Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31989D0248

    89/248/ΕΚΑΧ: Απόφαση της Επιτροπής της 30ής Μαρτίου 1989 σχετικά με την έγκριση των συμφωνιών για τον εφοδιασμό έξι εργοστασίων χάλυβα με στερεά καύσιμα από την Ruhrkohle AG (Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

    ΕΕ L 101 της 13.4.1989, p. 35–38 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/1997

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/1989/248/oj

    31989D0248

    89/248/ΕΚΑΧ: Απόφαση της Επιτροπής της 30ής Μαρτίου 1989 σχετικά με την έγκριση των συμφωνιών για τον εφοδιασμό έξι εργοστασίων χάλυβα με στερεά καύσιμα από την Ruhrkohle AG (Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 101 της 13/04/1989 σ. 0035 - 0038


    *****

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    της 30ής Μαρτίου 1989

    σχετικά με την έγκριση των συμφωνιών για τον εφοδιασμό έξι εργοστασίων χάλυβα με στερεά καύσιμα από την Ruhrkohle AG

    (Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

    (89/248/ΕΚΑΧ)

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, και ιδίως το άρθρο 65,

    την αίτηση που υπέβαλε η Ruhrkohle AG στις 4 Νοεμβρίου 1988 για λογαριασμό της και εξ ονόματος των ενδιαφερόμενων χαλυβουργείων,

    Εκτιμώντας ότι:

    Ι. ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

    Α. Σύμβαση χαλυβουργείων 1969 (Huettenvertrag 1969)

    (1) Η επιχείρηση Ruhrkohle AG (RAG) έχει συνάψει συμβάσεις προμήθειας, που άρχισαν να ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 1969, με τις επιχειρήσεις χάλυβα («Huetten») Salzgitter Huettenwerk AG, Hoesch AG, Fried, Krupp Huettenwerke AG, Ilseder Huette, August Thyssen-Huette AG, Mannesmann AG, Rheinische Stahlwerke και Kloeckner-Werke, σύμφωνα με τις οποίες τα χαλυβουργεία αυτά αναλαμβάνουν την υποχρέωση να καλύπτουν τις εκάστοτε ανάγκες τους σε στερεά καύσιμα μέσα στην κοινή αγορά από την RAG. Στις ίδιες συμβάσεις, η RAG αναλαμβάνει την υποχρέωση να προμηθεύει τις ποσότητες που απαιτούνται για την κάλυψη αυτή των αναγκών (« συμβάσεις χαλυβουργείων»).

    (2) Οι συμβάσεις χαλυβουργείων αποτελούσαν μέρος των μέτρων τα οποία είχαν λάβει το 1969 23 γερμανικές εξορυκτικές επιχειρήσεις σε συμφωνία με την κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και τα οποία κατέληξαν στη δημιουργία της RAG. Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις (μητρικές εταιρείες), παραχώρησαν στην RAG την ιδιοκτησία των εξορυκτικών επιχειρήσεών τους, αποκτώντας μετοχές της RAG ανάλογα με την αξία του πάγιου ενεργητικού που είχαν παραχωρήσει στην RAG. Για τις εταιρείες του εξορυκτικού τομέα, οι οποίες διέθεταν επίσης χαλυβουργεία κατά την περίοδο που ιδρύθηκε η RAG, η παραχώρηση της ιδιοκτησίας των ορυχείων τους είχε ως συνέπεια να στερηθούν τη δική τους πρώτη ύλη άνθρακα που χρησιμοποιούσαν για την παραγωγή χάλυβα. Για να ρυθμιστούν και να συνεχιστούν αυτές οι παραδοσιακές σχέσεις με τον ίδιο τρόπο και στην ίδια έκταση που θα είχαν εξελιχθεί χωρίς να παραχωρηθεί στην RAG ο τομέας των εξορυκτικών δραστηριοτήτων, είχαν συναφθεί, μεταξύ της RAG και των εν λόγω μητρικών εταιρειών, παρόμοιες συμβάσεις χαλυβουργείων.

