EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31988R2423

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88 του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 1988 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας

ΕΕ L 209 της 2.8.1988, p. 1–17 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/1994; καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από 394R3283 και 394R3284

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1988/2423/oj

31988R2423

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88 του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 1988 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 209 της 02/08/1988 σ. 0001 - 0017
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 11 τόμος 14 σ. 0098
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 11 τόμος 14 σ. 0098


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 11ης Ιουλίου 1988 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΟΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

ιΕχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 113,

τους κανονισμούς περί κοινής οργανώσεως των γεωργικών αγορών καθώς και τους κανονισμούς που έχουν εκδοθεί βάσει του άρθρου 235 της συνθήκης και εφαρμόζονται στα εμπορεύματα που προκύπτουν από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων, και ιδίως τις διατάξεις των κανονισμών αυτών που επιτρέπουν παρέκκλιση από τη γενική αρχή της αντικατάστασης όλων των προστατευτικών μέτρων στα σύνορα μόνο από τα μέτρα που προβλέπονται στους εν λόγω κανονισμούς,

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας:

ότι, με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2176/84^(1), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1761/87^(2), το Συμβούλιο θέσπισε κοινό καθεστώς για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας

ότι αυτό το καθεστώς θεσπίστηκε σύμφωνα με τις υπάρχουσες διεθνείς υποχρεώσεις, και ιδίως αυτές που απορρέουν από το άρθρο VΙ της γενικής συμφωνίας δασμών και εμπορίου, η οποία στα εξής αποκαλείται «γενική συμφωνία», από τη συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VΙ της γενικής συμφωνίας (κώδικας αντιντάμπινγκ του 1979) και από τη συμφωνία περί της ερμηνείας και της εφαρμογής των άρθρων VI, XVI και ΧΧΙΙΙ της γενικής συμφωνίας (κώδικας για τις επιδοτήσεις και για τους αντισταθμιστικούς δασμούς)

ότι, κατά την εφαρμογή του καθεστώτος αυτού, είναι ουσιαστικό, προκειμένου να διατηρηθεί η ισορροπία δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που αυτές οι συμφωνίες επιδίωξαν να θεσπίσουν, να λαμβάνει υπόψη της η Κοινότητα την ερμηνεία που δίδεται σ' αυτό το καθεστώς από τους βασικούς εμπορικούς εταίρους της, όπως αυτή φαίνεται στη νομοθεσία ή την καθιερωμένη πρακτική

ότι είναι επιθυμητό οι κανόνες προσδιορισμού της κανονικής αξίας να παρουσιάζονται με τρόπο σαφή και αρκετά λεπτο-

μερή ότι θα πρέπει, ιδιαίτερα, να διευκρινιστεί ότι, όταν οι πωλήσεις στην εσωτερική αγορά της χώρας εξαγωγής ή καταγωγής δεν αποτελούν, για οποιοδήποτε λόγο, κατάλληλη βάση για τον προσδιορισμό της ύπαρξης ντάμπινγκ, είναι δυνατό να γίνεται χρήση μιας κατασκευασμένης κανονικής αξίας ότι πρέπει να δοθούν παραδείγματα καταστάσεων που μπορούν θα θεωρηθούν ότι δεν αντιπροσωπεύουν συνήθεις εμπορικές πράξεις, ιδίως όταν ένα προϊόν πωλείται σε τιμές κατώτερες από το κόστος παραγωγής ή όταν πραγματοποιούνται αγοραπωλησίες μεταξύ μερών τα οποία συνδέονται μεταξύ τους ή έχουν συνάψει συμψηφιστικό διακανονισμό ότι πρέπει να αναφερθούν οι μέθοδοι που μπορούν να χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας στις περιπτώσεις αυτές

ότι πρέπει να καθοριστεί η τιμή εξαγωγής και να απαριθμηθούν οι προσαρμογές που χρειάζεται να γίνονται στις περιπτώσεις όπου κρίνεται ότι συντρέχει λόγος να ανακατασκευασθεί μια τέτοια τιμή με βάση την πρώτη τιμή στην

ελεύθερη αγορά

ότι, για να εξασφαλιστεί η δίκαιη σύγκριση μεταξύ της τιμής εξαγωγής και της κανονικής αξίας, πρέπει να θεσπιστούν κατευθυντήριες αρχές για τον καθορισμό των προσαρμογών που θα γίνονται για τις υπάρχουσες διαφορές στα φυσικά χαρακτηριστικά, τις ποσότητες, τις συνθήκες και τους όρους πώλησης, και να δοθεί προσοχή στο γεγονός ότι το βάρος της απόδειξης το φέρει το πρόσωπο που ζητεί τέτοιες προσαρμογές

ότι πρέπει να καθοριστεί επακριβώς η έκφραση «περιθώριο ντάμπινγκ» και να κωδικοποιηθεί η καθιερωμένη πρακτική της Κοινότητας σε θέματα μεθόδων υπολογισμού για την περίπτωση που οι τιμές ή τα περιθώρια ποικίλλουν

ότι είναι ευκταίο να οριστεί επακριβώς ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να προσδιορίζεται το ποσό κάθε επιδότησης

ότι είναι σκόπιμο να εκτεθούν ορισμένοι παράγοντες που μπορεί να είναι χρήσιμοι για τον προσδιορισμό της ζημίας

ότι είναι αναγκαίο να καθιερωθούν διαδικασίες, προκειμένου να μπορεί να διατυπώνει καταγγελία όποιος ενεργεί για λογαριασμό ενός κλάδου παραγωγής της Κοινότητας και θεωρεί ότι έχει θιγεί ή ότι απειλείται από εισαγωγές που

αποτελούν το αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων ότι ενδείκνυται να διευκρινιστεί ότι, σε περίπτωση που αποσύρεται η καταγγελία, η διαδικασία είναι δυνατό να τερματίζεται αλλά τούτο δεν είναι απαραίτητο να συμβαίνει

ότι θα πρέπει να καθιερωθεί συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής τόσο ως προς τις πληροφορίες για την ύπαρξη ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων και της ζημίας που προκύπτει από αυτές όσο και ως προς τη μεταγενέστερη εξέταση του ζητήματος σε κοινοτικό επίπεδο ότι, για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να πραγματοποιούνται διαβουλεύσεις στα πλαίσια συμβουλευτικής επιτροπής

ότι πρέπει να καθοριστούν σαφώς οι διαδικαστικοί κανόνες που ακολουθούνται κατά τη διάρκεια της έρευνας, ιδίως τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των κοινοτικών αρχών και των ενδιαφερομένων, και οι όροι υπό τους οποίους τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να λαμβάνουν γνώση των πληροφοριών και να ενημερώνονται για τα κύρια γεγονότα και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων πρόκειται να γίνει

σύσταση για τα οριστικά μέτρα

ότι ενδείκνυται να αναφερθεί ρητά ότι η έρευνα για την ύπαρξη ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων πρέπει κανονικά να καλύπτει εξάμηνη τουλάχιστον περίοδο αμέσως πριν από την έναρξη της διαδικασίας και ότι ο τελικός καθορισμός πρέπει να βασίζεται στα γεγονότα που προκύπτουν για την περίοδο αυτή

ότι, για να αποφεύγεται σύγχυση, πρέπει να διευκρινιστεί η χρήση των όρων «έρευνα» και «διαδικασία» στον παρόντα κανονισμό

ότι είναι αναγκαίο να απαιτείται ότι, στην περίπτωση που οι πληροφορίες θεωρούνται εμπιστευτικές, ο παρέχων τις πληροφορίες πρέπει να υποβάλλει ειδική αίτηση και να διευκρινιστεί ότι η εμπιστευτική πληροφορία που μπορεί να συνοψιστεί, αλλά για την οποία έχει υποβληθεί μη εμπιστευτική περίληψη, μπορεί να μη λαμβάνεται υπόψη

ότι, για την αποφυγή υπερβολικών καθυστερήσεων και για διοικητική διευκόλυνση, ενδείκνυται να οριστούν προθεσμίες εντός των οποίων μπορούν να προτείνονται οι αναλήψεις υποχρεώσεων

ότι είναι αναγκαίο να θεσπιστούν σαφέστεροι κανόνες όσον αφορά τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται μετά την απόσυρση ή την παραβίαση αναλήψεων υποχρεώσεων

ότι είναι αναγκαίο η κοινοτική διαδικασία για τη λήψη αποφάσεων να επιτρέπει ταχεία και αποτελεσματική δράση, ιδίως μέσω μέτρων που λαμβάνονται από την Επιτροπή, όπως η επιβολή προσωρινών δασμών

ότι, προκειμένου να αποθαρρύνονται οι πρακτικές ντάμπινγκ, πρέπει να προβλεφθεί, στις περιπτώσεις που τα οριστικώς αποδεδειγμένα γεγονότα δείχνουν ότι υπάρχει ντάμπινγκ και ζημία, η δυνατότητα οριστικής είσπραξης των προσωρινών δασμών ακόμα και αν, για ειδικούς λόγους, δεν αποφασίζεται επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ

ότι είναι αναγκαίο να καθοριστούν κοινοί κανόνες εφαρμογής των δασμών αντιντάμπινγκ και των αντισταθμιστικών δασμών, ώστε να εξασφαλιστεί η ακριβής και ομοιόμορφη είσπραξή τους ότι, λόγω της φύσης αυτών των δασμών, οι κανόνες αυτοί μπορούν να διαφέρουν από τους κανόνες είσπραξης των συνήθων εισαγωγικών δασμών

ότι η πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2176/84 έδειξε ότι η συναρμολόγηση στην Κοινότητα προϊόντων, η εισαγωγή των οποίων, ως τελικά προϊόντα, υπόκειται σε δασμό αντιντάμπινγκ, μπορεί να προκαλεί ορισμένες δυσχέρειες

ότι, ειδικότερα:

- εφόσον η συναρμολόγηση ή η κατασκευή πραγματοποιείται από επιχείρηση συνδεόμενη καθ' οιονδήποτε τρόπο με κάποιον από τους κατασκευαστές των οποίων οι εξαγωγές ομοειδών προϊόντων υπόκεινται σε δασμό αντιντάμπινγκ, και

- εφόσον η αξία των μερών ή των υλικών που χρησιμοποιούνται κατά τις εργασίες συναρμολόγησης ή κατασκευής και τα οποία κατάγονται από τη χώρα καταγωγής του προϊόντος που υπόκειται σε δασμό αντιντάμπινγκ, υπερβαίνει την αξία όλων των άλλων χρησιμοποιούμενων μερών ή υλικών,

η εν λόγω συναρμολόγηση ή κατασκευή πρέπει να θεωρείται ότι οδηγεί σε καταστρατήγηση του δασμού αντιντάμπινγκ

ότι, προκειμένου να αποτραπεί η καταστρατήγηση, πρέπει να προβλεφθεί η είσπραξη δασμού αντιντάμπινγκ για τα προϊόντα που συναρμολογούνται ή κατασκευάζονται με τον τρόπο αυτό

ότι είναι αναγκαίο να θεσπιστούν διαδικασίες και όροι για την είσπραξη του δασμού που επιβάλλεται σε τέτοιες περιπτώσεις

ότι το ποσό του δασμού αντιντάμπινγκ που εισπράττεται πρέπει να περιορίζεται στο ποσό που είναι απολύτως αναγκαίο για να αποφεύγεται καταστρατήγηση

ότι πρέπει να προβλεφθεί η μερική μόνο αναθεώρηση

των κανονισμών και των αποφάσεων, όταν αυτό κρίνεται

σκόπιμο

ότι, προκειμένου να αποφευχθεί η καταχρηστική προσφυγή στις κοινοτικές διαδικασίες και τους κοινοτικούς πόρους, ενδείκνυται να καθοριστεί μια ελάχιστη περίοδος που πρέπει να παρέρχεται μετά την περάτωση μιας τέτοιας έρευνας, πριν αρχίζει επανεξέταση και να εξακριβώνεται ότι υπάρχουν αποδείξεις μεταβολής των συνθηκών ικανές να δικαιολογήσουν την επανεξέταση

ότι πρέπει να προβλεφθεί ότι, ύστερα από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, τα μέτρα αντιντάμπινγκ και τα αντισταθμιστικά μέτρα καθίστανται ανίσχυρα εκτός εάν αποδεικνύεται ότι η διατήρησή τους είναι απαραίτητη

ότι πρέπει να θεσπιστούν κατάλληλες διαδικασίες για την εξέταση των αιτήσεων επιστροφής των δασμών αντιντάμπινγκ ότι είναι αναγκαία να εξασφαλιστεί ότι η διαδικασία επιστροφής θα εφαρμόζεται μόνο όταν πρόκειται για οριστικούς δασμούς ή ποσά προσωρινών δασμών που έχουν εισπραχθεί οριστικά, και να βελτιωθούν οι ισχύουσες διαδικασίες επιστροφής

ότι ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να εμποδίζει τη λήψη ειδικών μέτρων όταν οι υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί από την Κοινότητα στα πλαίσια της γενικής συμφωνίας δεν αντιτίθενται σ' αυτό

ότι τα γεωργικά προϊόντα και τα παράγωγά τους μπορούν, και αυτά, να αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων ότι είναι, λοιπόν, αναγκαίο να συμπληρωθούν οι κανόνες εισαγωγής που γενικά εφαρμόζονται στα προϊόντα αυτά με την πρόβλεψη της δυνατότητας να γίνεται χρήση μέτρων άμυνας έναντι πρακτικών τέτοιου είδους

ότι, εκτός από τις ανωτέρω εκτιμήσεις οι οποίες, στην ουσία, οδήγησαν στην έκδοση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2176/84, η εμπειρία έδειξε ότι είναι αναγκαίο να οριστούν επακριβέστερα ορισμένοι από τους κανόνες που πρέπει να εφαρμόζονται και τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται στο πλαίσιο των διαδικασιών αντιντάμπινγκ

