Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31995R2689

Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 2689/95 του Συμβουλίου της 17ης Νοεμβρίου 1995 για τη θέσπιση ειδικών μέτρων που αφορούν την οριστική έξοδο από την υπηρεσία εκτάκτων υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με την ευκαιρία της προσχώρησης της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας

ΕΕ L 280 της 23.11.1995, p. 4–6 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1995/2689/oj

31995R2689

Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 2689/95 του Συμβουλίου της 17ης Νοεμβρίου 1995 για τη θέσπιση ειδικών μέτρων που αφορούν την οριστική έξοδο από την υπηρεσία εκτάκτων υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με την ευκαιρία της προσχώρησης της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 280 της 23/11/1995 σ. 0004 - 0006


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ, ΕΥΡΑΤΟΜ, ΕΚΑΧ) αριθ. 2689/95 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 17ης Νοεμβρίου 1995 για τη θέσπιση ειδικών μέτρων που αφορούν την οριστική έξοδο από την υπηρεσία εκτάκτων υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με την ευκαιρία της προσχώρησης της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση ενιαίου Συμβουλίου και ενιαίας Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, και ιδίως το άρθρο 24,

την πρόταση της Επιτροπής που υποβλήθηκε μετά από γνώμη της επιτροπής κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως (1),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2),

τη γνώμη του Δικαστηρίου (3),

τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (4),

Εκτιμώντας:

ότι, με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) 2688/95 (5), το Συμβούλιο έλαβε ιδιαίτερα μέτρα σχετικά με την έξοδο από την υπηρεσία των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με την ευκαιρία της προσχώρησης της Αυστρίας, της Σουηδίας και της Φινλανδίας 7 ότι πρέπει, με την ευκαιρία της εν λόγω προσχώρησης, να ληφθούν ανάλογα μέτρα και για τους έκτακτους υπαλλήλους που έχουν σύμβαση αορίστου διάρκειας, με την έκδοση κανονισμού ο οποίος θα περιέχει όσο το δυνατό παρόμοιες διατάξεις 7 ότι στόχος των μέτρων αυτών είναι να καταστεί δυνατή η πρόσληψη κατά προτεραιότητα αυστριακών, σουηδών και φινλανδών υπηκόων στις κενωθείσες θέσεις απασχόλησης 7 ότι στους έκτακτους υπαλλήλους, που υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο γ) του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ασκούν καθήκοντα στις πολιτικές ομάδες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν μπορεί να εφαρμοστεί το μέτρο εξόδου από την υπηρεσία ώστε να μπορούν να προσληφθούν σε επαρκή αριθμό και υπό κανονικές συνθήκες σταδιοδρομίας αυστριακοί, σουηδοί και φινλανδοί υπήκοοι, εάν το όριο ηλικίας οριστεί στα 55 χρόνια όπως έχει οριστεί για τους μόνιμους υπάλλήλους 7 ότι, προς το συμφέρον του Οργάνου και για να αντιμετωπισθεί η ιδιαίτερη κατάσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρέπει να προσληφθούν στις θέσεις απασχόλησης που προβλέπονται στο άρθρο 2 στοιχείο γ) του καθεστώτος αυστριακοί, σουηδοί και φινλανδοί υπήκοοι σε επαρκή αριθμό και υπό κανονικές συνθήκες σταδιοδρομίας 7 ότι, συνεπώς, πρέπει να μειωθεί στα 50 έτη το κατώτερο όριο ηλικίας κατά το οποίο οι υπάλληλοι της κατηγορίας αυτής μπορούν να εξέλθουν από την υπηρεσία,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Προς το συμφέρον της υπηρεσίας και για να αντιμετωπισθούν οι ανάγκες που προέκυψαν από την προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση της Αυστρίας, της Σουηδίας και της Φινλανδίας, εξουσιοδοτείται το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να λάβει, έως τις 30 Ιουνίου 2000 και με τους κατωτέρω όρους, μέτρα εξόδου από την υπηρεσία των εκτάκτων υπαλλήλων κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο α) του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Οι εν λόγω έκτακτοι υπάλληλοι, με σύμβαση αορίστου διαρκείας, θα πρέπει να έχουν συμπληρώσει συνολικό χρόνο υπηρεσίας 15 ετών και να είναι ηλικίας 50 τουλάχιστον ετών.

Άρθρο 2

Ο αριθμός των εκτάκτων υπαλλήλων για τους οποίους μπορούν να ληφθούν τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 1 ορίζεται σε 30. Κατανεμόμενος έχει ως εξής:

- 2 για την περίοδο από την 1η Ιουλίου 1995 έως τις 30 Ιουνίου 1996,

- 7 για την περίοδο από την 1η Ιουλίου 1996 έως τις 30 Ιουνίου 1997,

- 6 για την περίοδο από την 1η Ιουλίου 1997 έως τις 30 Ιουνίου 1998,

- 9 για την περίοδο από την 1η Ιουλίου 1998 έως τις 30 Ιουνίου 1999,

- 6 για την περίοδο από την 1η Ιουλίου 1999 έως τις 30 Ιουνίου 2000.