    (3) Οι κυριότερες διατάξεις αυτών των συμβάσεων προβλέπουν: Η RAG χρεώνει σε αυτούς τους αγοραστές συμβατική τιμή που καθορίζεται σύμφωνα με ενιαία διαδικασία. Για τον καθορισμό της συγκεκριμένης τιμής λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι, στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, περιορίζεται με νόμο η εισαγωγή φθηνότερου άνθρακα οπτανθρακοποίησης από τρίτες χώρες. Για να περιορισθούν τα μειονεκτήματα, όσον αφορά τον ανταγωνισμό, που προκύπτουν για τους συμμετέχοντες στις εν λόγω συμβάσεις έναντι της βιομηχανίας χάλυβα των άλλων κρατών μελών, η συμβατική τιμή καθορίζεται κατά τέτοιον τρόπο ώστε το αρχικό κόστος (τιμή + έξοδα αγοράς) να καταλήγει να είναι το ίδιο με εκείνο που όφειλαν να καταβάλουν αν είχαν επίσης εισαγάγει άνθρακα από τρίτες χώρες. Το ίδιο ισχύει στην περίπτωση του οπτάνθρακα υψικαμίνων, λαμβανομένων υπόψη των δαπανών μετατροπής στις μονάδες παραγωγής οπτάνθρακα. Και οι δύο πλευρές ξεκινούν από το δεδομένο ότι η διαφορά μεταξύ του κόστους παραγωγής της RAG και της τιμής ανταγωνισμού καλύπτεται από κρατικές ενισχύσεις. Η RAG διατήρησε το δικαίωμα να εκπληρώνει κατά τον προσήκοντα τρόπο τις εν λόγω συμβάσεις εφόσον παύσει να ισχύει το σύστημα κάλυψης με ενισχύσεις της διαφοράς μεταξύ κόστους παραγωγής και τιμής ανταγωνισμού ή το εν λόγω σύστημα δεν επαρκεί πλέον για την κάλυψη της συνολικής ποσότητας. Στην περίπτωση αυτή, επρόκειτο να μειωθούν ή να παύσουν οι προμήθειες άνθρακα οπτανθρακοποίησης, ενώ θα συνεχιζόταν η προμήθεια οπτανθράκων από τρίτες χώρες. Η RAG οφείλει να εξασφαλίζει στους αντισυμβαλλόμενους το καθεστώς της πλέον ευνοούμενης επιχείρησης.

    Τα χαλυβουργεία οφείλουν να μην αναθέτουν την παραγωγή οπτανθράκων σε άλλες επιχειρήσεις ούτε να χρησιμοποιούν άλλες εγκαταστάσεις. Πρέπει να ρυθμίζουν τη δική τους δυναμικότητα οπτάνθρακα καθώς και την αύξησή της, κατόπιν συμφωνίας με τη RAG και να έρχονται σε συνεννόηση με τη RAG ως προς τις συνεπαγόμενες επιβαρύνσεις.

    (4) Οι συμβάσεις χαλυβουργείων διαρκούν 20 έτη και μπορούν να καταγγελθούν, με πενταετή προθεσμία, από τις 31 Δεκεμβρίου 1988. Μπορούν να παραταθούν για ένα ακόμα έτος εφόσον δεν καταγγελθούν πέντε έτη πριν από τη λήξη τους.

    (5) Οι εν λόγω συμβάσεις αποτελούσαν, κατά τη σύσταση της RAG , αναπόσπαστο μέρος του σχεδίου συγκέντρωσης, το οποίο εγκρίθηκε από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 2 της συνθήκης στις 27 Νοεμβρίου 1969. (6) Κατά τη διάρκεια ισχύος των συμβάσεων χαλυβουργείων, από το 1969 έως το 1988, μεταβλήθηκαν εν μέρει οι σχέσεις ιδιοκτησίας των επιχειρήσεων χαλυβουργίας που συμμετείχαν στη σύμβαση. Τα χαλυβουργεία που δεσμεύονται επί του παρόντος από τη «σύμβαση χαλυβουργείων» είναι τα ακόλουθα:

    Krupp Stahl AG, Bochum

    Mannesmann AG, Duesseldorf

    Thyssen Stahl AG, Duisburg

    Stahlwerke Peine - Salzgitter AG, Salzgitter

    Hoesch Stahl AG, Durtmund

    Kloeckner Stahl GmbH, Duisburg.

    (7) Ανάλογα με τις οικονομικές διακυμάνσεις της βιομηχανίας χάλυβα, η σύμβαση χαλυβουργείων καλύπτει με τις εν λόγω συμβάσεις 16 έως 18 εκατομμύρια τόνους περίπου της ζήτησης ανθράκων οπτανθρακοποίησης και οπτανθράκων (οπτάνθρακες εκφρασμένοι σε λιθάνθρακες) στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.