ότι, για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας, είναι σκόπιμο να εξασφαλιστεί ότι, όταν ο προσδιορισμός αυτός βασίζεται στις τιμές της εσωτερικής αγοράς, η τιμή θα είναι εκείνη που έχει πράγματι πληρωθεί ή πρέπει να πληρωθεί κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις στη χώρα εξαγωγής ή στη χώρα καταγωγής και, επομένως, πρέπει να διευκρινιστεί ο τρόπος με τον οποίο θα λαμβάνονται υπόψη οι εκπτώσεις, και ειδικότερα οι επιγενόμενες εκπτώσεις οι οποίες μπορούν να θεωρηθούν, αν προσκομίζονται αποδεικτικά στοιχεία, ότι δεν έχουν εισαχθεί για να διαστρεβλώσουν την κανονική αξία ότι, πρέπει επίσης να αναφερθεί ρητά ο τρόπος με τον οποίο καθορίζεται η κανονική αξία με βάση την κατασκευασμένη αξία, και ειδικότερα ότι τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα και το κέρδος πρέπει να υπολογίζονται, ανάλογα με τις περιπτώσεις, με βάση τις δαπάνες που έχουν προκύψει και το κέρδος που έχει πραγματοποιηθεί επί επικερδών πωλήσεων του ενδιαφερόμενου εξαγωγέα ή άλλων παραγωγών ή εξαγωγέων, ή με οποιαδήποτε εύλογη βάση ότι, επιπλέον, είναι σκόπιμο να αναφερθεί ότι, στην περίπτωση που ο εξαγωγέας ούτε παράγει ούτε πωλεί το ομοειδές προϊόν στη χώρα καταγωγής, η κανονική αξία καθορίζεται κανονικά σε σχέση με τις τιμές ή το κόστος του προμηθευτή του εξαγωγέα ότι, τέλος, είναι αναγκαίο να προσδιοριστούν πιο συγκεκριμένα οι όροι με βάση τους οποίους οι πωλήσεις που πραγματοποιούνται με απώλεια μπορούν να θεωρηθούν ότι δεν έχουν πραγματοποιηθεί σε συνήθεις εμπορικές πράξεις

ότι, για τον προσδιορισμό των τιμών εξαγωγής, είναι σκόπιμο να εξασφαλιστεί ότι ο προσδιορισμός αυτός θα βασίζεται στις τιμές που έχουν πράγματι πληρωθεί ή πρέπει να πληρωθούν και επομένως, πρέπει να διευκρινιστεί η μεταχείριση που επιφυλάσσεται στις εκπτώσεις ότι, στις περιπτώσεις που πρέπει να ανακατασκευαστούν οι τιμές εξαγωγής, είναι αναγκαίο να αναφερθεί ότι τα έξοδα για το σκοπό αυτής της ανακατασκευής περιλαμβάνουν τα έξοδα στα οποία κανονικά υποβάλλεται ο εισαγωγέας αλλά τα οποία έχουν καταβληθεί από μέρος το οποίο φαίνεται ότι είναι συνδεδεμένο με τον εισαγωγέα ή τον εξαγωγέα

ότι, για τη σύγκριση της κανονικής αξίας και των τιμών εξαγωγής, είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι αυτή η σύγκριση δεν θα διαστρεβλώνεται από αιτήματα για αναπροσαρμογές που αφορούν παράγοντες οι οποίοι δεν συνδέονται άμεσα με τις υπό εξέταση πωλήσεις ή με αιτήματα για παράγοντες που ήδη έχουν ληφθεί υπόψη ότι, επομένως, είναι σκόπιμο να διευκρινιστούν επακριβώς οι διαφορές που επηρεάζουν τη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών και να αναφερθούν πιο

ρητά οι κανόνες βάσει των οποίων θα γίνονται οι αναπροσαρμογές, ειδικότερα για ό,τι αφορά τις διαφορές στα φυσικά χαρακτηριστικά και στα έξοδα μεταφοράς, συσκευασίας, πιστώσεων, εγγυήσεων και στα άλλα έξοδα πωλήσεων ότι, όσον αφορά αυτά τα έξοδα πωλήσεων, είναι σκόπιμο, για λόγους διαφάνειας, να καθοριστεί ότι δεν θα γίνονται αναπροσαρμογές για τα γενικά έξοδα πωλήσεων, δεδομένου ότι αυτά τα έξοδα δεν συνδέονται άμεσα με τις υπό εξέταση πωλήσεις, εκτός από τους μισθούς των πωλητών οι οποίοι δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη διαφορετικά από ότι οι καταβαλλόμενες προμήθειες ότι, για διοικητικούς λόγους, είναι επίσης σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι πρέπει να μη λαμβάνονται υπόψη αιτήματα για μεμονωμένες προσαρμογές οι οποίες είναι ασήμαντες

ότι πρέπει να διασαφηνιστεί η πρακτική της Κοινότητας όσον αφορά τη χρήση των τεχνικών του καθορισμού των μέσων όρων και της δειγματοληψίας

ότι, για να αποφευχθεί κάθε αδικαιολόγητη διατάραξη των διαδικασιών, είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι η προσκόμιση ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων μπορεί να οδηγήσει στο να μη ληφθούν υπόψη αυτά τα στοιχεία και στο να μη γίνουν δεκτά τα αιτήματα στα οποία αναφέρονται

ότι η πείρα έδειξε ότι είναι αναγκαίο να μην υπονομεύεται η αποτελεσματικότητα των δασμών αντιντάμπινγκ από το δασμό στον οποίο υπόκεινται οι εξαγωγείς ότι είναι σκόπιμο να επιβεβαιωθεί ότι, σ' αυτές τις συνθήκες, μπορεί να επιβάλλεται επιπρόσθετος δασμός αντιντάμπινγκ, εν ανάγκη αναδρομικά

ότι η πείρα έδειξε επίσης ότι οι κανόνες σχετικά με τη λήξη της ισχύος των μέτρων αντιντάμπινγκ και των αντισταθμιστικών μέτρων πρέπει να διευκρινιστούν ότι, για το σκοπό αυτό και για τη διευκόλυνση της διαχείρισης των κανόνων αυτών, πρέπει να προβλεφθεί η δημοσίευση ανακοίνωσης για τη διεξαγωγή μιας επανεξέτασης

ότι ενδείκνυται να εκτεθούν πιο ρητά οι μέθοδοι που θα χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ύψους των επιστροφών και να επιβεβαιωθούν κατ' αυτό τον τρόπο οι καθιερωμένες πρακτικές της Επιτροπής όσον αφορά τις επιστροφές και τις σχετικές αρχές που περιλαμβάνονται στην ανακοίνωση που έχει δημοσιευθεί σχετικά με την επιστροφή των δασμών αντιντάμπινγκ^(1)

ότι, με την ευκαιρία αυτή, πρέπει να κωδικοποιηθούν οι εν λόγω διατάξεις,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ίΑρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τις διατάξεις που εφαρμόζονται για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας.

ίΑρθρο 2

Ντάμπινγκ

Α. ΑΡΧΗ

1. Δασμός αντιντάμπινγκ μπορεί να επιβάλλεται σε κάθε προϊόν που αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ, όταν η θέση του σε ελεύθερη κυκλοφορία εντός της Κοινότητας προκαλεί ζημία.

2. ιΕνα προϊόν θεωρείται ότι αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ, όταν η τιμή εξαγωγής του στην Κοινότητα είναι μικρότερη από την κανονική αξία του ομοειδούς προϊόντος.

Β. ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΑΞΙΑ

3. Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, ως κανονική αξία νοείται:

α) ^η συγκρίσιμη τιμή, η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις για το ομοειδές προϊόν που προορίζεται για κατανάλωση στη χώρα εξαγωγής ή καταγωγής. Η τιμή αυτή είναι η καθαρή τιμή που προκύπτει μετά την αφαίρεση των εκπτώσεων που συνδέονται άμεσα με τις υπό εξέταση πωλήσεις, υπό τον όρο ότι ο εξαγωγέας επικαλείται και προσκομίζει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για το ότι η οποιαδήποτε μείωση της ακαθάριστης τιμής έχει πράγματι χορηγηθεί. Τυχόν επιγενόμενες εκπτώσεις μπορούν να λαμβάνονται υπόψη αν συνδέονται άμεσα με τις υπό εξέταση πωλήσεις και αν προσκομίζονται αποδεικτικά στοιχεία για το ότι αυτές οι εκπτώσεις βασίστηκαν σε πρακτική συνήθως εφαρμοζόμενη κατά τη διάρκεια προηγούμενων περιόδων ή σε ανάληψη υποχρέωσης για συμμόρφωση προς τους όρους που απαιτείται να πληρούνται για τη χορήγηση επιγενόμενων εκπτώσεων

β) ^όταν καμία πώληση του ομοειδούς προϊόντος δεν έχει πραγματοποιηθεί επί συνήθων εμπορικών πράξεων στην εσωτερική αγορά της χώρας εξαγωγής ή καταγωγής ή όταν τέτοιες πωλήσεις δεν επιτρέπουν δίκαιη σύγκριση:

ii)^ η συγκρίσιμη τιμή του ομοειδούς προϊόντος όταν εξάγεται προς μια τρίτη χώρα, η οποία μπορεί να είναι η υψηλότερη τιμή εξαγωγής, αλλά η οποία πρέπει να είναι αντιπροσωπευτική τιμή, ή

ii)^ η κατασκευασμένη αξία, που προσδιορίζεται προσθέτοντας το κόστος παραγωγής και ένα λογικό περιθώριο κέρδους. Το κόστος παραγωγής υπολογίζεται με βάση το συνολικό κόστος κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, τόσο πάγιο όσο και μεταβλητό, στη χώρα καταγωγής, των υλικών και της κατασκευής συν ένα εύλογο ποσό για τα έξοδα πώλησης, τα διοικητικά και τα άλλα γενικά έξοδα. Το ποσό για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και τα διοικητικά έξοδα και το κέρδος το οποίο πραγματοποίησε ο παραγωγός ή ο εξαγωγέας σε επικερδείς πωλήσεις ομοειδών προϊόντων στην εσωτερική αγορά. Αν τέτοιου είδους στοιχεία δεν είναι διαθέσιμα ή δεν είναι αξιόπιστα ή δεν είναι κατάλληλα να χρησιμοποιηθούν, υπολογίζονται με βάση τα έξοδα στα οποία έχουν υποβληθεί και το κέρδος που έχουν πραγματοποιήσει άλλοι παραγωγοί ή εξαγωγείς στη χώρα εξαγωγής ή καταγωγής σε επικερδείς πωλήσεις του ομοειδούς προϊόν-

τος. Αν δεν μπορεί να εφαρμοστεί καμία από αυτές τις δύο μεθόδους, τα έξοδα που έχουν προκύψει και το κέρδος που έχει πραγματοποιηθεί υπολογίζονται με βάση τις πωλήσεις που πραγματοποίησε ο εξαγωγέας ή άλλοι παραγωγοί ή εξαγωγείς στον ίδιο επιχειρηματικό κλάδο στη χώρα καταγωγής ή εξαγωγής ή με οποιαδήποτε άλλη εύλογη βάση

γ) ^στην περίπτωση που ο εξαγωγέας στη χώρα καταγωγής ούτε παράγει ούτε πωλεί το ομοειδές προϊόν στη χώρα καταγωγής, η κανονική αξία καθορίζεται με βάση τις τιμές ή τα έξοδα των πωλητών ή των παραγωγών στη χώρα καταγωγής κατά τον τρόπο που περιγράφεται στα στοιχεία α) και β). Κανονικά, για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται οι τιμές ή τα έξοδα του προμηθευτή του εξαγωγέα.

4. ιΟταν υπάρχουν σοβαροί λόγοι για να πιστέψει ή να υποπτευθεί κανείς ότι η τιμή στην οποία πραγματικά πωλείται ένα προϊόν για κατανάλωση στη χώρα καταγωγής είναι κατώτερη από το κόστος της παραγωγής όπως καθορίζεται στην παράγραφο 3 στοιχείο β) σημείο ii), οι πωλήσεις που πραγματοποιούνται σε τέτοιες τιμές μπορούν να θεωρούνται ότι δεν έχουν πραγματοποιηθεί επί συνήθων εμπορικών πράξεων αν:

α) ^έχουν πραγματοποιηθεί σε σημαντικές ποσότητες κατά την περίοδο της έρευνας όπως καθορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο γ), και

β) ^οι πραγματοποιηθείσες τιμές δεν επιτρέπουν την κάλυψη, επί συνήθων εμπορικών πράξεων και μέσα στη χρονική αυτή περίοδο που αναφέρεται στο στοιχείο α), όλων των εξόδων, που έχουν ευλόγως κατανεμηθεί.

Υπ' αυτούς τους όρους, η κανονική αξία μπορεί να καθορίζεται βάσει των άλλων πωλήσεων που πραγματοποιούνται στην εσωτερική αγορά σε τιμή που δεν είναι κατώτερη από το κόστος παραγωγής ή βάσει των πωλήσεων προς εξαγωγή με προορισμό τρίτες χώρες ή βάσει της κατασκευασμένης αξίας ή ακόμη με προσαρμογή της κατώτερης τιμής στο κόστος παραγωγής που προβλέπεται ανωτέρω, ώστε να εξαλειφθούν οι απώλειες και να προβλεφθεί ένα εύλογο κέρδος. Ο υπολογισμός αυτός της κανονικής αξίας βασίζεται στις διαθέσιμες πληροφορίες.

