλαίσιο ενός καθεστώτος εθνικών ενισχύσεων που εντάσσονται σε ένα λειτουργικό πρόγραμμα. Οι ενισχύσεις αφορούν όλες τις δράσεις οι οποίες είναι επιλέξιμες για ενίσχυση από τα διαρθρωτικά ταμεία.

2. Συνεπώς, πρόκειται για τη συγχρηματοδότηση ενός εγκεκριμένου καθεστώτος εθνικών ενισχύσεων ή μιας συγχρηματοδότησης η οποία καλύπτεται από τον κανόνα του «αμελητέου ποσού» και όχι για ένα σύστημα δανείων που εντάσσεται στην τραπεζική δραστηριότητα. Η διάκριση αυτή πραγματοποιείται σε επίπεδο προέλευσης των κονδυλίων που πηγάζουν από ένα δημόσιο οργανισμό οι ενισχύσεις του οποίου υπόκεινται στην υποχρέωση ενημέρωσης της Επιτροπής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 93 παράγραφος 3 της συνθήκης.

3. Οι επιστρεφόμενες ενισχύσεις μπορεί να συνοδεύονται από ένα μειωμένο επιτόκιο σε σχέση προς τις συνθήκες της τραπεζικής αγοράς ή από ένα μηδενικό συντελεστή (ή από στοιχείο ενίσχυσης).

4. Η περίπτωση η οποία παρουσιάζεται στο παρόν δελτίο δεν εντάσσεται στο πλαίσιο της χρηματοοικονομικής τεχνικής γιατί η Επιτροπή συγχρηματοδοτεί ένα καθεστώς μεμονωμένων ενισχύσεων στο μέτρο που το κράτος μέλος υποβάλλει τα δικαιολογητικά των δαπανών και, κατά συνέπεια, δεν συγχρηματοδοτεί τη δημιουργία ταμείου.

5. Η πρώτη σειρά ενισχύσεων που χορηγούνται σε επιχειρήσεις ή/και μεμονωμένους αποδέκτες είναι εκείνη η οποία αποτελεί την πραγματοποιηθείσα δαπάνη δυνάμει των διατάξεων δημοσιονομικής εκτέλεσης.

6. Οι αποδέκτριες επιχειρήσεις επιστρέφουν την ενίσχυση στο χορηγήσαντα οργανισμό σύμφωνα με κανόνες οι οποίοι θεσπίζονται εκ των προτέρων. Οι εν λόγω επιστροφές, οι οποίες ενδεχομένως συνοδεύονται από τόκους, επανατροφοδοτούν το αρχικό κονδύλιο της ενίσχυσης, πράγμα το οποίο θέτει σε κίνηση, με τον τρόπο αυτό, ένα νέο κύκλο επιστρεφόμενων ενίσχύσεων.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Οι λεπτομέρειες επιστροφής των εν λόγω ενισχύσεων οφείλουν να τηρούν τα ακόλουθα κριτήρια με στόχο τη διαφάνεια της διαχείρισης του καθεστώτος ενισχυσης.

1. Η χρηματοοικονομική διαχείριση των επιστρεφόμενων ενισχύσεων τηρεί τους κανόνες και τους ορισμούς που εφαρμόζονται στις μη επιστρεφόμενες ενισχύσεις. Πάντως, η πτυχή της «επιστροφής» συνεπάγεται ότι τηρούνται οι ακόλουθες αρχές και λεπτομέρειες της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

1.1. Ο οργανισμός ο οποίος χορηγεί τις επιστρεφόμενες ενισχύσεις (= τελικός δικαιούχος, βλέπε δελτίο σχετικά με τον «τελικό δικαιούχο» οφείλει να τηρεί διαφανείς λογαριασμούς οι οποίοι επιτρέπουν, ιδιαίτερα όσον αφορά τον έλεγχο, τη διάκριση μεταξύ:

- του ποσού των ενισχύσεων με βάση το αρχικό κονδύλιο το οποίο διατέθηκε στον εν λόγω οργανισμό,

- τις επιστροφές και τις ενδεχόμενες πληρωμές τόκων που πραγματοποιούν οι αποδέκτες των επιστρεφόμενων ενισχύσεων.