    Β. Συμπληρωματική σύμβαση στη σύμβαση χαλυβουργείων

    (8) Η αίτηση των συμβαλλομένων αποσκοπεί να θέσει εκτός ισχύος τη διάταξη περί καταγγελίας της σύμβασης χαλυβουργείων και να παρατείνει την εν λόγω σύμβαση, στην τροποποιημένη μορφή της, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2000.

    (9) Στη νέα σύμβαση χαλυβουργείων («Συμπληρωματική σύμβαση στη σύμβαση χαλυβουργείων») έχει εγκαταληφθεί η υποχρέωση αποκλειστικής προμήθειας των χαλυβουργείων (100 % των αναγκών τους). Το δικαίωμα των χαλυβουργείων να αγοράζουν σε περιορισμένη έκταση και από τρίτους προκύπτει από το παράρτημα 1 της συμπληρωματικής σύμβασης και από τη σχετική ερμηνεία της RAG που χαρακτηρίζεται ως δεσμευτική. Σύμφωνα με αυτήν, οι συμβαλλόμενοι έχουν το δικαίωμα να προμηθεύονται από άλλες πηγές ειδικά και στερεά καύσιμα, εκτός των λιθανθράκων και των παραγώγων τους (π.χ. οπτάνθρακες πετρελαίου και κονιορτοποιημένος λιγνίτης). Τα χαλυβουργεία οφείλουν μόνον να παρέχουν τη δυνατότητα στην RAG να προβαίνει σε αντιπροσφορά την οποία όμως δεν υποχρεώνονται να αποδεχθούν ακόμα και αν είναι ισοδύναμη, από τεχνική και οικονομική άποψη, με την προσφορά εκ μέρους τρίτων.

    (10) Η RAG παύει επίσης να αποτελεί τον αποκλειστικό προμηθευτή των χαλυβουργείων που συμμετέχουν στη σύμβαση, δεδομένου ότι συνήψε συμφωνία με την εταιρεία εξόρυξης Auguste Victoria, σύμφωνα με την οποία η τελευταία, καθόλη τη διάρκεια ισχύος της συμπληρωματικής σύμβασης, μπορεί να προμηθεύει στην RAG περιορισμένες ποσότητες σύμφωνα με τους όρους της συγκεκριμένης σύμβασης.

    (11) Η συμπληρωματική σύμβαση στη σύμβαση χαλυβουργείων έχει διάρκεια ισχύος 12 ετών και παρατείνεται σιωπηρά για ένα έτος, εφόσον δεν καταγγελθεί τέσσερα έτη πριν από την προβλεπόμενη λήξη της.

    (12) Στη συμπληρωματική σύμβαση προβλέπεται ότι οποιαδήποτε μεταβολή της κατάστασης, που ενδέχεται να προκύψει από αποφάσεις της Επιτροπής ή άλλες αποφάσεις, μπορεί να καταστήσει αδύνατη την εκτέλεση της σύμβασης. Προβλέπεται επίσης ότι ενδέχεται να τροποποιηθεί το σύστημα κάλυψης της διαφοράς μεταξύ αρχικού κόστους και τιμής ανταγωνισμού με κρατικές ενισχύσεις. Λαμβάνεται, μεταξύ άλλων, υπόψη το γεγονός ότι η ισχύς της απόφασης αριθ. 2064/86/ΕΚΑΧ της Επιτροπής (1) σχετικά με την κοινοτική ρύθμιση των μέτρων που λαμβάνουν τα κράτη μέλη στον τομέα της εξόρυξης λιθάνθρακα λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 1993 και δεν μπορεί να γίνουν προβλέψεις για πιθανή συμπληρωματική ρύθμιση.

    ΙΙ. ΝΟΜΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ

    Άρθρο 65 παράγραφος 1

    (13) Το άρθρο 65 παράγραφος 1 απαγορεύει ορισμένες μορφές συμφωνιών και πρακτικών που περιορίζουν τον ανταγωνισμό. Οι συμφωνίες που συνήψαν η RAG και οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις χάλυβα πληρούν τα πραγματικά περιστατικά του άρθρου 65 παράγραφος 1 για τους ακόλουθους λόγους.

    Η RAG και οι αντισυμβαλλόμενες επιχειρήσεις αποτελούν επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 80 της συνθήκης.