5. Στην περίπτωση εισαγωγών από χώρες που δεν έχουν οικονομία αγοράς, και ιδιαίτερα από χώρες για τις οποίες εφαρμόζονται οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 1765/82^(1) και (ΕΟΚ) αριθ. 1766/82^(2), η κανονική αξία καθορίζεται με τρόπο κατάλληλο και μη στερούμενο λογικής με βάση ένα από τα ακόλουθα κριτήρια:

α) ^την τιμή στην οποία πράγματι πωλείται ένα ομοειδές προϊόν μιας τρίτης χώρας με οικονομία αγοράς:

ii)^ για την κατανάλωση στην εσωτερική αγορά αυτής της χώρας, ή

ii)^ σε άλλες χώρες, περιλαμβανομένης της Κοινότη-

τας, ή

β) ^την κατασκευασμένη αξία του ομοειδούς προϊόντος σε μία τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς, ή

γ) ^όταν ούτε οι τιμές ούτε η κατασκευασμένη αξία όπως αυτές διαμορφώθηκαν σύμφωνα με τα στοιχεία α) ή β) δεν αποτελούν κατάλληλη βάση, την πράγματι πληρωθείσα ή και πληρωτέα τιμή εντός της Κοινότητας για το ομοειδές προϊόν, που στην ανάγκη προσαρμόζεται δεόντως ώστε να περιλαμβάνεται ένα εύλογο περιθώριο κέρδους.

6. ιΟταν ένα προϊόν δεν εισάγεται αμέσως από τη χώρα καταγωγής αλλά εξάγεται προς την Κοινότητα από μία ενδιάμεση χώρα, η κανονική αξία είναι η συγκρίσιμη πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή του ομοειδούς προϊόντος στην εσωτερική αγορά είτε της χώρας εξαγωγής είτε της χώρας καταγωγής. Η τελευταία αυτή βάση μπορεί να είναι η κατάλληλη, μεταξύ άλλων, αν το προϊόν διαμετακομίζεται μέσω της χώρας εξαγωγής ή αν τέτοια προϊόντα δεν κατασκευάζονται στη χώρα εξαγωγής ή αν δεν υπάρχει συγκρίσιμη τιμή για τα προϊόντα αυτά στη χώρα εξαγωγής.

7. Για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, οι συναλλαγές μεταξύ μερών που φαίνεται ότι συνδέονται ή ότι έχουν συνάψει μεταξύ τους συμψηφιστικό διακανονισμό μπορούν να θεωρούνται ότι δεν αποτελούν συνήθεις εμπορικές πράξεις, εκτός αν οι κοινοτικές αρχές έχουν πεισθεί ότι οι εν λόγω τιμές και το εν λόγω κόστος είναι συγκρίσιμα με τις τιμές και το κόστος πράξεων που πραγματοποιούνται μεταξύ μερών που δεν έχουν τέτοιους δεσμούς.

Γ. ΤΙΜΗ ΕΞΑΓΩΓΗΣ

8.^ α) ^Η τιμή εξαγωγής είναι η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή για το προϊόν που πωλείται για εξαγωγή προς την Κοινότητα και προκύπτει μετά την αφαίρεση των φόρων και των εκπτώσεων που έχουν πράγματι χορηγηθεί και συνδέονται άμεσα με τις εξεταζόμενες πωλήσεις. Τυχόν επιγενόμενες εκπτώσεις λαμβάνονται επίσης υπόψη εάν έχουν πράγματι χορηγηθεί και συνδέονται άμεσα με τις εξεταζόμενες πωλήσεις.

β) ^ιΟταν δεν υπάρχει τιμή εξαγωγής ή όταν φαίνεται ότι υπάρχει σύνδεσμος ή συμψηφιστικός διακανονισμός μεταξύ του εξαγωγέα και του εισαγωγέα ή ενός τρίτου ή ότι, για άλλους λόγους, η πραγματικά πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή για το πωλούμενο προς εξαγωγή στην Κοινότητα προϊόν δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν τιμή αναφοράς, η τιμή εξαγωγής μπορεί να κατασκευάζεται με βάση την τιμή στην οποία το εισαγόμενο προϊόν μεταπωλείται για πρώτη φορά σε έναν ανεξάρτητο αγοραστή ή, αν το προϊόν δεν μεταπωλείται σε ανεξάρτητο αγοραστή ή δεν μεταπωλείται στην κατάσταση στην οποία έχει εισαχθεί, με οποιαδήποτε εύλογη βάση. Στις περιπτώσεις αυτές, λαμβάνουν χώρα προσαρμογές, ώστε να λαμβάνονται υπόψη όλα τα έξοδα που έχουν ανακύψει μεταξύ εισαγωγής και μεταπωλήσεων, συμπεριλαμβανομένων όλων των δασμών και φόρων, και ένα εύλογο περιθώριο κέρδους. Στις περιπτώσεις αυτές, πραγματοποιούνται προσαρμογές, ώστε να λαμβάνονται υπόψη όλα τα έξοδα που έχουν ανακύψει μεταξύ της εισαγωγής και της μεταπώλησης και ένα εύλογο περιθώριο

κέρδους. Αυτά τα έξοδα συμπεριλαμβάνουν τα έξοδα που κανονικά επιβαρύνουν τον εισαγωγέα αλλά τα οποία έχει καταβάλει οποιοδήποτε μέρος είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό της Κοινότητας, το οποίο φαίνεται ότι συνδέεται ή ότι έχει συνάψει συμψηφιστικό διακανονισμό με τον εισαγωγέα ή τον εξαγωγέα.

Οι προσαρμογές αυτές περιλαμβάνουν, ιδίως, τα ακόλουθα στοιχεία:

iii) ^τη συνήθη μεταφορά, ασφάλιση, εργασίες διαφύλαξης και εκφόρτωσης και παρεπόμενα έξοδα,

iii) ^τους δασμούς, δασμούς αντιντάμπινγκ και άλλους φόρους πληρωτέους στη χώρα εισαγωγής εξαιτίας της εισαγωγής ή της πώλησης των εμπορευμάτων,

iii) ^ένα εύλογο περιθώριο για τα γενικά έξοδα και τα κέρδη ή/και κάθε προμήθεια που συνήθως πληρώνεται ή συμφωνείται.

Δ. ΣΥΓΚΡΙΣΗ

9.^ α) ^Πραγματοποιείται σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας, όπως καθορίζεται με βάση τις παραγράφους 3 έως 7 και της τιμής εξαγωγής, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 8, σε ημερομηνίες όσο το δυνατό εγγύτερες. Για την πραγματοποίηση δίκαιης σύγκρισης, γίνονται για κάθε περίπτωση, οι κατάλληλες προσαρμογές ώστε να λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι διαφορές που επιδρούν στη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών, δηλαδή οι διαφορές:

iii)^ των φυσικών χαρακτηριστικών,

iii)^ των επιβαρύνσεων κατά την εισαγωγή και των έμμεσων φόρων,

iii) ^των εξόδων πώλησης που απορρέουν από τις πωλήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί:

- σε διαφορετικά στάδια του εμπορίου, ή

- σε διαφορετικές ποσότητες, ή

- υπό διαφορετικούς όρους και συνθήκες πώλησης.

β) ^Σε περίπτωση που ένα ενδιαφερόμενο μέρος ζητά προσαρμογή, πρέπει να αποδεικνύει ότι το αίτημά του είναι αιτιολογημένο.

10. ιΟλες οι προσαρμογές που απαιτούνται για να λαμβάνονται υπόψη οι διαφορές που επιδρούν στη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών και που απαριθμούνται στην παράγραφο 9 στοιχείο α) γίνονται, όπου απαιτείται, βάσει των κανόνων που καθορίζονται παρακάτω.

α) ^Φυσικά χαρακτηριστικά:

Η κανονική αξία όπως καθορίζεται στις παραγράφους 3 έως 7 προσαρμόζεται κατά ποσό που αντιστοιχεί σε εύλογη εκτίμηση της αξίας της διαφοράς των φυσικών χαρακτηριστικών του εν λόγω προϊόντος.

β) ^Επιβαρύνσεις κατά την εισαγωγή και έμμεσοι φόροι:

Η κανονική αξία μειώνεται κατά ποσό που αντιστοιχεί στις επιβαρύνσεις κατά την εισαγωγή ή στους έμμεσους

φόρους, όπως προσδιορίζονται στις σημειώσεις του παραρτήματος, και στους οποίους υπόκειται το ομοειδές προϊόν καθώς και τα φυσικώς ενσωματωμένα σε αυτό υλικά, όταν το προϊόν προορίζεται για κατανάλωση στη χώρα καταγωγής ή εξαγωγής και όταν δεν εισπράττονται ή επιστρέφονται επιβαρύνσεις ή φόροι για το προϊόν που εξάγεται προς την Κοινότητα.

γ) ^ιΕξοδα πωλήσεων, δηλαδή:

iii)^ έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, συσκευασίας, φόρτωσης και παρεπόμενα έξοδα:

η κανονική αξία μειώνεται κατά ποσό που αντιστοιχεί στα άμεσα έξοδα που έχουν προκύψει για την αποστολή του εν λόγω προϊόντος από τις εγκαταστάσεις του εξαγωγέα προς τον πρώτο ανεξάρτητο αγοραστή. Η τιμή εξαγωγής μειώνεται κατά ποσό που αντιστοιχεί στα άμεσα έξοδα στα οποία έχει υποβληθεί ο εξαγωγέας για την αποστολή του εν λόγω προϊόντος από τις εγκαταστάσεις του στη χώρα εξαγωγής προς τον προορισμό του στην Κοινότητα. Και στις δύο περιπτώσεις, τα έξοδα αυτά περιλαμβάνουν τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, συσκευασίας, φόρτωσης και τα παρεπόμενα έξοδα,

iii)^ συσκευασία:

η κανονική αξία και η τιμή εξαγωγής μειώνονται κατά ποσό που αντιστοιχεί στα αντίστοιχα άμεσα έξοδα συσκευασίας του εν λόγω προϊόντος,

iii)^ πίστωση:

η κανονική αξία και η τιμή εξαγωγής μειώνονται κατά ποσό που αντιστοιχεί στο κόστος της πίστωσης που χορηγείται για τις εξεταζόμενες πωλήσεις.

Το ποσό της μείωσης υπολογίζεται με βάση το κανονικό εμπορικό επιτόκιο χορηγήσεων που εφαρμόζεται στη χώρα καταγωγής ή εξαγωγής για το συγκεκριμένο νόμισμα που αναφέρεται στο τιμολόγιο,

iv)^ εγγυήσεις, ασφάλειες, τεχνική βοήθεια και άλλες υπηρεσίες μετά την πώληση:

η κανονική αξία και η τιμή εξαγωγής μειώνονται κατά ποσό που αντιστοιχεί στα άμεσα έξοδα που απορρέουν από την παροχή εγγυήσεων, ασφαλειών, τεχνικής βοήθειας και υπηρεσιών μετά την πώληση,

iv)^ άλλα έξοδα πωλήσεων:

η κανονική αξία και η τιμή εξαγωγής μειώνονται κατά ποσό που αντιστοιχεί στις προμήθειες που καταβάλλονται όσον αφορά τις εξεταζόμενες πωλήσεις. Οι μισθοί των πωλητών, δηλαδή του προσωπικού που ασχολείται πλήρως σε άμεσες δραστηριότητες πωλήσεων, πρέπει επίσης να εκπίπτονται.

δ) ^Ποσό της προσαρμογής:

Το ποσό κάθε προσαρμογής υπολογίζεται με βάση τα σχετικά στοιχεία που υπάρχουν για την περίοδο της έρευνας ή τα στοιχεία που είναι διαθέσιμα για το τελευταίο οικονομικό έτος.

ε) ^Ασήμαντες προσαρμογές:

Αιτήματα για προσαρμογές που είναι ασήμαντες σε σχέση με την τιμή ή αξία των αντίστοιχων συναλλαγών

δεν λαμβάνονται υπόψη. Κανονικά, επί μέρους προσαρμογές με επίπτωση ad valorem μικρότερη από 0,5 % επί της τιμής ή αξίας αυτής θεωρούνται ασήμαντες.

Ε. ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ

11. Γενικά, όλοι οι υπολογισμοί κόστους βασίζονται επί των διαθέσιμων λογιστικών στοιχείων, κανονικά κατανεμημένων, όπου χρειάζεται, κατ' αναλογία προς τον κύκλο εργασιών κάθε προϊόντος και αγοράς που εξετάζεται.

ΣΤ. ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΟΟΝ

12. Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, με τον όρο «ομοειδές προϊόν», νοείται ένα πανομοιότυπο προϊόν, δηλαδή όμοιο από κάθε άποψη με το εξεταζόμενο προϊόν ή, ελλείψει τούτου, ένα άλλο προϊόν του οποίου τα χαρακτηριστικά παρουσιάζουν στενή ομοιότητα προς εκείνα του υπό εξέταση προϊόντος.

Ζ. ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΤΟΥ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΜΕΣΩΝ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ

13. ιΟταν οι τιμές ποικίλλουν:

- η κανονική αξία κανονικά καθορίζεται με βάση το σταθμισμένο μέσο όρο,

- οι τιμές εξαγωγής κανονικά συγκρίνονται με την κανονική αξία για καθεμία συναλλαγή χωριστά, εκτός από τις περιπτώσεις όπου η χρησιμοποίηση σταθμισμένων μέσων όρων δεν επηρεάζει πραγματικά τα αποτελέσματα της έρευνας,

- οι τεχνικές των δειγματοληψιών, π.χ. η χρησιμοποίηση των τιμών που διαπιστώνονται συχνότερα ή των αντιπροσωπευτικών τιμών μπορούν να εφαρμόζονται για τον καθορισμό της κανονικής αξίας και των τιμών εξαγωγής σε περιπτώσεις στις οποίες εμφανίζεται σημαντικός

όγκος συναλλαγών.

Η. ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

14.^ α) ^Με την έκφραση «περιθώριο ντάμπινγκ», νοείται το ποσό κατά το οποίο η κανονική αξία υπερβαίνει την τιμή κατά την εξαγωγή.

β) ^ιΟταν τα περιθώρια ντάμπινγκ ποικίλλουν, μπορούν να ορίζονται σταθμισμένοι μέσοι όροι.

ίΑρθρο 3

Επιδοτήσεις

1. Μπορεί να θεσπιστεί αντισταθμιστικός δασμός ώστε να αντισταθμίζεται κάθε επιδότηση που χορηγείται άμεσα ή έμμεσα στη χώρα καταγωγής ή εξαγωγής, στο στάδιο της κατασκευής, της παραγωγής, της εξαγωγής ή μεταφοράς κάθε προϊόντος, του οποίου η θέση σ' ελεύθερη κυκλοφορία εντός της Κοινότητας προκαλεί ζημία.

