This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 31989R1552
Council Regulation (EEC, Euratom) No 1552/89 of 29 May 1989 implementing Decision 88/376/EEC, Euratom on the system of the Communities' own resources
Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1552/89 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 1989 για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων
Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1552/89 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 1989 για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων
ΕΕ L 155 της 7.6.1989, p. 1–8
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT) Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση
(FI, SV)
No longer in force, Date of end of validity: 30/05/2000; καταργήθηκε από 300R1150
Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1552/89 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 1989 για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 155 της 07/06/1989 σ. 0001 - 0008
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 1 τόμος 4 σ. 0041
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 1 τόμος 4 σ. 0041
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ, ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 1552/89 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 29ης Μαΐου 1989 για την εφαρμογή της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΟΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, ιΕχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 209, τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Απομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο^183, την απόφαση 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου της 24ης Ιουνίου 1988 για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων^(1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2, την πρόταση της Επιτροπής^(2), τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου^(3), τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου^(4), Εκτιμώντας: ότι η εμπειρία από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 2891/77 του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 1977 για την εφαρμογή της απόφασης της 21ης Απριλίου 1970 για την αντικατάσταση των χρηματοδοτικών συνεισφορών των κρατών μελών από ιδίους πόρους των Κοινοτήτων^(5), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1990/88^(6), απέδειξαν ότι οι διατάξεις του κανονισμού αυτού πρέπει να αναμορφωθούν ότι η Κοινότητα πρέπει να διαθέτει τους ιδίους πόρους που αναφέρονται στο άρθρο 2 της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ υπό τους καλύτερους δυνατούς όρους και ότι, για το σκοπό αυτό, θα πεπει να καθοριστούν οι λεπτομέρειες σύμφωνα με τις οποίες τα κράτη θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής τους ίδιους πόρους που χορηγούνται στις Κοινότητες ότι οι παραδοσιακοί ίδιοι πόροι εισπράττονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις οι οποίες, κατά περίπτωση, είναι προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις των κοινοτικών ρυθμίσεων ότι είναι αναγκαίος ο προσδιορισμός της έννοιας της βεβαίωσης όσον αφορά τους ιδίους πόρους που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) της εν λόγω απόφασης ότι πρέπει να προβλεφθεί η χωριστή λογιστική καταχώρηση των μη εισπραττόμενων δασμών ότι η εν λόγω λογιστική καταχώρηση καθώς και μια τριμηνιαία κατάστασή της πρέπει να επιτρέπουν στην επιτροπή να παρακολουθεί καλύτερα τις ενέργειες των κρατών μελών σχετικά με την είσπραξη αυτών των ιδίων πόρων, και ιδίως αυτών για τους οποίους έχει ανακύψει πρόβλημα λόγω απάτης και παρατυπίας ότι, όσον αφορά τους ιδίους πόρους από το φόρο προστιθεμένης αξίας, ονομαζόμενους στη συνέχεια «πόρους ΦΠΑ», που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της εν λόγω απόφασης, πρέπει να προβλεφθεί ότι τα κράτη μέλη θα υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση της Κοινότητας με τη μορφή σταθερών μηνιαίων δωδεκατημορίων τους ιδίους πόρους οι οποίοι προβλέπονται στον προϋπολογισμό, και θα πραγματοποιούν αργότερα την εκκαθάριση των ποσών που αποδίδονται κατ' αυτό τον τρόπο, ανάλογα με την πραγματική βάση των πόρων ΦΠΑ, μόλις αυτή γίνει πλήρως γνωστή ότι η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται επίσης στο συμπληρωματικό πόρο που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της εν λόγω απόφασης, καλούμενο στο εξής «συμπληρωματικό πόρο», που καθιερώθηκε με την οδηγία 89/130/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 1989 για την εναρμόνιση του υπολογισμού του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος σε τιμές αγοράς^(7) ότι η θέση των ιδίων πόρων στη διάθεση των Κοινοτήτων μπορεί να πραγματοποιηθεί υπό μορφή εγγραφής των οφειλομένων ποσών εις πίστωση λογαριασμού που ανοίγεται για το σκοπό αυτό στο όνομα της Επιτροπής, στο Δημόσιο Ταμείο κάθε κράτους μέλους ή στον οργανισμό που ορίζεται από κάθε κράτος μέλος ότι, για να περιοριστούν οι κινήσεις των κεφαλαίων στο αναγκαίο μέτρο για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, η Κοινότητα πρέπει