    Η κανονική λειτουργία του ανταγωνισμού περιορίζεται, δεδομένου ότι τα χαλυβουργεία που έχουν συνάψει τη σύμβαση οφείλουν να προμηθεύονται μόνον από την RAG όλα τα στερεά καύσιμα εκτός των ειδικών καυσίμων και των στερεών καυσίμων, με εξαίρεση το λιθάνθρακα και τα παράγωγά του.

    Η RAG εμποδίζει τα χαλυβουργεία να παράγουν οπτάνθρακα υψικαμίνων επιβάλλοντάς τους την απαγόρευση να αναθέτουν την οπτανθρακοποίηση σε άλλες επιχειρήσεις ή να χρησιμοποιούν άλλες εγκαταστάσεις οπτανθρακοποίησης. Η RAG επηρεάζει έτσι τις αποφάσεις των χαλυβουργείων όσον αφορά τις επενδύσεις τους για τη διεύρυνση ή τη δημιουργία δικών τους εγκαταστάσεων οπτανθρακοποίησης, επειδή υποχρεώνει αυτά να συμφωνούν μαζί της όσον αφορά τις προθεσμίες προειδοποίησης και την εξισορρόπηση των συνεπαγόμενων γι' αυτήν επιβαρύνσεων.

    Τα χαλυβουργεία που συνήψαν τη σύμβαση συμφώνησαν, επιπλέον, με τη RAG ως προς μέθοδο υπολογισμού των τιμών η οποία σε συνδυασμό με τη ρήτρα της ευνοϊκότερης μεταχείρισης καταλήγει σε εναρμονισμένες τιμές. Το δικαίωμα στο καθεστώς της ευνοϊκότερης μεταχείρισης που τους αναγνωρίζεται από την RAG επηρεάζει επίσης τη διαδικασία διαμόρφωσης των τιμών της RAG σε σχέση με άλλα χαλυβουργεία στην Κοινότητα.

    (14) Ως εκ τούτου οι συμφωνίες που έχουν συναφθεί μεταξύ της RAG και των χαλυβουργείων που συνυποβάλλουν την αίτηση απαγορεύονται κατά την έννοια του άρθρου 65 παράγραφος 1.

    Άρθρο 65 παράγραφος 2

    (15) Η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 65 παράγραφος 2, μπορεί να επιτρέψει συμφωνίες εξειδικεύσεως, τις συμφωνίες από κοινού αγοράς ή πωλήσεως και ανάλογες συμφωνίες ως προς συγκεκριμένα προϊόντα εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο.

    (16) Η συμφωνία που έχει συναφθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τις αρχές της συμπληρωματικής σύμβασης στη σύμβαση χαλυβουργείων ανταποκρίνεται απόλυτα στην έννοια των συμφωνιών του σημείου 15, και ιδίως μάλιστα ως προς την ορθολογικοποίηση της παραγωγής και την από κοινού αγορά.