2. Οι επιδοτήσεις που χορηγούνται στις εξαγωγές περιλαμβάνουν, κατά τρόπο μη περιοριστικό, τις πρακτικές που αναγράφονται στο παράρτημα.

3. Η απαλλαγή ενός προϊόντος από επιβαρύνσεις κατά την εισαγωγή ή από έμμεσους φόρους, όπως καθορίζονται στις σημειώσεις του παραρτήματος, που πράγματι βαρύνουν το ομοειδές προϊόν και τα φυσικώς ενσωματωμένα σ' αυτό υλικά, όταν το εν λόγω προϊόν προορίζεται για κατανάλωση στη χώρα καταγωγής ή εξαγωγής, καθώς και η επιστροφή τέτοιων επιβαρύνσεων ή φόρων δεν θεωρούνται σαν επιδότηση κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού.

4.^ α) ^Το ποσό της επιδότησης υπολογίζεται ανά μονάδα προϊόντος που επιδοτείται και εξάγεται προς την Κοινότητα.

β) ^Το ποσό μιας επιδότησης καθορίζεται μετά από αφαίρεση, από τη συνολική επιδότηση, των κατωτέρω στοιχείων:

ii)^ κάθε δαπάνης για την κατάρτιση και υποβολή του φακέλου και των άλλων αναγκαίων εξόδων που πραγματοποιήθηκαν με σκοπό την αναγνώριση δικαιώματος προς επιδότηση ή για τη λήψη αυτής της επιδότησης,

ii)^ φορολογικών επιβαρύνσεων, δασμών ή άλλων επιβαρύνσεων κατά την εξαγωγή του προϊόντος αυτού προς την Κοινότητα, που προορίζονται ειδικά για την εξουδετέρωση της επιδότησης.

ιΟταν ένα ενδιαφερόμενο μέρος ζητεί μια τέτοια έκπτωση, φέρει το βάρος της αποδείξεως του ότι το αίτημα αυτό είναι δικαιολογημένο.

γ) ^ιΟταν η επιδότηση χορηγείται ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παρασχεθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες, το ποσό καθορίζεται κατανέμοντας προσηκόντως την αξία της επιδότησης στο επίπεδο παραγωγής ή εξαγωγής του συγκεκριμένου προϊόντος, κατά τη διάρκεια μιας κατάλληλης περιόδου. Κανονικά, η περίοδος αυτή είναι η λογιστική χρήση του δικαιούχου.

ιΟταν η επιδότηση χορηγείται για την απόκτηση ή τη μελλοντική απόκτηση πάγιων στοιχείων, το ποσό της επιδότησης υπολογίζεται με την κατανομή της στη διάρκεια της περιόδου που αντιστοιχεί στην κανονική απόσβεση αυτών των στοιχείων στη συγκεκριμένη βιομηχανία. ιΟταν τα στοιχεία δεν χάνουν την αξία τους, εξομοιώνεται προς άτοκο δάνειο.

δ) ^Σε περίπτωση εισαγωγών από χώρες που δεν έχουν οικονομία αγοράς, και ιδιαίτερα από αυτές στις οποίες εφαρμόζονται οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 1765/82 και (ΕΟΚ) αριθ. 1766/82, το ποσό της επιδότησης μπορεί να καθορίζεται με κατάλληλο και μη στερούμενο λογικής τρόπο, συγκρίνοντας την τιμή κατά την εξαγωγή, όπως έχει υπολογιστεί σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8, με την κανονική αξία που καθορίζεται σύμφωνα προς το άρθρο 2 παράγραφος 5. Το άρθρο 2 παράγραφος 10 εφαρμόζεται στη σύγκριση αυτή.

ε) ^ιΟταν το ποσό της επιδότησης ποικίλλει, μπορούν να καθορίζονται σταθμισμένοι μέσοι όροι.

ίΑρθρο 4

Ζημία

1. Ζημία καθορίζεται μόνο αν οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων προκαλούν ζημία, δηλαδή προκαλούν ή υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσουν, μέσω των επιπτώσεων του ντάμπινγκ ή της επιδότησης, σημαντική ζημία σε υφιστάμενο κλάδο παραγωγής της Κοινότητας ή καθυστερούν αισθητά τη δημιουργία αυτής της παραγωγής. Οι ζημίες που προκαλούνται από άλλους παράγοντες, όπως είναι ο όγκος και οι τιμές εισαγωγών που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων, ή η μείωση της ζήτησης και οι οποίες, μόνες τους ή σε συνδυασμό μεταξύ τους, ασκούν ομοίως δυσμενή επίδραση επί του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, δεν πρέπει να αποδίδονται στις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων.

2. Η εξέταση της ζημίας πρέπει να περιλαμβάνει τους ακόλουθους παράγοντες, από τους οποίους ούτε ένας μόνος ούτε και περισσότεροι από αυτούς, είναι απαραίτητο να αποτελούν αποφασιστική βάση κρίσεως:

α) ^τον όγκο των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων, ιδίως για να προσδιοριστεί εάν έχουν αυξηθεί σημαντικά, είτε σε απόλυτη αξία είτε σε σχέση με την παραγωγή ή την κατανάλωση στην Κοινότητα

β) ^τις τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων, ιδίως, για να προσδιοριστεί αν υπάρχει προσφορά σημαντικά κατώτερης τιμής σε σχέση με την τιμή ενός ομοειδούς προϊόντος μέσα στην Κοινότητα

γ) ^τη δημιουργουμένη επίπτωση επί του εξεταζόμενου κλάδου παραγωγής, όπως προκύπτει από τις πραγματικές ή δυνάμει τάσεις των οικονομικών παραγόντων των σχετικών με αυτήν, όπως:

- παραγωγή,

- χρησιμοποίηση του παραγωγικού δυναμικού,

- αποθέματα,

- πωλήσεις,

- τμήμα αγοράς,

- τιμή (δηλαδή είτε η κατολίσθηση των τιμών είτε η παρακώλυση της ύψωσης των τιμών που θα είχαν επέλθει διαφορετικά),

- κέρδη,

- απόδοση των επενδύσεων,

- cash flow,

- απασχόληση.

3. Απειλή ζημίας μπορεί να καθορίζεται μόνο αν μια ιδιαίτερη κατάσταση είναι δυνατόν να μετατραπεί σε πραγματική ζημία. Για το σκοπό αυτό, μπορούν να λαμβάνονται υπόψη παράγοντες όπως:

α) ^το ποσοστό αύξησης των εξαγωγών προς την Κοινότητα που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων

β) ^η εξαγωγική δυναμικότητα της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής, όπως υφίσταται ή που θα δημιουργηθεί σε

προβλεπτό μέλλον και η πιθανότητα ότι οι εξαγωγές που θα προκύψουν από αυτήν θα προορίζονται για την Κοινότητα

γ) ^η φύση κάθε επιδότησης και οι επιπτώσεις που μπορούν να προκύψουν από αυτήν για το εμπόριο.

4. Η επίπτωση των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδότησης πρέπει να αξιολογείται σε σχέση με την παραγωγή του ομοειδούς προϊόντος στην Κοινότητα, όταν τα διαθέσιμα στοιχεία επιτρέπουν να γίνεται ο καθορισμός χωριστά. ιΟταν η παραγωγή του ομοειδούς προϊόντος δεν μπορεί να υπολογιστεί χωριστά, η επίπτωση των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων πρέπει να αξιολογείται σε σχέση με την παραγωγή της πλησιέστερης ομάδας ή σειράς προϊόντων που περιλαμβάνει το ομοειδές προϊόν, για το οποίο είναι δυνατό να ευρεθούν οι αναγκαίες πληροφορίες.

5. Με την έκφραση «κλάδος παραγωγής της Κοινότητας» εννοείται το σύνολο των παραγωγών ομοειδών προϊόντων μέσα στην Κοινότητα ή εκείνων μεταξύ αυτών των οποίων η συνολική παραγωγή αποτελεί σημαντική μερίδα του συνόλου της κοινοτικής παραγωγής των προϊόντων αυτών ωστόσο,

- όταν οι παραγωγοί συνδέονται με τους εξαγωγείς ή τους εισαγωγείς ή είναι οι ίδιοι εισαγωγείς του προϊόντος που θεωρείται ότι αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων, η έκφραση «κλάδος παραγωγής της Κοινότητας» μπορεί να ερμηνεύεται ως αναφερόμενη στους λοιπούς παραγωγούς,

- σε εξαιρετικές περιστάσεις, η Κοινότητα μπορεί, καθόσον αφορά στη συγκεκριμένη παραγωγή, να διαιρείται σε δύο ή περισσότερες ανταγωνιστικές αγορές και οι παραγωγοί στο εσωτερικό κάθε αγοράς μπορούν να θεωρούναι ως αντιπροσωπεύοντες έναν κλάδο παραγωγής της Κοινότητας αν:

α) ^οι παραγωγοί μιας τέτοιας αγοράς πωλούν το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο της παραγωγής τους του συγκεκριμένου προϊόντος στην αγορά αυτή, και

β) ^η ζήτηση σε αυτή την αγορά δεν ικανοποιείται σε σημαντικό βαθμό από τους παραγωγούς του συγκεκριμένου προϊόντος που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο μέρος της Κοινότητας.

Υπό αυτές τις συνθήκες, μπορεί να διαπιστωθεί ύπαρξη ζημίας, ακόμη και αν δεν θίγεται μια σημαντική μερίδα της συνολικής κοινοτικής παραγωγής, αρκεί οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων να συγκεντρώνονται σε μια τέτοια μεμονωμένη αγορά και, επιπλέον, οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων να προκαλούν ζημία στους παραγωγούς του συνόλου ή σχεδόν του συνόλου της παραγωγής στην αγορά αυτή.

ίΑρθρο 5

Καταγγελία

1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε ένωση χωρίς νομική προσωπικότητα που ενεργεί επ' ονόματι ενός παραγωγού της Κοινότητας που θεωρεί ότι θίγεται ή απειλεί-

ται από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων, μπορεί να προβαίνει σε έγγραφη καταγγελία.

2. Η καταγγελία πρέπει να περιλαμβάνει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ως προς την ύπαρξη ντάμπινγκ ή επιδότησης και ως προς τη ζημία που προκύπτει από αυτά.

3. Η καταγγελία μπορεί να απευθύνεται στην Επιτροπή ή σε ένα κράτος μέλος που τη διαβιβάζει στην Επιτροπή. Η Επιτροπή αποστέλλει στα κράτη μέλη αντίγραφο κάθε καταγγελίας που λαμβάνει.

4. Η καταγγελία μπορεί να αποσύρεται, οπότε η διαδικασία περατώνεται, εκτός αν η περάτωση αυτή δεν είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας.

5. ιΟταν αποδεικνύεται, μετά από διαβούλευση, ότι η καταγγελία δεν περιέχει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ώστε να δικαιολογείται η έναρξη έρευνας, ο καταγγέλλων ενημερώνεται σχετικά.

6. ιΟταν, ελλείψει καταγγελίας, ένα κράτος μέλος έχει στην κατοχή του επαρκή αποδεικτικά στοιχεία αφορώντα ταυτόχρονα ντάμπινγκ ή επιδότηση και ζημία προκύπτουσα από αυτά για έναν κλάδο παραγωγής της Κοινότητας, τα κοινοποιεί αμέσως στην Επιτροπή.

ίΑρθρο 6

Διαβουλεύσεις

1. Οι διαβουλεύσεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό διεξάγονται στο πλαίσιο συμβουλευτικής επιτροπής αποτελούμενης από εκπροσώπους κάθε κράτους μέλους υπό την προεδρία ενός εκπροσώπου της Επιτροπής.

Διαβουλεύσεις διεξάγονται αμέσως μετά από αίτηση κράτους μέλους ή με πρωτοβουλία της Επιτροπής.

2. Η επιτροπή συνέρχεται μετά από πρόσκληση του προέδρου της. Ο πρόεδρος ανακοινώνει στα κράτη μέλη, το συντομότερο δυνατό, όλα τα χρήσιμα πληροφοριακά στοιχεία.

3. Σε περίπτωση ανάγκης, οι διαβουλεύσεις μπορούν να γίνονται γραπτά στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη και τάσσει σ' αυτά προθεσμία κατά τη διάρκεια της οποίας μπορούν να εκφράσουν τη γνώμη τους ή να ζητήσουν προφορική διαβούλευση.

4. Οι διαβουλεύσεις καλύπτουν ιδίως:

α) ^την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ ή επιδότησης και τις μεθόδους καθορισμού του περιθωρίου ντάμπινγκ ή του ποσού της επιδότησης

β) ^την ύπαρξη και την έκταση της ζημίας

γ) ^την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο του ντάμπινγκ ή της επιδότησης και της ζημίας

δ) ^τα μέτρα που, λόγω των περιστάσεων, είναι κατάλληλα για την πρόληψη ή την αποκατάσταση της ζημίας που προκαλείται από το ντάμπινγκ ή την επιδότηση, καθώς και τις λεπτομέρειες εφαρμογής των μέτρων αυτών.