να περιοριστεί στην πραγματοποίηση αναλήψεων από τους προαναφερθέντες λογαριασμούς για να καλύψει τις ταμειακές μόνον ανάγκες της Επιτροπής ότι θα πρέπει να ορίζεται το προς μεταφορά υπόλοιπο ενός οικονομικού έτους στο επόμενο οικονομικό έτος ότι, για να εξασφαλίζεται σε κάθε περίπτωση η χρηματοδότηση του κοινοτικού προϋπολογισμού, πρέπει να καθοριστούν οι λεπτομέρειες για τη θέση στη διάθεση των Κοινοτήτων των χρηματικών συνεισφορών που βασίζονται στο ακαθάριστο εθνικό προϊόν, ονομαζόμενων κατωτέρω «χρηματικών συνεισφορών ΑΕΠ» και προβλεπομένων στο άρθρο 2 παράγραφος 7 της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής και, ενδεχομένως, να της αποστέλλουν τα έγγραφα και τις πληροφορίες που κρίνονται αναγκαία για την άσκηση των αρμοδιοτήτων που της έχουν ανατεθεί, όσον αφορά τους ιδίους πόρους ότι είναι σκόπιμο τα κράτη μέλη να διενεργούν τους ελέγχους και τις έρευνες σχετικά με τη βεβαίωση και την απόδοση των ιδίων πόρων ότι η Επιτροη θα πρέπει να ασκεί τις αρμοδιότητές της υπό τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό ότι ενδείκνυται να καθοριστούν οι αρμοδιότητες της Επιτροης όσον αφορά τον έλεγχο του συμπληρωματικού πόρου ΑΕΠ ότι η στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής θα διευκολύνει την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: ΤΙΤΛΟΣ Ι Γενικές διατάξεις Άρθρο 1 Οι ίδιοι πόροι των Κοινοτήτων που προβλέπονται από την απόφαση 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ, εφεξής καλούμενοι «ίδιοι πόροι», τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής και ελέγχονται υπό τους όρους που προβλέπει ο παρών κανονισμός, με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1553/89 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 1989 σχετικά με το ομοιόμορφο οριστικό καθεστώς είσπραξης των ιδίων πόρων που προέρχονται από το φόρο επί της προστιθεμένης αξίας^(8) και της οδηγίας 89/130/ΕΟΚ, Ευρατόμ. Άρθρο 2 1. Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η απαίτηση των Κοινοτήτων επί των ιδίων πόρων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ θεωρείται ως βεβαιωθείσα όταν η αρμόδια υπηρεσία του κράτους μέλους ανακοινώσει το οφειλόμενο ποσό στον οφειλέτη. Η ανακοίνωση αυτή πραγματοποιείται μόλις ο οφειλέτης γίνει γνωστός και το ποσό της απαίτησης μπορεί να υπολογιστεί από τις αρμόδιες διοικητικές αρχές, αφού τηρηθούν όλες οι εφαρμοστέες εν προκειμένω κοινοτικές διατάξεις. 2. ιΟταν η ανακοίνωση πρέπει να διορθωθεί εφαρμόζεται η παράγραφος 1. Άρθρο 3 Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα ώστε τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στη βεβαίωση και στην απόδοση των ιδίων πόρων να διατηρούνται επί τρία τουλάχιστον ημερολογιακά έτη από το τέλος του έτους στο οποίο αναφέρονται τα δικαιολογητικά αυτά. Σε περίπτωση που ο έλεγχος που πραγματοποιεί η εθνική διοίκηση μόνη της ή από κοινού με την Επιτροπή στα δικαιολογητικά που αφορούν κάποια βεβαίωση αποκαλύψει την ανάγκη να διορθωθεί η τελευταία, τα εν λόγω δικαιολογητικά διατηρούνται πέραν της προθεσμίας που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο για το χρονικό διάστημα που επιτρέπει την πραγματοποίηση της διόρθωσης και τον έλεγχο της τελευταίας. Τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στις διαδικασίες και στις στατιστικές βάσεις που αναφέρονται στο άρθρα 4 και 5 της οδηγίας 89/130/ΕΟΚ, Ευρατόμ διατηρούνται από τα κράτη μέλη έως τις 30 Σεπτεμβρίου του τέταρτου έτους που ακολουθεί το συγκεκριμένο οικονομικό έτος. Τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στη βάση των πόρων ΦΠΑ διατηρούνται για την αυτή χρονική περίοδο. Άρθρο 4 1. Κάθε κράτος μέλος γνωστοποιεί στην Επιτροπή: α) ^τις υπηρεσίες ή τους οργανισμούς που είναι υπεύθυνοι για τη βεβαίωση των ιδίων πόρων και, κατά περίπτωση, το καταστατικό τους β) ^τις νομοθετικές, κανονιστικές, διοικητικές και λογιστικές διατάξεις γενικού χαρακτήρα που έχουν σχέση με τη βεβαίωση, την είσπραξη και την απόδοση των ιδίων πόρων στην Επιτροπή. 2. Η Επιτροπή ανακοινώνει στα λοιπά κράτη μέλη, κατόπιν αιτήσεώς τους, τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Άρθρο 5 Ο συντελεστής που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ και καθορίζεται στο πλαίσιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού, υπολογίζεται ως ποσοστό επί τοις % του αθροίσματος των προβλεπόμενων ΑΕΠ των κρατών μελών, κατά τρόπο που να καλύπτει εξ ολοκλήρου το τμήμα του προϋπολογισμού που δεν χρηματοδοτείται από τους τελωνειακούς δασμούς, τις γεωργικές εισφορές, τους πόρους ΦΠΑ, τις χρηματικές συνεισφορές στα συμπληρωματικά προγράμματα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, τα λοιπά έσοδα και, ενδεχομένως, χρηματικές συνεισφορές ΑΕΠ. Ο συντελεστής αυτός εκφράζεται στον προϋπολογισμό με αριθμό στρογγυλευμένο στο τέταρτο δεκαδικό ψηφίο. ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ Λογιστική καταχώρηση των ιδίων πόρων Άρθρο 6 1. Λογαριασμοί των ιδίων πόρων, υποδιαιρούμενοι κατά είδος αυτών, τηρούνται στο Δημόσιο Ταμείο κάθε κράτους μέλους ή στον οργανισμό που ορίζεται από αυτό. 2. ^α) ^Οι απαιτήσεις που βεβαιώνονται σύμφωνα με το άρθρο 2 καταχωρούνται στα λογιστικά βιβλία, υπό την επιφύλαξη του στοιχείου β) της παρούσας παραγράφου, το αργότερο την πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά τη 19η ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί το μήνα κατά τον οποίο βεβαιώθηκε η απαίτηση. β) ^Οι απαιτήσεις που έχουν βεβαιωθεί αλλά δεν έχουν καταχωρηθεί στα λογιστικά βιβλία που αναφέρονται στο στοιχείο α) διότι δεν έχουν ακόμα εισπραχθεί και δεν έχει συσταθεί γι' αυτές καμία ασφάλεια, καταχωρούνται, εντός της προθεσμίας του στοιχείου α), σε χωριστά λογιστικά βιβλία. Τα κράτη μέλη μπορούν να ενεργήσουν κατά τον ίδιο τρόπο σε περίπτωση που οι απαιτήσεις που έχουν βεβαιωθεί και καλύπτονται από εγγυήσεις αποτελούν αντικείμενο αμφισβήτησης και ενδέχεται να υποστούν μεταβολές, συνεπεία αντιδικίας. γ) ^Εντούτοις, η λογιστική καταχώρηση των πόρων ΦΠΑ και του συμπληρωματικού πόρου, που αναφέρεται στο στοιχείο α), πραγματοποιείται: - την πρώτη εργάσιμη ημέρα κάθε μήνα, βάσει του δωδεκάτου που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3, - κατ' έτος, όσον αφορά το υπόλοιπο που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφοι 4 και 7 και τις προσαρμογές που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφοι 6 και 8, με εξαίρεση τις ειδικές προσαρμογές που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 6 πρώτη περίπτωση, οι οποίες εμφανίζονται στα βιβλία την πρώτη εργάσιμη ημέρα του μήνα που ακολουθεί τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ του εν λόγω κράτους μέλους και της Επιτροπής. 3. Κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει στην Επιτροπή, εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 2, μηνιαία κατάσταση των λογιστικών του εγγραφών σχετικά με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), και τριμηνιαία κατάσταση των χωριστών λογαριασμών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β). Από 1ης Ιανουαρίου 1990, κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει ανά εξάμηνο στην Επιτροπή συνοπτική περιγραφή των περιπτώσεων απάτης και των παρατυπιών που αφορούν ποσό εσόδων άνω των 10^000 Ecu, αναφέροντας ενδεχομένως τα ληφθέντα ή σχεδιαζόμενα μέτρα για να αποφευχθεί η επανάληψη των περιπτώσεων απάτης και παρατυπιών που έχουν ήδη διαπιστωθεί. Άρθρο 7 Κάθε κράτος μέλος συντάσσει κάθε χρόνο ανακεφαλαιωτικό λογαριασμό των βεβαιωθέντων εσόδων, συνοδευόμενο από έκθεση που αναφέρεται στη βεβαίωση και τη λογιστική παρακολούθηση των ιδίων πόρων και τον διαβιβάζει στην Επιτροπή από την 1η Μαΐου του έτους που ακολουθεί το εν λόγω οικονομικό έτος. Άρθρο 8 Οι διορθώσεις που πραγματοποιούνται κατ' εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 2 αυξάνουν ή μειώνουν το συνολικό ποσό των βεβαιωθέντων εσόδων. Αυτές περιλαμβάνονται στις λογιστικές καταχωρήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β), καθώς και στις καταστάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 και αντιστοιχούν στην ημερομηνία αυτών των διορθώσεων. Οι εν λόγω διορθώσεις γίνονται αντικείμενο ιδιαίτερης μνείας, όταν αφορούν περιπτώσεις απάτης ή παρατυπίες που έχουν ήδη ανακοινωθεί στην Επιτροπή. ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ Απόδοση των ιδίων πόρων Άρθρο 9 1. Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10, το ποσό των ιδίων πόρων πιστώνεται από κάθε κράτος μέλος στο λογαριασμό που έχει ανοιχθεί για το σκοπό αυτό στο όνομα της Επιτροπής στο Δημόσιο Ταμείο του ή στον οργανισμό που έχει ορίσει. Δεν καταβάλλονται έξοδα για το λογαριασμό αυτό. 2. Τα εγγεγραμμένα ποσά μετατρέπονται από την Επιτροπή και εμφανίζονται στα λογιστικά της βιβλία σε Ecu, σύμφωνα με τον κανονισμό 86/610/ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ της Επιτροπής της 11ης Δεκεμβρίου 1986 για τον τρόπο εκτελέσεως ορισμένων διατάξεων του δημοσιονομικού κανονισμού της 21ης Δεκεμβρίου 1977^(9). Άρθρο 10 1. Αφού αφαιρεθεί το 10 % του ποσού των ιδίων πόρων για έξοδα είσπραξης σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ, η εγγραφή των ιδίων πόρων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) της απόφασης αυτής διενεργείται το αργότερο την πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά τη 19η ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί τον μήνα κατά τη διάρκεια του οποίου βεβαιώθηκε η απαίτηση βάσει του άρθρου 2. Πάντως για τις απαιτήσεις που βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 2 στοιχείο β) καταχωρούνται σε χωριστά λογιστικά βιβλία, η εγγραφή πρέπει να γίνει το αργότερο την πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά τη 19η ημέρα του δευτέρου μήνα που ακολουθεί τον μήνα της είσπραξης των απαιτήσεων. 2. Αν παραστεί ανάγκη, τα κράτη μέλη δύνανται να κληθούν από την Επιτροπή να επισπεύσουν κατά ένα μήνα την εγγραφή των πόρων, εκτός των πόρων ΦΠΑ και του συμπληρωματικού πόρου, βάσει των πληροφοριών που διαθέτουν στις 15 του ίδιου μήνα. Η τακτοποίηση κάθε προκαταβολικής εγγραφής ενεργείται τον επόμενο μήνα, κατά την εγγραφή που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Συνίσταται στην αρνητική εγγραφή ποσού ίσου με εκείνο που κατέστη αντικείμενο της προκαταβολικής εγγραφής. 