    (17) Η RAG προμηθεύει τις επιχειρήσεις που έχουν συνάψει τη σύμβαση χαλυβουργείων με λιθάνθρακες κατάλληλους για οπτάνθρακες ή με οπτάνθρακες υψικαμίνων ή και με τα δύο προϊόντα, ανάλογα με τη δυναμικότητα οπτανθρακοποίησης που διαθέτουν οι επιχειρήσεις αυτές. Στα πλαίσια των ποσοστήτων που έχουν καθοριστεί βάσει της σύμβασης, αλλά και με την επιφύλαξη της κατάστασης των παραγγελιών στην βιομηχανία χάλυβα και λαμβανομένων υπόψη των δυνατοτήτων υποκατάστασης που αναφέρονται στο σημείο 9, η συμπληρωματική σύμβαση στη σύμβαση χαλυβουργείων, επιτρέπει στη RAG τον μακροπρόθεσμο προγραμματισμό της παραγωγής ανθράκων κατάλληλων για οπτάνθρακες και οπτανθράκων υψικαμίνων. Λόγω του υψηλού κόστους των κεφαλαίων στην εξορυκτική βιομηχανία και της μη ικανοποιητικής κατάστασης των εκ των πωλήσεων εσόδων εξ αιτίας του από δεκαετιών ανταγωνισμού από τους άνθρακες τρίτων χωρών και από άλλες μορφές ενέργειας, καθώς και λόγω της αισθητά συρρικνούμενης ζήτησης διαφόρων καταναλωτικών τομέων, οι εξορυκτικές βιομηχανίες είναι αναγκασμένες να επιδιώκουν την όσο το δυνατόν ευρύτερη προσαρμογή της παραγωγικής τους δυναμικότητας στις υπάρχουσες δυνατότητες διάθεσης των προϊόντων τους. Συγχρόνως όμως, οι εν λόγω επιχειρήσεις στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας πρέπει να είναι σε θέση να παραδίδουν άνθρακες οπτανθρακοποίησης σε επαρκείς ποσότητες για την πλήρη κάλυψη της ζήτησης των χαλυβουργείων, δεδομένου ότι τα γερμανικά χαλυβουργεία δεν έχουν στην ουσία άλλες εναλλάκτικές λύσεις για την προμήθεια των καυσίμων που χρειάζονται. Αυτό οφείλεται, αφενός, στο γεγονός ότι στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας υπάρχουν περιορισμοί στις εισαγωγές ανθράκων οπτανθρακοποίησης, με εξαίρεση αυτούς που καταναλώνονται από παράκτια επιχείρηση οπτανθρακοποίησης (2 % περίπου της κατανάλωσης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας) και, αφετέρου, στο γεγονός ότι οι επιχειρήσεις που έχουν συνάψει τη σύμβαση χαλυβουργείων δεν έχουν στη διάθεσή τους κατάλληλο κοινοτικό άνθρακα (άνθρακα οπτανθρακοποίησης) σε ανταγωνιστικές τιμές, είτε λόγω των ίδιων αναγκών σε άνθρακα που αντιμετωπίζουν οι άλλες χώρες παραγωγής στην Κοινότητα είτε λόγω των μεγάλων αναγκών σε επιδοτήσεις. Συνεπώς, οι μακροπρόθεσμες συμβάσεις για την κάλυψη όσο το δυνατό μεγαλύτερου μέρους των συνολικών αναγκών των επιχειρήσεων που έχουν συνάψη τη σύμβαση χαλυβουργείων, αποσκοπούν τόσο στην εξασφάλιση του εφοδιασμού τους όσο και στην ελαχιστοποίηση του κόστους παραγωγής της RAG. Κατά συνέπεια, η συμφωνία συνεπάγεται αισθητή βελτίωση της παραγωγής λιθανθράκων για οπτάνθρακες και οπτανθράκων υψικαμίνων.

    (18) Η συμπληρωματική σύμβαση στη σύμβαση χαλυβουργείων δεν προβλέπει περισσότερους περιορισμούς από όσους είναι απαραίτητοι για τη βελτίωση της παραγωγής και του εφοδιασμού. Η προβλεπόμενη χαλάρωση της υποχρέωσης προμήθειας των επιχειρήσεων της σύμβασης χαλυβουργείων έναντι της RAG καθιστά δυνατή, σε περιορισμένο βαθμό, την πρόσβαση σε άλλους προμηθευτές, εφόσον αυτοί είναι σε θέση να κάνουν ανταγωνιστικές προσφορές.

    (19) Οι συμμετάσχουσες επιχειρήσεις δεν είναι σε θέση βάση της συμφωνίας, να καθορίσουν τις τιμές για τα σχετικά προϊόντα. Η συμβατική τιμή προκύπτει από παράγοντες, τους οποίους δεν μπορούν να επηρεάσουν η RAG και οι συμμετέχουσες στη σύμβαση επιχειρήσεις, συγκεκριμένα δε από τις τιμές του εισαγόμενου άνθρακα από τρίτες χώρες και από το ύψος των επιδοτήσεων που προορίζονται να καλύψουν τη διαφορά μεταξύ του κόστους και των εσόδων της RAG.