ίΑρθρο 7

ιΕναρξη και διεξαγωγή της έρευνας

1. ιΟταν, μετά τις διαβουλεύσεις, φαίνεται ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ώστε να δικαιολογείται η έναρξη διαδικασίας, η Επιτροπή οφείλει αμέσως:

α) ^να αναγγέλλει την έναρξη διαδικασίας στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων η αναγγελία αυτή αναφέρει το προϊόν και τις ενδιαφερόμενες χώρες περιέχει μια περίληψη των ληφθεισών πληροφοριών και διευκρινίζει ότι κάθε χρήσιμη πληροφορία πρέπει να γνωστοποιείται στην Επιτροπή καθορίζει την προθεσμία εντός της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να γνωστοποιήσουν γραπτά τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 5

β) ^να ειδοποιεί επίσημα τους εξαγωγείς και εισαγωγείς που γνωρίζει ότι είναι ενδιαφερόμενοι, καθώς και τους αντιπροσώπους της χώρας εξαγωγής και τους καταγγέλλοντες

γ) ^να αρχίζει την έρευνα σε κοινοτικό επίπεδο σε συνεργασία με τα κράτη μέλη η έρευνα αυτή αφορά ταυτόχρονα το ντάμπινγκ ή την επιδότηση και τη ζημία που προκύπτει από αυτά και διεξάγεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 έως 8 η έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ ή για επιδότηση καλύπτει τουλάχιστον έξι μήνες αμέσως πριν από την έναρξη της διαδικασίας.

2.^ α) ^Η Επιτροπή ερευνά κάθε πληροφορία που κρίνει αναγκαία και, όταν το κρίνει πρόσφορο, εξετάζει και ελέγχει τα βιβλία των εισαγωγέων, εξαγωγέων, εμπόρων, αντιπροσώπων, παραγωγών, εμπορικών ενώσεων και οργανώσεων.

β) ^Σε περίπτωση ανάγκης, η Επιτροπή προβαίνει σε έρευνες σε τρίτες χώρες, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις συγκατατίθενται και ότι η επίσημα ειδοποιηθείσα κυβέρνηση της συγκεκριμένης χώρας δεν εναντιώνεται. Η Επιτροπή επικουρείται από υπαλλήλους των κρατών μελών που εκφράζουν σχετική επιθυμία.

3.^ α) ^Η Επιτροπή μπορεί να ζητά από τα κράτη μέλη:

- να της παρέχουν πληροφορίες,

- να πραγματοποιούν όλους τους αναγκαίους ελέγχους και επιθεωρήσεις, ιδίως των εισαγωγέων, εμπόρων και παραγωγών της Κοινότητας,

- να προβαίνουν σε έρευνες σε τρίτες χώρες υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις συγκατατίθενται και ότι η επίσημα ενημερωθείσα κυβέρνηση της συγκεκριμένης χώρας δεν εναντιώνεται.

β) ^Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες διατάξεις για να δώσουν συνέχεια στις αιτήσεις της Επιτροπής. Κοινοποιούν σ' αυτήν τις ζητηθείσες πληροφορίες, καθώς και το αποτέλεσμα του συνόλου των επιθεωρήσεων, ελέγχων ή ερευνών που πραγματοποιήθηκαν.

γ) ^ιΟταν αυτά τα πληροφοριακά στοιχεία είναι γενικού ενδιαφέροντος, ή όταν η διαβίβασή τους έχει ζητηθεί από ένα κράτος μέλος, η Επιτροπή τα διαβιβάζει στα κράτη μέλη εφόσον δεν είναι εμπιστευτικά στην περίπτωση που είναι εμπιστευτικά, διαβιβάζεται μη εμπιστευτική περίληψη.

δ) ^Υπάλληλοι της Επιτροπής μπορούν κατόπιν αιτήσεώς της ή κατόπιν αιτήσεως ενός κράτους μέλους, να επικουρούν τους υπαλλήλους των κρατών μελών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

4.^ α) ^Ο καταγγέλλων και οι γνωστοί ως ενδιαφερόμενοι εισαγωγείς και εξαγωγείς, καθώς και οι εκπρόσωποι της χώρας εξαγωγής μπορούν να λαμβάνουν γνώση όλων των πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί στην Επιτροπή από τα συμμετέχοντα στην έρευνα μέρη, εκτός από τα εσωτερικά έγγραφα που έχουν συνταχθεί από τις αρχές της Κοινότητας ή των κρατών μελών της, εφόσον οι πληροφορίες αυτές έχουν σχέση με την υπεράσπιση των συμφερόντων τους, δεν είναι εμπιστευτικές κατά την έννοια του άρθρου 8 και χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή στην έρευνα. Τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα απευθύνουν για το σκοπό αυτό έγγραφη αίτηση προς την Επιτροπή αναφέροντας τις ζητούμενες πληροφορίες.

β) ^Οι εξαγωγείς και εισαγωγείς του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας και, σε περίπτωση επιδοτήσεων, οι εκπρόσωποι της χώρας καταγωγής μπορούν να ζητούν να ενημερώνονται για τα κύρια γεγονότα και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων προβλέπεται να διατυπωθεί σύσταση για την επιβολή οριστικών δασμών ή την οριστική είσπραξη των ποσών που δόθηκαν ως εγγύηση με τη μορφή προσωρινών δασμών.

γ) ^iii)^ Οι προβλεπόμενες στο στοιχείο β) αιτήσεις ενημερώσης πρέπει:

αα)

να απευθύνονται γραπτά στην Επιτροπή,

ββ)

να ορίζουν τα ειδικότερα σημεία ως προς τα οποία ζητείται ενημέρωση,

γγ)

να παραλαμβάνονται, σε περίπτωση επιβολής ενός προσωρινού δασμού, το αργότερο ένα μήνα μετά τη δημοσίευση της επιβολής αυτού του δασμού.

iii)^ Η ενημέρωση γίνεται, είτε προφορικά είτε γραπτά, με όποιο τρόπο η Επιτροπή κρίνει πρόσφορο. Η ενημέρωση δεν προδικάζει τις μεταγενέστερες αποφάσεις που μπορεί να λάβουν η Επιτροπή ή το Συμβούλιο. Οι εμπιστευτικές πληροφορίες έχουν τη μεταχείριση που προβλέπεται στο^άρθρο 8.

iii)^ Η ενημέρωση πρέπει κανονικά να γίνεται 15 τουλάχιστον ημέρες πριν από την υποβολή από την Επιτροπή πρότασης για οριστικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 12. Οι παρατηρήσεις που γίνονται μετά την ενημέρωση μπορούν να λαμβάνονται υπόψη μόνον αν παραλαμβάνονται εντός προθεσμίας που η Επιτροπή καθορίζει σε κάθε περίπτωση, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος η εν λόγω προθεσμία πρέπει όμως να είναι τουλάχιστον δέκα ημέρες.

5. Η Επιτροπή μπορεί να ακούει τις απόψεις των ενδιαφερομένων μερών. Οφείλει να ακούει τις απόψεις τους όταν το ζητούν γραπτά εντός προθεσμίας που ορίζεται στην ανακοίνωση η οποία δημοσιευεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αποδεικνύοντας ότι είναι πράγματι ενδιαφερόμενα μέρη που μπορεί να τους αφορά το αποτέλεσμα της διαδικασίας και ότι υπάρχουν ιδιαίτεροι λόγοι να ακουσθούν προφορικά.

6. Επιπλέον, για να καταστεί δυνατή η αντιπαράθεση των θέσεων και ενδεχομένων αντιρρήσεων, η Επιτροπή, μετά από αίτηση, δίνει στα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαιρία να συναντηθούν. Παρέχοντας την ευκαιρία αυτή, λαμβάνει υπόψη της την ανάγκη διαφύλαξης του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών, καθώς και τη διευκόλυνση των μερών. Η παρουσία των μερών στις συναντήσεις δεν είναι υποχρεωτική, η δε απουσία δεν επιβαρύνει τη θέση τους.

7.^ α) ^Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει τις αρχές της Κοινότητας να θεσπίζουν προακαταρκτικές διατάξεις ή να εφαρμόζουν ταχέως προσωρινά μέτρα.

β) ^ιΟταν ένα ενδιαφερόμενο μέρος ή μία τρίτη χώρα αρνείται την πρόσβαση στις αναγκαίες πληροφορίες ή δεν τις παρέχει εντός ευλόγου προθεσμίας ή εμποδίζει σημαντικά την έρευνα, μπορεί να συνάγονται προκαταρκτικά ή οριστικά συμπεράσματα, θετικά ή αρνητικά, βασιζόμενα στα διαθέσιμα στοιχεία. Στην περίπτωση που η Επιτροπή διαπιστώνει ότι ένα ενδιαφερόμενο μέρος ή τρίτη χώρα έχει προσκομίσει ψευδή ή παραπλανητικά στοιχεία, μπορεί να μη λαμβάνει υπόψη τα στοιχεία αυτά και να απορρίπτει τα αιτήματα στα οποία αναφέρονται.

8. Διαδικασία αντιντάμπινγκ ή ανισταθμιστική δεν εμποδίζει τον εκτελωνισμό του συγκεκριμένου προϊόντος.

9.^ α) ^Η έρευνα περατώνεται είτε με την ολοκλήρωσή της είτε με τη λήψη οριστικού μέτρου. Ολοκληρώνεται κανονικά εντός προθεσμίας ενός έτους μετά την έναρξη της διαδικασίας.

β) ^Η διαδικασία ολοκληρώνεται είτε με την περάτωση της έρευνας χωρίς την επιβολή δασμών και χωρίς την αποδοχή αναλήψεων υποχρεώσεων είτε με τη λήξη ή την κατάργηση αυτών των δασμών είτε όταν οι αναλήψεις υποχρεώσεων καθίστανται ανίσχυρες σύμφωνα με τα άρθρο 14 ή 15.

ίΑρθρο 8

Εμπιστευτική μεταχείριση

1. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για το σκοπό που έχουν ζητηθεί.

2.^ α) ^Το Συμβούλιο, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη καθώς και οι υπάλληλοι τους δεν κοινολογούν τις πληροφορίες που συλλέγουν κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και που, κατόπιν αιτήσεως του προσώπου που τις παρέχει, έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα, εκτός εάν υπάρχει ρητή εξουσιοδότηση εκ μέρους αυτού του τελευταίου.

β) ^Κάθε αίτηση για εμπιστευτική μεταχείριση αναφέρει τους λόγους για τους οποίους η πληροφορία είναι εμπιστευτική και συνοδεύεται από μη εμπιστευτική περίληψη της πληροφορίας ή από έκθεση των λόγων για τους οποίους η πληροφορία δεν μπορεί να δοθεί περιληπτικά.

3. Πληροφορία θεωρείται συνήθως εμπιστευτική όταν η κοινολόγησή της είναι δυνατό να επιφέρει σημαντικές δυσμενείς συνέπειες γι' αυτόν που την παρέχει ή για την πηγή της πληροφορίας αυτής.

4. Πάντως, όταν είναι φανερό ότι μια αίτηση για εμπιστευτική μεταχείριση δεν είναι δικαιολογημένη και όταν ο παρέχων την πληροφορία δεν θέλει ούτε να γίνει δημόσια γνωστή ούτε να επιτραπεί η κοινολόγησή της σε γενικές γραμμές ή υπό μορφή περίληψης, η εν λόγω πληροφορία μπορεί να μη λαμβάνεται υπόψη.

Εξάλλου, όταν η αίτηση είναι δικαιολογημένη, η πληροφορία μπορεί να μη λαμβάνεται υπόψη όταν ο παρέχων την πληροφορία αυτή δεν θέλει να υποβάλει μη εμπιστευτική περίληψη, μολονότι η πληροφορία αυτή μπορεί να συνοψιστεί.

5. Το παρόν άρθρο δεν αντιτίθεται στη διάδοση, από τις αρχές της Κοινότητας, γενικών πληροφοριών, και ιδίως των λόγων στους οποίους στηρίζονται οι αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει του παρόντος κανονισμού, ούτε στη διάδοση των αποδεικτικών στοιχείων επί των οποίων βασίζονται οι κοινοτικές αρχές στο μέτρο που είναι αναγκαίο για να εξηγούνται οι λόγοι κατά τις διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίου. Για κάθε διάδοση τέτοιας φύσης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το νόμιμο συμφέρον των ενδιαφερομένων μερών ώστε να μην αποκαλύπτονται επιχειρηματικά τους απόρρητα.

ίΑρθρο 9

Περάτωση της διαδικασίας όταν δεν είναι αναγκαία μέτρα άμυνας

1. ιΟταν, μετά από διαβούλευση, κανένα μέτρο άμυνας δεν αποδεικνύεται αναγκαίο και αν καμία αντίρρηση δεν έχει εκφρασθεί ως προς αυτό στα πλαίσια της συμβουλευτικής

επιτροπής που αναφερέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, η διαδικασία περατώνεται. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, η Επιτροπή υποβάλλει αμέσως στο Συμβούλιο έκθεση για το αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων, καθώς και πρόταση για περάτωση της διαδικασίας. Η διαδικασία περατώνεται εάν, εντός προθεσμίας ενός μηνός, το Συμβούλιο δεν αποφασίσει διαφορετικά με ειδική πλειψηφία.

2. Η Επιτροπή ενημερώνει τους αντιπροσώπους της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής και τα γνωστά ως ενδιαφερόμενα μέρη και αναγγέλλει την περάτωση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκθέτοντας τα κύρια συμπεράσματά της και παρουσιάζοντας περίληψη των λόγων που οδήγησαν σε αυτά.

ίΑρθρο 10

Αναλήψεις υποχρεώσεων

1. ιΟταν, κατά τη διάρκεια της έρευνας, προτείνονται αναλήψεις υποχρεώσεων που η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση, κρίνει αποδεκτές, η έρευνα μπορεί να περατώνεται χωρίς επιβολή προσωρινών ή οριστικών δασμών.

Εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, οι αναλήψεις υποχρεώσεων δεν μπορούν να προτείνονται μετά τη λήξη της περιόδου κατά τη διάρκεια της οποίας μπορούν να γίνονται παρατηρήσεις σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο γ) σημείο iii). Η περάτωση αυτή αποφασίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1, η δε ενημέρωση και η δημοσίευση της αναγγελίας γίνονται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2. Η περάτωση αυτή δεν αποκλείει την οριστική είσπραξη των ποσών που δόθηκαν ως εγγύηση υπό τη μορφή προσωρινών δασμών σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2.