3. Η εγγραφή των πόρων ΦΠΑ, του συμπληρωματικού πόρου -εξαιρουμένων των ιδίων πόρων που προβλέπονται για το νομισματικό απόθεμα ΕΓΤΠΕ- και, ενδεχομένως, των χρηματικών συνεισφορών που βασίζονται στο ακαθάριστο εθνικό προϊόν, διενεργείται κατά την πρώτη εργάσιμη ημέρα κάθε μηνός και τούτο ανά δωδεκατημόριο των ποσών που προκύπτουν από τον προϋπολογισμό για το σκοπό αυτό, μετά από μετατροπή αυτών σε εθνικά νομίσματα με την ισοτιμία της τελευταίας ημέρας χρηματαγοράς του ημερολογιακού έτους που προηγείται του οικονομικού έτους, όπως δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η εγγραφή που αφορά το νομισματικό απόθεμα του ΕΓΤΠΕ που αναφέρεται στο άρθρο 6 της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ, διενεργείται την πρώτη εργάσιμη ημέρα του μήνα που ακολουθεί τον καταλογισμό των σχετικών δαπανών στον προϋπολογισμό και μέχρι του ύψους των εν λόγω δαπανών, αν ο καταλογισμός γίνει πριν από τις 16 του μηνός. Στην αντίθετη περίπτωση, η εγγραφή διενεργείται την πρώτη εργάσιμη ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί τον καταλογισμό. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 του δημοσιονομικού κανονισμού της 21ης Δεκεμβρίου 1977 που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό την Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων^(10), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ.^2049/88^(11), ονομαζόμενου στο εξής «δημοσιονομικού κανονισμός», η εγγραφή αυτή λαμβάνεται υπόψη δυνάμει του εν λόγω οικονομικού έτους. Κάθε τροποποίηση του ομοιόμορφου συντελεστή των πόρων ΦΠΑ, της διόρθωσης υπέρ του Ηνωμένου Βασιλείου που αναφέρεται στο άρθρο 5 της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ και της χρηματοδότησής της, καθώς και του ομοιόμορφου συντελεστή του συμπληρωματικού πόρου ή, ενδεχομένως, των χρηματικών συνεισφορών που βασίζονται στο ακαθάριστο εθνικό προϊόν, αιτιολογείται με την οριστική έγκριση διορθωτικού ή συμπληρωματικού προϋπολογισμού και οδηγεί στην αναπροσαρμογή των δωδεκατημορίων που έχουν εγγραφεί από την αρχή του οικονομικού έτους. Οι αναπροσαρμογές αυτές διενεργούνται κατά την πρώτη εγγραφή του ακολουθεί την οριστική έγκριση του διορθωτικού ή συμπληρωματικού προϋπολογισμού, αν αυτή πραγματοποιηθεί πριν από τις 16 του μηνός. Στην αντίθετη περίπτωση, οι αναπροσαρμογές διενεργούνται κατά τη δεύτερη εγγραφή μετά την οριστική έγκριση αυτού. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 του δημοσιονομικού κανονισμού, οι αναπροσαρμογές αυτές λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο του διορθωτικού ή συμπληρωματικού προϋπολογισμού, περί του οποίου γίνεται λόγος. Τα δωδεκατημόρια που αφορούν στην εγγραφή του μηνός Ιανουαρίου κάθε οικονομικού έτους υπολογίζονται βάσει των ποσών που προβλέπονται στο σχέδιο προϋπολογισμού εκτός εκείνων που προορίζονται για τη χρηματοδότηση του νομισματικού αποθέματος του ΕΓΤΠΕ- που αναφέρονται στο άρθρο 78 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚΑΧ, στο άρθρο 203 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΟΚ και στο άρθρο 177 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚΑΕ, μετατρεπομένων σε εθνικό νόμισμα με την ισοτιμία της πρώτης ημέρας χρηματαγοράς που ακολουθεί την 15η Δεκεμβρίου του προηγούμενου ημερολογιακού έτους ο διακανονισμός των εν λόγω ποσών διενεργείται κατά την εγγραφή που αντιστοιχεί στον επόμενο μήνα. ιΟταν ο προϋπολογισμός δεν έχει οριστικά εγκριθεί πριν από την έναρξη του οικονομικού έτους, τα κράτη μέλη εγγράφουν την πρώτη εργάσιμη ημέρα κάθε μήνα, περιλαμβανομένου και του Ιανουαρίου, ένα δωδέκατο των ποσών που προβλέπονται ως προϊόν των πόρων ΦΠΑ και συμπληρωματικού πόρου, με εξαίρεση εκείνα που προορίζονται για τη χρηματοδότηση του νομισματικού αποθέματος ΕΓΤΠΕ και, ενδεχομένως, τις χρηματικές συνεισφορές ΑΕΠ στον τελευταίο προϋπολογισμό που εγκρίθηκε οριστικά ο διακανονισμός γίνεται κατά την πρώτη λήξη της προθεσμίας που ακολουθεί την οριστική έγκριση του προϋπολογισμού αν αυτή πραγματοποιηθεί πριν από τις 16 του μηνός. Στην αντίθετη περίπτωση, διενεργείται κατά τη δεύτερη λήξη της προθεσμίαςπου ακολουθεί την οριστική έγκριση του προϋπολογισμού. 4. Βάσει της ετήσιας κατάστασης της βάσης των πόρων ΦΠΑ που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1553/89, κάθε κράτος μέλος χρεώνεται με το ποσό που προκύπτει από τα στοιχεία που αναφέρονται στην εν λόγω κατάσταση με την εφαρμογή του ομοιόμορφου συντελεστή που χρησιμοποιήθηκε για το προηγούμενο οικονομικό έτος και πιστώνεται με τις δώδεκα εγγραφές που διενεργήθηκαν κατά τη διάρκεια αυτού του οικονομικού έτους. Η βάση όμως των πόρων ΦΠΑ ενός κράτους μέλους, στο οποίο εφαρμόζεται ο συντελεστής που προαναφέρθηκε, δεν μπορεί να υπερβαίνει το 55 % του ΑΕΠ του κράτους αυτού όπως αναφέρεται στην παράγραφο 7 πρώτη φράση του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή υπολογίζει το υπόλοιπο και το γνωστοποιεί στα κράτη μέλη εγκαίρως, ούτως ώστε αυτά να δύνανται να το εγγράψουν στο λογαριασμό που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού κατά την πρώτη εργάσιμη ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου του ιδίου έτους. 