- το ποσό των νέων ενισχύσεων που χορηγούνται με βάση ποσά τα οποία επιστρέφονται ενδεχομένως ή των ενδεχόμενων τόκων που καταβάλλονται από τους αποδέκτες των ενισχύσεων.

1.2. Πρέπει να διασφαλίζεται ότι οι επιστροφές και οι ενδεχόμενοι τόκοι οι οποίοι εισπράττονται δεν υποκαθιστούν την προβλεπόμενη εθνική αντιστάθμιση στο σχέδιο χρηματοδότησης του μέτρου και ότι επαναχρησιμοποιούνται στο ίδιο πλαίσιο. Για να διασφαλισθεί αυτό, στο τέλος του προγράμματος, ο οργανισμός ο οποίος χορηγεί την ενίσχυση θα πρέπει, συνεπώς, να δικαιολογήσει τη χρήση των πόρων που προβλέπονται στο χρηματοοικονομικό σχέδιο, καθώς και τους πρόσθετους πόρους που δημιουργήθηκαν από την επιστροφή και τους τόκους που καταβλήθηκαν ενδεχομένως εν τω μεταξύ, προκειμένου να μπορέσει να ωφεληθεί από τη συνολική κοινοτική ενίσχυση που έχει διατεθεί για το μέτρο.

1.3. Προκειμένου να διασφαλισθεί η διαφάνεια των χρηματοοικονομικών ροών, είναι απαραίτητο ο οργανισμός ο οποίος χορηγεί τις ενισχύσεις να συντάξει δήλωση των δαπανών στην οποία συμπεριλαμβάνονται, ταυτόχρονα, οι πραγματοποιηθείσες δαπάνες (δηλαδή το σύνολο των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν και καταβλήθηκαν στους αποδέκτες) και ένδειξη των επιστροφών και των ενδεχόμενων τόκων που εισπράχθηκαν κατά την ίδια περίοδο και καταχωρήθηκαν χωριστά στη λογιστική του (δικαιολογητικά έγγραφα τα οποία πρέπει να παρουσιάζονται κατά τους επιτόπου ελέγχους).

2. Αναφορικά με το κλείσιμο των μορφών παρέμβασης, οι οποίες συμπεριλαμβάνουν τη συγχρηματοδότηση καθεστώτων επιστρεφόμενων ενισχύσεων, εφαρμόζονται οι ίδιες διατάξεις οι οποίες ισχύουν και για τη συγχρηματοδότηση των καθεστώτων μη επιστρεφόμενων ενισχύσεων χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι νέες ενισχύσεις οι οποίες χορηγούνται με βάση τις επιστροφές και τους τόκους οι οποίοι εισπράττονται ενδεχομένως εντός της περιόδου εκτέλεσης της μορφής παρέμβασης.

3. Μετά την πληρωμή του τελικού υπολοίπου της μορφής παρέμβασης, η Επιτροπή δεν επεμβαίνει πλέον στην εκτέλεση ή στην παρακολούθηση της δράσης υπό την επιφύλαξη των γενικών ρυθμιστικών διατάξεων που αφορούν ειδικότερα τον έλεγχο.

Πηγές

- Κανονισμός πλαίσιο [άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο β)].

- Κανονισμός (ΕΤΠΑ (άρθρο 1).

- Κανονισμός ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού (άρθρα 5 και 6).

- Γνώμη της Επιτροπής σχετικά με ελάχιστους κανόνες οι οποίοι εφαρμόζονται στις κρατικές ενισχύσεις (ΕΕ αριθ. C 68 της 6. 3. 1996).

Δελτίο αριθ. 22

Επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων ΔΑΠΑΝΕΣ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΝ, ΣΥΜΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ

1. Στο πλαίσιο της συγχρηματοδότησης των μορφών παρέμβασης, συμπεριλαμβανομένης της τεχνικής βοήθειας, δεν είναι επιλέξιμες οι δαπάνες των δημοσίων διοικήσεων και οι αποδοχές των (μονίμων) υπαλλήλων, κεντρικής διοίκησης και αποκεντρωμένων υπηρεσιών, οι οποίες απορρέουν από τα καθημερινά τους καθήκοντα διαχείρισης, παρακολούθησης, και ελέγχου συγχρηματοδοτούμενων δράσεων που ανταποκρίνονται στις κανονιστικές διατάξεις.