2. Οι αναλήψεις υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 είναι αυτές με τις οποίες:

α) ^η κυβέρνηση της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής καταργεί ή περιορίζει την επιδότηση ή λαμβάνει άλλα μέτρα σχετικά με τα επιβλαβή της αποτελέσματα, ή

β) ^οι τιμές αναθεωρούνται ή οι εξαγωγές παύουν μέχρι να εξαλειφθεί, ικανοποιητικά κατά την Επιτροπή, το περιθώριο ντάμινγκ ή το ποσό της επιδότησης ή τα επιζήμια αποτελέσματα που προκύπτουν από αυτά. Σε περίπτωση επιδοτήσεων, η χώρα καταγωγής ή εξαγωγής πρέπει να δίδει τη συναίνεσή της.

3. Η Επιτροπή μπορεί να προτείνει αναλήψεις υποχρεώσεων, αλλά η μη προσφορά ή η μη αποδοχή πρόσκλησης για ανάληψή τους δεν θίγει την εξέταση της υπόθεσης. Ωστόσο, το γεγονός της συνέχισης των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή της επιδότησης μπορεί να θεωρείται σαν ένδειξη ότι η επέλευση μιας απειλουμένης ζημίας είναι πιθανότερη.

4. Αν οι αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις γίνουν αποδεκτές, η έρευνα επί της ζημίας όμως περατώνεται αν η Επιτροπή, μετά από διαβουλεύσεις, το αποφασίζει ή αν υποβάλλεται σχετικό αίτημα, στην περίπτωση ντάμπινγκ, από τους εξαγωγείς που αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό των σχετικών εμπορικών συναλλαγών ή, στην περίπτωση επιδότησης, από τη χώρα καταγωγής ή εξαγωγής. Στην περίπτωση αυτή, αν η Επιτροπή, μετά από διαβουλεύσεις, αποφανθεί ότι δεν υπάρχει ζημία, η αναληφθείσα υποχρέωση καθίσταται αυτομάτως ανίσχυρη. Ωστόσο, όταν αποφανθεί ότι δεν υπάρχει απειλή ζημίας, λόγω ιδίως της ύπαρξης ανάληψης υποχρέωσης, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη διατήρηση της υποχρέωσης αυτής.

5. Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από κάθε μέρος, η ανάληψη υποχρέωσης του οποίου έγινε δεκτή, να παρέχει περιοδικά πληροφορίες για την εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης και να επιτρέπει την επαλήθευση των σχετικών στοιχείων. Η μη συμμόρφωση σ' αυτό το αίτημά της θεωρείται σαν παραβίαση της αναληφθείσας υποχρέωσης.

6. ιΟταν μια ανάληψη υποχρέωσης ανακληθεί ή όταν η Επιτροπή έχει λόγους να πιστεύει ότι έχει παραβιαστεί και όταν το συμφέρον της Κοινότητας δικαιολογεί ένα τέτοιο μέτρο, η Επιτροπή, ύστερα από διαβουλεύσεις και αφού δώσει τη δυνατότητα στον ενδιαφερόμενο εξαγωγέα να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του, μπορεί να επιβάλει χωρίς καθυστέρηση προσωρινούς δασμούς αντιντάμπινγκ ή αντισταθμιστικούς δασμούς με βάση τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί πριν από την αποδοχή της ανάληψης υποχρέωσης.

ίΑρθρο 11

Προσωρινοί δασμοί

1. ιΟταν από μια προκαταρκτική εξέταση προκύπτει ότι υπάρχει ντάμπινγκ ή επιδότηση και όταν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για ζημία προκαλούμενη εξ αυτού του λόγου, και το συμφέρον της Κοινότητας επιβάλλει ενέργεια που να αποτρέπει την πρόκληση ζημίας κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, η Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεως ενός κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, επιβάλλει προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ ή προσωρινό αντισταθμιστικό δασμό. Στις περιπτώσεις αυτές, η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα των συγκεκριμένων προϊόντων, εξαρτάται από την κατάθεση εγγύησης για το ποσό του προσωρινού δασμού η οριστική είσπραξη του οποίου πραγματοποιείται με μεταγενέστερη απόφαση του Συμβουλίου που λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2.

2. Η Επιτροπή λαμβάνει αυτό το προσωρινό μέτρο μετά από διαβούλευση, ή, σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, μετά από ενημέρωση των κρατών μελών. Σ' αυτή την τελευταία περίπτωση, διεξάγονται διαβουλεύσεις το αργότερο δέκα ημέρες μετά την κοινοποίηση στα κράτη μέλη του μέτρου που έλαβε η Επιτροπή.

3. Σε περίπτωση που ζητηθεί από ένα κράτος μέλος η άμεση ενέργεια της Επιτροπής, η Επιτροπή αποφασίζει, μέσα σε διάστημα το πολύ πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης, αν συντρέχει λόγος επιβολής προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ ή προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού.

4. Η Επιτροπή ενημερώνει αμέσως το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη για κάθε απόφαση που λαμβάνεται με βάση το παρόν άρθρο. Το Συμβούλιο μπορεί, με ειδική πλειοψηφία, να λάβει διαφορετική απόφαση. Η απόφαση της Επιτροπής να μην επιβάλει προσωρινό δασμό δεν αποκλείει την επιβολή ενός τέτοιου δασμού σε μεταγενέστερη ημερομηνία μετά από αίτηση κράτους μέλους, εφόσον υπάρχουν νέα στοιχεία, ή με πρωτοβουλία της Επιτροπής.

5. Οι προσωρινοί δασμοί ισχύουν για μια μέγιστη περίοδο τεσσάρων μηνών. Ωστόσο, αν οι εξαγωγείς που αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό ποσοστό των σχετικών εμπορικών συναλλαγών το ζητήσουν, ή αν, μετά από δήλωση προθέσεως της Επιτροπής, δεν προβάλουν αντίρρηση, οι προσωρινοί δασμοί αντιντάμπινγκ μπορούν να παρατείνονται για μια νέα περίοδο δύο μηνών.

6. Κάθε ενδεχόμενη πρόταση για οριστικά μέτρα ή για παράταση των προσωρινών μέτρων υποβάλλεται στο Συμβούλιο από την Επιτροπή το αργότερο ένα μήνα πριν από τη λήξη της ισχύος των προσωρινών μέτρων. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

7. Μετά τη λήξη της ισχύος των προσωρινών δασμών, η εγγύηση αποδεσμεύεται μόλις αυτό είναι δυνατό στο μέτρο που το Συμβούλιο δεν έχει αποφασίσει την οριστική της είσπραξη.

ίΑρθρο 12

Οριστική απόφαση

1. ιΟταν από την οριστική διαπίστωση των γεγονότων προκύπτει ότι υπάρχει ντάμπινγκ ή επιδότηση, κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, καθώς και ζημία απορρέουσα από αυτά και ότι το συμφέρον της Κοινότητας επιβάλλει κοινοτική ενέργεια, επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ ή αντισταθμιστικός δασμός από το Συμβούλιο, το οποίο αποφαίνεται με ειδική πλειοψηφία, μετά από πρόταση της Επιτροπής, υποβαλλόμενη κατόπιν διαβούλευσης.

2.^ α) ^ιΟταν έχει επιβληθεί προσωρινός δασμός, το Συμβούλιο αποφασίζει, ανεξάρτητα από το αν πρέπει να επιβληθεί οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ ή αντισταθμιστικός δασμός, για το ποσό του προσωρινού δασμού που πρέπει να εισπραχθεί οριστικά. Το Συμβούλιο αποφαίνεται με ειδική πλειοψηφία μετά από πρόταση της Επιτροπής.

β) ^Εάν από τα οριστικά στοιχεία δεν προκύπτει η ύπαρξη ντάμπινγκ ή επιδότησης και ζημίας, η οριστική είσπραξη αυτού του ποσού δεν μπορεί να αποφασιστεί. Για το σκοπό αυτό, δεν θεωρείται ως ζημία ούτε μια σημαντική καθυστέρηση στη δημιουργία κλάδου παραγωγής μέσα στην Κοινότητα ούτε μια απειλή σημαντικής ζημίας, εκτός αν απο-

δεικνύεται ότι η απειλή αυτή θα μεταβαλλόταν σε σημαντική ζημία σε περίπτωση που δεν θα είχαν ληφθεί προσωρινά μέτρα.

ίΑρθρο 13

Γενικές διατάξεις ως προς τους δασμούς

1. Οι δασμοί αντιντάμπινγκ ή οι αντισταθμιστικοί δασμοί, ανεξάρτητα αν εφαρμόζονται προσωρινά ή οριστικά, επιβάλλονται με κανονισμό.

2. Οι κανονισμοί αυτοί αναφέρουν ιδίως το ποσό και τον τύπο του επιβαλλόμενου δασμού, το συγκεκριμένο προϊόν, τη χώρα καταγωγής ή εξαγωγής, το όνομα του προμηθευτή, αν αυτό είναι δυνατό, και τα αίτια στα οποία στηρίζονται.

3. Το ποσό των δασμών αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ ή το ποσό της επιδότησης όπως έχουν υπολογιστεί προσωρινά ή έχουν επιβληθεί οριστικά το ποσό αυτό πρέπει να είναι μικρότερο στην περίπτωση που αυτός

ο μικρότερος δασμός θα αρκούσε για την εξάλειψη της

ζημίας.

4.^ α) ^Οι δασμοί αντιντάμπινγκ και οι αντισταθμιστικοί δασμοί δεν μπορούν να επιβάλλονται ούτε να αυξάνονται με αναδρομική ισχύ. Η υποχρέωση για την πληρωμή των δασμών αυτών προκύπτει από την οδηγία 79/623/ΕΟΚ^(1).

β) ^Πάντως, όταν το Συμβούλιο διαπιστώνει:

iii)^ όσον αφορά τα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ:

- είτε ότι υπάρχει ντάμπινγκ που προκάλεσε ζημία είτε ότι ο εισαγωγέας γνώριζε ή θα έπρεπε να γνωρίζει ότι ο εξαγωγέας ασκεί ντάμπινγκ και ότι το ντάμπινγκ αυτό θα προξενήσει ζημία, και

- ότι η ζημία προκαλείται από ένα σποραδικό ντάμπινγκ, δηλαδή από μαζικές εισαγωγές ενός προϊόντος που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και πραγματοποιούνται σε χρόνο σχετικά σύντομο, τέτοιας εκτάσεως ώστε, για να εμποδισθεί η επανεμφάνισή του, φαίνεται αναγκαία η αναδρομική επιβολή ενός δασμού αντιντάμπινγκ επί των εισαγωγών αυτών, ή

iii)^ όσον αφορά τα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων:

- σε κρίσιμες περιστάσεις, ότι μια ζημία που δύσκολα αποκαθίσταται προκαλείται από μαζικές εισαγωγές, πραγματοποιούμενες σε χρόνο σχετικά σύντομο, ενός προϊόντος για το οποίο καταβάλλονται ή παρέχονται επιδοτήσεις κατά τρόπο ασυμβίβαστο με τις διατάξεις της γενικής συμφωνίας και της

συμφωνίας περί ερμηνείας και εφαρμογής των άρθρων VΙ, ΧVΙ και ΧΧΙΙΙ της γενικής συμφωνίας, και

- ότι, για να εμποδισθεί η επανεμφάνιση μιας τέτοιας ζημίας, φαίνεται αναγκαίο να επιβληθούν αναδρομικά αντισταθμιστικοί δασμοί επί των εισαγωγών αυτών, ή

iii)^ όσον αφορά τα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων:

- ότι έχει παραβιασθεί μια ανάληψη υποχρέωσης,

οι οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ ή οι αντισταθμιστικοί δασμοί μπορούν να επιβάλλονται σε προϊόντα για τα οποία η υποχρέωση να καταβάλλονται εισαγωγικοί δασμοί δυνάμει της οδηγίας 79/623/ΕΟΚ έχει ή πρέπει να έχει επιβληθεί το πολύ ενενήντα ημέρες πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των προσωρινών δασμών, εκτός από την περίπτωση παραβίασης μιας ανάληψης υποχρέωσης όπου η αναδρομική αυτή εφαρμογή δεν ισχύει για τις εισαγωγές που έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα πριν από την παραβίαση.

5. ιΟταν ένα προϊόν εισάγεται στην Κοινότητα από περισσότερες χώρες, επιβάλλεται κατάλληλος δασμός που πλήττει χωρίς διάκριση όλες τις εισαγωγές του προϊόντος αυτού, που θεωρούνται ότι αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων και ότι προκαλούν ζημία, εκτός εκείνων που προέρχονται από πηγές έναντι των οποίων έχουν γίνει αποδεκτές αναλήψεις υποχρεώσεων.

6. ιΟταν η κοινοτική παραγωγή θεωρείται ότι αναφέρεται στους παραγωγούς ορισμένης περιφέρειας, η Επιτροπή παρέχει στους εξαγωγείς τη δυνατότητα προσφοράς, σύμφωνα με το άρθρο 10, αναλήψεων υποχρεώσεων για τη συγκεκριμένη περιφέρεια. Αν κατάλληλη ανάληψη υποχρέωσης δεν προσφερθεί γρήγορα ή δεν εκπληρωθεί, είναι δυνατό να επιβάλλεται προσωρινός ή οριστικός δασμός για το σύνολο της Κοινότητας.

7. Ελλείψει ειδικών αντιθέτων διατάξεων που θεσπίζονται κατά την επιβολή δασμού αντιντάμπινγκ ή αντισταθμιστικού δασμού, οριστικού ή προσωρινού, εφαρμόζονται οι κανόνες περί κοινού ορισμού της έννοιας καταγωγής, καθώς και οι συναφείς κοινές διατάξεις εφαρμογής.

8. Οι δασμοί αντιντάμπινγκ ή οι αντισταθμιστικοί δασμοί εισπράττονται από τα κράτη μέλη κατά τον τύπο, το συντελεστή και τα άλλα στοιχεία που καθορίζονται κατά τη θέσπισή τους και ανεξάρτητα από τελωνειακούς δασμούς, φόρους και άλλες επιβαρύνσεις που συνήθως επιβάλλονται κατά την εισαγωγή.