5. Η Επιτροπή υπολογίζει στη συνέχεια τις προσαρμογές των χρηματικών συνεισφορών προκειμένου να επιτύχει, λαμβανομένου υπόψη του πραγματικού προϊόντος των πόρων ΦΠΑ, την αρχική κατανομή που υπάρχει στον προϋπολογισμό μεταξύ αυτών των τελευταίων και των χρηματικών συνεισφορών ΑΕΠ. Για τον υπολογισμό αυτών των προσαρμογών, τα υπόλοιπα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 μετατρέπονται σε Ecu με τις ισοτιμίες που ίσχυαν κατά την πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά από τις 15 του Νοεμβρίου που προηγείται των εγγραφών που προβλέπονται στην παράγραφο 4. Το ποσό των υπολοίπων των πόρων ΦΠΑ επηρεάζεται, για κάθε ενδιαφορόμενο κράτος μέλος, από τη σχέση μεταξύ των χρηματικών συνεισφορών που πρόκειται να καταβληθούν και έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό και των πόρων ΦΠΑ. Τα αποτελέσματα αυτών των υπολογισμών ανακοινώνονται από την Επιτροπή στα κράτη μέλη που πραγματοποίησαν κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος εγγραφή των χρηματικών συνεισφορών ΑΕΠ, ώστε αυτά να μπορέσουν, ανάλογα με την περίπτωση, να τα πιστώσουν ή να τα χρεώσουν στο λογαριασμό, που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1, την πρώτη εργάσιμη ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. 6. Οι ενδεχόμενες διορθώσεις της βάσης πόρων ΦΠΑ που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1553/89 επιτρέπουν για κάθε ενδια- φερόμενο κράτος μέλος, του οποίου η βάση δεν υπερβαίνει το 55 % του ΑΕΠ του, λαμβανομένων υπόψη των διορθώσεων αυτών, μια προσαρμογή του υπολοίπου που προσδιορίζεται κατ' εφαρμογή της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: - οι διορθώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1553/89 οι οποίες πραγματοποιούνται έως τις 31 Ιουλίου επιτρέπουν μια γενική προσαρμογή που θα πρέπει να εγγραφεί στο λογαριασμό που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού την πρώτη εργάσιμη ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, αν πρόκειται για διόρθωση βάσει των ετών πριν από το 1987 στην αντίθετη περίπτωση, η προσαρμογή πραγματοποιείται την 1η Οκτωβρίου του ίδιου έτους. Εντούτοις, μια ιδιαίτερη προσαρμογή μπορεί να εγγραφεί πριν από την προαναφερθείσα ημερομηνία αν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και η Επιτροη συμφωνούν σχετικά, - όταν τα μέτρα που λαμβάνει η Επιτροπή για τη διόρθωση της βάσης, όπως εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1553/89, οδηγούν σε αναπροσαρμογή των εγγραφών του λογαριασμού που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, η αναπροσαρμογή αυτή πραγματοποιείται κατά τη λήξη της προθεσμίας που έχει ορίσει η Επιτροπή στο πλαίσιο της εφαρμογής αυτών των μέτρων. Οι τροποποιήσεις του ΑΕΠ που αναφέρονται στην παράγραφο 8 του παρόντος άρθρου επιτρέπουν επίσης την αναπροσαρμογή του υπολοίπου κάθε κράτους μέλους, του οποίου η βάση, λαμβανομένων υπόψη των διορθώσεων, ορίζεται στο 55 % του ΑΕΠ του. Οι αναπροσαρμογές που πρέπει να πραγματοποιούνται στα υπόλοιπα ΦΠΑ ως την πρώτη εργάσιμη ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου κάθε έτους βάσει των προηγούμενων εδαφίων της παρούσας παραγράφου επιτρέπουν επίσης την πραγματοποίηση εκ μέρους της Επιτροπής πρόσθετων αναπροσαρμογών των χρηματικών συνεισφορών ΑΕΠ. Οι ισοτιμίες που πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό αυτών των πρόσθετων αναπροσαρμογών είναι εκείνες που χρησιμοποιούνται για τον αρχικό υπολογισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 5. Η Επιτροπή ανακοινώνει εγκαίρως τις αναπροσαρμογές στα κράτη μέλη προκειμένου αυτά να μπορέσουν να τις εγγράψουν στο λογαριασμό που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1, την πρώτη εργάσιμη ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. 7. Βάσει των αριθμών για το μέγεθος του ΑΕΠ σε τιμές της αγοράς και για τα αποτελούντα αυτό στοιχεία του προηγούμενου οικονομικού έτους, που παρέχουν τα κράτη μέλη κατ' εφαρμογή του άρθρου 3 παράγραφος 2 της οδηγίας 89/130/ΕΟΚ, Ευρατόμ, κάθε κράτος μέλος χρεώνεται με το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή στο ΑΕΠ του ομοιόμορφου συντελεστή που χρησιμοποιήθηκε το προηγούμενο οικονομικό έτος και τροποποιήθηκε, ενδεχομένως, λόγω της χρησιμοποίησης του νομισματικού αποθέματος ΕΓΤΠΕ, και πιστώνεται με τις δώδεκα εγγραφές που διενεργούνται κατά τη διάρκεια του εν λόγω οικονομικού έτους. Η Επιτροπή προσδιορίζει το υπόλοιπο και το ανακοινώνει στα κράτη μέλη εγκαίρως, ώστε αυτά να μπορέσουν να το εγγράψουν στο λογαριασμό που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού την πρώτη εργάσιμη ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. 