    (20) Ο περιορισμός της παραγωγικότητας οπτάνθρακα υψικανίνων βάσει της συμφωνίας δεν έχει τέτοια έκταση, ώστε να αντιπροσωπεύει συμαντικό μέρος της παραγωγής οπτάνθρακα υψικαμίνων στην κοινή αγορά. Κατά τη σύσταση της RAG, οι μητρικές εταιρείες που παρήγαγαν χάλυβα, εφόσον είχαν δική παραγωγή οπτανθράκων, διατήρησαν την παραγωγή τους αυτή, ενώ οι άλλες εξορυκτικές επιχειρήσεις την παραχώρησαν στη RAG μαζί με τις εξορυκτικές τους δραστηριότητες. Η διαδικασία αυτή καλύπτεται με την απόφαση της Επιτροπής της 27ης Νοεμβρίου 1969. Η τότε δυναμικότητα παραγωγής οπτάνθρακα είχε καθοριστεί, κατά τη σύσταση της RAG και την ανάληψη της υποχρέωσης εφοδιασμού οπτάνθρακα υψικαμίνων, σύμφωνα με ισχύοντα δεδομένα στα πλαίσια της σύμβασης χαλυβουργείων. Είναι φυσικό ότι τέτοιες εγκαταστάσεις, όταν λειτουργούν επί 20 και πλέον έτη χρειάζονται συντήρηση και ανανέωση. Επιπλέον, η εξέλιξη των αναγκών των χαλυβουργείων σε οπτάνθρακα υψικαμίνων παρουσιάζει αισθητή πτώση. Συνεπώς, δεν πρέπει να δοθεί μεγάλη σημασία στον πιθανό περιορισμό της ίδιας παραγωγής οπτανθράκων, ο οποίος επιβάλλεται στα χαλυβουργεία μέσω της συμπληρωματικής σύμβασης χαλυβουργείων.

    (21) Στο ερώτημα αν τα συμβαλλόμενα μέρη, και ιδιαίτερα η RAG , διαφεύγουν λόγω της συμφωνίας από τον πραγματικό ανταγωνισμό των άλλων επιχειρήσεων στην κοινή αγορά, πρέπει να δοθεί αρνητική απάντηση, βάσει των διαπιστώσεων που έγιναν στο σημείο 17 σχετικά με τους παραγωγούς ανθράκων οπτανθρακοποίησης και τους οπτάνθρακες υψικαμίνων που παράγονται από κοινοτικό άνθρακα. Το ερώτημα αυτό πρέπει να τεθεί όσον αφορά τους προμηθευτές λιθανθράκων, τους οποίους τα χαλυβουργεία χρησιμοποιούν ενδεχομένως συμπληρωματικά με τους άνθρακες οπτανθρακοποίησης, καθώς και των οπτανθράκων υψικαμίνων, οι οποίοι παράγονται από άνθρακα τρίτων χωρών. (22) Τα χαλυβουργεία χρειάζονται συσσωματωμένα καύσιμα, είτε πτωχούς λιθάνθρακες (όχι άνθρακες οπτανθρακοποίησης) ή οπτάνθρακες λιθανθράκων (τρίμματα οπτανθράκων), για να μετατρέψουν τα λεπτόκοκκα μεταλλεύματα πριν τεθούν στις υψικαμίνους σε μετάλλευμα κατάλληλων διαστάσεων. Η απόφαση για το ποιο καύσιμο θα χρησιμοποιηθεί, λαμβάνεται από τα χαλυβουργεία σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές τους. Από την άποψη αυτή, οι συμβαλλόμενοι της σύμβασης χαλυβουργείων απορρίπτουν τη χρήση λιθανθράκων για συσσωμάτωση. Σύμφωνα με την εμπειρία τους, δεν αποκλείεται ο σχηματισμός πίσσας από τα αεριώδη συστατικά των λιθανθράκων που κατακάθονται στα ηλεκτρικά φίλτρα τα οποία τίθενται σε λειτουργία μετά από τις εγκαταστάσεις συσσωμάτωσης, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει σε πυρκαϊές. Συνεπώς χρησιμοποιούν αποκλειστικά τρίμματα οπτανθράκων. Αυτά τα τρίμματα προκύπτουν κατά τη διαδικασία της οπτανθρακοποίησης, εφόσον οι οπτάνθρακες υψικαμίνων κατασκευάζονται από τις ίδιες τις επιχειρήσεις, δηλαδή τέσσερις από τους έξι εταίρους, στις ίδιες τις μονάδες οπτανθρακοποίησης. Οι ανάγκες σε τρίμματα οπτανθράκων, τις οποίες οι άλλες δύο επιχειρήσεις είναι υποχρεωμένες να καλύπτουν από την RAG όπως ορίζει η σύμβαση, αντιπροσωπεύουν τάξη μεγέθους που μπορεί να θεωρηθεί αμελητέα.