2. Μόνο οι πρόσθετες δαπάνες, δηλαδή οι δαπάνες επιπλέον των τακτικών δαπανών, οι οποίες συνδέονται με επείγουσες και συμπληρωματικές κανονιστικές απαιτήσεις, μπορούν να θεωρηθούν επιλέξιμες. Η απόδειξη ότι πρόκειται για «πρόσθετες» δαπάνες θα πρέπει να παρέχεται από το κράτος μέλος. Οι εν λόγω δαπάνες θα πρέπει να έχουν εκ των προτέρων εγκριθεί από τις υπηρεσίες της Επιτροπής. Πρέπει, ειδικότερα, να εξετάζεται κατά πόσο η χρηματοδότηση αυτή μπορεί να δικαιολογηθεί σε σχέση με τους στόχους του συγκεκριμένου προγράμματος και να αποδυκνύεται ότι οι εν λόγω δαπάνες του προγράμματος μπορεί να καταλογιστούν άμεσα στις επιλέξιμες ενέργειες του προγράμματος.

Ως πρόσθετες επιλέξιμες δαπάνες, στο πλαίσιο των πιστώσεων της τεχνικής βοήθειας, νοούνται οι ακόλουθες δαπάνες (η αναφορά στα έξοδα για επιπλέον προσωπικό, είναι σχετική με κάθε ενδιαφερόμενη διοίκηση σε κεντρικό, αποκεντρωμένο ή περιφερειακό επίπεδο):

- Οι δαπάνες που αφορούν παρακολούθηση και αξιολόγηση των παρεμβάσεων, οι δαπάνες οι οποίες συνδέονται με την οργάνωση και τη λειτουργία των επιτροπών παρακολούθησης, καθώς και οι δαπάνες για το συντονισμό των διαφόρων επιτροπών και υποεπιτροπών (οδοιπορικά, έξοδα διαμονής, ημερήσιες αποζημιώσεις των δημοσίων υπαλλήλων οι οποίοι συμμετέχουν στις επιτροπές παρακολούθησης, εξαιρουμένων των αποδοχών τους), σύμφωνα με τους εκ του νόμου προβλεπόμενους σχετικούς πίνακες των οικείων δημοσίων διοικήσεων ή σύμφωνα με πίνακες που θα καθοριστούν στα πλαίσια της εταιρικής σχέσης.

- οι δαπάνες που αφορούν τον έλεγχο των δράσεων, δαπάνες οι οποίες συνδέονται με τους επιτόπιους ελέγχους, την οργάνωση, και το συντονισμό του συστήματος ελέγχου που έχει θεσπίσει το κράτος μέλος (οδοιπορικά, έξοδα διαμονής, ημερήσιες αποζημιώσεις), εκτός των αποδοχών των δημοσίων ελεγκτών [το συνολικό κόστος των δράσεων ελέγχου είναι επιλέξιμο για ενίσχυση από το ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού ΕΚΤ], σύμφωνα με τους εκ τους νόμου προβλεπόμενους σχετικούς πίνακες των οικείων δημοσίων διοικήσεων ή σύμφωνα με πίνακες που θα καθοριστούν στα πλαίσια της εταιρικής σχέσης,

- οι δαπάνες, συμπεριλαμβανομένων των αποδοχών, που αφορούν την προσωρινή απασχόληση έκτακτου προσωπικού (προσωρινοί συμβασιούχοι υπάλληλοι ή προσωπικό προερχόμενο από τον ιδιωτικό τομέα) για εργασίες διαχείρισης, παρακολούθησης, αξιολόγησης και ελέγχου,

- οι δαπάνες, συμπεριλαμβανομένων των αποδοχών, που αφορούν την προσωρινή απόσπαση (η οποία δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες) μονίμου υπαλλήλου σε οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή κεντρικής διοίκησης ή την απόσπαση από έναν οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης σε έναν άλλο, με σκοπό την συνδρομή στην κατάρτιση περιφερειακών υπαλλήλων και τη μεταφορά εμπειρίας στον τομέα της διαχείρισης, της παρακολούθησης, της αξιολόγησης, και του ελέγχου των συγχρηματοδοτούμενων δράσεων.