8. Οι ενδεχόμενες τροποποιήσεις που πραγματοποιούνται στα ΑΕΠ των προηγούμενων οικονομικών ετών κατ' εφαρ- μογή του άρθρου 3 παράγραφος 2, με την επιφύλαξη του άρθρου 6 της οδηγίας 89/130/ΕΟΚ, Ευρατόμ, επιτρέπουν για κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος αναπροσαρμογή του υπολοίπου που καθορίστηκε κατ' εφαρμογή της παραγράφου 7. Η Επιτροπή ανακοινώνει στα κράτη μέλη τις αναπροσαρμογές των υπολοίπων, προκειμένου αυτά να μπορέσουν να τις εγγράψουν στο λογαριασμό που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού την πρώτη εργάσιμη ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Μετά τις 30 Σεπτεμβρίου του τέταρτου έτους που ακολουθεί ένα συγκεκριμένο οικονομικό έτος, οι ενδεχόμενες τροποποιήσεις του ΑΕΠ δεν λαμβάνονται πλέον υπόψη, εκτός αν αφορούν σημεία που επισημάνθηκαν πριν από τη λήξη αυτής της προθεσμίας είτε από την Επιτροπή είτε από το κράτος μέλος. 9. Οι πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 4 έως 8 συνιστούν τροποποιήσεις των εσόδων του οικονομικού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιούνται. Άρθρο 11 Κάθε καθυστέρηση στις εγγραφές του λογαριασμού που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 δημιουργεί, για το συγκεκριμένο κράτος μέλος, την υποχρέωση καταβολής τόκων με επιτόκιο ίσο προς το επιτόκιο που εφαρμόζεται κατά την ημέρα της λήξης στη χρηματαγορά του οικείου κράτους μέλους για τις βραχυπρόθεσμες χρηματοδοτήσεις, προσαυξημένο κατά 2 μονάδες. Το επιτόκιο αυτό αυξάνεται κατά 0,25 μονάδες κατά μήνα καθυστέρησης. Το αυξημένο κατ' αυτό τόν τρόπο επιτόκιο εφαρμόζεται για όλη την περίοδο υπερημερίας. ΤΙΤΛΟΣ IV Ταμειακή διαχείριση Άρθρο 12 1. Η Επιτροπή διαθέτει τα ποσά που εγγράφονται εις πίστωση των λογαριασμών που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 κατά το μέτρο που είναι αναγκαίο για την κάλυψη των ταμειακών αναγκών της που απορρέουν από την εκτέλεση του προϋπολογισμού. 2. ιΟταν οι ταμειακές ανάγκες υπερβαίνουν τα διαθέσιμα των λογαριασμών, η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει σε αναλήψεις πέραν του συνόλου των διαθεσίμων, εφόσον υπάρχουν διαθέσιμες πιστώσεις στον προϋπολογισμό και μέσα στα όρια των ιδίων πόρων που προβλέπονται στον προϋπολογισμό. Στην περίπτωση αυτή, πληροφορεί προηγουμένως τα κράτη μέλη για τις προβλεπόμενες υπερ- βάσεις. 3. Μόνο στην περίπτωση αδυναμίας του δικαιούχου να τηρήσει τις υποχρεώσεις που τον βαρύνουν λόγω δανείου που έχει συναφθεί κατ' εφαρμογή κανονισμών και αποφάσεων του Συμβουλίου και υπό περιστάσεις κατά τις οποίες η Επιτροπή δεν μπορεί να προσφύγει εγκαίρως σε άλλα μέτρα που προβλέπονται από τις δημοσιονομικές διατάξεις που εφαρμόζονται στα δάνεια αυτά, ώστε να εξασφαλιστεί η τήρηση των κατά νόμον υποχρεώσεων της Κοινότητας προς τους δανειστές της, οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 4 μπορούν να εφαρμόζονται προσωρινά, ανεξάρτητα από τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 2, προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα χρέη της Κοινότητας. 4. Η διαφορά μεταξύ του συνολικού ενεργητικού και των ταμειακών αναγκών κατανέμεται μεταξύ των κρατών μελών, αυτό δε γίνεται κατά το δυνατόν ανάλογα με τα έσοδα του προϋπολογισμού που προβλέπεται να προέλθουν από καθένα από αυτά. 5. Τα κράτη μέλη ή ο οργανισμός που έχουν ορίσει σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 υποχρεούνται να εκτελούν τις εντολές πληρωμών της Επιτροπής το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός επτά εργάσιμων ημερών από τη λήψη των εντολών, και να διαβιβάζουν στην Επιτροπή αντίγραφο του λογαριασμού το αργότερο εντός επτά εργάσιμων ημερών από κάθε πράξη. Πάντως τα κράτη μέλη υποχρεούνται να εκτελούν τις πράξεις τις σχεικές με τις ταμειακές κινήσεις μέσα στις προθεσμίες που ζητά η Επιτροπή. ΤΙΤΛΟΣ V Τρόπος εφαρμογής του άρθρου 2 παράγραφος 7 της απόφασης 88/376/ΕΟΚ Άρθρο 13 1. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στο μέτρο που είναι αναγκαίο να εφαρμοσθούν οι προσωρινές παρεκκλίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ. 2. Το ΑΕΠ σε τιμές της αγοράς υπολογίζεται από τη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, βάσει των στατιστικών που καταρτίζονται σύμφωνα με το ευρωπαϊκό σύστημα ολοκληρωμένων οικονομικών λογαριασμών (ΕΣΟΛ) και αντιστοιχούν, για κάθε κράτος μέλος, στον αριθμητικό μέσο όρο των τριών πρώτων ετών της πενταετούς περιόδου που προηγείται του οικονομικού έτους για το οποίο εφαρμόζεται το άρθρο 2 παράγραφος 7 της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ. Οι ενδεχόμενες διορθώσεις των στατιστικών στοιχείων που πραγματοποιούνται μετά από την οριστική έγκριση του προϋπολογισμού δεν λαμβάνονται υπόψη. 3. Το ΑΕΠ κάθε έτους αναφοράς υπολογίζεται σε Ecu βάσει της μέσης τιμής του Ecu του σχετικού έτους. 4. ιΟσο η παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ εφαρμόζεται σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, η Επιτροπή ορίζει, στο προσχέδιο προϋπολογισμού, το ποσοστό το οποίο αντιστοιχεί στις χρηματικές συνεισφορές αυτών των κρατών μελών κατά το λόγο του ΑΕΠ τους προς το σύνολο των ΑΕΠ των κρατών μελών και καθορίζει το ποσό του τμήματος του προϋπολογισμού που πρέπει να χρηματοδοτηθεί από τους πόρους ΦΠΑ με ομοιόμορφο συντελεστή και τις χρηματικές συνεισφορές ΑΕΠ. Τα στοιχεία αυτά εγκρίνονται βάσει της διαδικασίας προϋπολογισμού. Άρθρο 14 1. Ο ορισμός του ΑΕΠ σε τιμές της αγοράς είναι εκείνος που αναγράφεται στα άρθρα 1 και 2 της οδηγίας 89/130/ΕΟΚ, Ευρατόμ. 