Άρθρο 3

Λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον της υπηρεσίας που συνδέεται με τη διεύρυνση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αφού παράσχει στο προσωπικό του τη δυνατότητα να εκδηλώσει το ενδιαφέρον του, επιλέγει, εντός των ορίων που θέτει το άρθρο 2 και μετά από διαβουλεύσεις με την επιτροπή ίσης εκπροσώπησης, τους έκτακτους υπαλλήλους στους οποίους θα εφαρμοστεί το μέτρο της εξόδου από την υπηρεσία δυνάμει του άρθρου 1.

Για το σκοπό αυτό, λαμβάνει υπόψη την ηλικία, την ικανότητα, την απόδοση, την υπηρεσιακή συμπεριφορά, την οικογενειακή κατάσταση και την αρχαιότητα των ενδιαφερομένων.

Το μέτρο αυτό ουδέποτε εφαρμόζεται χωρίς τη συγκατάθεση του ενδιαφερομένου.

Άρθρο 4

1. Ο πρώην έκτακτος υπάλληλος που επωφελείται από το μέτρο του άρθρου 1 δικαιούται μηνιαίας αποζημίωσης ίσης με το 70 % του βασικού μισθού του, ανάλογα με το βαθμό και το κλιμάκιο που είχε κατά την έξοδό του από την υπηρεσία, σύμφωνα με τον πίνακα του άρθρου 66 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης ο οποίος ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα κατά τον οποίο θα πρέπει να γίνει η εκκαθάριση της αποζημίωσης.

2. Το ευεργέτημα της αποζημίωσης παύει, το αργότερο, την τελευταία ημέρα του μήνα στη διάρκεια του οποίου ο πρώην έκτακτος υπάλληλος συμπληρώνει τα 65 χρόνια του και, σε κάθε περίπτωση που πριν φθάσει στην ηλικία αυτή, ο ενδιαφερόμενος πληροί τις προϋποθέσεις που παρέχουν δικαίωμα στο ανώτατο όριο σύνταξης λόγω συμπλήρωσης συντάξιμου χρόνου.

Στην περίπτωση αυτή, ο πρώην έκτακτος υπάλληλος αποκτά αυτοδικαίως δικαίωμα σύνταξης λόγω συμπλήρωσης συντάξιμου χρόνου που υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 39 και 40 του καθεστώτος και η οποία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού μήνα που ακολουθεί τον μήνα για τον οποίο καταβλήθηκε η αποζημίωση τελευταία φορά.

3. Η αποζημίωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 προσαρμόζεται με το διορθωτικό συντελεστή που έχει καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 82 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης για τη χώρα, στο εσωτερικό της Κοινότητας, όπου ο δικαιούχος αποδεικνύει ότι διαμένει.

Αν ο δικαιούχος αποζημίωσης έχει επιλέξει για τη διαμονή του εξωκοινοτική χώρα, ο διορθωτικός συντελεστής που εφαρμόζεται στην αποζημίωση ισούται με 100.

Η αποζημίωση εκφράζεται σε βελγικά φράγκα. Καταβάλλεται στο νόμισμα της χώρας διαμονής του δικαιούχου. Καταβάλλεται ωστόσο σε βελγικά φράγκα αν ο διορθωτικός συντελεστής ισούται με 100, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο.

Αν η αποζημίωση καταβάλλεται σε άλλο νόμισμα εκτός από το βελγικό φράγκο, υπολογίζεται σύμφωνα με τις ισοτιμίες που αναφέρονται στο άρθρο 63 εδάφιο 2 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

4. Από το ποσό των ακαθάριστων αποδοχών του ενδιαφερομένου στα νέα του καθήκοντα αφαιρείται η αποζημίωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1, εφόσον οι αποδοχές, προστιθέμενες στην αποζημίωση, υπερβαίνουν τις τελευταίες συνολικές ακαθάριστες αποδοχές του δικαιούχου, που υπολογίζονται με βάση τον ισχύοντα πίνακα αποδοχών την πρώτη ημέρα του μήνα κατά τον οποίο πρέπει να γίνει εκκαθάριση της αποζημίωσης. Οι αποδοχές αυτές αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με τον διορθωτικό συντελεστή της παραγράφου 3.

Οι ακαθάριστες αποδοχές και οι τελευταίες συνολικές ακαθάριστες αποδοχές της παραγράφου 1 νοούνται αφαιρουμένων των κρατήσεων κοινωνικών ασφαλίσεων και πριν την αφαίρεση του φόρου.

Ο ενδιαφερόμενος είναι υποχρεωμένος να παρέχει τα έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία που τυχόν θα απαιτηθούν και να κοινοποιεί στο θεσμικό όργανο κάθε στοιχείο που μπορεί να τροποποιεί τα δικαιώματά του στην αποζημίωση.

5. Σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 67 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και τα άρθρα 1, 2 και 3 του παραρτήματος VII του κανονισμού αυτού, τα οικογενειακά επιδόματα καταβάλλονται είτε στο δικαιούχο της αποζημίωσης της παραγράφου 1, είτε στο ή στα πρόσωπα που έχουν αναλάβει την επιμέλεια του ή των τέκνων εκ του νόμου διατάξεων ή δια δικαστικής αποφάσεως ή αποφάσεως της αρμόδιας διοικητικής αρχής. Το ποσό του επιδόματος στέγης υπολογίζεται με βάση την αποζημίωση αυτή.

6. Ο δικαιούχος της αποζημίωσης έχει δικαίωμα, τόσο για τον εαυτό του όσο και για τα πρόσωπα που καλύπτονται ασφαλιστικώς από αυτόν, στις παροχές που εξασφαλίζει το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης του άρθρου 72 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης εφόσον καταβάλλει τη σχετική συνεισφορά του, η οποία υπολογίζεται με βάση το ύψος της αποζημίωσης της παραγράφου 1 και εφόσον δεν καλύπτεται από άλλη υγειονομική ασφάλιση, κατά νόμο ή κανονιστική διάταξη.

7. Κατά την περίοδο κατά την οποία υπάρχει το δικαίωμα αποζημίωσης, ο πρώην έκτακτος υπάλληλος εξακολουθεί να αποκτά νέα δικαιώματα σύνταξης λόγω συμπλήρωσης συνταξίμου χρόνου με βάση το μισθό που αναλογεί στο μισθό και το κλιμάκιό του εφόσον κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής καταβάλλεται η εισφορά που προβλέπεται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης με βάση τον εν λόγω μισθό και εφόσον η συνολική σύνταξη δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο που προβλέπεται στον τίτλο ΙΙ κεφάλαιο 6 του καθεστώτος. Για την εφαρμογή του άρθρου 5 του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, η περίοδος αυτή λογίζεται ως περίοδος υπηρεσίας.

8. Με την επιφύλαξη του άρθρου 1 παράγραφος 1 και του άρθρου 22 του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, ο επιζών σύζυγος πρώην εκτάκτου υπαλλήλου που όταν απεβίωσε δικαιούτο της μηνιαίας αποζημίωσης της παραγράφου 1, δικαιούται, εφόσον υπήρξε σύζυγός του τουλάχιστον ένα χρόνο πριν από τη στιγμή που ο ενδιαφερόμενος έπαυσε να είναι στην υπηρεσία θεσμικού οργάνου, σύνταξης επιζώντος ίσης με το 60 % της σύνταξης λόγω συμπλήρωσης συνταξίμου χρόνου που θα εισέπραττε ο πρώην έκτακτος υπάλληλος αν ήταν σε θέση να την αξιώσει κατά το χρόνο θανάτου του, ανεξάρτητα από το χρόνο υπηρεσίας ή την ηλικία.

Το ύψος της σύνταξης επιζώντος που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο δεν μπορεί να είναι κατώτερο των ποσών που προβλέπονται στον τίτλο ΙΙ κεφάλαιο 6 του καθεστώτος. Ωστόσο, το ύψος της σύνταξης αυτής δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβεί το ύψος της πρώτης καταβολής της σύνταξης λόγω συμπλήρωσης συνταξίμου χρόνου της οποίας θα εδικαιούτο ο πρώην έκτακτος υπάλληλος εάν, έχοντας επιζήσει και εξαντλήσει τα δικαιώματά του στην ανωτέρω αποζημίωση, είχε επωφεληθεί από τη σύνταξη αυτή.

Η πλήρωση της προϋποθέσεως του προϋπάρξαντος γάμου, που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, δεν απαιτείται εάν ένα ή περισσότερα τέκνα προέρχονται από γάμο του πρώην εκτάκτου υπαλλήλου, τελεσθέντα πριν την έξοδο από την υπηρεσία, εφόσον ο επιζών σύζυγος επιμελείται ή έχει επιμεληθεί των τέκνων αυτών.

Το ίδιο συμβαίνει εάν ο θάνατος του πρώην εκτάκτου υπαλλήλου επέρχεται κάτω από περιστάσεις που προβλέπονται στο τέλος του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 17 του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

9. Σε περίπτωση θανάτου πρώην εκτάκτου υπαλλήλου, δικαιούχου της αποζημίωσης της παραγραφου 1, τα αναγνωριζόμενα ως συντηρούμενα τέκνα κατά την έννοια του άρθρου 2 του παραρτήματος VII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης δικαιούνται σύνταξης ορφανού σύμφωνα με τους όρους του τίτλου ΙΙ κεφάλαιο 6 του καθεστώτος καθώς και του άρθρου 21 του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

Άρθρο 5

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από την δημοσιεύση του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 17 Νοεμβρίου 1995.

Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος P. SOLBES MIRA

Top