9. Κανένα προϊόν δεν υπόκειται ταυτόχρονα σε δασμούς αντιντάμπινγκ και σε αντισταθμιστικούς δασμούς για την επανόρθωση μιας και της αυτής κατάστασης που προκύπτει από ντάμπινγκ ή χορήγηση επιδότησης.

10.^ α) ^Μπορεί να επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ, κατά παρέκκλιση από τη δεύτερη φράση της παραγράφου 4 στοιχείο α), στα προϊόντα τα οποία,

αφού συναρμολογηθούν ή κατασκευαστούν στην Κοινότητα, εισέρχονται στην αγορά της Κοινότητας, με την προϋπόθεση ότι:

- η συναρμολόγηση ή η κατασκευή πραγματοποιείται από επιχείρηση που συνδέεται καθ' οιονδήποτε τρόπο με κάποιον από τους κατασκευαστές των οποίων οι εξαγωγές ομοειδών προϊόντων υπόκεινται σε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ,

- η συναρμολόγηση ή η κατασκευή άρχισε ή αυξήθηκε σημαντικά μετά την έναρξη της διαδικασίας αντιντάμπινγκ,

- η αξία των μερών ή των υλικών που χρησιμοποιούνται κατά τη συναρμολόγηση ή κατασκευή και τα οποία κατάγονται από τη χώρα εξαγωγής του προϊόντος που υπόκειται στο δασμό αντιντάμπινγκ υπερβαίνει την αξία όλων των άλλων χρησιμοποιουμένων μερών ή υλικών κατά τουλάχιστον 50 %.

Κατά την εφαρμογή της παρούσας διάταξης, λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές περιστάσεις που συντρέχουν κατά περίπτωση και, μεταξύ άλλων, τα ποικίλα έξοδα που συνεπάγονται οι εργασίες συναρμολόγησης ή κατασκευής, οι εργασίες έρευνας και ανάπτυξης και η τεχνολογία που εφαρμόζεται μέσα στην Κοινότητα.

Στην περίπτωση αυτή, το Συμβούλιο αποφασίζει συγχρόνως ότι τα μέρη ή τα υλικά που κατάγονται από τη χώρα εξαγωγής του προϊόντος που υποβάλλεται στο δασμό αντιντάμπινγκ και τα οποία είναι κατάλληλα για να χρησιμοποιηθούν στη συναρμολόγηση ή την κατασκευή των εν λόγω προϊόντων, θεωρείται ότι κυκλοφορούν ελεύθερα στο εμπόριο μόνον εφόσον δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε εργασίες συναρμολόγησης ή κατασκευής όπως καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο.

β) ^Τα προϊόντα τα οποία συναρμολογούνται ή κατασκευάζονται με αυτό τον τρόπο πρέπει να δηλώνονται στις αρμόδιες αρχές προτού εξέλθουν από το εργοστάσιο συναρμολόγησης ή κατασκευής για να διατεθούν στην αγορά της Κοινότητας. ιΟσον αφορά την είσπραξη δασμού αντιντάμπινγκ, η δήλωση αυτή θεωρείται ισοδύναμη με τη δήλωση που αναφέρεται στο άρθρο 2 της οδηγίας 79/695/ΕΟΚ^(1).

γ) ^Το ποσοστό του δασμού αντιντάμπινγκ είναι ίσο με εκείνο που ισχύει για τον κατασκευαστή της χώρας καταγωγής ομοειδούς προϊόντος που υπόκειται σε δασμό αντιντάμπινγκ, με τον οποίο συνδέεται καθ' οιονδήποτε τρόπο η επιχείρηση της Κοινότητας που πραγματοποιεί τη συναρμολόγηση ή την κατασκευή. Το ποσό του εισπραττόμενου δασμού δεν πρέπει να υπερβαίνει το ποσό που απαιτείται για να αποτραπεί η καταστρατήγηση του δασμού αντιντάμπινγκ, είναι δε ανάλογο προς εκείνο το οποίο προκύπτει από την εφαρμογή του ποσοστού του δασμού αντιντάμπινγκ ο οποίος επιβάλλεται στον εξαγωγέα του τελικού προϊόντος επί της τιμής cif των μερών ή υλικών που εισάγονται.

δ) ^Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού που αφορούν θέματα έρευνας, διαδικασίας και οι αναλήψεις υποχρεώσεων εφαρμόζονται σε όλα τα ζητήματα που άπτονται της παρούσας παραγράφου.

11.^ α) ^Εφόσον ο εξαγωγέας επιβαρύνεται με το δασμό αντιντάμπινγκ, μπορεί να επιβάλλεται πρόσθετος δασμός αντιντάμπινγκ προκειμένου να αντισταθμιστεί το ποσό που επιβαρύνει τον εξαγωγέα.

β) ^Εφόσον οιοδήποτε άμεσα ενδιαφερόμενο μέρος υποβάλει επαρκείς αποδείξεις του ότι ο δασμός επιβαρύνει τον εξαγωγέα, όπως π.χ. ότι η τιμή μεταπώλησης στον πρώτο ανεξάρτητο αγοραστή του προϊόντος που υπόκειται σε δασμό αντιντάμπινγκ δεν αυξήθηκε κατά ποσό αντίστοιχο με το δασμό αντιντάμπινγκ, το θέμα ερευνάται και οι ενδιαφερόμενοι εξαγωγείς και εισαγωγείς έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους.

Εάν αποδειχθεί ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ επιβάρυνε τον εξαγωγέα, είτε εξ ολοκλήρου είτε εν μέρει, είτε άμεσα είτε έμμεσα, και εφόσον το κοινοτικό συμφέρον απαιτεί να γίνει παρέμβαση, επιβάλλεται, ύστερα από διαβούλευση, πρόσθετος δασμός αντιντάμπινγκ σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζουν τα άρθρα 11 και 12.

Ο δασμός αυτός μπορεί να επιβάλλεται αναδρομικά. Μπορεί να επιβάλλεται σε προϊόντα για τα οποία η υποχρέωση πληρωμής εισαγωγικού δασμού σύμφωνα με την οδηγία 79/623/ΕΟΚ έχει επιβληθεί μετά την επιβολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ, με τη διαφορά ότι η επιβολή του δασμού αυτού δεν εφαρμόζεται σε εισαγωγές που διατέθηκαν σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα πριν ο εξαγωγέας να επιβαρυνθεί με το δασμό αντιντάμπινγκ.

γ) ^Εφόσον τα αποτελέσματα της έρευνας δεικνύουν ότι η μη αύξηση μιας τιμής κατά ποσό που αντιστοιχεί στο δασμό αντιντάμπινγκ δεν οφείλεται σε μείωση των εξόδων ή/και των κερδών του εισαγωγέα για το συγκεκριμένο προϊόν, τότε αυτή η μη αύξηση της τιμής θεωρείται ως ένδειξη του ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ επιβάρυνε τον εξαγωγέα.

β) ^Το άρθρο 7 παράγραφος 7 στοιχείο β) εφαρμόζεται στα πλαίσια των ερευνών που διεξάγονται με βάση την παρούσα παράγραφο.

ίΑρθρο 14

Επανεξέταση

1. Οι κανονισμοί που επιβάλλουν δασμούς αντιντάμπινγκ ή αντισταθμιστικούς δασμούς και οι αποφάσεις για την αποδοχή αναλήψεων υποχρεώσεων επανεξετάζονται, εν όλω ή εν μέρει, εφόσον χρειάζεται.

Η επανεξέταση αυτή διεξάγεται είτε μετά από αίτηση κράτους μέλους ή με πρωτοβουλία της Επιτροπής. Επανεξέταση διεξάγεται επίσης αν τη ζητήσει ενδιαφερόμενο μέρος το οποίο υποβάλλει αποδεικτικά στοιχεία μεταβολής των συνθηκών, επαρκή για να δικαιολογήσουν την ανάγκη της επανεξέτασης αυτής, υπό την προϋπόθεση ότι παρήλθε ένα

τουλάχιστον έτος από την περάτωση της έρευνας. Οι αιτήσεις απευθύνονται προς την Επιτροπή η οποία ενημερώνει σχετικά τα κράτη μέλη.

2. ιΟταν, μετά από διαβούλευση, κρίνεται ότι δικαιολογείται επανεξέταση, η έρευνα επαναλαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 7, αν οι περιστάσεις το απαιτούν. Η επανάληψη της έρευνας δεν θίγει, αυτή καθεαυτή, τα ισχύοντα μέτρα.

3. ιΟταν δικαιολογείται από την επανεξέταση, που διεξάγεται με ή χωρίς επανάληψη της έρευνας, τα μέτρα τροποποιούνται, καταργούνται ή ακυρώνονται από το αρμόδιο για τη λήψη τους κοινοτικό όργανο. Ωστόσο, όταν τα μέτρα έχουν ληφθεί σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις πράξης προσχώρησης, η Επιτροπή τα τροποποιεί, τα καταργεί ή τα ακυρώνει η ίδια και υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο. Το Συμβούλιο μπορεί, με ειδική πλειοψηφία, να αποφασίσει ότι πρέπει να ληφθεί διαφορετικό μέτρο.

ίΑρθρο 15

1. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 3, 4 και 5, οι δασμοί αντιντάμπινγκ ή οι αντισταθμιστικοί δασμοί και οι αναλήψεις υποχρεώσεων παύουν να ισχύουν πέντε χρόνια μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος τους, ή της τελευταίας τροποποίησης ή επιβεβαίωσής τους.

2. Η Επιτροπή, ύστερα από διαβουλεύσεις και μέσα σε προθεσμία έξι μηνών πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου, δημοσιεύει κανονικά στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ανακοίνωση για την επικείμενη λήξη της ισχύος του εν λόγω μέτρου και ενημερώνει τους παραγωγούς της Κοινότητας που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται. Στην ανακοίνωση αυτή καθορίζεται η προθεσμία κατά τη διάρκεια της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να γνωστοποιήσουν γραπτά τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 5.

3. ιΟταν ένα ενδιαφερόμενο μέρος αποδεικνύει ότι η λήξη της ισχύος του μέτρου θα οδηγήσει ξανά σε ζημία ή σε απειλή ζημίας, η Επιτροπή, ύστερα από διαβούλευση, δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ανακοίνωση για την πρόθεσή της να επανεξετάσει το μέτρο. Η ανακοίνωση αυτή δημοσιεύεται πριν από τη λήξη της σχετικής πενταετούς περιόδου. Το μέτρο εξακολουθεί να ισχύει εν αναμονή του αποτελέσματος που θα προκύψει από την επανεξέταση.

Πάντως, αν εντός εξαμήνου από τη λήξη της σχετικής πενταετούς περιόδου δεν έχει δημοσιευθεί ανακοίνωση για την έναρξη αυτής της επανεξέτασης, το μέτρο παύει να ισχύει κατά τη λήξη αυτού του εξαμήνου.

4. Εφόσον μέτρο κατά το άρθρο 14 βρίσκεται υπό επανεξέταση κατά τη λήξη της σχετικής πενταετούς περιόδου, το μέτρο εξακολουθεί να ισχύει εν αναμονή του αποτελέσματος που θα προκύψει από την επανεξέταση. Σχετική ανακοίνωση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πριν από τη λήξη της σχετικής πενταετούς περιόδου.

2. 8. 88

Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

5. ιΟταν οι δασμοί αντιντάμπινγκ ή οι αντισταθμικοί δασμοί και οι αναλήψεις υποχρεώσεων παύουν να ισχύουν σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η Επιτροπή δημοσιεύει ανακοίνωση για το σκοπό αυτό στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Στην ανακοίνωση αυτή αναφέρεται η ημερομηνία κατά την οποία λήγει η ισχύς του

μέτρου.

ίΑρθρο 16

Επιστροφή

1. ιΟταν ένας εισαγωγέας μπορεί να αποδείξει ότι ο εισπραχθείς δασμός υπερβαίνει το πραγματικό περιθώριο ντάμπινγκ ή το ποσό της επιδότησης, λαμβανομένης υπόψη της εφαρμογής σταθμισμένων μέσων όρων, το υπερβάλλον ποσό επιστρέφεται. Το ποσό αυτό υπολογίζεται σε συνάρτηση με τις μεταβολές που σημειώθηκαν στο περιθώριο ντάμπινγκ ή στο ποσό της επιδότησης τα οποία είχαν οριστεί στην αρχική έρευνα για τις αποστολές που πραγματοποιεί προς την Κοινότητα ο προμηθευτής του εισαγωγέα. ιΟλοι οι υπολογισμοί που αφορούν επιστροφές γίνονται σύμφωνα με τα άρθρα 2 ή 3 και βασίζονται στο μέτρο του δυνατού, στη μέθοδο που εφαρμόστηκε στην αρχική έρευνα, ιδιαίτερα, όσον αφορά τις τεχνικές του καθορισμού των μέσων όρων και της δειγματοληψίας.

2. Ο εισαγωγέας, προκειμένου να ζητήσει την επιστροφή που αναφέρεται στην παράγραφο 1, υποβάλλει αίτηση στην Επιτροπή. Η αίτηση παρουσιάζεται μέσω του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου τα προϊόντα τέθηκαν σε ελεύθερη κυκλοφορία εντός τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατά την οποία καθορίστηκε δεόντως από τις αρμόδιες αρχές το ποσό των οριστικών δασμών που πρέπει να εισπραχθούν ή μετά την ημερομηνία κατά την οποία έχει ληφθεί απόφαση για την οριστική είσπραξη των ποσών που δόθηκαν ως εγγύηση με τη μορφή προσωρινού δασμού.

Το κράτος μέλος διαβιβάζει την αίτηση στην Επιτροπή το ταχύτερο δυνατό, εκφέροντας ενδεχομένως τη γνώμη του για το βάσιμό της.