2. Οι αριθμοί που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ποσοστού των χρηματικών συνεισφορών ΑΕΠ είναι εκείνοι που παρέχονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 3 παράγραφος 2 της οδηγίας 89/130/ΕΟΚ, Ευρατόμ, με την επιφύλαξη του άρθρου 6 της οδηγίας αυτής. Ελλείψει αυτών των αριθμών, η Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων χρησιμοποιεί τα στοιχεία τα οποία έχει στη διάθεσή της. ΤΙΤΛΟΣ VI Τρόπος εφαρμογής του άρθρου 7 της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ Άρθρο 15 Για την εφαρμογή του άρθρου 7 της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ, το υπόλοιπο ενός οικονομικού έτους αποτελείται από τη διαφορά μεταξύ: - του συνόλου των εσόδων που εισπράττονται γι' αυτό το οικονομικό έτος και - του ποσού των πραγματοποιηθεισών πληρωμών έναντι των πιστώσεων αυτού του οικονοιμκού έτους, προσαυξημένου κατά το ποσό των πιστώσεων του ιδίου έτους που μεταφέρονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος^1 στοιχεία β) και γ) και παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού. Η διαφορά αυτή προσαυξάνεται ή μειώνεται, αφενός, κατά το καθαρό ποσό που προκύπτει από τις ακυρώσεις των πιστώσεων που παρέμειναν από προηγούμενα οικονομικά έτη και, αφετέρου, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 του δημοσιονομικού κανονσιμού: - κατά το ποσό των υπερβάσεων, κατά την πληρωμή, που οφείλονται στις διακυμάνσεις των ισοτιμιών του Ecu, των μη διαχωριζόμενων πιστώσεων, που μεταφέρθηκαν από το προηγούμενο οικονομικό έτος κατ' εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού και - κατά το υπόλοιπο που προκύπτει από τα συναλλαγματικά κέρδη και ζημίες που σημειώνονται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους. Άρθρο 16 Προ του τέλους του μηνός Οκτωβρίου κάθε οικονομικού έτους, η Επιτροπή προβαίνει, βάσει των στοιχείων που διαθέτει τότε, σε υπολογισμό του επιπέδου των εισπράξεων των ιδίων πόρων ολόκληρου του οικονομικού έτους. ιΟταν εμφανίζονται σημαντικές διαφορές σε σύγκριση με τις αρχικές προβλέψεις, οι διαφορές αυτές καθίστανται αντικείμενο διορθωτικής επιστολής που επισυνάπτεται στο σχέδιο προϋπολογισμού του επόμενου οικονομικού έτους. ΤΙΤΛΟΣ VII Διατάξεις περί του ελέγχου Άρθρο 17 1. Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε τα ποσά που αντιστοιχούν στα βεβαι- ωθέντα σύμφωνα με το άρθρο 2 έσοδα να αποδίδονται στην Επιτροπή κατά τους όρους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. 2. Τα κράτη μέλη απαλλάσσονται της υποχρεώσεως να αποδίδουν στην Επιτροπή τα ποσά που αντιστοιχούν στα βεβαιωθέντα έσοδα, μόνον εάν η είσπραξη δεν μπόρεσε να πραγματοποιηθεί για λόγους ανωτέρας βίας. Εξάλλου, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να μη θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής τα σχετικά ποσά εφόσον αποδεικνύεται μετά από διεξοδική εξέταση όλων των στοιχείων της εν λόγω περίπτωσης, ότι είναι οριστικά αδύνατον να εισπράξουν τα οφειλόμενα για λόγους πέραν της ευθύνης τους. Οι περιπτώσεις αυτές πρέπει να αναφέρονται στην έκθεση που προβλέπει η παράγραφος 3, εφόσον τα ποσά υπερβαίνουν το ισόποσο των 10^000 Ecu, μετατρεπομένων σε εθνικό νόμισμα με την ισοτιμία της πρώτης εργάσιμης ημέρας του Οκτωβρίου του προηγούμενου ημερολογιακού έτους στην έκθεση αυτή πρέπει να αναφέρονται οι λόγοι για τους οποίους το κράτος μέλος δεν μπόρεσε να αποδώσει τα εν λόγω ποσά. Η Επιτροπή διαθέτει προθεσμία έξι μηνών για να ανακοινώσει, ενδεχομένως, τις παρατηρήσεις της στο συγκεκριμένο κράτος μέλος. 3. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή, με σχετική εξαμηνιαία έκθεση, τα αποτελέσματα των ελέγχων τους καθώς και τα συνολικά στοιχεία και τα ουσιαστικά θέματα σχετικά με τα σπουδαιότερα προβλήματα που ανέκυψαν κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως από πλευράς αμφισβητήσεων. Άρθρο 18 1. Τα κράτη μέλη προβαίνουν σε ελέγχους και έρευνες σχετικά με τη βεβαίωση και την απόδοση των ιδίων πόρων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) της απόφασης 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ. Η Επιτροπή ασκεί τις αρμοδιότητές της σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. 2. Στο πλαίσιο αυτό τα κράτη μέλη: - προβαίνουν σε συμπληρωματικούς ελέγχους, μετά από αίτηση της Επιτροπής. Η τελευταία πρέπει να αναφέρει στην αίτησή της τους λόγους για τους οποίους επιβάλλεται συμπληρωματικός έλεγχος, - συνεργάζονται με την Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, στους ελέγχους που διεξάγουν. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κάθε μέτρο ικανό να διευκολύνει τους ελέγχους αυτούς. ιΟταν η Επιτροπή συμμετέχει στους ελέγχους αυτούς, τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεσή της τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο άρθρο 3. Προκειμένου να περιορίσει κατά το δυνατόν τους συμπληρωματικούς ελέγχους: α) ^η Επιτροπή μπορεί να ζητεί, σε ειδικές περιπτώσεις, να της κοινοποιούνται ορισμένα δικαιολογητικά β) ^στη μηνιαία κατάσταση των λογιστικών εγγραφών, που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγρφος 3, τα καταχωρηθέντα ποσά που έχουν σχέση με παρατυπίες ή καθυστερήσεις όσον αφορά τη βεβαίωση, τη λογιστική καταχώρηση και την απόδοση, που αποκαλύπτονται κατά τη διάρκεια των προαναφερθέντων ελέγχων, πρέπει να αναγνωρίζονται με τις κατάλληλες σημειώσεις. 