    Οι κοινοτικές μονάδες οπτανθρακοποίησης, οι οποίες επιθυμούσαν να εφοδιάζουν τις επιχειρήσεις που συμμετέχουν στη συμπληρωματική σύμβαση της σύμβασης χαλυβουργείων με οπτάνθρακες υψικαμίνων από άνθρακα τρίτων χωρών, πρέπει να πληρούν δύο προϋποθέσεις: να έχουν διαθέσιμη παραγωγική δυναμικότητα και να αγοράζουν άνθρακα τρίτων χωρών σε τιμές χαμηλώτερες από εκείνες που η RAG, σύμφωνα με τη σύμβαση, χρησιμοποιεί ως μέτρο αναφοράς για τη προσαρμογή των τιμών της. Αυτές οι προϋποθέσεις μπορούν να πληρούνται μονίμως, καθόσον είναι σε θέση να γνωρίζει η Επιτροπή, μόνο για οριακές ποσότητες, ή για συγκυριακά προκύπτουσες ποσότητες. Για λόγους ομοιογένειας του οπτάνθρακα υψικαμίνων που απαιτείται για τα χαλυβουργεία και για την εξασφάλιση του εφοδιασμού τους, τα χαλυβουργεία της σύμβασης δεν ενδιαφέρονται ούτε για τη μια ούτε για την άλλη εναλλάκτική λύση.

    Συνεπώς η συμφωνία δεν δίνει στα συμβαλλόμενα μέρη τη δυνατότητα να διαφεύγουν από τον πραγματικό ανταγωνισμό άλλων επιχειρήσεων στην κοινή αγορά.

    (23) Η Επιτροπή κρίνει απαραίτητο, να περιορίσει την ισχύ της απαιτούμενης άδειας για τη συμφωνία μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1997, δηλαδή κατά το χρονικό διάστημα που θεωρείται επαρκές για τις ανάγκες του προγραμματισμού οι οποίες αναφέρονται στο σημείο 17.

    (24) Η συμφωνία ανταποκρίνεται, εφόσον εφαρμοστεί ο ανωτέρω χρονικός περιορισμός, στις προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας βάσει του άρθρου 65 παράγραφος 2 και μπορεί, συνεπώς, να εγκριθεί.

    (25) Από την εν λόγω συμφωνία συνάγεται ότι η εκτέλεσή της προϋποθέτει βασικά τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων, βάσει των όσων αναφέρονται στα σημεία 3 και 12. Η έγριση της προαναφερόμενης συμφωνίας και ιδιαίτερα η χρονική διάρκεια της εγκρίσεως, δεν προδικάζει κατά κανένα τρόπο μελλοντικές αποφάσεις της Επιτροπής για κρατικές ενισχύσεις.

    Εξάλλου, ενδεχόμενες αλλαγές ως προς τη επικρατούσα κατάσταση είναι δυνατόν να καταστήσουν αναγκαία την επανεξέταση της εγκρίσεως κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 65 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο.

    (26) Η παρούσα απόφαση δεν προδικάζει την εκτίμηση των επενδυτικών προγραμμάτων στην οποία προβαίνει η Επιτροπή βάσει του άρθρου 54 της συνθήκης,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

    Άρθρο 1

    Εγκρίνεται η συμφωνία που έχει συναφθεί μεταξύ της Ruhrkohle AG και των χαλυβουργείων Krupp Stahl AG, Mannesmann AG, Thyssen Stahl AG, Stahlwerke Peine - Salzgitter AG, Hoesch Stahl AG, Kloeckner Stahl GmbH, σχετικά με την προμήθεια και την αγορά στερεών καυσίμων.

    Άρθρο 2

    Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στις ακόλουθες επιχειρήσεις: Ruhrkohle AG, Essen, Krupp Stahl AG, Mannesmann AG, Dusseldorf, Thyssen Stahl AG, Duisburg, Stahlwerke Peine - Salzgitter AG, Hoesch Stahl AG, Kloeckner Stahl GmbH, Duisburg.

    Άρθρο 3

    Η παρούσα απόφαση αρχίζει να παράγει αποτελέσματα την ημέρα της κοινοποίησής της στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις. Η ισχύς αυτής λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 1997.

    Βρυξέλλες, 30 Μαρτίου 1989.

    Για την Επιτροπή

    Sir Leon BRITTAN

    Αντιπρόεδρος

    (1) ΕΕ αριθ. L 177 της 1. 7. 1986, σ. 1.

    Top