Η Επιτροπή ενημερώνει αμέσως το άλλα κράτη μέλη και εκφέρει τη γνώμη της επί του θέματος. Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη εγκρίνουν την εκφρασθείσα από την Επιτροπή γνώμη ή δεν διατυπώσουν αντιρρήσεις ως προς αυτή, εντός προθεσμίας ενός μηνός, η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει απόφαση σύμφωνη προς την ανωτέρω γνώμη. Σε όλες τις

άλλες περιπτώσεις, η Επιτροπή αποφασίζει, μετά από διαβούλευση, αν και σε τι βαθμό πρέπει να δοθεί συνέχεια στην αίτηση.

ίΑρθρο 17

Τελικές διατάξεις

Ο παρών κανονισμός δεν αποκλείει την εφαρμογή:

1. ^οιουδήποτε ειδικού κανόνα που προβλέπεται στις συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ της Κοινότητας και των τρίτων χωρών

2. ^των κοινοτικών κανονισμών στο γεωργικό τομέα ούτε των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 1059/69^(1), (ΕΟΚ) αριθ. 2730/75^(2) και (ΕΟΚ) αριθ. 2783/75^(3) ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται ως συμπλήρωμα των κανονισμών αυτών και κατά παρέκκλιση των διατάξεών τους που αντιτίθενται στην επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ ή αντισταθμιστικών δασμών

3. ^ειδικών μέτρων, εφόσον οι συμβατικές υποχρεώσεις που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο της γενικής συμφωνίας δεν αντιτίθενται σε αυτά.

ίΑρθρο 18

Κατάργηση της υπάρχουσας ρύθμισης

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2176/84 καταργείται.

Οι παραπομπές στον κανονισμό αυτό πρέπει να θεωρούνται ότι γίνονται στον παρόντα κανονισμό.

ίΑρθρο 19

ιΕναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εφαρμόζεται στις διαδικασίες που έχουν ήδη αρχίσει.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 11 Ιουλίου 1988.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Π. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ

(1) ΕΕ αριθ. L 201 της 30.^7.^1984, σ. 1.

(2) ΕΕ αριθ. L 167 της 26.^6.^1987, σ. 9.

(1) ΕΕ αριθ. C 266 της 22.^10.^1986, σ. 2.

(1) ΕΕ αριθ. L 195 της 5.^7.^1982, σ. 1.

(2) ΕΕ αριθ. L 195 της 5.^7.^1982, σ. 21.

(1) ΕΕ αριθ. L 179 της 17.^7.^1979, σ. 31.

(1) ΕΕ αριθ. L 205 της 13.^8.^1979, σ. 19.

(1) ΕΕ αριθ. L 141 της 12.^6.^1969, σ. 1.

(2) ΕΕ αριθ. L 281 της 1.^11.^1975, σ. 20.

(3) ΕΕ αριθ. L 282 της 1.^11.^1975, σ. 104.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΞΑΓΩΓΗ

α)

Χορήγηση από τις δημόσιες αρχές αμέσων επιδοτήσεων προς επιχειρήσεις ή κλάδους παραγωγής βάσει των αποτελεσμάτων των εξαγωγής.

β)

Συστήματα μη επανεκχωρήσεως συναλλάγματος ή κάθε ανάλογης πρακτικής που συνεπάγονται τη χορήγηση πριμοδότησης κατά την εξαγωγή.

γ)

Τιμές εσωτερικών μεταφορών και ναύλοι για αποστολές εξαγωγών, που εξασφαλίζονται ή επιβάλλονται από τις δημόσιες αρχές υπό όρους περισσότερο ευνοϊκούς από ότι για τις αποστολές εσωτερικού εμπορίου.

δ)

Προμήθειες, από τις δημόσιες αρχές ή τις υπηρεσίες τους, προϊόντων ή υπηρεσιών εισαγομένων ή εθνικής καταγωγής και προοριζομένων για την παραγωγή εμπορευμάτων προς εξαγωγή υπό όρους περισσότερο ευνοϊκούς από ότι οι προμήθειες προϊόντων ή υπηρεσιών ομοειδών ή άμεσα ανταγωνιστικών προοριζομένων για την παραγωγή προϊόντων εσωτερικής κατανάλωσης εάν (στην περίπτωση των προϊόντων) οι όροι αυτοί είναι πιο ευνοϊκοί από εκείνους των οποίων απολαύουν οι εξαγωγείς υπό εμπορικές συνθήκες, στις διεθνείς αγορές.

ε)

Απαλλαγή, επιστροφή ή αναστολή, εν όλω ή εν μέρει, των αμέσων φόρων ή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης καταβαλλομένων ή οφειλομένων από βιομηχανικές ή εμπορικές επιχειρήσεις, που τους χορηγούνται ειδικά βάσει των εξαγωγών τους. Με την επιφύλαξη των ανωτέρω, η αναστολή φόρων ή εισφορών που προβλέπονται παραπάνω δεν αποτελεί αναγκαία επιδότηση κατά την εξαγωγή, όταν, παραδείγματος χάρη, εισπράττονται οι κατάλληλοι τόκοι.

στ)

Ειδικές εκπτώσεις, άμεσα συνδεόμενες με τις εξαγωγές ή τις εξαγωγικές επιδόσεις οι οποίες, κατά τον υπολογισμό της βάσεως των αμέσων φόρων, διενεργούνται επί πλέον αυτών που χορηγούνται για την παραγωγή την προοριζόμενη στην εσωτερική κατανάλωση.

ζ)

Απαλλαγή ή έκπτωση βάσει της παραγωγής ή της διανομής των εξαγομένων προϊόντων, ενός ποσού εμμέσων φόρων ανωτέρου από εκείνο των φόρων που εισπράττονται βάσει της παραγωγής και της διανομής ομοειδών προϊόντων, όταν πωλούνται στην εσωτερική κατανάλωση. Το πρόβλημα της υπερβολικής επιστροφής του φόρου προστιθεμένης αξίας καλύπτεται από την παρούσα παράγραφο.

η)

Απαλλαγή, επιστροφή ή αναστολή των εμμέσων φόρων των εισπραττομένων κατά το επαναληπτικό σύστημα σε προγενέστερα στάδια επί των αγαθών ή υπηρεσιών των χρησιμοποιουμένων για την παραγωγή των εξαγομένων εμπορευμάτων, των οποίων τα ποσά θα ήσαν ανώτερα από εκείνα των απαλλαγών, επιστροφών ή αναστολών των ομοειδών εμμέσων φόρων των εισπραττομένων κατά το επαναληπτικό σύστημα σε προγενέστερα στάδια επί των αγαθών ή υπηρεσιών των χρησιμοποιουμένων για την παραγωγή ομοειδών προϊόντων πωλουμένων στην εσωτερική κατανάλωση. Πάντως, η απαλλαγή ή η επιστροφή ή η αναστολή των εμμέσων φόρων των εισπραττομένων κατά το επαναληπτικό σύστημα σε προγενέστερα στάδια θα μπορούν να χορηγηθούν για τα εξαγόμενα εμπορεύματα, ακόμη και αν δεν χορηγούνται για τα ομοειδή προϊόντα που πωλούνται στην εσωτερική κατανάλωση, εάν οι έμμεσοι φόροι που έχουν εισπραχθεί σε προηγούμενα στάδια επιβάλλονται σε προϊόντα φυσικώς ενσωματούμενα (λαμβανομένης υπόψη της κανονικής απωλείας όγκου ή βάρους κατά την μεταποίηση ή την μεταφορά) σε εξαγόμενο προϊόν. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται στα συστήματα φόρου προστιθεμένης αξίας ούτε στις συναφείς φορολογικές προσαρμογές στα σύνορα.

θ)

Εκπτώσεις ή επιστροφή ενός ποσού επιβαρύνσεων κατά την εισαγωγή ανωτέρου από αυτό των επιβαρύνσεων που επιβάλλονται επί των εισαγομένων φυσικών ενσωματωμένων προϊόντων (λαμβανομένης υπόψη της κανονικής απωλείας όγκου ή βάρους κατά την μεταποίηση ή μεταφορά) στο εξαγόμενο προϊόν. Πάντως, σε ειδικές περιπτώσεις, η επιχείρηση θα μπορεί να χρησιμοποιεί σαν προϊόντα αντικαταστάσεως των προϊόντων της εσωτερικής αγοράς σε ποσότητα ίση με αυτή των εισαγομένων προϊόντων και με τις ίδιες ιδιότητες και χαρακτηριστικά ώστε να ωφελείται από τη διάταξη αυτή, αν οι πράξεις εισαγωγής και οι αντίστοιχες πράξεις εξαγωγής πραγματοποιούνται σε λογικό χρονικό διάστημα, το οποίο κανονικά, δεν υπερβαίνει τα δύο έτη. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται στα συστήματα προστιθεμένης αξίας ούτε στις συναφείς φορολογικές προσαρμογές στα σύνορα.

ι)

Θέσπιση από τις δημόσιες αρχές (ή από τους εξειδικευμένους οργανισμούς που είναι υπό τον έλεγχό τους) προγραμμάτων εγγυήσεων ή ασφαλίσεων εξαγωγικών πιστώσεων, προγραμμάτων ασφαλίσεων ή εγγυήσεων κατά της υψώσεως του κόστους παραγωγής των εξαγομένων προϊόντων ή προγραμμάτων κατά των συναλλαγματικών κινδύνων, με ασφάλιστρα που είναι εμφανώς ανεπαρκή να καλύψουν μακροπρόθεσμα τα έξοδα και τις απώλειες βάσει της διαχειρίσεως των προγραμμάτων αυτών.

ια)

Χορήγηση από τις δημόσιες αρχές (ή από τους εξειδικευμένους οργανισμούς που είναι υπό τον έλεγχό τους ή δρουν υπό την εποπτεία τους) εξαγωγικών πιστώσεων, με επιτόκια κατώτερα από εκείνα που πρέπει πράγματι να πληρωθούν ώστε να εξευρεθούν τα κεφάλαια, που χρησιμοποιούνται κατ' αυτόν τον τρόπο (ή που θα έπρεπε να πληρωθούν αν προέβαιναν, στη διεθνή αγορά των κεφαλαίων, σε δάνεια εξοφλητέα εντός των ίδιων προθεσμιών και εκφραζόμενα στο ίδιο νόμισμα με την εξαγωγική πίστωση), ή ανάληψη από μέρους τους όλων ή μέρους των εξόδων με τα οποία βαρύνονται οι εξαγωγείς ή οι χρηματοδοτικοί οργανισμοί, προκειμένου να προσπορίζονται την πίστωση κατά το μέτρο που οι πράξεις αυτές εξυπηρετούν την εξασφάλιση σημαντικού πλεονεκτήματος ως προς τους όρους της εξαγωγικής πιστώσεως.

Πάντως, αν η χώρα καταγωγής ή εξαγωγής συμμετέχει σε διεθνή συμφωνία επί θεμάτων δημοσίων εξαγωγικών πιστώσεων, στην οποία συμμετέχουν τουλάχιστον δώδεκα αρχικώς υπογράφοντες τη συμφωνία επί της ερμηνείας και εφαρμογής των άρθρων VΙ, ΧVΙ και ΧΧΙΙΙ της γενικής συμφωνίας την 1η Ιανουαρίου 1979 (ή σε μεταγενέστερες δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι αρχικοί αυτοί υπογράφοντες) ή αν, στην πράξη, η χώρα καταγωγής ή εξαγωγής εφαρμόζει τις διατάξεις της εν λόγω συμφωνίας ως προς τους όρους των επιτοκίων, η ακολουθουμένη πρακτική σε θέματα εξαγωγικών πιστώσεων που είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις αυτές, δεν θεωρείται εξαγωγική επιδότηση.

ιβ)

Κάθε άλλη επιβάρυνση για το Δημόσιο που συνιστά εξαγωγική επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου ΧVΙ της γενικής συμφωνίας.

Σημειώσεις

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος εφαρμόζονται οι κατωτέρω ορισμοί.

1. ^Η έκφραση «άμεσοι φόροι» δηλώνει τους φόρους επί των μισθών, των κερδών, των τόκων, των ενοικίων, των δικαιωμάτων επί αΰλων αγαθών και επί κάθε άλλης μορφής εισοδήματος, καθώς και τους φόρους επί της ακινήτου περιουσίας.

2. ^Η έκφραση «επιβαρύνσεις κατά την εισαγωγή» δηλώνει τους δασμούς, άλλα δικαιώματα και άλλες φορολογικές επιβαρύνσεις μη απαριθμούμενες αλλού στις παρούσες σημειώσεις, που εισπράττονται κατά την εισαγωγή.

3. ^Η έκφραση «έμμεσοι φόροι» δηλώνει τους φόρους επί των πωλήσεων, ειδικούς φόρους καταναλώσεως, φόρους κύκλου εργασιών και τον φόρο προστιθεμένης αξίας, φόρους επί των παραχωρήσεων, τέλη χαρτοσήμου, φόρους μεταβιβάσεως, φόρους επί των αποθεμάτων και των κεφαλαιουχικών αγαθών και φορολογικές προσαρμογές στα σύνορα καθώς και όλους τους άλλους φόρους εκτός από τους αμέσους φόρους και τις επιβαρύνσεις κατά την εισαγωγή.

4. ^Οι έμμεσοι φόροι «εισπραττόμενοι σε προγενέστερα στάδια» είναι οι φόροι που εισπράττονται επί των αγαθών ή υπηρεσιών που χρησιμοποιούνται άμεσα ή έμμεσα για την παραγωγή του προϊόντος.

5. ^Οι έμμεσοι φόροι που εισπράττονται «κατά το επαναληπτικό σύστημα» είναι οι φόροι που κλιμακώνονται σε πολλαπλά στάδια και εισπράττονται όταν δεν υπάρχει μεταγενέστερος μηχανισμός πιστώσεως φόρου για την περίπτωση κατά την οποία αγαθά ή υπηρεσίες φορολογούμενες σε ένα ορισμένο στάδιο παραγωγής χρησιμοποιούνται σε ένα μεταγενέστερο στάδιο παραγωγής.

6. ^Η «επιστροφή» των φόρων περιλαμβάνει τις επιστροφές του ποσού του φόρου ή μειώσεις φόρων.

Top