3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή μπορεί να πραγματοποιεί, και η ίδια, επιτόπιους ελέγχους. Οι εντεταλμένοι για τους ελέγχους αυτούς υπάλληλοι της Επιτροπής έχουν πρόσβαση, εφόσον αυτό απαιτείται για την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, στα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο άρθρο 3 και σε όλα τα έγγραφα που έχουν σχέση με τα παραπάνω δικαιολογητικά. Η Επιτροπή με δεόντως αιτιολογημένη ανακοίνωση ειδοποιεί έγκαιρα για τον έλεγχο το κράτος μέλος στο οποίο διενεργείται ο έλεγχος αυτός. Στους παραπάνω ελέγχους συμμετέχουν και υπάλληλοι του συγκεκριμένου κράτους μέλους. 4. Οι έλεγχοι που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 δεν εμποδίζουν: α) ^τους ελέγχους που πραγματοποιούνται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές τους διατάξεις β) ^τα μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 206, 206α και 206β της συνθήκης ΕΟΚ και στα άρθρα 180, 180α και 180β της συνθήκης ΕΚΑΕ γ) ^τους ελέγχους που διενεργούνται δυνάμει του άρθρου 209 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΟΚ και του άρθρου 183 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚΑΕ. 5. Κάθε τρία χρόνια η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο περί της λειτουργίας του συστήματος ελέγχου. Άρθρο 19 Από κοινού με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, η Επιτροπή ελέγχει κάθε χρόνο τα αθροιστικά μεγέθη που της κοινοποιούνται, στις περιπτώσεις ιδίως που της υποδεικνύει η επιτροπή διαχείρισης ΑΕΠ, προκειμένου να διαπιστωθεί η τυχόν ύπαρξη σφαλμάτων υπολογισμού. Προς το σκοπό αυτό η Επιτροπή μπορεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, να ελέγχει τους υπολογισμούς και τα βασικά στατιστικά στοιχεία -εκτός των πληροφοριών που αφορούν συγκεκριμένα νομικά ή φυσικά πρόσωπα- εφόσον αντικειμενική και δίκαια αξιολόγηση δεν είναι άλλως εφικτή. Η Επιτροπή οφείλει να τηρεί την εθνική νομοθεσία περί στατιστικού απορρήτου. ΤΙΤΛΟΣ VIII Διατάξεις περί της συμβουλευτικής επιτροπής των ιδίων πόρων Άρθρο 20 1. Ιδρύεται συμβουλευτική επιτροπή των ιδίων πόρων, καλούμενη στο εξής «επιτροπή». 2. Η επιτροπή αποτελείται από αντιπροσώπους των κρατών μελών και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Κάθε κράτος μέλος εκπροσωπείται στην επιτροπή από πέντε το πολύ δημοσίους υπαλλήλους. Η επιτροπή προεδρεύεται από αντιπρόσωπο της Επιτροπής. Η γραμματεία της επιτροπής εξασφαλίζεται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής. 3. Η επιτροπή καταρτίζει τον εσωτερικό κανονισμό της. Άρθρο 21 1. Η επιτροπή προβαίνει στην εξέταση των ζητημάτων τα οποία της υποβάλλει ο πρόεδρός της, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήσεως του αντιπροσώπου κράτους μέλους, και τα οποία αφορούν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ειδικότερα όσον αφορά: α) ^τις πληροφορίες και ανακοινώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β), στα άρθρα 6 και 7 και στο άρθρο 17 παράγραφος 3 β) ^τις περιπτώσεις ανωτέρας βίας που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 2 γ) ^τους ελέγχους και εξετάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 18 παράγραφος 2. Επιπλέον, η επιτροπή εξετάζει τις προβλέψεις των ίδιων πόρων. 2. Μετά από αίτηση του προέδρου, η επιτροπή εκφέρει γνώμη εντός προθεσμίας την οποία μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του συγκεκριμένου θέματος, πραγματοποιοιώντας, ενδεχομένως, ψηφοφορία. Η γνώμη εγγράφεται στα πρακτικά εξάλλου, κάθε κράτος μέλος έχει δικαίωμα να ζητήσει την εγγραφή της άποψής του σ' αυτά τα πρακτικά. Η Επιτροπή λαμβάνει στο μέγιστο βαθμό υπόψη της τη γνώμη που εκφέρει η επιτροπή. Αυτή πληροφορεί την επιτροπή για τον τρόπο με τον οποίο έλαβε υπόψη της αυτή τη γνώμη. ΤΙΤΛΟΣ ΙΧ Τελικές διατάξεις Άρθρο 22 Το αργότερο την 1η Δεκεμβρίου 1992, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και προτείνει, ενδεχομένως, τις αναγκαίες τροποποιήσεις. Άρθρο 23 Ο κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 2891/77 καταργείται. Οι παραπομπές στον καταργούμενο κανονισμό θεωρείται ότι γίνονται στον παρόντα κανονισμό. Άρθρο 24 Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την πρώτη μέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 1989. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη. Βρυξέλλες, 29 Μαΐου 1989. Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος C. ROMERO HERRERA (1) ΕΕ αριθ. L 185 της 15.^7.^1988, σ. 24. (2) ΕΕ αριθ. C 255 της 1.^10.^1988, σ. 5, και ΕΕ αριθ. C 80 της 31.^3.^1989, σ. 8. (3) ΕΕ αριθ. C 12 της 16.^1.^1989, σ. 42. (4) ΕΕ αριθ. C 313 της 8.^12.^1988, σ. 31. (5) ΕΕ αριθ. 336 της 27.^12.^1977, σ. 1. (6) ΕΕ αριθ. L 176 της 7.^7.^1988, σ. 1. (7) ΕΕ αριθ. L 49 της 21.^2.^1989, σ. 26. (8) Βλέπε σελίδα 9 της παρούσας Επίσημη Εφημερίδας. (9) ΕΕ αριθ. L 360 της 19. 12. 1986, σ. 1. (10) ΕΕ αριθ. L 356 της 31. 12. 1987, σ. 1. (11) ΕΕ αριθ. L 185 της 15. 7. 1988, σ. 3.