Οι τρόποι εφαρμογής αυτών των διατάξεων (διαδικασία εφαρμογής, ανώτατα όρια, έλεγχος κ.λπ.) συμφωνούνται κατά περίπτωση στα πλαίσια της εταιρικής σχέσης.

Διευκρινίσεις

3. Οι διαπάνες των δημοσίων διοικήσεων, συμπεριλαμβανομένων των αποδοχών των εθνικών δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίες πραγματοποιούνται εκτός των καθημερινών καθηκόντων διαχείρισης, παρακολούθησης και ελέγχου, είναι δυνατό να θεωρηθούν ως επιλέξιμες εφόσον πρόκειται:

- για δαπάνες εκτέλεσης του έργου οι οποίες προκύπτουν στο πλαίσιο επαγγελματικών υπηρεσιών που παρέχονται από υπαλλήλους ή μια υπηρεσία του δημοσίου τομέα και οι οποίες είτε καταλογίζονται στον τελικό δικαιούχο, είτε έχουν βεβαιωθεί βάσει όλων των αποδεικτικών δικαιολογητικών εγγράφων που επιτρέπουν το σαφή προσδιορισμό των πραγματικών δαπανών που αναλαμβάνονται από τη σχετική δημόσια υπηρεσία προς όφελος του μεμονωμένου σχεδίου (δελτίο που προσδιορίζει την παρασχεθείσα εργασία για λογαριασμό του τελικού δικαιούχου, υπολογισμένη αναλογικά, με βάση το δελτίο πληρωμής του αποσπασμένου υπαλλήλου),

- Για δαπάνες εκτέλεσης του έργου, οι οποίες προκύπτουν στο πλαίσιο επαγγελματικών υπηρεσιών που παρέχονται από υπαλλήλους ή υπηρεσία του δημοσίου και οι οποίες καταλογίζονται στον εργολήπτη, ανεξάρτητα από το ιδιωτικό ή δημόσιο καθεστώς του τελευταίου,

- για δαπάνες εκτέλεσης του έργου, συμπεριλαμβανομένης της παροχής υπηρεσιών, οι οποίες βαρύνουν μια δημόσια υπηρεσία με την ιδιότητά της ως τελικού δικαιούχου, η οποία υλοποιεί μόνη της το έργο για δικό της λογαριασμό, χωρίς να προσφεύγει σε εξωτερικούς συμβούλους ή επιχειρήσεις, υπό τον όρο ότι τα έξοδα αυτά αναφέρονται σε πραγματοποιηθείσες δαπάνες που συνδέονται αποκλειστικά με το συγχρηματοδοτούμενο έργο,

- το κόστος μιας ενέργειας που περιλαμβάνεται σε ένα μέτρο της οποίας το ίδιο το αντικείμενο είναι μία δημόσια δαπάνη (όπως διευκρινίζεται στις λεπτομέρειες ανά διαρθρωτικό ταμείο).

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΜΕΙΟ

- ΕΚΤ

Μέτρα των οποίων το ίδιο το αντικείμενο είναι μια δημόσια δαπάνη

Οι διοικητικές δαπάνες οι οποίες αναφέρονται στο δελτίο δεν αφορούν τις λειτουργικές δαπάνες οι οποίες βαρύνουν τους δημόσιους οργανισμούς ή τους φορείς τους με την ιδιότητά τους ως τελικούς δικαιούχους και αφορούν «την προετοιμασία, τη λειτουργία, τη διαχείριση και την αξιολόγηση των δράσεων» κατάρτισης οι οποίες είναι επιλέξιμες δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 1 του κανονισμού ΕΚΤ.

Π.χ.: κατάρτιση υπαλλήλων κεντρικών και αποκεντρωμένων υπηρεσιών στις περιφέρειες του στόχου 1.

- ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού

Μέτρα των οποίων το ίδιο το αντικείμενο είναι μία δημόσια δαπάνη

Οι διοικητικές δαπάνες οι οποίες αναφέρονται στο δελτίο δεν αφορούν τις λειτουργικές δαπάνες οι οποίες βαρύνουν τους δημοσίους οργανισμούς οι οποίοι είναι οι τελικοί δικαιούχοι της συγχρηματοδοτούμενης δράσης.

- ΕΤΠΑ

Τα πρότυπα σχέδια δυνάμει του άρθρου 10 του κανονισμού ΕΤΠΑ

Οι δαπάνες προσωπικού των οργανισμών τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης που ενεργούν με την ιδιότητα του αναδόχου (δηλαδή, εκείνου που υλοποιεί το πρότυπο έργο), ή του παρέχοντος υπηρεσίες, μπορούν να θεωρηθούν επιλέξιμες. Οι δαπάνες αυτές δεν μπορούν να υπερβούν σε καμία περίπτωση το 25 % του συνολικού επιλέξιμου κόστους του πρότυπου σχεδίου.

Πηγές

- Συντονιστικός κανονισμός (άρθρο 17 παράγραφος 2 και άρθρο 25 παράγραφος 1).

- Κανονισμός ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού (άρθρα 2, 5 και 6).

- Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 270/79 του Συμβουλίου (ΕΓΤΠΕ - τμήμα Προσανατολισμού).

- Κανονισμός ΕΚΤ (άρθρα 1 και 6).

- Κανονισμός ΕΤΠΑ (άρθρο 1).

- Δήλωση της Επιτροπής στα πρακτικά της 20. 7. 1993 σχετικά με το άρθρο 21 παράγραφος 3 του συντονιστικού κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4253/88 όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2082/93, η οποία εγγράφηκε στα πρακτικά θέσπισης από το Συμβούλιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2082/93.

- Οδηγός «Τεχνική βοήθεια» της ΓΔ XVI (Νοέμβριος 1994).

(1) Ως κρατικές ενισχύσεις νοούνται όλες οι κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται από τα κράτη στα πλαίσια του άρθρου 92.1 της συνθήκης της ΕΚ, όπως για παράδειγμα οι κρατικές ενισχύσεις που διέπονται από ένα προκαθορισμένο πλαίσιο και χορηγούνται με βάση προκαθορισθέντα γενικά κριτήρια, και οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα την παροχή σε επιχειρήσεις οικονομικών ή χρηματοδοτικών πλεονεκτημάτων από τα οποία δεν θα επωφελούντο κατά τη συνήθη άσκηση των δραστηριοτήτων τους, καθώς και τη μείωση των επιβαρύνσεων τις οποίες υφίσταται κατά κανόνα ο προϋπολογισμός τους. Με εξαίρεση εκείνα που διέπονται από τον κανόνα των ελάχιστων ορίων, τα καθεστώτα αυτά πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή, ανεξάρτητα από τον τελικό σκοπό της ενίσχυσης.

(2) Για προφανείς λόγους, η εκ προθέσεως καθυστέρηση μεταφοράς των κοινοτικών κονδυλίων προς στους τελικούς δικαιούχους, με σκοπό την αποκόμιση κέρδους από τους τόκους που αποδίδουν οι κοινοτικές προκαταβολές, καθώς και η αδικαιολόγητη οικειοποίησή τους, πρέπει να θεωρούνται παρατυπίες.

(3*) Υπόμνηση: Το σχέδιο τροποποίησης του δημοσιονομικού κανονισμού της 21ης Δεκεμβρίου 1977, το οποίο έχει υποβληθεί στο Συμβούλιο, προβλέπει χωριστή καταχώρηση, ακαθάριστη, ανά περιόδους εξάμηνες κατά ανώτατο όριο.

(4) Εγκεκριμένο ποσοστό για τον υπολογισμό του συνολικού ανώτατου ποσού των εγγυήσεων που μπορούν να διατεθούν από το ΤΕ, σε σχέση με το καταβεβλημένο σε αυτό κεφάλαιο (gearing ratio).

(5) Εκτός αν διαφορετικές λεπτομέρειες εφαρμογής προβλέπονται στο πλαίσιο καθεστώτος ενισχύσεων, το οποίο έχει εγκριθεί από την Επιτροπή.

Top